ΔΙΚΑΣΤΙΚΉ ΣΥΜΠΑΡΆΣΤΑΣΗ ΑΣΘΕΝΏΝ ΜΕ ΆΝΟΙΑ. Αικατερίνη Γ. Πιτσούλη

Σχετικά έγγραφα
[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

Τι προβλέπει ο νόμος για την Δικαστική συμπαράσταση (Μέρος Α )

32η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ - ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΙΚΑΙΟΥ (ΠΡΟΣΩΠΑ) ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/2012

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Α Π Ο Φ Α Σ Η 68/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 23/2014

Τέλος, είναι αναγκαία η προσκόμιση στο δικαστήριο τεστ dna του εραστή, της μητέρας και του τέκνου και (κατά περίπτωση) του τεκμαιρόμενου πατέρα

Στοιχεία Αστικού Δικαίου - 4 ο Μάθημα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 67/2012

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ. 1) της παρ.2 του άρθρου 54 του Σχεδίου Νόμου που κυρώθηκε με τον Ν. 2447/1996.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ Ι... Εισαγωγικά... 1 ΙΙ.. Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή

ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ-ΑΡΘΡΑ ΓΙΑ ΥΙΟΘΕΣΙΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο - Υιοθεσία

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

ΤΑ ΤΡΙΑ ΕΙΔΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΤΗ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ - ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ *

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Ε.Ε. Παρ. II(I), Αρ. 4085, Δ.Κ. 4/2009 4/2009 Ο ΠΕΡΙ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ ΝΟΜΟΣ, 77(Ι) ΤΟΥ 1997

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5792-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2011

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

Παιδική και Νεανική Πρόνοια

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ. Άρθρο 78 Σωµατείο

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Σύνοψη περιεχομένων. ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Ο δικαστικός έλεγχος της διοικήσεως και η έννομη προστασία του ιδιώτη

Νέες Διατάξεις για τη Διαμεσολάβηση. Δημήτριος Μάντζος Δικηγόρος ΥπΔΝ - Διαμεσολαβητής Εκτελεστικός Γραμματέας ΟΠΕΜΕΔ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1056/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2011

Συντάκτης: Κοντάκος Ηλίας, Δικηγόρος, Υπ. Διδάκτωρ Ιδ. Δικαίου Παν/μίου Αθηνών

Α Π Ο Φ Α Σ Η 62/2012

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Εργασιακά Θέματα «Το νέο καθεστώς της Μεσολάβησης Διαιτησίας μετά τον Ν. 4303/2014»

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 327/ ) ΙΑΤΡΙΚΗ ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2012

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2250/1940 ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ BIBΛIO ΠPΩTO

ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Ε.Ε. Παρ. ΙΙ(Ι), Αρ. 4096, Δ.Κ. 3/2014

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ Ή ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

Dr ΚΟΥΝΤΗ-ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΦΩΤΕΙΝΗ Ψυχολόγος

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2595/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/ 2018

Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών

Γονική μέριμνα σε υποθέσεις διασυνοριακού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένης της απαγωγής παιδιού

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

ΙΑΤΡΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ (άρθρο 371 ΠΚ παρ. 1)

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

ΠΟΡΙΣΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ. Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη: Δ.Ν. Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου Ειδικοί Επιστήμονες: Γιάννης Κωστής, Έλενα Σταμπουλή, Τασούλα Τοπαλίδου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ. Κανονισμός Λειτουργίας ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΔΙΑΙΤΗΣΙΑΣ ΑΡΘΡΟ 1 ΑΡΘΡΟ 2

Αριθμός 73(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

διοτι ολος ο νομος εις εναν λογο συμπληρουται εις τον θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον Γαλάτας, κεφ. Ε, εδ. 14

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΑΔΑ: 65Γ1Η-ΕΚΒ Αθήνα, 9 Ιουνίου 2017

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 17/08/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1210/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24 /2012

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

Αθήνα, 4 Iουνίου 2010 Αρ. Πρωτ. : /14910/2010 Χειριστές: Μαρία Βουτσίνου

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3073-4/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 92 /2014

Ο Περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος και Γενικότερα Περί. Κοινωνικών Παροχών Νόμος του 2014 (109(Ι)/2014),

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 43/2017

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

Transcript:

ΔΙΚΑΣΤΙΚΉ ΣΥΜΠΑΡΆΣΤΑΣΗ ΑΣΘΕΝΏΝ ΜΕ ΆΝΟΙΑ Αικατερίνη Γ. Πιτσούλη Δικηγόρος, ΜΔΕ, Μητροπόλεως 27, kpitsouli@yahoo.gr ΠΕΡΊΛΗΨΗ Στην παρούσα εισήγηση καταγράφονται τα νομικά ζητήματα που προκύπτουν αναφορικά με την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης βούλησης, την προστασία της αξιοπρέπειας και της περιουσίας ασθενών που πάσχουν από άνοια, οι οποίοι αδυνατούν να διαχειρίζονται αυτόνομα τις υποθέσεις τους. Παρουσιάζεται, λοιπόν, συνοπτικά η δυνατότητα που δίνεται στους ασθενείς αυτούς ν ασκούν τα αστικά τους δικαιώματα μέσω του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης, όπως αυτός έχει ρυθμιστεί με το Ν. 2447/1996 και συγκεκριμένα δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 1666 έως 1688 του Αστικού Κώδικα. Λέξεις κλειδιά: άνοια, δικαστική συμπαράσταση ΕΙΣΑΓΩΓΉ Η έκφραση της βούλησης αποτελεί σε κάθε κοινωνικό σύστημα τον ακρογωνιαίο λίθο της ελευθερίας του ατόμου. Η άνοια αποτελεί πεδίο όπου το θεμελιώδες αυτό ατομικό δικαίωμα τίθεται πολύ συχνά υπό αμφισβήτηση. Πολλές φορές, ο χαρακτηρισμός και μόνο ενός ατόμου ως ανοϊκού είναι ικανός να το υποβάλει υπό το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, με μερική ή πλήρη στέρηση της δυνατότητάς του να διαχειρίζεται τις υποθέσεις του αυτοβούλως. Στην Ελλάδα, ακόμα, υπάρχει ανυπαρξία νομοθετικού πλαισίου για τα ζητήματα που ανακύπτουν ειδικά με τους ασθενείς που πάσχουν από άνοια, καθώς αυτά καλύπτονται από τις σχετικές διατάξεις περί δικαστικής συμπαραστάσεως του Αστικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 13 του ν.2447/1996. Στην λεκτική διατύπωση, όμως, των εν λόγω διατάξεων δεν γίνεται πουθενά ειδική αναφορά στον όρο «άνοια», παρά οι «ανοϊκοί ασθενείς» εντάσσονται, αναλογικά, στις περιπτώσεις των «ψυχιατρικά ασθενών». ΟΡΙΣΜΌΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΊΑ ΤΗΣ ΆΝΟΙΑΣ Η άνοια είναι ένα σύνδρομο που οφείλεται σε οργανική βλάβη του εγκεφάλου. Συνήθως, συνοδεύεται από έκπτωση πολλών, ανώτερων, διανοητικών

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 97 λειτουργιών, όπως η μνήμη, η κρίση, ο λόγος, η σκέψη, ο προσανατολισμός, η κατανόηση, η εκτέλεση αριθμητικών πράξεων, η ικανότητα για μάθηση κλπ. (Petersen R.C. et al. 2001). Παράλληλα με τα γνωστικά ελλείμματα, συχνά παρατηρούνται αλλαγές στην προσωπικότητα του ατόμου και στην κοινωνική του συμπεριφορά, με σταδιακή ψυχοκοινωνική απόσυρση και δυσχέρεια στη διεκπεραίωση των καθημερινών δραστηριοτήτων. Τα άτομα με άνοια εξαρτώνται από τους φροντιστές τους και καθώς η νόσος επιδεινώνεται, περιορίζεται ολοένα και περισσότερο η ικανότητά τους για αυτοφροντίδα. Επιπλέον, αρκετά συχνά παρουσιάζουν εκνευρισμό, ανησυχία, ενώ σπανιότερα ενδέχεται να εκδηλώσουν βίαιη συμπεριφορά, καχυποψία και παρανοϊκό ιδεασμό. Σημαντικό ποσοστό των ανοϊκών ασθενών παρουσιάζουν κατάθλιψη και ψυχωσικά συμπτώματα (Whalin TB. R., Byrne J.G., 2011). Έχουν περιγραφεί περισσότερα από εκατό είδη άνοιας, διαφορετικής αιτιολογίας. Τα συνηθέστερα είναι: η άνοια τύπου Alzheimer, η αγγειακή άνοια, η άνοια των αλκοολικών, η άνοια με σωμάτια Lewy, η φλοιοβασική εκφύλιση, η άνοια που οφείλεται σε άλλες γενικές ιατρικές καταστάσεις και η μη καθοριζόμενη άνοια (Wimo A. Et al., 2003) Η εξέλιξη της άνοιας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν η αιτία της μπορεί να θεραπευθεί ή όχι. Η μη αναστρέψιμη άνοια επιδεινώνεται, συχνά με γρήγορο ρυθμό. Η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αναστείλει την εξέλιξη για αρκετούς μήνες. Η φροντίδα, η επιτήρηση και η συναισθηματική στήριξη διατηρούν επί μακρόν μία ικανοποιητική ποιότητα ζωής για τον ασθενή. Όσοι ασθενείς δεν καταλήγουν από κάποιο ατύχημα ή κάποια άλλη νόσο και φτάνουν στο τελικό στάδιο αδυνατούν να επικοινωνήσουν και χρειάζονται συνεχώς φροντίδα και επιτήρηση (Αβεντισιάν Παγοροπούλου Α. 1993, Thies W., Laura Bleiler L., 2011, Weston A., Barton C., Lesselyong J.,Yaffe Kr., 2011). Ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης Λόγω της αδυναμίας των ανοϊκών ασθενών να διεκπεραιώσουν τις καθημερινές τους δραστηριότητες και να ανταποκριθούν στην αυτοφροντίδα τους, εξαρτώνται από τους φροντιστές τους. Προκειμένου, λοιπόν, να προασπιστεί η ελευθερία, η αξιοπρέπεια και η περιούσια των ασθενών που πάσχουν από άνοια έχει θεσπιστεί ο θεσμός της δικαστικής συμπαράστασης, δίνοντας την δυνατότητα στους ασθενείς αυτούς ν ασκούν τα αστικά τους δικαιώματα. Η εισαγωγή του θεσμού της δικαστικής συμπαράστασης με τον Ν. 2447/1996, στο δέκατο έκτο κεφάλαιο του Αστικού Κώδικα, και συγκεκριμένα με την θέσπιση των διατάξεων των άρθρων 1666 έως 1688 ΑΚ, επέφερε την ενοποίηση των παλαιότερων θεσμών της δικαστικής αντίληψης και της δικαστικής απα

98 Αικατερίνη Πιτσούλη γόρευσης, υποδεικνύοντας μια διαφορετική οπτική στην αντιμετώπιση των ατόμων που χρήζουν προστασίας και βοήθειας κατά τη διαχείριση των υποθέσεών τους (Λειβαδίτης Δ.Μ., 1994). Στη νέα ρύθμιση δόθηκε απόλυτη προτεραιότητα στην προστασία της προσωπικότητας και αξιοπρέπειας των προσώπων αυτών, γεγονός που καταδεικνύεται ήδη από την επιλογή των όρων στην διατύπωση των διάφορων διατάξεων, που έγινε προσεκτικά, μετά από έντονη συζήτηση, προκειμένου, παρά τη λιτότητά τους, να είναι συμβατοί με τα εκάστοτε πορίσματα της ιατρικής επιστήμης και συνάμα να μην ενέχουν τον κίνδυνο του στιγματισμού των περιγραφόμενων περιπτώσεων (Σπυριδάκης, 1997). Επιπλέον τα χρήζοντα δικαστικής συμπαράστασης πρόσωπα αντιμετωπίστηκαν για πρώτη φορά από τον νομοθέτη ως άξια σεβασμού υποκείμενα δικαίου, καθώς, μεταξύ άλλων, αναγνωρίστηκε η δυνατότητα ακόμα και του ίδιου του πάσχοντος να αναλάβει την πρωτοβουλία για την υπαγωγή του στο προστατευτικό καθεστώς, δυνατότητα, βέβαια που για τους ασθενείς με χρόνια και μη αναστρέψιμη άνοια δεν καθίσταται ρεαλιστικά πραγματοποιήσιμη (ΜΠΡΑΘ 5413/2009, ΕΦΑΔ 2011/858 και ΜΠΡΑΘ 5491/2009, ΕΦΑΔ 2011/858). Ο απλούστερος τρόπος να αποδοθεί η έννοια της δικαστικής συμπαράστασης είναι η περιγραφή των αποτελεσμάτων της. Δικαστική συμπαράσταση, λοιπόν, είναι το καθεστώς, στο οποίο, με δικαστική απόφαση, κατόπιν αυστηρής διαδικασίας που εκδίδεται σε κλειστή συνεδρίαση, τίθεται ένα πρόσωπο που πάσχει από διανοητική ή ψυχική διαταραχή ή πάθηση ή σωματική αναπηρία ή εκθέτει σε κίνδυνο τον εαυτό του και τους οικείους του λόγω έξεων και συμπεριφορών που άπτονται του χαρακτήρα του (Εισηγητική Έκθεση Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής παρ. 34, 1996), κατά τη διάρκεια του οποίου είτε το πρόσωπο αυτό είναι πλήρως ανίκανο για ορισμένες ή και όλες τις δικαιοπραξίες, υποκαθιστάμενο στην επιχείρησή τους από το διοριζόμενο δικαστικό του συμπαραστάτη (στερητική συμπαράσταση), είτε προκειμένου να προβεί στην κατάρτιση όλων ή κάποιων εξ αυτών χρειάζεται τη συναίνεσή του (επικουρική συμπαράσταση) (Σπυριδάκης 2006, Κουτσουράδης-Γεωργιάδης 2002 και Φίλιος 2003). Προϋποθέσεις υποβολής σε δικαστική συμπαράσταση (Ουσιαστική Προϋπόθεση-Διαδικασία) Για τη θέση ορισμένου προσώπου σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης απαιτείται η τήρηση ορισμένης διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου που καταλήγει στην έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης, η οποία καθορίζει τη μορφή και την έκταση του περιορισμού της δικαιοπρακτικής ικανότητάς του. Απαιτούνται, επομένως, τρεις προϋποθέσεις, μια ουσιαστική και δύο τυπικές

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 99 για την ενεργοποίηση του καθεστώτος της συμπαράστασης. Ως προς την ουσιαστική προϋπόθεση απαιτείται πρόσωπο που είναι δυνατόν να υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση κατά το άρθρο 1666 ΑΚ, ενώ ως προς τις τυπικές προϋποθέσεις, ήτοι την διαδικασία που ακολουθείται, απαιτείται α) η υποβολή της σχετικής αίτησης (από τον ίδιο τον πάσχοντα, το σύζυγό του, τους γονείς του, τα τέκνα του ή τον Εισαγγελέα) ή η αυτεπάγγελτη κίνηση της διαδικασίας, με πρωτοβουλία του δικαστηρίου και β) η έκδοση της δικαστικής απόφασης από το Μονομελές Πρωτοδικείο του τόπου κατοικίας ή διαμονής του συμπαραστατέου κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η διαδικασία διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών, σύμφωνα με το αρθρο 802 ΚΠολΔ, καθώς αυτό επιβάλλεται από ειδικούς λόγους προστασίας της ιδιωτικής ή οικογενειακής ζωής των διαδίκων (αρ. 93 2 Σ). Υποστηρίχθηκε, μάλιστα, σχετικά πως παρά τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της διάταξης του αρ. 802 ΚΠολΔ, αυτή θα πρέπει να ερμηνευθεί ως υπόδειξη στο δικαστήριο να εφαρμόζει αυτό τον τρόπο συζήτησης και όχι ως ιδρύουσα υποχρέωση (Δεληγιάννη, 1997). Η ανάλυση της προαναφερθείσας ουσιαστικής προϋπόθεσης μας οδηγεί στην οδό διερεύνησης της σύνδεσή της με την περίπτωση των προσώπων που πάσχουν από άνοια (ΜΠΠειρ 6079/ 2013, ΜΠΘ 1179/2012 και ΜΠΑθ 3862/2008, όλες Α Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Το αρθρο 1666 ΑΚ προβλέπει δύο κατηγορίες περιπτώσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε θέση ορισμένου προσώπου σε καθεστώς δικαστικής συμπαράστασης. Η μία άπτεται λόγων που συνδέονται με τη διανοητική, ψυχική ή σωματική κατάσταση του ατόμου και η έτερη με τα αποκαλούμενα «ελαττώματα χαρακτήρα». Κατά τους ορισμούς του αρ. 1666 1 ΑΚ σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο ενήλικος όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του ή όταν, λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει στον κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό του, τους κατιόντες ή ανιόντες του. Όπως είναι προφανές, στην πρώτη περίπτωση υπάγονται και τα πρόσωπα εκείνα που πάσχουν από εκφυλιστική της διανοητικής τους κατάστασης πάθηση ή διαταραχή, όπως είναι η άνοια. Με την εν λόγω διάταξη η ανωτέρω διαταραχή δεν απαιτείται, πια, όπως στο παρελθόν, να είναι μόνιμη, αλλά αρκεί και παροδική διαταραχή για την υποβολή ορισμένου προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση. Κατ αυτόν τον τρόπο, απαγκιστρώνεται το δικαστήριο, από το πρόβλημα που δημιουργούνταν υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, όπου απαιτούνταν η μονιμότητα της πάθησης, αναφορικά με περιπτώσεις όπου ασθενείς που έπασχαν από ψυχική ή διανοητική «νόσο», όπως η άνοια και εμφάνιζαν τα λεγόμενα «φωτεινά διαλείμματα», στιγμές δηλαδή που η αντίληψη και η κρίση τους λειτουργούσαν φυσιολογι

100 Αικατερίνη Πιτσούλη κά, θα μπορούσαν να μην τεθούν σε συμπαράσταση, λόγω μη συνδρομής της προϋπόθεσης της μονιμότητας. (Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, Κουτσουράδης, πρβλ. και ΕφΑθ 1104/1996, Αρμ 1996, 1336). Οι τυπικές προϋποθέσεις άπτονται δικονομικών ζητημάτων, τα οποία δεν χρήζουν αναλυτικής περιγραφής στην παρούσα. Επιγραμματικά, μόνον, πρέπει να αναφερθεί ότι για την αναγκαιότητα συμπαράστασης αποφαίνονται ψυχίατροι, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι από Κέντρο Ψυχικής Υγείας, Νοσοκομείο ή άλλη συναφή υπηρεσία ψυχικής υγείας. Για την λήψη της απόφασης το δικαστήριο χρησιμοποιεί στοιχεία που προκύπτουν από την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη. Όσον αφορά την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη της δικαστικής συμπαράστασης για άτομα που πάσχουν από άνοια, κρίσιμα συμπτώματα, τα οποία και πρέπει να καταγράφονται, από τον εκάστοτε αρμόδιο, αποτελούν η διαταραχή της κρίσης, ήτοι η ικανότητα του ασθενούς να κάνει συλλογισμούς, να κάνει εύλογες προβλέψεις, να αξιολογεί και να υπολογίζει, η διαταραχή της μνήμης, διαταραχές της συναισθηματικής και συμπεριφορικής απαντητικότητας (π.χ. απάθεια, μωρεία, παρορμητικότητα), η υποβολιμότητα και οι παραληρητικές ιδέες, όπως λ.χ. αυτές της δίωξης κ.ο.κ. Σύμφωνα, όμως, με το άρθρο 804 παρ. 2 του ΚΠολΔ η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης μπορεί να παραλείπεται αν προσκομίζεται βεβαίωση δημόσιας αρχής ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για την κατάσταση του συμπαραστατέου, η οποία να περιλαμβάνει τα κρίσιμα στοιχεία για την κατάσταση υγείας του ασθενή που πάσχει από άνοια, όπως, αντίστοιχα και η ιατρική πραγματογνωμοσύνη. Ως δικαστικοί συμπαραστάτες, σύμφωνα με τα άρθρα 1669,1670 και 1671 ΑΚ μπορούν να διοριστούν: α) άτομο που προτείνεται από τον ίδιο τον συμπαρα στατούμενο, εφόσον κρίνεται από το δικαστήριο κατάλληλο και β) άτομο, φορέας ή ίδρυμα που ορίζεται από το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπ όψιν την τυχόν εκπεφρασμένη βούληση του συμπαραστατέου, να αποκλεισθεί συγκεκριμένο πρόσωπο, τους δεσμούς του με τους συγγενείς του ή άλλα πρόσωπα και ιδίως με τους γονείς του, τα τέκνα του και το σύζυγό του, καθώς και τον υφιστάμενο κίνδυνο από την τυχόν υφιστάμενη αντίθεση συμφερόντων ανάμεσα στον συμπαραστατέο και σ αυτόν που πρόκειται να διορισθεί. Δεν επιτρέπεται, πάντως, να ορίζεται ως συμπαραστάτης άτομο συνδεδεμένο με τη μονάδα ψυχικής υγείας που τυχόν παρακολουθεί τον συμπαραστατούμενο. Βάσει του άρθρου 1674 ΑΚ «το δικαστήριο συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης». Ωστόσο, το άρθρο 19 παρ. 4 εδ. β του ν. 2521/1997 προβλέπει ότι «όπου ο νόμος απαιτεί την υποβολή στο δικαστήριο και την

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 101 υποχρεωτική συνεκτίμηση από αυτό έκθεσης κοινωνικής υπηρεσίας, αν η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς έκθεση». Η έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας δεν είναι δεσμευτική για το δικαστήριο, αλλά απλώς συνεκτιμάται από το δικαστήριο. Αν δε η έκθεση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο προχωρά στην έκδοση απόφασης (βλ. ΜΠρΛαμ 398/2006 Αρμ. 2007.229). Στην πράξη η αδυναμία των αρμοδίων οργάνων να ασκήσουν τις σχετικές αρμοδιότητες καθιστά την διάταξη του άρθρου 1674 ΑΚ αδρανή. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης υποβολής της έκθεσης, το δικαστήριο δικάζει χωρίς αυτήν και δεν δύναται να απορρίψει ως απαράδεκτη την αίτηση λόγω μη υποβολής της έκθεσης της κοινωνικής υπηρεσίας (βλ. ΜΠρΘεσ 45273/2007 αδημοσίευτη, ΜΠρΑθ 3530/1998, ΜΠρΘεσ 23277/1998, ΜΠρΘεσ 20930/1998, ΜΠρΘεσ 19943/1998, ΜΠρΘεσ 19315/1998, ΜΠρΘεσ 18895/1998 - σχετική παραπομπή σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, Αστικός Κώδικας, Οικογενειακό Δίκαιο, 2003). Το έργο του οριστικού δικαστικού συμπαραστάτη εποπτεύεται από το διοριζόμενο με τη δικαστική απόφαση εποπτικό συμβούλιο (αρ. 1682 εδ. β ΑΚ). Το εποπτικό συμβούλιο μπορεί να αποτελείται από τρία έως πέντε μέλη, συγγενείς ή φίλους του συμπαραστατουμένου, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη. Στην περίπτωση ιδίως που το δικαστήριο κρίνει πως δεν υπάρχουν κατάλληλοι συγγενείς και φίλοι του συμπαραστατούμενου, μπορεί να διορίσει ως μέλος όργανο της κοινωνικής υπηρεσίας ή και αναθέσει αποκλειστικά σε αυτό το έργο της εποπτείας (αρ. 1682 εδ.γ ΑΚ και 1634 2 ΑΚ). Το έργο και η λειτουργία του εποπτικού συμβουλίου ρυθμίζονται από την αναλογική εφαρμογή των διατάξεων για το εποπτικό συμβούλιο στο θεσμό της επιτροπείας ανηλίκων. ΑΠΟΤΕΛΈΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΉΣ ΣΥΜΠΑΡΆΣΤΑΣΗΣ Εφόσον το δικαστήριο κρίνει πως πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του αρθρου 1666 ΑΚ και η εξεταζόμενη συγκεκριμένη περίπτωση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του το δικαστήριο υποχρεούται (Κουτσουράδης- Γεωργιάδης 2002) να θέσει το πρόσωπο που αφορά η αίτηση σε δικαστική συμπαράσταση. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο παρέχει ευρεία ευχέρεια στο αρμόδιο να αποφασίσει δικαστήριο ως προς την επιλογή της μορφής που θα έχει το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης ενόψει της συγκεκριμένης κάθε φορά περίπτωσης και των ιδιαιτεροτήτων της. Οι δυνατότητες του δικαστηρίου παρατίθενται στο αρ. 1676 ΑΚ. Εκεί ορίζεται πως ανάλογα με τα εκάστοτε πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση υπόθεσης, το δικαστήριο μπορεί να θέσει τον συμπαραστατέο είτε σε πλήρη ή μερική στερητική συμπαράσταση είτε σε πλήρη ή μερική επικουρική συμπαράσταση είτε τέλος σε καθεστώς

102 Αικατερίνη Πιτσούλη που θα αποτελεί συνδυασμό των δύο ανωτέρω μορφών. Στερητική δικαστική συμπαράσταση καλείται η περίπτωση όπου το άτομο που αφορά η υποβληθείσα αίτηση κηρύσσεται απόλυτα ανίκανο για την επιχείρηση οποιασδήποτε δικαιοπραξίας (πλήρης στερητική συμπαράσταση) ή ορισμένων, ρητά κατονομαζόμενων και περιοριστικά απαριθμούμενων στην δικαστική απόφαση δικαιοπραξιών (μερική στερητική συμπαράσταση). Τις δι καιοπραξίες αυτές είναι πλέον αρμόδιο να καταρτίζει για λογαριασμό του συμπαραστατούμενου τρίτο πρόσωπο που διορίζεται ως συμπαραστάτης του (αρ. 1669-1671 ΑΚ) και αποτελεί το νόμιμο αντιπρόσωπό του. Καθότι πρόκειται για ακραίο μέτρο που αγγίζει τον πυρήνα της ελευθερίας της προσωπικής δράσης του συμπαραστατούμενου, προϋποθέτει την ανωτέρω ισχυρή αδυναμία του ώστε η λήψη του να καθίσταται αναγκαία. Ακριβώς λόγω του έντονου περιορισμού που εμπεριέχει το μέτρο αυτό και προκειμένου ακριβώς να προστατευθεί κατά το δυνατόν το δικαίωμα στην προσωπικότητα του πάσχοντος ρητά ορίζεται (αρ. 1680 εδ. β ΑΚ) ότι κατά την άσκηση της επιμέλειας, ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει σε αυτόν τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τις προσωπικές του σχέσεις, εφόσον του το επιτρέπει η κατάστασή του. Αν ενόσω διαρκεί η στερητική δικαστική συμπαράσταση ο συμπαραστατούμενος επιχειρήσει αυτοπροσώπως απαγορευμένη δήλωση βουλήσεως αυτή θεωρείται άκυρη (αρ. 170), πρόκειται δε για απόλυτη ακυρότητα, ήτοι ακυρότητα την οποία μπορεί να προτείνει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, ενώ λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο. Προκειμένου για στερητική δικαστική συμπαράσταση, θα πρέπει τούτο να ορίζεται ρητά στην εκδοθείσα δικαστική απόφαση. Διαφορετικά, θεωρείται πως επιβάλλεται επικουρική συμπαράσταση. Επικουρική δικαστική συμπαράσταση είναι το καθεστώς, στο οποίο, προκειμένου ο συμπαραστατούμενος να καταρτίσει έγκυρα οποιαδήποτε δικαιοπραξία (πλήρης επικουρική συμπαράσταση) ή ορισμένες, ρητά απαριθμούμενες στη σχετική δικαστική απόφαση δικαιοπραξίες (μερική επικουρική συμπαράσταση) προϋποτίθεται η έγγραφη συναίνεση (αρ. 1683 εδ. α ΑΚ) του δικαστικού του συμπαραστάτη, ο οποίος ενέχει θέση νομικού παραστάτη και όχι νόμιμου αντιπροσώπου (Σπυριδάκης, 1998). Η συναίνεση πρέπει να προηγείται της πράξης και τυχόν έλλειψή της δεν θεραπεύεται με μεταγενέστερη έγκριση (Σπυριδάκης, ο.π., Φίλιος ο.π.). Αν δεν δοθεί η έγγραφη συναίνεση του συμπαραστάτη πριν την επιχείρηση της πράξης ο συμπαραστατούμενος μπορεί με αίτησή του (αρ. 1683 εδ. β ΑΚ και 802 1 ΚΠολΔ) να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο (Μονομελές Πρωτοδικείο του τόπου συνήθους διαμονής του - αρ. 740 1 και 801 1 ΚΠολΔ), προκειμένου να ζητήσει από αυτό τη σχετική συναίνεση. Τυχόν επιχείρηση της δικαιοπραξίας χωρίς τη συναίνεση του συμπαραστάτη την καθιστά άκυρη. Η ακυρότητα στην περίπτω

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 103 ση αυτή είναι σχετική, μπορούν δηλαδή να την επικαλεστούν μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα, ήτοι ο δικαστικός συμπαραστάτης, ο συμπαραστατούμενος, οι ειδικοί και καθολικοί του διάδοχοι. Αν ο πάσχων κηρυχθεί σε μερική στερητική ή επικουρική συμπαράσταση, ανεξάρτητα από τις κατονομαζόμενες στην απόφαση δικαιοπραξίες τις οποίες αφορά η συμπαράσταση και εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στην απόφαση, εκ του νόμου είναι ανίκανος ή αντίστοιχα περιορισμένα ικανός να επιχειρεί τις δικαιοπραξίες που δεν μπορεί να επιχειρεί ο επίτροπος του ανηλίκου χωρίς άδεια του δικαστηρίου και να ενεργεί τις συναφείς δίκες (αρ. 1678 2 ΑΚ και 1624-1625 ΑΚ) καθώς και να καταρτίζει χαριστικές δικαιοπραξίες, να εισπράττει απαιτήσεις ή να παρέχει εξόφληση (αρ. 1678 3 ΑΚ). Το δικαστήριο είναι ελεύθερο να συνδυάσει κατά την κρίση του στερητική και επικουρική δικαστική συμπαράσταση, προβλέποντας αναλυτικά στην απόφαση εκείνες τις περιπτώσεις δικαιοπραξιών για τις οποίες ο πάσχων κηρύσσεται πλήρως ανίκανος για δικαιοπραξία και εκείνες που θα δύναται να επιχειρήσει και ο ίδιος με την προηγούμενη συναίνεση του συμπαραστάτη του. Ο συνδυασμός μπορεί να συνίσταται και στην αφαίρεση από τον υποβαλλόμενο σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση της αυτοπρόσωπης διοίκησης της περιουσίας του, είτε στερώντας του ταυτόχρονα και την ελεύθερη διάθεση των εισοδημάτων από αυτήν είτε όχι, και την ανάθεσή της στο δικαστικό συμπαραστάτη (αρ. 1679 εδ. β ΑΚ). Επέλευση και λήξη των αποτελεσμάτων της δικαστικής συμπαράστασης Διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη Τα ανωτέρω αποτελέσματα της δικαστικής συμπαράστασης επέρχονται από τη δημοσίευση της σχετικής δικαστικής απόφασης (αρ. 1681 εδ. α ΑΚ). Πρόκειται για παρέκκλιση από τον κανόνα της επέλευσης του αποτελέσματος των διαπλαστικών αποφάσεων, αυτών δηλαδή που δημιουργούν άμεσα μια νέα πραγματική κατάσταση, από την τελεσιδικία τους, ήτοι από τότε που εξαντλήθηκε η άσκηση των τακτικών ένδικων μέσων εναντίον τους ή κατέστησαν απρόσβλητες από αυτά. Σε αρμονία με τη διάταξη του αρ. 1681 εδ. α ΑΚ δεν αναγνωρίζεται ανασταλτικό αποτέλεσμα στην προθεσμία άσκησης και την άσκηση εφέσεως κατά της απόφασης που αφορά δικαστική συμπαράσταση. Προβλέπεται η άμεση εκτέλεση της απόφασης για τη θέση σε δικαστική συμπαράσταση ή την άρση αυτής της κατάστασης και τον διορισμό, την αντικατάσταση ή την παύση προσωρινού συμπαραστάτη και η μη εφαρμογή εν προκειμένω των 2 και 3 του άρθρου 783 (αρ. 806 ΚΠολΔ αναφερόμενο στο αρ. 805 1 σε συνδυασμό με το αρ. 801 1 ΚΠολΔ). Εξαίρεση από τον κανόνα του αρ. 1681 εδ. α ΑΚ προβλέπει το αρ. 1719 εδ. α ΑΚ που ορίζει

104 Αικατερίνη Πιτσούλη πως ειδικά η ανικανότητα για σύνταξη διαθήκης αρχίζει από τη στιγμή που υποβλήθηκε η αίτηση δικαστικής συμπαράστασης ή συντάχθηκε η αντίστοιχη πράξη για την αυτεπάγγελτη εισαγωγή της υπόθεσης προς συζήτηση, δηλαδή σε χρονικό σημείο προγενέστερο του προβλεπομένου στον ανωτέρω κανόνα. Από την άλλη, ειδικά για την εξαιρετική περίπτωση που ο διαθέτης πεθάνει πριν την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης που κηρύσσει τη δικαστική συμπαράσταση, κι αν ακόμα με την οριστική απόφαση του αφαιρέθηκε ρητή η ικανότητα σύνταξης διαθήκης δεν θεωρείται πως η απόφαση αυτή επιφέρει το ανωτέρω αποτέλεσμα παρά μόνο μετά την τελεσιδικία της. Με άλλα λόγια ουσιαστικά εδώ ως κρίσιμο χρονικό σημείο τίθεται η τελεσιδικία της απόφασης, ειδικά όμως εφόσον ο διαθέτης έχει πεθάνει προ του σημείου αυτού. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο θάνατός του ακολουθεί την τελεσιδικία, ισχύει ο βασικός κανόνας και θεωρείται πως η κηρυχθείσα ανικανότητά του ανατρέχει στο χρόνο δημοσίευσης της οριστικής απόφασης. Τέλος, σε δικονομικό επίπεδο, παρά το γεγονός πως από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης ο συμπαραστατούμενος καθίσταται ανίκανος ή περιορισμένα ικανός για δικαιοπραξία, γεγονός που κατά κανόνα συνεπάγεται και την ανικανότητα δικαστικής παράστασης, εντούτοις δυνάμει των αρ. 803 1 ΚΠολΔ και 802 5 του παρέχεται η δυνατότητα άσκησης ενδίκων μέσων. Το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης λήγει αυτοδικαίως με το θάνατο του συμπαραστατούμενου ή την κήρυξή του σε αφάνεια ή κατόπιν δικαστικής απόφασης που κηρύσσει την άρση της δικαστικής συμπαράστασης. Κατά το αρ. 1685 1ΚΠολΔ η δικαστική συμπαράσταση αίρεται με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου (Αρμόδιο είναι και για την περίπτωση αυτή, το Μονομελές Πρωτοδικείο της συνήθους διαμονής του συμπαραστατούμενου που δικάζει κατά την εκούσια δικαιοδοσία -αρ. 739, 740 ΚΠολΔ, 801 1 ΚΠολΔ) ύστερα από αίτηση των προσώπων που μπορούν να τη ζητήσουν (1667 1 ΑΚ) ή αυτεπαγγέλτως, αν έλειψαν οι λόγοι που την προκάλεσαν. Προϋποτίθεται δηλαδή και πάλι η ουσιαστική διάγνωση των προϋποθέσεων του αρ. 1666 ΑΚ από την αρνητική τους όψη, ώστε να επιτάσσεται η άρση της συμπαράστασης είτε γιατί επήλθε θεραπεία της ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και εν προκειμένω της άνοιας, είτε γιατί επήλθε τέτοια βελτίωση στη σωματική ή ψυχοπνευματική κατάστασή του που του επιτρέπει να φροντίζει μόνος του για τις υποθέσεις του ή δε συντρέχει πλέον κίνδυνος στέρησης του ιδίου ή των αναφερόμενων στο αρ, 1666 1 περ. 2 ΑΚ προσώπων εξαιτίας των εκεί αναφερόμενων ανωτέρω συμπεριφορών και ελαττωμάτων του. Το δικαστήριο πάντως δεν δεσμεύεται από το υποβληθέν αίτημα. Έτσι αν κρίνει ότι έχει επέλθει μεταβολή των συνθηκών που επέβαλαν την αρχική απόφαση αλλά όχι μέχρι του σημείου που να δικαιολογείται η λήξη του καθεστώτος της δικαστικής συμπαράστασης μπορεί να αποφασίσει όχι την ανατροπή του

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 105 αλλά τον μετριασμό του, με την μετατροπή λ.χ. της στερητικής σε επικουρική συμπαράσταση (Δεληγιάννης, ό.π., και Γεωργιάδης, ό.π.). Με την άρση της δικαστικής συμπαράστασης επέρχεται κατάργηση του καθεστώτος, παύση των εξουσιών του συμπαραστάτη και αποκατάσταση του προσώπου σε κατάσταση πλήρους δικαιοπρακτικής ικανότητας. Αντίθετα η απόφαση που απλώς παύει οριστικό συμπαραστάτη δεν επιφέρει και την ταυτόχρονη άρση του καθεστώτος της δικαστικής συμπαράστασης, αλλά απλώς επιφέρει το διορισμό νέου συμπαραστάτη (ΕφΑθ 2089/2011, Δ/νη 1011/1439). Η απόφαση για την άρση υπόκειται στις ίδιες διατυπώσεις δημοσιότητας με την απόφαση που κηρύσσει τη δικαστική συμπαράσταση (1685 3 και 1675 ΑΚ), ήτοι σε δημοσίευση του διατακτικού της στο ειδικό βιβλίο που τηρείται στη γραμματεία του δικαστηρίου, προκειμένου να διαφυλαχθεί η προστασία των καλόπιστων τρίτων που συναλλάσσονται με το υποβληθέν σε δικαστική συμπαράσταση πρόσωπο. Κατά την ορθότερη άποψη τα αποτελέσματα της άρσης της δικαστικής συμπαράστασης επέρχονται από την τελεσιδικία της αντίστοιχης δικαστικής απόφασης και όχι από τη δημοσίευσή της (Δεληγιάννης, ό.π., Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ό.π., Γεωργιάδης, ό.π., Αντίθ, Σπυριδάκης, ό.π., ο ίδιος, Οικογενειακό Δίκαιο, 2006, που φαίνεται πως ενστερνίζεται την άποψη πως η διαπλαστική ενέργεια δικαστικής απόφασης, όπως και η εκτελεστότητα των δικαστικών αποφάσεων, γεννάται μεν με τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης, αλλά επιφέρει τα αποτελέσματά της με την τελεσιδικία της, έως την οποία ισχύει το ανασταλτικό αποτέλεσμα των τακτικών ενδίκων μέσων). Δεν υπάρχει εν προκειμένω διάταξη αντίστοιχη του ως άνω αρ. 1681 εδ. α ΑΚ που αναφέρεται στην επέλευση των αποτελεσμάτων της υποβολής σε δικαστική συμπαράσταση, οπότε ισχύει ο γενικός κανόνας πως όλες οι ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων επέρχονται με την τελεσιδικία τους. Εξάλλου, η άρση της εξουσίας του (οριστικού) δικαστικού συμπαραστάτη δεν μπορεί παρά να επέρχεται με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, όπως συνάγεται από το αρ. 1681 εδ. β ΑΚ. Ακριβώς επειδή η επέλευση των αποτελεσμάτων της δικαστικής συμπαράστασης αρχίζει μεν από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης, η ανατροπή της οποίας παραμένει δυνατή ως την τελεσιδικία της, αλλά η εξουσία του δικαστικού συμπαραστάτη ενεργοποιείται ακριβώς με την τελεσιδικία, προβλέπεται ο διορισμός προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη. Προσωρινός συμπαραστάτης είναι δυνατόν να διοριστεί οποτεδήποτε πριν ή μετά την έναρξη της διαδικασίας για την υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως των δικαιούμενων να ζητήσουν τη συμπαράσταση (αρ. 1672 εδ. α ΑΚ σε συνδυασμό με το αρ. 1667 ΑΚ), είναι όμως υποχρεωτικός ο διορισμός του για το διάστημα από τη δημοσίευση της

106 Αικατερίνη Πιτσούλη περί της συμπαράστασης απόφασης και ως την τελεσιδικία της (αρ. 1672 εδ. γ ΑΚ, ΜΠΡΛαμ 398/2006, Αρμ 2007/229). Το έργο του εποπτεύεται από τον Ειρηνοδίκη. Μέτρο παροδικού χαρακτήρα από τη φύση της, η προσωρινή συμπαράσταση λήγει με την τελεσιδικία της απόφασης της κύριας δίκης της δικαστικής συμπαράστασης (αρ. 1673 εδ. α ΑΚ), οπότε και αρχίζει το λειτούργημα του οριστικού συμπαραστάτη. Αν η προσωρινή δικαστική συμπαράσταση έχει διαταχθεί πριν τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης το δικαστήριο οποτεδήποτε μέχρι αυτού του χρονικού σημείου μπορεί και αυτεπαγγέλτως να άρει το προσωρινό αυτό μέτρο αν κρίνει ότι δεν είναι πλέον αναγκαίο για τον συμπαραστατέο (αρ. 1673 εδ. β ΑΚ). Ο προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης βαρύνεται με τη λήψη κάθε ασφαλιστικού μέτρου που κρίνεται απαραίτητο για να αποφευχθεί σοβαρός κίνδυνος για το πρόσωπο ή την περιουσία του συμπαραστατέου (αρ. 1672 εδ. β ΑΚ), ο κύκλος των αρμοδιοτήτων του είναι δηλαδή περιορισμένος σε σχέση με εκείνων του οριστικού. Ο όρος «ασφαλιστικό μέτρο» δε χρησιμοποιείται με την έννοια του δικονομικού δικαίου προφανώς, αλλά κατά κυριολεξία, περιλαμβάνοντας κάθε μέτρο που αποσκοπεί στη διασφάλιση των συμφερόντων του συμπαραστατέου. Το αρ. 805 3 ΚΠολΔ ορίζει περαιτέρω πως το δικαστήριο εφόσον το κρίνει αναγκαίο μπορεί να προβλέψει στην απόφασή του ότι ο προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης θα έχει επιπλέον την αρμοδιότητα να «παραστέκει» τον συμπαραστατέο, που διατηρεί επομένως την πρωτοβουλία, στη διενέργεια κάθε διαδικαστικής πράξης και την άσκηση ενδίκων μέσων τόσο αναφορικά με τη δίκη που αφορά την υποβολή του σε δικαστική συμπαράσταση όσο και σε κάθε άλλη δίκη που αφορά το πρόσωπο ή την περιουσία του. Έχει πάντως υποστηριχθεί πως ειδικά αναφορικά με τον προσωρινό δικαστικό συμπαραστάτη που ενεργεί στο μεσοδιάστημα από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης και ως την τελεσιδικία της θα πρέπει να γίνει δεκτή η διεύρυνση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων ώστε να συμπίπτουν με εκείνα του οριστικού συμπαραστάτη (Σπυριδάκης, ό.π.). ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΊΑ Αβεντισιάν Παγοροπούλου Α. (1993). Ψυχολογία της τρίτης ηλικίας. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Δεληγιάννης (1997). Η δικαστική συμπαράσταση Συμβολή στην ερμηνεία των νέων άρθρων 1666 έως 1688 ΑΚ και των συναφών δικονομικών ρυθμίσεων, σελ. 94 κ.ε. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη (1998). Οικογενειακό Δίκαιο, Τεύχος Ια, 1998 και Οικογενειακό Δίκαιο, Τεύχος ΙΙ γ, σελ. 468 Κουτσουράδης Α. & Γεωργιάδη Α. (2002). Προστατευτικοί θεσμοί του Αστικού Δικαί

Ηθικά Διλήμματα και Νέες Τεχνολογίες στην Άνοια 107 ου (Δικαστική Συμπαράσταση, Ακούσια Νοσηλεία, Επιμέλεια Ξένων Υποθέσεων), σελ. 48 κ.ε., 131-133 Κουτσουράδης Α. Η διαδικαστική πλαισίωση της δικαστικής συμπαράστασης Επιλεκτική παρουσίαση των κατευθυντήριων αρχών και των χαρακτηριστικότερων νέων ρυθμίσεων του ΑΚ και του ΚΠολΔ, Η πρόσφατη μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου (ν. 2447/1996). Σε: Πρακτικά Ημερίδας Πανεπιστημίου Πειραιώς και Ενώσεως Αστικολόγων, σελ. 129-130 Λειβαδίτης Δ.Μ. (1994). Ψυχιατρική και δίκαιο. Ιατρικά, κοινωνικά, νομικά προβλήματα: η συμβολή της κοινωνικής ψυχιατρικής. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. Lyketsos, G.C., Carrill, C.M., Ryan, J.M., Ara, S., Khachaturian, S.A., Trzepacz, P.,... Miller S.D. (2011). Neuropsychiatric symptoms in Alzheimer s disease. Alzheimer s & Dementia, 7: 532 539. Marshall G.A., Rentz M.D., Frey T.M., Locascio J.J., Johnson A.K., Sperling A.R., and the Alzheimer s Disease Neuroimaging Initiative. (2011). Executive function and instrumental activities of daily living in mild cognitive impairment and Alzheimer s disease. Alzheimer s & Dementia, 7: 300-308. Petersen R.C., Doody R., Kurz A., Mohs R.C., Morris J.C., Rabins P.V., Winblad B. (2001). Current concepts in mild cognitive impairment. Archives of Neurology, 58 (12), 1985-1992 Σπυριδάκης (1997). Η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου (υιοθεσία, επιτροπεία, αναδοχή, δικαστική συμπαράσταση, δικαστική επιμέλεια ξένων υποθέσεων, συναφείς τροποποιήσεις), σελ.103 κ.ε. Σπυριδάκης (2006). Οικογενειακό Δίκαιο, σελ. 918 Thies W. & Laura Bleiler L. (2011). Alzheimer s Association Report 2011 Alzheimer s disease facts and figures. Alzheimer s & Dementia. 7: 208-244. Φίλιος (2003). Οικογενειακό Δίκαιο, Τόμος Πρώτος και Τόμος Δεύτερος, σελ. 238 κ.ε. Wahlin TB. R. & Byrne J.G. (2011). Personality changes in Alzheimer s disease: a systematic review. International Journal of Geriatric Psychiatry, 26 (10): 1019-1029. Weston A., Barton C., Lesselyong J., Yaffe Kr. (2011). Functional deficits among patients with mild cognitive impairment. Alzheimer s & Dementia, 7: 611-614. Wimo A & Winblad B., Aguero-Torres H, von Strauss E. (2003). The magnitude of dementia occurrence in the world. Alzheimer s Disease and associated Disorders, 17: 63-67.