Ο ΠΕΡΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2014. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:



Σχετικά έγγραφα
Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4450, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2013

KAJI. 328/ Εξουσία του Επιτρόπου προς είσοδο και έρευνα. Διαδικασία εισόδου και έρευνας και επιβολή διοικητικού προστίμου.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4102, 15/12/2006

196(I) του (I) του 2013.

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4416,

132(Ι)/2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1973 ΕΩΣ (Αρ. 2) ΤΟΥ 2015

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 7ης ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1997 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ. «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΡΙΣΕΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ (Αρ.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4267, 31/12/2010 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1978 ΜΕΧΡΙ 2009

Αριθμός 97(Ι) του 2017 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1978 ΕΩΣ 2016

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1985 ΜΕΧΡΙ (ΑΡ. 3) ΤΟΥ 2012

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ - ΜΕΡΟΣ Ι

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3939, 31/12/2004 O ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4404,

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4231, 19/2/2010

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4181, 7/11/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3649, 1/11/2002

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν.122(Ι)/2003 (25/07/2003) ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ Κ.Δ.Π. 570/2005 (16/12/2005)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4088, 21/7/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3882, 2/7/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟ

122(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1985 ΕΩΣ 2014

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4289, 29/7/2011 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΝΟΜΟ

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΕΩΣ 2012

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4334, 25/5/2012

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 3742,

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑIΚΗΣ EΝΩΣΗΣ 184(I)/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004

ΟΔΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ Π.Δ.Σ.

103(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4359, (Ι)/2012

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4083, 20/4/2006

3(I)/2016 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4153, 31/12/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΣΠΟΡΩΝ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως :

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4404,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4085, 28/4/2006

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4359, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΣΗΜΑΝΣΗΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΠΟΛΥΤΙΜΑ ΜΕΤΑΛΛΑ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4112, 16/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΜΕ ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΟΥ ΧΡΟΝΟΥ(ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΥΣΜΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ)ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(I), Αρ.4545,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4093, 27/10/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

(ui) (iv) E.E:, Παρ. I, 1883 Ν. 199/91 Αρ. 2646,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4076, 17/3/2006

ΟΔΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ Π.Δ.Σ.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4271, 25/2/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4338, 8/6/2012

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4085, 28/4/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΑΞΙΩΝ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟΥ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1993 ΕΩΣ 2005

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3850, 30/4/2004 Ο ΠΕΡΙ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΕΙΔΩΝ (ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΩΤΑΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΛΙΑΝΙΚΗΣ ΠΩΛΗΣΗΣ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4136, 25/7/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4117, 15/3/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ TON ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4162, 2/5/2008

ΟΔΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ Π.Δ.Σ.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3449, 17/11/2000

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3852, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4214, 24/7/2009 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4154, 31/12/2007

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4114, 23/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4209, 26/6/2009

Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, αποτελεσματικότερης εφαρμογής των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο -

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4363,

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4275, 24/3/2011

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3601, 10/5/2002

105(Ι)/2013 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥΣ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3451, 24/11/2000

83(Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑΞΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΑΓΩΝ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4421,

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2011 ΕΩΣ 2013»

ΟΔΗΓΙΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ Π.Δ.Σ.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3413, 16/6/2000

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΡΥΘΜΙΖΕΙ ΤΙΣ ΔΙΑΤΡΑΠΕΖΙΚΕΣ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΜΕ ΚΑΡΤΕΣ, ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Προοίμιο

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4437, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3414, 23/6/2000

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Νομοσχέδιο με τίτλο. «Ο περί Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού και άλλων Συναφών Θεμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2018»

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4527, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4253, 23/7/2010 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «Ο ΠΕΡΙ ΔΙΑΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΓΙΑ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΜΕ ΚΑΡΤΕΣ ΝΟΜΟΣ»

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4103, 22/12/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟN ΠΕΡΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΠΩΛΗΣΗ) ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

206(Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4129, 22/6/2007 NOMOΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004

Ο περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμος 64(Ι)/2015. Α. & Α. Κ. Αιμιλιανίδης, Κ. Κατσαρός & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4448, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟYΣ ΠΕΡΙ ΒΕΒΑΙΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΕΩΣ ΦΟΡΩΝ ΝΟΜΟYΣ ΤΟΥ 1978 ΕΩΣ 2013

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4112, 16/2/2007 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ TON ΠΕΡΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗΣ

ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΦΥΓΙΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4259, 19/11/2010

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ Ο ΠΕΡΙ ΤΕΛΟΥΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΣΕ ΠΙΣΤΩΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2013

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3849, 30/4/2004

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3837, 16/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟ

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2002 ΚΑΙ 2003

Ασφαλιστική Νοµοθεσία Νόµος 35 (Ι) / 2002 Περί Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών & Κανονισµοί 192 / 2002 Σ. Ι. ΚΥΡΙΑΚΙ ΗΣ ΝΟΜΙΚΕΣ ΕΥΘΥΝΕΣ 2

ΑΝΕΠΙΣΗΜΗ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ 8(Ι) ΤΟΥ 2003, 118(Ι) ΤΟΥ 2006 ΚΑΙ 99(Ι) ΤΟΥ 2011.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4169, 27/6/2008 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΩΝ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3965, 11/3/2005 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΥΛΩΝ ΝΟΜΟ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Ν. 216(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΣΥΝΔΙΑΛΕΞΕΩΝ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1996

Transcript:

Ο ΠΕΡΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΟΣ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2014 Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: Συνοπτικός τίτλος. 17(Ι) του 2013 38(Ι) του 2013 97(Ι) του 2013. 1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2014 και θα διαβάζεται μαζί με τους περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμους του 2013 (που στο εξής θα αναφέρεται ως «ο βασικός νόμος») και ο βασικός νόμος και ο παρών Nόμος θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμοι του 2013 και 2014. Τροποποίηση του άρθρου 2 του 2. Το άρθρο 2 του βασικού νόμου τροποποιείται ως ακολούθως: (α) Mε την αντικατάσταση των πιο κάτω όρων και ορισμών αυτών, με τους ακόλουθους νέους όρους και ορισμούς τους: (i) «αρμόδια εποπτική αρχή» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ii) «Αρχή Εξυγίανσης» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (iii) «εκκαθάριση» σημαίνει- 66(Ι) του 1997 74(Ι) του 1999 94(Ι) του 2000 119(Ι) του 2003 (α) σε σχέση με επηρεαζόμενο ίδρυμα που είναι τράπεζα ή συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, την ειδική εκκαθάρισή του, δυνάμει των διατάξεων του Μέρους ΧΙΙΙ των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων του 1997 έως (Αρ. 4) του 2013,

2 4(Ι) του 2004 151(Ι) του 2004 231(Ι) του 2004 235(Ι) του 2004 20(Ι) του 2005 80(Ι) του 2008 100(Ι) του 2009 123(Ι) του 2009 27(Ι) του 2011 104(Ι) του 2011 107(Ι) του 2012 14(Ι) του 2013 87(Ι) του 2013 102(Ι) του 2013 141(Ι) του 2013. (β) σε σχέση με τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης, την εκκαθάρισή του, σύμφωνα με νόμο που ψηφίζεται για το σκοπό αυτό, Κεφ. 113. 9 του 1968 76 του 1977 17 του 1979 105 του 1985 198 του 1986 19 του 1990 41(Ι) του 1994 15(Ι) του 1995 21(Ι) του 1997 82(Ι) του 1999 2(Ι) του 2000 135(Ι) του 2000 151(Ι) του 2000 76(Ι) του 2001 70(Ι) του 2003 167(Ι) του 2003 92(Ι) του 2004 24(Ι) του 2005 129(Ι) του 2005 130(Ι) του 2005 198(Ι) του 2006 124(Ι) του 2006 70(Ι) του 2007 71(Ι) του 2007 131(Ι) του 2007 186(Ι) του 2007 87(Ι) του 2008 (γ) σε σχέση με εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, την εκκαθάρισή της, δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου,

3 41(Ι) του 2009 49(Ι) του 2009 99(Ι) του 2009 42(Ι) του 2010 60(Ι) του 2010 88(Ι) του 2010 53(Ι) του 2011 171(Ι) του 2011 145(Ι) του 2011 157(I) του 2011 198(Ι) του 2011. (iv) Η παράγραφος (γ) του ορισμού του όρου «επηρεαζόμενο ίδρυμα» διαγράφεται και αντικαθίσταται με την ακόλουθη νέα παράγραφο (γ): «(γ) συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, με την έννοια που αποδίδουν στον όρο αυτό, οι περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμοι του 1997 έως (Αρ. 4) του 2013» (v) «καταθέτης» σημαίνει πρόσωπο, το οποίο κατέχει κατάθεση σε επηρεαζόμενο ίδρυμα, με την έννοια που αποδίδεται στον όρο «κατάθεση», από το άρθρο 2 των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων του 1997 έως (Αρ. 4) του 2013 (vi)«συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, με την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό, από το άρθρο 2 των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων του 1997 έως (Αρ. 4) του 2013 (vii)«ταμείο Προστασίας Καταθέσεων» σημαίνει- 16(Ι) του 2013 (α) σε σχέση με τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης ή επηρεαζόμενο ίδρυμα που είναι τράπεζα, το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων που προνοείται στους περί Σύστασης και Λειτουργίας Σχεδίου

4 108(Ι) του 2013. Προστασίας Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμους του 2013 (β) σε σχέση με επηρεαζόμενο ίδρυμα που είναι συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα, το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων ΣΠΙ που προνοείται στους περί Σύστασης και Λειτουργίας Σχεδίου Προστασίας Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμους του 2013 (β) με την προσθήκη, στην κατάλληλη αλφαβητική σειρά, των ακόλουθων νέων όρων και των ερμηνειών αυτών: «(i) «Επιτροπή Εξυγίανσης» σημαίνει την Επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 2Α (ii) «Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (iii) «Μονάδα Εξυγίανσης» σημαίνει τη Μονάδα που προβλέπεται στο άρθρο 5Α (iv) «Οδηγία» σημαίνει την κανονιστικού περιεχομένου Οδηγία της Αρχής Εξυγίανσης που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.». Αντικατάσταση του άρθρου 2Α του 3. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την διαγραφή του άρθρου 2Α και την αντικατάσταση του με το ακόλουθο νέο άρθρο 2Α: «Σύσταση και λειτουργία της Επιτροπής 2Α. (1) Συστήνεται Επιτροπή Εξυγίανσης, υπό την Αρχή Εξυγίανσης, η οποία

5 Εξυγίανσης υπό την Αρχή Εξυγίανσης. 138(Ι) του 2002 166(Ι) του 2003 34(Ι) του 2007 86(Ι) του 2013 103(Ι) του 2013. συγκροτείται από το/τη Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας και τους εκάστοτε διοριζόμενους, δυνάμει του άρθρου 13 των περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμων του 2002 έως (Αρ. 2) του 2013, εκτελεστικούς συμβούλους της Κεντρικής Τράπεζας. (2) Η Επιτροπή Εξυγίανσης είναι το αποφασίζον εκτελεστικό όργανο της Αρχής Εξυγίανσης και έχει ως κύρια αρμοδιότητα την εφαρμογή των προνοιών του παρόντος Νόμου, τη λήψη αποφάσεων και την έκδοση Διαταγμάτων ή Οδηγιών, ανάλογα με την περίπτωση, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο. (3) (α) Οι αποφάσεις της Επιτροπής Εξυγίανσης λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία. (β) Σε περίπτωση συνεδριών που συμμετέχουν δύο μέλη, οι αποφάσεις της Επιτροπής Εξυγίανσης λαμβάνονται με τη σύμφωνη γνώμη και των δύο παρόντων μελών. (4) Πρόεδρος της Επιτροπής Εξυγίανσης είναι ο/η Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας. Σε περίπτωση απουσίας ή άλλου κωλύματος του προέδρου,

6 προεδρεύει το μέλος που επιλέγεται για το σκοπό αυτό από τα παριστάμενα μέλη. (5) Για την έγκυρη διεξαγωγή των συνεδριών της Επιτροπής Εξυγίανσης, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον δύο μελών. (6) (α) Οι συνεδρίες συγκαλούνται από τον Πρόεδρο ή από οποιοδήποτε άλλο μέλος της Επιτροπής Εξυγίανσης. (β) Οι συνεδρίες της Επιτροπής Εξυγίανσης δύνανται να πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα, συμπεριλαμβανομένης της τηλεδιάσκεψης ή άλλων οπτικοακουστικών μέσων. (7) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται σε όλα τα μέλη της Επιτροπής Εξυγίανσης, μία τουλάχιστο μέρα πριν από την καθορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία: Νοείται ότι, η πρόσκληση δύναται να αποστέλλεται με ηλεκτρονικά μέσα, συμπεριλαμβανομένου ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεομοιότυπου: Νοείται περαιτέρω ότι, σε έκτακτες, κατά

7 την κρίση του Προέδρου της Επιτροπής Εξυγίανσης, περιπτώσεις, συνεδρία της Επιτροπής Εξυγίανσης συγκαλείται μετά από προφορική ή γραπτή πρόσκληση που κοινοποιείται από τον Πρόεδρο στα μέλη της Επιτροπής Εξυγίανσης το συντομότερο δυνατό και, εν πάση περιπτώσει, πριν από τον καθορισμένο για τη συνεδρία χρόνο. (8) (α) Τα πρακτικά της συνεδρίας τηρούνται από το Γραμματέα της Επιτροπής Εξυγίανσης, ο οποίος διορίζεται από την ίδια την Επιτροπή. Σε περίπτωση απουσίας του Γραμματέα, πρακτικά τηρούνται από άλλο πρόσωπο που αποφασίζει ειδικά για αυτό το σκοπό η Επιτροπή. (β) Τα πρακτικά των συνεδριών τηρούνται εμπιστευτικά, εκτός αν αποφασισθεί διαφορετικά από την Επιτροπής Εξυγίανσης. (9) Η κατάργηση ή η χηρεία της θέσης οποιουδήποτε μέλους της Επιτροπής Εξυγίανσης δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιουδήποτε Διατάγματος, πράξης, απόφασης ή εργασίας της Επιτροπής Εξυγίανσης, εφόσον ο αριθμός των μελών δεν μειωθεί κάτω του απαιτούμενου για την απαρτία αριθμού μελών.».

8 Τροποποίηση του άρθρου 3 του 4. Το εδάφιο (1) του άρθρου 3 του βασικού νόμου τροποποιείται με τη διαγραφή της φράσης «Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται» (πρώτη γραμμή) και την αντικατάσταση της με την φράση «Η Επιτροπή Εξυγίανσης, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών, δύναται». Τροποποίηση του άρθρου 5 του 5. Το άρθρο 5 του βασικού νόμου τροποποιείται- (α) με την διαγραφή του εδαφίου (6) αυτού και την αντικατάσταση του με το ακόλουθο νέο εδάφιο (6): «(6) Η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση- (i) του αποτελεσματικού διαχωρισμού των αρμοδιοτήτων της εποπτείας, ως προνοούνται στους περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμους του 2002 έως (Αρ. 3) του 2013, και της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης, ως προνοούνται στον παρόντα Νόμο, (ii) της λειτουργικής ανεξαρτησίας μεταξύ των αρμοδιοτήτων εποπτείας, ως προνοούνται στους περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμους του 2002 έως (Αρ. 3) του 2013, και της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης, ως προνοούνται στον παρόντα Νόμο, (iii) της επάρκειας της εμπειρογνωμοσύνης, των πόρων και της επιχειρησιακής ικανότητας για την εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης και της ικανότητας γρήγορης και ευέλικτης άσκησης των εξουσιών για την επίτευξη των σκοπών της.»

9 Προσθήκη νέου άρθρου 5Α στο βασικό νόμο. 6. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 5, του ακόλουθου νέου άρθρου 5Α: «Σύσταση Μονάδας Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων. 5Α.(1) Η Κεντρική Τράπεζα συστήνει Μονάδα Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων, με κύρια αρμοδιότητα την παροχή στήριξης στην Αρχή Εξυγίανσης και στην Επιτροπή Εξυγίανσης, σε σχέση με την εκτέλεση σκοπών, εξουσιών, αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος Νόμου. (2) Η δυνάμει του εδαφίου (1) Μονάδα Εξυγίανσης, αναφέρεται απευθείας στην Επιτροπή Εξυγίανσης και στελεχώνεται από προσωπικό της Κεντρικής Τράπεζας. (3) Μετά τον τερματισμό των μέτρων εξυγίανσης σε πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να αποφασίσει ότι η Μονάδα Εξυγίανσης συνεχίζει τη λειτουργία της, για αναγκαίους υπό τις περιστάσεις της εξυγίανσης, λόγους: Νοείται ότι, σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκκρεμούν μέτρα εξυγίανσης σε πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα που υπόκεινται σε εξυγίανση, η Μονάδα Εξυγίανσης συστήνεται και στελεχώνεται, εντός επτά (7) ημερών από την

10 ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου. (4) (α) Η Μονάδα Εξυγίανσης έχει ως πρωταρχικό καθήκον την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης και την αντιμετώπιση θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή αυτή. (β) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (α), τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες της Μονάδας Εξυγίανσης είναι, μεταξύ άλλων- (i) η παροχή στήριξης στην Αρχή Εξυγίανσης και στην Επιτροπή Εξυγίανσης προς εκτέλεση των σκοπών και εξουσιών τους, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο, (ii) η δημιουργία και παρακολούθηση των σχεδίων εξυγίανσης, (iii) η προκαταρκτική αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων υπό εξυγίανση πιστωτικού ή άλλου ιδρύματος, δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 22, (iv) η αξιολόγηση των εναλλακτικών μέτρων εξυγίανσης που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν επί επηρεαζόμενου ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη τις

11 γενικές αρχές εξυγίανσης, δυνάμει του άρθρου 3, (v) η συμμετοχή σε ομάδες εργασίας, επιτροπές και συμβούλια που συστήνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αφορούν θέματα σχετικά με την εξυγίανση πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων, και (vi) η εκτέλεση οποιωνδήποτε άλλων καθηκόντων ανατεθούν στη Μονάδα Εξυγίανσης από την Επιτροπή Εξυγίανσης.». Τροποποίηση του άρθρου 6 του βασικού Νόμου. 7. Το άρθρο 6 τροποποιείται- (α) με την αντικατάσταση, στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) αυτού, της φράσης «Το επηρεαζόμενο ίδρυμα δεν είναι βιώσιμο ή πιθανόν να καταστεί μη βιώσιμο, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Αρχής Εξυγίανσης, βάση της οποίας» (πρώτη έως τρίτη γραμμή), με την φράση «Η αρμόδια εποπτική αρχή, αφού διαβουλευθεί με την Επιτροπή Εξυγίανσης, αποφασίζει ότι το επηρεαζόμενο ίδρυμα δεν είναι βιώσιμο ή πιθανόν να καταστεί μη βιώσιμο και» (β) με την αντικατάσταση στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) αυτού, των λέξεων «Αρχής Εξυγίανσης» (τέταρτη και πέμπτη γραμμή), με τις λέξεις «αρμόδιας εποπτικής αρχής» (γ) με την αντικατάσταση, στο εδάφιο (2) αυτού, των λέξεων «Αρχή Εξυγίανσης» (δεύτερη γραμμή), με τις λέξεις «αρμόδια εποπτική αρχή».

12 Τροποποίηση του άρθρου 7 του 8. Το άρθρο 7 τροποποιείται- (α) με την αντικατάσταση στο εδάφιο (1) αυτού, της φράσης «Η Αρχή Εξυγίανσης, αφού λάβει υπόψη την έκθεση της αρμόδιας εποπτικής αρχής για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση του επηρεαζόμενου ιδρύματος και το σχέδιο εξυγίανσης που ετοιμάζεται από την Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη έως πέμπτη γραμμή), με την φράση και το κόμμα, «Με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών, η Επιτροπή Εξυγίανσης, αφού λάβει υπόψη της την έκθεση της αρμόδιας εποπτικής αρχής για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση και βιωσιμότητα του επηρεαζόμενου ιδρύματος και το σχέδιο εξυγίανσης που ετοιμάζεται από την ίδια,» (β) με την αντικατάσταση, στη δεύτερη επιφύλαξη μετά την παράγραφο (3) του εδαφίου (1) αυτού, της λέξης «Αρχή» (πρώτη γραμμή), με τη λέξη «Επιτροπή». Τροποποίηση του άρθρου 8 του 9. Το άρθρο 8 τροποποιείται- (α) με την προσθήκη, στο εδάφιο (1) αυτού, μετά τις λέξεις «από ίδρυμα» (ένατη γραμμή), των λέξεων και του κόμματος, «και/ή θυγατρική εταιρεία αυτού,» (β) με την προσθήκη, στο εδάφιο (2) αυτού, μετά τις λέξεις «Οι υφιστάμενοι μέτοχοι του ιδρύματος» (πρώτη γραμμή), των λέξεων και του κόμματος «και/ή θυγατρικής εταιρείας αυτού,». Τροποποίηση του άρθρου 9 του 10. Το εδάφιο (9) του άρθρου 9 τροποποιείται με την προσθήκη, μετά τη φράση «Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, της φράσης και του κόμματος «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού

13 Οικονομικών,». Τροποποίηση του άρθρου 10 του 11. Το άρθρο 10 του βασικού νόμου τροποποιείται- (α) με την προσθήκη, στο εδάφιο (1) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, της φράσης και του κόμματος, «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» (β) με την προσθήκη, στο εδάφιο (6) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος, «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» και, μετά τη λέξη και το κόμμα «δύναται,» (πρώτη γραμμή), των λέξεων και του κόμματος «μέσω της έκδοσης διατάγματος,» (γ) με την προσθήκη, στο εδάφιο (10) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» και, μετά τις λέξεις «δύναται να απαιτεί» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος «,μέσω της έκδοσης διατάγματος,» Τροποποίηση του άρθρου 11 του 12. Το άρθρο 11 του βασικού νόμου τροποποιείται- (α) με την προσθήκη, στο εδάφιο (1) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος, «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» (β) με την προσθήκη, στο εδάφιο (4) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των

14 λέξεων και του κόμματος, «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» και, μετά τις λέξεις «δύναται να απαιτεί», των λέξεων και του κόμματος «μέσω της έκδοσης Διατάγματος,» (γ) με την προσθήκη, στο εδάφιο (5) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος, «, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» και, μετά τις λέξεις «δύναται να απαιτεί», του κόμματος, των λέξεων και του κόμματος, «,μέσω της έκδοσης Διατάγματος,». Τροποποίηση του άρθρου 12 του 13. Το άρθρο 12 του βασικού νόμου τροποποιείται- (α) με την προσθήκη, στο εδάφιο (1) αυτού, μετά τη φράση και το κόμμα, «Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να απαιτεί, όποτε η ίδια κρίνει αναγκαίο,» (πρώτη και δεύτερη γραμμή), των λέξεων και του κόμματος, «εφόσον εξασφαλίσει τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών,» (β) με την προσθήκη, στο εδάφιο (11) αυτού, μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), των λέξεων «και ο Υπουργός Οικονομικών» και την αντικατάσταση της λέξης «έχει» (πρώτη γραμμή), με τη λέξη «έχουν». Προσθήκη νέου άρθρου 13 Α στο βασικό νόμο. 14. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 13, του ακόλουθου νέου άρθρου 13Α: «Τερματισμός μέτρων εξυγίανσης. 13Α.(1) Με την ολοκλήρωση της εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης σε πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση, η Αρχή Εξυγίανσης δημοσιεύει

15 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ότι τα μέτρα εξυγίανσης στο εν λόγω πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα έχουν ολοκληρωθεί, την ημερομηνία ολοκλήρωσής τους και ότι το εν λόγω ίδρυμα, από την ημερομηνία ολοκλήρωσής των μέτρων εξυγίανσης, δεν υπόκειται στις εξουσίες της Αρχής Εξυγίανσης, κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο. (2) Ο τερματισμός των μέτρων εξυγίανσης σε πιστωτικό ή άλλο ίδρυμα, κοινοποιείται, την ίδια ημέρα, στη Διαχειριστική Επιτροπή του Σχεδίου, στο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), και στην αρμόδια εποπτική αρχή.». Τροποποίηση του άρθρου 19 του 15. Το άρθρο 19 του βασικού νόμου τροποποιείται με την προσθήκη, μετά τις λέξεις και το κόμμα «η Αρχή Εξυγίανσης,» (πέμπτη γραμμή), της φράσης και του κόμματος «τα μέλη της Επιτροπής Εξυγίανσης, ο Υπουργός Οικονομικών,» και, μετά τις λέξεις «έχουν διοριστεί σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 16» (έκτη και έβδομη γραμμή), της φράσης και του κόμματος, «ή ενεργούν υπό τις οδηγίες του Ειδικού Διαχειριστή ή της Αρχής Εξυγίανσης για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου,». Προσθήκη νέου Μέρους VIII και νέων άρθρων 28Α, 28Β, 28Γ και 28Δ, στο βασικό νόμο. 16. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 28, του ακόλουθου νέου Μέρους VIII και των ακόλουθων νέων άρθρων 28Α, 28Β, 28Γ και 28Δ αυτού:

16 «ΜΕΡΟΣ VIII ΕΞΟΥΣΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ, ΕΙΣΟΔΟΥ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΚΥΡΩΣΕΩΝ Εξουσία της Αρχής Εξυγίανσης για συλλογή πληροφοριών. 28Α.(1) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να ζητεί και συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες ή χρήσιμες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, καθώς και να απαιτεί μέσα σε ταχθείσα προθεσμία, με γραπτό αίτημά της και χωρίς προειδοποίηση, την παροχή πληροφοριών από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που η Αρχή Εξυγίανσης, κατά την απόλυτή της κρίση, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις αιτούμενες πληροφορίες. (2) Η Αρχή Εξυγίανσης, με γραπτό αίτημά της και χωρίς προειδοποίηση, καθορίζει το σκοπό της έρευνας, τη διάταξη, στην οποία βασίζεται η εξουσία της, τη τασσόμενη, προς παροχή των πληροφοριών, προθεσμία και τις ενδεχόμενες κυρώσεις, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1), υποχρέωση παροχής πληροφοριών. (3) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται το αίτημα της Αρχής

17 Εξυγίανσης για συλλογή πληροφοριών, έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των ζητούμενων πληροφοριών. (4) Αναφορικά με το τραπεζικό απόρρητο, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 29 των περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμων του 1997 ως (Αρ. 4) του 2013, η Αρχή Εξυγίανσης ή η Μονάδα Εξυγίανσης ή άλλο πρόσωπο που είναι εντεταλμένο ύστερα από ρητή απόφαση της Αρχής Εξυγίανσης προς λήψη πληροφοριών, δυνάμει του παρόντος Νόμου, λογίζεται ως δημόσιος λειτουργός, κατά την έννοια της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 29 των προαναφερόμενων Νόμων για την εξασφάλιση οποιασδήποτε πληροφορίας: Νοείται ότι, η πιο πάνω αρμοδιότητα της Αρχής Εξυγίανσης εκτείνεται στις περιπτώσεις διεξαγωγής ερευνών δυνάμει του άρθρου 28Β. (5) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με αίτημά της Αρχής Εξυγίανσης για συλλογή πληροφοριών μέσα στην ταχθείσα προθεσμία ή, σε περίπτωση που αυτό αρνείται να δώσει οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επιδεικνύει ή προσκομίζει

18 ελλιπείς ή ψευδείς ή παραποιημένες πληροφορίες, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, η Αρχή Εξυγίανσης έχει εξουσία να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28Γ. (6) Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Αρχή Εξυγίανσης κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσεως και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της. (7) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «υποχρέωση παροχής πληροφοριών» περιλαμβάνει την υποχρέωση προς προσκόμιση, παράθεση και κατάθεση (α) κάθε είδους γραπτών στοιχείων και πληροφοριών, περιλαμβανομένων των πρακτικών των συνεδριάσεων οποιουδήποτε νομικού προσώπου και πληροφοριών εναποθηκευμένων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, (β) ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, οποιωνδήποτε στοιχείων, τα οποία πρόσωπο κατέχει υπό την

19 ιδιότητά του ως καταπιστευματοδόχος, συμπεριλαμβανομένης και της πραγματικής ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων των χρηματοοικονομικών μέσων σε σχέση με τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, είναι καταπιστευματοδόχος. (8) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Αρχής Εξυγίανσης για παροχή πληροφοριών δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα. Εξουσία της Αρχής Εξυγίανσης για είσοδο και έρευνα. 28Β. (1)(α) Η Αρχή Εξυγίανσης ή εντεταλμένο από αυτήν πρόσωπο, δύναται να διενεργεί έρευνες, απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ή για τη διερεύνηση ενδεχόμενης παράβασης των δυνάμει του παρόντος Νόμου επιβαλλόμενων υποχρεώσεων και, προς τούτο, δύναται να ζητεί και να συλλέγει πληροφορίες, να εισέρχεται σε γραφεία και επαγγελματικούς χώρους και να ελέγχει αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε

20 ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να λαμβάνει αντίγραφα ή αποσπάσματά τους: Νοείται ότι, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να λαμβάνει αποσπάσματα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών άλλων εγγράφων και στοιχείων, εάν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι τα αποσπάσματα αυτά είναι δυνατό να αποβούν χρήσιμα, για σκοπούς απόδειξης σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή με εκδιδόμενα δυνάμει αυτού Διατάγματα. (β) Σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε πληροφορίες, αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και σε άλλα έγγραφα και στοιχεία εναποθηκευμένα σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να προβαίνει σε άμεση κατάσχεση των σχετικών πληροφοριών, αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και άλλων εγγράφων και στοιχείων και των ηλεκτρονικών

21 μέσων αποθήκευσης και μεταφοράς δεδομένων: Νοείται ότι, η Αρχή Εξυγίανσης επιστρέφει οτιδήποτε κατασχέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδαφίου στον κάτοχό του, ευθύς ως περατωθεί ο σκοπός, για τον οποίο προέβηκε στην κατάσχεση και, σε κάθε περίπτωση, εντός σαράντα πέντε ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης. (2) H Αρχή Εξυγίανσης δύναται να διενεργεί έρευνες σε υποστατικό κάθε φυσικού ή νομικού πρόσωπου που εμπίπτει εντός των αρμοδιοτήτων της Αρχής Εξυγίανσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, που η Αρχή Εξυγίανσης, κατά την απόλυτη της κρίση της, θεωρεί ότι είναι σε θέση να δώσει τις απαιτούμενες πληροφορίες και στοιχεία. (3) Η έρευνα διενεργείται ύστερα από ειδοποίηση της Αρχής Εξυγίανσης, η οποία αποστέλλεται από προηγουμένως ή επιδίδεται στο πρόσωπο που αφορά η ειδοποίηση, κατά την ημερομηνία και ώρα έναρξης της έρευνας.

22 (4) Η ειδοποίηση της Αρχής Εξυγίανσης είναι γραπτή, ορίζει την ημερομηνία και ώρα έναρξη της έρευνας, το σκοπό της, τη διάταξη, στην οποία βασίζεται η εξουσία της Αρχής Εξυγίανσης και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του προσώπου, στο οποίο η ειδοποίηση αφορά, να συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση. (5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η διεξαγωγή έρευνας σε κατοικία για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, παρά μόνο δυνάμει δικαστικού εντάλματος. (6) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να καλεί σε κατάθεση πρόσωπα που δυνατό να έχουν στοιχεία ή να γνωρίζουν οτιδήποτε σχετικά με την υπό διενέργεια έρευνα και να ορίζει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο για να ακούσει μαρτυρία και να πάρει, εκ μέρους της, γραπτή ή ηχογραφημένη κατάθεση από τα πρόσωπα αυτά, τα οποία προσέρχονται ενώπιον του εντεταλμένου προσώπου και παρέχουν τις πληροφορίες που κατέχουν. (7) Οποιοδήποτε πρόσωπο, στο οποίο

23 απευθύνεται αίτημα της Αρχής Εξυγίανσης έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή συμμόρφωση. (8) Σε περίπτωση άρνησης οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με ειδοποίησή της Αρχής Εξυγίανσης για έρευνα ή στην κλήση για κατάθεση δυνάμει του παρόντος άρθρου ή, σε περίπτωση που αυτό δεν προσκομίζει ή προσκομίζει ή επιδεικνύει ελλιπή ή ψευδή ή παραποιημένα τα αιτηθέντα αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς ή άλλα έγγραφα ή στοιχεία ή πληροφορίες, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να του επιβάλει, χωρίς επηρεασμό της εξουσίας της για κατάσχεση κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με το άρθρο 28Γ. (9) Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην κατοχή της Αρχής Εξυγίανσης κατά την άσκηση της εξουσίας της είναι εμπιστευτικής φύσης και δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων της. (10) Οποιοδήποτε πρόσωπο λαμβάνει αίτημα της Αρχής Εξυγίανσης, δυνάμει του παρόντος άρθρου, δεν το κοινοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο και το χειρίζεται με πλήρη εμπιστευτικότητα.

24 (11) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να ζητεί τη συνδρομή της Αστυνομίας, προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της, κατά τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο. Διοικητικό πρόστιμο. 28Γ. (1) Σε περίπτωση, κατά την οποία η Αρχή Εξυγίανσης, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού Διαταγμάτων ή Οδηγιών, διαπιστώνει ότι πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη κατά παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Διαταγμάτων ή Οδηγιών, η Αρχή Εξυγίανσης, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία το πρόσωπο αυτό, έχει εξουσία να επιβάλει για κάθε παράβαση, διοικητικό πρόστιμο από χίλιες ( 1.000) μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ ( 500.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, η Αρχή Εξυγίανσης έχει επιπρόσθετα την εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, από εκατό ( 100) μέχρι πενήντα χιλιάδες ευρώ ( 50.000), για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης. (2) Η Αρχή Εξυγίανσης, σε περίπτωση

25 που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος, το οποίο υπερβαίνει το ύψος των διοικητικών προστίμων, τα οποία καθορίζονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να επιβάλλει στον υπαίτιο, διοικητικό πρόστιμο, ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε. (3) Σε περίπτωση παράβασης διάταξης του παρόντος Νόμου, η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο- (α) σε νομικό πρόσωπο (β) σε σύμβουλο, διευθυντή, ή αξιωματούχο ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή αμέλεια. Είσπραξη διοικητικών προστίμων. 28Δ.-(1) Διοικητικό πρόστιμο που επιβάλλεται από την Αρχή Εξυγίανσης, κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, λογίζεται έναντι των εσόδων του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας. (2) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής διοικητικού προστίμου ή χρηματικής πληρωμής που καθορίζεται στα πλαίσια συμβιβασμού, η Αρχή

26 Εξυγίανσης δύναται- (α) να λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξή του, οπότε το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος (β) να λαμβάνει οποιαδήποτε άλλα μέτρα, τα οποία δύναται να καθορίζει με Οδηγία της.». Αναρίθμηση του Μέρους VIII του 17. Το Μέρος VIII του βασικού νόμου αναριθμείται σε Μέρος IX. Τροποποίηση του άρθρου 29 του 18. Το άρθρο 29 του βασικού νόμου τροποποιείται με την προσθήκη μετά τις λέξεις «Η Αρχή Εξυγίανσης» (πρώτη γραμμή), των λέξεων «και ο Υπουργός Οικονομικών», καθώς και την αντικατάσταση των λέξεων «υπέχει» (πρώτη γραμμή), «ευθυνών της» (τρίτη γραμμή) και «εκ μέρους της» (έκτη γραμμή), με τις λέξεις «υπέχουν», «ευθυνών τους» και «εκ μέρους των», αντίστοιχα. Τροποποίηση του άρθρου30 του 19. Το άρθρο 30 του βασικού νόμου τροποποιείται με την προσθήκη μετά τις λέξεις «Ειδικός Διαχειριστής» (πρώτη και δεύτερη γραμμή), του κόμματος και των λέξεων «, τα πρόσωπα που απαρτίζουν τη Μονάδα Εξυγίανσης». Αναρίθμηση του Μέρους ΙΧ του 20. Το Μέρος IX του βασικού νόμου αναριθμείται σε Μέρος X. Προσθήκη νέου Μέρους ΧΙ, καθώς και νέων άρθρων 21. Ο βασικός νόμος τροποποιείται με την προσθήκη, αμέσως μετά το άρθρο 34, του ακόλουθου νέου Μέρους XI

27 35 και 36. και των ακόλουθων νέων άρθρων 35 και 36: «ΜΕΡΟΣ XΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ Ψευδείς δηλώσεις και απόκρυψη στοιχείων. 35. Πρόσωπο, το οποίο κατά την παροχή πληροφορίας προς την Αρχή Εξυγίανσης για οποιοδήποτε από τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, προβαίνει σε δήλωση ψευδή, παραπλανητική ή απατηλή ως προς οποιοδήποτε στοιχείο της ή αποκρύπτει στοιχείο ή παραλείπει την υποβολή στοιχείων, διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ ( 500.000) ή σε αμφότερες τις ποινές: Νοείται ότι, πρόσωπο που ενεργεί κατά τον τρόπο που αναφέρεται στο παρόν άρθρο, τεκμαίρεται ότι ενεργεί εν γνώσει του. Ποινική και αστική ευθύνη για αδικήματα τελούμενα από νομικά πρόσωπα. 36.(1) Το νομικό πρόσωπο και οποιοδήποτε από τα μέλη του διοικητικού του συμβουλίου, ο γενικός διευθυντής, ο γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος ή άλλο όργανο διοικήσεως του νομικού αυτού προσώπου, που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος, υπέχει ποινικής

28 ευθύνης σε σχέση με το προβλεπόμενο στο άρθρο 35 ποινικό αδίκημα. (2) Πρόσωπο, που σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), υπέχει ποινικής ευθύνης για τελούμενο από νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως για κάθε ζημία που προσγίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.». ΕΠ/ΜΖ(50/2012/Ν.27/4,18/3/14)