ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β') ΤΕΤΑΡΤΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΘΕΜΑ Α1 α. Φεντερασιόν: Σχ. βιβλίο σελ. 46: «Η κατάσταση αυτή ιδεολογίας στη χώρα.» β. Πεδινοί: Σχ. βιβλίο σελ. 77: «Οι πεδινοί είχαν ως ηγέτη μικροκαλλιεργητές.» γ. Εθνικό κόμμα (Κ. Μαυρομιχάλη): σχ. βιβλίο σελ. : «Το Εθνικό Κόμμα του Κ. Μαυρομιχάλη οι Βενιζελικοί» Α2. α. Λ β. Σ γ. Σ δ. Σ ε. Λ ΘΕΜΑ Β1 Σχολικό βιβλίο σελ. 215: «Το κίνημα του θερίσου στη φάση της οριστικής του επίλυσης.» ΘΕΜΑ Β1 Σχολικό βιβλίο σελ. 52: «Η Ελλάδα του μεσοπολέμου μέσα στην καταστροφή.» ΘΕΜΑ Γ α. Σχολικό βιβλίο σελ.70-71: «Η δυναμική παρουσία των κομμάτων στην πολιτική ζωή κομματικών μηχανισμών». 1
β. Σχολικό βιβλίο σελ.72: Με άλλες διατάξεις, στο σύνταγμα κατοχυρωνόταν το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας για τους άντρες, ρύθμιση που αποτελούσε παγκόσμια πρωτοπορία. Σύμφωνα με τον εκλογικό νόμο, η εκλογή των βουλευτών γινόταν με πλειοψηφικό σύνταγμα δύο γύρων, που θα διεξαγόταν με άμεση, σχεδόν καθολική και μυστική ψηφοφορία. Δικαίωμα ψήφου είχαν όλοι οι άνδρες που είχαν συμπληρώσει το 25 ο έτος της ηλικίας τους και είχαν ακίνητη περιουσία στο τόπο της πολιτικής τους διαμονής ή ασκούσαν σ αυτήν οποιοδήποτε επάγγελμα ή ενασχόληση. Από το νόμο αυτό εξαιρούνταν όσοι ήταν σε στάδιο προανάκρισης για κάποιο κακούργημα, όσοι είχαν στερηθεί προσωρινά ή αμετάκλητα το δικαίωμα ψήφου κατόπιν δικαστικής απόφασης και όσοι είχαν στερηθεί την ελεύθερη διαχείριση της περιουσίας τους. Οριζόταν η εκλογική διαδικασία, σύμφωνα με την οποία οι εκλογείς μπορούσαν να δώσουν θετική ψήφο σε όσους υποψηφίους ήθελαν, συμπληρώνοντας ψηφοδέλτια, ακόμη και διαφορετικών Συνδυασμών. γ. Στο σύνταγμα καθορίστηκαν και οι βασιλικές εξουσίες. Μεταξύ των σπουδαιοτέρων ήταν η συμμετοχή του βασιλιά στην άσκηση της νομοθετικής εξουσίας και η αρχηγία του κράτους και του στρατού. Όμως καμία πράξη του δεν είχε ισχύ χωρίς την προσυπογραφή του αρμόδιου υπουργού. Οι αρμοδιότητες του Βασιλιά διαφαίνονται και στο κείμενο του Η. Μαυρομούστακου «Πολιτικοί Θεσμοί και Διοικητική Οργάνωση». Ο Βασιλιάς οριζόταν ως ανώτατος άρχοντας, αρχηγός του κράτους και το ανώτατο και κυρίαρχο όργανο αυτού. Η εξουσία του περιοριζόταν μόνο από τις διατάξεις που ορίζονταν στο Σύνταγμα. Το πρόσωπο του Βασιλιά ήταν ιερό και απαραβίαστο, η δικαστική εξουσία πήγαζε από τον ίδιο και απονεμόταν εν ονόματι του, άρα η πηγή της εξουσίας όπως προέκυπτε από το συνταγματικό κείμενο ήταν μοναρχική με περιορισμούς που έθετε ό ίδιος ο μονάρχης με το παραχωρημένο Σύνταγμα. Στο Σύνταγμα προβλεπόταν η ύπαρξη Βουλής και Γερουσίας. Οι γερουσιαστές θα διορίζονταν από τον βασιλιά και θα διατηρούσαν το αξίωμά τους ισόβια. Για πρώτη φορά κατοχυρώθηκε η αρχή της διάκρισης των 2
εξουσιών όμως σύμφωνα με τα άρθρα του συντάγματος και τις πληροφορίες που αντλούμε από το παράθεμα του Η. Μαυρομούστακου η νομοθετική εξουσία και το δικαίωμα κύρωσης των νόμων ανήκε στο Βασιλιά, τη Βουλή που μπορούσε να διαλύσει χωρίς περιορισμό και τη Γερουσία που διοριζόταν ισόβια από τον ίδιο. Επίσης, η εκτελεστική εξουσία ανήκε στο Βασιλιά και τους Υπουργούς που διορίζονταν από αυτόν και η δικαστική εξουσία πήγαζε από το πρόσωπό του. Στην ουσία με το Σύνταγμα του 1844 ο Βασιλιάς συγκέντρωνε εκτεταμένες αρμοδιότητες. ΘΕΜΑ Δ1 α. Σχολικό βιβλίο σελ. 153-154: «Ο συγκεκριμένος πίνακας παρουσιάζει την κατανομή του προσφυγικού πληθυσμού κατά γεωγραφικά διαμερίσματα ανά την ελληνική επικράτεια.» Από τα πρώτα στοιχεία του πίνακα γίνεται κατανοητό ότι το μεγαλύτερο μέρος του προσφυγικού κόσμου δηλ. περισσότεροι από ένας στους δύο πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία (ποσοστό 52,2%), ήτοι 638.253 πρόσφυγες. Δεύτερο σε αναλογία γεωγραφικό διαμέρισμα το οποίο συγκεντρώνει μεγάλο αριθμό προσφύγων είναι η Στερεά Ελλάδα, με 306.193 πρόσφυγες, δηλαδή ποσοστό 25,1%. Περισσότεροι από ένας στους τέσσερις πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν εκεί. Στη Στερεά Ελλάδα ανήκουν η Αθήνα και ο Πειραιάς που φιλοξένησαν ήδη και πριν το 1922 μεγάλο αριθμό προσφύγων. Από τις δύο αυτές πόλεις ξεκίνησε η αστική στέγαση με τη δημιουργία συνοικισμών τόσο από το κράτος και την ΕΑΠ (Καισαριανή, Βύρωνας, Νέα Ιωνία στην Αθήνα και Κοκκινιά στον Πειραιά), όσο και από τους εύπορους πρόσφυγες (Νέα Σμύρνη στην Αθήνα και Καλλίπολη στον Πειραιά). Η Δυτική Θράκη αποτελεί το τρίτο κατά σειρά διαμέρισμα της χώρας όσον αφορά στον αριθμό των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν εκεί, 107.607, ποσοστό δηλαδή 8,8%. Η αιτιολόγηση της κατανομής των προσφύγων στα παραπάνω γεωγραφικά διαμερίσματα συνδέεται με τις παραμέτρους που έλαβε υπόψη η ΕΑΠ για την αποκατάστασή τους, όπως την κατά προτεραιότητα εγκατάστασή 3
τους στη Μακεδονία και τη Θράκη και τη μέριμνα της να αποκτήσουν οι πρόσφυγες απασχόληση ίδια ή συναφή με αυτή που είχαν στην πατρίδα τους. Έτσι, έγινε προσπάθεια από την ΕΑΠ να εγκατασταθούν γεωργοί πρόσφυγες στα μέρη όπου θα μπορούσαν να συνεχίσουν τις καλλιέργειες που ήδη γνώριζαν. Καλλιεργητές δημητριακών εγκαταστάθηκαν σε πεδινά μέρη της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης, καπνοπαραγωγοί σε κατάλληλα εδάφη στην Ανατολική Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη, αμπελουργοί στην Κρήτη και σηροτρόφοι στο Σουφλί, την Έδεσσα και αλλού. Είναι γνωστό ότι η ΕΑΠ διέκρινε την αποκατάσταση των προσφύγων σε αγροτική (παροχή στέγης και κλήρου στην ύπαιθρο) και αστική (παροχή στέγης στις πόλεις). Μολονότι οι περισσότεροι πρόσφυγες ασκούσαν στην πατρίδα τους «αστικά» επαγγέλματα (σχετικά με το εμπόριο, τη βιοτεχνία βιομηχανία κτλ.), δόθηκε βάρος στη γεωργία, γιατί: υπήρχαν τα μουσουλμανικά κτήματα (κυρίως στη Μακεδονία, αλλά και στην Κρήτη, τη Λέσβο, τη Λήμνο και αλλού), η αγροτική αποκατάσταση ήταν ταχύτερη και απαιτούσε λιγότερες δαπάνες, η ελληνική οικονομία βασιζόταν ανέκαθεν στη γεωργική παραγωγή, υπήρχε η πολιτική σκοπιμότητα της αποφυγής κοινωνικών αναταραχών με τη δημιουργία γεωργών μικροϊδιοκτητών αντί εργατικού προλεταριάτου. Η προσπάθεια της ΕΑΠ και του ελληνικού κράτους να αποκαταστήσει τους πρόσφυγες στην αγροτική αποκατάσταση για να αποφύγει την πιθανότητα εσωτερικών ταραχών διαφαίνεται στο κείμενο του Br. Clark «Δυο φορές ξένος: Οι μαζικές απελάσεις που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη Ελλάδα και Τουρκία». Σύμφωνα με τον ιστοριογράφο οι διεκδικήσεις των προσφύγων, ιδιαίτερα εκείνων που ζούσαν στα αστικά κέντρα, ολοένα και αυξάνονταν και η οργή των ξεριζωμένων εκδηλωνόταν με διαδηλώσεις στους δρόμους. Έτσι εξηγήθηκε η «προκατάληψη υπέρ των αγροτών» για την οποία κατηγορήθηκε η Ελλάδα αφού για την αστική αποκατάσταση την επταετία της εντατικής λειτουργίας της ΕΑΠ δόθηκαν μόνο δύο εκατομμύρια στερλίνες για τα οικιστικά 4
(στεγαστικά) προγράμματα των πόλεων, ενώ για τα προγράμματα της υπαίθρου δόθηκαν πολλαπλάσια ποσά, δηλ. 10,5 εκατομμύρια. Εξάλλου, δόθηκε προτεραιότητα στην εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη καθώς: ήταν δυνατόν να χρησιμοποιηθούν τα μουσουλμανικά κτήματα και τα κτήματα των Βουλγάρων μεταναστών (σύμφωνα με τη συνθήκη του Νεϊγύ). Αυτό θα καθιστούσε τους πρόσφυγες αυτάρκεις σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα συντελούσε στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής, θα καλυπτόταν το δημογραφικό κενό που είχε δημιουργηθεί με την αναχώρηση των Μουσουλμάνων και των Βουλγάρων και τις απώλειες που προκάλεσαν οι συνεχείς πόλεμοι (1912 1922). Επιπλέον, έτσι εποικίζονταν παραμεθόριες περιοχές. Η εγκατάσταση των προσφύγων στη Μακεδονία και τη Δυτ. Θράκη (δηλ. στα εδάφη της Βόρειας Ελλάδας) δικαιολογείται σύμφωνα με το παράθεμα για κοινωνικούς, πολιτικούς και στρατηγικούς λόγους. Οι κάτοικοι των πόλεων ήταν πολλοί, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες καθώς οι πρόσφυγες μαστίζονταν από αρρώστιες και ελλόχευαν κίνδυνοι πολιτικών και κοινωνικών αναταραχών. Επιπλέον, η εύρεση εργασίας για τους αστούς πρόσφυγες ήταν δύσκολη εφόσον τα επαγγέλματα δεν αρκούσαν ούτε για τους γηγενείς. Αντίθετα, τα εδάφη της Βόρειας Ελλάδας ήταν έρημα και ο εποικισμός των εδαφών αυτών από πρόσφυγες ήταν η καλύτερη εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, δεδομένου ότι τα εδάφη αυτά τα εποφθαλμιούσαν τα γειτονικά σλαβικά κράτη. Σχολικό βιβλίο σελ.167: «Η ενίσχυση του Ελληνικού χαρακτήρα της Μακεδονίας εθνικό κορμό». Μεγάλος αριθμός προσφύγων, συγκεκριμένα 56.613, ποσοστό δηλ. 4,6%, εγκαταστάθηκαν στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, για τα οποία υπήρχε η πρόθεση του κράτους και της ΕΑΠ να εγκαταστήσει εκεί τους πρόσφυγες στα πλαίσια της αγροτικής αποκατάστασης, καθώς υπήρχαν μουσουλμανικά κτήματα. (Η εγκατάσταση των προσφύγων στα νησιά αυτά θα πρέπει να ερμηνευθεί, κατά κύριο λόγο, ως το αποτέλεσμα της γειτνίασής τους με τις 5
περιοχές του ξεριζωμού και αποτέλεσαν για πολλούς τον πρώτο σταθμό τους προς την Ελλάδα αφού τα πλοία αποβίβαζαν στο κοντινότερο λιμάνι τους πρόσφυγες για να προλάβουν να επιστρέψουν να σώσουν κι άλλους. Επιπλέον, κάποιοι θα προτιμούσαν να παραμείνουν κοντά στις χαμένες πατρίδες τους). Ακολουθεί σε αναλογία ποσοστού η Θεσσαλία, με 34.659 πρόσφυγες, ποσοστό 2,8% και σχεδόν ίσος αριθμός προσφύγων εγκαθίσταται και στην Κρήτη όπου υπήρχαν τα μουσουλμανικά κτήματα. Αξιοσημείωτο είναι το χαμηλό ποσοστό προσφύγων που δέχτηκαν τα διαμερίσματα της Παλαιάς Ελλάδας, όπως η Πελοπόννησος, η Ήπειρος, οι Κυκλάδες και τα Ιόνια νησιά (ποσοστό 2,3% ως 0,3%). 6