Ο Διάλογος τῆς ἀγάπης*



Σχετικά έγγραφα
Η Θεωρια Αριθμων στην Εκπαιδευση

Συγκρίσεις ιατονικής Κλίµακας ιδύµου µε άλλες διατονικές κλίµακες.

1965 Βατικανὸ Φανάρι Η «Αρσις τῶν Αναθεμάτων» τοῦ 1054

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

Η Αρσις τῶν Ἀναθεμάτων τοῦ 1054 *

ΕΝΩ ὁ Οἰκουμενισμὸς καλπάζει σὲ ὅλες του τὶς μορφές, ἐκφράσεις καὶ

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΟΚύριός μας καὶ Θεός μας Ιησοῦς Χριστός, τὸ Φῶς τὸ Αληθινόν, Σήμερα, τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ Νοεμβρίου μηνός, ἐπιτελοῦμε τὴν

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

ΜΙΑ ἀπὸ τὰς βασικὰς Εἰσηγήσεις τοῦ συνελθόντος

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί

Πρόσκλησις εἰς τὸν Πάπαν ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου*

«Μνήμη Οδύνης» : Η ὀγδοηκοστὴ ἐπέτειος τῆς Ημερολογιακῆς Καινοτομίας. Ο οἰκουμενικὸς πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης ( )*

Η Αἵρεσις τοῦ Παπισμοῦ καὶ ἡ σύγχρονη οἰκουμενιστικὴ προσέγγισι Ορθοδόξων καὶ Παπικῶν * Μέρος Γ (τελευταῖον).

Τευχος πρωτο. αρχεία. Πηγεσ γνωσησ, πηγεσ μνημησ Ένα σύγχρονο αρχείο. Το ΙΑ/ΕΤΕ ανοίγει τα χαρτιά του

Παραθέτουμε απόσπασμα του άρθρου: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΝ- Οι Ιεχωβάδες και οι Μασόνοι κεφάλαια εις το βιβλίον των θρ

Ο ἀείμνηστος Ομολογητὴς Μητροπολίτης Φιλάρετος, Πρωθιεράρχης τῆς Εκκλησίας τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς. Επιστολὴ Πόνου *

Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΡΗΣΕ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ. Ἡ καρδιά (ἔλεγε κάποτε ὁ γέροντας Παΐσιος) εἶναι ὅπως τό ρολόι.

ΧΡΗΣΤΟΥ Α. ΣΑΡΤΖΕΤΑΚΗ

Ὁ Ματθαιϊκὸς Ἐπίσκοπος Κήρυκος Κοντογιάννης Εἶναι «Παλαιοημερολογίτης Οἰκουμενιστὴς»

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

«ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ»

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ: Ἡ Θεία Κοινωνία.

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Ἀσκητὲς καὶ ἀσκητήρια στὴ νῆσο Σκόπελο

Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

Εἰς τό Ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

Ημερολογιακὸ Ζήτημα ἤ Αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ;

Νέα Συμφωνία τῶν Οἰκουμενιστῶν Εξισώνει Ορθοδοξίαν καὶ Αἵρεσιν! * Ο Ορθόδοξος Λαὸς τὴν ἀποδοκιμάζει καὶ ἐπαγρυπνεῖ

Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου

ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

ευτέρα Ἔκδοσις ΙΟΥΝΙΟΣ 2007

Φροντιστηριακὸ Μάθημα Ἁγιογραφίας Β

Ο πύργος της Βαβέλ Πως «εξηγεί» η ιουδαιοχριστιανική θρησκεία την ποικιλία γλωσσών στον κόσμο

ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΠΕΡΙΛΗΨΙΣ τῶν Σωτηριολογικῶν Αἱρέσεων τοῦ ἐπ. Κηρύκου Κοντογιάννη

ΜΑΡΤΙΟΣ Θ 2014 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΛΙΤΑΝΕΥΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Ἑλένη Γλύκατζη-Ἀρβελέρ. Γιατὶ τὸ Βυζάντιο. Ἐκδόσεις «Ἑλληνικὰ Γράμματα», Ἀθήνα 2009, σελίδες 292.

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

Ο ἀείμνηστος Ομολογητὴς Μητροπολίτης Φιλάρετος, Πρωθιεράρχης τῆς Εκκλησίας τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς. Εκκλησις

Η KΑΚΟΜΕΤΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΑ. Μιχαήλ Μανωλόπουλος

Τὸ «Συνοδικὸν τῆς Ορθοδοξίας» *

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

Ἡ Γνησία Ὀρθοδοξία ἐν ὄψει τῆς προκλήσεως τοῦ 2016*

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία [Α]

Ἡ Κυριακή του Πάσχα. Fr.Lev Gillet

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γεγραμμένον

Εἰσαγωγὴ. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. Αὐτόματη Δημιουργία Οἰκονομικῶν Κινήσεων Ἀμοιβῶν. ICAMSoft Law Applications Σημειώ σεις

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης

Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Δημοσθένους, Ὑπὲρ τῆς Ῥοδίων ἐλευθερίας, 17-18

Χρήσιμες ὁδηγίες γιὰ τοὺς ἐνηλίκους ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ βαπτισθοῦν Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι.

Κατάλογος Συγγραφῶν 1

Ἐγκατάστασις ICAMSoft Law Applications' Application Server ἔκδοση 3.x (Rel 1.1-6ος 2009) 1

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

LAHGLATA ACIOCQAVIAS PEQIODOS Bò L hgla Aò

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

Θεωρία Συνόλων - Set Theory

Νικηφόρος Βρεττάκος

Δευτέρα Επιστολὴ Πόνου *

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Ὄχι στὴν ρινόκερη σκέψη τοῦ ρινόκερου Κοινοβουλίου μας! (ε ) Tὸ Παγκόσμιο Οἰκονομικὸ Φόρουμ προωθεῖ τὴν ὁμοφυλοφιλία*

Εὐχετήρια-Κοινωνικὰ Γράμματα πρὸς τὸν Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῶν Ἐνισταμένων

Μαρτυρία Πίστεως καὶ Ζωῆς

Στο απόσπασμα που ακολουθεί αναφέρεται στην αξιοκρατική επιλογή των αρχόντων κατά το παρελθόν.

Ορθόδοξος Ενστασις καὶ Μαρτυρία

Εκεί όπου όντως ήθελε ο Θεός

ιδαγµένο κείµενο 'Αριστοτέλους 'Ηθικά Νικοµάχεια (Β6, 4-10)

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία [Α] Δρ. Ἰωάννης Ἀντ. Παναγιωτόπουλος

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ, ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ & ΩΡΩΠΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ 2018

Μῦθος ἢ πραγματικότης;

Ορθοδοξία καὶ Οἰκουμενισμὸς Παποκεντρικὴ Παγκοσμιότης καὶ «Ἀόρατος Ενότης» τῆς Εκκλησίας

ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ π.ἀλέξανδρος Σμέμαν

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

Ὁ νεο-δαρβινισμὸς καὶ ἡ ἀμφισβήτηση τοῦ Θεοῦ*

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα)

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΣ ΤΗΣ 18 ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016

Σκέψεις γιὰ τὴν διατροφὴ καὶ τὴ νηστεία

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

ΘΕΜΑ 61ο Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 9-11

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΡΑΒΕΝΝΑ STUDIUM HISTORICORUM ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤ ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΦΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ἀνάμεσα στὴ Δύση καὶ τὴν Ἀνατολή

ΘΕΜΑ 2o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Αριστοτέλους Πολιτικά, Θ 2, 1 4)

Transcript:

Ἀντι-πατερικὴ ἡ συμμετοχὴ τοῦ πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στὴν Θρονικὴ Εορτὴ τῆς Παπικῆς Ρώμης Ο Διάλογος τῆς ἀγάπης* 7 Βʹ. Α ἱ Σ υ ν α ν τ ή σ ε ι ς Ι ε ρ ο σ ο λ ύ μ ω ν, Κ ω ν σ τ α ν τ ι ν ο υ π ό λ ε ω ς κ α ὶ Ρ ώ μ η ς Εντὸς τῶν πλαισίων τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης ἔλαβον χώραν πᾶσαι αἱ συναντήσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ τοῦ πάπα Ρώμης Παύλου ΣΤʹ. Υπὸ τοῦ παγκοσμίου τύπου ἐχαρακτηρίσθησαν ἱστορικὰ γεγονότα μεγάλης σημασίας αἱ συναντήσεις τῶν Ιεροσολύμων (5.1.1964), Κωνσταντινουπόλεως (25.7.1967) καὶ Ρώμης (26.10.1967). Χάριν τῆς ἱστορίας, ἀναφέρομεν, ὅτι ἡ συνάντησις τῶν δύο προκαθημένων εἰς Ιεροσόλυμα, ἀπὸ πλευρᾶς τῆς ρωμαιοκαθολικῆς Εκκλησίας, ἀπεφασίσθη, τῇ ἐπιμόνῳ αἰτήσει τοῦ ἐκλιπόντος οὐνίτου πατριάρχου Μαξίμου Δʹ. Ιδικόν του ἐπίτευγμα θεωρεῖ ὁ Μάξιμος τὴν ἀλλαγὴν τακτικῆς τοῦ Βατικανοῦ ἔναντι τῶν ἄλλων Εκκλησιῶν: «Οσον ἀφορᾷ, γράφει, τὸ νέο ὕφος, ποὺ ζητήσαμε γιὰ τὶς σχέσεις μεταξὺ Ρώμης καὶ ἄλλων Εκκλησιῶν ἔχομε νὰ ποῦμε, ὅτι οἱ ἐλπίδες μας ξεπεράστηκαν: Ταξίδι τοῦ

Πάπα στὰ Ιεροσόλυμα, ἀνταλλαγὴ ἐπισήμων ἀντιπροσωπειῶν μεταξὺ Ρώμης, Κωνσταντινουπόλεως καὶ Καντερβουρίας, ἀνάκλησις ἀναθεμάτων τοῦ 1054, παρουσία παρατηρητῶν στὴ Σύνοδο, ἀρχὴ ἀπ εὐθείας διαπραγματεύσεων κτλ. Ποιός θἆχε σκεφθῆ, πρὶν μονάχα δέκα χρόνια, ὅτι ἦταν δυνατὸν νὰ γίνουν τέτοια πράγματα;» 11. Τὸ Βατικανόν, χάριν τῆς ἐξυπηρετήσεως τῶν σκοπῶν τῆς Οὐνίας ἐν τῇ Ορθοδόξῳ Ἀνατολῇ, δὲν ἐδίστασε νὰ πραγματοποιήσῃ τὰς τρεῖς μεγάλας συναντήσεις Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ πάπα Ρώμης. Κατ ἀρχήν, οὐδεὶς ἀρνεῖται, ὅτι αἱ συναντήσεις τῶν δύο ἐκκλησιαστικῶν ἡγετῶν θὰ ἠδύναντο νὰ σημειώσουν τὴν ἀπαρχὴν ἑνὸς εἰλικρινοῦς ὄντως διαλόγου ἐπὶ τοῦ θέματος τῆς προσεγγίσεως τῶν διϊσταμένων Χριστιανικῶν κόσμων Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως. Ποῖος ὅμως εἰλικρινὴς διάλογος ἀγάπης θὰ ἠδύνατο νὰ ἐγκαινιασθῇ εἰς Ιεροσόλυμα καὶ νὰ συνεχισθῇ εἰς Κων)πολιν καὶ Ρώμην, ὅταν ἡ πρώτη συνάντησις κατηυθύνετο ὑπὸ τοῦ πατριάρχου τῶν οὐνιτῶν τῆς Ἀνατολῆς; Εἶναι ἄξιον προσοχῆς, ὅτι ὁ πάπας Παῦλος εἰς Ιεροσόλυμα ἐδέχθη ὁλόκληρον τὴν οὐνιτικὴν Ιεραρχίαν πρὶν ἢ συναντηθῇ μετὰ τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Ο Π. Γρηγορίου, ἀναφερόμενος εἰς τὴν συνάντησιν πάπα καὶ οὐνιτῶν, γράφει: «... Ο Αγιος Πατὴρ μετέβη εἰς τὴν περίλαμπρον βασιλικὴν τῆς Ἁγίας Αννης τῶν Λευκῶν Πατέρων, ἔνθα ἐδέχθη τοὺς Καθολικοὺς πατριάρχας καὶ ἀρχιερεῖς τῶν κατ Ἀνατολὰς Εκκλησιῶν, πρὸς τοὺς ὁποίους ἐξεφώνησε βαρυσήμαντον λόγον, καλέσας αὐτοὺς νὰ παραμείνουν πιστοὶ εἰς τὰς παλαιφάτους παραδόσεις των καὶ τὰ λειτουργικὰ τυπικά των, δι ὧν λαμπρύνεται ἡ καθ ὅλου τοῦ Χριστοῦ Εκκλησία» 12. Ο πάπας Παῦλος ΣΤʹ ἔκρινε καλὸν νὰ συναντήσῃ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην ἐν μέσῳ τῆς προκλητικῆς παρουσίας τῶν πολεμίων τῆς Ορθοδοξίας οὐνιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται νὰ ἐκλατινίσουν τὰς Ορθοδόξους Εκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς. Υπὸ τοιαύτας συνθήκας ἐνεκαινίασε τὸν διάλογον τῆς ἀγάπης τὸ Βατικανὸν εἰς τὰ Ιεροσόλυμα. Ἀποροῦμεν, πῶς ὁ Ἀθηναγόρας ἠνέχθη τοιαύτην ἔναρξιν τοῦ διαλόγου! Ο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἐπιδεικνύων πᾶσαν σπουδὴν πρὸς μίαν βεβιασμένην ἕνωσιν τῶν Εκκλησιῶν, 8

«ἐ π ρ ό τ ε ι ν ε τ α ὐ τ ο χ ρ ό ν ω ς, ἵ ν α κ α ὶ ο ἱ Π α τ ρ ι ά ρ χ α ι κ α ὶ Π ρ ό ε δ ρ ο ι τ ῶ ν ἑ - κ α σ τ α χ ο ῦ Α ὐ τ ο κ ε φ ά λ ω ν Ο ρ θ ο δ ό ξ ω ν Ε κ κ λ η σ ι ῶ ν π ο ρ ε υ θ ῶ σ ι ν ὅ λ ο ι ὁ μ ο ῦ ε ἰ ς Ι ε ρ ο σ ό λ υ μ α, σ υ ν α ν τ η θ ῶ σ ι μ ε τ ὰ τ ο ῦ Π ά π α κ α ὶ δ ι ε ξ α γ ά γ ω σ ι μ ε τ ὰ τ ο ύ - τ ο υ σ υ ζ ή τ η σ ι ν π ε ρ ὶ τ ῆ ς ἑ ν ώ σ ε ω ς τ ῶ ν Ε κ κ λ η σ ι ῶ ν. Αἱ ἄνω ἀπόψεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, γνωσθεῖσαι εἰς τὸν κόσμον διὰ τοῦ διεθνοῦς Τύπου, ἐδημιούργησαν παρὰ τοῖς Ορθοδόξοις ἀλγεινὴν ἐντύπωσιν. Καί, ὡς εἰκός, ἀπεκρούσθησαν ἐπισήμως καὶ ἀνεπισήμως μετὰ πατάγου» 13. Τὴν εἰς Ιεροσόλυμα συνάντησιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ τοῦ πάπα ἀπέκρουσε καὶ ὁ πατριάρχης Ιεροσολύμων Βενέδικτος, ὁ ὁποῖος «ἐκινήθη δραστηρίως, ἀποστείλας καὶ ἀπεσταλμένους αὐτοῦ εἰς Κωνσταντινούπολιν, ἵνα ἀποτρέψῃ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην ἐκ τοῦ ὡς ἄνω διαβήματος. Πλὴν οὐδὲν ἐπέτυχεν, ὑποχρεωθεὶς νὰ ἀνεχθῇ τὴν ἄνω συνάντησιν... Η δὲ ἀνοχὴ αὐτοῦ ἐστηρίχθη ἐπὶ τῆς δηλώσεως, ὅτι δέχεται τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ὡς ἁπλοῦ προσκυνητοῦ τῶν ἱερῶν προσκυνημάτων» 14. Ο Μητροπολίτης Ἀργολίδος Χρυσόστομος (νῦν Πειραιῶς) ἐνεργήσας, ὅπως προλάβῃ τὴν συνάντησιν τῶν Ιεροσολύμων, ἔγραψε μεταξὺ ἄλλων πρὸς τὸν πατριάρχην Ἀθηναγόραν τῇ 13 Δεκεμβρίου 1963: «... Εχετε παροξυσμὸν ἐνδιαφέροντος διὰ τὴν ἕνωσιν ἢ ἑνότητα τῶν Εκκλησιῶν, καὶ μέσα εἰς τὸν παροξυσμόν Σας αὐτὸν ἐμφανίζεσθε ἀδιαφοροῦντες διὰ τὰ μέσα, τὰ ὁποῖα χρησιμοποιεῖτε διὰ τὴν ἐπίτευξιν τοῦ θεοφιλοῦς μὲν τούτου ἰδανικοῦ, ἀκατορθώτου ὅμως σήμερον καὶ διὰ πολλοὺς εἰσέτι αἰῶνας, ἐνῷ δὲ δὲν θὰ ἐπιτύχητε οὐδὲν εἰς τὸ θέμα τῆς ἑνώσεως τῶν Εκκλησιῶν, θὰ ἐπιτύχητε ἀντιθέτως νὰ διασπάσητε τὴν ἑνότητα τῆς Ορθοδοξίας καὶ τῶν ποιμένων Της... Πρὶν ἢ εἶναι ἀπελπιστικῶς ἀργά, Παναγιώτατε, ματαιώσατε τὸ συντριπτικὸν διὰ τὴν Εκκλησίαν μας, διὰ τὸ πανίερον ἀξίωμά Σας, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν προσωπικήν Σας ἀξιοπρέπειαν, αὐτὸ ταξίδιον» 15. Τὴν συνάντησιν τῶν Ιεροσολύμων κρίνει ὡς ἀντιβαίνουσαν πρὸς τοὺς Ιεροὺς Κανόνας ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Βʹ: 9

«Ολόκληρον τὸ γρανιτῶδες κανονικὸν καθεστὼς τοῦτο, πρὸ τοῦ ὁποίου οὐδεὶς Επίσκοπος Ορθόδοξος δύναται νὰ ἀντιπαρέλθῃ ἄνευ κινδύνου νὰ ὑποστῇ ἀμέσους τὰς ὑπὸ τῶν Ιερῶν Κανόνων ἀπειλουμένας κυρώσεις, ἐν τούτοις, ὑπερεφαλάγγισεν, ἀτυχῶς, ἀτυχέστατα, καὶ διὰ πελωρίων βημάτων, ὁδεύσας εἰς τὴν Αγίαν Πόλιν τῆς Ιερουσαλὴμ τὴν 5ην Ιανουαρίου 1964, συνηντήθη μετὰ τοῦ Επισκόπου Ρώμης ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης καὶ ἠσπάσθησαν μετ αὐτοῦ ἀμοιβαίως καὶ ἀπὸ κοινοῦ μετ αὐτοῦ μυστικῶς συμπροσηυχήθησαν, μὴ παρόντος ἄλλου τινός, συνδιασκεφθεὶς εἶτα μετ αὐτοῦ περὶ πολλῶν, φέροντος μάλιστα καὶ ὠμοφόριον! Γνωστὴ ἡ σημασία τῆς λεπτομερείας ταύτης!» 16. Πάντως, ἡ ὀρθόδοξος συνείδησις δὲν ἠνέχθη τὴν τοιαύτην ἀπαρχὴν τοῦ διαλόγου τῆς ἀγάπης. Αν μάλιστα ληφθῇ ὑπ ὄψιν, ὅτι ὁ πάπας Παῦλος ΣΤʹ, εὐθὺς μετὰ τὴν συνάντησιν τῶν Ιεροσολύμων, δὲν ἐτήρησεν οὐδὲ τὰ προσχήματα τῆς εὐγενείας ἔναντι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἀλλ ἔσπευσε δύο μόλις ἡμέρας ἀργότερον, ὁμιλῶν εἰς τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος ἐν Βηθλεέμ, νὰ καλέσῃ τοὺς «κεχωρισμένους ἀδελφούς», τοὺς Ορθοδόξους, νὰ ἐπανέλθουν εἰς τὴν Ρωμαιοκαθολικὴν ποίμνην, τότε δὴ τότε ἀντιλαμβάνεται πᾶσα ὀρθόδοξος ψυχὴ περὶ ποίου διαλόγου τῆς ἀγάπης πρόκειται! Ακόμη καὶ δημοσιογράφος, τρέφων φιλοπαπικὰ αἰσθήματα, ἠναγκάσθη νὰ γράψῃ: «Υπῆρξεν ἐν τούτοις καὶ ἕνα νέφος εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς συναντήσεως: Μεταξὺ τῶν δύο ἐπαφῶν, ὁμιλῶν ὁ Πάπας εἰς τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ εἰς τὴν Βηθλεέμ, ἀνεφέρθη πάλιν εἰς τὴν ἐπιστροφὴν τῶν κεχωρισμένων ἀδελφῶν εἰς τὴν Καθολικὴν Εκκλησίαν. Τοῦτο ἐθορύβησε τοὺς Ορθοδόξους καὶ τὸν Πατριάρχην» 17. Ο αὐτὸς δημοσιογράφος εἰς ἄλλο σχόλιόν του, ἀναφερόμενον εἰς τὴν συνάντησιν τῶν Ιεροσολύμων, παρατηρεῖ: «Η συνάντησις τῶν Ἀρχηγῶν τῶν δύο παλαιοτέρων Εκκλησιῶν εἰς τὸν τόπον, ὅπου ἐγεννήθη ἡ Θρησκεία τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ βεβαίως, κεφαλαιώδη σταθμὸν εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς χριστιανοσύνης, ἐφ ὅσον μετὰ περίοδον ἐννέα αἰώνων διαιρέσεως, ἐπέρχεται ἀπ εὐθείας ἐπαφὴ μεταξύ των... Ἀσφαλῶς ὅμως δὲν ἐδημιουργήθησαν αἱ προϋποθέσεις διὰ τὴν βαθμιαίαν ἄρσιν τοῦ σχίσματος. Περὶ τούτου 10

δὲν ἀφήνει καμμίαν ἀμφιβολίαν ἡ ἔκκλησις, ποὺ ἀπηύθυνεν ὁ Παῦλος ὁ ΣΤʹ, χθὲς ἀπὸ τοῦ Ναοῦ τῆς Γεννήσεως εἰς τὴν Βηθλεὲμ πρὸς τοὺς κεχωρισμένους ἀδελφούς, ὅπως ἐπανέλθουν εἰς τὴν ποίμνην, προσθέσας, ὅτι ἡ ἕνωσις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθῇ εἰς βάρος τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως καὶ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀπομακρυνθῶμεν ἐκ τῆς κληρονομίας τοῦ Χριστοῦ, διότι αὕτη δὲν εἶναι ἰδική μας, ἀλλ ἰδική του. Ο πάπας, ἐμφανιζόμενος οὕτως ὡς κάτοχος καὶ ἑρμηνευτὴς τῆς κληρονομίας τοῦ Χριστοῦ, κατὰ τὴν ἰδίαν του ἔκφρασιν, προβάλλει ὑπεράνω τῆς ἑνώσεως τὸ πρωτεῖόν του καὶ ὑπενθυμίζει τὸ ἀλάθητόν του. Η Ορθοδοξία ὅμως δὲν ἀντιλαμβάνεται τὴν ἕνωσιν ὡς ὑποταγήν. Καὶ τοῦτο πρέπει νὰ ἐννοηθῇ ἀπὸ τὸ Βατικανόν, ἐὰν δὲν θέλῃ νὰ αὐταπατᾶται» 18. Ας σημειωθῇ δέ, ὅτι τὸ σχόλιον ἐγράφη ὑπὸ συντάκτου τοῦ «Εθνους», ὑμνοῦντος ἐκ συστήματος τὴν φιλοπαπικὴν πολιτικὴν τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Εἰς τὰ Ιεροσόλυμα προσῆλθεν ὁ μὲν Ἀθηναγόρας, προσκομίζων τὸ νόμισμα τῆς ἀγάπης, ὁ δὲ Παῦλος ΣΤʹ ἐπιδεικνύων τὸ νόμισμα τῆς πεπλανημένης λατινικῆς πίστεως περὶ τοῦ παπικοῦ πρωτείου καὶ ἀλαθήτου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἠνάγκασε τὸ περιοδικὸν «Σωτὴρ» νὰ γράψῃ: «Η συνάντησις τῶν προκαθημένων τῆς Καθολικῆς καὶ τῆς Ορθοδόξου Εκκλησίας ἔγινεν. Οἱ ἀσπασμοὶ καὶ τὰ δῶρα ἀντηλλάγησαν. Ο διάλογος ἤρχισε. Δι αὐτὰ ὅμως ὅλα, ὁ κ ί ν δ υ ν ο ς κ α θ ί σ τ α τ α ι μ ε γ α λ ύ - τ ε ρ ο ς. Ο κ ί ν δ υ ν ο ς ν ὰ ἀ π α μ β λ υ ν θ ῇ ε ἰ ς τ ὴ ν ψ υ χ ή ν μ α ς ἡ σ υ ν ε ί δ η σ ι ς, ὅ τ ι ο ἱ Κ α θ ο λ ι κ ο ὶ ε ἶ ν α ι α ἱ ρ ε τ ι κ ο ί. Οταν ὀνομάζουν τὴν Εκκλησίαν πλοῖον τοῦ Πέτρου, ὅταν ἀναγορεύουν ἕνα ἄνθρωπον ἀλάθητον, ὅταν παρεισάγουν εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως ἐπινοίας ἀνθρώπων, ὅταν δημιουργοῦν νέα δόγματα ἄγνωστα εἰς τὴν Μίαν, Ἁγίαν καὶ Ἀποστολικὴν Εκκλησίαν τῶν πρώτων ἐννέα αἰώνων, ὅταν στεροῦν τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ Αἷμα τοῦ Κυρίου, ὁ Οποῖος καλεῖ τοὺς πάντας νὰ τὸ πίουν, ὅταν τόσα ἄλλα παρόμοια διδάσκουν καὶ πράττουν, δὲν εἶναι αἱρετικοί; Εἶναι αἱρετικοὶ οἱ Καθολικοὶ καὶ ἐμμένουν εἰς τὰς αἱρετικὰς 11

καινοτομίας των καὶ τολμοῦν μάλιστα νὰ τὰς θεωροῦν, συμφώνως πρὸς τὸ ἐκ τῆς Βηθλεὲμ μήνυμα τοῦ Πάπα, ὡς κληρονομίαν Χριστοῦ. Εἶναι αἱρετικοὶ καὶ δι αὐτὸ ὡς αἱρετικοὺς βλέπουν ἡμᾶς τοὺς Ορθοδόξους καὶ ζητοῦν νὰ ἐγκαταλείψωμεν τὴν Ορθοδοξίαν μας, ζητοῦν μὲ τὴν ὑπόσχεσιν νὰ μᾶς μεταχειρισθοῦν μετ εὐσπλαγχνίας! Τ ὰ π ά ν τ α, λ ο ι π ό ν, δ ι α λ α λ ο ῦ ν τ ὸ ν κ ί ν δ υ ν ο ν, π ο ὺ δ ι α τ ρ έ χ ο μ ε ν σ υ ν δ ι α - λ ε γ ό μ ε ν ο ι μ ὲ ἐ π ι μ ό ν ο υ ς α ἱ ρ ε τ ι κ ο ὺ ς καὶ τὰ πάντα ἐπιβάλλουν εἰς ὅλους μας ἐπαγρύπνησιν» 19. Πάντως, τὸ Βατικανόν, ἐξ ὑστέρου τοὐλάχιστον, δὲν ἱκανοποιήθη ἐκ τῆς συναντήσεως τῶν Ιεροσολύμων, ἴσως, διότι ἀνέμενε μεγαλύτερα προσηλυτιστικὰ κέρδη. Ας σημειωθῇ ὅτι μετὰ τὴν συνάντησιν συνεζητήθη εἰς τὴν Βʹ Βατικανὴν σύνοδον τὸ «Διάταγμα περὶ τῶν Ἀνατολικῶν Καθολικῶν Εκκλησιῶν», διὰ τοῦ ὁποίου ὠργανώθη ἔτι μᾶλλον τὸ δόλιον σύστημα τῆς Οὐνίας. Τὸ Διάταγμα, ὡς εἶναι συντεταγμένον, ἀγνοεῖ τὸν διάλογον τῆς ἀγάπης τὸν ἐγκαινιασθέντα εἰς Ιεροσόλυμα. Ο οὐνίτης πατριάρχης Μάξιμος Δʹ παρετήρησε, κατὰ τὴν συζήτησιν τοῦ Διατάγματος (15.10.1964), ὅτι «ἡ συνάντησις μεταξὺ Παύλου ΣΤʹ καὶ Ἀθηναγόρου φαίνεται ἐν αὐτῷ (τῷ σχεδίῳ «σχήματι») ὡς νὰ μὴ σημαίνῃ τίποτε» 20. Μόνον οἱ ἐκ τῶν Ορθοδόξων ἐνθουσιῶντες φιλοπαπικοὶ οἰκουμενισταὶ ἐξακολουθοῦν καὶ σήμερον ἀκόμη νὰ θεωροῦν κοσμοϊστορικὸν γεγονὸς τὸ πυροτέχνημα τῶν Ιεροσολύμων, τὸ ὁποῖον ἀπέβλεπεν εἰς τὴν ἐπιτυχίαν τῶν σχεδίων τῆς παπικῆς Οὐνίας. Ο ἀείμνηστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Βʹ, ἀναφερόμενος εἰς τὴν συνάντησιν τῶν Ιεροσολύμων γράφει: «Κρίνοντες τὰς γενομένας πράξεις ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Παλαιστίνῃ, πρὸς τόσον ἐπίσημον, καὶ δὴ ἐξ ὀνόματος τῆς ὅλης Ορθοδόξου Εκκλησίας, τὸν Πάπαν Ρώμης, λέγομεν, ὅτι τὰ ἀνὰ τὸν κόσμον, ὡς σωτήρια δῆθεν τῆς Χριστιανοσύνης διατυμπανισθέντα γεγονότα, ε ἶ ν α ι κ α ν ο ν ι κ ῶ ς κ ο λ ά σ ι μ α, ὡς γενόμενα ἐπὶ καταφρονήσει τῶν ἁγίων καὶ Ιερῶν Κανόνων καὶ ἐπὶ ἀνατροπῇ τῆς ἐν Ορθοδόξῳ Εκκλησίᾳ αἰωνοβίου τάξεως, καὶ πρὸς σοβαρὸν σκανδαλισμὸν τῶν Ορθοδόξων, δὸς δ εἰπεῖν, καὶ 12

διαιρέσεως αὐτῶν, καὶ πρὸς προφανῆ ἐξευτελισμὸν τῆς Ορθοδόξου Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλ αἱ τοιαῦται αὐτόβουλοι καὶ ἀμελέτητοι ἀποφάσεις, ὡς μάλιστα μετὰ τόσης ἀσυγγνώστου σπουδῆς ληφθεῖσαι καὶ ἐκτελεσθεῖσαι, κυοφοροῦσι καὶ ἐπικινδύνους ἐπιπτώσεις. Τὰ περὶ τούτου λαβόντα χώραν γεγονότα, ἄκρως δυσάρεστα καὶ διασύροντα αὐτὸ τοῦτο τὸ κῦρος τῆς Ορθοδοξίας, δὲν πρόκειται νὰ ἐκθέσωμεν ὧδε. Θὰ ὁμιλήσῃ ἐπὶ τούτων ἡ Ιστορία μίαν ἡμέραν» 21. Ο Μητροπολίτης Τρίκκης καὶ Σταγῶν Διονύσιος, ἐξ ἀφορμῆς τῆς συναντήσεως τῶν Ιεροσολύμων, ἔγραψε μεταξὺ ἄλλων πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην τῇ 2 Φεβρουαρίου 1964: «Προσοχὴ καὶ περίσκεψις ἐπιβάλλεται ὡσαύτως, φρονῶ, καὶ διὰ τὴν σύνθεσιν τῆς Πατριαρχικῆς συνοδείας κατὰ πᾶσαν γενικωτέρου ἐκκλησιαστικοῦ ἐνδιαφέροντος συνάντησιν. Η παρουσία ἐν αὐτῇ προσώπων ἀμφιβόλων ὀρθοδόξων φρονημάτων καὶ διαφόρων Κροίσων καὶ μεγαλοεπιχειρηματιῶν οὐδόλως συμβιβάζεται μὲ τὸ ὀρθόδοξον αἰσθητήριον. Τὸ χριστεπώνυμον πλήρωμα ἀξιοῖ, ὅπως ὁ πνευματικὸς αὐτοῦ Ἀρχηγὸς περιστοιχίζεται πάντοτε, ἰδιαιτέρως δὲ κατὰ τὰς ἐπισήμους αὐτοῦ ἐμφανίσεις, ὑπὸ προσώπων αὐστηρῶς ἐπιλελεγμένων» 22. * * * Περισσότερον ἐντυπωσιακὴ ἐνεφανίσθη ἡ συνάντησις τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ τοῦ πάπα Παύλου ΣΤʹ, ἡ γενομένη τῇ 25ῃ Ιουλίου 1967 εἰς τὴν Νέαν Ρώμην. Τινὲς εἶδον ἔμμεσον τρόπον παραιτήσεως ἐκ τοῦ πρωτείου ἐξουσίας εἰς τὸ γεγονός, ὅτι πρῶτος ὁ πάπας Παῦλος ΣΤʹ ἐπεσκέφθη τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην εἰς τὴν ἐν τῷ Φαναρίῳ ἕδραν του. Ο René Laurentin, εὐθὺς μετὰ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ πάπα εἰς Κων)πολιν, ἔσπευσε νὰ γράψῃ εἰς ἄρθρον του ἐν εἴδει συμπεράσματος: «Η χειρονομία αὕτη (τοῦ πάπα) εἰσήγαγεν εἰς τὴν Ἀνατολὴν μίαν νέαν ἀντίληψιν περὶ τοῦ πρωτείου. Αἱ συνέπειαι ἐκ τούτου θὰ εἶναι σὺν τῷ χρόνῳ ἀνυπολόγιστοι. Τὸ πρωτεῖον χάνει τὴν ἀκαμψίαν, ἢτις προσεγίνετο εἰς αὐτὸ ἀπὸ τὴν ἐθνικὴν Ρώμην. Ἀναλαμβάνει τὸ πρόσωπον τοῦ Εὐαγγελίου. Ποία χαρά, ποία ἀνακούφισις, ποία εὐεργεσία διὰ τὴν Δύσιν, καθὼς καὶ διὰ τὴν Ἀνατολήν!» 23. 13

Τὰ παραπλανητικὰ αὐτὰ συνθήματα, ἀτυχῶς, ἐγένοντο πιστευτὰ ὑπὸ ἀφελῶν τινων ὀρθοδόξων, ἀγνοούντων τὴν ἀκαμψίαν τοῦ Βατικανοῦ ὡς πρὸς τὸ παπικὸν πρωτεῖον ἐξουσίας. Τὸ Βατικανὸν ἀλλάσσει μόνον μεθόδους, χάριν τῆς ἐπιτυχίας τῶν γνωστῶν σκοπῶν του. Ορθῶς παρατηρεῖ ἐν προκειμένῳ ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας: «... Η ἐπίσκεψις τοῦ Προκαθημένου τῆς Ρώμης, ἡ προλαβοῦσα καὶ προτιμήσασα τὸν ἑπόμενον ἐν τοῖς πρωτείοις ἀδελφὸν αὐτοῦ τῆς Νέας Ρώμης, δὲν ἐγένετο ἐπὶ ἀθετήσει τινὶ τοῦ ἀξιουμένου ὑπὸ τοῦ διαδόχου τοῦ ἀποστόλου Πέτρου πρωτείου, ἀλλὰ δέον νὰ ἑρμηνευθῇ ὡς ἄσκησις τούτου κατὰ πνεῦμα συγκεχρονισμένον (aggiornamento) καὶ ἧττον ἀντιτιθέμενον πρὸς τὸ εὐαγγελικόν, ἐμφανίζον δὲ τὴν Ρώμην π ρ ο κ α θ η μ έ - ν η ν τ ῆ ς ἀ γ ά π η ς. Διὰ τούτων βεβαίως δὲν ἀποσκοποῦμεν νὰ ἀρνηθῶμεν τὸ θαρραλέον τῆς παπικῆς πρωτοβουλίας, οὐδὲ τὸ ρηξικέλευθον τῆς θαυμαστῆς ἀποφασιστικότητος τοῦ ρωμαίου ποντίφηκος. Διότι καὶ πολλῷ πρότερον, πρὸ αἰώνων πολλῶν μεταξὺ τῶν τίτλων, τοὺς ὁποίους εἷς ἕκαστος τῶν παπῶν ἐγκαλλωπιζόμενος προέβαλλεν, ἦτο καὶ ὁ τίτλος servus servorum Dei (=δοῦλος τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ). Εν τῇ πράξει ὅμως ὁ οὑτωσεὶ τιτλοφορούμενος δοῦλος προέβαλλεν εἰς προσκύνησιν τὸν πόδα, πᾶν ἄλλο ἢ δοῦλος τῶν πιστῶν ὑπάρχων. Υπάρχει τεραστία ἀπόστασις μεταξὺ τῆς θεωρίας καὶ τῆς πράξεως, μεταξὺ τῶν λόγων καὶ τῶν ἔργων» 24. Πάντως ὁ πάπας Παῦλος ΣΤʹ οὐδέποτε οὐδαμοῦ ἔκαμε καὶ ἁπλοῦν τινα ὑπαινιγμὸν περὶ παραιτήσεώς του ἐκ τοῦ πρωτείου ἐξουσίας. Ἀντιθέτως, ἠχοῦν ἐντόνως ἀκόμη εἰς τὰ ὦτα ἡμῶν τῶν ὀρθοδόξων αἱ ἀπαράδεκτοι θέσεις τοῦ Παύλου ΣΤʹ περὶ πρωτείου ἐξουσίας, αἱ προβληθεῖσαι ὑπὸ τοὺ ἰδίου εἰς τὴν Βʹ Βατικανὴν σύνοδον καὶ εἰς τὴν ἐγκύκλιόν του «Ecclesiam Suam», ἔνθα ὀνομάζει ἑαυτὸν «διάδοχον τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Πέτρου, ὑπέρτατον κλειδοῦχον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἀντιπρόσωπον τοῦ Χριστοῦ... πρῶτον ποιμένα τῆς παγκοσμίου ποίμνης αὐτοῦ» 25. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὸ «πιστεύω τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ» ὁ πάπας Παῦλος ΣΤʹ ἐπανέρχεται ἐσχάτως εἰς τὸ παπικὸν πρωτεῖον 26. Δὲν ἔχομεν ὑπ ὄψιν νεωτέραν παπικὴν ἐγκύκλιον, διὰ τῆς ὁποίας ὁ Παῦλος ΣΤʹ παραιτεῖται τοῦ πρωτείου ἐξουσίας, περιορίζων ἑαυτὸν εἰς τὸ πρωτεῖον τιμῆς καὶ ἀγάπης! 14

Επειτα, αἱ ὑπὸ τοῦ πνεύματος τῆς φιλοφρονήσεως ὑπαγορευόμεναι ἐπισκέψεις τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου πρὸς ἄλλους, θεωρουμένους μικροτέρους των, πραγματοποιοῦνται συχνὰ σήμερον ἐκ μέρους τῶν ἡγετῶν καὶ αὐτῶν ἔτι τῶν ἰσχυροτέρων ὁλοκληρωτικῶν κρατῶν τοῦ κόσμου. Καὶ αὐτὰ μὲν ὡς πρὸς τὸ γεγονός, ὅτι πρῶτος ὁ πάπας Ρώμης ἐπεσκέφθη τὸν Πατριάρχην Κων)πόλεως. Ως πρὸς τὴν στάσιν ὅμως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἔναντι τοῦ Παύλου ΣΤʹ, κατὰ τὴν συνάντησιν τῆς Κων)πόλεως, ἔχομεν νὰ παρατηρήσωμεν, ὅτι διὰ τῶν ἀλλεπαλλήλων πρὸ τῆς συναντήσεως μηνυμάτων του ὁ Ἀθηναγόρας ἔδωσε τὴν ἐντύπωσιν, ὅτι ἡ ἕνωσις τῶν Εκκλησιῶν δύναται νὰ γίνῃ, παρὰ τὰς ὑφισταμένας διαφοράς. Τὸ περιοδικὸν «Irénicon», ἐκδιδόμενον ὑπὸ τῆς ἐν Chevetogne τοῦ Βελγίου Μονῆς τῶν Βενεδικτίνων, ἐδημοσίευσε πασχάλιον πατριαρχικὸν μήνυμα τοῦ 1967, εἰς τὸ ὁποῖον ὁ Ἀθηναγόρας διεκήρυττεν: «Ημεῖς, οἱ ἀρχηγοὶ τῶν διαφόρων Εκκλησιῶν, ἀναλογιζόμενοι σοβαρῶς τὸ καθῆκόν μας καὶ τὴν εὐθύνην μας, ἂς κατέλθωμεν ἀπὸ τῶν θρόνων μας καὶ ἐν ἀδελφικῇ ποιμαντικῇ συνεργασίᾳ ἂς ἀνοίξωμεν τὴν τρίτην περίοδον τῆς Εκκλησίας, τὴν περίοδον τῆς ἀγάπης καὶ συνδιαλλαγῆς, τῆς ἑνότητος καὶ τῆς συνυπάρξεως ἐν τῇ ἰσότητι, ἕως οὗ ὁ Κύριος εὐδοκήσῃ νὰ μᾶς ἑνώσῃ πάλιν ἐν τῷ ἁγίῳ ποτηρίῳ τοῦ σώματός Του καὶ τοῦ ἀχράντου καὶ ἁγίου αἵματός Του, ὡς συνέβαινε πρὸ τοῦ 1054, παρὰ τὰς ὑφισταμένας καὶ τότε διαφοράς» 27. Ωμιλήσαμεν ἤδη ἀλλαχοῦ διὰ μακρῶν περὶ τῆς ἀστηρίκτου γνώμης, ὅτι πρὸ τοῦ 1054 ἡ Εκκλησία ἦτο ἡνωμένη, «παρὰ τὰς ὑφισταμένας καὶ τότε διαφοράς». Η ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία κατηγορηματικῶς ἀποφαίνεται, ὅτι αἱ διαφοραί, αἱ προκαλέσασαι τὸ Σχίσμα τῶν Εκκλησιῶν, πρὸ τοῦ 1054 δὲν εἶχον υἱοθετηθῆ ὡς ἐπίσημος διδασκαλία ὑπὸ τῆς Λατινικῆς Εκκλησίας, ἀλλ ἁπλῶς ἐδιδάσκοντο εἴς τινα μέρη τῆς Δύσεως, ἐνῷ ἡ Ρώμη εἶχε ταχθῆ ἐναντίον τῶν πρὸ τοῦ 1054 καινοτομιῶν. Επειτα, ὁ πατριάρχης Αθηναγόρας ὁμιλεῖ περὶ «ἀδελφικῆς ποιμαντικῆς συνεργασίας», ἐνῷ εἶναι γνωστόν, ὅτι οὐδεμία «ποιμαντικὴ συνεργασία» δύναται νὰ γίνῃ μετὰ τῶν ρωμαιοκαθολικῶν, ἐὰν δὲν προηγηθῇ ἡ δογματικὴ μετ αὐτῶν ἕνωσις ἐν τῇ ὀρθοδόξῳ πίστει. Ποιμαντικὴ συνεργασία μετὰ τῶν ἑτεροδόξων προϋποθέτει ἐκθεμελίωσιν τῶν Ιερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν ρητῶς καὶ 15

αὐτὴν ἔτι τὴν ἁπλῆν συμπροσευχὴν μετὰ τῶν σχισματικῶν καὶ αἱρετικῶν. Τὸ πασχάλιον πατριαρχικὸν μήνυμα τοῦ 1967 ἔδωσε τὸ δικαίωμα εἰς τὸν C. J. Dumont, διευθυντὴν τοῦ κέντρου τῶν οἰκουμενικῶν σπουδῶν Istina, νὰ γράψῃ εὐθὺς μετὰ τὴν ἐπίσκεψιν τοῦ πάπα Ρώμης εἰς τὴν Κων)πολιν: «Ο πατριάρχης Αθηναγόρας», γράφει ὁ Dumont, «θεωρεῖ ἐκθύμως, ὅτι ὁ ποιμαντικός του ρόλος συνίσταται πρωτίστως καὶ οὐσιωδῶς εἰς τὸ νὰ προωθήσῃ τὰς χειρονομίας ταύτας, τὰς ὄντως ἀποτελεσματικὰς ἐν τῇ ὑποθέσει προσεγγίσεως καὶ τῆς ἑνώσεως, ἐπαφίνων εἰς τοὺς θεολόγους τὴν φροντίδα νὰ συζητήσουν μεταξύ των ζητήματα θεολογικὰ ἢ κανονικὰ διαμφισβητούμενα. Δι αὐτὸν (τὸν πατριάρχην Ἀθηναγόραν) ὅ,τι μᾶς χωρίζει σήμερον ἐπὶ τοῦ πεδίου τούτου, ὑφίστατο ἤδη, καίτοι κατὰ τρόπον ἧττον σαφῆ, πρὸ τοῦ χωρισμοῦ τοῦ 1054. Εὰν δέ, κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην, αἱ διαφοραὶ αὗται ἐθεωροῦντο ὡς δευτερεύουσαι καὶ ἐν πάσῃ περιπτώσει ὡς ἀνεπαρκεῖς, ἵνα προκαλέσουν ρῆγμα ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῆς μυστηριακῆς ζωῆς, διατί δὲν θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ ἀναγνωρισθοῦν ὡς τοιαῦται ἀκόμη καὶ σήμερον; Ἀπὸ τοῦ νῦν ἡ πλήρης κοινωνία τῆς πίστεως καὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς θὰ ἦτο δυνατὸν ἐπὶ ταύτης τῆς βάσεως νὰ ἀποκατασταθοῦν» 28. Εἶναι ὄντως λυπηρόν, ὅτι εἰς τοιαῦτα ἀπαράδεκτα θεολογικῶς συμπεράσματα ἐξωθεῖ τὸν κάλαμον ἑνὸς ρωμαιοκαθολικοῦ ἡ ἀστήρικτος θεωρία τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου περὶ μυστηριακῆς ἑνώσεως τῶν Εκκλησιῶν, «παρὰ τὰς ὑφισταμένας διαφοράς». Καὶ ὁ ἀναλφάβητος ὀρθόδοξος πιστὸς ἀντιδρᾷ αὐτομάτως εἰς τοιαύτην καινοφανῆ θεωρίαν. Καὶ ὁ πρωτοετὴς φοιτητὴς τῆς θεολογικῆς Σχολῆς γνωρίζει, ὅτι προηγεῖται ἡ ἑνότης τῆς πίστεως τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας. Ως πρὸς τὴν ὑποτίμησιν τῶν δογματικῶν διαφορῶν παραπέμπομεν τὸν ἀναγνώστην εἰς τὸ ἐκτενὲς κεφάλαιον περὶ τῶν πλανῶν τοῦ παπισμοῦ. Ο Παναγιώτης Τρεμπέλας, ἀναφερόμενος εἰς τὴν ὑποτίμησιν τῶν δογματικῶν διαφορῶν ὑπὸ τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου, γράφει: «Αἱ ἱστορικῶς ἀσύστατοι αὗται διακηρύξεις γίνονται τόσον ἐπισήμως καὶ αὐθεντικῶς, καθ ὃν χρόνον αἱ τῶν 16

ἄλλων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν προσηλυτιστικαὶ ὀργανώσεις ὑφίστανται καὶ ἐξακολουθοῦν μετὰ πολλῆς τῆς πανουργίας καὶ τῆς κεκτημένης μακροχρονίου πείρας των νὰ κινοῦνται. Τί δ ἐπακολουθεῖ καὶ τί δύναται περισσότερον νὰ ἐπακολουθήσῃ; Οἱ ἀστήρικτοι καὶ μὴ ἐπαρκῶς πεφωτισμένοι ἐκ τῶν ὀρθοδόξων εὐκολώτατα, συνωθουσῶν εἰς τοῦτο καὶ τῶν πατριαρχικῶν βεβαιώσεων, παρασύρονται εἰς τὴν μυστηριακὴν ἐπικοινωνίαν, βαθμηδὸν δὲ καὶ εἰς τὴν ἀφομοίωσιν μετὰ τῶν Χριστιανῶν τῶν ἄλλων ὁμολογιῶν. Εἶναι ἑπόμενον ἐκ τῶν τοιούτων παραχωρήσεων νὰ προκαλῆται ὄχι μόνον σύγχυσις μεταξὺ τῶν ὀρθοδόξων, ἀλλὰ καὶ φανατισμὸς καὶ ἀγανάκτησις, ψυχραίνουσα τὴν ἀγάπην καὶ ἀποδεικνύουσα κενὸν ρῆμα τὸν Διάλογον αὐτῆς καὶ ἀντὶ τῆς ἀναμενομένης ἐξ αὐτοῦ προσεγγίσεως, μᾶλλον νὰ ὀξύνωνται καὶ νὰ ἀπομακρύνωνται ἀλλήλων τὰ διεστῶτα. Ἀφίνομεν δὲ καὶ τὸν τραυματισμόν, τὸν ὁποῖον ἐντεῦθεν θὰ ὑφίσταται τὸ πατριαρχικὸν κῦρος, οὐ μόνον ἐκ τῆς ἐκ τῶν ὡς ἄνω ἐπακολουθούσης μειώσεως αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ ἐκ τῶν παλινῳδιῶν εἰς ἃς θὰ ἐξαναγκάζεται πρὸς τακτοποίησιν τῶν προκαλουμένων συγχύσεων» 29. * * * Περισσότερον θεαματικὴ ὑπῆρξεν ἡ ὑποδοχή, τῆς ὁποίας ἔτυχεν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τὸν Οκτώβριον τοῦ 1967 κατὰ τὴν συνάντησίν του μετὰ τοῦ πάπα Παύλου ΣΤʹ εἰς Ρώμην. Πολλοὶ ἐκ τῶν ὀρθοδόξων κατεπλάγησαν, διότι ὁ ῥωμαῖος ποντίφηξ, φιλοφρόνως φερόμενος, παρεχώρησε τὸν θρόνον του ἐπί τινα λεπτὰ τῆς ὥρας εἰς τὸν πατριάρχην Ἀθηναγόραν. Διὰ τοὺς μὴ γνωρίζοντας τὴν διπλωματίαν τοῦ Βατικανοῦ ἡ χειρονομία τοῦ πάπα ἐξελήφθη ὡς πρᾶξις ἀποφασιστική, ἱκανὴ νὰ προωθήσῃ τὸ θέμα τῆς ἑνώσεως τῶν Εκκλησιῶν, μὲ βάσιν τὴν ἀδελφικὴν ἰσοτιμίαν. Ο πάπας ὅμως, ἐχόμενος μετὰ πάθους τῆς θεωρίας περὶ τοῦ πρωτείου ἐξουσίας, ἐπιδιώκει τὸν αὐτὸν πάντοτε σκοπὸν καὶ ὅταν εἰς τὴν Φλωρεντίαν τῷ 1439 προτείνῃ μετ ἐπιμονῆς τὸν πόδα εἰς προσκύνησιν πρὸς τὸν πατριάρχην Κων)πόλεως Ιωσὴφ καὶ ὅταν τῷ 1967 προσφέρῃ τὸν θρόνον του εἰς τὸν πατριάρχην Ἀθηναγόραν. Η «Καθολική» ὁμιλεῖ περὶ τῶν δύο ἰσοϋψῶν θρόνων ἐντὸς τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Πέτρου, ἐπὶ τῶν ὁποίων ἐκάθησαν οἱ προκαθήμενοι 17

τῶν δύο Εκκλησιῶν: «Εντὸς ὀλίγου, ἀναφέρει, ἐκάθηντο ἀμφότεροι ἐντὸς τοῦ Ναοῦ ἐπὶ θρόνων ἰσοϋψῶν καὶ ἀπαραλλάκτων, ὥστε οἱ παριστάμενοι ρωμαῖοι καθολικοὶ ἠφνιδιάσθησαν πρὸ τοιαύτης δικεφαλίας εἰς τὴν ὁποίαν δὲν εἶναι ποσῶς συνηθισμένοι». Κατὰ τὴν «Καθολικήν», «πολλοὶ ἐξ αὐτῶν διηρωτῶντο, μήπως ἐπῆλθεν ἤδη ἡ τελεία ἕνωσις τῶν Εκκλησιῶν» 30. Καὶ ἡ μὲν ἕνωσις ἀκόμη πόρρω ἀπέχει καὶ μετὰ τὴν ἐντυπωσιακὴν συνάντησιν τῆς Ρώμης, ὁ δὲ Παῦλος ΣΤʹ ὑπεδέχθη τὸν Ἀθηναγόραν εἰς τὴν Ρώμην μετ ἀσυνήθων τιμῶν, χωρὶς ὅμως νὰ αἰσθανθῇ τὴν ἀνάγκην νὰ ἀνακαλέσῃ τὰ ὅσα εἶπε τὸν Ιανουάριον τοῦ 1964 ἀπὸ τοῦ Ναοῦ τῆς Γεννήσεως τοῦ Σωτῆρος εἰς τὴν Βηθλεὲμ περὶ ἐπιστροφῆς τῶν ὀρθοδόξων εἰς τὴν μάνδραν τοῦ Βατικανοῦ. Οὐδεὶς ἀνέμενεν, ὅτι κατὰ τὴν συνάντησιν τῆς Ρώμης ὁ πάπας θὰ παρῃτεῖτο τοῦ πρωτείου ἐξουσίας καὶ θὰ ἐχώρει ἀποφασιστικῶς εἰς τὴν ὁδὸν τὴν ἄγουσαν εἰς τὴν ἀληθῆ ἕνωσιν τῶν Εκκλησιῶν. Καὶ ἐὰν ἀκόμη λάβουν χώραν χίλιαι παρόμοιαι συναντήσεις καὶ ἀνάλογοι ἐναγκαλισμοὶ τῶν προκαθημένων τῶν δύο Εκκλησιῶν, τὸ θέμα τῆς ἑνώσεως θὰ εὑρίσκεται εἰς τὸ αὐτὸ σημεῖον, ἐφ ὅσον τὸ Βατικανὸν δὲν παραιτεῖται τοῦ παπικοῦ πρωτείου καὶ ἀλαθήτου καὶ δὲν ἀποκηρύσσει γενικώτερον τὸν ὁρμαθὸν τῶν πλανῶν τοῦ παπισμοῦ. Περὶ αὐτοῦ πείθει καὶ ἁπλῆ ἀνάγνωσις τοῦ λόγου, τὸν ὁποῖον ἐξεφώνησεν ὁ ῥωμαῖος ποντίφηξ κατὰ τὴν συνάντησιν τῆς Ρώμης. Ωμίλησε περὶ πολλῶν, ἀπέφυγεν ὅμως ἐπιμελῶς νὰ θίξῃ τὸ πρωτεῖον, τὸ ἀλάθητον καὶ τὰς πλάνας του 31. Η «Καθολική», ἐξ ἀφορμῆς τῆς συναντήσεως τῆς Ρώμης, θέτουσα τὸ θέμα τῆς μυστηριακῆς κοινωνίας τῶν δύο Εκκλησιῶν, γράφει: «Εφ ὅσον τοιαύτη κοινωνία ἐπετράπη, ἕπεται, ὅτι οὐδὲν ἀληθῶς κώλυμα τὴν ἐμποδίζει καὶ ὅτι ἤδη ὑπερεπηδήθησαν τὰ δογματικὰ ἐμπόδια. Αρά γε ὁ Παῦλος ΣΤʹ καὶ ὁ Ἀθηναγόρας Αʹ θὰ πράξουν ποτὲ τὸ αὐτό, καθὼς πράττουν ἤδη πολλοὶ ἐκ τῶν ὑπ αὐτοὺς πιστῶν, ὅπερ εὔχονται ἀμφότεροι ἐξ ὅλης των τῆς καρδίας; Μήπως κατὰ τὴν προσεχῆ των συνάντησιν; Θὰ μᾶς ἀπαντήσῃ τὸ μέλλον» 32. Η «Καθολική», ὄργανον τῆς ἐν Ελλάδι Οὐνίας, πλανᾶται πλάνην δεινήν, ὅταν ἰσχυρίζεται, ὅτι «ὑπερεπηδήθησαν τὰ δογματικὰ ἐμπόδια» ὡς πρὸς τὴν ἐλευθέραν μυστηριακὴν κοινωνίαν ὀρθοδόξων καὶ καθολικῶν, ἐπειδὴ ὁ πάπας διὰ τῆς Βʹ Βατικανῆς συνόδου ἐπέτρεψε τοιαύτην κοινωνίαν, χάριν τῶν προσηλυτιστικῶν σκοπῶν τῆς Οὐνίας. Τὰ δογματικὰ ἐμπόδια ὑφίστανται εἰς τὸ ἀκέραιον, κωλύοντα πᾶσαν μυστηριακὴν κοινωνίαν, ὅσοι δὲ ἐκ τῶν ὀρθοδόξων κοινωνοῦν εἰς 18

ναοὺς ρωμαιοκαθολικῶν πίπτουν τραγικὰ θύματα τοῦ διαβρωτικοῦ ἔργου τῆς παπικῆς Οὐνίας. Πάντως, εἶναι λυπηρόν, ὅτι καὶ μετὰ τὴν συνάντησιν τῆς Ρώμης τοιαῦτα παραπλανητικὰ συνθήματα ἐξεπέμφθησαν ἐκ μέρους τῶν πρακτόρων τοῦ Βατικανοῦ. Ο διάλογος, λοιπόν, τῆς ἀγάπης μοναδικὸν σκοπὸν ἔχει τὴν παραπλάνησιν τῶν ὀρθοδόξων, ἀφοῦ, κατὰ τὴν ὁμολογίαν τῆς «Καθολικῆς», ἤδη πολλοὶ ἐκ τῆς ποίμνης τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρου κοινωνοῦν εἰς ρωμαιοκαθολικοὺς Ναούς 33. Ο θεολόγος Ιωάννης Καλτέκης, αὐτόπτης τῆς συναντήσεως τῶν δύο προκαθημένων εἰς Ιεροσόλυμα, παρατηρεῖ: «Προσωπικῶς δὲν συμμεριζόμεθα τὸν ἄκρατον καὶ ἀσυγκράτητον ἐνθουσιασμόν, ὁ ὁποῖος ἐπεκράτησεν εἰς ἐξωθεολογικοὺς κύκλους ἀνειδημόνων, εἰς τοὺς ὁποίους ἠκούοντο, μετὰ τὴν πραγματοποίησιν τῆς συναντήσεως Ρώμης καὶ Κων)πόλεως, ἄλλοτε μὲν ξεκαρδιστικαί, ἄλλοτε δὲ βάναυσοι σκέψεις διὰ τὸ θέμα τῆς ἑνώσεως τῶν δύο Εκκλησιῶν, ὡ ς ν ὰ ἐ π ρ ό κ ε ι τ ο π ε ρ ὶ π ο δ ο - σ φ α ι ρ ι κ ο ῦ ἀ γ ῶ ν ο ς... Ε ἰ ς τ ὴ ν Σ ύ ν ο δ ο ν, ε ἰ ς τ ὴ ν θ ε ο λ ο γ ι κ ὴ ν σ υ ζ ή τ η σ ι ν, θ ὰ γ ί ν ῃ ἡ π ρ α γ μ α τ ι κ ὴ σ υ ν ά ν τ η σ ι ς τ ῶ ν δ ύ ο Ε κ κ λ η σ ι ῶ ν κ α ὶ ο ὐ χ ὶ ε ἰ ς μ ί α ν δ ι α χ υ τ ι κ ὴ ν ὑ π ο δ ο χ ὴ ν τ ο ῦ ἑ ν ὸ ς ἢ τ ο ῦ ἄ λ λ ο υ Ε κ κ λ η σ ι α σ τ ι κ ο ῦ Ἀ ρ χ η γ ο ῦ... Εφ ὅσον θὰ ἀντιμετωπισθῇ ἡ ἕνωσις τῶν δύο Εκκλησιῶν εἰς ἕτερον ἐπίπεδον, ἐκτὸς τοῦ Θεολογικοῦ, εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθῇ μία προσωρινὴ καὶ ἐφήμερος συγκόλλησις, οὐδέποτε ὅμως μία πραγματικὴ ἕνωσις καὶ κοινωνία τῶν δύο Εκκλησιῶν» 34. (*) Ἀρχιμανδρίτου Σπυρίδωνος Σπ. Μπιλάλη, Ορθοδοξία καὶ Παπισμός, τ. Βʹ, σελ. 343-353, ἐκδ. «Ορθόδοξος Τύπος», Ἀθῆναι 1969. 11. Εφημερ. «Καθολική», ἀριθ. 1566/17.1.1968, σελ. 3. 12. Π. Γρηγορίου, Χρονικὸν συναντήσεως..., ἔνθ ἀνωτ., σελ. 14. Ιδὲ καὶ ἐφημερ. «L Osservatore Romano», 7-8.1.1964. 13. ( ) Χρυσοστόμου Βʹ, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, Τὰ Πεπραγμένα, ἀπὸ 15-7-1963 μέχρι 15-7-1964, σελ. 39, Ἀθῆναι, 1964. 14. ( ) Χρυσοστόμου Βʹ, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, ἔνθ ἄνωτ., σελ. 50. 15. Παρὰ ( ) Χρυσοστόμῳ Βʹ, Ἀρχιεπισκόπῳ Ἀθηνῶν, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 45 καὶ 46. 19

16. Παρὰ ( ) Χρυσοστόμῳ Βʹ, Ἀρχιεπισκόπῳ Ἀθηνῶν, Τὰ Πεπραγμένα, ἀπὸ 15-7- 1964 μέχρι 30-9-1965, σελ. 105, Ἀθῆναι, 1965. 17. Εφημερ. «Εθνος», 16.1.1964. 18. Εφημερ. «Εθνος», 7.1.1964. 19. Περιοδ. «Σωτήρ», 15.2.1964. 20. Παρὰ Ιω. Καλογήρου, Η Βʹ ἐν Βατικανῷ Γενικὴ Ρωμαιοκαθολικὴ Σύνοδος καὶ ἡ Οἰκουμενικὴ προσπάθεια αὐτῆς κατ ὀρθόδοξον θεώρησιν, σελ. 5, ὑποσημ. 3, Θεσ/ νίκη, 1965. 21. ( ) Χρυσοστόμου Βʹ, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν, Τὰ Πεπραγμένα, ἀπὸ 15-7-1963 μέχρι 15-7-1964, σελ. 40 καὶ 41, Ἀθῆναι, 1964. 22. Παρὰ ( ) Χρυσοστόμῳ Βʹ, Ἀρχιεπισκόπῳ Ἀθηνῶν, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 48. 23.Παρὰ Π. Ν. Τρεμπέλᾳ, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου Συνόδου ὑποχρεώσεις μας, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 71. Ιδὲ καὶ «Informations Catholiques Internationales», p. 4, Αὔγουστος, 1967. 24. Π. Ν. Τρεμπέλα, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου Συνόδου ὑποχρεώσεις μας, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 71 καὶ 72. 25. Πάπα Παύλου ΣΤʹ, Εγκύκλιος ἐπιστολὴ «Ecclesiam Suam», 6 Αὐγούστου 1964, ἔκδ. «Καλοῦ Τύπου», σελ. 6, Ἀθῆναι. 26.Παρὰ Ἀθηναγόρᾳ, Μητροπολίτῃ Θυατείρων, Ἀξιολόγησις τοῦ παπικοῦ πιστεύω καὶ τῶν σχέσεων Ορθοδοξίας καὶ Καθολικισμοῦ, ἔκδοσις πολυγραφημένη, σελ. 2, 3 καὶ 4, Birmingham, 1968. 27. Περιοδ. «Irénicon», No 2/1967, p. 237. 28. Παρὰ Π. Ν. Τρεμπέλᾳ, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου Συνόδου ὑποχρεώσεις μας, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 86. 29.Π. Ν. Τρεμπέλα, Αἱ μετὰ τὸ ἔργον τῆς Βατικανείου Συνόδου ὑποχρεώσεις μας, ἔνθ ἀνωτ., σελ. 89 καὶ 90. 30. Εφημερ. «Καθολική», ἀριθ. 1557/1.11.1967, σελ. 1. 31. Περιοδ. «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς», ἀριθ. 594-595 ιαʹ-ιβʹ, σελ. 410-415, Νοέμβριος- Δεκέμβριος, 1967. 32. Εφημερ. «Καθολική», άριθ. 1557/1.11.1967, σελ. 2. 33. Εφημερ. «Καθολική», ἀριθ. 1557/1.11.1967, σελ. 2. 34. Περιοδ. «Ἀνάπλασις», Περίοδος Γʹ, ἀριθ. 122/Φεβρουάριος 1964, σελ. 13. 20