9 Ιουνίου 2016 ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων και Εσπερινών Γενικών Λυκείων (Νέο & Παλιό Σύστημα) Α.1 Για όποιον εξετάζει το πολίτευμα, δηλαδή ποια είναι η ουσία του κάθε πολιτεύματος και ποια τα χαρακτηριστικά του, το πρώτο σχεδόν θέμα για διερεύνηση είναι να δει τι είναι άραγε το κράτος. Γιατί σήμερα υπάρχουν διαφορετικές γνώμες πάνω σ' αυτό το θέμα: άλλοι ισχυρίζονται ότι η πόλη έχει κάνει μια συγκεκριμένη πράξη, άλλοι όμως ισχυρίζονται ότι δεν την έχει κάνει η πόλη παρά μια συγκεκριμένη ολιγαρχική κυβέρνηση ή ένας συγκεκριμένος τύραννος εξάλλου, βλέπουμε ότι όλη η δραστηριότητα του πολιτικού και του νομοθέτη είναι σχετική με το κράτος, ενώ το πολίτευμα είναι ένας τρόπος οργάνωσης αυτών που ζουν στο συγκεκριμένο κράτος. Όμως, επειδή το κράτος ανήκει στην κατηγορία των συνθετών πραγμάτων, όπως όλα τα πράγματα που το καθένα τους είναι ένα όλο αλλά αποτελείται από πολλά μέρη, είναι φανερό ότι πρώτα πρέπει να ψάξουμε να βρούμε τι είναι ο πολίτης γιατί το κράτος είναι ένα σύνολο από πολίτες. Επομένως, πρέπει να ερευνήσουμε ποιον πρέπει να ονομάζουμε πολίτη και ποια είναι η ουσία της έννοιας πολίτης. Πράγματι, για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης διατυπώνονται πολλές φορές διαφορετικές μεταξύ τους γνώμες. Δηλαδή δεν υπάρχει ομοφωνία για το περιεχόμενο της λέξης πολίτης με άλλα λόγια κάποιος, ενώ είναι πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, συχνά δεν είναι πολίτης σε ένα ολιγαρχικό πολίτευμα. Β.1 Στο κείμενο εντοπίζονται ορισμένες φράσεις που αποδεικνύουν ότι ο Αριστοτέλης εξετάζει τελεολογικά την έννοια «πόλις» καθώς και τις άλλες μορφές κοινωνικής συνύπαρξης. Εξετάζει δηλαδή τα παραπάνω σε σχέση με τον σκοπό για τον οποίο υπάρχουν και τον οποίο προσπαθούν να επιτύχουν. Σύμφωνα με την τελεολογική αντίληψη του φιλόσοφου καθετί έχει δημιουργηθεί για να επιτελέσει έναν συγκεκριμένο σκοπό («τέλος») και να φτάσει στην τελείωση, την ολοκλήρωσή του. Έτσι και η πολιτική κοινωνία, όπως και κάθε κοινωνική 1
ομάδα, συστάθηκε και υπάρχει για να επιτύχει έναν σκοπό. Ο σκοπός μάλιστα της πολιτικής κοινωνίας είναι ο ανώτερος, η ευδαιμονία όλων των πολιτών της. Συνδέει στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης τον άνθρωπο-πολίτη («πάντες») με την πόλη, δηλαδή την επιδίωξη του αγαθού ως σκοπού όλων των ανθρώπων με την επιδίωξη του αγαθού ως σκοπού της πόλης. Συγκεκριμένα, σ αυτό το κείμενο το «τελικό αίτιο» υποδηλώνεται με τις εξής φράσεις: «πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν» και «πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται», δηλαδή όλες οι κοινωνίες έχουν συσταθεί για την επίτευξη ενός σκοπού, του αγαθού, «τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες», δηλαδή όλοι κάνουν τα πάντα για έναν σκοπό, το αγαθό. Β.2 Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, το περιεχόμενο της έννοιας «πολίτης» ρυθμίζεται ανάλογα με το πολίτευμα, καθώς διαφορετικά νοείται ο πολίτης σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα και διαφορετικά σε ένα ολιγαρχικό. Ποιος είναι πολίτης εξαρτάται από το πολίτευμα που ισχύει στην πόλη, γιατί πολίτης είναι αυτός που μετέχει στην άσκηση κάποιας εξουσίας. Επειδή όμως υπάρχουν διαφορετικά πολιτεύματα με διαφορετικά ποιοτικά γνωρίσματα, ο πολίτης ορίζεται ανάλογα με τα διαφορετικά γνωρίσματα του πολιτεύματος στης πόλης του. Έτσι μπορεί κανείς να είναι πολίτης σε δημοκρατικό πολίτευμα, όχι όμως και σε ολιγαρχικό ή τυραννικό. Όπως θα εξηγήσει στη συνέχεια του Γ βιβλίου των Πολιτικών, γίνεται κανείς πολίτης σύμφωνα με τον όρο, δηλαδή τη βάση που καθορίζει το είδος του πολιτεύματος. Η αρετή, ο πλούτος και η ελευθερία είναι οι όροι που διακρίνουν τα πολιτεύματα της αριστοκρατίας, της ολιγαρχίας και της δημοκρατίας αντίστοιχα και καθιστούν κάποιον πολίτη του πολιτεύματος αυτού. Για παράδειγμα, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα για να γίνει κανείς πολίτης χρειάζεται να είναι οπωσδήποτε ελεύθερος, σε ένα ολιγαρχικό να διαθέτει μια συγκεκριμένη ποσότητα πλούτου μαζί με την ελευθερία και στο αριστοκρατικό να είναι ευγενικής καταγωγής, ανδρείος και πεπαιδευμένος μαζί με την ελευθερία επίσης. Η ελευθερία είναι αναγκαία και επαρκής συνθήκη για να αποκτήσει κανείς την ιδιότητα του πολίτη στο δημοκρατικό πολίτευμα, ενώ στα άλλα πολιτεύματα είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής. Β.3 Στο πρωτότυπο κείμενο ο φιλόσοφος θεωρεί αναγκαίο να απαντηθεί: «τι είναι ο πολίτης». Τη μετάβαση αυτή τη δικαιολογεί με το επιχείρημα ότι η πόλη ανήκει στην κατηγορία των σύνθετων πραγμάτων, είναι δηλαδή ένα «όλον» αποτελούμενο από πολλά «μέρη». Με άλλα λόγια η «πόλη» είναι ένα «όλον», μέρος του οποίου είναι ο πολίτης. Η ταυτότητα της πόλης 2
συνθέτει στοιχεία φυσικά (τόπος και άνθρωποι) και στοιχεία πολιτικά (συνταγματική τάξη και πολιτειακή οργάνωση). Η σύνθεση των στοιχείων είναι οργανική και από αυτήν την άποψη η πόλη είναι ένα «όλον», δηλαδή ένα οργανικό σύνολο που έχει μορφή (παράγοντας οργανικής ενότητας των μερών) και τέλος (καθορισμένο σκοπό). Άρα, για να κατανοήσουμε το όλον, δηλαδή την πόλη, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το μέρος, δηλαδή τον πολίτη και τα χαρακτηριστικά του, αφού ο ρόλος του στην πολιτική τάξη είναι καθοριστικός. Παράλληλα, στo απόσπασμα από το μεταφρασμένο κείμενο ο Αριστοτέλης επιχειρεί να στηρίξει την άποψη του ότι «η πόλη ήρθε στην ύπαρξη εκ φύσεως» και, επομένως, ότι «ο άνθρωπος είναι ζῷον πολιτικόν». Αυτό το στηρίζει στη βασική ιδέα του, ότι δηλαδή «στην τάξη της φύσης η πόλη (δηλ. το όλον) προηγείται από την οικογένεια κι από τον καθένα μας ως άτομο (δηλ. τα μέρη)». Αρχικά, ξεκινά με τη διατύπωση της θέσης ότι στην τάξη της φύσης το όλον προηγείται του μέρους. Συγκεκριμένα με το ρήμα «προηγείται» δε θέλει να δώσει χρονική σημασία αλλά οντολογική, δηλαδή απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει το μέρος είναι να υπάρχει το όλον, δηλαδή η πόλις, γιατί μόνο μέσα σε αυτή τα μέρη, η οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο, πραγματώνουν τον σκοπό της ύπαρξής τους, το «τέλος» τους, ενώ έξω απ αυτήν τα μέρη μένουν ανολοκλήρωτα και αξιολογική ιεραρχικά, το όλον, δηλαδή η πόλη, ως ολοκληρωμένο σύνολο, βρίσκεται πιο ψηλά από το μέρος, δηλαδή την οικογένεια, το χωριό και το κάθε επιμέρους άτομο. Για να φτάσει σ αυτή την ιδέα ο Αριστοτέλης, ξεκινά από την εμπειρική παρατήρηση ότι «αν πάψει να υπάρχει το σώμα ως σύνολο, δε θα υπάρχει πια ούτε πόδι ούτε χέρι». Αυτή η παρατήρηση τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «το σώμα προηγείται, στην πραγματικότητα, από το χέρι ή το πόδι». Γενικεύοντας αυτό το συμπέρασμα φτάνει στη διατύπωση, «το όλον προηγείται του μέρους». Από αυτή τη διατύπωση καταλήγει στο γενικό συμπέρασμα ότι «στην τάξη της φύσης η πόλη προηγείται από την οικογένεια κι από τον καθένα μας ως άτομο». Η πόλη, επομένως, δεν είναι μόνο μια φυσική ύπαρξη. Στην πραγματικότητα η φύση δημιούργησε την «πόλη» ως προϋπόθεση για να υπάρξουν και οι άλλες μορφές κοινωνικής συμβίωσης. Αυτό σημαίνει ότι η φύση προόριζε τον άνθρωπο να ζήσει σε πόλη από τη στιγμή της «γένεσης» του. Και δεν μπορεί να νοηθεί άνθρωπος που ζει μεμονωμένα, αφού 3
μόνος του δεν μπορεί να είναι αυτάρκης και, επομένως, δεν μπορεί να υπάρχει λειτουργικά. Το άτομο που έχει απόλυτη αυτάρκεια, που αισθάνεται ότι μπορεί να ζει χωρίς να χρειάζεται κανέναν άλλο δίπλα του, θα είναι άνθρωπος μόνο στο όνομα στην πραγματικότητα θα είναι «ή ζώο η θεός», δηλαδή ή ον ανώτερο από τη φύση του ανθρώπου ή κατώτερο της. Β.4 Ο ορισμός του Σωκράτη: «τὸ τὰ αὑτοῦ πράττειν», με άλλα λόγια: ο καθένας οφείλει να πράττει για το κοινωνικό σύνολο εκείνο «εἰς ὃ αὐτοῦ ἡ φύσις ἐπιτηδειοτάτη πεφυκυῖα εἴη» (433a) μπορεί να είναι σωτήριος για μιαν επιχείρηση, αλλά σε μία κοινωνία ποιος, όσο σοφός και αδέκαστος κι αν είναι, και με ποια κριτήρια θα καθορίσει τι πρέπει να πράττει ο άλλος; Δεν αναιρείται η ισότητα όταν εφαρμοσθεί η αρχή αυτή; Για να κατανοήσουμε τη σκέψη του Πλάτωνα θα πρέπει να την εντάξουμε σε ένα παραδοσιακό πλαίσιο προβληματισμού που συμπεριλαμβάνει ακόμη και κοσμολογικές αντιλήψεις. Σύμφωνα με τον Ηράκλειτο (απ. 94), «Ἥλιος οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα εἰ δὲ μή, Ἐρινύες μιν Δίκης ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν». Ούτε ο ήλιος λοιπόν δεν μπορεί να υπερβεί τα όρια μέσα στα οποία κινείται. Αν τυχόν και τα υπερβεί, τότε οι Ερινύες, οι βοηθοί της Δικαιοσύνης (πρόσεξε τη χρήση του όρου επίκουρος και στην ιδεώδη πολιτεία επίκουροι ονομάζονται όσοι επιβλέπουν την επιβολή της τάξης) θα τον βρούν και θα τον επαναφέρουν στη τροχιά του. Ξεφεύγοντας από τα όριά του ο Ήλιος διαπράττει ὕβριν που τιμωρείται αυστηρά. Έτσι λοιπόν και ο άνθρωπος, για να μην διαπράττει αδικία, οφείλει να μην υπερβαίνει τα προσωπικά του όρια. Αν ο ίδιος δεν είναι σε θέση είτε από φιλαυτία είτε από ματαιοδοξία είτε από αδυναμία κρίσης να οριοθετήσει τον τομέα της δραστηριότητας του, τότε τουλάχιστον θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις του εμπειρότερου, του σοφότερου, του σωφρονέστερου. Δικαιοσύνη λοιπόν είναι ένα είδος αρμονίας των αντιμαχομένων τάσεων της ψυχής. Η αρμονία αυτή πηγάζει από το γνῶθι σαυτόν και τον συνακόλουθο αυτοπεριορισμό. Αν ο άνθρωπος διερευνήσει τον εαυτό του και αποδεχτεί τα όριά του, τότε η συμπεριφορά του απέναντι στους συνανθρώπους του, στην πόλη, στους θεούς, στη φύση είναι η ορθή. Από την άποψη αυτή στη δικαιοσύνη εμπεριέχονται και οι τρεις άλλες αρετές, η σοφία που διαβλέπει και εκτιμά το βάρος της προσωπικότητάς μας, η ανδρεία που έχει το θάρρος να 4
αποδεχθεί την εκτίμηση, και τέλος η σωφροσύνη που επιβάλλει τον αυτοέλεγχο. Β5. δρῶσιν φανερόν ὀνομαζομένη οἱ λέγοντες τῶν πάντων (τῶν συγκειμένων) Γ.1 Και είναι εύλογο εσείς να στηρίζετε την εξέχουσα θέση της πόλης από την ηγεμονία, για την οποία όλοι γενικά υπερηφανεύεστε, και να μην αποφεύγετε τους κόπους αλλιώς να επιδιώκετε τις τιμές ούτε να θεωρήσετε ότι αγωνίζεστε για ένα μόνο, τη δουλεία ή την ελευθερία, αλλά και για την στέρηση της ηγεμονίας και για τον κίνδυνο, για τα οποία γίνατε μισητοί κατά τη διάρκεια της εξουσίας σας ούτε είναι δυνατόν εσείς να απομακρυνθείτε πια από αυτήν, εάν κάποιος ενεργεί με γενναιότητα προτείνοντας αυτό εδώ από φόβο και διστακτικότητα ήδη έχετε την ηγεμονία σας ως τυραννίδα, την οποία φαίνεται μεν ότι είναι άδικο να λάβει κανείς και επικίνδυνο να αφήσει. Πολύ γρήγορα τέτοιοι άνθρωποι θα μπορούσαν να καταστρέψουν την πολιτεία τους αν έπειθαν κι άλλους κι αν κάπου αλλού ίδρυαν κράτος αυτόνομο. Γ.2 α. τιμῶ ἦρχθαι ἑνί ταῖσδε τυραννί εἰληφέναι ἀφιέναι 5
Γ.3 α) ἐμαυτῆς ᾤκουν ὑμᾶς: υποκείμενο στο απαρέμφατο βοηθεῖν βοηθεῖν: υποκείμενο στην απρόσωπη έκφραση εἰκός (ἐστί) και τελικό απαρέμφατο πόνους: αντικείμενο στο απαρέμφατο φεύγειν τυραννίδα: κατηγορούμενο του αντικειμένου (αὐτήν) εἶναι: υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα δοκεῖ και ειδικό απαρέμφατο πόλιν: αντικείμενο στο ρήμα ἀπολέσειαν ἄν Γ.3 β) «ᾧπερ... ἀγάλλεσθε»: δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική στον όρο τῷ τιμωμένῳ. «ἣν... εἶναι»: δευτερεύουσα αναφορική προσδιοριστική στον όρο τυραννίδα. 6