16 Ιουνίου 2015 ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελληνίων Εξετάσεων Ημερησίων Γενικών Λυκείων ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑ Α1 α. Σχολικό βιβλίο, σελ. 84-85: «Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τα ευρωπαϊκά κράτη». β. Σχολικό βιβλίο, σελ. 154: «Δόθηκε προτεραιότητα στην εγκατάσταση των προσφύγων έτσι εποικίζονταν παραμεθόριες περιοχές». γ. Σχολικό βιβλίο, σελ. 165: «Πριν ακόμη από την παροχή στέγης και εργασίας, καλλιεργούσαν το μίσος εναντίον τους». ΘΕΜΑ Α2 α. Λάθος β. Σωστό γ. Σωστό δ. Λάθος ε. Σωστό ΘΕΜΑ B1 Σχολικό βιβλίο, σελ. 49: «Το κόστος των Βαλκανικών πολέμων όταν ξέσπασε, το καλοκαίρι του 1914, ο Α Παγκόσμιος πόλεμος». ΘΕΜΑ Β2 Σχολικό βιβλίο, σελ. 249: «Λίγες μέρες πριν από τη ρωσική κατοχή της πόλης, και η περιοχή ξαναπέρασε στην κατοχή των Νεοτούρκων». 1
ΟΜΑ Α ΕΥΤΕΡΗ ΘΕΜΑ Γ1 α. Σχολικό βιβλίο, σελ. 153: «Η ελληνική κυβέρνηση, μπροστά στο τεράστιο έργο της περίθαλψης και αποκατάστασης των προσφύγων και του Υπουργείου Πρόνοιας και Αντιλήψεως» και Σχολικό βιβλίο, σελ. 155: «Η ΕΑΠ λειτούργησε μέχρι το τέλος του 1930 που είχε αναλάβει απέναντι στους πρόσφυγες». β. Σχολικό βιβλίο, σελ. 163: «Μεγάλο μέρος του έργου της αποκατάστασης έγινε αυτό δεν μειώνει τη σπουδαιότητα του συνολικού έργου που επιτεύχθηκε». Πρόλογος: Αναφορά στα κείμενο και το θέμα που παρουσιάζουν. Μεταβατική παράγραφος: Αναφορά στο μέγεθος των προσφύγων που κατέφθασαν στην Ελλάδα και στις δυσκολίες αποκατάστασης αυτών από το ελληνικό κράτος. Ενδεικτικά μπορεί να παρουσιαστεί το ακόλουθο χωρίο της ιστορικής αφήγησης σχολικό βιβλίο, σελ. 51: «η καταστροφή του 1922 μετέβαλε τα δεδομένα της ελληνικής κοινωνίας το ελληνικό κράτος υποχρεώθηκε σε μία νέα αρχή». Κύριος μέρος: α. Η ελληνική κυβέρνηση, όπως είναι γνωστό, μπροστά στο τεράστιο έργο της περίθαλψης και της αποκατάστασης των προσφύγων που έπρεπε να αναλάβει, ζήτησε την βοήθεια της Κοινωνίας των Εθνών (Κ.Τ.Ε.), η οποία υπήρξε πολύτιμος βοηθός του αγώνα για εγκατάσταση των προσφύγων, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο συντάκτης του δεύτερου κειμένου. Με πρωτοβουλία της Κοινωνίας των Εθνών, είναι γνωστό ότι ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1923 ένας αυτόνομος οργανισμός με πλήρη νομική υπόσταση, η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π.), με έδρα την Αθήνα, όπως επιβεβαιώνεται από τους συντάκτες των δύο κειμένων. Αναλυτικά στο πρώτο κείμενο αναφέρεται ότι η ίδρυση της Ε.Α.Π. έγινε σύμφωνα με το πρωτόκολλο της 28ης Σεπτεμβρίου της Γενεύης και ότι τη διοίκηση της Ε.Α.Π. ανέλαβαν δύο Έλληνες, διορισμένοι από την ελληνική κυβέρνηση, και δύο ξένοι, διορισμένοι από την Κ.Τ.Ε. Πρώτος πρόεδρος της επιτροπής ορίστηκε ο Henry Morgenthau (μέλος του Συμβουλίου του ιδρύματος Περιθάλψεως της Μέσης Ανατολής, πρώην πρεσβευτής των Η.Π.Α. στην Κωνσταντινούπολη) και μέλη της ήταν ο εκπρόσωπος της Τράπεζας της Αγγλίας John Campell και οι Στέφανος Δέλτας και Περικλής Αργυρόπουλος. Γνωστή βασική αποστολή της ήταν να εξασφαλίσει στους πρόσφυγες παραγωγική απασχόληση και οριστική στέγαση. Η ΕΑΠ λειτούργησε μέχρι το τέλος του 1930. 2
Με ειδική σύμβαση μεταβίβασε στο Ελληνικό Δημόσιο την περιουσία της, καθώς και τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει απέναντι στους πρόσφυγες. Η ελληνική κυβέρνηση, είναι γνωστό ότι αρχικά διέθεσε στην Ε.Α.Π. τις ιδιοκτησίες Τούρκων ανταλλαξίμων και των Βουλγάρων που εγκατέλειψαν την Ελλάδα, κτήματα του Δημοσίου, κτήματα που απαλλοτριώθηκαν με την αγροτική μεταρρύθμιση και μοναστηριακή γη που συνολικά ξεπερνούσαν τα 8.000.000 στρέμματα. Επίσης, διέθεσε το ποσό δύο δανείων, 1924 και 1928 που είχε συνάψει η ελληνική κυβέρνηση στο εξωτερικό, ύψους 12.300.000 λιρών, σύμφωνα με τον συντάκτη του δεύτερου κειμένου. Στο πρώτο δοθέν κείμενο ο συντάκτης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η ελληνική κυβέρνηση βρισκόταν σε μεγάλη ανάγκη για την σύναψη ενός δανείου, αλλά οι πιστωτές δεν εμπιστεύονταν το ελληνικό κράτος με αποτέλεσμα οι επίπονες, όπως τις χαρακτηρίζει, διαπραγματεύσεις να καταλήξουν στην απόφαση για την σύναψη δανείου, αλλά με δυσμενείς για την Ελλάδα όρους, τους οποίους δέχτηκε χωρίς δισταγμό κι αναβολή, εξαιτίας της κρισιμότητας της κατάστασης. Κάποια ακόμη γνωστά μέσα που διέθεσε η ελληνική κυβέρνηση στην Ε.Α.Π. ήταν οικόπεδα μέσα ή γύρω από τις πόλεις για την ανέγερση αστικών συνοικισμών και το τεχνικό και διοικητικό προσωπικό του Υπουργείου Γεωργίας και του Υπουργείου Προνοίας και Αντιλήψεως. β. Μεγάλο μέρος του έργου της αποκατάστασης, είναι γνωστό ότι έγινε από το 1924 έως το 1928 και σε αυτό καθοριστικό ρόλο έπαιξε η λειτουργία της ΕΑΠ, αφού ήταν ένας οργανισμός υπό διεθνή έλεγχο, όπως επιβεβαιώνεται και από τις πληροφορίες του δεύτερου κειμένου, και τη βοήθησε να είναι αποστασιοποιημένη από την ταραγμένη ελληνική πολιτική ζωή και ως εκ τούτου αποτελεσματικότερη. Η Ε.Α.Π., όπως ειπώθηκε ιδρύθηκε από την Κοινωνία των Εθνών (Κ.Τ.Ε.), γι αυτό ήταν αυτόνομη με πλήρη νομική υπόσταση και υπό διεθνή έλεγχο. Έτσι, η Κ.Τ.Ε. παρείχε στην Ε.Α.Π. δάνειο, τα κατάλληλα πρόσωπα, μορφωμένους τεχνικούς και οικονομολόγους και την υποστήριξή της, για να βοηθήσουν την Ελλάδα στο τεράστιο έργο της αποκαταστάσεως, όπως χαρακτηριστικά πληροφορούμαστε από τον συντάκτη του δεύτερου κειμένου. Βέβαια, για την υλοποίηση των προγραμμάτων της, είναι γνωστό ότι το ελληνικό κράτος της παραχώρησε τα υλικά μέσα και το ανθρώπινο δυναμικό. Η αυτονομία της Ε.Α.Π. σε συνδυασμό με την βοήθεια του ελληνικού κράτους είχε σαν αποτέλεσμα να ολοκληρωθεί το έργο της αποκατάστασης των προσφύγων μέσα σε 7 χρόνια (τέλη Νοεμβρίου 1923 τέλη 1930), σύμφωνα με τις πληροφορίες του δεύτερου κειμένου. Σύμφωνα με την διαπίστωση του συντάκτη του δεύτερου κειμένου δεν είχε υπάρξει κανένα παρόμοιο παράδειγμα μιας τόσο εκτεταμένης αποκαταστάσεως προσφύγων μέχρι τότε. 3
Ωστόσο, αν σε κάποιες περιπτώσεις το έργο των κατά τόπους επιτροπών της ΕΑΠ ή του κράτους γινόταν βιαστικά, εμπειρικά και πρόχειρα ή εξυπηρετούσε απλώς άμεσες ανάγκες και πολιτικές σκοπιμότητες, αυτό δεν μειώνει τη σπουδαιότητα του συνολικού έργου που επιτεύχθηκε, όπως είναι γνωστό. Επίλογος: Εν κατακλείδι, γίνεται αντιληπτή η σημασία της συμβολής και της αποτελεσματικότητας της Ε.Α.Π., αν συνυπολογιστούν οι αντικειμενικές δυσχέρειες που είχε να λάβει υπόψη της η Επιτροπή. Ο μεγάλος αριθμός των προσφύγων, η έντονη κινητικότητα αυτών με σκοπό να αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες για εγκατάσταση, αλλά και η διάσταση μεταξύ των αστικών ασχολιών που ασκούσαν στην πατρίδα τους και η αγροτική κατά βάση αποκατάστασή τους είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες εκείνους που αναδεικνύουν τη σημασία του έργου της Ε.Α.Π., αλλά και του κράτους, που έχει χαρακτηριστεί τιτάνιο. ΘΕΜΑ 1 α. Σχολικό βιβλίο, σελ. 89-90: «Οι εκσυγχρονιστές συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του κρητικού ηγέτη Ελευθερίου Βενιζέλου από μέλη της Εθνοσυνέλευσης» και Σχολικό βιβλίο, σελ. 93: «Σοβαρότερη από όλες αυτές τις ομάδες ήταν η Κοινωνιολογική Εταιρεία οι Κοινωνιολόγοι ίδρυσαν το Λαϊκό Κόμμα, με αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου». Μπορεί να γίνει αναφορά στην πρώτη εκλογική εμφάνιση της Κοινωνιολογικής Εταιρείας. β. Κριτική και συνδυαστική αξιοποίηση των πληροφοριών του σχολικού βιβλίου, σελ. 90-91: «Το πρώτο εξάμηνο του 1911 περισσότερο χρόνο για κοινοβουλευτικές συζητήσεις κ.λ.π.», σε σύγκριση με τις πληροφορίες της ιστορικής αφήγησης του σχολικού βιβλίου που παρουσιάστηκαν στο α. ερώτημα. Πρόλογος: Αναφορά στα κείμενα και στο θέμα τους. Μεταβατική παράγραφος: Παρουσίαση του πολιτικού κλίματος που επικρατούσε εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα: Τα δύο άλλοτε μεγάλα κόμματα, το Τρικουπικό και το Δηλιγιανικό δεν κατόρθωσαν να υλοποιήσουν το πρόγραμμά τους με αποτέλεσμα να συμβάλλουν στην κρίση της εμπιστοσύνης των ανθρώπων προς τα κόμματα συλλήβδην, αφού οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι θεσμοί και τα κόμματα δεν ήταν ικανά να υλοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Ωστόσο, τομή στην πολιτική ιστορία της χώρας υπήρξε το Στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί, το οποίο, αφού πέτυχε τις επιδιώξεις του διαλύθηκε και κάλεσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να αναλάβει τα ηνία της πολιτικής ζωής της χώρας μετά την εκλογική του νίκη τον Αύγουστο του 1910. 4
Κύριο μέρος: α. Όπως είναι γνωστό οι εκσυγχρονιστές συσπειρώθηκαν γύρω από το πρόσωπο του κρητικού ηγέτη Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος εξελέγη χωρίς να συμμετέχει στην προεκλογική αναμέτρηση. Η πρώτη δημόσια εμφάνιση του Βενιζέλου ως ελλαδίτη πολιτικού έγινε στις 5 Σεπτεμβρίου 1910 με μία ομιλία στην πλατεία Συντάγματος, όπως επιβεβαιώνεται και από τον συντάκτη του πρώτου κειμένου και αναλυτικότερα αναφέρει ότι εκφώνησε αυτή την ομιλία από το μπαλκόνι του «Grand Hôtel». Στην ομιλία αυτή είναι γνωστό ότι έκανε προγραμματικές δηλώσεις, με τις οποίες υποστήριξε μετριοπαθείς μεταρρυθμίσεις, εμφανιζόμενος ως «σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών» και όχι ως αρχηγός ενός νέου κόμματος, σύμφωνα με το σχόλιο του συντάκτη του πρώτου κειμένου. Γνωστός στόχος του Βενιζέλου ήταν ο εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος, και συγκεκριμένα στον τεχνικό τομέα, σύμφωνα με τις πληροφορίες του πρώτου κειμένου με την εξισορρόπηση των συμφερόντων όλων των κοινωνικών στρωμάτων, το οποίο επιβεβαιώνεται από τον Hering, σχολιάζοντας μάλιστα ότι αυτός ο στόχος εντυπωσίασε το κοινό. Βασικές γνωστές θέσεις του προγράμματός του ήταν η κοινωνική γαλήνη, η ελάφρυνση των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, το οποίο επιβεβαιώνεται και από τον συντάκτη του πρώτου κειμένου, ο εκσυγχρονισμός του κρατικού μηχανισμού, με σκοπό την αποτελεσματικότερη λειτουργία του και στρατιωτικοί εξοπλισμοί για την πραγματοποίηση των εθνικών διεκδικήσεων. Επίσης, παρά την πίεση των οπαδών του, υποστήριξε την αναθεώρηση του υπάρχοντος συντάγματος και όχι την ψήφιση νέου, όπως επιβεβαιώνεται και από τις πληροφορίες του πρώτου κειμένου. Πολιτειακό ζήτημα δεν έθεσε, όπως είναι γνωστό. Αρκούσε η αναθεώρηση του συντάγματος για να εκσυγχρονιστεί τεχνικά το σύστημα, όπως επεσήμανε ο Βενιζέλος στην ομιλία του που αναφέρεται στο πρώτο κείμενο. Επιπρόσθετα στο πρώτο κείμενο παρουσιάζονται οι λόγοι για τους οποίους δεν έθεσε πολιτειακό ζήτημα, αφού υποστήριξε ότι η δημοκρατία με τον βασιλιά ως αρχηγό του κράτους ταιριάζει απόλυτα στην πολιτική μόρφωση των Ελλήνων και εξυπηρετεί αποτελεσματικότερα τα εδαφικά συμφέροντα της Ελλάδας. Προανήγγειλε την ίδρυση ενός κόμματος αρχών, το οποίο, όπως είναι γνωστό, θα ήταν φορέας των μεταρρυθμίσεων. Το κόμμα ιδρύθηκε και τυπικά στις 22 Αυγούστου 1910, από μέλη της Εθνοσυνέλευσης. Από την άλλη πλευρά, η «Κοινωνιολογική Εταιρεία» είναι γνωστό ότι υπήρξε η σοβαρότερη από όλες τις αριστερές ομάδες, η οποία ξεκίνησε ως αριστερός μεταρρυθμιστικός σύνδεσμος, με στόχο να προπαγανδίσει πολιτικές θέσεις και στη συνέχεια να ιδρύσει κόμμα. Επιζητούσε για όλα τα μέλη της κοινωνίας ισότητα ευκαιριών, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και διανομή των αγαθών ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός. Για την υλοποίηση αυτών των θέσεων ο Hering αναφέρει ότι οι Κοινωνιολόγοι παρουσίασαν ένα εκτενές πρόγραμμα που αφορούσε μέτρα φορολογικής πολιτικής, νόμους προστασίας της εργασίας, βελτίωση του νομικού καθεστώτος για τους ενοικιαστές γης στη Θεσσαλία και εύνοια των συνεταιρισμών. Ο Hering επιπρόσθετα παρουσιάζει ότι οι Κοινωνιολόγοι υποστήριζαν τον εκσυγχρονισμό της διοίκησης, επιδιώκοντας την αποδέσμευσή της από την επιρροή των πολιτικών και την 5
στελέχωση του δημοσίου με ικανούς υπαλλήλους που θα αξιοποιούν τα μέσα της τεχνικής προόδου. Αυτές οι θέσεις είναι γνωστό ότι θα μπορούσαν να υλοποιηθούν με τη σταδιακή αναμόρφωση του οικονομίας και τη συνταγματική μεταβολή, αν και οι απόψεις τους για το πολιτικό σύστημα ήταν πολύ συγκρατημένες, σύμφωνα με το σχόλιο του συντάκτη του δεύτερου κειμένου. Επιπλέον, στο δεύτερο κείμενο αναφέρεται ότι υποστήριζαν την καλύτερη διασφάλιση της τοπικής αυτοδιοίκησης και την δέουσα εκπροσώπηση των πολιτικών μειοψηφιών στη βουλή, ώστε να διευρυνθούν οι δυνατότητες συμμετοχής των πολιτών. Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι έπρεπε, όπως είναι γνωστό, να οργανωθούν οι εργάτες σε επαγγελματικές ενώσεις και να ιδρύσουν κόμμα. Πράγματι, στα μέσα του 1910 οι Κοινωνιολόγοι ίδρυσαν το «Λαϊκό Κόμμα», με αρχηγό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Ως Λαϊκό Κόμμα, υποστήριξαν το εκλογικό δικαίωμα για την γυναίκα με στόχο την πολιτική ισότητα και συμβιβάστηκαν με την δεκάωρη ημερήσια εργασία, ώστε να μην πληγεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών βιοτεχνιών, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Hering στο δεύτερο κείμενο. β. Το πρώτο εξάμηνο του 1911 είναι γνωστό ότι ψηφίστηκαν από τη Βουλή 53 τροποποιήσεις μη θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματος, αφού ο Βενιζέλος εφάρμοσε την βασική του θέση για αναθεώρηση του υπάρχοντος συντάγματος και όχι την ψήφιση νέου. Ο Βενιζέλος υποστήριζε ότι οι τροποποιήσεις σχετίζονται με την ακρίβεια των διατυπώσεων των άρθρων και στόχευε στην αποτελεσματικότερη εφαρμογή του συντάγματος, σύμφωνα με τον Hering στο πρώτο κείμενο. Κυρίαρχος στόχος της αναθεώρησης ήταν, σύμφωνα με τον Βακαλόπουλο, ο εκσυγχρονισμός του κράτους και η συνειδητοποίηση της έννοιας του δικαίου και του νόμου από τον κόσμο. Δεν έγιναν ριζικές αλλαγές, όπως είναι γνωστό, αλλά αντίθετα ενισχύθηκε η θέση της μοναρχίας και επετράπη στον βασιλιά, παρά την συνταγματική απαγόρευση να συμμετάσχει στην διαδικασία της αναθεώρησης. Συνεπώς ο Βενιζέλος όχι μόνο δεν αναζήτησε την πολιτειακή τροποποίηση, αλλά ενίσχυσε την μοναρχία, σε αντίθεση με τη θέση των Κοινωνιολόγων για συνταγματική μεταβολή. Οι σπουδαιότερες γνωστές τροποποιήσεις αφορούσαν την διασφάλιση της διάκρισης των εξουσιών, το ασυμβίβαστο της στρατιωτικής και δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας αφ ενός και του βουλευτικού αξιώματος αφ ετέρου και τη μονιμότητα των δικαστικών και των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και του συμβουλίου της επικράτειας, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Βακαλόπουλου που επιβεβαιώνουν και συμπληρώνουν τα παραπάνω. Οι παραπάνω τροποποιήσεις εκπορεύτηκαν από τη βασική θέση του Βενιζέλου για εκσυγχρονισμό του κρατικού μηχανισμού, όπως αποδεικνύεται και από αντίστοιχους νόμους που ψήφισε. Εκτός από τη θέση του Βενιζέλου οι προαναφερθείσες τροποποιήσεις ικανοποιούσαν και τις αντίστοιχες θέσεις των Κοινωνιολόγων, όπως επιβεβαιώνεται και από τις πληροφορίες του δεύτερου κειμένου. Η κυβέρνηση του Βενιζέλου ψήφισε επίσης 337 νέους νόμους, οι οποίοι εισήγαγαν μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν όλο το φάσμα του δημόσιου και ιδιωτικού βίου, όπως εξάλλου είναι γνωστό, στοχεύοντας να εξυγιάνει τους πολιτικούς και κοινωνικούς, θεσμούς, 6
όπως συμπληρώνει ο συντάκτης του τρίτου κειμένου. Η ψήφιση αυτών των νόμων αποδεικνύει, σύμφωνα με τον σχολιασμό του Βακαλόπουλου, την διορατικότητα του αληθινού κυβερνήτη που προέβλεψε την έγκαιρη λύση των κοινωνικών προβλημάτων και απέτρεψε την απειλή θυελλών. Αρχικά είναι γνωστό ότι ψηφίστηκε ο νόμος για τον διορισμό των δημοσίων υπαλλήλων με δημόσιους διαγωνισμούς. Με αυτόν τον νόμο ο Βενιζέλος στοχεύει στην κοινωνική γαλήνη και στον εκσυγχρονισμό του κρατικού μηχανισμού. Σύμφωνοι ήταν και οι Κοινωνιολόγοι, οι οποίοι στόχευαν, όπως είναι γνωστό, στην ισότητα των ευκαιριών για τα μέλη της κοινωνίας και επιδίωκαν, όπως και οι Φιλελεύθεροι, να εκσυγχρονίσουν το κράτος και τνα επιτύχουν την αποτελεσματικότητά του, αποκεντρώνοντάς την και αποκλείοντας την άμεση επιρροή των πολιτικών. Έτσι, οι δημόσιοι υπάλληλοι θα είχαν μεγαλύτερα προσόντα και θα ήταν ικανοί να αξιοποιούν την τεχνική εμπειρία των οργανωμένων κρατών. Δεύτερον, είναι γνωστή η καθιέρωση κανονισμών εργασίας σε βιοτεχνίες και βιομηχανίες, αν και το εργατικό ζήτημα δεν είχε ακόμη προβληθεί με ένταση, όπως σχολιάζει ο συντάκτης του τρίτου κειμένου. Σύμφωνα με τον συντάκτη του δεύτερου κειμένου και οι Κοινωνιολόγοι είχαν παρουσιάσει νόμους για την προστασία της εργασίας. Τρίτον, ο Βενιζέλος ψήφισε, όπως είναι γνωστό, νόμο για τη διανομή γης στην Θεσσαλία, διανέμοντας 300.000 στρέμματα σε 4.000 οικογένειες καλλιεργητών της Θεσσαλίας, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παραθέτει ο Βακαλόπουλος. Στο δεύτερο κείμενο ο Hering παρουσιάζει ταύτιση με τις θέσεις των Κοινωνιολόγων, αφού υποστήριζαν την βελτίωση του νομικού καθεστώτος για τους ενοικιαστές της θεσσαλικής γης και εύνοια των παραγωγικών συνεταιριστών. Οι δύο παραπάνω νόμοι αποτελούν μία ακόμη προσπάθεια για την πραγμάτωση των θέσεων του Βενιζέλου για κοινωνική γαλήνη και ελάφρυνση των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων. Σύμφωνα με τον συντάκτη του δεύτερου κειμένου, οι Κοινωνιολόγοι πρότειναν φορολογικά μέτρα στα πλαίσια ενός εκτενούς προγράμματος κοινωνικής πολιτικής. Επίσης, είναι γνωστός ο νόμος για την αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης και συγκεκριμένα την καλύτερη διασφάλιση αυτής από τους Κοινωνιολόγους, σύμφωνα με τις πληροφορίες του δεύτερου κειμένου. Ένας ακόμη γνωστός νόμος που ψήφισε η κυβέρνηση του Βενιζέλου ήταν η βελτίωση της διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης. Οι δύο παραπάνω νόμοι στόχευαν στην υλοποίηση της βασικής θέσης του Βενιζέλου για εκσυγχρονισμό του κρατικού μηχανισμού. Τέλος, είναι γνωστή η ψήφιση του νόμου για την αναθεώρηση του κανονισμού της Βουλής, με σκοπό να διαθέτουν οι υπουργοί περισσότερο χρόνο για τις κοινοβουλευτικές συζητήσεις κ.λ.π.. Οι Κοινωνιολόγοι από την πλευρά τους επεδίωκαν την μεγαλύτερη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική, γι αυτό ζητούσαν να εκπροσωπούνται και οι πολιτικές μειοψηφίες στη Βουλή, σύμφωνα με τις πληροφορίες του δεύτερου κειμένου. Επίλογος: Το μεταρρυθμιστικό έργο του Βενιζέλου και οι θέσεις του βρήκαν σύμφωνους τους Κοινωνιολόγους, οι οποίοι έχοντας ιδρύσει το Λαϊκό Κόμμα παρείχαν κριτική υποστήριξη στους Φιλελευθέρους και στήριξαν το μεταρρυθμιστικό τους έργο. Οι καινοτομίες που εισήγαγε ο Βενιζέλος γέννησαν την ελπίδα του κόσμου για την επίλυση σημαντικών κοινωνικών προβλημάτων, όπως φάνηκε από την συντριπτική εκλογή νίκη των Φιλελευθέρων στις επόμενος εκλογές, του Μαρτίου του 1912. 7