Εφετείο Πειραιώς: 1119/1987 Πηγή: Νοµολογία Πειραϊκών ικαστηρίων 1987 σελ. 221

Σχετικά έγγραφα
Εφετείο Αθηνών 11116/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σ ΕΑΕ 2000, σελ. 959

Άρειος Πάγος: 1486/1995 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 4 (1996) σελ. 415, Ε.Ε..56/97, σ.325,.ε.ν. 52/96, σ. 238

Εφετείο Αθηνών: 3553/1994 Πηγή: ΕΕργ / Τοµ.55 ος 1996, σελ. 273

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ

Εφετείο Πειραιά: 1253/88 Πηγή: Ε.Ν.. 19/1991, σελ. 106

Πολυµελές Πρωτοδικείο Πειραιώς 230/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σελ. 38,.Ε.Ε. 6/96, σελ. 637

ικαστής: κ. Μ. ΙΩΑΚΕΙΜ (πρόεδρος Πρωτοδικών) ικηγόροι: κ.κ. Κ. Λιασίδης, Α. Πασιπουλαρίδης, Κ. Καταβάτης, Μ. Σωτηροπούλου

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 1269/92 Πηγή: Ε.Ν. 21/93 σελ. 396

Αρείου Πάγου 1185/1993 (Τµ. Β') Πηγή: Ε.Ε.. 54/95, σ.231,.ε.ν.52/96, σ.237&238

ιατάξεις: άρθρα 2, 3 (παρ. 1), 6, 7 (παρ. 2) Ν. 1792/1988 (Σύµβαση Ρώµης), 25 ΑΚ, 1, 3, 5 (παρ. 1) ΑΝ 3276/1944, 83, 105 ΚΙΝ, Ν 551/1915

Εφετείο Πειραιώς: 1166/1996 Πηγή: Νοµικό Βήµα, σελ. 814, τοµ. 45/97

Περίληψη: Ο ναυτικός που υπέστη από εργατικό ατύχηµα ανικανότητα, έχει δικαίωµα να εγείρει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει πλήρη

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 1014/1996 Πηγή: Επιθ.Εργ. ικ. 56/97 σ. 570,.Ε.Ν 54/98 σ. 952,.Ε.Ε. 4/97, σ. 397

Άρειος Πάγος: 26/1995, Ολοµ. Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ.459,.ε.ν. 52/96, σ. 237, Νο.Β. 44/96, σ. 198

Εφετείου Πειραιώς 1112/1992, Απόφαση ικαστηρίου

ποσού της χρηµατικής ικανοποίησης, το συντρέχον πταίσµα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Με βάση τον ορισμό του «εργατικού ατυχήματος» όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του Ν. 551/15, όπως έχει κωδικοποιηθεί και τροποποιηθεί μέχρι και σήμερα,

Εφετείου Πειραιά: 501/2001 Πηγή: Ε.Ν.. 29/01 σελ.437

Εφετείο Πειραιά: 958/92 Πηγή: Ε.Ν.. 21/93 σελ. 71

Εφετείο Πειραιώς: 94/2002 Πηγή: Ε.Ν.. 30/2002 σελ. 286

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

Αρείου Πάγου 197/1994 (Τµ. Β') Πηγή: Ε.Ε.. 54/95, σ. 726,.Ε.Ν. 52/96, σ. 239

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Εφετείο Θεσσαλονίκης: 2591/1995 Πηγή: ΕΕργ / Τοµ.55 ος 1996, σελ. 967


2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 27/1995 Πηγή: ΕΕ 1 (1996) σελ. 76

Α Π Ο Φ Α Σ Η 15/2017

Μον. Πρωτ. Πειραιώς: 1672/93 (Ασφ.µ.) Πηγή: Νοµικό Βήµα Τόµος 43/95, σελ. 573

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/7418-1/

Εργατικό Ατύχημα και αποζημίωση

Αριθµός απόφασης 135/2013 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ Ε ΕΣΣΑΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αρείου Πάγου 58/2009 Πηγή: ΕΑΕΔ 532/2011, σελ. 330

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Α Π Ο Φ Α Σ Η 36/2017

Αριθμός απόφασης 226/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Εφετείο Πειραιώς: 203/02 Πηγή: ΕΕΜΠ 2003 σελ. 391

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΜΕΤΡΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Εφετείο Θεσσαλονίκης: 3788/1997 Πηγή: Αρµενόπουλος 1998, σελ. 196

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 42/1994 Πηγή: Ε.Ν.. 22/1994, σελ. 217

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΕφΠειρ 301/2001

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 111/2003 Πηγή: Αρµενόπουλος 11/03 σελ. 1648

Πηγή: ΕΕΔ Τόμος 73/2014, Σελ. 460

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 177/2014

Ασφάλισης κατά την περίοδο της ασθένειας

Α Π Ο Φ Α Σ Η 74/2017

ΓΝΩΜΟ ΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

ΑΠΟΦΑΣΗ 1202/2016 Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής: 1484/ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Θέμα : Αστική ευθύνη Δήμου. Μείωση αξίας ακινήτου από ανέγερση οικοδομής σε επαφή με κοινό όριο

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 4963/1997 Πηγή: ΕΕ 2/1998, σελ. 204

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Προεδρικό ιάταγµα 456/1984 «Αστικός Κώδικας και Εισαγωγικός του Νόµος» (ΦΕΚ Α' 164/ ) ΕΚΑΤΟ ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Εφετείο Πειραιά: 89/93 Πηγή: Ε.Ν. 22/94 σελ. 158

Εφετείο Αθηνών: 4714/1996* Πηγή: Αρχείο Νοµολογίας ΜΘ'/98, σελ.187

Παροχή Προστασίας Ασφαλίστρου

Εφετείο Πειραιώς: 1201/1995 Πηγή: Ε.Ε.. 55/96, σ.970.ε.ε.2/96, σ.195

Απόφαση ικαστηρίου. Πρόεδρος: κ.. ΜΠΟΥΖΟΥΛΑΣ Εισηγητής: κ. Ι. ΚΟΡΟΤΖΗΣ ικηγόροι: κ.κ. Γ. Γεωργιάδης, Θ. Σταυριανός, Κ.-Ε.

Από την 7/11 πράξη τακτοποίησης και αναλογισµού, προκύπτουν τα εξής: α/α ιδιοκτησίας (ΚΑΕΚ) Υποχρεώσεις τρίτων προς ιδιοκτησία 1 ( )

Μονομελές Εφετείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 1437/2014

Εφετείο Θεσσαλονίκης: 2209/1999 Πηγή: Αρµενόπουλος 1999, σελ. 1238

4109/2008 ΕΦ ΑΘ. ΕφΑθ 4109/2008. Εισ.: Μαρία Γεωργίου (Πρ.: Γ. Αδαμόπουλος)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 108/2017

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/7335-1/

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Δικαστής ο Εφέτης κ. Παναγιώτης Μπολτέτσος Δικηγόροι οι κ.κ. Γ. Δημόπουλος, Θ. Σαρατσιώτης η κυρία Θεοδώρα Κόλλια- Κορογιάννου

του. λόγω κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δυνάμει της ως άνω δικαστικής αποφάσεως. Επ αυτού εκθέτω τα ακόλουθα:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Σχέδιο Νόμου Μέρος Α Άρθρο 1 Σύσταση ενεχύρου στις περιπτώσεις των νόμων 3213/2003, 3691/2008, 4022/2011, 2960/2001 και των υπόχρεων του νόμου

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ Από το 30 ο Πρακτικό της συνεδρίασης της Οικονοµικής Επιτροπής του ήµου ράµας Την

Συµβούλιο της Επικρατείας: 4003/1992 (τµ. Α ) Πηγή: Ε..Κ.Α. ΛΕ' 1993, σ. 244

Μονοµελές Πρωτοδικείο Θεσ/νίκης: 15260/97 Πηγή:.Ε.Ν. 53/1997 τεύχος 1275, σελ. 1034

ΜΟΝΟΜ. ΠΡΩΤ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ: 81/1994 Πηγή: Ε.Ν.. 22/94 σελ. 151

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

Εφετείο Πειραιώς: 598/2002 Πηγή: Ε.Ν.. 30/01 σελ. 377

Σε περίπτωση ατυχήµατος που έγινε έπειτα από βίαιο συµβάν κατά την παροχή εξαρτηµένης

Αριθμός 95/2013 ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ

Transcript:

Εφετείο Πειραιώς: 1119/1987 Πηγή: Νοµολογία Πειραϊκών ικαστηρίων 1987 σελ. 221 Ναυτεργατικό ατύχηµα. Όροι ασφαλείας των εργαζοµένων στο πλοίο Παράβασή τους Συντρέχον πταίσµα του παθόντα ιαρκής ανικανότητα προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλµατος Αποζηµίωση του παθόντα Υπολογισµός της Μισθοί ασθενείας Υπολογισµός τους Χρηµατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 3 του ν. 551/1915, ο δικαστής έχει δικαίωµα να µειώσει την κατά την παρ. 3 του ιδίου άρθρου αποζηµίωση, όχι κάτω από το µισό, αν το ατύχηµα επήλθε από αµέλεια του παθόντα, που υπάρχει µόνο σε περίπτωση αδικαιολόγητης, κατά την κρίση του δικαστή, παράβασης διατάξεων ισχυόντων νόµων ή διαταγµάτων ή κανονισµών για τους όρους ασφαλείας. Σε περίπτωση όµως, που ασκείται η αγωγή του κοινού αστικού δικαίου, η µείωση µπορεί να γίνει και µε εφαρµογή της διάταξης του άρθρου 300 ΑΚ. Πρόεδρος: Κ. Κωστόπουλος Εισηγητής: Π. Κωστάκης ικηγόροι: Αικ. Πλουµίδου, Β. Μακρής, Ν. Μπαλταζάνης Επειδή από το άρθρο 16 του από 24.7/25.8.1920 β.δ/τος «περί κωδικοποιήσεως των νόµων περί ευθύνης προς αποζηµίωσιν των εξ ατυχήµατος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων» προκύπτει ότι ο παθών από εργατικό ατύχηµα µπορεί ν ασκήσει την αγωγή του αστικού δικαίου µόνον όταν το ατύχηµα µπορεί ν ασκήσει την αγωγή του αστικού δικαίου µόνον όταν το ατύχηµα µπορεί ν αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προσώπων που προστήθηκαν από αυτόν ή αν επήλθε σε εργασία ή επιχείρηση από τη µη τήρηση διατάξεων που περιέχονται σε νόµους ή διατάγµατα ή κανονισµούς που εκδόθηκαν από την αρµόδια ηµόσια Αρχή ή από τον κύριο της επιχειρήσεως και επικυρώθηκαν από την Αρχή, οι οποίες εδικά προβλέπουν τους όρους ασφαλείας των εργαζοµένων, που η τήρησή τους επιβάλλεται στον εργοδότη. Εξάλλου κατά τις διατάξεις των άρθρων 29 παρ. 1, 32 παρ. 2, 36 εδ. β, 52 παρ. 3 εδ. α και 117 του Κανονισµού Εργασίας επί φορτηγών πλοίων, που εγκρίθηκε και τέθηκε σε εφαρµογή µε το άρθρο µόνο β.δ. 806/30-11/16.12.1970: α) «Ο υποπλοίαρχος κατανέµει το προσωπικόν καταστρώµατος και το προσωπικόν των υπηρεσιών τροφοδοσίας, διαµερισµάτων και µαγειρείου εις τας διαφόρους εργασίας και είναι υπεύθυνος δια την συµπεριφοράν, εµφάνισιν, διαγωγήν, πειθαρχίαν, και καλήν εν γένει διοίκησιν αυτού». β) «Ο υποπλοίαρχος ενεργεί καθ εκάστην επιθεώρησιν του σκάφους εσωτερικώς και εξωτερικώς και βεβαιούται ότι τα πάντα είναι εν τάξει και ότι τηρούνται τα ενδεικνυόµενα µέτρα προστασίας των εργαζοµένων και των επιβαινόντων εν γένει του πλοίου (εξ ολισθήσεων, καταπτώσεων, τραυµατισµών, αναθυµιάσεων δηλητηριωδών αερίων, ηλεκτρικών εκκενώσεων κλπ.)». γ) Ο υποπλοίαρχος «επικειµένου του απόπλου επιµελείται του ασφαλούς κλεισίµατος των στεγανών θυρών και ανοιγµάτων των κυτών, της διευθετήσεως φορτωτήρων, ανεµοδόχων, εξαεριστήρων, ως και της στερεώσεως των αγκυρών και των επί του καταστρώµατος παντοειδών αντικειµένων και ειδών εξαρτισµού». δ) Ο υποπλοίαρχος κατά την διάρκεια του πλου «απαγορεύει το άνοιγµα των θυρίδων, παραφωτίδων, αναφωτίδων και κυτών άνευ αδείας του». ε) Ο ναύκληρος «κατενέµει κατά τας οδηγίας του υποπλοιάρχου το κατώτερον προσωπικόν καταστρώµατος εις τας ειδικάς εργασίας, ας οφείλει να εκτελέση εις έκαστος και καθοδηγεί τούτο, ώστε η εργασία να εκτελήται καλώς, ταχέως, συµφώνως προς τους υπό των οικείων διατάξεων ή της ναυτικής εµπειρίας επιβαλλοµένους κανόνας προστασίας της ζωής και της ακεραιότητος των επιβαινόντων του πλοίου και µε πάσαν δυνατήν οικονοµίαν». στ) Οι διηρηµένοι εις τας γενικάς εργασίας σκάφους άνδρες εργάζονται υπό την επίβλεψιν του ναυκλήρου εις καθαρισµούς, λιπάνσεις, αποσκωριάσεις και χρωµατισµούς δεξαµενών, διπυθµένων, διαµερισµάτων του σκάφους, εις προετοιµασίαν των κυτών ή δεξαµενών δια φόρτωσιν ή εκφόρτωσιν, ευθέτησιν εξαρτίων, σχοινιών και συρµατοσχοίνων, αµατίσεις (µατίσµατα) τούτων, ευθέτησιν των αποθηκών υλικών συντηρήσεως σκάφους και των κυτών προς πρόληψιν µετατοπίσεως, αναµίξεως, βλάβης, φθοράς ή κλοπής του φορτίου, ή πυρκαγιάς και εις πάσαν άλλην εργασίαν

οριζοµένην υπό του υποπλοιάρχου και αναγοµένην κατά την κοινήν ναυτικήν αντίληψιν εις την ειδικότητά του, ραφήν και επισκευήν οθονίων καλυµµάτων (µουσαµάδων), σχοινοπλοκίαν, κατασκευήν παραβληµάτων (στρωµάτσα), εχµάτων (µπόγοι), αγκυλών (γάσες), αρτανών (σαµπάνια) κλπ.». Οι διατάξεις αυτές δεν αποβλέπουν µόνο στον καθορισµό των καθηκόντων του υποπλοιάρχου του ναυκλήρου και των µελών του πληρώµατος, αλλά συγχρόνως στην εκτέλεση της εργασίας από το κατάλληλο και µε επαρκείς γνώσεις µέλος του πληρώµατος υπό τις οδηγίες και την εποπτεία του ανώτερου κατά βαθµό και κατά τεκµήριο µε τις περισσότερες γνώσεις και ικανότητες µέλους, ώστε κάθε εργασία να εκτελείται µε το σωστό τρόπο και µε ασφάλεια για τα µέλη του προσωπικού, που απασχολούνται στις διάφορες εργασίες και γενικώτερα για το πλοίο. Θεσπίζονται δηλαδή µε τις διατάξεις αυτές και όροι ασφαλείας των εργαζοµένων στις διάφορες εργασίες του πλοίου, σε περίπτωση δε ατυχήµατος από τη µη τήρησή τους ο παθών έχει το δικαίωµα ν ασκήσει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου (πρβλ. ΑΠ 317/1982 ΕΝ 11, 176 ΕφΠειρ 885/1986 αδηµ.). Όπως δε προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 4 εδ. α, β και γ του ν. 551/1915, ο οποίος κωδικοποιήθηκε µε το β.δ. της 24.7/25.8.1920, διατηρήθηκε σε ισχύ µε το άρθρο 38 ΕισΝΑΚ και εφαρµόζεται κατά τα άρθρα 1 εδ. β και 66 του ΚΙΝ (ν. 3816/1958), ο δικαστής έχει δικαίωµα να µειώσει την κατά την παρ. 3 του ίδιου άρθρου αποζηµίωση, όχι κάτω από το ήµισυ, αν το ατύχηµα επήλθε από αµέλεια του παθόντος, που υπάρχει µόνο σε περίπτωση αδικαιολόγητης κατά την κρίση του δικαστή παραβάσεως διατάξεων ισχυόντων νόµων ή διαταγµάτων ή κανονισµών για τους όρους ασφαλείας (πρβλ. ΑΠ 614/1971 ΝοΒ 20, 67 ΑΠ 1026/1980 ΕΝ 9, 369). Σε περίπτωση, όµως, ασκήσεως της αγωγής του κοινού Αστικού δικαίου, η µείωση µπορεί να γίνει και µε εφαρµογή της διατάξεως του άρθρου 300 ΑΚ (πρβλ. ΑΠ 361/1965 ΝοΒ 14, 233 ΕφΑθ 235/1974 ΕΝ 4, 32). Από τις ένορκες καταθέσεις των µαρτύρων στο ακροατήριο του πρωτοβάθµιου ικαστηρίου, που περιέχονται στα πρακτικά, των οποίων προσάγεται επικυρωµένο αντίγραφο, την από 30.11.1984 έγγραφη γνωµοδότηση των πραγµατογνωµόνων που ορίστηκαν µε την 2134/1984 µη οριστική απόφαση του πρωτοβάθµιου ικαστηρίου, την από 16.11.1984 γνωµοδότηση του τεχνικού συµβούλου των εναγοµένων, όλα τα έγγραφα που προσάγουν και επικαλούνται οι διάδικοι και την ένορκη βεβαίωση 1281/1.4.1987 ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς που έγινε µετά από νόµιµη κλήτευση των εναγοµένων, όπως αποδεικνύεται από τις προσαγόµενες 1468 1469/31.3.1987 εκθέσεις επιδόσεως του δικ. Επιµελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Ν.Π., χωρίς να λαµβάνονται υπόψη οι λοιπές προσαγόµενες ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον συµβολαιογράφου και Ειρηνοδίκη, γιατί έγιναν χωρίς την παρουσίαν των αντιδίκων, των οποίων δεν αποδεικνύεται η κλήτευση, αποδεικνύονται τα εξής: Ο ενάγων αλλοδαπός (Τυνίσιος) σε εκτέλεση της από 3.3.1982 συµφωνίας µε τον δεύτερο εναγόµενο, ο οποίος εκµεταλλευόταν στο όνοµά του το µεσογειακό, υπό ελληνική σηµαία, φορτηγό πλοίο µε την αρχική ονοµασία «Α.Φ» και την µεταγενέστερη (από το 1980) «Ε», 2.008 τ. D.W., ενεργώντας τις συνηθισµένες πράξεις εφοπλισµού, (όπως εκναύλωσή του, είσπραξη ναύλου, εφοδιασµό του, πρόσληψη µελών του πληρώµατος), την κυριότητα του οποίου είχε η πρώτη εναγοµένη, ναυτολογήθηκε στο πλοίο αυτό ως µη προσοντούχος ναύτης. Η ιδιότητα του δεύτερου εναγοµένου ως εφοπλιστή αποδεικνύεται και από την προσαγόµενη φωτοτυπία της από 26.5.1976 υπεύθυνης κατά το άρθρο Ι ν.δ. 105/1969 δηλώσεως του, µε την οποία δηλώνει ως επάγγελµα «εφοπλιστής» και ότι θα προσκοµίσει στο τµήµα Νηολογίων και Υποθηκών του Κεντρικού Λιµεναρχείου Πειραιώς το παλαιό έγγραφο εθνικότητας του πλοίου «Α.Φ.Υ.». Την 18.30 ώρα της 18.12.1982 κατά τον πλουν του πλοίου από το λιµάνι του Βόλου προς Τάραντα Ιταλίας και ενώ αυτό βρισκόταν διαπλέοντας στον Ευβοϊκό κόλπο, ο υποπλοίαρχος Β. διέταξε τον ενάγοντα να κλείσει το µισάνοιχτο κατά 1 περίπου µέτρο στόµιο του κύτους, µετακινώντας το σκέπαστρο τύπου «Μακγκρέγκορ», που κυλά πάνω σε τροχίσκους, µε τη χρήση βαρούλκου. Αν και ο ενάγων ως µη προσοντούχος ναύτης, δεν είχε µεγάλη πείρα, ώστε να αναλάβει την εκτέλεση της εργασίας αυτής µόνος, χωρίς βοήθεια και κυρίως χωρίς επίβλεψη, ο υποπλοίαρχος Β. παρέλειψε να διατάξει άλλο ναυτικό να εποπτεύσει ή να συνεργαστεί µε τον ενάγοντα, αν και γνώριζε ότι δεν υπήρχε ο ναύκληρος, µε τις οδηγίες και την εποπτεία του οποίου έπρεπε να εκτελεστεί η εργασία. Ας σηµειωθεί ότι αναληθώς φερόταν ως ναυτολογηµένος ναύκληρος στο πλοίο, χωρίς να έχει επιβιβαστεί. Ο ενάγων ανέβηκε στο

χώρο όπου βρισκόταν ο κύλινδρος, στον οποίο ήταν περιτυλιγµένο το συρµατόσχοινο του βαρούλκου και επιχείρησε να περάσει στο χώρο όπου γίνεται η σύνδεση του συρµατόσχοινου µε το σκέπαστρο, πηδώντας πάνω από το στόµιο του κύτους, αντί να πάει από το χώρο γύρω από το στόµιο, όπως θα έκανε στην περίπτωση αυτή κάθε µέσος επιµελής ναυτικός µε την πείρα που είχε αποκτήσει ο ενάγων κατά το εννεάµηνο περίπου χρονικό διάστηµα της υπηρεσίας του στο πλοίο. Κατά το άλµα του αυτό το άκρο του ενός ποδιού του ενάγοντος προσέκρουσε στο σκέπαστρο του κύτους και αυτός έπεσε από άνοιγµα µέσα στο κύτος σε βάθος τεσσάρων περίπου µέτρων και από την πρόσκρουσή του στο δάπεδο του κύτους έπαθε τραυµατικό εξάρθρωµα δεξιάς πηχεοκαρπικής χώρας, κάταγµα του σκαφοειδούς οστού του δεξιού καρπού και κακώσεις του δεξιού αγκώνα. Έτσι ο υποπλοίαρχος, αν και σύµφωνα µε τις προαναφερόµενες διατάξεις είναι υπεύθυνος για το άνοιγµα και το κλείσιµο των κυτών, για την κατανοµή του προσωπικού στις διάφορες εργασίες, για την παροχή οδηγιών στο ναύκληρο ή τον αναπληρωτή του κατά την κατανοµή του κατώτερου προσωπικού του καταστρώµατος στις ειδικές εργασίες, οι οποίες πρέπει να γίνονται µε την καθοδήγηση του ναυκλήρου, ώστε να εκτελούνται καλώς, σύµφωνα µε τους κανόνες προστασίας της ζωής και της ακεραιότητας των επιβαινόντων στο πλοίο, που επιβάλλονται από τις οικείες διατάξεις ή τη ναυτική εµπειρία, ανέθεσε στον ενάγοντα µη προσοντούχο ναύτη το κλείσιµο του στοµίου του κύτους, για το οποίο χρειαζόταν κατάλληλη διευθέτηση του συρµατόσχοινου του βαρούλκου και χειρισµός του βαρούλκου για τη µετακίνηση του σκεπάστρου στη θέση καλύψεως του στοµίου, χωρίς να φροντίσει να συνοδεύεται από άλλο εµπειρότερο µέλος, αν και για το κλείσιµο του κύτους µε σκέπαστρο τύπου «Μακγκρέγκορ» δεν είναι αρκετό ένα πρόσωπο, και χωρίς καθοδήγηση από αναπληρωτή του ναυκλήρου, αφού ναύκληρος δεν υπήρχε ή από τον ίδιο τον υποπλοίαρχο. Με τις ενέργειες και τις παραλείψεις αυτές δεν τηρήθηκαν οι όροι που επιβάλλονται από τις προαναφερόµενες διατάξεις του Κανονισµού Εργασίας επί φορτηγών πλοίων για την ασφαλή και σύµφωνα µε τη ναυτική εµπειρία εκτέλεση της εργασίας και η παράβαση των διατάξεων αυτών αποτέλεσε την πρόσφορη αιτία της πτώσεως του ενάγοντος, η οποία θα αποτρεπόταν, αν η εργασία γινόταν µε τη συµµετοχή και άλλων µελών του πληρώµατος, στα οποία θα κατανέµονταν οι µερικώτερες ενέργειες, ώστε να µην είναι αναγκαία η µετακίνηση του ενός για την εκτέλεση όλων, και µε την καθοδήγηση του ναυκλήρου ή αναπληρωτού του ή του ίδιου του υποπλοιάρχου. Συνέτρεξε, όµως, στην επέλευση της πτώσεως του ενάγοντος και η αµελής συµπεριφορά του που προεκτέθηκε. Μετά τον τραυµατισµό του ο ενάγων µεταφέρθηκε στο Νοσοκοµείο Ατυχηµάτων «Ο Απόστολος Παύλος» στην Κηφισιά, όπου νοσηλεύθηκε µέχρι την 5.2.1983. Παρά τη νοσηλεία του σε αυτό και τη µεταγενέστερη θεραπευτική αγωγή, ο ενάγων κατά την εξέτασή του από τους πραγµατογνώµονες και τον τεχνικό σύµβουλο των εναγοµένων, εµφάνιζε, εκτός από τις µετεγχειρητικές ουλές στο ωλένιο δεξιό αντιβράχιο και στο σύστοιχο καρπό, παραµόρφωση της δεξιάς κατ αγκώνα αρθρώσεως, παραµόρφωση της δεξιάς, πηχεοκαρπικής διαρθρώσεως, αγκύλωση δεξιού αγκώνα σε έκταση 130 ο, περιορισµό της κάµψεως και εκτάσεως του αντιβραχίου λόγω της αγκυλώσεως, ελάττωση της µυϊκής ισχύος του δεξιού άκρου χεριού και µείωση της δυνατότητας κινήσεως πρηνισµού και υπτιασµού του δεξιού αντιβραχίου, καθώς και πόνους κατά περιόδους και κατά τη χρησιµοποίηση του χεριού. Έτσι ο ενάγων πάσχει από πλήρη αγκύλωση του δεξιού αγκώνα σε έκταση 130 ο, κατάργηση της κάµψεως και εκτάσεως και του πρηνισµού-υπτιασµού του δεξιού αντιβραχίου, έκτοπη οστεοποίηση της περιοχής του αγκώνα, µόνιµη κερκιδική απόκλιση της πηχεοκαρπικής αρθρώσεως του δεξιού χεριού, µε ραχιαία παρεκτόπιση, αδυναµία των δακτύλων και µείωση της µυϊκής δυνάµεως και µειωµένη, αλλά όχι καταργηµένη κινητικότητα του χεριού. Λόγω της καταστάσεως αυτής του χεριού του η οποία έχει οριστικό χαρακτήρα, ο ενάγων έχει καταστεί διαρκώς ανίκανος προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλµατος και κάθε άλλου κοινωνικώς και οικονοµικώς ισοδύναµου κατά ποσοστό 65%. εν προκύπτει δε, ότι πάσχει και από µεταδιασειστικό σύνδροµο λειτουργικής αρχής, ενόψει του ότι δεν υπήρξε κάκωση της κεφαλής και ο γιατρός Β., που γνωµοδότησε ότι οι υποκειµενικές αιτιάσεις του ενάγοντος από τη νευροψυχική σφαίρα θα πρέπει να θεωρηθούν ότι συναρθρώνουν συµπτώµατα µεταδιασειστικού συνδρόµου, «εφ όσον προηγηθή κάκωσις της κεφαλής», στηρίζεται σε όσα του είπε σχετικά ο ενάγων για τέτοια κάκωση και όχι σε αντικειµενικά ευρήµατα, από τα οποία µόνον κάποια διάχυτη αρρυθµία εµφανίζεται στο

ηλεκτροεγκεφαλογράφηµα, ενώ και από το ότι είχε υποστεί κατά την πτώση του και τραυµατικό εξάρθρηµα του δεξιού ισχύου συνάγεται ότι η πρόσκρουσή του στο δάπεδο του κύτους έγινε µε το δεξιό χέρι και το δεξιό ισχύο και όχι µε την κεφαλή και για το λόγο αυτό δεν κρίνεται αναγκαία η διεξαγωγή συµπληρωµατικής πραγµατογνωµοσύνης, η οποία ζητείται από τον ενάγοντα. Ο ενάγων, ο οποίος κατά το χρόνο του τραυµατισµού του ήταν στο 26 ο έτος της ηλικίας του και καλής υγείας, χωρίς να υποφέρει από οποιαδήποτε ασθένεια, θα ζούσε µέχρι το 70 ο έτος της ηλικίας του και θα ασκούσε το επάγγελµα του ναυτικού, ενόψει και των σκληρών συνθηκών της εργασίας στα πλοία και σε διάφορες και µεταβαλλόµενες καιρικές και κλιµατικές συνθήκες, µέχρι το 50 ο έτος της ηλικίας του, µέχρι το έτος 2007, δηλαδή για 24 χρόνια µετά τον τραυµατισµό του. Ο ενάγων έπρεπε να λάβει για µισθούς ασθενείας α) από 18-31/12/1982 ποσό (βασικός µισθός 20.180 + επίδοµα Κυριακών 4.030 + αντίτιµο τροφής 9.000 = 33.216 : 30 = 1.179 Χ 14 ηµ. =) 15.500 δρχ. β) από 1/1 31/3/1983 ποσό (β.µ. 22.600 + επίδοµα Κυριακών 4.520 + αντίτιµο τροφής 10.500 = 37.620 Χ 3 µήνες =) 112.860 δρχ. γ) από 1-16/4/83 (β.µ. 23.618 + επίδοµα Κυριακών 4.712 + αντίτιµο τροφής 10.500 = 38.822 : 30 = 1.294 Χ 16 ηµ. =) 20.705 δρχ. και συνολικά ποσό 149.065 δρχ., έναντι του οποίου καταβλήθηκε ποσό 49.660 δρχ., και δικαιούται το υπόλοιπο των 99.405 δρχ. Ο ενάγων µε πιθανότητα, σύµφωνα µε τη συνηθισµένη πορεία των πραγµάτων, κατά το χρονικό διάστηµα των 24 ετών µετά τον τραυµατισµό του, από την εργασία του ως ναυτικού, απασχολούµενου και τους 12 µήνες του έτους, ενόψει του ότι ο περιορισµός του χρόνου ναυτολογήσεως κατά το άρθ. 7 παρ. 2 ν. 1376/1983 δεν ισχύει για τους αλλοδαπούς ναυτικούς, και υπερωριακώς, ενόψει και της εργασίας κατά τα Σάββατα, για 60 ώρες µηνιαίως κατά µέσο όρο, θα κέρδιζε από 18-31/12/1982 το 65% του ποσού (β.µ. 20.180 + επιδ. Κυρ. 4.036 + αναλογία επιδόµατος αδείας µε αντίτιµο τροφής 9.319 + (60 ώρες υπερωρίες Χ 146 δραχ.) + επίδοµα κατ. Πληρώµατος 3.500 + αντίτιµο τροφής 9.000 =) 53.795 δραχµές και όπως υπολογίζεται από τον ενάγοντα (άρθ. 106 ΚΠολ ) 51.295 : 30 = 1.710 Χ 14 =) 23.940 δραχµές, το οποίο πρέπει να επιδικασθεί µειωµένο κατά 30% λόγω του συντρέξαντος πταίσµατός του, και έτσι δικαιούται να λάβει (23.940 Χ 65% = 12.303 30% =) 10892 δραχµές. Κατά το χρονικό διάστηµα από 1/1-31/3/1983 θα κέρδιζε το 65% του ποσού (β.µ. 22.600 + επίδ. Κυρ. 4.520 + αναλογία επιδ. Αδείας µε αντίτιµο τροφής 10.549 + (60 ώρες Χ 164) + επίδοµα κατώτερου πληρώµατος 2.800 + τροφή 10.500) = 60.809 και κατά τον υπολογισµό του ενάγοντος 59.917 Χ 3 =) 179.751 δραχµές, το οποίο θα επιδικαστεί µειωµένο κατά 30% λόγω του συντρέχοντος πταίσµατός του και έτσι δικαιούται να λάβει (179.751 Χ 65% = 116.838 30% =) 81.787 δραχµές. Κατά το χρονικό διάστηµα κατά το οποίο ο ενάγων θα εξακολουθούσε να εργάζεται, δηλαδή από 1/4/1983 έως 17/12/2007, θα κέρδιζε επίσης µε πιθανότητα, σύµφωνα µε την συνηθισµένη πορεία των πραγµάτων, κάθε µήνα, το 65% του ποσού (β.µ. 23.610 + επίδ. Κυρ. 4.520 + επιδ. Κατ. Πληρ. 2.925 + (60 ώρες Χ 170) + τροφή 10.500 αναλογ. Επιδ. Αδείας µε αντίτιµο τροφής 120.840 + 62.595 δραχµές και κατά τον υπολογισµό του ενάγοντος (άρθ. 106 ΚΠολ ) 59.917 δρχ., το οποίο λόγω του συντρέχοντος πταίσµατος πρέπει να επιδικαστεί µειωµένο κατά 30% ώστε κάθε µηνιαία δόση της αποζηµιώσεως να ανέρχεται στο ποσό των (59.917 Χ 65% = 38.946 30%=) 27.262 δραχµές. Συνεπεία δε του τραυµατισµού του ο ενάγων και κατά τα δεδοµένα της ανθρώπινης εµπειρίας δοκίµασε και ψυχικό πόνο και ως εύλογο για το λόγο αυτό ποσό χρηµατικής ικανοποιήσεως, ενόψει των προαναφεροµένων συνθηκών και της σοβαρότητας του τραυµατισµού, της βαρύτητας του πταίσµατος του υπαιτίου υποπλοιάρχου και του συντρέχοντος πταίσµατος του παθόντος που προκαθορίστηκαν, καθώς και της κοινωνικής και οικονοµικής καταστάσεως των µερών, ως ναύτη µε µόνο πόρο το µισθό του παθόντος και ιδιοκτήτριας πλοίου και εφοπλιστή των εναγοµένων, κρίνεται το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) δραχµών. Συνεπώς, το πρωτοβάθµιο δικαστήριο, το οποίο δεν δέχτηκε την ύπαρξη συντρέχοντος πταίσµατος του ενάγοντος, θεώρησε ότι έγινε ανίκανος προς άσκηση του επαγγέλµατος του ναυτικού κατά 50% και επιδίκασε ως χρηµατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσό των 50.000 δρχ., έσφαλε στην εκτίµηση των αποδείξεων, όπως βασίµως εν µέρει υποστηρίζεται µε τους σχετικούς λόγους των εφέσεων των εναγοµένων και του ενάγοντος. Εποµένως πρέπει να εξαφανιστεί η προσβαλλόµενη απόφαση ως προς το κεφάλαιο αποζηµιώσεως λόγω του εργατικού ατυχήµατος οφειλόµενου σε παραβιάσεις των προµνηµονευόµενων όρων ασφαλείας, και της χρηµατικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής

βλάβης, και κρατηθεί ως προς τα εκκαλούµενα αυτά κεφάλαια η υπόθεση και να δικαστεί κατ ουσίαν από το δικαστήριο τούτο. Σύµφωνα δε µε όσα προεκτέθηκαν, πρέπει να γίνει εν µέρει δεκτή, ως εν µέρει βάσιµη και κατ ουσίαν, ως προς τα κεφάλαια αυτά, η αγωγή και να υποχρεωθούν οι εναγόµενοι, καθένας εις ολόκληρο, (ως κυρία του πλοίου η πρώτη και εφοπλιστής ο δεύτερος, ο οποίος είχε προστήσει και το πλήρωµα και τον υποπλοίαρχο κατά τα άρθρα 84 παρ. 2 ΚΙΝ, 914, 922, 929 ΑΚ) να καταβάλουν στον ενάγοντα: α) το υπόλοιπο ποσό των µισθών ασθενείας 99.405 δρχ. β) τα ποσά των δόσεων που είναι καταβλητέες την 1 η κάθε µηνός, γιατί αποβλέπουν στη συντήρηση του παθόντος (βλ. Κ. Καυκά, Ενοχ.. έκδ. γ κάτω από το άρθρο 930 παρ. 2) και γ) το ποσό της χρηµατικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης 150.000 δρχ. Τα ποσά των µισθών ασθενείας και χρηµατικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης, ανερχόµενα στο συνολικό ποσό των (99.405 + 150.000 =) 249.405 δρχ., πρέπει να επιδικαστούν µε το νόµιµο τόκο, ως προς την πρώτη από τους εναγοµένους από την 10.8.1983, οπότε περιήλθε αυτή σε υπερηµερία µε την επίδοση αιτήσεως συντηρητικής κατασχέσεως προς εξασφάλιση των απαιτήσεων του ενάγοντος και ως προς τον δεύτερο από τους εναγοµένους από την επίδοση της αγωγής και µέχρι την εξόφληση. Επίσης ως προς την πρώτη εναγοµένη, για τον ίδιο λόγο θα επιδικαστούν µε το νόµιµο τόκο από την 10.8.1983 τα ποσά των δόσεων της αποζηµιώσεώς του µέχρι την ηµέρα αυτή χρονικού διαστήµατος, των δε µεταγενέστερων από τότε που κάθε δόση ήταν καταβλητέα, ενώ ως προς το δεύερο εναγόµενο θα επιδικαστεί νόµιµος τόκος από την επίδοση της αγωγής για τις µέχρι τότε οφειλόµενες δόσεις της αποζηµιώσεως και για τις µεταγενέστερες από τότε που κάθε µια είναι καταβλητέα. Επειδή µε την αγωγή για την οποία εκδόθηκε η εκκαλούµενη απόφαση ο ενάγων ισχυρίστηκε ότι «οι εναγόµενοι του οφείλουν επίσης και 35.000 δρχ. για νοσήλεια, άτινα κατέβαλε δι εξετάσεις και ιατρικάς αµοιβάς» και ζήτησε την επιδίκαση του ποσού αυτού. Με τις έγγραφες δε προτάσεις της πρώτης συζητήσεως ενώπιον του πρωτοβαθµίου ικαστηρίου, επικαλέστηκε έγγραφες αποδείξεις ιατρών και του διαγνωστικού κέντρου Αθηνών, χωρίς να καθορίσει ποια συγκεκριµένα ποσά καταβλήθηκαν για ιατρικές επισκέψεις και ποια για εξετάσεις, ούτε σε τι συνίστανται οι εξετάσεις και γιατί ακριβώς πραγµατοποιήθηκαν οι ιατρικές επισκέψεις. Συνεπώς η αγωγή ως προς το κεφάλαιο αυτό, είναι αόριστη και εφόσον ο ενάγων παραπονείται για την απόρριψη του κεφαλαίου αυτού κατ ουσίαν, δεν είναι δε δυνατή η αντικατάσταση της αιτιολογίας, γιατί οδηγεί σε διαφορετικό ως προς το αποτέλεσµα διατακτικό, πρέπει να εξαφανιστεί η εκκαλουµένη ως προς το κεφάλαιο αυτό και να απορριφθεί ως προς αυτό η αγωγή (πρβλ. 3-4/1979 ΝοΒ 24, 536, ΑΠ 657/1976 ΝοΒ 25, 29). Επειδή µόνος ο λόγος της αφερεγγυότητας της πρώτης εναγοµένης, την οποία επικαλέστηκε µε την αγωγή του ο ενάγων, δεν κρίνεται ως σπουδαίος λόγος επιδικάσεως σε κεφάλαιο εφάπαξ της αποζηµιώσεως λόγω του τραυµατισµού του ενάγοντος, ενόψει και της ευθύνης εις ολόκληρο και του δεύτερου εναγοµένου και της παροχής ασφάλειας µε τραπεζική εγγυητική επιστολή, η οποία έχει δοθεί, ενώ οι νέοι ισχυρισµοί που προβάλλονται προς θεµελίωση του αιτήµατος αυτού µετά την πρώτη συζήτηση της αγωγής και µε τον πρόσθετο λόγο εφέσεως, χωρίς την επίκληση της συνδροµής επιτρεπτής περιπτώσεις βραδείας προβολής τους κατά τα άρθρα 527, 269 ΚΠολ, είναι απαράδεκτοι. Λόγω, όµως, του ότι το πλοίο, το οποίο αποτελεί το κύριο περιουσιακό στοιχείο της πρώτης εναγοµένης, είναι δυνατό να πουληθεί ή να απολεσθεί και δεν υπάρχουν εµφανή περιουσιακά στοιχεία του δεύτερου εναγοµένου, από τα οποία να µπορούν να ικανοποιηθούν ευχερώς µε αναγκαστική εκτέλεση οι απαιτήσεις του ενάγοντος, συντρέχει κατά την κρίση του ικαστηρίου, λόγος να δοθεί ασφάλεια όπως ζητείται επικουρικά µε την αγωγή και προσφέρεται από τους υποχρέους µε τραπεζική εγγυητική επιστολή ποσού 10.000.000 δραχµών, ενόψει και της πιθανής µελλοντικής αναπροσαρµογής της αποζηµιώσεως (άρθρ. 162, 164 ΚΠολ ). Μετά από αυτά πρέπει να συµψηφιστούν εν όλω µεταξύ των διαδίκων τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθµών λόγω της µερικής νίκης και ήττας των αντιδίκων (άρθ. 178, 183 ΚΠολ ).