ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ 33 2013 2014
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ - ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Πρόεδρος ΣΥΜΕΩΝ ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Τμήματος Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας Αντιπρόεδρος ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΑΣΣΗΣ Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Τμήματος Φιλολογίας Μέλη ΠΟΛΥΜΝΙΑ ΚΑΤΣΩΝΗ Αναπληρώτρια Καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΕΜΟΓΛΟΥ Αναπληρωτής Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΔΑΦΝΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ Επίκουρη Καθηγήτρια της Νομικής Σχολής ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ANNUAL REVIEW OF THE CENTRE FOR BYZANTINE RESEARCH ARISTOTLE UNIVERSITY OF THESSALONIKI ADMINISTRATIVE COUNCIL - EDITORIAL COMMITTEE President Prof. SYMEON PASCHALIDIS Faculty of Theology, School of Pastoral and Social Theology Vice-president Prof. IOANNIS VASSIS Faculty of Philosophy, School of Philology Members Assoc. Prof. POLYMNIA KATSONI Faculty of Philosophy, School of History and Archaeology Assoc. Prof. ATHANASIOS SEMOGLOU Faculty of Philosophy, School of History and Archaeology Assist. Prof. DAPHNE PAPADATOU Faculty of Law
ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΟΜΟΣ 33 ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Διονύσιος Βαλαής, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ταξιάρχης Κόλιας, Πανεπιστήμιο Αθηνών Βασίλειος Κουκουσάς, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Φωτεινή Κολοβού, Πανεπιστήμιο Λειψίας Αθανάσιος Μαρκόπουλος, Πανεπιστήμιο Αθηνών Θεοχάρης Παζαράς, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ελευθερία Παπαγιάννη, Πανεπιστήμιο Αθηνών Ελένη Σαράντη, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου Αθανάσιος Σέμογλου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ISSN 1105-0772
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ, Ρωμανού του Μελωδού κοντάκιον «εἰς τὴν Σαμαρείτιδα». Νέα κριτική έκδοση με παρατηρήσεις FREDERICK LAURITZEN, Paraphrasis as interpretation. Psellos and a canon of Cosmas the Melodist (Poem 24 Westerink) ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ N. ΣΤΡΑΤΗΓΟΠΟΥΛΟΣ, Η παρουσία υμνογραφικών κειμένων στις σχεδογραφικές συλλογές: η περίπτωση του κώδικα Lesbiacus Leimonos 91 CYRIL PAVLIKIANOV, Unknown document of the Metropolitan of Lakedaimon, Matthew, preserved in the Archbishopric of Ochrid (1442) ΠΟΛΥΜΝΙΑ ΚΑΤΣΩΝΗ, Δρόμοι και ορεινές διαβάσεις στη μεσαιωνική Δυτική Μακεδονία ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΧΑΡΙΖΑΝΗΣ, Το μετόχι της Λαύρας στο νησί του Αγίου Ευστρατίου έως την ἔφοδον τῶν ἀθέων ἐθνῶν (Τούρκων) στις αρχές του 14 ου αιώνα ΜΑΡΙΑ ΜΑΥΡΟΥΔΗ, Ελληνική φιλοσοφία στην αυλή του Μωάμεθ Β ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΛΕΒΕΝΙΩΤΗΣ, Ο ἐπείκτης και οι αρμοδιότητές του κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς και τους βυζαντινούς χρόνους (3 ος 11 ος αι.) ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΑΚΗΣ, Η κατάσταση του δικαίου στην Ιταλία την εποχή του Ιουστινιανού. Παρατηρήσεις με αφορμή την έκδοση της Pragmatica Sanctio pro petitione Vigilii ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΤΑΝΤΣΗΣ, Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΥ ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΨΟΥΔΑΣ, Το παλαιοχριστιανικό συγκρότημα στην Κολχίδα Κιλκίς. Νέα δεδομένα και παρατηρήσεις CONSTANTINOS M. VAFEIADES, Painting work systems in the fourteenth century: the case of Markov Manastir ΙΩΑΝΝΑ Π. ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΟΥ ΛΑΜΠΡΙΝΗ Κ. ΤΡΑΪΑΝΟΥ, Δύο μικροί ναοί με πλευρικούς χορούς στη νοτιοδυτική Βουλγαρία 7 11-59 61-74 75-87 89-111 113-127 129-150 151-182 183-200 201-239 241-257 259-288 289-317 319-344
6 Πίνακας περιεχομένων ΑΓΓΕΛΟΣ ΓΟΥΜΑΤΙΑΝΟΣ, Στοιχεία για την κτηριακή διάταξη των αγιορειτικών μετοχιακών συγκροτημάτων στην υστεροβυζαντινή Λήμνο ΣΥΜΕΩΝ Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Παρατηρήσεις στις μεταφράσεις των βυζαντινών αγιολογικών κειμένων MONAXOΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΞΗΡΟΠΟΤΑΜΗΝΟΣ, Καισαρίου Δαπόντε, Περὶ τῆς ἡμετέρας σεβασμίας καὶ βασιλικῆς μονῆς τοῦ Ξηροποτάμου, παρὰ τίνων κτητόρων ἐκτίσθη, καὶ μία σημείωση: Δύο κείμενα ποὺ πρέπει νὰ ἀποδοθοῦν στὸν συντάκτη τους DIMOSTHENIS KAKLAMANOS, Remarques sur l éloge du patri arche de Constantinople Nil Kerameus à saint Grégoire Palamas (BHG 719). Prolégomènes en vue d une édition critique ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΣΙΕΣ 345-371 373-386 387-421 423-438 439-478
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ AASS Acta Sanctorum. Antwerpen/Bruxelles 1643-1925 ΑΒ Ανάλεκτα Βλατάδων ABSA The Annual of the British School at Athens ActaAntHung Acta antiqua Academiae scientiarum Hungaricae ΑΔ Ἀρχαιολογικὸν Δελτίον ΑΕΜΘ Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη AfD Archiv für Diplomatik AIPhO Annuaire de l Institut de Philologie et d Histoire Orientales et Slaves AJPh The American Journal of Philology AnBoll Analecta Bollandiana AnnPisa Annali della Scuola Normale Superiore di Pisa AS Anatolian Studies Atti Venezia Atti del Reale Istituto Veneto di Scienze, Lettere ed Arti BCH Bulletin de Correspondance Hellénique BF Byzantinische Forschungen BHG Bibliotheca Hagiographica Graeca BHO Bibliothèque Hagiographique Orientale Bizantinistica Bizantinistica, Rivista di Studi Bizantini e Slavi ΒΚΜ Βυζαντινά Κείμενα και Μελέτες. Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών ΑΠΘ ΒΜGS Byzantine and Modern Greek Studies BNJ Byzantintisch-neugriechische Jahrbücher BollClass Bollettino dei Classici BollGrott Bollettino della Badia Greca di Grottaferrata BSl Byzantinoslavica Byz Byzantion BZ Byzantinische Zeitschrift CahArch Cahiers Archéologiques CCSG Corpus Christianorum Series Graeca CFHB Corpus Fontium Historiae Byzantinae CJ Codex Iustinianus, ed. P. Krüger, Corpus Juris Civilis, v. ΙΙ, Berlin 1929 ClMediaev Classica et Mediaevalia. Danish Journal of Philology and History CorsiRav Corsi di cultura sull arte Ravennate e Βizantina CPG Clavis Patrum Graecorum CParG Corpus Paroemiographorum Graecorum CQ Classical Quarterly CSCO Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Orientalium CSEL Corpus Scriptorum Ecclesiasticorum Latinorum CSHB Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae
8 Συντομογραφίες CTh Theodosiani libri XVI cum constitutionibus Sirmondianis et leges novelae ad Theodosianum pertinentes, έκδ. T. Mommsen / P. Meyer, Berlin 1905 DACL Dictionnaire d Archéologie Chrétienne et de Liturgie DHGE Dictionnaire d Histoire et de Géographie Ecclésiastiques DOP Dumbarton Oaks Papers DOS Dumbarton Oaks Studies DOSeals Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art, 1-3, εκδ. J. W. Nesbitt / N. Oikonomides, Washington, D.C., 1991, 1994, 1996 4-5, εκδ. E. McGeer / J. W. Nesbitt / N. Oikonomides, Washington, D.C., 2001, 2005 6, εκδ. J. W. Nesbitt / C. Morrisson, Washington, D.C., 2009 DOT Dumbarton Oaks Texts DS Dictionnaire de spiritualité ΔΧΑΕ Δελτίον τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας ΔωδΧρον Δωδεκανησιακὰ Χρονικά ΕΑ Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια ÉB Études Balkaniques EEΒS Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν ΕΕΠΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίδα της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ EI 2 Encyclopaedia of Islam, Second Edition, Leiden 1960-2002 EI 3 Encyclopaedia of Islam, Third Edition, Leiden / Boston 2007 ÉO Échos d Orient ΕΦΣΚ Ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἑλληνικὸς Φιλολογικὸς Σύλλογος FIRA Fontes Iuris Romani Anteiustiniani GCS Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten [drei] Jahrhunderte GRBS Greek, Roman, and Byzantine Studies HispAnt Hispania antiqua. Revista de historia Antigua ΗπειρΧρον Ἠπειρωτικὰ Χρονικά HZ Historische Zeitschrift ΙΕΕ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους IRAIK Izvestija Russkago Archeologičeskago Instituta v Konstantinopοl e IstMitt Istanbuler Mitteilungen JAOS Journal of the American Oriental Society JbAC Jahrbuch für Antike und Christentum JECS Journal of Early Christian Studies JEH Journal of Ecclesiastical History JGR Jus Graecoromanum JHP Journal of the History of Philosophy JHS Journal of Hellenic Studies JLA Journal of Late Antiquity JMedHist Journal of Medieval History JÖB Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik JÖBG Jahrbuch der Österreichischen Byzantinischen Gesellschaft JOUHS Journal of the Oxford University History Society JRS Journal of Roman Studies JThS Journal of Theological Studies
Συντομογραφίες 9 JWarb Klearchos LBG LLJ LMA LSJ LThK MEFRM MiChA ΜΟΧΕ ΝΕ NομΧρον OC OCA OCP ODB OrChrist PG PL PLP PLRE PmbZ PO PTS RAC RaCr RbK RE RÉB REG REL RendPontAcc RÉSEE RevNum RIC RM RSBN SBN SBS SC SDHI Sh SOsl StOrCr Journal of the Warburg and Courtauld Institutes Klearchos. Bollettino dell Associazione Amici del Museo nazionale di Reggio Calabria Lexikon zur byzantinischen Gräzität, ed. E. Trapp et al. Law Library Journal Lexikon des Mittelalters H.G. Liddell / R. Scott / H.S. Jones, A Greek-English Lexicon Lexikon für Theologie und Kirche Mélanges de l École Française de Rome. Moyen Âge Mitteilungen zur Christlichen Archäologie Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια Νέος Ελληνομνήμων Νομισματικά Χρονικά Orientalia Christiana Orientalia Christiana Analecta Orientalia Christiana Periodica Oxford Dictionary of Byzantium, ed. A.P. Kazhdan et al. Oriens Christianus Patrologia Graeca, ed. J.-P. Migne Patrologia Latina, ed. J.-P. Migne Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit,ed. E. Trapp et al. Prosopography of the Later Roman Empire Prosopographie der mittelbyzantinischen Zeit Patrologia Orientalis Patristische Texte und Studien Reallexikon für Antike und Christentum Revue de l art chrétien Reallexikon zur byzantinischen Kunst Paulys Real-Encyclopädie der classischen Altertumswissenschaft Revue des Études Byzantines Revue des Études Grecques Revue des Études Latines Atti della Pontificia accademia romana di archeologia, Rendiconti Revue des Études Sud-Est Européennes Revue Numismatique The Roman Imperial Coinage Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts. Römische Abteilung Rivista di Studi Bizantini e Neoellenici Studi Bizantini e Neoellenici Studies in Byzantine Sigillography Sources Chrétiennes Studia et Documenta Historiae et Iuris Subsidia hagiographica Symbolae Osloenses Studi sull Oriente cristiano
10 Συντομογραφίες StVen ΘΒΣ TIB TLG TM TRE TU VC VV WBS WSt ZKG ZPE ZRG ZRVI ZSav Studi Veneziani Θεσσαλονικείς Βυζαντινοί Συγγραφείς. Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών ΑΠΘ Tabula Imperii Byzantini Thesaurus Linguae Graecae Travaux et Mémoires Theologische Realenzyklopädie Texte und Untersuchungen zur Geschichte der altchristlichen Literatur Vigiliae Christianae Vizantijskij Vremennik Wiener Byzantinistische Studien Wiener Studien Zeitschrift für Kirchengeschichte Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik Zeitschrift der Savigny-Stiftung für Rechtsgeschichte. Germanistische Abteilung Zbornik Radova Vizantološkog Instituta Zeitschrift der Savigny-Stiftung für Rechtsgeschichte. Romanistische Abteilung
Αναστάσιος Τάντσης Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, Η ΑΝΝΑ ΤΗΣ ΣΑΒΟΪΑΣ ΚΑΙ Η ΑΥΛΗ ΤΟΥ ΣΥΡΓΗ* Ο ναός της Θεσσαλονίκης γνωστός ως Προφήτης Ηλίας συνεχίζει να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καίτοι έχει απασχολήσει συχνά τους σύγχρονους μελετητές. 1 Από άποψη κτηριακού τύπου κατατάσσεται στους σταυροειδείς εγγεγραμμένους τρουλαίους ναούς της παραλλαγής που ονομάζεται αθωνική. 2 Τον τρουλαίο πυρήνα της κάτοψης συμπληρώνουν στα ανατολικά το τριμερές ιερό με μία κεντρική κόγχη, και δύο επιπλέον κόγχες ίδιων διαστάσεων στα βόρεια και νότια του σταυροειδούς πυρήνα, οι λεγόμενοι χοροί, 3 οι οποίες τονίζουν το σταυρικό σχήμα. Στα δυτικά προηγείται ένας ευρύς νάρθηκας, η λιτή 4, η οποία διαμορφώνεται ως ορθογώνιος χώρος διαιρούμενος, με τη χρήση τεσσάρων κεντρικά τοποθετημένων κιόνων, σε εννέα τμήματα με αυτοτελή κάλυψη το καθένα. Εξωτερικά μια πεσσοστοιχία διαμορφώνει ανοικτή στοά, η οποία περιβάλλει τη λιτή στη βόρεια, τη δυτική και τη νότια * Το άρθρο αποτελεί προϊόν έρευνας, τα πρώτα συμπεράσματα της οποίας παρουσιάστηκαν από τον γράφοντα στο ΚΘ Συνέδριο της Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας το 2008 σε ανακοίνωση με τίτλο «Παρατηρήσεις για την αρχιτεκτονική ταυτότητα του Προφήτη Ηλία Θεσσαλονίκης». 1. Βασικό θεωρείται το άρθρο του Θ. Παπαζώτου, Η Μονή Ακαπνίου Ο ναός του Προφήτη Ηλία, Θεσσαλονικέων Πόλις 2 (1997) 34-73 (= Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου), όπου συνοψίζονται και σχολιάζονται εκτενώς οι κύριες απόψεις των διαφόρων μελετητών. Πιο πρόσφατα βλ. Α. Τάντσης, Προφήτης Ηλίας, στο: Α. Μέντζος / Α. Π. Πλιώτα (επιμ.), Αποτυπώματα. Η βυζαντινή Θεσσαλονίκη σε φωτογραφίες και σχέδια της Βρετανικής Σχολής Αθηνών (1888-1910), Θεσσαλονίκη 2012 (= Αποτυπώματα), 184-195 (ελληνικά-αγγλικά) 2. T. Steppan, Die Athos-Lavra und der trikonchale Kuppelnaos in der byzantinischen Architektur, Innsbruck 1992 Σ. Μαμαλούκος, Το Καθολικό της Μονής Βατοπεδίου: Ιστορία και Αρχιτεκτονική, Αθήνα 2001(= Μαμαλούκος, Το Καθολικό της Μονής Βατοπεδίου), 138-152 και πιο πρόσφατα S. Mamaloukos, A Contribution to the Study of the Athonite Church Type of Byzantine Architecture, Zograf 35 (2011) 39-50 (= Μamaloukos, Contribution). 3. P. Mylonas, Le plan initial du catholicon de la Grande-Lavra au Mont Athos et la genèse du catholicon athonite, CA 32 (1984) 89-112 (= Μylonas, Le plan initial), ιδιαίτερα 89-90. 4. P. M. Mylonas, Gavits arméniens et Litae byzantines. Observations nouvelles sur le complexe de Saint Luc en Phocide, CA 38 (1990) 99-122. Βυζαντινά 33 (2013-2014) 241-257
242 Αναστάσιος Τάντσης πλευρά. Την κάτοψη συμπληρώνουν στις τέσσερις γωνίες του κυρίως ναού ισάριθμα μονόχωρα προσκτίσματα, πλήρως ενταγμένα στην ογκοπλασία του κτηρίου, τα οποία διαμορφώνονται ως μικρά τρουλαία παρεκκλήσια. 5 Το σύνολο ολοκληρώνεται στις τρεις διαστάσεις με τον όροφο πάνω από το ανατολικό τμήμα της λιτής και τους δύο τρούλους στο ισόγειο τμήμα της. Είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος διάρθρωσης των όγκων του κτίσματος, ο οποίος φανερώνει μία ιδανική εξοικείωση με την αρχιτεκτονική σύνθεση. Τα επιμέρους στοιχεία αναπτύσσονται περιμετρικά του κεντρικού τρούλου με αρμονία και ισορροπία μέσα από εναλλαγές και σταδιακή μείωση του ύψους. Η σύνθεση τους υποτάσσεται σε μία κεντρική ιδέα δίνοντας ένα ενιαίο αισθητικό αποτέλεσμα. 6 Το ίδιο συμβαίνει και με τη διαμόρφωση της τοιχοποιίας, η οποία, παρά το γεγονός ότι αποτελείται από πλήθος διακοσμητικών στοιχείων, ισορροπεί μεταξύ της πολυχρωμίας και της εντύπωσης μίας ενιαίας επιφάνειας μέσα από την έξυπνη χρήση των δύο βασικών υλικών δομής, της πέτρας και της πλίνθου 7. Η πραγματική ονομασία του Προφήτη Ηλία, η ταύτισή του δηλαδή με κάποιο ναό γνωστό από τις πηγές, έχει απασχολήσει πολλές φορές τους σύγχρονους μελετητές. 8 Υπάρχουν όμως μερικά στοιχεία, τα οποία, αν επανεκτιμηθούν, μπορούν να οδηγήσουν σε μία νέα ενδιαφέρουσα πρόταση για την ταυτότητα του ναού και τη θέση του στο πλαίσιο της παλαιολόγειας ναοδομίας της Θεσσαλονίκης. Ο Προφήτης Ηλίας θεωρείται χωρίς αμφιβολία καθολικό μοναστηριού. 9 Πράγματι, ο λεγόμενος αθωνικός τύπος σχετίζεται στη μέση και ύστερη βυζαντινή περίοδο αποκλειστικά με τη ναοδομία του Αγίου Όρους. 10 Χαρακτηριστικά στοιχεία του είναι οι δύο μεγάλες κόγχες στις πλευρές του κεντρικού τρουλαίου πυρήνα, που εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες σχετιζόμενες με 5. Τα δύο προσκτίσματα στα ανατολικά, τα οποία είναι προσβάσιμα μόνο μέσα από τα παραβήματα, αναφέρονται ως «τυπικαριά» ενώ τα ευρισκόμενα στα δυτικά αναφέρονται ως «παρεκκλήσια» (Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 35-36). 6. Για την κλιμάκωση των όγκων του ναού βλ. Α. Τάντσης, Βυζαντινά Υπερώα στη Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονικέων Πόλις 10 (2003) 90. 7. Α. Τάντσης, Η Αρχιτεκτονική Σύνθεση στο Βυζάντιο. Εισαγωγή, Θεσσαλονίκη 2012, 263-265. 8. Οι δύο βασικές απόψεις που έχουν διατυπωθεί και έχουν υιοθετηθεί από τους περισσότερους μελετητές ταυτίζουν το ναό είτε με το καθολικό της μονής Ακαπνίου είτε με το καθολικό της Νέας Μονής (Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), ο οποίος υποστηρίζει την πρώτη άποψη και αντικρούει τη δεύτερη). 9. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 35 10. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 53.
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 243 το τελετουργικό των μοναστηριών, όπως αυτό διαμορφώθηκε στο Άγιο Ό- ρος. 11 Το ίδιο ισχύει και για τον ευρύχωρο νάρθηκα, τη λιτή, στοιχείο και αυτό αποκλειστικά συνδεδεμένο με τη μοναστική λειτουργική ζωή. 12 Από τον 10 ο αιώνα, άλλωστε, η ναοδομία είχε αρχίσει να σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με καθολικά ή παρεκκλήσια μοναστηριών, ιδιαίτερα στις πόλεις όπου υπήρχαν ήδη μεγάλοι ενοριακοί ναοί. Παρόμοια είναι και η εικόνα που έχουμε για τη ναοδομία της Κωνσταντινούπολης. 13 Ο αθωνικός τύπος εμφανίστηκε στο Άγιο Όρος ως μία παραλλαγή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλο και γνώρισε, αρχικά, διάδοση εντός της αθωνικής πολιτείας. 14 Από τα υπάρχοντα στοιχεία δεν είναι γνωστό εάν υπήρχε παρόμοιος ναός στην Κωνσταντινούπολη ή οπουδήποτε αλλού στην βυζαντινή επικράτεια μέχρι τον 15 ο αιώνα. 15 Αντιθέτως, στους μεταβυζαντινούς χρόνους αποτέλεσε πρότυπο για πολλούς, μοναστηριακούς κυρίως, ναούς. 16 Στο πλαίσιο της παλαιολόγειας ναοδομίας στη Θεσσαλονίκη 17 ο Προφήτης Ηλίας αποτελεί, ως προς τον αρχιτεκτονικό τύπο, μία μοναδική περί- 11. Για το ζήτημα του ορισμού του τύπου βλ. Μαμαλούκος, Το Καθολικό της Μονής Βατοπεδίου (όπως σημ. 2). 12. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 54 13. Το θέμα θεωρείται, πλέον, κοινός τόπος. Βλ. Ενδεικτικά C. Mango, Byzantine Architecture, New York 1976, 109-112. 14. Mylonas, Le plan initial (όπως σημ. 3), 89-112 και Μαμαλούκος, Το Καθολικό της Μονής Βατοπεδίου (όπως σημ. 2), 281-283 και Μamaloukos, Contribution (όπως σημ. 2), 39-50. Για την πιο πρόσφατη άποψη επί του θέματος της καταγωγής του τύπου βλ. A. Tantsis, The so-called Athonite type of church and two shrines of the Theotokos in Constantinople, Zograf 34 (2010) 3-11. 15. Από τον 14 ο αιώνα εμφανίζεται στην Σερβία κατ' επίδραση του καθολικού της μονής Χελανδαρίου (P. Vocotopoulos, Church Architecture in Thessaloniki in the 14th Century: Remarks on the Typology, στο: R. Samardžić / D. Davidov (επιμ.), L art de Thessalonique et des pays balkaniques et les courants spirituels au XIVe siècle, Belgrade 1987, 107-116 (= Vocotopoulos, Church Architecture), κυρίως 113). 16. Αν εξαιρέσουμε τον Προφήτη Ηλία (Χ. Μπούρας, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήνα 2001, 239-241). 17. Για τη ναοδομία της εποχής των Παλαιολόγων στη Θεσσαλονίκη η βιβλιογραφία είναι εκτενής αλλά αποσπασματική και άνιση. Δεν υπάρχει μία εξαντλητική μελέτη για κανέναν από τους ναούς που έχουν σωθεί, ενώ οι περισσότερες ταυτίσεις είναι ανοιχτές προς συζήτηση. Μια παράθεση των βασικών θεμάτων της αρχιτεκτονικής βλ. στο Vocotopoulos, Church Architecture (όπως σημ. 15), ενώ μία πιο λεπτομερής επισκόπηση των πιο πρόσφατων απόψεων με βασική βιβλιογραφία βρίσκεται στο: Ε. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου / Α. Τούρτα, Περίπατοι στη Βυζαντινή Θεσσαλονίκη, Αθήνα 1997 (= Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου / Τούρτα, Περίπα-
244 Αναστάσιος Τάντσης πτωση που διαφοροποιείται σημαντικά από ό,τι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κύριο ρεύμα και που διαπιστώνεται στους ναούς που έχουν διασωθεί. Τα βασικά στοιχεία που θέτουν το ναό έξω από τις τάσεις της ναοδομίας της εποχής στην πόλη είναι, πρώτα, ο τύπος του 18 και, ύστερα, ο όροφος πάνω από τη λιτή. 19 Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Θεσσαλονίκης στην εποχή των Παλαιολόγων διαμορφώθηκε μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της ναοδομίας της Κωνσταντινούπολης, τουλάχιστον σε ό,τι έχει σχέση με τα τυπολογικά θέματα. Οι δύο ναοί που είναι με ασφάλεια ταυτισμένοι στη Θεσσαλονίκη, οι Άγιοι Απόστολοι ως καθολικό της μονής που ίδρυσε ο Πατριάρχης Νήφων 20 και το καθολικό της σταυροπηγιακής μονής των Βλατάδων, 21 έχουν άμεση σχέση με την Κωνσταντινούπολη, καθώς αποτελούν πατριαρχικά ιδρύματα. Ε- πιπλέον, σχετίζονται με τη ναοδομία της πρωτεύουσας και εξαιτίας της τυπολογίας τους. 22 Πρόκειται για ναούς με έναν τρουλαίο πυρήνα, ο οποίος περικλείεται στις τρεις πλευρές από μία στοά με ενδιάμεσους χώρους και παρεκκλήσια. Παρόμοιο χαρακτήρα έχουν ο ναός που πρόσθεσε στο καθολικό της μονής του Λιβός η Θεοδώρα, χήρα του Μιχαήλ Η, καθώς και το καθολικό της μονής της Χώρας και ο ναός γνωστός ως Kilise Camii στην μορφή που πήραν μετά από επέκταση. 23 τοι). Πιο πρόσφατα οι ναοί της Θεσσαλονίκης σχολιάζονται με εκτενή βιβλιογραφία στο Αποτυπώματα (όπως σημ. 2). 18. Το στοιχείο της ιδιοτυπίας του τύπου και τη σχέση του με την Αθωνική ναοδομία τονίζει ο Vocotopoulos, Church Architecture (όπως σημ. 15), 111-113 αλλά και ο Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 53-54. 19. Είναι ο μόνος παλαιολόγειος ναός με όροφο στη Θεσσαλονίκη. Βλ. παραπάνω σημ. 7. 20. Μία βασική επισκόπηση του ναού με τη βασική βιβλιογραφία βρίσκει κανείς στο Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου / Τούρτα, Περίπατοι (όπως σημ. 17), 121-135 και Π. Ανδρούδης, Άγιοι Απόστολοι, στο: Αποτυπώματα (όπως σημ. 2), 146-157 (ελληνικά-αγγλικά). 21. Κουρκουτίδου-Νικολαΐδου / Τούρτα, Περίπατοι (όπως σημ. 17), 100-105 και Μ. Παϊσίδου, Μονή Βλατάδων, στο: Αποτυπώματα (όπως σημ. 2), 166-171 (ελληνικά-αγγλικά). 22. Τη σχέση με την Κωνσταντινούπολη τονίζει ο Vocotopoulos, Church Architecture (όπως σημ. 15), 110-111. 23. Για το συγκρότημα της μονής του Λιβός βλ. A. Van Millingen, Byzantine Churches in Constantinople. Their History and Architecture, London 1912, 122-137 καθώς και T. Macridy / A. H. S. Megaw / C. Mango / J. W. Hawkins, Τhe Monastery of Lips (Fenari Isa Cami) at Istanbul, DOP 18 (1964) 253-314. Για την επέκταση επί Παλαιολόγων βλ. Macridy κ.ά., ό.π., 251-278. Για τη μονή της Χώρας βλ. R. Ousterhout, The Architecture of the Kariye Camii in Istanbul, [DOS 25], Washington D.C. 1982, ιδιαίτερα 91-141, ενώ για το Kilise Camii βλ. H. Hallensleben, Zu Annexbauten der Kilise Camii in Istanbul, IstMitt 15 (1965) 208-217.
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 245 Θα μπορούσε να υποστηριχτεί η άποψη ότι η επιλογή του συγκεκριμένου τύπου ναού για τον Προφήτη Ηλία ήταν μία συνειδητή πράξη, που δηλώνει άμεσα τόσο τη σχέση του ναού αυτού με τη ναοδομία του Αγίου Όρους και την αθωνική πολιτεία, όσο και τη διαφοροποίηση από τις τάσεις που επικρατούσαν στη ναοδομία της πρωτεύουσας και της Θεσσαλονίκης την εποχή εκείνη. Η επιλογή του συγκεκριμένου τύπου ναού από τον χορηγό μπορεί να αντιμετωπιστεί ως δήλωση για την ιδιαίτερη σχέση του με τη μοναστική κοινότητα του Αγίου Όρους. Επιπλέον, θα μπορούσε να διακρίνει κανείς μία απόπειρα απομάκρυνσης από την τρέχουσα ναοδομία της Θεσσαλονίκης και συνακόλουθα από τις τάσεις στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της Κωνσταντινούπολης, όπως αυτές διαμορφώνονταν από εκκλησιαστικούς κύκλους της. 24 Ένα ισχυρό στοιχείο διαφοροποίησης του Προφήτη Ηλία σε σχέση με τους άλλους ναούς της εποχής στη Θεσσαλονίκη, είναι η ύπαρξη του υπερώου επάνω από το ανατολικό τμήμα της λιτής. Ο χώρος αυτός διαμορφώνεται ως όροφος νάρθηκα 25 με ένα πολύ όμορφο τρίλοβο άνοιγμα που βλέπει προς τον κυρίως ναό και επιτρέπει την παρακολούθηση των Ακολουθιών από αυτό το ύψος. 26 Το στοιχείο αυτό συνδέει το ναό με την παράδοση της ναοδομίας της Κωνσταντινούπολης και, μάλιστα, με την οικοδομική δραστηριότητα σημαντικών γυναικών, μελών της βασιλικής οικογένειας και της αριστοκρατίας, οι οποίες ήταν χορηγοί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων. 27 Ήδη από την εποχή της δυναστείας των Κομνηνών η Άννα Δαλασσηνή είχε ιδρύσει τη μονή του Χριστού Παντεπόπτη, το καθολικό της οποίας έχει ταυτιστεί με το ναό που είναι σήμερα γνωστός ως Eski Imaret Camii. 28 Σε 24. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μία άλλη μεθοδολογική προσέγγιση του θέματος της τυπολογίας στην Βυζαντινή ναοδομία ως έκφρασης επιλογής βασισμένης σε ένα πρωτίστως ιδεολογικό περιεχόμενο και, κατά δεύτερο λόγο, σε αισθητικές προτιμήσεις ή συμβολισμούς. 25. Από άποψη μεγέθους, καθώς αυτό θα ήταν περίπου το μέγεθος του νάρθηκα εάν υ- πήρχε στη θέση της λιτής. 26. Για το θέμα του υπερώου, μία πρώτη εξέταση βλ. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 59-60. Βλ. και παραπάνω σημ. 6. 27. A. Tantsis, Galleries in monastic churches founded by women and their social implications, στο: M. Grünbart / M. Mullett / L. Theis (επιμ.), Female Founders in Byzantium and Beyond. An International Colloquium. Institut für Kunstgeschichte. University of Vienna, September 23-25 2008, Abstracts (http://www.univie.ac.at/femalefounders/abstracts.html) προσβάσιμο στις 30.10.2014). 28. R. Ousterhout, Some Notes on the Construction of Christos ho Pantepoptes (Eski Imaret Camii) in Istanbul, ΔΧΑΕ περ. Δ 16 (1991-92) 47-56. Διαφορετική άποψη για την ταύτιση, ανεπαρκώς τεκμηριωμένη, έχει ο C. Mango, Where at Constantinople was the monastery of Christos Pantepoptes, ΔΧΑΕ περ. Δ' 20 (1998) 87-88.
246 Αναστάσιος Τάντσης αυτόν ο νάρθηκας φέρει όροφο με ένα ευρύ τρίλοβο άνοιγμα, που επέτρεπε την άνετη παρακολούθηση των Ακολουθιών στο ισόγειο του ναού. Η Άννα Δαλασσηνή αποσύρθηκε στο μοναστήρι που ίδρυσε καίτοι αυτό ήταν ανδρώο. 29 Μερικά χρόνια αργότερα η Ειρήνη, σύζυγος του Ιωάννη Β Κομνηνού, ίδρυσε τη μονή του Χριστού Παντοκράτορα, η οποία ολοκληρώθηκε από τον σύζυγό της. Σε αυτήν υπήρχε ένα κεντρικό συγκρότημα τριών επάλληλων ναών, από τους οποίους μόνο ο ένας, ο αφιερωμένος στην Παναγία Ελεούσα, ήταν προσβάσιμος στις γυναίκες, καθώς το κυρίως μοναστήρι με το καθολικό του ήταν άβατο. 30 Οι ναοί ενώνονται στα δυτικά με έναν διώροφο νάρθηκα που διατρέχει το συγκρότημα. Στα τέλη του 13 ου αιώνα, η Θεοδώρα, χήρα του Μιχαήλ Η, επανίδρυσε τη μονή του Λιβός προσθέτοντας ένα ευμέγεθες ταφικό παρεκκλήσι στο παλαιό καθολικό του μοναστηριού, το οποίο συνέχισε να λειτουργεί ως η κύρια εκκλησία του ιδρύματος. 31 Το κτήριο είχε όροφο στα δυτικά με ένα ευρύ άνοιγμα προς τον κυρίως ναό. Λίγα χρόνια μετά η χήρα του Πρωτοστράτορα Μιχαήλ Δούκα Γλαβά Ταρχανειώτη οικοδόμησε ένα ταφικό παρεκκλήσι στη μνήμη του συζύγου της δίπλα στο καθολικό της μονής Παμμακαρίστου, την οποία είχε ανακαινίσει ο ίδιος ως οικογενειακό κειμήλιο. 32 Στο κομψό παρεκκλήσι υπάρχει διώροφος νάρθηκας από το ευρύ άνοιγμα του οποίου επιτρεπόταν η παρακολούθηση των Ακολουθιών στο ισόγειο. Διακρίνεται, συνεπώς, μία παράδοση που συσχετίζει τη χορηγία ναών από σημαντικές γυναίκες της αριστοκρατίας με την κατασκευή υπερώων σε μοναστηριακά καθολικά. 29. R. Janin, La Géographie ecclésiastique de l Empire Byzantin. Première partie. Le siège de Constantinople et le Patriarchate oecuménique. Tome II, Les églises et les Monastères, Paris 1969, 527-529. 30. R. Cormack, Writing in gold. Byzantine Society and its Ιcons, New York 1985, 200-210 R. Jordan, 28 Pantokrator: Typikon of Emperor John II Komnenos for the Monastery of Christ Pantokrator in Constantinople, στο: J. Thomas / A. Constantinides-Hero / G. Constable (επιμ.), Byzantine Monastic Foundation Documents. A Complete Translation of the Surviving Founders Typika and Testaments, Washington D.C. 2000, 725-781 και R. Ousterhout, Architecture, Art and Komnenian Ideology at the Pantokrator Monastery, στο: Nevra Necipoğlu (επιμ.), Byzantine Constantinople. Monument, Topography and Everyday Life, Leiden 2001, 133-152. 31. Βλ.παραπάνω σημ. 23. 32. H. Hallensleben, Untersuchungen zur Baugeschichte der ehemaligen Pammakaristos Kirche, der heutigen Fethiye Cammi in Istanbul, IstMitt 13-14 (1963-64) 128-193 P. Schreiner, Eine unbekannte Beschreibung der Pammakaristoskirche (Fethiye Camii) und weitere Texte zur Topographie Konstantinopels, DOP 25 (1971) 217-248 και C. Mango, The Monument and its history, στο: C. Mango (επιμ.), The Mosaics and Frescoes of St. Mary Pammakaristos (Fethiye Camii) at Istanbul, Washington D.C. 1978, 1-39.
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 247 Τα δύο αυτά στοιχεία, ο αθωνικός τύπος και ο όροφος επάνω από τη λιτή, ενδεικτικά της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ταυτότητας του Προφήτη Ηλία, προσδιορίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορούσε να αναζητηθεί ο χορηγός, ή, πιθανότερα, η χορηγός του ναού. Είναι, συνεπώς, πιθανόν ο όροφος της λιτής να συσχετιστεί με την προσπάθεια φιλοξενίας της υψηλής παρουσίας κάποιας ευγενούς κυρίας. Επιπλέον, η επιλογή του αθωνικού τύπου από την ίδια, προφανώς, χορηγό θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή ως μία συνειδητή δήλωση σύμπνοιας με την αθωνική πολιτεία. Οπότε, η πρόταση συσχετισμού της Άννας της Σαβοΐας χήρας του Ανδρόνικου Γ και μητέρας του Ιωάννη Ε με την οικοδόμηση του ναού φαίνεται αρχικά ορθή κάποια στοιχεία, ωστόσο, σχετικά με τη δράση της χρειάζονται επανεξέταση και α- ποτίμηση ως προς τη σπουδαιότητα και τη σημασία τους. 33 Εξετάζοντας τα ιστορικά στοιχεία είναι γνωστό από ένα έγγραφο πρόσταγμα 34 του εγγονού της, Μανουήλ Β Παλαιολόγου, 35 ότι η Άννα είχε δωρίσει ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο στη μονή των Αγίων Αναργύρων στη Θεσσαλονίκη. 36 Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε περισσότερα στοιχεία για το εν λόγω μοναστήρι πέρα από το ότι ήταν γυναικείο, καθώς και από το ότι πιθανόν ήταν ίδρυμα της εποχής των Παλαιολόγων, καθώς δεν υπάρχουν προγενέστερες αναφορές σε αυτό. 37 Σύμφωνα με το εν λόγω έγγραφο, η Άννα της Σαβοΐας δώρισε πρὸς τὴν ἐν τῆ περιφανεῖ πόλει Θεσσαλονίκη γυναικείαν μονὴν..., τὴν εἰς ὄνομα τιμωμένην τῶν ἁγίων καὶ θαυματουργῶν Ἀναργύρων, 33. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 59-60. Για την Άννα της Σαβοΐας, ή Παλαιολογίνα, η βιβλιογραφία είναι εκτενής. Ενδεικτικά αναφέρουμε: D. M. Nicol, The Byzantine Lady. Ten Portraits 1250-1500, Cambridge 1994 (= Nicol, The Byzantine Lady), 82-95 S. Origone, Giovanna di Savoia alias Anna Paleologina Latina á Bisanzio (c.1306-c. 1365), Milano 1998 (= Origone, Giovanna di Savoia) Αικ. Χριστοφιλοπούλου, Η αντιβασιλεία εις το Βυζάντιον, Σύμμεικτα 2 (1970) 1-144 (= Χριστοφιλοπούλου, Η αντιβασιλεία), ιδιαίτερα 91-127 M. della Valle, Costantinopoli e Tessalonica al tempo di Anna Paleologina, στο: A. Iacobini / Μ. della Valle (επιμ.), L arte di Bisanzio e l Italia al tempo dei Paleologi (1261-1453) [Milion. Studi e ricerche d arte bizantina 5], Roma 1999, 125-142 (= M. della Valle, Costantinopoli e Tessalonica). 34. ODB 3, 1740 λ. Prostagma (Ν. Oikonomides). 35. ODB 2, 1291-1292 λ. Manuel II Palaiologos (A. M. Talbot / A. Cutler). 36. P. Lemerle, Autour d un Prostagma inédit de Manuel II. L Aulè de Sire Guy à Thessalonique, στο: Silloge Bizantina in Onore di Silvio Giuseppe Mercati [Studi Bizantini e Neoellenici 9], Roma (1957) 271-286 (= Lemerle, Autour d un Prostagma inédit). Το κείμενο βρίσκεται επίσης και στο A. Guillou / P. Lemerle / D. Papachrysanthou / N. Svoronos (έκδ.), Actes de Lavra III. De 1329 à 1500 [Archives de l Athos VIII], Paris 1979, 163. 37. R. Janin, Les églises et les monastères des grands centres Byzantins. (Bythinie, Helles - pont, Latros, Galésios, Trébizonde, Athènes, Thessalonique), Paris 1975, 350.
248 Αναστάσιος Τάντσης τὴν αὐλὴν...τοῦ Συργῆ ἐκείνου. Πρόκειται για ένα σημαντικό ακίνητο, καθώς ταυτίζεται με την αρχοντική κατοικία-παλάτι του Guy De Lusignan, ο οποίος είναι γνωστό ότι υπήρξε κυβερνήτης των Σερρών στα τέλη του πρώτου μισού του 14 ου αιώνα και, όπως φαίνεται, είχε μία σημαντική περιουσία στη Θεσσαλονίκη. 38 Η περιουσία αυτή θα ήταν, λογικά, τμήμα από την προίκα της κόρης του, Isabelle de Lusignan, η οποία παντρεύτηκε τον Μανουήλ Καντακουζηνό (μετέπειτα δεσπότη του Μορέα) και οι γάμοι αυτών έγιναν στην Θεσσαλονίκη. 39 Η δωρεά αυτή είναι πολύ πιθανό να έγινε σε ένα γυναικείο μοναστήρι, το οποίο είχε ιδρύσει η Άννα της Σαβοΐας και στο οποίο πιθανώς να αποσύρθηκε και η ίδια, καθώς είναι γνωστό ότι πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής της ως μοναχή Αναστασία. Μάλιστα, καθώς η δωρεά περιλαμβάνει μία αρχοντική κατοικία-παλάτι είναι εύγλωττο να υποθέσουμε ότι στόχος ήταν ακριβώς η παραχώρηση μίας περιουσίας η οποία αποτελούσε τόσο έσοδο για τη μονή όσο και κατοικία της αυτοκράτειρας-μοναχής 40. Από το κείμενο του προστάγματος του Μανουήλ Β' φαίνεται ότι η ιδιοκτησία αυτή ήταν πλησίον της μονής των Αγίων Αναργύρων. 41 Με αυτό τον τρόπο εξηγούνται δύο στοιχεία γνωστά από άλλες πηγές: πρώτον, το γεγονός ότι η περιοχή του ναού του Προφήτη Ηλία σχετίζεται με μια κατοικίαπαλάτι καθώς στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας έμεινε γνωστή με 38. Για τη δράση του Συργή (Guy de Lusignan, μετέπειτα Κωνσταντίνο Β της Αρμενίας) και την ανάμειξή του στον εμφύλιο πόλεμο στην πλευρά του Καντακουζηνού βλ. L. Schopen (έκδ), Ioannis Cantacuzeni eximperatoris historiarum libri IV [CSHB], vol. 1, Bonn 1828, 288 και vol. 2, Bonn 1831, 193, 196, 235, 253. Επίσης Β. Νεράντζη-Βαρμάζη, Διοικητές των Σερρών την εποχή των πρώτων Παλαιολόγων, Βυζαντινά 18 (1995-96) 197-203 S. Binon, Guy d Armenie et Guy de Chypre. Isabelle de Lusinian à la cour de Mistra, AIPhO 5 (1937) 125-142 (= Binon, Guy d Armenie et Guy de Chypre) D. Zakythinos, Une Princesse Française à la cour de Mistra au XIVe siècle. Isabelle de Lusignan Cantacuzène, RΕG 49 (1936) 62-76 (= Zakythinos, Une Princesse), ιδιαίτερα 65-69. Για την ορθή απόδοση της αὐλῆς ως την αρχοντική κατοικία του Guy de Lusignan βλ. G. T. Dennis, The Reign of Manuel II Palaeologus in Thessalonica 1382-1387 [Orientalia Christiana Annalecta 159], Rome 1960, 97-102. 39. Lemerle, Autour d un Prostagma inédit (όπως σημ. 36), 278-280. Για την Ισαβέλλα- Ζαμπέα βλ. Binon, Guy d Armenie et Guy de Chypre και Zakythinos, Une Princesse (όπως σημ.38). 40. Για την αρχοντική κατοικία που περιελάμβανε η αὐλή βλ. A. Tantsis, Un palais paléologue à Thessalonique, στο: E. Malamut / M. Ouerfelli (επιμ.), Villes méditerranéennes au Moyen Âge, Aix-en-Provence 2014, 75-88. 41. τὴν αὐλὴν...τοῦ Συργῆ ἐκείνου, μετὰ πάντων τῶν ἐν αὐτῆ ἐμφυτευματικῶν οἰκημάτων καὶ ἐργαστηρίων, τῶν πρὸς τὴν ἐκεῖσε ὁδὸν δημοσίαν ἀφορώντων, κατὰ μεσημβρίαν τῆς τοιαύτης αὐλῆς (Lemerle, Autour d un Prostagma inédit (όπως σημ. 36), 274).
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 249 το όνομα Eski Saray 42 και, δεύτερον, η γνωστή αναφορά σε έγγραφο του Αγίου Όρους που κάνει λόγο για επίσκεψη μοναχών από τον Άθωνα στο θεοφρούρητον παλάτιον 43 της Άννας της Σαβοΐας. Αν λοιπόν η Άννα δώρισε (δήμευσε ουσιαστικά 44 ) την αρχοντική κατοικία-παλάτι του Guy de Lusignan στη μονή των Αγίων Αναργύρων, στην οποία εγκατεβίωσε και η ίδια, το στοιχείο αυτό φαίνεται να ικανοποιεί και τις δύο αναφορές για το ναό του Προφήτη Ηλία ως καθολικό της μονής των Αναργύρων, πλησίον ενός παλατιού (θεοφρούρητου) σε μια περιοχή της Θεσσαλονίκης η οποία, εκ των υστέρων, έγινε γνωστή ως Eski Saray. 45 Επιπλέον ο έγγραφος ορισμός 46 της Άννας για τη δωρεά της αυλής του Συργή στο μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, ο οποίος επικυρώθηκε με χρυσόβουλο του υιού της, αυτοκράτορα Ιωάννη Ε, θα πρέπει να τοποθετηθεί μετά το 1354. Μετά, δηλαδή, την επικράτηση των Παλαιολόγων έναντι των Καντακουζηνών. Πιο συγκεκριμένα, κατά την περίοδο που ο Μανουήλ Καντακουζηνός, εγκατεστημένος στο Μυστρά ως δεσπότης από τον πατέρα του Ιωάννη Στ, αψήφησε την επιθυμία του Ιωάννη Ε να τον αντικαταστήσει στη διοίκηση της Πελοποννήσου. 47 Άλλωστε από το ίδιο το έγγραφο του Μανουήλ Παλαιολόγου προκύπτει ότι κάποια στιγμή αργότερα, που βρέθηκε στην Πελοπόννησο και προφανώς είχε την ανάγκη των δεσμών της θείας του Ισαβέλλας των Λουζινιάν με τη Δύση, αναγκάστηκε να της επιστρέψει την κατοικία στη Θεσσαλονίκη ικανοποιώντας αίτημά της. 48 Το στοιχείο 42. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 36-41. Τα επιχειρήματα που διατυπώνει ο Παπαζώτος χάνουν την αξία τους αν όντως ο Προφήτης Ηλίας ήταν σε γειτονική θέση με την αρχοντική κατοικία του Guy de Lusignan και μετέπειτα θεοφρούρητον παλάτιον της Άννας-Αναστασίας Παλαιολογίνας μετά τη δωρεά του στη μονή των Αναργύρων. 43. N. Oikonomidès (έκδ.), Actes de Docheiareiou [Archives del Athos XIII], Paris 1984, 34. 11-12 (a. 1361): ὥρισεν ἡ κραταιά και ἁγία ἡμῶν κυρία και δέσποινα προς ἡμᾶς και παραγενόμεθα εἰς το θεοφρούρητον παλάτιον ἳνα ἀκούσωμεν την τοιαύτην ὑπόθεσιν. Η αναφορά της επίσκεψης των μοναχών έχει χρονολογηθεί το 1361. 44. Παρόμοια ορολογία χρησιμοποιεί και ο Μανουήλ Β στο πρόσταγμά του:...ἐδημοσιεύθη ἡ τοιαύτη αὐλὴ παρὰ τῆς βασιλείας μου (Lemerle, Autour d un Prostagma inédit (όπως σημ. 36), 274). 45. M. della Valle, Costantinopoli e Tessalonica (όπως σημ. 33), 130-131. 46. ODΒ 2, 946 λ. Horismos (A. Kazhdan). 47. D. A. Zakythinos, Le Despotat Grec de Morée. Tome Second, Vie et Institutions, Athènes 1953, 78-79 ODB 2, 1292 λ. Manuel Kantakouzenos (A. M. Talbot). 48. Χρόνου δὲ διαγενομένου, καὶ τῆς βασιλείας μου ἐπιδημησάσης εἰς τὰ μέρη τῆς Πελοποννήσου ὅτε πρὸς τὴν Βενετίαν ἀπήρχετο, ἐζήτησε καὶ παρεκάλεσε τὴν βασιλείαν μου ἡ μακαρῖτις θεία αὐτῆς εὐτυχεστάτη βασίλισσα κυρὰ[ ] ἡ Κατακουζηνὴ ἵνα εὐεργετήση πρὸς
250 Αναστάσιος Τάντσης αυτό αποδεικνύει την ορθότητα της ταύτισης του Συργή με τον Guy de Lusignan αλλά δείχνει, επιπλέον, ότι επρόκειτο πράγματι για ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο με ιδιαίτερη αξία για την οικογένεια. Το γεγονός, μάλιστα, ότι στη συνέχεια ο Μανουήλ δώρισε την εν λόγω περιουσία στη Νέα Μονή, 49 με την οποία είχε ιδιαίτερους δεσμούς, είναι, ίσως, μία ένδειξη για τη συνέχιση της χρησιμοποίησης της ως αυτοκρατορικής κατοικίας από τον ίδιο σε γειτνίαση με ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα. 50 Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αυλή του Συργή βρισκόταν πλησίον τόσο της μονής των Αναργύρων όσο και της Νέας Μονής. Με αυτόν τον τρόπο ι- κανοποιείται και η περίφημη πλέον πληροφορία ότι η Νέα Μονή ήταν κοντά σε βασίλεια. 51 Ποιο είναι όμως το αρχικό πλαίσιο της οικοδόμησης του ναού του Προφήτη Ηλία; Όπως φαίνεται η Άννα της Σαβοΐας συνδέθηκε άμεσα με την εκκλησιαστική περιπέτεια του ησυχασμού, καθώς ήταν παρούσα και στις τρεις συνόδους στην Κωνσταντινούπολη που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της υπόθεσης. 52 Μάλιστα, οι τρεις αυτές σύνοδοι συνδέονται άμεσα με τις φάσεις εξέλιξης και της εμφύλιας διαμάχης μεταξύ της Άννας ως χήρας του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ και επιτρόπου του ανήλικου γιου της, αυτοκράτορα Ιωάννη Ε ενάντια στις διεκδικήσεις της εξουσίας από τον Ιωάννη Καντακουζηνό. 53 Είναι κρίμα που τα περισσότερα στοιχεία για την ιστορία της περιόδου στην σύγχρονη ιστοριογραφία προέρχονται από τις αφηγήσεις των γεγονότων από τον ίδιο τον Ιωάννη Καντακουζηνό καθώς και τον Νικηφόρο Γρηγορά, ώστε είναι σχεδόν αδύνατο να γνωρίζουμε την αὐτὴν τὴν τοιαύτην αὐλήν ἣν δὴ καὶ εὐηργέτησε πρὸς αὐτὴν ἡ βασιλεία μου (Lemerle, Autour d un Prostagma inédit (όπως σημ. 36), 278-280). 49. Για τη Νέα Μονή βλ. Γ. Θεοχαρίδου, Η Νέα Μονή Θεσσαλονίκης, Μακεδονικά 3 (1955) 334-352. 50. Ὅθεν ὕστερον πάντων εὐηργέτησε ταύτην ἡ βασιλεία μου διὰ χρυσοβούλλου αὐτῆς πρὸς τὴν σεβασμίαν Νέαν Μονήν. 51. ὁ μέν ποιμήν τον κάλλιστον τῆς πόλεως ἀπολεξάμενος, ἵνα δήποτε και βασίλεια ἵδρυτο εὐτρεπίζει μοναστηρίον (Β. Λαούρδας, Ο Γαβριήλ Θεσσαλονίκης, Αθηνά 55/6 (1951/2) 199-214, ιδιαίτερα 204). 52. Για τις απόψεις περί της ανάμειξής της στην υπόθεση αυτή βλ. τη βασική βιβλιογραφία για την Άννα (βλ. παραπάνω σημ. 33) αλλά και G. T. Dennis S.J., The Deposition of the Patriarch John Calecas, JÖB 9 (1960) 50-55 (= Dennis, The Deposition), και κυρίως Χριστοφιλοπούλου, Η αντιβασιλεία (όπως σημ. 33), όπου συγκεντρώνονται και οι περισσότερες πηγές. 53. Χριστοφιλοπούλου, Η αντιβασιλεία (όπως σημ. 33), 96-99.
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 251 πραγματική εμπλοκή της Άννας σε αυτή την ιστορία. 54 Ακόμη και αν δεχτούμε ότι η μαρτυρία του Ιωάννη Καντακουζηνού δεν πάσχει απόλυτα από την μεροληψία για την οποία είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν, 55 στην περίπτωση της Άννας, εν τούτοις, η προκατάληψη θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη καθώς επρόκειτο για γυναίκα. Εξετάζοντας τα υπόλοιπα στοιχεία (και όχι τις ερμηνείες του Ιωάννη Στ ) αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν είναι εύκολο να υποστηριχθεί η συστράτευση της Άννας με το αντιπαλαμικό στρατόπεδο, παρά μόνο όπου αυτό ταυτίζεται με τα συμφέροντα του δικαιώματος του υιού της στο θρόνο ενάντια στις διεκδικήσεις του Ιωάννη Στ' Καντακουζηνού. Αλλά η τελευταία φάση της εξέλιξης δείχνει την προσπάθεια της να ισορροπήσει μεταξύ της διασφάλισης του δικαιώματος του Ιωάννη Ε στο θρόνο και της υποστήριξης της παλαμικής παράταξης στα εκκλησιαστικά. 56 Μάλιστα είναι πολύ πιθανό ότι η απομάκρυνσή της από την Κωνσταντινούπολη και η εύνοια που επέδειξε προς την παλαμική πλευρά αλλά και προς το Άγιο Όρος βοήθησε εν τέλει στην επιτυχία του επιθυμητού αποτελέσματος: την αποδυνάμωση και εκτροπή τελικά του Καντακουζηνού από τον θρόνο και την εδραίωση της δύναμης της οικογένειάς της. Έτσι, αγνοώντας τον σχολιασμό του Καντακουζηνού που κάνει λόγο για αποστολή της Άννας στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να νουθετήσει τον γιο της να μην εξεγερθεί κατά του ιδίου και να τον αποτρέψει να συνεργαστεί με τους Σέρβους, 57 μπορεί κανείς να δει στη φυγή της από την στενή επιρροή του Ιωάννη Καντακουζηνού την προσπάθεια ανασύνταξης των δυνάμεών της Άννας και υποστήριξης του γιου της. Η παρουσία της στην πόλη φαίνεται ότι έδρασε καταλυτικά, αφού επωφελήθηκε από το πνεύμα πίστης προς την δυναστεία των Παλαιολόγων που υπήρχε εκεί, ώστε να καμφθεί ο λαός και να δεχτεί τον Παλαμά ως μητροπολίτη, αφού αποτελούσε, πλέον, και δι- 54. Nicol, The Byzantine Lady (όπως σημ. 33). Πρβλ. D. Nicol / S. Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica: the numismatic evidence, RevNum ser. 6, 19 (1977) 87-102 (= Nicol / Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica) και Π. Πρωτονοτάριος, Ο Ιωάννης Ε Παλαιολόγος και η Άννα της Σαβοΐας στη Θεσσαλονίκη (1351-1365). Το Εύρημα των Σερρών, ΝομΧρον 8 (1989) 69-79 (= Πρωτονοτάριος, Ο Ιωάννης Ε Παλαιολόγος και η Άννα της Σαβοΐας). 55. Βλ. το σχολιασμό στην αρχή του άρθρου του V. Laurent, Un nouveau témoin de la correspodance de Démétrius Cydonès et de l activité littéraire de Nicolas Cabasilas Chamaétos. Le codex Meteor. Barlaam 202, Ελληνικά 9 (1936) 185-205. 56. Dennis, The Deposition (όπως σημ. 52). 57. Nicol, The Byzantine Lady (όπως σημ. 33), 92.
252 Αναστάσιος Τάντσης κή της επιλογή, όχι μόνο της πλευράς του Καντακουζηνού. 58 Με αυτόν τον τρόπο κέρδισε και την εύνοια της μοναστικής κοινότητας του Αγίου Όρους. Άλλωστε, ακριβώς γι αυτόν της τον ρόλο στην έκβαση της ησυχαστικής έριδας μνημονεύεται ως ἁγία και εὐσεβεστάτη στο Συνοδικό του Αγίου Όρους με μία αναφορά που ξεπερνάει σε έκταση τα μνημόσυνα για άλλες αυτοκράτειρες της περιόδου και εστιάζει στο ρόλο της στη συγκεκριμένη διαμάχη. 59 Αυτή της την ιδιότητα, ως υπέρμαχου, δηλαδή, του ησυχασμού και, κατ επέκταση, του Αγίου Όρους ως κοιτίδας της ορθοδοξίας σε μία περίοδο έ- ντονων διεργασιών μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, φαίνεται να υπογραμμίζει περαιτέρω η οικοδόμηση ενός ναού με αθωνική ταυτότητα έξω από τα τρέχοντα ρεύματα στη ναοδομία της Κωνσταντινούπολης και του «κοσμικού» μοναχισμού. Συνεπώς, ενισχύεται η σύνδεση του Προφήτη Ηλία με την Άννα της Σαβοΐας καθώς ερμηνεύεται ως προσπάθεια επίτευξης ενός πολιτικού στόχου μέσα από μία χορηγία. 60 Άλλες επί μέρους λεπτομέρειες μπορούν να στηρίξουν περαιτέρω την ταύτιση του Προφήτη Ηλία με το καθολικό της μονής των Αναργύρων που ίδρυσε η Άννα της Σαβοΐας. Στα νομίσματα που κυκλοφόρησαν κατά το διάστημα που η Άννα βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη παρουσιάζεται σε αρκετά μόνη της, ενώ στα περισσότερα μαζί με τον γιο της, δεδομένα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί από τους μελετητές κυρίως για να χρονολογήσουν την κοπή των συγκεκριμένων νομισμάτων. 61 Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι υπάρ- 58. Τον ενεργό ρόλο που έπαιξε στην εγκατάσταση του Παλαμά στη Θεσσαλονίκη ορθώς έχει περιγράψει η Origone, Giovanna di Savoia (όπως σημ. 33), 148. Βλ. επίσης M. della Valle, Costantinopoli e Tessalonica (όπως σημ. 33), 130-131. 59. Ἄννης τῆς δεσποίνης ἡμῶν, τῆς διὰ τοῦ θείου καὶ ἀγγελικοῦ σχήματος μετονομασθείσης Ἀναστασίας μοναχῆς, τῆς ἔργοις καὶ λόγοις ὅλῃ ψυχῇ διὰ βίου ἀγωνισαμένης ὑπέρ τε συστάσεως τῶν ἀποστολικῶν καὶ πατρικῶν τῆς ἐκκλησίας δογμάτων καὶ τῆς καθαιρέσεως τῆς πονηρᾶς καὶ ἀθέου τοῦ Βαρλαὰμ καὶ Ἀκινδύνου αἱρέσεως καὶ τῶν ὁμοφρόνων ἐκείνοις, α.ἡμν. (J. Guillard, Le synodikon de l Orthodoxie, TM 2 (1967) 45-107). 60. Η σχέση του Παλαμά με το Άγιο Όρος είναι κοινώς γνωστή. Υπήρξε, ανάμεσα στα άλλα, και ηγούμενος της Μεγίστης Λαύρας. 61. Για μία γενική εισαγωγή βλ. T. Bertelè, Giovanna (Anna) di Savoia Imperatrice di Bisanzio, Atti e Memorie dell Istituto Italiano di Numismatica 6 (1930) 206-221 S. Bendall / P. J. Donald, The Later Paleologan Coinage 1282-1453, Bath 1979 (= Bendall / Donald, Later Paleologan Coinage), 113-150 και 246-253 P. Protonotarios, Le monnayage d or et d argent d Andronic III avec Jean V et Anne de Savoie, RevΝum ser 6, 19 (1977) 77-86 Nicol / Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica (όπως σημ. 54) Πρωτονοτάριος, Ο Ιωάννης Ε Παλαιολόγος και η Άννα της Σαβοΐας (όπως σημ. 54). Επίσης, C. Morrisson, The Emperor, the Saint, and the City: Coinage and Money in Thessalonike from the Thirteenth to the Fifteenth Century, DOP 57 (2003) 173-203 (= Morrisson, The Emperor, the Saint, and the City).
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 253 χει νόμισμα στο οποίο το πρόσωπο της Άννας περιβάλλουν τα στοιχεία που αποδίδονται στην δυναστεία των Παλαιολόγων, 62 ένα ή δύο τετραγωνισμένα κεφαλαία Β και το ανάποδό τους, ενώ στα περισσότερα που έχουν σωθεί την περιβάλλει ένα ή και δυο κεφαλαία τετραγωνισμένα Α. 63 Σε αυτά βαστάει στα χέρια της ένα αρχιτεκτονικό ομοίωμα, το οποίο φέρει το γνωστό και από άλλα νομίσματα σχήμα της τειχισμένης πόλης με τρεις γωνιακούς πύργους. 64 Είναι δελεαστικό να υποστηρίξει κανείς ότι το ίδιο σχήμα θα μπορούσε να α- ποδοθεί και για τη σχηματοποιημένη μικρογραφία του αρχιτεκτονικού ομοιώματος ενός μεμονωμένου κτηρίου και συγκεκριμένα μίας εκκλησίας. 65 Ειδικά στην περίπτωση του Προφήτη Ηλία η σύνδεση μοιάζει ενδιαφέρουσα, καθώς η ογκοπλασία του ναού βασίζεται ακριβώς στην τριγωνική διάρθρωση της κυρίας όψης με τον κεντρικό τρούλο πλαισιωμένο από τους δύο μικρότερους της λιτής. Επιπλέον, θα ήταν δυνατόν να δει κανείς στην υπερβολική χρήση του Α ένα λεκτικό παιχνίδι με τα ονόματα της βασίλισσας, Άννα και Αναστασία, αλλά και τους τίτλους της, Άνασσα, Αυγούστα και Αγία, αλλά, ίσως, και το όνομα του ιδρύματός της, των Αγίων Αναργύρων. Άλλωστε, έχει βρεθεί και νόμισμα, στο οποίο στον εμπροσθότυπο απεικονίζεται η Άννα κρατώντας το γνωστό ομοίωμα πλαισιωμένη με το Α και στον οπισθότυπο διακρίνονται δύο μορφές με φωτοστέφανα, οι οποίες θα μπορούσαν κάλλιστα να ταυτιστούν με τους ιατρούς αγίους Αναργύρους. 66 Στη λιτή του Προφήτη Ηλία έχει διασωθεί ένα μεγάλο μέρος των τοιχογραφιών. 67 Σημαντική θέση ανάμεσα σε αυτές κατέχει μία σειρά από ιαματικά θαύματα του Χριστού. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον να συνδέσει κανείς το εικονογραφικό πρόγραμμα των ιαματικών θαυμάτων του Χριστού με τη δράση των αγίων της αφιέρωσης της μονής, τους ιαματικούς αγίους Αναργύρους. 68 62. Βλ. για παράδειγμα Nicol / Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica (όπως σημ. 54), 97 και Bendall / Donald, Later Paleologan Coinage (όπως σημ. 61), 248-249. 63. Nicol / Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica (όπως σημ. 54), 98, 100-101 και Bendall / Donald, Later Paleologan Coinage (όπως σημ. 61), 248-253 64. Nicol / Bendall, Anna of Savoy in Thessalonica (όπως σημ. 54), και Bendall / Donald, Later Paleologan Coinage (όπως σημ. 61). 65. Την πρόταση έχει κάνει και η Morrisson, The Emperor, the Saint, and the City (όπως σημ. 61), 181, αλλά ως μεμονωμένο κτήριο προτείνει τη βασιλική του Αγίου Δημητρίου. 66. Το νόμισμα είναι μοναδικό και ως προς το ότι εικονίζει την Άννα μόνη της χωρίς τον σύζυγό της ή τον γιο της στον εμπροσθότυπο ή στον οπισθότυπο (Bendall / Donald, Later Paleologan Coinage (όπως σημ. 61), 252-253). 67. Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 69-70. 68. Το γεγονός ότι ο Παπαζώτος, Η Μονή Ακαπνίου (όπως σημ. 1), 41-42, διαβλέπει μέσα από την κεντρική απεικόνιση της λιτής μία αφιέρωση του καθολικού στον Χριστό είναι ένα θέμα το οποίο δεν επιβεβαιώνεται αλλά δεν έρχεται και σε άμεση σύγκρουση με την πρόταση
254 Αναστάσιος Τάντσης Ανακεφαλαιώνοντας, προκύπτουν νέα δεδομένα που οδηγούν σε καινούρια στοιχεία για το θέμα της ταυτότητας του ναού που είναι γνωστός ως Προφήτης Ηλίας. Τα δύο βασικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής του ναού που τον διαφοροποιούν από την κύρια τάση στη ναοδομία της παλαιολόγειας Θεσσαλονίκης, ο αθωνικός, δηλαδή, τύπος και η ύπαρξη ορόφου στη λιτή, αποτελούν την αφετηρία για να αναζητηθούν οι στόχοι του κτήτορα του ναού οι οποίοι εξυπηρετούνταν από τις δύο αυτές επιλογές. Η επιλογή του αθωνικού τύπου φαίνεται ότι αντικατοπτρίζει μία νέα περίοδο στις σχέσεις της Θεσσαλονίκης με το Άγιο Όρος μετά την επίλυση των ζηλωτικών, με την εγκατάσταση του Γρηγορίου Παλαμά στη θέση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης ως επιλογή και της δυναστείας των Παλαιολόγων. Συνάμα επέρχεται σύμπνοια μεταξύ του λαού της πόλης, που ήταν πιστός στη δυναστεία, και του Αγίου Όρους, του οποίου η υποστήριξη στον ησυχασμό εκφράζεται στο πρόσωπο του Παλαμά και πλέον η σχέση του με τη δυναστεία αποκαθίσταται επίσης. Σε ό,τι αφορά την προσθήκη υπερώου πάνω από τη λιτή, μία σειρά από παραδείγματα της εποχής των Κομνηνών και των Παλαιολόγων οδηγούν στο συμπέρασμα πως συνδέεται με την παρουσία μίας σημαντικής γυναικείας προσωπικότητας ειδικά σε μοναστικό περιβάλλον, της χορηγού εν προκειμένω, μέσα στο ναό που η ίδια δώρισε. Οι δύο αυτές παρατηρήσεις στην αρχιτεκτονική του ναού οδηγούν στην πρόταση ότι η Άννα Παλαιολογίνα υπήρξε η χορηγός της ανέγερσης του ναού στην περίοδο που εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη μετά το 1351. Η δωρεά μίας αρχοντικής κατοικίας στη μονή των Αγίων Αναργύρων καθιστά εφικτή την υπόθεση ότι πρόκειται για μία κατοικία που χρησιμοποιήθηκε από την ίδια από τη στιγμή που εγκαταστάθηκε ως μοναχή στη μονή που ίδρυσε και την οποία προίκισε. Μία σειρά από δευτερεύοντα στοιχεία βοηθούν στην περαιτέρω υποστήριξη αυτής της άποψης. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι η αρχοντική αυτή κατοικία δωρίθηκε στη συνέχεια στην ανδρώα Νέα Μονή. Καθώς τόσο ο Προφήτης Ηλίας όσο και η Νέα Μονή έ- χουν συσχετιστεί, από άποψη τοπογραφικών στοιχείων, με μία αρχοντική ότι ο Προφήτης Ηλίας είναι πολύ πιθανόν το καθολικό της μονής των Αναργύρων. Υπάρχουν περιπτώσεις που μοναστήρι αφιερώνεται σε κάποιον άγιο αλλά το καθολικό του είναι αφιερωμένο στο Χριστό και μόνο ένα παρεκκλήσι αφιερώνεται στον άγιο της ονομασίας της μονής. Για παράδειγμα η μονή στο Τσάγεζι, η οποία έχει σχετιστεί ειδικά με τον Προφήτη Ηλία, είναι αφιερωμένη στον άγιο Δημήτριο αλλά το καθολικό της είναι αφιερωμένο στον Χριστό (Χ. Μπούρας, Η Αρχιτεκτονική του Καθολικού της Μονής Αγίου Δημητρίου Στομίου (τ. Τσάγεζι), ΔΧΑΕ περ. Δ 24 (2003) 145-161).
Ο Προφήτης Ηλίας, η Άννα της Σαβοΐας και η Αυλή του Συργή 255 κατοικία, διαφαίνεται ένας πιθανός συγκερασμός των αντικρουόμενων απόψεων και μία νέα πληροφορία για την τοπογραφία της παλαιολόγειας Θεσσαλονίκης. Έτσι προκύπτει ότι η μονή των Αγίων Αναργύρων της Άννας Παλαιολογίνας είχε πιθανώς καθολικό το ναό του Προφήτη Ηλία, ο οποίος ονομάστηκε Eski Saray Camii, ακριβώς γιατί ήταν συνδεδεμένος με την αρχοντική κατοικία του Guy de Lusignan, η οποία πέρασε στην κατοχή του εν λόγω μοναστηριού. Αλλά και η Νέα Μονή ήταν στην άμεση γειτονιά καθώς η ίδια αρχοντική κατοικία-παλάτι πέρασε στην ιδιοκτησία της και έτσι έμεινε στην ιστορία ότι αυτή έχει ιδρυθεί σε περιοχή όπου υπήρχαν βασίλεια. Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης tassostan@hist.auth.gr