Μάθημα 12 _ Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ, ο πόλεμος του Λιβάνου, και η παλαιστινιακή Ιντιφάντα α) Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ (Πρώτος Πόλεμος του Κόλπου), 1980-1988 Για τις εξελίξεις στο Ιράν κατά τη δεκαετία του 1970 έγινε ανάλυση στο μάθημα για την Ιρανική Επανάσταση και την ανακήρυξη της χώρας σε Ισλαμική Δημοκρατία. Εδώ, εισαγωγικά, θα γίνει μια αναφορά στις εξελίξεις που έλαβαν χώρα στο Ιράκ πριν την έκρηξη του πολέμου Ιράν-Ιράκ. Το Ιράκ είναι αραβική χώρα με σιιτική πλειοψηφία αλλά στην οποία ήδη από τη δεκαετία του 1920 (όταν είχε δημιουργηθεί το προτεκτοράτο, πριν ακόμα από την ανεξαρτησία της χώρας) κυριαρχούσε η σουνιτική μειοψηφία. Επίσης, στα βόρεια της χώρας διαβιεί και ευάριθμη κουρδική μειονότητα. Από το 1968 η χώρα βρισκόταν υπό τον έλεγχο του κόμματος Μπάαθ, στο οποίο κυριαρχούσαν οι Σουνίτες. Χάρη και στα αυξημένα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση, το καθεστώς εγκαινίασε όχι μόνο σημαντικά εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά και φιλόδοξα προγράμματα εκσυγχρονισμού της χώρας, μεγάλα δημόσια έργα, ενώ βελτιώθηκε η παρεχόμενη παιδεία και οι υπηρεσίες υγείας. Το βιοτικό επίπεδο παρουσίασε σημαντική βελτίωση κατά τη δεκαετία του 1970. Παράλληλα, παγιωνόταν και κλιμακωνόταν ο έλεγχος που ασκούσε το Μπάαθ στην ιρακινή πολιτική σκηνή, την οικονομία, αλλά και την κοινωνία της χώρας. Δεν έλειπαν οι διωγμοί πολιτικών αντιπάλων, αλλά και μελών του ίδιου του Μπάαθ στα πλαίσια εσωτερικών εκκαθαρίσεων, καθώς και η καταπίεση των Κούρδων στον βορρά, καθώς και των Σιιτών στον νότο της χώρας. Ως προς τις διεθνείς σχέσεις και τον προσανατολισμό της χώρας, το Ιράκ ήδη από το 1958 είχε υιοθετήσει αντιδυτική πολιτική, και το Μπάαθ ενίσχυσε αυτή την τάση καθώς και τους δεσμούς της χώρας με τη Σοβιετική Ένωση, που υπήρξε και ο βασικός προμηθευτής όπλων των ιρακινών ενόπλων δυνάμεων. Από νωρίς μια από τις ηγετικές προσωπικότητες του Μπάαθ υπήρξε ο Σαντάμ Χουσεΐν, του οποίου η ισχύς και επιρροή αυξανόταν με την πάροδο των ετών. Ο Σαντάμ ανέλαβε πρόεδρος του Ιράκ το 1979 και εξαρχής υιοθέτησε άγρια μέτρα καταστολής και εκκαθαρίσεων εναντίον των Σιιτών, των Κούρδων, αλλά και αντιπάλων του στο Μπάαθ. Ο Σαντάμ ανησύχησε έντονα για τη θέση του και την ασφάλεια και ακεραιότητα του Ιράκ λόγω της μετατροπής του Ιράν σε ισλαμική Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 1
δημοκρατία και των κηρυγμάτων του Χομεϊνί για «εξαγωγή» της ισλαμικής επανάστασης στο εξωτερικό εύλογα, θεωρήθηκε ότι ο συμπαγής σιιτικός πληθυσμός του κεντρικού και νότιου Ιράκ ίσως ήταν επιρρεπής στα κηρύγματα του Χομεϊνί. Ένας σύντομος, νικηφόρος πόλεμος του Ιράκ εναντίον του Ιράν θα παγίωνε την εξουσία του Σαντάμ, θα αποδυνάμωνε το νεοπαγές ισλαμικό καθεστώς της Τεχεράνης και ενδεχομένως θα καθιστούσε το Ιράκ ισχυρότατη περιφερειακή δύναμη. Άλλωστε, η αναταραχή στο Ιράν, οι εκκαθαρίσεις που είχε υποστεί από το ισλαμικό καθεστώς το σώμα των Ιρανών αξιωματικών και η διεθνής απομόνωση του Ιράν (απότοκη και της κατάληψης της αμερικανικής πρεσβείας στην Τεχεράνη από φανατικούς ισλαμιστές) ήταν «χρυσή ευκαιρία» για τον Σαντάμ να εκμεταλλευθεί τη συγκυρία και να αντιμετωπίσει δυναμικά τον ισχυρότερο γείτονά του. Πέραν των πρόσφατων εξελίξεων, τα δύο κράτη βρισκόταν σε διαρκή ανταγωνισμό για δεκαετίες, ενώ είχαν εδαφικές διαφορές στα σύνορά τους στον Περσικό Κόλπο (από όπου διέρχονταν και οι ιρακινές εξαγωγές πετρελαίου). Αν το Ιράκ πετύχαινε αποφασιστική νίκη, θα μπορούσε να προσβλέπει και σε εδαφικά κέρδη και μάλιστα σε περιοχές του Ιράν με πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1980 οι ιρακινές δυνάμεις εισέβαλαν αιφνιδιαστικά στο Ιράν και, εκμεταλλευόμενες την υπονόμευση της μαχητικής ικανότητας και του ηθικού των ιρανικών ενόπλων δυνάμεων μετά την Ιρανική Επανάσταση, προέλασαν στο ιρανικό έδαφος. Πρώτη παρενέργεια του πολέμου ήταν η περαιτέρω αύξηση της τιμής του πετρελαίου, που είχε ήδη εκτοξευθεί λόγω της πτώσης του σάχη και των εξελίξεων στο Ιράν το 1979. Σύντομα η προέλαση των ιρακινών στρατευμάτων ανακόπηκε, και τότε το Ιράκ εξαπέλυσε κύματα πυραυλικών επιθέσεων εναντίον των πόλεων του Ιράν, ώστε να τρομοκρατήσει τον άμαχο πληθυσμό και να εξαναγκάσει το Ιράν σε συνθηκολόγηση. Όμως, το Ιράν όχι μόνο προέβη σε ανάλογα αντίποινα εναντίον των ιρακινών πόλεων, αλλά το 1981 αντεπιτέθηκε και τον επόμενο χρόνο ανακατέλαβε τα εδάφη του. Το καθεστώς του Χομεϊνί είχε καταφέρει να συσπειρώσει τον ιρανικό λαό και να παγιώσει την εξουσία του, αλλά και να εμφυσήσει θρησκευτικό φανατισμό σε πλατιές μάζες νεαρών ανδρών (ακόμα και παιδιών) που στάλθηκαν κατά κύματα σε πολύνεκρες επιθέσεις εναντίον των ιρακινών δυνάμεων. Πλέον το Ιράν είχε περάσει στην επίθεση, αποκόπτοντας το Ιράκ από την πρόσβαση στον Περσικό Κόλπο και διακηρύσσοντας ότι στόχος ήταν η ανατροπή του Σαντάμ και η κατάληψη της Βαγδάτης. Ωστόσο, από το 1984 έως τη λήξη του πολέμου το Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 2
1988 κανένα μέρος δεν σημείωσε αποφασιστικές στρατιωτικές επιτυχίες, αλλά αντιθέτως οι δυνάμεις διεξήγαν έναν στατικό αγώνα φθοράς ανάλογο με τον πόλεμο των χαρακωμάτων του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Εν τω μεταξύ, στον πόλεμο αναμίχθηκαν εμμέσως τόσο οι υπερδυνάμεις και τα ισχυρότερα δυτικοευρωπαϊκά κράτη, όσο και πολλά από τα κράτη της Μέσης Ανατολής. Η ΕΣΣΔ συνέχιζε να εξοπλίζει το Ιράκ με οπλικά συστήματα, καθώς ήταν παραδοσιακός σύμμαχός της άλλωστε ο Χομεϊνί είχε ξεκινήσει αιματηρούς διωγμούς των Ιρανών κομμουνιστών. Επίσης, ιδίως μετά το 1982-83 και τις ιρανικές στρατιωτικές επιτυχίες, και η Δύση σε γενικές γραμμές βοήθησε ποικιλοτρόπως το Ιράκ. Η Γαλλία πούλησε οπλικά συστήματα στο Ιράκ σε μεγάλους αριθμούς και είχε αναπτύξει μαζί του πολυεπίπεδη συνεργασία σε εμπορικό και τεχνικό επίπεδο. Αλλά και οι ΗΠΑ και η Δυτική Γερμανία προμήθευσαν το Ιράκ με εξοπλισμό και υλικά που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άμεσα στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, ή να υποστηρίξουν έμμεσα την ιρακινή πολεμική προσπάθεια. Μεταξύ άλλων, προμήθευσαν το καθεστώς το Σαντάμ με την πρώτη ύλη και τα μέσα για την παρασκευή χημικών όπλων (το Ιράκ έκανε χρήση χημικών όπλων τόσο εναντίον του Ιράν, όσο και εναντίον Κούρδων αντικαθεστωτικών). Επίσης, οι ΗΠΑ παρείχαν στο Ιράκ ενημέρωση των ιρανικών στρατιωτικών κινήσεων, όσων έπεφταν στην αντίληψη των αμερικανικών δορυφόρων. Σε γενικές γραμμές η Δύση δεν επιθυμούσε να επικρατήσει το επαναστατικό Ιράν, για να μην υπάρξει κίνδυνος αφενός υπονόμευσης των φυλοδυτικών καθεστώτων της Μέσης Ανατολής, και αφετέρου ελέγχου των κοιτασμάτων του Κόλπου από το Ιράν ή/και φιλικών σε αυτό καθεστώτων. Το ίδιο ίσχυε και για τα συντηρητικά καθεστώτα της αραβικής χερσονήσου και του Περσικού Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Μπαχρέϊν, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), τα οποία, μαζί με την Αίγυπτο και την Ιορδανία, ενίσχυσαν ποικιλοτρόπως το Ιράκ. Άλλωστε, ο πόλεμος και οι διακηρύξεις του Χομεϊνί είχαν ενισχύσει το σχίσμα μεταξύ Σιιτών και Σουνιτών, αλλά και μεταξύ Αράβων και Περσών. Μόνο το καθεστώς Μπάαθ της Συρίας του Άσαντ (που όμως ελεγχόταν από τους Αλεβίτες Σιίτες) τάχθηκε με το Ιράν συμμαχία που διαρκεί ως τις μέρες μας. Επίσης, σε κάποιο βαθμό και η Λιβύη του Καντάφι υποστήριξε το Ιράν. Τελικά, μετά από έτη συνεχιζόμενης αιματοχυσίας και οικονομικής αιμορραγίας, συμφωνήθηκε τον Αύγουστο του 1988 η σύναψη ανακωχής και η Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 3
παύση των εχθροπραξιών. Δεν συνάφθηκε άμεσα συνθήκη ειρήνης (αυτή συνομολογήθηκε δύο έτη μετά, τον Αύγουστο του 1990), δεν υπήρξαν εδαφικές μεταβολές και δεν δόθηκαν πολεμικές αποζημιώσεις. Το Ιράν είχε υποστεί μεγαλύτερες απώλειες, αλλά είχε και μεγαλύτερο πληθυσμό και είχε αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την εισβολή. Βέβαια, ενώ το ισλαμικό καθεστώς παγιώθηκε οριστικά στο εσωτερικό, δεν κατέστη εφικτή η «εξαγωγή» της ισλαμικής επανάστασης. Τόσο η ιρανική όσο και η ιρακινή οικονομία υπέστησαν βαρύτατο πλήγμα και το βιοτικό επίπεδο αμφότερων των λαών επιδεινώθηκε σημαντικά. Το Ιράκ είχε συσσωρεύσει σημαντικά χρέη, και αυτό αποτέλεσε το βασικό κίνητρο ώστε δύο χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου ο Σαντάμ να εισβάλει στο Κουβέιτ και να το καταλάβει (προκειμένου να αυξήσει τα πετρελαϊκά αποθέματα του Ιράκ), κίνηση που είχε δραματικές συνέπειες για τον ίδιο και τη χώρα του. β) Η ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο (1982-85) ο πέμπτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος Έχει ήδη αναλυθεί η αποσταθεροποίηση του Λιβάνου, οι εμφύλιες συγκρούσεις και οι επεμβάσεις του Ισραήλ και της Συρίας κατά τη δεκαετία του 1970. Καθώς η PLO και άλλες παλαιστινιακές οργανώσεις συνέχιζαν τις επιθέσεις τους εναντίον στόχων στο βόρειο Ισραήλ, η ισραηλινή κυβέρνηση αποφάσισε το 1982 την ανάληψη στρατιωτικής δράσης με ισχυρές χερσαίες δυνάμεις στον Λίβανο, ώστε να καταφέρουν ισχυρό πλήγμα εναντίον των Παλαιστινίων. Τον Ιούνιο του 1982 ισχυρότατες ισραηλινές δυνάμεις εισέβαλαν στον Λίβανο και προέλασαν ως τη Βηρυτό, την οποία πολιόρκησαν και άρχισαν να βομβαρδίζουν, πλήττοντας στρατόπεδα της PLO. Χιλιάδες Λιβανέζοι και Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια εκείνων των βομβαρδισμών, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες κατέστησαν πρόσφυγες. Μετά από παρέμβαση των ΗΠΑ, συμφωνήθηκε ο τερματισμός των ισραηλινών βομβαρδισμών και η εκκένωση της Βηρυτού και συνολικά του Λιβάνου από τις δυνάμεις της PLO. Πράγματι, εστάλη μια πολυεθνική δύναμη για να επιβλέψει την αποχώρηση και να εγγυηθεί την ασφάλεια των μαχητών και του Αραφάτ προσωπικά. Οι Παλαιστίνιοι μαχητές διασκορπίστηκαν σε άλλες γειτονικές χώρες, ενώ ο Αραφάτ μετέφερε το αρχηγείο του στην Τυνησία. Ωστόσο, η Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 4
κατάσταση παρέμενε έκρυθμη, καθώς η τάξη στον Λίβανο ήταν αδύνατο να αποκατασταθεί και οι Ισραηλινοί εκτιμούσαν ότι αριθμός Παλαιστίνιων μαχητών παρέμεναν κρυμμένοι σε προσφυγικούς καταυλισμούς. Έτσι, όταν τον Σεπτέμβριο του 1982 δολοφονήθηκε από μουσουλμάνους εξτρεμιστές ο νεοκλεγείς πρόεδρος του Λιβάνου (που ήταν Χριστιανός και φίλα προσκείμενος στο Ισραήλ), οι Ισραηλινοί επέτρεψαν σε λιβανέζικες χριστιανικές παραστρατιωτικές δυνάμεις, τους Φαλαγγίτες, να προχωρήσουν σε αιματηρά αντίποινα εισβάλλοντας σε παλαιστινιακούς προσφυγικούς καταυλισμούς (γεγονότα που έμειναν γνωστά ως οι σφαγές της Σάμπρα και Σατίλα). Οι σφαγές και η ισραηλινή ανοχή προκάλεσαν κατακραυγή όχι μόνο στον μουσουλμανικό κόσμο, αλλά και στη Δύση (όπου για πρώτη φορά μετά το 1945 τέθηκε εν αμφιβόλω η συμπάθεια που απολάμβαναν οι Ισραηλινοί), ακόμα και στο ίδιο το Ισραήλ, όπου άρχισε να γιγαντώνεται ένα κίνημα ειρήνης και διαμαρτυρίας για την υπέρμετρη χρήση στρατιωτικής βίας. Παράλληλα, η πολυεθνική δύναμη (απαρτιζόμενη από Αμερικανούς, Γάλλους και Ιταλούς στρατιώτες) αποχώρησε εσπευσμένα, μετά την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση εναντίον της αμερικανικής πρεσβείας στη Βηρυτό τον Οκτώβριο του 1983, η οποία κόστισε τη ζωή σε εκατοντάδες Αμερικανούς και δεκάδες Γάλλους στρατιώτες. Γενικότερα, ο πόλεμος του Λιβάνου (ή πέμπτος αραβοϊσραηλινός πόλεμος) αποδείχθηκε πύρρειος νίκη στην καλύτερη περίπτωση για το Ισραήλ. Χάρη στη χρήση ισχυρότατων στρατιωτικών δυνάμεων και ωμής βίας, οι Ισραηλινοί πέτυχαν μέσα σε ένα δίμηνο τον κύριο αντικειμενικό σκοπό της εκστρατείας, δηλαδή την εκδίωξη της PLO από τον Λίβανο, και υποχώρησαν στον νότιο Λίβανο. Ωστόσο, αφενός δεν αποχώρησαν όλοι οι Παλαιστίνιοι μαχητές, αφετέρου η οργισμένη αντίδραση των Λιβανέζων μουσουλμάνων εκφράστηκε με την ίδρυση της Χεζμπολάχ, μιας ακραίας πολιτικοστρατιωτικής παραστρατιωτικής οργάνωσης Σιιτών που είχε την υλική υποστήριξη του Ιράν (κυρίως), αλλά και της Συρίας του Άσαντ, και που τα επόμενα έτη κατέστη κράτος εν κράτει στον Λίβανο. Έτσι, οι ισραηλινές δυνάμεις στο νότιο Λίβανο έγιναν στόχος συνεχών επιθέσεων, μέχρι τη σχεδόν πλήρη αποχώρησή τους το 1985 διατήρησαν μόνο μια «ζώνη ασφαλείας» εντός του Λιβάνου κατά μήκος των συνόρων Λιβάνου-Ισραήλ. Σε πολιτικόδιπλωματικό επίπεδο, το Ισραήλ απώλεσε σημαντικό μέρος της συμπάθειας που απολάμβανε στη διεθνή (ιδίως τη Δυτική) κοινή γνώμη, ενώ αυξήθηκε το φιλειρηνικό ρεύμα στο εσωτερικό της χώρας και οι φωνές για επίδειξη μεγαλύτερης Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 5
αυτοσυγκράτησης και μετριοπάθειας και για λήξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων (κάτι που τελικά έγινε). γ) Η έκρηξη της παλαιστινιακής Ιντιφάντα (1987) Από το καλοκαίρι του 1967, όταν ο ισραηλινός στρατός κατέλαβε τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη και τη Λωρίδα της Γάζας (αμφότερες οι περιοχές έχουν μείνει γνωστά ως τα Κατεχόμενα), οι Παλαιστίνιοι κάτοικοί τους όσοι δεν έλαβαν τον δρόμο της προσφυγιάς βίωναν καθημερινά της συνέπειες της στρατιωτικής κατοχής, με καθημερινές ταπεινώσεις, στέρηση των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, συνεχή φόβο, ακόμα και κατασχέσεις ή καταστροφή περιουσιακών στοιχείων (ιδίως ακινήτων). Έβλεπαν επίσης να επεκτείνεται ο εποικισμός των εδαφών από Εβραίους. Όλη αυτή η συσσωρευμένη οργή και απογοήτευση οδήγησε στην αυθόρμητη έκρηξη της Ιντιφάντα τον Δεκέμβριο του 1987. Αρχικά έλαβαν χώρα τεράστιες διαδηλώσεις των Παλαιστινίων, καθώς και συμμετοχή τους σε γενικές απεργίες, και στήσιμο πρόχειρων οδοφραγμάτων από όπου λιθοβολούσαν τους Ισραηλινούς αστυνομικούς και στρατιώτες. Στις διαδηλώσεις και τα οδοφράγματα λάμβαναν μέρος Παλαιστίνιοι παντός φύλου και πάσης ηλικίας και κοινωνικής προέλευσης, και έτσι πολύ σύντομα η Ιντιφάντα έλαβε τη μορφή εθνικής εξέγερσης. Αυτή η εξέγερση κατέλαβε εξ απήνης όχι μόνο το Ισραήλ και τη Δύση, αλλά όλο τον πλανήτη, περιλαμβανομένων των αραβικών κρατών και της ίδιας της PLO. Το Ισραήλ εξαρχής υιοθέτησε μια πολιτική πυγμής επιδιώκοντας τη βίαιη καταστολή με χρήση δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών, ακόμα και πραγματικών πυρών, αλλά η εξέγερση δεν αποκλιμακώθηκε, ενώ προκλήθηκε η κατακραυγή της παγκόσμιας κοινής γνώμης από τη χρήση υπέρμετρης βίας. Στο ίδιο το Ισραήλ επικράτησε διχασμός, αφού πολλοί τάσσονταν υπέρ της κλιμάκωσης της βίαιης καταστολής, άλλοι όμως κατανοούσαν ότι μια γνήσια παλλαϊκή εξέγερση δεν μπορούσε να καταστέλλεται εσαεί με χρήση στρατιωτικής βίας, και ότι έπρεπε να αναζητηθεί και πολιτική λύση. Αλλά και πολλοί Παλαιστίνιοι που διαβιούσαν στα Κατεχόμενα κατανοούσαν τα όρια της Ιντιφάντα. Η εξέγερση δεν μπορούσε από μόνη της να εξαναγκάσει τους Ισραηλινούς σε αποχώρηση, αλλά ούτε καν να επιτύχει την βελτίωση των συνθηκών ζωής των Παλαιστινίων. Έτσι, πίεσαν την PLO να κινηθεί στην κατεύθυνση πολιτικής λύσης στη βάση της αναγνώρισης του κράτους του Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 6
Ισραήλ, με αντάλλαγμα την αποδοχή από το Ισραήλ της προοπτικής δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκαν από τα τέλη του 1988 και οι ΗΠΑ: ενώ μέχρι τότε θεωρούσαν την PLO τρομοκρατική οργάνωση, πλέον αναγνώρισαν ότι η οργάνωση και ο Αραφάτ θα αποτελούσαν μέρος της λύσης, και όχι του προβλήματος. Έτσι, ενώ η Ιντιφάντα συνεχίστηκε, ωστόσο άνοιξε σταδιακά ο δρόμος για την μακρά ειρηνευτική διαδικασία που οδήγησε στις συμφωνίες του 1993-94. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 7