ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Σχετικά έγγραφα
Η Περιβαλλοντική Πολιτική Στην Ελλάδα Μέσα Από Το Άρθρο 24 του Συντάγματος. Εύη Τζινευράκη Δικηγόρος

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

2. Δασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξυλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαμνώδης, είναι αραιά.

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Σχολιασμός απόφασης 893/2004 Ε Τμήμα. Α. Ιστορικό

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ. Χρόνος αναθεώρησης εργασιών που έχουν εκτελεσθεί προ της έγκρισης Α.Π.Ε. Ανώνυµη εταιρεία µέλος του ΣΑΤΕ υπέβαλε το ακόλουθο ερώτηµα:

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑ 2

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Αριθμός 2176/2004 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ. Διοικητική πράξη - Ανάκληση - Αρχή του κράτους δικαίου - Αρχή της

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΣΟΥΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Αθήνα 3 Ιανουαρίου 2007 Α.Π. : 605

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ Α.Μ. 319 ΠΜΣ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

εκτός των ορίων της παρεχοµένης µε το άρθρο 42 παραγρ. 5 ν. 1337/83 εξουσιοδοτήσεως και συνεπώς ανίσχυρες

«ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ Ο.Σ.Π.Α.»

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Περιγραφή του ισχύοντος συστήµατος οριοθέτησης αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών µελών

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Ι. Επί του ερωτήματος. Ι. Επί των εφαρμοστέων διατάξεων.

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΣΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

Εμβάθυνση στο συνταγματικό δίκαιο

1ο Κεφάλαιο Το δικαίωµα του συνεταιρίζεσθαι στα πλαίσια του άρθρου 12 του Συντάγµατος

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Διοικητικό Δίκαιο. Πηγές διοικητικού δικαίου 2 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ **************

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

«Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»

Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΣΩΝ

Η ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗΣ ΥΔΑΤΟΡΕΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ

Ref. Ares(2014) /07/2014

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

«Ρυθµίσεις θεµάτων Ανανεώσιµων Πηγών Ενέργειας και άλλες διατάξεις»

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 30ής Απριλίου 2010

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Επίκαιρη απορία: Ποιο κόμμα απαίτησε την αναθεώρηση του αρ.24 για τα δάση;

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΒΟΣΚΗΣΙΜΕΣ ΓΑΙΕΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»

Χ. Βλ. Γκόρτσος Επίκ. Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Γενικός Γραμματέας ΕΕΤ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

«Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»

Αθήνα, 1/11/2013 Αρ. Πρωτ.: 425

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ

Αθήνα, 13 Μαρτίου 2007 Αρ. Πρωτ.: Χειριστές: Καλλιόπη Λυκοβαρδή Τηλ Έλενα Μάρκου Τηλ

Θέμα : Η αρνητική αναθεώρηση ανατρέπει το δικαιοπρακτικό θεμέλιο των δημοσίων συμβάσεων στα έργα. Απαιτείται νομοθετική ρύθμιση.

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Εντολή της οµάδας εργασίας για το Χάρτη

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Σύνθεση ηµοσίου ικαίου Υπεύθυνος Καθηγητής Ανδρέας ηµητρόπουλος ΘΕΜΑ: «Η Συνταγµατική Προστασία των ασών» Αλεξάνδρα Πριτσούλη ΑΜ: 1340200100684 τηλ: 6998404783 Απρίλιος 2006

1 Περιεχόµενα 0. Εισαγωγή....3 1. Η έννοια του δάσους....4 1.1 Στο ν. 998/79...4 1.2 Στη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ)...5 1.3 Στη νοµολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ)....6 1.4 Στη νοµολογία του Ανωτάτου Ειδικού καστηρίου (ΑΕ )...7 1.5 Η ερµηνευτική δήλωση...7 1.6 Κατά τη δασική οικολογία...8 2. Η νοµική φύση του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον...8 2.1 Το α.24σ για τη δασική προστασία του περιβάλλοντος αναγνωρίζει δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον...8 2.2 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως ατοµικό δικαίωµα....9 2.3 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως κοινωνικό δικαίωµα...11 2.4 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως πολιτικό δικαίωµα...12 2.5 Ο µικτός και παραπληρωµατικός χαρακτήρας του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον...13 3.Το Συνταγµατικό πλαίσιο προστασίας.... 14 3.1 Το άθρο 24 1 Σ...14 3.1.1 α.24 1εδ.β - Η αρχή της αειφορίας....14 3.1.2. α.24 1εδ.δ - Ρητή υποχρέωση σύνταξης δασολογίου...16 3.1.3 α.24 1εδ. στ - Απαγόρευση της µεταβολής του προορισµού των δασών και δασικών εκτάσεων. Εξαιρέσεις....18 3.1.3.1 Η προστασία των ιδιωτικών και δηµόσιων δασών πριν την αναθεώρηση του 2001....18 3.1.3.1.1 Η απόλυτη προστασία των ιδιωτικών δασών....18 3.1.3.1.2 Η προστασία των δηµοσίων δασών....20 3.1.3.2 Η εξοµοίωση της προστασίας δηµοσίων και ιδιωτικών δασών µετά την αναθεώρηση του 2001....22 3.2 Το α.117 3-4 Σ....23 3.2.1 α.117 3 Η προστασία των αναδασωτέων εκτάσεων....23 3.2.2 α.117 4 Αναφορικά µε την αναγκαστική απαλλοτρίωση....25 4. Η προστασία των δασών ως λόγος δηµοσίου συµφέροντος... 26 5. Η σύγκρουση του α.24 µε άλλα συνταγµατικά δικαιώµατα... 29 5.1 Γενικά...29 5.2 Ειδικά σε σχέση µε το α.17σ....29 5.3 Υπόθεση Παπασταύρου κατά Ελλάδος (αναδάσωση εκτάσεως κατεχοµένης καλοπίστως από ιδιώτες)....32 6. Η κοινοτική νοµοθεσία για την προστασία των δασών.... 34 6.1 Ο κανονισµός 3528/1986 για την προστασία των δασών στην Κοινότητα από την ατµοσφαιρική ρύπανση και ο κανονισµός 2158/92 για την πυροπροστασία των κοινοτικών δασών...35 6.2 Ο κανονισµός 2152/2003 για την παρακολούθηση των δασών κα των περιβαλλοντικών αλληλεπιδράσεων στην Κοινότητα (Έµφαση στα δάση)...35 7. Βασικά Συµπεράσµατα... 37 Περίληψη.... 38 Abstract... 38

2 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 39 ΠΙΝΑΚΑΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ... 40 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ... 42 1. ΣτΕ 951/1996, Περ ικ 1/1997 (Έτος 1ο), σελ. 67....42 2. ΣτΕ 3273/1996, Περ ικ. 1/1997 (Έτος 1ο), σελ 90....43 3. ΣτΕ 2729/1997 Περ ικ. 2/1997 (Έτος 1ο), σελ 223....43 4. ΣτΕ 2818/1997, Περ ικ. 2/1997 (Έτος 1ο), σελ., 210....44 5. ΣτΕ 772/1998, Περ ικ. 2/1998 (Έτος 2ο), σελ., 254....44 6. ΑΠ 306/1998, Περ ικ. 2/1998 (Έτος 2ο), σελ., 262...45 7. ΑΠ 150/1998, Περ ικ. 2/1998 (Έτος 2ο), σελ., 264...45 8. ΕφΚερκ 21/1998, Περ ικ. 2/1998 (Έτος 2ο), σελ., 266....46 9. ΣτΕ 1529/1999, Περ ικ. 4/1999 (Έτος 3ο), σελ., 600....47 10. ΣτΕ Ολ 1675/1999, Περ ικ. 2/1999 (Έτος 3ο), σελ., 216....47 11. ΣτΕ Ολ 4683/1996, Περ ικ. 2/1999 (Έτος 3ο), σελ., 235....48 12. ΣτΕ Ολ 1589/1999, Περ ικ. 4/1999 (Έτος 3ο), σελ., 567....49

3 «Η συνταγµατική προστασία των δασών» 0. Εισαγωγή. Τα δάση, πηγή οξυγόνου, και διατήρησης της ζωής, πλούτος οµορφιάς και τεράστιας οικονοµικής σηµασίας, καλύπτουν µόλις το 15% του εδάφους της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται τόσο στην καταστροφή τους από τους Γερµανούς κατά τη διάρκεια της κατοχής, όσο και στην καταπάτηση µεγάλων δασών από ντόπιους Έλληνες, στον εµπρησµό τους και στην οικοπεδοποίησή τους. Ο συντακτικός νοµοθέτης δεν µπορούσε παρά να αντιδράσει σε αυτό το φλέγον ζήτηµα κι έτσι για πρώτη φορά στην ιστορία των ελληνικών Συνταγµάτων θεσπίζει ρητές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος στο Σύνταγµα του 1975. Η επιλογή του συντακτικού νοµοθέτη να συµπεριλάβει ειδική και ρητή διάταξη για την υποχρεωτική αναδάσωση των καταστραφέντων από πυρκαγιά ή των αποψιλωθέντων από άλλη αιτία δασών και δασικών εκτάσεων, καταµαρτυρεί από οικολογική άποψη την έντονη αγωνία του για την συνεχώς µειούµενη δασοκάλυψη της χώρας και την εξαιτίας αυτής ανισσοροπία των οικοσυστηµάτων. Στις ακόλουθες γραµµές οριοθετείται το αντικείµενο αυτής της εργασίας που αφορά το συνταγµατικό πλαίσιο προστασίας των δασών και αιτιολογείται το παραπάνω διάγραµµα περιεχοµένων. Η έννοια του δάσους αποσαφηνίζεται στο άρθρο 3 του Ν. 998/79. Έχει προκληθεί διχογνωµία στη νοµολογία για το αν απαιτούνται σωρευτικά δύο προϋποθέσεις ή αρκεί µόνο µία για τη συγκρότηση της έννοιας του δάσους. Το Συµβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) και το Ανώτατο Ειδικό ικαστήριο (ΑΕ ) αρκούνται µόνο στην οργανική ενότητα της δασικής βλάστησης, αντίθετα ο Άρειος Πάγος (ΑΠ) απαιτεί να επιτελούνται και οι λειτουργίες του δάσους. Η ερµηνευτική δήλωση του άρθρου 24 του Συντάγµατος αποδέχεται τη νοµολογία του ΣτΕ και του ΑΕ. Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον αναγνωρίζεται στο άρθρο 24Σ µε έναν µικτό και παραπληρωµατικό χαρακτήρα διότι πρόκειται για ατοµικό, κοινωνικό και πολιτικό δικαίωµα. Το συνταγµατικό πλαίσιο προστασίας των δασών συνθέτουν τα άρθρα 24 1 και 117 3,4Σ.Ειδικότερα: Η προστασία του περιβάλλοντος ακολουθεί την αρχή της αειφορίας από την οποία απορρέουν κι άλλες σηµαντικές αρχές. Επιβάλλεται υποχρέωση σύνταξης δασολογίου του οποίου η µη σύνταξη συνιστά παράλειψη οφειλόµενης νόµιµης ενέργειας. Απαγορεύεται η µεταβολή του προορισµού των δασών, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονοµία η αγροτική εκµετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δηµόσιο συµφέρον. Η απαγόρευση και οι εξαιρέσεις αφορούν τόσο τα δηµόσια δάση, όσο και τα ιδιωτικά και τις

4 δασικές εκτάσεις. Πριν την αναθεώρηση του 2001 δεν αφορούσαν τα ιδιωτικά δάση και γινόταν λόγος για την απόλυτη προστασία τους. Θεσπίζεται η υποχρέωση αναδάσωσης η οποία επιβάλλεται µε µόνη την αντικειµενική διαπίστωση της συνδροµής των προϋποθέσεων που ορίζονται από τη συνταγµατική διάταξη. Τέλος, επιτρέπεται η απαλλοτρίωση µόνο υπερ του δηµοσίου, για λόγους δηµόσιας ωφέλειας, µε τον όρο να διατηρείται πάντοτε αµετάβλητη η δασική τους µορφή. Η προστασία των δασών συνιστά λόγο δηµοσίου συµφέροντος και αυτό προκύπτει από τις συνταγµατικές διατάξεις, που έχουν θεσπιστεί µε στόχο την εξυπηρέτηση του δηµοσίου συµφέροντος και από τη νοµολογία του ΣτΕ. Το α.24 συγκρούεται µε µια σειρά άλλων συνταγµατικών δικαιωµάτων, η σύγκρουση επιλύεται µε βάση την αρχή της πρακτικής εναρµόνισης που έχει ως όριο το πυρήνα του κάθε δικαιώµατος. Ειδικότερα ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύγκρουσή του µε το δικαίωµα της ιδιοκτησίας (άρθρο 17 Συντάγµατος). Τέλος, είναι σηµαντική η κοινοτική νοµοθεσία για την προστασία των δασών σε µια Ευρώπη όπου τα δάση καλύπτουν το 36% της ευρωπαϊκής επικράτειας. Αναφέρονται οι κανονισµοί για την προστασία από την ατµοσφαιρική ρύπανση, για πυροπροστασία και για παρακολούθηση των δασών. 1. Η έννοια του δάσους. 1.1 Στο ν. 998/79. Σε εκτέλεση της συνταγµατικής ρύθµισης του εδαφίου γ, σύµφωνα µε το οποίο «Νόµος ορίζει τα σχετικά µε την προστασία των δασών και γενικά των δασικών εκτάσεων» εκδόθηκε ο ν. 998/79 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της χώρας» (ΦΕΚ 289 Α /29.12.70). Στο α.3 του νόµου αυτού περιέχονται οι ορισµοί του δάσους και της δασικής έκτασης. άσος θεωρείται κάθε έκταση της επιφάνειας του εδάφους, η οποία καλύπτεται ολικά ή σποραδικά από άγρια ξυλώδη φυτά, οποιονδήποτε διαστάσεων και ηλικίας, τα οποία αποτελούν λόγω της µεταξύ τους απόστασης και αλληλεπίδρασης οργανική ενότητα, η οποία µπορεί να προσφέρει προϊόντα, εξαγώµενα από τα φυτά αυτά ή να συµβάλει στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας ή να εξυπηρετήσει τη διαβίωση του ανθρώπου εντός του φυσικού περιβάλλοντος. Ως δασική έκταση νοείται, κάθε έκταση της επιφάνειας του εδάφους, η οποία καλύπτεται από αραιά ή πενιχρή, υψηλή ή θαµνώδη,

5 ξυλώδη βλάστηση οποιασδήποτε διάπλασης και η οποία µπορεί να εξυπηρετήσει µια από τις λειτουργίες που αναφέρονται παραπάνω. Στα δάση και τις δασικές εκτάσεις περιλαµβάνονται και οι ασκεπής εκτάσεις, που βρίσκονται µέσα τους, χορτολοβαδικές ή µη, οι βραχώδης εκτάσεις και γενικώς οι ακάλυπτοι χώροι, καθώς και οι υπεράνω δασών ή δασικών εκτάσεων ασκεπής κορυφές ή αλπικές ζώνες των βουνών και οι άβατες πλαγιές τους. Η ύπαρξη µεµονωµένων ή εγκατεσπαρµένων καρποφόρων ή και συστάδες τους δεν µεταβάλλουν το δασικό χαρακτήρα. Στη δασική προστασία υπάγονται και τα πάρκα και άλση, που βρίσκονται σε πόλεις και οικιστικές περιοχές, εφόσον καλύπτονται από δασική βλάστηση, φυσική ή τεχνιτή, καθώς και οι οπουδήποτε δηµιουργούµενες δενδροστοιχείες ή δασικές φυτείες. 1 Η εφαρµογή των διατάξεων αυτών του ν. 998/1979 έχει προκαλέσει διχογνωµία στη νοµολογία. Το ζήτηµα που τίθεται είναι κατά πόσο ο νόµος απαιτεί για τη συγκρότηση της έννοιας του δάσους, σωρευτικά, δύο προϋποθέσεις, τόσο την οργανική ενότητα της δασικής βλάστησης όσο και την εξυπηρέτηση κάποιας από τις ανωτέρω λειτουργίας. 2 Για αυτό το λόγο θα γίνει ξεχωριστή αναφορά τις έννοιας του δάσους στη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας και στη νοµολογία του Αρείου Πάγου. 1.2 Στη νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Το ΣτΕ, µε την υπ αριθ. 2086/1995 3 απόφασή του, έκρινε ότι κρίσιµη για την έννοια του δάσους είναι η οργανική ενότητα της δασικής βλάστησης, η οποία απαιτείται και αρκεί για να του προσδώσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ως δασικού οικοσυστήµατος. Σύµφωνα µε την απόφαση, «υπαρχούσης της ενότητας ταύτης υφίσταται η αντικειµενική προϋπόθεσις της εννοίας του δάσους ή δασικής εκτάσεως, τεκµαίρεται δε, ως αυτονόητος και αυταπόδεικτος, η συνυπάρχουσα θεµελιώδης λειτουργία παντός δασικού οικοσυστήµατος, που συµβάλλει στην ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος, ήτοι ο κύριος ρόλος του εις τον κύκλον άνθρακος και στην παραγωγή οξυγόνου, η συγκράτησις των οµβρύων υδάτων και του χώµατος κ.ο.κ.». 4 Εποµένως, κατά την αληθή του έννοια το άρθρο 3 δεν θέτει δύο αθροιστικές προϋποθέσεις, αλλά µόνον µία, δηλαδή την οργανική ενότητα της δασικής µορφής. Εφόσον αυτή υπάρχει, κατ ανάγκη και 1 Βλ. Σιούτη, Εγχειρίδιο δικαίου περιβάλλοντος, σελ. 53-54. 2 Βλ. Καράκωστα, Περιβάλλον και δίκαιο, σελ. 75. 3 Νόµος και Φύση 1/1996, σελ. 136 µε σχόλιο Βιδάλη. Επίσης ΣτΕ 3723/1996, Περ ικ 1/1997, σελ. 90 µε σχόλιο Μαριά. 4 Βλ. Καράκωστα, όπ. παρ., σελ. 75-76.

6 πλεοναστικώς αναφερόµενη στο νόµο είναι η συµβολή του δάσους στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας και στην εξυπηρέτηση της διαβίωσης του ανθρώπου, µε αυτή τη συµβολή ή τα προϊόντα της δασοπονίας. 5 Τέλος, σύµφωνα µε τη νοµολογία του ΣτΕ, στη µέριµνα του νοµοθέτη εµπίπτει όχι µόνο το δάσος αλλά και η µετ αυτού συνυπάρχουσα γεωργική γη, για την οποία η ιοίκηση οφείλει να θεσπίζει τις συµβατές προς τη φύση τους και προσήκουσες χρήσεις γης. (ΣτΕ 89/93). 6 1.3 Στη νοµολογία του Αρείου Πάγου (ΑΠ). Αντιθέτως, η νοµολογία του ΑΠ απαιτούσε την αθροιστική συνδροµή του στοιχείου της δασοκάλυψης και των λειτουργιών του δάσους και της δασικής έκτασης, δηλ. και της παραγωγής προϊόντων ή της συµβολής στη διατήρηση της ισορροπίας και στην εξυπηρέτηση της διαβίωσης του ανθρώπου. 7 Ο ΑΠ, µε την απόφαση 1874/1994, 8 εξετάζοντας την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής απόφασης για το έγκληµα της καταπάτησης δάσους, τη θεώρησε ανεπαρκή λόγω της µη αναφοράς «σε σαφή δηλωτικά περιστατικά προκειµένου να κριθεί η προσφορά προϊόντων εκ των υπαρχόντων φυτών ή η συµβολή στη διατήρηση της φυσική και βιολογικής ισορροπίας ή στην εξυπηρέτηση της διαβιώσεως του ανθρώπου εντός του φυσικού περιβάλλοντος». Κατ αυτόν τον τρόπο όµως η έννοια του δάσους και της δασικής έκτασης υφίσταται συρρίκνωση. Αντίθετα, η απόφαση ΑΠ 840/1998, 9 εναρµονιζόµενοι προς τη νοµολογία του ΣτΕ έκρινε ότι δεν απαιτείται, για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής απόφασης για πρόκληση βλάβης αναφορά στην κατά προορισµό χρήση δάσους (αρθ. 119 ν. 1892/2000, αρθ. 71 3 ν. 998/1979). Το Ακυρωτικό θεώρησε ότι δεν είναι απαραίτητο «να γίνεται ειδική µνεία των ειδικότερων αναγκών για την εξυπηρέτηση της διαβίωσης του ανθρώπου και τη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας του περιβάλλοντος, τις οποίες καλύπτει το δάσος ή η δασική 5 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 55. 6 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 54. 7 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 55. 8 Νόµος και Φύση 1/1996, σελ. 142 µε σχόλιο Χ..Αργυρόπουλου. Πρβλ. ΑΠ 964/1998, Περ ικ. 3/1998, σελ. 413 µε σχόλιο Μαριά, σελ. 415 επ. ΑΠ 14/1996 µε µειοψηφία, Νόµος και Φύση 2/1996, σελ. 464, µε σχόλιο Αργυρόπουλου. Βλ. και ΑΠ 2206/1992, ΝοΒ 41, σελ. 930, όπου, αν και έγινε δεκτό ότι η δασική βλάστηση προσδίδει σε µία έκταση τις χρησιµότητες του αρθ. 3 ν. 998/1979, κρίθηκε ότι απαιτείται απόδειξή τους κατά περίπτωση. 9 Περ ικ 3/1998, σελ. 415 µε σχόλιο Μαριά.

7 έκταση, δεδοµένου ότι αυτές είναι αυτονόητες υπό τις σηµερινές συνθήκες διαβιώσεως». 10 1.4 Στη νοµολογία του Ανωτάτου Ειδικού καστηρίου (ΑΕ ). Το ΑΕ υιοθέτησε την ίδια άποψη µε το ΣτΕ, παραπέµποντας στην επιστήµη της δασικής οικολογίας και υπογραµµίζοντας ότι αρκεί η οργανική ενότητα της δασικής βλάστησης ως αντικειµενική προϋπόθεση για την έννοια του δάσους και της δασικής έκτασης. Έγινε επίσης δεκτό, ότι κατά την αληθή έννοια του άρθρου 3 του Ν.998/79 το άρθρο αυτό δεν θέτει δύο αθροιστικές προϋποθέσεις για τη στοιχειοθέτηση της έννοιας του δάσους αλλά µόνον µία, την οργανική ενότητα. Εποµένως η συµβολή του δάσους στη διατήρηση της φυσικής και βιολογικής ισορροπίας και στην εξυπηρέτηση της διαβίωσης του ανθρώπου µε αυτή τη συµβολή ή µε τα προϊόντα της δασοπονίας αναφέρεται πλεοναστικώς (ΑΕ 27/99). 11 1.5 Η ερµηνευτική δήλωση. Στο άρθρο 24 προστέθηκε µε την αναθεώρηση ερµηνευτική δήλωση, το περιεχόµενο της οποίας προβαίνει στον ορισµό του δάσους και της δασικής έκτασης, κατά πλήρη αποδοχή της νοµολογίας του ΣτΕ και του ΑΕ. 12 Ο συνταγµατικός διάλογος, συχνότερα µε τη µορφή ευθείας αντιπαράθεσης µεταξύ ορισµένων εκπροσώπων της πολιτικής εξουσίας και του Ε τµήµατος του ΣτΕ, κατέληξε απρόσµενα στην προσθήκη αυτής της ερµηνευτικής δήλωσης η οποία, αν µη τι άλλο, δεν εµφανίζει τα συνήθη χαρακτηριστικά ρύθµισης η οποία απαντάται σε καταστατικό κείµενο έννοµης τάξης: «Ως δάσος ή δασικό οικοσύστηµα νοείται το οργανικό σύνολο άγριων φυτών µε ξηλώδη κορµό πάνω στην αναγκαία επιφάνεια του εδάφους τα οποία, µαζί µε την εκεί συνυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν µέσω της αµοιβαίας αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασής τους, ιδιαίτερη βιοκοινότητα (δασοβιοκοινότητα) και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον (δασογενές). ασική έκταση υπάρχει όταν στο παραπάνω σύνολο η άγρια ξηλώδης βλάστηση, υψηλή ή θαµνώδης, είναι αραιά». Η δήλωση αυτή αναπαράγει στην πραγµατικότητα τον ορισµό του δάσους και της δασικής έκτασης, όπως αυτός αποδόθηκε µε την απόφαση 27/1999 του ΑΕ. 13 Κατά αυτόν τον τρόπο, ο συνταγµατικός νοµοθέτης υποτίθεται ότι απέτρεψε, ή, έστω επιχείρησε να αποτρέψει, µελλοντικές νοµολογικές διαµάχες ορολογικού χαρακτήρα γύρω από την έννοια του 10 Βλ. Καράκωστα, όπ. παρ., σελ. 76. 11 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 55. 12 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 55-56. 13 /νη 2000, σελ. 945, ι ικ 2000, σελ. 315, ΤοΣ 2000, σελ. 150, βλ. Παπανικολάου Κ., «Έννοια δάσους και δασικής έκτασης», Σχόλιο στην ΑΕ 27/1999, ΤοΣ 2000, σελ. 341.

8 δάσους και της δασικής έκτασης. 14 Η εννοιολογική προσέγγιση που υιοθετήθηκε υποδηλώνει την επικράτηση της νοµολογίας του ΣτΕ, όπως αυτή αποκρυσταλλώθηκε κατά τα µέσα της δεκαετίας του 1990 και αντιπαρατέθηκε όχι µόνο σε αποφάσεις του ΑΠ αλλά και στο γράµµα του ν. 998/1978. 1.6 Κατά τη δασική οικολογία. Ας σηµειωθεί, τέλος, ότι σύµφωνα µε τον επικρατέστερο κατά τη δασική οικολογία ορισµό του δάσους ή του δασικού οικοσυστήµατος, η έννοιά τους συνδέεται µε την αντικειµενική προϋπόθεση του δασογενούς περιβάλλοντος και της δασοβιοκοινότητας, δηλαδή µε την ύπαρξη και µόνο της οργανικής ενότητας των άγριων ξηλωδών φυτών, τα οποία, µαζί µε την ενυπάρχουσα χλωρίδα και πανίδα, αποτελούν µε την αµοιβαία αλληλεπίδραση και την αλληλεξάρτησή τους ιδιαίτερη βιοκοινότητα και ιδιαίτερο φυσικό περιβάλλον. Στον παραπάνω ορισµό ουδεµία αναφορά γίνεται στις αυτονόητες λειτουργίες του δάσους, οικολογικές ή οικονοµικές. 15 2. Η νοµική φύση του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον. 2.1 Το α.24σ για τη δασική προστασία του περιβάλλοντος αναγνωρίζει δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον. Η διάταξη του άρθρου 24 του Συντάγµατος του 1975 για την προστασία του περιβάλλοντος θεωρήθηκε ιδιαίτερα καινοτόµος για την εποχή που θεσπίστηκε. Για πρώτη φορά στην ιστορία των ελληνικών Συνταγµάτων θεσπίστηκαν ρητές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Το α.24σ αν και θεωρήθηκε κατ αρχήν ως κατευθυντήρια διάταξη, η νοµολογία των δικαστηρίων, και ιδιαίτερα του ΣτΕ, την ανήγαγε πολύ σύντοµα σε συνταγµατική εποχή, καλύπτοντας µε τον τρόπο αυτό την αδράνεια του κοινού νοµοθέτη να θεσπίσει µέτρα προστατευτικά του περιβάλλοντος, κάτι που είχε ως συνέπεια τη συνεχή υποβάθµισή του 16. Σύµφωνα µε τη διάταξη του αρθρ.24 1εδ.α Σ «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του 14 Κονταξή Ζ, «Συνταγµατική αναθεώρηση και προστασία του περιβάλλοντος. Κριτική αποτίµηση του εγχειρήµατος οριοθέτησης του δικαστικού ακτιβισµού µέσω της αναθεώρησης του α. 24 του Συντάγµατος», τα 10/2001, σελ. 427. 15 Βλ. Καρακώστα, όπ. παρ., σελ. 76-77. 16 Βλ. Κουφάκη, Η αναγωγή του δικαιώµατος στο περιβάλλον σε ατοµικό δικαίωµα, στο συλλογικό τόµο: Το α.24 του Σ µετά την αναθεώρησή του, (επιµέλεια: Γ.Παπαδηµητρίου) σελ. 84.

9 Κράτους». Η υποχρέωση αυτή εξειδικεύεται µε το εδ.β της 1 του α.24σ, που υποχρεώνει το Κράτος «να λαµβάνει ιδιαίτερα προληπτικά και υποσταλτικά µέτρα για τη διαφύλαξή του». Η προστασία καταλαµβάνει όλες τις σηµαντικές εκφάνσεις του περιβάλλοντος: Το φυσικό περιβάλλον, το οικιστικό περιβάλλον, η διαµόρφωση του οποίου υπάγεται στη ρυθµιστική αρµοδιότητα του Κράτους µε στόχο τη λειτουργικότητα και την ανάπτυξη των οικισµών και την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών όρων διαβιώσεως (α.24 2-5), και, τέλος, το πολιτιστικό περιβάλλον (α.24 6Σ). Με την προστασία και διαχείριση των περιβαλλοντικών αγαθών ως στοιχείων του ζωτικού χώρου του ανθρώπου σχετίζονται επίσης και οι συνταγµατικές διατάξεις των αρθ. 2 1, 5 1, 17, 25, 106, 117 3 και 4. 17 Η ειδική αναφορά στην προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων στα εδάφια γ και δ του άρθρου 24 1, συνιστά συγκεκριµενοποίηση µιας ειδικής έκφανσης του φυσικού περιβάλλοντος, και συνηγορεί κατά συνέπεια στην αναγνώριση αντιστοίχου δικαιώµατος: δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον. Η διερεύνηση της νοµικής φυσιογνωµίας του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον επιβάλλει τη θεώρησή του µέσα από το πρίσµα του ατοµικού, κοινωνικού και πολιτικού δικαιώµατος. 18 2.2 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως ατοµικό δικαίωµα. Ως ατοµικό δικαίωµα, το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον διακρίνεται για τον αρνητικό και αµυντικό χαρακτήρα του, ο οποίος περιορίζει το πεδίο δράσης της κρατικής εξουσίας και αποσκοπεί στη δηµιουργία µιας σφαίρας ελεύθερης από κρατική παρέµβαση. Έτσι διασφαλίζεται η σφαίρα ελευθερίας του ατόµου από παρεµβάσεις της πολιτικής εξουσίας. Η θεώρησή του ως ατοµικού δικαιώµατος περιορίζει το περιεχόµενό του στην αγώγιµη αξίωση του πολίτη, έναντι του Κράτους για αποχή από πράξεις που περιβάλλουν το περιβάλλον, και στην υποχρέωση διαµόρφωσης προστατευτικού κανονιστικού πλαισίου ή, αν δεν έχουν θεσπιστεί ειδικές διατάξεις, ευθείας εφαρµογής του άρθρου 24Σ από τη ιοίκηση. Η αναθεωρηµένη διάταξη του α.24σ ανάγει το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον και γενικότερα το δικαίωµα στο περιβάλλον σε ατοµικό δικαίωµα. Αυτή η καινοτοµία του έχει γενικά για το δικαίωµα στο περιβάλλον τρεις σηµαντικές συνέπειες. 19 Πρώτον, τη διεύρυνση της δυνατότητας προσφυγής στη δικαιοσύνη για θέµατα προστασίας του περιβάλλοντος, δυνατότητα η 17 Βλ. Καράκωστα, όπ.παρ., σελ. 59. 18 Για την τριµερή διάκριση των δικαιωµάτων βλ. Α.Μάνεση, Ατοµικές Ελευθερίες 1982, σελ. 19 επ. 19 Βλ. Κουφάκη, όπ.παρ., σελ. 84-85.

10 οποία παρέχεται πλέον και σε µεµονωµένους πολίτες, αφού µέχρι πρόσφατα έννοµο συµφέρον για περιβαλλοντικά ζητήµατα αναγνώρισαν τα δικαστήρια µόνο σε νοµικά πρόσωπα ή οµάδες προσώπων, υπό συγκεκριµένες µάλιστα προϋποθέσεις. Αν και η έννοια του έννοµου συµφέροντος είναι ευρύτερη του δικαιώµατος, είναι προφανές ότι η αναγωγή αυτή θα επηρεάσει θετικά την πρόσβαση στη δικαιοσύνη για συναφή θέµατα. εύτερον, την υποχρέωση του Κράτους να λαµβάνει ιδιαίτερα προληπτικά και κατασταλτικά µέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Η εισαγωγή αυτής της προϋπόθεσης, η οποία πηγάζει από το πρωτογενές κοινοτικό δίκαιο, επιβάλλει ουσιαστικά µία νέα υποχρέωση στο Κράτος και τα όργανά του και εντείνει τη σηµασία της προστασίας τπυ περιβάλλοντος προς όφελος των πολιτών, συνδέοντας άµεσα την προστασία του µε την προστασία του αντίστοιχου δικαιώµατος που γεννάται. Κατά συνέπεια, δεν µπορεί να νοηθεί αποδέσµευση του Κράτους, αλλά αντίθετα ενδυνάµωση της υποχρέωσης της προστασίας του προστατευόµενου αγαθού, αφενός µε την επιβολή της λήψης µέτρων στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας εκ µέρους του Κράτους και αφετέρου µε τη δηµιουργία αγώγιµης αξίωσης για την προστασία του εκ µέρους των πολιτών. Τρίτον, την απόλυτη ενέργεια του δικαιώµατος στο περιβάλλον και έναντι τρίτων, αφού η νέα διάταξη, σε συνδυασµό µε το τροποποιηµένο άρθρο 25 του Συντάγµατος, επιβάλλει και στους τρίτους, εκτός από το Κράτος, να απέχουν από κάθε ενέργεια που µπορεί να βλάψει το περιβάλλον. Είναι προφανές ότι το ατοµικό δικαίωµα στο περιβάλλον διαφέρει από τα παραδοσιακά ατοµικά δικαιώµατα, αφού για πρώτη φορά το Σύνταγµα συγκεκριµενοποιεί τις θετικές ενέργειες, στις οποίες πρέπει να προβαίνουν το Κράτος και τα όργανά του, ώστε να διασφαλίζεται η ανεµπόδιστη και αποτελεσµατική άσκησή του. Έτσι, η αναγωγή του δικαιώµατος στο περιβάλλον σε ατοµικό δικαίωµα είναι εξέχουσας σηµασίας και φαίνεται να δηµιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την αποτελεσµατική πλέον προστασία του περιβάλλοντος. 20 Το περιεχόµενο αυτής της προστασίας εξειδικευµένο στην περίπτωση της προστασίας των δασών συνίσταται: 21 Σε πρώτο επίπεδο, στην υποχρέωση του Κράτους να µην αναπτύσσει δραστηριότητες,στο πλαίσιο άσκησης της δηµόσιας εξουσίας, που βλάπτουν το δηµόσιο περιβάλλον και εποµένως να µην προβαίνει σε ρυθµίσεις (έκδοση πράξεων κτλ) αντίθετες µε την συνταγµατικά κατοχυρωµένη προστασία του (αρνητική υποχρέωση του Κράτους). Σε δεύτερο επίπεδο, στην υποχρέωση του Κράτους να µην παραλείπει να προβαίνει σε 20 Βλ. Κουφάκη, όπ.παρ., σελ. 86. 21 Βλ. Μαριά, Η νοµική προστασία των δασών, σελ. 221.

11 επιβεβληµένες για την προστασία των δασικών οικοσυστηµάτων ενέργειες, ακόµη και αν αυτό απαιτεί θέσπιση διοικητικών ρυθµίσεων (παράλειψη οφειλόµενης νόµιµης ενέργειας στην περίπτωση των αναδασώσεων 22 καθώς και σε εκείνη του γενικού δασολογίου της Χώρας). Τέλος, σε τρίτο επίπεδο, όταν έχουν γίνει τέτοιες ρυθµίσεις η διοίκηση να µην τις εφαρµόζει ως αντισυνταγµατικές. 2.3 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως κοινωνικό δικαίωµα. Αν το δικαίωµα στο περιβάλλον χαρακτηριστεί κοινωνικό δικαίωµα, ο φορέας του έχει αξίωση λήψης θετικών µέτρων προστασίας του περιβάλλοντος από το κράτος, η οποία, κατά την κρατούσα άποψη, δεν είναι αγώγιµη, παρά µόνο όταν αφορά τη µη κατάργηση ή µείωση της ήδη παρασχεθείσας προστασίας (κοινωνικό κεκτηµένο). 23 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον, ως κοινωνικό δικαίωµα, υπερσκελίζει τον αµυντικό χαρακτήρα και αποκτά θετικό περιεχόµενο µε την έννοια, ότι οι φορείς του απαιτούν από το κράτος τη λήψη ορισµένων θετικών µέτρων, αφού δεν αρκεί για την προστασία του δασικού πλούτου η αρνητική αποχή του κράτους. Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά του κοινωνικού δικαιώµατος αφού περιεχόµενό του είναι η αξίωση για ένα δασικό περιβάλλον, ποιοτικό, υγιεινό και σταθερό, το οποίο είναι απαραίτητο για την επιβίωση του ανθρώπου και την εξασφάλιση µιας ποιότητας ζωής, αξιώσεις που οπωσδήποτε έχουν άµεση σχέση µε την ενεργό επέµβαση του κράτους. Αντικείµενό του είναι η σχέση του ατόµου µε το δάσος καθώς και οι διαπλεκόµενες σχέσεις που αναπτύσσονται, εξελίσσονται σε σχέση µε αυτό και απορρέουν από αυτό µε την έννοια ότι το δάσος ενέχει πλην του οικολογικού και κοινωνικού χαρακτήρα του και έντονα οικονοµικό χαρακτήρα. Τέλος, εκλαµβάνεται ως συγκεκριµενοποίηση του δικαιώµατος ανάπτυξης της προσωπικότητας, αφού η προστασία του δασικού περιβάλλοντος ως ειδικής έκφανσης του φυσικού περιβάλλοντος, συνιστά τη βάση για την ελεύθερη και υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόµου, η οποία γεννάται και αναπτύσσεται σαφώς σε σχέση µε το φυσικό χώρο. 24 22 Βλ. ΣτΕ 4665/96. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτό ότι η αδράνεια της διοίκησης να εκδόσει απαγορευτική πράξη λατοµικής δραστηριότητας σε αναδασωτέα έκταση συνιστά παράλειψη οφειλόµενης νόµιµης ενέργειας, που στοιχειοθετείται µε την πάροδο άπρακτου τριµήνου από την υποβολή σχετικής αίτησης ενδιαφεροµένου. 23 Βλ. Καράκωστα, όπ.παρ., σελ. 63. 24 Βλ. Μαριά, όπ.παρ., σελ. 222.

12 2.4 Το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως πολιτικό δικαίωµα. Αν, τέλος, γίνει δεκτό ότι πρόκειται για πολιτικό δικαίωµα, ο πολίτης θεµελιώνει σε αυτό αξιώσεις πληροφόρησης και συµµετοχής στη λήψη αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον. Όπως είναι γνωστό, τα πολιτικά δικαιώµατα διακρίνονται για το ενεργητικό τους περιεχόµενο 25 και αποτελούν δικαιώµατα συµµετοχής των ατόµων στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Μάλιστα τόσο το δικαίωµα στο περιβάλλον όσο και το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον είναι συλλογικά δικαιώµατα και εποµένως είναι κατεξοχήν δικαιώµατα συµµετοχής και των ατόµων αλλά και των οµάδων. Εξάλλου γίνεται λόγος και για δικαίωµα της καλούµενης τρίτης γενιάς. Ειδικότερα το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον ως πολιτικό δικαίωµα, δηλαδή ως δικαίωµα συµµετοχής των ατόµων και οµάδων στην προστασία του δάσους εµπεριέχει τρεις ειδικότερες παραµέτρους, οι οποίες σαφώς ενισχύουν αυτόν ακριβώς το συµµετοχικό χαρακτήρα του, όπως ακριβώς συµβαίνει και στην περίπτωση του δικαιώµατος στο περιβάλλον ως πολιτικού δικαιώµατος. Πρόκειται για το δικαίωµα πληροφόρησης, τη συµµετοχή στη λήψη των αποφάσεων και τη δυνατότητα άσκησης ενδίκων µέσων. 26 Το δικαίωµα πληροφόρησης περιλαµβάνει τόσο το δικαίωµα πρόσβασης των ατόµων στα σχετικά δηµόσια έγγραφα (διοικητικά στοιχεία) και κείµενα, που αφορούν τη δασική πολιτική µε αντίστοιχη βέβαια υποχρέωση δηµοσιότητας εκ µέρους της διοίκησης των ρυθµίσεων ή µέτρων, που αφορούν άµεσα ή έµµεσα το δασικό περιβάλλον, όσο και την ενηµέρωση των ατόµων για την κατάσταση του δασικού περιβάλλοντος. Η συµµετοχή στη λήψη των αποφάσεων αποτελεί δεύτερη παράµετρο που ενδυναµώνει το συµµετοχικό χαρακτήρα του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον ως πολιτικού δικαιώµατος. Άτοµα, οµάδες αλλά και ενώσεις προσώπων έχουν δικαίωµα συµµετοχής στη διαδικασία λήψης αποφάσεων για τη δασική πολιτική. 27 Τέλος, βασική προϋπόθεση για την κατοχύρωση του δικαιώµατος για πληροφόρηση και συµµετοχή είναι η ύπαρξη ενδίκων µέσων 28, τα οποία µπορούν να ασκηθούν είτε από µεµονωµένα άτοµα ή ακόµη και από ενώσεις προσώπων. 25 Βλ. Α.Μάνεση, Ατοµικές Ελευθερίες α, 1979, σελ. 19. 26 Βλ. Μαριά, όπ.παρ., σελ. 223. 27 Βλ. Μαριά, όπ.παρ., σελ. 228. 28 Βλ. Γλ.Σιούτη Γεωργίου, Η συµµετοχή των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που αφορούν το περιβάλλον, ΤοΣ 1983, σελ. 124-125.

13 2.5 Ο µικτός και παραπληρωµατικός χαρακτήρας του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον. Το αίτηµα για την πληρότητα της νοµικής προστασίας του περιβάλλοντος έχει οδηγήσει στην παραδοχή ότι το α.24σ καθιερώνει τόσο ατοµικό όσο και κοινωνικό και πολιτικό δικαίωµα στο περιβάλλον. Η άποψη αυτή είναι νοµικά υποστηρίξιµη λόγω της ευρείας διατύπωσης του α.24σ, η οποία προσφέρεται για την ανάδειξη της σχετικότητας της τριχοτόµησης των συνταγµατικών δικαιωµάτων, της παραπληρωµατικότητας και αλληλεξάρτησης ατοµικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωµάτων. 29 Με την αναθεώρηση, το γράµµα του άρθρου 24 άλλαξε. Από πρώτη άποψη αυτή η αλλαγή θα µπορούσε να θεωρηθεί απλώς «επιβεβαιωτική»: ό,τι είχε από καιρό αναγνωρίσει η νοµολογία και η θεωρία ως «δικαίωµα στο περιβάλλον», δηλαδή ένα µικτό δικαίωµα µε κύρια όψη το status positivus, αυτό ακριβώς κατοχύρωσε ο αναθεωρητικός νοµοθέτης του 2001. Η ρητή «διάσπαση» της µέριµνας για το περιβάλλον αφενός σε «καθέναν», αφετέρου στο κράτος, δικαιολογεί τη διαπίστωση ότι στο µικτό δικαίωµα στο περιβάλλον, για το οποίο µιλάει η νοµολογία και η θεωρία, το βάρος µετατίθεται πλέον προς την πλευρά του status negativus. 30 Έτσι, το δικαίωµα στο δασικό περιβάλλον, αφού συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά και των τριών κατηγοριών δικαιωµάτων (ατοµικών, κοινωνικών, πολιτικών) µπορεί να αντιµετωπιστεί ως µικτό συνταγµατικό δικαίωµα. Η παγκοσµιότητα των προβληµάτων, που απορρέουν από την καταστροφή και την υποβάθµιση των δασικών οικοσυστηµάτων, υπαγορεύουν επιτακτικά την προστασία τους, µε αποτέλεσµα µόνο ο αµυντικός χαρακτήρας του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον να µην ανταποκρίνεται στην αναγκαιότητα αυτή αλλά να απαιτείται επιπρόσθετα: πρώτον, η ενεργοποίηση της κοινωνικής διάστασης του δικαιώµατος µε αντίστοιχο αίτηµα για ενεργό επέµβαση του κράτους µε παροχές, ούτως ώστε να συµβάλλει µε τον τρόπο αυτό στη διαµόρφωση ενός δασικού περιβάλλοντος ποιοτικού, υγιεινού και σταθερού, απαραίτητου για την επιβίωση του ατόµου και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. εύτερον, η αφύπνιση της πολιτικής διάστασης του δικαιώµατος, ώστε αυτό να αναβαθµίζεται σε δικαίωµα συµµετοχής των ατόµων στην άσκηση της δασικής πολιτικής. 31 29 Βλ. Α.Μάνεση, όπ.παρ., σελ. 23 επ. 30 Βλ. Βιδάλη, Το ατοµικό δικαίωµα στο περιβάλλον κατά το Σύνταγµα του 2001, στο συλλογικό τόµο: Το α.24 του Σ µετά την αναθεώρησή του, (επιµέλεια: Γ.Παπαδηµητρίου) σελ. 60-61. 31 Βλ. Μαριά, όπ.παρ., σελ. 230.

14 Εποµένως, η διαλεκτική συνύπαρξη των τριών εγγυήσεων στο δικαίωµα του περιβάλλοντος δηλώνει το µικτό του χαρακτήρα και επιβεβαιώνει την άποψη ότι η εµµονή για την ένταξη του δικαιώµατος στο δασικό περιβάλλον στη µία ή την άλλη κατηγορία παραγνωρίζει την παραπληρωµατική διαπλοκή τους και τελικά οδηγεί σε συρρίκνωση του δυναµισµού του δικαιώµατος. 3.Το Συνταγµατικό πλαίσιο προστασίας. Οι διατάξεις των άρθρων 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3 και 4 Συντ. Συνθέτουν το συνταγµατικό πλαίσιο προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η οριοθετηµένη από τα άρθρα αυτά συνταγµατική προστασία εµφανίζεται ενισχυµένη, εκτείνεται δε και αφορά τόσο τα δηµόσια όσο και τα ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις. Επιπλέον, οι συνταγµατικές διατάξεις, ερµηνευµένες συνδυαστικώς, καθιερώνουν το αµετάβλητο της δασικής µορφής. Ειδικότερα, καθιερώνεται απαγόρευση µεταβολής του προορισµού των δασών και των δασικών εκτάσεων, η οποία εκτείνεται τόσο στα δηµόσια όσο και στα ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις καθώς και στα φυσικά ή τεχνητά δάση, συµπεριλαµβανοµένων των πάρκων και αλσών, που βρίσκονται εντός του οικιστικού ιστού, αλλά όχι και των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου. Η προστασία των δασών εµπλουτίζεται και αναβαθµίζεται µε τις συνταγµατικές διατάξεις των άρθρων 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3 και 4, λειτουργούν µάλιστα αυτές κατά τρόπο συµπληρωµατικό και παραπληρωµατικό. Έτσι οι διατάξεις του άρθρου 24 παρ.1, µε αποτέλεσµα η διαπλοκή τους να προσλαµβάνει ευρύ και δυναµικό χαρακτήρα και να εξασφαλίζει αποτελεσµατικότερη προστασία. 32 3.1 Το άρθρο 24 1 Σ. 3.1.1 α.24 1εδ.β - Η αρχή της αειφορίας. Μετά την αναθεώρηση του Απριλίου του 2001, το άρθρο 24 του Συντάγµατος, καθιερώνει πλέον την «αρχή της αειφορίας». Η καθιέρωση της αρχής αυτής συγκεκριµενοποιεί το περιεχόµενο της υποχρεώσεως του Κράτους να προστατεύει το περιβάλλον και αποτελεί το στόχο στον 32 Βλ. Καράκωστα, όπ. παρ. σελ. 74.

15 οποίον οφείλουν να κατατείνουν τα προληπτικά και κατασταλτικά µέτρα περιβαλλοντικής προστασίας τα οποία το Κράτος οφείλει να λαµβάνει. Ήδη πριν από την συνταγµατική αναθεώρηση η αρχή αυτή είχε καθιερωθεί από το ΣτΕ µε την χρήση του όρου «βιώσιµη ανάπτυξη. Το περιεχόµενο της αρχής της «βιώσιµου αναπτύξεως» συνίσταται στην υποστήριξη της αναπτύξεως εκείνης που ανταποκρίνεται στις παρούσες ανάγκες, χωρίς όµως να θέτει σε κίνδυνο την δυνατότητα των µελλουσών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες. Από το περιεχόµενο αυτό πηγάζουν επιµέρους αρχές, όπως: α. Οι αρχές της προληπτικής δράσεως κάτι της προφυλάξεως (principle of preventive action, precautionary principle). β. Η αρχή της δικαιοσύνης έναντι των µελλουσών γενεών, όσον αφορά την εκµετάλλευση των φυσικών πόρων (the principle of intergenerational equity). γ. Η αρχή της «βιώσιµου χρήσεως» (δηλαδή της έλλογης κατάλληλης και συνεπής χρήσεως) των φυσικών πόρων (the principle of sustainable use) σύµφωνα µε τη φέρουσα ικανότητα (carrying capacity) του περιβάλλοντος. δ. Η αρχή της «ενσωµατώσεως» της παραµέτρου της προστασίας του περιβάλλοντος στο σχεδιασµό της οικονοµικής και οποιασδήποτε άλλης αναπτύξεως (the principle of integration). ε. Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Σήµερα θεωρείται ότι η πληρέστερη αντίληψη για το περιεχόµενο της αρχής της «βιώσιµου αναπτύξεως» είναι διατυπωµένη στη Σύµβαση για τη βιολογική ποικιλότητα, που υπεγράφει στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992 και έχει κυρωθεί από την Ελλάδα µε το Ν. 2204/1994 (ΦΕΚ 59 Α ). Ερµηνεύοντας το άρθρο 24 του Συντάγµατος µε βάση τα διεθνή κείµενα και το πρωτογενές και το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο (και κυρίως τις οδηγίες 84/360/ΕΟΚ και 85/337/ΕΟΚ περί υποβολής Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων), το ΣτΕ έδωσε συγκεκριµένο περιεχόµενο στην υποχρέωση του κράτους να προστατεύει το περιβάλλον. Έκρινε ότι θεσπίζεται στην συνταγµατική αυτή διάταξη η θεµελιώδης αρχή της προλήψεως της βλάβης του φυσικού περιβάλλοντος χάριν της οικολογικής ισορροπίας και της διατηρήσεως αυτού και των φυσικών πόρων προς όφελος όχι µόνο της παρούσης γενεάς, αλλά και των εποµένων. Συνεπώς, από την ίδια συνταγµατική διάταξη απορρέουν οι περιορισµοί εκείνοι στην αναπτυξιακή πολιτική της πολιτείας που είναι αναγκαίοι για την πρόληψη της βλάβης του φυσικού περιβάλλοντος, κατά τρόπο ώστε, όχι κάθε ανάπτυξη, αλλά µόνον η βιώσιµη, δηλαδή

16 εκείνη που δεν επιφέρει βλάβη στο περιβάλλον και άρα είναι διατηρήσιµη και όχι πρόσκαιρη, να είναι επιτρεπτή από το Σύνταγµα. 33 Για να είναι βιώσιµη η ανάπτυξη, πρέπει η υποχρέωση προστασίας του περιβάλλοντος να αποτελεί θεµελιώδη γνώµονα κατά τη λήψη δηµοσίων αποφάσεων που επιτρέπουν δραστηριότητες συναπτόµενες προς την οικονοµική ανάπτυξη. Έτσι, θα πρέπει η έρευνα των συναφών περιβαλλοντικών, οικονοµικών και τεχνικών ζητηµάτων να γίνεται όχι χωριστά, αλλά µε αλληλοσυσχέτηση, η δε απόφαση να διέπεται προεχόντως από την επικρατέστερη αρχή της προλήψεως της βλάβης του περιβάλλοντος. Κατά το ικαστήριο η κρίσιµη αυτή εκτίµηση υπόκειται στον τελικό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, δυναµένου να σχηµατίσει ιδίαν δικανική πεποίθηση δια παντός µέσου. 34 Η διατύπωση της «αρχής της αειφορίας» στο Συνταγµατικό κείµενο, δεν προσθέτει κάτι περισσότερο από την ήδη δοθείσα από το Συµβούλιο της Επικρατείας ερµηνεία. Υιοθετεί την ερµηνεία αυτή και έτσι ενδυναµώνει την επιταγή προστασίας του περιβάλλοντος προς τον νοµοθέτη και την ιοίκηση. 35 Παράβαση της αρχής της βιώσιµης ανάπτυξης µπορεί να ελεγχθεί ευθέως από τον ακυρωτικό δικαστή µόνον αν από τα στοιχεία της δικογραφίας και µε βάση τα διδάγµατα της κοινής πείρας προκύπτει ότι η προκαλούµενη από το έργο ή τη δραστηριότητα βλάβη για το περιβάλλον είναι µη επανορθώσιµη και έχει τέτοια έκταση και συνέπειες, ώστε προδήλως να αντιστρατεύεται την παραπάνω συνταγµατική αρχή. Πρέπει πάντως να παρατηρηθεί ότι ο έλεγχος της τήρησης της αρχής αυτής από τα δικαστήρια αφενός δεν µπορεί να είναι έλεγχος ουσίας αλλά µόνο νοµιµότητας και αφετέρου ότι για τον έλεγχο αυτό δεν προσφέρεται πλέον ο µέχρι σήµερα κλασσικός τρόπος εξέτασης της αιτιολογίας της διοικητικής πράξης, αλλά επιβάλλεται να ανιχνευθεί από τη νοµολογία µε δηµιουργικό πνεύµα και νοµική φαντασία νέα µεθοδολογία, ώστε η έρευνα της νοµιµότητας να είναι πλήρης και αποτελεσµατική και ταυτόχρονα να περιορίζεται στο πλαίσιο της κατά το Σύνταγµα εξουσίας του δικαστή. 36 3.1.2. α.24 1εδ.δ - Ρητή υποχρέωση σύνταξης δασολογίου. 33 ΣτΕ 3698/2000. 34 ΣτΕ 53/1993, ΤοΣ 1993, σελ.385 35 Βλ. Ελένη Λευθεριώτου, Ιδιοκτησία και περιβάλλον, Στάθµιση εννόµων αγαθών και δικαιωµάτων στο Ελληνικό, Ευρωπαϊκό και Αµερικανικό δίκαιο, σελ. 47-49. 36 Βλ. Μενουδάκο, Η αναθεώρηση του Συντάγµατος και η βιώσιµη ανάπτυξη στο συλλογικό τόµο: Το α.24σ µετά την αναθεώρησή του, (επιµέλειας Γ.Παπαδηµητρίου), σελ. 40.

17 Με την αναθεώρηση, προστέθηκε ως τέταρτο εδάφιο στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 24, η ρητή υποχρέωση του Κράτους για τη σύνταξη δασολογίου. Η επιταγή τίθεται για πρώτη φορά σε συνταγµατικό κείµενο, αλλά δεν είναι νέα, αφού ήδη από το έτος 1979 είχε προβλεφθεί η σύνταξη δασολογίου µε το άρθρο 13 του ν. 998/1979, οι ρυθµίσεις του οι ρυθµίσεις του οποίου συµπληρώθηκαν το επόµενο έτος µε το π. δ/γµα 1141/1980. Το προεδρικό αυτό διάταγµα ρυθµίζει τη διαδικασία και, την τεχνική της κατάρτισης, τήρησης και ενηµέρωσης του δασολογίου της χώρας, η αδράνεια της ιοίκησης να προβεί στην κατάρτιση του και η εµµονή της να συνεχίζει την χρονοβόρα διαδικασία χαρακτηρισµού των δασών του άρθρου 14 του Ν. 998/79, «µε τον αποσπασµατικό, εµπειρικό χαρακτήρα και τις ατέλειες που είναι συνυφασµένες», έρχεται σε σύγκρουση µε το Σύνταγµα και τους κανόνες του διεθνούς και του κοινοτικού δικαίου. Η διαιώνιση αυτής της διαδικασίας κρίνεται ως µη ανεκτή, διότι αποδυναµώνει τη συνταγµατική επιταγή του άρθρου 24.1, από την οποία απορρέει ευθέως η υποχρέωση της ιοίκησης να προβεί στην κατάρτιση δασολογίου. ικαστική κύρωση αυτής της υποχρέωσης είναι η ακύρωση της παράλειψης αυτής, η οποία συνιστά παράλειψη οφειλόµενης νόµιµης ενέργειας, «κατά την ορθή ερµηνεία του άρθρου 45.4 του Π 18/89» (ΣτΕ 2818/97). 37 Πάντως, και πριν την προσθήκη της διάταξης αυτής το Ε' Τµήµα του Συµβουλίου της Επικρατείας είχε δεχθεί ότι από τις προστατευτικές των δασών συνταγµατικές διατάξεις και την αποστολή της ιοίκησης να εκτελεί το Σύνταγµα και τους νόµους σύµφωνα µε την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών απέρρεε ευθέως και αµέσως υποχρέωση των αρµόδιων διοικητικών οργάνων να καταρτίσουν και θέσουν σε ισχύ το δασολόγιο της Χώρας. Περαιτέρω, το ικαστήριο θεώρησε ότι η µη σύνταξη δασολογίου παρά την πάροδο εύλογου χρόνου από την ολοκλήρωση µε την έκδοση του π. δ/τος 1141/1980- του σχετικού νοµοθετικού πλαισίου, συνιστά παράλειψη οφειλόµενης νόµιµης ενέργειας της ιοίκησης. 38 Η απογραφή των δασών και των δασικών εκτάσεων χαρακτηρίζεται ως θεµελιώδη προϋπόθεση για την προστασία των δασών, που απορρέει από τη φύση των πραγµάτων και, από κανόνες του διεθνούς και του κοινοτικού δίκαιου. Η παράληψη αυτή υπόκειται στον έλεγχο του ακυρωτικού δικαστή, και µετά την έκδοση της απόφασης αυτής του ικαστηρίου η ιοίκηση όφειλε να ολοκληρώσει τις απαιτούµενες ενέργειες για τη σύνταξη δασολογίου στον αναγκαίο για την πραγµατοποίηση τους χρόνο, η πάροδος του οποίου θα έχει ως 37 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 56-57. 38 Βλ. Μενουδάκο, οπ. παρ., σελ. 44-45

18 αποτέλεσµα να καταστεί µη επιτρεπτή πλέον η εφαρµογή της διαδικασίας χαρακτηρισµού εκτάσεων που προβλέπεται στο άρθρο 14 του ίδιου νόµου (998/1979) ως υποκατάστατο του δασολογίου. Μετά τη ρητή πρόβλεψη στο Σύνταγµα της υποχρέωσης σύνταξης δασολογίου, η νοµολογία µπορεί ευχερέστερα και µε ισχυρότερο νοµικό έρεισµα να οδηγηθεί στη συναγωγή πρακτικών συνεπειών της µη συµµόρφωσης της ιοίκησης στην υποχρέωση αυτή. 39 3.1.3 α.24 1εδ. στ - Απαγόρευση της µεταβολής του προορισµού των δασών και δασικών εκτάσεων. Εξαιρέσεις. 3.1.3.1 Η προστασία των ιδιωτικών και δηµόσιων δασών πριν την αναθεώρηση του 2001. 3.1.3.1.1 Η απόλυτη προστασία των ιδιωτικών δασών. Στο Σύνταγµα του 1975/86 περιείχετο απαγόρευση για τη µεταβολή του προορισµού των δασών, µε κάποιες εξαιρέσεις, στο άρθρο 24 µόνο για τα δηµόσια δάση. Ανέκυπτε εποµένως το ζήτηµα, αν η απαγόρευση αυτή ίσχυε και για τα ιδιωτικά δάση, δεδοµένου µάλιστα ότι ιδιωτικά θεωρούνται όλα τα δάση, τα οποία δεν ανήκουν στο ηµόσιο, δηλ. όσα ανήκουν σε ιδιώτες, ΝΠ και ΝΠΙ (ΣτΕ 1362/81). 40 Το ζήτηµα αυτό είχε λυθεί, κατά πάγιο τρόπο, από την νοµολογία του ΣτΕ, σύµφωνα µε την οποία ναι µεν δυνατή κατ' εξαίρεση η µεταβολή του προορισµού των δασών και των δασικών εκτάσεων για λόγους που αφορούν στην εθνική οικονοµία ή αφορούν στο δηµόσιο συµφέρον, πλην όµως η εξαίρεση αυτή αφορά µόνο στα δηµόσια δάση και δασικές εκτάσεις και όχι στα ιδιωτικά (δάση και δασικές εκτάσεις) για τα οποία η απαγόρευση της µεταβολής του προορισµού τους είναι απόλυτη και δεν χωρεί καµία εξαίρεση. Έτσι γίνεται λόγος για απόλυτη προστασία των ιδιωτικών δασών. Γίνεται δεκτό, δηλ. ότι η απόκλιση από τη γενική απαγόρευση περί µεταβολής της δασικής µορφής, η οποία προβλέπεται στο εδάφιο δ του άρθρου 24.1 αφορά µόνο τα δη- µόσια δάση και όχι τα ιδιωτικά. 39 Κατά τον Μενουδάκο η αδυναµία καθορισµού του δασικού ή µη χαρακτήρα κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, χωρίς να έχει θεσπιστεί άλλη διοικητική διαδικασία για το σκοπό αυτό, θα δηµιουργήσει σοβαρότατα προβλήµατα, διότι θα οδηγήσει είτε σε αδυναµία εφαρµογής διατάξεων που έχουν ως προκριµατικό ζήτηµα το χαρακτηρισµό ορισµένης έκτασης είτε στην αντιµετώπιση του ζητήµατος µε τρόπο λιγότερο αξιόπιστο, ενώ είναι πολύ αµφίβολο αν υπάρχουν άλλες συνέπειες, οι οποίες θα µπορούσαν να εφαρµοστούν σε περίπτωση παράλειψης της ιοίκησης να συντάξει δασολόγιο και οι οποίες θα ήταν λυσιτελείς αλλά και δεν θα οδηγούσαν σε αδιέξοδη. 40 Σε αυτήν την απόφαση το ΣτΕ, στο πλαίσιο της απαρίθµησης των προϋποθέσεων µεταβολής της µορφής των δασών, έδωσε τον ορισµό των ιδιωτικών δασών σύµφωνα µε τον οποίο: «ιδιωτικά δάση είναι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις που δεν ανήκουν στο ηµόσιο αλλά σε ιδιώτες ή νοµικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου».

19 Όµως παρά την απόλυτη προστασία, το ΣτΕ αναγνώρισε µία και µόνη περίπτωση κάµψης αυτής της απόλυτης προστασίας των ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων στην υπόθεση της περιφερειακής λεωφόρου του Υµηττού. Για αρκετό χρονικό διάστηµα η κατασκευή της λεωφόρου είχε σταµατήσει µε αποφάσεις του ΣτΕ, αφού η πάγια νοµολογία του ανώτατου δικαστηρίου σε σχέση µε το ζήτηµα απαγόρευε τη µεταβολή της µορφής του ιδιωτικού δάσους και έτσι παρέµενε επί µακράν ανεκτέλεστο ένα έργο πολύ σηµαντικό για την πρωτεύουσα και τους κατοίκους της. Τελικώς το ΣτΕ απεφάνθη ότι επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης του ιδιωτικού δάσους όταν πρόκειται για έργο κοινής ωφέλειας (µε άλλα λόγια_ για δηµοσίου συµφέροντος) που δεν µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε κανέναν άλλο τρόπο. Το ΣτΕ έδειξε ιδιαίτερα αυστηρό σε αυτήν την απόφαση δεχόµενο ότι υπάρχει τρόπος ολοκλήρωσης του έργου χωρίς µεταβολή του προορισµού του δάσους ακόµα και όταν ο τρόπος αυτός απαιτεί οικονοµικά επαχθέστατους, όρους. 41 Μειοψηφία οκτώ µελών, πάντως, ενέµεινε στην απόλυτη και απαρέγκλιτη προστασία των ιδιωτικών δασών, αναφερόµενη στο άρθρο 24 του Συντάγµατος και στην άποψη ότι, η όλως εξαιρετική κάµψη του απαγορευτικού κανόνα επιτρέπεται µόνο στην περίπτωση των δηµόσιων δασών. Κατά τη µειοψηφία, η µεταβολή του προορισµού των ιδιωτικών δασών απαγορεύεται, ακόµη και αν συντρέχουν λόγοι δηµοσίου συµφέροντος. Οποιαδήποτε επενέργεια στο ιδιωτικό δάσος ή την ιδιωτική δασική έκταση απαγορεύεται, εφόσον θίγει έστω και περιορισµένα τον δασικό χαρακτήρα και µεταβάλλει έστω και µερικώς τον προορισµό τους. 42 Το δρόµο για την κάµψη αυτής της απόλυτης προστασίας είχε ανοίξει από πολύ νωρίς ο νόµος 1515/85 που αφορούσε το ρυθµιστικό σχέδιο Αττικής και την προστασία του περιβάλλοντος. Σε αυτό το πλαίσιο ο νόµος προέβλεπε την ανάπτυξη του περιφερειακού οδικού δικτύου και, άρα. την αλλαγή του προορισµού και ιδιωτικών δασών για την κατασκευή των εν λόγω οδών. Τα πρώτα δειλά βήµατα όσο αφορά τη νοµολογία του ανώτατου δικαστηρίου προς την κατεύθυνση αυτή σηµατοδοτήθηκαν λίγο αργότερα. 43 Το ΣτΕ θεωρεί σύµφωνη µε τις συνταγµατικές επιταγές την αλλαγή προορισµού ιδιωτικού δάσους ή δασικής έκτασης όταν αφορά πολύ µικρό µέρος της έκτασης, 44 ούτως ώστε η δασική µορφή της περιοχής να µην αλλοιώνεται. 41 Βλ. Μπούζη Πουλόπουλο, Η έννοια του δάσους και η προστασία του περιβάλλοντος, Εφαρµογές ηµοσίου ικαίου 2001 (Ι ), σελ. 46-47. 42 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 59 43 Βλ. ΣτΕ 1158/88. 44 Εν προκειµένω το δικαστήριο επέτρεψε την αλλαγή του προορισµού των 2 από τα 1500 στρέµµατα της έκτασης.

20 3.1.3.1.2 Η προστασία των δηµοσίων δασών. Στο Σύνταγµα του 1975/86 ενώ απαγορεύεται η µεταβολή του προορισµού των δηµοσίων δασών και των δηµοσίων δασικών εκτάσεων, στη συνέχεια εισάγεται εξαιρετική ρήτρα σύµφωνα µε την οποία επιτρέπεται η σχετική µεταβολή εάν προέχει για την εθνική οικονοµία, η αγροτική εκµετάλλευση ή άλλη χρήση, που την επιβάλλει το δηµόσιο συµφέρον. Εποµένως, πρωτίστως επιτάσσεται η προστασία του δασικού πλούτου. ευτερευόντως και κατ' εξαίρεση αναγνωρίζεται η δυνατότητα της παράλληλη; εναρµόνισης των πολλαπλών λειτουργιών των δασών και δασικών εκτάσεων ως οικοσυστηµάτων µε τις άλλες ανάγκες του κοινωνικού βίου. 45 Η νοµολογία του ΣτΕ ερµήνευσε µε διάθεση «συρρίκνωσης» τις δυνατότητες επεµβάσεων στα δηµόσια δάση και, τις δασικές εκτάσεις. 1 ον : Περιόρισε τη δυνατότητα εφαρµογής της ρήτρας του α.24 1 εδ. στ.σ µόνο στα δηµόσια δάση και δασικές εκτάσεις που είχαν το χαρακτήρα αυτό το 1975, αποκλείοντας έτσι τα δηµόσια δάση, που µετά από αναγκαστική απαλλοτρίωση µεταγενέστερη από την έναρξη ισχύος του Συντάγµατος περιήλθαν στο κράτος. 2ον: Θεώρησε ως ιδιωτικά δάση που δεν επιδέχονται µεταβολή του προορισµού τους εκείνα που το 1975 δεν είχαν το χαρακτήρα δηµόσιου δάσους διότι ανήκαν είτε σε ιδιώτες είτε σε νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Οι επεµβάσεις πρέπει να προβλέπονται µε ειδικές ρυθµίσεις νόµου ή κανονιστικής πράξης που εκδίδεται βάσει ειδικής νοµοθετικής εξουσιοδότησης και πρέπει να καθορίζουν και τη διαδικασία για την πραγµατοποίηση των επεµβάσεων κατά περίπτωση. Η τήρηση των συνταγµατικών επιταγών ελέγχεται από τον αρµόδιο δικαστή, ο οποίος, βάσει και των διδαγµάτων της κοινής πείρας, σταθµίζει σε κάθε περίπτωση τη συνδροµή των λόγων δηµοσίου συµφέροντος, που επιβάλλουν την εξαιρετική επέµβαση καθώς και το προσήκον µέτρο της επέµβασης. Χαρακτηριστική είναι η νοµολογία για την εγκατάσταση αιολικών πάρ7ων σε δασικές εκτάσεις. Ενώ δηλ. επιτρεπόταν, βάσει του άρθρου 58.1 του Ν. 998/79 η εκτέλεση έργων υποδοµής και εγκατάστασης δικτύων ηλεκτρισµού και δικτύων µεταφοράς και διανοµής φυσικού αερίου στα δάση και τις δασικές εκτάσεις, εντούτοις κρίθηκε ότι η διάταξη αυτή δεν επέτρεπε και την εγκατάσταση των ίδιων των σταθµών παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας (ΣτΕ 1322/ 2001, 2526/2000). 46 Ενώ η συνταγµατική διάταξη κάνει λόγο απλώς για δηµόσιο συµφέρον, η νοµολογία, τα τελευταία χρόνια αξιώνει συστηµατικά για την εφαρµογή της εν λόγω ρήτρας τη συνδροµή σπουδαίου ή σοβαρού ή 45 Βλ. Καράκωστα, όπ. παρ. σελ. 81επ. 46 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 60-61.

21 υπέρτερου ή εξαιρετικού ή όλως εξαιρετικού λόγου δηµόσιου συµφέροντος. 47 Επιπροσθέτως, επιβάλλεται και η πλήρωση ενός άλλου όρου: η θυσία της δασικής βλάστησης να αποτελεί το µόνο πρόσφορο µέσο για την ικανοποίηση του σχετικού λόγου δηµόσιου συµφέροντος και µάλιστα µε τη µικρότερη δυνατή απώλεια του δασικού πλούτου, οι δε παρεµβάσεις στα δάση και τις δασικές εκτάσεις να επιτρέπονται εφόσον αποδεδειγµένα δεν µπορεί να γίνουν πουθενά αλλού. Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η κατά προτίµηση χρησιµοποίηση τµήµατος δασικής έκτασης και µόνο αν δεν υπάρχει τέτοια έκταση, κατάλληλη για το σκοπό αυτό, µπορεί να επιτρέπεται η επέµβαση σε τµήµα δάσους (ΣτΕ 2435/93, 951/96, µε τις οποίες κρίθηκε σύµφωνη µε το Σύνταγµα η επέµβαση σε δάσος για την εκµετάλλευση λατοµείου, διότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις). Με αυτή την προϋπόθεση, διαγράφεται και µια ιεράρχηση στην προστασία δασών και δασικών εκτάσεων, εφόσον η επέµβαση σε δάση θεωρείται επιτρεπτή, µόνον αν ο επιδιωκόµενος και ανεκτός από το Σύνταγµα σκοπός δεν µπορεί να ικανοποιηθεί µε την επέµβαση σε δασικές εκτάσεις. Τέλος, οι αναδασωτέες περιοχές απολαµβάνουν απόλυτη προστασία. Σε περίπτωση καταστροφής η αποψίλωσης του δάσους ή της δασικής έκτασης από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε άλλη αιτία, φυσικής ή ανθρώπινης προέλευσης, είναι υποχρεωτική η κήρυξη αναδάσωσης και αποκλείεται η διάθεση του δάσους για άλλο σκοπό δηµοσίου συµφέροντος, ο οποίος θα δικαιολογούσε επέµβαση στο δάσος, µέχρι την πραγµατοποίηση της αναδάσωσης και την ανάκτηση της δασικής µορφής (ΣτΕ 89/81, 3053/81, 3277/86, 2778/88, 664/90). Η αγωνία του ανώτατου διοικητικού δικαστή για το «δασικό ζήτηµα», όπως αυτή αποτυπώνεται στην πλούσια νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας, θα µπορούσε να διατυπωθεί λακωνικά µε το ακόλουθο τρίπτυχο: Η κρατική δράση για το δάσος πρέπει να µεταβάλλεται προς το καλύτερο, «άπαξ δάσος, πόντο δάσος», εκτός από όλως εξαιρετικές περιπτώσεις θεµιτής αλλαγής της χρήσης του. Η διατήρηση του δασικού πλούτου θα πρέπει να αποτελεί αντικείµενο ευρύτερου σχεδιασµού, ιδίως ώστε το δάσος να µην θυσιάζεται προς δόµηση. 48 47 Για περιπτώσεις επεµβάσεων σε δάση και δασικές εκτάσεις που κρίθηκαν ως επιτρεπτές και θεµιτές από τη νοµολογία διότι πράγµατι συνέτρεχαν σπουδαίοι λόγοι δηµοσίου συµφέροντος, οι οποίοι επέβαλλαν την εφαρµογή της ειδικής ρήτρας του α24σ Βλ. ΣτΕ 4296/88 (εγκατάσταση βιοµηχανίας ξύλου εντός δασικής έκτασης), 3781/95 (επέκταση νεκροταφείου contra 4739/95), 772/90 (πυρασφάλεια δάσους), 943/96 (κατασκευή ελικοδροµίου σε νησί), 2829/93 (βιολογικός καθαρισµός), 2453/94 (Ολοµ.- εκτέλεση στρατιωτικών έργων). 48 Βλ. ελλή, όπ. παρ., σελ. 61επ.

22 3.1.3.2 Η εξοµοίωση της προστασίας δηµοσίων και ιδιωτικών δασών µετά την αναθεώρηση του 2001. Με την αναθεώρηση 49 του 2001, απαλείφθηκε ο επιθετικός προσδιορισµός από το τελευταίο εδάφιο της αρ. 1 του άρθρου 24 που αναφερόταν στα δηµόσια δάση και τις δηµόσιες δασικές εκτάσεις. Απαγορεύεται πλέον γενικώς η µεταβολή του προορισµού των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η απαγόρευση δηλ. αφορά πλέον ρητώς και τα δηµόσια και τα ιδιωτικά δάση και τις δασικές εκτάσεις. Οµοίως η εξαίρεση από την απαγόρευση αφορά εξίσου και τις δυο κατηγορίες. Κατ αυτό τον τρόπο εξοµοιώνεται ορθώς η προστασία των δασών και τίθεται τέλος στη νοµολογιακή ερµηνεία περί της απολύτου προστασίας των ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων. Είναι αυτονόητο βεβαίως, ότι η αλλαγή του προορισµού όλων των δασών και των δασικών εκτάσεων δηµόσιων και ιδιωτικών θα είναι δυνατή µόνον µε τη συνδροµή των προϋποθέσεων που θέτει το Σύνταγµα, όπως αυτές θα ερµηνεύονται από τη νοµολογία. εδοµένου δε ότι οι προϋποθέσεις αυτές δεν άλλαξαν µε την αναθεώρηση, δεν αναµένεται µεγάλη διαφοροποίηση από την έως τώρα αυστηρή ερµηνεία τους από το Συµβούλιο της Επικρατείας. 50 Το ΣτΕ έκανε δεκτό, ότι το καθεστώς, που απαγορεύει τη µεταβολή του προορισµού των δασών και δασικών εκτάσεων, περιλαµβάνει τόσο τα δηµόσια όσο και τα ιδιωτικά δάση. Μάλιστα στη µε αριθµό 1362/81 απόφαση του, γίνεται λόγος για την απόλυτη προστασία των ιδιωτικών δασών και αναφέρεται χαρακτηριστικά «προκειµένου περί των ιδιωτικών δασών η συνταγµατική προστασία είναι εντονότατη, µη παρέχουσα ουδεµίαν ευχέρειαν εις τον κοινόν νοµοθέτην όπως επιτρέψη την µεταβολήν του προορισµού των. Εκ της ανωτέρω παρατεθείσης διατάξεως της παραγράφου 4 του άρθρου 117 του ισχύοντος Συντάγµατος, η οποία επιβάλλει την διατήρησιν αµεταβλήτου της δασικής µορφής των ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων, ακόµη και εις την περίπτωσιν αναγκαστικής απαλλοτριώσεως των υπέρ του ηµόσιου (µόνην επιτρεποµένην), προκύπτει βούλησις του Συντακτικού νοµοθέτου να παραµένη αµετάβλητος η µορφή των δασών, πολλώ µάλλον, και όταν δεν έχουν περιέλθει εις το ηµόσιον.». εν θα αποτελούσε υπερβολή η διαπίστωση, ότι η επέκταση της απαγόρευσης της µεταβολής του προορισµού και στα ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις είναι δηµιούργηµα της πρωτοποριακής νοµολογίας του ΣτΕ, η οποία ερµηνεύοντας το άρθρο 24 1 εδάφια γ και δ σε συνδυασµό µε το άρθρο 117 3 και 4 οδηγεί σε έντονη προστασία των ιδιωτικών δασών και των ιδιωτικών δασικών 49 Για απόψεις κατά και υπέρ αυτής της αναθεώρησης βλ. αναλυτικά Μπούζη Πουλόπουλο, οπ. παρ., σελ. 50-54. 50 Βλ. Σιούτη, όπ. παρ., σελ. 63.