ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ενταξιακής εκπαίδευσης
Ο Νόμος 1143/81 Ο νόμος 1143/81 αποτελεί τον πρώτο ολοκληρωμένο νόμο στην ιστορία της Ειδικής Αγωγής (μαζί με το συμπληρωματικό Προεδρικό Διάταγμα 603/82) Ο νόμος 1143/81 καθώς και το Προεδρικό Διάταγμα 603/82 επικρίθηκε γιατί: ενίσχυε το διαχωρισμό ανάμεσα σε φυσιολογικά και μη φυσιολογικά άτομα, κατέτασσε τους μαθητές σε 12 κατηγορίες προβληματικών ατόμων ανάλογα με την μειονεξία που παρουσιάζουν, περιθωριοποιούσε την Ειδική Αγωγή από τον κορμό της Γενικής Εκπαίδευσης.
Ο πρώτος Νόμος 1143/1981 στο πρώτο άρθρο ορίζει τον σκοπό του ως εξής: Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η παροχή ειδικής αγωγής και ειδικής επαγγελματικής εκπαιδεύσεως εις αποκλίνοντα εκ του φυσιολογικού άτομα, η λήψις μέτρων κοινωνικής μερίμνης και η αντίστοιχος προς τας δυνατότητάς των ένταξις αυτών εις την κοινωνικήν ζωήν και την επαγγελματικήν δραστηριότητα, δια της εφαρμογής ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων εν συνδυασμώ προς ιατρικά και άλλα κοινωνικά μέτρα (άρθρο 1).
Κριτική προσέγγιση του Νόμου 1143/1981 Το περιεχόμενο της ειδικής αγωγής οροθετείται σε ένα περιοριστικό πλαίσιο τόσο ως προς την ερευνητική της διάσταση καθώς τοποθετείται στο επίπεδο της εφαρμογής ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, όσο και ως προς το βαθμό αυτονομίας της επιστημονικής της διάστασης, καθώς καλείται να αποδεχτεί τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και να λάβει υπόψη της μέτρα κοινωνικής μέριμνας. Η απισχνούμενη εννοιολογική εικόνα της ειδικής αγωγής, με την αξίωση της εξουσίας του ιατρικού κανόνα (Φουκώ, 2010), εμφανίζεται συνακόλουθη με τον αφοπλιστικής απλοϊκότητας ορισμό του «φυσιολογικού» και της απόκλισης εκ του φυσιολογικού.
Κριτική προσέγγιση του Νόμου 1143/1981 Η ειδική αγωγή θεσμοθετείται ως μια εφαρμοσμένη πρακτική με αποστολή να εντάξει σύμφωνα με τις δυνατότητές τους τα αποκλίνοντα εκ του φυσιολογικού άτομα στην κοινωνική ζωή και στην επαγγελματική δραστηριότητα. Η υπόλογος στην ιατρική επιστήμη ειδική αγωγή εγκαλείται να δεχτεί δύο αξιώσεις: α) τον ορισμό της απόκλισης εκ του φυσιολογικού και β) την προώθηση μιας αδιαπραγμάτευτης αναγκαιότητας για επαγγελματική και κοινωνική ένταξη των αποκλινόντων εκ του φυσιολογικού ατόμων σε προκαθορισμένο ιατρικό και προνοιακό τόπο (εκπαιδευτήρια, μονάδες ειδικής αγωγής) και χρόνο (χρονική διάρκεια της παρεχόμενης εκπαίδευσης). Με βάση τις δύο παραπάνω αξιώσεις η ειδική αγωγή εμφανίζεται ως κατασκευή ενός αυστηρά οροθετημένου χώρου στον οποίο οι αποδέκτες των παροχών της και η δράση της καθορίζονται από την ιατρική επιστήμη. Το γεγονός αυτό την οδηγεί να αναπτύξει έναν ιατρικά κατευθυνόμενο εκπαιδευτικό λόγο και μια εκπαιδευτικά κατευθυνόμενη ιατρική-θεραπευτική πρακτική (Φουκώ, 2010).
Κριτική προσέγγιση του Νόμου 1143/1981 Ο Νόμος 1143/1981 με το διακριτό γλωσσικό ύφος της καθαρεύουσας και με τη χαρακτηριστική κλινική ορολογία εμφανίζεται να είναι ο πιο «αδικημένος» νόμος της ειδικής αγωγής. Μολονότι έχει δεχτεί τη σφοδρότερη κριτική χρησιμοποιείται ως σταθερή πηγή άντλησης αρχών, περιεχομένου και αξιών από τους επόμενους νόμους οι οποίοι διακήρυξαν την πρόθεσή τους για αλλαγή της εκπαιδευτικής αντιμετώπισης των ατόμων με αναπηρία.
Νόμος 1566/1985 Ο Νόμος 1566/1985 που ρυθμίζει ζητήματα Ειδικής Αγωγής εντάσσεται στο ευρύτερο νομοθετικό πλαίσιο της Γενικής Εκπαίδευσης. Ο Νόμος 1566/1985 είναι από τους σημαντικότερους νόμους της ειδικής εκπαίδευσης καθώς για πρώτη φορά θεσμοθετούσε την ενταξιακή εκπαίδευση στην Ελλάδα.
Στις βασικές του ρυθμίσεις ο Νόμος 1566/1985 μεταξύ άλλων περιελάμβανε: τη μεταβίβαση αποκλειστικά στο ΥΠ.Ε.Π.Θ. όλων των αρμοδιοτήτων που αφορούσαν ζητήματα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (γενικής και επαγγελματικής) και θέματα αποκατάστασης των Α.Μ.Ε.Α., τη διδασκαλία μίας ξένης γλώσσας στα ειδικά σχολεία και την εκτύπωση με το σύστημα Braille διδακτικών βιβλίων για τυφλούς. Παρόλο αυτά ο Νόμος 1566/1985 θεωρήθηκε μεταγλώττιση των διατάξεων του προηγούμενου Νόμου 1143/1981.
Παράδειγμα μεταγλώττισης Στον σκοπό του Νόμου 1566/1985 γίνεται εμφανής η αλλαγή ύφους στη γλώσσα με τη χρήση της δημοτικής και την εισαγωγή ενός νέου για την εποχή όρου άτομα με ειδικές ανάγκες που αντικαθιστά τον προηγούμενο όρο αποκλίνοντες εκ του φυσιολογικού. Στην ανάγνωση όμως του σκοπού της ειδικής αγωγής παρατηρούμε να αναπαράγεται το εννοιολογικό περιεχόμενο του προηγούμενου Νόμου 1143/1981. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα: To πριν Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η παροχή ειδικής αγωγής και ειδικής επαγγελματικής εκπαιδεύσεως εις αποκλίνοντα εκ του φυσιολογικού άτομα, η λήψις μέτρων κοινωνικής μερίμνης και η αντίστοιχος προς τας δυνατότητάς των ένταξις αυτών εις την κοινωνικήν ζωήν και την επαγγελματικήν δραστηριότητα, δια της εφαρμογής ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων εν συνδυασμώ προς ιατρικά και άλλα κοινωνικά μέτρα (Νόμος 1143/1981. άρθρο 1). Το μετά Στα άτομα που έχουν ειδικές ανάγκες παρέχεται ειδική αγωγή και ειδική επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία στα πλαίσια των σκοπών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης επιδιώκει ιδιαίτερα: α) την ολόπλευρη και αποτελεσματική ανάπτυξη και αξιοποίηση των δυνατοτήτων και ικανοτήτων, β) την ένταξη τους στην παραγωγική διαδικασία και γ) την αλληλοαποδοχή τους με το κοινωνικό σύνολο. (Νόμος 1566/1985, άρθρο 32, παράγραφος 1).
Στον Νόμο 1566/1985 ασκήθηκε κριτική καθώς: Δεν προέβλεπε την ίδρυση Τμήματος Ειδικής Αγωγής στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Δεν προέβλεπε μετεκπαίδευση ή επιμόρφωση σε θέματα Ειδικής Αγωγής για τους εκπαιδευτικούς της δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Δε θεσμοθετούσε τη δυνατότητα μεταπτυχιακών σπουδών Ειδικής Αγωγής στα Α.Ε.Ι. της χώρας. Καθόριζε ως αρμόδιο για το ιατροδιαγνωστικόσυμβουλευτικό έργο το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας και όχι το ΥΠ.Ε.Π.Θ.. Διατηρούσε την επικάλυψη αρμοδιοτήτων και διαιώνιζε τη σύγχυση στο έργο των σχολικών συμβούλων Γενικής και Ειδικής Αγωγής.
Στα τέλη της δεκαετίας του 80, ψηφίζονται επίσης οι παρακάτω νόμοι: Ο Νόμος 1824/1988 με τον οποίο θεσμοθετείται η ενισχυτική διδασκαλία για τους μαθητές του δημοτικού και του γυμνασίου που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες σε ορισμένα μαθήματα. Ο Νόμος 1771/1988 με τον οποίο τροποποιείται το σύστημα εισαγωγής των ανάπηρων φοιτητών στα Α.Ε.Ι. της χώρας.
Στις 14.03.2000 ψηφίζεται ο Νόμος 2817/2000 στον οποίο: Επαναδιατυπώνεται η ορολογία της Ειδικής Αγωγής. Δίνεται έμφαση στις κοινές εκπαιδευτικές ανάγκες των ανάπηρων μαθητών και όχι στην κλινική αιτιολογία των αναπηριών τους. Προβλέπονται μέτρα για τους ανάπηρους μαθητές προσχολικής ηλικίας και για αυτούς που έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. Οι ειδικές τάξεις μετονομάζονται σε τμήματα ένταξης. Το ειδικό σχολείο περιορίζεται μόνο για περιπτώσεις παιδιών με βαριές και πολλαπλές αναπηρίες.
Ο Νόμος 2817/2000 Θεσμοθετείται στην έδρα κάθε νομού η λειτουργία διεπιστημονικής ομάδας διάγνωσης και υποστήριξης με την επωνυμία «Κέντρο Διάγνωσης Αξιολόγησης και Συμβουλευτικής Υποστήριξης» (Κ.Δ.Α.Υ.).
Ο Νόμος 2817/2000 Δημιουργούνται νέες ειδικότητες προσωπικού Ειδικής Αγωγής (διερμηνέων νοηματικής γλώσσας, ειδικών κινητικότητας και προσανατολισμού τυφλών ατόμων). Εξασφαλίζεται η παροχή μέσων διδασκαλίας σύγχρονης τεχνολογίας για τους ανάπηρους μαθητές. Αναγνωρίζεται η νοηματική γλώσσα ως επίσημη γλώσσα των κωφών στην εκπαίδευση. Ιδρύεται τμήμα Ειδικής Αγωγής στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο για την επιστημονική έρευνα όλων των ζητημάτων της ειδικής αγωγής.
Νόμος 3699/2008 «Ειδική Αγωγή & Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες» To 2008 ψηφίζεται ο ισχύοντας νόμος της ειδικής εκπαίδευσης. Τα βασικότερα σημεία κριτικής που του ασκήθηκαν είναι τα παρακάτω: Διαιωνίζει την κλινική προσέγγιση της αναπηρίας. Περιορίζει την ενταξιακή εκπαίδευση. Αποδίδει υπερβολικές αρμοδιότητες στα Κέντρα Διάγνωσης Διαφοροδιάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ). Με λάθος τρόπο καθορίζει την πρώιμη παρέμβαση. Δεν αναφέρεται στα ζητήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Δεν προωθείται η ισότιμη συμμετοχή των γονέων στη λήψη των εκπαιδευτικών αποφάσεων.
ΝΟΜΟΣ 4368/2016 Μέτρα για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου και άλλες διατάξεις Άρθρο 82 Ρυθμίσεις θεμάτων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης 2. Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ της περίπτωσης α της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 3699/2008 (Α 199) προστίθενται εδάφια, ως ακολούθως: «Στα σχολεία αυτά μπορεί να εφαρμόζεται ανάλογα με τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, με αιτιολογημένη απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων που εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Διαγνωστικής Εκπαιδευτικής Αξιολόγησης και Υποστήριξης (ΕΔΕΑΥ) της ΣΜΕΑΕ ή ελλείψει αυτής ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή του σχολείου, διαφοροποιημένο το αναλυτικό πρόγραμμα της γενικής εκπαίδευσης ή το Πλαίσιο Αναλυτικού Προγράμματος της Ειδικής Αγωγής (ΠΑΠΕΑ) που ορίζεται στο π.δ. 301/1996 (Α 208) ή ένα μεικτό σύστημα των ανωτέρω προγραμμάτων. Το σχετικό πρακτικό του Συλλόγου Διδασκόντων υποβάλλεται στο Σχολικό Σύμβουλο ΕΑΕ μαζί με τα ωρολόγια προγράμματα του σχολείου».
ΝΟΜΟΣ 4368/2016 3. α) Στο άρθρο 6 του ν. 3699/2008 (Α 199) προστίθεται παράγραφος 6, ως ακολούθως: «Στις Σχολικές Μονάδες Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μπορεί να υλοποιούνται προγράμματα συνεκπαίδευσης με συστεγαζόμενες ή μη σχολικές μονάδες της γενικής εκπαίδευσης. Στόχοι των προγραμμάτων συνεκπαίδευσης είναι, ιδίως, η προώθηση της ένταξης και των ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, η ανάπτυξη των γνωστικών, μαθησιακών, συναισθηματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία, καθώς και η ευαισθητοποίηση των μαθητών των σχολείων γενικής εκπαίδευσης σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στο σεβασμό της διαφορετικότητας και στη διασφάλιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας».
ΝΟΜΟΣ 4368/2016 5. Στην υποπερίπτωση αα της περίπτωσης γ της παρ.1 του άρθρου 6 του ν. 3699/2008 (Α 199) προστίθενται εδάφια, ως ακολούθως: «Σκοπός των ΤΕ είναι η πλήρης ένταξη των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία στο σχολικό περιβάλλον μέσα από ειδικές εκπαιδευτικές παρεμβάσεις. Ο εκπαιδευτικός του ΤΕ υποστηρίζει τους μαθητές εντός του περιβάλλοντος της τάξης τους, σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς των τάξεων, με στόχο τη διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων και των διδακτικών πρακτικών, καθώς και την κατάλληλη προσαρμογή του εκπαιδευτικού υλικού και του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος. Η υποστήριξη σε ιδιαίτερο χώρο υλοποιείται εφόσον το επιβάλλουν οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, με απώτερο στόχο τη δυνατότητα μελλοντικής υποστήριξης αυτών εντός του περιβάλλοντος της τάξης τους».
Υπουργική απόφαση 449/2007 Α ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ Εκπαιδευτικοί των τμημάτων ένταξης 1. Αξιολογούν τους μαθητές για τη διερεύνηση των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών με βάση τις προτάσεις οι οποίες έχουν υποβληθεί στο σύλλογο διδασκόντων από τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς των τάξεων. Προκειμένου να εντάξουν τους μαθητές στο Τ.Ε., λαμβάνουν υπόψη: τη σοβαρότητα των εκπαιδευτικών αναγκών, την ανάγκη για εξειδικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, την ηλικία και την τάξη στην οποία φοιτούν οι προτεινόμενοι να παρακολουθήσουν το Τ.Ε., τον αριθμό των μαθητών που έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίξουν αποτελεσματικά και προτείνουν αυτούς που θα υποστηριχθούν από το τμήμα ένταξης με τεκμηριωμένη εισήγηση.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί των τμημάτων ένταξης 2. Ενημερώνουν, σε συνεργασία με το διευθυντή του σχολείου, τους γονείς και κηδεμόνες του μαθητή σχετικά με τις διαδικασίες που είναι απαραίτητες να γίνουν για να φοιτήσει στο Τ.Ε.. Σε καμιά περίπτωση δεν αποκλείεται μαθητής από το Τ.Ε., αν οι γονείς του επιθυμούν τη φοίτηση του σε αυτό ακόμα κι αν και δεν έχει διάγνωση από τις αρμόδιες διαγνωστικές υπηρεσίες. Στις περιπτώσεις αυτές αρκεί σχετική εισήγηση από το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής. 3. Συνεργάζονται με τον εκπαιδευτικό της τάξης, ώστε να υπάρχει σύνδεση μεταξύ του κοινού και του εξειδικευμένου προγράμματος ως προς το περιεχόμενο και τον τρόπο υλοποίησης του (π.χ. συνδιδασκαλία). Στόχος παραμένει η πλήρης ένταξη στο σχολικό περιβάλλον.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί των τμημάτων ένταξης 4. Ενισχύουν τη γενικότερη προσαρμογή των μαθητών του Τ.Ε. στο κοινό σχολικό περιβάλλον, με τη συμμετοχή τους σε ομάδες εργασίας, παιχνιδιών και άλλων δραστηριοτήτων της σχολικής ζωής. 5. Μεριμνούν για την τακτική ενημέρωση του ατομικού φακέλου του κάθε μαθητή, ο οποίος φυλάσσεται σε ασφαλή χώρο με ευθύνη του διευθυντή του σχολείου. Ενδεικτικά ο φάκελος μπορεί να περιέχει: συνοπτικό οικογενειακό και κοινωνικό ιστορικό του μαθητή, γνωματεύσεις και αξιολογήσεις που αφορούν στις εκπαιδευτικές ανάγκες και δυνατότητες του μαθητή, εισηγήσεις για την κατάρτιση του εξατομικευμένου εκπαιδευτικού προγράμματος. Σε περίπτωση αλλαγής σχολικού περιβάλλοντος (μετεγγραφή ή εγγραφή) ενημερώνεται η διεύθυνση της νέας σχολικής μονάδας.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί των τμημάτων ένταξης 7. Πληροφορούν και συμβουλεύουν τα μέλη της σχολικής κοινότητας για θέματα ειδικής αγωγής και συνεργάζονται με τους σχολικούς συμβούλους της περιφερείας τους και με το προσωπικό του οικείου ΚΔΑΥ. 8. Συντάσσουν και υποβάλλουν για θεώρηση στο σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής το εβδομαδιαίο ωρολόγιο πρόγραμμα λειτουργίας και την ετήσια αξιολογική έκθεση λειτουργίας του Τ.Ε.. 9. Προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε μαθητές συστεγαζόμενων σχολείων ή σε προγράμματα παράλληλης στήριξης όμορου σχολείου ύστερα από εισήγηση του σχολικού συμβούλου ειδικής αγωγής στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει το σχολείο.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί ειδικών σχολείων 1. Οργανώνουν, καταρτίζουν και υλοποιούν σε συνεργασία με το Ε.Ε.Π. το εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των μαθητών της τάξης τους. 2. Καθοδηγούν τους γονείς σε θέματα αγωγής και βοήθειας στο σπίτι και προτείνουν δραστηριότητες για την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των παιδιών τους. 3. Συνεργάζονται με το ειδικό εκπαιδευτικό προσωπικό για την αντιμετώπιση των ατομικών αναγκών των μαθητών τους. 4. Ενημερώνονται για τα προγράμματα αποκατάστασης των μαθητών τους, τα οποία υλοποιούνται εκτός του σχολείου και συνεργάζονται με τους ειδικούς επιστήμονες.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης 1. Ενημερώνονται από το διευθυντή του σχολείου σχετικά με τις ανάγκες του μαθητή, για τον οποίο έχει εγκριθεί παράλληλη στήριξη ύστερα από σχετική πρόταση του ΚΔΑΥ ή των πιστοποιημένων ιατροπαιδαγωγικών υπηρεσιών και εισήγηση του σχολικού συμβούλου ειδικής αγωγής. 2. Αξιολογούν τις εκπαιδευτικές δυνατότητες του μαθητή και συντάσσουν εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα σε συνεργασία με το ΚΔΑΥ και το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής. Για την υλοποίηση του συνεργάζονται με το διευθυντή, τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς του τμήματος και τους άλλους εκπαιδευτικούς του σχολείου για την ενιαία αντιμετώπιση των προβλημάτων του συγκεκριμένου μαθητή. 3. Υλοποιούν το εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα μέσα και έξω από την τάξη και είναι συνολικά υπεύθυνοι για όλες τις δραστηριότητες της σχολικής ζωής (διαλείμματα, επισκέψεις, εκδηλώσεις κ.λπ.) στις οποίες συμμετέχει ο μαθητής.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης 4. Συνεργάζονται με το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής και τα ΚΔΑΥ στις περιπτώσεις μαθητών που παρουσιάζουν ιδιαίτερη δυσκολία και προβλήματα. 5. Συντάσσουν ατομικό εκπαιδευτικό και εβδομαδιαίο πρόγραμμα υποστηρικτικών δραστηριοτήτων του μαθητή και το υποβάλλουν σε τρία αντίτυπα, στο σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής, ο οποίος και παρακολουθεί την εφαρμογή του. 6. Προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε μαθητές συστεγαζόμενου ή όμορου σχολείου που χρειάζονται παράλληλη στήριξη ύστερα από εισήγηση του σχολικού συμβούλου ειδικής αγωγής και του Διευθυντή Εκπαίδευσης. 7. Καταρτίζουν το πρόγραμμα παράλληλης στήριξης σε συνεργασία με το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής και το ΚΔΑΥ, με κριτήρια τις εκπαιδευτικές ανάγκες του μαθητή και τις δυνατότητες ένταξης στην τάξη του.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί που παρέχουν διδασκαλία στο σπίτι 1. Ενημερώνονται από το σχολείο και την οικογένεια για τους ιδιαίτερους λόγους, για τους οποίους ο μαθητής, που αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν, αδυνατεί να παρακολουθήσει το πρόγραμμα στο σχολείο, και συνεργάζονται με τους φορείς του προγράμματος θεραπείας του παιδιού. 2. Συγκεντρώνουν πληροφορίες για το ιστορικό του μαθητή από την οικογένεια και ενημερώνονται για τον ιδιαίτερο τρόπο της εκπαιδευτικής αντιμετώπισης, από το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής. 3. Συνεργάζονται με το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής για τον καθορισμό και την εφαρμογή του ωραρίου εργασίας, ανάλογα με την ιδιαιτερότητα κάθε περίπτωσης, και προβαίνουν στη σύνταξη του ατομικού εκπαιδευτικού προγράμματος διδασκαλίας, ύστερα από μαθησιακή αξιολόγηση.
Υπουργική απόφαση 449/2007 Εκπαιδευτικοί που παρέχουν διδασκαλία στο σπίτι 4. Τηρούν εβδομαδιαίο ημερολόγιο δραστηριοτήτων με ημερήσιες καταγραφές του προγράμματος του μαθητή. Οι μαθητές που παρουσιάζουν ιδιαίτερη δυσκολία και έχουν ανάγκη ειδικής διεπιστημονικής στήριξης, υποστηρίζονται από το σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής, το ΚΔΑΥ και την ομάδα θεραπείας. 5. Διευκολύνουν την ένταξη του μαθητή, όταν επανέλθει στην τάξη, με την προσαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος σε συνεννόηση με τον εκπαιδευτικό της τάξης. 6. Υποβοηθούν προγράμματα ένταξης του μαθητή στη σχολική τάξη και γενικότερα στη σχολική ζωή, όταν αυτό είναι εφικτό. 7. Συντάσσουν και υποβάλλουν ατομικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα του μαθητή σε τρία αντίτυπα στο σχολικό σύμβουλο ειδικής αγωγής και συνεργάζονται μαζί του σε τακτά χρονικά διαστήματα και άμεσα, όταν προκύπτει ιδιαίτερο πρόβλημα.