ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

Σχετικά έγγραφα
ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Ένα ερµηνευτικό παράδειγµα από το Σύνταγµα» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

ΑΔΑ: 0Α-03Ρ9 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ- ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΡΓΑΣΙΑ. ΘΕΜΑ: Ερµηνεία του άρθρου 37 παρ. 1 και 2 σύµφωνα µε τη γραµµατολογική µέθοδο.

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ(α.25παρ.3Σ) Με τον όρο γενικές συνταγµατικές αρχες εννοούµε ένα σύνολο

ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η εφαρµογή του δικαιώµατος της επικοινωνίας στον οικογενειακό χώρο» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΓΑΣΙΑ 6 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΕΠΙ ΤΗΣ Ι ΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Άποψη περί εφαρμογής ν 4030/2011.

Η Αρχή της Νομιμότητας ως Οριοθέτηση των Συνταγματικών Δικαιωμάτων

Θέµα εργασίας : Γενικές Συνταγµατικές Αρχές «Απαγόρευση κατάχρησης δικαιώµατος» Καµιντζή Ιωάννα Α.Μ:322 Ε Mail:

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

«ΑΝΤΙΡΡΗΣΙΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ»

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Ο διορισµός Πρωθυπουργού - Μια απόπειρα ερµηνείας του άρθρου 37 παρ. 4 του Συντάγµατος.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Σελίδα 1 από 5. Τ

Μερικές σκέψεις πάνω στην αρχή της ισότητας µε αφορµή την Α.Π. 668/2003 Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Συνταγματικό Δίκαιο. μεταβολές του Συντάγματος Λίνα Παπαδοπούλου. Ενότητα 9: Άτυπες τροποποιήσεις και άδηλες

ΕΡΓΑΣΙΑ. «Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας, ως γενικής συνταγµατικής αρχής της ελληνικής έννοµης τάξης»

Αρχή της ισότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου. Ενότητα 8 η : ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ : Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΛΟΥΚΟΥ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2003

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ :

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Γ.Σ.Ε.Ε. ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Ομοσπονδίες δύναμης ΓΣΕΕ

Μεταπτυχιακή Εργασία. Καρκούλας Παναγιώτης. Λογική μέθοδος ερμηνείας

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΣΥΝΟΨΗ ΘΕΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ ΝΕΚΡΩΝ. Αναφορά υπ αρ. πρωτ / , πόρισµα της 24.4.

Αριθµός 111/2013 ΤΟ ΠΕΝΤΑΜΕΛΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Θέµα εργασίας : Ερµηνεία του Άρθρο 78 παρ. 5 του Συντάγµατος (Εξαίρεση από την απαγόρευση της κανονιστικής φορολογικής αρµοδιότητας).

Α. Εισαγωγή Γενικά περί ερµηνείας του δικαίου.σελ.3

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΑΡ.21 ΠΑΡ.3 Ε ΑΦ.Α

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΥΠ. ΑΡΙΘ.: 5 Αθήνα, 24 Μαΐου 2013 ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚ/ ΠΡΟΣ Τα Εργατικά Κέντρα και τις Οµοσπονδίες δύναµης ΓΣΕΕ

Ι.α) Το αντικείµενο και η αναγκαιότητα της ερµηνείας. Ερµηνεία του δικαίου είναι η

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

Κύκλος Κοινωνικής Προστασίας. ΠΟΡΙΣΜΑ [Ν. 3094/03 Συνήγορος του Πολίτη και άλλες διατάξεις, άρ. 4 6]

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΑΣΤΟΧΙΕΣ

ΓΝΩΜΟ ΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Αριθμός 178/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Στ

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΘΕΜΑ

της επαγγελματικής ελευθερίας και της προστασίας του ανταγωνισμού. Διατάξεις πο υ

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

9ης Μαρτίου 2011 περί εφαρµογής των δικαιωµάτων των ασθενών στο πλαίσιο. της διασυνοριακής υγειονοµικής περίθαλψης (L 88/45/4.4.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1279-1/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 4 /2015

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (ΠΟΓΕΔΥ) ΓΕΩΠΟΝΟΙ ΔΑΣΟΛΟΓΟΙ ΚΤΗΝΙΑΤΡΟΙ ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΙ - ΓΕΩΛΟΓΟΙ

Θέµα: Επαναφορά των προτάσεων του Συνηγόρου του Πολίτη για την φορολογική ισότητα ανδρών και γυναικών

Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Με το παρόν σας υποβάλουµε τις παρατηρήσεις της ΑΠ ΠΧ επί του σχεδίου κανονισµού της Α ΑΕ σχετικά µε τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/550-1/ Γ Ν Ω Μ Ο Ο Τ Η Σ Η ΑΡ. 1 /2018

Διοικητικό Δίκαιο. Η γνωμοδοτική διαδικασία και η αιτιολογία της διοικητικής πράξης - 2 ο μέρος Περιεχόμενο και τύπος διοικητικής πράξης

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

«Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων

Οµιλία ηµήτρη ασκαλόπουλου, Προέδρου του ΣΕΒ «ΑΝΟΙΚΤΟ ΦΟΡΟΥΜ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ» Αθήνα, 11 Ιουλίου 2006

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1381/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2014

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ 4 Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΜΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 0

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: σελίδες 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...2 2. ΕΝΕΧΕΙ Ι ΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ;...2 Α. Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΙΚΑΙΟΥ ΓΕΝΙΚΑ...3 Β. Ι ΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ...4 3. ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡ. 4 ΠΑΡ.6 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ...6 Α. ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ, ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΤΗΤΑ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗΣ...6 Β. ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡ. 4 ΠΑΡ.6 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ...7 4. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ...9 5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ...11 1

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Γίνεται δεκτό ότι «Η απόλυτος σαφήνεια δεν συµβιβάζεται προς τη γενικότητα της νοµικής επιταγής 1». Καθώς λοιπόν -ακόµη και γλωσσικώς- η απόλυτη σαφήνεια του νοµικού κανόνα είναι δυσχερής αλλά ακόµα και ανεπιθύµητη, είναι απαραίτητη για τον εφαρµοστή του δικαίου η νοητική διαδικασία αναζήτησης του νοήµατος του κανόνα δικαίου ενόψει εφαρµογής του, η οποία χρησιµοποιεί ως µέσο το νοµικό συλλογισµό 2. Πρόκειται για την ερµηνεία, τη συχνότερη και ίσως την πιο σηµαντική διεργασία του νοµικού προκειµένου να καταλήξει σε οποιοδήποτε συµπέρασµα για τον τρόπο εφαρµογής του κανόνα δικαίου. Με την ερµηνεία αποσαφηνίζεται το κείµενο του νόµου, καλύπτονται τυχόν αντινοµίες και κενά τα οποία έχουν εµφιλοχωρήσει σε αυτόν και ανευρίσκεται η αληθινή έννοιά του. 2. ΕΝΕΧΕΙ Ι ΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ; Γίνεται από πολλούς λόγους για ερµηνεία του Συντάγµατος ως ιδιαίτερου προβλήµατος, του οποίου η λύση δεν µπορεί να ταυτιστεί εξ ολοκλήρου προς τη λύση του προβλήµατος της ερµηνείας των λοιπών κανόνων δικαίου, ή της ερµηνείας εν γένει. Υπάρχει ή πρέπει να υπάρχει όµως τέτοιου είδους διαχωρισµός; Και ποιά είναι τα στοιχεία εκείνα που διαφοροποιούν την ερµηνεία του Συντάγµατος αλλά κυρίως ποιά είναι η πρακτική αξία του διαχωρισµού αυτού; 1 Βλ. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ. ΤΣΑΤΣΟ «Η ερµηνεία του Συντάγµατος» Επιµέλεια ΗΜΗΤΡΗΣ Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1995, σελ. 300, ο οποίος, όσον αφορά την ατελή διατύπωση των νόµων παραπέµπει στον ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (...τον άρχοντα αν τε εις αν τε πλείους ώσι περί τούτων είναι κυρίους περί όσων εξαδυνατούσιν οι νόµοι λέγειν ακριβή δια το µη ράδιον είναι καθόλου διορίσαι περί πάντων.) Παλιότερα γινόταν δεκτό ότι η ερµηνεία δε χωρεί στις περιπτώσεις που ο κανόνας δικαίου είναι σαφής. Η Εξηγητική σχολή θεωρούσε ως αντίθετες τις έννοιες σαφήνεια και ερµηνεία. (in claris non interpretatio) Η πρόταση αυτή ήδη σήµερα ελέγχεται ως ανακριβής εφόσον όπως παρατηρεί ο Κ. ΣΤΑΜΑΤΗΣ «ήδη η εκτίµηση ότι το νόηµα του κανόνα γλωσσικώς είναι ευχερώς προσδιορίσιµο είναι αποτέλεσµα µίας πρώτης εύκολης έστω ερµηνευτικής προσπάθειας». Εξάλλου και ο Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ δέχεται ότι «η πλήρης και µη χρήζουσας ουδεµίας εξειδίκευσης επιταγή αποφεύγεται και καθ ό µέρος θα ήτο εφικτή διότι η γενικότης θεωρείται ενδεδειγµένη της επιταγής δικαίου, ιδιότης ίνα κατά το δυνατόν µη παύσει να είναι αύτη απρόσωπος και διότι θα απέβαινε δύσχρηστος λόγω της απεράντου εκτάσεως την οποία θα κατελάµβανε δια να αποβή πλήρης» 2 Ο ορισµός της ερµηνείας κατά τον ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΑΥΡΙΑ στο «Συνταγµατικό ίκαιο Ι», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2000, σελ. 199. 2

Α. Η ερµηνεία των κανόνων δικαίου γενικά. Κατά την παραδοσιακή λοιπόν αντίληψη η ερµηνεία είναι απαραίτητη όταν σε ένα σύστηµα δικαίου εµφανίζονται ελαττώµατα όπως οι ασάφειες, οι αντινοµίες και τα κενά. Όταν δηλαδή το νόηµα του νόµου δεν είναι καταληπτό ή όταν δεν γίνεται κατανοητό κατά τρόπο αδιαµφισβήτητο (ασάφεια), όταν σε ένα σύστηµα δικαίου επιβάλλονται από διαφορετικούς νόµους ή διατάξεις επιταγές ή επιτρέπονται πράξεις του είναι αδύνατο να εφαρµοστούν ταυτόχρονα (αντινοµία), και όταν εντός του κανόνα δικαίου ο νοµοθέτης παρέλειψε να ρυθµίσει κάποια περίπτωση που θα έπρεπε να έχει ρυθµίσει ή δεν τη ρύθµισε επαρκώς (ακούσιο, αληθές κενό), ή όταν ο νοµοθέτης θεώρησε ότι δεν πρέπει να ρυθµίσει µία περίπτωση και έκρινε ορθό να εξοπλίσει τον εφαρµοστή του δικαίου µε ευχέρεια υπαγωγής σε αυτόν περιπτώσεις που µπορούν να ενταχθούν στο πεδίο εφαρµογής του. (εκούσιο, µη αληθές κενό) 3. Η πρώτη ερµηνευτική µέθοδος η οποία ακολουθείται όταν βρισκόµαστε µπροστά στο πρόβληµα ερµηνείας ενός κανόνα δικαίου είναι φυσικά η γραµµατική ερµηνεία. Μέσω της ερµηνευτικής αυτής µεθόδου αναζητούµε το νόηµα του κανόνα εκκινούµενοι από την έννοια των όρων τους οποίους επέλεξε να χρησιµοποιήσει ο νοµοθέτης για τη διατύπωση των κανόνων που δοµούν το κείµενό του. Η γραµµατική ερµηνεία δεν είναι πάντα επαρκής και έτσι το νόηµα του κανόνα αναζητείται συνήθως µέσω άλλων ερµηνευτικών µεθόδων όπως της λογικής ερµηνείας η οποία αναζητά το νόηµα του κανόνα µέσα από τη δοµή της σκέψης του νοµοθέτη ή της ιστορικής ερµηνείας, η οποία µας βοηθά να αναζητήσουµε το νόηµα του κανόνα δικαίου µέσα από τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την ψήφιση του νόµου. Η ιστορική ερµηνεία διακρίνεται σε υποκειµενική και αντικειµενική. Κατά την πρώτη, σηµασία έχει η βούληση του ιστορικού νοµοθέτη που ορίζει και τα όρια της ερµηνείας και κατά τη δεύτερη το νόηµα του κανόνα δε δεσµεύεται από τη βούληση του ιστορικού νοµοθέτη αλλά «αντικειµενικοποιούµενο» ανευρίσκεται στην εκάστοτε ισχύουσα πραγµατικότητα 4. Άλλες µέθοδοι ερµηνείας που ακολουθούνται είναι η συστηµατική ερµηνεία, ήτοι προσβλέπει στο σύνολο του συστήµατος δικαίου µέσα στον οποίο βρίσκεται ο κανόνας 3 Βλ. ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΑΥΡΙΑ στο «Συνταγµατικό ίκαιο Ι», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2000, σελ. 200 επ. 4 Στο λόγο του για τα εκατό χρόνια του γαλλικού Αστικού Κώδικα ο πρόεδρος του γαλλικού ακυρωτικού δικαστηρίου BALLOT-BEAUPRE δήλωνε: «Ο δικαστής δεν πρέπει να προσπαθεί πεισµατικά να ανεύρει ποιά ήταν πριν από εκατό χρόνια η σκέψη των συντακτών του κώδικα όταν συνέτασσαν το ένα ή το άλλο άρθρο. Πρέπει να αναρωτηθεί ποιά θα ήταν η σκέψη τους αν συνέτασσαν το ίδιο άρθρο σήµερα.» 3

δικαίου και αναζητεί το στοιχείο εκείνο που εκφράζει την ενότητα του συστήµατος και αποδίδουν το ιδιαίτερο νόηµα του κανόνα δικαίου, και η τελολογική ερµηνεία που θεωρεί το σκοπό του νόµου ως το κύριο στοιχείο αναζήτησης του νοήµατος του κανόνα δικαίου ο οποίος ανευρίσκεται κατά σύµπραξη είτε της υποκειµενικής είτε της αντικειµενικής µεθόδου ερµηνείας οπότε και η ερµηνεία αποκαλείται αντιστοίχως τελολογική υποκειµενική ή τελολογική αντικειµενική. Β. Ιδιαιτερότητες της ερµηνείας του Συντάγµατος και οι ειδικοί κανόνες για την ερµηνεία του. Καθώς το Σύνταγµα είναι «νόµος» δηλαδή «terminus technicus» η ερµηνευτική του προσέγγιση δεν µπορεί παρά να εκκινεί από τους βασικούς κανόνες ερµηνείας του κοινού νόµου. Λόγω όµως ορισµένων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του Συνταγµατικού κειµένου, τίθενται στην ερµηνευτική µέθοδο ορισµένα ειδικότερα προβλήµ ατα, σε σχέση µε την ερµηνεία των κανόνων του κοινού δικαίου. Τα προβλήµατα αυτά µπορούν να σχηµατοποιηθούν ως εξής: i. Μία πρώτη ιδιαιτερότητα του συνταγµατικού κανόνα συνδέεται µε το λεγόµενο τυπικό Συνταγµατικό δίκαιο και προκύπτει από την ιεραρχική του σχέση µέσα σε όλο το σύστηµα των κανόνων δικαίου. Η αυξηµένη τυπική ισχύς του Συντάγµατος προσδίδει στον κανόνα του τυπικού Συνταγµατικού δικαίου ιδιαίτερη λειτουργική διάσταση. Εκτός δηλαδή από τη συνηθισµένη κυρωτική λειτουργία που έχει κάθε κανόνας δικαίου ο κανόνας του τυπικού Συνταγµατικού ικαίου αποτελεί όριο αλλά και µέτρο για τον κοινό νοµοθέτη και για κάθε πολιτειακό όργανο 5. ii. Η αυξηµένη αυτή τυπική δύναµη του Συντάγµατος επιβάλλει σε αυτό την αναγκαιότητα να αποτελεί ρύθµιση πλαίσιο για τον κοινό νοµοθέτη και για κάθε άλλο πολιτειακό όργανο. Είναι κατά συνέπεια αναγκαίο να εξασφαλιστεί η εξελισιµότητα του Συντάγµατος, ειδάλλως αυτή η κανονιστική ικανότητα µπορεί να χαθεί. Η ιστορική 5 Αυτό κατά τον ΗΜΗΤΡΗ Θ. ΤΣΑΤΣΟ «προκύπτει από το άρ. 1 παρ. 3 του Συντάγµατος που προβλέπει ότι όλες οι εξουσίες ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγµα, καθώς και από το άρθρο 110 του Συντάγµατος που προβλέπει ειδική προστασία για την παραγωγή κανόνων τυπικού συνταγµατικού δικαίου. Η διαδικασία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που ισχύει για τη θέσπιση, κατάργηση ή τροποποίηση ενός κοινού νόµου. Έτσι πχ. το άρθρο 29 παρ. 1 που θεσπίζει το δικαίωµα των πολιτών να ιδρύουν κόµµατα δεν δηµιουργεί µόνο τη σχετική έννοµη αξίωση αλλά ταυτόχρονα θεσπίζει και ένα λειτουργικό πεδίο για το θεσµό του πολιτικού κόµµατος που οφείλουν να σεβαστούν όχι µόνο τα αρµόδια όργανα του κράτους αλλά και τα καταστατικά των πολιτικών κοµµάτων.» 4

λοιπόν εξέλιξη είναι αυτή η οποία επηρεάζει τους συνταγµατικούς κανόνες περισσότερο από τους κοινούς νόµους. Το Σύνταγµα συνεπώς περιέχει κανόνες οι οποίοι θεσπίζονται µε την προοπτική της διάρκειας αλλά και οι οποίοι συνεπώς χαρακτηρίζονται από νοηµατική ευρύτητα ώστε να έχουν τη δυνατότητα προσαρµογής στις επερχόµενες ιστορικές εξελίξεις. iii. Μία άλλη ιδιαιτερότητα την οποία παρουσιάζει το Σύνταγµα είναι η ελλειπτική διατύπωση των κανόνων τους οποίους περιέχει αλλά και η συσσώρευση διαφόρων ιστορικών και κανονιστικών στιγµών στο κείµενο του Συντάγµατος. iv. Τέλος, πρέπει να τονιστεί ο κατ εξοχήν πολιτικός χαρακτήρας της ύλης που ρυθµίζεται από το Σύνταγµα. Αν εποµένως ο στόχος του κατ εξοχήν πολιτικού νόµου είναι η έννοµη λειτουργία της πολιτικής ενότητας που ρυθµίζει τότε η σκέψη µε την οποία θα πρέπει να ερµηνευτούν οι διατάξεις του είναι η, θα πρέπει να είναι πολιτικές ή νοµικές; Όλα τα παραπάνω προβλήµατα αποκαλύπτουν την ανεπάρκεια των κλασσικών ερµηνευτικών µεθόδων και καθιστούν αναγκαίους άλλου είδους µεθοδολογικούς προσανατολισµούς. Ειδικοί λοιπόν κανόνες για την ερµηνεία του Συντάγµατος πέρα από τις κλασσικές µεθόδους ερµηνείας είναι οι εξής: Ο εφαρµοστής κατ αρχάς θα πρέπει να αποβλέπει σε εκείνη την ερµηνευτική µέθοδο η οποία αποτρέπει την αντινοµία µεταξύ των συνταγµατικών διατάξεων, κατ εφαρµογή της αρχής της ενότητας του Συντάγµατος. Εν συνεχεία θέση γνώµονα για την ερµηνεία των διατάξεων αυτών θα πρέπει να επέχει η βασική παραδοχή ότι όλες οι διατάξεις του Συντάγµατος είναι τυπικά ισοδύναµες 6 (η αρχή της τυπικής ισοδυναµίας όλων των κανόνων του Συντάγµατος) και ότι η φαινοµενική σύγκρουση διατάξεων του Συντάγµατος θα πρέπει να γίνεται µε βάση την αρχή της πρακτικής αρµονίας, ύστερα από στάθµιση των αγαθών τα οποία η κάθε διάταξη προστατεύει. Τέλος θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η αρχή της ενοποιητικής ολοκλήρωσης, έτσι ώστε να µη διαταράσσεται η ενότητα της πολιτειακής τάξης και η αρχή της λειτουργικής ορθότητας, ώστε να αποφεύγεται η υπεισέλευση ενός πολιτειακού οργάνου στο χώρο του άλλου. 6 Η άποψη αυτή έχει γίνει δεκτή και από τη νοµολογία (βλ. απόφαση ήδη 292/1984 του ΣτΕ σύµφωνα µε την οποία «εν µπορεί να υπάρξει διάταξη του Συντάγµατος που είναι άκυρη ή ανίσχυρη και συνεπώς µη εφαρµόσιµη λόγω αντιθέσεώς της προς άλλη διάταξη του ίδιου Συντάγµατος») 5

3. ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡ. 4 ΠΑΡ. 6 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ Α. Στρατολογική υποχρέωση, καθολικότητα και η ισότητα στράτευσης. Στην παρούσα εργασία θα επιχειρηθεί µε βάση τις ερµηνευτικές µεθόδους οι οποίες αναλύθηκαν παραπάνω, η ερµηνευτική προσέγγιση του άρθρου 4 παρ. 6 του Συντάγµατος, το οποίο έχει επί λέξει ως εξής: «Κάθε Έλληνας που µπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωµένος να συντελεί στην άµυνα της πατρίδας σύµφωνα µε τους ορισµούς του νόµου». Εκκινούµενη από τη γραµµατική ερµ ηνεία της συγκεκριµένης συνταγµατικής διάταξης, η συνταγµατική θεωρία έχει µέχρι σήµερα πειστικά υποστηρίξει ότι η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 6 του Συντάγµατος θέτει στον πολίτη ένα πρωταρχικό καθήκον που προηγείται από τα δικαιώµατα τα οποία καθιερώνονται από το Σύνταγµα. Κατ εφαρµογή εξάλλου της συστηµατικής ερµηνείας η στρατολογική ισότητα αποτελεί εκπλήρωση του χρέους της αλληλεγγύης την οποία το κράτος αξιώνει από τους πολίτες 7. Το καθήκον αυτό συνίσταται στην αυτοπρόσωπη ίση και καθολική θητεία για την υλοποίηση της οποίας αρκεί η σωµατική και ψυχική ικανότητα χειρισµού απλού οπλισµού σύµφωνα µε τους παραδεδεγµένους κανόνες της ιατρικής επιστήµης, χωρίς να λαµβάνεται υπόψη η βούληση των υπόχρεων 8. Την άποψη αυτή ενδυναµώνει και η ίδια η διατύπωση του Συντάγµατος και ιδιαιτέρως η γραµµατική ερµηνεία του. Συγκεκριµένα, το γράµµα του Συντάγµατος αναφέρεται στην ένοπλη συµβολή στην άµυνα της χώρας, καθιερώνοντας την υποχρέωση «...κάθε Έλληνα που µπορεί να φέρει όπλα..» να συµµετέχει σε ένοπλη σύρραξη µε κίνδυνο έστω της σωµατικής ακεραιότητας και ζωής του. Η στρατιωτική υποχρέωση αυτή, κατά λογική ερµ ηνεία αναφέρεται και στην προπαρασκευή της άµυνας της χώρας για την περίπτωση που προκύπτει κίνδυνος. Από το γράµµα όµως και πάλι της διάταξης αυτής και ειδικότερα από αυτό το οποίο η συγκεκριµένη διάταξη δεν ορίζει αντλούµε το συµπέρασµα ότι εφόσον το 7 Βλ. Π.. ΑΓΤΟΓΛΟΥ «Συνταγµατικό ίκαιο, ατοµικά δικαιώµατα», Τόµος Β Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 1991, σελ. 1104. 8 ιαφορετικά η υποχρέωση θα µετατρεπόταν σε δικαίωµα εθελοντικής στράτευσης (Βλ. Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΥ «Αντιρρησίες συνείδησης και στρατιωτική θητεία», ΝοΒ 36, σελ. 519. 6

Σύνταγµα δεν αναφέρεται ρητώς στην καθιέρωση της υποχρεωτικής, άοπλης ή ένοπλης στρατιωτικής θητείας, ο νοµοθέτης δεν δεσµεύεται να καθιερώσει τη στρατιωτική θητεία. Απλώς χορηγεί την εξουσία στο νοµοθέτη να θεµελιώσει ή και να η διαµορφώσει τη θητεία. Ο τελευταίος λοιπόν, θα µπορούσε να επιλέξει την επάνδρωση του στρατεύµατος µε εθελοντές ή επαγγελµατίες ή µε το συνδυασµό και των δύο κατηγοριών στρατευσίµων 9. Αν πάντως καθιερωθεί η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, όπως συµβαίνει σήµερα, ο νοµοθέτης δεσµεύεται από το συντακτικό κείµενο να τη διαµορφώσει πάνω στις αρχές της καθολικότητας και της ισότητας. Και αυτό προκύπτει αφενός από τη συστηµ ατική ερµ ηνεία του συγκεκριµένου άρθρου µε το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγµατος 10 αλλά και από το ίδιο το γράµµα της διάταξης το οποίο κάνει λόγο για «κάθε Έλληνα ο οποίος µπορεί να φέρει όπλα». Έτσι µε το άρθρο 4 παρ. 6 του Συντάγµατος πέρα από την καθιέρωση της υποχρέωσης συµµετοχής στην άµυνα της χώρας, καθιερώνεται το δικαίωµα της στρατολογικής ισότητας των Ελλήνων. Θα ήταν δηλαδή πρόδηλα αντισυνταγµατική η «αντικατάσταση» του υπόχρεου στράτευσης µε άλλο πρόσωπο προφανώς έναντι συµφωνηµένου χρηµατικού ανταλλάγµατος (ρύθµιση που ίσχυσε µέχρι το 1878) ή η κλήρωση µεταξύ των στρατευσίµων για να επιλεγούν όσοι θα υπηρετήσουν (ρύθµιση που ίσχυσε µέχρι το 1914) 11. Β. Παρεκκλίσεις από την υποχρέωση του άρ. 4 παρ. 6 Επιπλέον η ίδια η κατηγορηµατική διατύπωση του Συντάγµατος και η χρήση του όρου «κάθε» σε συνδυασµό µε τον επιδιωκόµενο µε τη διάταξη αυτή σκοπό, (άµυνα της χώρας) (τ ελολογική ερµ ηνεία) µας οδηγεί στο συµπέρασµα ότι παρεκκλίσεις από την υποχρέωση των ικανών να φέρουν όπλα να υπηρετούν στο στράτευµα, δέον ενόψει και της αρχής της ισότητας ενώπιον του νόµου (σ υστηµ ατική ερµ ηνεία) να τίθενται µόνο µε νοµοθετική πρόβλεψη και 9 Βλ. ΚΩΣΤΑ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟ, «Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» Εκδόσεις Αντ Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κοµοτηνή 1998. 10 Υποστηρίζεται βέβαια η άποψη ότι η αναφορά στη γενική διατύπωση του άρθρου 4 παρ. 1 όχι απλώς περιττεύει αλλά παραµερίζεται καθώς πρόκειται για lex generalis έναντι του άρθρου 4 παρ. 6. Βλ. σχετικά ΚΩΣΤΑ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟ, ό.π. 11 Βλ. Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΥ «Η συνταγµατική θέση των ενόπλων δυνάµεων» ΙΙ 1992, σελ.37 επ., 61 επ. 7

µόνο για σοβαρούς λόγους 12. Οι σοβαροί όµως αυτοί λόγοι, δεν θα πρέπει να θεµελιώνονται στην αόριστη έννοια του δηµοσίου συµφέροντος αλλά σε άλλη διάταξη του ίδιου του Συντάγµατος όπως για παράδειγµα είναι θεµιτή η απαλλαγή του πατέρα τεσσάρων τέκνων, αρ. 6 παρ. 1 περ. ν. 1763/1988 καθώς θεµελιώνεται στο άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγµατος. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή κατ εφαρµογή της αρχή της πρακτικής αρµονίας των διατάξεων του Συντάγµατος, θα πρέπει να λαµβάνει χώρα µία στάθµιση των αγαθών τα οποία η κάθε διάταξη προστατεύει. Στην προκειµένη περίπτωση δηλαδή λαµβανοµένης υπόψη της διάταξης η οποία προστατεύει την οικογένεια, προβαίνουµε σε στάθµιση των δύο διατάξεων και ενόψει της συγκεκριµένης περίπτωσης παραµερίζουµε την εφαρµογή της µιας διάταξης ενόψει της άλλης. Στο ζήτηµα αυτό της παρέκκλισης από την υποχρέωση την οποία θέτει το άρθρο 4 παρ.6 του Συντάγµατος, θα σταθούµε περισσότερο λόγω των ερµηνευτικών προβληµάτων τα οποία ανακύπτουν, ιδίως από το ζήτηµα των λεγόµενων: «αντιρρησιών συνείδησης». Το πρόβληµα εντοπίζεται στην ερµηνευτική προσέγγιση του άρθρου 4 παρ. 6 του Συντάγµατος και ειδικότερα στο ερώτηµα: Συµβαδίζει µε το γράµµα και το πνεύµα του Συντάγµατος η υποχρέωση έκτισης πλήρους στρατιωτικής θητείας από «άτοµα τα οποία (κατά τον ορισµό του άρθρου 18 παρ.1 του νόµου 2510/1997) επικαλούνται τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις προκειµένου να µην εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις»; Κατά µία άποψη τα πρόσωπα αυτά µπορούν να εκτίσουν άοπλη στρατιωτική θητεία η οποία θεωρείται ότι συµβάλλει στην άµυνα της χώρας 13. Κατά την άποψη αυτή η «συµβολή» η οποία καθιερώνεται από τη συνταγµατική διάταξη, µπορεί ενόψει της συστηµατικής ερµηνείας του εν λόγω άρθρου σε συνδυασµό µε το άρθρο 13 παρ. 1, µπορεί να περιλαµβάνει και την άοπλη στρατιωτική θητεία. Ζήτηµα ωστόσο γεννάται ως προς την εναλλακτική πολιτική κοινωνική υπηρεσία, η οποία κατά µία άποψη 14, δύσκολα µπορεί να θεωρηθεί ως συµβολή στην άµυνα της πατρίδας 15 ενόψει και της στρατολογικής ισότητας η οποία καθιερώνεται στο άρθρο 4 παρ. 6 του Συντάγµατος. Υποστηρίζεται βεβαίως και η 12 Βλ. αποφάσεις του Συµβουλίου της Επικρατείας ΣτΕ 1616/1977, ΤοΣ 1977, σελ. 452, ΣτΕ 2579/1977, ΤοΣ 1977, σελ. 641 κλπ. 13 Πρβλ. Φ. ΒΑΣΙΛΟΓΙΑΝΝΗ «Η αντίρρηση συνείδησης» από τη συνταγµατική άποψη. κ. Π 17-18, σελ. 38 14 Βλ. ΚΩΣΤΑ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟ, «Ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα» Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κοµοτηνή 1008. 15 Βλ. αντίθετη γνωµοδότηση του ΝΣΚ 669/2001. 8

αντίθετη άποψη 16. Το ζήτηµα όµως ξεκαθάρισε ο ίδιος ο συντακτικός νοµοθέτης µε την προσθήκη της ερµηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 4 παρ. 6 προβαίνοντας έτσι σε µία αυθεντική ερµ ηνεία της εν λόγω διάταξης και ορίζοντας ότι: «η διάταξη της παραγράφου 6 δεν αποκλείει να προβλέπεται µε νόµο η υποχρεωτική προσψφορά άλλων υπηρεσιών εντός ή εκτός των ενόπλων δυνάµεων (εναλλακτική θητεία) από όσους έχουν τεκµηριωµένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας.» Σε εκτέλεση της διάταξης αυτής του Συντάγµατος εκδόθηκε ο νόµος 2462/1997, ο οποίος καθιερώνει ότι: «1. Όσοι επικαλούνται τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις προκειµένου να µην εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις για λόγους συνείδησης, µπορεί να αναγνωρίζονται ως αντιρρησίες συνείδησης, σύµφωνα µε τις διατάξεις των επόµενων άρθρων... Η υπαγωγή των αντιρρησιών συνείδησης στις διατάξεις του νόµου αυτού και η κατά περίπτωση διάθεσή τους στους φορείς του δηµόσιου τοµέα για εναλλακτική υπηρεσία ή η κατάταξή τους στις Ένοπλες υνάµεις για άοπλη θητεία, γίνεται µε απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άµυνας, ύστερα από γνωµοδότηση ειδικής επιτροπής..» Στην προκειµένη λοιπόν περίπτωση παρατηρούµε την ευελιξία την οποία παρουσιάζει η διάταξη του συντάγµατος και το διαφορετικό περιεχόµενο το οποίο έλαβε µε την εξέλιξη του χρόνου. Ειδικότερα, εφαρµόζοντας την ιστορική ερµ ηνεία, ο συντακτικός νοµοθέτης θεώρησε ότι η έννοια την οποία θα ήθελε να προσδώσει ο τότε συντακτικός νοµοθέτης αν συνέτασσε το ίδιο άρθρο σήµερα, θα ήταν να περιληφθεί και στο εν λόγω άρθρο και η έννοια της εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας και έτσι προσέθεσε την ερµηνευτική δήλωση. 4. ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ Η νοµολογία του Συµβουλίου της Επικρατείας όσον αφορά το άρθρο 4 παρ. 6 του Συντάγµατος και την ερµηνευτική προσέγγιση την οποία πραγµατοποίησαν οι δικαστές σε κάθε ειδικότερη περίπτωση η οποία τέθηκε ενώπιόν τους είναι πλούσια: Ειδικότερα, µε τη ΣτΕ 1616/1977 έχει κριθεί αντισυνταγµατικός ο περιορισµός σε ένα µόνο τρίµηνο της στρατιωτικής υπηρεσίας των καθηγητών υφηγητών 16 Βλ. Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ, «Η συνταγµατική θέση των ενόπλων δυνάµεων» ΙΙ, 1992, 94 επ. 9

επιστηµονικών συνεργατών ή επιµελητών ΑΕΙ του εσωτερικού ή του εξωτερικού που είχε θεσπιστεί µε το άρθρο 10 ν. 160/1975. Το ίδιο έγινε δεκτό και µε τη ΣτΕ 2579/1977 σε σχέση µε την πρόβλεψη της εξαγοράς των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων από όσους έτυχαν άδειας µόνιµης εγκατάστασης στο εξωτερικό χωρίς να τίθεται ως προϋπόθεση η πραγµατική εγκατάστασή τους στο εξωτερικό επί µακρό χρόνο. (αρ. 18 ν. 160/1975). Ή από όσους απλώς εγκαταστάθηκαν στο εξωτερικό ως µετανάστες. (ΣτΕ 56/1981). Αντισυνταγµατική κρίθηκε µε το ίδιο σκεπτικό µε την ΣτΕ 1973/1996 και η επ αόριστον εξαίρεση από τις προσκλήσεις για κατάταξη στο στράτευµα όσων ανήκουν σε ορισµένες µόνο κλάσεις και απέκτησαν και ξένη υπηκοότητα ή απεριόριστης διάρκειας άδεια µόνιµης εγκατάστασης ή εργασίας σε ξένη χώρα. Αντίθετα, θεωρήθηκε σύµφωνο µε το Σύνταγµα το άρ. 8 περ. 1 του ν. 1763/1988 το οποίο επιτρέπει την για ορισµένο χρόνο παράταση απλώς της παραµονής εκτός στρατεύµατος (αναβολή κατάταξης) «επιστηµόνων διαπρεπόντων στο εξωτερικό» διότι κρίθηκε ότι εδώ συντρέχει «δηµόσιο συµφέρον» συνιστάµενο στη µη αποστέρηση της χώρας από επιστηµονικό δυναµικό. (ΣτΕ 1973/1996). Σύµφωνα µε πρόσφατη νοµολογία (ΣτΕ 526/2001) και πριν τη θέση της ερµηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 4 παρ. 6 είχε ήδη γίνει δεκτό από τη νοµολογία ότι είναι συνταγµατικώς επιτρεπτή η εναλλακτική στρατιωτική θητεία στους αντιρρησίες συνειδήσεως, διότι µία τέτοια πρόβλεψη «δεν κατοχυρώνεται µεν, ούτε από το Σύνταγµα, ούτε από τις ως άνω διατάξεις των άρθρων 4 (παρ. 1, 2, 3), 9 (παρ. 1) και 10 (παρ. 1) της Ευρωπαϊκής Συµβάσεως για την προστασία των δικαιωµάτων του ανθρώπου και των θεµελιωδών ελευθεριών, ατοµικό δικαίωµα απαλλαγής των ικανών να φέρουν όπλα Ελλήνων, από την υποχρέωση προς στράτευση για λόγους "αντίρρησης συνείδησης", είναι, όµως, συνταγµατικώς ανεκτή εν όψει των ανωτέρω, εφ' όσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι δηµοσίου συµφέροντος και δεν θίγεται η εύρυθµη λειτουργία του στρατεύµατος, η θέσπιση άοπλης στρατιωτικής θητείας ή και άλλου είδους υποχρεωτικής (π.χ. κοινωνικής) υπηρεσίας για τους αρνουµένους να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις λόγω θρησκευτικών ή ιδεολογικών πεποιθήσεων» 10

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Ενώπιον ασαφειών, αντινοµιών και κενών, αλλά και ενώπιον ανεύρεσης της αληθινής έννοιας διατάξεων νόµου, η θεωρία αναζήτησε και αναζητεί µεθόδους ερµηνείας ικανές να αποδίδουν µε ασφάλεια το νόηµά τους.. Οι µέθοδοι αυτές οδηγούν τον εφαρµοστή του νόµου σε ασφαλή συµπεράσµατα ως προς την εφαρµογή των διατάξεων αυτών. Όπως διεθνώς όµως, έτσι και στην ελληνική έννοµη τάξη επισηµαίνονται κάποιες ιδιαιτερότητες του Συντάγµατος έναντι των άλλων νόµων ενόψει της ερµηνείας του, οι οποίες αναλύονται σε πολλά στοιχεία που το χαρακτηρίζουν όπως πχ. στην ανώτερη ιεραρχική θέση του στο σύστηµα των κανόνων µίας εθνικής έννοµης τάξης, στην προοπτική διάρκειάς του που, τον ιδιαίτερα γενικό και αφηρηµένο τρόπο διατύπωσης πολλών διατάξεών του, κλπ. Έτσι, όσον αφορά τις διατάξεις αυτές δέον είναι να ακολουθούνται ιδιαίτερες µέθοδοι όπως η αρχή της πρακτικής αρµονίας του Συντάγµατος και άλλες αρχές οι οποίες µπορούν λειτουργώντας συµπληρωµατικά προς τις κλασσικές ερµηνευτικές µεθόδους, να οδηγήσουν τον εφαρµοστή του νόµου σε ασφαλή συµπεράσµατα. Με βάση τους κανόνες αυτούς, η ερµηνευτική προσέγγιση του άρθρου 4 παρ. 6 µας οδηγεί στην παραδοχή ότι ο συντακτικός νοµοθέτης θέλησε µε το άρθρο αυτό να θεσπίσει την υποχρέωση συµβολής στην άµυνα της χώρας των ικανών να φέρουν όπλα. Η υποχρέωση αυτή δε συνεπάγεται την ευθεία καθιέρωση από το Σύνταγµα της στρατιωτικής θητείας, αλλά η ρύθµιση του ζητήµατος - µέσω νοµοθετικής επιφύλαξης - αυτό ανατίθεται στο νοµοθέτη. Ταυτόχρονα το Σύνταγµα καθιερώνει την έννοια της στρατολογικής ισότητας για όλους τους Έλληνες, διότι χρησιµοποιεί τις λέξεις «κάθε Έλληνας...» αλλά και διότι η διάταξη του συγκεκριµένου άρθρου θα πρέπει να ερµηνεύεται σε συνδυασµό µε το άρθρο 4 παρ. 1. Τέλος, η ίδια η γραµµατική και συστηµατική ερµηνεία του άρθρου αυτού, µας οδηγεί στο συµπέρασµα αφενός είναι επιτρεπτές παρεκκλίσεις από αυτή, αφετέρου ότι οι παρεκκλίσεις αυτές πρέπει να προβλέπονται µε νόµο και να δικαιολογούνται από τη θεµελίωση σε άλλη διάταξη του Συντάγµατος. 11

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ. ΤΣΑΤΣΟΣ, ΗΜΗΤΡΗΣ Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ «Η ερµηνεία του Συντάγµατος» Επιµέλεια ΗΜΗΤΡΗΣ Θ. ΤΣΑΤΣΟΣ, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1995 ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΜΑΥΡΙΑΣ «Συνταγµατικό ίκαιο Ι», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2000. Π.. ΑΓΤΟΓΛΟΥ «Συνταγµατικό ίκαιο, ατοµικά δικαιώµατα», Τόµος Β Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 1991. ΚΩΣΤΑΣ Χ. ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΣ, «Ατοµικά και Κοινωνικά ικαιώµατα» Εκδόσεις Αντ Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1998. Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ «Η συνταγµατική θέση των ενόπλων δυνάµεων» ΙΙ 1992 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ: Ν. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ «Αντιρρησίες συνείδησης και στρατιωτική θητεία», ΝοΒ 36. Η. ΚΡΙΠΠΑΣ «Η συνταγµατικότης της απαλλαγής από την ένοπλον στρατιωτικήν θητείαν δια λόγους θρησκευτικών πεποιθήσεων». ΕΕΝ 1979, σε. 325. 12

13