Ιστορία Ο λαός της Εσθονίας είναι φιννικής καταγωγής και αναφέρεται για πρώτη φορά σε κείμενα του Ρωμαίου ιστορικού Τάκιτου. Το 1219 οι βόρειες περιοχές της χώρας κατακτήθηκαν από τους ανούς. Έπειτα από πολλές εξεγέρσεις των κατοίκων της πουλήθηκε το 1345 στους Γερμανούς Τεύτονες ιππότες, οι οποίοι κυριάρχησαν στη χώρα μέχρι το 1561. Στη συνέχεια η περιοχή κατακτήθηκε από τους Πολωνούς και τους Σουηδούς μέχρι το 1721 που παραχωρήθηκε στους Ρώσους. Το 1918, μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Λένιν παραχώρησε την Εσθονία στους Γερμανούς, όμως μετά την κατάρρευση της Γερμανίας η Εσθονία αυτοανακηρύχθηκε ανεξάρτητη δημοκρατία (1921). Τον Ιούνιο του 1940 η ακόμη τότε σύμμαχος της Ναζιστικής Γερμανίας Σοβιετική Ένωση παραβιάζοντας την από το 1938 ιακήρυξη περί Εσθονικής Ουδετερότητας και το δεκαετές, από το 1939, Σύμφωνο Μη Επιθέσεως των στην Εσθονία σταθμευμένων σοβιετικών στρατευμάτων προέβη στην ένοπλη κατοχή της χώρας. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους η Εσθονία προσαρτήθηκε τυπικά ως Εσθονική Σοβιετική Σοσιαλιστική ημοκρατία. Κατά την μετέπειτα Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα του γερμανικού στρατού ενάντια στη Σοβιετική Ένωση υποχρεώθηκαν να στρατολογηθούν, ως σοβιετικοί, περίπου 35.000 Εσθονοί.
Αυτό οδήγησε σε γερμανική επίθεση κατά της Εσθονίας και κατάληψη της από τον Ιούλιο του 1941 ως τμήματος της Γερμανικής ιοίκησης της Οστλάνδης (Östland). Ο ερυθρός στρατός ανακατέλαβε τη χώρα το φθινόπωρο του 1944 ωθώντας πάνω από 120.000 Εσθονούς να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές του εστίες ως πρόσφυγες κυρίως προς την Σουηδία, την Φινλανδία και τη Γερμανία. Με την λήξη του Πολέμου το 1945 η Εσθονία προσαρτήθηκε και πάλι ως σοβιετική σοσιαλιστική δημοκρατία ενώ το ανατολικό της τμήμα μεταφέρθηκε στην επικυριαρχία της Ρωσικής Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής ημοκρατίας και εξακολουθεί να αποτελεί μέχρι και σήμερα μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Το 1991, μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Εσθονία ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη δημοκρατία. Το 1992 έγιναν οι πρώτες κοινοβουλευτικές εκλογές και το ίδιο έτος άλλαξε το νόμισμα της Εσθονίας από ρούβλι σε Κορόνα Εσθονίας. Το 1995 υποβλήθηκε αίτηση για να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Απρίλιο του 2003 υπογράφηκε στην Αθήνα η συμφωνία ένταξής της. Από τον Μάιο του 2004 η Εσθονία είναι επίσημα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γεωγραφική Θέση
Η Εσθονία βρίσκεται στη βορειοανατολική Ευρώπη. Βρέχεται δυτικά από τον κόλπο της Ρίγας, βορειοδυτικά από τη Βαλτική θάλασσα και βόρεια από τον κόλπο της Φινλανδίας και συνορεύει νότια με τη Λετονία και ανατολικά με τη Ρωσία. Το έδαφός της είναι πεδινό, κυρίως λόγω της διάβρωσης των παγετώνων του Τεταρτογενούς. Το μεγαλύτερο υψόμετρο φτάνει μόλις τα 318 μ. Στην Εσθονία ανήκουν περίπου 1.500 νησιά που βρίσκονται στη Βαλτική θάλασσα, μεταξύ των οποίων το Σάρεμα και το Χίουμα που είναι και τα μεγαλύτερα και βρίσκονται στο άνοιγμα του κόλπου της Ρίγας. Οι ποταμοί της είναι σχετικά μικροί. Ο μεγαλύτερος είναι ο Νάρβα στα σύνορα με τη Ρωσία που πηγάζει από τη λίμνη Πέϊπους και χύνεται στον κόλπο της Φινλανδίας. Η λίμνη Πέϊπους (3.520 τ. χλμ.) βρίσκεται και αυτή στα σύνορα με τη Ρωσία. Είναι πλωτή, εκτός από τους χειμερινούς μήνες, οπότε παγώνει. Μέσω ενός καναλιού ενώνεται νότια με τη λίμνη Πσκοφ. Άλλη μεγάλη λίμνη είναι η Βίρτσγιαρφ. Το ένα τέταρτο του εδάφους της καλύπτεται από δάση, κυρίως κωνοφόρων, στα οποία ζουν ελάφια, αγριόχοιροι, κάστορες κ.ά. ζώα. Το κλίμα είναι ηπειρωτικό με ήπια χαρακτηριστικά, λόγω της επίδρασης ρευμάτων της Βαλτικής.
Πολιτικά Οι Εσθονοί ανήκουν στη Φινοουγγρική ομοεθνία. Η μετανάστευση μεγάλου αριθμού Ρώσων εργατών (από τη σταλινική περίοδο και μετά) στην Εσθονία αλλοίωσε την εθνική σύσταση του πληθυσμού της, περιορίζοντας το ποσοστό των Εσθονών από 95% (1940) στο 65%. Είναι μια αραιοκατοικημένη χώρα με 35 κατοίκους ανά τ. χλμ. Το ένα τρίτο περίπου του πληθυσμού της είναι συγκεντρωμένο στην πόλη Ταλίν (399.850 κάτ.), πρωτεύουσα της χώρας και μεγαλύτερο λιμάνι. Άλλες μεγάλες πόλεις είναι η Τάρτου (101.744 κάτ.) και η Νάρβα (73.300 κάτ.), όπου ζουν αποκλειστικά Ρώσοι.
Η Εσθονία είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική ημοκρατία. Ο πρωθυπουργός ορίζεται από τον πρόεδρο και το κοινοβούλιο καλείται να εγκρίνει ή όχι το διορισμό του. Ο πρόεδρος όδ έχει πενταετή θητεία και περιορισμένες αρμοδιότητες (επικεφαλής του κράτους και των ενόπλων δυνάμεων). Το νέο σύνταγμα της χώρας ψηφίστηκε το 1992. ικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι είναι Εσθονοί υπήκοοι και ηλικίας 18 ετών και άνω.
Προεδρική εκλογή 2011 Στις 29 Αυγούστου 2011 ο Τόμας Χέντρικ Ίλβες επανεξελέγη Πρόεδρος από το Κοινοβούλιο (που απαρτίζεται από 101 μέλη) ) για δεύτερη συνεχόμενη θητεία 5 ετών. Υποστηρίχτηκε από 73 βουλευτές και έγινε ο πρώτος υποψήφιος για την προεδρία που εξελέγη από τον πρώτο γύρο από το 1991, όταν η Εσθονία ανέκτησε την ανεξαρτησία της. Ο μοναδικός αντίπαλος υποψήφιος του Ίλβες, ο Ίντρεκ Ταράντ πήρε 25 ψήφους. Βρέθηκαν επίσης 1 λευκό ψηφοδέλτιο και 1 άκυρο.
Γλώσσα Η Εσθονική γλώσσα (εσθονικά: eesti keel) ομιλείται από περίπου 11 1,1 εκατομμύριο ανθρώπους, η πλειονότητα των οποίων ζει στη Βορειοευρωπαϊκή χώρα της Εσθονίας.
Τα Εσθονικά ανήκουν στο φιννικό κλάδο των φιννοουγγρικών γλωσσών της ουραλικής γλωσσικής οικογένειας. Τα εσθονικά δεν είναι συγγενή των γειτονικών (στο νότο) Λετονικών, τα οποία είναι βαλτική γλώσσα, συγγενής των Λιθουανικών. Τα Εσθονικά είναι συγγενή των Φινλανδικών, που ομιλούνται από την άλλη πλευρά του Κόλπου της Φινλανδίας, και συνδέονται με μακρινή συγγένεια και με τα Ουγγρικά. Ένα από τα διακριτικά χαρακτηριστικά των Εσθονικών είναι πως διαθέτουν τρείς βαθμούς φωνητικής έκτασης: τα βραχέα, τα μακρά και τα «υπέρμακρα». Ορθογραφία Όπως τα Φινλανδικά, έτσι και τα Εσθονικά χρησιμοποιούν το Λατινικό αλφάβητο. Το αλφάβητο δε διαθέτει τα γράμματα c, q, w, x και y ("ξένα γράμματα", εκτός από ξένα ονόματα και παραθέματα), αλλά διαθέτει τα γράμματα š, ž, ä, ö, ü, και õ. Γραμματική Τυπολογικά, τα Εσθονικά εκπροσωπούν μια μεταβατική μορφή από μια συγκολλητική γλώσσα σε μια κλιτική γλώσσα και έχουν χάσει τη φωνηεντική αρμονία στα φωνήεντα των λέξεων. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας των Εσθονικών, τα Γερμανικά του έχουν εξασκήσει ισχυρή επίδραση, και στο λεξιλόγιο και στη σύνταξη.
Στα Εσθονικά, τα ουσιαστικά και οι αντωνυμίες δεν έχουν γραμματικό γένος, αλλά τα ουσιαστικά και τα επίθετα κλίνονται σε δεκατέσσερις πτώσεις. Το ρηματικό σύστημα δεν διαθέτει έναν διακριτό μελλοντικό χρόνο (χρησιμοποιείται ο ενεστώτας) και διαθέτει ειδικές μορφές για να εκφράσει μια πράξη που εκτελείται από μη καθορισμένο υποκείμενο (το «απρόσωπο»). Μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας της Εσθονίας, η εσθονική γλώσσας έγινε επίσημη γλώσσα του νεοπαγούς ανεξάρτητου κράτους. Όταν όμως δέχτηκε την εισβολή και την κατοχή από την Σοβιετική Ένωση στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, το status της Εσθονικής γλώσσας άλλαξε σε αυτό της πρώτης από τις 2 επίσημες γλώσσες (με την ρωσική να είναι η δεύτερη).στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, η πίεση για διγλωσσία εντάθηκε, με αποτέλεσμα την διάδοση της γνώσης της ρωσικής γλώσσας σε όλη την χώρα. Η ρωσική γλώσσα είχε χαρακτηριστεί ως η γλώσσα της φιλίας των εθνών και διδάσκονταν στα παιδιά της Εσθονίας ακόμα από τον παιδικό σταθμό. Αν και η διδασκαλία της Εσθονικής σε μη Εσθονούς στο σχολείο ήταν υποχρεωτική, στην πράξη η εκμάθηση της γλώσσας θεωρούνταν περιττή. Στην διάρκεια της εποχής της Περεστρόικα ο Νόμος για το Status της Εσθονικής Γλώσσας υιοθετήθηκε τον Ιανουάριο του 1989. Η κατάρρευση της ΕΣΣ οδήγησε στην αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της ημοκρατίας ας της Εσθονίας. Η εσθονική επανήλθε ως η μόνη επίσημη γλώσσα στην Εσθονία.
Σημαία Εσθονίας
Η σημαία της Εσθονίας είναι τρίχρωμη και αποτελείται από τρεις ισομεγέθεις οριζόντιες λωρίδες, χρώματος μπλε (στην κορυφή, συμβολίζει τον ουρανό, τις λίμνες και τη θάλασσα), μαύρου (για το έδαφος της χώρας και το εθνόσημο) και λευκού (για την ευτυχία του λαού και το φως). Το κανονικό της μέγεθος είναι 105 165 εκατοστά. Στην εσθονική αποκαλείται «sinimustvalge» («γαλανομελανόλευκη»), από τα χρώματα των λωρίδων. Υιοθετήθηκε ξανά στις 7 Αυγούστου 1990 (υιοθετήθηκε πρώτη φορά το 1918-1940 και ανεπίσημα το 1941-44).
Ιστορία Σημαίας Πρωτοεμφανίστηκε στη δεκαετία του 1880 ως η σημαία της Φοιτητικής Οργάνωσης του Πανεπιστήμιο του Τάρτου. Αφιερώθηκε στην έδρα του πάστορα της πόλης Otepää στις 4 Ιουνίου 1884. Σύντομα η σημαία ταυτίστηκε με τον εσθονικό εθνικισμό και με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας στις 24 Φεβρουαρίου 1918 καθιερώθηκε ως εθνική σημαία επίσημα στις 21 Νοεμβρίου 1918). Τον Ιούνιο του 1940 με τη σοβιετική εισβολή η σημαία απαγορεύτηκε. Υψώθηκε ξανά μετά την αποχώρηση των Ναζί από το Ταλίν, το 1944. Έπειτα από τη δεύτερη σοβιετική εισβολή, η σημαία εξαφανίστηκε ξανά και δεν υψώθηκε ξανά παρά στις 24 Φεβρουαρίου 1989. Στις 7 Αυγούστου 1990 λίγο πριν την πλήρη ανεξαρτησία της χώρας, η σημαία έκανε ξανά την εμφάνισή της. Η χώρα έχει Σύνταγμα από τις 28 Ιουνίου του 1992.
Εθνόσημο Το εθνόσημο της Εσθονίας αποτελείται από έναν χρυσό θυρεό που έχει τρία λεπτά μπλε λιοντάρια ή λεοπαρδάλεις στη μέση, με κλαδιά βελανιδιάς στις άκρες του θυρεού. Το σύμβολο αυτό χρησιμοποιείται στη χώρα από το 13ο αιώνα και ανάγεται στη εποχή του Βασιλέα Βάλντεμαρ Β της ανίας, στης οποίας την κατοχή ήταν η Εσθονία την περίοδο εκείνη. Υπάρχει επισήμως ως εθνόσημο από την περίοδο πριν από τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας του 1918-1920, όταν η ημοκρατία της Εσθονίας ήταν αναγνωρισμένη διεθνώς. Η κρατική συνέλευση Riigikogu καθιέρωσε επίσημα το Εθνόσημο στις 19 Ιουνίου 1925. Ωστόσο, αυτό απαγορεύτηκε μετά την κατάληψη της Εσθονίας από τα σοβιετικά στρατεύματα, το 1940. Στις 6 Απριλίου του 1993 με νόμο η ανεξάρτητη πια χώρα επανέφερε το Εθνόσημο.
Νόμισμα Η εσθονική κορόνα ήταν το νόμισμα της Εσθονίας ως και τις 31 εκεμβρίου 2010. Η εσθονική ονομασία είναι «kroon» και διαιρείται σε 100 senti. Ο κωδικός ISO 4217 είναι EEK.
Η κορόνα είναι νόμισμα της Εσθονίας από το 1928, οπότε αντικατέστησε το παλαιό εσθονικό μάρκο σε αναλογία 1:100. Κυκλοφόρησε μέχρι το 1940 (Σοβιετική εισβολή), οπότε αντικαταστάθηκε με το ρούβλι σε αναλογία αλο 1 ρούβλι:0,8 08κορόνες. Η κορόνα επανεισήχθη το 1992, αντικαθιστώντας το ρούβλι σε αναλογία 1 κορόνα = 10 ρούβλια. Αρχικά το νόμισμα συνδέθηκε με το γερμανικό μάρκο και κατόπιν με το ευρώ. Η Εσθονία συμμετέχει στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών ΙΙ από τις 28 Ιουνίου 2004 και αντικατέστησε την κορόνα με το ευρώ την 1η Ιανουαρίου 2011.