ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΤΟΥ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΤΡΑΓΩΝ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΦΥΛΗΣ ΑΙΓΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΠΑΥΛΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΓΕΩΠΟΝΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΑΥΔΗ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ Καθηγήτρια ΑΠΘ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2007
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΠΟΣΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΜΕΤΡΩΝ ΤΟΥ ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΤΡΑΓΩΝ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΦΥΛΗΣ ΑΙΓΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΠΑΥΛΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΓΕΩΠΟΝΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΑΥΔΗ ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ Εξεταστική επιτροπή Αυδή Μελπομένη Μπάνος Γεώργιος Φθενάκης Γεώργιος Καθηγήτρια Γεωπονικής Σχολής ΑΠΘ Καθηγητής Κτηνιατρικής Σχολής ΑΠΘ Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Κτηνιατρικής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2007
1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...3 2. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ...5 3. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...6 3.1. Η Ελληνική εγχώρια αίγα...10 3.2. Αίγα Σκοπέλου...11 3.3. Σκοπός της εργασίας...12 4. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ...13 4.1. Εποχική διακύμανση της Αναπαραγωγής...13 4.2. Εποχικές διακυμάνσεις της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς και της παραγωγής σπέρματος...15 4.2.1. Επίδραση της εποχής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος....15 4.2.2. Επίδραση του μήνα συλλογής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος...18 4.2.3. Επίδραση του γεωγραφικού πλάτους στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος...19 4.2.4. Επίδραση της εποχής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος τράγων ξένων φυλών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα...21 4.2.5.. Επίδραση της θερμοκρασίας στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος...22 4.2.6. Επίδραση της ηλικίας του όγκου των όρχεων και της ύπαρξης κεράτων στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος...22 5. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ...24 5.1. Ζώα...24 5.2. Συλλογή σπέρματος...24 5.3. Χαρακτηριστικά του σπέρματος που μελετήθηκαν...24 5.4.Εκτίμηση σπέρματος...25 5.5. Ατομική κινητικότητα σπερματοζωαρίων...25 5.6. Ποσοστό ζώντων σπερματοζωαρίων (% )...26 5.7. Πυκνότητα σπέρματος και Συνολικός Αριθμός Σπερματοζωαρίων (Σ.Α.Σ)...26 5.8. Εκτίμηση του ποσοστού νεκρών και ανώμαλων σπερματοζωαρίων (%)...27 5.9. Στατιστική ανάλυση...27 6. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ...28 6.1. Μηνιαία διακύμανση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών του σπέρματος...28 6.2. Εποχική διακύμανση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών του σπέρματος...33 7. ΣΥΖΗΤΗΣΗ...40 7.1. Όγκος Εκσπερματίσματος...40 3
7.2. Μαζική Κίνηση...40 7.3. Ατομική Κίνηση...40 7.4. Ζωτικότητα...41 7.5. Πυκνότητα...41 7.6. Συνολικός Αριθμός Σπερματοζωαρίων...42 7.7. Ποσοστό Ανωμάλων Σπερματοζωαρίων...42 8. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...43 8.1. Όγκος Εκσπερματίσματος...43 8.2. Μαζική κίνηση...43 8.3. Ατομική Κίνηση...43 8.4. Ζωτικότητα...44 8.5. Πυκνότητα...44 8.6. Συνολικός Αριθμός Σπερματοζωαρίων...44 8.7. Ποσοστό Ανωμάλων Σπερματοζωαρίων...44 8.8 Γενικό Συμπέρασμα...45 9. ΠΕΡΙΛΗΨΗ...46 10. SUMMARY...48 11. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...49 4
2. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ Για την εκπόνηση της παρούσης εργασίας υπήρξε σημαντική η συμβολή τους και θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου: Στην Καθηγήτρια του Τομέα Ζωικής Παραγωγής της Γεωπονικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κα. Μελπομένη Αυδή για της αμέριστη συμπαράσταση και τις πολύτιμες υποδείξεις και συμβουλές της κατά τον προγραμματισμό του πειραματικού σχεδιασμού, την διεξαγωγή του πειράματος και της συγγραφή της εργασίας. Τον κ. Πανίκο Παλάοντα ΕΙΔΙΠ ΙΙ του Εργαστηρίου Φυσιολογίας Αναπαραγωγής Αγροτικών Ζώων της Γεωπονικής Σχολής ΑΠΘ, για την βοήθεια και τις συμβουλές του κατά την διεξαγωγή του πειράματος. Τον κ. Γεώργιο Μπάνο, Καθηγητή Κτηνιατρικής ΑΠΘ για τις πολύτιμες υποδείξεις του κατά την συγγραφή της εργασίας και κατά την διεξαγωγή και επεξεργασία των δεδομένων του πειράματος. Τον κ. Γεώργιο Φθενάκη, Αναπληρωτή Καθηγητή του τμήματος Κτηνιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, για τις συμβουλές και υποδείξεις του κατά την διεξαγωγή του πειράματος. 5
3. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Ελλάδα βρίσκεται στην 1 η θέση στην Ε.Ε. όσον αφορά τον πληθυσμό αιγών κατέχοντας ένα ποσοστό της τάξης του 46% επί του συνόλου των αιγών της Ε.Ε. (γράφημα 1, πίνακας 1) (ΕΣΥΕ, 2000, FAO,GLIPHA, 2006 ). Όσον αφορά στην παραγωγή του αίγειου γάλακτος βρίσκεται στην 3 η θέση ακολουθώντας την Γαλλία και την Ισπανία οι οποίες διαθέτουν σημαντικά μικρότερο πληθυσμό αιγών σε σχέση με την Ελλάδα (πίνακας 2) (ΕΣΥΕ, 2000, FAO, GLIPHA, 2006 ). Τέλος όσον αφορά στην παραγωγή αίγειου κρέατος η χώρα μας βρίσκεται στην πρώτη θέση στην Ε.Ε. με παραγωγή 44,5 χιλ. τόνους (πίνακας 3)(ΕΣΥΕ, 2000, FAO,GLIPHA, 2006 ). κατανομή των αιγών στην Ε.Ε. 12% Ιταλία 10% Γαλλία 2% Ολλανδία 5% Πορτογαλλία 25% Ισπανία 46% Ελλάδα Γράφημα 1. Κατανομή των αιγών στην Ε.Ε. (πηγή, ΕΣΥΕ, 2000) Ο πληθυσμός τόσο των αιγών που εκτρέφονται στην Ευρώπη όσο και της παραγωγής γάλακτος και κρέατος που αποτελούν τα χαρακτηριστικότερα δείγματα της κατάστασης της αιγοτροφίας και της παραγωγής των αιγών στην Ευρώπη παρουσιάζονται εκτενώς στους πίνακες 3, 4 και 5 αντίστοιχα. 6
Χώρα/έτος 2003 2002 2001 2000 1999 1998 1997 1996 1995 Αλβανία 1,025,000 929,000 1,026,900 1,106,000 1,120,000 1,051,000 1,148,000 1,250,000 1,650,000 Αυστρία 57,842 59,452 69,618 72,254 54,200 58,340 54,471 54,228 49,749 Λευκορωσία 78,000 62,000 61,000 58,300 56,300 59,000 58,000 58,000 54,000 Βέλγιο 26,237 25,015 20,760 16,248 0 0 0 0 0 Βουλγαρία 900,000 898,559 970,274 1,046,286 1,047,611 966,114 848,742 833,325 795,436 Κροατία 86,087 96,530 92,941 79,391 79,391 84,403 99,544 105,271 107,292 Κύπρος 450,000 447,100 378,600 346,000 322,000 302,000 240,000 220,000 210,000 Τσεχία 12,779 13,574 28,477 31,988 33,900 34,861 38,241 42,385 44,993 Εσθονία 3,900 3,600 3,200 2,700 2,100 1,700 0 0 0 Φιλανδία 4,800 5,100 7,445 8,564 7,900 6,600 6,500 5,500 4,500 Γαλλία 1,214,276 1,229,217 1,231,413 1,210,517 1,198,649 1,199,879 1,202,033 1,187,500 1,069,000 Γερμανία 165,000 160,000 140,000 135,000 125,000 115,000 105,000 100,000 95,000 Ελλάδα 5,000,000 5,023,000 5,180,000 5,614,453 5,614,523 5,600,492 5,569,820 5,525,252 5,379,000 Ουγγαρία 140,000 90,200 103,000 189,000 148,800 128,800 108,290 87,848 52,281 Ισλανδία 361 361 438 416 502 431 417 350 350 Ιρλανδία 7,700 7,700 7,800 8,100 13,500 15,100 15,200 14,900 14,000 Ιταλία 1,330,000 988,000 1,025,000 1,397,000 1,331,000 1,347,000 1,390,000 1,448,000 1,447,600 Λετονία 13,200 13,200 10,400 8,100 10,492 8,900 8,400 8,900 7,400 Λιχτενστάιν 280 280 280 280 280 280 280 280 280 Λιθουανία 22,000 23,700 23,000 24,700 23,700 18,500 16,900 14,300 12,400 Λουξεμβούργο 1,878 1,103 1,000 1,000 0 0 0 0 0 Μάλτα 5,374 5,163 4,938 5,000 9,000 9,050 9,050 9,050 9,183 Ολλανδία 265,000 255,000 221,000 179,000 153,000 132,000 119,000 102,000 76,000 Νορβηγία 64,875 64,200 67,100 68,700 60,000 62,200 63,100 62,100 61,900 Πορτογαλία 550,000 565,000 623,000 630,000 750,000 785,000 781,000 799,000 819,000 Μολδαβία 126,336 111,592 108,565 99,815 94,000 94,000 96,000 93,000 96,006 Ρουμανία 678,000 525,100 538,000 558,000 585,000 609,700 654,400 705,300 745,100 Σερβία - Μαυροβούνιο 200,000 225,964 236,658 241,000 326,000 312,000 293,000 310,000 333,000 Σλοβακία 39,225 40,194 51,419 50,905 38,900 26,778 26,147 25,046 25,135 Σλοβενία 21,977 19,900 22,041 14,643 16,805 15,205 20,800 8,669 10,668 Ισπανία 3,046,716 3,114,034 2,875,659 2,627,000 2,779,000 3,007,000 2,935,000 2,605,000 3,157,000 Ελβετία 67,600 65,950 63,034 62,499 61,566 60,106 58,000 53,204 52,200 Ουκρανία 1,034,000 998,000 912,000 825,200 827,600 822,200 853,900 889,300 782,000 Πίνακας 3. Πληθυσμός Αιγών στην Ευρώπη (πηγή:fao,glipha, 2006) 7
Χώρα/έτος 2003 2002 2001 2000 1999 1998 1997 1996 1995 Αλβανία 65,000 63,000 72,000 71,000 73,000 67,466 74,103 79,460 95,500 Αυστρία 16,500 17,183 16,463 16,782 16,087 15,854 15,666 14,664 13,741 Βουλγαρία 105,310 104,820 173,182 190,200 200,000 190,700 162,197 143,314 147,147 Κύπρος 40,000 40,000 36,100 29,200 28,500 26,400 25,100 23,800 23,000 Τσεχία 10,250 10,240 12,900 14,554 15,154 15,503 16,414 18,168 15,656 Εσθονία 600 580 785 702 549 378 0 0 0 Γαλλία 545,650 536,100 511,600 484,517 495,800 492,100 489,000 471,600 431,700 Γερμανία 30,000 25,000 22,000 22,000 22,000 22,000 22,000 22,000 22,000 Ελλάδα 450,000 450,000 457,000 462,000 526,134 520,367 522,760 515,927 512,975 Ουγγαρία 10,000 10,141 11,183 10,839 4,165 9,757 10,406 11,050 9,980 Ιταλία 112,000 107,600 112,400 112,800 114,400 141,000 163,000 168,100 137,000 Λετονία 2,000 2,190 1,990 1,983 1,726 2,116 1,764 2,135 3,800 Μάλτα 1,754 1,583 1,514 1,600 277 900 2,500 3,250 1,800 Νορβηγία 20,800 21,400 20,900 21,700 23,000 22,200 23,600 24,100 25,100 Πορτογαλία 31,000 29,508 31,082 34,138 34,393 41,109 41,905 41,697 42,591 Μολδαβία 5,455 5,532 4,948 4,580 4,300 4,648 4,098 3,264 2,967 Σλοβακία 13,000 13,300 13,300 13,200 13,200 9,800 8,055 7,800 7,600 Ισπανία 454,362 461,884 488,700 438,541 404,100 387,900 381,703 365,500 325,800 Ελβετία 17,500 17,000 17,000 16,500 10,100 10,100 10,400 16,000 16,000 Ουκρανία 241,700 261,300 257,000 204,200 204,000 202,000 207,000 206,000 189,000 Πίνακας 4. Παραγωγή αίγειου γάλακτος στην Ευρώπη (ton)(πηγή:fao,glipha, 2006) 8
Χώρα/ έτος 2003 2002 2001 2000 1999 1998 1997 1996 1995 Αλβανία 7,200 7,200 7,200 7,200 6,400 5,500 4,400 4,850 3,500 Αυστρία 600 673 771 799 605 584 600 500 500 Βέλγιο 90 85 80 100 0 0 0 0 0 Βουλγαρία 6,600 6,600 7,000 7,300 7,900 7,300 5,800 6,835 5,000 Κροατία 198 225 225 225 225 234 234 247 250 Κύπρος 7,500 7,500 6,750 6,300 6,300 5,250 4,250 4,070 4,050 Τσεχία 300 300 300 300 483 300 226 227 237 Γαλλία 6,900 6,700 6,500 6,600 6,200 9,200 8,700 8,500 7,500 Γερμανία 432 331 356 306 270 256 270 204 211 Ελλάδα 44,500 44,600 42,800 44,200 55,658 54,509 53,860 54,036 53,077 Ιταλία 4,000 4,464 4,100 3,687 3,845 3,489 4,222 3,924 3,993 Μάλτα 38 35 33 40 10 10 10 10 16 Ολλανδία 350 250 300 330 600 200 495 243 226 Νορβηγία 260 242 241 257 270 300 338 335 347 Πορτογαλία 2,000 2,005 1,794 2,105 2,547 2,863 3,225 3,116 2,973 Ρουμανία 5,400 3,454 3,818 3,966 4,344 3,398 5,047 5,350 6,000 Σερβία- Mαυροβούνιο 630 734 734 734 734 734 689 729 783 Σλοβακία 280 300 351 197 201 130 82 77 68 Ισπανία 13,861 15,101 15,369 16,488 16,891 16,411 15,913 14,469 14,931 Ελβετία 480 477 503 505 500 506 457 465 471 Πίνακας 5. Παραγωγή αίγειου κρέατος στην Ευρώπη (ton)(πηγή:fao,glipha, 2006) 9
Όσον αφορά την μέθοδο εκτροφής τους αλλά και τον τόπο υψόμετρο στο οποίο εκτρέφονται οι αίγες στην Ελλάδα κατανέμονται ως εξής (πίνακας 4): Σύνολο Πεδινές Ημιορεινές Ορεινές κοινοτήτων κοινότητες κοινότητες κοινότητες Αίγες 5.614.453 1.028.064 1.892.654 2.693.735 Οικόσιτες 771.772 264.986 233.971 272.905 Κοπαδιάρικες, μη 4.573.182 700.959 1.526.823 2.345.400 νομαδικές Νομαδικές 269.499 62.209 131.860 75.430 Πίνακας 4. Υπάρχοντα ζώα όλων των ηλικιών, με διάκριση ανάλογα μεθόδου και υψομέτρου εκτροφής (ΕΣΥΕ 2000). 3.1. Η Ελληνική εγχώρια αίγα Μορφολογικά χαρακτηριστικά: Η εγχώρια αίγα είναι μέσου μεγέθους με ύψος ακρωμίου 65-66 cm ( ) και 73-74 cm ( ) και ζων βάρος 30-50 kg ( ) και 40-65 kg ( ). O χρωματισμός της ποικίλει: μαύρος (κόρμπος), φαιός (Κανούτος), ερυθρός (κάλμπινος), λευκός (φλώρος) ή συνδυασμένων χρωμάτων. To κεφάλι της παρουσιάζει ευθεία ή ελαφρώς κοίλη κατατομή και φέρει γένι και στα δυο φυλά. Κέρατα αναπτύσσονται, συνήθως, σε άρρενα και θήλεα κατά διάφορο διαδρομή (Χατζημηνάογλου I, 2001). 10
Αναπαραγωγή: Οι Αυδή και Παλάοντας έχουν αρχίσει από το 2000 να μελετούν τόσο τα θηλυκά ζώα όσο και τα αρσενικά. Το 80% των θηλυκών εισέρχεται στην αναπαραγωγή σε ηλικία 20-22 μηνών, ενώ μόνο ένα 20 %των θηλυκών εισέρχονται στην αναπαραγωγή σε πρώιμη ηλικία, των 10-12 μηνών. Η ωοθυλακική δραστηριότητα παρουσιάζεται από το τέλος καλοκαιριού με αρχές της Άνοιξης (Avdi et al, 2004). Η πολυδυμία κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα, 1,23±0.07 (Avdi et al 1991) και βαθμό ωοθυλακιορρηξίας 1,28±0,1607 (Avdi et al 1991). Τα αρσενικα επισης παρουσιάζουν κατά τη διάρκεια του έτους μέτρια εποχικότητα (Avdi et al, 2004). Αποδόσεις (γαλακτοπαραγωγή- κρεοπαραγωγή) : Η μέση γαλακτοπαραγωγή των εγχωρίων αιγών υπολογίζεται σε 70-100 kgr το χρόνο για τις ορεινές περιοχές, αλλά υπάρχουν και ζώα με μεγαλύτερες αποδόσεις (ΕΣΥΕ 2000). Ο θηλασμός των εριφίων στις εκτροφές των εγχώριων αιγών διαρκεί συνήθως 2,5-3,5 μήνες. Ο ρυθμός ανάπτυξης τους χαρακτηρίζεται ως βραδύς. Η μέση ημερήσια αύξηση του ζώντος βάρους για τις 6 πρώτες εβδομάδες κυμαίνεται μεταξύ 100 και 160 gr και για το διάστημα από την 7 η έως τη 12 η εβδομάδα της θηλαστικής περιόδου περί τα 115 gr. Ο αποθηλασμός επιδιώκεται να συμπέσει με τις παραμονές των εορτών των Χριστουγέννων ή του Πάσχα για να προωθηθούν στην αγορά ερίφια γάλακτος ζώντος βάρους 10-16 kgr. (Χατζημηνάογλου I, 2001). Οι εγχώριες αίγες εκτρέφονται στη μεγάλη τους πλειονότητα εκτατικά. Η εκτροφή τους στηρίζεται, κατά κύριο λόγο, στη βόσκηση και μόνο ένα μήνα πριν από τους τοκετούς και κατά τη διάρκεια του θηλασμού χορηγούνται συμπληρωματικές ζωοτροφές αποτελούμενες συνήθως από καρπούς ενός ή δύο δημητριακών (κριθάρι ή αραβόσιτο) με προσθήκη, σε λίγες περιπτώσεις, μηδικής ή ενσιρωμάτων (Παύλου Ε. προσωπικά στοιχεία). 3.2. Αίγα Σκοπέλου Μεταξύ των διαφόρων παραλλαγών της εγχώριας φυλής, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το παρουσιάζει η αίγα της Σκοπέλου, με κοιτίδα το ομώνυμο νησί των Β. Σποράδων που έδωσε και το πολύδυμο και γαλακτοπαραγωγικό πρόβατο της 11
Γλώσσας. Οι αίγες της Σκοπέλου δεν υπερβαίνουν τα 8.000 άτομα και εκτρέφονται επίσης στην Αλόνησο και στη Μαγνησία, υπό συνθήκες εκτατικές-ημιεντατικές (Χατζημηνάογλου I, 2001, Μ. Αυδή 2006 ). Μορφολογικά χαρακτηριστικά: Η αίγα Σκοπέλου είναι ελαφρώς υψηλότερη από την τυπική εγχώρια αίγα με ύψος ακρωμίου ( ) 68 cm αλλά σαφώς βαρύτερη, 56 kg ( ). Ο χρωματισμός της επίσης διαφέρει καθ ότι κυριαρχούν οι ανοιχτότεροι τόνοι (καστανά, ερυθρά, ερυθρά-λευκά, μελανά-λευκά). Το τρίχωμα της είναι μαλακό, βραχύ και στιλπνό. Άρρενα και θήλεα φέρουν κέρατα (Χατζημηνάογλου I, 2001).. Αναπαραγωγή: Η Αίγα Σκοπέλου όπως όλες οι νησιωτικές φυλές είναι πρώιμα ζώα, εμφανίζουν δηλαδή οίστρο στον πρώτο χρόνο της ηλικίας τους. Το μεγαλύτερο ποσοστό των θηλυκών γεννούν σε ηλικία 13 μηνών περίπου. Οι εκτροφείς της Αίγας φυλής Σκοπέλου προτιμούν την πρώιμη παραγωγή, έτσι οι οχείες αρχίζουν στο τέλος της Άνοιξης. Το μεγαλύτερο ποσοστό των γεννήσεων πραγματοποιείται τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο. Η γονιμότητα είναι υψηλή και ο συντελεστής πολυδυμίας κυμαίνεται από 1,35-1,55 (Αυδή Μ., 2006). Γαλακτοπαραγωγή: Η μέση γαλακτοπαραγωγή το 1991 σε 24 ποίμνια των νήσων Σκοπέλου (19), Σκιάθου (1) και Αλοννήσου (4), με συνολικό αριθμό αιγών 1771, έδωσε 224 kg γάλακτος σε 174 ημέρες άμελξης. Τέλος, από την επεξεργασία των δεδομένων ε- λέγχου γαλακτοπαραγωγής της περιόδου 1986-1992 και σε σύνολο 4.714 γαλακτικών περιόδων προέκυψε μέση εμπορεύσιμη γαλακτοπαραγωγή 263 kg σε 186 ημέρες άμελξης (Χατζημηνάογλου I, 2001). Η αίγα της Σκοπέλου, εκτός από την υψηλή, σχετικά, γαλακτοπαραγωγή και την αυξημένη πολυδυμία της, σε σχέση με την τυπική εγχώρια αίγα, έχει εκδηλώσει σημαντική ικανότητα προσαρμογής σε διάφορες συνθήκες εκτροφής, τόσο στο νησί όσο και σε άλλες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας (Χατζημηνάογλου I, 2001, Αυδή Μ., 2006). 3.3. Σκοπός της εργασίας Σκοπός της παρούσης εργασίας ήταν η μελέτη των ποσοτικών και ποιοτικών παραμέτρων του σπέρματος των τράγων της εγχώριας φυλής αιγών. Οι ποσοτικές παράμετροι αφορούσαν στον όγκο του εκσπερματίσματος ενώ οι ποιοτικές παράμετροι αφορούσαν: Στην κινητικότητα του σπέρματος (μαζική και ατομική) Στην ζωτικότητα του σπέρματος Στην πυκνότητα του σπέρματος και τον Συνολικό Αριθμό Σπερματοζωαρίων Στο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων 12
4. ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ 4.1. Εποχική διακύμανση της Αναπαραγωγής Τα μικρά μηρυκαστικά όπου ανήκουν και οι Αίγες, υπό την επίδραση κλιματολογικών και διατροφικών παραγόντων προσαρμόστηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αναπαραγωγική τους δραστηριότητα να εκδηλώνεται εποχιακά και τα ερίφια να γεννιούνται κατά την ευνοϊκότερη (κλιματολογικά και διατροφική περίοδο του χρόνου με μεγάλες πιθανότητες επιβίωσης (Khaldi, 1984). Η Εγχώρια αίγα (Capra prisca) θεωρείται γενικώς εποχικά πολύοιστρο με χαρακτηριστική εναλλαγή περιόδων αναπαραγωγικής δραστηριότητας (περίοδοι οίστρων ) και αδράνειας (άνοιστρες περίοδοι). Η διάρκεια, όμως των περιόδων αυτών παραλλάσσει ευρέως εξαρτώμενη από το γεωγραφικό πλάτος (διάρκεια και μεταβολή φωτοπεριόδου), το γονότυπο και τη διατροφή (Αληφακιώτης,1999, Αvdi et al, 2004). Η εποχικότητα εκδηλώνεται εντονότερα στις ευκράτου κλίματος ζώνες μεγάλου γεωγραφικού πλάτους, όπου οι αίγες δεν εμφανίζουν αναπαραγωγική δραστηριότητα κατά την άνοιξη και το θέρος. Οι πρώτοι οιστρικοι κύκλοι εκδηλώνονται το φθινόπωρο, όταν μειώνεται το φως της ημέρας (Chemineau et al., 1988; Leboeuf et al., 2000; Avdi et al, 2004). O αδένας που ρυθμίζει την εκδήλωση της εποχικότητας είναι η επίφυση. Η διάρκεια του ημερησίου φωτισμού, μέσω του αμφιβληστροειδούς χιτώνα και της οδού, καταγράφεται στην επίφυση η οποία παράγει την ορμόνη μελατονίνη. Η μελατονίνη εκκρίνεται από την επίφυση όταν επικρατεί σκοτάδι κι έτσι, όσο οι μέρες μικραίνουν, τόσο η έκθεση των ζώων στην ορμόνη αυτή αυξάνεται. Η μελατονίνη επιδρά διεγερτικά στην έκκριση από τον υποθάλαμο της εκλυτικής των γοναδοτροφινών ορμόνης (GnRH - Gonadotrophin Releasing Hormone ) σε ζώα όπως οι αίγες των οποίων η αναπαραγωγική δραστηριότητα εκδηλώνεται κατά την εποχή όπου η διάρκεια της ημέρας ελαττώνεται (σχήμα 1) ( Αυδή M., 2001 ). 13
Σχήμα 1. Ο ρόλος της επίφυσης και της μελατονίνης στην αναπαραγωγή. Στις τροπικές ζώνες, όπου η μεταβολή του ημερήσιου φωτός είναι μικρή οι αυτόχθονες αίγες συμπεριφέρονται ουσιαστικά ως πολύοιστρες, αναπαραγόμενες καθ όλη τη διάρκεια του έτους (Chemineau et al., 1988). Φυλές των εύκρατων περιοχών, εισαγόμενες στους τροπικούς χάνουν βαθμιαία την εποχικότητά τους προσαρμοζόμενες αναπαραγωγικά στο νέο περιβάλλον. Η επικράτηση, όμως υψηλών θερμοκρασιών και η έλλειψη τροφής μπορεί να περιορίσει την αναπαραγωγική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια ορισμένων μηνών, η οποία επανέρχεται όταν εκλείψουν οι δυσμενείς κλιματολογικές και διατροφικές συνθήκες (Chemineau et al., 1988). Το μήκος της αναπαραγωγικής περιόδου και η εν γένει γενετήσια συμπεριφορά εξαρτάται, επίσης, από το γονότυπο των αιγών (Avdi et al., 2004). Στο άρρεν δεν εκδηλώνεται σαφής αναπαραγωγική περίοδος, πλην όμως παρατηρείται εποχική διακύμανση της παραγωγής σπέρματος, ποιοτική και ποσοτική. Στο βόρειο ημισφαίριο, η αναπαραγωγική δραστηριότητα του άρρενος εμφανίζεται εντονότερη κατά το φθινόπωρο και ελαττωμένη το χειμώνα (Chemineau et al., 1988). Επίσης, η παραγωγή σπέρματος είναι άριστη κατά το φθινόπωρο ενώ εμφανίζει διακυμάνσεις κατά την άνοιξη και το θέρος (Avdi et al., 2004). 14
4.2. Εποχικές διακυμάνσεις της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς και της παραγωγής σπέρματος. Σε σύγκριση με τα υπόλοιπα αγροτικά ζώα, άρχισε πρόσφατα να εστιάζεται η προσοχή των ερευνητών στην φυσιολογία της αναπαραγωγής των τράγων (Gordon, 1997). Οι εποχικές διακυμάνσεις του όγκου των όρχεων, της παραγωγής σπέρματος, της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς και της γονιμότητας των τράγων έχουν μελετηθεί σε διάφορες περιοχές(ahmed et al., 1997; Al-Ghalban et al., 2004; Al-Hazab and Basiouni, 1988; Chemineau et al., 1988; Karagiannidis et al., 2000; Martemucci et al., 1998; Roca et al., 1992a,b), όμως η γνώση που έχουμε γύρω από το θέμα της αναπαραγωγικής λειτουργίας των τράγων είναι έως ένα βαθμό περιορισμένη (Zamiri and Heidari, 2006). 4.2.1. Επίδραση της εποχής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Στις φυλές που παρουσιάζουν εποχικότητα, η αναπαραγωγική συμπεριφορά των τράγων, ο όγκος των όρχεων και η παραγωγή σπέρματος επηρεάζονται άμεσα από την εποχή (Ortavant, 1977; Laubser et al., 1982). Κατά την διάρκεια της άνοιξης δεν παρατηρείται σχεδόν καθόλου αναπαραγωγική συμπεριφορά από τα αρσενικά. Η μη εμφάνιση αυτή της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς παρατηρείται σε ζώα στα οποία δεν έχει γίνει οποιαδήποτε εξωγενής προσπάθεια για πρόκληση της αναπαραγωγικής λειτουργίας (Leboeuf et al., 2000). Στους τράγους της φυλής Cashmere στην Αυστραλία παρατηρήθηκε εποχικότητα αναπαραγωγής η οποία εκφράζονταν ως μείωση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών του σπέρματος καθώς και του όγκου των όρχεων (Walkden-Brown et al., 1994a,b). Τα ίδια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν και για τους τράγους των φυλών Alpine και Poitevine (Corteel, 1977). Έτσι παρατηρήθηκε αύξηση του όγκου του εκσπερματίσματος κατά το φθινόπωρο και τον χειμώνα, κατά την διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου, ενώ κατά την άνοιξη και το καλοκαίρι οι τιμές της παραμέτρου αυτής ήταν σημαντικά μειωμένες. Η πυκνότητα του σπέρματος από την άλλη πλευρά ακολουθεί την αντίστροφη ακριβώς πορεία. Δηλαδή η πυκνότητα αυξάνεται εκτός αναπαραγωγικής περιόδου ενώ μειώνεται εντός αναπαραγωγικής περιόδου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η παραγωγή σπερματικού πλάσματος είναι περιορισμένη εκτός αναπαραγωγικής περιόδου λόγω μειωμένης έκκρισης τεστοστερόνης. Ενώ με αυξημένη έκκριση τεστοστερόνης έχουμε και αυξημένη έκκριση σπερματικού πλάσματος από τους βοηθητικούς (επικουρικούς) αδένες του γεννητικού συστήματος, με αποτέλεσμα την μειωμένη πυκνότητα του σπέρματος (Leboeuf et al., 2000). 15
Η ποιότητα των σπερματοζωαρίων επίσης επηρεάζεται από την εποχή. Η ζωτικότητα λαμβάνει τις υψηλότερες τιμές της κατά την αναπαραγωγική περίοδο, ενώ εκτός αναπαραγωγικής περιόδου οι τιμές της παραμέτρου αυτής είναι μειωμένες (Leboeuf et al., 2000). Όσον αφορά το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων, οι μεταβολές της παραμέτρου αυτής λόγω εποχής δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Έτσι εντός αναπαραγωγικής περιόδου το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων είναι 5-8%, ενώ εκτός αναπαραγωγικής περιόδου είναι 10-18% (Tuli and Holtz, 1992). Οι βασικές και δευτερεύουσες ανωμαλίες του σπέρματος των τράγων της φυλής της Νουβίας βρέθηκε ότι ήταν 6,7% και 15,3% αντίστοιχα (Ali and Mustafa, 1986). Το συνολικό ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων του σπέρματος των τράγων της φυλής Rayini κυμαίνονταν μεταξύ 6,8-12,8% (Zamiri and Heidari, 2006), μεταξύ 6-10% για το σπέρμα των τράγων της φυλής Black Bengal στο Μπανγκλαντές (Shamsuddin et al., 2000), όπως επίσης και για το σπέρμα των τράγων των φυλών Alpine και Saanen στην Ελλάδα (Karagiannidis et al., 2000). Οι τιμές αυτές όμως ήταν σαφώς μικρότερες από αυτές που μετρήθηκαν σε σπέρμα τράγων της φυλής της Νουβίας (22%) στο Σουδάν (Ali and Mustafa, 1986) καθώς και αυτό των τράγων της φυλής Δαμασκού (29%) στην Ιορδανία (Al-Ghalban et al., 2004). Οι εποχικές διακυμάνσεις στην ποιότητα του σπέρματος (Delgadillo et al., 1992) και στην έκκριση LH (Delgadillo and Chemineau, 1992) σε τράγους των φυλών Saanen και Alpine ακυρώθηκαν από τις ταχείες και απότομες μεταβολές από ημέρες μακράς διάρκειας σε ημέρες μικρής διάρκειας χωρίς επίδραση στην γονιμοποιητική ικανότητα του σπέρματος. Σε τράγους της φυλής Creoli ο φωτοπεριοδικός χειρισμός με ημέρες μακράς διάρκειας ήταν ικανός ώστε να προκαλέσει την αναπαραγωγική συμπεριφορά τους, ενώ δεν χρειάστηκε επιπλέον χορήγηση μελατονίνης ώστε να προκληθεί σεξουαλική συμπεριφορά (Delgadillo et al., 2002). Αυτά τα ευρήματα έρχονται να επιβεβαιώσουν την θεωρία που υποστηρίζει πως η έναρξη της αναπαραγωγικής περιόδου δεν οφείλεται στην μείωση της διάρκειας της ημέρας που συμβαίνει μετά το θερινό ηλιοστάσιο (θερινή ισημερία), αλλά είναι αυθόρμητο (αυτόματο) αποτέλεσμα της απώλειας ανταπόκρισης (αντίδρασης) στην ανασταλτική δράση των ημερών μακράς διάρκειας κατά το καλοκαίρι (Malpaux et al., 2001; Woodfill et al., 1994). Παρ όλα αυτά, ο Langford και οι συνεργάτες του (1999) δεν βρήκαν κανένα στοιχείο που να υποστηρίζει την ύπαρξη έμφυτης ρυθμικότητας στην λειτουργία της υπόφυσης και των γονάδων στους κριούς και απέδειξαν ότι οι κριοί δεν ήταν φωτο- ανεπηρέαστοι από τις μεγάλες φωτοπεριόδους. Το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων ήταν σχετικά υψηλό κατά την διάρκεια του έτους, ενώ οι υψηλότερες τιμές μετρήθηκαν κατά το Φθινόπωρο και οι χαμηλότερες κατά το Καλοκαίρι και την Άνοιξη. Το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων ήταν υψηλότερο κατά το Χειμώνα τόσο για τους τράγους της φυλής Murciano-Granadina όσο και για αυτούς της φυλής Verata (Roca et al., 1992; Perez and Mateos, 1996). Όσον αφορά τις φυλές Parbatsar και tropical Creole δεν εμφάνισαν εποχικές διακυμάνσεις επί του ποσοστού ανωμάλων σπερματοζωαρίων (Greyling and Grobbelaar, 1983; Mittal and Ghosh, 1985). 16
Ο Delgadillo και οι συνεργάτες του (1991) μελέτησαν την επίδραση της εποχής στην αναπαραγωγική συμπεριφορά τράγων των φυλών Saanen και Alpine καθώς και στην ποιότητα του σπέρματος που παρήγαγαν. Η αναπαραγωγική συμπεριφορά των τράγων παρουσίασε σημαντική εποχική διακύμανση. Το ποσοστό των τράγων που παρουσίασαν άρνηση επίβασης αυξήθηκε σημαντικά εκτός αναπαραγωγικής περιόδου. Πράγματι το ποσοστό των τράγων που παρουσίαζε άρνηση επίβασης αυξάνονταν σταδιακά και με μεγάλο ρυθμό από τον Μάιο έως τον Αύγουστο. Η μεγαλύτερη αναπαραγωγική δραστηριότητα εμφανίσθηκε από τον Οκτώβριο έως τον Απρίλιο καθώς όλα τα ζώα πραγματοποιούσαν επιβάσεις φυσιολογικά (Delgadillo et al., 1991). Όσον αφορά την διακύμανση του όγκου του εκσπερματίσματος, εντός της αναπαραγωγικής περιόδου παρουσιάστηκε αύξηση του όγκου ενώ εκτός αυτής παρουσιάστηκε μείωση με ταυτόχρονη αύξηση της πυκνότητας (Delgadillo et al., 1991). Η μειωμένη αναπαραγωγική δραστηριότητα που παρουσίασαν τα ζώα του πειράματος του Delagadillo και των συνεργατών του (1991) συμφωνεί με τα αποτελέσματα των ερευνών και άλλων ερευνητών όσον αφορά τα μικρά μηρυκαστικά και ιδιαίτερα τους τράγους (Rouger, 1974; Corteel, 1977; Branca and Cappai, 1989) και τους κριούς (Wodzicka-Tomaszewska et al., 1981; Tulley and Burfening, 1983). Τα ζώα στα οποία δεν εφαρμόσθηκε φωτοπεριοδικός χειρισμός παρουσίασαν της φυσιολογική αναπαραγωγική συμπεριφορά τους (Branca and Cappai, 1989; Chemineau et al.,1988; Corteel, 1977) ενώ τα ζώα στα οποία εφαρμόσθηκε φωτοπεριοδικό πρωτόκολλο δεν παρουσίασαν διαφορές τόσο στην αναπαραγωγική του συμπεριφορά όσο και στα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος, γεγονός το οποίο το σημείωσε ο Pelletier et al., (Corteel, 1977) στους κριούς. Επίσης σύμφωνα με αναφορές του Chemineau et al., (Chemineau et al., 1988) σε εφαρμογή φωτοπεριοδικών χειρισμών σε κριούς, το σπέρμα που συλλέχθηκε από τα ζώα αυτά είχε υψηλότερη πυκνότητα σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα σε σχέση με αυτό των κριών στα οποία δεν εφαρμόσθηκε φωτοπεριοδικός χειρισμός ακόμη και εντός της αναπαραγωγικής περιόδου (Delgadillo et al., 1991). Το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων ποικίλει σημαντικά τόσο μεταξύ των φυλών όσο και μεταξύ των ζώων της ίδιας φυλής. Είναι εμφανές ότι υπάρχει συσχέτιση της κατάστασης του ζώου κατά την σπερματοσυλλογή και του ποσοστού των ανωμάλων σπερματοζωαρίων. Το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων είναι χαμηλότερο κατά την αναπαραγωγική περίοδο, ενώ αυξάνεται εκτός αναπαραγωγικής περιόδου. Το χαμηλότερο ποσοστό παρατηρήθηκε κατά το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο, ενώ το υψηλότερο ποσοστό την Άνοιξη (Karagiannidis et al., 2000). Σε πείραμα των Perez και Mateos σε τράγους των φυλών Verata και Malaguena παρουσιάστηκαν σημαντικές διαφορές στα χαρακτηριστικά του σπέρματος μεταξύ των ζώων των δύο φυλών. Οι τράγοι της φυλής Malaguena παρουσίασαν υψηλότερο όγκο εκσπερματίσματος, χαμηλότερα ποσοστά ανωμάλων σπερματοζωαρίων και 17
χαμηλότερη πυκνότητα σπέρματος ανά ml εκσπερματίσματος ενώ παρουσίασαν μεγαλύτερη πυκνότητα σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα σε σχέση με τους τράγους της φυλής Verata (Perez and Mateos, 1996). Εμφανής ήταν η επίδραση της φωτοπεριόδου στην παραγωγή σπέρματος των τράγων της φυλής Verata καθώς παρουσιάστηκε αύξηση του όγκου εκσπερματίσματος και της πυκνότητας του σπέρματος ανά εκσπερμάτιση κατά τη διάρκεια της μείωσης της φωτοπεριόδου. Στη φυλή Malaguena η φωτοπερίοδος επηρέασε μόνο την πυκνότητα του σπέρματος. Και στις δύο φυλές η επίδραση στην πυκνότητα ήταν θετική κατά την αύξηση της φωτοπεριόδου (Perez and Mateos, 1996). Η επίδραση της φωτοπεριόδου στην ποιότητα του σπέρματος ήταν ιδιαίτερα εμφανής στην φυλή Verata κατά την μείωση της φωτοπεριόδου, γεγονός που εξηγείται από την αύξηση του ποσοστού της ζωτικότητας του σπέρματος και από την μείωση του ποσοστού των ανωμάλων σπερματοζωαρίων(perez and Mateos, 1996). 4.2.2. Επίδραση του μήνα συλλογής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Ο μήνας συλλογής του σπέρματος επηρέασε σημαντικά την μαζική κίνηση του σπέρματος, την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων και το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων (Boland et al., 1985). Η διακύμανση του όγκου του εκσπερματίσματος λόγω εποχικότητας αναφέρεται για τις φυλές Murciano-Granadina (σε 37 ο γεωγραφικό πλάτος) και Verata (σε 40 ο γεωγραφικό πλάτος) (Roca et al., 1992; Perez and Mateos, 1996). Στις έρευνες των προαναφερθέντων ερευνητών το μεγαλύτερο ποσό του όγκου εκσπερματίσματος παρατηρήθηκε κατά το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο. Η μαζική κίνηση ήταν χαμηλή κατά τον Χειμώνα και το Φθινόπωρο με την χαμηλότερη τιμή να μετράται τον μήνα Νοέμβριο. Αυτό είναι σύμφωνο με παρατηρήσεις του Boland et al., (1985) που αναφέρει ραγδαία αύξηση της μαζικής κίνησης από τον Απρίλιο έως τον Αύγουστο στους κριούς. Εκτός των μηνών Οκτώβριο και Νοέμβριο που η μαζική κίνηση ήταν σχετικά χαμηλή, κατά την διάρκεια των υπολοίπων μηνών του έτους η τιμές της μαζικής κίνησης ήταν ικανοποιητικές. Παρ όλα αυτά σε εργασία του Al-Ghalban και των συνεργατών του (2004) οι υψηλότερες τιμές της μαζικής κίνησης παρατηρήθηκαν κατά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι. Αυτές οι παρατηρήσεις έρχονται σε συμφωνία με άλλες των Mickelsen et al., (1981). Στους τράγους της φυλής Murciano-Granadina, η μαζική κίνηση ήταν υψηλότερη κατά την Άνοιξη, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο, ενώ για τους τράγους της φυλής Verata η μαζική κίνηση ήταν αυξημένη κατά το Καλοκαίρι, το Φθινόπωρο και τον Χειμώνα (Roca et al., 1992). Κατά το Φθινόπωρο η πυκνότητα του σπέρματος παρέμεινε χαμηλή, ενώ οι υψηλότερη πυκνότητα καθώς και ο μεγαλύτερος συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα παρατηρήθηκαν κατά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι. Παρόμοια αποτελέσματα όσον αφορά την πυκνότητα του σπέρματος κατά την διάρκεια του έτους αναφέρονται και 18
από άλλους ερευνητές για διάφορες φυλές τόσο προβάτων όσο και αιγών (Boland et al., 1985; Roca et al., 1992; Perez and Mateos, 1996). Ο Συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα δεν παρουσιάζει σημαντική διακύμανση κατά την διάρκεια του έτους στους τράγους των φυλών Parbatsar και tropical Creole (Mittal and Ghosh, 1985; Chemineau, 1986). 4.2.3. Επίδραση του γεωγραφικού πλάτους στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Η διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου μεταβάλλεται ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος της περιοχής όπου διαβιούν τα ζώα. Έτσι σε περιοχές με γεωγραφικό πλάτος > 35 ο Ν, τα ζώα παρουσιάζουν αξιοσημείωτη εποχικότητα της αναπαραγωγής τους. Η περίοδος που λαμβάνουν χώρα οι τοκετοί για τις διάφορες φυλές ποικίλει, συνήθως όμως αυτή η περίοδος είναι τα τέλη χειμώνα και οι αρχές της άνοιξης. Η αναπαραγωγική περίοδος αυτών των φυλών ξεκινά στα τέλη του καλοκαιριού και τελειώνει στις αρχές της άνοιξης. Σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές η αναπαραγωγική περίοδος δεν παρουσιάζει εποχικότητα, δηλαδή τα ζώα αυτά είναι εποχικώς πολύοιστρα. Οι τοκετοί λαμβάνουν χώρα καθ όλη την διάρκεια του έτους (Chemineau and Xande, 1982). Οι τράγοι της φυλής Saanen όταν εξετάστηκαν κάτω από τροπικές κλιματικές συνθήκες, στο Σουδάν, διατήρησαν την εποχικότητα της αναπαραγωγικής τους λειτουργίας όπως επίσης και των χαρακτηριστικών του σπέρματος τους, όπως είναι ο όγκος των όρχεων, η αναπαραγωγική συμπεριφορά και το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων (Ahmed et al., 1997). Αντίθετα, τράγοι της φυλής Boer σε γεωγραφικό πλάτος 25 ο 35 N δεν έδειξαν εποχικές διακυμάνσεις στα χαρακτηριστικά του σπέρματος (Greyling amg Grobbelaar, 1983). Παρομοίως, τα χαρακτηριστικά του σπέρματος των αυτοχθόνων τράγων της Σαουδικής Αραβίας (25 ο Ν) δεν έδειξαν σημαντικές εποχικές διακυμάνσεις στο χρονικό διάστημα Ιουλίου-Δεκεμβρίου (Al- Hazab and Basiouni, 1988). Επίσης υπάρχουν διαφορές στα ζώα της ίδιας φυλής, όταν αυτά εξεταστούν σε διαφορετικά γεωγραφικά πλάτη. Έτσι για παράδειγμα οι τράγοι της φυλής Verata η οποία διαβιεί φυσικά σε γεωγραφικό πλάτος 40 ο Ν και της φυλής Malaguena (37 ο Ν) επηρεάστηκαν διαφορετικά από την φωτοπερίοδο (Perez and Mateos, 1996) όταν εξετάστηκαν ως προς τα χαρακτηριστικά του σπέρματος τους σε διαφορετικό γεωγραφικό πλάτος (40 ο Ν, Μαδρίτη, Ισπανία). Αξιοσημείωτη επίδραση της φωτοπεριόδου παρουσιάστηκε στους τράγους της φυλής Verata όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του σπέρματος και δη στον όγκο του εκσπερματίσματος, στην πυκνότητα του σπέρματος, την κινητικότητα και το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων που αυξάνονταν ενώ η φωτοπερίοδος μειώνονταν. Οι τράγοι της φυλής Malaguena είχαν σημαντικά χαμηλό ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Σε πείραμα τους σε τράγους των φυλών Alpine, Saanen και Δαμασκού που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα (40 ο Ν) από τον Καραγιαννίδη και τους συνεργάτες του (2000) αναφέρεται πως οι τράγοι 19
της φυλής Alpine παρήγαγαν σπέρμα με μεγαλύτερο όγκο ανά εκσπερμάτισμα καθώς και μεγαλύτερης πυκνότητας αλλά με μικρότερη κινητικότητα και μεγαλύτερο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων από ότι οι τράγοι των δύο άλλων φυλών. Σε τράγους τις φυλής της Μάλτας (36 ο Ν), ο συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ήταν μεγαλύτερος κατά τον Μάιο και τον Ιούλιο, ενώ το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων ήταν μεγαλύτερο κατά το τελευταίο τμήμα του φθινοπώρου και κατά την διάρκεια του χειμώνα (Martemucci et al., 1998). Σε πείραμα σε τράγους της φυλής Creole που πραγματοποιήθηκε στο Μεξικό η μεγαλύτερη πυκνότητα του σπέρματος μετρήθηκε κατά το διάστημα Μάιος-Σεπτέμβριος ενώ οι μικρότερες τιμές της παραμέτρου μετρήθηκαν τους μήνες Φεβρουάριο και Μάρτιο (Delgadillo et al., 1999). Όσον αφορά την κινητικότητα, οι χαμηλότερες τιμές μετρήθηκαν κατά το διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, ενώ οι μεγαλύτερες κατά το διάστημα μεταξύ Μαΐου και Νοεμβρίου (Delgadillo et al., 1999). Σε τράγους των φυλών Alpine και Saanen, ο όγκος εκσπερματίσματος, ο συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων και η ζωτικότητα βρέθηκε πως λαμβάνουν τις μεγαλύτερες τιμές κατά τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο (Delgadillo and Chemineau, 1992). Οι μεταβολές που αφορούν το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων του σπέρματος των τράγων της φυλής Rayini έρχονται σε συμφωνία με τις μετρήσεις ως προς την ίδια παράμετρο με αυτές των τράγων της φυλής Δαμασκού (Al-Ghalban et al., 2004), των τράγων της φυλής Murciano-Granadina (Roca et al., 1992b) και των τράγων της φυλής Verata (Perez and Mateos, 1996). Το μεγαλύτερο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων σε τράγους των φυλών Alpine, Saanen και Δαμασκού που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα, μετρήθηκε κατά την Άνοιξη και το Καλοκαίρι ενώ οι χαμηλότερες τιμές αυτής της παραμέτρου μετρήθηκαν κατά το Φθινόπωρο, ενώ ο Χειμώνας ήταν μια μεταβατική περίοδος ως προς τις τιμές της παραμέτρου που μετρήθηκαν (Karagiannidis et al., 2000). Όσον αφορά τον συνολικό αριθμό σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα και την κινητικότητα του σπέρματος, οι υψηλότερες τιμές μετρήθηκαν κατά το καλοκαίρι και νωρίς το Φθινόπωρο και για τις τρεις φυλές (Karagiannidis et al., 2000). Στους τράγους της φυλής Δαμασκού (31 ο 50 Ν) η πυκνότητα του σπέρματος ήταν χαμηλή κατά την διάρκεια του φθινοπώρου, ενώ οι υψηλότερες τιμές πυκνότητας και συνολικού αριθμού σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα μετρήθηκαν κατά την Άνοιξη και το καλοκαίρι (Al-Ghalban et al., 2004). Παρόμοιες διακυμάνσεις όσον αφορά την πυκνότητα του σπέρματος αναφέρονται από τον Roca και τους συνεργάτες του (1992b), και τους Perez και Mateos (1996). Ο συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτισμα δεν παρουσίασε εποχικές διακυμάνσεις σε τράγους των φυλών Parbatsar (Mittal and Ghosh, 1985) και tropical Creole (Chemineau, 1986). 20
4.2.4. Επίδραση της εποχής στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος τράγων ξένων φυλών που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα. Σε πείραμα που πραγματοποίησε ο Καραγιαννίδης και οι συνεργάτες του (2000) σε τράγους των φυλών Alpine, Saanen και Damascus που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα, παρουσιάστηκαν διαφορές στα χαρακτηριστικά του σπέρματος μεταξύ των ζώων των τριών φυλών. Οι τράγοι της φυλής Alpine παρήγαγαν σπέρμα με αυξημένα ποσοτικά χαρακτηριστικά (όγκος και πυκνότητα ανά εκσπερμάτισμα) αλλά όσον αφορά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτά ήταν χαμηλότερα από αυτά των τράγων των άλλων φυλών (ζωτικότητα, ατομική κίνηση και ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων) (Karagiannidis et al., 2000). Παρά το γεγονός της σημαντικής διαφοράς μεταξύ των τράγων των τριών φυλών όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του σπέρματος, παρατηρείται και σημαντική επιρροή της εποχής τόσο στα ποσοτικά όσο και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Ο όγκος του εκσπερματίσματος παρατηρείται αυξημένος κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου (Καλοκαίρι και Φθινόπωρο) σε σχέση με την μη αναπαραγωγική περίοδο(χειμώνας και Άνοιξη) και στις τρεις φυλές. Και στις τρεις φυλές ο μεγαλύτερος όγκος εκσπερματίσματος μετρήθηκε κατά το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο ενώ ο μικρότερος όγκος την Άνοιξη (Karagiannidis et al., 2000). Η πυκνότητα του σπέρματος παρουσίασε αντίστροφη τάση με αυτή του όγκου τόσο εντός όσο και εκτός της αναπαραγωγικής περιόδου, χωρίς όμως να παρουσιάζονται σημαντικές διαφορές στις τιμές και στις τέσσερις εποχές του έτους. Η χαμηλότερη πυκνότητα σπέρματος μετρήθηκε το Φθινόπωρο και η μεγαλύτερη κατά την Άνοιξη. Το Καλοκαίρι και ο Χειμώνας παρουσιάζονται ως μεταβατικές περίοδοι (Karagiannidis et al., 2000). Η εποχική διακύμανση του Συνολικού Αριθμού Σπερματοζωαρίων δεν μπορεί να θεωρηθεί σημαντική. Παρ όλα αυτά αυτή η παράμετρος ήταν αυξημένη κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου ενώ παρουσιάζεται χαμηλότερη εκτός αναπαραγωγικής περιόδου (Karagiannidis et al., 2000). Η ποιότητα του σπέρματος κατά την αναπαραγωγική περίοδο ήταν βελτιωμένη ενώ εκτός αναπαραγωγικής περιόδου παρουσιάζεται χαμηλότερη και για τις τρεις φυλές (Karagiannidis et al., 2000). Η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων είναι ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό του σπέρματος το οποίο παρουσιάζει άλλοτε σημαντική και ενίοτε όχι τόσο ιδιαίτερα σημαντική διακύμανση ανάλογα με την εποχή. Έτσι κατά τη διάρκεια της φυσικής αναπαραγωγικής περιόδου παρουσιάζεται αυξημένη και για τις τρεις φυλές (Karagiannidis et al., 2000). 21
4.2.5.. Επίδραση της θερμοκρασίας στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Αυξημένη θερμοκρασία περιβάλλοντος αποτελεί σημαντικό παράγοντα επίδρασης στην ποιότητα του σπέρματος των μηρυκαστικών. Στις εύκρατες και τροπικές περιοχές η αυξημένη θερμοκρασία σχετίζεται στενά με το αυξημένο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων (Barth and Oko, 1989; Corteel, 1981; Colas, 1980). Παρ όλα αυτά στην εργασία του Roca και των συνεργατών του (1992), η ποιότητα του σπέρματος ήταν καλύτερη κατά το Καλοκαίρι και το πρώτο μισό του Φθινοπώρου. Αυτό σημαίνει πως οι τράγοι της φυλής Murciano-Granadina δεν επηρεάζονται όσον αφορά την ποιότητα του σπέρματος τους από την αυξημένη θερμοκρασία του περιβάλλοντος της Μεσογειακής Λεκάνης. Έτσι όσον αφορά το σπέρμα των ζώων της φυλής αυτής δεν επηρεάζεται σημαντικά και βρίσκεται στα επιτρεπτά- φυσιολογικά επίπεδα ανωμάλων σπερματοζωαρίων καθ όλη τη διάρκεια του έτους. 4.2.6. Επίδραση της ηλικίας του όγκου των όρχεων και της ύπαρξης κεράτων στα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα του πειράματος του Al-Ghalban και των συνεργατών του (2004), οι τράγοι μεγαλύτερης ηλικίας είχαν σαφώς μεγαλύτερο σωματικό βάρος και όγκο όρχεων ενώ παρουσίαζαν μεγαλύτερο όγκο εκσπερματίσματος, μεγαλύτερη πυκνότητα σπέρματος ανά εκσπερμάτισμα, καθώς και χαμηλότερο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων σε σύγκριση με τράγους νεαρότερης ηλικίας. Τα ίδια συμπεράσματα αναφέρονται και από τον Osinowo et al., (1988) σε πειράματα σε κριούς. Το σπέρμα των τράγων μεγαλύτερης ηλικίας είχε μεγαλύτερη πυκνότητα καθώς και μικρότερο ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων σε σχέση με τους νεαρούς τράγους (Osinowo et al., 1988). Το μέγεθος των όρχεων των τράγων διαφέρει τόσο μεταξύ των ζώων διαφορετικών ηλικιών όσο και κατά τη διάρκεια του έτους. Επίσης δεν φαίνεται να υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ σωματικού όγκου και μεγέθους όρχεων. Ο όγκος των όρχεων αυξάνει με μεγαλύτερο ρυθμό από ότι το σωματικό βάρος στα αναπτυσσόμενα αρσενικά. Ο μεγαλύτερος όγκος όρχεων παρατηρείται κατά το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο (Ahmad and Noakes, 1995). Η ύπαρξη κεράτων έχει σημαντική επίδραση στην πυκνότητα και στην ζωτικότητα του σπέρματος. Αυτή η παρατήρηση έρχεται σε συμφωνία με αναφορά των Hasan και Shaker (1990) που αναφέρει αυξημένη γονιμότητα όταν χρησιμοποιήθηκαν κερασφόρα αρσενικά έναντι ακέρατων εντός της αναπαραγωγικής περιόδου. Επιπλέον ο αριθμός των ζώντων εριφίων ανά τοκετό ήταν μεγαλύτερος στην περίπτωση των κερασφόρων τράγων. Ενώ στην περίπτωση που οι γονείς των εριφίων ήταν και οι δύο ακέρατοι τα αρσενικά ερίφια παρουσίαζαν υψηλό ποσοστό 22
ομοφυλοφιλικής συμπεριφοράς, υψηλότερο και αυτών που έστω ο ένας γονέας ήταν κερασφόρος (Hancock and Louca, 1975). Αυτή η παρατήρηση υποδηλώνει την ύπαρξη κάποιου γονιδίου το οποίο συσχετίζει την ύπαρξη κεράτων με την καλή ποιότητα σπέρματος καθώς και αυξημένης σεξουαλικής συμπεριφοράς (Chemineau et al., 1991). Όλοι οι ερευνητές που ασχολήθηκαν με το παραπάνω θέμα προτείνουν την απόρριψη των αρσενικών εριφίων που προέρχονται από ακέρατους γονείς, από την αναπαραγωγική διαδικασία. 23
5. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Το πείραμα πραγματοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις του Εργαστηρίου Φυσιολογίας Αναπαραγωγής Αγροτικών Ζώων στο Αγρόκτημα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κατά το διάστημα Δεκέμβριος 2004-Νοέμβριος 2005. 5.1. Ζώα Στο πείραμα χρησιμοποιήθηκαν 5 τράγοι που ανήκαν στην εγχώρια Ελληνική φυλή αιγών οι οποίοι ήταν ηλικίας >3 ετών. Τα ζώα ανήκαν στο Εργαστήριο Φυσιολογίας Αναπαραγωγής Αγροτικών Ζώων του Α.Π.Θ. Για την εξυπηρέτηση του πειράματος στα ζώα δόθηκαν οι αριθμοί Νο 1,2,3,4,5. Σε όλα τα ζώα χορηγούνταν η απαραίτητη ποσότητα συμπυκνώματος και ξηρό χόρτο μηδικής κατά βούληση. Το συμπύκνωμα που χορηγούνταν είχε κυρίως ως βάση δημητριακούς καρπούς. Το βάρος των αρσενικών κυμαίνονταν μεταξύ 42-55 κιλών κατά την διάρκεια του πειράματος. 5.2. Συλλογή σπέρματος. Μια φορά τη εβδομαδιαίως και σε καθορισμένη ώρα (8:30 πμ) πραγματοποιούνταν σπερματοσυλλογή από κάθε αρσενικό. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε μία αίγα της εγχώριας φυλής στην οποία προκαλούνταν τεχνητά οίστρος κάθε εβδομάδα με υποδόρια χορήγηση 2 ml ενέσιμου διαλύματος βενζοϊκής οιστραδιόλης 0,2 mg/ml (Mesalin 5 ml, Intervet). Η εκδήλωση οίστρου είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση της αναπαραγωγικής συμπεριφοράς των αρσενικών έτσι ώστε αυτά να επιχειρήσουν επίβαση και τελικά να γίνει η συλλογή του σπέρματος στον τεχνητό κόλπο. 5.3. Χαρακτηριστικά του σπέρματος που μελετήθηκαν Μετά την λήψη του σπέρματος από το κάθε αρσενικό, άμεσα ακολουθούσε στο εργαστήριο η μακροσκοπική, και η μικροσκοπική εκτίμηση του σπέρματος. Η μακροσκοπική εξέταση αφορούσε: 1. τον όγκο του εκσπερματίσματος 2. το χρώμα του εκσπερματίσματος, ενώ η μικροσκοπική εξέταση αφορούσε: 1. την κινητικότητα του σπέρματος (μαζική κίνηση), 2. την κινητικότητα των σπερματοζωαρίων (ατομική κίνηση), 3. την ζωτικότητα του σπέρματος, 4. την πυκνότητα του σπέρματος και τον συνολικό αριθμό σπερματοζωαρίων 5. το ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων. 24
5.4.Εκτίμηση σπέρματος. Μετά την συλλογή το σπέρμα μεταφέρεται στο Εργαστήριο και τοποθετείται σε υδατόλουτρο σε θερμοκρασία 32 C. Ο όγκος μετράται αμέσως οπτικά από τον αριθμημένο σωλήνα συλλογής. Η πυκνότητα μετράται με χρήση είτε σπεκτοφωτομέτρου είτε με χρήση του αιμοσφαιριομέτρου του Neubauer. Η μαζική κινητικότητα εκτιμάται με παρατήρηση με χρήση μικροσκοπίου (x80) τοποθετώντας μία σταγόνα σπέρματος σε θερμαινόμενη αντικειμενοφόρο πλάκα (37 C). Η μαζική κινητικότητα εκτιμάται σύμφωνα με την κλίμακα που αναφέρεται παρακάτω. Ταξινόμηση Χαρακτηριστικό Κωδικός Νεκρό Καθόλου κίνηση 0 Πολύ αργή κίνηση Λίγα σπερματοζωάρια με αργή και 1 αδύναμη κίνηση (<20%) Αργή κίνηση Ορισμένα σπερματοζωάρια με κίνηση (20-2 40%), χωρίς όμως κυματοειδή κίνηση Μέση κίνηση Αργή κυματοειδής κίνηση (40-60%) 3 Καλή κίνηση Γρήγορη στροβιλώδης κίνηση χωρίς 4 απολήξεις (60-80% ) Πολύ καλή κίνηση Γρήγορη στροβιλώδης κίνηση με απολήξεις 5 (>80%) 5.5. Ατομική κινητικότητα σπερματοζωαρίων Για την εκτίμηση της ατομικής κινητικότητας μια σταγόνα σπέρματος τοποθετούνταν σε 2 ml φυσιολογικού ορού και στη συνέχεια μία σταγόνα από το διάλυμα που δημιουργούνταν τοποθετούνταν σε αντικειμενοφόρο πλάκα και πάνω από το διάλυμα τοποθετούνταν καλυπτρίδα. Η οπτική εκτίμηση γινόταν με μικροσκόπιο (x200). Η οπτική εκτίμηση της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων γίνεται ταυτόχρονα με την εκτίμηση του ποσοστού των ζώντων σπερματοζωαρίων. Στο πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται η εκτίμηση της κινητικότητας. Ατομική κινητικότητα Κωδικός Απόλυτη έλλειψη κίνησης 0 Πολύ αργή ή καθόλου κίνηση, τα σπερματοζωάρια τρέμουν, 1 ανεπαίσθητη κίνηση ουράς Αργή κίνηση, «τρεμούλιασμα», τυχαίες κινήσεις, μερικά 2 κινούνται ταχύτερα Καμπυλόγραμμη κίνηση, όχι «τρεμούλιασμα» 3 Γρήγορη ευθεία ή καμπυλόγραμμη κίνηση 4 Ευθεία και γρήγορη κίνηση 5 25
Η ακρίβεια εξαρτάται από την εμπειρία του εκτιμητή, αλλά τα αποτελέσματα δεν μπορούν να συγκριθούν με πιο αξιόπιστη μέθοδο. Οι δύο παραπάνω εκτιμήσεις είναι αρκετά ακριβείς για να διαπιστώσουμε αν το εκσπερμάτισμα πρέπει να απορριφθεί ή όχι. Αυτές γενικά χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση του σπέρματος μετά από κατάψυξη/ απόψυξη. Όμως παρόλο που τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι συνδεδεμένα με την γονιμότητα, οι μέθοδοι εκτίμησης τους δεν μπορούν να υπολογίσουν με ακρίβεια την γονιμότητα του σπέρματος και για τον λόγο αυτό απαιτούνται και άλλοι έλεγχοι. 5.6. Ποσοστό ζώντων σπερματοζωαρίων (% ) Η μέτρηση αυτή γίνεται σε μια σταγόνα διαλυμένου σπέρματος (διάλυση: 60-100 x10 6 σπερματοζωάρια/ml σπέρματος) σε μικροσκόπιο με θερμαινόμενη πλάκα (μεγέθυνση x200, θερμοκρασία 37-38 C). Ο εκτιμητής παρατηρεί 5 διαφορετικά πεδία του δείγματος και βγάζει τον μέσο όρο. Η ακρίβεια εξαρτάται από την εμπειρία του εκτιμητή, αλλά τα αποτελέσματα μπορούν να συγκριθούν και με την δοκιμή ακριβείας σε επιχρίσματα με χρωστική εοσίνη / νιγκροσίνη. 5.7. Πυκνότητα σπέρματος και Συνολικός Αριθμός Σπερματοζωαρίων (Σ.Α.Σ) Όσον αφορά την μέτρηση της πυκνότητας του σπέρματος καθώς και του συνολικού αριθμού σπερματοζωαρίων, αυτή γινόταν με χρήση του αιμοσφαιριομέτρου του Neubauer. Για τον υπολογισμό της πυκνότητας με το αιμοσφαιριόμετρο του Neubauer 10μl (0,01 ml) σπέρματος αραιώνεται σε 50 ml διαλύματος NaCl 3%, στη συνέχεια γίνεται τοποθέτηση καλυπτρίδας στην πλάκα Neubauer, με πιπέτα λαμβάνεται μικρή ποσότητα σπέρματος (10μl )και τοποθετείται μεταξύ πλάκας και καλυπτρίδας η οποία διεισδύει κάτω από την καλυπτρίδα με τις δυνάμεις συνάφειας. Η πλάκα αφήνεται για 5 λεπτά ώστε να κατακαθίσουν τα σπερματοζωάρια, γίνεται μικροσκοπική καταμέτρηση των 16 τετραγωνιδίων, των 4 ακραίων τετραγώνων, ενώ τέλος γίνεται υπολογισμός της πυκνότητας (μέσος όρος του αθροίσματος των τετραγώνων, αναγωγή σε 1 ml, πολλαπλασιασμός με τον βαθμό αραίωσης). Ο Συνολικός Αριθμός Σπερματοζωαρίων αποτελεί το γινόμενο της πυκνότητας και του όγκου εκσπερματίσματος. 26
5.8. Εκτίμηση του ποσοστού νεκρών και ανώμαλων σπερματοζωαρίων (%) Για την εκτίμηση αυτή χρησιμοποιείται η δοκιμή εοσίνης-νιγκροσίνης. Η χρώση της εοσίνης-νιγκροσίνης είναι διάλυμα εοσίνης, νιγκροσίνης και κιτρικού tri-na σε δισαπεσταγμένο νερό. Το δείγμα του σπέρματος μετά την χρώση εξετάζεται στο μικροσκόπιο έως ότου μετρηθούν τουλάχιστον 150 σπερματοζωάρια. Η επανάληψη της μέτρησης αυξάνει την ακρίβεια της εκτίμησης. Τα σπερματοζωάρια που είναι νεκρά κατά την στιγμή της χρώσης βάφονται ροζ ή κόκκινα (υπολογισμός του ποσοστού ζωντανά/ νεκρά σπερματοζωάρια). Τα ανώμαλα σπερματοζωάρια μπορούν να ταξινομηθούν σε πέντε διαφορετικές κατηγορίες. Χαρακτηριστικά σπερματοζωαρίων Κατηγορία Σπερματοζωάρια χωρίς ουρά 1 Σπερματοζωάρια με ανωμαλίες στην κεφαλή (μικρή κεφαλή 2 κ.λ.π.) Σπερματοζωάρια με ανωμαλίες στην ουρά (σπασμένη, 3 περιελιγμένη κ.λ.π.) Σπερματοζωάρια με κυτοπλασματικό σταγονίδιο στο εγγύτατο 4 τμήμα της ουράς Σπερματοζωάρια με κυτοπλασματικό σταγονίδιο στο εγγύτατο 5 τμήμα της ουράς Η εκτίμηση των παραπάνω κατηγοριών επιτρέπει τη κατάταξη των ζώων ως προς την χρήση τους για την Τ.Σ. Τακτική εξέταση του σπέρματος κάθε αρσενικού επιτρέπει την ανίχνευση των ανωμαλιών ή την καταγραφή προβλημάτων που επηρεάζουν την ποιότητα του. Όσον αφορά την ζωτικότητα του σπέρματος, αυτή ορίζεται ως το ποσοστό των ζωντανών σπερματοζωαρίων στο σύνολο των σπερματοζωαρίων του εκσπερματίσματος. Το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων αφορά το ποσοστό των σπερματοζωαρίων τα οποία αποκλίνουν από την μορφή του φυσιολογικού σπερματοζωαρίου στο συνολικό αριθμό των σπερματοζωαρίων. 5.9. Στατιστική ανάλυση Η στατιστική ανάλυση έγινε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή με την βοήθεια του στατιστικού πακέτου SPSS 11.0. Τα δεδομένα αναλύθηκαν με την μέθοδο ONE-WAY ANOVA. Το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε έλαβε υπόψη την διακύμανση της τιμής των ποσοτικών και ποιοτικών χαρακτηριστικών του σπέρματος σε σχέση με την εποχή και τον μήνα συλλογής. Ανεξάρτητες μεταβλητές ήταν ο μήνας και η εποχή του έτους, ενώ εξαρτημένες μεταβλητές ήταν ο όγκος του εκσπερματίσματος, η μαζική και ατομική κίνηση, η ζωτικότητα, η πυκνότητα, ο συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων και το ποσοστό ανωμάλων σπερματοζωαρίων. 27
6. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 6.1. Μηνιαία διακύμανση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών του σπέρματος Τα αποτελέσματα του πειράματος έδειξαν ότι: 1. Όσον αφορά τον όγκο του εκσπερματίσματος, η μεγαλύτερη τιμή παρουσιάζεται τον μήνα Αύγουστο (1,36±0,14 ml) γεγονός που εξηγείται από την έναρξη της φυσικής αναπαραγωγικής περιόδου των αιγών. Η χαμηλότερη τιμή της παραμέτρου παρουσιάζεται τον μήνα Απρίλιο 1,01±0,14 ml (γράφημα 2, πίνακας 6). 2. Η μαζική κίνηση λαμβάνει την υψηλότερη τιμή της κατά τον μήνα Ιούλιο (4,78±0,1) και την χαμηλότερη τιμή της τον μήνα Νοέμβριο (4,03±0,15). Κατά τη διάρκεια των μηνών Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο οι τιμές αυτές παραμένουν χαμηλές. (γράφημα 3, πίνακας 6). 3. Η ατομική κίνηση λαμβάνει την μέγιστη τιμή της τον μήνα Αύγουστο (4,71±0,1) και την χαμηλότερη τον μήνα Νοέμβριο (3,66 ±0,24). Οι τιμές της παραμέτρου είναι χαμηλές κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο, ενώ από τον μήνα Αύγουστο και έπειτα παρουσιάζουν ανοδική τάση (γράφημα 4, πίνακας 6). 4. Όσον αφορά την ζωτικότητα, αυτή παρουσιάζει την μεγαλύτερη τιμή της τον μήνα Ιούνιο (84,37±1,13 %) και την χαμηλότερη τον μήνα Νοέμβριο (76,99±2,61 %) (γράφημα 5, πίνακας 6). 5. Η πυκνότητα του εκσπερματίσματος αναφερόμενη σε 1 ml εκσπερματίσματος λαμβάνει την μέγιστη τιμή της τον μήνα Απρίλιο ( 6,69±0,24 x10 9 /ml) και την χαμηλότερη τιμή της τον μήνα Σεπτέμβριο (5,77±0,32 x10 9 /ml) (γράφημα 6, πίνακας 6). 6. Ο συνολικός αριθμός σπερματοζωαρίων ο οποίος είναι άμεσα εξαρτημένος με τον όγκο και την πυκνότητα του σπέρματος λαμβάνει την μέγιστη τιμή του τον μήνα Αύγουστο (8,06±0,10 x10 9 /ml) και την χαμηλότερη τιμή του κατά τον μήνα Απρίλιο (6,69±0,10 x10 9 /ml) (γράφημα 7, πίνακας 6). 7. Τέλος, το ποσοστό των ανωμάλων σπερματοζωαρίων λαμβάνει την μεγαλύτερη τιμή του κατά τον μήνα Ιούλιο (20,71±1,29 %) και την χαμηλότερη τιμή του τον μήνα Οκτώβριο (11,46±0,99 %) (γράφημα 8, πίνακας 6). 28