ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 27 ΜΑΪΟΥ 2006 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ λέξανδρος Παπαδιαµάντης νειρο στό κµα (απόσπασµα) [...] έν ξεύρω ν κόρη λουοµένη ε ς τήν θάλασσαν κουσε τήν φωνήν τ ς γίδας µου..λλά καί ν τήν ε χεν κούσει, τί τό παράδοξον; Πο ος φόβος τον; Τό ν κού τις φωνήν ζ ου κε. πού κολυµβ, φο δέν πέχει ε µή λίγας ργυιάς πό τήν ξηράν, δέν ε ναι τίποτε κτακτον. λλ µως, στιγµή κείνη, πού ε χα πατήσει ε ς τήν κορυφήν το βράχου, ρκεσεν. νεαρά κόρη, ε τε κουσεν ε τε χι τήν φωνήν τ ς κατσίκας µ λλον φαίνεται τι τήν κουσε, διότι στρεψε τήν κεφαλήν πρός τό µέρος τ ς ξηρ ς ε δε τόν µα ρον σκιον µου, τόν διακαµόν 1 µου,.πάνω ε ς τόν βράχον, νάµεσα ε ς τούς θάµνους, καί φ κε µισοπνιγµένην κραυγήν φόβου Τότε µέ κατέλαβε τρόµος, συγκίνησις, λύπη.περίγραπτος. Τά γόνατά µου κάµφθησαν. ξαλλος κ τρόµου, δυνήθην ν ρθρώσω φωνήν, κ κραξα: Μή φοβ σαι!... δέν ε ναι τίποτε δέν σο θέλω κακόν! Καί σκεπτόµην λίαν τεταραγµένος ν πρεπε νά ριφθ ε ς τήν θάλασσαν, µ λλον, διά νά λθω ε ς βοήθειαν τ ς κόρης, νά τρέξω καί νά φύγω ρκει φωνή µου νά τ ς. ιδε µεγαλύτερον θάρρος σον. παραµονή µου καί τό τρέξιµόν µου ε ς βοήθειαν. Συγχρόνως τότε, κατά συγκυρίαν χι παράδοξον, καθότι λοι ο α γιαλοί καί α θάλασσαι κε ναι συχνάζοντο πό τούς λιε.ς, µία βάρκα φάνη νά προβάλλ ντικρύ, πρός τό νατολικοµεσηµβρινόν µέρος, πό τόν πέρα κάβον, τόν σχηµατίζοντα τό δεξιόν ο ονεί κέρας το κολπίσκου. φάνη πλέουσα ργά, ρχοµένη πρός τά δ, µέ τάς κώπας. πλήν µφάνισίς της, ντί νά δώσ θάρρος ε ς τήν κόρην, πέτεινε τόν τρόµον της. φ κε δευτέραν κραυγήν µεγαλυτέρας γωνίας. ν καρε 2 τήν ε δα νά γίνεται φαντη ε ς τό κ µα. έν πρεπε τότε νά διστάσω. βάρκα κείνη πε χεν πέρ τάς ε κοσιν ργυιάς, πό τό µέρος που γωνία κόρη, γώ πε χα µόνον πέντε ξ ργυιάς. Πάραυτα, πως µην, ρρίφθην ε ς τήν θάλασσαν, πηδήσας µέ τήν κεφαλήν κάτω, πό τό ψος το βράχου. Τό βύθος το νερο τον πέρ τά δύο ναστήµατα. φθασα σχεδόν ε ς τόν πυθµένα, πο ος το µµόστρωτος, λεύθερος
βράχων καί πετρ ν, καί δέν το φόβος νά κτυπήσω. Πάραυτα νέδυν καί ν λθον ε ς τόν φρόν το κύµατος. πε χον τώρα λιγότερον πέντε ργυιάς πό τό µέρος το πόντου, που σχηµατίζοντο δ ναι καί κύκλοι συστρεφόµενοι ε ς τόν φρόν τ ς θαλάσσης, ο πο οι θά σαν ς µν µα γρόν καί καρια ον διά τήν τυχ παιδίσκην. τά µόνα χνη τά πο α φήνει ποτέ ε ς τήν θάλασσαν γωνι ν νθρώπινον πλάσµα!... Μέ τρία στιβαρά πηδήµατα καί πλευσίµατα, ντός λίγων στιγµ ν, φθασα πλησίον της Ε δα τό ε µορφον σ µα νά παραδέρν κάτω, πλησιέστερον ε ς τόν βυθόν το πόντου ε ς τόν φρόν το κύµατος, γγύτερον το θανάτου τ ς ζω ς. βυθίσθην, ρπασα τήν κόρην ε ς τάς γκάλας µου, καί ν λθον. Καθώς τήν ε χα περιβάλει µέ τόν ριστερόν βραχίονα, µο φάνη τι σθάνθην σθεν τήν χλιαράν πνοήν της ε ς τήν παρειάν µου. Ε χα φθάσει γκαίρως, δόξα τ Θε.!... ντούτοις δέν παρε χε σηµε α ζω ς λοφάνερα Τήν τίναξα µέ σφοδρόν κίνηµα, α θορµήτως, διά νά δυνηθ ν ναπνεύσ, τήν καµα νά στηριχθ πί τ ς πλάτης µου, καί πλευσα, µέ τήν χε ρα τήν δεξιάν καί µέ τούς πόδας, πλευσα σχυρ ς πρός τήν ξηράν. Α δυνάµεις µου πολλαπλασιάζοντο θαυµασίως. σθάνθην τι προσεκολλ το τό πλάσµα πάνω µου. θελε τήν ζωήν της.! ς ζη, καί ς τον ε τυχής. Κανείς διοτελής λογισµός δέν π ρχε τήν στιγµήν κείνην ε ς τό πνε µά µου. καρδία µου το πλήρης α τοθυσίας καί φιλοκερδείας. Ποτέ δέν θά ζήτουν µοιβήν! πί πόσον κόµη θά τό νθυµο µαι κε νο τό βρόν, τό παλόν σ µα τ ς γν ς κόρης, τό πο ον σθάνθην ποτέ πάνω µου π λίγα λεπτά τ ς λλως νωφελο ς ζω ς µου! τον νειρον, πλάνη, γοητεία. Καί πόσον διέφερεν πό λας τάς διοτελε ς περιπτύξεις, πό λας τάς λυκοφιλίας καί τούς κυνέρωτας 3 το κόσµου κλεκτή, α θέριος κείνη παφή! έν το βάρος κε νο, τό φορτίον τό ε άγκαλον 4, λλ το νακούφισις καί ναψυχή. Ποτέ δέν σθάνθην τόν αυτόν µου λαφρότερον φ σον βάσταζον τό βάρος κε νο µην νθρωπος, στις κατώρθωσε νά συλλάβ µέ τάς χε ράς του πρός στιγµήν ν νειρον, τό διον νειρόν του *** Μοσχούλα ζησε, δέν πέθανε. Σπανίως τήν ε δα κτοτε, καί δέν ξεύρω τί γίνεται τώρα, πότε ε ναι πλ θυγάτηρ τ ς Ε ας, πως λαι. λλ γώ πλήρωσα τά λύτρα διά τήν ζωήν της. ταλαίπωρος µικρή µου κατσίκα, τήν ποίαν ε χα λησµονήσει πρός χάριν της, πράγµατι σχοινιάσθη. περιεπλάκη κακά ε ς τό σχοινίον, µέ τό πο ον τήν ε χα δεµένην, καί πνίγη!... Μετρίως λυπήθην, καί τήν καµα θυσίαν πρός χάριν της.
Κ γώ µαθα γράµµατα, ξ ε νοίας καί λέους τ ν καλογήρων, κ γινα δικηγόρος φο πέρασα πό δύο ερατικάς σχολάς, τον πόµενον! Τάχα µοναδική κείνη περίστασις, νειρώδης κείνη νάµνησις τ ς λουοµένης κόρης, µ καµε νά µή γίνω κληρικός; Φε! κριβ ς νάµνησις κείνη πρεπε νά µέ κάµ νά γίνω µοναχός. ρθ ς λεγεν γηραιός Σισώης τι ν θελαν νά µέ κάµουν καλόγερον, δέν πρεπε νά µέ στείλουν ξω πό τό µοναστήρι. ιά τήν σωτηρίαν τ ς ψυχ ς µου ρκουν τά λίγα κε να κολλυβογράµµατα, τά πο α α τός µέ ε χε διδάξει, καί µάλιστα σαν καί πολλά!... Καί τώρα, ταν νθυµο µαι τό κοντόν κε νο σχοινίον, πό τό πο ον σχοινιάσθη κ πνίγη Μοσχούλα, κατσίκα µου, καί ναλογίζοµαι τό λλο σχοινίον τ ς παραβολ ς, µέ τό πο ον ε ναι δεµένος σκύλος ε ς τήν α λήν το φέντη του,διαπορ µέσα µου ν τά δύο δέν ε χαν µεγάλην συγγένειαν, καί ν δέν σαν ς σχοίνισµα κληρονοµίας 5 δι µέ, πως Γραφή λέγει.! ς µην κόµη βοσκός ε ς τά ρη!... ( ιά τήν ντιγραφήν) Α. ΠΑΠΑ ΙΑΜΑΝΤΗΣ 1. Τον ίσκιο, τη σιλουέτα, το περίγραµµα της φευγαλέας µορφής. 2. Ακαριαία, µονοµιάς. 3. Αγοραίους έρωτες. 4. Εύκολα µεταφερόµενο στην αγκαλιά, ευχάριστο στο αγκάλιασµα. 5. Μερίδιο, κλήρος. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α. Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι ο Παπαδιαµάντης είναι κατεξοχήν βιωµατικός συγγραφέας. Τεκµηριώστε τη θέση αυτή µε πέντε βιωµατικού χαρακτήρα αναφορές στο κείµενο που σας δόθηκε. Μονάδες 15
Β1. Να επισηµάνετε και να σχολιάσετε τέσσερις αφηγηµατικές τεχνικές που χρησιµοποιεί ο συγγραφέας στο συγκεκριµένο απόσπασµα. Β2. [...] βάρκα κείνη πεχεν... ες τάς γκάλας µου, καί νλθον. Να εξετάσετε τη λειτουργία της περιγραφής στο συγκεκριµένο χωρίο. Γ. ρθς λεγεν γηραιός Σισώης τι ν θελαν νά µέ κάµουν καλόγερον, δέν πρεπε νά µέ στείλουν ξω πό τό µοναστήρι. ιά τήν σωτηρίαν τς ψυχς µου ρκουν τά λίγα κενα κολλυβογράµµατα, τά ποα ατός µέ εχε διδάξει, καί µάλιστα σαν καί πολλά!.... Να σχολιάσετε το πιο πάνω χωρίο µε 120-140 λέξεις. Μονάδες 25. Να συγκρίνετε ως προς το περιεχόµενο το απόσπασµα που σας δόθηκε από το Όνειρο στο κύµα µε το παρακάτω ποίηµα του Κλείτου Κύρου, Οπτική απάτη : Κατατρύχονταν 1 από µια µορφή γυναίκας Την έβλεπε στον ύπνο του µ υψωµένα Χέρια να παραληρεί µε θέρµη Την έβλεπε κάθε πρωί να γνέφει Στο απέναντι παράθυρο να χαµογελά Μ αστραπές στα µάτια και στα δόντια Μες στο µισοσκότεινο δωµάτιο Σύµβολο της άυλης παντοτινά γυναίκας Έτσι νόµιζε τουλάχιστο δεν είχε διδαχθεί Τους παράγοντες της οφθαλµαπάτης. Όταν πια κατάλαβε είχε ξηµερώσει Σα να κύλησε µια ατελείωτη νύχτα Κι ήταν µόνος πάλι και ξεφύλλιζε Παλιές πολύ παλιές φωτογραφίες. (Αλέξανδρος Αργυρίου (επιµ.), Η ελληνική ποίηση. Ανθολογία Γραµµατολογία, τόµος ΣΤ, [Αθήνα:] Εκδόσεις Σοκόλη [1985], σ. 288.) 1. Βασανιζόταν, υπέφερε, ταλαιπωρείτο.