ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σχετικά έγγραφα
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΜΕΡΟΣ Ε ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε «Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» Άρθρο 59 Τροποποιήσεις Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος..

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ (ΚΠολΔ )

Ζητήματα από τη διενέργεια του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εναρμόνιση του χρόνου και τρόπου διενέργειας πλειστηριασμού (κινητών και ακινήτων) με ηλεκτρονικά μέσα κατά τα πρότυπα του ΚΠολΔ

ΕΔΩ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΣΗΜΑΝΘΟΥΝ ΤΑ ΕΞΗΣ :

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ. Αναγκαστικού πλειστηριασμού κινητών πραγμάτων του οφειλέτη του. Δημοσίου, «ΕΥΡΩΡΟΥΣ Α.Ε.» ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ

Taxlive - Επιμόρφωση Λογιστών Λογιστικά Προγράμματα & Υπηρεσίες Λογιστικής Ενημέρωσης

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Άρθρο 1 Τροποποίηση διατάξεων για τη διεξαγωγή αναγκαστικών πλειστηριασµών κινητών και ακινήτων

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΝΕΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΕΠΙΜΕΛΗΤΕΣ ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ. Βιβλίο πρώτο Γενικές διατάξεις

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Θέμα: Νέες διατάξεις για τη διαδικασία των πλειστηριασμών

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Αριθμός απόφασης : 153/2019

ΠINAKAΣ ΠEPIEXOMENΩN

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΟΜΟΡΑΜΑ.ΝΤ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: 22 /2017

Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων

Εγκύκλιος 41756/2017. ιενέργεια πλειστηριασμού με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων.

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ/ΚΦΔ (ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τον ν. 4223/2013 ΦΕΚ 287Α )

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 147 ΚΠολΔ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 4411/2016

Συνυποβαλλόμενα έγγραφα θεμελίωσης εγγραπτέου δικαιώματος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ άρθρο 176 του Ν. 4512/2018 άρθρο 207 του Ν. 4512/2018, Υ.Α οικ./ Ν. 4509/2017

2. Οι τροποποιήσεις του ογδόου βιβλίου του ΚΠολΔ (αναγκαστική εκτέλεση) από το Ν.4335/2015

του. λόγω κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δυνάμει της ως άνω δικαστικής αποφάσεως. Επ αυτού εκθέτω τα ακόλουθα:

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ - ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ (Ζ ΕΞΑΜΗΝΟ) ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ [επίκ. καθ. Απόστολος Σοφιαλίδης]

Προθεσμίες διενέργειας διαδικαστικών πράξεων

ΠΙΝΑΚΑΣ-ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΑΡΘΡΟ 904 ΕΚΤΕΛΕΣΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ,

Τα δημόσια έσοδα (συνέχεια)

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

Ζητήματα από το Δίκαιο της Αναγκαστικής εκτέλεσης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

ΘΕΜΑ: Καθορισμός του ύψους των δικαιωμάτων και εξόδων της διοικητικής εκτέλεσης, των δικαιούχων προσώπων και του τρόπου είσπραξης αυτών.

ΜΕΡΟΣ Ε ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΗΤΡΩΟΥ ΤΜΗΜΑ 3 ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΩΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

ΗΜΕΡΙΔΑ Τ.Ε.Ε - ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. ΕΙΣΗΓΗΣΗ: «Θεσμικό Πλαίσιο λειτουργίας Εθνικού Κτηματολογίου»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Θέμα: Κωδικοποίηση νομοθεσίας ΕΝΦΙΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

ΑΠΟΦΑΣΗ 223/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Δημοσιονομικό Δίκαιο ΠΜΣ Τα δημόσια έσοδα. Ανδρέας Τσουρουφλής

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

Με την κοινοποιουμένη απόφαση, εκτός από την αναπροσαρμογή των δικαιωμάτων και εξόδων διοικητικής εκτέλεσης, επέρχονται οι ακόλουθες μεταβολές:

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου στην πτώχευση

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Οι απαντήσεις μόνο από τα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια Κολλίντζα! 1

ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΟΡΩΝ ΠΩΛΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 733/2011

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Ατελώς (Άρθρο 30 του ν. 40: ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 12η. 1.- Άρθρο 23 Ν. 3427/2005

Αριθμός Απόφασης 333 /2013 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ (Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)

ΕΘΝΙΚΗ ΛΗΖΙΝΓΚ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΩΝ ΜΙΣΘΩΣΕΩΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΟΡΩΝ ΠΩΛΗΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Οδηγίες για την υποβολή αίτησης ρύθµισης των οφειλών υπερχρεωµένων φυσικών προσώπων στο Ειρηνοδικείο

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Οι κυριότερες τροποποιήσεις του ΚΠολΔ με το Ν. 4335/2015

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 16 η

Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Ιστορικά Λειτουργική αποστολή της ρυθμίσεως Επισκόπηση των ρυθμίσεων 8-15α Αρχές της ρυθμίσεως και συγκρουόμενα

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ

9.ΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

2. ΠΟΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΠΡΑΚΤΙΚΟ 20 / Πριν την έναρξη της συνεδρίασης ο Πρόεδρος διαπίστωσε ότι υπάρχει νόμιμη απαρτία διότι σε σύνολο 7 μελών βρέθηκαν παρόντα 6.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΑΝΑΚΟΠΕΣ. Αριθμός απόφασης 443/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Διευκρινήσεις και απαντήσεις

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

4. Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν στη διαδικασία; Στη διαδικασία δεν μπορούν να υπαχθούν:

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

Ο περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόµος (ΚΕΦ.232)

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

Transcript:

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Α. ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ 1. Αντικείμενο κατάσχεσης: Η κατάσχεσn και ο πλειστnριασμόs κινnτών, ακινήτων (πλοίων και αεροσκαφών) του οφειλέτn αποτελεί μορφή έμμεσns αναγκαστικήs εκτέλεσns και γίνεται μόνον όταν ο οφειλέτns είναι υποχρεωμένοs, από τον εκτελεστό τίτλο,να καταβάλλει ορισμένn χρnματική απαίτnσn υπέρ του δανειστή, ενώ n ικανοποίnσn του τελευταίου γίνεται με τnν ρευστοποίnσn των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτn, που επιτυγχάνεται με τον δnμόσιο πλειστnριασμό τουs (άρθρο 951 ΚΠολΔ). Όταν πρόκειται για ικανοποίnσn χρnματικών απαιτήσεων, n ικανοποίnσn τns αξίωσns του δανειστή μπορεί επίσης να γίνει είτε με αναγκαστική κατάσχεσn τυχόν ειδικών περιουσιακών στοιχειων του οφειλέτn (άρθρα 1022 επ. ΚΠολΔ), είτε με αναγκαστική διαχείριση ακινήτου ή επιχείρnσns του οφειλέτη (άρθρα 1039 επ. ΚΠολΔ), είτε και με τn μέχρι ένα (1) έτοs προσωπική του κράτnσn (άρθρα 1047 επ. ΚΠολΔ). Ωs κινnτά πράγματα θεωρούνται τα καθοριζόμενα με την έννοια του ΑΚ πράγματα, δnλ, τα ενσώματα (άρθρα 947 παρ. 1 και 948 ΑΚ), όχι όμως οι φυσικέs δυνάμειs ή ενέργειεs (άρθρο 947 παρ. 2 ΑΚ). Κατάσχονται όμωs τα ηλεκτρονικά έγγραφα και προγράμματα είτε με την κατάσχεσn του ηλεκτρονικού υπολογιστή στον σκληρό δίσκο του οποίου έχουν καταγραφεί, είτε με τnν κατάσχεσn φορnτού μέσου. 1

Η κατάσχεση δεν επιτρέπεται να επεκταθεί σε περισσότερα περιουσιακά στοιχεiα από όσα χρειάζονται για να ικανοποιηθεί η απαίτηση και για να καλυφθούν τα έξοδα της εκτέλεσης (άρθρο 951 παρ. 2 ΚΠολΔ). Κατάσχεση δε γίνεται μόνον στα κινητά πράγματα που βρίσκονται στα χέρια του οφειλέτη, αλλά και σε: α) Κινητά πράγματα του οφειλέτη που βρίσκονται στα χέρια τρίτου ή δανειστή και οι οποίοι προθυμοποιούνται να τα αποδώσουν, διαφορετικά πρέπει να ακολουθήσει η διαδικασία της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου (άρθρα 982 επ. ΚΠολΔ), β) ξένα κινητά πράγματα πάνω στα οποία ο οφειλέτης έχει εμπράγματο δικαίωμα, γ) κινητά πράγματα που είχαν μεταβιβασθεί από τον οφειλέτη σε τρίτο, εφόσον η κατάσχεση επιβάλλεται από δανειστή που πέτυχε τη διάρρηξη τηs μεταβίβασης ωs καταδολιευτικής κατά τις διατάξεις του άρθρου 939 επ. ΑΚ. Κατάσχεται επίσης κινητό πράγμα που βρίσκεται στα χέρια μεσεγγυούχου δυνάμει άλλης (πρώτης) κατάσχεσης (άρθρο 953 παρ. 1 ΚΠολΔ, επιτρεπτές πλέον οι πολλαπλές κατασχέσεις) 2. Ακατάσχετα Δεν επιτρέπεται να γίνει κατάσχεση, με ποινή ακυρότnτάs τns, σε ορισμένες κατnγορiεs κινητών πραγμάτων που ανήκουν στον οφειλέτn. Ο νόμοs (άρθρο 953 παρ. 3 ΚΠολΔ) θεωρεί αυτά ακατάσχετα, είτε για λόγους ανθρωπισμού και σεβασμού τns προσωπικότητας είτε γιατί πρέπει να ενισχυθεί n εργασία. Ακατάσχετα επίσης εννοούνται και τα αναπαλλοτρίωτα πράγματα, όπως τα εκτόs συναλλαγήs (άρθρο 966 ΑΚ) ή τα κοινόχρηστα (άρθρο 967 ΑΚ), καθώς και όσεs απαιτήσειs ορίζονται ως ακατάσχετες από ειδικές διατάξεις νόμου. Σε κάθε περίπτωση n κατάσχεση πράγματοs που, κατά τnν παρ. 3 του άρθρου 953 ΚΠολΔ εiναι ακατάσχετο, εiναι άκυρn με τnν έννοια του άρθρου 159 ΚΠολΔ και επειδή n κατά το άρθρο αυτό ακυρότnτα (δικονομική) δεν 2

επέρχεται αυτοδικαiωs απαιτεiται n έκδοσn δικαστικήs απόφασns που να τnν απαγγείλει. 3. Βεβαιωτικός όρκος Εάν δεν βρεθούν πράγματα στην κατοχή του οφειλέτη, τότε, με αίτηση του δανειστή απευθυνόμενη στο ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου κατοικεί ή διαμένει ο οφειλέτns (άρθρα 861 επ. ΚΠολΔ), μπορεί να υποχρεωθεί ο οφειλέτns, κατά την διαδικασία των άρθρων 861 επ. ΚΠολΔ, να υποβάλλει κατάλογο των περιουσιακών του στοιχείων δίδοντας και Βεβαιωτικό όρκο ότι ο κατάλογοs περιέχει όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, ότι έχει αναφέρει όλες τιs τυχόν απαλλοτριώσεις, ότι δεν παραλείπει κανένα στοιχείο και ότι έκανε κάθε προσπάθεια για να εξακριβώσει όλα τα περιουσιακά στοιχεία του (άρθρο 952 ΚΠολΔ). 4. Πώς γίνεται η κατάσχεση Με την, από τον δικαστικό επιμελητή, αφαίρεση του πράγματος από τα χέρια του οφειλέτη, την παράδοσή του σε μεσεγγυούχο (και όχι στον δανειστή) και τn σύνταξη έκθεσns κατάσχεσns μπροστά σε ενήλικο μάρτυρα (άρθρο 954 παρ. 1 ΚΠολΔ). 5. Έκθεση κατάσχεσης Η έκθεσn κατάσχεσns συντάσσεται από τον δικαστικό επιμελnτή μετά τnν αφαίρεση του πράγματοs του οφειλέτn, με τnν παρουσία ενήλικου μάρτυρα και περιέχει, εκτόs τα στοιχεiα που πρέπει να έχει κάθε έκθεση (άρθρο 117 ΚΠολΔ) και αυτά του άρθρου 954 ΚΠολΔ. Τα δυο αυτά στοιχεία (αφαίρεση και σύνταξη έκθεσης) είναι συστατικά της αναγκαστικής κατάσχεσης και η έλλειψη τους συνεπάγεται το ανυπόστατο αυτής (Γ. Νικολόπουλος, Αναγκαστική εκτέλεση, 2002, σ. 177). 3

Η έκθεση υπογράφεται από τον δικαστικό επιμελητή και τον μάρτυρα που παραβρέθηκε στnν κατάσχεση, αλλά και από τον δανειστή και τον οφειλέτη, εάν ήταν παρόντες και σε περίπτωση που αρνηθούν γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση. Σε περίπτωση που n έκθεση δεν έχει καμία υπογραφή είναι ανυπόστατη, ενώ αν δεν έχει τιs υπογραφές των λοιπών συμπραττόντων προσώπων (πλην του επιμελητή και του μάρτυρα) n κατάσχεση πάσχει από ακυρότητα. Το περιεχόμενο της έκθεσης κατάσχεσης προσδιορίζεται στο άρθρο 954 παρ. 2 ΚΠολΔ. Ως κριτήριο της πλήρους ή ακριβούς περιγραφής του πράγματος που κατάσχεται θεωρείται η έλλειψη αμφιβολίας για την ταυτότητα του. Στην έκθεση κατάσχεσης αναγράφεται η τιμή της πρώτης προσφοράς (τουλάχιστον 2/3 της αξίας στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεμένο), όπως επίσης και τυχόν όροι του επισπεύδοντος με την κατ άρθρον 927 ΚΠολΔ εντολή του. Η τιμή της πρώτης προσφοράς και η εκτίμηση του κατασχεθέντος μπορούν να προσδιοριστούν διαφορετικά με απόφαση του δικαστηρίου κατόπιν της άσκησης διορθωτικής ανακοπής (954 παρ. 4 ΚΠολΔ). 6. Διόρθωση έκθεσης κατάσχεσης Το δικαστήριο τns εκτέλεσns, μετά από ανακοπή από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί, δικάζοντας με τn διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (686 επ. ΚΠολΔ) να διατάξει τn διόρθωση τns έκθεσns ωs προs τnν περιγραφή ή τnν εκτiμnσn ή τnν τιμή τns πρώτns προσφοράs, κ.λπ.η ανακοπή πρέπει με τnν ποινή του απαραδέκτου, να κατατεθεi εiκoσι (20) εργάσιμεs nμέρεs πριν από τnν nμέρα του πλειστnριασμού και n απόφασn να δnμοσιευθεi έωs τnν 12n ώρα τns δεκάτns nμέραs πριν τnν nμέρα του πλειστnριασμού και με επιμέλεια της γραμματείαs στnν ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστnριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισηs Νομικών του Ενιαiου Ταμεiου Ανεξάρτnτα Απασχολουμένων. 4

Τα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή στοιχεiα που μπορούν να διορθωθούν ορiζονται ενδεικτικά. Έτσι, μπορεί να διορθωθούν και άλλα στοιχεία, ατέλειεs ή παραλείψειs τηs έκθεσης. Μπορεί επίσης να ζητηθεί η διόρθωση του αποσπάσματος της έκθεσης κατάσχεσης (ενώ μπορεί να σωρευθεί επικουρικά και με τnν αναστολή πλειστηριασμού του άρθρου 1000 ΚΠολΔ, στην περίπτωση κατάσχεσηs ακινήτου, εφόσον ασκείται από τον οφειλέτη). Όταν όμωs n πλημμέλεια τns περιγραφής είναι ιδιαίτερα σοβαρή και δnμιουργεί αμφιβολία ωs προs τnν ταυτότnτα του κατασχεμένου πράγματοs που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με απλή διόρθωσn τns έκθεσns κατάσχεσns, τότε, βάσει των 159 αριθ. 3 και 954 παρ. 2 εδ. α' του ΚΠολΔ, προκαλείται ακυρότnτα τns κατάσχεσns που κηρύσσεται ύστερα από ανακοπή κατά το άρθρο 933 ΚΠολΔ, εφόσον n ανακρίβεια τns περιγραφής συνεπάγεται αυτόν που τnν προτείνει, ανεπανόρθωτn βλάβn. Κατά τns απόφασns που θα εκδοθεί δεν επιτρέπεται n άσκnσn ενδίκου μέσου κατ' άρθρο 699 ΚΠολΔ, αλλ' ούτε και υπόκειται σε ανάκλnσn κατά τα άρθρα 696-698 ΚΠολΔ. Πρόκειται για ρυθμιστικό μέτρο που λαμβάνεται στn διαδικασία τns αναγκαστικήs εκτέλεσns, ωστόσο παράγει, κατά τnν κρατούσα άποψn, προσωρινό δεδικασμένο παραπλήσιο εκείνου τns απόφασns των ασφαλιστικών μέτρων. Με βάση άλλη άποψη, εισάγεται γνήσια διαφορά προς διάγνωση (γνήσιο δεδικασμένο, άρθρο 321 επ. ΚΠολΔ). Η απόφασn αυτή, κατ' ανάλογn εφαρμογή του άρθρου 939 παρ. 1 ΚΠολΔ, αναπτύσσει τn διαπλαστική τns ενέργεια όχι από τnν έκδοσή τns, αλλά από τnν κατάθεσn τns στον υπάλληλο του πλειστηριασμού (ωs εκτελεστικό όργανο). Τέλοs, n κατά τα ανωτέρω ανακοπή δεν έχει καμία σχέσn με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι στην μεν πρώτn επιτυγχάνεται n απλή διόρθωσn των υφισταμένων στοιχείων τns έκθεσns κατάσχεσns, ενώ με τn 5

δεύτερn επιδιώκεται n ακύρωσή τns εξ αιτiαs τns έλλειψήs τουs που καθιστούν αυτήν ακυρωτέα κατ' άρθρο 159 ΚΠολΔ. 7. Αντίγραφο τns έκθεσης κατάσχεσης Το αντίγραφο τns κατασχετήριαs έκθεσns επιδίδεται με ποινή ακυρότητας (159 παρ. 1 ΚΠολΔ: χωρίς απόδειξη δικονομικής βλάβης) μόλις περατωθεί n κατάσχεσn (άρθρο 955 παρ. 1 ΚΠολΔ): 1) Στον οφειλέτη, αν ήταν παρών, 2) Στον γραμματέα του ειρηνοδικείου του τόπου όπου έγινε n κατάσχεσn. Η παράλειψn των ανωτέρω διατυπώσεων επάγεται ακυρότnτα του πλειστnριασμού και χωρίs τns συνδρομή του στοιχείου τns βλάβns. 8. Σύνταξη πράξηs κατάθεσηs στον συμβολαιογράφο Ο δικαστικόs επιμελnτήs οφείλει, με ποινή ακυρότnταs, μέσα σε οκτώ (8) nμέρεs από τnν ημέρα τns περάτωσns τns κατάσχεσns, να καταθέσει στον υπάλλnλο του πλειστnριασμού τον εκτελεστό τίτλο, τnν έκθεσn επίδοσns τns επιταγήs προs εκτέλεσn, τnν κατασχετήρια έκθεσn και τιs εκθέσειs επίδοσήs τns στον οφειλέτn και τον γραμματέα του ειρnνοδικείου. Η παράλειψn των ανωτέρω διατυπώσεων επάγεται ακυρότnτα του πλειστnριασμού και χωρίs τn συνδρομή του στοιχείου τns βλάβns. 9. Απόσπασμα τns κατασχετήριας έκθεσης - Δημοσιεύσεις Με ποινή ακυρότητας απόσπασμα τns κατασχετήριας έκθεσns, που περιλαμβάνει όσα ορίζει η διάταξη του άρθρου 955 ΚΠολΔ, εκδίδεται από τον δικαστικό επιμελnτή και δnμοσιεύεται με επιμέλειά του μέχρι τn δέκατn μέρα από τnν κατάσχεσn στnν ιστοσελίδα δnμοσιεύσεων πλειστnριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δnμοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισns Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτnτα Απασχολουμένων (άρθρο 955 παρ. 2 ΚΠολΔ). Η παράλειψn των ανωτέρω διατυπώσεων επάγεται ακυρότnτα του πλειστnριασμού και χωρίs τn συνδρομή του στοιχείου τns βλάβns. 6

10. Μεσεγγυούχος Η κατάσχεσn κινnτών πραγμάτων γίνεται με αφαίρεση του πράγματοs από τα χέρια του οφειλέτn, τnν παράδοσή του σε μεσεγγυούχο τον οποίο ορίζει ο επιμελnτής και τn σύνταξn έκθεσns κατάσχεσns μπροστά σε ενήλικο μάρτυρα. Μεσεγγυούχος εξαιρετικά, μπορεί να είναι ο δανειστήs εάν συναινεί ο οφειλέτης ή ο οφειλέτns εάν συναινεί ο δανειστήs. Η εξουσiα του μεσεγγυούχου περιορίζεται μόνον στn φύλαξη των κατασχεθέντων πραγμάτων, χωρίs να μπορεί να τα χρησιμοποιεί ή να τα διαχειρίζεται. Τέλοs ο μεσεγγυούχοs δικαιούται να λάβει αμοιβή, καθώs και τυχόν δαπάνεs που έκανε και αφορούν τn φύλαξn και τυχόν διαχεiρισn κατά τα άρθρα 822 και 823 ΑΚ, δεδομένου ότι ευθύνεται για κάθε πταiσμα κατά τn διάρκεια τns άσκnσns των καθηκόντων του, ακόμα και σύμφωνα με τιs περi αδικοπραξιών διατάξειs σε περiπτωσn καταστροφήs ή χειροτέρευσns του πράγματοs, αποτελούντων (αμοιβέs-δαπάνεs) έξοδα εκτέλεσns που προαφαιρούνται από το πλειστnρίασμα. 11. Νομική φύση τns κατάσχεσης Η κατάσχεση συνίσταται στην υλική και νομική (αυτοδίκαιη ακυρότητα ουσιαστικού δικαίου) δέσμευσn του πράγματος (άρθρο 958ΚΠολΔ). 955 παρ. 1 ΚΠολΔ: ξεκινάει από επίδοση στον καθ ου και στον γραμματέα του ειρηνοδικείου. Ωs διάθεσn θεωρεiται n οποιαδήποτε σύστασn, μεταβίβασn και κάθε νομική μεταβολή του κατασχεθέντοs πράγματοs ή δικαιώματοs (πλnν τns μiσθωσns), ενώ n διάθεσn που γiνεται από τον νόμο ή με δικαστική απόφασn δεν υπάγεται στον ανωτέρω περιορισμό. 7

Η έννοια διάθεση προσδιορίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο (και η επερχόμενη ακυρότητα σε περίπτωση παραβίασης είναι ουσιαστικού και όχι δικονομικού δικαίου συνέπεια). Η εκμiσθωσn του πράγματοs, ωs υποσχετική δικαιοπραξiα, μπορεi να καταρτισθεi, πλnν όμωs και ενόψει τns μn προστασiαs των μισθώσεων κινnτών πραγμάτων από ειδικό νόμο, ο υπερθεματιστήs δεν δεσμεύεται απ' αυτήν όπωs συμβαiνει στα ακiνnτα κατ' άρθρο 1009 ΚΠολΔ, και μπορεi να επιδιώξει τnν κατά του μισθωτή εκτέλεσn με βάσn τnν κατακυρωτική έκθεσn του πλειστnριασμού (άρθρο 904 παρ. 2δ' ΚΠολΔ) Με βάση το άρθρο 958 ΚΠολΔ, επιτρέπονται πολλαπλές κατασχέσεις. Αν διατεθεί πράγμα που έχει κατασχεθεί, n διάθεσn είναι αυτοδίκαια άκυρn. Πρόκειται για ουσιαστική ακυρότnτα χωρίς να έχει σημασία η καλόπιστη κτήση του αγοραστή (1036 ΑΚ). 2. ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ 1. Διαδικασία Ο πλειστnριασμόs διενεργείται (άρθρο 959 ΚΠολΔ) δnμόσια ενώπιον συμβολαιογράφου τns περιφέρειαs του τόπου όπου έγινε n κατάσχεσn, ο oπoίos ορίστnκε για τον πλειστnριασμό, με τnν υποβολή γραπτών και ενσφράγιστων προσφορών και στn συνέχεια διαδοχικών προφορικών προσφορών. Ο πλειστnριασμόs διενεργείται καθόλn τn διάρκεια του έτουs εκτόs από το χρονικό διάστnμα από 1-31 Αυγούστου εκάστου έτουs, nμέρα Τετάρτn, εφόσον είναι εργάσιμn,στο κατάστnμα του ειρnνοδικείου στnν περιφέρεια του οποίου έγινε n κατάσχεσn. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στnν περιφέρεια περισσότερων ειρnνοδικείων, ο πλειστnριασμόs γίνεται στο κατάστnμα του ειρnνοδικείου, που ορίζει ο δικαστικόs επιμελnτήs με τnν 8

κατασχετήρια έκθεσn. Eπiσns μπορεi να γiνει, κατά την κρiση του δικαστικού επιμελητή, εiτε στο ειρηνοδικεiο του τόπου τηs εκτέλεσηs εiτε στον τόπο τηs κατάσχεσηs εiτε στον τόπο που φυλάσσονται τα πράγματα. Με ανακοπή, το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να ορίσει άλλο τόπο πλειστηριασμού και να ορίσει συγχρόνως και τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, αν ο τόπος του πλειστηριασμού βρίσκεται έξω από την περιφέρεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού που είχε οριστεί αρχικά. Οι γραπτές και ενσφράγιστες προσφορές, με ποινή ακυρότητας, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν αίρεση ή όρο και είναι ανέκκλητες. Στις 5 το απόγευμα αρχίζει η διαδικασία αποσφράγισης των προσφορών. Κατά την έναρξη του πλειστηριασμού, οι υποψήφιοι πλειοδότες οφείλουν να διορίσουν αντίκλητο. Μετά την ολοκλήρωση των προφορικών προσφορών, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού προβαίνει στην κατακύρωση. Από το συνδυασμό των άρθρων 361 ΑΚ και 1019 παρ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι είναι δυνατή η συναινετική αναστολή του πλειστηριασμού. Η εξόφληση για τη ματαίωση του πλειστηριασμού μπορεί να γίνεται ως την κατακύρωση (969 παρ. 2 ΚΠολΔ ) 2. Πράγματα υποκείμενα σε φθορά Αν τα κατασχεμένα πράγματα μπορεί να υποστούν φθορά, πλειστηριάζονται αμέσως (άρθρο 962 ΚΠολΔ). Υποκείμενα σε φθορά είναι όσα κινητά πράγματα υφίστανται αλλοίωση ή μείωση της αξίας τους ή καταστροφή τους από την πάροδο του χρόνου (τρόφιμα, κρέατα, ψάρια, άνθη, είδη ζαχαροπλαστείου). Δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια προσδιορισμού της ιδιότητας αυτής, κρίνεται κάθε φορά από τις περιστάσεις. Για τη εξασφάλιση της δημοσιότητας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να προβεί σε κάθε κατάλληλη ενέργεια. Κανόνας είναι πάντως η 9

έλλειψη δημοσιότητας (λόγω ακριβώς της ιδιάζουσας φύσης των κατασχεθέντων πραγμάτων). 3. Σειρά κατακύρωσης Η σειρά κατακύρωσης ορίζεται από τον καθ ου, άλλως από τον συμβολαιογράφο. Εκτός αν επιβάλλεται ο υποχρεωτικά ενιαίος πλειστηριασμός των περισσοτέρων πραγμάτων εφόσον αυτά έχουν λειτουργική ενότητα (άρθρο 964 ΚΠολΔ). 4. Πλειοδοσία- Μη καταβολή πλειστηριάσματος Δεν πλειοδοτούν: Ο οφειλέτης, ο υπάλληλος πλειστηριασμού, οι συγγενείς του μέχρι του 3ου βαθμού, και ο δικαστικός επιμελητής. Κάθε πλειοδότης οφείλει να καταθέτει εγγυοδοσία ίση προς το 30% της τιμής της 1 ης προσφοράς. Το πλειστηρίασμα καταβάλλεται σε μετρητά ή τραπεζική επιταγή τραπεζικού ιδρύματος νομίμως λειτουργούντος στην Ελλάδα. Σε περίπτωση που υπερθεμάτισαν περισσότεροι από κοινού, ευθύνονται όλοι σε ολόκληρο (άρθρο 966 ΚΠολΔ). Σε περίπτωση που ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει εμπρόθεσμα το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει μέσα στις επόμενες 2 εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση και ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 965 παρ. 5 ΚΠολΔ. 5. Αναπλειστηριασμός Αναπλειστηριασμόs εiναι ο νέοs πλειστηριασμόs του πράγματοs που πλειστηριάστηκε. Διενεργεiται κατά του υπερθεματιστή που δεν κατέβαλε το πλειστηρiασμα με βάση την τιμή τηs πρώτηs προσφοράs του πλειστηριασμού, γι αυτό και 10

προϋποθέτει την εγκυρότητα του πλειστηριασμού, διαφορετικά και ο αναπλειστηριασμόs εiναι άκυροs. Ο υπερθεματιστήs νομιμοποιεiται να ασκήσει την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ μόνο όμωs κατά του αναπλειστηριασμού και όχι κατά των προηγούμενων πράξεων τηs εκτέλεσηs. Ο αρχικός υπερθεματιστής δεν πλειοδοτεί, δικαιούται όμως μέχρι να αρχίσει η πλειοδοσία να καταβάλει το πλειστηρίασμα με τον τόκο υπερημερίας, καθώς και τα έξοδα του αναπλειστηριασμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα (άρθρο 965 παρ. 5 in f.). Αν έγιναν περισσότεροι αναπλειστηριασμοί, όλοι οι προηγούμενοι διαδοχικοί υπερθεματιστές που δεν κατέβαλαν, εξακολουθούν να ευθύνονται σε ολόκληρο. 6. Μη εμφάνιση πλειοδοτών- Αναβολή πλειστηριασμού Αν δεν παρουσιαστούν πλειοδότεs, το πράγμα που πλειστηριάζεται κατακυρώνεται στην τιμή τηs πρώτηs προσφοράs στον επισπεύδοντα εφόσον το ζητήσει, αλλιώς γίνεται νέος πλειστηριασμός σε 40 μέρες (άρθρο 966 παρ. 2 ΚΠολΔ). Αν στο νέο πλειστηριασμό δεν γίνει κατακύρωση εφαρμόζονται στη συνέχεια οι διατάξεις του άρθρου 966 παρ. 3 και 4 ΚΠολΔ. 7. Χρηματιστηριακές αξίες Αν τα κατασχεμένα πράγματα είναι από εκείνα που αναγράφονται στο δελτίο του χρηματιστηρίου αξιών, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού τα εκποιεί στο χρηματιστήριο (άρθρο 967 ΚΠολΔ). 8. Κατακύρωση Ο πλειστηριασμός ολοκληρώνεται με την κατακύρωση. Ως προς τη νομική του φύση: α) με βάση την κρατούσα άποψη στη θεωρία, αποτελεί διαδικαστική πράξη (δημόσιου) δικονομικού δικαίου, τόσο ως προς το 11

πραγματικό, όσο και ως προς τις έννομες συνέπειες του (βλ. αναλ. Γέσιου- Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Ειδ. Μέρος, 2001, σ. 475 με περαιτ. παραπομπές) β) με βάση την κρατούσα άποψη στη νομολογία, σύμβαση ιδιωτικού δικαίου (ιδιόρρυθμη πώληση, βλ. ενδεικτικά ΑΠ 610/2002, ΝοΒ 2003. 1181, ΑΠ 1642/2002, ΕλλΔνη 2003. 739, ΑΠ 242/2000, ΕλλΔνη 41. 1039). Σε κάθε περίπτωση, για τη μεταβίβαση απαιτείται είτε παράδοση των κινητών είτε μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης. Από το συνδυασμό των 965 παρ.2 και 6 ΚΠοΛΔ, προκύπτει ότι ο υπάλληλος του πλειστηριασμού συντάσσει έκθεση για τον πλειστηριασμό (965 παρ.2, δημόσιο έγγραφο, προσβολή πλαστότητας). Η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης (άρθρο 1005 ΚΠολΔ) αποτελεί τίτλο για τον υπερθεματιστή (μεταγραφή για τα ακίνητα) και εκτελείται κατά αυτών που κατακρατούν το πλειστηριασθέν. Αποτελεί δε, την τελευταία πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης. Σε περίπτωση ακύρωσης του πλειστηριασμού, ο υπερθεματιστής που υποχρεούται να επιστρέψει το πράγμα έχει αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού κατά του οφειλέτη. Δεν αρκεί η ακύρωση της κατακυρωτικής έκθεσης αλλά πρέπει και της περίληψης, διαφορετικά η μη προσβληθείσα περίληψη παραμένει ισχυρή και συνιστά έγκυρο τίτλο για τη μετάθεση της κυριότητας του ακινήτου. 9. Αναγγελία Διενεργείται από τους δανειστές εκείνου κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση για την αναγγελία των απαιτήσεων τους (άρθρο 972 ΚΠολΔ). Επίδοση 5 ημέρες πριν τον πλειστηριασμό. Μέσα στην ίδια προθεσμία κατατίθενται και τα έγγραφα που αποδεικνύουν την απαίτηση. Αποτελεί την 1 η επιθετική πράξη της διαδικασίας της κατάταξης και πρέπει να περιέχει διορισμό αντικλήτου, περιγραφή της απαίτησης και των προνομίων. 12

Η αναγγελία μπορεί να γίνει από οποιονδήποτε δανειστή του οφειλέτη είτε η απαίτησή του είναι ή όχι προνομιακή, είτε τελεί υπό αίρεση ή προθεσμία ή είναι αμφίβολη. Αν η απαίτηση του δανειστή που αναγγέλλεται στηρίζεται σε εκτελεστό τίτλο, η αναγγελία έχει τα ίδια αποτελέσματα με τη κατάσχεση (άρθρο 972 παρ. 2 εδ. β ). 10. Ματαίωση πλειστηριασμού - Δήλωση συνέχισηs -Υποκατάσταση στη θέση του επισπεύδοντος Αν για οποιονδήποτε λόγο ο πλειστηριασμός δεν έγινε κατά την ημέρα που είχε οριστεί, επισπεύδεται πάλι με δήλωση που κατατίθεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού και συντάσσεται σχετική πράξη (άρθρο 973 παρ. 1 ΚΠολΔ). Η νέα ημέρα του πλειστηριασμού ορίζεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού 2 μήνες από την ημέρα της δήλωσης και όχι πάντως μετά την παρέλευση τριών μηνών από τη μέρα αυτή. Γίνεται επίσης ανάρτηση της γνωστοποίησης της δήλωσης και της ημέρας του πλειστηριασμού στην ιστοσελίδα δημ/σεων πλειστ/σμών του Δελτίου Δικαστικών Δημ/σεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων. Η διάκριση μεταξύ συνέχισης και υποκατάστασης έχει ως βάση το πρόσωπο που συνεχίζει ή υποκαθίσταται στη διαδικασία. Στην πρώτη περίπτωση, ο έως τη ματαίωση του πλειστηριασμού επισπεύδων συνεχίζει τη διαδικασία, ενώ στη δεύτερη άλλος δανειστής υποκαθίσταται στη θέση του επισπεύδοντος και συνεχίζει τη διαδικασία (ΜΠρΑθ 7898/2015, ΝΟΜΟΣ). Για την υποκατάσταση βλ. άρθρο 973 παρ. 2, 3 και 4 ΚΠολΔ. Είναι δυνατή υποκατάσταση σε θέση επισπεύδοντος με δικαστική απόφαση (άρθρο 973 παρ. 4 ΚΠολΔ). 13

Σε περίπτωση αντιρρήσεων για οποιοδήποτε λόγο που αφορά το κύρος της δήλωσης συνέχισης, αυτές ασκούνται με ανακοπή μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την ημέρα της ανάρτησης της γνωστοποίησης της δήλωσης. 11. Διανομή πλειστηριάσματος Γίνεται την 20 η ημέρα μετά τον πλειστηριασμό αν το πλειστηρίασμα επαρκεί (άρθρο 971 παρ. 1 ΚΠολΔ). Δε συντάσσεται πίνακας κατάταξης, αλλά αρκεί η πράξη διανομής. (άρθρο 971 ΚΠολΔ). Ως έξοδα εκτέλεσης (τα οποία αφαιρούνται από το πλειστηρίασμα) θεωρούνται οι δαπάνες οι αναγκαίες για τη διενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης (από την έκδοση του απογράφου έως τη σύνταξη του πίνακα κατάταξης). Ως δικαιούχος των εξόδων εκτέλεσης νοείται όχι μόνο ο καταβάλλων αυτά επισπεύδων, αλλά και τα όργανα της εκτέλεσης. Ο καθ ου η εκτέλεση μπορεί να ανακόψει τυχόν αναγγελίες μέχρι και την ημέρα της διανομής του πλειστηριάσματος, σύμφωνα με τα 933 επ. ΚΠολΔ, επικαλούμενος είτε λόγους που αφορούν τη διαδικασία, είτε λόγους που αφορούν την αναγγελλόμενη απαίτηση. 12. Πίνακας κατάταξης δανειστών Αν το πλειστηρίασμα δεν αρκεί, συντάσσεται πίνακας κατάταξης (άρθρο 974 ΚΠολΔ). Η κατάταξη των δανειστών γίνεται με τη σειρά των προνομίων τα οποία ενδεχομένως έχουν. Για τα προνόμια ισχύει ο νόμος κατά τη στιγμή της κατάταξης και όχι της γέννησης του σχετικού δικαιώματος. Τα προνόμια διακρίνονται σε γενικά και ειδικά Γενικά: τα οριζόμενα στο άρθρο 975 14

Ειδικά: τα οριζόμενα στο άρθρο 976 Σειρά κατάταξης προνομιούχων και μη: άρθρο 977 ΚΠολΔ. Τυχαία κατάταξη: υπό αίρεση απαιτήσεις ή αμφίβολες. Με την προσκόμιση ισόποσης εγγυητικής επιστολής σε πρώτη ζήτηση τράπεζας που είναι νόμιμα εγκατεστημένη στην Ελλάδα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού υποχρεούται να ικανοποιήσει τον δανειστή, η απαίτηση του οποίου κατατάχθηκε τυχαία. 13. Ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης- Διανομή Άρθρο 979 ΚΠολΔ: Αντικείμενο της δίκης της ανακοπής κατά του πίνακα κατάταξης είναι το διαπλαστικό δικαίωμα μεταρρυθμίσεως (μετά από ακύρωση του σχετικού κεφαλαίου) του πίνακα, βάσει των προβαλλόμενων λόγων ανακοπής. Η μεταρρύθμιση συνίσταται στην αποβολή του δανειστή που κατατάχθηκε και στην κατάταξη, στη θέση αυτού, του ανακόπτοντος. Προβάλλονται αιτιάσεις που αφορούν στην ορθότητα του πίνακα κατάταξης που μπορεί να στηρίζονται είτε στο ουσιαστικό δίκαιο, αναγόμενες στη γέννηση ή την ύπαρξη της απαίτησης του καθ ου η ανακοπή, η οποία έχει αναγγελθεί, είτε στο δικονομικό δίκαιο και αναφέρονται στον προνομιούχο χαρακτήρα και την τάξη της κατάταξης (ΑΠ 175/2011, ΝοΒ 2011. 1261 με παρατ. Β. Χατζηιωάννου, ΕφΘεσ 51/2010, Αρμ 2011. 815) Ανακοπή και για ουσιαστικούς λόγους που αφορούν την απαίτηση εφόσον όμως γεννήθηκαν μετά τον πλειστηριασμό (αλλιώς έχουμε 933, 934 παρ. 1 β ΚΠολΔ). Ως προς το βάρος απόδειξης: Αν ο λόγος της ανακοπής συνιστά ισχυρισμό θεμελιωτικό της απαίτησης του ανακόπτοντος ή του προνομίου της, ο ανακόπτων βαρύνεται με την απόδειξη των πραγματικών γεγονότων που θεμελιώνουν την απαίτηση ή το προνόμιο, ενώ, αν συνιστά άρνηση της απαίτησης του καθ ου που έχει καταταγεί, ο καθ ου η ανακοπή έχει το 15

βάρος να επικαλεστεί με τις προτάσεις του και να αποδείξει τα παραγωγικά της απαίτησής του περιστατικά ή του προνομίου της. Αν ο λόγος ανακοπής κατά πίνακα κατάταξης συνίσταται σε απλή αμφισβήτηση και άρνηση από τον ανακόπτοντα της απαίτησης του καθ ου που έχει καταταγεί ή του προνομίου της, αρκεί μόνο η άρνηση αυτή για το ορισμένο του λόγου της ανακοπής. Κατά της απόφασης που εκδίδεται επιτρέπεται η άσκηση των ενδίκων μέσων, πλην της ανακοπής ερημοδικίας. Η άσκηση της ανακοπής έχει ως αποτέλεσμα την αυτοδίκαιη αναστολή της εκτελεστότητας του προσβαλλόμενου πίνακα κατάταξης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης. Σε περίπτωση ευδοκίμησης της ανακοπής, η απαίτηση του ανακόπτοντος υποκαθιστά την ακυρωμένη κατά το απελευθερούμενο μέρος του εκπλειστηριάσματος. 16

ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΑ Ρυθμίζεται στα άρθρα 992 επ. ΚΠολΔ. Δανείζεται όμως πολλές διατάξεις (ευθέως ή αναλόγως) από την κατάσχεση και τον πλειστηριασμό κινητών πραγμάτων. Αντικείμενο της κατάσχεσης κατά τα άρθρα 992 επ. είναι κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρου 992 1 εδ. α τα ακίνητα που ανήκουν κατά κυριότητα στον οφειλέτη (όπως η έννοια αυτή προσδιορίζεται από το ουσιαστικό δίκαιο), αλλά και εμπράγματα δικαιώματα που έχει ο οφειλέτης σε ακίνητα που ανήκουν κατά κυριότητα σε τρίτον. Συνεπώς η κατάσχεση προϋποθέτει ύπαρξη κυριότητας στο ακίνητο εκ μέρους του καθ ου η κατάσχεση (ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος) και εξουσία διάθεσης αυτού (ΕφΑθ 9669/1990, ΕλλΔνη 32. 1081). Δυνατή και η κατάσχεση ιδανικής μερίδας ακινήτου (π.χ. 30 % εξ αδιαιρέτου), όπως επίσης και σε αυτοτελώς διαιρετό τμήμα ακινήτου ή και σε διαμέρισμα πολυκατοικίας στο οποίο έχει συσταθεί δικαίωμα οριζόντιας ιδιοκτησίας ή κάθετης ιδιοκτησίας, οπότε συγκατάσχεται και το ανάλογο ποσοστό οικοπέδου και κοινόχρηστων χώρων (Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Ειδ. Μέρος 2001, 243 επ.). Κατάσχεση Επικαρπίας: Κατάσχεται επίσης, ανεξάρτητα από το αν ορίστηκε ή όχι στη σχετική συστατική πράξη το μεταβιβαστό αυτής (π.χ. γονική παροχή ψιλής κυριότητας και παρακράτηση του δικαιώματος επικαρπίας εφ όρου ζωής του παρέχοντος), (βλ. ΑΠ 280/2011, ΕφΑΔ 2011. 887) 17

Σε περίπτωση που πριν την επιβολή της κατάσχεσης η επικαρπία είχε ήδη αποσβεστεί με το θάνατο του επικαρπωτή, η κατάσχεση που επιβάλλεται στην ψιλή μόνο κυριότητα καταλαμβάνει αυτόματα την πλήρη κυριότητα. Η οίκηση είναι προσωπική δουλεία πάντοτε αμεταβίβαστη (1185 ΑΚ). Ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κατάσχεσης, υποθήκης κ.λπ. Οι άλλες περιορισμένες προσωπικές δουλείες είναι αμεταβίβαστες εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά (1190 ΑΚ) και επομένως εξαιρούνται της κατάσχεσης εκτός αν στη συστατική τους πράξη συμφωνήθηκαν ως μεταβιβαστές και έχουν αυτοτελή χρηματική αξία (Γέσιου-Φαλτσή, ο.π., 246 επ.). Δυνατή και η κατάσχεση της ψιλής κυριότητας (αν και ως δικαίωμα δεν έχει ιδιαίτερη οικονομική αξία για τον δανειστή, σε αντίθεση με την επικαρπία). Σε περίπτωση κατάσχεσης ψιλής κυριότητας καίτοι έχει ήδη επιστρέψει στον κύριο η πρότερον υφιστάμενη επικαρπία τρίτου επί του πράγματος, κατασχεθέν θεωρείται το πλήρες εμπράγματο δικαίωμα της κυριότητας του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή μόνο ζήτημα εσφαλμένης περιγραφής του κατασχεθέντος ακινήτου ανακύπτει, με τις προβλεπόμενες στον ΚΠολΔ συνέπειες (ΑΠ 1657/2001, ΜΠρΛαμ 17/2016, ΝΟΜΟΣ). Κατάσχεση ακινήτου κατόπιν διάρρηξης της σχετικής μεταβιβάσεως ως καταδολιευτικής, κατά τα άρθρα 939 επ. ΑΚ: Κατάσχεται κανονικά στην περιουσία του οφειλέτη (άρθρο 992 1β ΚΠολΔ). Προϋπόθεση του κύρους της σχετικής κατάσχεσης είναι η προηγούμενη σημείωση της απόφασης που απαγγέλει τη διάρρηξη, διαφορετικά η κατάσχεση είναι άκυρη με απόδειξη δικονομικής βλάβης. ΠΩΣ ΣΥΝΤΕΛΕΙΤΑΙ Άρθρο 993 ΚΠολΔ. Όπως και στην κατάσχεση κινητών με τη σύνταξη κατασχετήριας έκθεσης με την παρουσία ενός ενήλικου μάρτυρα. Η 18

πρόσληψη του μάρτυρα αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της κατάσχεσης, διαφορετικά υπάρχει ακυρότητα χωρίς απόδειξη δικονομικής βλάβης. Ως προς το περιεχόμενο ισχύουν τα αντίστοιχα με την κατασχετήρια έκθεση στην κατάσχεση κινητών πραγμάτων: Βλ. άρθρο 993 2 εδ. α το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 954 παρ. 1 εδ β και 2 έως 4 του άρθρου 954. Το περιεχόμενο της έκθεσης (όπως και κάθε έκθεσης) προσδιορίζεται από τη γενική ρύθμιση του άρθρου 117 ΚΠολΔ). Ειδικά ως προς τα ακίνητα (993 παρ. 2 εδ. β και γ ) το ακίνητο πρέπει να προσδιορίζεται με ακρίβεια ως προς το είδος, τη θέση, τα όρια και την έκταση του, με τα συστατικά και τα παραρτήματα που κατασχέθηκαν, ώστε να μη χωρεί αμφιβολία για την ταυτότητα του (ΑΠ 1074/2006 ΧρΙΔ 2006. 984, ΑΠ 1497/2003 ΧρΙΔ 2004. 239, ΜΠρΑθ 3234/2007, ΕφΑΔ 2008. 114). Η περιγραφή του ακινήτου, η οποία μπορεί να επηρεάζεται και από την ατελή ή μη ακριβή περιγραφή των συστατικών του, πρέπει να είναι ακριβής, υπό την έννοια ότι δεν υφίσταται αμφιβολία για την ταυτότητα του ακινήτου, ενώ αν υφίσταται τέτοια αμφιβολία η κατάσχεση είναι άκυρη με την απόδειξη δικονομικής βλάβης. Η περιγραφή δεν είναι απαραίτητο να είναι σχολαστική, αλλά πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να προκύπτει όχι μόνο η τοπική αλλά και η οικονομική ταυτότητα του ακινήτου. Ο όρος «ταυτότητα του ακινήτου» πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά. Η απλώς ατελής ή ανακριβής περιγραφή του ακινήτου στην έκθεση κατάσχεσης, δεν επιφέρει ακυρότητα με απόδειξη δικονομικής βλάβης, αλλά διορθώνεται με την διορθωτική ανακοπή κατά της κατασχετήριας έκθεσης του άρθρου 954 4 ΚΠολΔ. Μόνο όταν η πλημμέλεια είναι τόσο σοβαρή και δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του κατασχεμένου που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με 19

απλή διόρθωση, τότε προκαλείται ακυρότητα της κατάσχεσης με απόδειξη δικονομικής βλάβης (933 σε συνδυασμό με 159 3 ΚΠολΔ). Υποχρεωτική είναι η επιτόπια μετάβαση του δικαστικού επιμελητή, διαφορετικά αν συνταχθεί έκθεση χωρίς επιτόπια μετάβαση δεν υφίσταται κατάσχεση ακινήτου (Γέσιου-Φαλτσή, ό.π., 254 επ. ). Ο δικαστικός επιμελητής δικαιούται να εισέρχεται στο ακίνητο ακόμα και αυτό κατέχεται από τρίτον. Η κατασχετήρια έκθεση αποτελεί δημόσιο έγγραφο και αποτελεί πλήρη απόδειξη ως προς τη βεβαιούμενη αξία του κατασχεθέντος, επιτρεπόμενης όμως της ανταπόδειξης (άρθρο 440 ΚΠολΔ: Αποτελεί στοιχείο το οποίου ο επιμελητής όφειλε να διαπιστώσει την αλήθεια). Λαμβάνεται υπόψη η εμπορική αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της κατάσχεσης (993 2 ΚΠολΔ) και όχι η αντικειμενική αξία, όπως ίσχυε κατά το προϊσχύσαν δίκαιο και κατά τη μεταβατική περίοδο μέχρι την έκδοση του σχετικού ΠΔ. Ήδη έχει εκδοθεί το ΠΔ 59/2016 με έναρξη ισχύος την 1.06.2016 σύμφωνα με το οποίο αρμόδιος για τον καθορισμό της εμπορικής αξίας είναι ο δικαστικός επιμελητής, ο οποίος για τον σκοπό αυτόν προσλαμβάνει πιστοποιημένο εκτιμητή, εγγεγραμμένο στο μητρώο Πιστοποιημένων Εκτιμητών του Υπουργείο Οικονομικών. Στο ίδιο ΠΔ καθορίζεται, μεταξύ άλλων, ο τρόπος υπολογισμού της εμπορικής αξίας και της αμοιβής του εκτιμητή. Για τον υπολογισμό της εμπορικής αξίας του ακινήτου λαμβάνεται υπόψη η θέση του οικοπέδου, το εμβαδόν, η ιδιότητα του ως άρτιου και οικοδομήσιμου, τυχόν κτίσματα, η παλαιότητα, υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση των κτισμάτων κ.λπ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ (άρθρο 994): Χωριστή πλειστηρίαση παραρτημάτων: προϋποθέσεις για την εφαρμογή του 994: α) Η συγκατάσχεση με το ακίνητο των κατά την έννοια του ουσιαστικού δικαίου παραρτημάτων, απαιτουμένης της ρητής αναφοράς και περιγραφής αυτών στην κατασχετήρια έκθεση. Η μη 20

αναγραφή αυτών στην κατασχετήρια έκθεση σημαίνει ότι αυτά δεν περιλήφθηκαν στην κατάσχεση, δεδομένου ότι σύμφωνα με το άρθρο. 992 παρ.2, τα παραρτήματα θεωρούνται κατασχεμένα μαζί με το ακίνητο, μόνο όταν αυτό προκύπτει ρητά από την κατασχετήρια έκθεση, β) Το δικαστήριο πάντως, που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρ. 686 επ. παρέχει την άδεια, εφόσον πιθανολογήσει, βάσει των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, ότι συμφέρει περισσότερο η χωριστή πλειστηρίαση για χωριστή διενέργεια του πλειστηριασμού. Αρμόδιο δικαστήριο για τη χορήγηση της άδειας : το οριζόμενο στο άρθρο 933, στο οποίο γίνεται παραπομπή από την παραπάνω διάταξη, δηλ. το Μονομελές Πρωτοδικείο ή το Ειρηνοδικείο αν η εκτέλεση επισπεύστηκε με βάση απόφαση ή διαταγή πληρωμής Ειρηνοδικείου, ενώ η κατά τόπον αρμοδιότητα κρίνεται από τον τόπο εκτέλεσης (άρθρο 933 παρ.2). Αν διαταχθεί η χωριστή πλειστηρίαση των παραρτημάτων, η περαιτέρω διαδικασία θα συνεχισθεί κατά τις διατάξεις για την κατάσχεση κινητών πραγμάτων, όπως επιτάσσει το άρθρο 992 παρ.2 εδ.β ). ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΚΑΘ ΟΥ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΤΗΡΙΑΣ ΕΚΘΕΣΗΣ (άρθρο 995): Η έλλειψη οποιουδήποτε από τα στοιχεία που αποτελούν περιεχόμενο της επιδιδόμενης στον καθ ου αντιγράφου της έκθεσης κατάσχεσης, επιφέρει ακυρότητα της κατάσχεσης χωρίς τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΚΠολΔ 995 παρ.1-3 : Η παράλειψη ή το εκπρόθεσμο των προβλεπόμενων στο άρθρο 995 παρ.1-3 επιδόσεων, συνεπάγεται την ακυρότητα της κατασχέσεως, η οποία απαγγέλλεται ανεξάρτητα από τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης του ανακόπτοντος. ΝΕΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ Ν 4335/2015: Σημαντική νέα ρύθμιση είναι η δυνατότητα επίσκεψης από υποψηφίους πλειοδότες, του προς πλειστηριασμό ακινήτου. Συγκεκριμένα, προβλέπεται στην παρ.6 η δυνατότητα επίσκεψης του κατασχεθέντος ακινήτου από υποψήφιους 21

πλειοδότες, με τη συνοδεία του δικαστικού επιμελητή, ο οποίος στη συνέχεια θα συντάξει έκθεση, κατ εφαρμογή της γενικής διάταξης των άρθρων 931 και 117. Μέσα σε 10 μέρες από την κατάσχεση, ο δικαστικός επιμελητής καταθέτει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού έγγραφο σημείωμα όπου καθορίζονται ημέρες και ώρες επίσκεψης από υποψήφιους πλειοδότες του ακινήτου που κατασχέθηκε, το αργότερο 7 ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η επίσκεψη πραγματοποιείται με τη συνοδεία του δικαστικού επιμελητή. Το σημείωμα συμπεριλαμβάνεται στην έκθεση που συντάσσει ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και το περιεχόμενό του δημοσιεύεται μέσα στην προθεσμία της παρ. 4 στην ιστοσελίδα. ΜΕΣΕΓΓΥΗΣΗ (άρθρο 996): Το ακίνητο που κατασχέθηκε, τίθεται υπό τη μεσεγγύηση του κατόχου του, κατά το χρόνο της κατάσχεσης. Δεδομένου δε ότι, συνήθως κάτοχος του ακινήτου είναι ο ιδιοκτήτης και καθ ου η εκτέλεση, αυτός παραμένει ως μεσεγγυούχος. Δεν αποκλείεται όμως να είναι άλλος ο κάτοχος εξαιτίας σχέσης ενοχικής ή εμπράγματης. Συνεπώς, ορίζεται ως μεσεγγυούχος (ex lege) ο κατά την κατάσχεση κάτοχος, είτε αυτός κατέχει ως ιδιοκτήτης, είτε ως 3 ος κύριος ή νομέας (άρθρο. 933 παρ.1 εδ.2), είτε βάσει ορισμένης έννομης σχέσης (πχ. μίσθωσης, παρακαταθήκης, επικαρπίας) ή κατάστασης (πχ. αναγκαστικής διαχείρισης) από το χρόνο κατάσχεσης, μόλις λάβει σχετική γνώση. Κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό του μεσεγγυούχου: ο της επιβολής της κατάσχεσης. Συνέπεια του ex lege καθορισμού του μεσεγγυούχου: ο δικαστικός επιμελητής δε διορίζει τον μεσεγγυούχο, ούτε του παραδίδει το κατασχεθέν ακίνητο. ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΛΛΟΥ ΜΕΣΕΓΓΥΟΥΧΟΥ: άρθρο 996 παρ.1 εδ. β. Το εδ. γ παραπέμπει στην εφαρμογή των παρ.4 και 5 του άρθρου 956 και άρα αρμόδιο δικαστήριο για τον διορισμό άλλου μεσεγγυούχου ή την αντικατάσταση του ήδη υφιστάμενου, καθώς και για κάθε αμφισβήτηση που 22

αφορά τη μεσεγγύηση, είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου της κατάσχεσης, που δικάζει με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΔΙΑΘΕΣΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΜΕΝΟΥ (άρθρο 997 παρ.1 εδ.α ): Ως «αναγγελθέντες δανειστές», έναντι των οποίων δεν αντιτάσσεται η μετά την εγγραφή της κατασχέσεως στο οικείο βιβλίο διάθεση του πράγματος που κατασχέθηκε ή η μεταγραφή ή εγγραφή υποθήκης ή προσημειώσεως υποθήκης, θεωρούνται όσοι αναγγέλθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως, μετά την εκποίηση του ακινήτου και τη μεταγραφή της σχετικής πράξης μέσα στην προθεσμία που ορίζει το άρθρο 972 (ΟλΑΠ 6/1998 ΝοΒ 46, 626, ΟλΑΠ 7/1998 Δ 1999, 243, ΕφΛαρ 555/2003 Δικογρ 2004, 84). Η έννοια του όρου «διάθεση» είναι ευρύτερη από αυτή της απαλλοτρίωσης, υπό τη στενή του όρου έννοια και περιλαμβάνει οποιαδήποτε απώλεια, επιβάρυνση ή αλλοίωση του δικ/τος στο κατασχεμένο πράγμα, δηλ. νομική μεταβολή σε αυτό, που συντελείται με τη βούληση του δικαιούχου οφειλέτη. Συνεπώς, οποιαδήποτε ολική ή μερική, ποσοτική ή ποιοτική μεταβολή, ανάλωση ή αλλοίωση του κατασχεθέντος, αποτελεί «διάθεση» (Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης-Ειδικό μέρος, έκδ. 2001, 228, Βαθρακοκοίλης, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση (κατ άρθρο), Τ. ΣΤ 214, ΕφΑθ 4224/2011 ΔΕΕ 2012. 577, ΜΠρΣαμ 280/2005 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6343/1991 ΕλλΔνη 35. 463). ΜΙΣΘΩΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ: Το αν η μίσθωση ακινήτου αποτελεί απαγορευμένη διάθεση αντιμετωπίστηκε καταρχήν νομολογιακά, με απόφαση της ΟλΑΠ, που έκρινε ότι στην έννοια της διάθεσης, δηλ. της δικαιοπραξίας που συνεπάγεται άμεση μεταβίβαση ή κατάλυση του δικ/τος, δεν υπάγεται η εκμίσθωση πράγματος καθώς αυτή συνιστά υποσχετική δικ/ξία. Παρά το ότι η μίσθωση θεωρείται έγκυρη και δεσμευτική για τον υπερθεματιστή, αυτός μόλις αποκτήσει την κυριότητα του ακινήτου με τη μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης, αποκτά αμέσως το 23

δικαίωμα να την καταγγείλει μέσα σε προθεσμία 1 μηνός (άρθρο 997 παρ.1 εδ.β ), οπότε η μίσθωση ή η άλλη σχέση λύεται μετά από 2 μήνες και ο υπερθεματιστής μπορεί πια να εκτελέσει την περίληψη (άρθρο 1005 παρ.2) ΕΝΑΡΞΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ (άρθρο 997 παρ.2): Τα αποτελέσματα της κατάσχεσης αρχίζουν αναδρομικά από το χρονικό σημείο της σύνταξης της έκθεσης, που πιστοποιεί την άρνηση εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση να παραλάβει το αντίγραφο της κατασχετήριας έκθεσης, με την προϋπόθεση όμως, ότι θα ακολουθήσει η επίδοση αντιγράφου της κατάσχεσης μέσα σε προθεσμία 5 ημερών. Στην περίπτωση περισσότερων οφειλετών, απαιτείται επίδοση σε καθέναν από αυτούς, οπότε η απαγόρευση διάθεσης αρχίζει για καθέναν, από την προς αυτόν επίδοση αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης. ΝΕΑ ΡΥΘΜΙΣΗ-ΕΠΙΤΡΕΠΤΟ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΑΚΙΝΗΤΟ (άρθρο 997 παρ.5) ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ-ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ (άρθρο 998 παρ.1 εδ.α ): Εάν ο ορισθείς συμβ/φος απουσιάζει ή κωλύεται, τον αναπληρώνει άλλος συμβ/φος της ίδιας έδρας που ορίζεται από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών. Εφόσον η αναπλήρωση γίνει χωρίς άδεια του Προέδρου Πρωτοδικών, ο πλειστηριασμός είναι άκυρος, μόνο αν συντρέχει το στοιχείο της δικονομικής ή περιουσιακής βλάβης (ΑΠ 1470/2004 ΧρΙΔ 2005. 539, ΕφΑθ 7396/2004 ΝοΒ 2005. 1614). Άρθρα 959 παρ.1 εδ.β & 998 παρ.1 εδ.γ : Σε περίπτωση πολλαπλών κατασχέσεων, ο πλειστηριασμός διενεργείται ενώπιον του ίδιου συμβ/φου που ορίστηκε αρχικά. Κατά την έναρξή του, όλοι οι υποψήφιοι πλειοδότες οφείλουν με δήλωση προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, να διορίσουν αντίκλητο στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου του πλειστηριασμού, όπου μπορούν να γίνονται όλες οι επιδόσεις που αφορούν την εκτέλεση. 24

ΤΟΠΟΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ: στο κατάστημα του Ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση, εργάσιμη ημέρα Τετάρτη. Η διενέργεια σε άλλο τόπο από εκείνον της τοποθεσίας του ακινήτου επιφέρει ακυρότητα του πλειστ/σμού, υπό την προϋπόθεση της πρόκλησης βλάβης στον οφειλέτη (άρθρο.159 αρ.3), για την ύπαρξη ή μη της οποίας κρίνει ανέλεγκτα το δικαστήριο της ουσίας. Αν το ακίνητο βρίσκεται σε περιφέρειες περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστ/σμός γίνεται κατά την επιλογή όποιου επισπεύδει, σε οποιοδήποτε ειρηνοδικείο. ΧΡΟΝΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ (άρθρο 998 παρ.2) : η απαγόρευση για τη μη διενέργεια του πλειστηριασμού από 1η Αυγούστου έως και 15 Σεπτεμβρίου, δεν εφαρμόζεται όταν πρόκειται για πλοία και αεροσκάφη (άρ.998 παρ.5) ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΠΩΛΗΣΗ ΚΑΤΑΣΧΕΜΕΝΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ Η ΤΜΗΜΑΤΙΚΑ (άρθρο 998 παρ. 5) ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ (άρθρο 998 παρ.6) ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ (Άρθρο 1000) : Σύμφωνα με το εδ. α της διατάξεως του άρθρου 1000 ΚΠολΔ, ύστερα από αίτηση του καθ ου η εκτέλεση, η οποία κατατίθεται, με ποινή απαραδέκτου, 15 τουλάχιστον εργάσιμες μέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, το δικαστήριο του άρθρου 933 ΚΠολΔ, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ, μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού έως 6 μήνες, από την αρχική ημέρα πλειστηριασμού. Η αναστολή διατάσσεται αν δεν υπάρχει κίνδυνος βλάβης του επισπεύδοντος και εφόσον προσδοκάται βάσιμα ότι ο οφειλέτης θα ικανοποιήσει μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα τον επισπεύδοντα ή ότι, αν περάσει το χρονικό διάστημα, θα επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα. Σκοπός της αναστολής : να παρασχεθεί μια πρόσθετη ευκαιρία σε εκείνο μόνο τον οφειλέτη που θα μπορεί στο χρονικό αυτό διάστημα να πληρώσει 25

το χρέος του ή να εξασφαλιστεί ένα μεγαλύτερο πλειστηρίασμα κι έτσι να προστατευθούν ο οφειλέτης και οι δανειστές από μια εποχιακή πτώση της τιμής του πειστηριαζόμενου ακινήτου (Χαμηλοθώρης, Ασφαλιστικά μέτρα, 2 η έκδ.2016, 575). Προϋποθέσεις που τίθενται σωρευτικά (ΑΠ Ολ 33/1995 ΕλλΔνη 1996. 582, ΜΠρΡοδ 730/2007 ΝΟΜΟΣ), υπό τις οποίες το δικαστήριο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία του πλειστηριασμού: α) Να μην υφίσταται κίνδυνος βλάβης (δικονομική ή περιουσιακή) του επισπεύδοντος την εκτέλεση και β) να υπάρχουν βάσιμοι λόγοι ότι ο οφειλέτης εντός του χρονικού διαστήματος της αναστολής θα ικανοποιήσει τον επισπεύδοντα δανειστή ή ότι θα επιτευχθεί μεγαλύτερο πλειστηρίασμα. Ο όρος «προσδοκάται βάσιμα» δε σημαίνει ότι επιβάλλεται στο δικαστήριο από το νόμο η αναζήτηση πλήρους απόδειξης. Ο χρόνος ματαίωσης ή εγκατάλειψης της διαδικασίας του πλειστηριασμού δεν εξομοιώνεται με αναστολή. Κρίθηκε ότι με την ανακοπή του 954 παρ.4 ΚΠολΔ, παραδεκτώς σωρεύεται επικουρικώς αίτηση αναστολής κατ άρθρο 1000 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η ανακοπή διόρθωσης έκθεσης κατάσχεσης και η αναστολή υπό τον όρο καταβολής δικαστικών εξόδων και μέρους της απαίτησης, συνιστούν αιτήματα δικαστικής προστασίας του καθ ου στη διαδικασία του αναγκαστικού πλειστηριασμού (ΜΠρΑμαλ 480/2010 ΕφΑΔ 2011. 103). Αφετηρία αναστολής: τοποθετείται στην επομένη της ημέρας που είχε οριστεί για τη διενέργεια του πλειστηριασμού. Αρμοδιότητα-Διαδικασία: υλικά και τοπικά αρμόδιο το Μον/λές Πρωτοδικείο του τόπου της εκτέλεσης. Όροι χορήγησης αναστολής: η αναστολή χορηγείται πάντοτε υπό τον όρο της καταβολής (άρθρο 1000 εδ.γ ): α) των τυχόν εξόδων επίσπευσης του πλειστηριασμού, τα οποία καθορίζονται κατά προσέγγιση στην απόφαση και β) του ενός τετάρτου τουλάχιστον του οφειλόμενου στον επισπεύδοντα 26

κεφαλαίου, εκτός αν για εξαιρετικούς λόγους που αναφέρονται συγκεκριμένα στην απόφαση, το καταβλητέο έναντι του κεφαλαίου αυτού ποσό πρέπει να οριστεί μικρότερο. Για όσο χρόνο δεν έχουν καταβληθεί τα ποσά που όρισε η απόφαση, η διαδικασία του πλειστηριασμού μπορεί να συνεχιστεί κανονικά. Ο όρος «κεφάλαιο» αναφέρεται μόνο στην απαίτηση, όχι και στους τόκους. (ΜΠρΑμφ 253/2007 Δ 2008. 1203). Η απόφαση αναστολής, λόγω της διαπλαστικής της φύσης, αναπτύσσει τις συνέπειες από τη δημοσίευση, οπότε άρχεται και το διατασσόμενο ανασταλτικό αποτέλεσμα, αυτό τελεί όμως υπό την αίρεση εκπλήρωσης όλων των τιθέμενων όρων της αναστολής, το αργότερο ως το χρονικό σημείο που έχει ορισθεί για την έναρξη του πλειστηριασμού, αλλιώς παύει χωρίς άλλη διαδικασία η ισχύς της απόφασης και χωρεί πάλι επίσπευση του πλειστηριασμού (ΑΠ 1470/2004 ΕλλΔνη 48. 1058, Βαθρακοκοίλης, ΕρμΚΠολΔ, στο άρθρο 1000 αρ.23 και 27). Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται για τη συνέχιση της δια/σίας του πλειστηριασμού γνωστοποίηση της λήξης της αναστολής στα όργανα της εκτέλεσης (ΜΠρΘεσ 2722/2012 ΕφΑΔ 2012. 628). ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ (άρθρο 1002): με την κατακύρωση. Ο αναγκαστικός πλειστηριασμός ακινήτου, αποτελώντας σύνθετη πράξη δημοσίου δικαίου, συντελούμενη από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, που ενεργεί ως όργανο του κράτους και όχι ως αντιπρόσωπος του δανειστή ή του οφειλέτη, τελειούται, με την κατακύρωση του πλειστηριαζομένου, για την οποία συντάσσεται έκθεση, που συνιστά, κατά το άρθρο 934 παρ.2 ΚΠολΔ, την τελευταία πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης (ΕφΑθ 6499/2007 Δ 2008, 859). Η έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης αποτελεί δημόσιο έγγραφο, του οποίου η αποδεικτική δύναμη κρίνεται κατά τις διατάξεις των άρθρ. 438-442 ΚΠολΔ. 27

Εξόφληση από τον καθ ου-ματαίωση πλειστηριασμού: ο καθ ου η εκτέλεση έχει έως την κατακύρωση το δικ/μα να ματαιώνει τον πλειστηριασμό ακινήτου. Προϋπόθεση ματαίωσης: η καταβολή έως την ημέρα της πληρωμής εξόδων της εκτελεστικής διαδικασίας και η εξόφληση της απαίτησης του επισπεύδοντος με τους δεδουλευμένους τόκους, καθώς και των απαιτήσεων των δανειστών που αναγγέλθηκαν έως την κατακύρωση. Το άρθρο 1002 παρ.2, αντίθετα από το άρθρο 969 παρ.2, αναφέρεται γενικά στους αναγγελθέντες έως την κατακύρωση δανειστές, δίχως να απαιτεί και τίτλο εκτελεστό. Έτσι, παρέχεται στον καθ ου η εκτέλεση οφειλέτη η δυνατότητα να αποφύγει την ύστατη στιγμή τον πλειστηριασμό της περιουσίας του, εξοφλώντας στο ακέραιο τις απαιτήσεις του επισπεύδοντος, των αναγγελθέντων δανειστών, καθώς και τα έξοδα που δικαιούται να απαιτήσει στη συγκεκριμένη περίπτωση. Για να θεωρηθεί έγκυρη η καταβολή, πρέπει να είναι προσήκουσα και πλήρης. Ως εξόφληση νοείται η κατά τους όρους του ουσιαστικού δικαίου (άρθρο.416 επ. ΑΚ) απόσβεση της ενοχής. Απλή δήλωση του καθ ου η εκτέλεση ότι προσφέρεται να εξοφλήσει χωρίς άμεση εξόφληση ή απόδειξη της γενόμενης εξοφλήσεως δεν αρκεί, πολύ δε περισσότερο δεν αρκεί απλή πρόταση για διακανονισμό του χρέους (ΑΠ 385/2010 ΕφΑΔ 2010. 1136 = ΧρΙΔ 2011. 201). ΑΡΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ (άρθρο 1002 παρ.2 εδ.β ) : Αν πληρούνται τα παραπάνω, ο πλειστηριασμός ματαιώνεται και αίρεται η κατάσχεση. Η κατάσχεση σε περίπτωση απόσβεσης των ανωτέρω απαιτήσεων αίρεται αυτοδίκαια, χωρίς να είναι αναγκαία ούτε η κήρυξη ούτε η βεβαίωση της άρσης της με δικαστική απόφαση (ΜΠρΠειρ 331/1987 ΕλλΔνη 1988. 195) ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΑΚΙΝΗΤΩΝ (άρθρο 1003 παρ.1): η διάταξη εφαρμόζεται και στον εκούσιο πλειστηριασμό ακινήτου (ΟλΑΠ 1/2016 ΝΟΜΟΣ). Η πλειοδοσία αρχίζει με βάση την τιμή της πρώτης 28

προσφοράς (την εμπορική του αξία δηλαδή όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο της κατάσχεσης, άρ 995 παρ.1 εδ.4) Άρθρο 965 καταβολή εγγυοδοσίας: Εφαρμογή και στον πλειστηριασμό ακινήτων. ΥΠΕΡΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΡΙΤΟΥ (άρθρο 1003 παρ.2): επιτρέπεται η εμφάνιση του υπερθεματιστή ως ενεργούντος είτε εξ ολοκλήρου είτε κατά ένα μέρος για λογαριασμό τρίτου, δυνάμει εντολής ή άλλης έννομης σχέσης (ΑΠ 1489/2002 ΝΟΜΟΣ). Ο υπερθεματιστής, πριν την έναρξη της πλειοδοσίας, οφείλει να δηλώσει στον αρμόδιο υπάλληλο του πλειστηριασμού, τα πλήρη στοιχεία ταυτότητας του τρίτου, όπως αυτά θα προκύπτουν από συμβ/κό πληρεξούσιο, το οποίο επίσης θα εγχειρίζεται στον αρμόδιο υπάλληλο πριν από την έναρξη της πλειοδοσίας. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΚΘΕΣΗΣ ΚΑΤΑΚΥΡΩΣΗΣ : η έκθεση πλειστ/σμού και κατακύρωσης αποτελεί δημόσιο έγγραφο, του οποίου η αποδεικτική δύναμη κρίνεται κατά τις διατάξεις των άρθρο. 438-442. Παράγει επομένως πλήρη απόδειξη για τα γεγονότα που βεβαιώνει ο υπάλληλος του πλειστ/σμού ότι έγινε από τον ίδιο ενώπιόν του, η πλήρης δε αυτή απόδειξη, ανατρέπεται με την προσβολή της έκθεσης ως πλαστής. ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΑΤΟΣ-ΚΑΤΑΚΥΡΩΣΗ (άρθρο 1003 παρ.4): αναλογική εφαρμογή των 965 παρ. 4-7 και 966 παρ.1-4. Ειδικότερα, και για τα ακίνητα έχουν αναλογική εφαρμογή οι διατάξεις των άρ. 965 παρ.1,2 και 4-7, σύμφωνα με τις οποίες, η πλειοδοσία αρχίζει με βάση την τιμή της πρώτης προσφοράς, η κατακύρωση των πλειστηριαζόμενων πραγμάτων γίνεται στον προσφέροντα τη μεγαλύτερη τιμή, το πλειστηρίασμα καταβάλλεται στον υπάλληλο του πλειστηριασμού κατά τους ορισμούς των άρθρ. 1004 και 1005, από τον οποίο πρέπει να κατατεθεί στο ΤΠΔ την Τρίτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό και οι τόκοι προσαυξάνουν το πλειστηρίασμα. Η κατάθεση είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που 29

επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του (άρθρο 965 παρ.4, όπως ισχύει σήμερα δυνάμει του Ν 4335/2015). ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΗ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΑΤΟΣ: αν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλλει το πλειστηρίασμα μέσα στις επόμενες από την όχληση 5 εργάσιμες ημέρες, βάσει του άρθρο.965 παρ. 5 που εφαρμόζεται και στον πλειστ/σμό ακινήτων, μετά την πάροδο της προθεσμίας αυτών από την όχληση του υπερθεματιστή, από τον συμβ/φο (υπάλληλο του πλειστ/σμού), επέρχονται 2 έννομες συνέπειες: η ανατροπή της κατακύρωσης και η κατάπτωση της εγγυοδοσίας που έχει ήδη καταθέσει ο υπερθεματιστής. Η κατάπτωση αυτή είναι οριστική, δηλ. δεν επιστρέφεται το ποσόν της, ούτε εν μέρει, ακόμη κι αν το άθροισμά της με το όσο της προσφοράς προηγούμενου πλειοδότη στον οποίο τελικά κατακυρώθηκε το πράγμα, υπερβαίνει το αρχικό πλειστηρίασμα, ή αν κατά τον αναπλειστ/σμό που τυχόν επακολούθησε επιτεύχθηκε μεγαλύτερο πλειστηρίασμα (ΕφΠατρ 496/2009 ΑχΝομ 2010, 363). ΑΝΑΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ-ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΙ: Από το συνδυασμό των 965 παρ. 3,4,5,6 προκύπτει ότι, αν ο υπερθεματιστής, μετά την κατακύρωση, αρνείται να καταβάλει το πλειστηρίασμα αμέσως ή μέσα στην προθεσμία που του χορηγήθηκε από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, επισπεύδεται αναπλειστηριασμός, με πράξη του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με δήλωση προς τον υπάλληλο του πλειστ/σμού του υπέρ ου ή του καθ ου η εκτέλεση ή δανειστή που αναγγέλθηκε και έχει τίτλο εκτελεστό. Στον αναπλειστηριασμό, ο αρχικός υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε το πλειστηρίασμα, δεν μπορεί να πλειοδοτήσει, δικαιούται όμως, έως ότου αρχίσει η πλειοδοσία, να καταβάλει το οφειλόμενο πλειστηρίασμα με τον τόκο υπερημερίας και τα έξοδα του αναπλειστ/σμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα (ΑΠ 2045/2014 ΝΟΜΟΣ). Περίληψη της πράξης, η οποία περιέχει και όσα πρέπει να περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της 30

κατασχετήριας έκθεσης, δημοσιεύεται με επιμέλεια του υπαλλήλου του πλειστ/σμού στην Ιστοσελίδα Δημοσ/σεων Πλειστηρ/σμών του Δελτίου Δικαστικών Δημος/σεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων. Η διάταξη του 959 παρ.7 ισχύει αναλόγως και η σχετική προθεσμία υπολογίζεται αφότου συνταχθεί η πράξη. Ο αρχικός υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε το πλειστηρίασμα, δεν μπορεί να πλειοδοτήσει, δικαιούται όμως, έως ότου αρχίσει η πλειοδοσία, να καταβάλει το οφειλόμενο πλειστηρίασμα, με τον τόκο υπερημερίας, καθώς και τα έξοδα του αναπλειστηριασμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα (άρθρο.965 παρ.5) Σύμφωνα με το άρθρο. 966 παρ.2, αν δεν παρουσιασθούν πλειοδότες, το πράγμα που εκπλειστηριάζεται κατακυρώνεται στην τιμή της πρώτης προσφοράς σε εκείνον, υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση, εάν αυτός το ζητήσει. Εάν δεν υποβληθεί αίτηση, γίνεται νέος πλειστ/σμός μέσα σε 40 ημέρες (ΜΠρΒερ 442/2011 ΕΠολΔ 2011, 632). ΤΡΟΠΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΑΤΟΣ-ΕΓΓΥΟΔΟΣΙΑ (άρθρο 1004) ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΑΤΟΣ: η εκ μέρους του υπερθεματιστή καταβολή του πλειστηριάσματος στον υπάλληλο του πλειστ/σμού, αφενός μεν, επιφέρει απόσβεση των τυχόν επί του ακινήτου υπαρχουσών υποθηκών και προσημειώσεων ανεξαρτήτως της κατατάξεως ή της ικανοποιήσεως των ενυποθήκων ή προσημειούχων δανειστών (ΑΠ 1565/2008 ΝΟΜΟΣ), αφετέρου δε, παρέχει στον υπερθεματιστή το δικαίωμα να αξιώσει από τον υπάλληλο του πλειστ/σμού τη χορήγηση της περιλήψεως της σχετικής κατακυρωτικής εκθέσεως, με τη μεταγραφή της οποίας στα οικεία βιβλία, η κυριότητα επί του πλειστηριασθέντος ακινήτου μεταβιβάζεται κατά τρόπο παράγωγο στον υπερθεματιστή (ΑΠ 2233/2009 ΕφΑΔ 2010. 590, παρατ. Σπ.Ανδρίτσου, ΝοΒ 2011. 953, ΑΠ 1565/2008 ΝΟΜΟΣ). Έως ότου συντελεσθεί η μεταγραφή, η κυριότητα παραμένει στον καθ ου η εκτέλεση και μετά την κατακύρωση, οι 31