στα σύννεφα και τραγουδούσε. Από το στόμα του έβγαινε μια μελωδία που γέμιζε τον ουρανό, σαν να ήταν χίλιοι άγγελοι που τραγουδούσαν όλοι μαζί!



Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Έπαιξαν χιονoπόλεμο, έφτιαξαν και μια χιονοχελώνα, κι όταν πια μεσημέριασε, γύρισαν στη φωλιά τους κι έφαγαν με όρεξη τις λιχουδιές που είχε

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Ο Αϊ-Βασίλης και...το όνομα του παιδιού σας...

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Εικόνες: Eύα Καραντινού

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Το παραμύθι της αγάπης

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΙΖΟΥΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια


ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: Περιγραφή μίας αποτελεσματικής μεθοδολογίας σε μορφή διαλόγου

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

ΤΟ ΜΟΙΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΔΩΡΩΝ. Δυο μέρες πριν τα Χριστούγεννα, όλος ο κόσμος τρέχει στα

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

γραπτα, έγιναν μια ύπαρξη ζωντανή γεμάτη κίνηση και αρμονία.

Αϊνστάιν. Η ζωή και το έργο του από τη γέννησή του έως το τέλος της ζωής του ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ. Εικόνες: Νίκος Μαρουλάκης

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

Παπαγεωργίου Αννα-Μαρία του Αθανασίου, 10 ετών

«ΠΩΣ Ν ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!!!» ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: «ΗΤΕΧΝΗ ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» ΤΜΗΜΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΟΜΑΔΑ Γ (ΜΑΘΗΤΕΣ Γ ΤΑΞΗΣ)

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

7η ΥΠΕ Κρήτης Σταύρος Παρασύρης 2016

Είμαι ξεχωριστός. Είσαι ξεχωριστή. Εγώ είμαι εγώ και εσύ είσαι εσύ.

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Transcript:

1 «Παππού, ονειρεύτηκα έναν άγγελο με χρυσά φτερά! Χόρευε πάνω στα σύννεφα και τραγουδούσε. Από το στόμα του έβγαινε μια μελωδία που γέμιζε τον ουρανό, σαν να ήταν χίλιοι άγγελοι που τραγουδούσαν όλοι μαζί! Και τα σύννεφα... πώς να το εξηγήσω; Δεν ήταν άσπρα σαν αυτά που βλέπουμε, αλλά ασημένια... κεντημένα με ρόδινες και χρυσές κλωστές. Από μέσα τους έβγαινε ένα αστραφτερό φως, πολύ πιο λαμπερό από τον ήλιο, και ο άγγελος έπαιζε κρυφτό μαζί του.»εκατομμύρια αστέρια άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή από τον ουρανό, χορεύοντας σαν τρελά. Και μου φάνηκε πως ένα αστεράκι, που ήταν και το πιο παιχνιδιάρικο απ όλα, έδωσε στον άγγελο ένα φιλί στο μάγουλο και κάθισε στον ώμο του. Τότε τα υπόλοιπα ζήλεψαν, έπεσαν πάνω του και προσπάθησαν να τον φιλήσουν κι αυτά. Και εκείνος τάχα δεν ήθελε και κουτρουβαλιάστηκαν όλοι μαζί στα σύννεφα, παίζοντας και γελώντας.»ξαφνικά, ο άγγελος σταμάτησε το παιχνίδι και αφουγκράστηκε ανήσυχος. Σήκωσε το χέρι και έκανε νόημα να σωπάσουν... κι αμέσως έγινε ησυχία! Τα σύννεφα έκρυψαν το λαμπερό τους φως και τα αστέρια πέταξαν και φώλιασαν ξανά στον ουρανό. Ο άγγελος βούτηξε μέσα στα σύννεφα και άρχισε να κατεβαίνει στη Γη, σαν την αστραπή, γιατί αυτό που είχε ακούσει ήταν κλάμα ανθρώπινο. Η μαμά μού είχε πει κάποτε, όταν ήμουν πολύ μικρός, πως αυτή είναι η δουλειά των αγγέλων: να βοηθούν τους ανθρώπους, καμιά φορά ακόμα και τους κακούς!»και βρέθηκε που λες, παππού, ο άγγελος σε ένα πολύ ψηλό χιονισμένο βουνό, όλο κοφτερά βράχια, που ήταν σκεπασμένο με πυκνή ομίχλη. Κοίταξε γύρω του προσεκτικά, προσπαθώντας να καταλάβει από

10 ΒΙΚΥ ΣΤΟΥΦΗ πού ερχόταν το κλάμα, αλλά η ομίχλη τον εμπόδιζε να δει καθαρά. Τότε, από τα μάτια του ξεπετάχτηκαν κάτι κόκκινες ακτίνες, σαν του Σούπερμαν, που διαπέρασαν την ομίχλη και είδε, κοντά στην κορυφή, ένα ξυπόλυτο παιδάκι που φορούσε κουρέλια. Ήταν μαζεμένο κουβάρι και έτρεμε από το κρύο και την πείνα. Έκλαιγε με λυγμούς και τα δάκρυά του έπεφταν πάνω στο χιόνι, σχηματίζοντας κρυσταλλάκια που έμοιαζαν με διαμάντια.»ο άγγελος έτρεξε κοντά του. Τα μάτια του γέμισαν θλίψη και η καρδιά του πόνεσε, γιατί ένιωσε τη δυστυχία και τη μοναξιά του μικρού παιδιού. Άνοιξε τις φτερούγες του και ένα ολόλευκο φως ξεχύθηκε από μέσα του. Σήκωσε το παιδί από κάτω κι εκείνο ακούμπησε πάνω του με εμπιστοσύνη, νιώθοντας να το πλημμυρίζει μια παράξενη ζεστασιά. Ο άγγελος του χαμογέλασε και του σκούπισε τα δάκρυα. Άνοιξε το χέρι και είδα στην παλάμη του ένα παράξενο φρούτο που δεν ξέρω πώς το λένε, γιατί δεν το έχω δει ποτέ μου. Το πρόσφερε στο παιδί, που το έφαγε με λαχτάρα. Στο στόμα του απλώθηκε μια γλυκιά γεύση, σαν του μελιού, και χόρτασε την πείνα του.»μετά ο άγγελος φύσηξε δυνατά και η ομίχλη διαλύθηκε. Τα χιόνια έλιωσαν και η γη άρχισε να πρασινίζει. Από το χώμα ξεπετάχτηκαν χιλιάδες δέντρα που ψήλωναν διαρκώς, μέχρι που έφτασαν στον ουρανό. Αμέτρητα πουλιά ήρθαν πετώντας από μακριά και κάθισαν πάνω στα κλαδιά τους, γεμίζοντας τον αέρα με τα γλυκά κελαηδητά τους. Τα ζώα ξύπνησαν από τη νάρκη τους και βγήκαν από τις φωλιές τους για να χαρούν τον ήλιο και να παίξουν στο γρασίδι.»ο άγγελος, στη συνέχεια, έκανε με το χέρι ένα μεγάλο κύκλο και φανερώθηκε, σαν σε καθρέφτη, ολόκληρη η Γη. Το παιδάκι είδε, τότε, απέραντους ωκεανούς, μεγάλες πόλεις γεμάτες ανθρώπους, αυτοκίνητα και φασαρία, αλλά και χωριουδάκια που ξάπλωναν νωχελικά πάνω σε καταπράσινες πεδιάδες. Είδε απάτητα βουνά με χιονισμένες κορυφές, απότομους γκρεμούς και χαράδρες, σκιερές κοιλάδες, γαλάζιες λίμνες με αστραφτερό νερό και ποτάμια τόσο μεγάλα, που δε διακρίνονταν οι όχθες τους. Θαύμαζε το θέαμα για πολλή ώρα και τα μάτια του γέμισαν

ΛΕΥΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 11 από τις ομορφιές της φύσης, ώσπου έγειρε κουρασμένο και αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του άγγελου. Αυτός τότε, παππού, άνοιξε τις τεράστιες φτερούγες του και πέταξε ψηλά, στον ουρανό, για να το πάει σε ένα μέρος όπου ήξερε πως θα ήταν ευτυχισμένο...» Ο Αλέξης Βεργής παρακολουθούσε προσηλωμένος τη γλαφυρή αφήγηση του δωδεκάχρονου εγγονού του, του Άγγελου, χωρίς να τον διακόπτει. Όταν εκείνος σταμάτησε, ο παππούς χάιδεψε τρυφερά τις πλούσιες ξανθές μπούκλες του αγοριού και το βλέμμα του ταξίδεψε πάνω στο αγαπημένο πρόσωπο με τα υπέροχα φωτεινά γαλάζια μάτια. «Λοιπόν, τι έγινε μετά; Πού το πήγε, τελικά, ο άγγελος το παιδάκι;» ρώτησε με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση. Ο Άγγελος έφτιαξε την κουβέρτα στο κρεβάτι του και στράφηκε προς το μέρος του, κάπως μουτρωμένος. «Δεν έχει μετά, παππού. Να φανταστείς ότι μέσα στον ύπνο μου περίμενα πώς και πώς να δω τη συνέχεια, αλλά ήρθε εκείνη η νοσοκόμα με τα κόκκινα μαλλιά και με ξύπνησε, γιατί έπρεπε να μου βάλει θερμόμετρο. Δεν καταλαβαίνω γιατί σώνει και καλά πρέπει να βάζουν θερμόμετρο σε όλους τους ασθενείς, ακόμα και σε αυτούς που δεν έχουν πυρετό. Ευτυχώς που θα βγω αύριο, γιατί δεν αντέχω ούτε μία μέρα παραπάνω εδώ μέσα!» Ο ηλικιωμένος άντρας κούνησε το κεφάλι και χαμογέλασε με κατανόηση. Για ένα αεικίνητο και ζωηρό παιδί, όπως ήταν ο εγγονός του, αυτή η αναγκαστική απραξία καταντούσε σωστό μαρτύριο. Ο Άγγελος είχε μπει εσπευσμένα στο νοσοκομείο πριν από μία εβδομάδα, γιατί τον τελευταίο καιρό παραπονιόταν για έντονους πονοκεφάλους και ζαλάδες. Βασανιζόταν, επίσης, από αλλόκοτα όνειρα, που τον τρόμαζαν με τη βιαιότητα και τη σκοτεινιά τους. Όμως, για να μην αναστατώσει περισσότερο τους γονείς του, αποφάσισε ότι ήταν καλύτερο για όλους να κρατήσει αυτό το κομμάτι αποκλειστικά για τον εαυτό του.

12 ΒΙΚΥ ΣΤΟΥΦΗ Το χτεσινό όνειρο, όμως, ήταν διαφορετικό. Τον είχε συναρπάσει με την ομορφιά και τη μεγαλοπρέπειά του και ήθελε να το μοιραστεί με κάποιον. Ο πιο κατάλληλος άνθρωπος ήταν ο παππούς του και τον περίμενε ανυπόμονα όλη την ημέρα μέχρι να φτάσει η ώρα για την καθιερωμένη απογευματινή επίσκεψή του. Εκτός από τον Άγγελο, όμως, υπήρχε και κάποιος άλλος που ήξερε να κρύβει καλά τα μυστικά του. Αυτός ήταν ο ίδιος ο Αλέξης Βεργής. Ήξερε για τα όνειρα του εγγονού του και ότι η φοβερή δοκιμασία στην οποία υποβαλλόταν το παιδί ήταν μέρος της διαδικασίας της αφύπνισης, που θα τελείωνε ευτυχώς πολύ σύντομα. Ποθούσε, με όλη τη δύναμη της καρδιάς του, να τον είχε προετοιμάσει για την αλήθεια και να του είχε αποκαλύψει ποιος ήταν πραγματικά, αλλά φοβόταν μήπως αυτό έφερνε το αντίθετο αποτέλεσμα. Το είχε κάνει στο παρελθόν με το γιο του, τον Μιχάλη, και είχε αποδειχτεί λάθος. Αυτή τη φορά είχε αποφασίσει να αφήσει τα γεγονότα να ακολουθήσουν την πορεία τους, δίνοντας την ευκαιρία στον εγγονό του να του ανοίξει την καρδιά του όποτε έκρινε εκείνος. Ήταν έτοιμος να μιλήσει, όταν ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και μπήκε ένας ψηλός αδύνατος γιατρός με γυαλάκια και φαλάκρα. Τον συνόδευε η κοκκινομάλλα νοσοκόμα, μια παχουλή γυναίκα γύρω στα τριάντα πέντε, με έξυπνα μαύρα μάτια που περιφέρονταν ασταμάτητα στο χώρο. Ο Αλέξης Βεργής σηκώθηκε από την καρέκλα του για να τους υποδεχτεί. Ο γιατρός τον χαιρέτησε με ένα συγκρατημένο χαμόγελο και στράφηκε προς τον Άγγελο. «Καταλαβαίνω ότι δεν ήταν ευχάριστες οι στιγμές που πέρασες στο νοσοκομείο, όπως δεν ήταν και για εμάς που ήμαστε υποχρεωμένοι να σε υποβάλλουμε σε όλες αυτές τις εξετάσεις...» άρχισε να λέει. «Μακάρι όλοι οι ασθενείς μας να ήταν σαν τον Άγγελο, υπομονετικοί και υπάκουοι», διέκοψε το γιατρό η κοκκινομάλλα νοσοκόμα, αφήνοντας να της ξεφύγει ένα κακαριστό γελάκι.

ΛΕΥΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 13 Εκείνος της έριξε μια αυστηρή ματιά για να την επαναφέρει στην τάξη και έστρεψε την προσοχή του στον ηλικιωμένο άντρα. «Ο εγγονός σας είναι υγιέστατος, κύριε Βεργή. Όμως ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος από τους συναδέλφους μου μπόρεσε να βρει κάποια λογική εξήγηση για τους πονοκεφάλους που τον ταλαιπωρούν. Η μαγνητική τομογραφία δεν έδειξε τίποτε ανησυχητικό...» Ο Αλέξης Βεργής χαμήλωσε το βλέμμα και σκέφτηκε πόσο ωραία θα ήταν να μπορούσε να πει την αλήθεια τουλάχιστον στο γιο του και στη νύφη του, ώστε να μην ανησυχούν άδικα για το παιδί, ωστόσο αυτό ήταν πέρα από τις προσδοκίες του. Στενοχωριόταν που ήταν υποχρεωμένος να τους κρύβει την αλήθεια, αλλά από την άλλη ήξερε ότι αυτή η στενοχώρια δε θα τον έβγαζε πουθενά. Η δυνατή μπάσα φωνή του γιατρού τον απέσπασε από τις σκέψεις του και προσπάθησε να συγκεντρωθεί και να ακούσει αυτά που του έλεγε ο επιστήμονας. «Ξέρετε, καμιά φορά, τα παιδιά υπερβάλλουν με το διάβασμα, την τηλεόραση ή τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να νοσηλεύεται. Όπως είπαμε και στο γιο σας, καλό θα ήταν να μείνει στο σπίτι για λίγες ακόμα μέρες, πριν επιστρέψει στο σχολείο. Φαντάζομαι ότι σου έλειψαν πολύ και οι φίλοι σου, έτσι δεν είναι, Άγγελε;» ρώτησε απευθυνόμενος στο αγόρι. «Αν μου έλειψαν λέει! Δε βλέπω την ώρα να γυρίσω σπίτι μου κι εσείς, φαντάζομαι, δε βλέπετε την ώρα να με ξεφορτωθείτε...» Η νοσοκόμα ετοιμάστηκε να ανοίξει και πάλι το στόμα της, αλλά έπειτα από δεύτερη σκέψη το έκλεισε σφιχτά και κάρφωσε τα αεικίνητα ματάκια της στο παράθυρο. «Λοιπόν, κύριε Βεργή», είπε ο γιατρός δίνοντας το χέρι στον ηλικιωμένο άντρα. «Δε θα σας δω αύριο, γι αυτό εύχομαι από τώρα ό,τι καλύτερο για τον Άγγελο. Καλή σας νύχτα». «Καληνύχτα, γιατρέ. Σας ευχαριστώ για όσα κάνατε για τον εγγονό μου. Καληνύχτα και σ εσάς, αδελφή». Ο γιατρός, με την κοκκινομάλλα γυναίκα να τον ακολουθεί καταπό-

14 ΒΙΚΥ ΣΤΟΥΦΗ δας, βγήκε από το δωμάτιο, αλλά εκείνη, προτού κλείσει την πόρτα, στράφηκε και κοίταξε κλεφτά τον Άγγελο και τον παππού του. «Αχ, μα είναι τόσο όμορφοι και ασυνήθιστοι άνθρωποι! Πόσων χρόνων να είναι αλήθεια αυτός ο Αλέξης Βεργής; Δε φαίνεται πάνω από πενήντα, αλλά βέβαια είναι πολύ μεγαλύτερος! Θα τους ξαναδώ, άραγε;» αναρωτήθηκε και αναστέναξε, ρίχνοντας μια τελευταία ματιά θαυμασμού στον καλοστεκούμενο άντρα. Στα εξήντα επτά του χρόνια, εκείνος δεν έδειχνε την πραγματική του ηλικία, έτσι όπως ήταν ψηλός και λεπτός. Τα σγουρά καστανόξανθα μαλλιά του μόλις είχαν αρχίσει να γκριζάρουν στους κροτάφους και τα καστανά μάτια του με τις πράσινες κουκκίδες, σπινθηροβόλα και λαμπερά, αντιφέγγιζαν τη φλόγα που ήταν κρυμμένη μέσα του. Η νοσοκόμα ένιωσε ντροπή για τις σκέψεις της. Έκλεισε βιαστικά την πόρτα πίσω της και έσκυψε το κεφάλι ακουμπώντας το σαγόνι στο στήθος, για να μη δει ο γιατρός το κόκκινο χρώμα που είχε βάψει τα μάγουλά της. Ο Αλέξης Βεργής έσκυψε και φίλησε τον εγγονό του στο μέτωπο. «Καλύτερα να πηγαίνω κι εγώ, γιατί το επισκεπτήριο τελειώνει σε λίγο. Ο μπαμπάς θα έρθει να σε πάρει αύριο το πρωί, γύρω στις δέκα, γι αυτό φρόντισε να είσαι έτοιμος στην ώρα σου, εντάξει;» «Σίγουρα. Θα είμαι έτοιμος από τα χαράματα!» είπε ο Άγγελος και ξαφνικά χαράχτηκε στα χείλη του ένα μικρό, πονηρό χαμόγελο. Ο παππούς του κοντοστάθηκε και τον κοίταξε απορημένος. «Θα ήθελες να μου πεις κι εμένα πού είναι το αστείο;» «Αυτή η νοσοκόμα, παππού, παράξενη δεν είναι; Κάθε τρεις και λίγο έρχεται να δει τι κάνω και κάθε φορά που σε βλέπει τα μάγουλά της γίνονται πιο κόκκινα κι από τα μαλλιά της! Λες να είναι άρρωστη;» Ο Αλέξης Βεργής αντιλήφθηκε την πειρακτική διάθεση του Άγγελου και χαμογέλασε ανάλαφρα. «Μπα, εμένα μου φαίνεται μια χαρά...»

ΛΕΥΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 15 «Τότε μάλλον είναι ερωτευμένη με κάποιον, μήπως ξέρεις εσύ με ποιον;» ρώτησε το παιδί και το χαμόγελό του έγινε πιο πλατύ. «Δεν ντρέπεσαι να λες τέτοια πράγματα στο γέρο παππού σου;» είπε εκείνος με σοβαρό ύφος. Η έκφρασή του, όμως, έδειχνε πως το διασκέδαζε όσο και ο Άγγελος. Οι δυο τους κοιτάχτηκαν για μια στιγμή κι έβαλαν τα γέλια. Το γάργαρο γέλιο του παιδιού γέμισε το δωμάτιο και ο παππούς σκέφτηκε πόσο πολύ του είχε λείψει αυτό το γέλιο, το είχε ανάγκη σαν τον αέρα που ανέπνεε. «Έλα τώρα, αρκετά! Προσπάθησε να κοιμηθείς λιγάκι, έτσι θα περάσει πιο γρήγορα η ώρα και προτού το καταλάβεις θα γυρίσεις και πάλι στο σπίτι». Έφτιαξε το μαξιλάρι κάτω από το κεφάλι του αγοριού για να είναι πιο άνετα, το φίλησε ξανά στο μέτωπο και του ευχήθηκε «καληνύχτα». Δεν πρόλαβε, όμως, να βγει από την πόρτα, γιατί τον σταμάτησε η τρεμάμενη φωνή του Άγγελου. «Παππού, μη φύγεις ακόμα, σε παρακαλώ. Πρέπει να σου μιλήσω». Εκείνος τσιτώθηκε και στο πρόσωπό του ζωγραφίστηκε μια παράξενη έκφραση. Γύρισε πίσω με αργά βήματα και αυτή τη φορά διάλεξε να καθίσει στο κρεβάτι, για να είναι πιο κοντά στο παιδί. Προσπάθησε να «δει» τις σκέψεις του, αλλά το μυαλό του Άγγελου παρέμενε κλειστό σαν στρείδι. Μέχρι πριν από λίγο καιρό μπορούσε να το κάνει, αλλά από την ημέρα που εκδηλώθηκαν οι πονοκέφαλοι, ο ηλικιωμένος άντρας ένιωσε να πέφτει ένα βαρύ πέπλο ανάμεσά τους και να τους χωρίζει. Αυτή η κατάσταση χειροτέρευε όσο περνούσε ο καιρός, αλλά ευτυχώς ήταν μόνο ένα μεταβατικό στάδιο, καθώς έτσι ξεκινούσε η αφύπνιση. Το ήξερε από πρώτο χέρι, γιατί είχε συμβεί και στον ίδιο όταν βρισκόταν περίπου στην ηλικία του εγγονού του. Ο Άγγελος φαινόταν νευρικός και στενοχωρημένος. Πάλευε ακόμα με τον εαυτό του και αμφιταλαντευόταν για το αν έπρεπε να μιλήσει. Στο τέλος δεν άντεξε.

16 ΒΙΚΥ ΣΤΟΥΦΗ «Παππού, θέλω να καταλάβω μερικά πράγματα...» ψιθύρισε. «Προσπάθησα να δώσω μόνος μου εξηγήσεις, αλλά δεν τα κατάφερα. Ίσως μπορείς εσύ να με βοηθήσεις». Τα μάτια του Αλέξη Βεργή έλαμψαν περισσότερο από το συνηθισμένο. Ίσως, τελικά, η ώρα της αλήθειας να ερχόταν πολύ πιο γρήγορα απ όσο πίστευε. «Αν μπορώ να βοηθήσω σε κάτι, θα το κάνω με όλη μου την καρδιά. Ξέρεις ότι πάντα είμαι δίπλα σου... για οτιδήποτε χρειαστείς», είπε στα γρήγορα, σκύβοντας από πάνω του, χωρίς να μπορεί να κρύψει την ανυπομονησία του. Ο Άγγελος ένιωσε δυσφορία. Ανασηκώθηκε και ακούμπησε την πλάτη στο μαξιλάρι για να βάλει κάποια απόσταση μεταξύ τους. Η συμπεριφορά του παππού του τις τελευταίες ημέρες τον ξένιζε και τον τρόμαζε λίγο. Από τότε που τον θυμόταν ήταν πάντα υπομονετικός και τρυφερός, όπως είναι οι περισσότεροι παππούδες του κόσμου, με τη μόνη διαφορά πως ο δικός του ο παππούς φαινόταν να ξέρει από πριν τι τον απασχολούσε και είχε έτοιμη τη λύση σε κάθε πρόβλημά του πριν καν του το αναφέρει. «Σκέφτομαι συνέχεια εκείνο τον άγγελο που είδα χτες στο όνειρό μου. Είμαι σίγουρος ότι έχει κάποια σχέση μ εμένα», είπε τελικά. Ο παππούς του τον κοίταξε ερευνητικά και ο Άγγελος ένιωσε ξαφνικά τα μηνίγγια του να χτυπάνε από τον πόνο. «Τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό, αγόρι μου;» ρώτησε σιγανά. «Επειδή δεν ήταν ένα απλό όνειρο! Το έζησα στην πραγματικότητα, ήμουν κι εγώ εκεί! Στην αρχή στεκόμουν κάπου μακριά και έβλεπα τον άγγελο μέσα από την ομίχλη, αλλά σιγά σιγά άρχισα να τον πλησιάζω, μέχρι που ξαφνικά μπήκα στο σώμα του και γίναμε ένα...» Η φωνή του ράγισε και σταμάτησε απότομα. Τα μάτια του βούρκωσαν και τον πήρε το παράπονο. Το βάρος ήταν δυσβάσταχτο για τους παιδικούς του ώμους και, αν δεν το μοιραζόταν με κάποιον, ένιωθε πως δε θα άντεχε για πολύ. «Αχ, παππού! Τον τελευταίο καιρό βλέπω πολλά παράξενα όνειρα.

ΛΕΥΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 17 Δεν το έχω πει σε κανέναν, γιατί πίστευα ότι θα σταματούσαν κάποια στιγμή, αλλά όσο πάνε γίνονται όλο και συχνότερα. Μερικές φορές είναι όμορφα όνειρα, με ψηλούς και ασπροντυμένους αγγέλους που με παίρνουν μαζί τους και με πηγαίνουν σε μακρινούς, παράξενους τόπους. Όμως, τις περισσότερες φορές, βλέπω μαυροντυμένες φιγούρες με απαίσια πρόσωπα, που αλλάζουν συνεχώς μορφή. Γελάνε και με κοροϊδεύουν. Μου λένε ότι θα με σκοτώσουν και εγώ, από το φόβο μου, τρέχω για να γλιτώσω. Τότε ξυπνάω από την τρομάρα μου και νιώθω να πονάει όλο μου το κορμί. Φοβάμαι τόσο πολύ...» Ο Αλέξης Βεργής χάιδεψε τρυφερά τα μαλλιά του αγοριού και η φωνή του έγινε απαλή και καθησυχαστική. «Τι είναι αυτό που σε φοβίζει;» «Μήπως τελικά είμαι πολύ άρρωστος!» ξέσπασε ο Άγγελος. «Μήπως όλοι αυτοί έρχονται στον ύπνο μου για να με προειδοποιήσουν ότι θα πεθάνω. Γι αυτό με φέρατε στο νοσοκομείο; Αχ, παππού, πες μου την αλήθεια, σε παρακαλώ!» Ο ηλικιωμένος άντρας πάγωσε. Ήταν σκληρό να βλέπει το παιδί που λάτρευε με όλη του την ψυχή, που γέμιζε την ύπαρξή του με το γέλιο του και τη ζωντάνια του, να βασανίζεται από τέτοιες απαισιόδοξες σκέψεις. «Όχι, ψυχή μου!» είπε και το έσφιξε άγρια στην αγκαλιά του. «Δεν πρόκειται να πεθάνεις, αυτό να το βγάλεις από το μυαλό σου. Δεν είσαι άρρωστος». «Πώς είσαι τόσο σίγουρος; Έχω δει πολλές φορές τον μπαμπά να κουβεντιάζει κρυφά με το γιατρό και η μαμά, κάποια στιγμή που νόμιζε ότι κοιμόμουν, έβαλε τα κλάματα και είπε πως θα πεθάνει κι εκείνη αν μου συμβεί κάτι...» «Εγώ ξέρω καλύτερα απ όλους και μακάρι να μπορούσα να τους πω την αλήθεια», ψιθύρισε ο παππούς στο αφτί του Άγγελου. «Ακούς διάφορες φωνές μέσα στο κεφάλι σου. Μερικές φορές, ίσα που τις ακούς, αλλά υπάρχουν φορές που γίνονται τόσο δυνατές, ώστε καταντάει σωστό μαρτύριο».

18 ΒΙΚΥ ΣΤΟΥΦΗ Ο Άγγελος τον κοίταξε ξαφνιασμένος. «Ναι, έτσι είναι!» παραδέχτηκε. «Αλλά εσύ πώς το ξέρεις; Δεν το έχω πει σε κανέναν». «Γιατί τα πέρασα κι εγώ κάποτε, όταν ήμουν στην ηλικία σου...» «Εσύ, παππού!» Τα μάτια του Άγγελου άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη. «Ναι, εγώ. Σου δίνω το λόγο μου ότι αυτή η κατάσταση είναι προσωρινή. Μάλιστα, όταν μάθεις να το ελέγχεις, δε θα σε ενοχλεί καθόλου. Με πιστεύεις;» Ο Άγγελος ένιωσε να ηρεμεί στην αγκαλιά του. Όπως ακουμπούσε το κεφάλι πάνω στο πλατύ στέρνο του παππού του, άκουγε την καρδιά του να χτυπάει ρυθμικά και του αρκούσε να ξέρει ότι αυτή η καρδιά ήταν γεμάτη αγάπη. «Σε πιστεύω», είπε σοβαρά και τον κοίταξε με εμπιστοσύνη. «Αφού, όμως, δεν είμαι άρρωστος, τότε τι μου συμβαίνει;» Ο Αλέξης Βεργής έμεινε για λίγο σκεφτικός. Μετά διάλεξε με προσοχή τα λόγια του. «Κάθε νέα ζωή έρχεται σε αυτό τον κόσμο μέσα από μια σειρά επώδυνων διαδικασιών. Αυτό ακριβώς σου συμβαίνει, Άγγελε. Ξαναγεννιέσαι! Η φάση στην οποία βρίσκεσαι τώρα είναι η απαρχή της καινούριας σου ζωής, όμως άκου, αγόρι μου: έχεις το δικαίωμα να επιλέξεις αν θα την ακολουθήσεις ή όχι. Εμείς οι δύο έχουμε να πούμε πολλά πράγματα, αλλά εδώ δεν είναι το κατάλληλο μέρος, καλύτερα να τα πούμε όταν γυρίσεις στο σπίτι...» «Μιλάς παράξενα και τα λόγια σου με τρομάζουν», είπε ανήσυχο το παιδί και τα γαλάζια μάτια του σκοτείνιασαν απότομα. «Δεν μπορώ να περιμένω τόσο πολύ, θα προτιμούσα να μου πεις τώρα την αλήθεια». Ο ηλικιωμένος άντρας χάιδεψε τον Άγγελο στο μέτωπο και εκείνος ένιωσε το κορμί του να κατακλύζεται από μια αναζωογονητική δροσιά. «Ίσως τρομάξεις από το μεγαλείο που κρύβεται πίσω από την αλήθεια, παιδί μου. Αλλά πιστεύω ότι στο σπίτι μπορούμε να κουβεντιάσουμε καλύτερα, με την ησυχία μας».