ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΥΤΕΡΑ 16 ΜΑΪΟΥ 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) ΚΕΙΜΕΝΟ ιονύσιος Σολωμός Ὁ Κρητικός 1 [18.]...... Ἐκοίταα, κι ἤτανε μακριά ἀκόμη τ ἀκρογιάλι «Ἀστροπελέκι μου καλό, γιά ξαναφέξε πάλι!» Τρία ἀστροπελέκια ἐπέσανε, ἕνα ξοπίσω στ ἄλλο Πολύ κοντά στήν κορασιά μέ βρόντημα μεγάλο 5 Τά πέλαγα στήν ἀστραπή κι ὁ οὐρανός ἀντήχαν, 1 Οἱ ἀκρογιαλιές καί τά βουνά μ ὅσες φωνές κι ἄν εἶχαν. 2 [19.] Πιστέψετε π ὅ,τι θά πῶ εἶν ἀκριβή ἀλήθεια, Μά τές πολλές λαβωματιές πού μὄφαγαν τά στήθια, Μά τούς συντρόφους πὄπεσαν στήν Κρήτη πολεμώντας, Μά τήν ψυχή πού μ ἔκαψε τόν κόσμο ἀπαρατώντας. 5 (Λάλησε, Σάλπιγγα! κι ἐγώ τό σάβανο τινάζω, Καί σχίζω δρόμο καί τς ἀχνούς ἀναστημένους 2 κράζω: «Μήν εἴδετε τήν ὀμορφιά πού τήν Κοιλάδα ἁγιάζει; Πέστε, νά ἰδεῖτε τό καλό ἐσεῖς κι ὅ,τι σᾶς μοιάζει. Καπνός δέ μένει ἀπό τή γῆ νιός οὐρανός ἐγίνη 10 Σάν πρῶτα ἐγώ τήν ἀγαπῶ καί θά κριθῶ μ αὐτήνη. Ψηλά τήν εἴδαμε πρωί τῆς τρέμαν τά λουλούδια Στή θύρα τῆς Παράδεισος πού ἐβγῆκε μέ τραγούδια Ἔψαλλε τήν Ἀνάσταση χαροποιά ἡ φωνή της, 1 αντήχαν = αντηχούσαν. 2 ἀχνός = αμυδρή φιγούρα, έτοιμη να σβήσει. ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ
ΑΡΧΗ 2ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ Κι ἔδειχνεν ἀνυπομονιά γιά νά μπει στό κορμί της Ὁ οὐρανός ὁλόκληρος ἀγρίκαε σαστισμένος, Τό κάψιμο ἀργοπόρουνε ὁ κόσμος ὁ ἀναμμένος Καί τώρα ὀμπρός 3 τήν εἴδαμε ὀγλήγορα σαλεύει Ὅμως κοιτάζει ἐδῶ κι ἐκεῖ καί κάποιονε γυρεύει»). 3 [20.] Ἀκόμη ἐβάστουνε ἡ βροντή... Κι ἡ θάλασσα, πού σκίρτησε σάν τό χοχλό πού βράζει, 4 Ἡσύχασε καί ἔγινε ὅλο ἡσυχία καί πάστρα, 5 Σάν περιβόλι εὐώδησε κι ἐδέχτηκε ὅλα τ ἄστρα 5 Κάτι κρυφό μυστήριο ἐστένεψε 6 τή φύση Κάθε ὀμορφιά νά στολιστεῖ καί τό θυμό ν ἀφήσει. έν εἶν πνοή στόν οὐρανό, στή θάλασσα, φυσώντας Οὔτε ὅσο κάνει στόν ἀνθό ἡ μέλισσα περνώντας, Ὅμως κοντά στήν κορασιά, πού μ ἔσφιξε κι ἐχάρη, 10 Ἐσειότουν τ ὁλοστρόγγυλο καί λαγαρό φεγγάρι Καί ξετυλίζει ὀγλήγορα κάτι πού ἐκεῖθε βγαίνει, Κι ὀμπρός μου ἰδού πού βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη. Ἔτρεμε τό δροσάτο φῶς στή θεϊκιά θωριά της, Στά μάτια της τά ὁλόμαυρα καί στά χρυσά μαλλιά της. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α1. Να αναφέρετε ονομαστικά τρία από τα κύρια θέματα της Επτανησιακής Σχολής και για το καθένα να γράψετε ένα παράδειγμα από το ποιητικό κείμενο του ιονυσίου Σολωμού που σας δόθηκε. Μονάδες 15 Β1. Σύμφωνα με την Ελένη Τσαντσάνογλου, ένα από τα γνωρίσματα του σολωμικού έργου είναι ότι ο ποιητής συνθέτει τη φυσική και τη μεταφυσική πραγματικότητα. 3 τώρα ομπρός = μόλις, πριν από λίγο. 4 σκίρτησε = «σκιρτούσε»: αναταρασσόταν, χοχλός =κοχλασμός, βράσιμο. 5 πάστρα =καθαρότητα, διαύγεια. 6 ἐστένεψε = επιβλήθηκε (στην φύση), την ανάγκασε. ΤΕΛΟΣ 2ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ
ΑΡΧΗ 3ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ α) Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε δύο εικόνες του κειμένου που να επιβεβαιώνουν την παραπάνω άποψη. (μονάδες 10) β) Γιατί, κατά τη γνώμη σας, ο ποιητής επιλέγει να αναγάγει στο απόσπασμα 2 [19.] τη λυρική του αφήγηση σε επίπεδο μεταφυσικό; (μονάδες 10) Μονάδες 20 Β2. Στο απόσπασμα 3 [20.] ο Σολωμός αναπτύσσει το μοτίβο της σιγής του κόσμου πριν από τη θεία επιφάνεια. Να βρείτε δύο εκφραστικά μέσα με τα οποία αποδίδεται το μοτίβο αυτό στο συγκεκριμένο απόσπασμα (μονάδες 10) και να τα αναλύσετε (μονάδες 10). Μονάδες 20 Γ1. Να σχολιάσετε τους παρακάτω στίχους: α) «Ἀστροπελέκι μου καλό, γιά ξαναφέξε πάλι!» Τρία ἀστροπελέκια ἐπέσανε, ἕνα ξοπίσω στ ἄλλο Πολύ κοντά στήν κορασιά μέ βρόντημα μεγάλο (σε μία παράγραφο 80 100 λέξεων) (μονάδες 15) β) Ἔψαλλε τήν Ἀνάσταση χαροποιά ἡ φωνή της, Κι ἔδειχνεν ἀνυπομονιά γιά νά μπει στό κορμί της (σε μία παράγραφο 60 80 λέξεων) (μονάδες 10) Μονάδες 25 1. Στο παρακάτω απόσπασμα από το ποίημα του Γεράσιμου Μαρκορά «Ο Όρκος» ο Μάνθος (ήρωας της Κρητικής επανάστασης των ετών 1866-1869, που έχει σκοτωθεί στο ολοκαύτωμα του Αρκαδίου) απευθύνεται στην ετοιμοθάνατη αγαπημένη του. Να συγκρίνετε ως προς το περιεχόμενο το απόσπασμα αυτό του Μαρκορά με το κείμενο του «Κρητικού» που σας δόθηκε. Μονάδες 20 Ἄκου, Εὐδοκιά! 1 Σὰν ἔπαψαν στὸ οὐράνιο περιγιάλι Τοῦ φτάσιμού μας ᾑ χαραίς 2 ὠιμέ! τὰ μύρια κάλλη, ΤΕΛΟΣ 3ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ
ΑΡΧΗ 4ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ Ποῦ 3 μ ἕνα βλέμμα ἐξάνοιξα 4 τριγύρου σκορπισμένα, Χλωμὰ καὶ κρύα μοῦ φάνηκαν, θυμούμενος ἐσένα. Ἐπῆρα δρόμο μακρυνό. Σὰν πότε θὰ σὲ φέρῃ Στὴν ἀγκαλιά μου ὁ Θάνατος ρωτοῦσα κάθε ἀστέρι, Καὶ ὀμπρὸς ἀπέρναα 5 κ ἔκανα σὲ Ἀνατολὴ καὶ ύση Τὸ ἀγαπητό σου τ ὄνομα γλυκὰ νὰ ἠχολογήσῃ. Σὲ πλάγι οὐράνιο, ποῦ ψυχὴ δὲν ἤτανε κἀμμία, Θλιμμένος χάμου ἐκάθισα. Στὴ μοναξιὰ τὴ θεία Τὰ πρῶτα τῆς ἀγάπης μας εὐτυχισμένα χρόνια Μοῦ φτερουγιάζανε ὀμπροστά, σὰν τόσα χελιδόνια. Στὰ μέρη, ποὖχαν μᾶς ἰδῇ 6 τόσαις φοραὶς ἀντάμα, Ὁ νοῦς μου ξαναγύριζε κ ἰδὲς θαυμάσιο πρᾶμα! Ὅ,τι θωροῦσε ὁ λογισμὸς ἔπαιρνε σῶμα ὀμπρός μου, Ὁποῦ 7 δὲν εἶναι πρόσκαιρο, σὰν τ ἄλλα ἐδῶ τοῦ κόσμου.... Ὤ! πᾶμε, ἀγάπη μου γλυκειά! πᾶμε, ὁ καιρὸς μᾶς βιάζει! ὲν εἶναι χόρτο ἢ λούλουδο ποῦ ἐκεῖ νὰ μὴ σὲ κράζῃ Ἐκεῖ ἀπὸ χρόνια ἡ μάννα σου καὶ ὁ δοξαστός σου κύρης Τὴ θεία φτεροῦγα τῆς ψυχῆς ἀκαρτεροῦν νὰ γύρῃς. Πᾶμε! ὁ καλὸς Ἡγούμενος 8, οἱ Κρητικοί μας ὅλοι Θὰ ἰδῇς ποῦ θἄρχωνται συχνὰ στ ὡραῖο σου περιβόλι, Καὶ θ ἀγροικήσῃς ἀπ αὐτούς, ποῦ γύρω μαζωμένοι Στὴ χλωρασιὰ 9 θὰ κάθωνται, τί μάχαις ἔχουν γένῃ, Καὶ πόσα ἐβάψαν αἵματα κάθε βουνὸ τῆς Κρήτης, Πρὶν σκύψῃ πάλε στὸ ζυγὸ τὴν ἔρμη κεφαλή της. Π.. Μαστροδημήτρης, Ο Όρκος του Μαρκορά, Εκδόσεις Κανάκη, σσ. 140-141. 1. Εὐδοκιά: το όνομα της αγαπημένης του Μάνθου 2. ᾑ χαραίς: οι χαρές 3. ποῦ: που 4. ἐξάνοιξα: είδα, διέκρινα 5. ἀπέρναα: περνούσα 6. ποὖχαν μᾶς ἰδῇ: που μας είχαν δει 7. Ὁποῦ: που 8. Ἡγούμενος: ο ηγούμενος του Αρκαδίου 9. χλωρασιά: βλάστηση, πρασινάδα ΤΕΛΟΣ 4ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ
ΑΡΧΗ 5ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ Ο ΗΓΙΕΣ (για τους εξεταζομένους) 1. Στο τετράδιο να γράψετε μόνο τα προκαταρκτικά (ημερομηνία, εξεταζόμενο μάθημα). Να μην αντιγράψετε τα θέματα στο τετράδιο. 2. Να γράψετε το ονοματεπώνυμό σας στο πάνω μέρος των φωτοαντιγράφων αμέσως μόλις σας παραδοθούν. εν επιτρέπεται να γράψετε καμιά άλλη σημείωση. Κατά την αποχώρησή σας να παραδώσετε μαζί με το τετράδιο και τα φωτοαντίγραφα. 3. Να απαντήσετε στο τετράδιό σας σε όλα τα θέματα. 4. Να γράψετε τις απαντήσεις σας μόνο με μπλε ή μόνο με μαύρο στυλό. 5. Κάθε απάντηση τεκμηριωμένη είναι αποδεκτή. 6. ιάρκεια εξέτασης: τρεις (3) ώρες μετά τη διανομή των φωτοαντιγράφων. 7. Χρόνος δυνατής αποχώρησης: 10.00 π.μ. ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΕΛΟΣ ΜΗΝΥΜΑΤΟΣ ΤΕΛΟΣ 5ΗΣ ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2011 ΘΕΜΑ Α1 Η θρησκεία, η πατρίδα, η φύση και η γυναίκα (στην ιδανική μορφή τους) αποτελούν τα κύρια θέματα της Επτανησιακής σχολής. Τα θέματα αυτά απαντώνται και στα ακόλουθα αποσπάσματα επιβεβαιώνοντας ότι ο «Κρητικός» αποτελεί χαρακτηριστικό ποίημα της Επτανησιακής σχολής. α) Γυναίκα Η αρραβωνιαστικιά είναι σχεδόν μια αφανής παρουσία, η συμμετοχή της είναι λανθάνουσα και εξαρτημένη από τη σωματική και ψυχική αντοχή του Κρητικού. Στην παρένθετη ωστόσο ενότητα της Δευτέρας Παρουσίας στο 2,19 παίζει φανερά πρωτεύοντα ρόλο και μέσα από τις ερωταποκρίσεις του Κρητικού με τις «εγερθείσες σκιές των θανόντων» αναδεικνύονται τα γνωρίσματά της. Σύμφωνα με το κείμενο συνδυάζει ομορφιά («ομορφιά», στ.7) αλλά και ιερότητα («την Κοιλάδα αγιάζει», στ.7) καθώς η αισθητική της τελειότητα συνοδεύεται από ηθικούς χαρακτηρισμούς. Ακολούθως παραβάλλεται η αγνή, («λουλούδια» - μοτίβο παρθενίας, στ.11) δίκαιη και αναμάρτητη φύση της («στη θύρα της Παράδεισος», στ.12) η χαρμόσυνη, ευφροσύνη διάθεσή της («εβγήκε με τραγούδια», στ.12, «χαροποιά η φωνή της», στ.12) και η πίστη της στο Χριστιανισμό («έψαλλε την Ανάσταση»,στ.13). Η αδημονία («να μπει στο κορμί της»,στ.14) σε μια νέα ενσάρκωση και η έντονη κινητικότητα καθώς εναγώνια αναζητεί κάποιον για να σμίξει μαζί του ανταποκρινόμενη στα συναισθήματά του («ογλήγορα σαλεύει», στ.17, «όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποινε γυρεύει», στ.18) αποκαλύπτει την αφοσίωση στον αγαπημένο της. Η κόρη λοιπόν συνδυάζει αισθητική ομορφιά και ηθική τελειότητα, χωρίς να έχει απολέσει τα ανθρώπινα συναισθήματά της. Ασώματη και σωματική ταυτόχρονα, υπερβατική/ πνευματική και ένσαρκη παρουσία, αποτελεί ιδανικό της γυναικείας τελειότητας όπως το ύμνησαν οι Επτανήσιοι. β) Πατρίδα Η αγάπη για την πατρίδα αποτελεί μία αταλάντευτη συνιστώσα της ποίησης του Σολωμού. Άλλωστε σύμφωνα με τη σολωμική αντίληψη ο προορισμός του
ποιητή ήταν η ηθική στήριξη του των συμπατριωτών του και ο κοινωνικός του ρόλος ήταν το ίδιο σημαντικός με των αγωνιστών που πολεμούσαν τους Τούρκους. Πηγή έμπνευσης του έργου, αποτέλεσε ο αγώνας των Κρητικών για την ελευθερία και ειδικότερα η φυγή των Χριστιανών από τη νότια και δυτική Κρήτη για τα Κύθηρα, Αντικύθηρα, Πελοπόννησο, ύστερα από την κατάληψη της Μεσσαράς και των Σφακίων από τους Τούρκους (1823-1824). Ο ιστορικός πυρήνας ως υπόβαθρο, έχει χαλαρή σχέση με την αφηγούμενη θαλασσινή περιπέτεια του ήρωα, ωστόσο είναι ευδιάκριτος σε αρκετά σημεία, κυρίως μέσα από παλίνδρομες μνήμες όπου ο αφηγητής εξιστορεί το ηρωικό του παρελθόν και τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες για την πατρίδα. Στους στ.2 και 3 του 2[19.] ο Κρητικός ισχυροποιεί την έκκληση εμπίστευσης στο υποθετικό του ακροατήριο με δύο όρκους. Στον πρώτο (στ.2) προβάλλεται ο ατομικός ηρωισμός, η γενναιότητα, η σθεναρή αντίσταση και πρόταξη του «στήθους» για την υπεράσπιση των εθνικών ιδεωδών ενώ στον δεύτερο (στ.3) η συντροφικότητα, η εθνική κοινότητα και ομοψυχία, η θυσία των συντρόφων, αγωνιστών για την ιδέα της πατρίδας. γ) Θρησκεία Τέλος, ένα από τα επίσης αγαπημένα θέματα με τα οποία ασχολείται η Επτανησιακή σχολή είναι το μεταφυσικό στοιχείο, η θρησκεία. Οι ποιητές της σχολής συχνά στα έργα τους χρησιμοποιούν στίχους που παραπέμπουν σε ιερά κείμενα και λειτουργούν ως απόδειξη της έντονης θρησκευτικότητάς τους. Πιο συγκεκριμένα, στο απόσπασμα που παρατίθεται διακρίνονται ξεκάθαρα στοιχεία θρησκευτικότητας στο σημείο της παρέκβασης (στ.5-18) όπου γίνεται εκτενής αναφορά στην «Αποκάλυψη» του Ιωάννη. Ειδικότερα από το στ.5 του 2 ου αποσπάσματος και μετά βλέπουμε τον άγγελο της Αποκάλυψης να φυσά τη «Σάλπιγγα» με την οποία αρχίζει η Δευτέρα Παρουσία. («Λάλησε, Σάλπιγγα!») Οι νεκροί ανασταίνονται («αχνούς αναστημένους») και όλοι μαζί συρρέουν στην «Κοιλάδα» (Ιωσαφάτ) όπου θα γίνει και η «Έσχατη Κρίση» («και θα κριθώ μ αυτήνα»). Την ώρα που συμβαίνουν όλα αυτά εξωκοσμικά γεγονότα εξελίσσονται καθώς μια φωτιά καίει τη γη για να την εξαγνίσει και ο ουρανός αλλάζει καθώς νέα αστέρια εμφανίζονται («Καπνός δεν μένει από τη γη, νιος ουρανός εγίνη»). Οι αναστημένες ψυχές όπως είναι η κόρη, περιμένουν με αγωνία την ενσάρκωσή τους που θα ακολουθήσει, σύμφωνα με την «Αποκάλυψη», την «Έσχατη Κρίση». Όλα τα παραπάνω πιστοποιούν την ιδιαίτερη ενασχόληση με το στοιχείο της θρησκείας, των ποιητών που ανήκουν στον κύκλο της Επτανησιακής σχολής. ΘΕΜΑ Β1 Πράγματι σύμφωνα με τη σολωμική αντίληψη ο πνευματικός κόσμος, δεν είναι ανεξάρτητος από το φυσικό. Η πνευματικότητα του Σολωμού αγκαλιάζει όλη τη φύση κοσμική και ιδεατή σε μία θαυμαστή ενότητα. Πραγματικά και φανταστικά επεισόδια συνυφαίνονται και πλέκουν τον αφηγηματικό ιστό του Κρητικού. Τα οράματα υλοποιούνται, αποδίδονται ως ισότιμα των άλλων, αναπόσπαστα τμήματα μίας και της αυτής πραγματικότητας. Στο 2[19.] παρακολουθούμε την υποχώρηση του γήινου κόσμου (στ.1-4) και την προβολή της παραδείσιας ζωής (στ. 5-18). Η αναφορά του ήρωα στο θάνατο της αγαπημένης και ο ύψιστος πόνος που βασανίζει την ψυχή του, τον οδηγεί στον οραματισμό της Έσχατης κρίσης και την
προσδοκία της μελλοντικής δικαίωσης μέσα από τη μακαριότητα της αιώνιας συμβίωσης με την αγαπημένη του. α) Εικόνες του αποσπάσματος που επιβεβαιώνουν τη σύνθεση φυσικής μεταφυσικής πραγματικότητας είναι οι ακόλουθες: i. στ. 7-10 του 2[19.]: η ερώτηση του Κρητικού προσπαθεί να ενώσει την όχθη του θανάτου με την όχθη της ανάστασης. Το παραδείσιο τοπίο υποβάλλεται με μία γλώσσα που θυμίζει ταυτόχρονα Παλαιά Διαθήκη (στ. 5-6) και δημοτικό τραγούδι (στ.7). Η γη έχει εξαφανιστεί, ο ουρανός ανανεώθηκε, και ότι συνδέει τώρα το φθαρτό με το άφθαρτο είδωλο του κόσμου είναι η εξαγνισμένη αγάπη. ii. στ. 11-18 του 2[19.]: στην αγγελική απόκριση (οι αναστημένοι αχνοί παίζουν τέτοιο περίπου ρόλο) η φορά είναι αντίστροφη: κάθοδος από τον παράδεισο στον τόπο της έσχατης κρίσης. Εδώ συνυπάρχουν ο παλιός και ο νέος κόσμος ακόμη, σε μία μετέωρη στιγμή έκπληξης και αναμονής, που τη γεμίζει η έξοδος της κόρης: η θωριά της, τα τραγούδια, η ενσάρκωσή της. Κι ενώ στα λόγια του Κρητικού οι φυσικοί προσδιορισμοί υποχωρούν για να ντυθούν στην υπερβατική τους έκφραση, στην αγγελική απόκριση με την παρουσία και την κάθοδο της κόρης- το παραδείσιο τοπίο εγκωσμιώνεται. Τοπικοί και χρονικοί προσδιορισμοί επίμονα ανακαλούν επίγειες μνήμες: Ψηλά, πρωί, λουλούδια, θύρα, κορμί, σαλεύει, κοιτάζει εδώ κι εκεί κτλ. Δύο ροπές, λοιπόν, αντίθετες που παν να σμίξουν. Ακριβώς στο σημείο της ιδεατής αυτής σμίξης περιμένουμε τη μεταθανάτια (ερωτική) συνάντηση του Κρητικού και της κόρης μία συνάντηση που, ενώ προετοιμάζεται, σκόπιμα και με παραδειγματική ποιητική οικονομία δεν πραγματοποιείται. Συνοψίζοντας, στο 2[19.] ο αποπνευματωμένος ήρωας διαλέγεται με τις εκκοσμικευμένες ψυχές το παραδείσιο τοπίο εγκοσμιώνεται η «κόρη» προβάλλεται ως παρουσία ταυτόχρονα ένσαρκη και υπερβατική β) Η αναφορά του Κρητικού στο θάνατο της αγαπημένης (στ.4), τον οδηγεί στον οραματισμό της Έσχατης κρίσης, με την προσδοκία της μελλοντικής δικαίωσης και της αιώνιας συμβίωσης με την κόρη, ως παρηγοριά στον ύψιστο πόνο. Ο ήρωας σε μια μελλοντική προβολή του εαυτού του ζει ως άμεσο παρόν την ανάστασή του. Αφού μετά το θάνατο χρόνος πια δεν υπάρχει, ο σωματικός θάνατος του καθενός οδηγεί αμέσως στην ανάστασή του, που λαβαίνει χώρα την ίδια στιγμή με την ανάσταση όλων των νεκρών. Η εναγώνια αναζήτηση της κόρης στο μεταφυσικό επίπεδο, γεφυρώνει την όχθη του θανάτου με την όχθη της ανάστασης. Η αγάπη του ξεπερνά τα όρια του χρόνου δρασκελάει την αρχή της αιωνιότητας και το λυτρωτικό όραμα που αποκαλύπτει την νίκη του σωματικού θανάτου, την υπεροχή του ουράνιου, υπερχρονικού έρωτα απέναντι στην εγκόσμια αγάπη.
ΘΕΜΑ Β2 Στο απόσπασμα αυτό πραγματοποιείται η αιφνίδια μεταστροφή της φύσης από τρικυμία σε γαλήνη. Η «άλογη» βία των φυσικών δυνάμεων κατευνάζεται και η Φύση μεταμορφώνεται μέσα από μία μυστηριακή διαδικασία και υψώνεται σε όραμα του Κάλλους και του Αγαθού. Η απόλυτη γαλήνη, ακινησία, αταραξία που επικρατεί δηλώνεται με τα ακόλουθα εκφραστικά μέσα: α) στ.3: «ησύχασε κι έγινε όλο ησυχία» Το σχήμα της επανάληψης δηλώνει την έγνοια του ποιητή για την αλλαγή των συνθηκών. Δεν σηματοδοτεί, όμως, μόνο την επικράτηση της ησυχίας στον εξωτερικό κόσμο, αλλά και την κυριαρχία της γαλήνης, στον εσωτερικό κόσμο, στην ψυχή του αφηγητή. β) στ.7-8: «Δεν είναι πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα φυσώντας, Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας» Οι μεταφορικές εικόνες των παραπάνω στίχων αποδίδουν την απόκοσμη ακινησία της μυστηριακής γαλήνης, δημιουργώντας ένα αίσθημα αναμονής, που προλειαίνει το έδαφος για το θαύμα που θα ακολουθήσει. Ουρανός και θάλασσα σε μία κατάσταση υπερκόσμιας άπνοιας, δε σημειώνεται η παραμικρή κίνηση, πνοή, ήχος που να διαταράσσει αυτή τη μυστική εμβίωση του κόσμου. ΘΕΜΑ Γ1 α) Στο πρώτο απόσπασμα του Κρητικού προσδιορίζεται σκηνοθετικά ο χώρος, το φυσικό πλαίσιο της δράσης. Ο ναυαγός-ήρωας βρίσκεται μεσοπέλαγα προσπαθώντας να «δαμάσει» την έντονη δράση των φυσικών δυνάμεων ενώ μέσα στο ρομαντικό σκηνικό της νυχτερινής καταιγίδας το πυκνό σκοτάδι τον εμποδίζει να προσεγγίσει αισθητηριακά την αντικρινή ακτή. Ο Κρητικός διατυπώνει μία επίκλησηευχή προς το φυσικό φαινόμενο που φέρνει καταστροφή, να «ξαναφέξει πάλι» για να τον βοηθήσει κάτι να διακρίνει με τη λάμψη του μέσα στη βαθιά σκοτεινιά που τον κυκλώνει. Το αστροπελέκι μάλιστα του φάνηκε «καλό», ευνοϊκό. Με την ευφημιστική αυτή επίκληση της ευχής επιδιώκεται η δημιουργία μιας σχέσης φιλικής ανάμεσα στο ουράνιο φαινόμενο που του αποδίδει ανθρώπινες ή θεϊκές ιδιότητες - και το αδύναμο ανθρώπινο πλάσμα - που παλεύει με τα κύματα. Στον επόμενο στίχο με θαυμαστό τρόπο υλοποιείται η μαγική πραγματοποίηση της ευχής. Όχι ένα, αλλά τρία αστροπελέκια (μοτίβο των τριών) αποκαλύπτουν τη μανία, την άλογη βία της φύσης που γεννά στον άνθρωπο το αίσθημα του υψηλού δέους. Η ενατένιση των φοβερών φυσικών φαινομένων αποδεικνύουν την υπεροχή των φυσικών δυνάμεων που αναδεικνύονται πιο ισχυρές κι από το πιο δυνατό ανθρώπινο σώμα. Η κορύφωση του φυσικού ήχου με τον άγριο εκκωφαντικό θόρυβο που προκαλούν τα τρία αστροπελέκια προοιωνίζει την επικείμενη επίγεια συμφορά του ήρωα, δηλαδή το θάνατο της «καλής» του και προοικονομεί τη συντέλεια του κόσμου στήνοντας τη γέφυρα για τη μετάβαση στο μεταφυσικό επίπεδο που θα ακολουθήσει στη συνέχεια.
β) Οι στίχοι 13-14 αποκαλύπτουν το ρόλο της χριστιανικής πίστης στην πνευματική συγκρότηση του Σολωμού. Η σκηνή της Έσχάτης Κρίσης παραπέμπει στην αξιοποίηση ενός έτοιμου σημασιοδοτικού πλαισίου με τρόπο ώστε να υπηρετεί νέες σημασίες. Πρόκειται για μία τυπική δοκιμασία δικαίωσης όπου όλοι θα κριθούν ενώπιον του Θεού οριστικά και τελειωτικά για να δικαιωθούν ή να καταδικαστούν στην αιωνιότητα. Ωστόσο,στον οραματισμό δεν περιλαμβάνεται η διαδικασία καθεαυτή αλλά η προσδοκία της και προοιωνίζεται το αποτέλεσμα, η θετική της έκβαση. Το αναστάσιμο χαρμόσυνο τραγούδι της «κόρης» και η αδημονία να οδηγηθεί σε μία νέα ενσάρκωση («εν σαρκί», «ανάσταση νεκρών» ) θυμίζουν το κλίμα της ιερής γλώσσας και απηχούν απόψεις που ασπάζεται η Ορθόδοξη εκκλησία. Μέσα από την εναγώνια προσμονή της τελικής κρίσης δίνεται έμφαση στην υπόσχεση της μελλοντικής δικαίωσης και της παντοτινής ένωσης, αναδεικνύοντας την υπεροχή της Ουράνιας Αγάπης και των άχρονων έναντι των ενδοχρονικών αξιών. ΘΕΜΑ Δ1 Ανάμεσα στα δύο έργα υπάρχουν πολλές αναλογίες περιεχομένου και αρκετές διαφορές. Ειδικότερα τόσο ο Κρητικός όσο και ο Όρκος είναι δύο ποιήματα στα οποία έκδηλο είναι το ερωτικό αλλά και το πατριωτικό στοιχείο. Πιο συγκεκριμένα, όπως στον Κρητικό υμνείται ο «θείος έρωτας», η απόλυτη εξιδανικευμένη αγάπη, έτσι και στο ποίημα του Μαρκορά ο θάνατος μεταμορφώνεται σε «γέφυρα» επαφής, σε μέσο ένωσης των δύο αγαπημένων που η τύχη θέλησε να χωρίσουν. Και στα δύο ποιήματα τίποτα δε μοιάζει ικανό να κρατήσει τους ερωτευμένους χωριστά. Ακόμη και ο «τρομερός» θάνατος λυγίζει μπροστά στη δύναμη της αγάπης καθώς άθελά του ενώνει αντί να χωρίσει τις ερωτευμένες ψυχές. Βλέπουμε στον Όρκο τον Μάνθο να αναρωτιέται Σαν ποτέ θα σε φέρη, Στην αγκαλιά μου ο Θάνατος ρωτούσα κάθε αστέρι. Ο ήρωας περιμένει με προσμονή το θάνατο της αγαπημένης του για να είναι και πάλι μαζί, κάτι που θυμίζει τον Κρητικό που πεθαίνει για να συναντήσει την αγαπημένη του. Πέρα όμως από τις όποιες αναφορές στην απόλυτη αγάπη στα δύο έργα γίνεται λόγος και για την αγάπη προς την πατρίδα. Όπως στον Κρητικό, μέσω των δύο αναδρομικών αφηγήσεων, μαθαίνουμε ότι ο ήρωας έχει πληγές στο κορμί του («μα τες πολλές λαβωματιές.στήθια») και συντρόφους που χάθηκαν στη μάχη («Ματους συντρόφους.πολεμώντας»), στοιχεία που συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι ο Κρητικός είναι πατριωτικό ποίημα, έτσι και στον Όρκο στους τελευταίους έξι στίχους με την έμμεση αναφορά στο ολοκαύτωμα του Αρκαδίου και τις άμεσες στις μάχες που δόθηκαν για την απελευθέρωση του νησιού, πιστοποιείται ο πατριωτικός χαρακτήρας του έργου. Εκτός από τα παραπάνω, έντονο και στα δύο έργα εμφανίζεται τόσο το δραματικό ( απόπειρα διαλόγου, εναλλαγή α και β προσώπου) στοιχείο, όσο και το λυρικό ( μουσικότητα που και στα δύο ποιήματα οφείλεται στο ιαμβικό μέτρο και την ομοιοκαταληξία με παράλληλη προσπάθεια έγερσης συναισθημάτων μέσω πλούσιων εκφραστικών μέσων. Οι όμορφες λυρικές εικόνες του Όρκου («ουράνιο περιγιάλι», «μύρια κάλλη» «Μου φτερουγιάζανε.χελιδόνια», «δεν είναι χόρτο ή λούλουδο», «ωραίο περιβόλι», ) συναγωνίζονται αυτές του Κρητικού ειδικότερα στα σημεία που περιγράφεται η φύση.
Πιο συγκεκριμένα, η φράση «ουράνιο περιγιάλι» στο ποίημα του Μαρκορά μας παραπέμπει στο «ακρογιάλι» του Κρητικού. Η θάλασσα αποκτά παραδεισιακές διαστάσεις. Επίσης, «τα μύρια κάλλη» του παραδείσου συγκρινόμενα με την αγαπημένη του Μάνθου μοιάζουν «χλωμά και κρύα», θυμίζουν κάτι από το στίχο του Κρητικού, «Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;» όπου ο ήρωας του Σολωμού διατείνεται πως η ομορφιά της καλής του είναι που κάνει την κοιλάδα Ιωσαφάτ να φαίνεται πιο όμορφη. Η ομορφιά της εξυψώνει, εξαγνίζει, δίνει μεταφυσικές διαστάσεις σε ένα φυσικό χαρακτηριστικό όπως η Κοιλάδα. Παράλληλα οι στίχοι «Και ομπρός απέρναα κ έκανα σε Ανατολή και Δύση, Το αγαπητό σου τ όνομα γλυκά να ηχολογήσει», στους οποίους ο ήρωας του Μαρκορά έκανε γνωστό το όνομα της αγαπημένης του φωνάζοντάς το διαρκώς σ όλα τα μήκη και τα πλάτη του χώρου καθώς την αναζητούσε παραπέμπουν στον στίχο του Σολωμού «Και σχίζω δρόμο και τ ς αχνούς αναστημένους κράζω» όπου ο Κρητικός ψάχνει παντού, σχίζει δρόμους γυρεύοντας εκείνη που έχασε. Τέλος, αυτό που κάνει τα δύο αποσπάσματα να μοιάζουν πιο πολύ δεν είναι άλλο από το μεταφυσικό στοιχείο το οποίο είναι κοινό και στα δύο ποιήματα. Πιο συγκεκριμένα, και στα δύο έργα περιγράφεται ένας χώρος εξω-κοσμικός. Είναι ο χώρος των ψυχών,ο παράδεισος στην περίπτωση του Όρκου, ο χώρος της Έσχατης Κρίσης στον Κρητικό. Προφανώς ο παράδεισος του Όρκου είναι ένας χώρος καλύτερος από εκείνον της Εσχάτης Κρίσης καθώς περιγράφεται ως ένας κατεξοχήν όμορφος χώρος ( «ουράνιο περιγιάλι», «μύρια κάλλη», «χελιδόνια» κλπ). Το μόνο αρνητικό του φαίνεται να είναι η μοναξιά που βιώνει ο ήρωας ( «Στη μοναξιά τη θεία»). Αντίθετα ο χώρος στον οποίο κινείται ο Κρητικός στο σημείο της παρέκβασης (στίχοι 5 18) είναι ένας εφιαλτικός κόσμος(ανάσταση νεκρών, φωτιά που καίει τη γη, ουρανός που αλλάζει, φόβος για την τελική κρίση ), ο οποίος όμως εξωραΐζεται καθώς μέσα από τους δύο πρωταγωνιστές (Κρητικός και κόρη) και την προσπάθειά τους να συναντηθούν εξυψώνεται ο εξιδανικευμένος έρωτας ως το απόλυτο ιδανικό. Η αγάπη τους μεταμορφώνει τον κόσμο αυτό από εφιάλτη σε «παράδεισο των ερωτευμένων ψυχών». Συνάμα, εντοπίζονται και διαφορές περιεχομένου ανάμεσα στα δύο έργα όπου «Σε πλάγι ουράνιο, που ψυχή δεν ήτανε καμμία». Ο συγκεκριμένος στίχος του Μαρκορά τονίζει την απουσία των ψυχών από το χώρο στον οποίο κινείται ο ήρωας σε αντίθεση με τον Κρητικό όπου οι ψυχές δίνουν δυναμικά το παρόν. Στους τελευταίους όμως στίχους του αποσπάσματος του Όρκου «κυριαρχούν» οι ψυχές συνθέτοντας μία εικόνα που μοιάζει με την αντίστοιχη στο έργο του Σολωμού όπου οι ψυχές κάνουν πράγματα που κανονικά μόνο οι ζωντανοί μπορούν να κάνουν (τραγουδούν, μιλούν στον Κρητικό /κάθωνται, συζητούν, εξιστορούν στον Όρκο ). Με τον τρόπο αυτό ενώνονται στα δύο ποιήματα το φυσικό με το μεταφυσικό στοιχείο, η ύλη με το πνεύμα. Χαρακτηριστική διαφορά, τέλος, μεταξύ των δύο έργων αποτελεί η απουσία ονόματος της πρωταγωνίστριας του Κρητικού σε σχέση με την Ευδοκία του Όρκου. Επιμέλεια Καθηγητών Φροντιστηρίων Βακάλη