ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ

Σχετικά έγγραφα
ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Σελίδα 1 από 5. Τ

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Συνταγματικό Δίκαιο Ασκήσεις

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

9. Έννοια του κράτους Στοιχεία του κράτους Μορφές κρατών Αρχές του σύγχρονου κράτους... 17

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

Ξενοφών Κοντιάδης Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, Δικηγόρος, Πρόεδρος Ιδρύματος Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

«Μια Απόπειρα προσέγγισης του δικαιώματος ίδρυσης. και συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα (άρθρο 29 παρ. 1,

Ενότητα 7 η : Αρχές της ψήφου και της ψηφοφορίας Το εκλογικό σύστημα Η αρχή του πολυκομματισμού

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

Ο διορισµός Πρωθυπουργού - Μια απόπειρα ερµηνείας του άρθρου 37 παρ. 4 του Συντάγµατος.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Ενότητα 5 η : Δημοκρατία Αρχή της λαϊκής κυριαρχίας

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ενότητα 10 η : Κοινοβουλευτική αρχή

Νομιμοποίηση και ενστάσεις

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

«ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» ΠΑΝΟΣ ΚΑΜΜΕΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ»

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

ΟΝΟΜΑΤΑ ΜΕΛΩΝ : ΚΟΥΣΟΥΝΤΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΛΑΦΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΦΕΝΔΥΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΟΥΚΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ: Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

ΟΙ ΘΕΜΕΛΙΩ ΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ή ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ. Θεµελιώδεις αρχές ή οργανωτικές βάσεις του πολιτεύµατος ονοµάζουµε τα

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2032(INI) Σχέδιο γνωμοδότησης Alf Svensson (PE v01-00)

ΟΙ ΑΡΜΟ ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

Διοικητικό Δίκαιο. Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο 1 ο Μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΟΛΥΞΕΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

Συμμετοχικές Διαδικασίες και Τοπική διακυβέρνηση

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων

ΟΙ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

Ενότητα 11 η : Αρχή δεδηλωμένης Διορισμός πρωθυπουργού

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ. Μορφές πολιτευμάτων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Κατατακτήριες Eξετάσεις για εισαγωγή στη Νομική Σχολή για το ακαδημαϊκό έτος

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/2008(INI)

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ

Ενότητα 13 η : Απαλλαγή Κυβέρνησης από τα καθήκοντά της Η Διάλυση της Βουλής

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η Κατατάξεις πτυχιούχων Α.Ε.Ι. και ΤΕΙ στο Τμήμα Νομικής για το Παν/κό έτος

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Ενότητα 6 η : Αντιπροσωπευτική Αρχή Εκλογικό Σώμα Δημοψήφισμα

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΣΜΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 12 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ενότητα 8 η : Η Βουλή

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ. Καταστατικό

ΔΕΟ 24 Δημόσια διοίκηση και πολιτική. Τόμος 2 ος : Η διάρθρωση του Ελληνικού κράτους. Η Ελληνική Δημόσια Διοίκηση

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΟΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Τµήµα Μεταπτυχιακών Σπουδών Τοµέας ηµοσίου ικαίου Συνταγµατικό ίκαιο Αθήνα, ΤΟ ΣΛΟΒΕΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1991 ΚΑΙ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Δημόσια νομικά πρόσωπα

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 3: Δικαστικός έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων

Αποτελέσματα πολιτειακών εργαστηρίων

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

«Αυτό που διηγούμαστε συνέβη πραγματικά. Τίποτα δεν συνέβη όπως το διηγούμαστε.» Γκαίτε (Goethe)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΥΛΗ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΕΩΣ ΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΜΕΝΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ( ) 1.ΤΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ (Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ)

17η ιδακτική Ενότητα ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΑΚΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΝΕΟΙ

Ν.1850 / Κύρωση του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονοµίας

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2018 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ. Οι Έλληνες παίρνουν θέση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Δεύτερη Γραπτή Εργασία. Διοικητικό Δίκαιο. Θέμα

5η ιδακτική Ενότητα ΠΩΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Η ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2013 ΝΟΕΣ ΔΟΕΣ ΤΟΕΣ ΝΟΕΣ ΑΠΟΔΗΜΟΥ. Γραφείο Προέδρου Γραφείο Γενικού Δ/ντή. Συντρόφισσες, σύντροφοι

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΚΏΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΊΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΈΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΎ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΣΕ ΘΈΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΏΝ ΣΥΜΦΕΡΌΝΤΩΝ ΚΑΙ ΣΎΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΌΝΤΩΝ

Συνταγματικό Δίκαιο. μεταβολές του Συντάγματος Λίνα Παπαδοπούλου. Ενότητα 9: Άτυπες τροποποιήσεις και άδηλες

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ 2013-2014 ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ «ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» Διδάσκων Καθηγητής: κος Α. Δημητρόπουλος ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΦΟΙΤΗΤΗ Ονοματεπώνυμο : Ρουμελιώτης Παναγιώτης Α.Μ : 1340201000515 E-mail : p.roumeliotis@hotmail.com ΑΘΗΝΑ 2014 1

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1. Εισαγωγή Το θέμα..3 2. Χαρακτηριστικά πολιτεύματος 4 3. Κομματική Δημοκρατία και Πολιτικά Κόμματα.....6 11 3.1. Κομματική Δημοκρατία.. 6 3.2. Έννοια πολιτικού κόμματος...8 3.3 Η συνταγματική κατοχύρωση των πολιτικών κομμάτων και ο ρόλος τους 11 4. ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ.12-16 4.1. Η εσωκομματική δημοκρατία ως στοιχείο της λαικής κυριαρχίας και ως συνέπεια της τριτενέργειας των θεμελιωδών δικαιωμάτων 12 4.2. Η εσωκομματική δημοκρατία ως συνταγματική επιταγή.15 5. Ο αντίλογος...17 19 6. Βασικά συμπεράσματα.20-21 7. Βιβλιογραφία..22 2

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟ ΘΕΜΑ Τα πολιτικά κόμματα δεν ήταν πάντοτε ως θεσμός συνταγματικά κατοχυρωμένα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο H. Triepel η στάση του σύγχρονου κράτους απέναντι στο πολιτικό κόμμα πέρασε τέσσερις φάσεις : το στάδιο της καταπολέμησης, το στάδιο της αγνόησης, το στάδιο της αναγνώρισης και νομιμοποίησης για να καταλήξει στο στάδιο της συνταγματικής νομιμοποίησης. Παρόλο που στην αρχαιότητα η αριστοτελική θεώρηση του ανθρώπου ως ζώου πολιτικού έκανε επιτακτική την ύπαρξη αμεσοδημοκρατικών στοιχείων στο πολίτευμα και την ενασχόληση των πολιτών με τα κοινά, η στάση αυτή χάθηκε στο ρου της ιστορίας για να επανεμφανιστεί στο σύγχρονο κράτος μέσω των πολιτικών κομμάτων, τα οποία ενσαρκώνουν τα στοιχεία εκείνα που προσδίδουν στην έμμεση δημοκρατία στοιχεία άμεσης δημοκρατίας. Με το Σύνταγμα του 1975 πέρασαν τα κόμματα από το επίπεδο του πολιτικού και κοινωνικού φαινομένου στην ενσωμάτωση τους από τη συνταγματική τάξη προβάλλοντας ως κρίκος νομιμοποιήσεως μεταξύ λαού και κράτους και εδραιώνοντας τη νέα μορφή δημοκρατίας, την κομματική. Επιπλέον, έχοντας υπόψη το ευρύ φάσμα του κοινωνικού πλουραλισμού το οποίο εκφράζεται μέσα από τα κόμματα αλλά και την ίδια τη σχέση των σύγχρονων κομματικών δημοκρατιών με τη δημοκρατική αρχή επιχειρείται μια θεμελίωση της αναγκαιότητας ύπαρξης δημοκρατικών δομών και στο επίπεδο της εσωτερικής λειτουργίας του κόμματος και μία τεκμηρίωση του φαινομένου της ενδοκομματικής δημοκρατίας. Το θέμα της εσωκομματικής δημοκρατίας είναι το ζήτημα που θα αναλυθεί στην παρούσα εργασία. Αρχικά θα αναφερθώ στο χαρακτήρα του πολιτεύματος και στα τρία είδη της Δημοκρατίας που υπάρχουν και έπειτα θα αναφερθώ συγκεκριμένα στην τρίτη μορφή, την κομματική Δημοκρατία και τα πολιτικά κόμματα που τη χαρακτηρίζουν. Έπειτα, θα αναλύσω την έννοια τόσο της κομματικής Δημοκρατίας όσο και των πολιτικών κομμάτων ενώ παράλληλα θα αναφερθώ στη συνταγματική κατοχύρωση των δεύτερων και στο ρόλο που διαδραματίζουν στην κοινωνικοπολιτική ζωή του κράτους. Αφού αναφερθώ στους δύο πολύ σημαντικούς πυλώνες της εσωκομματικής Δημοκρατίας, θα προβώ στην ανάλυση του βασικού θέματος της παρούσης εργασίας. Θα προσεγγίσω την εσωκομματική δημοκρατίας από την οπτική της λαϊκής κυριαρχίας όπως και της τριτενέργειας των θεμελιωδών συνταγματικών δικαιωμάτων αφού αποτελεί συνέπεια της κατοχύρωσης τους. Στη συνέχεια θα τονίσω τη σημασία της ως συνταγματικής επιταγής καθώς επίσης θα αναφερθώ και θα αναλύσω τον αντίλογο που επικρατεί ως προς τη σημασία της. Τέλος, στην εποχή μας η εφαρμογή της ΕΣΔΑ στην καθημερινή νομική ζωή είναι πραγματικότητα, συνεπώς κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ στο αίτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας και διαφάνειας των πολιτικών κομμάτων υπό το πρίσμα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 3

2. ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ Α) Άμεση Δημοκρατία Έχει επικρατήσει να διακρίνεται η δημοκρατία σε άμεση και έμμεση ή αντιπροσωπευτική. Στην πρώτη, που εμφανίστηκε στην ελληνική αρχαιότητα, όλοι οι πολίτες δύνανται να μετέχουν ισότιμα στη λήψη αποφάσεων που τους αφορούν. Η διακυβέρνηση του λαού από το λαό όπως θα λέγαμε σήμερα. Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι δεν γίνεται διάκριση κυβερνόντων και κυβερνώμενων. Άρα, η κοινή απόφαση σχηματίζεται σύμφωνα με την αρχή της ταυτότητας. Κατά τον Αριστοτέλη, η Δημοκρατία είναι το πολίτευμα εκείνο, στο οποίο «δήμος εστίν ο κρατών», είναι δηλαδή το πολίτευμα, στο οποίο ο λαός παίρνει ο ίδιος τις βασικές αποφάσεις για τα θέματα που τον αφορούν. Τόσο η άμεση Δημοκρατία, όσο και το δημοψήφισμα βασίζονται στην αρχή της αμεσότητας, στην άμεση δηλαδή λήψη των αποφάσεων από τον ίδιο το λαό, στη συγκρότηση του λαού σε κρατικό όργανο και στην ύπαρξη διαδικασίας σχηματισμού ουσιαστικών κρατικών αποφάσεων από το ίδιο το εκλογικό σώμα. Β) Έμμεση Δημοκρατία Στην έμμεση ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, κύριο γνώρισμα είναι η αναγνώριση του λαού ως πηγή της εξουσίας, άρα η καθιέρωση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Εδώ, όμως ο λαός δεν αυτοκυβερνάται, αντίθετα άλλοι κυβερνούν αντί του λαού, οι αντιπρόσωποι, οι οποίοι είναι ικανές προσωπικότητες και άτομα πνευματικής αριστοκρατίας. Τα δικαιώματα παραμένουν στο λαό, αλλά η άσκηση τους ανατίθεται σε άλλον. Στις βάσεις του φιλελεύθερου αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτισμού ανήκουν η περιορισμένης μορφής λαϊκή κυριαρχία, η αντιπροσωπευτική αρχή, το δόγμα της ελεύθερης ή αντιπροσωπευτικής εντολής και η κοινοβουλευτική αρχή. Γ) Μεικτή Δημοκρατία Στη σύγχρονη ελληνική εποχή, εφαρμογή έχει η περίπτωση της μεικτής δημοκρατίας. Βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης Δημοκρατίας είναι ακριβώς η παρουσία του εκλογικού σώματος, της «εξουσίας της ψήφου» και κυρίως για το λόγο αυτό ονομάστηκε «Δημοκρατία των μαζών». Το αντιπροσωπευτικό σύστημα δημοκρατικοποιείται και εξασφαλίζεται η συμμετοχή του λαού στις πολιτικές διαδικασίες την οποία άλλωστε ιδιαίτερα διευκολύνει η εξέλιξη της τεχνολογίας. Δύο είναι οι πυλώνες της σύγχρονης Δημοκρατίας, αφενός μεν τα πολιτικά κόμματα (κομματική Δημοκρατία), αφετέρου οι θεσμοί άμεσης Δημοκρατίας (Δημοκρατία πολιτών). «Μεικτή» είναι η Δημοκρατία, της οποίας το Σύνταγμα αναγνωρίζει θεσμούς άμεσης άσκησης της εξουσίας από το λαό, δηλαδή και κυρίως το δημοψήφισμα. Αποτελεί δηλαδή συνδυασμό αντιπροσωπευτικών και δημοψηφισματικών 4

στοιχείων καθώς η άσκηση εξουσίας αναγνωρίζεται και στο λαό και στα αντιπροσωπευτικά όργανα. Το συνταγματικό θεμέλιο του αντιπροσωπευτικού συστήματος υπήρξε ο κανόνας : «Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος» που τον συναντάμε στο άρθρο 51 παρ. 2 του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος. Όμως η διάταξη αυτή δεν οδηγεί στην επανασυνταγματοποίηση του αμιγούς αντιπροσωπευτικού συστήματος. Αντίθετα, πλήθος συνταγματικών διατάξεων συνηγορούν για το μεικτό χαρακτήρα. Μεταξύ αυτών είναι και οι διατάξεις που αναφέρονται στη συνταγματική πρόβλεψη των πολιτικών κομμάτων (άρθρο 29 Σ). Κατά συνέπεια, η «μεικτή Δημοκρατία» μπορεί να είναι και η κομματική Δημοκρατία, εφόσον λειτουργεί όχι μόνο με την αρχή της ταυτότητας αλλά και με την αντιπροσωπευτική αρχή 1. 1 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Γενική Συνταγματική Θεωρία Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου, τόμος Α, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2004, σελ. 432 460 5

3. ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ & ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ 3.1 Κομματική Δημοκρατία Παραπάνω έγινε αναφορά πως η «μεικτή Δημοκρατία» είναι και κομματική Δημοκρατία. Πράγματι, με τη λειτουργία των πολιτικών κομμάτων ενισχύθηκαν τα άμεσα ενώ ταυτόχρονα παραμένουν και τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία του πολιτεύματος. Η κομματική Δημοκρατία μπορεί να λειτουργήσει και ως αντιπροσωπευτικό σύστημα και ως υποκατάστατο της άμεσης δημοκρατίας. Εφόσον λειτουργεί η εσωκομματική Δημοκρατία ενισχύεται ο άμεσος χαρακτήρας ενώ αν δεν λειτουργεί ενισχύονται τα αντιπροσωπευτικά στοιχεία. Στη σύγχρονη Δημοκρατία προτεραιότητα έχει η αρχή της ταυτότητας και επικουρικότητα η αντιπροσωπευτική αρχή. Η ύπαρξη και η λειτουργία των σύγχρονων Δημοκρατιών, προϋποθέτει την ύπαρξη και τη λειτουργία πολιτικών κομμάτων 2. Τα πολιτικά κόμματα αποτελούν το θεσμό στον οποίο βασίζεται η νέα μορφή δημοκρατίας, η κομματική. Αυτή η μορφή δημοκρατίας είναι αποτέλεσμα της συνταγματικοπολιτικής εξέλιξης των δύο τελευταίων αιώνων, η οποία οδήγησε στην ποιοτική μεταβολή της έμμεσης σε άμεση δημοκρατία. Τα πολιτικά κόμματα εξασφαλίζουν στο λαό τη δυνατότητα να σχηματίζει ο ίδιος τις βασικές πολιτικές αποφάσεις 3. Με την αναθεώρηση του 1986 εμπεδώθηκε η κομματική δημοκρατία. Ο εισηγητής της πλειοψηφίας ανέφερε χαρακτηριστικά στην ομιλία του «δεν είναι ο ΠτΔ που καταφεύγει στο λαό είναι οι νόμιμες κυβερνήσεις. Είναι τα κόμματα. Αν ο ίδιος προσφύγει στο λαό.. τότε επιχειρεί να υποκαταστήσει τα κόμματα και να επιβάλει μία δική του λύση.. τότε η κυβέρνηση, άμεσα ή έμμεσα, συνολικά ή μερικά καταλύεται» 4. Εδώ αναδεικνύεται ο κομματικός χαρακτήρας της σύγχρονης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Τα πολιτικά κόμματα έχουν ειδικό βάρος, αφού εκφράζουν τις ιδεολογικές, πολιτικές, κοινωνικές και ταξικές διαφοροποιήσεις του λαού και επιτρέπουν τη δομημένη, οργανωμένη, πολιτική διάλυση έτσι ώστε να αποφεύγεται ο διαλυτικός κατακερματισμός των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων 5. 2 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Γενική Συνταγματική Θεωρία Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου, τόμος Α, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2004, σελ. 469 470 3 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Πολιτικό, Κοινωνικό, Οικονομικό Δίκαιο Στοιχεία Δημοσίου Δικαίου, τεύχος β, ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1983, σελ. 29 30 4 Βλ. Την αγόρευση του Α. Πεπόνη κατά την πρώτη συνεδρίαση ΡΙΖ, Συν. Δ περ. Γ της βουλής την 3.4.85 για την αναθεώρηση του Συντάγματος 1975, στο αφιέρωμα Γ. Αναστασιάδη (επιμ.), Το χρονικό της συνταγματικοπολιτικής έντασης, Δίκαιο και Πολιτική, τ. 10, 1985, σελ 208 5 Τασόπουλος Γιάννης, Τα θεσμικά αντίβαρα της εξουσίας και η αναθεώρηση του συντάγματος, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2007, σελ. 58 59 6

Λειτουργία της κομματικής δημοκρατίας είναι η διαδικασία σχηματισμού των κρατικών θελήσεων και της κρατικής απόφασης, η διαδικασία κατά την οποία με τη σύμπραξη των συνταγματικών παραγόντων σχηματίζονται οι κρατικές θελήσεις και μία από αυτές, η θέληση της πλειοψηφίας ανάγεται σε περιεχόμενο της κρατικής απόφασης. Ο άξονας γύρω από τον οποίο στρέφεται η όλη λειτουργία της κομματικής Δημοκρατίας είναι οι δημοψηφισματικού χαρακτήρα σύγχρονες εκλογές, στις οποίες δεσπόζουν τα κομματικά προγράμματα. Στην κομματική δημοκρατία και η δημοκρατική αρχή βρίσκει τη συνεπέστερη εφαρμογή. Ο λαός δεν είναι απλά η πηγή της εξουσίας και η αρμοδιότητα του δεν είναι μόνο η εκλογή αντιπροσώπων, αντίθετα αποτελεί παράγοντα παράλληλο προς τη λειτουργία του κοινοβουλίου και τις αρμοδιότητες της κυβέρνησης. Με αυτόν τον τρόπο καλύπτονται και οι τεχνικές δυσκολίες της συμμετοχής όλων των πολιτών στη διαμόρφωση των κρατικών αποφάσεων, δυσκολίες, οι οποίες προβάλλονταν ως δικαιολογητική βάση της έμμεσης δημοκρατίας. Πλέον υπάρχουν μεγάλοι σε έκταση κομματικοί μηχανισμοί ενώ τα πολιτικά κόμματα προβάλλουν στο ευρύ κοινό συγκεκριμένα προγράμματα ενώ με την εκλαΐκευση των πολιτικών και άλλων θεμάτων αποκτούν οι πολίτες καλύτερη μόρφωση και οι κομματικές θελήσεις γειώνονται και διευκολύνεται η συμμετοχή και η εμπλοκή του λαού στους κομματικούς μηχανισμούς. Βασικό παρεπόμενο της κομματικής δημοκρατίας είναι το γεγονός ότι ο λαός δεν θεωρείται ως πολιτική ενότητα αλλά ως πολιτικό σύνολο. Τα κόμματα εκφράζουν μέσα από τις αρχές που τα διέπουν και τα προγράμματα τους, τις επιμέρους δηλαδή θελήσεις, οι οποίες συγκροτούν την ολότητα της λαϊκής θέλησης. Τελικά η ύπαρξη και η λειτουργία της δημοκρατίας προϋποθέτει την ύπαρξη και τη λειτουργία πολιτικών κομμάτων, αφού αυτά εκφράζουν τις διαφορετικές θελήσεις του λαού, χάρη σε αυτά διενεργούνται οι εκλογές δημοψηφισματικού χαρακτήρα, γίνεται δυνατή η λειτουργία του διαιρεμένου σε κοινοβουλευτικές ομάδες κοινοβουλίου, προσδιορίζεται ο πρωθυπουργός και η πολιτική σημασία της κυβέρνησης. Για αυτούς τους λόγους τα σύγχρονα κράτη ονομάστηκαν κομματικά και ο όρος αυτός έχει καθιερωθεί στο πολιτικό και νομικό λεξιλόγιο των σύγχρονων κρατών 6. 6 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Πολιτικό, Οικονομικό, Κοινωνικό Δίκαιο Στοιχεία Δημοσίου Δικαίου, τεύχος β, ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1983, σελ 24-27 7

3.2 Έννοια πολιτικού κόμματος Καθώς τα πολιτικά αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της κομματικής Δημοκρατίας, πρέπει να αναφερθούμε στην έννοια τους. Πολιτικά κόμματα λοιπόν, είναι διαρκείς ελεύθερες, μη αυτοτελείς ενώσεις ενεργών πολιτών, με πλήρη και δημοκρατική οργάνωση, που επιδιώκουν μέσα στο συνταγματικό πλαίσιο ως φορείς της λαϊκής θέλησης συμμετοχή στη διακυβέρνηση του κράτους, με σκοπό την εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος, όπως προσδιορίζεται από την πολιτική τους τοποθέτηση. Ο παραπάνω ορισμός αποδίδει την νομική των πολιτικών κομμάτων, η οποία έχει τυπική (corpus) και ουσιαστική (animus) διάσταση. Στην τυπική διάσταση ανήκουν τρία βασικά χαρακτηριστικά: (α) ένωση προσώπων, ελεύθερη και διαρκής, (β) μη αυτοτελής, (γ) οργάνωση πλήρης και δημοκρατική. Στους αναφερόμενους στο corpus εννοιολογικούς προσδιορισμούς ανήκει ότι το πολιτικό κόμμα είναι ένωση προσώπων «ελεύθερη» και «διαρκής», όπως επίσης ότι αποτελεί οργάνωση «πλήρη» και «δημοκρατική». Στην ουσιαστική διάσταση της νομικής έννοιας των πολιτικών κομμάτων (animus) ανήκουν επίσης τρία βασικά χαρακτηριστικά, ήτοι : (α) πολιτική ιδεολογία και επιδίωξη του γενικού συμφέροντος, (β) έκφραση της λαϊκής θέλησης, (γ) συμμετοχή στη διακυβέρνηση. Σε κάθε μορφή πολιτεύματος διακρίνεται ένα βασικό (όχι απαραίτητα κρατικό) όργανο, στο οποίο οφείλεται βασικά η διαμόρφωση και η λειτουργία της συγκεκριμένης πολιτειακής μορφής. Τα βασικά πολιτικά όργανα της σύγχρονης Δημοκρατίας, στα οποία οφείλει και την ονομασία της, είναι τα πολιτικά κόμματα. Η ύπαρξη και η λειτουργία της σύγχρονης κομματικής Δημοκρατίας δεν είναι δυνατή, χωρίς την ύπαρξη και λειτουργία των πολιτικών κομμάτων. Τα πολιτικά κόμματα αποτελούν τον βασικό θεσμό της σύγχρονης Δημοκρατίας. Η ανάπτυξη των κομμάτων μετέβαλε τη μορφή της Δημοκρατίας από αντιπροσωπευτική σε κομματική. Τα πολιτικά κόμματα εξασφαλίζουν την ουσιαστική και κανονική λειτουργία της Δημοκρατίας και δημιουργούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις ισορροπίας μεταξύ των κρατικών οργάνων. Δημοκρατικοποιούν ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και εξασφαλίζουν τη συμμετοχή του Λαού στη διακυβέρνηση του κράτους. Ενεργούν ως ασφαλιστικές δικλείδες ενάντια σε κάθε απόπειρα εκτροπής από την ομαλή δημοκρατική διαδικασία. Τα πολιτικά κόμματα είναι τμήματα του Λαού. Το σύνολο των πολιτικών κομμάτων, κατά το δίκαιο, ταυτίζεται με τον Λαό ενώ η οργάνωση τους θα πρέπει να είναι πλήρης, δηλαδή να εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια 7. 7 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους, τόμος β, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009, σελ 44-46 8

3.3 Η συνταγματική κατοχύρωση των πολιτικών κομμάτων και ο ρόλος τους Η ελεύθερη ίδρυση πολιτικών κομμάτων και η συμμετοχή σε αυτά καθιερώνεται, σε επίπεδο καταστατικού χάρτη, για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1975. Μέχρι τότε η ίδρυση και η συμμετοχή σε πολιτικά θεωρείτο έκφανση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι. Σύμφωνα με το άρθρο 29 του Συντάγματος : 1. Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πολίτες που δεν απέκτησαν ακόμη το δικαίωμα να εκλέγουν μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων. 2. Τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το Κράτος για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις διαφάνειας ως προς τις εκλογικές δαπάνες και γενικά την οικονομική διαχείριση των κομμάτων, των βουλευτών, των υποψήφιων βουλευτών και των υποψηφίων στην τοπική αυτοδιοίκηση όλων των βαθμών. Με νόμο επιβάλλεται ανώτατο όριο εκλογικών δαπανών, μπορεί να απαγορεύονται ορισμένες μορφές προεκλογικής προβολής και καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η παράβαση των σχετικών διατάξεων συνιστά λόγο έκπτωσης από το βουλευτικό αξίωμα με πρωτοβουλία του ειδικού οργάνου του επόμενου εδαφίου. O έλεγχος των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των υποψήφιων βουλευτών διενεργείται από ειδικό όργανο που συγκροτείται και με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών λειτουργών, όπως νόμος ορίζει. Με νόμο μπορούν να επεκταθούν οι ρυθμίσεις αυτές και στους υποψηφίους για άλλες αιρετές θέσεις. 3. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος στους δικαστικούς λειτουργούς και σε όσους υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας. Απαγορεύονται απολύτως οι οποιασδήποτε μορφής εκδηλώσεις υπέρ ή κατά πολιτικού κόμματος, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, στους υπαλλήλους του Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιχειρήσεων η διοίκηση των οποίων ορίζεται άμεσα ή έμμεσα από το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχο. Θεσπίζοντας το δικαίωμα αυτό ως αυτοτελές, το Σύνταγμα αφενός το οριοθετεί, αναγνωρίζοντας το μόνο στα μέλη του εκλογικού σώματος, 9

αφετέρου, επιβάλλει, ως προς την οργάνωση και δράση των κομμάτων, την εξυπηρέτηση της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος 8. Ως προς τη νομική φύση του δικαιώματος του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος η θεωρία δεν είναι ομόφωνη. Μερίδα συγγραφέων υποστηρίζει την άποψη, ότι το δικαίωμα είναι πολιτικό 9 ενώ άλλοι συγγραφείς το θεωρούν γνήσιο ατομικό δικαίωμα 10. Επιπλέον, υποστηρίζεται και η άποψη περί διφυούς χαρακτήρα του δικαιώματος ως ατομικής ελευθερίας και ως πολιτικής ελευθερίας 11. Κατά τον Γ. Δρόσο, ο ατομικός χαρακτήρας της ελευθερίας των κομμάτων υποδηλώνεται κατ αρχήν στο ίδιο το άρθρο 29 παρ. 1 Σ, από το οποίο προκύπτει ότι το κόμμα είναι μία εθελοντική και ελεύθερη ένωση. Αντίθετα από το εκλογικό δικαίωμα, το οποίο κατά το άρθρο 51 παρ. 5 Σ είναι υποχρεωτικό, η άσκηση του δικαιώματος των πολιτών να οργανώνονται σε πολιτικά κόμματα εξαρτάται από την ελεύθερη βούλησή τους. Οι πολίτες που οργανώνονται σε πολιτικό κόμμα αφενός αποτελούν ένωση με όλα τα χαρακτηριστικά των ενώσεων μη κερδοσκοπικού σκοπού κατά την έννοια του άρθρου 12 παρ. 1 του Συντάγματος και αφετέρου ασκούν το δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα τις γνώμες τους κατά την έννοια του άρθρου 14 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι όταν συγκροτούν ένα πολιτικό κόμμα εκφράζουν εξ ορισμού ένα πολιτικό πρόγραμμα, για την πραγμάτωση του οποίου και οργανώνονται και δραστηριοποιούνται. Η σχέση του άρθρου 29 παρ. 1 του Σ με τα άρθρα 12 και 14 αφορά μόνο τον αρνητικό αμυντικό χαρακτήρα της ελευθερίας των κομμάτων και όχι το περιεχόμενό της. Από την ατομική χρήση της ελευθερίας των κομμάτων προκύπτει ότι η ελευθερία αυτή έχει αρνητικό αμυντικό χαρακτήρα έναντι της κρατικής εξουσίας. Όπως τα δικαιώματα των άρθρων του Συντάγματος 12 και 14 έτσι και το δικαίωμα του άρθρου 29 παρ. 1 διαγράφει μία σφαίρα ελεύθερης δραστηριότητας ατόμων, μέσα στην οποία δεν δικαιούνται να παρεμβαίνουν τα κρατικά όργανα. Μάλιστα, ειδικότερη νομική συνέπεια του αρνητικού αμυντικού χαρακτήρα της ελευθερίας των κομμάτων είναι η ανεξαρτησία τους από την κρατική εξουσία. Ως τέτοια ανεξαρτησία νοείται το συνταγματικό τους δικαίωμα να μη 8 Μαυριάς Κώστας, Συνταγματικό Δίκαιο, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2005, σελ 406 9 Γ. Κασιμάτης, Τα πολιτικά κόμματα ως πολιτικός θεσμός, σελ. 202, Α. Μανιτάκης, Το υποκείμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, Δημοσιεύματα Συνταγματικού Δικαίου Ι, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή, 1981, σελ. 144-145, Ευ. Βενιζέλος Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου Ι, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1991, σελ. 341-342 10 Γ. Βλάχος, Το Σύνταγμα της Ελλάδος (Επίμετρο στο Σύνταγμα της Ελλάδος των Α. 1. Σβώλου Γ. Κ. Βλάχου), εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ, 1979, σελ 58, υπ. 15 11 Ι. Δρόσος, Η νομική θέσις των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1982, σελ 179επ. 10

δεσμεύονται από υποδείξεις οι κατευθύνσεις των κρατικών οργάνων όσον αφορά τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας τους και τον τρόπο με τον οποίο ασκούν τα δικαιώματα που τους αναγνωρίζονται από το Σύνταγμα και τους νόμους 12. Κατά τον Κ. Γ. Μαυριά, το δικαίωμα του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος νοείται μόνο ως πολιτικό δικαίωμα καθώς θεσπίζεται μόνο υπέρ των Ελλήνων πολιτών και έχει ως αντικείμενο την παροχή δυνατότητας οργάνωσης τους με σκοπό την κατάληψη και άσκηση της κρατικής εξουσίας. Εξ άλλου, δεν επιβάλλει την ένταξη του στην κατηγορία των ατομικών δικαιωμάτων το ότι η άσκηση του δικαιώματος παραπέμπει εννοιολογικά στο δικαίωμα των Ελλήνων να συνιστούν ενώσεις και σωματεία όπως και στο δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου ως μέσα προβολής του ιδεολογικού «πιστεύω» και των προγραμματικού χαρακτήρα διακηρύξεων των κομμάτων. Τα εν λόγω ατομικά δικαιώματα αποτελούν εν προκειμένω συνταγματικές εγγυήσεις που, μαζί με άλλες, καθιστούν πρακτικά δυνατή τη λειτουργία των κομμάτων 13. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η σύγχρονη κομματική Δημοκρατία έχει ως αναπόσπαστο κομμάτι της τα πολιτικά κόμματα. Αποτελούν έννοιες αλληλένδετες όπου η μία παραπέμπει στην άλλη. Εφόσον λοιπόν τα κόμματα με τη δράση τους επιδιώκουν την προαγωγή της Δημοκρατίας, δεν πρέπει να αποτελούν και τα ίδια δημοκρατικές οργανώσεις; Δεν πρέπει η εσωτερική τους οργάνωση να βασίζεται σε δημοκρατικά στοιχεία; Εδώ αναφύεται το ζήτημα της «εσωκομματικής Δημοκρατίας» 12 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου, Εκδόσεις Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011, σελ 662., Γ. Δρόσος, Η νομική θέσις των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1982, σελ. 179 επ., Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Β, σελ. 113 13 Μαυριάς Κώστας, Συνταγματικό Δίκαιο, 5 η έκδοση, ΑΘΗΝΑ 2014, σελ 407 11

4. ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 4.1 Η εσωκομματική Δημοκρατία ως στοιχείο της λαϊκής κυριαρχίας και ως συνέπεια της τριτενέργειας των θεμελιωδών δικαιωμάτων Η έννοια της λαϊκής κυριαρχίας συνιστά θεμέλιο στο οποίο στηρίζεται όλο το οικοδόμημα του σύγχρονου κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Η ιστορική εξέλιξη της έννοιας και η αντίστοιχη λειτουργία της ως βάσης του πολιτεύματος πηγάζει από το αξιολογικό περιεχόμενο που κάθε φορά της δίνει μία έννομη τάξη. Το Σύνταγμα θεσπίζει την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας στο άρθρο 1 παρ. 2 και 3. Η λειτουργία των κομμάτων είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το κοινοβουλευτικό σύστημα. Με τη συμμετοχή των κομμάτων στο σχηματισμό της κρατικής βούλησης επιτυγχάνεται η συμμετοχή του λαού μέσω των κομμάτων. Με την «προαγωγή» των κομμάτων σε συνταγματικό θεσμό αναγνωρίζεται η νομιμότητα των πολιτικών συγκρούσεων στον κοινωνικό χώρο και συστηματοποιείται η έκφραση της πολιτικής βούλησης της κοινωνίας 14. Η εφαρμογή της δημοκρατικής αρχής στο σύνολο των κοινωνικών διαδικασιών αποτελεί προϋπόθεση της ίδιας της πολιτευματικής δημοκρατίας. Η εφαρμογή της αρχής αυτής σε όλο το φάσμα των κοινωνικών μορφωμάτων και ιδιαίτερα στην εσωτερική οργάνωση των κομμάτων συμβάλλει στην ουσιαστικοποίηση της δημοκρατίας που αποτελεί άλλωστε και το περιεχόμενο του Συντάγματος. Με τη λειτουργία των κομμάτων, ως «νομιμοποιημένης μορφής της σχετικοποίησης του δυισμού κράτους και κοινωνίας», και στα δύο επίπεδα της πολιτειακής δράσης, στο κοινωνικό και στο κρατικό, το «Σύνταγμα» αποδέχεται την προσαρμογή του στη θέληση της κοινωνίας. Ο συσχετισμός της λειτουργίας των κομμάτων με τη λειτουργία του πολιτεύματος οφείλεται στο γεγονός ότι τα κόμματα ανάγονται πλέον στο κατεξοχήν πεδίο άσκησης της λαϊκής κυριαρχίας. Η δυνατότητα όμως του πολίτη να ενεργοποιείται μέσα στα κόμματα και να ασκεί το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα πολιτικής συμμετοχής συναρτάται με τη δημοκρατική οργάνωση του κόμματος, η οποία καθορίζει την επίδραση που το κάθε μέλος ασκεί στο σχηματισμό των αποφάσεων. Η 14 Φουντεδάκη Πηνελόπη, Ενδοκομματική Δημοκρατία και Σύνταγμα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1987, σελ 253-255 12

«υποχρέωση» του Συντάγματος να διασφαλίζει τους όρους εκείνους που θεωρούνται απαραίτητοι για την άσκηση της λαϊκής κυριαρχίας αποτελεί τη βάση της ρυθμιστικής του παρέμβασης στον εσωκομματικό χώρο. Η υποχρέωση των πολιτικών κομμάτων να έχουν δημοκρατική οργάνωση αποτελεί, στην κομματική δημοκρατία αναγκαία συνέπεια της συνταγματικής τους αναγνώρισης ως φορέων της λαϊκής θέλησης. Η έκφραση της λαϊκής θέλησης προϋποθέτει δημοκρατική εσωτερική τάξη των πολιτικών κομμάτων. Η δύο αυτοί οι συνταγματικοί κανόνες αποτελούν αδιάσπαστη ενότητα. Ο κανόνας της εσωκομματικής Δημοκρατίας προκύπτει από την απόλυτη λειτουργική του αναγκαιότητα για την εκπλήρωση της συνταγματικά προσδιοριζόμενης αποστολής του κόμματος στο κοινωνικό και στο κρατικό πεδίο. Την αποστολή αυτή όμως δεν θα μπορούσε να την εκπληρώσει το κόμμα αν ως ένωση προσώπων, κατά το άρθρο 12 παρ. 1 δεν ήταν και υποκείμενο ορισμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων. Έτσι, το πολιτικό κόμμα αποτελεί υποκείμενο κυρίως των δικαιωμάτων ελευθερίας και ισότητας. Καθοριστική σημασία για το θέμα της ενδοκομματικής δημοκρατίας, όμως, έχει το πρόβλημα εάν τα θεμελιώδη δικαιώματα ισχύουν και για τον πολίτημέλος στη σχέση του με το κόμμα. Ζητούμενο εδώ είναι, εάν στα μέλη του κόμματος αναγνωρίζονται ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα με αποδέκτες της υποχρέωσης όχι πλέον το κράτος, αλλά το κόμμα επειδή στο εσωκομματικό πεδίο και ως προς την εσωκομματική δημοκρατία, από το κόμμα εξαρτάται η ικανοποίηση των δικαιωμάτων των μελών και η δημιουργία των προϋποθέσεων για την άσκηση τους. Αιχμή της σύγχρονης αντίληψης για τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι η σταδιακή υπέρβαση των στεγανών της διάκρισης κράτους και κοινωνίας. Σήμερα τα ατομικά δικαιώματα αποκτούν ευρύτερο νόημα, γίνονται κώδικας βασικών αξιών που δεν ρυθμίζουν μόνο τη σχέση κράτους και κοινωνίας αλλά όλη την κοινωνική ζωή 15. Η σχέση του μέλους με το κόμμα είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου εφόσον το κόμμα αποτελεί ένωση προσώπων κατά το άρθρο παρ. 1 Σ. Εντούτοις, ορισμένα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως η ελευθερία γνώμης, η ελευθερία τύπου, η πολιτική ισότητα των κομματικών μελών, αποτελούν συστατικά στοιχεία του δικαιώματος συμμετοχής σε πολιτικά κόμματα, που κατοχυρώνει το άρθρο 29 παρ. 1. Η συμμετοχή του μέλους στο σχηματισμό των πολιτικών αποφάσεων του κόμματος προϋποθέτει το δικαίωμα λόγου και ψήφου. Η υλοποίηση όμως των δύο αυτών δικαιωμάτων νοείται μόνο σε συσχετισμό με τις θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας, τόσο 15 Δ. Τσάτσος, Γενική Εισήγηση Μειοψηφίας, τόμος Α, 1975, σελ. 229 13

στην έκφραση γνώμης όσο και στο δικαίωμα ψήφου και θέσης υποψηφιότητας 16. Στα πολιτικά κόμματα όμως, η δυνατότητα εξουσίασης των μελών από την ηγεσία είναι ιδιαίτερα μεγάλη εξαιτίας της δύναμης που έχουν και της πολιτικής επιρροής που διαθέτουν. Θα πρέπει λοιπόν να γίνει δεκτό ότι η ισχύς των θεμελιωδών δικαιωμάτων είναι πολύ περισσότερο αναγκαία στη σχέση μέλους κράτους παρά μέλους σωματείου. Η ισχύς των θεμελιωδών δικαιωμάτων στη σχέση μέλους κόμματος δεν έχει τόσο τη σημασία της άμυνας έναντι της δύναμης του κόμματος, όσο της διασφάλισης εγγυήσεων για την υλοποίηση της συμμετοχής του πολίτη στο σχηματισμό των κομματικών αποφάσεων. Η ισχύς των δικαιωμάτων αυτών στον εσωκομματικό χώρο είναι συνέπεια της συνταγματικής κατοχύρωσης του δικαιώματος πολιτικής συμμετοχής, το οποίο εξασφαλίζεται σε κάθε πολίτη μέλος κόμματος. Είναι φανερή λοιπόν η τριτενέργεια τέτοιων δικαιωμάτων στον εσωκομματικό χώρο, με αποτέλεσμα να επιβεβαιώνεται η ισχύς του κανόνα της εσωκομματικής δημοκρατίας 17. 16 Κατά τον I. Munch, τα «πολιτικά» θεμελιώδη δικαιώματα, ισχύουν άμεσα στο εσωκομματικό πεδίο 17 Φουντεδάκη Πηνελόπη, Ενδοκομματική Δημοκρατία και Σύνταγμα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1987, σελ 274 14

4.2 Η εσωκομματική δημοκρατία ως συνταγματική επιταγή Κατά το άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος, η οργάνωση και η δράση των πολιτικών κομμάτων οφείλει να υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Δηλαδή, η οργάνωση τους πρέπει να διέπεται από δημοκρατικές αρχές. Ο κανόνας αυτός αποτελεί ισχύον δίκαιο και όχι προγραμματική πρόταση. Η ευθυγράμμιση πολιτικών κομμάτων και Κράτους, από την οποία προήλθε η συνταγματική τους αναγνώριση, δημιουργεί το αξίωμα «δημοκρατικά κόμματα σε δημοκρατικό κράτος». Εντούτοις, μία επισκόπηση της ελληνικής πραγματικότητας αρκεί για να διαψεύσει τις προσδοκίες του συντακτικού νομοθέτη : φαινόμενα όπως ο αρχηγισμός, ο αδιαφανής τρόπος λήψης των πολιτικών αποφάσεων, η άκαμπτη στάση των κομμάτων προς τους διαφωνούντες με την κεντρική πολιτική γραμμή του κόμματος, η αδιαφανής διαχείριση των οικονομικών πόρων των κομμάτων και οι πελατειακές σχέσεις μεταξύ των πολιτικών και του εκλογικού σώματος, αποτελούν ενδημικά φαινόμενα της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας 18. Εφόσον, η εσωτερική τάξη του κόμματος δεν ανταποκρίνεται στους δημοκρατικούς κανόνες, μπορεί με βεβαιότητα να υποτεθεί ότι το κόμμα αυτό ανερχόμενο στην εξουσία θα επιβάλλει και στο κράτος τις αρχές, τις οποίες εφαρμόζει στην εσωτερική του τάξη. Δημοκρατία στο κράτος και δημοκρατία στο κόμμα συνδέονται στενότατα στο συνταγματικό πλαίσιο της κομματικής Δημοκρατίας, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η ύπαρξη της μιας εξαρτάται από την ύπαρξη της άλλης. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η εσωκομματική δημοκρατία είναι θέμα συνταγματικής τάξης, που ανάγεται στην ύπαρξη και λειτουργία της δημοκρατίας στο κράτος γενικότερα και δεν είναι εσωτερική υπόθεση των κομμάτων. Με τον κανόνα της εσωκομματικής δημοκρατίας επιτάσσεται κατ αρχήν η εφαρμογή μέσα σε κάθε πολιτικό κόμμα των δημοκρατικών αρχών που εφαρμόζονται στο κράτος. Αυτό έχει την έννοια του συντονισμού όχι της ταύτισης της οργάνωσης και λειτουργίας κάθε κόμματος προς εκείνη του κράτους και της ευθυγράμμισης των κομματικών οργανώσεων μεταξύ τους. Κόμματα και κράτος είναι πολιτικοί οργανισμοί που επιδιώκουν το γενικό συμφέρον. Μεταξύ τους όμως υπάρχουν πολλές διαφορές, που οφείλονται στο ότι τα κόμματα είναι τμήματα του κράτους. Έτσι, προκειμένου για το κράτος ισχύει ο κανόνας «τόση μόνον ενότητα όση είναι απόλυτα αναγκαία», ενώ προκειμένου για τα πολιτικά κόμματα ο κανόνας παίρνει τη μορφή «τόση περισσότερη ενότητα, όση είναι δυνατή». 18 Για μια πλήρη ιστορική επισκόπηση της μεταδιδακτορικής εξέλιξης της πολιτικής πραγματικότητας των ελληνικών κομμάτων, βλ. Ζακάλκα, σελς. 180 240. Βλ. επίσης και την σκληρή κρικική που ασκεί ο Χρυσόγονος, Σχεδίασμα εκδημοκρατισμού, δώδεκα σκέψεις για μια άλλη αναθεώρηση, στο http://www.constitutionalism.gr/site/2056-shediasma-ekdimokratismoy-dwdeka-skeeis-gia - mia a/ 15

Κατά συνέπεια, τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν εφαρμόζονται στα κόμματα, όπως στο κράτος. Η κατοχύρωση του μέλους μέσα στο κόμμα είναι γενικά διαφορετική από την κατοχύρωση του πολίτη μέσα στο κράτος. Στο κόμμα δεν είναι δυνατόν να εφαρμόζεται η κοινοβουλευτική αρχή, απαιτείται όμως η παροχή δυνατότητας αλλαγής της ηγεσίας. Είναι φανερό πως η εφαρμογή δημοκρατικών αρχών δεν έχει την έννοια της εφαρμογής τους στα πολιτικά κόμματα, όπως στο κράτος, αλλά σημαίνει επιλογή από τις δημοκρατικές αρχές που εφαρμόζονται στο κράτος και προσαρμογή τους προς τις ιδιάζουσες συνθήκες των κομμάτων. Η αρχή της εσωκομματικής δημοκρατίας έχει ως αναγκαία συνέπεια την ευθυγράμμιση των κομματικών οργανώσεων μεταξύ τους. Με την εφαρμογή της αρχής αυτής καθιερώνεται ένας τύπος κομμάτων, των κομμάτων μελών, δηλαδή εκείνων, στα οποία, ο σχηματισμός της θέλησης τους και ο σχηματισμός των κομματικών οργάνων πραγματοποιείται από κάτω προς τα πάνω 19. Το Σύνταγμα και οι νόμοι ορίζουν ένα minimum δημοκρατικότητας, το οποίο υποχρεούνται τα πολιτικά κόμματα να μην παραβιάζουν, μπορούν όμως να περιλαμβάνουν στα καταστατικά τους διατάξεις με δημοκρατικότερο περιεχόμενο. Την άποψη ότι η δημοκρατική μορφή του πολιτεύματος επιβάλλει τη δημοκρατική εσωτερική οργάνωση και λειτουργία των κομμάτων αναπτύσσει και ο Δημ. Τσάτσος, κατά τον οποίο «ο κανόνας του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το οποίο η οργάνωση και η δράση των κομμάτων οφείλει να υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, αναφέρεται και στην εσωτερική τους δομή. Είναι φανερό πως ο χαρακτήρας της εσωτερικής δομής ενός κόμματος, όταν αυτό γίνει κυβέρνηση θα καθορίζει και τον τρόπο λειτουργίας του πολιτεύματος ( ) Γι αυτό, η δημοκρατική εσωτερική οργάνωση των κομμάτων αποτελεί κατά το άρθρο 29 παρ. 1 συνταγματική επιταγή. Η συνταγματική κατοχύρωση των πολιτικών κομμάτων σημαίνει κυρίως συνταγματική κατοχύρωση του πολίτη για ενεργητική συμμετοχή στο πολιτικό γίγνεσθαι. Η συμμετοχή όμως αυτή εξαρτάται απόλυτα από τις δυνατότητες που προσφέρει το κόμμα για εσωτερικό διάλογο, για τη δημιουργία οργανωμένων τάσεων στο κόμμα εξαρτάται δηλαδή από τη δυνατότητα ενδοκομματικής αμφισβήτησης» 20. 19 Δημητρόπουλος Ανδρέας, Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους, Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου, τόμος Β, εκδόσεις Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009, σελ. 97 20 Δ. Τσάτσος, Η ενδοκομματική αντιπολίτευση ως πρόβλημα του Συνταγματικού Δικαίου, Σάκκουλας, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1983, σελ 35 16

4.3 Ο αντίλογος Αρκετοί όμως διαφωνούν με την ανωτέρω άποψη καθώς θεωρούν πως με αυτόν τον τρόπο ο νομοθέτης επιβάλλει στο κόμμα να λειτουργεί και να οργανώνεται κατ εικόνα και ομοίωση του πολιτεύματος. Το κόμμα αντιμετωπίζεται σαν παρακολούθημα των κρατικών οργάνων, σαν είδος κρατικού θεσμού και όχι ως έκφραση της δυναμικής που περιέχεται στην κοινωνική εξέλιξη και στους φορείς της. Οι συνταγματικές διατάξεις αποτελούν τα όρια των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των κομμάτων, δεν αποτελούν όμως και πηγές της ιδεολογίας, της οργάνωσης και της δράσης τους. Αυτές οι πηγές βρίσκονται στην κοινωνία, στα συμφέροντα που εκφράζει το κάθε κόμμα και στους πολιτικούς στόχους που επιδιώκει. Έτσι, τα κόμματα μπορούν να αντιλαμβάνονται όπως θέλουν την έννοια της δημοκρατίας, υιοθετώντας εκείνη τη μορφή οργάνωσης και λειτουργίας που τους φαίνεται προσφορότερη για την πραγματοποίηση των πολιτικών τους επιδιώξεων. Άλλωστε, ο διαχωρισμός της οργάνωσης και λειτουργίας ενός κόμματος από την ιδεολογία και την πολιτική του δραστηριότητα ενέχει αυθαιρεσία. Δεν υπάρχει ένας και μόνος δημοκρατικός τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας ενός κόμματος, ο οποίος τουλάχιστον στις θεμελιώδεις του αρχές ισχύει πάντα και για όλους. Αντίθετα, τα κόμματα οργανώνονται με εκείνον τον τρόπο που τους επιτρέπει την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων υπέρ των οποίων αγωνίζονται. Έτσι, η επιβολή ενός συγκεκριμένου τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας στα κόμματα συνεπάγεται και τη θέσπιση ορισμένων, ιδεολογικών και πολιτικών πλαισίων μέσα στα οποία είναι αναγκασμένα να κινούνται. Ανεξάρτητα, όμως από την αντιγνωμία περί του τι de lege ferenda είναι σκόπιμο ή πρέπει να ακολουθείται τελικά, τίθεται το ζήτημα αν το άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος περιέχει «συνταγματική επιταγή», βάσει της οποίας τα κόμματα είναι υποχρεωμένα να οργανώνονται και να αναπτύσσουν τις εσωτερικές τους λειτουργίες με «δημοκρατικό τρόπο». Η διατύπωση της διάταξης κατ αρχήν, δεν επιβάλλει να συναχθεί αναγκαστικά το συμπέρασμα ότι τα κόμματα πρέπει να είναι οργανωμένα κατά κάποιο συνταγματικά προσδιοριζόμενο τρόπο. Η διάταξη αναφέρει ρητά ότι η οργάνωση των κομμάτων οφείλει να υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Δεν ορίζεται ποιος είναι ο σύννομος τρόπος για να υπηρετεί ένα κόμμα την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο ισχυρισμός ότι η οργάνωση ενός κόμματος υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία μόνο εφόσον το κόμμα αυτό λειτουργεί δημοκρατικά αποτελεί αυθαίρετη μετατροπή μίας πολιτικής αξίωσης σε κανόνα δικαίου. Είναι δυνατό, ένα μη δημοκρατικά οργανωμένο κόμμα να υποβληθεί στην κρίση και να αποσπάσει τη συναίνεση της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος και να 17

σχηματίσει κυβέρνηση. Δεν είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι ένα κόμμα παραβαίνει τη συνταγματική επιταγή, επειδή η οργάνωση του δεν υπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, παρά το γεγονός ότι το κόμμα αυτό τηρεί τους κανόνες με τους οποίους το Σύνταγμα ρυθμίζει και εγγυάται τη λαϊκή κυριαρχία. Πρέπει να παρατηρηθεί ότι η άποψη που στηρίζει ότι από το άρθρο 29 παρ. 1 εδ. β του Συντάγματος πηγάζει η συνταγματική επιταγή της δημοκρατικής οργάνωσης των κομμάτων δεν διευκρινίζει δύο ζητήματα που έχουν καθοριστική σημασία. Πρώτον, πρόκειται για τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η οργάνωση ενός κόμματος, ώστε να θεωρηθεί δημοκρατική και έπειτα για τις κυρώσεις που επιβάλλονται στα κόμματα που παραβιάζουν τη συνταγματική επιταγή της δημοκρατικής οργάνωσης. Η αντίληψη αυτή πηγάζει λιγότερο από αυτό καθαυτό το Σύνταγμα και περισσότερο από την τάση των οπαδών της να μετατρέψουν την πολιτική επιχειρηματολογία υπέρ της ανάγκης να υπάρχουν δημοκρατικά οργανωμένα κόμματα σε νομικά επιχειρήματα υπέρ της ερμηνείας που δίνουν στο άρθρο 29 21. Αναμφισβήτητα, η σχέση ελευθερίας και δημοκρατίας δεν είναι αντιθετική. Όσον αφορά, όμως την οργάνωση και την εσωτερική λειτουργία των κομμάτων, απαιτείται οριοθέτηση της ρυθμιστικής παρέμβασης του κοινού νομοθέτη, η οποία, πέραν ενός σημείου, θα ήταν αντισυνταγματική γιατί θεμελιώδες γνώρισμα του δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η ανοχή και των πολεμίων του, υπό τους περιορισμούς του ίδιου του συντακτικού χάρτη. Όταν, επομένως, ο συντακτικός νομοθέτης προβλέπει ότι «η οργάνωση και η δράση των κομμάτων οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος», δεν εννοεί αναπαραγωγή των οργανωτικών δομών του πολιτεύματος. Ένα πολιτικό κόμμα μπορεί να έχει αυταρχική δομή και να αποδέχεται πλήρως τις αρχές του πολιτεύματος. Όπως, άλλωστε, μπορεί να έχει δημοκρατική οργάνωση και να ασκεί την πολιτική εξουσία κατά τρόπο αυταρχικό, αγνοώντας τον κοινωνικό διάλογο. Αυτό το οποίο θέλει να διασφαλίσει το Σύνταγμα στο άρθρο 29 παρ. 1, είναι ότι η οργάνωση και η δράση των κομμάτων θα εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, όχι υπό το πλέγμα περιοριστικών διατάξεων που θα ορίσει ο κοινός νομοθέτης αλλά με τη συγκεκριμένη συμμετοχή των κομμάτων στη λειτουργία του πολιτεύματος, τα οποία υποχρεούνται, ασκώντας διά των μελών τους την εξουσία, να εφαρμόσουν τους συνταγματικούς κανόνες, ακόμη και αν διαπνέονται από ιδεολογία αντίθετη προς τη δημοκρατική αρχή. 21 Γ. Δρόσος, Η νομική θέση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1982, σελ. 182. 18

Ακριβώς για το λόγο αυτό, περιεχόμενο νόμου σχετικού με την οργάνωση και δράση των κομμάτων δεν μπορεί να αποτελέσει κάτι περισσότερο από την επιβολή στα κόμματα της υποχρέωσης να διαθέτουν και δημοσιεύουν καταστατικό, ώστε, ως θεσμοί που οφείλουν να λειτουργούν υπό καθεστώς διαφάνειας των οργανωτικών δομών και των στόχων τους, να προσφέρονται σε πολιτική αξιολόγηση τους από μέρους των πολιτών ήδη πριν αποδυθούν στον αγώνα για την κατάληψη της εξουσίας, ενόψει της άσκησης της από μέρους τους 22. Η εσωκομματική δημοκρατία αποτελεί μορφή άμεσης συμμετοχικής δημοκρατίας που λειτουργεί συμπληρωματικά προς την «πολιτευματική», την αντιπροσωπευτική δηλαδή δημοκρατία που αναφέρεται στο σύνολο των πολιτών και όχι των μελών ενός κόμματος. Τα κόμματα αποτελούν κύριο χώρο έκφρασης και δραστηριοποίησης ενός ενεργού πολίτη. Ο εσωκομματικός πλουραλισμός αποτελεί όρο προκειμένου τα κόμματα να εκφράσουν μια πλουραλιστική δημοκρατία, δεδομένων των «ολιγοκομματικών» δομών της σύγχρονης δημοκρατίας. Ο εσωκομματικός πλουραλισμός ισοδυναμεί ουσιαστικά με μία πολιτικά και θεσμικά «νόμιμη εσωκομματική αντιπολίτευση» που διαφοροποιείται από την κυρίαρχη θέση στα πλαίσια των βασικών ιδεολογικών δεσμεύσεων του κόμματος, χωρίς να παρεμποδίζει τη λειτουργία του κόμματος. Το πρόβλημα με τις κανονιστικές συνέπειες της αρχής της εσωκομματικής δημοκρατίας εντοπίζεται στο δεδομένο ότι το κόμμα ως μηχανισμός οφείλει να εμφανίζει υψηλό επίπεδο αυτοτέλειας έναντι του κράτους, το οποίο δεν πρέπει να επεμβαίνει στις κομματικές λειτουργίες παρά μόνο σε οριακές περιπτώσεις. Για το λόγο αυτό η συνταγματική αρχή της εσωκομματικής δημοκρατίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό χωρίς άμεσες κανονιστικές συνέπειες. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι συνταγματικά αδιάφορη. Όταν οι αρχές της εσωκομματικής δημοκρατίας δε γίνονται σεβαστές ή εφαρμόζονται κατ επίφαση, τα μέλη του κόμματος, όπως και ο ευρύτερος χώρος της δημοκρατικής δημοσιότητας είναι σε θέση να απευθύνουν τη μομφή αντισυνταγματικότητας, καταγγέλλοντας τις διαδικασίες όχι μόνο ως αντιδημοκρατικές αλλά και ως αντίθετες με το Σύνταγμα. Η εσωκομματική δημοκρατία αποτελεί αρχή πλαίσιο και σε μεγάλο βαθμό η πραγμάτωση της θα πρέπει να επαφίεται στις θεσμικές επιλογές του ίδιου του κόμματος. 22 Κ. Μαυριάς, Συνταγματικό Δίκαιο, 5 η έκδοση, Π.Ν. Σάκκουλας, ΑΘΗΝΑ 2014, σελ. 425 19

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Τα κόμματα αποτελούν κύριο χώρο έκφρασης και δραστηριοποίησης ενός ενεργού πολίτη και η εσωκομματική δημοκρατία αποτελεί μορφή άμεσης συμμετοχικής δημοκρατίας που λειτουργεί συμπληρωματικά προς την «πολιτευματική», την αντιπροσωπευτική δηλαδή δημοκρατία που αναφέρεται στο σύνολο των πολιτών. Η δημοκρατική οργάνωση των πολιτικών κομμάτων αποτελεί δείκτη δημοκρατίας του όλου πολιτικού συστήματος, αφού η δυνατότητα πολιτικής συμμετοχής του πολίτη συναρτάται με τη δημοκρατική οργάνωση του κόμματος, η οποία καθορίζει την επίδραση που ασκεί κάθε μέλος στον σχηματισμό αποφάσεων. Στη βάση της εξ ορισμού τοποθέτησης των πολιτικών κομμάτων κοντά στους πολίτες, η αναβάθμιση των εσωκομματικών τους διαδικασιών μπορεί να συμβάλει στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος και να παρεμποδίσει τη δημοκρατική απομείωση των αντιπροσωπευτικών θεσμών. Επισημαίνεται ότι η εσωκομματική δημοκρατία δεν αποτελεί μόνο την ελεύθερη έκφραση των απόψεων εντός του κόμματος αλλά επιδιώκει την ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών στην πολιτική και τη διαμόρφωση ενός πλαισίου που δεν ανέχεται την παθητικότητα των κομματικών μελών και προτρέπει τους πολίτες στη διεκδίκηση του εκδημοκρατισμού. Ο όρος «εσωκομματική δημοκρατία» επιπλέον, διαθέτει και αρνητικά συμφραζόμενα στην πολιτική σφαίρα και αναδεικνύει τα ελλείμματα σε δημοκρατία που εμφανίζουν τα κόμματα. Τα μέλη των κομμάτων στις ημέρες μας έχουν μικρή ως ελάχιστη δυνατότητα διαμόρφωσης της πολιτικής και οι αποφάσεις των κομματικών οργάνων δεν είναι δεσμευτικές για τις ηγεσίες τους. Για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στα κόμματα θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα συχνές συνεδριάσεις των κομματικών οργάνων, να καθορίζονται αυστηρά οι θητείες τους και να διεξάγονται στο τέλος της θητείας νέες εκλογές.. Τα περισσότερα από τα κόμματα σήμερα διακρίνονται για το έλλειμμα εσωκομματικής δημοκρατίας, ζήτημα που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με συνταγματικές ή νομοθετικές ρυθμίσεις, αφού η οργάνωση και λειτουργία των κομμάτων αντανακλά τον πολιτικό πολιτισμό μιας χώρας. Παρά το γεγονός ότι σήμερα η εσωκομματική δημοκρατία πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη στη βάση της αρχής της μη επέμβασης του κράτους στα εσωτερικά των κομμάτων, η αρχή της εσωκομματικής δημοκρατίας χρειάζεται σαφέστερη κατοχύρωση. Αυτό θα έπρεπε να συνοδευτεί και με ρητή συνταγματική μνεία για τα καταστατικά των κομμάτων, αφού μέσω εκείνων εκφράζεται η αντίληψη των κομμάτων για τη δημοκρατία και τη λειτουργία της στο εσωτερικό τους. Το πρόβλημα με τις κανονιστικές συνέπειες της αρχής της εσωκομματικής δημοκρατίας εντοπίζεται στο δεδομένο ότι το κόμμα οφείλει να εμφανίζει υψηλό επίπεδο αυτοτέλειας έναντι του κράτους, το οποίο δεν πρέπει να επεμβαίνει στις κομματικές λειτουργίες. Για τον λόγο αυτό η συνταγματική αρχή της εσωκομματικής δημοκρατίας παραμένει χωρίς άμεσες κανονιστικές 20

συνέπειες, χωρίς να σημαίνει ότι είναι συνταγματικά αδιάφορη. Η εσωκομματική δημοκρατία επομένως αποτελεί αρχή-πλαίσιο και η πραγμάτωσή της θα πρέπει να επαφίεται στις θεσμικές επιλογές του ίδιου του κόμματος. Επειδή τα κόμματα αποτελούν τον μοναδικό θεσμό μετατροπής των κοινωνικών αιτημάτων σε πολιτικό πρόγραμμα διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας, η δημοκρατική οργάνωση μπορεί να διασφαλίσει την αποτελεσματική επιτέλεση του έργου τους. Σήμερα, η πρόκληση της προστασίας της δημοκρατίας είναι επίκαιρη, καθώς η οικονομική κρίση επιτείνει τον ενδεχόμενο κίνδυνο πολιτικής και δημοκρατικής αποσταθεροποίησης. 21

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1) Βλάχος Γιάννης, Το Σύνταγμα της Ελλάδος (Επίμετρο στο Σύνταγμα της Ελλάδος των Α. 1. Σβώλου Γ. Κ. Βλάχου), εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ, 1979 2) Δημητρόπουλος Ανδρέας, Γενική Συνταγματική Θεωρία Σύστημα Συνταγματικού Δικαίου, τόμος Α, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2004 3) Δημητρόπουλος Ανδρέας, Πολιτικό, Κοινωνικό, Οικονομικό Δίκαιο Στοιχεία Δημοσίου Δικαίου, τεύχος β, ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1983 4) Δημητρόπουλος Ανδρέας, Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους, τόμος β, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009 5) Δρόσος Γιάννης, Η νομική θέση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1982 6) Κασιμάτης Γιώργος, Τα πολιτικά κόμματα ως πολιτικός θεσμός, Αθήνα Κομοτηνή, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1980 7) Α. Μανιτάκης, Το υποκείμενο των συνταγματικών δικαιωμάτων κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, Δημοσιεύματα Συνταγματικού Δικαίου Ι, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή, 1981 8) Μαυριάς Κώστας, Συνταγματικό Δίκαιο, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 2005 9) Τασόπουλος Γιάννης, Τα θεσμικά αντίβαρα της εξουσίας και η αναθεώρηση του συντάγματος, ΑΘΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2007 10) Δ. Τσάτσος, Γενική Εισήγηση Μειοψηφίας, τόμος Α, 1975 11) Δ. Τσάτσος, Η ενδοκομματική αντιπολίτευση ως πρόβλημα του Συνταγματικού Δικαίου, Σάκκουλας, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1983 12) Φουντεδάκη Πηνελόπη, Ενδοκομματική Δημοκρατία και Σύνταγμα, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, ΑΘΗΝΑ ΚΟΜΟΤΗΝΗ 1987 22