Εφαρμογές δημοσίου δικαίου 04.05.2017 Αικατερίνη Ηλιάδου Διοικητικές κυρώσεις «Ne bis in idem»
Κεντρικό ζήτημα Εφαρμογή της αρχής ne bis in idem σε σχέση με διοικητικές κυρώσεις και τις ποινικές διαδικασίες Πρόβλημα: πολλαπλά τέλη ως διοικητική κύρωση + ποινικές κυρώσεις λαθρεμπορίας Γενικότερο ενδιαφέρον προβλήματος και για άλλα θέματα Αρνητική δικονομική προϋπόθεση αυτεπάγγελτος έλεγχος ή έγγραφο προαπόδειξη; Γενικότερο πρόβλημα εφαρμογής εγγυήσεων ποινικής δίκης στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης Ήδη από 1976 υπόθεση Engel: αυτόνομη ερμηνεία της έννοιας «κατηγορία ποινικής φύσεως»
Κριτήρια νομολογίας Engel (1976) Ερμηνεία της έννοιας «κατηγορία ποινικής φύσεως», χάριν οριοθέτησης του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων της ΕΣΔΑ για την ποινική δίκη Δεν έχει καθοριστική σημασία ο χαρακτηρισμός που αποδίδεται κατά την εθνική έννομη τάξη 3 κριτήρια: Νομική κατηγοριοποίηση της παράβασης κατά το εθνικό δίκαιο Φύση της παράβασης (αποδέκτες πχ όχι για πειθαρχικό δίκαιο/ ratio του κανόνα: τυχόν τιμωρητικός- κατασταλτικός χαρακτήρας) Βαθμός αυστηρότητας της κύρωσης (κατεξοχήν ποινικό όταν στέρηση ελευθερίας, εκτός εάν δεν προκαλείται ουσιώδης προσβολή) Εναλλακτικά και όχι απαραίτητα σωρευτικά, αλλά μπορεί και σωρευτικά εάν δεν μπορεί να συναχθεί ασφαλές συμπέρασμα από ένα κριτήριο ως προς την ύπαρξη κατηγορίας ποινικής φύσεως Αποτέλεσμα: διεύρυνση της έννοιας «κατηγορία ποινικής φύσεως», περιλαμβάνονται ακόμη και διαδικασίες που κατά την εθνική έννομη τάξη δεν χαρακτηρίζονται ως «ποινικές», αλλά ως διοικητικές ή αστικές
Ρητή αποτύπωση αρχής ne bis in idem Δεν υπάρχει στο ελληνικό Σ Ρητή κατοχύρωση αρχής: Ά. 4 του Έβδομου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ (22.11.1984 01.11.1988) Ν.1705/1987 ισχύς από 01.11.1988 Υπερκείμενη του κοινού νόμου τυπική ισχύς σύμφωνα με ά. 28 Σ Ά. 50 ΧΘΔΕΕ: «Κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται ποινικά για αδίκημα για το οποίο έχει ήδη αθωωθεί ή καταδικασθεί εντός της Ένωσης με οριστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σύμφωνα με το νόμο.» Πρωτογενές δίκαιο ΕΕ Ά. 51 ΧΘΔΕΕ: πεδίο εφαρμογής δικαίου ΕΕ Υπεροχή δικαίου ΕΕ Αρχή της ομοιογένειας ά. 52 ΧΘΔΕΕ Ά. 14 παρ. 1 Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα
Ά. 4 Εβδ Προσθ Πρωτ ΕΣΔΑ 1. Κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή καταδικασθεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους, για μια παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάσθηκε με αμετάκλητη απόφαση σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του Κράτους αυτού. 2. Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου δεν εμποδίζουν την επανάληψη της διαδικασίας, σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του Κράτους για το οποίο πρόκειται, εάν υπάρχουν αποδείξεις νέων ή μεταγενέστερων της απόφασης γεγονότων, ή υπήρξε θεμελιώδες σφάλμα της προηγούμενης διαδικασίας, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της υπόθεσης. 3. Καμιά απόκλιση από αυτό το άρθρο δεν επιτρέπεται με βάση το άρθρο 15 της Σύμβασης.
Ερμηνεία ΕΔΔΑ 2009 υπόθεση Zolotukhin/Ρωσία - Αυτόνομη ερμηνεία εννοιών ά. 4 Εβδ Πρωτ ΕΣΔΑ: Μόνον ο νομικός χαρακτηρισμός στο εσωτερικό δίκαιο δεν αποτελεί κριτήριο για την ερμηνεία του ά. 4 Εβδ Πρωτ ΕΣΔΑ Η έννοια «ποινική δικονομία» πρέπει να ερμηνευθεί υπό το φως των γενικών αρχών που εφαρμόζονται σε σχέση με τους όρους «κατηγορία ποινικής φύσεως» και «ποινή» των ά. 6 και 7 ΕΣΔΑ Κριτήρια νομολογίας Engel (1976)
Εφαρμογή κριτηρίων Engel σχετικά με ά. 4 Εβδ Πρωτ ΕΣΔΑ Ο χαρακτηρισμός μίας παράβασης κατά το εθνικό δίκαιο δεν αποκλείει τον ποινικό χαρακτήρα της παράβασης Ως προς τη φύση της παράβασης, εξετάζεται το έννομο αγαθό και κατά πόσον εμπίπτει στην προστασία του ποινικού δικαίου απευθύνεται σε όλους τους πολίτες και όχι σε κατηγορία Δεν απαιτείται ορισμένος βαθμός βαρύτητας ως προς την παράβαση Η βαρύτητα της κύρωσης εξετάζεται όχι με βάση την κύρωση που επιβλήθηκε αλλά αυτή που απειλείται ποινές στερητικές της ελευθερίας μάλλον ποινικής φύσεως (τεκμήριο) Αποτέλεσμα: ενδεχόμενο υπαγωγής διοικητικών κυρώσεων στην έννοια κυρώσεων ποινικής φύσεως και κατ αποτέλεσμα δυνατότητα εφαρμογής του ά. 4 Εβδ Πρωτ ΕΣΔΑ
Προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής Bis: απαγορεύεται δεύτερη ποινική διαδικασία μετά την αμετάκλητη περάτωση της πρώτης, ανεξαρτήτως του εάν θα οδηγήσει σε αθώωση ή καταδίκη 3 εκφάνσεις: να μην δικαστεί να μην παραπεμφθεί σε δίκη να μην τιμωρηθεί δεύτερη φορά για το ίδιο αδίκημα Δεν αποκλείεται η διπλή τιμωρία αλλά μόνο η δεύτερη δίωξη άρα η μία υπόθεση να έχει τελειώσει «οριστικά» = (α) δεδικασμένο και (β) να μην προσβάλλεται με ένδικο μέσο Idem: ίδιο βιοτικό συμβάν πραγματικά περιστατικά που τελούν σε χρονική και χωρική συνάφεια, ανεξαρτήτως νομικού χαρακτηρισμού
ΔΕΕ C-617/10, Hans Akerberg Fransson Δεν αποκλείεται να προβλέπεται τόσο διοικητική όσο και ποινική κύρωση δεν τίθεται θέμα παράβασης του ά. 50 ΧΘΔΕΕ, εάν η μία κύρωση δεν έχει ποινικό χαρακτήρα εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να κρίνει βάσει κριτηρίων Engel απαιτείται πάντως να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα των κυρώσεων χάριν της αποτελεσματικής εφαρμογής του Δικαίου ΕΕ
ΣτΕ (Β Τμ., επταμ.) 2067/2011 Διττός χαρακτήρας ελληνικού δικαιοδοτικού συστήματος σχετικά με τις παραβάσεις Τελωνειακού Κώδικα Πολλαπλά τέλη λαθρεμπορίας (διοικητικές κυρώσεις) και ποινική ευθύνη Σκ. 11: άρνηση εφαρμογής νομολογίας ΕΔΔΑ λόγω ά. 94 παρ. 1 και 96 Σ αυτοτέλεια διαδικασιών υποχρεώνεται το διοικητικό ή το ποινικό δικαστήριο να δεσμευθεί από απόφαση που κατέστη αμετάκλητη στο πλαίσιο άλλης δικαιοδοσίας και δεν του επιτρέπει να εκτελέσει την εκ του Σ υποχρέωση επίλυσης της ενώπιόν του αχθείσας διαφοράς / καταλύεται το δυαδικό κυρωτικό σύστημα: «εθνοκεντρική» προσέγγιση κατά τη θεωρία / παραγνωρίζεται το σύστημα προστασίας ΕΣΔΑ Επίκληση της υπεροχής του Σ, ακόμη και εάν τίθεται θέμα διεθνούς ευθύνης του κράτους
ΕΔΔΑ, Καπετάνιος κ.λπ./ελλάδα (2015) Καταδίκη Ελληνικής Κυβέρνησης διότι τα διοικητικά δικαστήρια δεν ακύρωσαν αποφάσεις επιβολής προστίμου / πολλαπλών τελών σε 3 διαφορετικές υποθέσεις παρά την αθώωση από ποινικά δικαστήρια με βάση τα ίδια περιστατικά Επιχειρήματα Ελλάδας: Δεν μπορούσε να προβλέψει την εξέλιξη της νομολογίας ως προς την έννοια «ποινική δικονομία» του ά. 4 προς κατεύθυνση που αμφισβητεί τον παραδοσιακό διττό χαρακτήρα των παραβάσεων Τελωνειακού Κώδικα Η ΕΣΔΑ σύστημα αντικειμενικών υποχρεώσεων με σκοπό την προστασία ατόμου πέραν από διμερείς σχέσεις Απορρίπτεται γιατί: κριτήρια Engel από το 1976 πριν ατομική προσφυγή για την Ελλάδα (1985) Διττός χαρακτήρας δεν υπήρχε πάντοτε (1939-1950) Αμφισβήτηση της διάκρισης της δικαιοσύνης σε ποινική και διοικητική Δικονομικές δυνατότητες αναστολής διαδικασίας από το Δικαστή που επιλαμβάνεται πρώτος
ΣτΕ (Ολ) 1741/2015 (1) Εκδόθηκε μετά Καπετάνιος διάσκεψη ωστόσο πριν Πρόκειται για κυρώσεις που συναρτώνται με εφαρμογή Δικαίου ΕΕ, άρα ά. 51 ΧΘΔΕΕ +50 ΧΘΔΕΕ η διαδικασία διοικητικής βεβαιώσεως της τελωνειακής παραβάσεως, που κατατείνει στην επιβολή του πολλαπλού τέλους, είναι αυτοτελής και διακεκριμένη σε σχέση με την αντίστοιχη ποινική διαδικασία δεν έχει κυρωτικό χαρακτήρα Η αυτοτέλεια των δύο διαδικασιών (ποινικής και διοικητικής) έχει την έννοια ότι το διοικητικό δικαστήριο, όταν αποφασίζει περί του αν ετελέσθη η διοικητική παράβαση, δεν δεσμεύεται από την τυχόν προηγηθείσα σχετική απόφαση ποινικού δικαστηρίου, εκτός εάν πρόκειται για αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση, οπότε δεσμεύεται ως προς την ενοχή του δράστη (ά. 5 ΚΔΔικον). Παρά την μη δέσμευσή του, όμως, υποχρεούται να εκτιμήσει αυτήν κατά την διαμόρφωση της κρίσεώς του, χωρίς να απαιτείται πανηγυρική εξαγγελία περί τούτου.
ΣτΕ 1741/2015 (2) Ά. 5 παρ. 2 ΚΔΔικον: ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα της δεσμεύσεως διοικητικού δικαστηρίου από τις αποφάσεις ποινικού δικαστηρίου, ανάλογα με το αποτέλεσμα Δεν προσκρούει στο ά. 4 παρ. 1 και 20 παρ. 1 Σ λόγω των διαφορών μεταξύ των 2 διαδικασιών Εφαρμογή της αρχής in dubio pro reo στο ποινικό δικαστήριο / διαμόρφωση πλήρους δικανικής πεποίθησης περί μη διάπραξης λαθρεμπορίας στο διοικητικό δικαστήριο Μειοψηφία: και για την περίπτωση αθώωσης λόγω απόδειξης περί μη διάπραξης αδικήματος (όχι λόγω αμφιβολιών), γιατί υπάρχει ίδια δικανική πεποίθηση
Ά. 5 παρ. 2 ΚΔΔικον «2. Τα δικαστήρια δεσμεύονται, επίσης, από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν, έναντι όλων, καθώς και από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη.» Ήδη όμως άρθρο 17 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α 240/22.12.2016, αντικατάσταση: «2. Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν έναντι όλων. Δεσμεύονται, επίσης, από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της διοικητικής παράβασης.»
ΣτΕ Β Τμ 1992/2016 παραδεκτό Μετά την υπόθεση Καπετάνιος Αίτηση επανάληψης της διαδικασίας εκδίκασης αναίρεσης σε διοικητική διαφορά ουσίας Ά. 46 ΕΣΔΑ: διεθνής υποχρέωση κρατών μελών να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις ΕΔΔΑ Μη διαπλαστικός χαρακτήρας αποφάσεων ΕΔΔΑ Αποτελεσματικότητα διεθνούς υποχρέωσης Αίτηση επανάληψης διαδικασίας πρόσφορο μέσο Δικονομική ισότητα έννοια και σημασία
Ά. 105 Α ΚΔΔικον (ά. 23 Ν.3900/2010) «1. Δικαστική απόφαση, για την οποία κρίθηκε με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ότι εκδόθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος που αφορά το δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου της Σύμβασης, υπόκειται σε αίτηση επανάληψης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου που την εξέδωσε. 2. Δικαίωμα να ασκήσουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτηση έχουν όσοι διατέλεσαν διάδικοι στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου [...]. 3. Η αίτηση ασκείται μέσα σε προθεσμία ενενήντα ημερών, που αρχίζει από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τις διακρίσεις του άρθρου 44 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τηρούμενης κατά τα λοιπά της ισχύουσας για το οικείο δικαστήριο διαδικασίας. []». Όμως: όχι στο ΠΔ 18/1989 που διέπει την αναίρεση! Επέκταση και σε αποφάσεις επί αναίρεσης για ουσιαστικές διαφορές Εξάντληση ενδίκων μέσων για πρόσβαση στο ΕΔΔΑ
Ήδη: ά. 69 Α ΠΔ 18/1989 «1. Δικαστική απόφαση, για την οποία κρίθηκε με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ότι εκδόθηκε κατά παραβίαση δικαιώματος που αφορά το δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου της Σύμβασης, υπόκειται σε αίτηση επανάληψης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστικού σχηματισμού του Συμβουλίου της Επικρατείας που την εξέδωσε. 2. Δικαίωμα να ασκήσουν την κατά την προηγούμενη παράγραφο αίτηση έχουν όσοι διατέλεσαν διάδικοι στη δίκη ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή οι καθολικοί ή ειδικοί διάδοχοί τους, εφόσον έχουν έννομο συμφέρον. 3. Η αίτηση ασκείται μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών, που αρχίζει από τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τις διακρίσεις του άρθρου 44 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τηρουμένης κατά τα λοιπά της ισχύουσας διαδικασίας. Αν κατά τη διάρκεια της παραπάνω προθεσμίας υπάρξει διαδοχή του ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου διαδίκου, η προθεσμία για τον διάδοχο αρχίζει από τότε που επήλθε η διαδοχή. Ειδικώς στην περίπτωση κληρονομικής διαδοχής, η προθεσμία για τον κληρονόμο αρχίζει από τη λήξη της προθεσμίας για την αποποίηση της κληρονομίας». Το άρθρο 69Α προστέθηκε με το άρθρο 16 παρ.1 Ν.4446/2016,ΦΕΚ Α 240/22.12.2016.
Προϋποθέσεις βασίμου (σκ. 8) (α) η διαπιστωθείσα από το ΕΔΔΑ παράβαση είναι τέτοια, ώστε για να υπάρξει συμμόρφωση χρειάζεται νέα κρίση (λ.χ. η προϋπόθεση δεν συντρέχει σε περίπτωση υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης) (β) η συμμόρφωση προς την απόφαση ΕΔΔΑ δεν συνεπάγεται παραβίαση κανόνα του Συντάγματος, το οποίο (ναι μεν υπερισχύει της ΕΣΔΑ αλλά), πάντως, πρέπει να ερμηνεύεται (όχι σύμφωνα με την ΕΣΔΑ, αλλά), στο μέτρο του εφικτού, κατά τρόπο "φιλικόπρος την ΕΣΔΑ, όπως αυτή ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από το ΕΔΔΑ -εάν είναι ευλόγως υποστηρίξιμες περισσότερες της μιας εκδοχές ως προς την έννοια ορισμένης συνταγματικής διάταξης, πρέπει, τουλάχιστον κατʼ αρχήν, να προκρίνεται από τον Έλληνα δικαστή εκείνη που μπορεί να "συμβιώσειμε την ΕΣΔΑ και τη σχετική νομολογία του ΕΔΔΑ, όχι αυτή που οδηγεί σε σύγκρουση με την τελευταία, (γ) η συμμόρφωση προς την απόφαση του ΕΔΔΑ δεν οδηγεί σε παραβίαση άλλης υποχρέωσης της χώρας από το διεθνές δίκαιο, ιδίως δε από το ενωσιακό δίκαιο, η οποία, ενόψει του περιεχομένου της και των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης και κατόπιν στάθμισης των συγκρουόμενων έννομων αγαθών, κρίνεται σημαντικότερη, σε σχέση με εκείνη που απορρέει από το ά. 46 της ΕΣΔΑ (δ) η συμμόρφωση προς την απόφαση του ΕΔΔΑ δεν προσκρούει, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης, σε κάποιον άλλο επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος, η εξυπηρέτηση του οποίου, σταθμιζόμενη με την ανάγκη εκτέλεσης της απόφασης του ΕΔΔΑ, βάσει της αρχής της δίκαιης ισορροπίας, κρίνεται ότι υπερέχει (πρβλ. ΑΕΔ 14/2013, ΣτΕ Ολομ. 668/2012, 2151/2014 επταμ.)
Προϋποθέσεις βασίμου (2) (ε) η απόφαση του ΕΔΔΑ, που αποδίδει σε όργανα της Ελληνικής Δημοκρατίας παράβαση μίας ή περισσότερων διατάξεων της ΕΣΔΑ, δεν είναι εμφανώς ελλιπής, ασαφής ή/και αυθαίρετη ως προς τη νόμιμη (ή/και την πραγματική) βάση της, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων εκτίμησης που συνάγονται από την οικεία νομολογία του ίδιου του ΕΔΔΑ (και, ιδιαίτερα, της ευρείας σύνθεσής του), αλλά και του Δικαστηρίου της ΕΕ (ΔΕΕ), της θεμελιώδους αρχής της (διαδικαστικής και ουσιαστικής) επικουρικότητας του ελέγχου του ΕΔΔΑ, καθώς και της συναφούς υποχρέωσής του για επαρκή αιτιολόγηση των αποφάσεών του, με τις οποίες διαπιστώνεται παράβαση της ΕΣΔΑ από κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, (στ) η διαπίστωση των επίμαχων παραβάσεων, που δέχθηκε η σχετική απόφαση του ΕΔΔΑ, δεν κλονίζεται συνεπεία οψιγενών στοιχείων, που απορρέουν είτε από απόφαση του ίδιου του ΕΔΔΑ είτε από απόφαση του ΔΕΕ είτε, τέλος, από απόφαση ανώτατου δικαστηρίου της χώρας, με την οποία γίνεται ερμηνεία ή/και εφαρμογή του εθνικού δικαίου ικανή να θεμελιώσει το συμπέρασμα ότι, με βάση το νεότερο αυτό νομολογιακό δεδομένο, το ΕΔΔΑ δεν θα ενέμενε στην κρίση του περί συνδρομής της αποδοθείσας στην Ελλάδα παράβασης της ΕΣΔΑ (ζ) δεν έχει μεσολαβήσει πράξη κρατικού οργάνου, με την οποία να θεραπεύεται κατʼ ουσίαν η διαπιστωθείσα από το ΕΔΔΑ παράβαση και να αίρονται τα δυσμενή για τον αιτούντα αποτελέσματά της, κατά τρόπο ώστε η επιδιωκόμενη από τον αιτούντα επανάληψη της διαδικασίας και εξαφάνιση της προσβαλλόμενης δικαστικής απόφασης να παρίσταται αλυσιτελής για την προστασία των προσβληθέντων δικαιωμάτων του.
ΕΔΔΑ, Σισμανίδης & Σιταρίδης (2016) Διοικητικές κυρώσεις επιβολής πολλαπλών τελών και διαφυγόντων φόρων έχουν ποινικό χαρακτήρα κατά την έννοια ά.4 ΕβδΠρωτΕΣΔΑ Η μη ακύρωση από διοικητικό δικαστήριο επιβληθείσας διοικητικής κύρωσης συνιστά παράβαση της αρχής ne bis in idem