Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ. (16ος -20ος αι.).



Σχετικά έγγραφα
ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Αγόρι 390 (51.25%) 360 (43.11%) 750 Κορίτσι 371 (48.75%) 475 (56.89%) (100%) 835 (100%) 1596

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Κατανόηση προφορικού λόγου

ΙΙΙ. ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ.

1. Γυναίκα & Απασχόληση

Αποκαλυπτική έρευνα της RE/MAX Europe για την κατοικία στην Ελλάδα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ(Project)

Η ιστορία του χωριού μου μέσα από φωτογραφίες

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΦΤΩΧΕΙΑ

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 33

Μελέτη της Σχολικής Αποτυχίας (Μη Ολοκλήρωσης Σπουδών)

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 5η Ενότητα: Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εισαγωγικά κείμενα

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Ερευνητική εργασία ( Project) Α Λυκείου. Καταγραφή επαγγελμάτων των γονέων των μαθητών της Α Λυκείου και κατανομή τους στους τρεις τομείς παραγωγής

ΠΡΟΣ: Πολιτική ηγεσία Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης & Θρησκευμάτων

1. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ TOT ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΣΤΑ ΑΕΙ ΣΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑΒΣΘ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

σα μας είπε από κοντά η αγαπημένη ψυχολόγος Θέκλα Πετρίδου!

Γυμνάσιο Προφήτη Ηλία Σχολικό Έτος Τάξη Γ Project Β τριμήνου: ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Λαυριώτες έφηβοι στη Σχολή Απόρων Παίδων του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός κατά τα έτη

Ογάµοςκαιηθέσητηςγυναίκας στηναρχαίααθήνα

Αθήνα, 30 Αυγούστου 2018

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες)

Κριτικη της Maria Kleanthous Kouzapa για το βιβλίο : " ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ " του Γιώργου Παπαδόπουλου-Κυπραίου

Βιομηχανική Επανάσταση. 6η διάλεξη

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΜΕΣΟΥ ΟΡΟΥ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑΣ ΜΑΘΗΤΩΝ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ

Η «ανάγνωση» της ταινίας

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Προς τους κ. Γονείς των μαθητών/τριών μας Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΟ ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ Ν. ΣΜΥΡΝΗΣ

ΓΙΩΡΓΗ ΚΑΤΣΟΥΛΗ ΜΑΡΙΟΥ ΝΙΚΟΛΙΝΑΚΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΦΙΛΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. Από το 1453 μέχρι το 1830 ΤΟΜΟΣ Α ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ..

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Η χαρά της αγάπης

ΜΑΝ Τεχνική προσέγγιση

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 60. "Για τον καθορισµό κατωτάτου ορίου ηλικίας εισόδου των παιδιών σε µη βιοµηχανικές εργασίες"

3ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΟΝΕΩΝ ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ. Ναύπακτος 29 Σεπτεμβρίου 2014

Ταυτότητα της έρευνας

Πρώτο Μέρος Αποτελεσμάτων Έρευνας: «Βοηθήστε με να σας βοηθήσω»

Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

1 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΣΚΥΔΡΑΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΚΑΙ ΚΙΝΗΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ. Υπεύθυνος ηλεκτρονικής επεξεργασίας ΒΟΣΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Β1

H Μετάβαση από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο. Α1 Γυμνάσιο Χέρσου Σχ. Έτος

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΟΜΑΔΑ 3 Η ΓΕΩΡΓΙΑ- ΣΤΑΡΙ-ΨΩΜΙ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET10: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΠΕΛΑΤΕΣ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ. Αριστοµένης Μακρής

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ! Δ. ΜΑΛΑΦΑΝΤΗΣ. το ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΣΤΑΣΕΙΣ, ΠΡΟΤΙΜΗΣΕΙΣ, Επιστήμες της αγωγής Διευθυντής Μιχάλης Κασσωτάκης.

Το Σχολείο του 21 ου Αιώνα Ε ενδύοντας στη Γνώση. Πρόταση για το νέο. Γυμνάσιο

ΔΗΜΟΣ GREEK ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

«ΤΟ ΚΑΝΑΡΙΝΙ ΠΟΔΗΛΑΤΟ»

«Υποτονική η κίνηση των εμπορικών καταστημάτων κατά τη χειμερινή εκπτωτική περίοδο του 2018» Σύνοψη αποτελεσμάτων

Αξιολόγηση του ηλεκτρονικού ενημερωτικού δελτίου NewsLetter ΠΕ19 ΠΕ20

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-6: ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

Μανόλης Χατζηδάκης, Έλληνες ζωγράφοι μετά την Άλωση ( ), τ. 1, Αθήνα 1987.

ΙΕΡΟΙ ΝΑΟΙ ΚΑΙ ΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ Ν. ΠΕΛΛΑΣ

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

Γραφείο Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Πληροφόρησης Νέων Δήμου Ρεθύμνης

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΒΕΡΓΟΣ Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΤΗΣΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΑ

Θέμα: Εγγραφές μαθητών για τη σχολική χρονιά

Co-funded by the European Union Quest. Quest

5ο Επιστημονικό Πεδίο ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΛΠΙΔΑ. Είμαι 8 χρονών κα μένω στον καταυλισμό μαζί με άλλες 30 οικογένειες.

VII. ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ : ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΚΠ/ΚΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΦΥΛΟ

Φεβρουάριος ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ Π.2: Αξιολογήσεις ανά Πράξη

«Η Ελληνική Παιδεία είναι η καλύτερη επένδυση του Γένους μας»

Φεβρουάριος ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ Π.2: Αξιολογήσεις ανά Πράξη

Ο Λαογραφικός Όμιλος Ελλήνων Αμερικής εορτάσε την Επέτειο ίδρυσης του

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΒΕΡΓΟΣ Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΤΗΣΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΑ

Ο ΗΓΙΕΣ. Στους οικογενειακούς λόγους περιλαµβάνεται και η φροντίδα παιδιών ή άλλων εξαρτώµενων µελών της οικογένειας.

ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ

Δήμος Μαστοροχωρίων. Συλλογικό έργο. Μαστοροχώρια. Τρίκαλα 2005

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Μια. φωτογραφία ιστορία

Γιώργος Κωστόγιαννης: Από την Καντρέβα στην Πάτρα κυνηγώντας το όνειρο...

Β τάξη. ΕΝΟΤΗΤΑ 4 Κεφάλαιο 10: Νέες Τεχνολογίες και Επάγγελμα

1) Γιατί ασχοληθήκατε με το Έργο EduRom

9o Εκπαιδευτικό Συνέδριο της ΟΛΜΕ. Εκπαιδευτικά και εργασιακά προβλήματα των εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

Η λειτουργία των Εδρών Νεοελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και τα προγράμματα Ελληνικών σπουδών στη Λετονία

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΘΕΜΑ: «Β' Αναθέσεις Μαθημάτων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Μία χρόνια πάθηση του Εκπαιδευτικού μας Συστήματος»

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

Αποτελέσματα Μετρήσεων. Ονομαστική ταχύτητα (Mbps) Υψηλότερο 95% (Μbps) Πακέτο 1. Λήψη 24,00 20,51 15,11 18,24. Αποστολή 1,00 0,87 0,78 0,83.

Σημείωση: Οι ημερομηνίες ενδέχεται να αλλάξουν και να προστεθούν νέες. 17, Πέμπτη Αθήνα, Θεσσαλονίκη

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΩΝ ΕΤΟΥΣ 2003

ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΒΕΡΓΟΣ Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΤΗΣΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΑ

Την εποχή που ζούμε αναδεικνύεται η κοινωνική ανάγκη του επαγγέλματος του ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΥ.

ΤΟ ΤΕΧΝΗΜΑ ΤΟΥ PROJECT ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ. ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΧΩΡΙΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΑΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΕΝΑΛΛΑΣΟΝΤΑΣ ΡΟΛΟΥΣ.

3 Τοποθετήσεις Διευθυντών/ντριών Διευθύνσεων και Προϊσταμένων Γραφείων για τα έτη 1982, 1983, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991, 1992, 1995, 1997,

Transcript:

Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (16ος -20ος αι.).

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΣΠΥΡΟς Ι. ΑςΔΡΑΧΑς, ΓΙΑΝΝΗς ΓΙΑΝΝΟΥΛΟΠΟΥΛΟς, ΦΙΛΙΠΠΟς ΗΛΙΟΥ, ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟς Ε. ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗς (Ε) ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ Πανεπιστημίου 25, Γ' όροφος, τηλ. 3238025

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Η ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ (16ος-20ος αι.) ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΕΟΛΑΙΑΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ - 3 - ΑΘΗΝΑ 1986

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ σεται και η εργασία μιας μεγάλης μερίδας του εξαρτημένου ενεργού πληθυσμού της Ελλάδας. Πρόκειται για την παιδική εργασία. τόσο στις ελλείψεις της Ιστορικής μας γραφής όσο στις νοοτροπίες και τους προσανατολισμούς της πλούσιας και αξιόλογης άλλωστε παραδοσιακής Ιστοριογραφίας, που υποβάθμισε, περιθωριοποίησε η και απώθησε θέματα σημαντικά, όπως την παιδική και τη γυναικεία εργασία, την αξία της και τον κοινωνικό της ρόλο. Έτσι οι γνώσεις μας για την Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας είναι πολύ περιορισμένες και ατελείς. Ειδικότερα για το θέμα που μας απασχολεί η έλλειψη συστηματικών ερευνών γίνεται ακόμη πιο εμφανής. οι λιγοστές και διάσπαρτες έμμεσες πληροφορίες, που μας παραδίδονται μόνο για τους μαθητευόμενους σε μπουλούκια η συντροφιές κτιστάδων και σε μερικές ειδικότητες πλανοδίων τεχνιτών και συντεχνιτών, δεν μπορούν να μας διαφωτίσουν για το θεσμό της μαθητείας ούτε χρονικά ούτε τοπικά. Η παρούσα μελέτη δεν φιλοδοξεί να δώσει μια η περισσότερες λύσεις στο συνολικό πρόβλημα της εισόδου των νέων γενεών στον ενεργό πληθυσμό, αλλά προσπαθεί ν' αποκρυπτογραφήσει τους χανισμούς που διέπουν τα παραδοσιακά συστήματα μαθητείας και ν' αναζητήσει τους τρόπους προσαρμογής της παιδικής και νεανικής ηλικίας σ' αυτά. και σε άγνωστες αρχειακές πηγές, που επισημάναμε και μελετήσαμε.

1. τα νοταριακά κατάστιχα των συμβολαιογράφων της Κέρκυρας, που αποτελούν τμήμα του «Ιστορικού Αρχείου» της πόλης αυτής. 2. Tο Αρχείο Σταύρου Ιωάννου, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων- Φόροι, Εσνάφια, Λάσσα και φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια, Βιλαέτι Ιωαννίνων. 3. οι εμπορικές εκθέσεις των γάλλων και αυστριακών προξένων στα Γιάννενα κατά τον 19ο αιώνα. 4. Γενικά Αρχεία του Κράτους. Αρχείο Γιάννη Βλαχογιάννη, φάκ. 80: Επαγγέλματα-Συνάφια-Ρουφέτια. 5. Τοπικό Ιστορικό Αρχείο Κοζάνης. Αρχείο Κ. Δ. Τακιατζή-Κοεμτζή. 6. Ο υπ' αριθ. 5 κώδικας του Αρχιμανδρειού Ιωαννίνων. ρων συντεχνιών, τα απομνημονεύματα, οι τοπικές χρονογραφίες, τα περιηγητικά κείμενα, τα δημοτικά τραγούδια και οι οθωμα κώδικες. Ακόμη η έρευνα στο δημοσιευμένο υλικό δεν περιορίστηκε μόνο σε μελέτες η άρθρα, που αναφέρονται άμεσα η έμμεσα σταεπαγγέλματακαιτιςσυντεχνίες, αλλά στράφηκεκαιπροςτις εφημερίδεςκαιταπεριοδικά της εποχής για τη σφαιρική και όσο το δυνατόν ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του θέματος. Τέλος, για να συμπληρωθεί ο κύκλος των πληροφοριών, θεωρήσαμε απαραίτητο να προστρέξουμε και σε προφορικές μαρτυρίες. Με βάση λοιπόν το υλικό αυτό προχωρήσαμε στη συγγραφή της μελέτης μας, που τη χωρίσαμε έκτος από την εισαγωγή τα συμπεράσματα, σε δύο κεφάλαια. Στην εισαγωγή γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί ο τρόπος με τον οποίο τα διάφορα επαγγέλματα ήταν οργανωμένα στον ελλαδικό χώρο τους τέσσερις προηγούμενους αιώνες. στη συνέχεια εξετάζεταιτοκοινό χαρακτηριστικό τους γνώρισμα, η εσωτερική τους Ιεράρχηση. Τέλος γίνεται μια σύντομη αναφορά στα παραδοσιακά συστήματα μαθητείας.

Στο πρώτο κεφάλαιο περιγράφεται το αρχικό στάδιο μαθητείας, που αποτελεί και την πιο δύσκολη περίοδο της συνολικής επαγγελματικήςεκπαίδευσηςτου μαθητευόμενου. Προσδιορίζεται το όριο ηλικίας και η γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των παιδιών, που πρωτοέρχονται στη συντεχνία. Επισημαίνονται τα είδη καιηδιάρκεια μαθητείας και περιγράφονται οι άσχημες συνθήκ εργασίας, διατροφής και διαμονής των μαθητευομένων, οι όποιες πολλές φορές τους ανάγκαζαν να εγκαταλείψουν τους μάστορές τους για να σωθούν. Τέλος, το κεφάλαιο ολοκληρώνεταιμετην εξέτασητωνυποχρεώσεωντου τσιρακιού για τη μετάβαση του στηνεπόμενη επαγγελματικήβαθμίδα του κάλφα. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο στάδιο της καλφικής υ- πηρεσίας, που είναι και το τελευταίο της μαθητείας στο επάγγελμα. Αρχικάαναφέρεταιηδιάρκεια υπηρεσίας του κάλφα και η ηλικία που έχει συνήθως ένας βοηθός στη βαθμίδα αύτη. στη συν ερευνώνται το είδος, ο χρόνος και οι συνθήκες εργασίας το σθωτού εργάτη, καθώς και οι μορφές και το ύψος των αμοιβών του. Ακόμη επισημαίνονται τα αίτια, που τον οδηγούν στην εγκατάλειψη των μαστόρων και παρουσιάζονται τα είδη ποινών και ο τρόπος διαπαιδαγώγησης του. Το κεφάλαιο συμπληρώνετα τηνεξέτασητωνπροϋποθέσεων,που πρέπει να εκπληρώνει ο κάλ φας για την απόκτηση του τίτλου του μάστορα και την περιγραφή των δυσκολιών που συναντά για την προαγωγή του στη βαθ των μαστόρων. ηεργασίαμας, εξετάζεται η σκοπιμότητα των παραδοσιακών στημάτων μαθητείας. Τέλος στο Παράρτημα δημοσιεύονται ενδεικτικά μερικά χαρακτηριστικά έγγραφα από το υλικό που χρησιμοποιήθηκε και δύο πίνακες.

ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ ΑΜΑΕ: Archives du Ministère des Affaires Étrangères, Correspondance Consulaire et Commerciale (Quai d'orsay, Paris) ΑΘΛΓΘ: Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού (περιοδικό) ΑΣΙ: Αρχείον Σταύρου Ιωάννου (Εθνική Βιβλιοθήκη) ΓΑΚ-ΑΓΒ: Γενικά Αρχεία του Κράτους Αρχείον Γιάννη Βλαχογιάννη Η.Χ.: Ηπειρωτικά Χρονικά (περιοδικό) Η.Ε.: Ηπειρωτική Εστία (περιοδικό) H.H.: Ηπειρωτικό Ημερολόγιο (περιοδικό) Ν.Ε.: Νέα Εστία (περιοδικό)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Συνήθως όταν γίνεται, λόγος για τα επαγγέλματα, που συνδέονται άμεσα η έμμεσα με τη βιοτεχνία και το εμπόριο της εποχής που εξετάζουμε, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σ' αυτά που έχουν οργανωθεί συντεχνιακά, παρά σ' εκείνα που δεν έχουν συγκροτηθεί σε θεσμοθετημένο σώμα. Κι αυτό γιατί η εργασία στην περίοδο αύτη (16ος-20ός αι.) πραγματοποιείται κατά μεγάλο μέρος στο πλαίσιο των συντεχνιών, που συνιστούν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των αστικών πληθυσμικών συγκεντρώσεων. Από τον 16ο αιώνα τόσο στον τουρκοκρατούμενο ελλαδικό χώρο όσοκαιστον βενετοκρατούμενο οι πηγές αναφέρουν συντεχνιακές ενώσεις σε διάφορες πόλεις, που ήταν κυρίως διοικητικά, εμπορικά και βιοτεχνικά κέντρα. Έτσι, έχουμε συγκεκριμένες πληροφορίες ότι ως τα τέλη του 19ου αιώνα υπήρχαν οργανωμένες συντεχνίες στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στην Αδριανούπολη, στη Φιλιππούπολη, στο Διδυμότειχο, στις Σέρρες, στην Καβάλα, στη Θεσσαλονίκη, στα Γιαννιτσά, στη Νάουσα, στην Έδεσσα, στη Βέροια, στην Κοζάνη, στη Σιάτιστα, στην Καστοριά, στην Αχρίδα, στο Μελένικο, στη Μοσχόπολη, στο Αργυρόκαστρο, στα Γιάννενα, στην Πρέβεζα, στην Άρτα, στα Τρίκαλα, στην Ελασσόνα, στη Λάρισα, στο Βόλο, στη Λειβαδιά, στο Γαλαξείδι, στην Αθήνα, στην Τρίπολη, στη Σπάρτη, στο Ναύπλιο, στη Δημητσάνα, στον Πύργο, στην Πάτρα, στην Κέρκυρα, στη Ζάκυνθο, στην Κρήτη, στην Ύδρα, στις Σπέτσες, στα Ψαρά, στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Το συντεχνιακό σύστημα με την κυβερνητική υποστήριξη γνώρισε μια ανοδική πορεία τον 16ο αιώνα, η οποία συνεχίστηκε όλο τον 17ο και κορυφώθηκε τον 18ο, οπότε όλα σχεδόν τα επαγγέλματα

αποτελούσαν το μονοπώλιο των συντεχνιών και η ανάπτυξή τους ήταν ισάξια αν όχι μεγαλύτερη από εκείνη της Δ. Ευρώπης. Είναι η εποχή που η συντεχνία παίρνει την πιο ώριμη και ολοκληρω μορφή της, με τέλεια οργάνωση, με οικονομική αυτοτέλεια και αυτονομία στη λειτουργία της. ται στις αρχές του 19ου αιώνα, με την παραβίαση του κλειστού αριθμού τους. η κατάλυση του παραδοσιακού αυτού κανόνα, πο είχε αποδειχθεί πολύτιμο προστατευτικό κέλυφοςγιατηνίδιατην ύπαρξη και τη ζωή της συντεχνίας, αποτέλεσε ολέθριο πλήγμα για το συντεχνιακό σύστημα και το οδήγησε σε μια χρόνια κ πουθα γίνει ιδιαίτερα αισθητή στα μέσα του ίδιου αιώνακαιθ κορυφωθεί προς τα τέλη του, οπότε θα επέλθει και ο αφανισμός του. χνιών, που ως τότε γινόταν προοδευτικά, παρουσίασε ξαφνικά στα τελευταία χρόνια του 19ου αι. μια αλματώδη πορεία, που οφείλεται κυρίως στην ανάπτυξη των καπιταλιστικών σχέσεων, το αποκορύφωμα των οποίων υπήρξε η βιομηχανική επανάσταση. Το συντεχνιακό σύστημα, που από πολύ πιο πριν είχε φανερώσει τις αδυναμίες του στη νέου τύπου οικονομία, παρουσιάζεται την περίοδο αυτή εντελώς αναχρονιστικό και κατά συνέπεια σχυρο στον ανταγωνισμό των βιομηχανικών ευρωπαϊκών ειδών. από τις δυτικές ευρωπαϊκές χώρες, σε συνδυασμό με την πα έλλειψη ανταγωνιστικότητας των συντεχνιών της περιοχής, οδήγησαν τις επαγγελματικές αυτές συσσωματώσεις σε ολοκληρωτική καταστροφή και εξαφάνισαν τις παραδοσιακές μορφές της βιοτεχνίας. χνίες, υπάρχει και η πλανόδια εργατική δύναμη, που είναι οργανωμένη σε συντροφιές και έρχεται ν'αντισταθμίσειτηναδυναμία του τότε συστήματος να διατηρήσει εν α μόνιμο εργατικό δυ κό σε επιτόπια απασχόληση. η εξειδικευμένη αυτή εργατική δύναμη βρίσκει περιοδική απασχόληση κάθε φοράπουυπάρχει ανάγκη

σεμιαευρύτερη γεωγραφική κλίμακα, τόσο στις τουρκοκρατούμενες όσο και στις βενετοκρατούμενες περιοχές. Απότιςπιο χαρακτηριστικές πλανόδιες συντροφιές, που υστερούσαν σημαντικά σε οργάνωση από τις συντεχνίες, επισημαίνουμε: α) τις παρέες η κομπανίες των κτιστών και κουδαραίων, που αναλάμβαναν έργα, τα όποια δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν οι κάτοικοι μιας περιοχής με την προσωπική εργασίακαιμετα συστήματα αλληλοβοήθειας η με το ανεπαρκές ειδικευμένο προσωπικό. β) τις ομάδες η συντροφιές των πλανόδιων τεχνιτών και μικρεμπόρων (γυρολόγων), που πηγαίνουν να συναντήσουν τον πελάτη τους στα ηπειρωτικά και τα πεδινά χωριά, ενώ τα ομότεχνα συντεχνιακά μέλη περίμεναν το αγοραστικό κοινό καθηλωμένα στην αγορά της πόλης. Το φαινόμενο της πλανόδιας εργασίας ακολούθησε μια παραπλήσια πορεία προς το συντεχνιακό μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Απόεκείκαι μετά, αντίστροφα προς τις συντεχνίες, οι συντροφιές των πλανόδιων επαγγελματιών αυξήθηκαν σημαντικά,αφούαρκετά συντεχνιακά μέλη προτίμησαν ν' απαρνηθούν την ανεπαρκή και ανώφελη πια συντεχνιακή προστασία και ν'ακολουθήσουντο παράδειγμά τους. Παρά τις οργανωτικές και δομικές τους διαφορές, οι συντεχνίες καιοισυντροφιές παρουσιάζουν Ινα σημαντικό κοινό γνώρισμα, την εσωτερική ιεράρχηση. στην επαγγελματική πυραμίδα τη βάση καταλαμβάνει ο μαθητευόμενος, τη μέση ο κάλφας και την κορυφή ο μάστορας. ενώοιβοηθοί τους πληρώνονται με ετήσια αμοιβή. οι πλανόδιοι επαγγελματίες, που ταξιδεύουν, πληρώνονται για το έργο που επιτελούν συνολικά και ο μάστορας κατανέμει τις επί μέρους αμοιβές ανάλογα με τη θέση που έχουν τα μέλη της συντροφιάς στην ιεραρχία. σε μερικές περιπτώσεις η εργασία πραγματοποιείται με βάση το ημερομίσθιο αποκλειστικά και σύμφωνα με την επαγγελματική ιεραρχία.

Πώς όμως μπορούσε ο μαθητευόμενος να ολοκληρωθεί επαγγελματικά για ν' αποκτήσει τον επίζηλο και προνομιούχο τίτλο του μάστορα ; Απαραίτητηπροϋπόθεσηγιατηντέλεια εκμάθηση των μυστικών του επαγγέλματος, τόσο στις συντεχνίες όσο και στις συντροφιές, ήταν η μακρόχρονη πρακτική εκπαίδευση του παιδιού η του νέου, που γινόταν από τον μάστορα στα αυστηρά καθορισμένα και παραδοσιακά πλαίσια του θεσμού της μαθητείας. συσσωματώσεις όσο και στις πλανόδιες συντροφιές, έχουν τις περισσότερες φορές πολλά κοινά χαρακτηριστικά, όπως: ηλικία, γεωγραφική και κοινωνική προέλευση, άσχημες συνθήκες εργασίας, διατροφής και διαμονής. Όμως παρά τις ομοιότητες αυτές, τα παιδιά και οι νέοι, που μαθητεύουν σε συντεχνιακά επαγγέλματα, γνωρίζουν πιο σκληρή δοκιμασία, αφού το καθεστώς μαθητείας σ' αυτά είναι αναμφισβήτητα πιο ανελαστικό, πιο άτεγκτο και πιο αυστηρό. Πιο συγκεκριμένα, το νομικό υπόβαθρο των συντεχνιών παρουσιάζει μεγαλύτερη πληρότητα και τελειότητα σε αντίθεση με το αντίστοιχο των συντροφιών, που φαίνεται υπερβολικά ασαφές και αδύναμο. τα καταστατικά, οι γραπτοί κανονισμοί, τα μητρώα των μελών, το διοικητικό συμβούλιο και ο θεσμός των εξετάσεων του υποψήφιου μάστορα είναι μερικά ενδεικτικά στοιχεία, που απουσιάζουναπότιςσυντροφιές, οι όποιες λειτουργούν αποκλειστικά σχεδόν με βάση το άγραφο εθιμικό δίκαιο. Έτσι,ενώστιςσυντροφιές ο μάστορας έχει τον τελευταίο λόγο σ' όλα τα θέματα και εξουσιάζει απόλυτα το βοηθητικό του προσωπικό, στα ισνάφια ο μάστορας δεν είναι η αυθεντία στο επάγγελμα, αφού πάνω από αυτόν βρίσκεται η συντεχνία, η οποία ασκεί τον έλεγχο της προαγωγής, ρυθμίζει την κινητικότητα στο εσωτερικό τωνεπαγγελματικώνομάδων και διαφυλάττειτηνεπαγγελματική ηθική, προστατεύοντας και διαιωνίζοντας τις παραδοσιακές μεθόδους κατασκευής η επεξεργασίας των προϊόντων. που μαθητεύει σε κάποιο συντεχνιακό μέλος, φαίνεται να είναι πιο

κατοχυρωμένος, αφού, σε περίπτωση που αδικείται από τον μάστορά του, μπορεί να προσφύγει στο διοικητικό συμβούλιο της συντεχνίας, ενώ αντίθετα, η θέση του μαθητευόμενου στη συντροφιά είναι πιο ανίσχυρη, μια και ο μάστοράς του δεν ελέγχεται από κανένα. βαση της συντεχνίας στα θέματα των εσωτερικών προαγωγών ποτέ δεν αποβαίνει προς όφελος των μαθητευομένων και κυρίως αυτών που προέρχονται από εξω-επαγγελματικές οικογένειες. Αντίθεταστιςσυντροφιές οι μαθητευόμενοι είναι συνήθως γιοι η συγγενείς των μαστόρων, οι όποιοι εκμεταλλευόμενοιτηναπουσία ανώτερου ελεγκτικού οργάνου, διευκολύνουν το πέρασμα των συγγενικών τους προσώπων από τη μια επαγγελματική βαθμίδα στην άλλη και πολλές φορές τους απονέμουν τον τίτλο του μάστορα, χωρίς να είναι εφοδιασμένοι με τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα, αφού δεν έχουν εξαντλήσει τον προβλεπόμενο χρόνο μαθητείας. της (κάλφας) αλλά μονοκοπανιά μάστορης, γιατί είχε τον πατέρα του πρωτομάστορα στη συντροφιά, αποκαλύπτει τη χαλαρότητα και ελαστικότητα των μηχανισμών που διέπουν τις εσωτερικές προαγωγές στα επαγγέλματα αυτά και ταυτόχρονα υποδηλώνει τη διαφορετική αντιμετώπιση και αντίδραση της συντεχνίας σε παρόμοια θέματα. το πιο ενδεικτικό, έρχεται να επιβεβαιώσει έμμεσατηναρτιότητα και δραστικότητα του συστήματος της συντεχνιακής μαθητείας, η οποία εντασσόταν στον ευρύτερο κύκλο των περιοριστικών συντεχνιακών λειτουργιών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A' ΤΣΙΡΑΚΙ - Α' ΣΤΑΔΙΟ ΜΑΘΗΤΕΙΑΣ

στη συνέχεια το δικαίωμα να δουλέψει σε δικό του εργαστήρι, μόνος του η συνεταιρικά, οφείλε από μικρός να μαθητεύσει σε κάποιο συντεχνιακό μέλος, το καθορισμένο από τη συντεχνία χρονικό διάστημα, ώστε να μεταπηδήσει αρχικά στην επόμενη επαγγελματική βαθμίδα του κάλφα 1 και σε δεύτερη φάση να κριθεί ικανός για την απόκτηση της μαστοριάς 2. Όπως προκύπτει από τα σχετικά έγγραφα της εποχής αλλά καιαπότηνπροφορική παράδοση, η συντεχνιακή μαθητεία στο πρώτο της στάδιο ήταν και μακρόχρονη και κοπιαστική και παραμελημένη. Επίσης μερικές ονομασίες που μας παραδίνονται για τον μαθητευόμενο σε διάφορες περιοχές είναι ενδεικτικές για τον κοινωνικό χαρακτηρισμό που του αποδίδεται στην διάρκεια της «πρωτοβάθμιας» εκπαίδευσής του. Έτσι βλέπουμε ότι στην Κο- 1. κάλφας = βοηθός εργασίας, αρχιτέκτονας, εργοδηγός, αρχιεργάτης. σταεπτάνησα λεγόταν και λαουρέντες (Βλ. Π. Χιώτης, Ιστορικά απομνημονεύματα της Νήσου Ζακύνθου, τ. Β', εν Κερκύρας 1858, σ. 407). 2. «Αι εργαζόμεναι επαγγελματικαί τάξεις ήτον από παλαιόν προ του 1800 ωργανωμέναι. Υπήρχαν παλαιόθεν και ενταύθα τα τόσον γνωστά «ισνάφια» εις α ισχύον αι γνωσταί διατάξεις περί αποκλεισμού απ' αυτών των ξένων προς το επάγγελμα αν δεν εδέχοντο να διέλθουν την ιεραρχικήν κλίμακα της πρακτικής τεχνικής εκπαιδεύσεως (τσιράκι, κάλφας, μάστορας)». Βλ. Πέτρος Σπανδωνίδης, «Μελένικος», ο νεκρός Μακεδονικός Ακριτης, Θεσσαλονίκη 1930, σ. 111. για την οθωμανική αυτοκρατορία γενικότερα βλ. Omer Lüfti Barkan, «Les principes économiques et sociaux de l'industrie urbaine et ses cadres corporatifs», Actes du Ile Congrès International des études du Sud-est européen, VI, Athènes 1981, σ. 147.

Κοζάνη το μικρό παιδί λέγεται, έκτος από τσιράκι 1, που είναι η πιο γνωστή και επικρατέστερη επαγγελματική ορολογία του εκπαιδευόμενου σ' ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία, και δούλος 2, στη Μοσχόπολη χουζμεκιάρης 3 και στα Επτάνησα υπηρέτης 4. Υπάρχουν βέβαια και άλλες ονομασίες για το νεοφερμένο παιδί στη συντεχνία, που αποδίδουν και τυπικά την ιδιότητά τουκαιοι όποιες ποικίλλουν από τόπο σε τόπο. στη Θράκη για παράδειγμα αποκαλείται μαθητής, μαθητούδι 5 και έζιαμπές 6, στα Γιάννενα παραγιός και καλφούδι 7, στην Πελοπόννησο ψυχογιός και μαστορόπουλο 8, στην Ύδρα μαθητής και παιδί 9, και στη Χίο κοπέλι 10. 1. τσιράκι = μαθητής σ' εργαστήρι η μαγαζί (τουρκ. çirak). Παράλληλα έχουμε και τον όρο τσιρακλίκι, που σημαίνει τη μαθητεία σ' εργαστήρι και πέρασε στη γλώσσα της εποχής και ως είδος παροχής υπηρεσίας. «Αυτό το τζιρακλίκι μόκαμε κι αυτός». Βλ. Ιω. Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα, εισαγωγή - σχόλια Σπ. Ασδραχά, έκδ. «Μέλισσα» - Α. Καραβίας, Αθήνα 1957, σ. 19. 2. Βλ. Μιχ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης επί Τουρκοκρατίας, εν Θεσσαλονίκη 1958, σ. 47. 3. Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως έτους 1779», στο Byzantinisch-Neugriechische Jahrbücher, 7/3-4 (1930), σ. 527. 4. Λεων. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι, εν Ζακύνθω 1893, σ. 24. 5. Βλ. Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι εν Θράκη συντεχνίαι των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, Θεσσαλονίκη 1950, σ. 86. 6. η λέξη είναι παραφθορά της τουρκικής ecnebi (ξένος, αλλοδαπός) και αναφέρεται στους μαθητευόμενους με εξω-συντεχνιακή προέλευση. Βλ. Μυρτ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως από των αρχών του 19ου αιώνος», Θρακικά 2(1929), σ. 361. 7. Βλ. Κων. Φωτόπουλος, «τα ισνάφια των παπ'τσήδων και κονταρτζήδων τα παλιά χρόνια στα Γιάννινα», H.H. 1 (1979), σ. 72-74. 8. Βλ. Νάσιος Συναδινός, οι τεχνίτες της Στεμνίτσας, Αθήνα 1979, σ. 30, πβ. και εφημ. Αυγή (4 Ιανουαρίου 1873). 9. Βλ. Αντώνης Μανικής, «τα συνάφια της προεπαναστατικής Ύδρας», το Μέλλον της Ύδρας 5 (1937), σ. 192. 10. Βλ. Στ. Δ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', Χίος 1950, σ. 87-88. Από το 1894 (Ακρόπολις, 13 Μαρτίου) εμφανίζεται στο ελληνικό κράτος ο νεολογισμός εργατόπαιδες, που πιθανότατα αναφέρεταιόχι

1. Είσοδος στο επάγγελμα Ηλικία από δυσάρεστες εμπειρίες. Ειδικότερα τα παιδιά που έρχονταν από την ύπαιθρο 1, έκτος από το ψυχολογικό πρόβλημα του αποχωρισμού της οικογένειας, είχαν και πολλά προβλήματα προσαρμογής και εξοικείωσης με το καινούριο και άγνωστο περιβάλλον της πόλης και ιδιαίτερα με το χώρο της δουλειάς τους. δύσκολες και απογοητευτικές και συνιστούσαν το πρώτο αρνητικό πλέγμα στην ομαλή ανέλιξη των μελλοντικών αυτών μαστόρων. την κατάσταση έκανε πιο απελπιστική το γεγονός ότι τα παιδιά, που στέλνονταν στους συντεχνίτες για την εκμάθηση της τέχνης η του επαγγέλματος, βρίσκονταν ακόμη στο πρώτο στάδιο της σωματικής και πνευματικής τους ανάπτυξης και επομένως ήταν ακατάλληλα για εργασία. Επειδή γενικά οι συντεχνιακοί κανονισμοί δεν προέβλεπαν από ποιά ηλικία έπρεπε να προσλαμβάνεται, «στιχιέται», το παιδί από τον μάστορα, μπορούμε να υποθέσουμε πώς το θέμα αυτό αντιμετωπιζόταν διαφορετικά από κάθε συντεχνία. Αν και μας λείπουν οι άμεσες πηγές, θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε το κατώτερο και ανώτερο όριο ηλικίας των μαθητευομένων, στηριζόμενοι κυρίως στις έμμεσες γραπτές μαρτυρίες και στις λιγοστές άμεσες. η μελέτη των ντοκουμέντων αυτών μας επιτρέπει αρχικά να υποστηρίξουμε ότι υπάρχει μια αισθητή διαμόνο στα παιδιά που δουλεύουν στα εργοστάσια αλλά και στα παιδιά που μαθητεύουν στις συντεχνίες. Βλ. Στέφ. Κουμανούδης, Εισαγωγή νέων λέξεων, προλεγόμενα Κ. Θ. Δημαρά, Αθήνα 2 1980, σ. 408. 1. Βλ. I. Ισιδωρίδης Σκυλίτσης, Πτεροδρομία από Πειραιώς εις Λάρισσαν, Αθήναι 1885, σ. 21, όπου αναφέρονται χαρακτηριστικά τα έξης: «πλείστοι Θετταλομάγνητες αποδημούν εκ νεαράς ηλικίας οπουδήποτε καλεί αυτούς έργα σία και προκοπή σχεδόν όλοι αναχωρούν δέκα κάστανα έχοντες εν καλάθω και την ευχήν της απλοϊκής μανούλας των...».

διαφοροποίηση πάνω σ' αυτό το ζήτημα ανάμεσα στις βιοτεχνικές και εμπορικές συντεχνίες. που κυμαίνεται περίπου από 7 η 8 χρονών μέχρι 10, αφού συνήθως απέχουναπόκάθε σχολική φοίτηση η, στην καλύτερη περίπτωση, έχουν παρακολουθήσει μόνο τις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα που αναφέρεται στους νέους, οι όποιοι έρχονται από τη Μακεδονία και την Ήπειρο και ιδιαίτερα από την επαρχία Ανασελίτσας και τα περίχωρα των Ιωαννίνων, για να μαθητεύσουν στη συντεχνία των κτιστάδων της Κωνσταντινούπολης: «Μειράκια ακόμη υπό την επιτήρησιν του πατρός η συγγενούς τινός έρχονται εις την Κωνσταντινούπολη και εργάζονται εις τα κτίρια, μετακομίζοντα την άσβεστον και άμμον [...] οι πλειότεροι έμαθον εις τα σχολεία της πατρίδος των γράμματα αρκετά να γράφωσι τ' όνομά των και τινάς αριθμούς αναγκαίους ειςταέργα των. Πολλοί είναι αναλφάβητοι» 1. Ανοίγονταςμια μικρή παρένθεση εδώ για τον αναλαφαβητισμό των τσιρακιών, έχουμε να παρατηρήσουμε ότι μόνοστιςαρχέςτου 20ού αιώνα κατάφεραν οι μαθητευόμενοι, ύστερα από πολλές προσπάθειες, να παρακολουθούν στοιχειώδη μαθήματα σε νυκτερινά σχολεία. Πιο συγκεκριμένα στα Γιάννενα, μόλις τον Νοέμβριο του 1908 γράφτηκαν στη νυκτερινή σχολή του «Λαϊκού Συλλόγου» της πόλης 120 μαστορόπουλα, από ηλικία 10 ετών και πάνω, υστέρα από σχετική άδεια των γιαννιώτικων συντεχνιών. Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσανοισυντεχνίες των παντοπωλών και χανιτζήδων, οι ο- ποίες δεν επέτρεψαν στους μαθητευόμενούς τους «να ακροώνται των μαθημάτων επί μίαν ώραν καθ' εσπέραν», προκαλώντας δικαιολογημένα απορία και θλίψη στον αρθρογράφο της εφημερίδας Φωνή της Ηπείρου 2. 1. Βλ. Α.Γ. Πασπάτης, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου των Επτά Πύργων, εν Αθήναις 1862, σ. 235. 2. Βλ. εφημ. Φωνή της Ηπείρου, φ. 775 (14 Νοεμβρίου 1902).

Ανάλογη κίνηση παρατηρείται την ίδια εποχή και στην Αθήνα, όπου ο λες οι συντεχνίες παραχωρούν πρόθυμα στους μαθητές τους άδεια για να πηγαίνουν κάθε απόγευμα στον «Παρνασσό» και να φοιτούν «εις το κοινωφελές εκείνο καθίδρυμα» 1. Επιστρέφοντας στις μαρτυρίες, τις σχετικές με τον καθορισμό της ηλικίας των τσιρακιών, βλέπουμε ότι στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με τον περιηγητή Ε. M. Cousinery, οι ταμπάκηδες (βυρσοδέψες) της πόλης άρχιζαν να κανοναρχούν τους μαθητευόμενους από ηλικία 10 χρονών 2. Δεκάχρονα επίσης προσλαμβάνονται και τα παιδιά από τους δουλγέρηδες της Θράκης, όπως αναφέρει η Καλλιόπη Παπαθανάση-Μουσιοπούλου σε σχετική με τη συντεχνία αυτή μελέτη της 3. Ακόμηστιςπερισσότερες συντεχνίες της Ζακύνθου ο Λ. Ζώης μας πληροφορεί ότι απαγορευόταν να προσληφθεί παιδί κάτω από οχτώ χρονών 4. σε μερικά μάλιστα επαγγέλματα του ίδιου νησιού 1. Βλ. «Rapports sur l'activité des organisations privées helléniques», Premier Congrès balkanique de la protection de l'enfance, Athènes, 5-9 Απριλίου 1936, σ. 40-42. 2. Βλ. E. M. Cousinery, Voyage dans la Macédoine contenant des recherches sur l'histoire, la géographie et les antiquités de ce pays, τ. A', Paris 1831, σ. 50. 3. Βλ. Καλλιόπη Παπαθανάση-Μουσιοπούλου, «η συντεχνία των δουλγέρηδων φορέας παραδοσιακής τέχνης και φυτώριο συνδικαλισμού», Πρακτικά Γ' συμποσίου Λαογραφίας, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 543. σε αντίστοιχη ηλικία παρατηρούμε ότι αρχίζουν τη μαθητεία τους τα παιδιά που θέλουν ακολουθήσουντο επάγγελμα του γυρολόγου. Βλ. άρθρο με τίτλο: «Έμποροι των οδών»,στο περιοδικό οικονομική Επιθεώρησις, έτος 4ο, τ. Δ' (1876), σ. 47. 4. Από ηλικία 8 χρόνων έστελναν και οι Εβραίοι της Θεσσαλονίκης τα παιδιά τους να μαθητεύσουν. για την πρώιμη αυτή χρησιμοποίηση των νέων σε βαριές σωματικές εργασίες ο γερμανός βουλευτής Karl Braun, που επισκέφθηκε το 1875 τη Θεσσαλονίκη, εξέφρασε τις αντιρρήσεις του προς τους πατεράδες των παιδιών. εκείνοι όμως του απάντησαν ότι έβρισκαν πολύ φυσικό ν' αρχίζει η σκληραγώγηση των παιδιών τους απ' αυτή την ηλικία, επειδή πίστευαν πώς ο νέος, που δεν είχε μάθει από πολύ μικρός να δουλεύει, δεν μπορούσε αργότερα ν' αναπληρώσει τη χαμένη ευκαιρία (Βλ. Π. Κ. Ενε-

Πόλεις, στις οποίες σύμφωνα με τις πηγές υπήρχαν συντεχνίες (16 ος -20 ος αιώνας)

ο μάστορας δεν δεχόταν ν' αναλάβει την εκπαίδευση του νέου, αν δεν είχε συμπληρωμένα τα 12 χρόνια 1. Τέλος, από έμμεσες μαρτυρίες διαπιστώνουμε ότι αρκετά παιδιά γεύονται τα δεινά της συντεχνιακής μαθητείας σε ηλικία 7 χρονών. ζαμε ότι τα περισσότερα παιδιά, που έρχονται να μαθητεύσουν σε παραγωγικές συντεχνίες, έκτος από λίγες εξαιρέσεις, δεν έχουν ξεπεράσει το δέκατο έτος της ηλικίας τους. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την ελευθερία επιλογής του μάστορα και την απουσία του συντεχνιακού ελέγχου στο ζήτημα της ηλικίας αλλά και στο είδος εργασίας του τσιρακιού, περιέκλειε σοβαρούς κινδύνους για τους μαθητευόμενους, τόσο για τη σωματική τους ανάπτυξη όσο και για την πνευματική τους ολοκλήρωση. Αναφέρονται βέβαια και περιπτώσεις στις όποιες το παιδί, που πρόκειται να γνωρίσει την πρακτική τεχνική εκπαίδευση κοντά σε κάποιο βιοτέχνη, έχει περάσει στο στάδιο της εφηβείας, αλλά είναι πολύ σπάνιες 2. Αντίθετα, στις εμπορικές συντεχνίες οι νέοι που έρχονται να μαθητεύσουν έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους, Ενεπεκίδης, η Θεσσαλονίκη στα χρόνια 1875-1912, Θεσσαλονίκη 1981, σ. 143). τον ίδιο κανόνα φαίνεται ότι ακολουθούν και οι Χριστιανοί Λιάπιδες της Ηπείρου και Αλβανίας, οι όποιοι σύμφωνα με τον Π. Αραβαντινό (Περιγραφή της Ηπείρου εις μέρη τρία, μέρος Γ', εκδόσεις Εταιρείας Η- πειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1984, σ. 369) συνηθίζουν να στέλνουν «τους υιούς αυτών εις μειρακιώδη ηλικίαν φθάσαντας, προς το υπηρετήσαι εις φίλον τινά έμπορον η τεχνίτην». 1. Βλ. Λ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι, σ. 23-24. 2. στο συμφωνητικό της συντεχνίας των αμπατζήδων της Φιλιππούπολης και ειδικότερα στο 7ο άρθρο αναφέρεται: «πάρεξ αν είναι το τζιράκιμεηλικίαν καιτοισνάφι θελήση διά να τον κάμη ραέτι (χάρη)». Βλ. Μ. Αποστολίδης, «Δύο έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), σ. 331. Ακόμη η συντεχνία των μπακάληδων της Μοσχόπολης δέχεται ότι: «τα μικρά παιδιά έχουν να κάμουν χουζμέτι τρία χρόνια, τα δε μεγαλύτερα δύο μόνον χρόνια». Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως», ό.π., σ. 257.

Είσοδος Τούρκου μαθητευόμενου σε συντεχνία. (Täschner, Alt - Stamb. εικ. 24). Βλ. και Ελένη Βουραζέλη-Μαρινάκου, Αι ενθράκη συντεχνίαι τωνελλήνων κατά την Τουρκοκρατίαν, πίνακας Γ'.

αφού είναι, εφοδιασμένοι με περισσότερη παιδεία και έχουν αποκτήσει και τις πλέον στοιχειώδεις γνώσεις της εμπορολογίας, της λογιστικής και της διπλογραφίας 1. έμφαση ο χιώτης στην καταγωγή Ανδρέας Συγγρός στα απομνημονεύματά του, όταν πηγαίνοντας από τη Σύρο στην Κωνσταντινούπολη,σεηλικία14 ετών, για να ακολουθήσει το επάγγελμα του εμπόρου, δεν συνάντησε κανένα πρόβλημα στις ερωτήσεις καταστιχογραφίας και αριθμητικής, που του υπέβαλε ο μελλοντικός εκπαιδευτής του έμπορος Νικόλαος Δαμιανός για να τον προσλάβει ως μαθητευόμενο. με τα μαθήματα καταστιχογραφίας και πρακτικής εμπορικής λογιστικής που είχε παρακολουθήσει στη Σύρο, τρίτο τόπο μετανάστευσης της οικογένειάς του μετά την καταστροφή της Χίου από τους Τούρκους, κοντά στον «πρώτον γραμματικόν και καταστιχάρην» του Θεόδωρου Ροδοκανάκη, Νικόλαο Ζυγομαλά, είχε αποκομίσει σημαντικές γνώσεις για τα πρώτα βήματα της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας 2. Πόσο αναγκαία και απαραίτητη ήταν αυτή η παιδεία για επιτυχή σταδιοδρόμηση διαπιστώνεται κι αργότερα, όταν με την παραβίαση του κλειστού αριθμού των συντεχνιών και την παράνομη εισχώρηση ατόμων στις εμπορικές συντεχνίες, χωρίς καμιά η ελάχιστη επαγγελματική προπαιδεία, βλέπουμε ότι αρκετά τέτοια συντεχνιακά μέλη αναγκάζονται από τα πράγματα να παρακολουθούν, Ανκαιβρίσκονται στην ανώτερη επαγγελματική βαθμίδα, μαθήματα τόσο διπλογραφίας όσο και ξένης γλώσσας: 1883 Μαΐου 12, 1. Βλ. Φ. Μιχαλόπουλος, Μοσχόπολις, αι Αθήναι της Τουρκοκρατίας, 1500-1769, εν Αθήναις 1941, σ. 19. Πβ. και Πανδώρα 13 (1863), σ. 71. για τη διευκόλυνση και την ενημέρωση των έμπορωνεκδίδονταιαρκετά εμπορικά βιβλία, κυρίως προς τα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αι. για μια συνολική θεώρηση του θέματος, βλ. Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης, «τα ελληνικά εμπορικά εγχειρίδια της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας», Ανακοίνωση στο Β' Διεθνές Συμπόσιο Ιστορίας, Αθήνα 1983. 2. Βλ. Ανδρέας Συγγρός, Απομνημονεύματα, τ. Α', εν Αθήναις 1908, σ. 87-88 και 98-99.

εσυμφώνησα μετ'αυτούόπωςμε διδάξει την Διπλογραφίαν [...] και την Γαλλικήν, τον μήνα 1 μετζήτιον αργυρόν 1. Χαρακτηριστικό είναι ακόμη και το παράδειγμα της παρακμής του εμπορικού επαγγέλματος στα Γιάννενα, για τους ίδιους λόγους, στην τελευταία τριακονταετία του 19ου αιώνα. Μάλισταοαυστριακός πρόξενος στην πρωτεύουσα της Ηπείρου Cajetan Zagorski, σεμιαέκθεσή του προς το Υπουργείο εμπορίου της Αυστροουγγαρίας, θεωρεί μεγάλο μειονέκτημα τη μη μαθήτευση και την άγνοια ξένων γλωσσών στους περισσότερους γιαννιώτες εμπόρους 2. Κι ε- μείς θα συμφωνήσουμε με την άποψη αυτή, αφού υπενθυμίσουμε ότιστιςαρχές του ίδιου αιώνα οι ευρωπαίοι περιηγητές, που επισκέφθηκαν τότε τα Γιάννενα, εντυπωσιάστηκαν από τη γλωσσομάθεια και τις ικανότητες της γιαννιώτικης εμπορικής τάξης. Τέλος, στη συντεχνία των πραγματευτάδων πήγαιναν σχεδόν μόνο οι νέοι, που είχαν κάποια ικανή προπαιδεία σε εμπορικά μαθήματα 3 και γνώριζαν υποφερτά κάποια ξένη γλώσσα 4. στις πε- 1. Βλ. «Κατάστιχον Κ. Ν. Ατλαζή, εμπόρου Κοζανίτου, εμπεριέχον διαφόρους πράξεις», Ιστορικόν Αρχείον Κοζάνης, Αρχείον Γ. Κοεμτζή. 2. Βλ. Nachrichten über Industrie Handel und Verkehr, aus dem Statistischen Departement im Κ. K. Handels-Ministerium, Wien 1884, σ. 299. 3. με τα Β.Δ. της 18ης Αυγούστου 1856 και 3ης Αυγούστου 1857 διδάσκονταν υποχρεωτικά στα εμπορικά τμήματα των γυμνασίων της Σύρου και της Πάτρας η διπλογραφία, η εμπορική γεωγραφία και τα στοιχεία του εμπορικού δικαίου. Βλ. Α. Μανσόλας, Πολιτειογραφικαί πληροφορίαι περί Ελλάδος, εν Αθήναις 1867, σ. 132. 4. «Ομολογώ εγώ ευδόκιμος χορτάτζης διδάσκαλος, του ποτέ μανούσου οικών εις την εξώπορταν του Χανδάκου της Κρήτης, ότι ομπλιγάρομαι εσένα του κυρ δημήτρι διπλαρά να μάθω τον υιόν σου τον αντώνη να γράφη φράγγικα μαρκαντέζικα και τον λογαριασμόν της πραγματείας όλον και καδέρνο της σπετζιαλιτάς σαλντάδι (εξοφλημένα), ρεπορτάδι, πρώτα, δεύτερα και καδέρνα ντε βιάντζο (έγγραφο ταξειδιού, φορτωτική) και καδέρνο ιν περσόνα σπαριάτο (ξεχωριστό) και καδέρνο φατορίας (τιμολόγιο) και της ιντράδας (εισαγωγή) καλά και εμπιστεμένα από δα και ομπρός να του δείχνω ώσθε να μάθη και να ατενδέρη και αυτός καλά...». Βλ. Κων. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα από τα κατάστιχα του νοταρίου Κρήτης Μιχαήλ Μαρά (1538-1578)», Κρητικά Χρονικά ΙΕ'-ΙΣΤ' (1961-62), τεύχ. 2, σ. 254-255.

περιοχέςπουέλειπαν αυτές οι δυνατότητες η ήταν ισχνές και περιορισμένες, οι εκεί πραγματευτάδες, που απέβλεπαν στην οικογενειακή διαδοχή, η άλλοι εξω-επαγγελματικοί γονείς, που επιθυμούσαν να προσανατολίσουν τα παιδιά τους στο επάγγελμα αυτό, τα έστελναν συνήθως στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρχανόλεςοι προϋποθέσειςγιαμιαολοκληρωμένη θεωρητική και πρακτική εκπαί δευση 1. 2. Γεωγραφική και κοινωνική προέλευση των μαθητευομένων Επιχειρώντας κανείς μια ανίχνευση στην προέλευση των παιδιών που πρωτοέρχονταν στη συντεχνία, θα διαπιστώσει ότι ένα μέρος του εργατικού αυτού δυναμικού ήταν συγγενείς των συντεχνιακών μελών, και κυρίως γιοι των μαστόρων, που ήθελαν να συνεχίσουν το επάγγελμα του πατέρα τους, ενώ το υπόλοιπο προέρχονταν από εξω-επαγγελματικές οικογένειες. θως από φτωχά οικογενειακά στρώματα και έρχονταν στις συντεχνίες από τα χωριά η τα γύρω προάστια και σπανιότερα από πιο απομακρυσμένες περιοχές. οι εξω-επαγγελματικές πηγές εφοδιασμού σε εργατική δύναμη των συντεχνιών είναι πολύ δύσκολο να επισημανθούνστηνευρύτερη ελληνική γεωγραφική κλίμακα, επειδή τα συντεχνιακά αρχεία, όσα σώζονται, σιωπούν. Πιο συγκεκριμένα, μέχρι τα τέλη σχεδόν του 18ου αιώνα, το παιδί που προσλαμβάνεται από κάποιο μάστορα σπάνια δηλώνεται στη συντεχνία, για ευνόητους λόγους. Αλλά κι αργότερα, από τη στιγμή δηλαδή που έγινε υποχρεωτική για το συντεχνιακό μέλος 1. ο Αναστάσιος Γούδας στο πολύτιμο έργο του, Βίοι Παράλληλοι, μας δίνει αρκετά τέτοια παραδείγματα. η Κωνσταντινούπολη, η πιο μεγάλη βιοτεχνική κυψέλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αποτελούσετοπιο σημαντικό «εκπαιδευτήριο» των χριστιανών τεχνιτών. Έτσι βλέπουμε ότι πολλοί κοντουράδες από τη γειτονική Θράκη πήγαιναν στην Πόληγιανα «σπουδάσουν» καλύτερα την τέχνη τους. Βλ. ΑΘΛΓΘ 11 (1944-45), σ. 168.

η γνωστοποίηση της πρόσληψης του μαθητευόμενου στους άλλους συναδέλφους του, πάλι τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας είναιανεπαρκή,αφούστασυντεχνιακά έγγραφα σημειώνεται μόνο το όνομα και το επώνυμο του προσλαμβανόμενου 1, και όχι ο τόπος καταγωγής του, έκτος από σπάνιες περιπτώσεις 2. Κατά συνέπεια η έλλειψη επαρκών δεδομένων δεν μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε την κίνηση της εξω-επαγγελματικής ανανέωσης των συντεχνιών, έστω και κατά μείζονες γεωγραφικές περιφέρειες, έκτος από λίγες περιπτώσεις, όπως στην Κωνσταντινούπολη 3 καιτην Ήπειρο. μεσων πληροφοριών που σε συνδυασμό με αντίστοιχα παραδείγματα από την Πόλη, μας δίνουν την ευχέρεια να προχωρήσουμε σεμιαγενικότερη διαπίστωση, η οποία πιθανότατα ισχύει και γι' άλλες ελληνικές περιοχές: δηλ. κάθε συντεχνία,ανάλογαμετην ειδίκευση των μελών της, απορροφά συνήθως παιδιά που ο τόπος καταγωγής τους έχει να παρουσιάσει κάποια παράδοση στο ίδιο επάγγελμα. Έτσι,σταΓιάννενα η συντεχνία των ψωμάδων και των σιμιτζήδων (κουλουράδων) ανανεώνεται κυρίως με νεανικό εργατικό 1. Πολλές φορές μάλιστα δεν γράφονταν ούτε τα επώνυμα, αλλά μόνο τα ονόματα των πατεράδων των παιδιών. Βλ. Δημ. Μάνακας, «Εσνάφια - ρουφέτια (συντεχνίαι) Διδυμοτείχου», ΑΘΛΓΘ 20 (1955), σ. 142. 2. στους φορολογικούς καταλόγους των γιαννιώτικων συντεχνιών (1812-1819) παρατηρούμε ότι σε αρκετούς συντεχνίτες δηλώνεται ο τόπος καταγωγής τους με ένα δεύτερο επίθετο αμέσως μετά το επώνυμό τους. Π.χ. Πάνος Καραμπούκας Αργυροκαστρίτης, Χατζή Διαμάντης Βελτσιστινός, Μίτζης από Κλαζιάδες (σημερινό Δροσοχώρι). 3. Βλ. την πολύτιμη εργασία του Α. Γ. Πασπάτη, Υπόμνημα περί του Γραικικού Νοσοκομείου, σ. 141: «Αι συντεχνίαιειςτηνκωνσταντινούπολη καθώς και εις τας μεγαλουπόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας σύγκεινται πολλάκις από άνδρας του αυτού τόπου" καθώς οι χαλκείς (καλαντζήδες) και στρωματοποιοί (χαλάτζηδες) από την Τραπεζούντα και τα περίχωρα αυτής. οι κρεοπώλαι και κτίσται από το Αργυρόκαστρον και τα περίχωρα των Ιωαννίνων».

δυναμικό που προέρχεται από τα Ζαγοροχώρια 1, η συντεχνία των κρασοπούλων και ρακοπούλων επιλέγει τα περισσότερα τσιράκια της από την περιοχή της Ζίτσας 2 " στις συντεχνίες των τσαρτζήδων (υφασματεμπόρων) και γουναράδων διεισδύουν πιο εύκολα τα παιδιά που κατάγονται από το Ζαγόρι 3 και τα Γραμμενοχώρια 4- τη συντεχνία των αγωγιατών και χανιτζήδων εφοδιάζει με μαθητευόμενους το Μέτσοβο και τα γύρω χωριά 5 στους ραφτάδες και καποτάδες συντεχνίτες της ίδιας πόλης προσφέρεται άφθονη νεανική εργατική δύναμη από τις περιοχές των Τζουμέρκων, Μαλακασίου, Μετσόβου και Άσπροποτάμου 6 " η συντεχνία των χρυσικών και 1. Βλ. Ιω. Βογιατζίδης, «Περί της συνθηματικής γλώσσης των αρτοποιών Ζαγορίου», Λαογραφία Η' (1924-25), σ. 155. 2. Βλ. Γ. Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες ατά Γιάννενα κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα, Ιωάννινα 1982, σ. 77 και 192. 3. Βλ. επιστολή αχρονολόγητη του Σταύρου Ιωάννου προς τον Αλή πασά, ΑΣΙ, φάκ. Πολιτεία Ιωαννίνων-Ισνάφια. 4. Βλ. Αγγ. Χατζημιχάλη, «το ισνάφι των γουναράδων», Συνεταιριστής, άρ. 104-106 (1955), σ. 84-85. 5. τα περισσότερα μέλη της γιαννιώτικης συντεχνίας των αγωγιατών ήταν Μετσοβίτες. Το φαινόμενο αυτό ερμηνεύεται εύκολα αν αναλογιστούμε ότι εκείνοι γνώριζαν καλύτερα από κάθε άλλον τις ανυπέρβλητες σχεδόν δ σκολίες που παρουσιάζονταν τον χειμώνα στο ψηλότερο σημείο (σημερινή Κατάρα) της διάβασης του εμπορικού δρόμου Γιαννίνων-Γρεβενών και κατάφερναν να τις ξεπεράσουν βλ. Αθ. Πετρίδης, Νεοελληνικά ανάλεκτα φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, τ. Α', μέρος Β', Αθήναι 1871, σ. 57. Ενδεικτικό είναι ακόμη το γεγονός ότι το μοναστήρι του Ιωάννου του Προδρόμου στο Νησί των Γιαννίνων, που άνηκε στη συντεχνία των χανιτζήδων και σοπούλων της πόλης, ανακαινίζεται εσωτερικά το 1891 με χρηματική συνδρομή αποκλειστικά του Ιωάννη Παπαζήση Μετσοβίτη, όπως μαρτυρεί η υπέρθυρος μικρογράμματη επιγραφή στην είσοδο του ναού: «Εν έτει 1891 Απριλίου 28 εδιορθόθη ά/πασα η Ζωγραφία δι' εξόδων / Ιωάννου Πα/πα Ζήσου Μετσοβίτου Χαντζή». Βλ. Α. Ξυγγόπουλος, «Μεσαιωνικά μνημεία Ιωαννίνων», Η.Χ. 1 (1926), σ. 57, σημ. 2. Πβ. και Αθανασία Τούρτα, «Νεκτάριος και Θεοφάνης οι Αψαράδες και η μονή Προδρόμου στο Νησί Ιωαννίνων», Η.Χ. 22 (1980), πίνακας 8. 6. η Αγγ. Χατζημιχάλη στην εργασία της Ραπτάδες-Χρυσοραπτάδες και καποτάδες, ανάτυπο από το Αφιέρωμα στη μνήμη του Μανόλη Τρι

αργυροχόων προσλαμβάνει παιδιά που προέρχονται από τις Καλαρρύτες 1 " οι νέοι που γίνονται δεκτοί στις συντεχνίες των καλαντζήδων και καζαντζήδων (χαλκουργών) κατάγονται από τα ορεινά χωριά της Θεσπρωτίας 2, των Τζουμέρκων,τωνΑγράφων 3 και της περιοχής των Κουρέντων 4 η συντεχνία των κτιστάδων, που σύμφωνα με την Αγγελική Χατζημιχάλη είναι πολυπληθέστατη και αριθμεί γύρω στα 400-450 μέλη, τροφοδοτείται κυρίως από την περιφέρεια της Κόνιτσας 5, τα μαστοροχώρια των Τζουμέρκων (Πράμαντα, Άγναντα, Σκλουπο, Κουτσοβίτσα, Ραφταναίους, Κουκουλίτσα, Γρετσίστα) και τα Χουλιαροχώρια (Μιχαλίτσι, Δοβίσδαινα, Βασταβέτσι και Χουλιαράδες) 6. φυλλίδη, Αθήνα 1960, σ. 468-469, αναφερόμενη στη σύνθεση των γιαννιώτικων αυτών συντεχνιών λέγει χαρακτηριστικά τα έξης: «και των δύο τούτων ισναφιών οι τεχνίτες των Γιαννίνων είναι: Μετσοβίτες, Σερρακιώτες, Καλλαρυτινοί, Αγναντίτες, Φουρκιώτες, Ματσακιώτες και γενικά Τζουμερκιώτες, Ασπροποταμίτες και λίγοι Γιαννιώτες». 1. οι χρυσοχόοι και ασημουργοί των Καλαρρυτών ήταν ονομαστοί για την τέχνη τους και παρουσιάζοντανωςπιοεπικίνδυνοι ανταγωνιστέςγια τους ομοτέχνους των Ιωαννίνων. Βλ. Γ. Παπαγεωργίου, οι συντεχνίες στα Γιάννενα, σ. 255-256, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 2. Βλ. Κ. Φαλτάϊτς, οι πλανόδιοι ηπειρώται τεχνίται και η εθνική μας υπόθεσις,εν Αθήναις 1928, σ. 14-15. 3. Βλ. εφημ. Αυγή (3 Δεκεμβρίου 1866) και εφημ. Παλιγγενεσία (4 Σεπτεμβρίου 1881). 4. Βλ. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο (1900-1975) κατά τις προφορικές μαρτυρίες των χαλκουργών, Ναύπλιο 1982, σ. 94, αλλά και τον σχετικό πίνακα, σ. 55. 5. Βλ. αναφορά του αυστριακού πρόξενου στα Γιάννενα Gajetan Zagorski προς το Υπουργείο Εμπορίου της Αυστροουγγαρίας στο Nachrichten über Industrie Handel und Verkehr, aus dem Statistischen Departement im Κ. K. Handels-Ministerium, Wien 1884, σ. 299. Πβ. και εφημ. Αυγή (5 Μαίου 1870). 6. Βλ. Χρίστος Σούλης, «τα κουδαρίτικα των Χουλιαροχωρίων της Η- πείρου, ήτοι περί της συνθηματικής γλώσσης των κτιστών των Χουλιαροχωρίων της Ηπείρου», Η.Χ, 5 (1930), σ. 161-162.

δείχνουν σαφή προτίμηση στα παιδιά που κατεβαίνουν από το Συρράκο, τις Καλαρρύτες και το Ματσούκι 1. μια ποικιλία, τόσο γεωγραφικής προέλευσης των μαθητευομένων, μεαδιαφιλονίκητητηνεπικράτησητουορεινούχώρου,όσοκαι κοινωνικής διαστρωμάτωσης, με έκδηλη την υπερίσχυση του φτωχού εργατικού δυναμικού. 3. Είδη και διάρκεια μαθητείας χνία για να διευκολύνουν τη δική τους προβληματική οικονομική θέση, χωρίς να εξασφαλίζουν, έστω και τα πιο υποτυπώδη εχέγγυα των απαραίτητων συνθηκών εργασίας και διαβίωσής τους. για το μόνο που ενδιαφέρονταν οι κηδεμόνες η οι επίτροποι των ανηλίκων παιδιών ήταν πώς να φύγουν αυτά το γρηγορότερο από κοντά τους και να μάθουν κάποια τέχνηη επάγγελμα,αδιαφορώνταςγια τη μεταχείριση που θα έχουν από τους μάστορές τους,αλλάκαι γιατηναντίδρασηηαντίσταση που θα έδειχνε η παιδική ηλικία, στερημένη από γονική προστασία, στους κινδύνους και πειρασμούς που ελλόχευαν στην πόλη 2. «να, σου παραδίνω το παιδί μου, το 1. Βλ. Ιω. Λαμπρίδης, Ηπειρωτικά Μελετήματα, Έκδοση Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 2 1971, τχ. 5, μέρος Β', σ. 50, 6που αναφέρονται επιγραμματικά τα έξης: «Επειδή δε υπό των Αρταίων εμπόρων και ραπτών (καποτάδων) παρελαμβάνοντο και νέοι ως υπηρέται και βοηθοί εκτης ποιμενικής τάξεως των χωρίων Ματσούκη, Καλαρύτης και Σεράκου έμαθον και ούτοι [...] και εγένοντο ράπται έμποροι και ιδιοκτήται πλοίων και κύριοι φορτίων». 2. Αποκαλυπτική είναι η μαρτυρία του Γάλλου πρόξενου στα Γιάννενα Ε. Grasset: «Les enfants sont ainsi de bonne heure de gagner leur vie et c' est un avantage pour la famille [...] Cette domesticité révolte les uns. Cet abanton des autres dans le milieu corrompu d'une ville turque les expose à des tentations aux quelles ils doivent succomper [...] Et si à ces séductions il vient se mêler parfois quelques idées ou manoeuvres, comment des adolescents peu attachés à une famille qui les dé-

κρέας είναι δικό σου, τα κόκκαλα είναι δικά μου». Αυτή είναι συνήθως η στερεότυπη φράση, με διάφορες βέβαια παραλλαγές, στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που χρησιμοποιούσε ο πατέρας παραδίνοντας το παιδί του στον μάστορα 1. Επισημαίνονται ακόμη και περιπτώσεις κατά τις όποιες ο πατέρας δεν συνοδεύει το παιδί του στην πόλη,αλλάεξουσιοδοτεί γιατησύμβαση μαθητείας του γιου του κάποιο συγχωριανό η συμπατριώτη τους που ζει και εργάζεται εκεί. η δοκιμασία των παιδιών αυτών καθώς και των γονέων τους αποτυπώνεται πολύ εύστοχα σε άρθρο του περιοδικού Εβδομάς από τον Βλάση Σκορδέλη 2 : «Παις δεκαετής η δωδεκαετής το πολύ λαμβάνει την ευχήν των γονέων του, κάμνει τον σταυρόν του και αναχωρεί εκ του μικρού χωρίου του. εν μικρά πήρα εξηρτημένη από του ώμου έχει τον δεύτερον χιτώνά του και ολίγον άρτον ως μόνα εφόδια. Κατά την τελευταίαν στιγμήν του αποχαιρετισμού ο πατήρ αποτείνειπρος τον ξενητευόμενον υιόν του τας τελευταίας πατρικάς συμβουλάς του. να μη ξεχνάς, παιδί μου, την εκκλησιά, να ήσαι τίμιος και να θυμάσαι την μητέρα σου και τα αδέλφια σου. Άϊντε! πήγαινε 'ς το καλό! ο θεός μαζή σου! έχε την ευχή μου! désole, pourraient ils ne pas y prêter l'orreille». Correspondance Politique des Consuls, Turquie-Janina 7 (1862-1866), f. 275r-276r. 1. στα Γιάννενα, σύμφωνα με την προφορική μαρτυρία του ογδονταπεντάχρονου τσαρουχά Γεωργίου Πάικου, ο πατέρας η η μάννα του μικρού παιδιού, που θεωρούσε μεγάλο ευεργέτημα να προσληφθεί ο γιος τους από ένα μάστορα στη δουλειά «για να φάει ψωμί», του έλεγε φεύγοντας: «κρέας σου δίνω κόκκαλα να πάρω». για τα Βαλκάνια γενικότερα βλ. Ζ. Shkodra, Esnafet Squiptare, Tirane 1973, σ. 93, J. Hadzivasiljevic, Juiza Stara Srbija, τ. 1, Beograd 1909, σ. 68, Η. Kresevljakovic, «Ecnafi i obrti u Bosni i Hercegovini 1463-1878» στο Zbornik za Narodni Zivot i Obicaje, τχ. 35, Zagreb 1951, σ. 87. Σύμφωνα μάλιστα με τον Νικ. Καζαντζάκη, (Αναφορά στον Γκρέκο, έκδ. Ελ. Καζαντζάκη, Αθήνα, σ. 66), στην Κρήτη τη φράση, «το κρέας δικό σου τα κόκκαλα δικά μου», απηύθυναν στον δάσκαλο και οι γονείς, που πήγαιναν για πρώτη φορά τα παιδιά τους στο σχολείο. 2. Βλ. Βλασ. Σκορδέλης, «Εικών εκ του σύγχρονου ιδιωτικού Βίου», Εβδομάς, 30 Ιουνίου 1890, σ. 2.

του, ότε ούτος εμβάλλει εις την χείρα του υιού του 4-5 κερμάτια, το μόνον κεφάλαιον, διά να εισέλθη εις τον πολυκύμαντον κόσμον. η μήτηρ κλαίει, ασπάζεται το παιδί τηςκαι εγχειρίζειειςαυτό ζεύγος περιποδίων, έργον των χειρών της καινουργές. Μετ' ολίγον ο παις γίνεται άφαντος όπισθεν των λόφων, οι δε γονείς επιστρέφουσιν εις την οικίαν των μεταξύ θλίψεως και χαράς αορίστων ελπίδων. δεν κάμνει σχέδια" η ηλικία του δεν γνωρίζει ακόμη τον κόσμον. η μόνη ευχή του είναι να δυνηθή ευκόλως ν' ανεύρη εν τη πόλει τον συμπατριώτην του, όστις προ εξ μηνώνείχεναναχωρήσηεκ του χωρίου του. Ήρκει ν' ανεύρη αυτόν" όλα τα άλλα ο Θεός θα τα έφερνε δεξιά. Ποίον αφήνει ο Θεός; Φθάνει εις την πόλιν και μετά τινας περιπετείας ευρίσκει τον συμπατριώτην του, τη βοηθεία δε αυτού εισέρχεται ως υπηρέτης...». Απότηνάλλη μεριά, οι μάστορες προσλάμβαναν τους μαθητευόμενους με ευχαρίστηση, γιατί ήταν αναγκαίοι και τις περισσότερες φορές τους έπαιρναν χωρίς αμοιβή η σαν πολύ φτηνή εργατική δύναμη. Απαραίτητα όμως, τόσο το τσιράκι τώρα όσο και ο κάλφας αργότερα, έπρεπε να είναι ομόθρησκοι προς τους μάστορές τους, Αν και σε μερικές περιοχές, παρά τον κανόνα, συνυπάρχουν αλλόθρησκοιαλλάκαιαλλοεθνείςσυντεχνίτες, συγκροτώντας τις λεγόμενες μικτές συντεχνίες. τοχυρωμένη και το κλείσιμο της συμφωνίας, που γινόταν ανάμεσα στον κηδεμόνα του μικρού παιδιού και τον μελλοντικό εκπαιδευτή του, έμενε πάντα σχεδόν σε προφορικό επίπεδο. Είχαμεόμωςτην τύχη να περιέλθει στα χέρια μας ένα τέτοιο συμφωνητικό, που το παραθέτουμε στο Παράρτημα 1. Ανάμεσα στα τόσα ενδιαφέροντα στοιχεία που παρουσιάζει το παραπάνω «μαρτυρικόν γράμμα», 1. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 4.

είναι και το γεγονός ότι το κύρος του και η ισχύς του «εν παντί κριτηρίω δικαιοσύνης» απορρέει από τις υπογραφές των κατοίκων της κοινότητας, στην όποια ανήκουν τόσο ο μάστοραςόσοκαιο μαθητευόμενος. Αντίθετα,στιςπεριοχές που είχαν γνωρίσει τη βενετική κυριαρχία η τη Φραγκοκρατία γενικότερα το συμβόλαιο μαθητείας είχε νομική κάλυψη, αφού εγγραφόταν κάθε φορά ως ξεχωριστή συμβολαιογραφική πράξη στους νοταριακούς κώδικες 1, την οποία υπέγραφαν οι τοπικοί συμβολαιογράφοι και οι «παρακαλετοί» μάρτυρες 2. στις παραπάνω συμβάσεις μάλιστα οριζόταν και ποινική ρήτρα, τόσο για τον μάστορα όσο και για τον μαθητευόμενο, σε περίπτωση που ο ένας από τους δύο αθετούσε τις υποχρεώσεις του 3. τον υποχρεωτικό χρόνο μαθητείας του νέου, την πιθανή αμοιβή του καιτηντυχόν διατροφή και ενδυμασία του 4. Γενικά όμως ο μάστορας είχε απόλυτη ελευθερία στο να επιβάλει τους όρους, κάτω απότουςοποίους θα δεχόταν τον μαθητευόμενο, αφού η προσφορά ήταν μεγαλύτερη από τη ζήτηση, τουλάχιστον μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ότανομάστορας τελικά προσλάμβανε το παιδί, ήταν υποχρεωμένος στη συνέχεια, σύμφωνα με τις σχετικές συντεχνιακές διατάξεις, να το δηλώσει στη συντεχνία του, γιατί ο μαθητευόμενος 1. Βλ. Στ. Δ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', Χίος 1950, σ. 88. 2. Βλ. Κων. Μέρτζιος, «Σταχυολογήματα», ο'.π., σ. 254-255. 3. Βλ. Ιωάννης Κίσκηρας, η σύμβασις μαθητείας εν τη βενετοκρατούμενη Κρήτη (μετ ανεκδότων εγγράφων εκ του Archivio di Stato της Βενετίας), Αθήναι 1968, σ. 10. 4. στον κώδικα του Πυργιού της Χίου (1722-1726) αναφέρεται ρητά απότον τοπικό συμβολαιογράφο, σε σχετική νοταριακή πράξη της 26ης Δεκεμβρίου 1722, ότι ο μάστορας είναι υποχρεωμένος να δώσει στο κοπέλι «διά ρόγαν σελλάνια (ασλάνια) 15 τον κάθε χρόνον και να τον εντύνη και να τον παπουτζόνη και τον ταγίζη κατά την τάξιν των κοπεληών». Βλ. Στ. Καββάδας, οι κώδικες της Χίου, μέρος Α', σ. 88-89.

μπορεί να εξουσιαζόταν και να κηδεμονευόταν από τον εκπαιδευτή του, αλλά στην ουσία βρισκόταν κάτω από την αυθεντία της εσναφικής οργάνωσης. «Σημειώνομεν», αναφέρει εγγραφή στον συντεχνιακό κώδικα των τεκτόνων της Φιλιππούπολης, «εις το κατάστιχον τους μαθητάδες όπου στοιχούνι, του μιστό τους, να ξεύρουνι τουν κυριό τους» 1. Επίσης, στο καταστατικό της συντεχνίας των μπακάληδων της Μοσχόπολης αναφέρεται ρητά: «όταν έχη τινάς χρείαν διά χουζμικιάρην, πρώτον να τον στοιχήση, ομπροστά εις το ρουφέτιον και ύστερα να τον εμπάση εις το εργαστήριον του, ειδέ και κρύφα κάμη καμμίαν συμφωνίαν να είναι το χουσμέτι του δούλου χαμένον και ναμηπιασθή εις το ρουφέτιον» 2. Αλλά και στη Ζάκυνθο η Γερουσία υποχρεώνει το 1840 όλους τους αρχιτεχνίτες και έμπορους τουνησιούνακαταγράφουν τα παιδιά, που έρχονται να μαθητεύσουν κοντά τους, στους αντίστοιχους συντεχνιακούς κώδικες 3. άρθρα, που καθόριζαν τον τρόπο μαθητείας του τσιρακιού, με μικρές κατά τόπους η κατά επαγγέλματα αποκλίσεις. Συνολικά οι συντεχνιακοί κανονισμοί, σε συνάρτηση με τις σωζόμενες μαθητειακές συμβάσεις και άλλες μαρτυρίες, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι προέβλεπαν τέσσερα είδη μαθητείας. στορά του, για τρία χρόνια συνήθως, χωρίς αμοιβή, αλλά ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να του προσφέρει φαγητό και κατοικία 4. 1. Βλ. Μυρτ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου των τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 110. 2. Βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως», ό.π., α. 527. 3. Βλ. Λ. Ζώης, Αι εν Ζακύνθω συντεχνίαι, σ. 30 και 35. 4. Βλ. Μ. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης, σ. 29. Πβ. και Π. Παπαχριστοδούλου, «τα εσνάφια και η οικονομική και πνευματική άνθιση του ελληνισμού επί Τουρκοκρατίας», ΑΘΛΓΘ 16 (1951), σ. 59.

στη δεύτερη τα έξοδα διατροφής της πρώτης χρονιάς αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου ο πατέρας του μαθητευόμενου, γεγονόςπουείχεως συνέπεια τη συντόμευση της άμισθης μαθητείας, αφού κιόλας τη δεύτερη χρονιά ο νέος αμείβεται από τον μάστορά του με ετήσιο μισθό, έστω κι αν αυτός είναι πάντα πενιχρός και ασήμαντος 1. μια τρίτη μορφή μαθητείας έχουμε όταν οι μαθητευόμενοι παίρνουν από την αρχή κάποια υποτυπώδη αμοιβή από τους δασκάλους τους βιοτέχνες η εμπόρους, αλλά αναλαμβάνουν σχεδόνολοκληρωτικάοι ίδιοι τα έξοδα φαγητού και ενδυμασίας 2. Τέλος, στην τέταρτη κατηγορία ανήκουν οι μαθητευόμενοι που εξασφαλίζουναπότουςμάστορές τους μισθό, ενδυμασία, τροφή, στέγη και την πληρωμή των φόρων τους: ακόμη εσιμφωνήθη όπου ο αναστάσης διά τούτους τους δύο χρόνους να πάρη μαζή του τον ντήνον διά ουσμεκιάρην εις το εργαστήρι του να τον δουλεύη και να τον υπακούγη ως μάστουραν όπου τον είχεν και αυτός να τον προσέχει και έχει να τον δίδει διακόσια γρόσια τους δύο χρόνους και να τον κάμει τα συνηθισμένα φορέματα να τραβήξει και τα έξοδά του [...] και τα χαρατζοχάρτια του 3. Βέβαια, παρατηρούνται σποραδικά μερικές ασήμαντες διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους μάστορες, οι όποιες μάλλον οφείλονται στην τήρηση η μη μερικών άγραφων συντεχνιακώνεθίμων.για παράδειγμα υπήρχε η συνήθεια να προσφέρει ο μάστοραςστοναρχάριο μαθητή του ένα ζευγάρι παπούτσια η τσαρούχια κι ένα φέσι, είτε κατά τη στιγμή της πρόσληψής του, είτε στις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης (Χριστούγεννα-Πάσχα). Αυτή την παράδοση όμως λίγοι μάστορεςτηνακολουθούσαν,όπως συμπεραίνεται, τόσο 1. Βλ. Μ. Καλινδέρης, ό.π., σ. 29. 2. για τον τύπο αυτό μαθητείας βλ. Ν. Βέης, «εκ του καταστίχου της συντεχνίας των παντοπωλών της Μοσχοπόλεως», ό.π., σ. 527. Πβ. και Μ. Αποστολίδης, «Δύο Έγγραφα εκ Φιλιππουπόλεως», Θρακικά 2 (1929), σ. 330-331. 3. Βλ. Παράρτημα, αριθ. εγγρ. 4. Πβ. και Στ. Καββάδας, οι Κώδικες της Χίου, μέρος Α', σ. 88.

Περιοχέςπουέδωσανσυντροφίεςκτιστών

από γραπτές 1, όσο και από προφορικές μαρτυρίες 2. στορα δεν επηρεάζουν άμεσα τη διαπίστωση, ότι από τα τέσσερα είδη μαθητείας φαίνεται ως επικρατέστερο το τρίτο, ανεξάρτητα απότις τοπικές και χρονικές συγκυρίες, όπου το τσιράκι έχει αρχικά ασήμαντες αποδοχές, που αυξάνουν προοδευτικά με τον καιρό, παραμένοντας όμως πάντα σε χαμηλά επίπεδα. ρο ήταν τρία χρόνια (1001 μέρες 3 ), αν και το χρονικό αυτό διάστημα μπορούσε να ποικίλλει όχι μόνο από συντεχνία σε συντεχνία, αλλάκαιαπότόπο σε τόπο 4. Παρόλο που οι συντεχνιακές διατάξεις ήταν πάντα σαφείς στο θέμα αυτό, στην πραγματικότητα τις προσωπικές του ανάγκες. Έτσι, φθάνουμε σε περιπτώσεις που η μαθητεία, εξαιτίας περισσότερο της αρνητικής στάσης του μάστορα και λιγότερο της περιορισμένης παιδευτικής ικανότητας του παιδιού, όχι μόνο ξεπερνούσε τα τέσσερα και πέντε χρόνια 5, αλλά 1. Επιχειρώντας μια μικρή στατιστική προσέγγιση στις προσλήψεις των παιδιών που πραγματοποιήθηκαν από τους μαστόρους της συντεχνίας των δουλγέρηδων της Φιλιππούπολης, παρατηρούμε ότι μόνο εν ας μάστορας από τους 25 στο διάστημα 1851-1853 στοιχίζει τον μαθητή του «διά χρονικήν κι' ένα φέσι και πλύσιμου γρ. 200». Βλ. Μ. Αποστολίδης, «τα αρχεία του εν Φιλιππουπόλει εσναφίου τεκτόνων», ΑΘΛΓΘ 1 (1934-35), σ. 119. 2. Βλ. Στ. Παπαδόπουλος, η χαλκοτεχνία στον ελληνικό χώρο, σ. 100. 3. Βλ. Georges Vadja, «Les corps de métiers en Turquie d'après deux publications de VI. Gordlevskij», Revue des Études Islamiques, Paris 1934, τεύχ. A', σ. 85. Πβ. και Halil Inalcik, «ο σχηματισμός κεφαλαίου στην οθωμανική αυτοκρατορία», στον τόμο οικονομική δομή των βαλκανικών χωρών στα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, ΙΕ'-ΙΘ' αι., Αθήνα 1979, σ. 511. 4. ο Αλ. Φλωράκης, η λαϊκή λιθογλυπτική της Τήνου, Αθήνα 1981, σ. 86-87, αναφερόμενος στους μαθητευόμενους μαρμαράδες του νησιού λέγει ότι: «ο παραγιός μένει στη δούλεψη του αφεντικού όσο να μάθη καλά τη δουλειά. Ποτέ όμως λιγότερο από 4 χρόνια». 5. Βλ. Τόμος εκκλησιαστικός, ονομαζόμενος θησαυρός νέος, και παλαιός της Αγίας Γραφής, πάνυ ωφέλιμος της ψυχής, καιτων Αγίων Πατέρων