1 1. δ η μ ο σ ι ο δ ι κ α ι ο



Σχετικά έγγραφα
EΓΚΡΙΣΗ ΠΠΑΕ- ΤΕΛΙΚΗ ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΕΩΝ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΔΙΑΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ν. 4412/2016 ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΟΝΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΣ

2. Επειδή, το άρθρο 53 του ν.3669/2008 «Κύρωση κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (Α Ί16) όριζε ότι, «1.Η πληρωμή στον ανάδοχο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΜΗΣΗΣ - ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΟΜΗΣΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ.

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

ημερολογιακό τρίμηνο. Κατ εξαίρεση η σταθερότητα των τιμών περιορίζεται μόνο στο ημερολογιακό τρίμηνο εκκίνησης όταν πρόκειται για έργα οποιασδήποτε

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

ΣτΕ 2582/2016 [Μη επιβολή με ΓΠΣ προσδιορισμένου πολεοδομικού βάρους σε ακίνητο εκτός σχεδίου]

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

ΠΑΡΑΛΑΒΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ. Κωδικός: Δ.TTY.170 Αρ. Έκδ.: 1 Ημ/νία Έκδ.: Σελ. 1 από 5

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 672/2017 [Απόρριψη αιτήματος για αποχαρακτηρισμό ακινήτου ως Πολιτιστικού Κέντρου]

ΣτΕ 569/2016 [Τεκμαιρόμενη άρνηση άρσης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΣτΕ 2600/2016 [Άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Ε Ι Σ Η Γ Η Τ Ι Κ Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ A

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 27/01/2017. Αριθμός απόφασης: 862

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

-5- ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ 170/2010

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Καρ. Σερβίας Αθήνα

ΠΟΛ /09/ Παροχή οδηγιών για την

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Άγιος Νικόλαος ΝΟΜΟΣ ΛΑΣΙΘΙΟΥ ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ Αρ. πρωτ. 7807

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΤΩΝ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΩΝ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ, ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αρ. Πρωτ.: ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΠΕΙΡΑΙΑ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ.ΝΣΗ ΑΡΧ/ΚΟΥ & Λ.Τ.Ε. ΤΗΛ.:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΟ Ι ΤΜΗΜΑ ΠΡΑΞΗ 165/2018

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 2134/2014 [ΥΑ για την παράταση αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών και εκτέλεσης οικοδομικών εργασιών στην περιοχή του Δήμου Καλαμαριάς]

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 20/01/2017 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 653/2017 [Ορθή πρωτόδικη απόφαση για άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Δαπάνες επιτάξεων και αρχαιολογικών ερευνών.

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΙΣΘΩΣΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

ΣΤΕ 2413/2018 [ΠΑΡΑΝΟΜΟΣ ΕΠΑΝΑΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΩΣ ΧΩΡΟΥ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟΥ]

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΗΜΟΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ Άστρος Δ/νση: Διοικητικών & Οικονομικών Υπηρεσιών Τμήμα: Διοικητικών Υπηρεσιών Αριθ. Πρωτ.

ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ. O Δήμαρχος Βέροιας. Με την αριθ. 184/2015 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Βέροιας καταρτίστηκαν οι παρακάτω όροι:

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα,

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα, 23/06/2017 Αριθμός απόφασης: 3512 ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΤΕΕ 2013 "ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΠΛΗΡΩΜΕΣ - ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΙΣ" Μιχάλης Παπαστεργίου Πολιτικός Μηχανικός

Α. Πεδίο εφαρμογής ΠΟΛ. 1213

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

2829/2015 Δ Εφ Αθ. ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τμήμα 2ο Τριμελές

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Γ. ΓΑΚΙΔΗΣ. Δικηγόρος

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Από την 7/11 πράξη τακτοποίησης και αναλογισµού, προκύπτουν τα εξής: α/α ιδιοκτησίας (ΚΑΕΚ) Υποχρεώσεις τρίτων προς ιδιοκτησία 1 ( )

Καλλιθέα, 11/04/2016. Αριθμός απόφασης: 1357 ΑΠΟΦΑΣΗ

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

+ Άγιος Νικόλαος Αριθµ. Πρωτ. ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΙΣΘΩΣΗ ΚΤΙΡΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΕΓΑΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣΤΕ 2693/2018 [ΝΟΜΙΜΗ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΙΣΧΥΟΣ Α.Ε.Π.Ο. ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΙΠΠΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΠΠΟΔΡΟΜΟ ΑΘΗΝΩΝ]

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Καλλιθέα ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

1.Δικαστική και εξώδικη εκπροσώπηση και εν γένει νομική υποστήριξη της ΑΑΔΕ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

Transcript:

524 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ 1 1. δ η μ ο σ ι ο δ ι κ α ι ο 64/2009 (Πρόεδρος: Νικόλαος Τρούσας, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νίττας, Μερόπη Πουλάκη-Κυριακίδου-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Δικαστική αντιπρόσωπος του Ν.Σ.Κ Ευτυχία Ζήση, Δημήτριος Παπαδημητρίου, Χρήστος Σιαμαντάς, Ιάκωβος Μπαλτάς). Αναγκαστική απαλλοτρίωση. Καθορισμός της αποζημίωσης από το Μον. Πρωτοδικείο. Αν δεν ασκηθεί αίτηση ενώπιον του Εφετείου ή την αποδέχθηκαν αμφότεροι οι διάδικοι, η απόφαση του Μον. Πρωτοδικείου αποτελεί εκτελεστό τίτλο για την είσπραξη της δικαστικής δαπάνης. Αν ασκηθεί αίτηση τότε καθορίζεται η δικαστική δαπάνη ενιαίως από το Εφετείο και περιλαμβάνει τα γενόμενα για τη διεξαγωγή και παράσταση της δίκης απαραίτητα, την αμοιβή του δικηγόρου του δικαιούχου για την παράσταση ενώπιον του Μον. Πρωτοδικείου καθώς και για παράσταση ενώπιον του Εφετείου και την αμοιβή του δικηγόρου που αναφέρεται σε ποσοστό 3% της αποζημίωσης για τη σύνταξη της αυτοτελούς αιτήσεως ή ανταίτησης, καθώς και των προτάσεων ενώπιον του Εφετείου και σε ποσοστό 2% για την άσκηση ανταίτησης με τις προτάσεις. Περαιτέρω από το άρθρο 18 4 του Ν. 2882/2001 συνάγεται ότι στην προκείμενη διαδικασία α) η δικαστική δαπάνη βαρύνει τον υπόχρεο προς αποζημίωση και επιδικάζεται από το δικαστήριο με την ίδια απόφαση, β) η εκκαθάριση της δικαστικής δαπάνης γίνεται σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες οικείες διατάξεις, γ) το άρθρο 22 του ν. 3693/1957 δεν εφαρμόζεται, δ) η απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με την οποία καθορίζεται η προσωρινή τιμή μονάδας, αποτελεί, ως προς τη δικαστική δαπάνη, εκτελεστό τίτλο σε βάρος του υπόχρεου προς αποζημίωση, εάν και οι δύο διάδικοι αποδέχθηκαν την απόφαση αυτή ή παρήλθε άπρακτη η προθεσμία άσκησης αίτησης οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης και ε) σε περίπτωση άσκησης εμπρόθεσμης αίτησης, το Εφετείο αποφαίνεται ενιαίως, τόσο για τη δικαστική δαπάνη της ενώπιον αυτού διαδικασίας, όσο και για τη δικαστική δαπάνη του προσωρινού προσδιορισμού της αποζημίωσης. Κατά συνέπεια, στη διαδικασία του προσωρινού ή οριστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης του απαλλοτριούμενου ακινήτου σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 20 του πιο πάνω νόμου, ένα είναι το αντικείμενο της δίκης, ο προσδιορισμός της αποζημίωσης (προσωρινός ή οριστικός) και επομένως μια αμοιβή του δικηγόρου σε ποσοστό επί της αξίας του αντικειμένου αυτού της δίκης ορίζεται, σύμφωνα και με τις διατάξεις των άρθρων 100 1, 114 5 του κώδικα Δικηγόρων. Έτσι, σε περίπτωση εμπρόθεσμης αίτησης για τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημίωσης στο Εφετείο, μετά τον προσωρινό προσδιορισμό της αποζημίωσης, η δικαστική δαπάνη περιλαμβάνει: 1) τα γενόμενα για τη διεξαγωγή και υπεράσπιση της δίκης έξοδα, που ήταν απαραίτητα (άρθρο 189 παρ. 1 ΚΠολΔ), 2) την αμοιβή του δικηγόρου του δικαιούχου για την παράσταση του ενώπιον του Μονομε-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 525 λούς Πρωτοδικείου, καθώς και για την παράστασή του ενώπιον του Εφετείου (άρθρα 109 και 111 του Κώδικα περί Δικηγόρων) και 3) την αμοιβή του αυτού δικηγόρου που ανέρχεται ειδικότερα α) σε ποσοστό 3% της αποζημίωσης για τη σύνταξη της αυτοτελούς αιτήσεως ή ανταιτήσεως, καθώς και των προτάσεων ενώπιον του Εφετείου και β) σε ποσοστό 2% αυτής για την άσκηση ανταίτησης με τις προτάσεις ή για τη σύνταξη απλώς προτάσεων του καθού (βλ. και ΑΠ 392/2007 ΧΡΙΔ 2008-424, ΑΠ 1593/2003 ΕλλΔνη 2004-722, ΕφΑθ 160/2007 ΕλλΔνη 2008-529). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων του Συντάγματος, 189 ΚΠολΔ και 100 επ. του Κώδικα περί Δικηγόρων, συνάγεται ότι η αμοιβή, την οποία καταβάλλει ο δικαιούχος της αποζημιώσεως στο δικηγόρο του για τη σύνταξη αιτήσεως, ανταιτήσεως, κυρίας παρεμβάσεως ή προτάσεων, προκειμένου να επιτύχει τον προσδιορισμό και την είσπραξη της αποζημιώσεως, αποτελεί παρακολούθημα της αποζημιώσεως, προσαυξάνει το ποσό της, βαρύνει τον υπόχρεο αυτής και πρέπει να επιδικάζεται σε βάρος του υπόχρεου και να (έρχεται στο δικαιούχο, ώστε να μην επέρχεται φαλκίδευση της πλήρους αποζημιώσεως (βλ. ΑΠ Ολ. 17/2000). Στην προκειμένη περίπτωση και σύμφωνα με τα ανωτέρω, τα δικαστικά έξοδα των δικαιούχων της αποζημίωσης παραστάντων καθών η αίτηση-ανταιτούντων, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα τους (άρθρο 191 2 ΚΠολΔ), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του αιτούντος Ελληνικού Δημοσίου που είναι υπόχρεο προς αποζημίωση. Πρέπει δε να καθοριστούν ενιαίως τόσο για την ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου διαδικασία, όσο και για τον προσωρινό καθορισμό της αποζημίωσης, και τα οποία περιλαμβάνουν: α) την αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου τους για την παράσταση αυτού, τόσο στη δίκη του προσωρινού καθορισμού της αποζημίωσης, όσο και ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τα απαραίτητα για τη διεξαγωγή της λοιπά έξοδα και β) την προσδιοριζόμενη ενιαίως στις δύο δίκες αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου τους για τη σύνταξη των προτάσεων ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τις οποίες ας σημειωθεί ασκήθηκαν και οι ανταιτήσεις, σε ποσοστό 2% επί του ποσού της οριστικής αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση, όπως αναφέρεται ειδικότερα στο διατακτικό. 77/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Δημήτριος Ρέκκας-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Φαίδωνας Κουλούρης, Μαριάνθη Νέγκα, Βασίλειος Αντωνόπουλος, Παναγιώτης Μεταξάς, Σπύρος Μπενετάτος, Άγγελος Αγγελόπουλος). Αναγκαστική Απαλλοτρίωση Ακινήτου. Αντικείμενο της δίκης του καθορισμού αποζημιώσεως είναι η αποζημίωση στο σύνολο της, δηλαδή η χορήγηση αποζημιώσεως σε σχέση με την αξία του απαλλοτριωθέντος, καθώς και κάθε άλλο θέμα συναφές με την απαλλοτρίωση και η δικαστική δαπάνη. Η διάταξη της παρ.1 του άρθρου 20 του ν. 2882/2001, με την οποία περιορίζεται η αρμοδιότητα του Εφετείου μόνον στον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως, είναι ανίσχυρη, αφού προσκρούει στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Αν στα πλαίσια του οριστικού προσδιορισμού της

526 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ αποζημιώσεως υποβληθεί αίτημα περί αναγνώρισης δικαιούχου, το Εφετείο είναι αρμόδιο να εξετάσει ενιαίως κατά τη διαδικασία αυτή :τη χορήγηση αποζημίωσης, την αναγνώριση δικαιούχων αυτής και το αίτημα περί της δικαστικής δαπάνης. Κατά το άρθρο 20 1 του ν. 2882/2001 («Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων») «αρμόδιο να προσδιορίσει οριστικά την αποζημίωση είναι το Εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η απαλλοτριουμένη έκταση». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, ερμηνευομένης εν όψει της διατάξεως του άρθρου 17 παρ.2 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΔ, αντικείμενο της δίκης του καθορισμού αποζημιώσεως είναι η αποζημίωση εν συνόλω λαμβανομένη, δηλαδή η χορήγηση αποζημιώσεως σε σχέση με την αξία του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, καθώς και κάθε άλλο θέμα συναφές με την απαλλοτρίωση και η δικαστική δαπάνη. Ο δε προβλεπόμενος στη διάταξη αυτή περιορισμός της αρμοδιότητας του Εφετείου, σε μόνο τον οριστικό προσδιορισμό της αποζημιώσεως, είναι ανίσχυρος, ως προσκρούων στην ανωτέρω διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Επομένως, αν στα πλαίσια του οριστικού προσδιορισμού της αποζημιώσεως υποβληθεί αίτημα περί αναγνωρίσεως δικαιούχου της αποζημίωσης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, το Εφετείο είναι αρμόδιο να εξετάσει ενιαίως κατά τη διαδικασία αυτή: α) τη χορήγηση αποζημιώσεως σε σχέση με την αξία του απαλλοτριούμενου ακινήτου, β)την αναγνώριση δικαιούχων της αποζημίωσης και γ) το αίτημα περί της δικαστικής δαπάνης (ΟλΑΠ 10 και 11/2004). [βλ.απ 641/2004 και 642/2004 ΤΝΠ ΔΣΑ]. 142/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Ελένη Κατσούλη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Κυριακή Αθανασιάδη, Τάκης Ανδρονόπουλος, Κωνσταντίνος Λέων, Παρασκευή Σφαέλου). Αναγκαστική απαλλοτρίωση. Προθεσμίες για άσκηση αίτησης καθορισμού οριστικής μονάδας αποζημίωσης από το Εφετείο (10 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης του Μον.Πρωτ και έξι μήνες από τη δημοσίευση της ίδιας απόφασης). Πρόκειται για αποσβεστικές προθεσμίες και συνεπώς λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα από το δικαστήριο. Ελληνικό δημόσιο. Ουδεμία προθεσμία τρέχει σε βάρος του κατά τις θερινές διακοπές (1/7 έως 15/9). Οι ιδιώτες διάδικοι που αντιδικούν με το δημόσιο, νόμιμα επικαλούνται την αναστολή της ίδιας προθεσμίας κατά τις δικαστικές διακοπές γιατί η σχετική διάταξη για το δημόσιο μόνον (άρθρο 11 του Κωδ/Δ/τος της 26.6/10-7-1944) είναι αντισυνταγματική και αντίθετη προς Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Τα ίδια ισχύουν και στους Δήμους και Κοινότητες. Περιστατικά. Κατά το άρθρο 20 του ν.2882/2001 (Κώδικας Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων ακινήτων) προκειμένου να καθοριστεί οριστική τιμή μονάδος αποζημιώ-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 527 σεως απαλλοτριωθέντος ακινήτου, κάθε ενδιαφερόμενος δικαιούται εντός προθεσμίας 30 ημερών από την επίδοση της αποφάσεως του προσωρινού προσδιορισμού τιμής μονάδος και σε κάθε περίπτωση εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έκδοση της αποφάσεως από το μονομελές πρωτοδικείο, να ζητήσει από το αρμόδιο προς τούτο εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η απαλλοτριωθείσα έκταση ή το μεγαλύτερο αυτής μέρος, με αίτηση του που κατατίθεται στη γραμματεία του εφετείου, να καθοριστεί οριστική τιμή μονάδος αποζημιώσεως (παρ.1 και 2). Οι προθεσμίες του άρθρου 20 παρ.2 του ν.2882/2001 είναι αποσβεστικές προθεσμίες του άρθρου 279 ΑΚ, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως κατ άρθρο 280 ΑΚ. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, τότε, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του ιδίου άρθρου 20 του ν.2882/2001, η αποζημίωση που προσδιορίστηκε προσωρινά καθίσταται οριστική για τον ενδιαφερόμενο που δεν άσκησε αίτηση. Περαιτέρω η εξάμηνη ως άνω προθεσμία τρέχει κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών, δεν εφαρμόζεται δε ως προς αυτήν η διάταξη του άρθρου 147 παρ.2 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με την οποία το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν υπολογίζεται στις προθεσμίες που καθορίζονται περιοριστικά στη διάταξη αυτή, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται και η ανωτέρω προθεσμία οριστικού προσδιορισμού αποζημιώσεως απαλλοτριούμενου ακινήτου, εφόσον η σχετική αίτηση ενώπιον του αρμοδίου εφετείου δεν αποτελεί ένδικο μέσο κατά της αποφάσεως, με την οποία καθορίστηκε η προσωρινή αποζημίωση. Αλλά ούτε και ανάλογη εφαρμογή της διατάξεως αυτής είναι δυνατή, γιατί, όπως από αυτή προκύπτει, αυτή εφαρμόζεται προκειμένου περί ασκήσεως ένδικων μέσων μόνο στις προθεσμίες που αρχίζουν από την επίδοση της αποφάσεως και όχι σε εκείνες που έχουν ως αφετηρία τη δημοσίευση αυτής (ΑΠ 929/1996 ΕλλΔνη 38.1055). Αντίθετα, κατά το άρθρο 11 του Κωδ.Δ/τος της 26.6/10.7.1944 «περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου», η οποία διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΚΠολΔ, σε όλες τις δίκες του Δημοσίου ουδεμία απολύτως προθεσμία τρέχει σε βάρος του κατά τη διάρκεια των δικαστικών δαπανών, ήτοι από 1-7 έως 15-9 κάθε έτους (άρθρ.11 παρ.2 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων), οι δε αρξάμενες προθεσμίες αναστέλλονται. Η καθιερούμενη με τη διάταξη αυτή του άρθρου 11 του Κ.Δ. της 26.6/10.7.1944 αναστολή μόνον υπέρ του Δημοσίου, θεσπίζει αδικαιολογήτως άνιση και προνομιακή δικονομική μεταχείριση του Δημοσίου σε σχέση προς του ιδιώτες διαδίκους, άρα αντιβαίνει στο άρθρο 4 παρ.1 του ισχύοντος Συντάγματος και στο άρθρο 6 παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η οποία έχει κυρωθεί με το ν.δ. 53/1974 και έχει υπερνομοθετική ισχύ (άρθρ.28 παρ.1 του Συντάγματος). Προς άρση της ανισότητας αυτής επιβάλλεται να επεκταθεί η ως άνω αναστολή και υπέρ των ιδιωτών διαδίκων, οι οποίοι, επομένως, όταν αντιδικούν προς το Δημόσιο, δικαιούνται επίσης κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών όμοια αναστολή προθεσμιών (ΟλΑΠ 12/2002 ΕλλΔνη 43.693). Εξάλλου από το συνδυασμό των άρθρων 276 παρ.1 του Ν.3463/2006 «Κύρωση του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων» και 28 παρ.4 εδ. α του ν.2579/1998, που ορίζουν ότι οι Δήμοι και οι Κοινότητες έχουν όλες ανεξαιρέτως τις ατέλειες και τα δικαστικά, διοικητικά και δικονομικά προνόμια που παρέχονται στο Δημόσιο (το πρώτο)

528 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ και ότι οι διατάξεις του άρθρου 11 του ΚΔ/ τος της 26.6/10. 7.1944 έχουν εφαρμογή και σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (το δεύτερο) προκύπτει, ότι κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών δεν τρέχει και σε βάρος των Δήμων η εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 20 παρ.2 του ν.2882/2001, προς άρση δε της ανισότητας αυτής επιβάλλεται να επεκταθεί η ως άνω αναστολή και υπέρ των ιδιωτών διαδίκων, οι οποίοι, επομένως, όταν αντιδικούν προς το Δήμο δικαιούνται επίσης κατά τη διάρκεια των δικαστικών όμοια αναστολή της άνω προθεσμίας (ΑΠ 328/2005 ΕλλΔνη 328/2005 ΕλλΔνη 47.1438, ΕφΠατρ. 236/1995 ΕλλΔνη 37.1617). Στην προκειμένη περίπτωση, η 504/2006 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, που προσδιόρισε την προσωρινή τιμή μονάδας αποζημίωσης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, δημοσιεύθηκε, όπως από αυτήν προκύπτει, στις 4.8.2006, η δε από 2.1.2007 ένδικη αίτηση των αιτούντων (που είχαν λάβει μέρος στην ενώπιον του ανωτέρω Δικαστηρίου δίκη και δεν τους είχε επιδοθεί η άνω απόφαση) κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου στις 27.2.2007 ήτοι μετά τη λήξη της εξάμηνης προθεσμίας από τη δημοσίευση της προαναφερόμενης 504/2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών. Ενόψει δε ότι η παραπάνω εξάμηνη προθεσμία τρέχει και κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών (1-31 Αυγούστου) και δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 147 παρ.2 ΚΠολΔ, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, η ένδικη αίτηση ασκήθηκε εκπρόθεσμα και, συνεπώς πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να καταδικαστούν οι αιτούντες στα δικαστικά έξοδα των καθών η αίτηση (άρθρα 176ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. 300/2009 (Πρόεδρος: Νικόλαος Τρούσας, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Ανδρέας Κακολύρης-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Αλέξανδρος Τσάκνης, Φώτιος Στρανομίτης). Δήμος. Συμφωνία με ιδιώτη επισκευής αυτοκινήτου του και άρνησή του να καταβάλει την αμοιβή του επισκευαστή. Πρόκειται περί διαφοράς ιδιωτικού δικαίου και υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Η αγωγή με το προαναφερόμενο περιεχόμενο, εισάγει σύμφωνα με την ως άνω νομική σκέψη διαφορά ιδιωτικού δικαίου, δεδομένου ότι η σύμβαση μισθώσεως έργου-επισκευής αυτοκινήτου που ανήκε στην ιδιωτική περιουσία του εναγομένου Δήμου, από την οποία απορρέει η ένδικη διαφορά ρυθμίζεται από το ιδιωτικό δίκαιο και δεν περιλαμβάνει όρους που επέτρεπαν στον εναγόμενο Δήμο μονομερείς επεμβάσεις σε αυτήν, ούτε διέπεται από εξαιρετικό υπέρ αυτού νομοθετικό καθεστώς. Εξάλλου η αξίωση προς απόδοση της ωφελείας λόγω αδικαιολογήτου πλουτισμού είναι ιδιωτική διαφορά (ΕφΠατρ. 325/2004 Αχ.Νομ. 2005.550). Επομένως η ένδικη διαφορά που προέρχεται από σχέση ιδιωτικού δικαίου υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όπου ορθά έχει εισαχθεί (άρθρ. 1 ΚΠολΔ) και είναι απορριπτέος

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 529 ως μη νόμιμος ο σχετικός λόγος έφεσης που προβάλει ο εναγόμενος Δήμος περί ελλείψεως δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρ.2κπολδ). Συνεπώς η αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ ουσίαν. 370/2009 (Πρόεδρος: Νικόλαος Τρούσας, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νίττας, Ελένη Κούφη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Ιωάννης Μαράτος, Θάνος Αμπατζής). Επίταξη (άρθρο 18 παρ. 3 και 5 του Συντάγματος). Νόμοι που τη ρυθμίζουν. Περιπτώσεις επίταξης για την εκτέλεση συγκοινωνιακών έργων και μεγάλων δημόσιων έργων εθνικού επιπέδου. Η επίταξη αποτελεί αναγκαστική μίσθωση. Έτσι ο κύριος του πράγματος που έχει επιταχθεί (κύριος ακινήτου), παραχωρεί σ αυτόν υπέρ του οποίου γίνεται η επίταξη (μισθωτής) την χρήση του έναντι καταβολής σ αυτόν αποζημίωσης (μισθώματος) όσο χρόνο διαρκεί η κατάσταση που δημιουργήθηκε και για τη θεραπεία της οποίας έχει επιβληθεί η επίταξη. Η επίταξη διαφέρει από την αναγκαστική απαλλοτρίωση γιατί αυτή (η επίταξη) περιορίζεται στην προσωρινή αφαίρεση της χρήσης του πράγματος. Ο καθού η επίταξη εξακολουθεί να έχει την κυριότητα και τη νομή, ενώ την κατοχή αποκτά η διοίκηση ή ο υπερού επίταξη. Νομική και κανονιστική διοικητική πράξη. Ατομική διοικητική πράξη μη δημοσιευτέα επιφέρει αποτελέσματα έναντι εκείνου τον οποίο αφορά μόνο από την κοινοποίησή της προς αυτόν ή τουλάχιστον από την γνώση του. Περιστατικά. Με το άρθρο 18 παρ.3 και 5 του Συντάγματος προβλέπεται το μέτρο της επίταξης και το μέτρο της προσωρινής στέρησης της χρήσης και κάρπωσης της ιδιοκτησίας ως εναλλακτική μορφή του περιορισμού της ιδιοκτησίας, ελάσσονος επάχθειας σε σχέση με την απαλλοτρίωση. Τα σχετικά με την επίταξη ρυθμίζονται από διαφόρους νόμους. Έτσι με το άρθρο 6 παρ. 20 εδ. α του ν.2052/1995, ορίστηκε ότι: «Για τα έργα διαπλατύνσεων οδών ή μεγάλων κυκλοφοριακών αρτηριών (αυτοκινητοδρόμων), καθώς και κυκλοφοριακών κόμβων τα οποία χρηματοδοτούνται και από κοινοτικά προγράμματα περιορισμένου χρόνου και εφόσον έχει κηρυχθεί απαλλοτρίωση για την απόκτηση των αναγκαίων εκτάσεων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 5 του ν.1838/1951 προς εκτέλεση των έργων μέχρι τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης». Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2052/1992 καταργήθηκαν με το άρθρο 7Α παρ.8 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2882/2001 Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων και στη συνέχεια επανήλθαν σε ισχύ με το άρθρο 38 παρ.1 του ν.3016/2002. Περαιτέρω με το άρθρο 8 παρ.2 του ν.2576/1998 ορίστηκε ότι ανωτέρω διατάξεις περί επιτάξεων χώρων για την εκτέλεση συγκοινωνιακών έργων, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για την εκτέλεση όλων των άλλων μεγάλων δημοσίων έρ-

530 γων εθνικού επιπέδου, για τα οποία συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών. Εξάλλου στο άρθρο 5 παρ.2 και 3 του ν.1838/1951 ορίζεται ότι: «2.Επιτρέπεται η επίταξις υπό του Υπουργού Δημοσίων Έργων ή πραγμάτων αμέσως αναγκαιούντων εις την εκτέλεσιν των έργων υπό όρους και αποζημιώσεις κανονιζομένους και εγκρινομένους υπό του Υπουργού μετά γνώμην του κατά το άρθρο 3 Συμβουλίου. 3. Εν ταις περιπτώσεσιν επιτάξεων η αποζημίωσις καταβάλλεται αμέσως, επιτρεπομένης της περαιτέρω διεκδικήσεως δια της δικαστικής οδού κατά τας κειμένας διατάξεις..». Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι επίταξη είναι η με αναγκαστικές διατάξεις στέρηση χρήσης κάποιου πράγματος από τον κύριο του, έναντι αποζημίωσης, για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης, που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη και υγεία. Η επίταξη αποτελεί αναγκαστική μίσθωση, διότι με διατάξεις αναγκαστικού δικαίου δημιουργείται από την πολιτεία σχέση μίσθωσης πράγματος. Έτσι ο κύριος του πράγματος που έχει επιταχθεί, κυρίως ακινήτου (εκμισθωτής) παραχωρεί σε αυτόν υπέρ του οποίου γίνεται η επίταξη (μισθωτή) τη χρήση του έναντι καταβολής σε αυτόν αποζημίωσης (μισθώματος) όσο χρόνο διαρκεί η κατάσταση που δημιουργήθηκε και για την θεραπεία της οποίας έχει επιβληθεί η επίταξη. Η επίταξη διαφέρει από την αναγκαστική απαλλοτρίωση γιατί, ενώ η τελευταία επιφέρει διαρκή στέρηση της χρήσης του πράγματος και μετάθεση της κυριότητας του σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, η επίταξη περιορίζεται στην ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ προσωρινή αφαίρεση της χρήσης του πράγματος. Ο καθού η επίταξη εξακολουθεί να έχει την κυριότητα και τη νομή, ενώ την κατοχή αποκτά η διοίκηση ή ο υπέρου η επίταξη (βλ.κ.παπαδόπουλου «Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου» σ.60). Η επίταξη διέπεται κατ αρχήν από τις διατάξεις των ειδικών νόμων και συμπληρωματικά από τις διατάξεις περί μίσθωσης, εφόσον συμβιβάζονται με την ιδιαίτερη φύση της επίταξης. Έτσι σε περίπτωση επίταξης ο μισθωτής από τον οποίο αφαιρείται η χρήση του μισθίου, έχει δικαίωμα να μην πληρώσει μίσθωμα (άρθρο 576 ΑΚ, σε συνδυασμό με άρθρο 583 ΑΚ) και επίσης να καταγγείλει τη μίσθωση από τον οποίο αφαιρείται η χρήση του μισθίου, έχει δικαίωμα να μην πληρώσει μίσθωμα (άρθρο 576 ΑΚ, σε συνδυασμό με άρθρο 583 ΑΚ) και επίσης να καταγγείλει τη μίσθωση και να τη λύσει, διότι του αφαιρέθηκε η χρήση (Χ.Παπαδάκη «Αγωγές απόδοσης μισθίου» αρ. 2247 επ.). Περαιτέρω σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 18 παρ.1 και 19 του ν. 2690/1999 «Κώδικας διοικητικής διαδικασίας»: «Η ατομική διοικητική πράξη τελειούται με την υπογραφή και τη χρονολόγηση της, ή τη δημοσίευση της αν είναι δημοσιευτέα κατά νόμο. Η κανονιστική διοικητική πράξη τελειούται με τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν προβλέπεται ειδικός τρόπος δημοσίευσης», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 19 του ίδιου ως άνω νόμου: «Η ατομική διοικητική πράξη κοινοποιείται στο πρόσωπο στο οποίο αφορά. Με την επιφύλαξη των τυχόν οριζομένων σε ειδικές διατάξεις, η κοινοποίηση γίνεται με κάθε πρόσφορον τρόπο». Από τις άνω διατάξεις προκύπτει ότι ατομική διοικητική πράξη που κατά

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 531 νόμο δεν δημοσιεύεται, δεν επιφέρει τα έννομα αποτελέσματα της έναντι εκείνου τον οποίο αφορά, παρά μόνον από την κοινοποίηση της προς αυτόν ή τουλάχιστον από την γνώση του. Ο κανόνας αυτός που, χωρίς να καθιστά την κοινοποίηση συστατικό στοιχείο της πράξης, επιβάλλεται από την αρχή της φανερής δράσης της διοίκησης, έχει ως συνέπεια τέτοια πράξη να μην επιφέρει τα έννομα αποτελέσματα της έναντι του καλόπιστου διοικούμενου αν δεν του κοινοποιηθεί ή, τουλάχιστον, αν δεν περιέλθει αποδεδειγμένα σε γνώση του (ΣτΕ 858/2002 δημοσ. ΝΟΜΟΣ). Αποδεικνύονται, κατά την κρίση του δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι ενάγοντες και ήδη εφεσίβλητοι είναι συγκύριοι κατά 4/16 εξ αδιαιρέτου η πρώτη και 3/16 εξ αδιαιρέτου καθένας από τους λοιπούς, ενός αγροτεμαχίου έκτασης 5.100 τ.μ., μετά οικίσκου 50 τ.μ., που βρίσκεται στη θέση «Ράχη» του Δ.Δ. Κριθαρακίων του Δήμου Φαρρών Αχαΐας. Δυνάμει του από 8-2-2006 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης που καταρτίστηκε στην Πάτρα, οι ενάγοντες εκμίσθωσαν το άνω ακίνητο τους στην εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, για χρονικό διάστημα τριών μηνών, δηλαδή από 9-2-2006 έως 9-5-2006, οπότε υπολογιζόταν να γίνει η επίταξη του, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει αυτή ως εργοτάξιο της για την κατασκευή του φράγματος Πείρου-Παραπείρου, που ως ανάδοχος είχε αναλάβει και γενικότερα για τις ανάγκες των έργων της. Το μίσθωμα για όλο το ως άνω χρονικό διάστημα συμφωνήθηκε στο ποσό των 10.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των τελών χαρτοσήμου και έπρεπε να καταβάλλεται τις πρώτες τρεις ημέρες του μισθωτικού τριμήνου. Με το ίδιο ως άνω ιδιωτικό συμφωνητικό συμφώνησαν ακόμη οι διάδικοι ότι στην περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο η εναγόμενη παραμείνει στο μίσθιο ακίνητο και μετά το πέρας του συμβατικού χρόνου της μίσθωσης, θα συνεχίσει αυτή να καταβάλει το ίδιο ποσό μισθώματος ανά τρίμηνο. Με την υπ αριθμ. 1031286/0010/7-4-2005 ΚΥΑ κηρύχτηκε η απαλλοτρίωση εκτάσεων στην περιοχή κατασκευής του άνω έργου και με την υπ αριθμ. Δ12/0.33986/ 14-3-2006 απόφαση του Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ εγκρίθηκε η επίταξη για ένα έτος, σύμφωνα με τις διατάξεις του α.ν. 1838/1951, του ν. 2052/1992 και του ν.2576/1998, έκτασης 2.892.328, 80 τ.μ., για την κατασκευή του φράγματος Αστερίου και αγωγού προσαγωγής από Πείρο προς Παραπείρο στην περιοχή του Δήμου Φαρρών στο Ν. Αχαΐας, όπως η έκταση αυτή απεικονίζεται στο κτηματολόγιο που συνοδεύει την κήρυξη απαλλοτρίωσης. Η επίταξη έγινε, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην απόφαση αυτή, γιατί η παραπάνω έκταση, που κηρύχθηκε προς απαλλοτρίωση, έπρεπε να αποδοθεί ελεύθερη άμεσα στην ανάδοχο του προαναφερομένου έργου, δηλαδή στην εναγόμενη. Στην άνω έκταση περιλαμβάνεται και το μίσθιο ακίνητο. Στη συνέχεια με την υπ αριθμ. Δ12/0/39583/28-6-2007 απόφαση του Υφυπουργού ΠΕΧΩΔΕ εγκρίθηκε η παράταση της επίταξης της ίδιας ως άνω έκτασης από 15-3-2007 έως 15-3-2008, η οποία παράταση έγινε, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην απόφαση αυτή, γιατί κρίθηκε εξαιρετικά απαραίτητη για την ολοκλήρωση των εργασιών κατασκευής του έργου, καθόσον έπρεπε να αποδοθούν ελεύθερες άμεσα οι προς απαλλοτρίωση εκτάσεις στην ανάδοχο του προαναφερομένου έργου, δηλαδή

532 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ στην εναγόμενη. Επομένως η εναγόμενη, η οποία λόγω της επίταξης του μισθίου ακινήτου εμποδίστηκε να κάνει χρήση αυτού δυνάμει της συμβατικής σχέσης της μίσθωσης, απαλλάσσεται, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, από την υποχρέωση να καταβάλει στους ενάγοντες μισθώματα για το χρονικό διάστημα από το Μάιο του έτους 2006 έως τον Ιούλιο του έτους 2007, τα οποία ζητούν αυτοί με την ένδικη αγωγή. Οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι δεν γνώριζαν ότι είχε γίνει επίταξη του ακινήτου τους, καθόσον ουδέποτε τους κοινοποιήθηκε η άνω πρώτη απόφαση περί επίταξης και επομένως εξακολουθεί η υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει μίσθωμα και μετά την 9η -5-2006, μετά την οποία συνεχίζει να παραμένει στο μίσθιο ακίνητο. Πλην όμως ουδόλως αποδείχτηκε ότι οι ενάγοντες δεν γνώριζαν ότι είχε λάβει χώρα επίταξη. Ειδικότερα οι ενάγοντες είχαν κατ αρχήν γνώση ότι επίκειται η επίταξη του ακινήτου τους και γι αυτό άλλωστε με το άνω ιδιωτικό συμφωνητικό συμφώνησαν με την εναγόμενη ότι η μίσθωση θα διαρκέσει έως 9-5-2006, οπότε υπολογίζεται ότι θα γίνει επίταξη. Μετά την πάροδο του χρονικού αυτού διαστήματος οπωσδήποτε έλαβαν γνώση ότι εκδόθηκε απόφαση περί επίταξης του ακινήτου τους. Τούτο συνάγεται από το υπ αριθμ. πρωτ. 203/15-2- 2008 έγγραφο της Ειδικής Υπηρεσίας δημ.έργων, οδικών σηράγγων και υπογείων έργων του ΥΠΕΧΩΔΕ, με το οποίο η πρώτη ενάγουσα, φερόμενη στους κτηματολογικούς πίνακες φράγματος Αστερίου και αγωγού προσαγωγής από Πείρο προς Παραπείρο ως ιδιοκτήτρια των ιδιοκτησιών του κτηματολογίου με αριθμούς 16, 18 και 19 αρνήθηκε να παραλάβει την επίταξη που της δόθηκε για τις ιδιοκτησίες της για το χρονικό διάστημα από 15-3-2006 έως 15-3-2007 και από 15-3-2007 έως 15-3-2008 και από το υπ αριθμ. πρωτ. 428/27-3-2008 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας, με το οποίο βεβαιώνεται ότι από τους φερόμενους στους πίνακες επίταξης που αφορούν την κατασκευή του φράγματος Αστερίου, όταν κλήθηκαν δέχτηκαν την επίταξη για τις ιδιοκτησίες τους και προσήλθαν και πήραν την αποζημίωση τους όλοι οι άλλοι, πλην της πρώτης ενάγουσας, φερόμενης ιδιοκτήτριας των ιδιοκτησιών με αριθμ. κτημ. 16, 18 και 19, η οποία ειδοποιήθηκε και δεν προσήλθε και του Π.Σ, ο οποίος είναι κάτοικος εξωτερικού. Επομένως, αφού οι ενάγοντες έλαβαν γνώση της απόφασης περί επίταξης του ακινήτου τους, η απόφαση επέφερε, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη νομική σκέψη, έννομες συνέπειες και γι αυτούς. Εξάλλου η παραμονή της εναγόμενης στο άνω ακίνητο των εναγόντων μετά την λήξη του συμβατικού χρόνου της μίσθωσης, έγινε δυνάμει της επίταξης και όχι της μίσθωσης. Σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω πρέπει ν απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή ως αβάσιμη κατ ουσίαν και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγόμενης και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας σε βάρος των εναγόντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183 και 191 παρ.2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 533 430/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Δημήτριος Οικονόμου-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Δικαστικός Αντιπρόσωπος του Ν.Σ.Κ Ευτυχία Τσούντου, Νικόλαος Μασούρας, Μαρία Τζεφριού). Βοσκήσιμες γαίες των νομών Ακαρνανίας και Αιτωλίας, Φθιώτιδος και Φωκίδος και των περιοχών Λεβαδείας και Θηβών. Παραχωρούνται με το ν. ΚΘ /1864 στην κατά παράκληση κατοχή των δήμων που στην περιοχή τους βρίσκονται, για να ενοικιάζονται με δημοπρασία προς όφελος «και των οικείων επαρχιών». Μετά ταύτα παραχωρήθηκαν κατά κυριότητα και νομή στην κοινότητα στην περιοχή της οποίας βρίσκονται οι βοσκήσιμες γαίες (β.δ. από 17-4/31.7.1936. Τελικά οι βοσκήσιμες γαίες ανήκουν κατά κυριότητα στην οικεία κοινότητα και στο δημόσιο ανήκουν κατά κυριότητα και νομή τα δάση. Σειρά νομοθετημάτων για την τύχη των βοσκήσιμων γαιών επί των οποίων χωρεί και έκτακτη χρησικτησία αν η τριακονταετία έχει συμπληρωθεί μέχρι 15/9/1915. Κατά το άρθρο 2 του νόμου ΚΘ /1864 «περί βοσκησίμων γαιών», «οι κατά τους νόμους Ακαρνανίας και Αιτωλίας, Φθιώτιδος και Φωκίδος και τας επαρχίας Λεβαδείας και Θηβών εθνικοί βοσκήσιμοι τόποι παραχωρούνται εις την κατά παράκλησιν κατοχήν των δήμων, εν τη περιφέρεια των οποίων κείνται, θέλουσι δε ενοικιάζεσθαι δια δημοπρασίας προς όφελος και των οικείων επαρχιών». Περαιτέρω, στο εδάφιο δ του άρθρου 12 του νόμου ΔΝΖ/1912, όπως τούτο διατυπώθηκε τελικά στο από 17.4/31.7.1936 β.δ/μα «περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον της περί δήμων και κοινοτήτων νομοθεσίας» ορίζονται τα ακόλουθα: «Παραχωρούνται εις την κυριότητα και νομήν εκάστης κοινότητος οι εντός των ορίων της περιφερείας της περιλαμβανόμενοι εθνικοί βοσκήσιμοι τόποι, ως καθωρίσθησαν τα όρια ταύτα κατά τα προς εφαρμογήν του νόμου ΚΘ της 31 Ιανουαρίου /18 Φεβρουαρίου 1864 «περί βοσκησίμων γαιών», του από 9/11 Ιανουαρίου 1878 β.δ., του από 19/20 Μαρτίου 1882 νόμου και του νόμου ΑΡΠ της 18.4/4.5.1864 συνταχθέντα πρώτα πρωτόκολλα των αρμοδίων επιτροπών και τα επί τη βάσει τούτων κατηρτισμένα τοπογραφικά διαγράμματα, εφ όσον τοιαύτα υπάρχωσιν». Στο εδάφιο ε του αυτού ως άνω άρθρου ορίζεται ότι : Κατά το προηγούμενον εδάφιον, εις την νομήν εκάστης κοινότητος, ανηκούσης τους διεπόμενους υπό του νόμου ΚΘ της 31 Ιανουαρίου 1864 νομούς, παραχωρούνται ου μόνον οι εις την κατά παράκλησιν νομήν τους ανήκοντες, αλλά πάντες οι εντός των ορίων της περιφερείας της περιλαμβανόμενοι εθνικοί βοσκήσιμοι τόποι πάσης κατηγορίας και γαΐαι, συμπεριλαμβανομένων και των εξηρημένων διανομής, πλην των εν των εβδόμω εδαφίω του παρόντος άρθρου ειδικώς εξαιρουμένων». Στο εν λόγω δε ζ εδάφιο ορίζεται ότι «το Δημόσιον διατηρεί τα προ της ισχύος του νόμου ΔΝΖ /1912 ανήκοντα αυτώ δικαιώματα κυριότητος και νομής επί των εντός των εθνικών βοσκησίμων

534 τούτων τόπων περιλαμβανομένων εθνικών δασών, πλην των εξ αγριελαιών αποτελουμένων, καθοριζομένων προς τούτο δια διατάγματος εκδιδομένου προτάσει του επί της Γεωργίας Υπουργού και επί τη αιτήσει του οικείου δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου». Από το συνδυασμό όλων των πιο πάνω διατάξεων σαφώς προκύπτει ότι οι εθνικοί βοσκήσιμοι τόποι που βρίσκονταν στους νομούς Ακαρνανίας και Αιτωλίας Φθιώτιδος και Φωκίδος και στις επαρχίες Λεβαδείας και Θηβών, παραχωρήθηκαν αρχικά μεν με το νόμο ΚΘ /1864 στην κατά παράκληση κατοχή των δήμων, από της ενάρξεως δε της ισχύος του νόμου ΔΝΖ /1912 και ανεξάρτητα από το αν είχαν συνταχθεί γι αυτούς τοπογραφικά διαγράμματα και πρωτόκολλα, τα ακίνητα αυτά παραχωρήθηκαν στην κυριότητα και νομή των κοινοτήτων, μέσα στα διοικητικά όρια των οποίων περιελαμβάνοντο, ενώ το Δημόσιο διατήρησε την κυριότητα και νομή μόνον των εθνικών δασών, εφόσον τέτοια υπήρχαν μέσα στους παραχωρούμενους βοσκήσιμους τόπους. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 του νόμου ΑΧΝ/1888 «περί διακρίσεως και οριοθεσίας των δασών», το οποίο περιλήφθηκε στο άρθρο 57 του ν.3077/1924 «περί δασικού κωδικός», δάσος είναι «πάσα έκτασις εδάφους εν όλω ή εν μέρει υπό αγρίων ξηλωδών φυτών οιωνδήποτε διαστάσεων και ηλικίας καλυπτόμενη και προς παραγωγήν ξυλείας ή και άλλων προϊόντων προωρισμένη», ενώ περαιτέρω ως «δασικά εδάφη» χαρακτηρίζονται «αι εντός των δασών ασκεπείς εκτάσεις αι ασκεπείς κορυφαί των ορέων και αι πλευραί αυτών αι έχουσαι κλιτύν ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ κατωφερεστέραν των 36 τοις εκατόν». Οι εν λόγω ορισμοί δεν αφίστανται εκείνων του άρθρου 45 παρ.1 και 2 του μεταγενέστερου ν.δ. της 11/11.5.1929 «περί δασικού κωδικός», που κυρώθηκε με τον ν. 4173/1929. Εξ άλλου, κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 9 του α.ν. της 3/3.6.1935 (ο οποίος αναδημοσιεύθηκε την 22.6.1935), «ως δασικαί εκτάσεις, δασικοί βοσκότοποι ή δασικαί βοσκαί χαρακτηρίζονται εκτάσεις καλυπτόμενοι υπό αραιάς και πενιχράς βλαστήσεως, κυρίως της ζώνης των αειθαλών πλατύφυλλων, των οποίων η δασική εκμετάλλευσις εις τον αρμόζοντα περιτροπικόν χρόνον, λόγω δυσμένειας φυσικών παραγόντων ή είδους βλαστήσεως θεωρείται οικονομικώς ασύμφορος». Με τη τελευταία αυτή διάταξη εισάγεται για πρώτη φορά η έννοια των «δασικών εκτάσεων ή δασικών βοσκοτόπων ή δασικών βοσκών», ως ειδική κατηγορία της δασικής ιδιοκτησίας, η οποία διατηρήθηκε και υπό την ισχύ του άρθρου 1 παρ.2 του ήδη ισχύοντος δασικού κώδικος (ν.δ. 86/1969). Τέλος είναι δυνατή η κτήση κυριότητας βοσκήσιμων τόπων εθνικών ή μη από κοινότητα με έκτακτη χρησικτησία, αν αυτή είτε ως ανοργάνωτη με το σύνολο των κατοίκων της είτε ως οργανωμένη, νεμόταν με διάνοια κυρίου και καλή πίστη επί μία τριαντακονταετία, η οποία προκειμένου για εθνικούς βοσκοτόπους, έπρεπε να είχε συμπληρωθεί μέχρι και τις 12.9.1915 αφού μεταγενέστερα δεν επιτρέπεται χρησικτησία επ αυτών (Εφ. Πατρ. 686/1999 προσκομιζόμενη).

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 535 605/2009 (Πρόεδρος: Νικόλαος Τρούσας, Πρόεδρος Εφετών) (Δικαστές: Δημήτριος Νίττας, Επαμεινώνδας Παπαγιαννόπουλος Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Αναστάσιος Παπαϊωάννου, Ιωάννης Μιμμής, Αριστείδης Φατούρος). Αναγκαστική Απαλλοτρίωση. Ανάκληση σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2882/2001. Αρμοδιότητες του τριμελούς διοικητικού Πρωτοδικείου της περιοχής. Παρέλευση εύλογου χρόνου και μη συντέλεση της απαλλοτρίωσης. Αντίκειται στο άρθρο 17 του Συντάγματος (ν.2190/2002) και ακυρώνεται. Διαδικασία. O ισχύων νόμος περί Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων (Ν. 2882/2001) διακρίνει την ανάκληση της απαλλοτρίωσης σε αυτή που δεν συντελέστηκε (άρθρο 11) κατά υποχρέωση από τη συνταγματική διάταξη του άρθρου 17 παρ.4 εδ. δ και αυτή που συντελέσθηκε (άρθρο 12). Ο ν. 2882/2001 διακρίνει δύο περιπτώσεις ανάκλησης, την αυτοδίκαιη (του άρθρου 11 παρ.3) και τη μη αυτοδίκαιη ανάκληση (των άρθρων 11 παρ.2 και 12). Με το άρθρο 11 παρ.2 του ως άνω νόμου, η παράλειψη δικαστικού καθορισμού της αποζημίωσης για τέσσερα έτη, παρέχει το δικαίωμα στον ιδιοκτήτη να ζητήσει την ανάκληση, με αίτησή του προς την Αρχή που κήρυξε την Απαλλοτρίωση, εντός ενός έτους από την παρέλευση της προθεσμίας, η οποία (Αρχή) με πράξη της υποχρεωτικά ανακαλεί την Απαλλοτρίωση. Η ανάκληση στην περίπτωση αυτή είναι μη αυτοδίκαιη. Σύμφωνα δε με το άρθρο 11 παρ.3 εδ. α του ίδιου ως άνω Νόμου, η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδικαίως, εάν δεν συντελεστεί μέσα σε ενάμισυ έτος από τη δημοσίευση της απόφασης προσωρινού καθορισμού της αποζημίωσης και στην περίπτωση του απευθείας οριστικού καθορισμού αυτής, από τη δημοσίευση της σχετικής απόφασης, η αρμόδια δε Αρχή για την κήρυξη της απαλλοτρίωσης, υποχρεούται να εκδώσει μέσα σε τέσσερις μήνες από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας, βεβαιωτική πράξη για την επελθούσα αυτοδίκαιη άρση, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (άρθρο 11 παρ.3 εδ. β Ν. 2882/2001). Εξάλλου, με τη διαχρονικού δικαίου διάταξη του άρθρου 29 παρ.2 του ν. 2882/2001 «Απαλλοτριώσεις που κηρύχθηκαν από 1ης Φεβρουαρίου 1971 και εφεξής» διέπονται από τις διατάξεις του παρόντος από το σημείο στο οποίο βρίσκονται κατά την έναρξη της ισχύος αυτού. Εξαιρούνται τα θέματα εκείνα για τα οποία κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει κοινοποιηθεί εισαγωγικό δικόγραφο της σχετικής δίκης ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου, ή έχει εκδοθεί σχετική διοικητική πράξη, ως προς τα οποία εφαρμόζονται μόνον οι διαδικαστικές διατάξεις του παρόντος». Από τις παραπάνω διατάξεις, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 4 του Ν. 2882/2001, κατά την οποία εάν περάσουν άπρακτες σι προθεσμίες των παρ.2 και 3 του ίδιου άρθρου περί ανάκλησης και άρσης μη συντελεσμένης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, κάθε εν-

536 διαφερόμενος δύναται να ζητήσει από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο την έκδοση δικαστικής απόφασης, με την οποία να βεβαιώνεται η αυτοδίκαιη ή υποχρεωτικώς επελθούσα άρση της απαλλοτρίωσης προκύπτει ότι όσες απαλλοτριώσεις υπάγονται, κατά τις παραπάνω διακρίσεις, στο Ν. 2882/2001, η ανάκληση ή η άρση της απαλλοτρίωσης γίνεται από την Αρχή που κήρυξε αυτή και κατ εξαίρεση από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο, όπως προελέχθη. Επομένως, δεν συντρέχει αρμοδιότητα πολιτικού δικαστηρίου προς τούτο και δη Εφετείου. Σημειωτέον, ότι στις ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις μετά το άρθρο 36 παρ.1 του ν. 1337/1983 που κατήργησε τη δυνατότητα ανάκλησής τους για το μη δικαστικό καθορισμό εντός ορισμένης προθεσμίας, δεν υφίσταται πλέον αρμοδιότητα του Εφετείου, πολιτικού ή διοικητικού (Ολ Σ.τ.Ε 2754/1994 Αρμ.1995, 650), για δε τη βεβαίωση της αυτοδίκαιης ανάκλησης και το σχετικό ένδικο μέσο για την ανάκληση της απαλλοτρίωσης είναι μόνο η αίτηση ακύρωσης στο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο (άρθρο 1 παρ.2 του άρθρου πρώτου της από 21.12.2001 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, που κυρώθηκε με το ν. 2990/ 2002), κατά της άρνησης της Διοίκησης να εκδόσει σχετική πράξη και να τροποποιήσει το ρυμοτομικό σχέδιο, γιατί η απαλλοτρίωση λόγω παρόδου εύλογου χρόνου και μη ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ συντέλεσης της αντίκειται στην προστασία του άρθρου 17 παρ.2 του Συντάγματος (βλ. Κ. Χορομίδη Το δίκαιο της ρυμοτομίας και του πολεοδομικού σχεδιασμού (1994) παρ.97 επ., σελ. 574 επ.). Περαιτέρω, τα τακτικά πολιτικά δικαστήρια όταν κρίνουν τις υπαγόμενες σ αυτά κατά το άρθρο 1 ΚΠολΔ ιδιωτικές διαφορές, μπορούν, εφόσον αυτό δεν αποκλείσθηκε από το νόμο, να εξετάσουν παρεμπιπτόντως το κύρος και τη νομιμότητα των πράξεων της διοικήσεως. Ο έλεγχος όμως αυτός της νομιμότητας περιορίζεται στην έρευνα αν τα όργανα της διοικήσεως ενήργησαν σύμφωνα με τους καθορισμένους από το νόμο όρους και τύπους και εντός της εξουσίας που ανήκει σ αυτά, χωρίς να μπορούν να ελέγξουν και την ουσιαστική αυτών κρίση ως προς την ύπαρξη ή μη των απαιτουμένων πραγματικών προϋποθέσεων (ΑΠ 350/1990 ΝοΒ 39,563, ΕφΠατρών 499/1999 Αχαϊκή Νομολογία 2000 σελ. 313). Τέλος, κατά το άρθρο 13 του ν. 2882/2001, η αποζημίωση πρέπει να είναι πλήρης και να ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία του απαλλοτριουμένου ακινήτου και των συναπαλλοτριούμενων συστατικών του κατά το χρόνο της συζήτησης για τον προσωρινό ή τον οριστικό (εφόσον από την πρώτη συζήτηση παρήλθε έτος) προσδιορισμό της αποζημίωσης (ΟλΑΠ 31/2005 ΕλλΔνη 46.727, ΑΠ 1238/2006 ΝοΒ 54,1495). 683/2009 (Πρόεδρος: Χρήστος Χασιώτης, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Δημήτριος Νινιός, Στεφανία Καραντζά, Βασιλική Γρηγοροπούλου, Δημήτριος Ρέκκας-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Νικόλαος Παρασκευόπουλος, Μαρία Παπαγεωργίου, Δικαστικός Αντιπρόσωπος του Ν.ΣΚ. Πέτρος Κωνσταντινόπουλος). Δημόσια έργα. Επιμετρήσεις του έργου. Διαδικασία. Αφανείς εργασίες. Διαδικασία επι-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 537 κοινοποιεί στον ανάδοχο. Η κοινοποίηση αυτή θεωρείται πράξη της διευθύνουσας υπηρεσίας κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 12 του Νόμου 1418/84 και ο ανάδοχος αν δεν αποδέχεται τις διορθώσεις μπορεί να ασκήσει το προβλεπόμενο από το Νόμο δικαίωμα της ένστασης, 3. Όταν πρόκειται για εργασίες που η ποσοτική τους επαλήθευση δεν θα είναι δυνατή στην τελική μορφή του έργου, όπως εργασίες που πρόκειται να επικαλυφθούν από άλλες και να μην είναι τελικά εμφανείς, ο χαρακτηρισμός της σκληρότητας εδαφών, ποσότητες που παραλαμβάνονται με ζύγιση ή άλλα παρόμοια, ο ανάδοχος υποχρεούται να καλέσει τον επιβλέποντα να προβούν από κοινού στην καταμέτρηση, χαρακτηρισμό ή ζύγιση και να συντάξουν πρωτόκολλο παραλαβής αφανών εργασιών, πρωτόκολλο χαρακτηρισμού εκσκαφών ή πρωτόκολλο ζυγίσεως αντίστοιχα. Η Διευθύνουσα υπηρεσία μπορεί σε σοβαρές περιπτώσεις να ορίσει επιτροπή για την παραλαβή των εργασιών και τη σύνταξη των πιο πάνω πρωτοκόλλων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί επίσης και η προϊσταμένη αρχή να παραγγείλει τη συγκρότηση τέτοιων επιτροπών, 4. Δύο μήνες το αργότερο μετά τη βεβαιωμένη περάτωση του έργου ο ανάδοχος είναι υποχρεωμένος να υποβάλει στη Διευθύνουσα υπηρεσία τυχόν επιμέρους επιμετρήσεις που λείπουν και την τελική επιμέτρηση, δηλαδή τελικό συνοπτικό πίνακα που ανακεφαλαιώνει τις ποσότητες όλων των τμηματικών επιμετρήσεων και των πρωτοκόλλων της παρ. 3. Αν αυτές έχουν ελεγχθεί από τη Διευθύνουσα υπηρεσία, οι ποσότητες τίθενται όπως διορθώθηκαν έστω και αν εκμέτρησης. Τελική επιμέτρηση. Διαδικασία. Συγκριτικός πίνακας και πρωτόκολλα κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών. Διαδικασία. Περιστατικά και λεπτομέρειες. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 38 του ν. 609/1985 περί δημοσίων έργων: Ι. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του έργου παίρνονται όλα τα αναγκαία στοιχεία για την επιμέτρηση των ποσοτήτων των εκτελούμενων εργασιών. Οι επιμετρήσεις συντάσσονται με μέριμνα και δαπάνη του αναδόχου και υπόκεινται στον έλεγχο της υπηρεσίας. Τα επιμετρητικά στοιχεία λαμβάνονται από κοινού από τους επιβλέποντα και εκπρόσωπο του αναδόχου, καταχωρούνται σε επιμετρητικά φύλλα εις διπλούν που υπογράφονται από τα δύο μέρη και-καθένα παίρνει από ένα αντίγραφο, 2. Στο τέλος κάθε μήνα ο ανάδοχος συντάσσει επιμετρήσεις κατά διακριτά μέρη του έργου για τις εργασίες που εκτελέσθηκαν τον προηγούμενο μήνα. Η επιμέτρηση περιλαμβάνει για κάθε εργασία συνοπτική περιγραφή της με ένδειξη του αντίστοιχου άρθρου του τιμολογίου ή των πρωτοκόλλων κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών, τους αναλυτικούς υπολογισμούς για τον προσδιορισμό της ποσότητας των εργασιών που εκτελέσθηκαν και τα αναγκαία γι αυτό επιμετρητικά σχέδια και διαγράμματα με βάση τα στοιχεία απευθείας καταμέτρησης των εργασιών ή των πρωτοκόλλων της επόμενης παραγράφου. Οι επιμετρήσεις, συνοδευόμενες από τα αναγκαία επιμετρητικά σχέδια επιμετρητικά υποβάλλονται από τον ανάδοχο στη Διευθύνουσα υπηρεσία για έλεγχο αφού υπογραφούν απ αυτόν με την ένδειξη όπως συντάχθηκαν από τον ανάδοχο. Η Διευθύνουσα υπηρεσία μετά την παραβολή προς τα επιμετρητικά στοιχεία, τον έλεγχο και τυχόν διόρθωση των υπολογισμών, εγκρίνει τις επιμετρήσεις και τις

538 ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ κρεμούν κατ αυτών ενστάσεις του αναδόχου ή αιτήσεις θεραπείας. Η καταχώρηση αυτή στην τελική επιμέτρηση δεν αποτελεί παραίτηση του αναδόχου από τέτοιες αιτήσεις ή ενστάσεις που έχουν ασκηθεί νόμιμα, ούτε παρέχει το δικαίωμα σ αυτόν να υποβάλλει νέες. Για τις επιμέρους επιμετρήσεις που δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί από την υπηρεσία ή γι αυτές που τυχόν υποβάλλονται για πρώτη φορά μαζί με την τελική επιμέτρηση, καταχωρούνται οι ποσότητες των επιμετρήσεων όπως συντάχθηκαν απ τον ανάδοχο πριν από τον έλεγχο της υπηρεσίας. Η τελική επιμέτρηση υπογράφεται απ τον ανάδοχο με την ένδειξη όπως συντάχθηκε από τον ανάδοχο. Η Διευθύνουσα υπηρεσία έχει υποχρέωση να προβεί στον έλεγχο της τελικής επιμέτρησης μέσα σε δύο μήνες από την υποβολή της και να κοινοποιήσει στον ανάδοχο την ελεγμένη και τυχόν διορθωμένη επιμέτρηση. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 έχει εφαρμογή για την τελική επιμέτρηση, 5. Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα από τον ανάδοχο η τελική επιμέτρηση επιβάλλεται σε βάρος του, για κάθε συμπληρωμένο μήνα καθυστέρησης, ειδική ποινική ρήτρα ποσοστού δύο χιλιοστών (2 ο/οο) επί του συνολικού ποσού που έχει καταβληθεί στον ανάδοχο μέχρι τότε για την όλη σύμβαση. Η ποινική ρήτρα επιβάλλεται με απόφαση της Διευθύνουσας υπηρεσίας και για έξι το πολύ μήνες καθυστέρησης. Ανεξάρτητα από την επιβολή της ποινικής ρήτρας και μετά την πάροδο του χρόνου επιβολής της η τελική επιμέτρηση συντάσσεται από την υπηρεσία που μπορεί να χρησιμοποιήσει γι αυτό ιδιώτες τεχνικούς και συνεργεία καταλογίζοντας τη σχετική δαπάνη σε βάρος του αναδόχου. Η τελική επιμέτρηση που συντάσσεται μ αυτόν τον τρόπο κοινοποιείται στον ανάδοχο, 6. Μαζί με την τελική επιμέτρηση ο ανάδοχος μπορεί να υποβάλλει και κάθε άλλο αίτημα του που σχετίζεται με την εκτέλεση της σύμβασης, για το οποίο δεν έχει χάσει το σχετικό δικαίωμα από κάποια άλλη αιτία. Μετά την υποβολή της τελικής επιμέτρησης μόνο για οψιγενείς αιτίες μπορεί ο ανάδοχος να εγείρει σχετικές απαιτήσεις και 7. Στις περιπτώσεις συμβάσεων που προβλέπουν πληρωμή με κατ αποκοπή τίμημα, τελική επιμέτρηση είναι η επιβεβαίωση κατασκευής των επιμέρους εργασιών ποιοτικά και ποσοτικά όπως προβλέπονται στη σύμβαση. Για την πραγματοποίηση των τμηματικών πληρωμών εφαρμόζονται επιμέρους ποσοστά εκτέλεσης εργασιών κατά τμήματα του έργου όπως ορίζεται στη σύμβαση. Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 8 παρ. 1 του ν. 1418/84 (Α 23) και 43 παρ. 2 και 3 του Π.Δ.. 609/85 (Α 223), όπως οι διατάξεις αυτές ίσχυαν κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, σε περίπτωση που επιβάλλεται η αύξηση των ποσοτήτων των εργασιών ή η εκτέλεση εργασιών που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, συντάσσεται συγκριτικός πίνακας και, ενδεχομένως, πρωτόκολλο κανονισμού τιμών μονάδος νέων εργασιών. Περαιτέρω, στην παρ. 5 του άρθρου 43 ορίζεται ότι: «Οι συγκριτικοί πίνακες και τα πρωτόκολλα κανονισμού τιμών μονάδας νέων εργασιών που τους συνοδεύουν, συντάσσονται από τη Διευθύνουσα υπηρεσία και υπογράφονται από τον ανάδοχο ανεπιφύλακτα ή με επιφύλαξη Ο συγκριτικός πίνακας και τα πρωτόκολλα νέων τιμών εγκρίνονται από την Προϊσταμένη Αρχή στην οποία διαβιβάζονται μαζί με την τυχόν ένσταση του αναδόχου, αιτιολογική έκθεση για την ανάγκη των τροποποιήσε-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 539 ων, τον τρόπο κανονισμού των τιμών και κάθε σχετική πληροφορία...». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η έγκριση του συγκριτικού πίνακα και του πρωτοκόλλου νέων τιμών πρέπει, εν όψει της ανάγκης ταχείας περατώσεως των δημοσίων έργων και της χωρίς καθυστέρηση πληρωμής του αναδόχου (άρθρο 5 παρ. 8 του ν. 1418/84), να ενεργείται μέσα σε εύλογο χρόνο, τέτοιος δε χρόνος πρέπει να θεωρείται το τρίμηνο από την υποβολή τους στην Προϊσταμένη Αρχή. Κατά συνέπεια, με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή τους στην εν λόγω Αρχή, ο συγκριτικός πίνακας και το πρωτόκολλο νέων τιμών θεωρούνται ότι έχουν αυτοδικαίως εγκριθεί, η Αρχή δε αυτή δεν μπορεί πλέον, μετά την πάροδο του τριμήνου, να προβεί σε τροποποιήσεις αυτών (ΣτΕ 619/2003, 2711/2002, πρβλ και ΣΕ 4452/2001 ΤΝΠ ΔΣΑ). Στην προκειμένη περίπτωση, η ανάδοχος του έργου Αντλιοστάσιο ζώνης β πόλεως Πατρών και συναφή έργα, προσφεύγουσα ανώνυμη Τεχνική εταιρεία «ΕΡΤΕΚΑ Α.Ε.», εκθέτει, με τους λόγους της ένδικης, από 22.2.2007, προσφυγής της: α) ότι η 18η Αναλυτική Επιμέτρηση, που συνοδεύει το αντίστοιχο Πρωτόκολλο Παραλαβής Αφανών Εργασιών (ΠΠΑΕ) του έργου, υποβλήθηκε νομοτύπως από αυτήν στην Διευθύνουσα Υπηρεσία της πρώτης καθής (ΔΕΥΑΠ) στις 7.2.2006 και διορθώθηκε αναρμοδίως από τον επιβλέποντα το έργο Πολιτικό Μηχανικό Χρ. Λ και όχι από την ίδια τη Δ.Υ., ούτως ώστε η διόρθωση να τυγχάνει άκυρη. Λόγω δε παρόδου τριμήνου, ως ευλόγου χρόνου, από την υποβολή (8.5.2006), χωρίς νόμιμη διόρθωση ή οποιαδήποτε αντίρρηση της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, οι συγκεκριμένες επιμετρήσεις της προσφεύγουσας θεωρούνται πλέον ως επικυρωμένες, β) ότι κι αν ακόμη θεωρηθεί ότι η αναλυτική επιμέτρηση δεν εγκρίθηκε αυτοδικαίως, κατά τα ανωτέρω, λόγω του ότι πρόκειται για εργασίες που, από τη φύση τους (υπόγειοι αγωγοί) δεν είναι δυνατή η ποσοτική τους επαλήθευση στην τελική μορφή του έργου, η καθής εργοδότρια όφειλε, προβαίνοντας με τον επιβλέποντα στη σύνταξη πρωτοκόλλου αφανών εργασιών, να συμπεριλάβει, στο σχετικό υπ αρ. 465Β2/ΑΙ 20/1 3.3.2006 έγγραφο της, που απέστειλε στην Ανάδοχο - καθής, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για την ύπαρξη των στοιχείων εκείνων που επέβαλαν τη διόρθωση των ΠΠΑΕ, δεδομένου και του ότι ευθύνεται (καθής) για διαρροές που παρουσιάστηκαν στους κατασκευασθέντες αποχετευτικούς αγωγούς του έργου, με βάση τις οποίες προέβη (καθής) σε διορθώσεις-περικοπές, σε βάρος της προσφεύγουσας, ως. υπευθύνου διαρροών αυτού, ύψους 1.309.423,65 και γ) ότι, σε κάθε περίπτωση, η ίδια (προσφεύγουσα) ουδεμία ευθύνη φέρει για τις διαρροές αυτές, που προκάλεσαν την καθυστέρηση στη συμβατική προθεσμία του έργου, για τους λόγους που ειδικότερα αναπτύσσει στο δικόγραφο της. Ζητεί δε, κατόπιν τούτων: 1) Να αναγνωρισθεί ότι η 18η Αναλυτική Επιμέτρηση, που συνοδεύει το υποβληθέν από αυτή 18ο ΠΠΑΕ, έχει αυτοδικαίως εγκριθεί, ΙΙ) Να ακυρωθούν σι διορθώσεις - περικοπές που έγιναν από την καθής στην 18η Αναλυτική Επιμέτρηση και στο 18 ΠΠΑΕ και ΙΙΙ) να αναγνωρισθεί ότι η καθής οφείλει να της καταβάλει 1.309423,65, νομιμότοκα από το χρόνο της αυτοδίκαιης έγκρισης της επιμέτρησης, άλλως από την άσκηση της προσφυγής, με καταδίκη των καθών στη δικαστική της δαπάνη. Επικουρικά δε, ζητεί το παραπά-

540 νω ποσό σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ αρ. 133/1999 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) της καθής εγκρίθηκε η μελέτη του έργου «Αντλιοστάσιο ζώνης (β) πόλης Πατρών και συναφή έργα» και προκηρύχθηκε για το έργο αυτό διεθνής μειοδοτικός διαγωνισμός, που έλαβε χώρα στις 13.12.1999. Ανάδοχος του έργου, προϋπολογισμού 3.835.000.000 δραχμών (συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης και ΦΠΑ), αναδείχθηκε η προσφεύγουσα εταιρεία «ΕΡΤΕΚΑ Α.Ε.». Το δημοπρατηθέν ως άνω έργο αφορούσε την κατασκευή οικοδομικών εργασιών του ανωτέρω αντλιοστασίου επί της οδού Ανθείας, μετά των καταθλιπτικών αγωγών του και των αγωγών υπερχείλισης του. Επίσης, σε όλο το μήκος των αγωγών, όπου επρόκειτο να εκτελεστούν τα παραπάνω έργα, προβλεπόταν η κατασκευή χωριστού δικτύου αποχέτευσης (αγωγοί ομβρίων και λυμάτων) και η εκτέλεση λοιπών συναφών εργασιών. Με την υπ αριθμ 113/2001 απόφαση του Δ.Σ. της καθής εγκρίθηκε μεν (νομοτύπως) μερική τροποποίηση της μελέτης του έργου, που αφορούσε τη μερική αλλαγή χάραξης του ωθητικού αγωγού αυτού, πλην όμως η τροποποίηση αυτή έγινε δεκτή άνευ επιφυλάξεως και αντιρρήσεως από την Ανάδοχο, την οποία μάλιστα διευκόλυνε αφού μείωνε τις δυσχέρειες και το βάθος τοποθέτησης των αγωγών. Η εκτέλεση του έργου αυτού, διεπόταν από τη σύμβαση και τα συνοδευτικά αυτής συμβατικά τεύχη της εργολαβίας και η συμβατική προθεσμία περαίωσης του ήταν δεκαοκτώ (18) ημερολογιακοί μήνες, (μέχρι 4.10.2002), πλην όμως η προθεσμία αυτή παρατάθηκε διαδοχικά τέσσερις (4) φορές μέχρι τις ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ 31.7.2004. Λόγω του ότι υπήρχαν καθυστερήσεις στην εκτέλεση του εγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος και ήταν εμφανής η μη εμπρόθεσμη περαίωση του έργου, η καθής επέδωσε στην ανάδοχο εταιρεία την υπ αριθμ. 2209Β2/ Ε106/22.7.2004 ειδική πρόσκληση του άρθρου 47 του Π.Δ. 609/1985 για τις υπολειπόμενες εργασίες. Με την ως άνω ειδική πρόσκληση τέθηκε προθεσμία 40 ημερολογιακών ημερών για την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών. Στις 29.10.2004, ενώ είχε παρέλθει τόσο η εγκεκριμένη προθεσμία του έργου (31.7.2004) όσο και η προθεσμία της ειδικής πρόσκλησης, δεν είχαν εκτελεστεί οι ακόλουθες εργασίες: 1) «Τελικοί έλεγχοι δοκιμής αγωγών» ήτοι δοκιμές πίεσης και στεγανότητας σε δύο (2) από τους έξι (6) καταθλιπτικούς αγωγούς (σε έναν Φ630 και ένα Φ710). Στους υπόλοιπους αγωγούς που δοκιμάστηκαν (σε έναν Φ630, ένα Φ710 και δυο Φ450) διαπιστώθηκαν διαρροές. 2) «Αποπεράτωση εργασιών φρεατίου συμβολής αγωγών», οι οποίες είναι: α) διαμόρφωση πυθμένα β) επιχρίσματα, γ) πλακοστρώσεις, δ) βαφή με εποξειδικό υλικό, ε) καλύμματα, στ) κλίμακες καθόδου και ζ) έλεγχοι και καθαρισμός, καθώς και η διαμόρφωση ροών, τα επιχρίσματα και η βαφή με στεγανωτικό υλικό του συνόλου των φρεατίων επίσκεψης. Επίσης, στην ανάδοχο εταιρεία, επιδόθηκε ειδική διαταγή του άρθρου 46 του Π.Δ. 609/1985 και είχε ταχθεί προθεσμία 20 ημερολογιακών ημερών, για την επισκευή και τον επανέλεγχο των αγωγών, στους οποίους είχε διαπιστωθεί διαρροή. Επί της ειδικής αυτής διαταγής η ανάδοχος δεν υπέβαλε ένσταση, γι αυτό το Διοικητικό Συμβούλιο της καθής, με την υπ αριθμ. 114/19.10.2004 απόφαση του, ενέκρινε την εφαρμογή του άρ-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ θρου 46 του ως άνω Π.Δ., δηλαδή την ανάθεση των επισκευών αυτών σε άλλον εργολάβο, για λογαριασμό και σε βάρος της αναδόχου εταιρείας. Μετά τη νόμιμη κοινοποίηση της στην ανάδοχο, η τελευταία άσκησε την από 5.11.2004 ένσταση της ενώπιον του Δ.Σ. της καθής, η οποία απορρίφθηκε με την υπ αρ. 131/22.11.2004 απόφαση και στη συνέχεια άσκησε την από 10.1.2005 αίτηση θεραπείας ενώπιον του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ., που απορρίφθηκε ομοίως με την υπ αρ. 2069Β2/28.6.2006 απόφαση αυτού. Κατά τις ημερομηνίες από 29/1 έως 1/2/2005, η προσφεύγουσα πραγματοποίησε τη δοκιμή ελέγχου πίεσης και στεγανότητας του δευτέρου καταθλιπτικού αγωγού, διατομής Φ710 από πολυαιθυλένιο, ο οποίος οριζοντιογραφικώς, είναι ο ακραίος προς τα νότια από τους τετράδυμους. Επίσης, από 9.2.2005 έως 1.2.2005 πραγματοποίησε η προσφεύγουσα τη δοκιμή του δεύτερου καταθλιπτικού αγωγού διατομής Φ630 από πολυαιθυλένιο, ο οποίος οριζοντιογραφικά είναι ο δεύτερος από τα βόρεια από τους τετράδυμους αγωγούς. Οι ανωτέρω δοκιμές πραγματοποιήθηκαν κατά παράβαση κάθε συμβατικής και νόμιμης υποχρέωσης της προσφεύγουσας, ήτοι μετά παρέλευση έξι περίπου μηνών από τη λήξη της συμβατικής προθεσμίας εκτέλεσης του έργου και πέντε περίπου μηνών από τη λήξη της ταχθείσας προθεσμίας με την παραπάνω αναφερθείσα ειδική πρόσκληση. Επί πλέον οι δοκιμές αυτές υπήρξαν ανεπιτυχείς, δηλαδή δεν επιτεύχθηκε η πίεση ελέγχου αντοχής ούτε η στεγανότητα, λόγω διαρροών των σωλληνογραμμών. Προς τούτο, η καθής κοινοποίησε στην προσφεύγουσα την υπ αρ. πρωτ. 497Β2/Α151/16.2.2005 ειδική διαταγή, με 541 την οποία την καλούσε όπως σε προθεσμίας 30 ημερολογιακών ημερών, από τη νόμιμη παραλαβή, προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προς εντοπισμό των σημείων των δύο ανωτέρω αγωγών που παρουσίαζαν διαρροές, στην επισκευή αυτών και στην επανάληψη των δοκιμών. Κατ αυτής η προσφεύγουσα άσκησε την υπ αρ. πρωτ. 624Β2/ Α196/24.2.2005 ένσταση της ενώπιον του Δ.Σ. της καθής. Η προσφεύγουσα πρότεινε με το από 17.2.2005 έγγραφο της μέθοδο εντοπισμού των διαρροών των αγωγών, την οποία εφαρμόζει η εταιρεία με την επωνυμία «Υδροφίλη Α.Ε.», με την οποία συμφώνησε η Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθής. Προσθέτως η προσφεύγουσα, με την παραπάνω ένσταση της, προσδιόρισε τον απαιτούμενο χρόνο για τον έλεγχο και τον εντοπισμό των διαρροών στους δύο παραπάνω αγωγούς σε 20 ημερολογιακές ημέρες και η καθής, με την υπ αρ. 47/20.4.2005 απόφαση του Δ.Σ. έκαμε δεκτή την ένσταση και ακύρωσε, για το λόγο αυτό, την υπ αρ. 497Β2/ ΑΙ51/16.2.2005 ειδική διαταγή της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της. Στ η σ υ ν έ χ ε ι α, σ τ α π λα ί - σια της προαναφερθείσας υπ αρ. 114/19.10.2004 αποφάσεως του Δ.Σ. της καθής, εκδόθηκαν οι υπ αρ. 15/2005 και 46/2005 αποφάσεις του, με τις οποίες εγκρίθηκε η απευθείας ανάθεση του έργου «εντοπισμός διαρροών των τεσσάρων καταθλιπτικών αγωγών του επιδίκου έργου» στην εταιρεία «ΥΔΡΟΦΙ- ΛΗ Α.Ε.», με τη μελέτη του έργου αυτού και υπεγράφη η από 20.5.2005 σύμβαση. Η προσφεύγουσα κατά της υπ αρ. 46/2005 απόφασης του Δ.Σ. της καθής δεν άσκησε την προβλεπόμενη ενδικοφανή και ένδικη διαδικασία, ενώ κατά της υπ αρ. 15/2005 απόφασης άσκησε

542 την από 14.10.2005 αίτηση θεραπείας, η οποία απορρίφθηκε σιωπηρά. Στη συνέχεια, η Διευθύνουσα Υπηρεσία κοινοποίησε στην προσφεύγουσα την υπ αρ. πρωτ. 1262Β2/ Α401/4.5.2005 ειδική πρόσκληση του άρθρου ό του Ν. 3263/2004, σύμφωνα με το περιεχόμενο της οποίας εκκαλείτο η προσφεύγουσα όπως, εντός προθεσμίας 20 ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση της, ολοκληρώσει τις εργασίες εντοπισμού των σημείων διαρροής των δύο προαναφερθέντων αγωγών, ενώ, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της, θα κηρυσσόταν έκπτωτη. Στην εν λόγω ειδική πρόσκληση συμμορφώθηκε η προσφεύγουσα και υπέβαλε, με το από 25.5.2005 έγγραφο της, τεχνική έκθεση και τα αποτελέσματα ελέγχου που πραγματοποίησε η εταιρεία «ΥΔΡΟΦΙΛΗ ΑΕ». Κατόπιν η καθής εξέδωσε την υπ αρ. πρωτ. 1598Β2/ Α505/2.6.2005 ειδική διαταγή, με την οποία καλούσε την προσφεύγουσα όπως εντός προθεσμίας 60 ημερολογιακών ημερών προβεί με δικές της δαπάνες στις απαραίτητες ενέργειες για την αποκατάσταση των διαρροών των δύο από τους τέσσερις καταθλιπτικούς αγωγούς και στη συνέχεια στην επανάληψη των δοκιμών ελέγχου στεγανότητας και πίεσης αντοχής, μέχρις ότου επιτευχθεί η προβλεπόμενη στα συμβατικά τεύχη. Κατ αυτής η προσφεύγουσα άσκησε ένσταση η οποία απορρίφθηκε με την υπ αρ. 83/30.6.2005 απόφαση του Δ.Σ. της καθής. Επίσης, σύμφωνα με την υπ αρ. 94/25.7.2005 απόφαση της καθής αποφασίστηκε: α) η μερική τροποποίηση της υπ αριθμ. 114/2004 απόφασης του Δ.Σ. αυτής, ώστε αυτή να περιλαμβάνει μόνο την εκτέλεση των εργασιών εντοπισμού των διαρροών των τεσσάρων από τους έξη καταθλιπτικούς αγωγούς του έργου, ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ με άλλον ανάδοχο, σε βάρος και για λογαριασμό της αναδόχου εταιρείας και β) η εκτέλεση των εργασιών αποκατάστασης των διαρροών των παραπάνω τεσσάρων καταθλιπτικών αγωγών με αριθμούς 2, 4, 5 και ό και διαμέτρου Φ630, Φ71 και 2Φ450, αντίστοιχα από την ανάδοχο εταιρεία με αποκλειστικά δικές της δαπάνες. Προς τούτο εξέδωσε την υπ αρ. 2350Β2/Α694/2.8.2005 ειδική διαταγή της Διευθύνουσας Υπηρεσίας, σύμφωνα με το περιεχόμενο της οποίας, εκκαλείτο η προσφεύγουσα όπως εντός προθεσμίας 90 ημερών από την επίδοση - της προβεί με δαπάνες της στην αποκατάσταση των διαρροών των προαναφερθέντων τεσσάρων καταθλιπτικών αγωγών και παράτεινε την προθεσμία που είχε ταχθεί για την αποκατάσταση των διαρροών των άλλων δύο καταθλιπτικών αγωγών του έργου. Κατ αυτής η προσφεύγουσα υπέβαλε την από 12.8.2005 ένσταση της, με την οποία ζητούσε την ακύρωση της άνω ειδικής διαταγής, για το λόγο ότι δεν υπήρχε εύλογος χρόνος ανοχής και δεν ερευνώνται τα αίτια των ελαττωμάτων και η υπαιτιότητα ή μη αυτής και στη συνέχεια το Δ.Σ. της καθής εξέδωσε την υπ αρ 98/25.8.2005 απόφαση του με την οποία απέρριψε την ένσταση. Κατ αυτής η προσφεύγουσα υπέβαλε την από 24.11.2005 αίτηση θεραπείας και εκδόθηκε η υπ αρ. Δ6/3565/ Π.Ε./27.10.2006 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ., με την οποία απορρίφθηκε. Δεδομένου, ότι η προσφεύγουσα κατά τη λήξη της προθεσμίας των 90 ημερών, που είχε ταχθεί με την προσβαλλόμενη ειδική διαταγή, δεν είχε ολοκληρώσει τις εργασίες για την αποκατάσταση των διαρροών των δύο από τούς έξη καταθλιπτικούς αγωγούς του έργου, εκδόθηκε από τη Διευθύνουσα Υπηρε-

ΔΗΜΟΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ 543 σία της καθής η υπ αρ. πρωτ. 3599Β2/ Α1029/21.1.2005 ειδική πρόσκληση του άρθρου ό του ν. 3263/2004. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της εκκαλείτο η προσφεύγουσα να ολοκληρώσει τις εργασίες για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων των δύο από τους έξη αγωγούς, καθώς και να εκτελέσει κι άλλες εργασίες απαραίτητες για την ολοκλήρωση του έργου. Πρέπει να σημειωθεί ότι στις 22.12.2005 περαιώθηκαν οι τελικές δοκιμές και όλες οι εργασίες και η αποκατάσταση των ελαττωμάτων του επιδίκου έργου και εκδόθηκε η υπ αρ. πρωτ. 275Β2/Α73/1.2.2006 βεβαίωση περαίωσης της Προϊσταμένης της Διευθύνουσας Υπηρεσίας της καθής. Στις 14.8.2006 πραγματοποιήθηκε η προσωρινή παραλαβή του έργου, ενώ στις 26.7.2007 η οριστική παραλαβή του και συνετάγησαν τα πρωτόκολλα προσωρινής και οριστικής παραλαβής αντίστοιχα. Επίσης, η προσφεύγουσα, με το από 21.7.2005 έγγραφο της, υπέβαλε χρονοδιάγραμμα αποκατάστασης των βλαβών του συνόλου των καταθλιπτικών αγωγών του επιδίκου έργου, σύμφωνα με το οποίο απαιτείτο χρόνος από την 4η εβδομάδα του μηνός Ιουλίου 2005 έως το τέλος Οκτωβρίου 2005 και σε εναρμόνιση αυτού η Διευθύνουσα Υπηρεσία της καθής εξέδωσε την υπ αρ. πρωτ. 2350Β2/Α694/2.8.2005 ειδική διαταγή, που προσβλήθηκε με την από 6.4.2006 προγενέστερη προσφυγή της αναδόχου, με την οποία προσδιορίστηκε η προθεσμία αποκατάστασης των διαρροών από την προσφεύγουσα σε 90 ημέρες από την κοινοποίηση της (2.8.2005). Η προσφυγή αυτή απορρίφθηκε ήδη με την υπ αρ. 723/2008 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα η προσφεύγουσα αποδέχθηκε την ευθύνη της για τις βλάβες που διαπιστώθηκαν στους καταθλιπτικούς αγωγούς του έργου «Αντλιοστάσιο ζώνης (Β) πόλεως Πατρών και συναφή έργα», αφού πρότεινε η ιδία προς την καθής μέθοδο εντοπισμού των διαρροών των αγωγών, την οποία εφάρμοζε η εταιρεία «ΥΔΡΟΦΙΛΗ ΑΕ», με ενστάσεις της προσδιόρισε τον απαιτούμενο χρόνο και τελικά αποκατέστησε αυτές (βλάβες), ώστε να μη δύναται, μετά ταύτα, να αμφισβητήσει την ύπαρξη και την έκταση αυτών. Ο δε ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι η καθής ευθύνεται για την επιλογή των αποτυχημένων συνδέσεων των αγωγών με ηλεκτρομούφες, αντί του αρχικώς καθορισθέντος με τη σύμβαση τρίτου με θερμοσυγκολλήσεις, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η ίδια η προσφεύγουσα ανάδοχος, ως ειδική εμπειρογνώμων- εργολήπτρια, εισηγήθηκε ως βελτίωνα τον τρόπο αυτό συνδέσεως και η καθής την εμπιστεύθηκε και τον ενέκρινε. Επομένως η ευθύνη για την επιλογή του και τα εξ αυτής αποτελέσματα, ανήκει αποκλειστικά στην προσφεύγουσα. Έχει δε αμετακλήτως κριθεί το θέμα της υπαίτιας υπέρβασης της συνολικής προθεσμίας του έργου από την προσφεύγουσα-ανάδοχο (βλ. ΕφΠατρ 107/2006 και ΑΠ 1310/2007), όπως και το της κατάπτωσης των ποινικών ρητρών, δυνάμει της υπ αρ. 116/8.11.2004 αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου της καθής (βλ. ΕφΠατρ 106/2006 και ΑΠ 1311 /2007), ενώ τελεσιδίκως κρίθηκε η κατάπτωση ποινικής ρήτρας, δυναμίτης υπ αρ. 16/23.3.2005 αποφάσεως του ιδίου Δ.Σ., για επόμενο χρονικό διάστημα (2.11.2004 έως 12.1.2005), με την υπ 1077/2008 απόφαση του Εφετείου Πατρών. Περαιτέρω, με βάση τα προεκτεθέντα και όσα στη μείζονα νομική σκέψη