ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΣΟΦΟΚΛΗ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1-99 Κείμενο Μετάφραση ΑΝ. Ὦ κοινὸν αὐτάδελφον Ἰσμήνης κάρα, ΑΝ: Ισμήνη, πολυαγαπημένη μου αδελφή, ἆρ οἶσθ ὅ τι Ζεὺς τῶν ἀπ Οἰδίπου κακῶν άραγε ξέρεις αν υπάρχει καμιά συμφορά που μας κληροδότησε ο Οιδίποδας 5 ὁποῖον οὐχὶ νῷν ἔτι ζώσαιν τελεῖ; Οὐδὲν γὰρ οὔτ ἀλγεινὸν οὔτ ἄτης ἄτερ οὔτ αἰσχρὸν οὔτ ἄτιμόν ἐσθ, ὁποῖον οὐ τῶν σῶν τε κἀμῶν οὐκ ὄπωπ ἐγὼ κακῶν. και να μην την έστειλε ο Δίας, ενώ ακόμα εμείς οι δυο βρισκόμαστε στη ζωή; Γιατί τίποτε δεν υπάρχει, ούτε λυπηρό ούτε χωρίς συμφορές ούτε αναίσχυντο ούτε επονείδιστο που να μην έχω δει μέσα στα δικά σου και στα δικά μου βάσανα. Καὶ νῦν τί τοῦτ αὖ φασι πανδήμῳ πόλει κήρυγμα θεῖναι τὸν στρατηγὸν ἀρτίως; Και τώρα τι είναι πάλι αυτή η διαταγή που λένε ότι διακήρυξε ο στρατηγός πριν από λίγο σ ολόκληρη την πόλη; 10 Ἔχεις τι κεἰσήκουσας; ἤ σε λανθάνει πρὸς τοὺς φίλους στείχοντα τῶν ἐχθρῶν κακά; Ξέρεις τίποτε κι έχεις ακούσει; Η σου διαφεύγει ότι έρχονται ενάντια στους αγαπημένους μας κακά που ταιριάζουν στους εχθρούς; 15 ΙΣ. Ἐμοὶ μὲν οὐδεὶς μῦθος, Ἀντιγόνη, φίλων οὔθ ἡδὺς οὔτ ἀλγεινὸς ἵκετ ἐξ ὅτου δυοῖν ἀδελφοῖν ἐστερήθημεν δύο, μιᾷ θανόντων ἡμέρᾳ διπλῇ χερί ἐπεὶ δὲ φροῦδός ἐστιν Ἀργείων στρατὸς ἐν νυκτὶ τῇ νῦν, οὐδὲν οἶδ ὑπέρτερον, ΙΣ: Σε μένα, τουλάχιστον, Αντιγόνη, καμιά είδηση για τα αγαπημένα μου πρόσωπα δεν έφτασε ούτε ευχάριστη ούτε δυσάρεστη, αφότου δυο εμείς στερηθήκαμε τα δυο μας αδέλφια που σκοτώθηκαν σε μια μέρα με αμοιβαίο φόνο από τότε που τράπηκε σε φυγή ο στρατός των Αργιών, τη νύχτα αυτή, δεν ξέρω τίποτε περισσότερο ούτε ότι είμαι πιο ευτυχισμένη
οὔτ εὐτυχοῦσα μᾶλλον οὔτ ἀτωμένη. ούτε πιο δυστυχισμένη. 20 ΑΝ. Ἤιδη καλῶς, καί σ ἐκτὸς αὐλείων πυλῶν τοῦδ οὕνεκ ἐξέπεμπον, ὡς μόνη κλύοις. ΙΣ. Τί δ ἔστι; δηλοῖς γάρ τι καλχαίνουσ ἔπος. ΑΝ.: Ήμουνα σίγουρη και γι αυτό ζήτησα να σε φέρω έξω από τις εξώπορτες του ανακτόρου να τα ακούσεις μόνη σου. ΙΣ.: Τι είναι λοιπόν; Γιατί δείχνεις ότι κάποια είδηση σε βασανίζει. ΑΝ. Οὐ γὰρ τάφου νῷν τὼ κασιγνήτω Κρέων τὸν μὲν προτίσας, τὸν δ ἀτιμάσας ἔχει; Ἐτεοκλέα μέν, ὡς λέγουσι, σὺν δίκῃ χρησθεὶς δικαίᾳ καὶ νόμῳ, κατὰ χθονὸς ΑΝ.: (Γιατί) από τα δυο μας αδέλφια δεν έκρινε τον ένα άξιο ταφής, ενώ τον άλλο ανάξιο να ταφεί; Τον Ετεοκλή, απ τη μια μεριά, όπως λένε, αφού του φέρθηκε με δίκαιη κρίση και σύμφωνα με τη θρησκευτική συνήθεια, 25 ἔκρυψε τοῖς ἔνερθεν ἔντιμον νεκροῖς, διέταξε να τον θάψουν ώστε να είναι τιμημένος ανάμεσα στους νεκρούς στον κάτω κόσμο, 30 τὸν δ ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα, ἐᾶν δ ἄκλαυτον, ἄταφον, οἰωνοῖς γλυκὺν θησαυρὸν εἰσορῶσι πρὸς χάριν βορᾶς. αλλά το κορμί του Πολυνείκη, ο οποίος πέθανε με αξιολύπητο τρόπο λένε πως έχει διακηρυχθεί στους πολίτες κανείς να μην το θάψει και να μη το κλάψει αλλά να το αφήσουν άκλαυτο, άταφο, ευχάριστο θησαυρό για τα όρνια που λαίμαργα ψάχνουν για την τροφή τους. Τοιαῦτά φασι τὸν ἀγαθὸν Κρέοντα σοὶ κἀμοί, λέγω γὰρ κἀμέ, κηρύξαντ ἔχειν, Τέτοια λένε πως έχει κηρύξει δημόσια ο καλός Κρέοντας για σένα και για μένα, λέγω (φαντάσου) και για μένα, 35 καὶ δεῦρο νεῖσθαι ταῦτα τοῖσι μὴ εἰδόσιν σαφῆ προκηρύξοντα, καὶ τὸ πρᾶγμ ἄγειν οὐχ ὡς παρ οὐδέν, ἀλλ ὃς ἂν τούτων τι δρᾷ, φόνον προκεῖσθαι δημόλευστον ἐν πόλει. και (λένε) ότι έρχεται εδώ για τα διακηρύξει δημόσια σε όσους δεν ξέρουν ώστε να είναι σαφή και δε θεωρεί την υπόθεση κάτι ασήμαντο, αλλά ότι τον περιμένει, όποιον κάνει κάτι απ αυτά, θάνατος με δημόσιο λιθοβολισμό στην πόλη. Οὕτως ἔχει σοι ταῦτα, καὶ δείξεις τάχα Έτσι έχουν για σένα αυτά και θα δείξεις
εἴτ εὐγενὴς πέφυκας, εἴτ ἐσθλῶν κακή. γρήγορα αν γεννήθηκες από ευγενική γενιά και γενναία στο ήθος ή τιποτένια από ευγενική γενιά. 40 ΙΣ. Τί δ, ὦ ταλαῖφρον, εἰ τάδ ἐν τούτοις, ἐγὼ λύουσ ἂν εἴθ ἅπτουσα προσθείμην πλέον; ΑΝ. Εἰ ξυμπονήσεις καὶ ξυνεργάσῃ σκόπει. ΙΣ: Αν αυτά είναι έτσι, δύστυχη, τι όφελος θα μπορούσα να φέρω με το να χαλαρώνω ή να σφίγγω τον κόμπο; ΑΝ: Σκέψου αν θα με βοηθήσεις και θα συνεργαστείς μαζί μου ΙΣ. Ποῖόν τι κινδύνευμα; ποῖ γνώμης ποτ εἶ; ΙΣ: Για ποια επικίνδυνη πράξη μιλάς; Τι τάχα έχεις στο μυαλό σου; ΑΝ. Εἰ τὸν νεκρὸν ξὺν τῇδε κουφιεῖς χερί. ΑΝ: Σκέψου αν θα σηκώσεις το νεκρό μ αυτό εδώ το χέρι. 45 50 ΙΣ. Ἦ γὰρ νοεῖς θάπτειν σφ, ἀπόρρητον πόλει; ΑΝ. Τὸν γοῦν ἐμὸν καὶ τὸν σόν, ἢν σὺ μὴ θέλῃς, ἀδελφόν οὐ γὰρ δὴ προδοῦσ ἁλώσομαι. ΙΣ. Ὦ σχετλία, Κρέοντος ἀντειρηκότος; ΑΝ. Ἀλλ οὐδὲν αὐτῷ τῶν ἐμῶν μ εἴργειν μέτα. ΙΣ. Οἴμοι φρόνησον, ὦ κασιγνήτη, πατὴρ ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ἀπώλετο, πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς ΙΣ: Αλήθεια έχεις στο νου σου να θάψεις αυτόν αν και απαγορεύεται ρητά στους πολίτες; ΑΝ: Το δικό μου, βέβαια, και το δικό σου αδελφό, αν εσύ δε θέλεις, γιατί δε θα κατηγορηθώ ότι τον πρόδωσα. ΙΣ: Παράτολμη, ενώ το έχει απαγορεύσει ο Κρέων; ΑΝ: Αλλά αυτός δεν έχει κανένα δικαίωμα να με εμποδίσει να θάψω τους δικούς μου. ΙΣ: Αλίμονο σκέψου, αδελφή μου, πόσο μισητός και ντροπιασμένος μας χάθηκε ο πατέρας μας για τα αμαρτήματα που μόνος του έφερε στο φως, ὄψεις ἀράξας αὐτὸς αὐτουργῷ χερί ἔπειτα μήτηρ καὶ γυνή, διπλοῦν ἔπος, πλεκταῖσιν ἀρτάναισι λωβᾶται βίον αφού χτύπησε δυνατά με το ίδιο του το χέρι τα δυο του μάτια έπειτα η μητέρα και γυναίκα (του), διπλό όνομα, πεθαίνει ντροπιασμένη με πλεκτή θηλιά.
55 τρίτον δ ἀδελφὼ δύο μίαν καθ ἡμέραν αὐτοκτονοῦντε τὼ ταλαιπώρω μόρον κοινὸν κατειργάσαντ ἐπαλλήλοιν χεροῖν. Και το τρίτο κακό, οι δυο αδελφοί μας σε μια μέρα που αλληλοσκοτώθηκαν οι δυστυχισμένοι βρήκαν αμοιβαίο θάνατο με χέρια που σήκωσαν ο ένας εναντίον του άλλου. Νῦν δ αὖ μόνα δὴ νὼ λελειμμένα σκόπει ὅσῳ κάκιστ ὀλούμεθ, εἰ νόμου βίᾳ Και τώρα πάλι σκέψου εμείς οι δυο, έτσι που μείναμε ολομόναχες, πόσο ατιμωτικά θα χαθούμε αν παραβιάζοντας το νόμο 60 ψῆφον τυράννων ἢ κράτη παρέξιμεν. Ἀλλ ἐννοεῖν χρὴ τοῦτο μὲν γυναῖχ ὅτι ἔφυμεν, ὡς πρὸς ἄνδρας οὐ μαχουμένα παραβούμε την απόφαση και την βασιλική εξουσία. Αλλά πρέπει να σκεφτείς το εξής, ότι δηλαδή γεννηθήκαμε γυναίκες και από την άλλη δεν μπορούμε να τα βάζουμε με άνδρες. 65 70 ἔπειτα δ οὕνεκ ἀρχόμεσθ ἐκ κρεισσόνων καὶ ταῦτ ἀκούειν κἄτι τῶνδ ἀλγίονα. Ἐγὼ μὲν οὖν αἰτοῦσα τοὺς ὑπὸ χθονὸς ξύγγνοιαν ἴσχειν, ὡς βιάζομαι τάδε, τοῖς ἐν τέλει βεβῶσι πείσομαι τὸ γὰρ περισσὰ πράσσειν οὐκ ἔχει νοῦν οὐδένα. ΑΝ. Οὔτ ἂν κελεύσαιμ οὔτ ἄν, εἰ θέλοις ἔτι πράσσειν, ἐμοῦ γ ἂν ἡδέως δρῴης μέτα. Έπειτα ότι κυβερνιόμαστε από δυνατότερους ώστε να υπακούμε σ αυτά και ακόμη οδυνηρότερα από αυτά. Εγώ λοιπόν ζητώντας συγγνώμη από αυτούς που βρίσκονται στον κάτω κόσμο, επειδή κάνω αυτά χωρίς τη θέλησή μου,θα υπακούσω στους άρχοντες γιατί το να κάνει κανείς πράγματα ανώτερα από τις δυνάμεις του είναι ανόητο εντελώς. ΑΝ: Ούτε θα σε παρακαλούσα ούτε θα δεχόμουν με ευχαρίστηση τη σύμπραξή σου, έστω κι αν τώρα πια θα θελες να με βοηθήσεις. Ἀλλ ἴσθ ὁποῖά σοι δοκεῖ, κεῖνον δ ἐγὼ θάψω καλόν μοι τοῦτο ποιούσῃ θανεῖν. Φίλη μετ αὐτοῦ κείσομαι, φίλου μέτα, ὅσια πανουργήσασ ἐπεὶ πλείων χρόνος Μα έχε όποια γνώμη θέλεις, εκείνον όμως εγώ θα τον θάψω θα είναι ωραίο για μένα να θάψω τον αδελφό μου και να πεθάνω. Μαζί του αγαπημένη θα αναπαύομαι πλάι σ αγαπημένο, αφού διαπράξω μια ιερή παρανομία γιατί είναι περισσότερος ο καιρός
75 ὃν δεῖ μ ἀρέσκειν τοῖς κάτω τῶν ἐνθάδε. που πρέπει να αρέσω σ αυτούς που βρίσκονται στον κάτω κόσμο παρά σ αυτούς που βρίσκονται εδώ. Ἐκεῖ γὰρ αἰεὶ κείσομαι σοὶ δ εἰ δοκεῖ, τὰ τῶν θεῶν ἔντιμ ἀτιμάσασ ἔχε. ΙΣ. Ἐγὼ μὲν οὐκ ἄτιμα ποιοῦμαι, τὸ δὲ βίᾳ πολιτῶν δρᾶν ἔφυν ἀμήχανος. Γιατί εκεί πάντα θα αναπαύομαι αν θες εσύ, περιφρόνα όσα είναι τίμια για τους θεούς. ΙΣ: Εγώ δεν (τα) περιφρονώ, από τη φύση μου όμως είμαι αδύναμη να ενεργώ ενάντια στη θέληση των πολιτών. 80 ΑΝ. Σὺ μὲν τάδ ἂν προὔχοι, ἐγὼ δὲ δὴ τάφον χώσουσ ἀδελφῷ φιλτάτῳ πορεύσομαι. ΙΣ. Οἴμοι ταλαίνης ὡς ὑπερδέδοικά σου. ΑΝ: Εσύ μπορείς, αν θέλεις, αυτά να τα προφασίζεσαι εγώ όμως θα πάω για να θάψω σε τάφο τον πολυαγαπημένο μου αδελφό. ΙΣ: Αλίμονο, δυστυχισμένη, πόσο φοβάμαι για σένα! 85 ΑΝ. Μὴ μοῦ προτάρβει τὸν σὸν ἐξόρθου πότμον. ΙΣ. Ἀλλ οὖν προμηνύσῃς γε τοῦτο μηδενὶ τοὔργον, κρυφῇ δὲ κεῦθε, σὺν δ αὔτως ἐγώ. ΑΝ. Οἴμοι, καταύδα πολλὸν ἐχθίων ἔσῃ σιγῶσ, ἐὰν μὴ πᾶσι κηρύξῃς τάδε. ΙΣ. Θερμὴν ἐπὶ ψυχροῖσι καρδίαν ἔχεις. ΑΝ: Μη φοβάσαι για μένα για τη δική σου μοίρα φρόντιζε. ΙΣ: Τουλάχιστον όμως μην αποκαλύψεις σε κανένα το σχέδιο, κράτησέ το μυστικό, το ίδιο θα κάνω κι εγώ. ΑΝ: Αλίμονο, διακήρυξέ το σε όλους θα είσαι πολύ πιο μισητή αν σιωπήσεις, αν δε διακηρύξεις σε όλους αυτά εδώ. ΙΣ: Έχεις θερμή καρδιά για ψυχρά πράγματα. 90 ΑΝ. Ἀλλ οἶδ ἀρέσκουσ οἷς μάλισθ ἁδεῖν με χρή. ΙΣ. Εἰ καὶ δυνήσῃ γ ἀλλ ἀμηχάνων ἐρᾷς. ΑΝ: Ξέρω όμως ότι είμαι αγαπητή σε κείνους που πρέπει περισσότερο ν αρέσω. ΙΣ: Αν θα έχεις και τη δύναμη, αλλά επιδιώκεις ακατόρθωτα πράγματα. ΑΝ. Οὐκοῦν, ὅταν δὴ μὴ σθένω, πεπαύσομαι. ΙΣ. Ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα. ΑΝ: Τότε, όταν πια δεν έχω δύναμη, θα σταματήσω. ΙΣ: Καθόλου δεν πρέπει να κυνηγάει κανείς τα αδύνατα.
95 ΑΝ. Εἰ ταῦτα λέξεις, ἐχθαρῇ μὲν ἐξ ἐμοῦ, ἐχθρὰ δὲ τῷ θανόντι προσκείσῃ δίκῃ. Ἀλλ ἔα με καὶ τὴν ἐξ ἐμοῦ δυσβουλίαν παθεῖν τὸ δεινὸν τοῦτο πείσομαι γὰρ οὐ τοσοῦτον οὐδὲν ὥστε μὴ οὐ καλῶς θανεῖν. ΙΣ. Ἀλλ εἰ δοκεῖ σοι, στεῖχε τοῦτο δ ἴσθ, ὅτι ἄνους μὲν ἔρχῃ, τοῖς φίλοις δ ὀρθῶς φίλη. ΑΝ: Αν συνεχίσεις να λες αυτά, θα μισηθείς από μένα και δίκαια θα σε μισεί για πάντα ο νεκρός. Αλλά άφησε εμένα και τη δική μου αφροσύνη να πάθω το κακό αυτό γιατί τίποτε τόσο φοβερό δε θα πάθω, ώστε να μην πεθάνω έντιμα. ΙΣ: Αν έτσι κρίνεις, προχώρα. Τούτο όμως να ξέρεις, ότι ασυλλόγιστη πηγαίνεις, όμως αληθινά αγαπημένη στους αγαπημένους σου.