Συνέντευξη με τον κύριο Μανώλη Μιαουδάκη ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά

Σχετικά έγγραφα
Συνέντευξη με τον κύριο Αβυσσηνό. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κ. Χριστοδουλάκη Μανώλη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Γιώργο Βουτυράκη στη Σητεία.

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Κατανόηση προφορικού λόγου

Συνέντευξη με τον κύριο Μαρκάκη Αριστοτέλη στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κοϊνάκη Νικόλαο στην Ιεράπετρα.

Συνέντευξη με τον Γεώργιο Ξενούδη.

Συνέντευξη με τον Νίκο Τσαγκαράκη.

Συνέντευξη με τον κ. Ζερβάκη Ιωάννη 14/5/98 στη Σητεία.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Συνέντευξη με τον κύριο Περάκη Νίκο.

Συνέντευξη με τον αγαπητό τον κύριο Κανάκη Μηνά στο σπίτι του στον Άγιο Νικόλαο.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Συνέντευξη με τον κύριο Γιάννη Σταυρουλάκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Γιαννουλάκη Κωστή Α. Πλευρά

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Συνέντευξη με τον κύριο Φραγκιαδάκη Γιώργο στη Σητεία. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κανιτάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Συνέντευξη με τον Κύριο Σμυρνιό Μιχάλη ή Λαμπράκη στην Ιεράπετρα. Α. Πλευρά

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Jordi Alsina Iglesias. Υποψήφιος διδάκτορας. Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Συνέντευξη με τον κύριο Καταξάκη Γιώργο στη Σητεία.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρσαμίδη Γεώργιο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Εισαγωγή στη μουσική. Μουσικοκινητική Αγωγή. Α εξάμηνο Θεωρία 3. ΝΟΤΕΣ. 1. Μουσική 2. Μελωδία 3. Νότες 4. Ρυθμός

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Modern Greek Beginners

Συνέντευξη με τον κύριο Τσαντάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Αξιοποιώντας τους γλωσσικούς πόρους

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Παρουσίαση Αποτελεσμάτων Online Έρευνας για τα Χριστούγεννα

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Κωνσταντίνο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κονδυλάκη Μανώλη στο Ηράκλειο. 1. ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τους κύριους Αντώνη και Μιχάλη Βασαρμίδη (Συμμετέχει ο κος Εξουζίδης Παύλος) στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α.

Συνέντευξη με τον αγαπητό φίλο μας κιθαρίστα Παξιμαδάκη Γιάννη στο Ηράκλειο. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κοσκίνη Γιώργο στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Τι σημαίνει αστικά πεδία σε μετάβαση για εσάς και την καλλιτεχνική σας δημιουργία;

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΕΛΠΙΔΑ. Είμαι 8 χρονών κα μένω στον καταυλισμό μαζί με άλλες 30 οικογένειες.

(Απομαγνητοφωνημένο Αρχείο)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Συνέντευξη με τον κύριο Δασκαλάκη Μανώλη Α. Πλευρά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Συνέντευξη με τον Μανουσάκη Στυλιανό

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Ε ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ (Ε1) ΣΤΗΝ ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΖΩΝΗ

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Αυτήν εκεί την κοπελιά την ξέρεις; Πού είναι τα παιδιά; Γιατί δεν είναι μέσα στις τάξεις τους;

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Συνέντευξη με τους Χαρίδημο και Θεοχάρη Σταματάκη Σάββατο 28 Μαρτίου 1998 Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων

H Ναταλί Σαμπά στο babyspace.gr

Ελευθερία Γνώμης «Τα παιδιά έχουν δικαίωμα να εκφράζουν ελεύθερα τις

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Στο γραφείο της Δημάρχου κυρίας Μαυρίδη Μιλάει στο τηλέφωνο. Μπαίνει η γραμματέας του μ ένα τεράστιο ντοσιέ στο χέρι

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

17.Α.ΜΕΓΑΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 1 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΜΟΥ ΟΠΑΔΟ ΤΟΥ ΦΟΥΤΜΠΟΛ, ΙΛΖΕ ΤΕΜΠΕΤΣ Κ.Τ.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΗΣ ΑΦΡΟΔΩΣ. Διασκευή ενός κεφαλαίου του λογοτεχνικού βιβλίου. (Δημιουργική γραφή)

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Συνέντευξη με τους κυρίους Καπετανάκη Γεώργιο ή Καψάλη και Καπετανάκη Φανούριο

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Τίτλος προγράμματος: «Παιχνίδια στο χθες, παιχνίδια στο σήμερα, παιχνίδια δίχως σύνορα» Υπεύθυνη προγράμματος: Μπότη Ευαγγελή Εκπαιδευτικός που

Οι διαδραστικοί πίνακες SMARTBoard στο 8ο Δημοτικό Σχολείο Χίου - Ευφυής Εκπαίδευση Πέμπτη, 12 Μάρτιος :27

Διάλογος 4: Συνομιλία ανάμεσα σε φροντιστές

Transcript:

Συνέντευξη με τον κύριο Μανώλη Μιαουδάκη 17-7-2000 ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Κύριε Μιαουδάκη, θα ήθελα να μου πείτε, καταρχήν ποια ήταν τα πρώτα σας ερεθίσματα να ξεκινήσετε με τη μουσική και με ποιο όργανο ξεκινήσατε; Από την πρώτη στιγμή, που άρχισα να διαισθάνομαι ότι υπάρχει κόσμος γύρω μου, ήτανε οι οργανοπαίχτες που ερχότανε στα χωριά μας τότε, που ήτανε λυράρηδες και βιολατόροι, τους θεωρούσα ότι ήτανε κάποια υπερφυσικά όντα, δηλαδή όταν μπορούσες να πλησιάσεις, να τον αγγίξεις αυτό τον οργανοπαίχτη εκεί που ήτανε μέσα στο καφενείο, αυτός απ τη μια μεριά κι ο κιθαρωδός απ την άλλη κι ο νταουλατζής και χορεύανε γύρω-γύρω οι άνθρωποι κι είχε μαζευτεί κόσμος εκεί, εγώ νόμιζα ότι αυτοί που βρίσκονται στο επίκεντρο προερχότανε από θεϊκές καταβολές και όχι από συνηθισμένους ανθρώπους. Τους έβλεπα λοιπόν αφ υψηλού. Τους έβλεπα τόσο σημαντικά πρόσωπα που λέω «αχ, καμιά φορά δεν θα μπορέσω κι εγώ να πλησιάσω εκεί, να παίξω κι εγώ κάτι». Αυτά όταν ήμουν ακόμη άπηχτος. Σε ποια ηλικία τώρα μιλάμε; Ίσως να τανε πέντε, έξι, εφτά χρονών, κάπου εκεί που δεν αισθάνεσαι και πολλά πράγματα. Σε μεγαλύτερη ηλικία των δέκα ετών ο πατέρας μου έπαιζε καλό βιολί, έπαιζε και καλή λύρα, γιατί ο ίδιος είχε φτιάξει μια λύρα, την οποία έχω και εκεί άκουγα κάθε τόσο που έπαιζε στο σχολείο μας, μας έπαιζε βιολί για να τραγουδήσουμε κάποια τραγούδια που διδάσκανε οι δασκάλοι την εποχή εκείνη. Ο πατέρας σας ήταν δάσκαλος; Ναι. 1

Ερ. Και τι άλλα όργανα έπαιζε; Απ. Έπαιζε βιολί και κιθάρα, δεν έπαιζε τίποτα άλλο. Ερ. Λύρα έπαιζε; Απ. Λάθος, βιολί και λύρα. Οι κιθάρες τότε ήταν μόνο για να κρατάει κάποιος ακόρντα, ακομπανιαμέντα. Οι κιθάρες δεν παίζανε την εποχή εκείνη για να συνοδεύσεις τραγούδια, γιατί κατεξοχήν τότε ήταν μόνο η δημοτική μας μουσική, δεν είχε άλλου είδους μουσική να τραγουδιέται σε χορούς, σε πανηγύρια και σε παρέες. Ερ. Όταν έπαιζε λύρα τι τον συνόδευε, νταούλι; Απ. Ναι, με νταούλι σπανιότερα κιθάρα. Αλλά η συνοδεία της λύρας την εποχή εκείνη ήταν το νταούλι εδώ στην ανατολική Κρήτη πάντοτε. Γιατί στην υπόλοιπη Κρήτη υπήρχε το λαούτο από πολύ παλιά. Αλλά στον τόπο μας εδώ είναι η λύρα και το νταούλι, τα μοναδικά όργανα που παίζανε παλιότερα η λύρα και το νταούλι και λίγο αργότερα το βιολί. Δηλαδή ήτανε σε ίδια μοίρα το βιολί με τη λύρα. Ερ. Το βιολί όταν έπαιζε ποιος το συνόδευε, πάλι νταούλι; Απ. Αυτό όχι, το βιολί, όταν έπαιζε, συνοδευότανε από κιθάρα. Ερ. Άρα παίζανε και παλιά κιθάρα; Απ. Υπήρχανε κιθάρες, ναι. Τα βιολιά πάντοτε συνοδευότανε με κιθάρα, ποτέ με νταούλι. Ερ. Ο πατέρας σας ξέρετε από πού είχε μάθει; Απ. Ο πατέρας μου αυτοδίδακτος ήτανε κι αυτός, όπως και όλοι οι οργανοπαίχτες. Δεν υπήρχαν τότε ωδεία, ούτε δάσκαλοι που να πας κοντά του να μάθεις. Ο καθένας έβρισκε εκεί ένα λυράκι από μικρό παιδί έπαιζε εκεί στα μεσοπίθαρα που λέμε εμείς, δηλαδή στο χώρο που να μην ενοχλεί τους άλλους, γιατί οπωσδήποτε στα πρώτα στάδια η εκμάθηση είναι ένα πολύ οχληρό. Πάντοτε και σήμερα ακόμα όταν έχεις ένα ωδείο δίπλα σου που ακούεις τα σκληρίματα από βιολί, οι διπλανοί οπωσδήποτε έχουνε πρόβλημα, υποφέρουνε. Οποιοδήποτε όργανο είναι αυτό στα πρώτα του στάδια είναι πρόβλημα. 2

Ερ. Να σας ρωτήσω, ο πατέρας σας καταγόταν απ τους Αδραβάστους. Ήταν εκεί πέρα κάποιος τοπικός λυράρης που άκουγε, μεγάλωσε εκεί; Απ. Όχι. Ερ. Σε ποια περιοχή μεγάλωσε; Απ. Σε ηλικία δεκαοχτώ ετών έφυγε από κει, γιατί τότε ήταν το διδασκαλείο στα Χανιά που πήγε, ένα μονοετές ήταν το διδασκαλείο τότε, έφυγε από κει, διορίστηκε αμέσως μετά στο χωριό μου, όπου εβρήκε και τη μάνα μου κι έφυγε απ το χωριό δηλαδή. Ερ. Το χωριό σας; Απ. Στο χωριό μου το Σκορδίλο, εκεί εβρήκε και τη μάνα μου και συνεχίσανε. Ερ. Στο διδασκαλείο τι έκανε ένα χρόνο, τι σπούδασε; Απ. Έχει σπουδάσει που κάνανε τότε σαν δάσκαλος. Οι δασκάλοι τότε ήταν μονοετούς φοίτησης το διδασκαλείο, υπήρχε μόνο στα Χανιά τότε την εποχή εκείνη, συζητάμε για το 1925. Ερ. Και σε ποια ηλικία άρχισε να παίζει λύρα; Πριν φύγει από τους Αδραβάστους ή μετά; Απ. Και σαν μαθητής κάτι μεσοπαίζανε εκεί πέρα. Όταν είναι κανείς δεκαέξι, δεκαεφτά χρονών οπωσδήποτε δεν περιμένουμε να έχει κάποια απόδοση, όπως είναι σήμερα τα παιδιά που πάνε πολύ νωρίς στα ωδεία και βλέπεις παιδιά δεκαπέντε χρονών και παίζουνε λύρα άνετα. Τότε δεν μπορούσε κάποιος σε τέτοια ηλικία να παίζει. Ερ. Έτσι απ ό,τι είχατε ακούσει από τον πατέρα σας είχε παίξει με κάποιους γνωστούς βιολάτορες ή λυράρηδες; Απ. Όχι είχε παίξει, αλλά από τη μεριά εκείνη ήτανε ο Καλοχωριανός ο λεγόμενος, ήταν τώρα και κάποιοι άλλοι, δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα ονόματα, τους οποίους τους θαυμάζανε, όπως θαυμάζαμε κι εμείς άλλους, θαυμάζανε κι αυτοί αυτούς και είχανε όλα τα ακούσματά τους και από κει είχε ακούσει αυτός τις πρώτες νότες και ό,τι ακούει κανείς το παίζει μετά στο λυράκι και συνεχίζει την εκμάθηση. Ερ. Λύρα έμαθε πρώτα ή βιολί; 3

Απ. Λύρα. Μάλιστα μετά μου έλεγε ότι του έφερε ένα κλαρίνο από την Αμερική ένας θείος του. Ήτανε το γεγονός των πέρα χωριών, δηλαδή εποχές 1920, 25, όλα δηλαδή τα χωριά ήταν εκεί το ότι έφερε ο Αμερικάνος το κλαρίνο στο Γιωργιό το Μιαουδάκη. Κι άρχισε ο πατέρας μου να σκληρίζει με το κλαρίνο, καταλαβαίνεις, εκεί στο χωριό γινότανε το σώσε. Βέβαια, δεν ευδοκίμησε η σπουδή του περί το κλαρίνο, γιατί δεν ήτανε και όργανο της περιοχής μας. Αν ήτανε στην Ήπειρο ίσως είχε ευδοκιμήσει. Ερ. Εσείς από τότε που γεννηθήκατε τον θυμάστε να παίζει, στο σπίτι έπαιζε; Απ. Ναι. Ερ. Περισσότερο έπαιζε λύρα ή βιολί; Απ. Και τα δυο μπορώ να πω εξίσου. Αλλά αυτός εκεί στο χωριό μας, όταν ήτανε νέος, φρεσκοπαντρεμένος, μάλλον και λίγο πριν να παντρευτεί ακόμα, είχαν εκεί κάτι παρέες φτιάξει, που άκουγα ότι περνούσανε ζωή και κότα που λέμε με τις παρέες αυτές που κάθε Σαββατοκύριακο μαζευότανε από τα γύρω χωριά με επίκεντρο τον πατέρα μου, ο οποίος ήτανε και τραγουδιστής καλός, συνέθετε και μαντινιάδες στιγμιαίες που βγάζουνε εδώ και ήτανε το επίκεντρο του μουσικού ενδιαφέροντος εκεί στα χωριά μας. Όταν ερχότανε ο πατέρας μου στα Κρυά που ήτανε η πρωτεύουσα της κοινότητας και μαζευότανε εκεί να χορέψουνε και να γλεντήσουνε, ήτανε γεγονός της εποχής εκείνης και στεριώνανε γλέντια στο άψε σβήσε μέσα, μαζευότανε οι κοπέλες, οι νεαροί, γέροι, νέοι και κάνανε γλέντια της εποχής εκείνης πολύ καλά γλέντια. Ερ. Δεν ξέρω το χωριό Σκορδίλο πού κοντά βρίσκεται; Απ. Το Σκορδίλο βρίσκεται σ ένα άξονα από δω δυτικά, αν προχωρήσουμε δηλαδή από δω. Ερ. Προς στη Ζάκρο είναι; Απ. Όχι, η Ζάκρος είναι ανατολικά. Από δω είμαστε δυτικά. Ερ. Προς Λάστρο; 4

Απ. Όχι. Είναι βόρεια από δω. Ερ. Προς Τουρλωτή, Σφάκα είναι; Απ. Όχι. Κεντρικά. Σητεία, Αχλάδια, να το. Προς Δάφνη. Ερ. Είχε καμιά επικοινωνία το χωριό με τον Άγιο Γεώργιο, με τους Τουρτούλους; Απ. Βέβαια. Ερ. Εκεί υπήρχε κανένας βιολάτορας; Απ. Βεβαίως. Στον Άγιο Γεώργιο ήταν ξακουστοί οργανοπαίχτες, ήταν οι αδελφοί Διακάκη, οι οποίοι λεγότανε Λευκάρηδες. Ήταν σημαντικοί μουσικοί της εποχής εκείνης ο Γιώργης ο Λευκάρης προπαντός. Ήταν μια σημαίνουσα μορφή μουσική της εποχής εκείνης. Έπαιζε λύρα αυτός πάντοτε και γύριζε τα χωριά όλα κι έκανε φίλους κι έκανε γλέντια, έχουνε μείνει μνημειώδη τα γλέντια αυτά του Γιώργη του Λευκάρη. Ερ. Νομίζετε ότι ο πατέρας σας άκουγε, επηρεάστηκε; Απ. Επηρεάστηκε πολύ, διότι κάνανε και μαζί παρέα. Και να πω ότι ο Λευκάρης, ο οποίος, όπως είπαμε, ήτανε οι σταρ της εποχής εκείνης ήταν οι βιολατόροι και οι λυράρηδες, έβλεπε τη μάνα μου, η οποία ήταν κοπέλα τότε και ο πατέρας μου ήρθε μετά και του έφαγε την γκόμενα του Λευκάρη. Δάσκαλος ο ένας, ο άλλος ήτανε απλός πολίτης οπότε ήτανε σημαντικό γεγονός. Ερ. Να σας πω κάτι τώρα που είμαστε σ αυτό το τομέα, ήτανε επιθυμητό κάποιος να παίζει βιολί ή λύρα ή δεν τον θέλανε για γαμπρό; Η κοινωνική θέση ενός λυράρη, ενός ανθρώπου που παίζει σε γλέντια; Απ. Μα δεν ήτανε ποτέ κύριο επάγγελμα ο βιολάτορας, δεν ήτανε ποτέ βιοποριστικό. Ερ. Ο Λευκάρης δεν έπαιζε και επαγγελματικά; Απ. Όχι, δεν υπήρχαν τότε επαγγελματίες οργανοπαίχτες. Σήμερα υπάρχουνε αυτοί που προσκαλούνται στα γλέντια, στους γάμους, στις βαφτίσεις και πληρώνονται. Την εποχή εκείνη δεν ήταν βιοποριστικό επάγγελμα, ήταν 5

Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. κάπου στα πανεγύρια αραιά και που θα βρισκότανε κάποιος στο πανηγύρι να εισπράξει από τα φραγκοδίφραγκα που του πετούσανε. Αλλά από τις παραγγελιές, απ τη χαρτούρα παίρνανε κάποια χρήματα κάποιοι άνθρωποι; Ήταν τόσο ελάχιστα τα χρήματα εκείνα που ήταν ένα απλό χαρτζιλίκι, φιλοδώρημα, δεν θεωρείτο επάγγελμα. Μα προς Θεού μια φορά το μήνα, αν ήταν δυνατό, να πάρεις σε σημερινά λεφτά είκοσι χιλιάδες να θεωρηθεί εισόδημα, ούτε κατά διάνοια. Γιατί κάποιοι μας είπανε ότι είχε πολλά λεφτά το επάγγελμα. Ανακρίβεια κατά την άποψή μου, την εποχή εκείνη ειδικά. Πάντως, για να επιστρέψουμε, όταν ένας πατέρας είχε μια κόρη, θα την έδινε καλύτερα σε κάποιον αγρότη που έπαιζε και λύρα ή σε κάποιον δάσκαλο; Μέτραγε το ότι ήτανε δάσκαλος ο πατέρας σας; Οι δάσκαλοι την εποχή εκείνη ήταν οι επιστήμονες της εποχής και ειδικά στα χωριά που δεν υπήρχαν άλλου είδους σπουδασμένοι. Στις πόλεις ήτανε οι δικηγόροι, οι συμβολαιογράφοι, οι καθηγητές, αλλά οι δασκάλοι στα χωριά ήτανε περιζήτητοι γαμπροί τότε. Αλλά θέλω να πω ότι, επειδή δεν ήταν επάγγελμα ο λυράρης, ο βιολάτορας, ο οργανοπαίχτης, ήτανε σύνηθες πιο πολύ να είναι αγρότες. Λέγαμε για το Σκορδίλο και αν υπήρχανε επαφές με άλλους βιολάτορες. Με τους Τουρτούλους λέγαμε επαφή. Τα δυο χωριά αυτά είχανε συγγένειες πολλές μουσικές, γιατί ήτανε το μοναδικό χωριό που είχε μύλο, που αλέθανε το σιτάρι. Ο Άγιος Γεώργιος; Ο Άγιος Γεώργιος ναι, είχε νερά τότε και οι Σκορδιλιανοί πηγαίνανε πολύ συχνά, όπως και οι άλλοι απ τα περίχωρα, πηγαίνανε στους Τουρτούλους και υπήρχε λοιπόν αυτό το συναλίκι, αλλά πέραν τούτου αυτό που ένωνε τα χωριά ήταν τα πανηγύρια. Τα πανηγύρια ήτανε πολύ σημαντικά πράγματα για την εποχή εκείνη. Γιατί επειδή δεν υπήρχανε, ανοίγουμε άλλο κεφάλαιο φυσικά αυτή τη στιγμή, δεν ξέρω 6

κατά πόσο επιτρέπεται ν ανοίξουμε μία μεγάλη λεωφόρο μέσα στη μουσική αυτή. Τα πανηγύρια της εποχής εκείνης. Ερ. Να μη μιλήσουμε για τα πανηγύρια ακόμα, να πούμε μόνο αν ο πατέρας σας έπαιζε σε πανηγύρια, τον καλούσανε και ήταν ενεργό μέλος. Απ. Απλά αν βρισκότανε τυχαία στο πανηγύρι, θα παιζε κι αυτός με τη σειρά του καμιά βιολιά εκεί στην παρέα σε κανένα διπλανό χωριό ή στο δικό μας ή οπουδήποτε. Αλλά δεν ήτανε από τους οργανοπαίχτες εκείνους που καθότανε ώρες στην καρέκλα και χορεύανε μερόνυχτα. Δεν ήτανε, ήτανε να παίξει έτσι για το καλαμπούρι, οι άλλοι ήτανε κατά κάποιο τρόπο εντεταλμένοι για να παίζουνε ολόκληρα εικοσιτετράωρα, γιατί τότε τα γλέντια κρατούσανε πολλές μέρες. Ερ. Είχε κανένα ψευδώνυμο καλλιτεχνικό ο πατέρας σας, με το οποίο ήταν γνωστός; Απ. Όχι. Ερ. Μιαουδάκης Γεώργιος. Απ. Ο δάσκαλος. Έτσι ήτανε στα περίχωρα εκεί ο δάσκαλος. Ερ. Ήταν εκεί δάσκαλος, στο Σκορδίλι; Απ. Στο Σκορδίλο ήτανε δάσκαλος, ναι. Ερ. Και βιολί ακούγατε από ποιον επηρεάστηκε, να λέει «ο τάδε που έπαιζε βιολί, καταπληκτικό βιολί» θαύμαζε κάποιο βιολάτορα, είχατε ακούσει τίποτα από ποιον είχε επηρεαστεί, αν θυμάστε κάποιον; Απ. Τον άκουγα κατά διαστήματα να θαυμάζει κάποιον που διακρινόταν για το τόξο του, όπως έλεγε για το Δερμιτζογιάννη ότι «το τόξο του Δερμιτζογιάννη δεν το είχε κανείς». Η ελαφράδα του τόξου. Ήταν επίσης ο Κυρλίμπας ο λεγόμενος Σολιδάκης από τη Μαρωνιά. Ερ. Ο οποίος έπαιζε όμως λύρα; Απ. Έπαιζε λύρα αυτός ναι. Ήτανε επίσης το τυφλός ο Παπαχατζάκης ο λεγόμενος Τυφλός, απ το Σταυροχώρι. Ερ. Αυτός έπαιζε βιολί; 7

Απ. Βιολί έπαιζε ναι. Τώρα δεν μπορώ να θυμηθώ ποιους άλλους ανέφερε την εποχή εκείνη. Τον Καλογερίδη φυσικά, ο οποίος ήταν ο πατριάρχης της μουσικής της εποχής εκείνης. Ερ. Θυμάστε αν έλεγε έτσι τους σκοπούς που έπαιζε κοντυλιές, κοντυλιές του ρε, κοντυλιές του σολ; Απ. Δεν τους λέγανε ποτέ με τα ονόματά τους τις κοντυλιές αυτές του ρε και του σολ. Ερ. Πώς τις ονόμαζε; Απ. Δεν τις ονομάζανε καν, απλά καμιά φορά λέγανε «να παίξομε μια της νύχτας, να παίξομε μια της παρέας» κάπως έτσι δηλαδή, δεν είχανε με νότες, δεν ήξερε κανείς τότε νότες για να τις πούνε με το ρε με το φα. Ερ. Νομίζετε δηλαδή ότι ο Καλογερίδης έθεσε αυτά τα ονόματα; Απ. Απ ό,τι γνωρίζω εγώ και θα ναι πασίγνωστο και σε σένα και στο Γιώργο ειδικά που έχει κάνει ολόκληρη ιστορία και μελέτη γύρω απ τον Καλογερίδη, εκείνος είναι που κατέγραψε τις μουσικές εδώ με νότες. Ήταν ο πρώτος που τις κατέγραψε. Ο πρώτος και ο τελευταίος, δεν νομίζω να υπήρξε άλλος να μάζεψε το υλικό αυτό και να το έβαλε σε παρτιτούρα πάνω. Ανάλογα τώρα με τα ακόρντα που κρατάμε στις κοντυλιές τηνε λέγαμε του ρε, του φα, του σολ. Αλλά την εποχή εκείνη δεν ακουγότανε τέτοια πράγματα. Ερ. Μήπως τις λέγανε δαχτυλιές; Απ. Δαχτυλιές είναι ταυτόσημο με το κοντυλιά. Κοντυλιά με το δαχτυλιά είναι το ίδιο πράγμα. Και δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω πού οφείλεται ο όρος κοντυλιά. Το συζήτησα με πολλούς που ασχολούνται ετυμολογικά, δεν μπόρεσε κανείς να μου δώσει συγκεκριμένη απάντηση. Μια εκδοχή είναι το χέρι εδώ έχει σπασίματα που μοιάζουνε με κόνδυλους κι επειδή το χέρι δουλεύει σαν σπαστό, ίσως να είναι αυτή μία εκδοχή. Ερ. Τις δαχτυλιές τις έλεγε δαχτυλιές του σολ ή πάλι δαχτυλιές της νύχτας; 8

Απ. «Μια δαχτυλιά θα παίξομε της νύχτας μια δαχτυλιά της παρέας, μια δαχτυλιά της καντάδας». Ερ. Έχετε υπόψη σας γιατί κάποιοι λένε οι κοντυλιές αυτές είναι σομπατερές; Απ. Ναι, «θα παίξομε μια σομπατερή». Σομπατερός σημαίνει το επίπεδο, είναι κάποιες οι οποίες έχουνε οξείες μεταβολές, απότομες μεταβολές και σκληριχτές φωνές, όπως είναι το ντο η κοντυλιά π.χ. που παίζεται τη νύχτα ή όταν έχεις πιει πολύ και είσαι ενθουσιασμένος, αυτές ήτανε ζητωκραυγές περισσότερο στη κοντυλιά του ντο. Ενώ κάποιες άλλες όπως είναι του σολ ή του λα, είναι πιο ήρεμες και αυτές σε αντίθεση με τις άλλες που ήτανε ουρανομήκεις η άλλη ήτανε σομπατερή. Ερ. Ποιες είναι οι σομπατερές κοντυλιές για σας; Απ. Σομπατερές είναι όλες οι οποίες έχουνε αργό τόνο και ήρεμη εκτέλεση. Γιατί κάποιες κοντυλιές και στο ρε άμα πάμε έχει κάποιες που έχουν την αιχμή τους, το φόρτσε της ας πούμε. Εκείνο ξεφεύγει από το σομπατερό της. Ξανακατεβαίνει λοιπόν πάλι στο επίπεδό της και είναι η σομπατερή. Ερ. Δηλαδή υπάρχουν κοντυλιές του ρε που είναι και σομπατερές και γυρίσματα... Απ. Στα διάφορά της στάδια η κοντυλιά κατά την άποψή μου εμένα είναι άλλοτε σομπατερή και άλλοτε ορεινή, να το πω. Ερ. Οι κοντυλιές, ας πούμε, του σολ, του λα είναι σομπατερές; Απ. Όλες έχουνε το ίδιο πρόβλημα, αλλά περισσότερο απ όλες ορεινές μη σομπατερές είναι του ντο η κοντυλιά, του φα επίσης, γιατί έχει πολύ δύναμη και ταχύτητα. Η κοντυλιά του φα δεν μπορεί να παιχτεί μαλακά. Εκτός κάποιες άλλες εκτελέσεις, υπάρχουνε και εκτελέσεις αργές, τώρα είναι χίλιω λογιώ, ανάλογα με τους οργανοπαίχτες νομίζω πως άλλοτε η ίδια κοντυλιά γίνεται σομπατερή και άλλοτε ανώμαλη. Ερ. Εσείς από ποια ηλικία αρχίσατε να παίζετε; Απ. Ίσως πολύ μικρός άρχισα να παίζω ένα λυράκι το οποίο είχα φτιάξει μοναχός μου μ ένα, αν θυμάμαι καλά, φλασκί. Φλασκί σημαίνει... Ερ. Εκεί που βάζουν το νερό, το κρασί. 9

Απ. Μια χορδή από σύρμα, απλό σύρμα, όχι ατσάλινο. Ερ. Σε ποια ηλικία; Απ. Σε ηλικία τώρα δεν μπορώ να εκτιμήσω, αλλά πρέπει να μουνα πολύ μικρός γιατί θυμάμαι κι ένας γιος ενός παπά που είχε έρθει τότε, που τα φτιάχναμε μαζί, ένας μουσαφίρης δηλαδή που ήταν στο χωριό εκεί και τις τελειώναμε μαζί και σημείωνα μ ένα τόξο που είχα φτιάξει, μ ένα απλό ξύλο και με τρίχα από του γαϊδουριού την ουρά και με ρετσίνι, που δεν υπήρχε τότε ρετσίνι, αλλά το βάναμε λιβάνι, την ίδια δουλειά έκανε το λιβάνι, λοιπόν σημείωνα εκεί πέρα. Να τανε στην ηλικία των δέκα χρόνων, κάπου εκεί φαντάζομαι πως πρέπει να τανε. Αλλά αμέσως μετά, τα επόμενα χρόνια έπιανα που και που τη λύρα του πατέρα μου και σημείωνα απλώς έτσι κάποια πράγματα. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα και καλά αλλά νομίζω πως από κει ξεκίνησα, παίζοντας τη λύρα του πατέρα μου. Αυτός είχε δυο λύρες, η μία η σκολινή και η άλλη ήτανε η καθημερινή που την έπαιρνα κι εγώ και πότε-πότε σημείωνα εκεί πέρα, λίγα-λίγα, σιγά-σιγά, μέχρι που κάτι πήγαινε να βγει. Και μετά στην ηλικία των δεκαπέντε χρόνων περίπου, τότε έβαλα χέρι στο βιολί που ήταν απρόσιτο μέχρι τότε, το βιολί ήτανε Άγιο Δισκοπότηρο για μένα, δεν μπορούσα να πλησιάσω στη ντουλάπα εκεί που το είχε βάλει, στο κορφινό συρτάρι και να άγγιζα εκεί θα ήτανε απαγορευμένο σημείο. Και όταν πια έγινα δεκαπέντε χρονών απετόλμησα να το πλησιάσω κι όταν το άγγιξα, ένιωσα ρίγος που έπαιζα ένα τέτοιο εργαλείο μεγάλης σπουδαιότητας. Ερ. Ο πατέρας σας σας παρότρυνε να μάθετε ή δεν το θελε; Απ. Ίσως αδιαφορία, δεν μπορώ να πω ότι μας παρότρυνε, γιατί και ο αδελφός μου παίζει ελάχιστα κι αυτός, αλλά έτσι από μόνοι μας είχαμε αυτή την τάση να ξεκινήσουμε. Ερ. Σε κάποιες περιπτώσεις λένε ότι το όργανο που μαθαίνει κανείς πρώτο είναι αυτό που τον εκφράζει καλύτερα, δεν ξέρω, εσάς η λύρα σας εξέφραζε καλύτερα; Γιατί αλλάξατε και πήγατε στο βιολί; 10

Απ. Για να μαι ειλικρινής η λύρα δεν με εξέφραζε καθόλου. Η λύρα τότε, άρχισε από την εποχή εκείνη, δηλαδή το 60 τόσο, το 56, κάπου εκεί ήτανε, άρχισα εγώ να δίνω σημασία στο βιολί. Τότε ήθελα να μάθω βιολί, διότι εδώ στη Σητεία τότε δεν υπήρχανε, στις παρέες που κάναμε σαν μαθητές και οι μεγαλύτεροι μαθητές που κάνανε παρέα τότες παίζανε βιολί και βλέπαμε εμείς οι μικρότεροι και ζηλεύαμε, αυτοί τους ακολουθούσαν και κοριτσάκια και κάναν καντάδες τη νύχτα και είχανε επιτυχίες και τέτοιου είδους κι εμείς οι πιο μικροί έπρεπε να φτάσουμε κι εμείς κάπου εκεί. Ερ. Οι λυράρηδες δεν είχαν επιτυχία; Απ. Όχι η λύρα την εποχή εκείνη δεν είχε καμία δράση, καμία συμμετοχή. Ερ. Υπήρχε ο Καλοχωριανός, υπήρχε ο Σκυλάς, υπήρχε ο Φοραδάρης που έπαιζε και λύρα και βιολί; Απ. Ήτανε λίγο παλιότερα, αλλά η λύρα δεν ήτανε εργαλείο για να κάνεις καντάδες τη νύχτα, το βιολί ήτανε. Το βιολί και η κιθάρα και καμιά φορά και ακορντεόν από κάποιες παρέες γυρίζανε τη νύχτα στη Σητεία και κάνανε καντάδες και όλοι λέγανε «άκουσες χτες το βράδυ τις καντάδες;» και πηγαίνανε στις κοπέλες, η παρέα ήτανε δέκα άτομα, ας πούμε, καθένας είχε το κορίτσι του και πηγαίνανε από μακριά, διότι ήταν απαγορευμένη τότε η προσέγγιση κοντά, γιατί μπορούσε να βγει κι ο γέρος να βάλει τις φωνές κι γινότανε συχνά τέτοιου είδους. Ερ. Πριν περάσουμε στις καντάδες, θέλω να μου πείτε ποιον θεωρείτε δάσκαλό σας στο βιολί; Είσαστε αυτοδίδακτος, αλλά ποιον θεωρείτε ότι σας επηρέασε; Απ. Οπωσδήποτε τα πρώτα βήματα τα χω πάρει απ τον πατέρα μου. Από κει και ύστερα εδώ στη Σητεία ήταν ένας πολύ καλός βιολάτορας, ο Μανώλης ο Αεράκης, έτσι λεγότανε. Ο οποίος έπαιζε πιστά κοντυλιές του Καλογερίδη, τον θεωρώ από τους μοναδικούς που απέδιδε τόσο σωστά τις κοντυλιές του Καλογερίδη και ο οποίος ερχότανε συχνά στο σπίτι μου κι έπαιζε το βιολί εκείνο που έχω και σήμερα ακόμα το βιολί του 11

πατέρα μου κι από κει είχα ακούσει πολλά πράγματα από το Μανώλη, γυρίζαμε και τη νύχτα μαζί μετά στις καντάδες που άρχισα κι εγώ να βραχνοκοκορίζω και να ενδιαφέρομαι για τις νυχτερινές περιπολίες κι έτσι έμαθα πολλά από το Μανώλη. Ερ. Μεγαλώσατε στο Σκορδίλο στο χωριό; Απ. Τα καλοκαίρια οπωσδήποτε, σαν μαθητής του δημοτικού εκεί. Μετά σαν μαθητής του γυμνασίου τα καλοκαίρια ήτανε στο Σκορδίλο και στο σχολείο εδώ στη Σητεία. Από κει και πέρα φοιτητής στην Αθήνα. Από κει άρχισα να εγκαταλείπω πια το χωριό, γιατί μετά στρατιώτης, μετά εδώ επαγγελματικά και στο χωριό πήγαινα αραιά πια. Ερ. Σε ποια ηλικία μπορούμε να πούμε ότι μάθατε σκοπούς στο βιολί ότι ξέρατε κάποιους σκοπούς να παίζετε και τους παίζατε καλά; Απ. Μπορώ να πω ότι στα δεκαοχτώ μου χρόνια. Ερ. Και μετά φύγατε για την Αθήνα; Απ. Μετά έφυγα στην Αθήνα, ναι. Ερ. Εκεί παίζατε; Απ. Εκεί όχι. Ερ. Συνεχίσατε αφότου γυρίσατε; Απ. Μετά γυρίζοντας εδώ κάπου σε παρέες στην ηλικία των είκοσι οχτώ χρόνων, κάπου εκεί και μετά. Ερ. Το ξαναπιάσατε; Απ. Ναι, από κει και ύστερα παίζαμε συχνά, γιατί κάναμε παρέες εδώ συχνά στη Σητεία και μέχρι σήμερα μπορώ να πω ότι κάνουμε παρέες και πότε-πότε παίζομε και το βιολί, παίζομε και το μαντολίνο. Ερ. Το μαντολίνο πότε άρχισε; Απ. Αργότερα, το μαντολίνο είναι πολύ φρέσκια υπόθεση, δηλαδή πριν από δέκα χρόνια. Ερ. Δεν ήταν άλλο μαντολίνο εδώ στη Σητεία; Απ. Εδώ στη Σητεία εγώ δεν είχα δει, δεν είχα ακούσει ποτέ μάλλον κάποιον. Παίζανε ίσως ήτανε και γυναικείο όργανο το μαντολίνο, γιατί οι 12

κοπέλες της εποχής εκείνης, των μεγάλων οικογενειών μαθαίνανε μαντολίνο, δεν υπήρχε άλλο όργανο προσιτό για τις γυναίκες, μόνο το μαντολίνο. Ερ. Εσείς πώς και αποφασίσατε να πάρετε ένα μαντολίνο να μάθετε; Απ. Τυχαία, ο Γιώργης ο Κοσκίνης έφερε μια φορά ένα μαντολίνο εκεί από κάτω στην παρέα. Επειδή είπαμε το μαντολίνο έχει πάρα πολύ συγγένεια με το βιολί, τα πατήματά του είναι τα ίδια, τα διαστήματα δηλαδή που πατάνε τα δάχτυλα είναι ακριβώς τα ίδια. Φυσικά θέλει και την πένα, είναι άλλο το τόξο άλλη η πένα. Αλλά επειδή σ αυτό το διάστημα, για να ρθουμε πιο μπροστά λίγο, έπαιζα και κιθάρα, τι κιθάρα δηλαδή, ίσα-ίσα τσαγκρουνούσα, που λέμε εμείς, για να συνοδεύω κάποια τραγούδια στην παρέα, λίγο ακόρντο, κάνοντάς τη περίπου σαν μπουζούκι δηλαδή για να σημειώνει κάποιους σκοπούς. Και είχα από κει μια πείρα. Συνδυάζοντας λοιπόν με το βιολί που έχει τα ίδια πατήματα και λίγο την πένα δεν χρειάστηκε και πολύ για να μπω στο αυλάκι μέσα του μαντολίνου και μπορώ να πω ότι το ίδιο, αν βαθμολογήσω τον εαυτό μου, όσο παίζει βιολί, άλλο τόσο παίζει και μαντολίνο. Ερ. Τώρα στη Σητεία παίζουνε άλλοι μαντολίνο εκτός από σας; Έχετε ακούσει άλλο να παίζει μαντολίνο; Απ. Δε νομίζω ότι παίζει κάποιος μαντολίνο, να μην πω καλύτερα από μένα, ο Μανώλης ο Φραγκούλης παίζει π.χ., αυτός λείπει τώρα, ο Κοσκίνης ελάχιστα, αλλά δε νομίζω να παίζει και κανείς άλλος εδώ στη Σητεία. Δεν έχω ακούσει κανένα που να παίζει τώρα εδώ στη Σητεία μαντολίνο. Και τι λέμε τώρα άμα παίζω μαντολίνο, συνοδεύω απλώς μια κιθάρα, έχω ένα καλό φίλο που ξέρει κιθάρα καλή και όλα τα τραγουδάκια που κυκλοφορούν τώρα εδώ πέρα στις παρέες όλα τα σύγχρονα και παλιά τραγούδια, τα παίζω εγώ ακομπανιαμέντο, αυτή ήτανε μια καλή παρέα πάντοτε. 13

Ερ. Για πείτε μου με ποιους έχετε παίξει βιολάτορες, ή τους έχετε συνοδεύσει ή σας έχουνε συνοδεύσει; Με ποιους μουσικούς από τη Σητεία ή από κάποια χωριά έχετε παίξει; Απ. Δεν συνοδεύω, γιατί με τι να συνοδεύσω. Εμένα συνοδεύουν. Εγώ δεν παίζω κιθάρα. Ερ. Δεν παίζετε τόσο καλά ώστε να συνοδεύετε; Απ. Απλά ένα σκέτο ακομπανιαμέντο, ένα μονότονο όπως ήταν και παλιά. Σήμερα όσοι ξέρουνε κιθάρα, αλλάζουνε φυσικά τα ακόρντα κατά περίπτωση, όπως είναι ο Μανώλης ο Καναβάκης, είναι απ τους καλύτερους που υπάρχουνε εδώ, μπορώ να πω στην περιοχή μας εδώ, στην επαρχία Σητείας ίσως να είναι ένας απ τους καλύτερους αυτός. Ερ. Αυτός είναι στο Μακρύ Γιαλό; Απ. Στο Μακρύ Γιαλό αρχιτέκτονας είναι, αυτός και άλλος ένας είναι ο Καραμανωλάκης ο φαρμακοποιός. Αυτός παίζει πάρα πολύ καλή κιθάρα. Αυτοί οι δυο ξέρω πως παίζουνε καλή κιθάρα. Και μ αυτούς έχουμε παίξει πολλές φορές, αλλά μ αυτόν που παίζω καθημερινά, κάθε τόσο στις παρέες είναι με το Μανώλη, είμαστε ντουέτο. Ερ. Το Καραμανωλάκη; Απ. Όχι το Καραμανωλάκη. Ερ. Το Καναβάκη; Απ. Το Καναβάκη ο οποίος έρχεται απ το Μακρύ Γιαλό και κάνουμε παρέες συχνά εδώ στη Σητεία, καθόμαστε στ Αλμυρίκια εδώ από κάτω, στα σπίτια μονιάζουμε στις εορτές, την πρωτομαγιά, τις Απόκριες κ.λ.π. το ξεφαντώνουμε, κάνουμε καλές παρέες ομολογουμένως, τραγουδάμε, πίνουμε, γλεντάμε. Κι άμα έρθουμε στο γλέντι, στον ορισμό του γλεντιού, θα πούμε πολλά εκεί. Ερ. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου παλιά γινόντουσαν παραγγελιές, η λεγόμενη χαρτούρα; Απ. Δεν το είχα ακούσει. Παραγγελιά ήταν μόνο το εξής, στα χωριά που γινότανε τα γλέντια, γιατί εγώ εκεί έχω την πείρα, στα χωριά ξέρω το 14

Ερ. Απ. Ερ. τι έγινε, εδώ στην πόλη δεν ξέρω τι γινότανε. Λοιπόν στα χωριά τι γινότανε, σ ένα καφενείο που δεν είχε μεγαλύτερο μέγεθος από τούτο εδώ, μαζευόταν όλο το χωριό, άλλοι απ απέξω, άλλοι απ τα παράθυρα προβαίναν τα κεφάλια τους, γιατί δεν χωρούσαν όλοι μέσα, στη μέση μ ένα λουξ ή με μια λάμπα υποτυπώδης δηλαδή η υποδομή, αλλά υπήρχε μπόλικη όρεξη. Οι δύο οργανοπαίχτες λοιπόν στη μέση και χόρευε κάποιος τον πηδηχτό, γιατί κατά κυριολεξία χορεύανε πηδηχτό, τον στειακό πηδηχτό χορό, όπου ένας κρατώντας στην ομπρός μερά με την ντάμα του και με όλους, ακόμη πέντε, έξι, δέκα όσοι ήταν, γυρίζαν γύρωγύρω και χορεύανε το πηδηχτό. Υπήρξαν διάσημοι χορευτές, οι οποίοι κάνανε δέκα βόλτες, δεκαπέντε βόλτες χωρίς να κόψουνε, χωρίς να κουραστούνε και αυτοί ήταν οι διάσημοι χορευτές της εποχής εκείνης, αλλά εκείνος που ήτανε για να χορέψει στη συνέχεια τι έκανε; Ενώ ο άλλος περιφερότανε έξω απ την καρέκλα του λυράρη και χόρευε, ο άλλος που ήτανε να χορέψει, στεκόταν κοντά στην καρέκλα μαζί με την ντάμα και περιμένανε εκεί. Αυτό είναι σήμα ότι εμείς έχουμε σειρά τώρα, οπότε ήταν η παραγγελιά η επόμενη «παίξε μας και μας». Αυτό αν μπορεί να θεωρηθεί σαν παραγγελιά. Παλιότερα όμως δίνανε χρήματα στην παραγγελιά επάνω όπως κάνουνε σήμερα; «Παίξε μου» ας πούμε «στειακό να χορέψω εγώ κι η παρέα μου»; Πάντοτε ο χορευτής έδινε μετά ένα νόμισμα στον οργανοπαίχτη και ήταν ανάλογα με το βαλάντιό του, ανάλογα με τον ενθουσιασμό που είχε απ το χορό και ανάλογα και με την οικονομική του επιφάνεια. Πολλές φορές, όταν ήταν ο ενθουσιασμός μεγάλος, το σάλιωνε και λίγο και το κολλούσε και στο κούτελο, όταν ήταν μεγάλο το νόμισμα, δεκάρικο της εποχής ισοδύναμο σήμερα μ ένα εικοσάρικο, με είκοσι χιλιάρικα θα ήταν ίσως το μάξιμουμ. Βάζανε στην κιθάρα χρήματα; 15

Απ. Στην κιθάρα βάζανε χρήματα μέσα ναι κέρματα, αλλά και χάρτινα που ήταν τότε, δεν υπήρχανε κέρματα, υπήρχανε αργότερα, βάζανε στην κιθάρα μέσα χρήματα ειδικά όταν χορεύανε ευρωπαϊκούς χορούς. Ερ. Ποιους ευρωπαϊκούς χορούς είχατε εδώ; Απ. Ήτανε το ταγκό, το βαλς και το φοξ τροτ. Ήτανε και οι καντρίλιες. Ερ. Πόλκα είχατε; Απ. Και πόλκα ναι. Αλλά αυτά ήτανε κατεξοχήν, το ταγκό φυσικά που έφερε την επανάσταση στην δεκαετία του 50 και μετά, γιατί οι παλαιότεροι δεν μπορούσαν να το ανεχτούν αυτό το πράγμα. Στα χωριά που τα ήθη ήταν αυστηρά, ο παππούς μου μάλιστα που ήταν πατριάρχης εκεί του χωριού. Συγκεκριμένα θυμάμαι το γεγονός που ήταν το 52, 53, που εγώ ήμουνα δώδεκα χρονών, κάπου εκεί και βλέπει από πάνω ερχόμενος στο πανηγύρι του Αφέντη Χριστού μέσα στο καφενείο, βλέπει εκεί που ήταν ο χορός, το γλέντι, ο στειακός και όλα αυτά, μια στιγμή και βλέπει και γυρίζουνε ευρωπαϊκά και βλέπει και κολλούν οι γυναίκες με τους άντρες. Έξαλλος λοιπόν αυτός βγαίνει απ το παράθυρο όπως ερχόταν από πάνω και απευθύνει τη φράση «φιού μαϊμούνια» μεγαλοφώνως στο καφενείο. Το «φιού» είναι μια φράση εδώ πολύ προσβλητική, δεν λέγεται ίσως πουθενά αλλού, αλλά είναι τόσο προσβλητική η φράση αυτή που φυσικά δεν υπήρξε αντίδραση, γιατί ήτανε σεβάσμιο πρόσωπο και δεν του μίλησε κανείς, με τα μούτρα κατεβασμένα κάτω οι άλλοι. Ερ. Σταματήσαν το χορό; Απ. Δεν σταματήσανε, γιατί ήταν ενθουσιασμένοι. Ερ. Ο παππούς σας έπαιζε κανένα όργανο; Απ. Όχι. Ερ. Κανένας άλλος από την οικογένεια; Απ. Όχι, κανείς άλλος. Ερ. Κανένας θείος σας; Απ. Όχι. Ερ. Ξάδελφός σας; 16

Απ. Ούτε, κανείς. Ερ. Τα γλέντια την παλιά εποχή έτσι όπως τα θυμάστε την εποχή του πατέρα σας, γινόντουσαν σε καφενείο, γινόντουσαν στην πλατεία του χωριού, γινόντουσαν χωρίς λόγο, γινόντουσαν όταν είχανε γιορτή; Απ. Κατά κανόνα στο δικό μου χωριό συγκεκριμένα που θυμάμαι λεπτομέρειες εγώ γίνονταν δύο φορές το χρόνο. Το μεγάλο πανηγύρι δηλαδή που ήτανε στις 6 Αυγούστου της Μεταμόρφωσης και στις 14 Σεπτέμβρη η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Αυτές τις δύο φορές μαζευότανε από τα γύρω χωριά. Τότε λοιπόν δεν υπήρχαν συγκοινωνίες είπαμε και ένας λόγος που υπήρχε έντονη η επιθυμία της επαφής των ανθρώπων μεταξύ τους κι ο άλλος επήγαινε στο χωριό, σηκωνότανε από το Χαμέζι που είναι κάπου μία ώρα με τα πόδια, ή από το άλλο χωριό, ή από το άλλο κι ερχότανε στο χωριό. Πρώτα-πρώτα ο πυρήνας ήταν το θρησκευτικό μέρος, γιατί πάντοτε ερχόταν όλοι στην εκκλησία τότε το πρωί. Από κει μετά της δέκα, έντεκα μαζευότανε στο χωριό, αρχίζαν να πίνουνε και παρέες στα σπίτια οι γνωστοί με τους γνωστούς με τους συγγενείς, γιατί ερχόταν κι απ την προηγούμενη, όλοι αυτοί οι λεγόμενοι αγιομισάρηδες, έτσι λεγόνταν τότε. Και την επομένη στο καφενείο μετά την εκκλησία άρχιζε το γλέντι εκεί, τραγούδι, ρακί, αγγουράκια, μεζέδες κι αρχίζανε εκεί τα γλεντάκια και κατά πυρήνες τώρα, στο σπίτι του ενός που μαζευτήκανε καμιά εικοσαριά άτομα. Κι ερχότανε δυο, τρεις, τέσσερις, πέντε λυράρηδες ανάλογα με την περίπτωση. Ερ. Γιατί λέτε λυράρηδες; Απ. Λυράρηδες και βιολατόροι, ναι. Πολύ συχνά αυτός που έπαιζε λύρα, έπαιζε και βιολί. Ήταν συνηθισμένο φαινόμενο. Λυράρηδες τους λέγαμε τώρα επειδή είναι πιο εύκολη λέξη από το βιολατόροι και λυράρης σημαίνει και βιολάτορας καμιά φορά με την έννοια που είπαμε προηγουμένως. Ερ. Ερχόντουσαν λοιπόν αυτοί καθόντουσαν... 17

Απ. Ναι, σ ένα σπίτι που ήτανε ένας πυρήνας εκεί, τραγουδούσαν στην κάτω γειτονιά. Ο Λευκάρης στην κάτω γειτονιά, στην απάνω ο άλλος, ο Παπαχατζάκης. Ερ. Σε σπίτια δηλαδή; Απ. Σε σπίτια και στο καφενείο. Ήτανε δυο, τρία καφενεία. Στο ένα καφενείο ο ένας, στο άλλο ο άλλος. Λέει «τι γίνεται στο απάνω καφενείο», «αύτει ο χορός, αύτει το γλέντι» «στο κάτω τι γίνεται» «και κει». Και γυρίζανε από καφενείο σε καφενείο οι διάφοροι για να δούνε αν η παρέα τους υπερέχει. Ήτανε μάλιστα κάποιος εκεί, έρχεται στο καφενείο ένας γέρος, ένας μεσόκοπος ενθουσιασμένος από την απόδοση του καφενείου του λέει «ίσα ρε παιδιά και φάγαμε του κάτω καφενείου» που είναι πιο ήσυχοι αυτοί, δεν γλεντούσαν τόσο καλά όσο στο απάνω κατά κάποιο τρόπο. Ήταν και τέτοιου είδους συναγωνισμοί σα τους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Είχε πολλά ευτράπελα η περίπτωση. Ερ. Πάντως δεν μαζευόντουσαν σε μια κεντρική πλατεία να γλεντήσουν όλοι μαζί; Απ. Στο χωριό μου συγκεκριμένα δεν υπήρχε πλατεία, αλλά και σε κανένα χωριό απ ό,τι ξέρω δεν μαζευότανε στην πλατεία. Σπάνια καμιά φορά να μαζευτούνε στην πλατεία και να χορέψουνε, καλοκαιρινή περίοδο φυσικά μόνο. Αλλά σπάνιο φαινόμενο, δεν γινότανε αυτό που γίνεται σήμερα, γιατί τότε οι άνθρωποι, το βασικό στοιχείο της εποχής εκείνης είναι ότι οι άνθρωποι συμμετείχαν σ αυτό που ονομάζεται γλέντι, παρέα, τραγούδι, χορός. Συμμετείχανε όλοι αυτοί. Δηλαδή στο σπίτι μέσα που είπαμε γινότανε ο πυρήνας και ένας οργανοπαίχτης έπαιζε και όλοι όσοι συμμετείχαν τραγουδούσαν όλοι, όλοι πίνανε «βίβα ρε παιδιά» και ο ένας παρότρυνε τον άλλο «άσπρο πάτο» και περνούσε η γυναίκα και κερνούσε όλους και φέρνανε μεζέδες και όλοι αυτοί που βρισκότανε μες στο σπίτι, η νοικοκυρά έψηνε μυζηθρόπιτες, στην άλλη μεριά ο άλλος έφτιαχνε μεζέδες, η κοπελιά έφερνε κρασί και γινότανε ένας χαβαλές και μέσα στο κέφι αυτό να τραγουδάνε, να λένε μαντινάδες για τη γυναίκα 18

που φτιάχνει τις μυζηθρόπιτες, για τον άλλο που του ψόφησε ο γάιδαρος, για τον άλλο που έγινε το τάδε επεισόδιο κι ήτανε πραγματικά μία συμμετοχή, μια διονυσιακή κατά κάποιο τρόπο ατμόσφαιρα όλη αυτή η ιστορία, με βασικό στοιχείο τη συμμετοχή όλων. Σπάνια θα ήταν κάποιος στην άκρη ο οποίος θα είχε κάποιο λόγο να μη συμμετέχει. Αυτό ήταν το σημαντικό στοιχείο του γλεντιού, γι αυτό λέμε ότι οι άνθρωποι γλεντούσαν τότε. Μα γλεντούσαν διότι συμμετείχανε, σ ένα πολύ μικρό χώρο μέσα που μπορείς να συμμετέχεις. Σήμερα, όταν είσαι στην πλατεία από κάτω, όταν είσαι στον Άγιο Γεώργιο στην πλατεία που κάνει ο Προοδευτικός Σύλλογος ή ο πολιτιστικός σύλλογος του χωριού του τάδε και τι κάνουνε; Έχουνε στην πλατεία μια σκαλωσιά στημένη και βγαίνει απάνω ο λυράρης με τα μεγάφωνα και ωρύεται από κει πάνω και φωνάζει. Ο άλλος κάθεται αναγκαστικά με την παρέα του σε μια καρέκλα και κάθεται μ ένα ποτηράκι πλαστικό στο χέρι, να φάει κι ένα ντολμαδάκι και ν ακούει μόνο. Το πολύ-πολύ που έχει να κάνει είναι οι πιο νέοι να σηκωθούνε να χορέψουνε με τη λύρα ένα χασαποσέρβικο που είναι τρία βήματα και δώσ του και τίποτα άλλο. Ερ. Το σιγανό μιλάμε; Απ. Το σιγανό ναι. Ερ. Το σιγανό το χορεύανε παλιά στην εποχή του πατέρα σας; Απ. Όχι. Αυτό δεν το θυμάμαι εγώ ποτέ. Τότε ο χορός, ο μοναδικός χορός ήτανε ο στειακός ο πηδηχτός, αυτός ήταν το ενενήντα τοις εκατό. Ερ. Τον λέγανε στειακό πηδηχτό ή στειακό συρτό; Απ. Όχι, πηδηχτός ή στειακός, αλλά πηδηχτό περισσότερο. Ερ. Κρητικό τον λέγανε; Απ. Και κρητικό τονε λέγανε, αλλά η κυριότερή του ονομασία ήτανε πηδηχτός. Άλλοι τονε λένε μαλεβιζιώτη, σήμερα έχει χίλια ονόματα. Ερ. Μαντινάδες, όταν γινότανε ένα γλέντι, λέγανε και πειραχτικές; Απ. Ναι, εκεί ήταν τώρα το πιο σημαντικό στοιχείο της κρητικής μουσικής ίσως για την εδώ μουσική που ξέρω εγώ ήταν αυτό. Δηλαδή ήταν μια 19

μοναδικότητα αυτό το πράγμα, διότι οι μαντινιάδες αυτές οι λεγόμενες, εκτός από κείνες που έχουνε κατά καιρούς λεχθεί επανειλημμένα χίλιες φορές η ίδια μαντινιάδα, η οποία επαναλαμβάνεται κι εδώ κι εκεί και παραπέρα και σήμερα και πέρσι και πριν από δέκα και εκατό χρόνια, είναι οι αυτόνομες, εκείνες σχεδιάζονται τη στιγμή εκείνη και οι οποίες αναφέρονται σ ένα γεγονός, σ ένα συγκεκριμένο άτομο για κάποιο γεγονός το οποίο θα προκαλέσει τη σύνθεσή της. Ερ. Θυμάστε κανένα περίεργο περιστατικό που έγινε παρεξήγηση πάνω σε γλέντι; Απ. Πολλές φορές γινότανε παρεξηγήσεις ειδικά όταν το χιούμορ ήτανε λίγο χοντρό κι όταν ο άλλος ήταν άνθρωπος που δεν καταλάβαινε τόσο πολύ το χιούμορ, να ναι αψίθυμος, γινότανε παρεξηγήσεις και ξύλο παίζανε καμιά φορά και το γλέντι σκολούσε καμιά φορά. Δεν θυμάμαι συγκεκριμένα γεγονότα, αλλά από αφηγήσεις ξέρω πολύ καλά ότι γινότανε τέτοιου είδους παρεξηγήσεις, γινότανε επεισόδια. Ερ. Ας πούμε γινότανε παρεξήγηση και μπορούσε ο ένας να χτυπάει τον άλλο με μαντινάδα, να του λέει κάτι, ν απαντάει ο άλλος; Απ. Ναι, σ αυτές τις περιπτώσεις ήταν οι λεγόμενες μαντινιαδομαχίες κατά κάποιο τρόπο. Αυτά ήτανε πολύ συνηθισμένα φαινόμενα και υπήρχανε διάσημοι μαντινιαδολόγοι. Κατά κάποιο τρόπο τότε μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήτανε όπως οι ποδοσφαιρικές ομάδες, οι μεν με τον ένα μαντινιαδολόγο κι αβαντέρνανε, οι άλλοι με τον άλλο. Και το ακροατήριο από γύρω-γύρω, γυναίκες άντρες στο χορό μέσα, στο καφενείο. Εκεί γινότανε φάση μεγάλη, όταν το θέμα ήταν καμιά φορά να ναι και κοπελιά στη μέση που αντίζηλοι και πιανότανε στις μαντινιάδες. Ερ. Θυμάστε κανά περιστατικό συγκεκριμένο; Απ. Δεν μπορώ τώρα να θυμηθώ συγκεκριμένο, αλλά από αφηγήσεις είχα ακούσει. Ίσως ήμουνα πολύ μικρός, γιατί μετά εκφυλιστήκανε τα πανηγύρια, την εποχή που λέω τώρα, το 52, 51, 52, 53 που θυμάμαι εγώ στο χωριό και γινότανε τέτοιου είδους αψιμαχίες, θυμάμαι, αλλά δεν 20

θυμάμαι τώρα πρόσωπα, πράγματα, αλλά θυμάμαι ότι και την επομένη συζητούσανε ότι του είπε αυτή τη μαντινιάδα, του είπε ο άλλος αυτή. Ερ. Υπήρχε νικητής στο τέλος; Εάν δεν μπορούσες ν απαντήσεις στην μαντινιάδα που σου λεγε, έσκαγες απ το κακό σου κι έφευγες με ντροπή; Απ. Υπήρχανε τέτοιες περιπτώσεις που κατά κάποιο τρόπο βρισκότανε, κάποιοι παρεμβαίνανε για να μη γίνει επεισόδιο, αλλάζανε συνήθως μετά τον τόνο και λέγανε άλλες μαντινιάδες για να σβήσει το σκάνδαλο, αλλά ο νικημένος φαινότανε. Οι σατιρικές μαντινιάδες ήταν επί το πλείστον πολύ ξακουστές, που σατιρίζανε γεγονότα όπως το να ψοφήσει καποιανού ο γάιδαρος ήτανε μια προσβολή, διότι του βγάνανε τέτοιες μαντινιάδες μετά, του λέγανε για διάφορα πράγματα πειραχτικά, που ήτανε απ τα πιο σημαντικά. Αλλά και πολλά και διάφορα άλλα πράγματα ήταν αφορμή για να γίνει. Ερ. Πάνω στις εκλογές λέγανε δίστιχα; Απ. Σε οποιοδήποτε γεγονός, από το πιο ασήμαντο. Μα δεν υπάρχει νομίζω λέξη καμιά φορά έκανα έτσι έρευνα που να μη συμπεριλαμβάνεται σε μαντινιάδα μέσα. Δηλαδή να πούμε τώρα αυτή τη στιγμή το τηλέφωνο, να πούμε τα γυαλιά, να πούμε ό,τι βρεθεί μπροστά σου, το κλειδί, υπάρχει μαντινιάδα που την περιέχει αυτή μέσα. Ερ. Στο τραπέζι λεγόντουσαν οι πειραχτικές, δηλαδή αυτοί οι αγώνες που γινόντουσαν να πω εγώ μια μαντινάδα, να μου απαντήσει ο άλλος, ή στο χορό; Απ. Οπουδήποτε γινότανε παρέα. Αυτό δεν μπορούσες να το ξεκαθαρίσεις. Ερ. Μπορεί να χορεύανε δηλαδή και να γινόταν αυτό το πράγμα; Απ. Ναι, βέβαια. Όταν χορεύανε, καμιά φορά κι ο χορευτής στην ομπρός μερά τραγουδούσε κι ο ίδιος κι έλεγε μαντινιάδες. Ερ. Μπορεί ν απαντούσε στον άλλο που καθότανε στο τραπέζι; Απ. Βέβαια κι ο άλλος που καθότανε στο ακροατήριο, ναι. Ερ. Παινετικές μαντινάδες λέγανε; 21

Απ. Ε, βέβαια. Ερ. Ποιοι τις λέγανε συνήθως; Απ. Τις παινετικές τις λέγανε σ ένα σπίτι, όπου πηγαίνανε, να παινέσουνε τη νοικοκυρά, να παινέσουνε τον οικοδεσπότη όταν έφερνε καλούς μεζέδες, καλό κρασί, ότι είχε και καλά κοπέλια, ότι είχε και όμορφη κόρη και λοιπά. Ερ. Για τον πρωτοχορευτή λέγανε, για την ντάμα του; Απ. Και για τον πρώτο βέβαια πολλές. «Μα στην ομπρός μερά βαστά / χορεύει πρώτο πράμα / μα τονε βοηθά / περίφημα κι η ντάμα» κάτι τέτοιο. Ερ. Οι μουσικοί πού καθόντουσαν στα γλέντια; Απ. Στο κέντρο του όλου συμμαζέματος, δηλαδή στη μέση-μέση στο καφενείο. Δύο καρέκλες ο ένας με τη λύρα και με το νταούλι ο άλλος, ή βιολί και κιθάρα. Ερ. Και ο χορός πήγαινε γύρω-γύρω; Απ. Γύρω-γύρω απ αυτούς. Ερ. Ποια ήταν η θέση των γυναικών, μπορούσαν να τραγουδήσουν μια μαντινιάδα; Απ. Όχι, ποτέ δεν τραγουδούσαν εδώ στην περιοχή μας, ποτέ. Ερ. Ούτε στα χωριά, ούτε στην πόλη; Απ. Στην πόλη δεν ξέρω, γιατί δεν έχω την πείρα από την πόλη. Στις παρέες που γινότανε εδώ στη Σητεία γινότανε πολλές παρέες απ ό,τι είχα ακούσει σε σπίτια όμως. Δεν υπήρχαν εδώ τα καφενεία για να μαζευτούν στην πλατεία στα καφενεία δεν ήτανε προσιτό για τις γυναίκες. Μόνο στις γιορτές, στις ονομαστικές γιορτές και σε άλλες γιορτές, όπως τα Χριστούγεννα. Ερ. Αλλά συμμετείχανε ισότιμα με τους άντρες, μπορούσαν να τραγουδήσουνε; Απ. Δε νομίζω, ποτέ. Στα χωριά μας ποτέ. Οι γυναίκες δεν τραγουδούσανε ποτέ στα χωριά. 22

Ερ. Σε γλέντια; Απ. Σε γλέντια. Δεν έχω ακούσει ποτέ. Ερ. Στο γάμο όμως; Απ. Στο γάμο ήτανε μόνο εκεί που στολίζανε τη νύφη. Εκεί τραγουδούσανε κατά αποκλειστικότητα οι γυναίκες. Ερ. Σ ένα γλέντι θα μπορούσε μια γυναίκα να σηκωθεί να μπει μόνη της στο χορό χωρίς να τη βάλει ένας άντρας; Να σηκωθεί να χορέψει μόνη της δηλαδή; Απ. Μα ποτέ ο χορός δεν γινότανε από ένα άτομο, χορεύανε πολλοί μαζί. Κρατούσανε, ας πούμε, δέκα στη σειρά. Θα μπορούσε να σηκωθεί μια γυναίκα, να σπάσει τον κλοιό και να κάτσει στη μέση. Αλλά κατά κανόνα ο χορευτής σήκωνε και τις υπόλοιπες. Β. Πλευρά Ερ. Ο χορευτής σήκωνε και τις υπόλοιπες; Απ. Ναι, κατά κανόνα. Κι έπαιρνε και την άδεια από την μητέρα, απ τον πατέρα να σηκωθεί να χορέψει. Και αν τυχόν δεν δεχότανε ήταν μεγάλη προσβολή για το νεαρό, ο οποίος εκαλούσε την κοπέλα και δεν το δεχότανε. Και την επομένη γινότανε παρεξηγήσεις καμιά φορά μεγάλης ολκής. Ερ. Ότι δεν δέχτηκε να σηκωθεί να χορέψει η κοπελιά; Απ. Ναι «είμαι κουρασμένη» και την ίδια ώρα τηνε σήκωνε ο άλλος και σηκωνότανε. Διότι ήθελε να τον αποφύγει, διότι ήταν υποψήφιος εραστής κι αυτή δεν τον ήθελε, κάτι τέτοια δηλαδή ήτανε τα αίτια αυτής της εμπλοκής. Ερ. Να χορέψει πρώτη μία κοπέλα μπορούσε; Απ. Ναι. Όχι πρώτη, την άφηνε καμιά φορά ο καβαλιέρος να μπει στην ομπρός μερά και να χορέψει μοναχή, αλλά σπάνιο φαινόμενο. Ερ. Γυναίκες που παίζανε όργανο υπήρχανε; 23

Απ. Στα χωριά μας ποτέ, δεν θυμάμαι καμία περίπτωση. Ερ. Ούτε μαντολίνο; Απ. Στα χωριά μας όχι. Εδώ στη Σητεία απ ό,τι ακούω παίζανε καμιά μαντολίνο από κάποιες σχολές καλογριών, από κάποιες σχολές σχολαρχείων γαλλικών, δηλαδή ήτανε για τις οικογένειες, είπαμε, τις προνομιούχες να μάθει κάποια κοπέλα λίγο μαντολίνο. Ερ. Θα την παρεξηγούσαν μια γυναίκα εάν τραγουδούσε σ ένα γλέντι; Απ. Τραγουδούσανε όχι μαντινιάδες. Μαντινιάδες ήταν αποκλειστικά αντρικό είδος. Αλλά κάποια τραγούδια ίσως της εποχής εκείνης τραγουδιούνταν από γυναίκες. Θυμάμαι εδώ κάποια τραγουδούσε πολύ καλά και στο χωριό μας ερχότανε στα πανηγύρια και τραγουδούσε εκεί μαζί με την παρέα της, τη στειακή παρέα και χαζεύανε οι άλλοι από κάτω που βλέπανε τέτοιο θέαμα, είχε βγει τότε το τραγούδι Άστα τα μαλλάκια σου ανακατεμένα εποχές του 50. Ερ. Όχι, μιλάμε για κρητικές μαντινιάδες; Απ. Όχι, αυτό δεν το θυμάμαι ποτέ. Ποτέ γυναίκα ν ανακατευτεί σε μαντινιάδες. Ερ. Έχετε ακούσει καμιά περίπτωση, κάποια γυναίκα να σπάνε οι χορδές της λύρας κι αυτή ν αρχίζει να τραγουδά με το στόμα και να συνεχίζεται έτσι το γλέντι; Απ. Αυτό δεν το χω ακούσει. Στο χει διηγηθεί κάποιος; Ίσως είναι γεγονότα τα οποία δεν τα ξέρω. Αυτό είναι σπάνιο φαινόμενο όπως ήτανε ο Παγκανίνι όταν σπάσαν όλες οι χορδές, τις έσπασε μόνος του κι έπαιξε όλο το κονσέρτο το υπόλοιπο σε μια χορδή επάνω. Ίσως τέτοιου είδους φαινόμενα. Ερ. Στο γλέντι οι μουσικοί θεωρούνταν παρακατιανοί, τους είχανε σαν θεούς, τους έβλεπαν σαν είδωλα; Υπήρχαν κάποιοι που τα όργανα τα θεωρούσαν, όπως λένε σε άλλες περιοχές, «ήρθαν οι γύφτοι»; Απ. Όχι, ποτέ. Οι οργανοπαίχτες τυγχάνανε ιδιαίτερης εκτίμησης από όλους. Τώρα εγώ εκφράζω τη δική μου άποψη, που έζησα αυτό. Τους 24

θεωρούσαμε σαν τους σταρ της εποχής εκείνης, οι οποίοι όπως είπαμε ήταν και οι περιζήτητοι από τις κοπέλες, διότι τότε, όταν ήταν και καλοσουλουπωμένος ο οργανοπαίχτης είχε όλα τα προσόντα. Ερ. Τον προτιμούσαν οι κοπέλες; Απ. Ε, βέβαια. Οι λυράρηδες της εποχής εκείνης, οι βιολατόροι είχανε κατακτήσεις, τηρουμένων των αναλογιών. Ερ. Υπάρχουν κανόνες που διέπουν το γλέντι; Ποιοι θα χόρευαν πρώτοι, οι γεροντότεροι, οι νεότεροι, ο παπάς; Απ. Ο παπάς δεν θυμάμαι ποτέ να χει χορέψει στην περιοχή μας. Ποτέ δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις. Ερ. Τραγουδούσε ο παπάς; Απ. Ούτε. Σπάνια. Απλά να βρεθεί στο παρατηρητήριο καμιά φορά στην παρέα, αλλά για λίγο, δεν είχανε ανακατωθεί με το γλέντι, ήτανε αυστηρά ακόμα τα ήθη. Ερ. Αλλά ποιοι κανόνες διέπουν το γλέντι. Θα ξεκινούσε ο χορός με γεροντότερους ή με τους νεότερους; Απ. Με τους νεότερους πιο πρώτα και ύστερα μπαίναν και καμιά φορά και οι γεροντότεροι και ήτανε αξιόλογο θέαμα αν καμιά φορά κάποιος παροπλισμένος έμπαινε στο χορό και χαζεύανε όλοι που εχόρεψε κι ο τάδε εκείνο το βράδυ, που ήρθε σε τέτοιο ενθουσιασμό ώστε εχόρεψε και ο τάδε που ήταν παλιός καλός χορευτής. Εκείνοι που χορεύανε πιο πολύ ήταν οι νέοι που αντέχανε, γιατί τότε ο χορός ήταν εξοντωτικός. Εννοούμε τους χορούς τους ντόπιους, τον πηδηχτό που λέμε τώρα. Αργότερα ήτανε κι ο χανιώτικος ο οποίος είναι πιο ήπιος ή καλαματιανός, πολύ σπανιότερα καλαματιανός. Αλλά ο άλλος ήταν εξοντωτικός χορός, το να χορεύεις μισή ώρα σε τέτοιο ρυθμό, γιατί υπήρχανε περιπτώσεις που κάποιοι χορεύανε μισή ώρα και ειδικά καλοκαιρινές περιόδους, αλλά ό,τι εποχή και να ναι έβλεπες και έτρεχε ο ιδρώτας και κάνανε έναν αγώνα αντοχής και οι γυναίκες και οι ντάμες προπαντός, οι οποίες και με τα παπούτσια που είχανε, τα οποία είχαν 25

ψηλά τακούνια, είναι μαρτύριο το να κρατάς τόση ώρα. Αλλά ήτανε ένα είδος αγώνος όπως είναι οι αναστενάρηδες, κατά κάποιο τρόπο. Θεωρείτο μεγάλο κατόρθωμα το να κάμεις δέκα βόλτες γύρω-γύρω, πόσες ήτανε. Έτσι ξεμετρούσαμε τότε την ικανότητα του χορευτή. Ερ. Εδώ στην περιοχή ερχόντουσαν τσιγγάνοι ή γύφτοι να παίξουνε στα πανηγύρια; Απ. Ποτέ. Πάντα οι μουσικές ανάγκες καλυπτότανε απ τους ντόπιους οι οποίοι ξέρανε οι οργανοπαίχτες δηλαδή από το τάδε χωριό ότι έχει πανηγύρι εκεί και ερχότανε και δυο και τρεις και τέσσερις. Ερ. Η σειρά με την οποία θα τραγουδούσαν είχε σημασία, δηλαδή ποιος θα ξεκίναγε το τραγούδι; Απ. Όχι όποιος έκανε πρώτος κέφι. Οποιοσδήποτε, δεν είχε ιεραρχικά. Ερ. Λένε «θα παίξουμε στειακό». Ποιες είναι οι διαφορές του στειακού απ το μαλεβιζιώτη; Απ. Καμία, κατά την άποψή μου καμία. Η μουσική είναι η ίδια. Έχει ένα σκελετό βασικό η μουσική αυτή του μαλεβιζιώτη, του στειακού, του πηδηχτού, όπως θέλουμε να τονε πούμε, ερίζουνε όλοι για την καταγωγή του, αλλά δεν ξέρουμε πότε προήλθε. Λένε πως είναι παλιός πυρρίχιος, πολλά ακούγονται, αλλά έχει ένα βασικό σκελετό και από κει και πέρα είναι τα πλουμίσματα που του κάνει ο καθένας, τα αυτοσχέδια κομμάτια που βάζει ο καθένας, τα οποία είναι συνήθως μονότονα κομματάκια που μπαίνουνε μέσα στον όλο σκελετό, επαναλαμβανόμενα συχνά, συχνά για να γίνεται κατά κάποιο τρόπο στρωτός ο χορός. Από τόπο σε τόπο, από εποχή σε εποχή αλλάζουνε πολύ. Σήμερα ειδικά να πούμε ότι ο σημερινός χορός, αυτόν που χορεύουνε ειδικά τα συγκροτήματα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τους χορούς που θυμάμαι εγώ και που θυμούνται και οι παλιότεροι και το λένε και το καυτηριάζουν σήμερα ότι αυτά δεν είναι χοροί μόνο είναι αυτοσχέδια δημιουργήματα των χοροδιδασκάλων των σημερινών, οι οποίοι έχουνε μετατρέψει τον στειακό παραδοσιακό χορό, τον κρητικό, τον μαλεβιζιώτη, όπως θέλουμε να τονε 26

πούμε, σ ένα σώου, σ ένα αυτοσχέδιο φολκλόρ, ένα μπαλέτο που έχει περισσότερο στόχο να εντυπωσιάσει τους άσχετους που δεν γνωρίζουνε, παρά να διατηρήσει την παράδοση του στειακού χορού. Αυτό το λέω και θλίβομαι και πολλές φορές το καυτηριάζω και στις εκπομπές που είχα κάνει κι απ το περιοδικό που συνεργαζόμουνα κάποτε τα είχα γράψει. Τα είχε γράψει και ο Καυκαλάς ο μεγάλος Στειακός, μακαρίτης είναι τώρα, Κρητικός μάλλον, έχει διατρίψει πολύ στη μουσική και το χορό της Κρήτης, τα λέει κι αυτός κατά διαστήματα, τα λένε και κάποιοι απ τους παλιότερους που γνωρίζουνε, δεν έχουνε καμία σχέση οι σημερινοί χοροί. Το λέω με θλίψη και κάποτε, αν θέλουνε να το ονομάσουνε αυτοί σαν σύγχρονο χορό κρητικό ναι, αλλά να μη πιάνουνε τη λέξη παραδοσιακός χορός. Δεν είναι αυτός παραδοσιακός χορός. Παραδοσιακό θα πει ένα πράγμα το οποίο διατηρείται ατόφιο, όπως ήταν τότε που το γέννησε ο δημιουργός του και το χουμε εμείς όπως ήταν τότε, όπως είναι το πλεχτό, όπως είναι το οικοδόμημα που το φτιάχνουμε με την καμάρα του, με την ξερολιθιά και με όλα αυτά, όταν του βάλουμε αλουμίνιο μέσα, δεν είναι πια το σπίτι που θα του βάλεις την πόρτα την αλουμινένια κι ενώ έχει την καμάρα την πέτρινη και την πόρτα την ξύλινη στην μια μεριά και του βάλεις απ την άλλη αλουμινένια πόρτα, ή του βάλεις απάνω αμιαντόπλακες, αυτό δεν ονομάζεται πια παραδοσιακό, είναι μπασταρδεμένο πράμα. Ερ. Εδώ στην πόλη βλέπετε διαφορές στο χορό; Απ. Πώς δεν βλέπω. Παντού. Ερ. Νομίζετε δηλαδή ότι κάποια χωριά διατηρούν περισσότερο το κρητικό το στειακό; Απ. Ίσως είναι οι ελάχιστοι αυτοί που έχουνε απομείνει και χορεύουνε τον πραγματικό στειακό χορό, εκείνο δηλαδή που χορεύανε την εποχή του 40 και προπολεμικά κι από κει και πέρα. Μέχρι το 1960 κάπου εκεί, μετά αρχίσανε τα μπαλέτα, μετά το 60, 65, 70 κάπου εκεί αρχίσανε με 27

την εισαγωγή και των μικροφωνικών συσκευών και όλα αυτά, αλλάξανε τελείως την κατάσταση από κει και πέρα. Ερ. Έχετε παίξει ποτέ μ ενισχυτές; Απ. Εγώ δεν έχω παίξει ποτέ. Ερ. Όταν ακούτε, νομίζετε ότι είναι πιο ευχάριστο το άκουσμα με μικροφωνική εγκατάσταση ή όταν παίζει ένα βιολί μόνο του; Απ. Εγώ προσωπικά είμαι ενάντιος. Φυσικά αυτό είναι και μέσα στις δυνατότητες τις σημερινές, όταν είναι ένας όχλος, ο οποίος είπαμε ότι διασκεδάζει εντός εισαγωγικών σε μια πλατεία είναι φύση αδύνατο χωρίς μικροφωνικά τέτοια εργαλεία να δουλέψει αυτό το πράμα. Είπαμε ότι παλιά ήτανε περιορισμένος ο χώρος και το βιολί έκανε τη δουλειά του αφ εαυτού μέσα στο χώρο αυτό, ακουγότανε όσο χρειαζότανε για να συμμετέχουν όλοι. Σήμερα είπαμε ότι είναι έτερον εκάτερον. Εγώ έχω παίξει καμιά φορά με ενισχυτές, αλλά δε νιώθω την άμεση επαφή που έχει ο ήχος στα αυτιά. Ερ. Τον ακούτε δηλαδή πιο μακριά τον ήχο κι αυτό σας μπερδεύει κάπως; Απ. Ναι, δεν μπορώ να το ανεχτώ, δηλαδή το νιώθω ότι είναι ξένο πράγμα, έξω από τη φυσιολογική αποστολή του οργάνου. Ερ. Τώρα τα παιδιά τα νέα πώς μαθαίνουν εδώ χορό; Απ. Υπάρχουν εδώ οι χοροδιδάσκαλοι. Συγκεκριμένα εδώ στη Σητεία υπάρχει μια σχολή χορού. Ερ. Ιδιωτική; Απ. Ιδιωτική. Ερ. Το Λύκειο Ελληνίδων κάνει δουλειά; Απ. Και το Λύκειο Ελληνίδων, το οποίο διδάσκει κι αυτό χορούς, δεν ξέρω τώρα, έχω καιρό που δεν ξέρω αν λειτουργεί ακόμα το Λύκειο Ελληνίδων, αν μαθαίνει χορούς ή αν έχει μόνο κάποια μέλη φτασμένα που χορεύουνε στις εθνικές γιορτές, στις εκδηλώσεις κ.λ.π. δεν ξέρω αν διδάσκουνε ακόμα χορό. 28

Ερ. Οι νέοι δηλαδή δεν βλέπουνε τους μεγαλύτερους να χορεύουνε στειακό και να ακολουθούν κι αυτά και να μαθαίνουνε; Απ. Μα ποιοι χορεύουνε, μήπως βλέπουνε τους μεγαλύτερους, έχει μεγαλύτερους τώρα να χορεύουνε στειακούς; Δεν χορεύει κανένας. Ερ. Στα χωριά υπάρχουνε ακόμα μεγάλοι που πιστεύω σε πανηγύρια θα χορεύουνε. Απ. Μα μήπως γίνονται στα χωριά πια πανηγύρια. Όλοι οι γάμοι γίνονται στη Σητεία. Δεν γίνονται πια γάμοι στα χωριά. Τότε ο γάμος στο χωριό ήτανε γεγονός, σημαντικό γεγονός, που κρατούσε το γλέντι δύο και τρεις και τέσσερις και πέντε μέρες, σφάζανε χοίρους, κάνανε ψητά. Τώρα θα πάνε σε δύο τρία κέντρα που είναι εδώ χίλια άτομα, εβίβα και εις υγείαν, κάποιοι γλεντούνε, πάντα εντός εισαγωγικών και περιμένουν πότε θα ρθει δύο η ώρα να φύγουνε. Ερ. Τα νέα παιδιά τραγουδάνε σε παρέες, κάνουνε παρέες, δεκαοχτώ, είκοσι χρονών; Απ. Απ ό,τι γνωρίζω εδώ στην περιοχή μας, ίσως να είναι πολύ σπάνιο φαινόμενο, διότι η καφετέρια, η ντισκοτέκ και τα κέντρα αυτά της νυχτερινής διασκέδασης έχουν απορροφήσει τους νέους τελείως, δεν μπορεί ένας νέος να κάτσει σήμερα με μια παρέα να παίξουνε κιθάρα, να τραγουδήσουνε τραγούδια παλιά, καινούργια. Συμβαίνει που και που, αλλά αυτό πότε θα γίνει. Ερ. Αλλά όταν συμβαίνει, ξέρουνε να τραγουδήσουν, ξέρουνε να πούνε το σκοπό έτσι όπως πρέπει, ξέρουνε να ακούνε κοντυλιές ρε και να πούνε κι αυτοί κοντυλιές ρε; Απ. Όχι, δεν ασχολούνται αυτοί με τέτοιου είδους μουσική, δεν παίζουνε αυτοί σήμερα στις παρέες τέτοια πράγματα, αυτό έχει εκλείψει τελείως. Το αν παίζουνε μια κιθάρα, μια κιθάρα μόνο ή κανένα μπουζούκι, αν έχει κανείς, για να πούνε κανένα τραγούδι από τα σύγχρονα. Ερ. Όχι, λέμε για παραδοσιακή μουσική; Απ. Άσχετα, ανύπαρκτα όλως διόλου αυτά, δεν υπάρχει καμία διαιώνιση. 29

Ερ. Δηλαδή ούτε οι νέοι μαθαίνουν κάποιο όργανο, κάποια λύρα, κάποιο βιολί; Απ. Λύρα μαθαίνουνε οι νέοι. Ερ. Πού μαθαίνουνε; Απ. Αυτοί είναι στο Ωδείο, διδάσκεται λύρα έχει μια δασκάλα, δεν ξέρω τώρα αν είναι ακόμα, νομίζω πως είναι στην Ιεράπετρο ερχότανε κι εδώ, δίδασκε. Ερ. Πώς τη λένε; Δέσποινα κάτι; Απ. Δεν μπορώ να θυμηθώ τ όνομά της για να είμαι ειλικρινής, είναι στην Ιεράπετρα διορισμένη, στο Ωδείο εκεί πέρα κάνει μάθημα κι έρχεται κατά καιρούς εδώ. Επίσης είναι ο Κωστής ο Γιαννουλάκης ο οποίος είναι στο Παλαίκαστρο κι έχει κι αυτός κάποιους μαθητές εκεί και τους διδάσκει λύρα. Είπαμε ότι η λύρα είναι πιο εύκολο όργανο. Μαθαίνεται πιο εύκολα. Αλλά το ότι υπάρχουνε τόσο πολλοί μαθητές στη λύρα, νομίζω ότι έχει συντελέσει άλλο γεγονός. Το ότι έχει λανσαριστεί πάρα πολύ στην περιοχή εδώ τη δική μας και στην Κρήτη γενικά η λύρα απ τους Ρεθεμνιώτες και τους Ηρακλιώτες. Η λύρα είναι συνήθως ορεσίβιο όργανο και επειδή είχε κάνει στους γάμους και στις ομαδικές εκδηλώσεις αυτές που γίνονται έχει κυρίαρχο λόγο η λύρα, γι αυτό έχουνε επηρεαστεί οι νέοι και θέλουνε να μάθουνε λύρα. Ελάχιστοι είναι αυτοί που παίζουνε βιολί και στην υπόλοιπη Κρήτη. Δηλαδή υπήρξε ένας Αβυσσηνός που έφτιαξε μια δική του παράδοση για το βιολί, είναι οι Χανιώτες, έχει αρκετούς στα Χανιά που παίζουνε, αλλά το ενενήντα τοις εκατό είναι λυράρηδες, οι οποίοι το βλέπουνε και σαν βιοποριστικό επάγγελμα. Έρχεται δηλαδή σ ένα γάμο αυτός και παίζει, πάει και το άλλο Σάββατο στο γάμο και ξαναπαίζει και μαζεύουνε λεφτά. Ερ. Αυτό νομίζετε είναι ένα κίνητρο για τα παιδιά; Απ. Κίνητρο είναι βέβαια. Ερ. Δηλαδή αν υπήρχαν παραδοσιακοί βιολάτορες, οι οποίοι έπαιζαν επαγγελματικά σε γλέντια και σε γάμους και έπαιρναν χρήματα, 30