ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση

Σχετικά έγγραφα
Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD)

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τον οριστικό χαρακτήρα του διακανονισµού και τη σύσταση ασφαλειών

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

σχετικά µε το πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων (2011/2181(INI))

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΓΟΡΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0297(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ANTIKTYΠΟΥ. που συνοδεύει το έγγραφο

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Σχέδιο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΡΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ /* COM/94/78 Τελικό - CNS 94/0026 */

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ. σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση

Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID) και οι επιπτώσεις του στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα

B8-0434/2017 } B8-0435/2017 } B8-0450/2017 } RC1/Τροπ. 50

ECB-PUBLIC. ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 22ας Ιουλίου 2014 σχετικά με την εξυγίανση πιστωτικών και άλλων ιδρυμάτων (CON/2014/60)

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ CONFLICT OF INTEREST POLICY

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο SWD(2017) 115 final.

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε τα νοµικά επαγγέλµατα και το γενικό συµφέρον στην οµαλή λειτουργία των νοµικών συστηµάτων

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση Ο ΗΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΡΟΤΑΣΗ Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΠΙΣΤΩΣΗΣ /* COM/94/436 Τελικό - COD 94/0242 */

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για επιβολή κυρώσεων. Σχέδιο κανονισμού (10896/2014 C8-0090/ /0807(CNS))

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την κατάρτιση και διαβίβαση στοιχείων για το τριµηνιαίο δηµόσιο χρέος

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο ΗΓΙΑ 95/26/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

TREE.2 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 14 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0434 (COD) PE-CONS 17/19 AVIATION 13 PREP-BXT 28 CODEC 212

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A7-0008/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2015/0068(CNS) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθηµα τεκµηρίωσης και δεν δεσµεύει τα κοινοτικά όργανα

A8-0126/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο B8-0139/ σύμφωνα με το άρθρο 105 παράγραφος 4 του Κανονισμού

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Απόψεις ΣΕΛΚ για τη μεταφορά και εφαρμογή της Οδηγίας 2014/56/ΕΕ και του Κανονισμού (ΕΕ) 537/2014 για το λογιστικό έλεγχο στην Κύπρο

L 162/20 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EIOPA-17/651 4 Οκτωβρίου 2017

L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΩ ΙΚΑ ΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

Πρόταση ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. σχετικά με την πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Τροποποιηµένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2017 (OR. en)

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0125/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής

Transcript:

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 30.5.2001 COM(2001) 281 τελικό 2001/0118(COD) Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά) (υποβάλλεται από την Επιτροπή)

1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Το Eυρωπαϊκό Συµβούλιο της Λισσαβώνας είχε αναλάβει την αποφασιστική δέσµευση να ενοποιήσει τις ευρωπαϊκές χρηµατοπιστωτικές αγορές έως το 2005 το αργότερο. Το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Στοκχόλµης έκρινε ότι όλα τα ενδιαφερόµενα µέρη έπρεπε να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την ενοποίηση της αγοράς κινητών αξιών µέχρι το τέλος του 2003, δίδοντας προτεραιότητα στη νοµοθεσία για τις αγορές κινητών αξιών που προβλέπεται στο πρόγραµµα δράσης, συµπεριλαµβανοµένων των µέτρων που υιοθέτησε η Επιτροπή Σοφών στην έκθεσή της για τη ρύθµιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών. Επίσης, το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο ζήτησε να επιταχυνθείη νοµοθετική διαδικασία και να καταστεί πιο ευέλικτη ώστε να µπορεί να ανταποκρίνεται στις εξελίξεις της αγοράς και να εξασφαλίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να προσαρµόζεται στις νέες πρακτικές της αγοράς και στα νέα ρυθµιστικά πρότυπα τηρώντας τις απαιτήσεις διαφάνειας και ασφάλειας δικαίου. ιαµορφώνεται µια όλο και ευρύτερη συναίνεση ότι η ενιαία χρηµατοπιστωτική αγορά θα αποτελέσει τον βασικό παράγοντα προώθησης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονοµίας, χάρη στη µείωση του κόστους του κεφαλαίου τόσο για τις µεγάλες όσο και για τις µικρές επιχειρήσεις. Μια ενοποιηµένη αγορά που θα διέπεται από κατάλληλες ρυθµίσεις και θα υπόκειται σε αποτελεσµατική προληπτική εποπτεία θα παρέχει επίσης σηµαντικά πλεονεκτήµατα στους καταναλωτές όπως υψηλότερες συντάξεις, ενυπόθηκα δάνεια µε χαµηλότερο κόστος και ευρύτερο φάσµα χρηµατοπιστωτικών προϊόντων. Επιπλέον, θα συµβάλει στην ανάπτυξη µιας νέας οικονοµικής και κοινωνικής συνοχής σε όλη την Ευρώπη. Το µέσο που θα επιτρέψει αυτή την ενοποίηση είναι το Πρόγραµµα ράσης για τις Χρηµατοπιστωτικές Υπηρεσίες, ένας από τους στόχους του οποίου είναι «να ενισχύσει την ακεραιότητα της αγοράς, περιορίζοντας τη δυνατότητα χειραγώγησής της από τους θεσµικούς επενδυτές και τους ενδιάµεσους φορείς... και να καθορίσει µια κοινή πειθαρχία... προκειµένου να αυξήσει την εµπιστοσύνη των επενδυτών». Οι αγορές κινητών αξιών της ΕΕ διαδραµατίζουν έναν όλο και σηµαντικότερο ρόλο στη χρηµατοδότηση των επιχειρήσεων και της οικονοµίας στο σύνολό της. Η αποτίµηση των κινητών αξιών επηρεάζει την επέκταση ή τον περιορισµό των χορηγούµενων πιστώσεων και την αναγκαία εξασφάλιση των τραπεζικών δανείων. Οι ταχέως αναπτυσσόµενες επιχειρήσεις εξαρτώνται από την αποτελεσµατικότητα και τη διαφάνεια των χρηµατοπιστωτικών αγορών για την άντληση των κεφαλαίων τους. Πράγµατι, η καλή λειτουργία των χρηµατοπιστωτικών αγορών και η εµπιστοσύνη του κοινού σε αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για µια διαρκή οικονοµική ανάπτυξη και ευηµερία. Οι καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά δεν αυξάνουν µόνο το κόστος χρηµατοδότησης των εταιρειών, αλλά επηρεάζουν επίσης αρνητικά την ακεραιότητα των χρηµατοπιστωτικών αγορών και την εµπιστοσύνη του κοινού στις συναλλαγές σε κινητές αξίες και σε παράγωγα µέσα. Οι πρακτικές αυτές αποθαρρύνουν τους νέους επενδυτές και µπορούν να έχουν σοβαρές συνέπειες. Θέτουν συνεπώς σε κίνδυνο την οικονοµική ανάπτυξη και την ευρωπαϊκή οικονοµική πολιτική. Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να εξασφαλίσει την ακεραιότητα των ευρωπαϊκών χρηµατοπιστωτικών αγορών, να καθορίσει και να θέσει σε εφαρµογή κοινά πρότυπα καταπολέµησης των καταχρηστικών πρακτικών σε όλες τις αγορές στην Ευρώπη και να ενισχύσει την εµπιστοσύνη των επενδυτών στις αγορές αυτές. α) Τι είναι οι καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά; 2

Καταχρηστικές πρακτικές ενδέχεται να υπάρχουν σε περιπτώσεις στις οποίες ορισµένοι επενδυτές τέθηκαν, άµεσα ή έµµεσα, σε αδικαιολόγητα µειονεκτική θέση λόγω των ενεργειών άλλων επενδυτών οι οποίοι: - χρησιµοποίησαν προς όφελός τους ή προς όφελος άλλων πληροφορίες που δεν είχαν γίνει γνωστές στο κοινό - στρέβλωσαν το µηχανισµό καθορισµού των τιµών χρηµατοπιστωτικών µέσων - διέδωσαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες. Οι συµπεριφορές αυτού του είδους µπορούν να δηµιουργήσουν µια παραπλανητική εντύπωση για τις συναλλαγές σε χρηµατοπιστωτικά µέσα και να θέσουν σε κίνδυνο τη γενική αρχή της ισότητας µεταξύ όλων των επενδυτών: - όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες. Οι «εκ των ένδον» γνωρίζοντες επιχειρήσεις και πολιτικές κατέχουν εσωτερικές πληροφορίες. Οι συναλλαγές που διενεργούνται βάσει αυτών των πληροφοριών αποφέρουν αδικαιολόγητα οικονοµικά πλεονεκτήµατα σε βάρος των «µη µυηµένων» - όσον αφορά τη γνώση του µηχανισµού διαµόρφωσης των τιµών. Οι τιµές είναι δίκαιες όταν προκύπτουν από αποφάσεις επενδυτών οι οποίοι αναλύουν όλες τις πληροφορίες που είναι γνωστές στο κοινό. Οι τιµές που προκύπτουν από τη χειραγώγηση της αγοράς καθορίζονται σε άλλα επίπεδα και αποφέρουν οικονοµικά πλεονεκτήµατα µόνο στα πρόσωπα που εφαρµόζουν καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά, ενώ βλάπτουν τα συµφέροντα των άλλων επενδυτών - όσον αφορά τη γνώση της βάσης ή της προέλευσης των πληροφοριών που είναι γνωστές στο κοινό. Η διάδοση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών µπορείνα οδηγήσει τους επενδυτές να λάβουν αποφάσεις βάσει εσφαλµένων πληροφοριών. β) Η αναγκαιότητα ενός ευρωπαϊκού νοµοθετικού πλαισίου για την καταπολέµηση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά Το ευρωπαϊκό νοµοθετικό πλαίσιο που προστατεύει σήµερα την ακεραιότητα της αγοράς είναι ελλιπές: - σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεν υπάρχουν κοινές διατάξεις για την καταπολέµηση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά. Η οδηγία για τις πράξεις προσώπων τα οποία είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών (89/592/ΕΟΚ) 1 περιορίζεται στην απαγόρευση της καταχρηστικής χρήσης εµπιστευτικών πληροφοριών - σε επίπεδο κρατών µελών, οι κανόνες για την αποφυγή των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά ποικίλλουν σηµαντικά. Οι νοµικές υποχρεώσεις διαφέρουν σε κάθε εθνική έννοµη τάξη. Παρόλο που όλα τα κράτη µέλη έχουν ενσωµατώσει στο εσωτερικό τους δίκαιο την οδηγία για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες, σε ορισµένα από αυτά δεν υπάρχει νοµοθεσία για τη χειραγώγηση της αγοράς. Επιπλέον, δεν είναι πάντα σαφές ποιος είναι υπεύθυνος στα κράτη µέλη για την καταπολέµηση αυτών των πρακτικών. 1 ΕΕ αριθ. L334της 18.11.89, σσ.. 30-32. 3

Οι διαφορές αυτές δηµιουργούν στρεβλώσεις του ανταγωνισµού στις χρηµατοπιστωτικές αγορές. Εµποδίζουν την ανάπτυξη στην Ευρώπη µιας ενιαίας χρηµατοπιστωτικής αγοράς βασιζόµενης σε ίσους όρους ανταγωνισµού, µε αποτέλεσµα οι επιχειρήσεις επενδυτικών υπηρεσιών και οι άλλοι επενδυτικοί φορείς να βρίσκονται συχνά σε αβεβαιότητα σχετικά µε τι έννοιες, τους ορισµούς και τους κανόνες εφαρµογής που ισχύουν στα διάφορα κράτη µέλη. Στις δυσχέρειες αυτές πρέπει επίσης να προστεθούν και οι εξελίξεις που σηµειώνονται στην αγορά: νέα προϊόντα και νέες τεχνολογίες αναπτύσσονται συνεχώς το φάσµα των παράγωγων προϊόντων διευρύνεται όλο και περισσότεροι νέοι φορείς δραστηριοποιούνται στις αγορές οι διασυνοριακές συναλλαγές πολλαπλασιάζονται και η διασύνδεση των αγορών αναπτύσσεται. Οι εξελίξεις αυτές αυξάνουν τα κίνητρα, τα µέσα και τις ευκαιρίες χειραγώγησης της αγοράς. Το καλύτερο παράδειγµα είναι η ανάπτυξη του Ίντερνετ, το οποίο χρησιµοποιείται όλο και περισσότερο από το ευρύ κοινό για την ανταλλαγή πληροφοριών, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο διάδοσης ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Για να εξασφαλιστείη αποτελεσµατική προστασία των ενοποιηµένων ευρωπαϊκών χρηµατοπιστωτικών αγορών, απαιτείται ένα κοινό νοµοθετικό πλαίσιο για την πρόληψη, τη διαπίστωση και τη διερεύνηση των καταχρηστικών πρακτικών και την επιβολή κυρώσεων. Το πλαίσιο αυτό πρέπει να εγγυάται στους συµµετέχοντες στην αγορά ασφάλεια δικαίου ως προς τις έννοιες και την εφαρµογή της νοµοθεσίας, δηµιουργώντας έτσι ίσους όρους ανταγωνισµού για όλους τους οικονοµικούς φορείς σε όλα τα κράτη µέλη. γ) Μια ενιαία οδηγία για την καταπολέµηση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά: οι πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών και η χειραγώγηση της αγοράς. Η οδηγία για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες (89/592/ΕΟΚ) εκδόθηκε εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, πολύ πριν τη θέσπιση της οδηγίας για τις επενδυτικές υπηρεσίες. Λαµβανοµένων υπόψη των µεταβολών στις χρηµατοπιστωτικές αγορές και στην ευρωπαϊκή νοµοθεσία από τη θέσπισή της, τέθηκε το ερώτηµα εάν η οδηγία αυτή είναι προσαρµοσµένη στα σηµερινά δεδοµένα και εάν είναι σκόπιµο να αντικατασταθεί ή να επικαιροποιηθεί. Μια χωριστή νέα οδηγία για τη χειραγώγηση της αγοράς θα επεδίωκε τον ίδιο στόχο µε την ισχύουσα οδηγία για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες: την εξασφάλιση της ακεραιότητας των ευρωπαϊκών χρηµατοπιστωτικών αγορών και την ενίσχυση της εµπιστοσύνης των επενδυτών στις αγορές αυτές. Κάθε οδηγία για τη χειραγώγηση της αγοράς πρέπει να λαµβάνει υπόψη τις νέες εξελίξεις που σηµειώθηκαν από τη θέσπιση της οδηγίας για τις πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών. Θα πρέπει ιδίως να καθορίζει πιο αυστηρούς κανόνες για την ενσωµάτωση και τον έλεγχο της εφαρµογής της οδηγίας σε όλα τα κράτη µέλη, προκειµένου να καταστήσει δυνατή την ανάπτυξη πιο ενοποιηµένων χρηµατοπιστωτικών αγορών. Η λύση αυτή θα οδηγούσε σε ασυνέπειες µεταξύ των δύο οδηγιών, οι οποίες θα αποτελούσαν πηγή σύγχυσης και ενδεχόµενων κενών στην εφαρµογή τους. Για να αποφευχθείη κατάσταση αυτή, πρέπει να τροποποιηθείκαι η οδηγία για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες κατά τρόπο που να αντικατοπτρίζει τα νέα αυτά πρότυπα. 4

Κατά την άποψη της Επιτροπής, όλα τα ανωτέρω στοιχεία συνηγορούν υπέρ µιας ενιαίας οδηγίας για τις καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά, η οποία θα καλύπτει τόσο τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες όσο και τη χειραγώγηση της αγοράς. Με τον τρόπο αυτό θα δηµιουργηθεί ένα ενιαίο πλαίσιο για την κατανοµή των αρµοδιοτήτων, την εφαρµογή της νοµοθεσίας και τη συνεργασία, επιτρέποντας έτσι να αποφευχθούν οι κίνδυνοι ασυνεπειών και σύγχυσης. Η διαδικασία αυτή θα απλούστευε τις διοικητικές διαδικασίες και θα περιόριζε τον αριθµό των διαφορετικών κανόνων και προτύπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. δ) Η προσέγγιση που υιοθετείται στην οδηγία Για να εξασφαλιστείότι η προσέγγιση που θα επιλεγείγια το ευρωπαϊκό καθεστώς καταπολέµησης των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά θα παραµείνει κατάλληλη για πολλές δεκαετίες, παρά την ταχεία εξέλιξη των χρηµατοπιστωτικών αγορών, η οδηγία δίνει ένα γενικό ορισµό των καταχρηστικών πρακτικών. Ο ορισµός αυτός είναι επαρκώς ευέλικτος για να επιτρέπει την κάλυψη νέων καταχρηστικών πρακτικών που θα εµφανιστούν στο µέλλον στην αγορά. Είναι επίσης επαρκώς σαφής για να καθορίσει τους επιθυµητούς κανόνες συµπεριφοράς των οικονοµικών φορέων. Η ακεραιότητα της αγοράς µπορείνα εξασφαλιστείµόνο µε µια γενική εφαρµογή της απαγόρευσης καταχρηστικής συµπεριφοράς. Λαµβανοµένων υπόψη των δυνητικών εξελίξεων στις χρηµατοπιστωτικές αγορές, το πεδίο της απαγόρευσης αυτής δεν πρέπει να περιορίζεται στις «οργανωµένες αγορές» προκειµένου να αποφευχθείη χρησιµοποίηση άλλων αγορών, όπως τα εναλλακτικά συστήµατα συναλλαγών (ATS) και άλλα είδη αγορών, για τη διενέργεια καταχρηστικών πράξεων. Ωστόσο, η οδηγία αναγνωρίζει ότι, σε ειδικές περιπτώσεις και για απόλυτα κατανοητούς λόγους, πρέπει να προβλεφθούν επίσης παρεκκλίσεις («safe harbours») από την εφαρµογή ορισµένων απαγορεύσεων. Για να επιτύχει η Ευρωπαϊκή Ένωση την ενοποίηση των χρηµατοπιστωτικών αγορών, πρέπει να υπάρξει σύγκλιση (και όχι απόκλιση) των µεθόδων ενσωµάτωσης και εφαρµογής στα κράτη µέλη. Οι διαφορές στη διάρθρωση των αρµοδιοτήτων και εξουσιών των εθνικών διοικητικών αρχών εµποδίζουν την δηµιουργία µιας πλήρως ενοποιηµένης αγοράς και αυξάνουν τη σύγχυση. Για την επίλυση του προβλήµατος αυτού, η οδηγία προτείνει να ορίζουν τα κράτη µέλη µια ενιαία ρυθµιστική και εποπτική αρχή στην οποία θα ανατεθεί ένα ελάχιστο κοινό σύνολο ευθυνών. Λαµβανοµένου υπόψη του αυξανόµενου αριθµού των διασυνοριακών δραστηριοτήτων, η ευρωπαϊκή νοµοθεσία πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι ρυθµιστικές και εποπτικές αρχές συνεργάζονται πραγµατικά µεταξύ τους για την πρόληψη, τη διερεύνηση και τη δίωξη των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά. Για το σκοπό αυτό, οι αρχές αυτές πρέπει να µπορούν να βασίζονται στη συνδροµή των άλλων αρµόδιων εθνικών αρχών και να έχουν τη δυνατότητα να ανταλλάσσουν γρήγορα µεταξύ τους χρήσιµες πληροφορίες. Σε µια ενοποιηµένη χρηµατοπιστωτική αγορά, δεν µπορεί καταρχήν να γίνει δεκτό ότι η ίδια παράνοµη συµπεριφορά τιµωρείται µε βαριά ποινή σε ένα κράτος µέλος, µε ελαφρά ποινή σε ένα άλλο και καθόλου σε ένα τρίτο. Ωστόσο, η πλήρης εναρµόνιση των ποινικών κυρώσεων δεν προβλέπεται από τη Συνθήκη ΕΚ. Είναι όµως επιθυµητό και σύµφωνο µε την κοινοτική νοµοθεσία να προβλεφθεί στην οδηγία γενική υποχρέωση για τα κράτη µέλη να καθορίζουν και να επιβάλλουν κυρώσεις για την παράβαση των µέτρων που λαµβάνονται βάσει της οδηγίας, οι οποίες πρέπει να είναι επαρκώς αποτρεπτικές ώστε να εξασφαλίζεται η συµµόρφωση µε τις απαιτήσεις της. 5

Το νέο νοµοθετικό πλαίσιο που προβλέπεται από την παρούσα οδηγία δεν αποσκοπεί να αντικαταστήσει τις εθνικές διατάξεις µε κοινοτικές διατάξεις άµεσης εφαρµογής, αλλά να συµβάλει στην επίτευξη κάποιας σύγκλισης µεταξύ των διαφόρων εθνικών καθεστώτων κατά τρόπο που να τα καθιστά σύµφωνα µε τις απαιτήσεις της οδηγίας. Εφόσον όλα τα κράτη µέλη έχουν υπογράψει και επικυρώσει την Ευρωπαϊκή Σύµβαση των ικαιωµάτων του Ανθρώπου, δεσµεύονται από τα πρότυπά της κατά την ενσωµάτωση του πλαισίου της παρούσας οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο. Ιδιαίτερη σηµασία έχει να εξασφαλιστεί ότι υπάρχει µια διαδικασία για τη θέσπιση νέων µέτρων, έτσι ώστε οι καταναλωτές που επενδύουν σε νέα προϊόντα να τυγχάνουν κατάλληλης προστασίας και ίσης µεταχείρισης σε κάθε κράτος µέλος. Νέες νοµοθετικές τεχνικές απαιτούνται για να αντιµετωπιστείη πρόκληση της αποτελεσµατικής ρύθµισης των σύγχρονων χρηµατοπιστωτικών αγορών. Στις 17 Ιουλίου 2000, το Συµβούλιο προέβη στη σύσταση Επιτροπής Σοφών για τη ρύθµιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών. Στην τελική της έκθεση, η επιτροπή αυτή ζήτησε να διαχωρίζονται εφεξής σαφώς για κάθε οδηγία οι αρχές-πλαίσια από τα «µη ουσιώδη» τεχνικά µέτρα εφαρµογής που θα θεσπίζονται από µια επιτροπή κανονιστικών ρυθµίσεων σύµφωνα µε τη διαδικασία των επιτροπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο ψήφισµά του για την αποτελεσµατικότερη ρύθµιση των χρηµατοπιστωτικών αγορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Στοκχόλµης εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη πρόθεση της Επιτροπής να συστήσει Επιτροπή Κινητών Αξιών. Η Επιτροπή Κινητών Αξιών, υπό τη συµβουλευτική της ιδιότητα, θα διατυπώνει τη γνώµη της επίθεµάτων πολιτικής, ιδιαιτέρως δε, αλλά όχι µόνον, για το είδος των µέτρων που ενδέχεται να προτείνει η Επιτροπή στο επίπεδο 1. Στο ψήφισµά του, το Συµβούλιο προσέθεσε ότι, µε την επιφύλαξη των ειδικών νοµοθετικών πράξεων που προτείνονται από την Επιτροπή και εγκρίνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συµβούλιο, η Επιτροπή Κινητών Αξιών θα λειτουργείεπίσης ως επιτροπή κανονιστικών ρυθµίσεων σύµφωνα µε την απόφαση του 1999 για τη διαδικασία επιτροπών, προκειµένου να επικουρείτην Επιτροπή όταν λαµβάνει αποφάσεις για εκτελεστικά µέτρα δυνάµει του άρθρου 202 της Συνθήκης ΕΚ. Η παρούσα οδηγία είναι σύµφωνη µε τις κατευθύνσεις που καθόρισε το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Στοκχόλµης. Η παρούσα πρόταση προσδιορίζει τις µη ουσιώδεις λεπτοµέρειες εφαρµογής που πρέπει να καθοριστούν από την Επιτροπή µε τη διαδικασία των επιτροπών. Στα µέτρα αυτά περιλαµβάνεται ιδίως η προσαρµογή και αποσαφήνιση των ορισµών και παραδειγµάτων προκειµένου να εξασφαλιστείη οµοιόµορφη εφαρµογή της οδηγίας και η συµβατότητά της µε τις τεχνικές εξελίξεις στις χρηµατοπιστωτικές αγορές. Λαµβάνοντας υπόψη την επείγουσα ανάγκη µέτρων για την αντιµετώπιση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά, αλλά και τις ευρείες διαβουλεύσεις που πραγµατοποιήθηκαν ήδη σχετικά µε το θέµα αυτό µε τις ρυθµιστικές και εποπτικές αρχές των κρατών µελών, µε τους φορείς του κλάδου (Οµάδα Φόρουµ, συνεδριάσεις) και τους άλλους ενδιαφερόµενους, η Επιτροπή αποφάσισε να υποβάλει την παρούσα πρόταση αµέσως χωρίς να προσφύγει σε πιο επίσηµη διαδικασία διαβουλεύσεων. Σύµφωνα µε την έκθεση της Επιτροπής Σοφών, η Επιτροπή θα προβείστις διαβουλεύσεις που προβλέπονται από το ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου της Στοκχόλµης κατά την προετοιµασία των εκτελεστικών µέτρων βάσει των σχετικών διατάξεων της προτεινόµενης οδηγίας. 6

2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1 Ορισµοί «Εµπιστευτικές πληροφορίες» Ο ορισµός των «εµπιστευτικών πληροφοριών» βασίζεται στον ορισµό που δίδεται στη σηµερινή οδηγία για τις πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών, ο οποίος επεκτάθηκε όµως για να καλύψει και τις πρωτογενείς αγορές. Η έννοια των κινητών αξιών αντικαταστάθηκε από εκείνη των «χρηµατοπιστωτικών µέσων», όπως αυτά ορίζονται στην οδηγία για τις επενδυτικές υπηρεσίες, στα οποία προστέθηκαν τα παράγωγα µέσα επί εµπορευµάτων. Τα καλυπτόµενα µέσα απαριθµούνται στο Τµήµα Α του συνηµµένου παραρτήµατος. Η επέκταση του πεδίου του ορισµού αποσκοπεί στην προσαρµογή του στις εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας. Τα χρηµατοπιστωτικά µέσα των οποίων η τιµή επηρεάζεται αισθητά από εµπιστευτικές πληροφορίες δεν περιορίζονται στα µέσα του εκδότη, αλλά περιλαµβάνουν και τα παράγωγα µέσα που συνδέονται µε αυτά (π.χ. δικαιώµατα σε µετοχές, συµβόλαια µελλοντικής εκπλήρωσης και δικαιώµατα σε χρηµατιστηριακούς δείκτες). «Χειραγώγηση της αγοράς» Ο ορισµός της «χειραγώγησης της αγοράς» βασίζεται στη συµπεριφορά των εµπλεκόµενων προσώπων και όχι στην πρόθεση ή το σκοπό τους. Απαριθµούνται δύο είδη συµπεριφορών που µπορούν να θεωρηθούν ως πράξεις χειραγώγησης της αγοράς: - συναλλαγές και εντολές για την πραγµατοποίηση συναλλαγών, - διάδοση πληροφοριών, οι οποίες παραπλανούν ή έχουν ως σκοπό να παραπλανήσουν τους φορείς της αγοράς. Ο ορισµός είναι επαρκώς ακριβής για να ενθαρρύνει τους φορείς της αγοράς να υιοθετήσουν µια υπεύθυνη συµπεριφορά, αλλά και επαρκώς αφηρηµένος για να παράσχει την αναγκαία ευελιξία για την προσαρµογή σε κάθε νέα εξέλιξη στην αγορά. «Χρηµατοπιστωτικά µέσα» Ο ορισµός των «χρηµατοπιστωτικών µέσων» καλύπτει τα µέσα που απαριθµούνται στο Παράρτηµα Β της οδηγίας για τις επενδυτικές υπηρεσίες (93/22/ΕΟΚ) 2, καθώς και τα παράγωγα µέσα σε εµπορεύµατα, τα οποία θεωρούνται ως κατηγορία παράγωγων χρηµατοπιστωτικών µέσων και πρέπει εποµένως να υπαχθούν στην οδηγία. «Οργανωµένη αγορά» Ο ορισµός της «οργανωµένης αγοράς» είναι εκείνος που δίδεται στο άρθρο 1 παράγραφος 13 της οδηγίας για τις επενδυτικές υπηρεσίες. Η διάταξη έχει ως σκοπό να εξασφαλίσει τη συνέπεια µεταξύ των οδηγιών και να αποφύγει τη σύγχυση. «ιαδικασία επιτροπών» 2 ΕΕ αριθ. L141της 11.06.93, σσ. 27-46. 7

Τα εκτελεστικά µέτρα είναι αναγκαία για να λαµβάνονται υπόψη κατά την εφαρµογή της οδηγίας οι νέες εξελίξεις και να εξασφαλίζεται η οµοιόµορφη εφαρµογή των κανόνων της κατά τρόπο που να επιτρέπει στους οικονοµικούς φορείς να ανταγωνίζονται µε ίσους όρους µεταξύ τους. Άρθρα 2, 3 και 4 Απαγόρευση συµπεριφορών που σχετίζονται µε την κατοχή εµπιστευτικών πληροφοριών Η απαγόρευση των συµπεριφορών που ορίζονται στα άρθρα 2 έως 4 είναι γενική: - εφαρµόζεται σε κάθε πρόσωπο (φυσικό ή νοµικό). Αυτό σηµαίνει ιδίως ότι ένα νοµικό πρόσωπο µπορείνα θεωρηθείότι ενεργείως κάτοχος εµπιστευτικών πληροφοριών, για παράδειγµα όταν εκµεταλλεύεται εµπιστευτική πληροφορία για ίδιο όφελος - εφαρµόζεται σε όλα τα κράτη µέλη, προκειµένου να καθιερωθείένα κοινό πρότυπο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, συµβάλλοντας έτσι στη ενοποίηση και την αποτελεσµατική λειτουργία των χρηµατοπιστωτικών αγορών. Το περιεχόµενο των άρθρων αυτών βασίζεται στα άρθρα 2, 3 και 4 της ισχύουσας οδηγίας για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες, εκτός από τα ακόλουθα: - η έκφραση «εν γνώσει των γεγονότων», η οποία χρησιµοποιείται στην οδηγία για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν άµεσα εµπιστευτικές πληροφορίες παραλείπεται στο άρθρο 2 της παρούσας οδηγίας, εφόσον αυτά τα πρόσωπα µπορούν, από τη φύση των δραστηριοτήτων τους, να έχουν καθηµερινή πρόσβαση σε εµπιστευτικές πληροφορίες και έχουν επίγνωση του εµπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που λαµβάνουν - ο όρος «κινητές αξίες» αντικαταστάθηκε από τον όρο «χρηµατοπιστωτικά µέσα» προκειµένου να ληφθείυπόψη η ανάπτυξη νέων προϊόντων - η διάκριση των συναλλαγών που γίνονται µε την παρέµβαση προσώπου που «ενεργεί κατ επάγγελµα ως ενδιάµεσος» παραλείφθηκε. Αυτό σηµαίνει ότι οι απευθείας συναλλαγές µεταξύ µερών βάσει εµπιστευτικών πληροφοριών θα καλύπτονται από την οδηγία εφόσον τα χρηµατοπιστωτικά µέσα εισάγονται ή πρόκειται να εισαχθούν προς διαπραγµάτευση σε οργανωµένη αγορά (βλέπει άρθρο 9) - η γενική παρέκκλιση για τις πράξεις που διενεργούν οι κυβερνήσεις κρατών και οι άλλοι δηµόσιοι οργανισµοίστο άρθρο 2 παράγραφος 4 τη οδηγίας για τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες µετατίθεται στο άρθρο 7 - η αναφορά στις «αγορές» παραλείπεται. Το άρθρο 9 ορίζει το πεδίο εφαρµογής της οδηγίας. Άρθρο 5 Γενική απαγόρευση των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς Όπως και οι πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες, η χειραγώγηση της αγοράς, κατά την έννοια του άρθρου 1, απαγορεύεται. Η απαγόρευση εφαρµόζεται τόσο στα φυσικά όσο και στα νοµικά πρόσωπα. Η εµπειρία δείχνει ότι, ανεξάρτητα από τις περιστάσεις, και τα δύο είδη προσώπων µπορούν να υιοθετούν καταχρηστικές συµπεριφορές µε όµοιες αρνητικές επιπτώσεις στις χρηµατοπιστωτικές αγορές. Προκειµένου να καθιερωθείένα κοινό πρότυπο σε όλη την Ευρώπη, η γενική απαγόρευση πρέπει να ισχύει σε όλα τα κράτη µέλη. 8

Για να διευκολυνθείη κατανόηση και η εφαρµογή της απαγόρευσης αυτής, στο τµήµα Β του παραρτήµατος δίδεται µη εξαντλητικός κατάλογος των µεθόδων που χρησιµοποιούνται για τη χειραγώγηση της αγοράς. Επίσης, για να λαµβάνονται υπόψη οι νέες µέθοδοι χειραγώγησης της αγοράς, η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να τροποποιείή να συµπληρώνει τα παραδείγµατα των µεθόδων αυτών µε τη διαδικασία των επιτροπών. Τα κράτη µέλη µπορούν να αποφασίσουν να θεσπίσουν ειδικές διατάξεις για τα πρόσωπα που ενεργούν για δηµοσιογραφικούς σκοπούς κατά την κανονική άσκηση του επαγγέλµατός τους. Με τον τρόπο αυτό η οδηγία διαχωρίζει ρητά την επαγγελµατική - δηλαδή δηµοσιογραφική - συµπεριφορά από τις συµπεριφορές που συνιστούν καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά. Άρθρο 6 Υποχρέωση αµερόληπτης ανακοίνωσης των πληροφοριών στο κοινό και ειδικές παρεκκλίσεις 1. Οι κανόνες των άρθρων 2 έως 4 απαγορεύουν, αφενός, την εκµετάλλευση εµπιστευτικής πληροφορίας και, αφετέρου, την ανακοίνωσή της σε τρίτο. Ο γενικός κανόνας του άρθρου 6 παράγραφος 1 προβλέπει την ταχύτερη δυνατή ανακοίνωση της εµπιστευτικής πληροφορίας στο κοινό. Η απαίτηση αυτή θα περιορίσει τις δυνατότητες εκµετάλλευσης εµπιστευτικών πληροφοριών. 2. Ο κανόνας αυτός θα εξασφαλίσει ότι σε κάθε περίπτωση επιλεκτικής ανακοίνωσης πληροφορίας σε τρίτο κατά την κανονική άσκηση επαγγελµατικών καθηκόντων σύµφωνα µε τα άρθρα 2 και 3, η πληροφορία αυτή θα ανακοινώνεται πλήρως και αποτελεσµατικά στο κοινό. Η δηµόσια ανακοίνωση πρέπει να γίνεται ταυτόχρονα µε την ανακοίνωση σε τρίτο. Εάν η ανακοίνωση της πληροφορίας σε τρίτο δεν γίνεται εκ προθέσεως, η δηµόσια ανακοίνωση πρέπει να γίνει το ταχύτερο δυνατό. Προτείνονται παρεκκλίσεις για ειδικές περιπτώσεις στις οποίες τα πρόσωπα που λαµβάνουν εµπιστευτικές πληροφορίες οφείλουν να τις τηρήσουν απόρρητες ή να τις χρησιµοποιήσουν µόνο για το συγκεκριµένο σκοπό για τον οποίο αυτές τους ανακοινώθηκαν. Για να εξασφαλιστείη συµµόρφωση µε τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, οι εκδότες και οι φορείς που ενεργούν για λογαριασµό τους πρέπει να καταρτίζουν κατάλογο των προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες και να τον ενηµερώνουν τακτικά. 3. Για να προστατεύσει τα νόµιµα συµφέροντά του και υπό ορισµένους όρους (µη παραπλανητική για το κοινό παράλειψη, ικανότητα τήρησης του απορρήτου της εµπιστευτικής πληροφορίας), ο εκδότης µπορείνα αναλάβει την ευθύνη να µην τηρήσει την υποχρέωση ανακοίνωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Αυτό µπορείνα συµβείσε περίπτωση συζητήσεων για ενδεχόµενη προσφορά εξαγοράς: πράγµατι, η δηµοσιοποίηση των συζητήσεων πριν την επίτευξη συµφωνίας θα µπορούσε να προκαλέσει απότοµες διακυµάνσεις τιµών που θα καθιστούσαν δυσχερή τον προσδιορισµό της δίκαιης τιµής της προσφοράς εξαγοράς. 4.-5. Συγκεκριµένες ρήτρες καλύπτουν τους επαγγελµατίες (φυσικά ή νοµικά πρόσωπα) που είναι επιφορτισµένοι µε την πραγµατοποίηση χρηµατοοικονοµικών αναλύσεων και τη διάδοση των αποτελεσµάτων τους ή άλλων πληροφοριών ή που λόγω της επαγγελµατικής τους ιδιότητας λαµβάνουν εντολές για συναλλαγές που µπορούν εύλογα να θεωρηθούν ότι βασίζονται σε εµπιστευτικές πληροφορίες ή ότι συνιστούν πράξεις χειραγώγησης της αγοράς. Οι ρήτρες αυτές είναι αναγκαίες για να εξασφαλιστεί ότι οι επαγγελµατίες της αγοράς συµβάλλουν στη διατήρηση της ακεραιότητας της αγοράς. 9

6. Η θέσπιση ειδικών εκτελεστικών µέτρων είναι αναγκαία για να αποσαφηνιστούν καλύτερα στους οικονοµικούς φορείς οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 4. Η οδηγία επιτρέπει τη θέσπιση των µέτρων αυτών µε τη διαδικασία των επιτροπών (βλέπε άρθρο 17). Άρθρα 7 και 8 Παρεκκλίσεις από την απαγόρευση των πράξεων κατόχων εµπιστευτικών πληροφοριών και των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς Μια πρώτη σειρά παρεκκλίσεων (άρθρο 7) προβλέπεται για τα κράτη µέλη, το Ευρωπαϊκό Σύστηµα Κεντρικών Τραπεζών και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες κατά την άσκηση νοµισµατικής και συναλλαγµατικής πολιτικής ή πολιτικής διαχείρισης δηµόσιου χρέους. Το άρθρο προβλέπει ότι τα κράτη µέλη µπορούν να επεκτείνουν την παρέκκλιση αυτή στα οµόσπονδα κράτη τους. Μια δεύτερη σειρά παρεκκλίσεων (άρθρο 8) προβλέπεται, υπό ορισµένους όρους, για τους φορείς της αγοράς. Οι παρεκκλίσεις αυτές αφορούν τις εταιρείες που διενεργούν πράξεις επί ιδίων µετοχών σε προγράµµατα «επαναγοράς» των µετοχών τους ή πράξεις στο πλαίσιο µέτρων σταθεροποίησης ενός χρηµατοπιστωτικού µέσου σε αρχική ή δευτερογενή δηµόσια προσφορά, εφόσον οι συναλλαγές αυτές γίνονται µε ορισµένους όρους. Ωστόσο, οι συναλλαγές για την επαναγορά ιδίων µετοχών και τη σταθεροποίηση των τιµών πρέπει να γίνονται µε διαφάνεια για να αποφεύγονται οι πράξεις κατόχων εσωτερικών πληροφοριών και να µην αποστέλλονται παραπλανητικά µηνύµατα στις αγορές. Οι πράξεις σε ίδιες µετοχές µπορούν να χρησιµοποιηθούν για την ενίσχυση του µετοχικού κεφαλαίου ενός εκδότη και µπορούν εποµένως να εξυπηρετούν τα συµφέροντα των επενδυτών. Η σταθεροποίηση της τιµής ενός τίτλου για περιορισµένη περίοδο κατά την αρχική ή δευτερογενή δηµόσια προσφορά είναι συχνά αναγκαία για απόλυτα βάσιµους οικονοµικούς λόγους. Η σταθεροποίηση µπορεί να αυξήσει την εµπιστοσύνη των επενδυτών και να ενθαρρύνει τις µικροµεσαίες επιχειρήσεις να προσφύγουν στις κεφαλαιαγορές. Η πρόταση οδηγίας προτείνει να δοθεί στην Επιτροπή δυνατότητα να θεσπίζει τα πρότυπα µε τα οποία θα διενεργούνται οι πράξεις σταθεροποίησης και επαναγοράς ιδίων µετοχών µε τη διαδικασία των επιτροπών. Άρθρο 9 Πεδίο εφαρµογής και χρησιµοποιούµενα µέσα Το πεδίο εφαρµογής της οδηγίας δεν περιορίζεται αυστηρά στις ελεγχόµενες αγορές. Επεκτείνεται επίσης: - στις µη ελεγχόµενες αγορές, - στις πλατφόρµες συναλλαγών, - στους µηχανισµούς συνεχούς διάδοσης πληροφοριών για τις τιµές, - στις συναλλαγές εκτός αγοράς, - σε κάθε άλλο µέσο ή µηχανισµό, εφόσον χρησιµοποιούνται για τη χειραγώγηση ενός χρηµατοπιστωτικού µέσου που έχει εισαχθείή θα εισαχθείγια διαπραγµάτευση σε ελεγχόµενη αγορά ενός τουλάχιστον κράτους µέλους, ή εφόσον χρησιµοποιούνται για τη διενέργεια πράξεων προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες σε παρόµοιο χρηµατοπιστωτικό µέσο. 10

Το πεδίο εφαρµογής της οδηγίας δεν περιορίζεται στις δευτερογενείς αγορές, αλλά περιλαµβάνει επίσης την πρωτογενή αγορά και τις προ της ηµεροµηνίας της επίσηµης έκδοσης δραστηριότητες («grey market»), προκειµένου να εξασφαλιστείότι οι συµµετέχοντες στις αγορές αυτές δεν µπορούν να επωφεληθούν µε αθέµιτο τρόπο από µια προνοµιακή θέση ή εµπιστευτική πληροφορία που ενδεχοµένως κατέχουν. Άρθρο 10 Εδαφικότητα Η προτεινόµενη οδηγία απαιτεί από τα κράτη µέλη να εφαρµόζουν τις διατάξεις της τουλάχιστον στις πράξεις που διενεργούνται στο έδαφός τους. Τους επιτρέπει να τις εφαρµόζουν επίσης στις πράξεις των οποίων ορισµένα µόνο στοιχεία της απαγορευµένης συµπεριφοράς διαπράττονται στο έδαφός τους (π.χ. όταν συναλλαγές αντίθετες µε την παρούσα οδηγία διενεργούνται εξ αποστάσεως από µέλη εγχώριου χρηµατιστηρίου, ή όταν η ανακοίνωση των εµπιστευτικών πληροφοριών γίνεται σε τρίτη χώρα αλλά επηρεάζει την τιµή χρηµατοπιστωτικών µέσων σε ελεγχόµενη εγχώρια αγορά. Επιτρέπει επίσης στα κράτη µέλη να εφαρµόζουν τις διατάξεις της οδηγίας όταν το σχετικό χρηµατοπιστωτικό µέσο είναι εισηγµένο ή πρόκειται να εισαχθείγια διαπραγµάτευση σε ένα κράτος µέλος. Άρθρο 11 Αρµόδια εθνική αρχή Προς το παρόν, οι διαρθρώσεις των ρυθµίσεων που καλύπτουν τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς διαφέρουν σε κάθε κράτος µέλος. Ορισµένα κράτη µέλη έχουν µία µόνο εποπτική αρχή ενώ άλλα διαθέτουν περισσότερες. Σε µερικά κράτη µέλη δεν υπάρχει δηµόσια εποπτική αρχή και η εποπτεία ασκείται από τα ίδια τα χρηµατιστήρια. Παρατηρούνται, τέλος, και συνδυασµοίτων διαφόρων αυτών διαρθρώσεων. Ο ορισµός σε κάθε κράτος µέλος µιας ενιαίας αρµόδιας για την εφαρµογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας ανταποκρίνεται στην ανάγκη αποτελεσµατικότητας και σαφήνειας και αποσκοπείνα ενισχύσει τη συνεργασία µεταξύ αρµόδιων αρχών (βλέπε άρθρο 16). Η διοικητική φύση αυτών των ενιαίων εποπτικών αρχών είναι αναγκαία για να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία τους από τις αγορές και να αποφευχθεί η σύγκρουση συµφερόντων. Άρθρα 12 και 13 Έλεγχος της εφαρµογής της νοµοθεσίας και επαγγελµατικό απόρρητο στο πλαίσιο της αρµόδιας αρχής Η οδηγία απαριθµεί τις ελάχιστες εξουσίες που πρέπει να έχουν οι αρµόδιες αρχές για τη διαπίστωση και τη διερεύνηση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά. Οι εξουσίες αυτές θα επιτρέπουν στις αρµόδιες αρχές να εκπληρώσουν την αποστολή τους και θα αυξήσουν τη συνέπεια και τη διαφάνεια κατά την εφαρµογή των διατάξεων της οδηγίας. Τα κράτη µέλη θα έχουν ωστόσο τη δυνατότητα να προβλέπουν ότι σύµφωνα µε την εθνική τους νοµοθεσία, τις παραδόσεις τους ή το σύνταγµά τους, η αρµόδια αρχή δεν θα µπορείνα χρησιµοποιείτις εξουσίες αυτές παρά µόνο σε συνεργασία µε άλλες αρχές του κράτους µέλους, και ιδίως τις δικαστικές αρχές. Μόνο σε ορισµένες ειδικές κατηγορίες επαγγελµατιών θα επιτρέπεται να αντιτάσσουν, µερικώς ή πλήρως, το επαγγελµατικό απόρρητο στις αρµόδιες αρχές, σύµφωνα µε την εθνική νοµοθεσία (π.χ. δικηγόροι ή δηµοσιογράφοι). Στο εσωτερικό της αρµόδιας αρχής, η αυστηρή τήρηση του επαγγελµατικού απορρήτου είναι απαραίτητη για την εύρυθµη λειτουργία των συµφωνιών ανταλλαγής πληροφοριών και το σεβασµό των δικαιωµάτων των προσώπων. 11

Άρθρο 14 Κυρώσεις Σε µια ενοποιηµένη χρηµατοπιστωτική αγορά, δεν µπορεί καταρχήν να γίνει δεκτό ότι η ίδια παράνοµη συµπεριφορά τιµωρείται µε βαριές κυρώσεις σε ένα κράτος µέλος, µε ελαφρές κυρώσεις σε άλλο και καθόλου σε ένα τρίτο. Ωστόσο, η εναρµόνιση των κυρώσεων δεν είναι δυνατή στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας. Είναι όµως επιθυµητό και σύµφωνο µε την κοινοτική νοµοθεσία να προβλεφθεί στην οδηγία η γενική υποχρέωση για τα κράτη µέλη να καθορίζουν και να επιβάλλουν κυρώσεις για την παράβαση των µέτρων που λαµβάνονται βάσει της οδηγίας. Εκτός από τις ποινικές κυρώσεις, οι διοικητικές κυρώσεις αποκτούν υποχρεωτικό χαρακτήρα στην οδηγία, εν µέρει λόγω του γεγονότος ότι οι διοικητικές διαδικασίες είναι ταχύτερες από τις ποινικές. Η ταχύτητα επιβολής των διοικητικών κυρώσεων έχει ιδιαίτερη σηµασία για να αποφευχθείη συνέχιση της παράνοµης συµπεριφοράς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Η επιβολή διοικητικών κυρώσεων δικαιολογείται επίσης από το γεγονός ότι οι αρµόδιες αρχές πρέπει να συνεργάζονται στενά µεταξύ τους για να εξασφαλίσουν την οµοιόµορφη εφαρµογή των κανόνων για τις κυρώσεις. Ωστόσο, αυτοίκαθαυτοί, οι κανόνες παραµένουν στην αρµοδιότητα των κρατών µελών. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσµατικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Ωστόσο, κάθε κράτος µέλος µπορεί να αποφασίζει το ίδιο τις κυρώσεις που θα επιβάλλει σε περίπτωση παράβασης των µέτρων αυτών ή σε περίπτωση µη συνεργασίας σε έρευνα, µε την επιφύλαξη του άρθρου 12 της παρούσας οδηγίας. Για τον προσδιορισµό των κυρώσεων και την οργάνωση της διαδικασίας επιβολής τους, τα κράτη µέλη πρέπει να συµµορφώνονται µε τις αρχές της σύµβασης για την προάσπιση των δικαιωµάτων του ανθρώπου και των θεµελιωδών ελευθεριών. Η δηµόσια ανακοίνωση των κυρώσεων έχει πολύ ισχυρό αποτρεπτικό αποτέλεσµα. Επιπλέον, σε περίπτωση παράνοµης συµπεριφοράς, θα ήταν χρήσιµο να ενηµερώνεται η αγορά για τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν προκειµένου να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών. Κατά συνέπεια, οι αρµόδιες αρχές µπορούν να ανακοινώνουν δηµόσια τις κυρώσεις, εκτός εάν αυτό δηµιουργείκινδύνους για τις ίδιες τις χρηµατοπιστωτικές αγορές ή δυσανάλογη ζηµία στα ενδιαφερόµενα µέρη (αυτές οι διασφαλίσεις είναι αναγκαίες για να αποφευχθεί, σε περίπτωση παράνοµης συµπεριφοράς φυσικού προσώπου, η απώλεια εµπιστοσύνης στον οργανισµό στον οποίο ανήκει). Άρθρο 15 Ένδικα µέσα Η διάταξη αυτή εγγυάται την αρχή της ασφάλειας δικαίου και το δικαίωµα σε δίκαιη δίκη, όπως απαιτείται από την ευρωπαϊκή σύµβαση των δικαιωµάτων του ανθρώπου. Εξασφαλίζει ότι κατά την άσκηση των εξουσιών τους, οι αρµόδιοι για τη λήψη των αποφάσεων φορείς σέβονται τα δικαιώµατα που προστατεύει ή σύµβαση. Κάθε πρόσωπο που αποτελεί αντικείµενο απόφασης θα έχει δικαίωµα να ασκήσει όλα τα σχετικά ένδικα µέσα. Άρθρο 16 Συνεργασία µεταξύ αρµόδιων αρχών Λαµβανοµένου υπόψη του αυξανόµενου όγκου των διασυνοριακών δραστηριοτήτων, η οδηγία προβλέπει ένα πλήρη µηχανισµό συνεργασίας, ιδίως για τα θέµατα που σχετίζονται µε τη διερεύνηση των σχετικών υποθέσεων και την κατανοµή των ευθυνών. Για το σκοπό αυτό, κάθε αρµόδια αρχή θα πρέπει να διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση τις πληροφορίες που ζητά µια άλλη αρµόδια αρχή. Ωστόσο, οι αρµόδιες αρχές θα µπορούν να 12

αρνούνται την παροχή πληροφοριών εάν η δικαστική διαδικασία έχει ήδη αρχίσει ή εάν έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για τα ίδια πραγµατικά περιστατικά, ή εάν πρόκειται για ειδικές περιπτώσεις στις οποίες διακυβεύονται σηµαντικά και νόµιµα συµφέροντα των κρατών µελών (κυριαρχία, ασφάλεια ή δηµόσια τάξη) Η απάντηση πρέπει να αποστέλλεται το ταχύτερο δυνατό για να εξασφαλίζεται η αποτελεσµατικότητα των µέτρων που λαµβάνονται για τη διερεύνηση των σχετικών υποθέσεων και να αποτρέπεται η ανάπτυξη διασυνοριακών µηχανισµών παράνοµης συµπεριφοράς. Όταν µια αρµόδια αρχή είναι πεπεισµένη ότι µια καταχρηστική πρακτική που εφαρµόζεται ή έχει εφαρµοστείσε αγορά που υπόκειται στη δικαιοδοσία της επηρεάζει και άλλα κράτη µέλη, υποχρεούται να ενηµερώσει τις αρµόδιες αρχές των κρατών αυτών. Η διάταξη αυτή αποσκοπείνα περιορίσει τα ενδεχόµενα κενά του συστήµατος. Φαίνεται ότι οι διασυνοριακές έρευνες µπορούν να αποτελέσουν ένα συµπληρωµατικό µέσο για τη βελτίωση της αποτελεσµατικότητας των ερευνών. Την ευθύνη των ελέγχων αυτών πρέπει να έχει το κράτος µέλος στο έδαφος του οποίου διενεργούνται. Η οδηγία παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να θεσπίζει τον τρόπο εφαρµογής της διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών και διασυνοριακών ελέγχων µε τη διαδικασία των επιτροπών. Άρθρο 17 Επιτροπή Κινητών Αξιών και σχετική διαδικασία Το άρθρο αυτό κάνει µνεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών που συστάθηκε µε την απόφαση 2001/... /ΕΚ και διευκρινίζει την κανονιστική διαδικασία που εφαρµόζεται σύµφωνα µε την απόφαση του Ιουλίου 1999 για τη διαδικασία των επιτροπών (1999/468/ΕΚ) 3. Η διάταξη αυτή είναι αναγκαία για να ληφθούν υπόψη οι νέες εξελίξεις κατά την εφαρµογή της παρούσας οδηγίας, για την ανάπτυξη κοινών προτύπων και κατάλληλων εκτελεστικών µέτρων που θα εξασφαλίσουν ισότιµους όρους ανταγωνισµού στους οικονοµικούς φορείς, καθώς και για να ενισχυθείη συνεργασία µεταξύ αρµόδιων αρχών. Άρθρο 18 Θέσπιση εθνικών διατάξεων Το άρθρο αυτό καθορίζει την προθεσµία για τη θέση σε εφαρµογή της οδηγίας στα κράτη µέλη. Άρθρο 19 Κατάργηση της οδηγίας 89/592/ΕΟΚ Η οδηγία για τις πράξεις προσώπων που είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών θα καταργηθεί από την ηµεροµηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας στα κράτη µέλη. Αυτό αντικατοπτρίζει απλώς το γεγονός ότι θα αντικατασταθεί από την παρούσα οδηγία. 3 ΕΕ αριθ. L 184 της 17.07.99, σσ. 23-26. 13

2001/0118 (COD) Πρόταση για Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά µε τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς (καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά) (Κείµενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95, την πρόταση της Επιτροπής 4, τη γνώµη της Οικονοµικής και Κοινωνικής Επιτροπής 5, τη γνώµη της Επιτροπής των Περιφερειών 6, ενεργώντας σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης, Εκτιµώντας τα εξής: (1) Μια πραγµατικά ενιαία αγορά χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών έχει ουσιώδη σηµασία για την οικονοµική ανάπτυξη και τη δηµιουργία θέσεων απασχόλησης στην Κοινότητα. (2) Η δηµιουργία µιας ενοποιηµένης και αποτελεσµατικής χρηµατοπιστωτικής αγοράς απαιτείτην εξασφάλιση της ακεραιότητας της αγοράς. Η καλή λειτουργία των αγορών κινητών αξιών και η διατήρηση της εµπιστοσύνης του κοινού στις αγορές αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για διαρκή οικονοµική ανάπτυξη και ευηµερία. Οι καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ακεραιότητα των χρηµατοπιστωτικών αγορών και στην εµπιστοσύνη του κοινού στις κινητές αξίες και τα παράγωγα µέσα. (3) Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Μαΐου 1999 για την «Εφαρµογή του πλαισίου για τις χρηµατοπιστωτικές υπηρεσίες: πρόγραµµα δράσης 7» απαριθµείµια σειρά ενεργειών που θεωρούνται αναγκαίες για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς χρηµατοπιστωτικών υπηρεσιών στη σύνοδο κορυφής της Λισσαβώνας τον Απρίλιο 4 ΕΕ αριθ. C[ ], [ ], σ. [ ]. 5 ΕΕ αριθ. C[ ], [ ], σ. [ ]. 6 ΕΕ αριθ. C[ ], [ ], σ. [ ]. 7 (COM/99/0232 τελικό). 14

του 2000, οι αρχηγοίκρατών και κυβερνήσεων ζήτησαν την πλήρη υλοποίηση του προγράµµατος δράσης έως το 2005. Το πρόγραµµα δράσης υπογραµµίζει την ανάγκη κατάρτισης µιας οδηγίας για την πρόληψη των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς. (4) Στη σύνοδό του στις 17 Ιουλίου 2000, το Συµβούλιο αποφάσισε τη σύσταση Επιτροπής Σοφών για τη ρύθµιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών. Στην τελική της έκθεση, η επιτροπή αυτή πρότεινε την καθιέρωση νέων νοµοθετικών τεχνικών βάσει µιας προσέγγισης σε τέσσερα επίπεδα: αρχές-πλαίσια, εκτελεστικά µέτρα, συνεργασία και εφαρµογή. Στο επίπεδο 1, η οδηγία περιορίζεται στη διατύπωση γενικών αρχών-πλαισίων, ενώ στο επίπεδο 2 η Επιτροπή, επικουρούµενη από ειδική επιτροπή, θεσπίζει τα εκτελεστικά µέτρα. (5) Το ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου της Στοκχόλµης ενέκρινε την τελική έκθεση της Επιτροπής Σοφών, και ιδίως την προτεινόµενη προσέγγιση σε τέσσερα επίπεδα, προκειµένου να αυξήσει την αποτελεσµατικότητα και τη διαφάνεια της κανονιστικής διαδικασίας της νοµοθεσίας της ΕΕ περί κινητών αξιών. (6) Σύµφωνα µε το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Στοκχόλµης, τα εκτελεστικά µέτρα του επιπέδου 2 θα πρέπει να χρησιµοποιούνται συχνότερα, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η δυνατότητα προσαρµογής των τεχνικών διατάξεων στις εξελίξεις στην αγορά καιστα εποπτικά πρότυπα, και θα πρέπει να καθορίζονται προθεσµίες για όλα τα στάδια των εργασιών του επιπέδου 2. (7) Οι νέες χρηµατοπιστωτικές και τεχνικές καινοτοµίες, και ιδίως η εµφάνιση νέων προϊόντων και νέων τεχνολογιών, η ανάπτυξη των διασυνοριακών δραστηριοτήτων και η χρήση του Ίντερνετ, αυξάνουν τα κίνητρα, τα µέσα και τις ευκαιρίες για καταχρηστικές πρακτικές στις αγορές. (8) Το σηµερινό κοινοτικό νοµοθετικό πλαίσιο για την προστασία της ακεραιότητας της αγοράς είναι ελλιπές. Οι νοµικές υποχρεώσεις διαφέρουν ανάλογα µε το κράτος µέλος, µε αποτέλεσµα οι οικονοµικοί φορείς να βρίσκονται συχνά σε αβεβαιότητα ως προς τις ισχύουσες αρχές και ορισµούς και τον τρόπο εφαρµογής της νοµοθεσίας. Σε ορισµένα κράτη µέλη δεν υπάρχει νοµοθεσία για την αντιµετώπιση της χειραγώγησης των τιµών και της διάδοσης παραπλανητικών πληροφοριών. (9) Η έννοια των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά καλύπτει τις πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες και τις πράξεις χειραγώγησης της αγοράς. Ο στόχος της νοµοθεσίας για την πρόληψη των πράξεων προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες είναι ίδιος µε εκείνον της νοµοθεσίας κατά της χειραγώγησης της αγοράς: η εξασφάλιση της ακεραιότητας των κοινοτικών χρηµατοπιστωτικών αγορών και η ενίσχυση της εµπιστοσύνης των επενδυτών στις αγορές αυτές. Είναι εποµένως σκόπιµο να θεσπιστούν συνδυασµένοι κανόνες για την καταπολέµηση τόσο των πράξεων προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες όσο και των πράξεων χειραγώγησης της αγοράς. Μια ενιαία οδηγία θα καθιερώσει σε όλη την Κοινότητα ένα ενιαίο πλαίσιο για την κατανοµή των αρµοδιοτήτων, την εφαρµογή της νοµοθεσίας και τη συνεργασία. (10) Η οδηγία αριθ. 89/592/ΕΟΚ του Συµβουλίου της 13ης Νοεµβρίου 1989 για το συντονισµό των ρυθµίσεων όσον αφορά τις πράξεις προσώπων τα οποία είναι κάτοχοι 15

εµπιστευτικών πληροφοριών 8 θεσπίστηκε εδώ και πάνω από µια δεκαετία. Λαµβανοµένων υπόψη των εξελίξεων που σηµειώθηκαν στις χρηµατοπιστωτικές αγορές και στην κοινοτική νοµοθεσία από τη θέσπισή της, η οδηγία αυτή πρέπει πλέον να αντικατασταθείγια να εξασφαλιστείη συνέπεια µε τη νοµοθεσία για την καταπολέµηση της χειραγώγησης της αγοράς. Η θέσπιση νέας οδηγίας είναι επίσης αναγκαία για να αποφευχθούν ενδεχόµενα κενά στην κοινοτική νοµοθεσία τα οποία θα µπορούσαν να διευκολύνουν επιζήµιες συµπεριφορές, να εξασθενήσουν την εµπιστοσύνη του κοινού και να θέσουν έτσι σε κίνδυνο την καλή λειτουργία των αγορών. (11) Οι πράξεις προσώπων που κατέχουν εµπιστευτικές πληροφορίες και οι πράξεις χειραγώγησης της αγοράς εµποδίζουν τη δηµιουργία συνθηκών πλήρους διαφάνειας στην αγορά, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τις συναλλαγές όλων των οικονοµικών φορέων που δραστηριοποιούνται σε ενοποιηµένες χρηµατοπιστωτικές αγορές. (12) Η ταχεία και αµερόληπτη ανακοίνωση των πληροφοριών στο κοινό ενισχύει την ακεραιότητα της αγοράς, ενώ αντίθετα η επιλεκτική πληροφόρηση από τους εκδότες µπορείνα οδηγήσει σε απώλεια της εµπιστοσύνης των επενδυτών στην ακεραιότητα των χρηµατοπιστωτικών αγορών. Οι οικονοµικοίφορείς που δραστηριοποιούνται στις αγορές πρέπει να συµβάλλουν στην εξασφάλιση της ακεραιότητάς τους. (13) Τα κράτη µέλη και το Ευρωπαϊκό Σύστηµα Κεντρικών Τραπεζών δεν πρέπει να υπόκεινται σε περιορισµούς κατά την άσκηση της νοµισµατικής και συναλλαγµατικής πολιτικής και της πολιτικής για τη διαχείριση του δηµόσιου χρέους. (14) Σε ορισµένες περιπτώσεις, τα µέτρα σταθεροποίησης ή οι πράξεις σε ίδιες µετοχές µπορούν να δικαιολογούνται από οικονοµικούς λόγους και συνεπώς δεν πρέπει να αντιµετωπίζονται, αυτά καθαυτά, ως καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά. Πρέπει να καθοριστούν κοινά πρότυπα που θα παρέχουν συγκεκριµένες κατευθύνσεις στον τοµέα αυτό. (15) Λόγω της διεύρυνσης των χρηµατοπιστωτικών αγορών, των ταχέων µεταβολών που σηµειώνονται σε αυτές και του φάσµατος νέων προϊόντων και καινοτοµιών, το πεδίο εφαρµογής της παρούσας οδηγίας πρέπει να είναι επαρκώς ευρύ ως προς τα καλυπτόµενα χρηµατοπιστωτικά µέσα και τεχνικές, προκειµένου να εξασφαλιστείη ακεραιότητα των κοινοτικών χρηµατοπιστωτικών αγορών. (16) Η εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισµού στις κοινοτικές χρηµατοπιστωτικές αγορές απαιτεί µια ευρεία εδαφική εφαρµογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. (17) Ο µεγάλος αριθµός αρµόδιων αρχών στα κράτη µέλη, µε διαφορετικές εξουσίες η καθεµία, δηµιουργείαδικαιολόγητο κόστος και σύγχυση στους οικονοµικούς φορείς. Για την καταπολέµηση των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά, κάθε κράτος µέλος πρέπει να ορίζει µια ενιαία αρµόδια αρχή, η οποία θα έχει διοικητικό χαρακτήρα που θα εγγυάται την αυτονοµία της σε σχέση µε τους οικονοµικούς φορείς και θα επιτρέπει να αποφεύγονται οι συγκρούσεις συµφερόντων. (18) Η αποτελεσµατικότητα της εποπτείας θα εξασφαλιστεί µε την παραχώρηση στις αρµόδιες αρχές ενός ελάχιστου συνόλου εξουσιών και ισχυρών µέσων δράσης. 8 ΕΕ αριθ. L334της 18.11.89, σ. 30. 16

(19) Για να εξασφαλιστείη επάρκεια του κοινοτικού πλαισίου καταπολέµησης των καταχρηστικών πρακτικών στην αγορά, πρέπει να επιβάλλονται άµεσες και αποτρεπτικές κυρώσεις για κάθε παράβαση των απαγορεύσεων ή υποχρεώσεων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία. (20) Η ανάπτυξη των διασυνοριακών δραστηριοτήτων καθιστά αναγκαία την ενίσχυση της συνεργασίας µεταξύ αρµόδιων εθνικών αρχών και τον ορισµό ενός πλήρους συνόλου κανόνων για την ανταλλαγή πληροφοριών µεταξύ αρµόδιων εθνικών αρχών. (21) Σύµφωνα µε την αρχή της αναλογικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης, οι στόχοι των προβλεπόµενων µέτρων, δηλαδή η αποφυγή των καταχρηστικών πρακτικών υπό µορφή πράξεων κατόχων εµπιστευτικών πληροφοριών και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη µέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσµάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Η παρούσα οδηγία περιορίζεται στα ελάχιστα απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων αυτών και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για το σκοπό αυτό όρια. (22) Η θέσπιση κατευθύνσεων τεχνικού χαρακτήρα και η τροποποίηση των κανόνων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία ενδέχεται να είναι αναγκαίες κατά διαστήµατα για να λαµβάνονται υπόψη οι νέες εξελίξεις στις χρηµατοπιστωτικές αγορές η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθείνα πραγµατοποιείτις τροποποιήσεις που κρίνονται αναγκαίες, αφού ζητήσει τη γνώµη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κινητών Αξιών που συστάθηκε µε την απόφαση 2001/.../ΕΚ 9 της Επιτροπής. (23) Εφόσον τα µέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρµογή της παρούσας οδηγίας είναι γενικά µέτρα κατά την έννοια του άρθρου 2 της απόφασης αριθ. 1999/468/ΕΚ του Συµβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισµό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρµοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 10, πρέπει να θεσπίζονται µε τη διαδικασία κανονιστικών ρυθµίσεων του άρθρου 5 της απόφασης αυτής, (24) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεµελιώδη δικαιώµατα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από το Χάρτη Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ΕΞΕ ΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ Ο ΗΓΙΑ: Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας: Άρθρο 1 (1) Ως «εµπιστευτικές πληροφορίες» νοούνται οι πληροφορίες οι οποίες δεν έχουν γίνει γνωστές στο κοινό, έχουν χαρακτήρα συγκεκριµένο και αφορούν έναν ή περισσότερους εκδότες χρηµατοπιστωτικών µέσων ή ένα ή περισσότερα χρηµατοπιστωτικά µέσα, και οι οποίες αν γίνονταν γνωστές στο κοινό θα µπορούσαν να επηρεάσουν αισθητά την τιµή αυτών των χρηµατοπιστωτικών µέσων ή την τιµή των συνδεόµενων µε αυτά παράγωγων µέσων. (2) Ως πράξεις «χειραγώγησης της αγοράς» νοούνται: 9... 10 ΕΕ αριθ. L184της 17.7.1999, σ. 23. 17

(α) (β) οι συναλλαγές ή οι εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών µε τις οποίες δίδονται ή είναι πιθανό ότι θα δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιµή χρηµατοπιστωτικού µέσου, ή µε τις οποίες διαµορφώνεται, από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ενεργούν από κοινού, η τιµή ενός ή περισσοτέρων χρηµατοπιστωτικών µέσων σε µη κανονικό ή τεχνητό επίπεδο, ή µε τις οποίες χρησιµοποιούνται τεχνητοίµηχανισµοίή κάθε άλλης µορφής πλάνη ή τέχνασµα η διάδοση µέσω των µαζικών µέσων ενηµέρωσης, περιλαµβανοµένου του Ίντερνετ, ή µε κάθε άλλο τρόπο, πληροφοριών οι οποίες δίνουν ή είναι πιθανό ότι θα δώσουν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά µε την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιµή χρηµατοπιστωτικών µέσων, περιλαµβανοµένης της διάδοσης φηµών ή παραπλανητικών ειδήσεων. (3) Ως «χρηµατοπιστωτικό µέσο» νοείται οποιοδήποτε από τα µέσα που απαριθµούνται στο Τµήµα Α του Παραρτήµατος. (4) Ως «οργανωµένη αγορά» νοείται η αγορά που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 13 της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ 11. (5) Oι ορισµοίπου διατυπώνονται στο παρόν άρθρο και στο τµήµα Α του Παραρτήµατος αποσαφηνίζονται και προσαρµόζονται από την Επιτροπή σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 17 παράγραφος 2 προκειµένου να ληφθούν υπόψη οι τεχνικές εξελίξεις στις χρηµατοπιστωτικές αγορές και να εξασφαλιστείη οµοιόµορφη εφαρµογή της παρούσας οδηγίας στην Κοινότητα. Άρθρο 2 1. Τα κράτη µέλη απαγορεύουν στα φυσικά ή νοµικά πρόσωπα τα οποία είναι κάτοχοι εµπιστευτικών πληροφοριών να εκµεταλλεύονται τις πληροφορίες αυτές για να αποκτήσουν ή να εκχωρήσουν για δικό τους λογαριασµό ή για λογαριασµό τρίτων, άµεσα ή έµµεσα, χρηµατοπιστωτικά µέσα που αφορούν οι πληροφορίες αυτές. Το πρώτο εδάφιο ανωτέρω εφαρµόζεται ανεξάρτητα από το εάν τα εν λόγω πρόσωπα απόκτησαν αυτές τις πληροφορίες: (α) λόγω της ιδιότητάς τους ως µελών των διοικητικών, διευθυντικών, ελεγκτικών και εποπτικών οργάνων του εκδότη, ή (β) λόγω της συµµετοχής τους στο κεφάλαιο του εκδότη, ή (γ) λόγω της πρόσβασης που έχουν στις πληροφορίες αυτές κατά την άσκηση της εργασίας, του επαγγέλµατος ή των καθηκόντων τους, 2. Όταν το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι εταιρεία ή άλλο νοµικό πρόσωπο, η απαγόρευση που προβλέπεται στην παράγραφο αυτή ισχύει επίσης για τα φυσικά πρόσωπα που συµµετέχουν στην απόφαση για τη διενέργεια της συναλλαγής για λογαριασµό του εν λόγω νοµικού προσώπου. 11 EE αριθ. L141της 11.06.1993, σ. 27. 18

3. Η απαγόρευση της παραγράφου 1 εφαρµόζεται σε κάθε απόκτηση ή εκχώρηση χρηµατοπιστωτικών µέσων. Άρθρο 3 Τα κράτη µέλη απαγορεύουν στα πρόσωπα που υπόκεινται στην απαγόρευση του άρθρου 2 και είναι κάτοχοι εµπιστευτικής πληροφορίας: (α) να ανακοινώνουν την εµπιστευτική αυτή πληροφορία σε τρίτο, εκτός εάν ενεργούν στα συνήθη πλαίσια άσκησης της εργασίας, του επαγγέλµατος ή των καθηκόντων τους (β) να συστήσουν σε τρίτο, βάσει αυτής της εµπιστευτικής πληροφορίας, να αποκτήσει ή να εκχωρήσει ο ίδιος ή µέσω άλλου τα χρηµατοπιστωτικά µέσα που αφορά η πληροφορία αυτή. Άρθρο 4 Τα κράτη µέλη επιβάλλουν επίσης τις απαγορεύσεις των άρθρων 2 και 3 σε κάθε πρόσωπο, άλλο από εκείνα που αναφέρονται στα άρθρα αυτά, το οποίο εν γνώσει του κατέχει εµπιστευτική πληροφορία. Άρθρο 5 Τα κράτη µέλη απαγορεύουν σε κάθε φυσικό ή νοµικό πρόσωπο να χειραγωγείτην αγορά. Το Παράρτηµα Β περιέχει µη εξαντλητικό κατάλογο µεθόδων που χρησιµοποιούνται συνήθως για τη χειραγώγηση της αγοράς. Η Επιτροπή θεσπίζει, µε τη διαδικασία του άρθρου 17 παράγραφος 2, τροποποιήσεις στα παραδείγµατα αυτών των µεθόδων. Τα κράτη µέλη µπορούν να αποφασίσουν να θεσπίσουν ειδικές διατάξεις για να καλύψουν τα πρόσωπα που ενεργούν για δηµοσιογραφικούς σκοπούς κατά την άσκηση του επαγγέλµατός τους. Άρθρο 6 1. Τα κράτη µέλη εξασφαλίζουν ότι οι εκδότες χρηµατοπιστωτικών µέσων ανακοινώνουν το ταχύτερο δυνατό τις εµπιστευτικές πληροφορίες στο κοινό. 2. Κάθε φορά που εκδότης, ή πρόσωπο που ενεργείγια λογαριασµό του, ανακοινώνει εµπιστευτική πληροφορία σε τρίτο κατά την άσκηση της εργασίας, του επαγγέλµατος ή των καθηκόντων του, κατά την έννοια του άρθρου 3 στοιχείο (α), τα κράτη µέλη απαιτούν από αυτόν να ανακοινώσει πλήρως και µε αποτελεσµατικά µέσα την πληροφορία αυτή στο κοινό, ταυτόχρονα εάν η ανακοίνωση έγινε εκ προθέσεως, ή το ταχύτερο δυνατό εάν η ανακοίνωση δεν έγινε εκ προθέσεως. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν εφαρµόζονται: 19