Ροδοκαλάκη Ευτυχία του Γιώργου, 10 ετών Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού Του Κώστα Στοφόρου «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει και πως είμαι χαζή!» διαμαρτυρήθηκε η Αντιγόνη. «Τον άκουσα κι εγώ», ήρθε συνήγορος υπεράσπισης η Έλλη. «Εσύ να μην ανακατεύεσαι!» τη μάλωσε η Βασιλική. «Μπα! Τι μας λες; Πολύ μεγάλη δεν μας το παίζεις κι εσύ;» «Δεν το παίζω. Είμαι μεγάλη. Και συ είσαι μωρό!» «Δεν είμαι μωρό!» «Σοβαρά; Εσύ παίζεις ακόμη με Μπάρμπι». «Ψέματα!» «Εσύ λες ψέματα. Θα πω στη μαμά πού ήσουνα χθες το βράδυ».
«Σκάσε!» «Εσύ να σκάσεις!» «Σκάστε όλοι!» «Δημήτρη! Ηρέμησε!» πετάχτηκε ο μπαμπάς. «Με ξύπνησαν με τις φωνές τους. Όλο έτσι κάνουν». «Είναι αργά. Έτσι κι αλλιώς έπρεπε να ξυπνήσεις για να βοηθήσεις και τον θείο στο σούβλισμα του αρνιού». «Μα ξενυχτήσαμε χθες». «Ανάσταση ήταν. Ο θείος σου έχει σηκωθεί από τις εφτά». «Στον ύπνο του το έβλεπε το αρνί;» «Άντε σήκω τώρα και μη σ ακούσω να ξαναμιλάς έτσι στις ξαδέρφες σου. Θα έρθει κι ο πασχαλινός λαγός». «Σιγά μην έρθει κι ο Νταρθ Βέιντερ». «Στο είπα μπαμπά. Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει πασχαλινός λαγός». «Και τότε ποιος φέρνει τα δώρα;» «Έλα ντε!» είπε ο Δημήτρης ειρωνικά. Ο μπαμπάς κοίταξε τον Δημήτρη με έντονο ύφος, μέχρι που εκείνος σταμάτησε να μιλάει. Τι ήταν όλα αυτά με τον πασχαλινό λαγό; Από τότε που ο Δημήτρης ήταν μωρό -πότε πέρασαν δεκατρία ολόκληρα χρόνια;- περίμενε πάντα με ανυπομονησία το Πάσχα και τα δώρα που έκρυβε στον κήπο του σπιτιού στο χωριό ο πασχαλινός λαγός. Τα περίμενε πιο πολύ κι από τα Χριστούγεννα και τον Αϊ-Βασίλη. Κι ας ήταν μικροδωράκια για όλα τα παιδιά: Γόμες, ξύστρες, φακοί, σοκολατάκια, αυτοκόλλητα, στρατιωτάκια, αυτοκινητάκια Στο παράθυρο, πίσω από το πηγάδι, σε μια κουφάλα της μουριάς, στο παλιό κουρείο, ανάμεσα στις πασχαλιές, κάτω από τις σκάλες. Από το ένα δώρο στο άλλο σε οδηγούσαν μικρά σημειώματα-γρίφοι που άφηνε ο πασχαλινός λαγός. Και τώρα ο Δημήτρης έλεγε πως δεν υπάρχει ο πασχαλινός λαγός. Λες και δεν ήταν εκείνος ο πιο ανυπόμονος να λύσει τους γρίφους που τους έβαζε ο λαγός για να βρουν τα δώρα: «Από εκεί κάποτε έβγαζαν νερό. Αν ψάξεις γύρω θα βρεις το μυστικό» -κι εννοούσε το παλιό πηγάδι. Τα παιδιά έτρεχαν και ανακάλυπταν τα μικρά δωράκια που τα γέμιζαν χαμόγελα. Ο Δημήτρης βαρύς φέτος, αφού τελικά ντύθηκε με τα πολλά, είπε με ύφος ανωτερότητας στα κορίτσια: «Άντε, να σας κάνω το χατίρι. Πάμε να δούμε τι έχει κρύψει αυτή τη φορά».
Τα παιδιά άνοιξαν την πόρτα και βρήκαν το πρώτο σημείωμα να τους περιμένει στο καμπανάκι της εισόδου. Ο μπαμπάς τούς ακολουθούσε φωτογραφίζοντας κάθε στιγμή κι ας αντιδρούσε ο Δημήτρης. «Έλα, άνοιξε να δούμε τι γράφει», είπε η Αντιγόνη. Ο Δημήτρης ξετύλιξε το σημείωμα και διάβασε: «Καλό Πάσχα! «Με την ψιλή» φώναζε ο δάσκαλος κι οι μαθητές πήγαιναν εκεί. Αν πας κι εσύ θα βρεις κάτι γλυκό να σε περιμένει. Ο πασχαλινός λαγός». «Πανεύκολο» είπε η Έλλη «Το κουρείο!». «Πάμε!» φώναξε η Αντιγόνη κι έτρεξαν προς τα κει με τον μπαμπά να λαχανιάζει για να τους προλάβει. Όμως, όταν έφτασαν στο κουρείο, όσο κι αν έψαξαν, τίποτα δεν βρήκαν. Ούτε δώρο. Ούτε σημείωμα. «Μήπως καταλάβαμε κάτι λάθος;» αναρωτήθηκε η Βασιλική. «Μα τι λάθος; Με την ψιλή -σίγουρα σε κούρεμα αναφέρεται» απάντησε ο Δημήτρης. Πιο απορημένος απ όλους, όμως, ήταν ο μπαμπάς.
Ήταν σίγουρος πως τα πρώτα δώρα βρίσκονταν στο παλιό κουρείο. Τι να είχε, άραγε, συμβεί; Το μυστήριο του πασχαλινού λαγού «Να βγούμε;» «Όχι ακόμα», είπε ο μπαμπάς. «Δεν θα έχει έρθει. Είναι πολύ νωρίς. Κάτσε να ξυπνήσει κι ο Δημήτρης». «Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει και πως είμαι χαζή!» διαμαρτυρήθηκε η Αντιγόνη. «Τον άκουσα κι εγώ», ήρθε συνήγορος υπεράσπισης η Έλλη. «Εσύ να μην ανακατεύεσαι!» τη μάλωσε η Βασιλική. «Μπα! Τι μας λες; Πολύ μεγάλη δεν μας το παίζεις κι εσύ;» «Δεν το παίζω. Είμαι μεγάλη. Και συ είσαι μωρό!» «Δεν είμαι μωρό!» «Σοβαρά; Εσύ παίζεις ακόμη με Μπάρμπι». «Ψέματα!» «Εσύ λες ψέματα. Θα πω στη μαμά πού ήσουνα χθες το βράδυ». «Σκάσε!» «Εσύ να σκάσεις!» «Σκάστε όλοι!» «Δημήτρη! Ηρέμησε!» πετάχτηκε ο μπαμπάς.
«Με ξύπνησαν με τις φωνές τους. Όλο έτσι κάνουν». «Είναι αργά. Έτσι κι αλλιώς έπρεπε να ξυπνήσεις για να βοηθήσεις και τον θείο στο σούβλισμα του αρνιού». «Μα ξενυχτήσαμε χθες». «Ανάσταση ήταν. Ο θείος σου έχει σηκωθεί από τις εφτά». «Στον ύπνο του το έβλεπε το αρνί;» «Άντε σήκω τώρα και μη σ ακούσω να ξαναμιλάς έτσι στις ξαδέρφες σου. Θα έρθει κι ο πασχαλινός λαγός». «Σιγά μην έρθει κι ο Νταρθ Βέιντερ». «Στο είπα μπαμπά. Ο Δημήτρης λέει πως δεν υπάρχει πασχαλινός λαγός». «Και τότε ποιος φέρνει τα δώρα;» «Έλα ντε!» είπε ο Δημήτρης ειρωνικά. Ο μπαμπάς κοίταξε τον Δημήτρη με έντονο ύφος, μέχρι που εκείνος σταμάτησε να μιλάει. Τι ήταν όλα αυτά με τον πασχαλινό λαγό; Από τότε που ο Δημήτρης ήταν μωρό -πότε πέρασαν δεκατρία ολόκληρα χρόνια; Περίμενε πάντα με ανυπομονησία το Πάσχα και τα δώρα που έκρυβε στον κήπο του σπιτιού στο χωριό ο πασχαλινός λαγός. Τα περίμενε πιο πολύ κι από τα Χριστούγεννα και τον Αϊ-Βασίλη. Κι ας ήταν μικροδωράκια για όλα τα παιδιά: Γόμες, ξύστρες, φακοί, σοκολατάκια, αυτοκόλλητα, στρατιωτάκια, αυτοκινητάκια Στο παράθυρο, πίσω από το πηγάδι, σε μια κουφάλα της μουριάς, στο παλιό κουρείο, ανάμεσα στις πασχαλιές, κάτω από τις σκάλες. Από το ένα δώρο στο άλλο σε οδηγούσαν μικρά σημειώματα-γρίφοι που άφηνε ο πασχαλινός λαγός. Και τώρα ο Δημήτρης έλεγε πως δεν υπάρχει ο πασχαλινός λαγός. Λες και δεν ήταν εκείνος ο πιο ανυπόμονος να λύσει τους γρίφους που τους έβαζε ο λαγός για να βρουν τα δώρα: «Από εκεί κάποτε έβγαζαν νερό. Αν ψάξεις γύρω, θα βρεις το μυστικό» (κι εννοούσε το παλιό πηγάδι). Τα παιδιά έτρεχαν και ανακάλυπταν τα μικρά δωράκια που τα γέμιζαν χαμόγελα. Ο Δημήτρης, αφού τελικά ντύθηκε, με τα πολλά, είπε με ύφος ανωτερότητας στα κορίτσια: Άντε, να σας κάνω το χατίρι. Πάμε να δούμε τι έχει κρύψει αυτή τη φορά. Τα παιδιά άνοιξαν την πόρτα και βρήκαν το πρώτο σημείωμα να τους περιμένει στο καμπανάκι της εισόδου. Ο μπαμπάς τούς ακολουθούσε φωτογραφίζοντας κάθε στιγμή κι ας αντιδρούσε ο Δημήτρης. Έλα, άνοιξε να δούμε τι γράφει, είπε η Αντιγόνη. Ο Δημήτρης ξετύλιξε το σημείωμα και διάβασε: «Καλό Πάσχα! «Με την ψιλή» φώναζε ο δάσκαλος κι οι μαθητές πήγαιναν εκεί. Αν πας κι εσύ θα βρεις κάτι γλυκό να σε περιμένει. Ο πασχαλινός λαγός». Πανεύκολο»μ είπε η Έλλη, «Το κουρείο!». Πάμε! φώναξε η Αντιγόνη κι έτρεξαν προς τα κει με τον μπαμπά να λαχανιάζει για να τους προλάβει. Όμως, όταν έφτασαν στο κουρείο, όσο κι αν έψαξαν, τίποτα δεν βρήκαν. Ούτε δώρο. Ούτε σημείωμα. Μήπως καταλάβαμε κάτι λάθος; αναρωτήθηκε η Βασιλική. -Μα τι λάθος; Με την ψιλή -σίγουρα σε κούρεμα αναφέρεται, απάντησε ο Δημήτρης. Πιο απορημένος απ όλους, όμως, ήταν ο μπαμπάς. Ήταν σίγουρος πως τα πρώτα δώρα βρίσκονταν στο παλιό κουρείο. Τι να είχε,άραγε,συμβεί; Τα παιδιά απελπίστηκαν και πήραν τον δρόμο για το σπίτι. Μέχρι που μια σοκολατένια βροχή άρχισε, και ένα χαρτάκι έπεσε στο κεφάλι του Δημήτρη. «Παιδί ήσουνα και παιδί θα παραμείνεις να σου εξηγήσω δεν μπορώ γιατί χτυπάει το κουδούνι ντριν ντριν», είπε ο
Δημήτρης φωναχτά. Η Αντιγόνη είπε: -Στο σχολείο στο σχολείο πάμε! -Ναι αλλά σε ποιο; είπε ο Δημήτρης που άρχισε να μπαίνει στο κλίμα -Στο δικό μας φυσικά! είπε η Έλλη περήφανα Τα παιδιά έτρεξαν γρήγορα προς το σχολείο όμως δεν πρόσεξαν ότι ο μπαμπάς τους δεν τους ακολουθούσε πια. -Πώς θα μπούμε ;είπε απελπισμένη η Βασιλική -Μήπως να σκουντήξουμε την πόρτα; ρώτησε η Έλλη Ο Δημήτρης που δεν έχανε γρήγορα την ψυχραιμία του είπε: -Κορίτσια μην αγχώνεστε ο μπαμπάς μου μπορεί να βρει τρόπο να μπούμε μέσα -Σωστά, αλλά που είναι ο θείος ;Ρώτησε η Αντιγόνη -Αντιγόνη ρώτα την Βασιλική που μας το παίζει μεγάλη. Είπε η Έλλη -Στο ξαναείπα Ελλάκι, είμαι μεγάλη. -Στόοοοοοοοπ! Φτάνει πια! είπε ο Δημήτρης που άκουγε την συζήτηση των κοριτσιών Ένας περίεργος θόρυβος ακούστηκε μέσα από το έδαφος. -ΑΚΟΥΤΕ ΚΑΤΙ; Είπε η Αντιγόνη -ΝΑΙ! Είπαν όλοι μαζί -Λέτε να είναι ο πασχαλινός λαγός; Ρώτησε η Αντιγόνη Μπα δεν νομίζω, είπε η Έλλη -Λέτε να.. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την φράση της η Αντιγόνη γιατί ο Δημήτρης την διέκοψε και είπε: -Κορίτσια, μην ακούω χαζομάρες ο μπαμπάς μου θα μας κάνει φάρσα. -Δημήτρη, εννοείς πως δεν πιστεύεις στον πασχαλινό λαγό; ρώτησαν τα κορίτσια -Καλά που το καταλάβατε γιατί δεν μπορούσα να προσποιούμαι άλλο, είπε ο Δημήτρης και έφυγε προς το σπίτι. Τα τρία κορίτσια έμειναν μόνα τους και ξαφνικά ο ήλιος εξαφανίστηκε και εμφανίστηκαν μαύρα σύννεφα στον ουρανό και άρχισε να βρέχει τα κορίτσια πήγαν να φύγουν άλλα κάτι τις τράβαγε πίσω ήταν ο πασχαλινός λαγός που με ένα σκοινί τις τραβούσε. Τα κορίτσια γύρισαν το κεφάλι τους και τον είδαν, τότε αυτός της άφησε. -Ώστε αλήθεια υπάρχεις; ρώτησε η Αντιγόνη. -Φυσικά! είπε ο λαγός που είχε μια αστεία γλυκιά φωνούλα. -Μπορείς να μας βοηθήσεις να πείσουμε τον Δημήτρη να πιστέψει σε εσένα; ρώτησε η Έλλη. -Ναι αλλά όχι ακόμα, είπε ο λαγός -Γιατί φέτος δεν μας έφερες σοκολατένια αυγά; είπε η Βασιλική -Μα, σας έφερα απλά, δεν τα είδατεq Tα έχω κρυμμένα πολύ βαθιά, θα τα ανακαλύψετε σε λίγο. -Βαθιά; Πού βαθιά; Μέσα στην καρδιά μας; ρώτησε η Αντιγόνη Ξαφνικά ένα σοκολατένιο αυγό εμφανίστηκε στα χέρια της. Ο Λαγός της είπε: -Μπράβο, είσαι πολύ έξυπνη μικρή! -Ευχαριστώ πολύ! -Θέλουμε και εμείς αυγό, άντεε! είπαν τα άλλα 2 κορίτσια. -Κορίτσια, ο λαγός είναι μέσα στην καρδιά μας μαζί με τα αυγά του, είπε η Αντιγόνη. -Ναι, σωστά γι αυτό κάθε χρόνο τον περιμένουμε πώς και πώς, είπαν τα άλλα 2 κορίτσια Μόλις το είπαν αυτό, στα χέρια των κοριτσιών ένα σοκολατένιο αυγό εμφανίστηκε. Τότε έτρεξαν προς το σπίτι τους για να αποδείξουν στον Δημήτρη πως υπήρχε ο πασχαλινός λαγός και ότι είχε άδικο. -Δημήτρη, Δημητράκη είπε χαρούμενη η Αντιγόνη -Τι έγινε; Γιατί τόσες χαρές; Για περίμενε τι κρατάς στα χέρια σου; Σοκολατένιο αυγό είναι αυτό; -Ναι, ο πασχαλινός λαγός μου το έδωσε. -Και πού είναι τώρα; -Πασχαλινέ λαγέ, έλα! Έλα, μην ντρέπεσαι! είπε η Αντιγόνη Τα 3 κορίτσια γύρισαν να δουν πίσω τους. Πουθενά ο λαγός! Πού να είχε κρυφτεί; Ο Δημήτρης τις κοίταξε με δύσπιστο ύφος και πήγε στο δωμάτιό του. ΤΕΛΟΣ