1)ΠΡΟΛΟΓΟΣ...3 2) Η ΜΕΘΟ ΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ..4. α) Η έννοια, η νοµική φύση και τα βασικά στοιχεία του αλληλόχρεου. λογαριασµού.9

Σχετικά έγγραφα
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

Εισαγωγή EΙΣΑΓΩΓΗ. 1. Η εγγύηση ως προσωπική παρεπόμενη ασφάλεια. I. Έννοια και προϋποθέσεις γέννησης της ευθύνης του εγγυητή

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Η δήλωση του εγγυητή πρέπει να περιέχει με σαφήνεια τη βούλησή του να δώσει εγγύηση.

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

Ν.4072/2012 ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

Η σύµβαση αλληλόχρεου λογαριασµού

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Β. ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΝΟΧΕΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων και Ανέργων

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής εργαζομένων

Προεδρικό ιάταγµα 456/1984 «Αστικός Κώδικας και Εισαγωγικός του Νόµος» (ΦΕΚ Α' 164/ ) ΕΚΑΤΟ ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. Τμήμα Πρώτο. Σύσταση της εταιρίας

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ-ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας του ν.4224/2013

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

«O περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόµος του 2015» ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΙΣ

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα εοντολογίας του Ν.4224/2013 1) Ποιός είναι ο σκοπός του Κώδικα εοντολογίας;... 2

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ & ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ (ΑΡΘΡ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 648/2012 (EMIR) ) I. Προοίμιο

Μονογραφή από όλους τους συνδικαιούχους σε κάθε σελίδα. Γνήσιο υπογραφής στην τελευταία σελίδα από Αστυνομία ή ΚΕΠ από όλους τους συνδικαιούχους

ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ & ΑΝΕΙΩΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ & ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΥ (ΑΡΘΡ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 648/2012 (EMIR) )

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΛΗΞΙΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ

Ν 3606/2007: Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

AΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ. Μελέτη Πραγματικών Υποθέσεων

- οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών

α) Παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας στους δανειστές ή σε όποιον ενεργεί νομίμως για λογαριασμό τους.

Άρθρο 7 Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ 6 η εισήγηση

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Τον Καθηγητή και άσκαλο Κ. Καλαβρό για όσα μου έχει προσφέρει.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ. ΑΜΟΙΒΗ: ,00 (με Φ.Π.Α. 24%) Στη Σαμοθράκη σήμερα 30/05/2018 ημέρα Τετάρτη και ώρα 13:00 μεταξύ:

01 ΓΕΝΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ε) βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες έως και την οφειλές πτωχών οφειλετών.

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα εοντολογίας του Ν.4224/2013

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟΣΒΕΣΤΙΚΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

Απλή Ετερόρρυθμη Εταιρεία

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ

LEGAL INSIGHT 1. Ο ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΕΓΓΥΗΤΗ ΚΑΤΟΠΙΝ ΣΥΝΑΨΗΣ «ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ» ΜΕΤΑΞΥ ΠΡΩΤΟΦΕΙΛΕΤΗ ΚΑΙ. Γιώργος Κεφαλάς.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΥ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ (ΕΜΠΛΟΚΩΝ)

ΝΕΑ Ρύθμιση Παλαιών Ληξιπρόθεσμων Οφειλών που δημιουργήθηκαν μέχρι τις 31/12/2012 (μέχρι ).

B ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕ ΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟΥ

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ (ΕΜΠΛΟΚΩΝ)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. Καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, στοιχείων της Εταιρείας με την επωνυμία ΑΦΟΙ Μ. ΠΑΚΑΤΑΡΙΔΗ Ο.Ε., το

ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΥ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ (ΕΜΠΛΟΚΩΝ)

... 15,80% , 14,80% , 14,30% , 13,80%. άνω, 13,30%.

ΟΜΟΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. 2. Από την καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. η ομόρρυθμη εταιρεία αποκτά νομική προσωπικότητα.

Ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (ΙΚΕ)

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

ΓΝΩΜΟΔΟΣΗΗ. Επί υποβληθέντων ερωτημάτων από τη Δ.Ε.Υ.Α. Αρ. Πρωτ. Εισ. 1492/

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ. «Εργασίες συντήρησης κολυµβητικής δεξαµενής «Παπαγιαννόπουλος»» Αναθέτουσα Αρχή: ήµος Χαλανδρίου. Προϋπολογισµός: 18.

Οι πρόσφατες νομοθετικές εξελίξεις στις επαγγελματικές μισθώσεις,

Κων/νος Τσουμάνης, Δικηγόρος, Νομικός Σύμβουλος ΣΠΕΔΕΘ & ΚΜ

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

Στοιχεία Αστικού Δικαίου - 4 ο Μάθημα

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Λογιστική Εταιρειών. Ομόρρυθμη εταιρεία

ΕΞ. ΕΠΕΙΓΟΝ ΑΜΕΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΝΑ ΣΤΑΛΕΙ ΚΑΙ ΜΕ Ε-ΜΑIL - ΤΗΛΕΟΜΟΙΟΤΥΠΙΑ

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

«Ο περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόµος του 2015» - Examinership

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

14SYMV

ΠΑΙΓΝΙΟ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΛΑΧΕΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ:Εισαγωγή στο Δίκαιο

Αριθµός 197(I) του 2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

0,6%). CLF 1013/1/05-16

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΔΗΛΩΣΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Transcript:

45603695125025255252025 357525255202957242 01234546762590692342563307523 6409420540 40523 69234 4 297042610320 6062333"639614504075295345 0777516575012035& 0"#$% 3! 692'7695463" 3&()*+!. 6330752,--$

1)ΠΡΟΛΟΓΟΣ...3 2) Η ΜΕΘΟ ΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ..4 3) Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΣΜΟΥ α) Η έννοια, η νοµική φύση και τα βασικά στοιχεία του αλληλόχρεου λογαριασµού.6 β) Η νοµοθετική ρύθµιση της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού.8 γ) Ο σκοπός και τα αποτελέσµατα της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού.9 δ) Το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού και η έννοια και η νοµική φύση του καταλοίπου του αλληλόχρεου λογαριασµού 12 ε) Ειδικότερα ο τραπεζικός αλληλόχρεος λογαριασµός και η σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης.16 4) Η ΕΓΓΥΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ. α) Η έννοια των ασφαλειών και ειδικότερα της εγγύησης στη σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό 18 β) Η έννοια της σύµβασης της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό.21 1) Η σύµβαση της εγγύησης σύµφωνα µε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα..21 2) Η σύµβαση της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό 23 γ) Η έκταση της ευθύνης του εγγυητή 25 1

1) Γενικά..25 2) Η ευθύνη στην περίπτωση της αύξησης του ποσού της εγγύησης στην περίπτωση σύµβασης πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό 28 3) Η διατήρηση της εγγυητικής ευθύνης στην περίπτωση τροποποίησης της σύµβασης πιστώσεως σε αλληλόχρεο λογαριασµό χωρίς σύµπραξη του εγγυητή.36 4) Η περίπτωση πτώχευσης του πρωτοφειλέτη.37 5) Η ευθύνη του οµόρρυθµου εταίρου, εξερχόµενου από την εταιρία που τηρεί αλληλόχρεο λογαριασµό µε τρίτους.39 5) Η ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ α) Η έννοια.40 β) Οι προϋποθέσεις εφαρµογής των διατάξεων των άρθρων 862 επόµενα του Αστικού Κώδικα 43 6) Η ΑΝΑΓΩΓΗ..46 7) Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΙΖΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ 48 8) Η ΕΓΓΥΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΟΙΠΟ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΓΩΓΗ ΙΑΡΡΗΞΗΣ ΚΑΤΑ ΟΛΙΕΥΤΙΚΗΣ ΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ 53 9) ΕΠΙΛΟΓΟΣ.58 2

1) ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1 Το τραπεζικό ίκαιο παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια µιαν έντονη δυναµική. Παρόµοια φαινόµενα παρατηρήθηκαν και συνεχίζουν να παρατηρούνται και σε άλλους τοµείς του οικονοµικού ικαίου, όπως το δίκαιο του Ανταγωνισµού, το δίκαιο για την προστασία του καταναλωτή και το δίκαιο της ενέργειας. Η νοµοθετική παραγωγή στον τοµέα του τραπεζικού ικαίου, διεθνής, ευρωπαϊκή και εγχώρια, γίνεται ολοένα και πλουσιότερη και πολυπλοκότερη, µε διατάξεις πολλές φορές επαναλαµβανόµενες και ενίοτε ασαφείς. Η παρατηρούµενη ασάφεια είναι πολλές φορές αποτέλεσµα της χρησιµοποιούµενης ορολογίας, η οποία προσπαθεί να αποδώσει κατά τρόπο πανευρωπαϊκά κατανοητό, έννοιες και όρους που απαντούν σε έναν µόνο από τους κορµούς των ευρωπαϊκών εθνικών δικαίων, τον κορµό των ηπειρωτικών δικαίων και αυτόν του αγγλικού κοινοδικαίου. Τα φαινόµενα που προαναφέραµε απαντούν τόσο στο χώρο του ιδιωτικού τραπεζικού δικαίου, όσο και στο δίκαιο των τραπεζικών συναλλαγών, αλλά και στο θεσµικό/διοικητικό τραπεζικό δίκαιο. Πέρα όµως από την πλούσια νοµοθετική δραστηριότητα, υπάρχει και πλούσια νοµολογιακή δραστηριότητα, ιδίως στο δίκαιο των τραπεζικών συναλλαγών. Τα δικαστήρια βρίσκονται µπροστά σε θέµατα που αφορούν σε κατά κανόνα νοµοθετικά αρρύθµιστες συναλλαγές και πρέπει να κινηθούν τόσο προς τον προσδιορισµό της νοµικής φύσεως των µορφωµάτων, όσο και των εννόµων συνεπειών. Πέραν όµως των νέων συναλλαγών οι οποίες ζητούν ρύθµιση, υπάρχουν και τα παλαιά, παραδοσιακά µορφώµατα και θεσµοί που πολλές φορές χρειάζονται αντιµετώπιση από νέα οπτική γωνία. Για παράδειγµα το παραδοσιακό µόρφωµα του αλληλόχρεου 1 Καλλιµόπουλος, «Θεώρηση, εν είδει προλόγου, θεµάτων του τραπεζικού δικαίου», Χρηµατοπιστωτικό ίκαιο, 2007, σελ.20. 3

λογαριασµού απασχολεί ακόµα και σήµερα την θεωρία και τη νοµολογία. Γι αυτό στην παρούσα εισήγηση θα εξετασθεί το εν λόγω θέµα υπό το πρίσµα ενός ειδικότερου ζητήµατος, το οποίο είναι αυτό της εγγύησης υπέρ του καταλοίπου στη σύµβαση αλληλόχρεου λογαριασµού. 2)Η ΜΕΘΟ ΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Τα ειδικότερα ζητήµατα που αφορούν την ευθύνη του εγγυητή υπέρ του καταλοίπου του αλληλόχρεου λογαριασµού αποτελούν το βασικό αντικείµενο της εργασίας. Ωστόσο πριν αναλυθεί το βασικό θέµα της εισήγησης, θα πρέπει να γίνουν κατανοητά τα βασικά χαρακτηριστικά του αλληλόχρεου λογαριασµού (3. Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ). Σ αυτό το κεφάλαιο θα εξεταστούν συνοπτικά, α) η έννοια της σύµβασης, η νοµική της φύσης και τα βασικά στοιχεία της, β) η νοµοθετική της ρύθµιση, γ) ο σκοπός και τα αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού, καθώς και δ) το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού, η έννοια και η νοµική φύση του καταλοίπου, που προκύπτει, κατά το κλείσιµο του λογαριασµού. Το κεφάλαιο θα κλείσει µε την επισήµανση των ιδιαιτεροτήτων, που εµφανίζει ο τραπεζικός αλληλόχρεος λογαριασµός και η σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης (ε. ο τραπεζικός αλληλόχρεος λογαριασµός και η σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης). Στην συνέχεια, θα εξεταστεί αναλυτικά το κυρίως θέµα της εργασίας, ήτοι η ευθύνη του εγγυητή κατά το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού στη σύµβαση πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, µε την έρευνα των βασικών θεµάτων, που ανακύπτουν στο στάδιο αυτό (4. Η ΕΓΓΥΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ). Ένα βασικό ζήτηµα είναι ποια είναι η έννοια της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό, όπως θα αναφερθεί στα παρακάτω κεφάλαια α) η έννοια των ασφαλειών στη σύµβαση 4

πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, β) η έννοια της σύµβασης της εγγύησης, και εν συνεχεία θα αναλυθούν τα παρακάτω επιµέρους θέµατα του σχετικού κεφαλαίου, όπως 1) η σύµβαση της εγγύησης σύµφωνα µε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και 2) η σύµβαση της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό. Εν συνεχεία, θα γίνει αρχικώς µία γενική αναφορά στην γ) έκταση της ευθύνης του εγγυητή (1. Γενικά) και µετά θα αναλυθούν όλα τα επιµέρους θέµατα, που σχετίζονται µε την ευθύνη του εγγυητή : 2) η ευθύνη στην περίπτωση της αύξησης του ποσού της εγγύησης στην περίπτωση σύµβασης πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό. 3) η διατήρηση της εγγυητικής ευθύνης στην περίπτωση τροποποίησης της σύµβασης πιστώσεως σε αλληλόχρεο λογαριασµό χωρίς σύµπραξη του εγγυητή. 4) η περίπτωση πτώχευσης του πρωτοφειλέτη. 5) η ευθύνη του οµόρρυθµου εταίρου, εξερχόµενου από την εταιρία που τηρεί αλληλόχρεο λογαριασµό µε τρίτους. Στη συνέχεια, θα εξεταστεί η απόσβεση της ευθύνης του εγγυητή (5. Η ΑΠΟΣΒΕΣΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΕΓΓΥΗΤΗ) και ειδικότερα θα αναλυθεί α) η έννοια και β) οι προϋποθέσεις εφαρµογής των διατάξεων των άρθρων 862 επόµενα του Αστικού Κώδικα. Επίσης, θα εξετασθούν οι προϋποθέσεις αναγωγής του εγγυητή εναντίον του πρωτοφειλέτη (6. ΑΝΑΓΩΓΗ) και το περιεχόµενο της ένστασης της δίζησης (7. Η ΕΝΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΙΖΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ). Στο τέλος θα γίνει αναλυτική αναφορά στα ιδιαίτερα ζητήµατα που ανακύπτουν σε σχέση µε τον εγγυητή σε περίπτωση αγωγής διάρρηξης καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης από άποψη αστικού ικαίου (8. Η ΕΓΓΥΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΤΑΛΟΙΠΟ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΓΩΓΗ ΙΑΡΡΗΞΗΣ ΚΑΤΑ ΟΛΙΕΥΤΙΚΗΣ ΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑΣ). 5

3)Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΣΜΟΥ. α) Η έννοια, η νοµική φύση και τα βασικά στοιχεία του αλληλόχρεου λογαριασµού. O αλληλόχρεος λογαριασµός αποτελεί είδος τρέχοντα λογαριασµού 2. Ο ορισµός που έχει επικρατήσει στη θεωρία και στη νοµολογία είναι ο εξής: «Ο αλληλόχρεος λογαριασµός είναι η σύµβαση µεταξύ δύο προσώπων από τα οποία το ένα τουλάχιστον είναι έµπορος 3, µε την οποία συµφωνείται να καταχωρούνται σε ένα λογαριασµό, µε τύπο πιστοχρεωτικών κονδυλίων, οι µεταξύ τους συναλλαγές και να οφείλεται κατά το κλείσιµο του λογαριασµού το κατάλοιπο. 4» Από τον ορισµό αυτό προκύπτει ότι εννοιολογικά στοιχεία του αλληλόχρεου λογαριασµού είναι: α) η ύπαρξη συναλλαγών µεταξύ δύο προσώπων, από τις οποίες είναι δυνατόν να γεννηθούν εκατέρωθεν απαιτήσεις 5, β) η ιδιότητα του ενός από τα µέρη, ως εµπόρου, γ) η κατάρτιση σύµβασης µεταξύ τους, δ) το ορισµένο περιεχόµενο της σύµβασης, που συνίσταται στη µη επιδίωξη και διάθεση µεµονωµένων των απαιτήσεων που πηγάζουν από τις συναλλαγές των µερών, αλλά στην καταχώρηση σε κοινό λογαριασµό, στο κλείσιµο του λογαριασµού κατά ορισµένα 2 Ο τρέχων λογαριασµός υπό στενή έννοια ή τρεχούµενος, ο ανοικτός και ο αλληλόχρεος λογαριασµός µπορούν να ονοµασθούν και τρέχοντες ως υπερκείµενη έννοια. Βλ. Ψυχοµάνη, «Τραπεζικό ίκαιο, ίκαιο Τραπεζικών Συµβάσεων», εκδ. Σάκκουλα, 2008, σελ.209-212 3 Στη θεωρία και στη νοµολογία έχει διατυπωθεί η άποψη ότι για να υπάρχει αλληλόχρεος λογαριασµός δεν είναι απαραίτητο να είναι έµπορος ένα από τα µέρη, ωστόσο η εµπορική ιδιότητα είναι απαραίτητη για να τύχει εφαρµογή η διάταξη του άρθρου 112 του ΕισΝΑΚ, ως προς το θέµα του ανατοκισµού βλ. Ψυχοµάνη, ο.π., σελ. 223, Λιακόπουλου, «Ζητήµατα εµπορικού ικαίου» 1997, σελ. 112, Κονδύλη, «Έννοια, Λειτουργία και Αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», Ελ 37,1996, σελ. 500, Αντωνόπουλου, «Η σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού» 2005, σελ.10. 4 Ενδεικτικά ΕφΘες 1853/2003, nomos 5 «Απαιτείται πραγµατική και όχι δυνητική αµοιβαιότητα των απαιτήσεων, δηλαδή απαιτείται να γεννώνται απαιτήσεις και για τον ένα και για τον άλλο συναλλασόµενο για να υπάρξει πράγµατι αλληλόχρεος λογαριασµός» βλ. Ψυχοµάνη, ο.π., σελ.212. 6

διαστήµατα, στην εκκαθάριση των απαιτήσεων κάθε φορά που κλείνει ο λογαριασµός και τέλος στη συµφωνία ότι µοναδική µεταξύ των συµβαλλοµένων απαίτηση θα είναι αυτή που θα προκύψει από την εκκαθάριση κατά το κλείσιµο του λογαριασµού 6. Όσον αφορά τη νοµική φύση της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού, αυτή είναι διαρκής 7, παρεπόµενη, αφού η ύπαρξη και η διάρκειά της εξαρτάται από την εξυπηρετούµενη κύρια συµβατική σχέση 8 και αµφοτεροβαρής 9 σύµβαση. Ο αµφοτεροβαρής χαρακτήρας της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού προκύπτει από το γεγονός ότι κάθε απαίτηση που εισέρχεται στον λογαριασµό, εισέρχεται µε στόχο τη δηµιουργία και την ένταξη στο λογαριασµό της ανταπαίτησης του άλλου µέρους. Επίσης, είναι συναινετική σύµβαση καθ ότι τα µέρη υπόσχονται να πράξουν τα συµφωνηµένα 10 Εκ των άλλων, αποτελεί σύµβαση κανονιστική ή ρυθµιστική (πλαισιώνουσα) η λειτουργία της οποίας έγκειται στην ρύθµιση του τρόπου απόσβεσης των απαιτήσεων των συµβαλλοµένων µερών 11. Εποµένως, η σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού στερείται αµέσου υποχρεωτικού περιεχοµένου και καθίσταται ενεργή, δηµιουργώντας την υποχρέωση των µερών να υπαγάγουν τις απαιτήσεις τους στο λογαριασµό, από τη στιγµή που λειτουργεί η κύρια µεταξύ τους συναλλακτική σχέση, η οποία και παράγει τις επιµέρους αυτές απαιτήσεις 12. 6 Κονδύλης, «Έννοια, Λειτουργία και Αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», Ελ 37,1996, σελ. 498 7 «Με την έννοια ότι προϋποθέτει κάποια διαρκή κύρια εξυπηρετούµενη βασική σχέση, που δεν µπορεί να εκτελεστεί εφ άπαξ, αλλά να έχει διάρκεια» βλ. Αντωνόπουλο, ο.π, σελ. 59. 8 Κιάντου-Παµπούκη, «Γνωµοδότηση», Αρµ. 1987, σελ.380 9 «Η υποσχόµενη παροχή εκάστου του µέρους έγκειται στην αµοιβαία υποχρέωση υπαγωγής των απαιτήσεων του στον λογαριασµό και στην αµοιβαία µη απαίτηση αυτών έως το οριστικό κλείσιµο, καθώς και στην αµοιβαία υπόσχεση απόσβεσης αυτών» βλ. βλ. Αντωνόπουλο, ο.π., σελ. 59. 10 Ψυχοµάνης, ο.π., σελ.231 11 Σπηλιόπουλος, ΕρµΑΚ, άρθρο 112, αρ.18-19. 12 Αντωνόπουλος, ο.π., σελ. 59. 7

Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η συµφωνία για την κατάρτιση της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού είναι καταρχήν άτυπη και µάλιστα µπορεί να συνάγεται από τις περιστάσεις και να καταρτίζεται σιωπηρά. Η συµφωνία µπορεί να καταρτίζεται ταυτόχρονα µε τη βασική σχέση ή σε διαφορετικό σηµείο και ιδίως µεταγενέστερο. Η συµφωνία καταλαµβάνει κάθε απαίτηση και καταβολή, είναι όµως δυνατό ορισµένη απαίτηση να εξαιρεθεί από αυτή. β) Η νοµοθετική ρύθµιση της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού. Οι διατάξεις της ελληνικής νοµοθεσίας, που αναφέρονται στον εν λόγω λογαριασµό είναι ελάχιστες, συγκυριακές και δεν περιέχουν συστηµατική ρύθµιση των ζητηµάτων, που ανακύπτουν από τον εν λόγω λογαριασµό. Χαρακτηριστικά, αναφέρονται σε µεµονωµένα ζητήµατα, αφήνοντας κατά τα λοιπά να εννοηθεί ότι η έννοια και η λειτουργία του λογαριασµού γίνονται από το νοµοθέτη αποδεκτές, όπως έχουν διαµορφωθεί και επικρατήσει εθιµικά ή από τις εµπορικές συνήθειες 13. Πρόκειται για τις εξής διατάξεις: 1) Το άρθρο 669 ΕΚ, το οποίο καταργήθηκε µεν µε βάση το ν. 3588/2007 περί πτωχευτικού κώδικα, όπου όµως γινόταν αναφορά σε «αλληλόχρεο λογαριασµό» και υποδηλωνόταν ότι η εγγραφή µιας απαίτησης στον αλληλόχρεο αυτό αποτελούσε τρόπο απόσβεσης της, 2) των άρθρων 35, 47 και 64 επόµενα του ν.δ. 17 ης Ιουλίου του 1923, τα οποία αναφέρονται µεν στον αλληλόχρεο λογαριασµό, υπονοούν, όµως, τόσο την απλή σύµβαση ανοίγµατος πιστώσεως, όσο και τον συνδυασµό των συµβάσεων ανοίγµατος πιστώσεως και τρέχοντος ή αλληλόχρεου 13 Ψυχοµάνης, ο.π., σελ. 210. 8

λογαριασµού. 3) το άρθρο 874ΑΚ, όπου η αναγνώριση του υπόλοιπου «αλληλόχρεου λογαριασµού» θεωρείται ως σύµβαση αναγνωρίσεως χρέους, που µπορεί να καταρτίζεται και χωρίς τήρηση του εγγράφου τύπου, 4) το άρθρο 112 του ΕισνΝΑΚ, όπου ορίζεται, ότι το κατάλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασµού, ο οποίος τηρείται µεταξύ προσώπων, από τα οποία ένα τουλάχιστον είναι έµπορος, φέρει αυτοδίκαια τόκο και όταν ακόµα ο λογαριασµός περιέχει κονδύλια από τόκους, που οφείλονται για διάστηµα µικρότερο του έτους, αφετέρου δε ότι ο λογαριασµός κλείνει περιοδικά κάθε εξάµηνο, εκτός αν τα µέρη έχουν συµφωνήσει άλλα διαστήµατα, όχι, όµως, µικρότερα του τριµήνου, και ακόµα τα µέρη δικαιούνται να καταγγείλουν τη σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού οποτεδήποτε ο δικαιούχος του καταλοίπου έχει αξίωση για άµεση καταβολή του, 5) το άρθρο 1 ν. 5638/1932, όπου η ρύθµιση µιας καταθέσεως σε κοινό λογαριασµό συνδέεται µε τη τήρηση ανοικτού λογαριασµού, 6) το άρθρο 12 παρ. 1 ν. 2601/1998 σύµφωνα µε την οποία «Οι τόκοι που προκύπτουν προστίθενται στο ληξιπρόθεσµο κεφάλαιο ανά εξάµηνο κατ ελάχιστο όριο είτε πρόκειται για συµβάσεις δανείων είτε σε συµβάσεις αλληλόχρεου λογαριασµού και το προσωρινό ή οριστικό κατάλοιπο αυτού. Κατά τα λοιπά, εφαρµόζεται η διάταξη του άρθρου 112 του ΕισΝΑΚ, 7) πολλές πράξεις του ιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και της επιτροπής της. γ) Ο σκοπός και τα αποτελέσµατα της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού. Παλαιότερα γινόταν δεκτό από την θεωρία και τη νοµολογία ότι ο σκοπός του αλληλόχρεου λογαριασµού είναι η αµοιβαία παροχή 9

πίστωσης 14. Σήµερα, η αµοιβαία παροχή πίστωσης αποτελεί απλώς ένα µέσο για την επίτευξη του βασικού σκοπού του, ο οποίος είναι η απλοποιηµένη και ασφαλή πληρωµή των οφειλών µεταξύ δύο συναλλασσοµένων προσώπων. Η απλοποίηση επιτυγχάνεται µε την αποφυγή περιττών καθηµερινών αποστολών χρηµάτων µεταξύ δύο προσώπων, που βρίσκονται σε διαρκή συναλλακτική σχέση, µέσω της απλής καταχώρησης των µεταξύ τους µεµονωµένων απαιτήσεων, των καταβολών έναντι των απαιτήσεων αυτών και εν συνεχεία τον συµψηφισµό τους ή την εκκαθάριση µε συνυπολογισµό των ενδιάµεσων καταβολών, ώστε να προκύπτει το τελικό υπόλοιπο 15. Η ενοποίηση επέρχεται µε την συγχώνευση όλων των απαιτήσεων και καταβολών στον αλληλόχρεο λογαριασµό, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση τους µε βάση τη σχέση από την οποία προέρχονται, που να υφίσταται µία ενιαία και αυτοτελής απαίτηση στο υπόλοιπο µόνο του λογαριασµού. Τέλος, η ασφάλεια επιτυγχάνεται αφενός µε την αποφυγή κινδύνων µεταφοράς χρηµάτων από τόπο σε τόπο και αφετέρου µε την άµεση ικανοποίηση των απαιτήσεων κάθε συµβαλλοµένου, χωρίς τον κίνδυνο µιας ενδεχόµενης αδυναµίας του αντισυµβαλλόµενου του να προβεί σε πραγµατική πληρωµή. Ειδικότερα για το δεύτερο είδος ασφάλειας, οι απαιτήσεις κάθε συµβαλλοµένου διασφαλίζονται κατά το µέρος που οι απαιτήσεις αυτές θα ικανοποιηθούν συµψηφιζόµενες µε τα χρέη του, δηλαδή µε τις απαιτήσεις του άλλου µέρους. Ο αλληλόχρεος λογαριασµός, αποκλείοντας τη µεταβίβαση και την κατάσχεση της απαίτησης, εξασφαλίζει τη διατήρηση της στην περιουσία του αντισυµβαλλοµένου και έτσι καθιστά βέβαιη τη δυνατότητα του συµψηφισµού και µέσω του 14 Τσούµας, «Αλληλόχρεος Λογαριασµός», εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2006, σελ. 10, Στ. Αντωνόπουλος, ο.π., σελ. 14, Κονδύλης, Ελ. ι 37(1996), σελ. 500, ΕφΑθ 295/1942, Θ 34, σελ. 45. 15 Ψυχοµάνης, ο.π., σελ. 214. 10

συµψηφισµού τη δυνατότητα της ικανοποίησης και των απαιτήσεων που θα γεννηθούν µεταγενέστερα, πριν όµως το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού 16. Η είσοδος µιας απαίτησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό έχει σπουδαία νοµικά αποτελέσµατα. Ειδικότερα, µε την καταχώρηση µίας απαίτησης ή µιας καταβολής στον αλληλόχρεο λογαριασµό, αυτή καθίσταται απλό χρεωπιστωτικό κονδύλιο, χάνοντας την αυτοτέλειά της. Από την είσοδο της απαίτησης στο λογαριασµό αυτή δεν χάνει το νοµικό της χαρακτήρα, αλλά δεν µπορεί πλέον να επιδιωχθεί αυτοτελώς, ούτε να διατεθεί από το δικαιούχο της, ούτε να επιδιωχθεί αυτοτελώς η ικανοποίηση της, ούτε να µεταβιβάσθει περαιτέρω, ούτε να εκχωρηθεί ή να αποτελέσει αυτοτελές αντικείµενο κατάσχεσης. Με την εισαγωγή της απαίτησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό, αυτή χάνει τον απαιτητό χαρακτήρα της, µε αποτέλεσµα να µην νοείται υπερηµερία του οφειλέτη της και να αναστέλλεται η παραγραφή της σύµφωνα µε το άρθρο 255ΑΚ 17. Σε περίπτωση που η αξίωση αυτή επιδιωχθεί δικαστικά, µπορεί να προβληθεί σχετική ένσταση (εκ του αλληλόχρεου λογαριασµού). Η τυχόν γενόµενη καταβολή προς απόσβεση συγκεκριµένης απαίτησης δεν επιφέρει το επιδιωκόµενο αποτέλεσµα, αλλά εγγράφεται και αυτή στον λογαριασµό, υποκείµενη στα αποτελέσµατα της λειτουργίας του. Οι απαιτήσεις που εισάγονται στο λογαριασµό εκκαθαρίζονται, κατά τη συµφωνία των µερών, είτε διαδοχικά µε την είσοδό τους στο λογαριασµό, είτε περιοδικά, κατά το περιοδικό ή ενδιάµεσο κλείσιµο του λογαριασµού. Το περιοδικό κλείσιµο του λογαριασµού, πραγµατοποιείται κατά νόµο ανά εξάµηνο, εκτός αν συµφωνηθεί 16 Κονδύλης, «Έννοια, Λειτουργία και Αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», Ελ 37,1996, σελ. 500 17 AΠ 82/2008, που έκρινε ότι ο κρίσιµος χρόνος για την έναρξη της παραγραφής και την έναρξη παραγραφής του δανειστή κατά του πρωτοφειλέτη και του εγγυητή είναι ο χρόνος του οριστικού κλεισίµατος του αλληλόχρεου λογαριασµού. 11

διαφορετικά, όχι όµως και σε διαστήµατα µικρότερα του εξαµήνου (βάσει της τροποποίησης που επέφερε στο αρθρ. 112 ΕισΝΑΚ η παρ. 1 του αρθρ. 12 ν. 1206/1998). Το υπόλοιπο που προκύπτει από το περιοδικό κλείσιµο του λογαριασµού θα αποτελέσει το πρώτο κονδύλι της νέας περιόδου. Όταν κλείσει οριστικά ο αλληλόχρεος λογαριασµός, µε αντιπαραβολή των εκατέρωθεν καταχωρίσεων, προκύπτει το κατάλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασµού, το οποίο αποτελεί και τη µοναδική πλέον µεταξύ των µερών απαίτηση. Η απαίτηση εκ του καταλοίπου υπόκειται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 του ΑΚ, ανεξάρτητα αν µεσολάβησε αναγνώριση ή όχι από τον οφειλέτη 18. Με τον τρόπο αυτό οι συµβαλλόµενοι, που βρίσκονται σε διαρκή συναλλακτική σχέση, αποφεύγουν τα λογιστικά προβλήµατα, την απώλεια χρόνου και τις δαπάνες, που θα συνεπαγόταν οποιοσδήποτε άλλος τρόπος διακανονισµού των µεταξύ τους απαιτήσεων. δ) Το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού, καθώς και η έννοια και η νοµική φύση του καταλοίπου του αλληλόχρεου λογαριασµού. Απαραίτητη προϋπόθεση για το απαιτητό και ληξιπρόθεσµο της αξίωσης αποτελεί το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού, κατά συνέπεια πριν από το κλείσιµο του λογαριασµού δεν υπάρχει δανειστής και οφειλέτης. Το οριστικό κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού επέρχεται µε διάφορους τρόπους Κατ αρχάς, ο αλληλόχρεος λογαριασµός κλείνει, εφόσον λήξει η βασική σχέση, την οποία εξυπηρετούσε µέχρι εκείνη τη στιγµή ή όταν συνεχίσει να υφίσταται η εν λόγω σχέση, αλλά δεν υπάρχουν εκατέρωθεν παροχές. Συνεπώς, στην περίπτωση της σύµβασης 18 ΕφΑθ 1857/2008, nomos 12

πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, όταν λήξει η σύµβαση λήγει και ο αλληλόχρεος λογαριασµός, καθ ότι ο αλληλόχρεος λογαριασµός αποτελεί παρεπόµενη σύµβαση 19. Επίσης, το κλείσιµο επέρχεται µε την πάροδο του συµφωνηµένου χρόνου στις συµβάσεις αλληλόχρεου λογαριασµού ορισµένου χρόνου, καθώς και µε τον θάνατο, την ανικανότητα, την πτώχευση, την αφάνεια και την θέση υπό δικαστική συµπαράσταση ενός των µερών καθώς και µε αντίθετη συµφωνία των µερών. Άλλος λόγος κλεισίµατος του αλληλόχρεου λογαριασµού, ο οποίος είναι και ο πιο συνηθισµένος στη σύµβασης αλληλόχρεου λογαριασµού και ειδικότερα στη σύµβαση πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό είναι η καταγγελία. Ειδικότερα, το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού µπορεί να γίνει µε καταγγελία, η οποία είναι µονοµερής, αναιτιώδης, απευθυντέα και άτυπη και επιφέρει τα αποτελέσµατά της όταν περιέλθει σ αυτόν προς τον οποίο απευθύνεται κατά τρόπο, που να µπορεί να λάβει γνώση της. Σύµφωνα µε το άρθρο 112 του ΕισΝΑΚ, καθένα από τα µέρη µπορεί µε καταγγελία του να θεωρήσει ότι ο λογαριασµός έκλεισε οριστικά, οπότε ο δικαιούχος του καταλοίπου µπορεί να το απαιτήσει άµεσα 20. Η καταγγελία µπορεί να γίνει οποτεδήποτε και δεν χρειάζεται ειδική αιτιολογία, ούτε είναι αναγκαία η αποδοχή της από το µέρος προς το οποίο απευθύνεται. Ωστόσο, το εν λόγω δικαίωµα πρέπει να ασκείται υπό τους περιορισµούς του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικα 21. 19 Κονδύλης, «Έννοια, λειτουργία και αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», Σάκκουλας, 1995, σελ.33. 20 «Στις συµβάσεις ορισµένου χρόνου, οι συµβαλλόµενοι έχουν δικαίωµα καταγγελίας µόνο για σπουδαίο λόγο», σε Βελέντζα, ίκαιο αλληλόχρεου λογαριασµού, ius, 2007, σελ. 97. 2121 Ειδικότερα, στο τραπεζικό αλληλόχρεο λογαριασµό γίνεται δεκτό ότι η τράπεζα δεν επιτρέπεται να κλείσει τον λογαριασµό καταχρηστικά, χωρίς τη συνδροµή κάποιου σπουδαίου λόγου, παραβιάζοντας τη σχέση εµπιστοσύνης που διέπει τη διαρκή αυτή τραπεζική έννοµη σχέση, µη αποκλειόµενης, πέρα από το ανίσχυρο της καταγγελίας της σύµβασης και του κλεισίµατος του λογαριασµού και ευθύνης 13

Αποτέλεσµα του κλεισίµατος του αλληλόχρεου λογαριασµού είναι η λογιστική εκκαθάριση 22 των εκατέρωθεν απαιτήσεων και καταβολών, προκειµένου να προκύψει το κατάλοιπο. Το αποτέλεσµα της εκκαθάρισης συνίσταται στην εµφάνιση του καταλοίπου υπέρ ενός των συµβαλλοµένων. Συγκεκριµένα, το κατάλοιπο προϋποθέτει λογιστική εκκαθάριση, γεγονός που υποδηλώνει την άθροιση των εκατέρωθεν απαιτήσεων και την αφαίρεση από το µεγαλύτερο άθροισµα του µικρότερου. Κατά το ποσό της διαφοράς, ο δικαιούχος του µεγαλύτερου κονδυλίου δεν ικανοποιείται και για την ικανοποίησή του παρέχεται µία απαίτηση ίση µε τη διαφορά των δύο κονδυλίων, η οποία είναι η απαίτηση για το κατάλοιπο. Συνεπώς, αιτία της απαίτησης για το κατάλοιπο είναι η καταρτιθείσα σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού, ενώ το κλείσιµό του αποτελεί προϋπόθεση για το απαιτητό του. Ωστόσο, η αποστολή λογιστικής εκκαθάρισης από το ένα µέρος στον άλλο ενέχει και πρόταση για αναγνώριση του καταλοίπου, της οποίας η αποδοχή µπορεί να γίνει και συµπερασµατικά 23. Σύµφωνα µε την νοµολογία 24 και µέρος της θεωρίας 25, η αναγνώριση του καταλοίπου αλληλόχρεου λογαριασµού αποτελεί αφηρηµένη αναγνώριση χρέους κατά το άρθρο 873 επόµενα του Αστικού Κώδικα και δηµιουργεί νέα ενοχή προς καταβολή του λογαριασµού ανεξάρτητα από τα κονδύλια του λογαριασµού, από τα οποία προέκυψε το κατάλοιπο και την αιτία του για αποζηµίωση του πελάτη της καθώς και των τρίτων που συναλλάσσονται µε αυτόν και που ζηµιώθηκαν από τη αντιδεοντολογική της συµπεριφορά.» σε Μάζη, ΕΕ 2004, σελ. 516. 22 «Η εκκαθάριση ως νοµικό γεγονός, επαγόµενο την απόσβεση µε συµψηφισµό των απαιτήσεων, κατά το µέρος που καλύπτονται, επέρχεται αυτοµάτως, ως συνέπεια του κλεισίµατος του λογαριασµού, άσχετα από προγενέστερη ή µεταγενέστερη λογιστική εκκαθάριση.» σε Κονδύλη, «Έννοια, λειτουργία και αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», Σάκκουλας, 1995, σελ.36. 23 «Είναι σύνηθες, στην τραπεζική ιδίως πρακτική, να έχει συµφωνηθεί εκ των προτέρων ότι, εάν ο αποδέκτης της εκκαθάρισης δεν αντιλέξει µέσα σε ορισµένη εύλογη προθεσµία, το κατάλοιπο θα θεωρείται αναγνωρισµένο» σε Κονδύλη, «Έννοια, λειτουργία και αποτελέσµατα του αλληλόχρεου λογαριασµού», σελ.40, Ψυχοµάνης, οπ.π., σελ.246 24 ΑΠ 470/2006, ΑΠ 192/2005, ΑΠ 208/2004 25 Κιάντου- Παµπούκη, «Ζητήµατα τινά της συµβάσεως τρέχοντος λογαριασµού», 1956, σελ.56 14

της 26. Η αναγνώριση του καταλοίπου πρέπει να αποδεικνύεται ότι είναι αφηρηµένη, ανεξάρτητη δηλαδή από την αιτία της. Από µερίδα της θεωρίας η άποψη αυτή επικρίνεται, ως νοµικά απογορευτική για τη τήρηση των ασφαλειών, οι οποίες έχουν παρασχεθεί υπέρ των επιµέρους απαιτήσεων και του καταλοίπου και οι οποίες λογικά δεν θα ισχύσουν υπέρ της νέας αυτής απαίτησης από την αναγνώριση και δέχεται ότι τα µέρη, αναγνωρίζοντας το κατάλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασµού, δεν θέλουν να δηµιουργήσουν νέα ενοχή, ανεξάρτητη από την παλιά, αλλά απλώς θέλουν να καταστήσουν την απαίτηση για το κατάλοιπο βέβαιη και ευκολοαπόδεικτη 27. Είναι ζήτηµα ερµηνείας της βούλησης των συµβαλλοµένων, αν θέλησαν, µε την αναγνωριστική σύµβαση απλό αποδεικτικό µέσο προϋπάρχουσας ενοχής ή τη σύσταση νέας αυτοτελούς ενοχής. Το µέσο που είναι αναγκαίο και επαρκές για να ικανοποιήσουν το σκοπό της εύκολης απόδειξης είναι η αιτιώδης και όχι η αφηρηµένη υπόσχεση χρέους, γιατί και στην αιτιώδη αναγνώριση είναι περιττή η αναγραφή στην αγωγή ή στην διαταγή πληρωµής όλων των κονδυλίων του λογαριασµού, αφού αποτελεί νέα αιτία οφειλή. Επίσης, η αιτιώδης αναγνώριση επάγεται αντιστροφή του βάρους επικλήσεως και αποδείξεως, και συνεπώς εναπόκειται στον οφειλέτη να ανατρέψει τη δέσµευσή του από την αναγνώριση της οφειλής του. Αντίθετα, στην αφηρηµένη αναγνώριση, για να προσβληθεί αυτή, θα πρέπει να γίνει επίκληση των διατάξεων περί πλάνης και 26 «Στην περίπτωση αυτή δεν είναι αναγκαίο να περιέχονται στην αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωµής τα κατ ιδίαν κονδύλια, αλλά πρέπει να γίνεται ειδική µνεία της αναγνώρισης και να καθορίζεται το ποσό της και ο χρόνος κλεισίµατος του λογαριασµού.», σε Καράκωστα-Βρεττού, «Αφηρηµένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους», ΕφΑ 2008, σελ.4. 27 Ενδεικτικά σε Ψυχοµάνη, ο.π. σελ. 246, Κονδύλη ο.π. σελ. 41, Γεωργιάδη, ο.π. σελ.233, Βελέντζα, ο.π. σελ.121, ώρη, «Αναγνώριση υπολοίπου οφειλής προς τράπεζα και αφηρηµένη αναγνώριση χρέους», ΧρΙ 2004, σελ.281, Παµπούκη, «Τραπεζικαί πιστωτικαί συµβάσεις», Σάκκουλας, 1962, σελ.573, Μάζη, «Εµπράγµατη εξασφάλιση τραπεζών και ανωνύµων εταιριών», Αντ. Σάκκουλας, 1983, σελ. 72. 15

απάτης, ενώ οι ενστάσεις από τη σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού δεν µπορούν να προσβληθούν. Η τυχόν διαφορά από παράλειψη συνυπολογισµού κονδυλίων ή από συνυπολογισµό ανύπαρκτων κονδυλίων κατά τον προσδιορισµό του αναγνωρισθέντος καταλοίπου µόνο µε τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισµού µπορεί να ζητηθεί. Με βάση όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι τo κατάλοιπο είναι απαιτητό, πιστωτικό για τον έναν, χρωστικό για τον άλλον και δικαστικά επιδιώξιµο 28. Το κατάλοιπο που αναγνωρίστηκε είναι αυτοτελές και ανεξάρτητο από τις προηγούµενες απαιτήσεις και παροχές. Επίσης, η απαίτηση επί του καταλοίπου υπόκειται σε εικοσαετή παραγραφή και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον χρόνο παραγραφής στον οποίο υπόκεινται οι επιµέρους απαιτήσεις και έχει δική της δωσιδικία, τη δωσιδικία του τόπου κατάρτισής της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού. Η απαίτηση για το κατάλοιπο είναι ενοχική και υπόκειται στις γενικές διατάξεις των ενοχικών απαιτήσεων, δηλαδή εκχωρείται, συµψηφίζεται, κατάσχεται, ασφαλίζεται µε εγγύηση, ενέχυρο και υποθήκη και ασκείται δικαστικώς ή εξωδίκως. ε) Ειδικότερα ο τραπεζικός αλληλόχρεος λογαριασµός και η σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης. Η πιο συχνά χρησιµοποιούµενη στις τραπεζικές συναλλαγές σύµβαση, όσον αφορά τη χρηµατοδότηση των επιχειρήσεων για την αντιµετώπιση των λειτουργικών τους εξόδων, είναι η σύµβαση πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό 29. Περιεχόµενο της εν λόγω 28 Τσούµας, «Αλληλόχρεος λογαριασµός», Νοµική Βιβλιοθήκη 2006, σελ. 37. 29 Ψυχοµάνης, «Τραπεζικές δραστηριότητες αµφισβητήσιµης νοµιµότητας», Σάκκουλας, 2002, σελ. 169. 16

σύµβασης είναι η υποχρέωση της τράπεζας για παροχή πάσης φύσεως πιστώσεων, όπως δάνεια, εγγυητικές επιστολές, ενέγγυες πιστώσεις, ή επανειληµµένες πιστώσεις στον πελάτη της µέχρι ενός ορισµένου πιστωτικού ορίου, οι οποίες θα εξυπηρετούνται µε την τήρηση ενός ενιαίου λογαριασµού, του αλληλόχρεου. Η σύµβαση πίστωσης τείνει σε εκπλήρωση του κύριου σκοπού της σύµβασης, που είναι η παροχή της πίστωσης και συνεπώς η τράπεζα θα πρέπει ανά πάσα στιγµή να διαθέσει το ζητούµενο χρηµατικό ποσό στον πελάτη της 30. Ενώ, κατά τη σύµβαση του αλληλόχρεου λογαριασµού, τα συµβαλλόµενα µέρη αποφασίζουν να µην επιδιώκουν ή να διαθέτουν µεµονωµένα τις απαιτήσεις που προκύπτουν εκατέρωθεν και αποβλέπουν στον συµψηφισµό των απαιτήσεων, που θα γεννηθούν εκατέρωθεν και την εξαγωγή του καταλοίπου για να αποφευχθεί ο µεµονωµένος διακανονισµός κάθε απαίτησης. Συγκεκριµένα, οι απαιτήσεις της τράπεζας από τις παρεχόµενες πιστώσεις και οι έναντι αυτών καταβολές, που µπορούν να προσδιορίζονται χρονικά και ποσοτικά ή να αφήνεται ο προσδιορισµός τους στην ευχέρεια του πελάτη, συµφωνούνται να αποτελούν χρεωστικά ή πιστωτικά κονδύλια του λογαριασµού χάνοντας την αυτοτέλειά τους, ώστε απαιτητό να είναι µόνο το κατάλοιπο, που θα προκύψει κατά το κλείσιµο του λογαριασµού. Παράλληλα, γίνεται συνήθης χρήση του δικαιώµατος που παρέχει η διάταξη του άρθρου 112 του ΕισΝΑΚ και συµφωνείται ρητά ο εξάµηνος ανατοκισµός υπέρ της τράπεζας. Ωστόσο, στη σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, υπάρχει έλλειψη ενός από τα στοιχεία που συνθέτουν την έννοια της σύµβασης του αλληλόχρεου λογαριασµού, αυτό της 30 Βελέντζας, «ίκαιο Αλληλόχρεου λογαριασµού», Ius, 2007, σελ. 49. 17

αµοιβαιότητας, καθ ότι ο πελάτης της τράπεζας- πιστούχος είναι πάντα ο οφειλέτης και η τράπεζα πάντα ο δανειστής. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις που θα µπορούσε να προκύψει πιστωτικό υπόλοιπο υπέρ του πελάτη της τράπεζας. Κάτι τέτοιο µπορεί να συµβεί π.χ. σε περίπτωση που µεταβιβασθούν στην τράπεζα προς είσπραξη τίτλοι αξίας µεγαλύτερης από την χορηγηθείσα πίστωση 31 ή ακόµα όταν ο αλληλόχρεος λογαριασµός εξυπηρετεί άνοιγµα πίστωσης που έχει συνδυαστεί µε σύµβαση γύρου 32. Οι περιπτώσεις αυτές όµως δεν αποτελούν τον κανόνα. Για το λόγο αυτόν αµφισβητήθηκε από µέρος της θεωρίας, η αµοιβαιότητα των απαιτήσεων ως προϋπόθεση του αλληλόχρεου λογαριασµού. 4) Η ΕΓΓΥΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΧΡΕΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ. α) Η έννοια των ασφαλειών και ειδικότερα της εγγύησης στη σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό. Στις τραπεζικές συµβάσεις και ειδικότερα στη σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, υπάρχει για την τράπεζα ο κίνδυνος της ανώµαλης εξέλιξης της συµβατικής της σχέσης µε τον πελάτη και της µη είσπραξης του ποσού της πίστωσης και των τόκων του. Ο κίνδυνος να πάψει τις πληρωµές ο οφειλέτης, πιστούχος εν προκειµένω, ή να βρεθεί σε αδυναµία πληρωµής, εξασφαλίζεται από τον δανειστή, εξαρτώντας την από µέρους χορήγηση πίστωσης µε την παροχή κατάλληλων και ικανών ασφαλειών από µέρους του οφειλέτη 33. 31 ωρής, σχόλια στην ΟλΑΠ 31/1997 ΝοΒ 46, σελ.193 32 Ψυχοµάνης, «Τραπεζικές δραστηριότητες αµφισβητήσιµης νοµιµότητας, Σάκκουλας», 2002, σελ.300. 33 Γεωργιάδης, «Η εξασφάλιση των πιστώσεων», Σάκκουλας, 2001, σελ. 12-14. 18

Στα πλαίσια µιας σύµβασης ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, η παροχή ασφάλειας αφορά την καταβολή του οριστικού υπολοίπου που θα προκύψει υπέρ της δανείστριας τράπεζας κατά την λήξη της βασικής σχέσης και το οριστικό κλείσιµο του λογαριασµού. Η ευθύνη του ασφαλειοδότη είναι εποµένως ανεξάρτητη από τα προσωρινά κλεισίµατα του λογαριασµού και την ενδεχόµενη αναγνώρισή τους από τον πρωτοφειλέτη. Συνεπώς, η ασφάλεια σε αλληλόχρεο λογαριασµό είναι ασφάλεια για µελλοντική απαίτηση, το ακριβές ύψος της οποίας δεν µπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων. 34 Η σηµασία της ασφάλειας στη σύµβαση ανοίγµατος πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό προκύπτει και από το γεγονός ότι ήδη µε το ν.δ. 17.7-13.8.1923 «περί ειδικών διατάξεων περί ανωνύµων εταιριών», ρυθµίζονται η περιπτώσεις παροχής ενεχύρου (άρθρα 35 και 37) και υποθήκης (άρθρα 48 και 64-67), προς εξασφάλιση του οριστικού καταλοίπου αλληλόχρεου λογαριασµού. Αναφορικά µε τις εµπράγµατες ασφάλειες, αυτές παρουσιάζουν, συγκριτικά µε τις προσωπικές, µεγάλη πρακτική σπουδαιότητα για τον δανειστή της ασφαλιζόµενης απαίτησης. Συγκεκριµένα, τα δικαιώµατα των εµπραγµάτων ασφαλειών δεν θίγονται σε περίπτωση µεταγενέστερης διάθεσης του βεβαρυµένου πράγµατος αλλά εξακολουθούν και το βαρύνουν, και άρα δεσµεύουν όσους αποκτούν µεταγενέστερα πάνω σ αυτό κυριότητα ή άλλο εµπράγµατο δικαίωµα. Συνεπώς, ο δανειστής έχει την δυνατότητα να προχωρήσει στην αναγκαστική κατάσχεση και τον πλειστηριασµό του, ανεξάρτητα από το ποιός είναι κύριος του πράγµατος και ανεξάρτητα από το αν συστήθηκαν µεταγενέστερα πάνω σε αυτό άλλα εµπράγµατα δικαιώµατα (εξουσίες δίωξης και παρακολούθησης). Ο εµπραγµάτως εξασφαλισµένος δανειστής έχει επίσης δικαίωµα προνοµιακής ικανοποίησης από το πλειστηρίασµα 34 Γεωργιάδης, ο.π., σελ. 98. 19

έναντι των λοιπών (ανέγγυων ή εγχειρόγραφων) δανειστών 35 και επιπροσθέτως δεν ισχύουν απέναντί του οι καθιερωµένες σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη αρχές της αναστολής των ατοµικών διώξεων και της διακοπής της τοκοφορίας. Ανεξάρτητα από τις εµπράγµατες ασφάλειες υπάρχουν και οι προσωπικές µε κυριότερη την εγγύηση. Η εγγύηση ως καθαρά ενοχική σύµβαση παρέχει στον δανειστή την ενοχική αξίωση κατά του εγγυητή. Ειδικότερα, ο εγγυητής ευθύνεται έναντι του δανειστή της ασφαλιζόµενης απαίτησης µε το σύνολο της περιουσίας του. Ωστόσο σε αυτήν την περίπτωση, ο βαθµός εξασφάλισης που παρέχει στο δανειστή εξαρτάται από την φερεγγυότητα του εγγυητή και συνεπώς υπάρχει µεγάλος κίνδυνος είτε να κατάσχουν την περιουσία του εγγυητή άλλοι δανειστές του και έτσι ο ίδιος σε περίπτωση αφερεγγυότητας του πρωτοφειλέτη να µην πάρει τίποτα (αρχή της πρόληψης) είτε να αναγγελθούν και άλλοι δανειστές σε αναγκαστική εκτέλεση που αυτός επισπεύδει µε αποτέλεσµα να ικανοποιηθεί µόνο µερικώς (αρχή της σύµµετρης ικανοποίησης των αναγγελθέντων δανειστών). Παρόλο που η εγγύηση, συγκριτικά µε τις εµπράγµατες ασφάλειες, παρέχει στον δανειστή µικρότερη ασφάλεια, οι τράπεζες συχνά προτιµούν αυτήν την µορφή εξασφάλισης των απαιτήσεών τους, διότι έτσι αποφεύγουν το αυξηµένο οικονοµικό κόστος των τελευταίων (π.χ. τέλη εγγραφής προσηµείωσης υποθήκης), που συχνά τις καθιστά ασύµφορες. Στην αυξηµένη χρήση της εγγύησης συµβάλει το γεγονός ότι οι τράπεζες διαµορφώνουν µονοµερώς το περιεχόµενο της υπό κατάρτιση σύµβασης, που είναι για τον εγγυητή 35 «Σύµφωνα µε το άρθρο 975 του ΚΠολ, κατ εξαίρεση, ορισµένες ενοχικές απαιτήσεις, τις οποίες ο νόµος θεωρεί προνοµιακές, όπως για παράδειγµα οι απαιτήσεις του εργαζοµένου για τους µισθούς τους κατά του εργοδότη, προηγούνται του ενεχύρου και της υποθήκης» σε Γεωργιάδη, ο.π.,σελ. 15. 20

σύµβαση προσχώρησης, και του επιβάλλουν να παραιτηθεί από το σύνολο σχεδόν των προστατευτικών των συµφερόντων του δικαιωµάτων, τα οποία του παρέχει ο ΑΚ µε ενδοτικού δικαίου διατάξεις. Στην πρακτική ανάµεσα στην τράπεζα και τον πελάτη καταρτίζεται µε την συµπλήρωση και την υπογραφή εντύπου που χορηγείται από την τράπεζα πάνω στο οποίο είναι διατυπωµένοι, αφενός οι όροι που διέπουν την εκτέλεση της εντολής του πελάτηοφειλέτη για το άνοιγµα της πίστωσης και αφετέρου οι όροι από τους οποίους διέπεται η εκτέλεση της εντολής αυτής 36. β) Η έννοια της σύµβασης της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό. 1) Η σύµβαση της εγγύησης σύµφωνα µε τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Σύµφωνα µε τον εννοιολογικό ορισµό της εγγύησης στη διάταξη 857 του Αστικού Κώδικα, εγγύηση είναι η σύµβαση, µε την οποία ο εγγυητής αναλαµβάνει απέναντι στον δανειστή ενός τρίτου την ευθύνη για την εκπλήρωση της υποχρέωσης του τρίτου. Περιεχόµενο δηλαδή της εγγύησης είναι η ανάληψη από τον εγγυητή απέναντι στον δανειστή του πρωτοφειλέτη της υποχρέωσης να εκπληρώσει την οφειλή αυτού, εάν δεν το πράξει ο ίδιος 37. Η σύµβαση της εγγύησης καταρτίζεται µεταξύ του εγγυητή και του δανειστή και ο εγγυητής ενέχεται έναντι του δανειστή µε ολόκληρη την περιουσία του 38. Αποτελεί τυπική δικαιοπραξία και είναι άκυρη 36 Βαρθακοκοίλης, ΕρµΑΚ, άρθρο 847, σελ. 546. 37 Γεωργιάδης, ο.π., σελ. 19. 38 Γεωργιάδης-Σταθόπουλος σε ΕρµΑΚ, αρθ. 847, σελ.363. 21

εάν δεν δηλωθεί εγγράφως, ωστόσο η έλλειψη του έγγραφου τύπου καλύπτεται µόνο εάν ο εγγυητής εκπλήρωσε την οφειλή 39. Η εγγύηση συνεπάγεται την ίδρυση µιας τριγωνικής σχέσης µεταξύ του εγγυητή, του δανειστή και του πρωτοφειλέτη, αλλά ωστόσο η εγγύηση καθ αυτή αποτελεί συµβατική σχέση, η οποία δηµιουργείται µε σύµβαση µεταξύ του εγγυητή και του δανειστή. Αποτελεί ετεροβαρή σύµβαση, καθ ότι δεν επιβάλλεται στον δεύτερο από τους συµβαλλοµένους οποιαδήποτε υποχρέωση παροχής 40. Επίσης, η σύµβαση εγγύησης αποτελεί αφηρηµένη δικαιοπραξία µε την έννοια ότι η αιτία της, δηλαδή η δικαιολογία της υπόσχεσης του εγγυητή προς τον δανειστή, δεν βρίσκεται στη σχέση µεταξύ δανειστή και εγγυητή, αλλά στην εσωτερική σχέση που συνδέει τον εγγυητή µε τον οφειλέτη και η οποία δεν ασκεί οποιαδήποτε επιρροή στο κύρος της σύµβασης εγγύησης 41. Επιπροσθέτως, ο εγγυητής δεν υποχρεούται προς πληρωµή αυτοτελώς, αλλά καταρχήν µόνο επικουρικά. Συγκεκριµένα, κατ άρθρον 855 του Αστικού Κώδικα, ο εγγυητής µπορεί να αρνηθεί την ικανοποίηση του δανειστή, εφόσον ο δανειστής δεν έχει προηγουµένως επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση εναντίον του οφειλέτη και αυτή έχει αποβεί άκαρπη (ένσταση δίζησης 42 ). Η σύµβαση εγγύησης αναφέρεται πάντα σε ορισµένη κύρια οφειλή, στην εξασφάλιση της οποίας και κατατείνει και η οποία είναι κατά κανόνα χρηµατική οφειλή. Σύµφωνα µε το άρθρο 848 του 39 «Η σύµβαση της εγγύησης υπόκειται εν µέρει σε τύπο. Ειδικότερα, η δήλωση της βούλησης του εγγυητή πρέπει να γίνει εγγράφως» σε Φίλιο, «Ειδικό Ενοχικό», 1974-1976, σελ.399. 40 «Βάσει της αρχής της ελευθερίας των συµβάσεων µπορεί η εγγύηση να διαµορφωθεί από τους συµβαλλοµένους και ως αµφοτεροβαρής σύµβασης µε συνέπεια ότι σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεων του δανειστή θα εφαρµόζονται οι διατάξεις του άρθρου 374 επόµενα. Είναι δυνατό να συµφωνηθεί η καταβολή αµοιβής από τον δανειστή στον εγγυητή για την ανάληψη της εγγύησης.» σε Γεωργιάδη, ο.π., Σάκκουλας, 2001, σελ. 19. 41 ΕφΑθ 7880/1996, nomos 42 «Η επικουρικότητα ανταποκρίνεται στον σκοπό της εγγύησης, που είναι η εξασφάλιση του δανειστή και όχι η δηµιουργία ενός ακόµα οφειλέτη απέναντι του ως συνοφειλέτη εις ολόκληρον µε τον οφειλέτη» σε Γεωργιάδη, ο.π., σελ. 23. 22

Αστικού Κώδικα, η εγγύηση µπορεί να δοθεί και για κύρια οφειλή µελλοντική ή τελούσα υπό αίρεση, οπότε και καθίσταται ενεργός µε τη γέννηση της οφειλής ή την πλήρωση της αίρεσης. Σε κάθε περίπτωση, σύµφωνα µε το άρθρο 850 εδ. α, η ασφαλιζόµενη απαίτηση πρέπει να είναι έγκυρη, διαφορετικά η εγγύηση που δόθηκε γι αυτήν είναι άκυρη. 2)Η σύµβαση της εγγύησης στον αλληλόχρεο λογαριασµό. Η εγγύηση στον αλληλόχρεο λογαριασµό έχει την έννοια ότι ο εγγυητής ευθύνεται για την καταβολή του ποσού που θα προκύψει ως απαιτητό κατάλοιπο σε βάρος του ενός µέρους κατά το οριστικό κλείσιµο του λογαριασµού, δηλαδή κατά τη λήξη του. Η ευθύνη του εγγυητή αναφέρεται αποκλειστικά σε αυτό το τελικό κατάλοιπο. Τα ενδιάµεσα υπόλοιπα, καθώς και τα αναγνωρισµένα υπόλοιπα που προκύπτουν κατά τη λήξη των διαφόρων περιόδων προσωρινού κλεισίµατος του λογαριασµού, δεν είναι ουσιώδη για την υποχρέωση του εγγυητή. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η εγγύηση σε αλληλόχρεο λογαριασµό είναι εγγύηση για µελλοντική απαίτηση, το ακριβές ύψος της οποίας δεν µπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων. Η εγγύηση για το κατάλοιπο, σύµφωνα µε την παραπάνω έννοια, πρέπει να διακρίνεται από την εγγύηση που δίνεται για µεµονωµένη απαίτηση, η οποία όµως εισήλθε στον αλληλόχρεο λογαριασµό. Η εισαγωγή της απαίτησης αυτής στον λογαριασµό συνεπάγεται την απώλεια της αυτοτέλειας της και την απόσβεσή της µε συµψηφισµό κατά το χρονικό σηµείο του κλεισίµατος του αλληλόχρεου λογαριασµού. Εάν µάλιστα υπάρχει πρόβλεψη για περιοδικά ή µη οριστικά κλεισίµατα, το υπόλοιπο που προκύπτει κάθε φορά από τον συµψηφισµό αποτελεί κονδύλιο του λογαριασµού της νέας περιόδου και η διαδικασία αυτή συνεχίζεται µέχρι να εισέλθει το οριστικό κλείσιµο. Η απόσβεση αυτή ωστόσο της απαίτησης λόγω 23

συµψηφισµού κατά τα παραπάνω γίνεται δεκτό ότι δεν επιφέρει την απόσβεση της εγγύησης για την µεµονωµένη απαίτηση κατά το άρθρο 851 του ΑΚ. Αντίθετα, η εγγύηση διατηρείται υπέρ του τελικού υπολοίπου, αφού στο υπόλοιπο αυτό έχουν συγχωνευτεί όλες οι απαιτήσεις, µεταξύ των οποίων και η ασφαλισµένη και σβήνει µόνο εάν δεν υπάρξει κατάλοιπο 43. Ειδικότερα, ο εγγυητής της σύµβασης πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, εγγυάται την πίστωση µέχρι του ποσού που έχει οριστεί το όριό της (ή και για µικρότερο ποσό) χωρίς καν να έχει δοθεί ακόµη οποιοδήποτε ποσό και χωρίς να έχει ανοίξει ο αλληλόχρεος λογαριασµός. Εάν δε χορηγηθεί µέσω της πίστωσης οποιοδήποτε ποσό δεν υπάρχει οφειλή και κατά συνέπεια δεν υπάρχει ευθύνη εκ της εγγυήσεως. Εποµένως, ο εγγυητής εγγυάται στην περίπτωση αυτή µέλλουσα οφειλή η οποία θα προσδιορισθεί στο µέλλον αφού γίνει χρήση της πίστωσης και κλείσει οριστικά ο αλληλόχρεος λογαριασµός 44. Η εγγύηση, η οποία παρέχεται για το κατάλοιπο το οποίο πρόκειται να προκύψει µετά το κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού αφορά µόνο το ποσό αυτό και δεν επηρεάζεται από το ύψος του κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του. 45 Το ίδιο συµβαίνει και στην περίπτωση που ο εγγυητής µε συµφωνία µε την τράπεζα εγγυάται την πίστωση η οποία ήδη λειτουργεί. Κι εδώ ο εγγυητής εγγυάται την πίστωση και θα ευθύνεται για το κατάλοιπο που θα διαµορφωθεί κατά το οριστικό κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού κι εφόσον βεβαίως αυτό θα είναι χρεωστικό εις βάρος του πιστούχου. Ο εγγυητής δεν εγγυάται συγκεκριµένες αναλήψεις (χορηγήσεις) από την πίστωση, αλλά στην ουσία εγγυάται το χρεωστικό υπόλοιπο που θα προκύψει στο µέλλον 43 Παµπούκης, «Τραπεζικαί Πιστωτικαί Συµβάσεις», Θεσσαλονίκη, 1962, σελ.559. 44 Βερβερίδης, «Σύµβαση πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό», Νοµική Βιβλιοθήκη, 2009, σελ. 163. 45 Κ.Παµπούκη, «Τραπεζικαί και Πιστωτικαί Συµβάσεις», 1962, σελ. 560. 24

κατά το οριστικό κλείσιµο του αλληλόχρεου λογαριασµού που θα λειτουργήσει προς εξυπηρέτηση της πίστωσης. Είναι εποµένως δυνατόν και µετά την παροχή της εγγύησης να χορηγηθούν διάφορα ποσά στον πιστούχο και µάλιστα κατ επανάληψη, χωρίς ο εγγυητής να µπορεί να αρνηθεί νοµίµως την ευθύνη του και γι αυτά, ισχυριζόµενος ότι αυτά εδόθησαν µετά την παροχή της εγγύησής του και χωρίς την έγκρισή του. Τέλος, η εγγύηση δεν αποσβένεται ακόµα και αν κάποια από τα υπόλοιπα κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του λογαριασµού (και όχι µετά το κλείσιµο αυτού) ήταν µηδενικά. Συνεπώς, η εγγύηση ισχύει εκτός αντίθετης συµφωνίας και κατά πάγια νοµολογία, υπέρ του τυχόν αναγνωριζόµενου από τον πρωτοφειλέτη οριστικού καταλοίπου, θεωρώντας ότι δεν καθιστά την θέση του εγγυητή δυσχερέστερη. Συνήθης είναι για τον λόγο αυτό στους γενικούς όρους των πιστωτικών ιδρυµάτων ο όρος ότι κάθε αναγνώριση χρέους από τον οφειλέτη δεσµεύει και τον εγγυητή. γ) Η έκταση της ευθύνης του εγγυητή. 1) Γενικά. Με τη σύµβαση της εγγύησης, ο εγγυητής αναλαµβάνει έναντι του δανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί σ αυτόν από µέρους του οφειλέτη η οφειλή 46. Η ευθύνη του εγγυητή είναι παρεπόµενη σε σχέση µε την ευθύνη του πρωτοφειλέτη. Ο εγγυητής ευθύνεται µε τους όρους της 439 ΑΚ µέχρι το ποσό της εγγύησης 47. Έχει κριθεί ότι η ευθύνη του εγγυητή µεταβιβάζεται µετά το θάνατο του στους κληρονόµους του, που ευθύνονται κατά το µέρος της κληρονοµικής 46 ΑΠ 61/2003, nomos 47 439 AK : «Σε περίπτωση ανανέωσης οι εγγυητές, τα ενέχυρα ή οι υποθήκες της παλιάς ενοχής διατηρούνται υπέρ της νέας µόνο αν συναίνεσε ο εγγυητής ή ο κύριος του ενυπόθηκου ή του πράγµατος που έχει ενεχυρασθεί, οφειλέτης ή τρίτος.» 25

µερίδας τους. 48 Στο σκοπό συµπεριλαµβάνονται και οι τόκοι και τα έξοδα της πίστωσης που χορηγήθηκε. Βάσει του άρθρου 851 του ΑΚ, ο εγγυητής ευθύνεται κατά τα γενικώς ισχύοντα, δηλαδή για το ποσό του καταλοίπου και για τις συνέπειες του πταίσµατος ή της υπερηµερίας του πρωτοφειλέτη (τόκους, τόκους επί τόκων, έξοδα κλπ) 49. Ο εγγυητής ευθύνεται ιδίως για τις από πταίσµα ή την υπερηµερία του πρωτοφειλέτη απορρέουσες νόµιµες συνέπειες. Έτσι, ο εγγυητής υπέχει ευθύνη για την από υπαίτια αδυναµία της κύριας οφειλής εντονότερη ευθύνη του πρωτοφειλέτη καθώς και για την υπερηµερία ή την πληµµελή εκπλήρωση των υποχρεώσεών του κατά τις γενικές διατάξεις. 50 Επίσης, υπέχει ευθύνη και για την τυχαία αδυναµία παροχής ευθύνης και για τα τυχηρά. Στην περίπτωση της εγγύησης στη σύµβαση πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό, η εγγύηση συνίσταται στην πληρωµή του καταλοίπου από το αλληλόχρεο λογαριασµό, οπότε η εγγύηση αυτή περιλαµβάνει και κάθε αναγνώριση του καταλοίπου που µπορεί να γίνει στο µέλλον από τον πρωτοφειλέτη κατά τη διάταξη του άρθρου 873 του Αστικού Κώδικα. Συνεπώς, υπάρχει ευθύνη του εγγυητή και για την οφειλή από την αναγνώριση, µέσα στα όρια του ανώτατου ποσού ευθύνης που ενδεχοµένως έχει τεθεί µε την εγγύηση και µε 48 ΑΠ 1437/2000, ΑΠ 1781/2002, ΑΠ 1173/2001, EφΘες 6121/2006, nomos 49 «Η διάταξη του άρθρου 851 του Αστικού Κώδικα είναι ενδοτικού δικαίου, µε συνέπεια τη δυνατότητα της µε συµφωνία των µερών µείωσης της ευθύνης του εγγυητή ή του περιορισµού της ευθύνης του µόνο στην κύρια οφειλή, δηλαδή αποκλεισµού της ευθύνης του µόνο στην κύρια οφειλή, δηλαδή αποκλεισµού της ευθύνης του για τις συνέπειες από το πταίσµα ή την υπερηµερία του πρωτοφειλετη ρητώς ή σιωπηρώς, όπως στην περίπτωση ενσωµάτωσης στη σύµβαση της εγγύησης της ρήτρας περί πληρωµής λόγω εγγύησης έως ορισµένου ποσού ή στην περίπτωση που η σύµβαση εγγύησης αφορά απαίτηση απροσδιόριστου ποσού και στην συνέχεια αποδειχθεί ότι η απαίτηση είναι µεγαλύτερη, οπότε η ρήτρα παροχής εγγύησης για ορισµένο ποσό έχει την έννοια της εγγύησης εως του ποσού αυτού.» σε Βαρθακοκοίλη, ΕρµΑΚ, άρθρο 851, σελ.565. 50 Άρθρα 335, 381, 383 του Αστικού Κώδικα 26

την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει συµβατικός αποκλεισµός της ευθύνης του εγγυητή για την ενοχή από την αναγνώριση 51. Προκειµένου για την ποσοτική ευθύνη του εγγυητή, η ρήτρα στην εγγυητική σύµβαση για παροχή εγγύησης µέχρι ορισµένο ποσό έχει την έννοια της παροχής πίστωσης µέχρι το ποσό που ορίστηκε, πέρα από το οποίο ο εγγυητής δεν φέρει καµία ευθύνη 52. Κατά συνέπεια, η κίνηση του λογαριασµού πέρα από τη πίστωση για την οποία δόθηκε η εγγύηση κάνει χειρότερη τη θέση του εγγυητή, γιατί έτσι αυξάνονται οι χρεώσεις λόγω καταλογισµού των πιστώσεων και στα ποσά που χρεώνονται, πέρα από τις εγγυήσεις και όχι µέχρι το ποσό της εγγύησης, µε αποτέλεσµα να εµφανίζεται το κατάλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασµού, που κλείστηκε, υπέρτερο από αυτό που πραγµατικά, εγγυήθηκε και για το οποίο ευθύνεται ο εγγυητής, έστω και αν συµφώνησε να υποχρεούται ως αυτοφειλέτης. Καθόσον και στην περίπτωση αυτή, ο εγγυητής δεν γίνεται οφειλέτης σε ολόκληρο µε τον πρωτοφειλέτη, αλλά εξακολουθεί, ακόµα και µετά την παραίτηση από την ένσταση της δίζησης, να ευθύνεται ως εγγυητής παρεπόµενα προς τον οφειλέτη 53. Ιδιαίτερη περίπτωση της στέρησης της ένστασης δίζησης αποτελεί αυτή που αναφέρεται ρητά µεν αλλά ενδεικτικά στην ΑΚ 857 παρ. 1, κατά την οποία ο εγγυητής εγγυήθηκε ως αυτοφειλέτης. Από αυτό έπεται ότι και µετά από αυτή την ρήτρα της αυτοφειλής του εγγυητή η ευθύνη 51 ΕφΘες 2949/2005, ΕΦθΕΣ 2547/1998, nomos 52 «Ο εγγυητής, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 851 του ΑΚ, ευθύνεται για την έκταση της κυρίας οφειλής, δηλαδή υπέχει ευθύνη για την εκάστοτε έκταση της κύριας οφειλής, εφ όσον η τελευταία δεν επαυξάνεται µε µεταγενέστερη της εγγύησης συµφωνία µεταξύ δανειστή και πρωτοφειλέτη. Έτσι αν µε µεταγενέστερη συµφωνία µειώνεται και η έκταση της κύριας οφειλής, ανάλογη µείωση επέρχεται και της ευθύνης του εγγυητή ενόψει της αρχής του παρεπόµενου της εγγύησης.» σε Βαρθακοκοίλη, ΕρµΑΚ, άρθρο 851, σελ. 565. 53 Άρθρο 855 του ΑΚ : «Ο εγγυητής έχει δικαίωµα να αρνηθεί την καταβολή της οφειλής, ωσότου ο δανειστής επιχειρήσει αναγκαστική εκτέλεση εναντίον του πρωτοφειλέτη και αυτή αποβεί άκαρπη (ένσταση δίζησης). 27

του διέπεται από τη διάταξη της ΑΚ 851, µε βάση την οποία περιορίζεται µέχρι το ποσό για το οποίο παρασχέθηκε η εγγύηση 54. Ο εγγυητής µπορεί να περιορίσει την ευθύνη του. Πάντως, µόνη η δήλωση του εγγυητή ότι περιορίζει την ευθύνη του από την εγγύηση, δεν αρκεί αλλά χρειάζεται ακόµη να γίνει δεκτή η δήλωσή του αυτή από τον δανειστή, ρητά ή σιωπηρά 55. Η σιωπή πάντως, κατά κανόνα, δεν αποτελεί δήλωση βούλησης, γιατί δεν αποτελεί στις συναλλαγές µέσο εξωτερίκευσης βούλησης 56. Έτσι, η σιωπή εκείνου προς τον οποίο απευθύνεται η πρόταση, δεν αποτελεί από µόνη της, ούτε αποδοχή ούτε αποποίηση 57. 2)Η ευθύνη στην περίπτωση της αύξησης του ποσού της εγγύησης στην περίπτωση σύµβασης πίστωσης µε αλληλόχρεο λογαριασµό. Η αύξηση του πιστωτικού ορίου της βασικής πιστωτικής σχέσης, που εξυπηρετεί ο αλληλόχρεος λογαριασµός µε µεταγενέστερη συµφωνία µεταξύ δανειστή και τράπεζας δηµιουργεί µία σειρά από θέµατα, που αφορούν την έκταση της ευθύνης του εγγυητή που εγγυήθηκε την καταβολή του χρεωστικού υπολοίπου αποκλειστικά της αρχικής πιστωτικής σύµβασης. Στην πρακτική, σε περίπτωση σύµβασης παροχής πίστωσης από µέρους της τράπεζας µε αλληλόχρεο λογαριασµό, επειδή η σύµβαση αυτή είναι διαρκής 58 και δεν λύνεται όταν εξαντληθεί το ποσό της πίστωσης, αλλά ο πιστούχος δικαιούται σε επανειληµµένη χρήση του ποσού, εφόσον, µε τις καταβολές που κάνει κάθε φορά, το επίπεδο της πίστωσης διατηρείται κάτω από το συµφωνηµένο 54 Ζέπος, ΕρµΑΚ, άρθρο 857 αρ.6. 55 Βρέλλης σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, ΕρµΑΚ, άρθρο 849, αρ.5. 56 ΕφΘες 1197/1992, nomos 57 Καράσης σε Γεωργιάδη-Σταθόπουλο, ΕρµΑΚ, άρθρο 189, αρ.5 58 ΕφΘες 418/1999, nomos 28

ποσό, η εγγύηση µιας τέτοιας πίστωσης αναφέρεται στο κατάλοιπο της αρχικής πιστωτικής σύµβασης, παύει να ισχύει όταν, µε µεταγενέστερες συµβάσεις, που δεν εγγυήθηκε ο εγγυητής αυξήθηκε το ποσό της πίστωσης, γιατί επέρχεται νοµική αναχώνευση των κατ ιδίαν κονδυλίων στον αλληλόχρεο λογαριασµό 59. Συνεπώς, σύµφωνα µε την παραπάνω κρατούσα άποψη, ο εγγυητής που δεν συναίνεσε στην µεταγενέστερη αυξητική σύµβαση, δεν δεσµεύεται από αυτή, και συνεπώς δεσµεύεται µόνο µέχρι του ποσού της αρχικής πιστωτικής σύµβασης για την οποία εγγυήθηκε 60. Ωστόσο, δηµιουργείται ζήτηµα αναφορικά µε την δογµατική βάση της παραπάνω λύσης εξαιτίας της έλλειψης σχετικής νοµοθετικής ρύθµισης. Έχει, βέβαια, υποστηριχτεί ότι ο περιορισµός της ευθύνης του εγγυητή προκύπτει από την αρχή του παρεπόµενου χαρακτήρα της εγγύησης (ΑΚ851) 61. Όµως η αρχή του παρεποµένου, µε βάση την οποία η ύπαρξη και η έκταση της εγγυητικής ευθύνης εξαρτάται από το κύρος και την έκταση της ασφαλιζόµενης απαίτησης είναι αµφίβολο αν µπορεί να αιτιολογήσει επαρκώς την απαλλαγή του εγγυητή για το παραπάνω ποσό από αυτό, που εγγυήθηκε. Άλλωστε, η συνεπής εφαρµογή της αρχής αυτής θα είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσµα, δηλαδή ο εγγυητής να ευθύνεται και για την µεταγενέστερη αύξηση του πιστωτικού ορίου, έστω και αν αυτή έγινε εν αγνοία του ή χωρίς τη συναίνεσή 59 ΕφΘες 2949/2005, ΜονΠρΛαρ 858/1988, nomos 60 ΑΠ 1366/2008, nomos 61 «Μια εκ των εκδηλώσεων του παρεποµένου της ευθύνης εκείνου συνίσταται στο ότι εκείνος διαθέτει έναντι του δανειστή την ένσταση της διζήσεως. Χωρεί ωστόσο παραίτηση από αυτή την ένσταση και τούτο συµβαίνει ιδίως, αν εκείνος εγγυήθηκε, ως αυτοφειλέτης. Το παρεπόµενο της ευθύνης εκείνου εµποδίζει το να ευθύνονται εκείνος και ο πρωτοφειλέτης εις ολόκληρον έναντι του δανειστή. Ωστόσο, ενόψει του ότι οι διατάξεις περί της παθητικής εις ολόκληρον ενοχής είναι ενδοτικού δικαίου, τίποτε δεν αποκλείει να συµφωνήσουν και οι τρεις ότι πρωτοφειλέτης και εγγυητής ενέχονται εις ολόκληρον έναντι του δανειστή, πράγµα το οποίο συντρέχει όταν ο εγγυητής παραιτηθεί κατ` άρθρο 847 ΑΚ από τις ενστάσεις των άρθρων 853, 858, 862, 863, 864, 866, 867 και 868. Στην περίπτωση αυτή, που ο εγγυητής ευθύνεται σε ολόκληρο µε τον πρωτοφειλέτη η από τον έναν εξ εκείνων καταβολή της οφειλής του προς το δανειστή απαλλάσσει και τον άλλον από την οφειλή του προς το ίδιο πρόσωπο.» σε ΑΠ 61/2003, ΕφΑθ6480/2006, σε nomos. 29