Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα



Σχετικά έγγραφα
Διερεύνηση των συστημάτων εκτροφής μικρών μηρυκαστικών στην Επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Εποχιακές μεταβολές των δραστηριοτήτων αιγών και προβάτων σε κοινόχρηστα λιβάδια της βόρειας Ελλάδας

Παραγωγή και θρεπτική αξία ξυλωδών φυτών σε λιβάδια της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης της Amorpha fruticosa L.

Μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στη βιοποικιλότητα των λιβαδιών

Ποσοτική και ποιοτική μεταβολή της βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων της χαμηλής οικολογικής ζώνης στην περιφέρεια Θεσσαλίας

Μακροχρόνιες επιδράσεις της βόσκησης στην ποικιλότητα των υπαλπικών λιβαδιών

Παραγωγή και θρεπτική αξία βοσκήσιμης ύλης ποολίβαδων σε διαφορετικές υψομετρικές ζώνες της Ηπείρου και της Θεσσαλίας

Επίδραση της έντασης κοπής στην παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης του Morus alba L. κατά τη θερινή περίοδο

Εποχιακή μεταβολή της θρεπτικής αξίας της ασφάκας (Phlomis fruticosa L.) στην ημιορεινή ζώνη της Ηπείρου

Κτηνοτροφικά ξυλώδη φυτά: Ο ρόλος τους στα Μεσογειακά συστήματα παραγωγής

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΕΛΑΙΟΠΛΑΚΟΥΝΤΑ ΣΤΗΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΙΓΩΝ ΔΑΜΑΣΚΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ

Αύξηση της παραγωγής βοσκήσιμης ύλης τη χειμερινή περίοδο με τη χρησιμοποίηση γενετικά βελτιωμένων

Παραγωγή και θρεπτική αξία ποώδους βλάστησης σε σχέση με την κάλυψη των δένδρων σε δασολίβαδα δρυός και οξιάς στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Επίδραση της θερινής βόσκησης στην ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης ορισμένων ξυλωδών ειδών, τα οποία

Πανόραμα εργασιών στα πρακτικά των Πανελλήνιων Λιβαδοπονικών Συνεδρίων της Ελληνικής Λιβαδοπονικής Εταιρείας ( )

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Αξιολόγηση Λιβαδικών Φυτών για τη Παραγωγή Βιοενέργειας

Επίδραση κοπής και καύσης στη βλάστηση βοσκόμενων υγρολίβαδων στη λίμνη Άγρα

Επιπτώσεις των πυρκαγιών στην υπέργεια βιομάζα θαμνολίβαδων της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Η λιβαδοπονία ως παράγοντας ανάπτυξης της

Οικολογία βόσκησης και διαχείριση λιβαδιών: Η περίπτωση των θαμνολίβαδων

Νέες απόψεις για την εξέλιξη της βλάστησης και η εφαρμογή τους στα Ελληνικά λιβάδια

Διερεύνηση του συστήματος εκτροφής αιγοπροβάτων και των χορηγούμενων επιδοτήσεων στο Δ.Δ. Ασκού της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Πολυλειτουργικότητα λιβαδιών και ανάπτυξη ορεινών και μειονεκτικών περιοχών

Διαχρονικό μοντέλο προσομοίωσης των σχέσεων βόσκησης και λιβαδικής παραγωγής στην επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Μεταβολή της παραγωγής ποωδών φυτών σε σχέση με τη θαμνοκάλυψη κατά το πρώιμο εαρινό στάδιο σε λιβάδια της Επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Αγρονομικά χαρακτηριστικά καλλιεργούμενων ποικιλιών λειμώνιων αγρωστωδών σε συνθήκες αγρού (χρόνος εγκατάστασης) και εργαστηρίου

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΠΗΓΩΝ ΤΡΟΦΗΣ

Συστήματα εκτροφής των προβάτων και των αιγών στην Κρήτη και υπερβόσκηση

Μέθοδοι εκτίμησης κατανάλωσης τροφής σε ζώα που βόσκουν ελεύθερα στα λιβάδια

Μεταβολές της κάλυψης της ποώδους βλάστησης και της συνολικής παραγωγής βοσκήσιμης ύλης σε

Forage 4 Climate 4 ετών

Λιβαδοκτηνοτροφική ανάπτυξη στο Βόρειο Έβρο

Απογραφή και αξιολόγηση των δασολιβαδικών συστημάτων στο Δημοτικό Διαμέρισμα Βερτίσκου της επαρχίας Λαγκαδά Θεσσαλονίκης

Η σπορά ποωδών φυτών ως μέτρο βελτίωσης της παραγωγικότητας των λιβαδιών και προστασίας του εδάφους από τη διάβρωση διαταραγμένων επιφανειών

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ

Επίδραση βόσκησης και σκίασης στη θρεπτική αξία της ποώδους βλάστησης, σε αγροδασολιβαδικά συστήματα

Μελέτη ακαρεοπανίδας σε υπέργειο τμήμα και έδαφος φυσικού λειμώνα του Νομού Ιωαννίνων

Παρέρπουσα βόσκηση: μια νέα προσέγγιση στην εφαρμογή των σχεδιασμένων συστημάτων βόσκησης

Επίδραση της κοπής στην περιεκτικότητα σε ολικούς διαθέσιμους υδατάνθρακες της Amorpha fruticosa L.

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΤΡΟΦΗΣ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΤΑ ΔΑΣΗ ΩΣ ΠΗΓΗ ΒΟΣΚΗΣΙΜΗΣ ΥΛΗΣ

Α. Τίτλος ΔΕ_3 (Εργαστήριο Διαχείρισης Λιβαδιών)

Παρούσα κατάσταση των λιβαδιών και δασών στην Αλβανία και προοπτικές ανάπτυξή τους

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

Διαχρονικές μεταβολές στην αύξηση του ανωρόφου και υπορόφου σε νεοφυτεία τραχείας πεύκης διαφορετικών φυτευτικών συνδέσμων

θρεπτική αξία λιβαδικών φυτών και χρησιμοποίηση των

Ευρείες μονάδες βόσκησης (Ε.ΜΟ.Β.) στην Ελλάδα

Γεωγραφική κατανομή των ειδών των γενών Lathyrus sp. και Vicia sp. στην Ελλάδα

Ο Ελληνικός βούβαλος.

Εκτίμηση του βαθμού αποκατάστασης της βλάστησης μετά από πυρκαγιά σε θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων σε σχέση με το στάδιο δευτερογενούς διαδοχής

Η σημασία της βοσκοφόρτωσης στη διαχείριση των βοσκοτόπων: Οδηγίες εφαρμογής

ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΑ CLIMATOLOGY

Δασολιβαδικά Συστήματα. Θ. Παπαχρήστου & Π. Πλατής Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών

Εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας του πρεμνοφυούς δρυοδάσους «Λαιμός» της περιοχής Μπουραζανίου Κόνιτσας

Resurvey of Possible Seismic Fissures in the Old-Edo River in Tokyo

Ελαφρές κυψελωτές πλάκες - ένα νέο προϊόν για την επιπλοποιία και ξυλουργική. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ και ΜΠΑΡΜΠΟΥΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

Συγκριτική μελέτη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας στα όρη Οίτη και Καλλίδρομο

Αξιολόγηση της αισθητικής αξίας δασογεωργικών και γεωργικών συστημάτων

Σύνθεση και δομή της βλάστησης μετά από διακοπή της βόσκησης σε ποολίβαδο του λεκανοπεδίου Ιωαννίνων

Διαχειριστικά σχέδια βόσκησης: Η συμπεριφορά βόσκησης αγροτικών ζώων αναπόσπαστο συστατικό τους

«ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΕΙΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ»

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Εισαγωγή στη Ζωοτεχνία

Η αντοχή των πολυετών αγρωστωδών σε συνθήκες έντονης βόσκησης

Α. Τίτλος ΔΕ_2 (Εργαστήριο Διαχείρισης Λιβαδιών)

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Δρ Παναγιώτη Δ. ΠΛΑΤΗ

Επίδραση της συχνότητας των κοπών στην παραγωγή και ποιότητα βοσκήσιμης ύλης της Dactylis glomerata L. κατά τη διάρκεια του χειμώνα

ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΕΤΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΣΤΗ ΜΕΛΕΤΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΔΑΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Θρεπτική αξία της βλάστησης σε θαμνώνες παλιουριού στα Πορρόϊα Σερρών

( ) , ) , ; kg 1) 80 % kg. Vol. 28,No. 1 Jan.,2006 RESOURCES SCIENCE : (2006) ,2 ,,,, ; ;

Μελέτη ακαρεοπανίδας φυσικού λειμώνα βελτιωμένου με Lolium perenne

3 ο Πανελλήνιο Λιβαδοπονικό Συνέδριο Καρπενήσι 4-6 Σεπτεµβρίου 2002 Λιβαδοπονία και ανάπτυξη ορεινών περιοχών

Παραγωγή και ποιότητα της βοσκήσιμης ύλης βελτιωμένων

Παραγωγικότητα τριών πολυετών τεχνητών λειμώνων στο οροπέδιο των Ιωαννίνων

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. Απόστολος Κυριαζόπουλος. Σπουδές. Ερευνητικά Ενδιαφέροντα

Δυνατότητες αξιοποίησης του προγράμματος απογραφής βοσκοτόπων στη διαχείριση των λιβαδιών της

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙ ΟΣΗΣ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΥΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΕΝΟΣ ΑΕΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ

Η συμβολή της νομαδικής κτηνοτροφίας στη δημιουργία των αλπικών και υπαλπικών σχηματισμών του Δικτύου «NATURA 2000»

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΟΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Μέθοδοι εκτίμησης ποιότητας βοσκήσιμης ύλης σε δίαιτες αιγών που βόσκουν στα λιβάδια

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΟΔΟΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΕΡΑΣ ΠΡΟΣΘΕΤΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ

MSM Men who have Sex with Men HIV -

Η συμβολή της προβατοτροφίας και της αιγοτροφίας στην ανάπτυξη των ορεινών και ημιορεινών περιοχών της Στερεάς Ελλάδας και της Εύβοιας

CLIMATE CHANGE IMPACTS ON THE WATER BALANCE OF SMALL SCALE WATER BASINS

Προβλήματα από την άσκηση της λιβαδοπονίας στο χώρο της Μακεδονίας

Επιδράσεις της υπερβόσκησης και των πυρκαγιών στην παραγωγή των λιβαδιών του όρους Ψηλορείτη

Βιολογική Κτηνοτροφία στην Ελλάδα με έμφαση στο N. Ξάνθης

ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΛΛΑΝΤΙΚΩΝ ΑΕΡΟΣ ΧΑΜΗΛΗΣ ΛΙΠΟΠΕΡΙΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕ ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ

Επιλογή δίαιτας από μηρυκαστικά ζώα και η σημασία της στη διαχείριση των λιβαδιών

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗΣ 2008

þÿÿ ÁÌ» Â Ä Å ¹µÅ Å½Ä ÃÄ

H χωροταξική κατανομή της αιγοπροβατοτροφίας στην επαρχία Ελασσόνας Λάρισας και προοπτικές ανάπτυξής της

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Study of urban housing development projects: The general planning of Alexandria City

Παραγωγή κατά λειτουργικούς τύπους φυτών σε σχέση με τις αλλαγές χρήσης γης σε μεσογειακά λιβάδια

Neutralization E#ects of Acidity of Rain by Cover Plants on Slope Land

ΙΩΑΝΝΗ ΑΘ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Transcript:

Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά το θερισμό Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά το θερισμό Μ.Δ. Γιακουλάκη και Β.Π. Παπαναστάσης Τομέας Λιβαδοπονίας και Άγριας Πανίδας Ιχθυοπονίας Γλυκέων Υδάτων, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 541 24 Θεσσαλονίκη Περίληψη Στη χώρα μας τα εποχιακά υπολείμματα των σιτηρών μετά τη συγκομιδή (καλαμιές) αποτελούν σημαντική πηγή βοσκήσιμης ύλης για τα μικρά μηρυκαστικά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Κατά την περίοδο αυτή, η βοσκήσιμη ύλη στα φυσικά λιβάδια είναι ξηρή και έχει μικρή θρεπτική αξία. Έτσι οι κτηνοτρόφοι αναγκάζονται να οδηγήσουν τα κοπάδια τους στις γεωργικές εκτάσεις, όπου υπάρχει διαθέσιμη τροφή μετά τη συγκομιδή των καρπών. Στη Βόρεια Ελλάδα στη χαμηλή ζώνη τα μικρά μηρυκαστικά βόσκουν στις καλαμιές από τα μέσα Ιουνίου μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου. Στην εργασία αυτή μελετήθηκε η δίαιτα της τροφής που επιλέγουν οι αίγες και τα πρόβατα, όταν βόσκουν σε εποχιακά υπολείμματα σιταριού και κριθαριού, η θρεπτική αξία και η συμπεριφορά των ζώων κατά τη βόσκηση. Τα πλατύφυλλα ήταν το κύριο συστατικό της δίαιτας των αιγών και των προβάτων (63,6% και 72,4% αντίστοιχα), ενώ η συμμετοχή της καλαμιάς ήταν μεγαλύτερη (p 0,05) στη δίαιτα των προβάτων (21,3%) σε σχέση με τη δίαιτα των αιγών (11,9%). Οι αίγες κατανάλωναν σημαντικά μεγαλύτερα (p 0.05) ποσοστά ξυλωδών φυτών απ ό,τι τα πρόβατα (23,7% και 0,4% αντίστοιχα), τα οποία προτιμούσαν τα αγρωστώδη σε μεγαλύτερες ποσότητες σε σύγκριση με τις αίγες (5,9% και 0,8% αντίστοιχα). Τα πρόβατα επέλεγαν τροφή μεγαλύτερης θρεπτικής αξίας από τις αίγες, πιθανόν ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης συμμετοχής των πλατυφύλλων ειδών στη δίαιτά τους. Η βόσκηση ήταν η κύρια δραστηριότητα των αιγών και των προβάτων, ακολουθούμενη από τη μετακίνηση και τη στάση. Μηρυκασμός και ξεκούραση δεν παρατηρήθηκαν σε καμία κατηγορία ζώου. Λέξεις κλειδιά: Καλαμιές, μικρά μηρυκαστικά, θρεπτική αξία. Εισαγωγή Η βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα των σιτηρών (σιταριού ή κριθαριού) μετά τη συγκομιδή (καλαμιές) αποτελεί πολύ διαδεδομένη πρακτική στις χώρες της Μεσογείου. Κατά την περίοδο αυτή, η βοσκήσιμη ύλη των ποωδών φυτών στα λιβάδια της χαμηλής και ημιορεινής ζώνης είναι ξηρή και έχει μικρή θρεπτική αξία. Έτσι οι κτηνοτρόφοι αναγκάζονται να οδηγήσουν τα κοπάδια τους για βόσκηση στις γεωργικές εκτάσεις, όπου υπάρχει διαθέσιμη τροφή μετά τη συγκομιδή των καρπών. Στη Βόρεια Ελλάδα στη χαμηλή ζώνη τα μικρά μηρυκαστικά βόσκουν στις καλαμιές από τα μέσα Ιουνίου μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου (Γιακουλάκη και συν. 2002). Αξιόλογη έρευνα έχει γίνει τα τελευταία χρόνια σχετικά με τη σύνθεση και την παραγωγή των εποχιακών υπολειμμάτων των σιτηρών μετά τη συγκομιδή (Rihani et al. 1991, Guessous 1992, Rosilio et al. 1998, Landau et al. 2000), καθώς και τη θρεπτική αξία και την ποσότητα της τροφής, που επιλέγουν τα πρόβατα κατά τη βόσκηση (Treacher et al. 1996, Brand et al. 2000, Landau et al. 2000). Πληροφορίες όμως, σχετικές με τη Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου 289

Μ.Δ. Γιακουλάκη και Β.Π. Παπαναστάσης συμπεριφορά κατά τη βόσκηση αιγών και προβάτων που βόσκουν μαζί σε μικτό κοπάδι είναι περιορισμένες. Στην εργασία αυτή μελετήθηκαν οι δραστηριότητες κατά τη βόσκηση, η θρεπτική αξία και η βοτανική σύνθεση της τροφής, που επιλέγουν αίγες και πρόβατα όταν βόσκουν μαζί σε μικτό κοπάδι σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών προκειμένου να διαφωτισθεί πληρέστερα η λειτουργία των εκτατικών συστημάτων παραγωγής των μικρών μηρυκαστικών ζώων στη χώρα μας. Περιοχή έρευνας Μεθοδολογία Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Δημοτικό Διαμέρισμα Κολχικού της επαρχίας Λαγκαδά του Ν. Θεσσαλονίκης, που βρίσκεται στη χαμηλή ζώνη (<200 μ.), κατά τη διάρκεια του θέρους του 2002. Συγκεκριμένα σε αγρό έκτασης 60 στρεμ., βοσκήθηκαν εποχιακά υπολείμματα (σιταριού και κριθαριού) από μικτό κοπάδι αιγών και προβάτων (70 και 50 αντίστοιχα), για έξι συνεχείς ημέρες. Στην αρχή του πειράματος, μετρήθηκε η βοτανική σύνθεση των εποχιακών υπολειμμάτων με τη μέθοδο του δακτυλίου (Cook και Stubbendieck 1986) και τα φυτά διαχωρίστηκαν σε τέσσερις κατηγορίες: καλαμιά (όρθια και πεσμένη), αγρωστώδη, πλατύφυλλα και ξυλώδη είδη. Στις μετρήσεις των δραστηριοτήτων των ζώων χρησιμοποιήθηκε η εστιακή μέθοδος παρατήρησης (focal sampling technique) για τέσσερις συνεχείς ημέρες βόσκησης (Altman 1974). Κατά τη διάρκεια της ημέρας υπήρχαν δυο περίοδοι βόσκησης: 9-11 ή 11.30 το πρωί (MG) και 19.00-21.00 το απόγευμα (AG). Τέσσερα θηλυκά ζώα (δυο αίγες και δυο πρόβατα) ηλικίας δυο ετών χρησιμοποιήθηκαν ως πειραματικά ζώα. Για να διευκολύνεται η αναγνώρισή τους από μακρυά, σημαδεύτηκαν στο σώμα τους αριθμοί με έντονο χρώμα. Δυο παρατηρητές εκπαιδεύτηκαν πριν από την έναρξη του πειράματος για να αποφευχθούν οι διαφορές μεταξύ των παρατηρήσεών τους. Κατά τη διάρκεια των δυο περιόδων βόσκησης οι παρατηρήσεις ήταν συνεχείς. Κάθε ώρα παρατήρησης χωρίζονταν σε 12 περιόδους των πέντε λεπτών και υπήρχαν για κάθε είδος ζώου (αίγα ή πρόβατο) έξι περίοδοι παρατήρησης. Κατά τη διάρκεια των πεντάλεπτων παρατηρήσεων οι δραστηριότητες των ζώων καταγράφονταν κάθε 15 δευτερόλεπτα. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 192 πεντάλεπτες παρατηρήσεις. Ως δραστηριότητες καταγράφονταν ο χρόνος που τα ζώα αφιέρωναν για βόσκηση, μετακίνηση, στάση, ξεκούραση και μυρηκασμό (Yiakoulaki et al. 2002). Επίσης, γίνονταν παρατηρήσεις για την κατανομή των ζώων στο χώρο κατά τη διάρκεια της βόσκησης (μέση ή άκρη του αγρού). Εξαιτίας των υψηλών θερμοκρασιών του θέρους, τα ζώα επέστρεφαν στο στάβλο μεταξύ των δυο περιόδων βόσκησης (MG και AG), όπου ξεκουράζονταν και έπιναν νερό. Συμπληρωματική τροφή δεν χορηγούνταν στα ζώα κατά τη διάρκεια του πειραμάτος. Για τον προσδιορισμό της τροφής που επέλεγαν τα ζώα, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της άμεσης παρατήρησης και προσομοίωσης (Altman 1974) για δυο συνεχείς ημέρες. Οι παρατηρήσεις έγιναν στα ίδια ζώα, που χρησιμοποιήθηκαν και για τον προσδιορισμό των δραστηριοτήτων. Κάθε ζώο παρατηρούνταν για 30 λεπτά και αντιπροσωπευτικά δείγματα της τροφής που επέλεγε συλλέγονταν με το χέρι. Για κάθε ζώο καταγράφονταν τα είδη φυτών που βόσκονταν, τα οποία στη συνέχεια διαχωρίστηκαν σε τέσσερες κατηγορίες : καλαμιά, πλατύφυλλα, αγρωστώδη και ξυλώδη είδη. Η καλαμιά διαχωρίζονταν περαιτέρω σε στάχεις (όρθιους και πεσμένους), φύλλα, στελέχη και σπόρους πεσμένους στο έδαφος. Συνολικά καταγράφηκαν 16 παρατηρήσεις των 30 λεπτών. Τα δείγματα της τροφής που επέλεγαν τα ζώα ψύχθηκαν στους 20 ο C και ξηράθηκαν σε συσκευή ψυχρής ξήρανσης. Στη συνέχεια προσδιορίστηκε σ αυτά η περιεκτικότητα σε ολικές πρωτεϊνες με τη μέθοδο Kjeldahl (A.O.A.C. 1990), η περιεκτικότητα σε κυτταρικά τοιχώματα και λιγνίνη με τη μέθοδο των Goering και Van Soest (1970) και η in vitro 290 Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία

Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά το θερισμό πεπτικότητα οργανικής ουσίας με την τροποποιημένη από το Moore (1970) μέθοδο των Τilley και Terry (1963). Το πείραμα ήταν ένα πλήρες τυχαιοποιημένο σχέδιο με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις. Οι συγκρίσεις για στατιστικά σημαντικές διαφορές έγιναν με ανάλυση παραλλακτικότητας. Για την εκτίμηση των διαφορών μεταξύ των μέσων όρων χρησιμοποιήθηκε η ελάχιστη σημαντική διαφορά (Steel και Torrie 1980). Οι διαφορές μεταξύ των μέσων όρων θεωρήθηκαν στατιστικά σημαντικές στο επίπεδο σημαντικότητας (p 0,05). Αποτελέσματα και συζήτηση Βοτανική σύνθεση της βλάστησης Η μέση βοτανική σύνθεση (%) των εποχιακών υπολειμμάτων παρουσιάζεται στον πίνακα 1. Η καλαμιά συμμετείχε με ποσοστό μεγαλύτερο από 50%, ενώ τα ξυλώδη είδη αποτελούσαν το μικρότερο ποσοστό. Στα πλατύφυλλα κυριαρχούσε το Polygonum aviculare (είδος που εμφανίζεται στις καλαμιές το καλοκαίρι), η Echinofora tenuifolia και το Silybum marianum, ενώ στα αγρωστώδη το Cynodon dactylon, η Avena fatua και το Phleum phleoides. Από τα ξυλώδη είδη, που βρίσκονταν κυρίως στα όρια του αγρού κυριαρχούσαν το Ulmus campestre και το Rubus idaeus. Σε μικρότερα ποσοστά συμμετείχαν η Rosa canina και η Quercus coccifera. Πίνακας 1. Μέση βοτανική σύνθεση (%) καλαμιάς, πλατυφύλλων, αγρωστωδών και ξυλωδών ειδών. Κατηγορίες φυτών Ποσοστό (%) Καλαμιά 53,36 Όρθια 18,57 Πεσμένη 34,79 Πλατύφυλλα 29,23 Polygonum aviculare 23,42 Echinofora tenuifolia 2,28 Silybum marianum 2,09 Cichorium intybus 0,50 Convolvulus ellegantissimus 0,37 Chenopodium album 0,15 Verbascum spp. 0,11 Centaurea spp. 0,11 Eryngium spp. 0,10 Marubium peregrinum 0,10 Αγρωστώδη 14,20 Cynodon dactylon 7,34 Avena fatua 3,44 Phleum phleoides 1,42 Lolium perenne 0,75 Hordeum murinum 0,64 Vulpia ciliata 0,28 Dactylis glomerata 0,11 Poa bulbosa 0,11 Poa annua 0,11 Ξυλώδη 3,21 Ulmus campestre 1,82 Rubus idaeus 1,08 Rosa canina 0,21 Quercus coccifera 0,10 Σύνολο 100,00 Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου 291

Μ.Δ. Γιακουλάκη και Β.Π. Παπαναστάσης Δραστηριότητες ζώων Η βόσκηση ήταν η κύρια δραστηριότητα των αιγών και των προβάτων, ακολουθούμενη από τη μετακίνηση και τη στάση (Εικόνα 1). Τα πρόβατα αφιέρωναν σημαντικά (p 0,05) περισσότερο χρόνο (79,9%) για βόσκηση απ ό,τι οι αίγες (76%) κατά την απογευματινή βόσκηση (ΑG), ενώ οι αίγες αφιέρωναν σημαντικά (p 0,05) περισσότερο χρόνο για στάση και στις δυο περιόδους βόσκησης (AG και MG). Μηρυκασμός και ξεκούραση δεν παρατηρήθηκαν σε καμία κατηγορία ζώου. Αυτό πιθανώς να οφείλεται στο χρόνο που περνούσαν τα ζώα στο στάβλο κατά τις μεσημβρινές ώρες μεταξύ των δυο περιόδων βόσκησης. Επίσης, οι αίγες αφιέρωναν το 12,5% του συνολικού χρόνου βόσκησης για βόσκηση στις άκρες του αγρού, ενώ τα πρόβατα μόνο το 6% (Yiakoulaki et al. 2002). Τα αποτελέσματα αυτά συμφωνούν με τα ευρήματα των Sevi et al. (2001), που αναφέρουν ότι η κατανάλωση τροφής από τα πρόβατα είναι μεγαλύτερη στη μέση του λιβαδιού απ ό,τι στις άκρες. Ποσοστό χρόνου % 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0 Πρόβατο Πρωί Αίγα Πρωί Πρόβατο Απόγευμα Αίγα Απόγευμα Βόσκηση Μετακίνηση Στάση ραστηριότητες Εικόνα 1. Ποσοστό (%) του χρόνου που αφιέρωναν οι αίγες και τα πρόβατα σε διάφορες δραστηριότητες κατά τη βόσκηση σε εποχιακά υπολείμματα των σιτηρών μετά τη συγκομιδή. Δίαιτα ζώων Τα πλατύφυλλα είδη ήταν το κύριο συστατικό της δίαιτας των αιγών και των προβάτων 63,6% και 72,4% αντίστοιχα), ενώ η συμμετοχή της καλαμιάς ήταν σημαντικά (p 0,05) μεγαλύτερη στη δίαιτα των προβάτων (21,3%) σε σχέση με τη δίαιτα των αιγών (11,9%) (Εικόνα 2). Τα ξυλώδη φυτά συμμετείχαν σε μεγαλύτερα (p 0,05) ποσοστά στη δίαιτα των αιγών απ ότι στων προβάτων (23,7% και 0,4% αντίστοιχα), στων οποίων τη δίαιτα συμμετείχαν σε μεγαλύτερα ποσοστά τα αγρωστώδη σε σύγκριση με τη δίαιτα των αιγών (5,9% και 0,8% αντίστοιχα). Από τα πλατύφυλλα είδη, το Polygonum aviculare κυριαρχούσε στη δίαιτα των αιγών και των προβάτων ακολουθούμενο από την Echinofora tenuifolia(πίνακας 2). Στη μελέτη αυτή οι αίγες επέλεγαν μεγαλύτερο αριθμό πλατυφύλλων ειδών από τα πρόβατα. Επέλεγαν συνολικά οκτώ είδη, ενώ τα πρόβατα τέσσερα (Yiakoulaki και Papanastasis 2003). Τα αγρωστώδη αποτελούσαν σημαντικά μικρότερο τμήμα στη δίατα των αιγών σε σχέση με τη δίατα των προβάτων. Το Cynodon dactylon ήταν το είδος που επέλεγαν περισσότερο και οι δυο κατηγορίες ζώων. Τα πρόβατα επιπλέον επέλεγαν σε μικρό ποσοστό και άλλα αγρωστώδη, όπως το Phleum phleoides και τη Dactylis glomerata. Τα ξυλώδη φυτά (Εικόνα 2) αποτελούσαν το δεύτερο μεγαλύτερο συστατικό της δίαιτας των αιγών (23,7%) και το Ulmus campestre ήταν το είδος που προτιμούσαν περισσότερο (17%) 292 Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία

Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά το θερισμό ακολουθούμενο από το Rubus idaeus (4,7%) (Yiakoulaki και Papanastasis 2003). Αντίθετα, τα ξυλώδη φυτά αποτελούσαν ένα πολύ μικρό ποσοστό (0,4%) στη δίαιτα των προβάτων και το Ulmus campestre ήταν το μόνο είδος που επιλέγονταν. 80 70 60 (%) στην τροφή 50 40 30 20 10 Πρόβατο Αίγα 0 Καλαμιές Πλατύφυλλα Αγρωστώδη Ξυλώδη Εικόνα 2. Ποσοστό (%) καλαμιάς, πλατυφύλλων, αγρωστωδών και ξυλωδών ειδών στη δίαιτα αιγών και προβάτων. Πίνακας 2. Συμμετοχή ποώδους βλάστησης (%) στη δίαιτα αιγών και προβάτων, που βόσκουν σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά τη συγκομιδή. Κατηγορία φυτών Αίγες Πρόβατα Πλατύφυλλα Polygonum aviculare 57,2 α 70,7 α Echinofora tenuifolia 2,3 α 1,0 α Άλλα πλατύφυλλα 4,1 0,7 Αγρωστώδη Cynodon dactylon 0,8 α 4,9 β Dactylis glomerata, Phleum phleoides 0,0 1,0 Σύνολο ποώδους βλάστησης 64,4 78,3 α,β: Μέσοι όροι στην ίδια γραμμή ακολουθούμενοι από το ίδιο γράμμα δε διαφέρουν στατιστικώς σημαντικά (p 0,05). Οι αίγες και τα πρόβατα επέλεγαν περίπου με τον ίδιο τρόπο τα εποχιακά υπολείμματα των σιτηρών μετά τη συγκομιδή, αλλά σε διαφορετικά ποσοστά (Εικόνα 3). Αρχικά επέλεγαν τους στάχεις (όρθιους και πεσμένους) που είχαν απομείνει και στη συνέχεια τα φύλλα και τα στελέχη. Τα πρόβατα κατανάλωναν σημαντικά περισσότερα (p 0,05) φύλλα και στελέχη απ ό,τι οι αίγες, καθώς και μικρές ποσότητες σπόρων πεσμένων στο έδαφος. Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου 293

Μ.Δ. Γιακουλάκη και Β.Π. Παπαναστάσης 12 10 8 (% ) τροφή 6 4 Aίγα Πρόβατο 2 0 Ορθια Καλαμιά Πεσμένη Καλαμιά Φύλλ α &Στελέχη Σπόροι Εικόνα 3. Επιλογή μερών καλαμιάς από αίγες και πρόβατα. Θρεπτική αξία Η θρεπτική αξία της τροφής που επέλεγαν οι αίγες δε διέφερε σημαντικά (p 0,05) από τη θρεπτική αξία της τροφής που επέλεγαν τα πρόβατα (Εικόνα 4). Τα πρόβατα επέλεγαν τροφή μεγαλύτερης περιεκτικότητας σε ολικές πρωτεϊνες (9,3%) σε σχέση με τις αίγες (7,2%). Επίσης, η in vitro πεπτικότητα της τροφής που επέλεγαν (78%) ήταν μεγαλύτερη από την πεπτικότητα της τροφής των αιγών (70%). Αυτό είναι πιθανό να οφείλεται στη μεγαλύτερη συμμετοχή των πλατυφύλλων ειδών και κυρίως του Polygonum aviculare στη δίαιτα των προβάτων. 80 70 60 (%) Ξηρής ουσίας 50 40 30 20 Αίγα Πρόβατο 10 0 Ολ. Πρωτείνες Κυτ. Τοιχώματα Λιγνίνη In vitro Συμπεράσματα Εικόνα 4. Θρεπτική αξία δίαιτας επιλεγόμενης από αίγες και πρόβατα. 1. Tα πρόβατα και οι αίγες επέλεγαν τις ίδιες κατηγορίες φυτών, αλλά σε διαφορετικά ποσοστά. 2. Τα πρόβατα συμπεριφέρονταν ως τυπικά χορτοφάγα, ενώ οι αίγες ως περιστασιακά βόσκοντα ζώα. 294 Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία

Βόσκηση αιγών και προβάτων σε εποχιακά υπολείμματα σιτηρών μετά το θερισμό 3. Η θρεπτική αξία της τροφής που επέλεγαν τα πρόβατα ήταν μεγαλύτερη από αυτή των αιγών, πιθανόν ως αποτελέσμα της μεγαλύτερης συμμετοχής των ποωδών φυτών στη δίαιτά τους. Αναγνώριση βοήθειας Η παρούσα εργασία χρηματοδοτήθηκε από το ερευνητικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Geomatics in the assessment and sustainable management of Mediterranean rangelands) contract EVK2 CT- 2000-0091. Βιβλιογραφία Altmann, J. 1974. Observational study of behaviour: sampling methods. Behaviour 49:227-267. A.O.A.C. 1990. Official Methods of analysis, 13th edn. Association of Official Chemists, Washington, D.C. p. 746. Brand, T.S., F. Franck, A. Durand and J. Coetzee. 2000. The intake and nutritional status of sheep grazing wheat stubble. Small Ruminant Research 35:29-38. Γιακουλάκη, Μ. Δ., Μ. Π. Ζαρόβαλη, Ι. Ισπικούδης και Β.Π. Παπαναστάσης. 2002. Διερεύνηση των συστημάτων εκτροφής μικρών μηρυκαστικών στη Επαρχία Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, σελ. 395-402. Λιβαδοπονία και Ανάπτυξη Ορεινών Περιόχων (Π.Δ. Πλατής και Θ.Γ. Παπαχρήστου, εκδότες). Πρακτικά 3 ου Πανελλήνιου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου. Καρπενήσι 4-6 Σεπτεμβρίου 2002. Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία. Δημ. Νο. 10. Cook, C.W. and J. Stubbendieck. 1986. Range Research: Basic Problems and Techniques. Society of range management. Denver. Colorado. p. 60. Guessous, F. 1992. Utilization des chaumes de cereales par les ruminants. In: F. Guessous, A. Kabbali and H. Narjisse ( Eds.). Livestock in the Mediterranean cereal production systems. Pudoc Scientific Publishers, Wageningen (The Netherlands), pp. 156-174. Goering, H.K. and P.J. Van Soest. 1970. Forage Fiber Analyses (Apparatus, Reagents, Procedures and some Applications). Agric. Handbook No 379, ARS, USDA, Washington, D.C. Landau, S., A. Perevolotsky, D. Bonfil, D. Barkai and N. Silanikove. 2000. Utilization of low quality resources by small ruminants in Mediterranean agro-pastoral systems: the case of browse and aftermath cereal stubble. Livestock Production Science 64:39-49. Moore, J.E. 1970. Procedure for the two stage in votro digestion of forages. In: L.E. Harris (Editor), Nutrition Research Techniques for Domestic and wild Animals, Vol. I. Utah Staet University Press, Longan, UT. Rihani, S., T.T. Treacher, A.V. Goodchild and E. Owen, 1991. Nutritive value of barley stubble. Annual Report 1990/91. ICARDA, Aleppo (Syria). pp.158-162. Rosilio, I., D. Barkai and S. Landau 1998. The contribution of wheat stubble to sheep nutrition in the Northern Negev. Hanoked 31:27-30. Steel, R.G.D. and J.H. Torrie. 1980. Principles and Procedures of Statistics. McGraw-Hill, New York. pp.128-131. Sevi, A., A. Muscio, D. Dantone, V. Iascone and F. D Emilio, 2001. Paddock shape effects on grazing behavior and efficiency in sheep. J. Range Manage. 54:122-125. Tilley, J.M. and R.A. Terry. 1963. A two-stage technique for the in vitro digestion of forage crops. J. Brit. Grassl. Soc., 18:104-111. Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου 295

Μ.Δ. Γιακουλάκη και Β.Π. Παπαναστάσης Treacher, T.T., S. Rihawi and E. Owen. 1996. Stubble grazing by sheep. Proceedings of Second FAO Electronic Conference on Tropical Feeds. Livestock Feed Resources within Integrated Farming Systems. 9 September 1996-28 February 1997, pp. 319-330. Yiakoulaki, M.D., Ch.I. Pantazopoulos and V.P. Papanastasis. 2002. Sheep and goat behaviour grazing on stubble in northern Greece. In Proc. of International Symposium Animal Production and Natural Resource Utilization in the Mediterranean Mountain Areas. Ioannina, Epirus, Greece. (In press). Yiakoulaki, M.D. and V.P. Papanastasis. 2003. Diet selection of sheep and goats grazing on cereal stubble in northern Greece. In Proc. of the First Joint Seminar of the Sub- Networks FAO-CIHEAM on Sheep and Goat Nutrition and on Mountain and Mediterranean Pastures Sustainable grazing, nutritional utilization and quality of sheep and goat products October 2-4, 2003 Granada, Spain (In press). Goats and sheep grazing on cereal stubble after harvesting M.D. Yiakoulaki and V.P. Papanastasis Department of Range and Wildlife Science, Aristotle University of Thessaloniki, Greece Summary Cereal stubble after harvesting is an important feeding resource for small ruminants in Greece during summer. At that period forage in rangelands is dry and of low nutritive value. Hence, shepherds are forced to lead their flocks for grazing to barley and wheat stubble. At the low elevation zone of northern Greece, such grazing takes place from middle June till end of September. In this paper, the diet selection, nutritive value and grazing activities of goats and sheep grazing on cereal stubble after harvesting were investigated. Forbs were the main component of diet selected by goats and sheep (63.6% and 72.4 % respectively) while cereal stubble contribution was significantly (p 0.05) higher for sheep (21.3%) than for goats (11.9%). Goats selected significantly (p 0.05) higher amounts of woody species than sheep (23.7% and 0.4% respectively), which preferred greater amounts of grasses than goats (5.9% and 0.8% respectively). Nutritive value of diet selected by sheep was better than goats probably due to the greater contribution of forbs. Feeding was the main activity of both animal species followed by moving and standing. Ruminating and lying were not observed for both animal species probably due to the time spent resting between the two grazing bouts. Key words: Stubble grazing, small ruminants, nutritive value. 296 Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία