Περιοδική ἔκδοση Ἱ. Μητροπόλεως Κωνσταντίας - Ἀμμοχώστου. Ἔτος 5ο (2012) τεῦχος 13o. Ἀφιέρωμα: Ἅγιο Μύρο - Μυστήριο τοῦ Χρίσματος



Σχετικά έγγραφα
Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

Θέμα: «Περὶ τοῦ προσώπου τοῦ Ἀναδόχου εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος».

Στὴν ἀρχὴ ἦταν ὁ Λόγος. Ὁ Λόγος ἦταν μαζὶ μὲ

Θεία Λειτουργία. Ο λαός προσφέρει τα δώρα Συμμετέχει ενεργητικά Αντιφωνική ψαλμωδία. Δρώμενο: Η αναπαράσταση της ζωής του Χριστού

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΝ

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία [Α] Δρ. Ἰωάννης Ἀντ. Παναγιωτόπουλος

Ιστορία και τελεσιουργία της Λειτουργίας των

(άγιο μύρο / τριήμερη / ολόλευκα / κολυμβήθρας / κατάδυση) «Στο χρίσμα, ο ιερέας χρίει τον.. σ όλα τα μέρη του σώματός του με

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

Περιεχόμενα. Β Ἐκκλησιαστική κρίση

ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΦΟΣΙΩΣΕΩΣ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ, ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ & ΩΡΩΠΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ 2018

ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Δελφῶν καί Μιαούλη) Τηλ: Ἡ Θεία Κοινωνία.

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

Η Παύλεια Θεολογία. Χριστολογία. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογία

ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Κυριακή 28 Ἰουλίου 2019.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ & ΟΜΙΛΙΩΝ ΜΗΝ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2019

11η Πανελλήνια Σύναξη Νεότητος της Ενωμένης Ρωμηοσύνης (Φώτο Ρεπορτάζ)

Νὰ συγκαλέσει πανορθόδοξη Σύνοδο ή Σύναξη των Προκαθημένων καλεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη η Κύπρος αν ο στόχος δεν επιτευχθεί

Πότε ειμαστε όρθιόι και Πότε κανόυμε τό σταυρό μασ κατα τη διαρκεια των ακόλόυθιων

Σύνοδος οὐρανοῦ καί γῆς

Νέος Γέρων Σκευοφύλαξ στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο.

EISGCGSG Dò. «Ἡ Εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ: Χθὲς καὶ σήμερον ἡ αὐτὴ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» Σάββατο, 22α Δεκεμβρίου 2012

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ & ΟΜΙΛΙΩΝ ΜΗΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019

ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Αθηναγόρας και Οικουμένη:

Β Διεθνές Συνέδριο Κυπριακής Αγιολογίας

Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος. τίμησε με την παρουσία του τις εκδηλώσεις για τον εορτασμό

Χρήσιμες ὁδηγίες γιὰ τοὺς ἐνηλίκους ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ βαπτισθοῦν Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι.

Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι. Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης

ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΜΑΡΤΙΟΥ

Λειτουργική. Ενότητα 11: Τελετουργικά ζητήματα. Γεώργιος Φίλιας Θεολογική Σχολή Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Α ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ. Συντάκτης: Ευάγγελος Δεναξάς

ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Κυριακή 14 Ἰουλίου 2019.

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Αι ιστορικαί χειροτονίαι των Γ.ΟΧ. υπό του αειμνήστου Επισκόπου Βρεσθένης κυρού Ματθαίου του Α’ το έτος 1948

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

Τι συμβολίζει ο ασπασμός των ιερέων κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας

Μητρ. Ναυπάκτου: «Ο Ευρίπου Βασίλειος ήταν το καύχημα αυτής της πόλεως».

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία [Α]

Το Συνέδριο του Π.Σ.'Ε'. στον Άγιο Ανδρέα Αττικής, μέσα από συνεντεύξεις του πρεσβ. Πέτρου Χίρς

Φροντιστηριακὸ Μάθημα Ἁγιογραφίας Β

Περιεχόμενα ΕΚΛΟΓΗ, ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ, ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Ντοκουμέντο: Ο Αρχιεπ. Αμερικής στον Γέροντα Εφραίμ της Αριζόνας. Δηλώνει στήριξη στα Μοναστήρια και ευγνωμοσύνη στον Γέροντα (ηχητικό)

LAHGLATA ACIOCQAVIAS PEQIODOS Bò L hgla Aò

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Θωμᾶ.

Κεφαλή της Μιας Εκκλησίας είναι ο Χριστός (όλες οι τοπικές Εκκλησίες είναι Χριστοκέφαλες). Με τον όρο αυτοκέφαλο αποδίδεται, κατά τους ιερούς

ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ 19-21, ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ FAX: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Ἡ «Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος» στήν Κρήτη θεολογικές καί ἐκκλησιαστικές θέσεις

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2017 Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

Ιστορικές στιγμές στο μακρινό Σύνδεϊ Δείτε το βίντεο με την ενθρόνιση του νέου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας- Όλες οι ομιλίες

Στους κήπους της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης

Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες. Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016, 9.00 π.μ. Στάδιο Εἰρήνης καί Φιλίας, Αἴθουσα «Μελίνα Μερκούρη» Πειραιῶς

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΘΙΜΟΣ

«Στέλνω σε όλο τον ευσεβή ορθόδοξο ρωσικό λαό την ευλογία και τη στοργή της Μητέρας Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως»- Τί είπε στο Ρωσικό Μετόχι

Απονομή Οφφικίου από τον Μητρ. Κωνσταντίας

X ΜΑΘΗΜΑ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Α

Και θα γίνει κατά τις έσχατες μέρες να εκχύσω ( αποστείλω ) το Πνεύμα σε κάθε άνθρωπο.

4. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ


ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 5: ΗΘΟΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών

Εἰς τήν Κυριακήν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. (Β Κυριακή τῶν Νηστειῶν).

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Καισαριανῆς, Βύρωνος & Ὑμηττοῦ, καί Πρόεδρε τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς

Η αυτοκάθαρση στην Εκκλησία (Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου)

Αποστολικοί Πατέρες και Απολογητές. Tuesday, March 5, 13

Τίμησαν την Αγία Μαρίνα στις Βρυξέλλες

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019.

AΓΙΟΛΟΓΙΟΝ - ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ 2014

Σᾶς εὐαγγελίζομαι τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα τῆς γεννήσεως τοῦ. Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν κορυφαία πράξη τοῦ Θεοῦ νὰ σώσει τὸν

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 26: ΕΚΚΛΗΣΙΑΤΙΚΗ ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΟΣΥΝΗΣ. Επιμέλεια: Αναστασία Τσουμενή Ιερός Ναός Αγίου Τρύφωνα - Καματερό

ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Στη συνέχεια έκανε αναφορά στην επίσκεψη που είχε την προηγούμενη μέρα στο Κέντρο, όπου ο κ. Μαρτίνοβιτς εξήγησε στον ίδιο και στους συνεργάτες του,

(Θ. Λειτουργία Ἰωάννου Χρυσοστόμου)

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

«Ο Όσιος Λουκάς λάμπει και μεταδίδει ένα φως από το ανέσπερο φως του Χριστού»

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ὑπ ἀριθμ. 17

Ἡ θεολογία τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων

Γενικὴ Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία Α

Ακολουθίες στο Παρεκκλήσιο Αγίου Λουκά Κριμαίας

ΙΕΡΕΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ ΙΟΥΛΙΟΥ

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΧΕΛΑΙΟ. π.βασίλειος Καλλιακμάνης Καθηγητής Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.

ατηρηθῆ ἡ ἐσωτερική ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν χάνεται ἡ ἀποκαλυπτική ἀλήθεια (δόγμα) καί ἡ ἀσκητική - νηπτική προϋπόθεση βιώσεως καί διατηρήσεως τοῦ

Η KΑΚΟΜΕΤΑΧΕΙΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΗ ΠΕΡΙ ΥΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΑ. Μιχαήλ Μανωλόπουλος

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Kλάσης Δυτική Εξαρχία:

Τι είναι το Άγιο Πνεύμα. Διδ. Εν. 8

Transcript:

Περιοδική ἔκδοση Ἱ. Μητροπόλεως Κωνσταντίας - Ἀμμοχώστου Ἔτος 5ο (2012) τεῦχος 13o Ἀφιέρωμα: Ἅγιο Μύρο - Μυστήριο τοῦ Χρίσματος

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΑΦΙΕΡΩΜΑ: ΑΓΙΟ ΜΥΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΜΑΤΟΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ...1 ΠΡΟΛΟΓΟΣ...3 Α.Θ.Π. Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Ἅγιον Μύρον...5 Σεβ. Μητροπολίτου Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ Τὸ Ἅγιον Μύρον καὶ ἡ Πενταρχία τῶν Πατριαρχῶν...11 Καθ. Βλασίου Ἰ. Φειδᾶ Ἅγιο Μύρο καὶ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος...25 Θεοφ. Ἐπισκόπου Φαναρίου κ. Ἀγαθαγγέλου Ὁ καθαγιασμὸς τοῦ Ἁγίου Μύρου...31 (Κωνσταντινούπολη, Μεγάλη Πέμπτη 2002) Δρ Γεωργίου Κάκκουρα Τὸ Ἅγιον Μύρον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ...35 Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου καθαγιαζομένου ἐν τῇ Μεγάλῃ Ἐκκλησία τὴν Μ. Ἑβδομάδα...39 Τὸ ἅγιο Χρίσμα στὴ λατρεία καὶ τὴ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας...46 Θεόδωρου Συμεοῦ Χρίσμα: Τὸ ξεχασμένο Μυστήριο...60 Πρωτοπρ. Βασιλείου Θερμοῦ Α ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΑΓΙΟΛΟΓΙΑΣ Ἱερὰ Μητροπόλις Κωνσταντίας-Ἀμμοχώστου Παραλίμνι, 9-12 Φεβρουαρίου 2012 Α Διεθνὲς Συνέδριο Κυπριακῆς Ἁγιολογίας...67 Πρόγραμμα...69 Ἐναρκτήρια Ὁμιλία...73 Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κωνσταντίας-Ἀμμοχώστου κ. Βασιλείου Χαιρετισμὸς...76 Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Μικρὰ Ἀσία καὶ Συροπαλαιστίνη. Ἡ πνευματικὴ ἐνδοχώρα τῶν Κυπρίων...78 Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου ΓΕΓΟΝΟΤΑ Σαλαμίνειο Ἐλεύθερο Πανεπιστήμιο Ἀμμοχώστου...92 Ἐκδημία Μητροπολίτου Ἀδριανουπόλεως Δαμασκηνοῦ...96 Ὁμιλία Πανιερ. Μητροπολίτου Κωνσταντίας κ. Βασιλείου στὴν Ἀκαδημαϊκή Συνεδρία εἰς μνήμην Ἀδριανουπόλεως Δαμασκηνοῦ...98 Χειροτονίες διακόνων...104 Ἐπίσημη ἐπίσκεψη Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν...105 Εἰς πρεσβύτερον χειροτονία π. Αὐγουστίνου Κκαρᾶ...112 «Πνευματική Διακονία» Περιοδική Ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κωνσταντίας - Ἀμμοχώστου Ἔτος 5ο (2012), τεῦχος 13ο Ἐκδότης: Γραφεῖο Πνευματικῆς Διακονίας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κωνσταντίας-Ἀμμοχώστου. Συντακτικὴ Ἐπιτροπή: Πανιερ. Μητροπολίτης Κωνσταντίας-Ἀμμοχώστου κ. Βασίλειος, Σεβ. Μητροπολίτης Σασίμων κ. Γεννάδιος, Καθ. Θεόδωρος Γιάγκου, Δρ Γεώργιος Κάκκουρας, πρεσβ. Χριστόδουλος Χρ. Χριστοδούλου, ἱεροδιακ. Αὐγουστῖνος Κκαρᾶς, θεολόγοι Ἀνδρέας Γ. Λευτέρη, φιλόλογος. Φωτογραφία ἐξωφύλλου: Καθαγιασμός Ἁγίου Μύρου, Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, Μεγάλη Πέμπτη 12 Ἀπριλίου 2012 Φωτογραφία ὀπισθοφύλλου: Οἱ λήκυθοι φυλάξεως τοῦ Ἁγίου Μύρου στὸ Μυροφυλάκιο παρὰ τὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι. Ἐκτύπωση: Γραφικὲς Τέχνες «Μέλισσα», Ἀσπροβάλτα, τηλ. +30 23970 23313 ISSN 1986-2377

ΠΡΟΛΟΓΟΣ συντακτικησ επιτροπης Ἅγιο Μύρο - Μυστήριο τοῦ Χρίσματος Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας τελεῖται φέτος ὁ Καθαγιασμὸς τοῦ Ἁγίου Μύρου στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Πρόκειται γιὰ κορυφαῖο γεγονὸς τῆς τελετουργικῆς πράξεως τοῦ σεπτοῦ κέντρου τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ γενικότερα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτή, τὸ παρὸν τεῦχος τῆς Πνευματικῆς Διακονίας εἶναι ἀφιερωμένο στὸ Ἅγιο Μύρο καὶ στὸ σχετικὸ μὲ αὐτὸ μυστήριο τοῦ Χρίσματος. Ἰδιαίτερη τιμὴ περιποιεῖ γιὰ τὴν ἔκδοση αὐτὴ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ παρὸν τεῦχος προλογίζει ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος στὴ διάρκεια τῆς εἰκοσαετοῦς πατριαρχίας του τελεῖ φέτος γιὰ τρίτη φορὰ τὸν καθαγιασμὸ τοῦ Ἁγιου Μύρου. Τὸ πρῶτο ἄρθρο τοῦ ἀφιερώματος, τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ, ἔχει τὸ γενικὸ τίτλο Ἅγιον Μύρον καὶ ἀποτελεῖ μία εἰσαγωγὴ στὴν ἱστορία τῆς χρήσεως τοῦ Ἁγίου Μύρου μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ μία γενικὴ παρουσίαση τῆς τελετῆς τοῦ καθαγιασμοῦ, κατὰ τὸ ἐπικρατοῦν σήμερα τυπικὸ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἡ μελέτη τοῦ Καθηγητῆ Βλασίου Φειδᾶ, Τὸ Ἅγιον Μύρον καὶ ἡ Πενταρχία τῶν Πατριαρχῶν, παρουσιάζει τὴν ἱστορικὴ ἐξέλιξη τῆς παρασκευῆς, τοῦ καθαγιασμοῦ καὶ τῆς χρήσεως τοῦ Ἁγίου Μύρου, μὲ εἰδικότερη ἀναφορὰ στὴν καθιέρωση τοῦ προνομίου τῆς ἀποκλειστικῆς κανονικῆς ἁρμοδιότητας τῶν πέντε πατριαρχῶν γιὰ τὸν καθαγιασμὸ τοῦ Ἁγίου Μύρου καὶ στὴ κρατοῦσα σήμερα παράδοση τῆς τέλεσης τοῦ καθαγιασμοῦ ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Εἰδικότερα γιὰ τὰ ἰσχύοντα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, σὲ σχέση μὲ τὸ Ἅγιο Μύρο, ἐκθέτει τὸ ἄρθρο τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Φαναρίου κ. Ἀγαθαγγέλου μὲ τίτλο Ἅγιο Μύρο καὶ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Τὸ κείμενο τοῦ δρ Γεωργίου Κάκκουρα, Ὁ καθαγιασμὸς τοῦ Ἁγίου Μύρου. Κωνσταντινούπολη, Μεγάλη Πέμπτη 2002, ἀποτελεῖ ἕνα χρονικὸ τοῦ προηγούμενου καθαγιασμοῦ ποὺ ἔλαβε χώρα τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα τοῦ 2002. Τὸ ἑπόμενο μὲ τίτλο Σύντομον ἱστορικὸν καθαγιασμοῦ τοῦ Ἁγίου Μύρου καὶ ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου ποὺ δημοσιεύονται στὴ συνέχεια προέρχονται ἀπὸ τὴν ἔκδοση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μὲ τίτλο Τὸ Ἅγιον Μύρον ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ἡ ὁποία ἔγινε τὸ 2002 μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ τότε καθαγιασμοῦ τοῦ Ἁγίου Μύρου. Τὴν ἐπιμέλεια τῆς ἐκδόσεως εἶχε ὁ Ἰωσὴφ Κωνσταντινίδης καὶ τοῦ φωτογραφικοῦ ὑλικοῦ ὁ Δημήτρης Παλαβίδης. Τὰ δύο τελευταῖα ἄρθρα τοῦ ἀφιερώματος πραγματεύονται θέματα σχετικὰ μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος, τὸ ὁποῖο συνδέεται ἄμεσα μὲ τὸ Ἅγιο Μύρο. Ἡ μελέτη τοῦ Θεόδωρου Συμεοῦ, Τὸ ἅγιο Χρίσμα στὴ λατρεία καὶ τὴ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀποτελεῖ μιὰ συνολικὴ παρουσίαση τῆς ἱστορικῆς ἐξέλιξης τοῦ μυστηρίου, τῆς θέσης του στὴ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς θεολογικῆς του σημασίας. Μέσα ἀπὸ τὸ ἄρθρο του μὲ τίτλο Χρίσμα: Τὸ ξεχασμένο Μυστήριο, ὁ πατὴρ Βασίλειος Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 1

Θερμός, ξεκινώντας ἀπὸ τὴ διαπίστωση τῆς ὑποβάθμισης τῆς σημασίας τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χρίσματος μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, προχωρεῖ σὲ μία πλήρη παρουσίαση τῆς θεολογικῆς, σωτηριολογικῆς- ἁγιαστικῆς, ἀλλὰ καὶ ἐκκλησιολογικῆς σημασίας τοῦ Χρίσματος. Α Διεθνὲς Συνέδριο Κυπριακῆς Ἁγιολογίας Οἱ ἑπόμενες σελίδες τοῦ τεύχους εἶναι ἀφιερωμένες στὸ Α Διεθνὲς Συνέδριο Κυπριακῆς Ἁγιολογίας, τὸ ὁποῖο πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὶς 9 μέχρι τὶς 12 Φεβρουαρίου 2012 στὸ Συνοδικὸ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κωνσταντίας - Ἀμμοχώστου στὸ Παραλίμνι, μέσα στὰ πλαίσια τῶν δραστηριοτήτων τῆς Πολιτιστικῆς Ἀκαδημίας «Ἅγιος Ἐπιφάνιος». Ἀκολούθως δημοσιεύεται ἡ Εἰσήγηση τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου στὸ πιὸ πάνω Συνέδριο, μὲ τίτλο Μικρὰ Ἀσία καὶ Συροπαλαιστίνη. Ἡ πνευματικὴ ἐνδοχώρα τῶν Κυπρίων, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Πανιερώτατος καταθέτει μία πρωτότυπη θεωρία γιὰ τοὺς Ἀλαμανοὺς Ἁγίους τῆς Κύπρου. 1903 Καθαγιασμός Αγίου Μύρου Πατριαρχούντος κ. Ιωακείμ Γ. 2 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

ΠΡΟΛΟΓΟΣ a.θ.π οικουμενικου πατριαρχου κ.κ. βαρθολομαιου Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 3

4 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o Ἔγχυση οἴνου στοὺς λέβητες ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη.

ΑΓΙΟΝ ΜΥΡΟΝ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ Τὴν προσεχῆ Μεγάλη Ἑβδομάδα στὸ σεπτὸ κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ μαρτυρικό μας Φανάρι, θὰ λάβει χώρα ἡ παρασκευὴ καὶ στὴ συνέχεια ὁ καθαγιασμὸς τοῦ Ἁγίου Μύρου. Συνήθως αὐτὸ γίνεται κάθε δέκα χρόνια, ἐκτὸς κι ἄν ἐξαντληθοῦν ἐνωρίτερα τὰ ὑπάρχοντα ἀποθέματα. Πρόκειται προφανῶς γιὰ μεῖζον ἐκκλησιαστικὸ γεγονός. Θὰ εἶναι δὲ ἡ τρίτη φορὰ ποὺ ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος θὰ καθαγιάσει Ἅγιο Μύρον (1992, 2002 καὶ 2012). Νὰ σημειωθῆ ὅτι ἀπ ὅ,τι ξέρουμε ἀπ τὴν ἱστορία, ὁ μόνος προκάτοχός του ποὺ εἶχε μιὰ τέτοια ἔκτακτη εὐλογία ἦταν ὁ Ἰωακεὶμ ὁ Γ ποὺ καθαγίασε μιὰ φορὰ στὴν πρώτη Πατριαρχία του (1879) κι ἄλλες δυὸ στὴ δεύτερη (1903 καὶ 1912). Οἱ μακροβιότεροι στὸ Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες τῶν κάτω χρόνων Ἀθηναγόρας καὶ Δημήτριος καθαγίασαν ἀπὸ δυὸ φορὲς ὁ καθένας (1951 καὶ 1960 ὁ α καὶ 1973 καὶ 1983 ὁ β ). Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουμε ἀπὸ πολὺ νωρὶς μιὰ πρώτη καὶ πολὺ μάλιστα οὐσιαστικὴ ἐπαφὴ καὶ σχέση μὲ τὸ Ἅγιο Μύρον. Τὸ δεχθήκαμε πάνω στὸ σῶμα μας ὡς ἱερὸ Χρῖσμα, ἀμέσως μετὰ τὴν ἔξοδό μας ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος! Ὁ ἱερέας πῆρε λίγο Μύρον ἀπὸ τὸ μυροδοχεῖο κι ἔχρισε μὲ αὐτὸ σὲ σχῆμα σταυροῦ τὸ κεφάλι μας, τὰ αἰσθητήριά μας (μάτια, μύτη, στόμα, αὐτιά), τὸ στῆθος μας, τὰ χέρια μας, τὰ πόδια μας καὶ τὰ μετάφρενά μας (τὴν πλάτη μας), λέγοντας κάθε φορά: «Σφραγὶς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου. Ἀμήν». Ἀκριβῶς αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ θείου μυστηριάρχου προδίδουν καὶ τὸ τί εἶναι τὸ Ἅγιο Μύρον καὶ ποιός εἶναι ὁ ρόλος του. Στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία, μετὰ τὸ Βάπτισμα, οἱ Ἀπόστολοι χειροθετοῦσαν τοὺς νεοφώτιστους καὶ τοὺς μετέδιδαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα (πρβλ. Πράξ. η, 14-17 καὶ ιθ 5-6). Οἱ διάδοχοί τους Ἐπίσκοποι ἔκαναν τὸ ἴδιο, μετέδιδαν κι αὐτοὶ στοὺς νέους Χριστιανοὺς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δι ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν τους. Ὅταν ὅμως οἱ ἀριθμοὶ τῶν νεοφωτίστων ἄρχισαν νὰ αὐξάνουν κατακόρυφα καὶ οἱ βαπτίσεις τελοῦνταν σὲ ἀποστάσεις καὶ ὧρες ποὐ ἐκ τῶν πραγμάτων ἀδυνατοῦσε νὰ παρίσταται αὐτοπροσώπως ὁ Ἐπίσκοπος γιὰ νὰ τοὺς χειροθετήσει, τότε ἡ Ἐκκλησία ἔστρεψε τὴν προσοχή της στὸ Χρῖσμα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ποὺ ἦταν τύπος τῆς μεταδόσεως τῆς ἁγιαστικῆς χάριτος καὶ ἀπεφάσισε νὰ τελειοποιεῖ τοὺς «χριστοὺς Κυρίου» διὰ Χρίσματος, ἀντὶ χειροθεσίας. Ἔτσι, ὁ Κανὼν τοῦ Ἁγ. Κυπριανοῦ (Α τῆς ἐν Καρθαγένῃ Συνόδου, 256/8 μ.χ.) ὑπογραμμίζει ὅτι «ἀνάγκη ἐστὶ καὶ χρίεσθαι τὸν βεβαπτισμένον, ἵνα, λαβὼν χρῖσμα, μέτοχος γένηται Χριστοῦ» (Ράλλη Ποτλῆ: Σύνταγμα Θ.Ι. Κανόνων, τ. Γ, σ. 4), ἐνῷ ὁ ΜΗ Κανὼν τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου (364 μ.χ.) ἐκ παραλλήλου ἐντέλλεται: «δεῖ τοὺς φωτιζομένους, μετὰ τὸ Βάπτισμα, χρίεσθαι χρίσματι ἐπουρανίῳ, καὶ μετόχους εἶναι τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ» (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, σ. 437). Μάλιστα, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἑρμηνεύοντας τὸν συγκεκριμμένο αὐτὸ Κανόνα, «καὶ Χριστιανοὶ ὀνομαζόμεθα ὄχι μόνον διατὶ πιστεύομεν εἰς τὸν Χριστόν, ἀλλὰ καὶ διατὶ χριόμεθα μὲ τὸ ἐπουράνιον Χρῖσμα αὐτό, χριστοὶ Κυρίου καὶ μέτοχοι Χριστοῦ γινόμενοι» (ἔνθ ἀνωτ., σ. 438). Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης παρατηρεῖ σχετικά: «ὡς βαπτισθῆναι ἀναγκαῖον, καὶ τῷ μύρῳ χρισθῆναι ἔστιν ἀνάγκη. Καὶ τούτου χάριν τοῖς βεβαπτισμένοις ὑπὸ Φιλίππου, ὡς μόνον τὸ Βάπτισμα δεξαμένοις, Πέτρος καὶ Ἰωάννης ἐπετίθουν τὰς χεῖρας καὶ ἐλάμβανον Πνεῦμα Ἅγιον.. Ὅ δὴ τὸ Μύρον ἐστίν. Ἡ γὰρ ἐπίθεσις τῶν χειρῶν τὸ Μύρον παρεῖχεν. Καὶ τότε μὲν ἐπίθεσις τῶν χειρῶν, νῦν δὲ ἀντὶ τῶν χειρῶν Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 5

αὐτό ἐστι τὸ ἡγιασμένον καὶ λεγόμενον Μέγα Μύρον, ἁγιαζόμενον οὐ παρὰ Πρεσβυτέρων, ἀλλὰ παρὰ Πατριαρχῶν καὶ Ἀρχιερέων ἱεραῖς εὐχαῖς καὶ εὐλογίαις τὴν τοῦ Πέτρου καὶ Ἰωάννου πλουτούντων δύναμιν. Ὅ καὶ ἀποστελλόμενον εἰς τὰ πέρατα, δύναμιν ἔχει τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν» (Περὶ τῶν Ἱερῶν Τελετῶν, P.G. 155, 188-189). Ὁ Μητροπολίτης Σουηδίας Παῦλος ποὺ ἐκπόνησε μιὰ πολὺ ὡραία διδακτορικὴ διατριβὴ περὶ τοῦ Ἁγίου Μύρου σημειώνει σχετικά: «Ἅγιον Μύρον εἶναι ἡ μυστηριακὴ ὕλη, ἡ ὁποία ἑτοιμαζομένη καταλλήλως ἐξ ἐλαίου καὶ ἄλλων εὐωδῶν οὐσιῶν καὶ καθαγιαζομένη κατὰ τὰς σχετικὰς διατάξεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, καθίσταται φορεὺς τῆς ἐπισκοπικῆς εὐλογίας, καὶ ὡς τοιαύτη, ἀποτελοῦσα ἄλλην μορφὴν καὶ τύπον τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν, χρησιμοποιεὶται ἐν τῇ τελέσει τοῦ Μυστηρίου τοῦ Χρίσματος, ὡς ὁρατὸν σημεῖον τῆς μεταδόσεως τῆς δυνάμεως καὶ τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρὸς τοὺς βαπτιζομένους» (ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΜΥΡΟΝ, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 21). Ἔτσι, «ἡ τοῦ Μύρου τελειωτικὴ χρῖσις εὐώδη ποιεῖ τὸν τετελεσμένον. Ἡ γὰρ τῆς θεογενεσίας τελείωσις ἑνοῖ τὰ τελεσθέντα τῷ Θεαρχικῷ Πνεύματι», ὅπως σημειώνει ὁ Ἅγ. Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης (Περὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας, Μυστήριον Φωτίσματος, ΙΙ, 8). Ὁ πιστὸς ἀξιώνεται νὰ μετάσχει πλήρως τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, μόνο μετὰ ἀπὸ τὸ Χρῖσμα, ποὺ τὸν ἕνωσε μὲ τὸ Θεαρχικὸ Ἅγιον Πνεῦμα: «Ὁ δὲ [Ἐπίσκοπος] τῷ θεουργικοτάτῳ Μύρῳ τὸν ἄνδρα σφραγισάμενος μέτοχον ἀποφαίνει λοιπὸν τῆς ἱεροτελεστικωτάτης Εὐχαριστίας», ὅπως πάλι ὁ ἱερὸς Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης σημειώνει. (ἔνθ ἀνωτ., 7). Στὸ δεύτερο βιβλίο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τὴν Ἔξοδο, διαβάζουμε: «Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων καί σὺ λάβε ἡδύσματα, τὸ ἄνθος σμύρνης ἐκλεκτῆς πεντακοσίους σίκλους καὶ κιναμώμου εὐώδους τὸ ἥμισυ τούτου διακοσίους πεντήκοντα καὶ καλάμου εὐώδους διακοσίους πεντήκοντα καὶ ἴρεως πεντακοσίους σίκλους τοῦ ἁγίου καὶ ἔλαιον ἐξ ἐλαιῶν ἴν [δηλ. ποσότητα 7 περίπου κιλῶν] καὶ ποιήσεις αὐτὸ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον, μύρον μυρεψικὸν τέχνῃ μυρεψοῦ ἔλαιον χρῖσμα ἅγιον ἔσται. Καὶ χρίσεις ἐξ αὐτοῦ τὴν Σκηνὴν τοῦ Μαρτυρίου καὶ τὴν Κιβωτὸν τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου καὶ πάντα τὰ σκεύη αὐτῆς καὶ τὴν λυχνίαν καὶ τὸ θυσιαστήριον τοῦ θυμιάματος καὶ τὸ θυσιαστήριον τῶν ὁλοκαυτωμάτων καὶ τὴν τράπεζαν καὶ τὸν λουτῆρα καὶ τὴν βάσιν αὐτοῦ καὶ ἁγιάσεις αὐτά, καὶ ἔσται ἅγια τῶν ἁγίων πᾶς ὁ ἁπτόμενος αὐτῶν ἁγιασθήσεται. Καὶ Ἀαρὼν καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ χρίσεις καὶ ἁγιάσεις αὐτοὺς ἱερατεύειν μοι. Καὶ τοῖς υἱοῖς Ἰσραὴλ λαλήσεις λέγων ἔλαιον ἄλειμμα χρίσεως ἅγιον ἔσται τοῦτο ὑμῖν εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν» (Ἐξ. λ, 22-31). Στὴν ἐντολὴ αὐτὴ καὶ λεπτομερέστατη παραγγελία τοῦ Θεοῦ βρίσκονται οἱ ρίζες τοῦ Ἁγίου Μύρου καὶ ἀπ ἐδῶ ξεκινᾶ ἡ σχετικὴ παράδοσίς μας. Γιατὶ αὐτὸς ὁ τύπος καὶ τὸ γράμμα τοῦ παλαιοῦ νόμου, ἦταν στὴν πραγματικότητα «σκιὰ τῶν μελλόντων» (Κολ. β, 17) δικῶν μας, κατὰ τὴν ὡραία παρατήρηση τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων: «Ταῦτα μὲν ἐκείνοις συνέβηκε τυπικῶς, ἡμῖν δὲ οὐ τυπικῶς, ἀλλ ἀληθῶς, ἐπειδὴ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος χριόμεθα ἀληθῶς» (Κατηχήσεις, P.G. 33, 1093). Μάλιστα στὴ συγκεκριμμένη αὐτὴ ἐντολὴ βρίσκεται καὶ ἡ παράδοσή μας νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸ Ἅγιο Μύρον γιὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν νέων ἱερῶν Ναῶν κατὰ τὰ τὰ Ἐγκαίνιά τους, ὅπως καὶ τῆς Ἁγίας Τραπέζης, τῶν Ἀντιμηνσίων, τῶν ἱερῶν λειτουργικῶν σκευῶν (δισκοποτήρων κ.τ.τ.) κ.ἄ.π. Ἡ παρασκευὴ τοῦ Ἁγίου Μύρου ἐμφανίζεται λοιπὸν ἐνωρίτατα, ἤδη ἀπὸ τὸν β μ.χ. αἰῶνα. Οἱ ἀρχαιότερες ἀναφορὲς περὶ Ἁγίου Μύρου βρίσκονται στὴν «Ἀποστολικὴ Παράδοση» τοῦ Ἱππολύτου, στὶς «Ἀποστολικὲς Διαταγές» (Γ, 17, ΒΕΠΕΣ 2, σ. 67), στὸ «Εὐχολόγιον» τοῦ 6 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

Σεραπίωνος Ἐπισκόπου Θμούεως (Δ αἰ.) καὶ ἀλλοῦ. Ἐνῷ στὴν ἀρχαιότητα τὸ καθαγίαζε κάθε Ἐπίσκοπος, μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου τὸ δικαίωμα παρασκευῆς καὶ καθαγιασμοῦ Μύρου περιωρίσθηκε στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη. Ὅπως σημειώνει σχετικὰ στὸ Πηδάλιον ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «τὴν τελετὴν ταύτην οὐδεὶς Ἱερεὺς δύναται ποιῆσαι κατὰ τὸν Κανόνα [Σημ.: ΣΤ τῆς ἐν Καρθαγένῃ], ἀλλὰ μόνοι οἱ Ἀρχιερεῖς, οἵτινες δύνανται μὲν καὶ καθ ἑαυτοὺς τὸ Μύρον τελέσαι, ἀλλὰ διὰ τὴν εὐπείθειαν καὶ ὑποταγὴν τὴν πρὸς τὸν Πατριάρχην, συναγόμενοι ἐν τῇ Μεγάλῃ Ἐκκλησίᾳ τοῦτο τελοῦσι» (Πηδάλιον, σ. 467). Οἱ Ρῶσοι, οἱ Ρουμᾶνοι, οἱ Σέρβοι καὶ ἄλλοι, ἐπιλήσμονες τῶν ἱερῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ριζῶν τους, παρασκευάζουν καὶ καθαγιάζουν Μύρον κατὰ τὸ δοκοῦν. Κάποτε καὶ κάποιοι ἀνίεροι Παλαιοημερολογίτες ἐτόλμησαν τὰ ἀτόλμητα καὶ «καθαγίασαν» ἄμοιρο χάριτος «Μύρον», τελευταίως δὲ καὶ ὁ θεολογικῶς ἔξαλλος ψευδεπίσκοπος τῆς φατρίας τῶν Ματθαιϊκῶν «Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς» Κήρυκος Κοντογιάννης μόνος του (!). Βεβαίως, σὲ ὧρες ἱστορικῆς ἀνάγκης, συγχωρήθηκε ἡ παρασκευὴ Ἁγίου Μύρου καὶ στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Θεοφάνη Γ στὸ Ἰάσιο τὸ 1642 καὶ ἀργότερα στὸν Πατριάρχη Ἀντιοχείας Μακάριο Γ στὴ Δαμασκό, τὸ 1660. Ἐπίσης, ὁ λόγιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Δοσίθεος ὁ Νοταρᾶς (1669 1707) διαμένων στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες, ἐπειδὴ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη ὑπῆρχε ἤδη σοβαρὴ ἔλλειψη, ἐπὶ Ἡγεμόνος τῆς Βλαχίας Κωνσταντίνου Καντακουζινοῦ-Μπρανκοβεάνου (+1714) καὶ Μητροπολίτου Βλαχίας Θεοδοσίου (1660-1672), καθαγίασε Ἅγιο Μύρον στὸ Βουκουρέστι τὸ 1670, «καθυπηρετούντων τῇ ἐψήσει τοῦ Ἡγεμόνος, τῶν Ἀρχιερέων, τῶν ἀρχόντων καὶ πληθύος ἱερέων καὶ διενεμήθη καὶ τοῖς ἐν Οὐγγαρίᾳ καὶ Μολδαβίᾳ καὶ τοῖς περὶ τὸν Δούναβιν ποταμὸν οἰκοῦσι Χριστιανοῖς» (Δοσιθέου Ἱεροσολύμων: Περὶ τῶν ἐν Ἱεροσολύμοις Πατριαρχευσάντων, Βιβλίον ΙΒ, κ. Δ, παρ. 2). Τὸ ἴδιο ἔτος καθαγίασαν καὶ στὴν Ἱερουσαλὴμ Ἅγιο Μύρον ἀπὸ κοινοῦ οἱ Πατριάρχες Πρώην Ἱεροσολύμων Νεκτάριος καὶ Πρώην Κωνσταντινουπόλεως Διονύσιος. Αὐτὲς ὑπῆρξαν, ἀσφαλῶς, κανονικὲς ἐξαιρέσεις, οἱ ὁποῖες δὲν θέτουν ἐν ἀμφιβόλῳ τὸ ἐπὶ τοῦ Ἁγίου Μύρου προνόμιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου. Τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων τὸ πρωΐ, λοιπόν, στὸ τέλος τῆς Δοξολογίας, ὁ Μέγας Ἐκκλησιάρχης ὁδηγεῖ μπροστὰ στὸν Πατριάρχη τὸν ὑποψήφιο «Ἄρχοντα Μυρεψὸ» καὶ τοὺς βοηθούς του (Κοσμήτορες Μυρεψοὺς) ποὺ φοροῦν λευκοὺς χιτῶνες. Πρόκειται γιὰ ἐπιστήμονες χημικούς, φαρμακοποιούς, εἰδικοὺς περὶ τὴν ἀρωματοποιῒα κ.τ.τ., ποὺ συνδυάζουν τὴν πίστη μὲ τὴν ἐπιστημοσύνη καὶ μέσα σὲ λειτουργικὴ ἀτμόσφαιρα καὶ κλῖμα προσευχῆς θὰ παρασκευάσουν καὶ θὰ «ἐψήσουν» μὲ κάθε ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια τὸ Ἅγιο Μύρον. Θὰ χρησιμοποιήσουν 57 στοιχεῖα, μὲ βασικὸ τὸ ἔλαιο τῆς εὐλογημένης ἐλιᾶς. Ἡ χρῆσις τοῦ ἐλαίου συμβολίζει, κατὰ τὸν Ἅγ. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, τὸ θεῖον ἔλεος: «Τύπον θείου ἐλέους ἔχει τὸ ἔλαιον». Διότι «ἐν τῷ μύρῳ τὴν σωτηρίαν ἡμῖν καὶ τὴν ἀπὸ τοῦ θανάτου λύτρωσιν, καὶ τοῦ ζωοποιοῦντος καὶ ἱλαροῦ Πνεύματος τὴν σφραγῖδα σημαίνει, δι οὗ καὶ τοῦ κατακλυσμοῦ τῆς ἁμαρτίας ἐρρύσθημεν. Διὸ καὶ ἐν τῷ ἐπὶ τοῦ Νῶε κατακλυσμῷ περιστερὰ εἰς τύπον τοῦ Πνεύματος, κάρφος ἐλαίας ἐν τῷ στόματι φέρουσα, τὴν σωτηρίαν ἐδήλου. Καὶ ἐν τῷ κατακλυσμῷ δὲ τῆς ἁμαρτίας τῷ τοῦ Κυρίου βαπτίσματι ἐν εἴδει περιστερᾶς τὸ Πνεῦμα κατήρχετο, τὸν θεῖον ἔλεον καὶ τὴν χάριν μαρτυροῦν» (Περὶ τῶν Ἱερῶν Τελετῶν, P.G. 155, 205). Τὰ ὑπόλοιπα 56 ἄλλα εὔοσμα εἴδη παριστάνουν «καὶ ἐν συμβόλοις τὸ πολυδύναμον καὶ τὸ τῶν ἐνεργειῶν ποικίλλον τε καὶ πολυειδὲς τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος καὶ τῆς Αὐτοῦ ἁγιωσύνης τὸ εὔοσμον» (P.G. 155, 229), ἕνεκα τοῦ ὁποίου οἱ μυρωμένοι πιστοὶ μποροῦν νὰ λένε μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο: «Χριστοῦ Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 7

εὐωδία ἐσμέν» (Β Κορ. β, 15). Καθὼς ὅλα αὐτὰ τὰ ὑλικὰ συγκεντρώνονται ἀπὸ κάθε γωνιὰ τοῦ κόσμου (λ.χ. τὸ λάδι ἀπὸ τὴν Κρήτη, τὴν Ἴμβρο, τὴ Μυτιλήνη κ.λπ., ὁ μόσχος τοῦ Τογκίνου ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο [Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας], τὸ κόμμυ τοῦ λιβάνου ἀπὸ τὸν Λίβανο [Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας], τὸ ροδέλαιο ἀπὸ τὴ Βουλγαρία, ἡ μαστίχα ἀπὸ τὴ Χίο, ὁ κρόκος ἀπὸ τὴν Κοζάνη, ἡ ξυλοκασία ἀπὸ τὴ Βοημία, τὸ μοσχοκαρυδέλαιο ἀπὸ τὴν Ὁλλανδία, ἡ κανέλλα, τὰ γαρύφαλλα καὶ ἄλλα ἐξωτικὰ ἀπὸ τὴν Ἰνδία κ.ο.κ.), ὅλος ὁ κόσμος συμμετέχει σ αὐτὴ τὴν «Εὐχαριστία τοῦ Μύρου», ὅπως θὰ τολμοῦσα νὰ τὴν ὀνομάσω. Ὁ Πατριάρχης χειροθετεῖ τὸν Ἄρχοντα Μυρεψὸ καὶ τοὺς βοηθούς του: «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν,, ὁ καλέσας τοὺς δούλους Σου τούτους εἰς τὸ διακονῆσαι τῷ ἱερῶ ἔργῳ τῆς παρασκευῆς καὶ ἐψήσεως τοῦ Ἁγίου Μύρου, συνεργὸς αὐτῶν γενόμενος ἐνδυνάμωσον αὐτοὺς καὶ δὸς αὐτοῖς μετ ἐπιμελείας καὶ συνέσεως ἐπιτελέσαι τὸ ἱερὸν τοῦτο ἔργον» καὶ περιβάλλει τὸν πρῶτο μὲ μὲ τὸ μετάξινο λέντιο, ἐνῶ σὲ ὅλους ἐπιδίδει τὸν ἐπίχρυσο ἐπιστήθιο Σταυρὸ τῆς ὑπουργίας των. Ἀφοῦ φιλήσουν τὴν πατριαρχικὴ δεξιά, πηγαίνουν ἀπέναντι ἀπὸ τὸν Θρόνο καὶ μένουν ἐκεῖ ὥς τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας. Τὸ 2002 γιὰ πρώτη φορὰ στοὺς μυρεψοὺς (Κοσμήτορες) συγκαταλέχθηκε μία γυναίκα, ἡ κ. Μαρία Οἰκονόμου, χημικὸς ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Μιὰ καινούργια σελίδα στὴν ἱστορία τοῦ Μύρου Τὴ Μεγάλη Δευτέρα τὸ πρωΐ, μετὰ τὴν Προηγιασμένη, ὁ Πατριάρχης μὲ τὴ συνοδεία του καὶ τοὺς Συνοδικοὺς Μητροπολίτες μεταβαίνει στὸ χῶρο τῆς παρασκευῆς τοῦ Ἁγίου Μύρου. Ἐδῶ ψάλλει Μικρὸ Ἁγιασμὸ καὶ ραντίζει ὅσους πρόκειται νὰ ἐργασθοῦν, τὸν χῶρο, τὰ ὑλικὰ ποὺ θὰ χρησιμοποιηθοῦν, τοὺς λέβητες, τοὺς ἀμφορεῖς καὶ τ ἄλλα ἀπαραίτητα δοχεῖα καὶ σκεύη. Μετὰ τὴν Ἀπόλυση ὁ Πατριάρχης ρίχνει τὸ ἔλαιο καὶ τὰ πρῶτα ἄνθη καὶ ἀρώματα στοὺς λέβητες σταυροειδῶς, λέγοντας κάθε φορά: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Στὴ συνέχεια ἀνάβει μὲ τὸ τρικέρι τὴ φωτιὰ κάτω ἀπὸ τοὺς λέβητες, ὅπου ὑπάρχουν φρύγανα, παληὲς ὁλότελα κατεστραμμένες εἰκόνες καὶ ἄλλα καύσιμα ὑλικά, καὶ κατόπιν ἀρχίζει τὴν ἀνάγνωση τῶν Εὐαγγελίων. Μετὰ τὸν Πατριάρχη τὴ σκυτάλη τῆς ἀναγνώσεως τῶν Εὐαγγελίων παίρνουν οἱ Ἀρχιερεῖς μὲ τὴ σειρὰ τῶν πρεσβείων τους, περιβεβλημένοι ἐπιτραχήλιο κι ὠμοφόριο. Τοὺς ἀκολουθοῦν οἱ κληρικοὶ τῆς Αὐλῆς κατὰ τὴ σειρὰ τοῦ ἀξιώματός τους, μὲ πρῶτο τὸν Μέγα Πρωτοσύγκελλο, κι αὐτοὺς ἄλλοι ἱερεῖς τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῶν γύρω Μητροπόλεων καὶ ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό. Ἡ ἀνάγνωση τῶν Εὐαγγελίων θὰ διαρκέσει καθ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἐψήσεως καὶ παρασκευῆς τοῦ Μύρου νυχθημερὸν μέχρι τὴ Μεγάλη Τετάρτη, ὥς τὴν ὥρα τοῦ ἱεροῦ Εὐχελαίου. Καθὼς διαβάζονται τὰ Εὐαγγέλια, κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη τῶν μυρεψῶν ἀνακατεύουν τοὺς λέβητες μὲ μακρυὲς ξύλινες κουτάλες, προσευχόμενοι σιωπηλά. Ἔχει κιόλας ἀρχίσει νὰ μοσχομυρίζει ὁ τόπος!... Τὴ Μεγάλη Τρίτη, μετὰ τὴν Προηγιασμένη, ὁ Πατριάρχης μὲ τοὺς Μητροπολίτες καὶ τὸν κλῆρο τῶν Πατριαρχείων μεταβαίνει ξανὰ στὸ χῶρο τῆς ἐψήσεως καὶ ψάλλουν τὴ Μικρὴ Παράκληση στὴ Θεοτόκο. Μνημονεύονται τὰ ὀνόματα ὅλων ὅσοι συνεισέφεραν σὲ εἴδη, χρῆμα ἤ προσωπικὴ ἐργασία γιὰ νὰ παρασκευασθῇ τὸ Ἅγιο Μύρον. Στὴ συνέχεια ὁ Πατριάρχης ρίχνει στοὺς λέβητες ἔλαιο, οἶνο καὶ τὰ ὑπόλοιπα ἀρώματα καὶ ἄνθηκι ἀρχίζει ξανὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν Εὐαγγελίων, ποὺ ἐξακολουθεῖ κατὰ τὴν τάξη τῆς προηγουμένης, ἐνῷ οἱ μυρεψοί, οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ πιστοὶ ἀναδεύουν τὸ παρασκεύασμα. Τὴ Μεγάλη Τετάρτη ἀκολουθεῖται τὸ ἴδιο τυπικό. Ὁ Πατριάρχης ἐπιχέει τὰ τελευταῖα αἰθέρια ἔλαια στὸ Μύρον καὶ καὶ στὴ συνέχεια ὁ Μέγας Ἐκκλησιάρχης μὲ τοὺς ἱερεῖς φέρνουν στοὺς μυρεψοὺς τὰ μυροδοχεῖα, ὅπου, μετὰ τὸν 8 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

ἀποστραγγισμό του, μεταγγίζεται τὸ Μύρον. Πρόκειται γιὰ δώδεκα μεγάλους ἀμφορεῖς μὲ δύο λαβές, ὀκτὼ ἀργυρὲς λυκήθους, εἰκοσιδύο μικρὰ ἀσημένια δοχεῖα καὶ τρεῖς μικρὲς μυροθῆκες, δυὸ ἀργυρὲς καὶ μιὰ ἀλαβάστρινη. Ὁ Πατριάρχης, ἀφοῦ ψαλλοῦν τὸ ἀπολυτίκιο καὶ τὸ κοντάκιο τῆς Πεντηκοστῆς, διαβάζει εὐχαριστήρια εὐχὴ γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς παρασκευῆς. Ὅταν τελειώσει ὅλη ἡ διαδικασία, ἱερεῖς μεταφέρουν τὰ δοχεῖα στὸ Πατριαρχικὸ Παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα, στὸ παλαιὸ κτήριο τοῦ Πατριαρχείου (Εὐγενίδειο). Θυμᾶμαι μὲ συγκίνηση μιὰ ὄμορφη φωτογραφία ἀπὸ τὸ Μύρον τοῦ 2002. Δείχνει τὸν Ἄρχοντα Μυρεψό, μετὰ τὴν κένωση τῶν λεβήτων, νὰ ἔχει ἀκουμπήσει τὰ χέρια καὶ τὸ μέτωπο στὸ χεῖλος ἑνὸς λέβητα καὶ νὰ προσεύχεται κατανενυγμένος. Εἶχε τελειώσει τὴν ἱερὴ ἀποστολή του. Ἀξιώθηκε! Πόσα δὲν θἄχε νὰ τοῦ πεῖ τὸ Μύρον! Πόσα δὲν εἶχε ὁ ἴδιος νὰ πεῖ στὸν Τελειωτὴ τοῦ Μύρου!... Τὸ ἴζημα ποὺ μένει στοὺς λέβητες τὸ παραλαμβάνουν ὁγιορεῖτες μοναχοί, τὸ ἀνακατεύουν μὲ δάκρυ, λιβάνι, μελισσοκέρι καὶ λάβδανο, τὸ πλάθουν σὰν ζυμάρι, τὸ κόβουν καὶ τὸ τοποθετοῦν σὲ μικρὰ κουτάκια, γιὰ νὰ τὸ μοιράσει κατόπιν ὁ Πατριάρχης ὡς εὐλογία στοὺς πιστούς. Τὸ πρωΐ τῆς Μεγάλης Πέμπτης ὁ Ὄρθρος τελεῖται στὸ Παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα καὶ κατόπιν γίνεται ἡ ἔνδυση τοῦ Πατριάρχου, καθὼς οἱ χοροὶ ψάλλουν τὸ θεσπέσιο «Ἄνωθεν οἱ Προφῆται Σὲ προκατήγγειλαν». Στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ τὸ Μύρον μας «οὐχ ἁπλῶς ἐνεργεῖται, ἀλλ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἱερουργίας τιθέμενον, κατὰ τὴν Ἁγίαν τε καὶ Μεγάλην Πέμπτην, ἐν τῶ τέλει τῆς ἱερουργίας εὐχαῖς ἱερολογούμενον, καὶ σφραγῖδι Θείου Σταυροῦ τελεσιουργούμενον καθὰ καὶ τὰ Θεῖα Μυστήρια» ὑπάρχει, κατὰ τὸν Ἅγιο Συμεὼν Θεσσαλονίκης (Περὶ τῶν Ἱερῶν Τελετῶν, P.G. 155, 189), τὰ δοχεῖα μὲ τὸ νέο Μύρον μεταφέρονται ἐν πομπῇ στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, καθὼς οἱ καμπάνες ἠχοῦν χαρμόσυνα. Προηγεῖται ὁ Τίμιος Σταυρὸς μὲ τὰ Ἑξαπτέρυγα, ἀκολουθοῦν οἱ χοροὶ τῶν ψαλτῶν ποὺ ψάλλουν τροπάρια τῆς Πεντηκοστῆς: «Πάντα χορηγεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον», «Ἐν τοῖς Προφήταις ἀνήγγειλας ἡμῖν ὁδοὺς σωτηρίας», τὸ ὁποῖο καὶ νομίζω πὼς ἐδῶ εἰδικὰ ὑπαινίσσεται, πλὴν τῶν ἄλλων, καὶ τὸ χωρίο τῆς Ἐξόδου περὶ Μύρου ποὺ πιὸ πάνω ἀναφέραμε, «Ἐν ταῖς αὐλαῖς Σου ὑμνήσω Σε» κ.ἄ. Πιὸ πίσω ἀκολουθεῖ ὁ Πριμηκήριος μὲ τὸ «διβάμβουλο», κατόπιν δυὸ Διάκονοι μὲ τὰ διακονικὰ Ἑξαπτέρυγα κ ὕστερα εἰκοσιτέσσερεις «φορεμένοι» ἀρχιμανδρίτες καὶ ἱερεῖς ποὺ ἀνὰ δύο κρατοῦν ἀπὸ ἕνα μεγάλο δοχεῖο. Ἀκολουθοῦν οἱ Ἀρχιδιάκονοι τῶν Μητροπόλεων Χαλκηδόνος, Δέρκων καὶ Πριγκηποννήσων μὲ θυμιατὰ καὶ δικηροτρίκηρα καὶ οἱ Ἀρχιερεῖς, ντυμένοι ὅλοι μὲ λαμπρὰ ἄμφια καὶ κρατοῦν ἀπὸ ἕνα μυροδοχεῖο. Ὁ πρῶτος τῇ τάξει κρατᾶ τὸ ἀλάβαστρο ποὺ περιέχει Ἅγιο Μύρον (ἀπὸ τὸ ὑπάρχον παλαιὸ) καὶ ὁ δεύτερος ἀλάβαστρο μὲ μὴ καθαγιασμένο (ἀπὸ τὸ νέο). Μαζὶ μὲ τοὺς Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου προσκαλοῦνται νὰ συνιερουργήσουν καὶ Ἀρχιερεῖς ἐκπρόσωποι τῶν ἄλλων πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων καὶ τῶν Αὐτοκεφάλων καὶ Αὐτονόμων Ἐκκλησιῶν. Ὅλοι κρατοῦν ἀπὸ ἕνα δοχεῖο μὲ Μύρον. Τελευταῖος ἔρχεται ὁ Πατριάρχης ποὺ κρατεῖ τὴ μικρὴ μυροθήκη, περιστοιχούμενος ἀπὸ τοὺς τέσσερεις Πατριαρχικοὺς Διακόνους, τὸν Μέγα Πρωτοσύγκελλο καὶ τὸν Ἀρχιγραμματέα τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου. Οἱ μεγάλοι ἀμφορεῖς τοποθετοῦνται στὸ σολέα, μπροστὰ στὶς εἰκόνες τοῦ τέμπλου. Τὰ μικρὰ ἀσημένια μυροδοχεῖα πίσω ἀπὸ τὴν ἁγία τράπεζα σὲ προευτρεπισμένο τραπέζι, οἱ λήκυθοι γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο, ἐνῶ δύο ἀλάβαστρα, ἕνα μὲ ἁγιασμένο (παλαιὸ) Μύρον κι ἕνα μὲ μὴ ἁγιασμένο (καινούργιο), τοποθετοῦνται στὴν ἁγία Πρόθεση. Ἡ Πατριαρχικὴ καὶ πολυαρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία τῆς Μεγάλης Πέμπτης προχωρεῖ. Στὴ Μεγάλη Εἴσοδο, μαζὶ μὲ τὰ Τίμια Δῶρα, θὰ λιτανευθῆ καὶ τὸ Μύρον. Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 9

Προηγεῖται ὁ Μέγας Ἀρχιμανδρίτης κρατώντας τὸ ἀλάβαστρο μὲ Ἅγιο Μύρον. Ὁ Πατριάρχης κάνει μετάνοια, τὸ παίρνει καὶ τὸ τοποθετεῖ δεξιὰ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Ἀκολουθεῖ ὁ Μέγας Σύγκελλος μὲ ἀλάβαστρο ποὺ περιέχει ποσότητα ἀπὸ τὸ νέο Μύρον. Αὐτὸ τοποθετεῖται ἀριστερὰ ἀπὸ τὸ Δισκάριο. Ἀκολουθοῦν οἱ ἱερεῖς ποὺ εἰσοδεύουν ὅλα τὰ μεγάλα καὶ μικρὰ δοχεῖα μὲ τὸ νέο Μύρον καὶ κατόπιν ἔρχονται τὰ Τίμια Δῶρα. Ὁ Πατριάρχης ἀφοῦ μνημονεύσει «Πάσης Ἐπισκοπῆς Ὀρθοδόξων» καὶ τὰ ὀνόματα τῶν Προκαθημένων τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν καταλογάδην, μνημονεύει τὰ ὀνόματα ὅλων ἐκείνων ποὺ προσέφεραν τὰ ἀπαραίτητα ὑλικὰ καὶ οὐσίες ἤ χρήματα γιὰ τὴν παρασκευὴ τοῦ Μύρου, καθὼς καὶ τῶν Μυρεψῶν. Μετὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων, «σιωπῆς γενομένης» κατὰ τὸ τυπικό, ὁ Ἀρχιδιάκονος ἐκφωνεῖ «Πρόσχωμεν!» κι ὁ Πατριάρχης εὐλογεῖ ἕνα-ἕνα ὅλα τὰ δοχεῖα, ἐνῶ οἱ Ἀρχιερεῖς ψάλλουν ὕμνους τῆς Πεντηκοστῆς. Ξανὰ «Πρόσχωμεν!» καὶ νέα εὐλογία τῶν δοχείων. Οἱ Διάκονοι ἀπαγγέλλουν τμηματικὰ τὸν ψαλμικὸ στίχο «Ἰδοὺ δὴ τί καλὸν ἤ τί τερπνόν» καὶ ὁ Πατριάρχης ἐκφωνεῖ: «Ἡ χάρις τοῦ Ἀνάρχου Πατρὸς εἴη καθαγιάζουσα τόδε τὸ Ἅγιον Μύρον!». «Ἡ χάρις τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἴη μετὰ σοῦ, Μύρον Ἅγιον!». «Ἡ χάρις τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος εἴη μετὰ σοῦ, Μύρον Ἅγιον!». Ὥρα μοναδικῆς συγκινήσεως!... Καὶ οἱ λίθοι ριγοῦν!... Ὁ Πατριαρχικὸς Ναὸς εἶναι ἤδη Ὑπερῷο τῆς Ἱερουσαλήμ, τόπος Ἐπιφοιτήσεως! (Ποῦ εἶναι οἱ Προτεστάντες καὶ ὄχι μόνον! νὰ δοῦν τί χάνουν; Ποῦ εἶναι οἱ Πεντηκοστιανοὶ μὲ τὰ κωμικὰ καμώματα καὶ πιστεύματά τους, νὰ δοῦν κατὰ ποῦ πνέει ὁ Παράκλητος;). Κατόπιν ὁ Πατριάρχης γονατίζει καὶ λέει τὴν εὐχὴ τοῦ καθαγιασμοῦ καὶ παρακαλεῖ τὸν Θεὸ νὰ ἐξαποστείλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα Του καὶ νὰ ἁγιάσει τὸ Μύρον, νὰ τὸ καταστήσει «Μύρον ἀγαλλιάσεως Πνεύματος Ἁγίου, μύρον ἀναγεννήσεως, ἁγιασμοῦ χρῖσμα, βασιλικὸν ἔνδυμα, θώρακα δυνάμεως εἰς ἀποτροπὴν πάσης διαβολικῆς ἐνεργείας, σφραγῖδα ἀνεπιβούλευτον, ἀγαλλίαμα καρδίας, εὐφροσύνην αἰώνιον». Εὐλογεῖ γιὰ τρίτη φορὰ ἕνα-ἕνα τὰ μυροδοχεῖα, λέγοντας: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!», ἐνῷ ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ κληρικοὶ συμπροσεύχονται γονυκλινεῖς. Κατόπιν διαβάζει ἀκόμη μιὰ εὐχαριστήρια εὐχὴ καὶ τὸ Ἅγιο Μύρον εἶναι πιὰ τετελειωμένο, ἕτοιμο νὰ ἁγιάσει τοὺς πιστοὺς στὰ πέρατα τοῦ κόσμου. Στὸ τέλος σχηματίζεται πομπὴ καὶ λιτανεύεται τὸ Ἅγιο Μύρον ἀπὸ τὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ μέχρι τὸν Πύργο τοῦ Πατριαρχείου, στὸ ἰσόγειο τοῦ ὁποίου εἶναι τὸ Μυροφυλάκιο καὶ ἐκεῖ ἐγχύνεται στὰ μεγάλα δοχεῖα. Ἀπ ἐδῶ θὰ τὸ παραλαμβάνουν οἱ κατὰ τόπους Ἐκκλησίες γιὰ τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ σωτηρία τῶν πιστῶν, οἱ ὁποῖοι καὶ καλοῦνται νὰ φυλάξουν τὴ σφραγῖδα του «ἄσπιλον Ἔστι γὰρ τοῦτο τὸ ἅγιον πνευματικόν, σώματος φυλακτήριον καὶ ψυχῆς σωτήριον». (Ἅγ. Κύριλλος Ἱεροσολύμων, Μυσταγωγικὴ Κατήχησις 3, 7). Θὰ καταστέψουμε τὶς περὶ Ἁγίου Μύρου πενιχρὲς αὐτὲς γραμμὲς μ ἕνα ὑπέροχο ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴ Γ Μυσταγωγικὴ Κατήχηση (καὶ πάλι!) τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων: «Ὅρα μὴ ὑπονοήσῃς ἐκεῖνο τὸ μύρον ψιλὸν εἶναι. Ὥσπερ γὰρ ὁ ἄρτος τῆς Εὐχαριστίας, μετὰ τὴν ἐπίκλησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οὐκ ἔτι ἄρτος λιτός, ἀλλὰ Σῶμα Χριστοῦ, οὕτω καὶ τὸ ἅγιον τοῦτο Μύρον οὐκ ἔτι ψιλόν, οὐδ ὡς ἄν εἴποι τις κοινὸν μετ ἐπικλήσεως, ἀλλὰ Χριστοῦ χάρισμα, καὶ Πνεύματος Ἁγίου παρουσίας τῆς Αὐτοῦ Θεότητος ἐνεργητικὸν γινόμενον. Ὅπερ συμβολικῶς ἐπὶ μετώπου καὶ τῶν ἄλλων σου χρίεται αἰσθητηρίων. Καὶ τῷ μὲν φαινομένῳ μύρῳ τὸ σῶμα χρίεται, τῷ δὲ Ἁγίῳ καὶ Ζωοποιῶ Πνεύματι ἡ ψυχὴ ἁγιάζεται» (Μυστ. Κατήχησις Γ, 3). 10 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΜΥΡΟΝ ΚΑΙ Η ΠΕΝΤΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ Kαθ. Βλασίου Ἰ. Φειδᾶ * 1. Τό «ἅγιον μύρον» συνδέθηκε ἀπό τή μεταποστολική ἤδη ἐποχή μέ τό μυστήριο τοῦ Χρίσματος ἤ γιά νά συμπληρώση ἤ καί γιά νά ἀναπληρώση τήν ἀποστολική παράδοση, ἡ ὁποία συνέδεε τό χρῖσμα μέ τήν ἐπίθεση στούς λαβόντας τό βάπτισμα τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἤ τῶν διαδόχων τους στήν ἀποστολική λειτουργία τῆς ἐπισκοπῆς (Π. Τρεμπέλα, Δογματική, ΙΙΙ, 120 κἑξ.). Οἱ λόγοι τῆς εἰσαγωγῆς τῆς τελετουργίας αὐτῆς στά πλαίσια τῆς ἀκολουθίας τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος ἀπό τά μέσα προφανῶς τοῦ Β αἰώνα δέν εἶναι σαφεῖς, εἶναι ὅμως σαφής ἡ τυπολογική σχέση της πρός τήν ἰουδαϊκή παράδοση γιά τόν λόγο, τόν τρόπο καί τή χρήση τοῦ κατασκευαζόμενου ἀπό εἰδικό «μυρεψό» εὐώδους μύρου γιά τή χρίση τόσο βασιλέων καί προφητῶν («χριστοί Κυρίου»), ὅσο καί ἱερέων, τῆς σκηνῆς καί τῶν σκευῶν τῆς ἰουδαϊκῆς λατρείας κατά τόν καθαγιασμό τους (Ἔξ., 30,22-33). Ὁ Εἰρηναῖος (Κατά αἱρέσεων, Ι,21,3-4) ἀναφέρει ὅτι διάφορες ὁμάδες τῶν Γνωστικῶν χρησιμοποιοῦσαν τό μύρον, ὑπό τήν ἐπίδραση προφανῶς τῆς ἰουδαϊκῆς παραδόσεως, γιά τήν τελείωση τῶν μελῶν τους στήν κατάκτηση τῆς λυτρωτικῆς «γνώσεως»: «μυρίζουσι τόν τετελεσμένο, τό ὀπῷ τῷ ἀπό βαλσάμου. Τό γάρ μύρον τοῦτο τύπον τῆς ὑπέρ τοῦ ὅλα εὐωδίας εἶναι λέγουσιν. Ἔνιοι δ αὐτῶν τό μέν ἄγειν ἐπί τό ὕδωρ ( Βάπτισμα) περισσόν εἶναι φάσκουσι, μίξαντες δέ ἔλαιον καί ὕδωρ ἐπί τό αὐτό, ἐπιβάλλουσι τῇ κεφαλῇ τῶν τελειουμένων καί τοῦτ εἶναι τήν ἀπολύτρωσιν θέλουσι». Ἐν τούτοις, ὁ Θεόφιλος Ἀντιοχείας (169-180) στήν πραγματεία του πρός Αὐτόλυκον (Ι, 12) θεωρεῖ ἤδη καθιερωμένη τήν χρίση μέ ἔλαιον («Τίς δέ ἄνθρωπος εἰσελθών εἰς τόνδε τόν βίον ἤ ἀθλῶν οὐ χρίεται ἐλαίῳ; Ποῖον δέ ἔργον ἤ κόσμιον δύναται εὐμορφίαν ἔχειν, ἐάν μή χρισθῇ καί στιλβωθῇ; Εἶτα ἀήρ μέν καί πᾶσα ἡ ὑπ οὐρανόν τρόπῳ τινί χρίεται φωτί καί πνεύματι. Σύ δέ οὐ βούλει χρισθῆναι ἔλαιον Θεοῦ; Τοιγαροῦν ἡμεῖς τούτου ἕνεκεν καλούμεθα χριστιανοί, ὅτι χριόμεθα ἔλαιον Θεοῦ»). Ἡ ἰουδαϊκή ὅμως ἐπίδραση ἦταν ἐντονώτερη στούς Μοντανιστές, ὅπως συνάγεται καί ἀπό τή συγκροτημένη θεολογική προβολή τῆς τελετῆς τοῦ χρίσματος τοῦ ἀσπασθέντος τόν Μοντανισμό Τερτυλιανοῦ, ἡ ὁποία ἐξέφραζε καί τήν ὀρθόδοξη παράδοση (Π. Τρεμπέλα, Δογματική, ΙΙΙ, 125 κἑξ.). Εἶναι λοιπόν εὐνόητον ὅτι, συμφώνως πρός τήν ἀποστολική παράδοση, ἡ τελετή τοῦ χρίσματος εἴτε μέ τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν εἴτε μέ τό ἁγιασμένο ἔλαιον ἀνῆκε στήν ἀποκλειστική ἐξουσία ἤ ἁρμοδιότητα τοῦ ἐπισκόπου κάθε τοπικῆς ἐκκλησίας, τουλάχιστον μέχρι τά μέσα τοῦ Β αἰώνα, ἐνῶ μετά τά μέσα τοῦ αἰώνα αὐτοῦ ὁ ἐπίσκοπος παραχωροῦσε τό δικαίωμα χρίσεως τῶν βαπτιζομένων καί σέ πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς του δικαιοδοσίας. Ὡστόσο, τά μέσα τοῦ Β αἰώνα ἀποτελοῦν συγχρόνως καί τήν ἀφετηρία τόσο γιά τήν μετάβαση ἀπό τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν πρός τή χρίση τῶν βαπτιζομένων ἀπό τόν οἰκεῖο ἐπίσκοπο, ὅσο καί γιά τήν ἐκχώρηση ἀπό τόν ἐπίσκοπο καί σέ πρεσβυτέρους τοῦ δικαιώματος τελέσεως τοῦ χρίσματος, κατ ἀναφοράν πάντοτε πρός τόν οἰκεῖο ἐπίσκοπο. Προφανῶς, γι αὐτό κατά τή γνώμη μας, καί οἱ δύο αὐτές τάσεις διαμορφώθηκαν γιά νά καλύψουν συγκεκριμένες ἐκκλησιαστικές ἀνάγκες, ἀφοῦ προέκυψαν ἀπό τή διάσπαση τῆς ἐπισκοποκεντρικῆς ἐνορίας κάθε τοπικῆς ἐκκλησίας σέ περισσότερες ἐνορίες, * Ὁ κ. Βλ. Φειδᾶς εἶναι Ὁμότιμος Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 11

στίς ὁποῖες οἱ πρεσβύτεροι τελοῦσαν, κατ ἀναφοράν πάντοτε πρός τόν οἰκεῖο ἐπίσκοπο, ὄχι μόνο τή θ. εὐχαριστία καί τό βάπτισμα, ἀλλά καί τό χρῖσμα στούς βαπτιζομένους, ὅταν βεβαίως δέν ἦταν δυνατή ἡ τέλεσή του ἀπό τόν ἐπίσκοπο (Β. Ι. Φειδᾶ, Ὁ θεσμός τῆς Πενταρχίας τῶν πατριαρχῶν, Ι, Ἀθῆναι 1969, 21. Τοῦ αὐτοῦ, Ἐκκλ. Ἱστορία, Ι, Ἀθῆναι 1989, 188 κἑξ.). Προφανῶς, ἡ διάσπαση τῆς ἐπισκοποκεντρικῆς ὀργανώσεως σέ πολλές ἐνορίες κάθε τοπικῆς ἐκκλησίας ἐπιτάχυνε τόσο τήν καθιέρωση τῆς χρίσεως τῶν βαπτιζομένων μέ ἤ καί χωρίς τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν τοῦ ἐπισκόπου, ὅσο καί τή διάκριση τῆς σχετικῆς τελετῆς γιά τόν καθαγιασμό τοῦ μύρου τοῦ χρίσματος ἀπό τήν ἀντίστοιχη τελετή γιά τό ἔλαιον τοῦ Βαπτίσματος. Ἔτσι, στό Εὐχολόγιον τοῦ Σεραπίωνος Θμούεως ἡ εὐχή XV ἀναφέρεται στήν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος («Εἰς τό ἄλειμμα τῶν φωτιζομένων»), ἐνῶ ἡ εὐχή XVI ἀναφέρεται «εἰς τό χρῖσμα, ἐν ᾧ χρίονται οἱ βαπτισθέντες» ὥστε νά ἐνεργήσῃ «ἐν χρίσματι τούτῳ ἐνέργειαν, θείαν καί οὐράνιον, ἵνα οἱ βαπτισθέντες καί χριόμενοι ἐν αὐτῷ μέτοχοι γένωνται τῆς δωρεᾶς τοῦ ἁγίου Πνεύματος». Βεβαίως, ὁ καθαγιασμός τοῦ ἁγίου μύρου ἀνῆκε στήν ἀποκλειστική ἐξουσία τοῦ ἐπισκόπου, ὁ ὁποῖος εὐλογοῦσε τό ἅγιον μύρον στήν ἐπισκοπή του καί παραχωροῦσε τό δικαίωμα χρίσεως τῶν βαπτιζομένων μέ αὐτό καί στούς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς του δικαιοδοσίας. Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό, ὁ κανόνας 48 τῆς Λαοδικείας ὅριζε, «ὅτι δεῖ τούς φωτιζομένους μετά τό Βάπτισμα χρίεσθαι χρίσματι ἐπουρανίῳ καί μετόχους εἶναι τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ» (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., ΙΙΙ, 215-216), ἐνῶ ὁ κανόνας 7 τῆς αὐτῆς συνόδου ὅριζε, ὅτι τούς ἐπιστρέφοντας ἀπό τίς αἱρέσεις «μή προσδέχεσθαι πρίν ἀναθεματίσωσι πᾶσαν αἵρεσιν», «χρισθέντας τε τῷ ἁγίῳ χρίσματι, οὕτω κοινωνεῖν τῶν μυστηρίων τῶν ἁγίων» (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, ΙΙΙ, 176-177). Ἐν τούτοις, ὁ αὐστηρός κανόνας 6 τῆς συνόδου τῆς Καρθαγένης (419) ὅριζε ὅτι «χρίσματος ποίησιν καί κορῶν καθιέρωσιν ὑπό πρεσβυτέρων μή γίνεσθαι, μήτε δέ καταλλάξαι τινά εἰς δημοσίαν λειτουργίαν πρεσβυτέρῳ ἐξεῖναι» (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., ΙΙΙ, 309-313). Ἡ ἐξέλιξη ὅμως τῆς ἐκκλησιαστικῆς διοικήσεως ἐπηρέασε τήν ἀνάπτυξη ὄχι μόνο τοῦ τελετουργικοῦ τύπου τῆς εἰδικῆς τελετῆς παρασκευῆς καί καθαγιασμοῦ τοῦ μύρου, ἀλλά καί τῆς ἰδιαιτέρας σημασίας του γιά τή βεβαίωση τῆς ἑνότητας τόσο του τοπικοῦ, ὅσο καί τοῦ ἀνά τήν Οἰκουμένη ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στήν κοινωνία τῆς πίστεως καί στόν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης. Ἡ καθιέρωση λοιπόν τοῦ πατριαρχικοῦ συστήματος ἀπό τήν Δ Οἰκουμενική σύνοδο (451) ἄνοιξε νέες προοπτικές, ὄχι μόνο γιά τήν παγίωση τῶν λειτουργικῶν τύπων, ἀλλά καί γιά τή θεολογική ἑρμηνεία τῆς σημασίας τῆς μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν πνευματική τελείωση τῶν μελῶν της, ἀφοῦ οἱ πέντε πατριαρχικοί θρόνοι συνδύαζαν τήν ἐθιμικῶς ἀναγνωριζόμενη σέ αὐτούς ἐξαιρετική αὐθεντία τῶν «πρεσβείων τιμῆς» γιά τήν προστασία τῆς ὀρθοδοξίας τῆς πίστεως μέ τήν ἀπόδοση σέ αὐτούς τῆς ἀνώτατης ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας σέ ὅλες τίς μητροπόλεις, ἀρχιεπισκοπές καί ἐπισκοπές, γι αὐτό καί ἡ τελετή παρασκευῆς καί καθαγιασμοῦ τοῦ ἁγίου μύρου περιῆλθε πλέον στήν ἄμεση ἤ ἔμμεση ἐποπτεία τοῦ πατριάρχη κάθε ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας. Στά θεσμικά αὐτά πλαίσια ἐξελίχθηκε λοιπόν καί ἡ ἀνάπτυξη τῆς παραδόσεως γιά τό ἅγιον μύρον. Συμφώνως πρός τήν ἐκκλησιαστική παράδοση, ἡ ὁποία διασώθηκε ἀπό τόν Θεόδωρο Ἀναγνώστη (Ἐκκλ. Ἱστορία, ΙΙ, 4-8) καί τόν Νικηφόρο Κάλλιστο (Ἐκκλ. Ἱστορία, XV, 28), ὁ ἀντιχαλκηδόνιος πατριάρχης Ἀντιοχείας Πέτρος Κναφεύς (471, 475-477, 485-488) ὑπῆρξε ὁ πρῶτος, ὁ ὁποῖος εἰσήγαγε τήν πανηγυρική εἰδική τελετή καθαγιασμοῦ τοῦ ἁγίου μύρου. Κατά τόν Θεόδωρον Ἀναγνώστην «Πέτρον φησί τόν Κναφέα ἐπινοῆσαι τό μυστήριον ( μύρον) ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐπί παντός τοῦ λαοῦ ἁγιάζεσθαι, καί τήν ἐπί τῶν ὑδάτων 12 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

ἐν τοῖς Θεοφανίοις ἐπίκλησιν ἐν τῇ ἑσπέρᾳ γενέσθαι, καί ἐν ἑκάστῃ εὐχῇ τήν Θεοτόκον ὀνομάζεσθαι, καί ἐν πάσῃ συνάξει τό Σύμβολον λέγεσθαι». Τή σπουδαία αὐτή μαρτυρία ἐπανέλαβε καί ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος, «φασί γέ μην τόν Κναφέα Πέτρον καί τέσσαρα ταῦτα κάλλιστα τῇ καθόλου Ἐκκλησίᾳ ἐπινοῆσαι τήν τοῦ θείου μύρου κατασκευήν ἐπί παντός τοῦ λαοῦ ἁγιάζεσθαι, τήν ἐν τοῖς Θεοφανίοις τῶν ὑδάτων ἐν ἑσπέρᾳ θείαν ἐπίκλησιν, τό τε ἅγιον Σύμβολον ἐν πάσῃ συνόδῳ παρρησίᾳ ἐξάδεσθαι, ἅπαξ πρότερον τῇ ἁγίᾳ καί μεγάλῃ Παρασκευῇ μόνον λεγόμενον, καί ἐν πάσῃ εὐχῇ τήν Θεοτόκον κατονομάζεσθαι καί ταύτης τήν θείαν κλῆσιν ἐπικαλεῖσθαι». Ὁ χρόνος καί ὁ τρόπος τῆς εἰδικῆς αὐτῆς τελετῆς, ἡ ὁποία παρέμεινε σέ γενικές γραμμές ἡ αὐτή μέχρι σήμερον, περιγράφονται μέ ἔξοχο τρόπο ἀπό τόν συντάκτη τῶν ἀποδιδομένων στόν Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγείτη περιφήμων ἔργων, ἐνῶ συγχρόνως ἐνισχύεται καί ἡ γνώμη τοῦ γράφοντος γιά τήν ταύτιση τοῦ συντάκτη τους μέ τό πρόσωπο τοῦ πατριάρχη Ἀντιοχείας Πέτρου τοῦ Κναφέα, ὁ ὁποῖος καλύπτει ὅλα τά κριτήρια τόσο γιά τό θεολογικό βάθος (νεοπλατωνική παιδεία στή φιλοσοφική σχολή τῶν Ἀθηνῶν, ἀσκητική ἐμπειρία στά μοναστήρια τῶν ὠριγενιστῶν τῆς Παλαιστίνης, λειτουργικό ζῆλο στήν μονή τῶν Ἀκοιμήτων τῆς Κπόλεως, ὑπέρμαχος τῆς Χριστολογίας τοῦ Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας κ.λπ.). ὅσο καί τήν ἀναγκαιότητα γιά τήν ἐπιλογή τῆς ψευδωνυμίας (Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης), ἀφοῦ ἦταν πολέμιος τῆς Δ Οἰκουμενικῆς συνόδου (Β. Ι. Φειδᾶ, Ἐκκλ. Ἱστορία, Ι, Ἀθῆναι 1989, 665-667). Ὁ καθ ἡμᾶς συγγραφέας τῶν ἀρεοπαγιτικῶν ἔργων Πέτρος ὁ Κναφεύς στό περίφημο ἔργο του «Περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας» σέ εἰδικό κεφάλαιο, ὑπό τόν τίτλο «περί τῶν ἐν μύρῳ τελουμένων καί τῶν ἐν αὐτῷ τελειουμένων», περιέγραψε μέ ἐντυπωσιακή θεολογική πληρότητα ὄχι μόνο τήν τελετουργία τοῦ καθαγιασμοῦ ἀπό τόν ἐπίσκοπο στά πλαίσια τῆς θ. λειτουργίας, ἀλλά καί τήν μυστική ἑρμηνεία τῆς συνθέσεως, τοῦ καθαγιασμοῦ καί τῆς μεταδόσεως τοῦ ἁγίου μύρου: «1. Τοσαῦτα τῆς ἁγιωτάτης συνάξεως ἐστι ( θείας λειτουργίας) καί οὕτω καλά τά νοητά θεάματα τήν πρός τό ἕν ἡμῶν, ὡς πολλάκις εἰρήκαμεν, ἱεραρχικῶς ἱερουργοῦντα κοινωνίαν καί σύναξιν. Ἀλλ ἔστι ταύτης ( θείας λειτουργίας) ὁμοταγής ἑτέρα τελετουργία, μύρου τελετήν αὐτήν οἱ καθηγεμόνες ἡμῶν ὀνομάζουσι. Τά μέρη τοίνυν αὐτῆς ἐν τάξει κατά τάς ἱεράς εἰκόνας ἐπισκοπήσαντες, οὕτω πρός τό ἐν αὐτοῖς διά τῶν μερῶν ἱεραρχικαῖς θεωρίαις ἀναχθησόμεθα. Μυστήριον τελετῆς μύρου: Κατά τόν αὐτόν τῆς συνάξεως τρόπον, αἱ τῶν ἀτελειώτων ἀπολύονται τάξεις, προηγησαμένων δηλαδή τῆς τε ἱεραρχικῆς ἐπί πᾶν τό ἱερόν εὐόσμου περιαγωγῆς καί τῆς ψαλμικῆς ἱερολογίας καί τῆς τῶν θειοτάτων λογίων ἀναγνώσεως. Εἶτα τό μύρον ὁ ἱεράρχης, λαβών ἐπιτίθησι τῷ θείῳ θυσιαστηρίῳ, περικεκαλυμμένον ὑπό δυοκαίδεκα πτέρυξιν ἱεραῖς, ἀναβοώντων ἁπάντων ἁγιωτάτῃ φωνῇ τό ἱερόν τῶν θεολήπτων προφητῶν ἐπιπνοίας μελώδημα, καί, τήν ἐπ αὐτῷ τελουμένην εὐχήν ἀποπληρώσας, ἐν ταῖς ἁγιωτάταις τῶν ἀφιερουμένων τελεταῖς αὐτῷ χρῆται πρός πᾶσαν σχεδόν ἱεραρχικήν τελετουργίαν. 2. Θεωρία: Ἡ μέν οὖν εἰσαγωγική τῆς τελειωτικῆς ταύτης ἱερουργίας ἀναγωγή, διά τῶν κατά τό θεῖον μύρον ἱερῶς δρωμένων, ἐκεῖνο οἶμαι δηλοῖ, τό περικεκαλύφθαι τῶν ὁσίων ἀνδρῶν τό κατά νοῦν ἱερόν καί εὐῶδες, ἥτις ἐνθέως ἐγκελεύεται τοῖς ἱεροῖς ἀνδράσι, μή φαινομένας ἔχειν ἐπί δόξῃ κενῇ τάς κατ ἀρετήν τοῦ κρυφίου Θεοῦ καλάς καί εὐώδεις ἀφομοιώσεις Οὕτω τοῖς φιλοκάλοις ἐν νῷ γραφεῦσιν ἡ πρός τό εὐῶδες καί κρύφιον κάλλος ἀτενής καί ἀπαρέγκλιτος θεωρία τό ἀπλανές δωρήσεται καί θεοειδέστατον ἴνδαλμα 4. Λέγομεν τοίνυν, ὡς ἡ τοῦ μύρου σύνθεσις συναγωγή τις ἐστιν εὐπνόων ὑλῶν ἐν ἑαυτῇ πλουσίους ἔχουσα ποιότητας εὐόσμους, ἧς οἱ μετασχόντες εὐωδιάζονται, κατά τήν ἀναλογίαν τοῦ ποσοῦ τοῖς ἐγγενομένοις αὐτοῖς τοῦ εὐώδους μεθέξεως, πεπείσμεθα δέ εἶναι τό θεαρχικώτατον Ἰησοῦν Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 13

ὑπερουσίως εὐώδη, νοηταῖς διαδόσεσι τό νοερόν ἡμῶν ἀποπληροῦντα θείας ἡδονῆς 11. Ἀλλά μήν καί αὐτῷ τῷ τελεσθέντι τήν ἱερωτάτην τῆς θεογενεσίας ( Βαπτίσματος) τελετήν τήν τοῦ θεαρχικοῦ Πνεύματος ἐπιφοίτησιν, ἡ τοῦ μύρου δωρεῖται τελειωτική χρίσις, ὑποτυπούσης, ὡς οἶμαι, τῆς ἱερᾶς τῶν συμβόλων εἰκονογραφίας, ὑπ αὐτοῦ τοῦ δι ἡμᾶς ἀνθρωποπρεπῶς τῷ θεαρχικῷ Πνεύματι καθαγιασθέντος, ἀναλλοιώτῳ τῆς οὐσιώδους θεότητος ἕξει ( Χριστός), τό θειότατον Πνεῦμα χορηγούμενον. 12. Καί τοῦτο δέ ἱεραρχικῶς ἐννόησον, ὅτι καί τοῦ θείου θυσιαστηρίου τήν ἱεράν τελείωσιν ἡ τῶν ἁγιωτάτων τελετῶν θεσμοθεσία, ταῖς τοῦ ἱερωτάτου μύρου τελετουργεῖ παναγέσιν ἐπιχύσεσιν Εἰ γάρ ἐστι τό θειότατον ἡμῶν θυσιαστήριον Ἰησοῦ, ἡ θεαρχική τῶν θείων νοῶν ἀφιέρωσις, ἐν ᾧ τά τελούμενα καί ἁγιάζεται, πρός αὐτοῦ τοῦ θειοτάτου μύρου τελούμενον. Ἁγιάζει γάρ ὑπέρ ἡμῶν ἑαυτόν ὁ παναγιώτατος Ἰησοῦς καί πάσης ἡμᾶς ἁγιαστείας ἀποπληροῖ, τῶν ἐπ αὐτῷ τελουμένων οἰκονομικῶς εἰς ἡμᾶς ὡς θεογεννήτους ( μέ τό βάπτισμα), λοιπόν ἀγαθουργικῶς διαβαινόντων» (Περί ἐκκλ. ἱεραρχίας, IV, 1-12, PG 3, 472-486). Ὁ τρόπος ὅμως χρίσεως τῶν βαπτισθέντων ἀπό τόν ἐπίσκοπο εἶναι ἐπίσης πολύ σημαντικός γιά τήν ἑρμηνεία τῆς ἐξελίξεως τῆς σχέσεως τῶν πέντε πατριαρχῶν πρός τήν τελετή τοῦ καθαγιασμοῦ καί τῆς μεταδόσεως τοῦ ἁγίου μύρου ὄχι μόνο στίς μητροπόλεις, ἀρχιεπισκοπές καί ἐπισκοπές τῆς κανονικῆς τους δικαιοδοσίας. Ὁ τρόπος χρίσεως, κατά τήν παλαιά παράδοση καί τήν μέχρι σήμερον ἰσχύουσα ἐκκλησιαστική πράξη, συνδεόταν, ὅπως τονίζει ὁ Κύριλλος Ἱεροσολύμων στίς μυσταγωγικές Κατηχήσεις, μέ τό μυστήριο τοῦ χρίσματος καί γινόταν «στό πρόσωπον καί τά ἄλλα αἰσθητήρια» ὄργανα τοῦ βαπτισθέντος, ἤτοι «πρῶτον ἐχρίεσθε ἐπί τό μέτωπον, ἵνα ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου κατοπτρίζητε. Εἶτα ἐπί τά ὦτα, ἵνα προσλάβητε τά ἀκουστικά τῶν θείων μυστηρίων ὦτα Εἶτα ἐπί τήν ὄσφρησιν, ὅπως τοῦ θείου ἀντιλαμβανόμενοι μύρου λέγητε Χριστοῦ εὐωδία ἐσμέν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σωζομένοις»(pg 33, 1092). Τήν παράδοση αὐτή ἀνακεφαλαιώνει ὁ κανόνας 7 τῆς Β Οἰκουμενικῆς συνόδου (381) καί γιά τούς ἐπιστρέφοντας στήν Ἐκκλησία αἱρετικούς, «χριομένους πρῶτον τῷ ἁγίῳ μύρῳ τό τε μέτωπον, καί τούς ὀφθαλμούς, καί τάς ρίνας, καί τό στόμα, καί τά ὦτα», ἤτοι τά ὄργανα τῶν πέντε αἰσθήσεων τῆς κεφαλῆς τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., ΙΙ, 187-191). Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ἡ καθιερωμένη στή βιβλική παράδοση τυπολογική ἀναλογία τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας πρός τό ἀνθρώπινο σῶμα γιά τήν προβολή τῆς ὀργανικῆς ἑνότητας καί τῆς ἀλληλέγγυας λειτουργίας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος συνεπαγόταν καί τήν ἑνότητα τῆς κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ὁ θεῖος ἱδρυτής της Χριστός εἶναι τόσο τό σῶμα, ὅσο καί ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὡστόσο, ἡ παραδοσιακή ἔμφαση τῆς συνδέσεως τῆς ἑνότητας τῆς κεφαλῆς μέ τόν πρῶτο σέ κάθε διοικητικό σχῆμα (μητροπολίτη στό ἐπαρχικό, ἀρχιεπίσκοπο ἤ ἔξαρχο στό ἐξαρχικό, πατριάρχη στό πατριαρχικό σύστημα), συμφώνως πρός τό πνεῦμα τοῦ 34 ἀποστολικοῦ κανόνα, συνεπαγόταν τήν παραδοχή ὡς πέντε διοικητικῶν κεφαλῶν τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τῶν πέντε πατριαρχῶν, οἱ ὁποῖοι, καίτοι προβλήθηκαν ὡς οἱ αὐθεντικοί ἐγγυητές τῆς παραδεδομένης πίστεως, δέν ἀπέφυγαν πάντοτε ἐπικίνδυνες παρεκκλίσεις σέ ζητήματα πίστεως ἤ κανονικῆς τάξεως. Οἱ τραγικές συνέπειες τοῦ σχίσματος τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως (1054) προκάλεσαν σοβαρό πλῆγμα ὄχι μόνο στήν καθιερωμένη ἀρχή τῆς ὁμοφροσύνης τῶν πέντε πατριαρχῶν, ἀλλά καί στήν τυπολογία τῶν «πέντε κεφαλῶν» τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀφοῦ ἡ μία κεφαλή, ὁ παπικός θρόνος, ἀποκόπηκε ἀπό τήν κοινωνία τῶν ὀρθοδόξων πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς. 2. Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, μετά τό σχίσμα τοῦ ΙΑ αἰώνα, προβλήθηκε μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση ἡ τυπολογική ἀναλογία τῆς Πενταρχίας τῶν πα- 14 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

τριαρχῶν ὄχι πλέον πρός τίς πέντε κεφαλές τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀλλά πρός τίς πέντε αἰσθήσεις τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ἀφ ἑνός μέν γιά νά ὑποστηριχθῆ ἡ ἀποκλειστικότητα καί τό ἀπαραβίαστο τῆς αὐθεντίας τῶν πέντε πατριαρχῶν, ἀφ ἑτέρου δέ γιά νά τονισθῆ ἡ ἀλληλέγγυα λειτουργία τους, κατ ἀναφοράν πρός τή θεία κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Χριστό. Τήν τυπολογία αὐτή ἀντιπαρέθεσε ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Πέτρος Γ (1052-1056) πρός τόν ἀρχιεπίσκοπο Ἀκυληΐας ἤ Βενετίας Δομίνικο γιά νά ἀπορρίψη τό αἴτημά του νά τοῦ ἀποδοθῆ ὁ τίτλος τοῦ πατριάρχη, γι αὐτό ὑποστήριξε ὅτι «πέντε γάρ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ ὑπό τῆς θείας ᾠκονομήθη χάριτος εἶναι πατριάρχας, τόν Ρώμης, τόν Κωνσταντινουπόλεως, τόν Ἀλεξανδρείας, τόν Ἀντιοχείας καί τόν Ἱεροσολύμων Καί πρόσχες ὅ λέγω. Τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ὑπό μιᾶς ἄγεται κεφαλῆς, ἐν αὐτῷ δέ μέλη πολλά, καί πάντα ὑπό πέντε μόνον οἰκονομεῖται αἰσθήσεων, αἱ δέ εἰσιν ὅρασις, ὄσφρησις, ἀκοή, γεῦσις καί ἁφή. Καί τό σῶμα δέ πάλιν τοῦ Χριστοῦ, ἡ τῶν πιστῶν λέγω Ἐκκλησία, ἐν διαφόροις ὥσπερ μέλεσι συναρμολογούμενον ἔθνεσι καί ὑπό πέντε αἰσθήσεων οἰκονομούμενον, τῶν εἰρημένων μεγάλων θρόνων, ὑπό μιᾶς ἄγεται κεφαλῆς, αὐτοῦ φημί τοῦ Χριστοῦ. Καί ὥσπερ, ὑπέρ τάς πέντε αἰσθήσεις, ἑτέρα τις αἴσθησις οὐκ ἐστιν, οὕτως οὐδέ, ὑπέρ τούς πέντε πατριάρχας, ἕτερον πατριάρχην δώσει τις εἶναι. Ὑπό γοῦν τῶν πέντε τούτων θρόνων, τῶν ὥσπερ αἰσθήσεων ὄντων ἐν τῷ σώματι τοῦ Χριστοῦ, πάντα τά μέλη, ἤγουν πᾶσαι αἱ πατριαί τῶν ἐθνῶν καί αἱ κατά τόπον ἐπισκοπαί, οἰκονομοῦνται καί θεοπρεπῶς διεξάγονται, ὥσπερ ἐν μίᾳ κεφαλῇ Χριστῷ τῷ ἀληθινῷ θεῷ ἡμῶν, δι ὀρθοδόξου καί μιᾶς πίστεως συναρμολογούμεναι καί ἀγόμεναι ὑπ αὐτῆς (PG 120,757-760). Ἡ συνέπεια τῆς ἀνωτέρω προσεγγίσεως τῆς κοινῆς παραδόσεως τῶν Ἐκκλησιῶν Ἀνατολῆς καί Δύσεως μέχρι τό σχίσμα τοῦ ΙΑ αἰώνα τόσο γιά τήν χριστοκεντρική ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καί γιά τήν λειτουργία τοῦ θεσμοῦ τῆς Πενταρχίας τῶν πατριαρχῶν, ἐξηγεῖ τήν ἀποδυνάμωση στήν Ἀνατολή τῆς κανονικῆς τυπολογίας τῶν πέντε διοικητικῶν κεφαλῶν τοῦ ἑνός ἐκκλησιαστικοῦ σώματος Χριστοῦ γιά νά δοθῆ ἔμφαση στή λειτουργική τυπολογία τῶν πέντε αἰσθήσεων τῆς μιᾶς κεφαλῆς τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό, ὁ Θεόδωρος Βαλσαμών, ἐμπερίστατος πατριάρχης Ἀντιοχείας (1185-1199) καί διαπρεπής κανονολόγος, ἀνέπτυξε μέ συστηματικό τρόπο σέ εἰδική μελέτη, ὑπό τόν τίτλο «Μελέτη, ἤγουν Ἀπόκρισις χάριν τῶν πατριαρχικῶν προνομίων», τήν τυπολογική ἀναλογία τῆς λειτουργίας τῆς Πενταρχίας τῶν πατριαρχῶν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι «σῶμα Χριστοῦ» (corpus Christi), πρός τή λειτουργία τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ἔτσι, μέ ἀφετηρία τούς σχετικούς κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν συνόδων (6 καί 7 τῆς Α, 2 καί 3 τῆς Β, 28 τῆς Δ καί 36 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς συνόδου), ὑποστήριξε ὅτι «ἔκτοτε καί μέχρι τοῦ νῦν οἱ τῶν τοιούτων πέντε ἁγιωτάτων θρόνων μεγάλοι ἀρχιερεῖς οὕτω κατά πᾶσαν τήν Οἰκουμένην σεβάζονται, τοῦ γάρ πάπα τῆς παλαιᾶς Ρώμης ἡ δικαία ἐκ τῶν Ἐκκλησιῶν ἐκκοπή τήν κανονικήν εὐταξίαν οὐκ ἐλυμήνατο. Παρά τοῦτο δέ, τοῦ δευτέρου ὁ πρῶτος οὐ κατεπαίρεται, οὐδέ τοῦ τρίτου ὁ δεύτερος, ἀλλ ὡς αἰσθήσεις πέντε μιᾶς κεφαλῆς ἀριθμούμεναι καί μή μεριζόμεναι, παρά τῷ χριστωνύμῳ λαῷ λογιζόμενοι, ἰσοτιμίαν ἐν ἅπασιν ἔχουσι, καί κάραι τῶν κατά πᾶσαν τήν Οἰκουμένην ἁγίων Ἐκκλησιῶν δικαίως καλούμενοι, διαφοράν ἀνθρώπινην οὐ πάσχουσιν» (Μελέτη. Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 543-544). Ἡ ὑπεροχή λοιπόν τῶν πέντε πατριαρχῶν ἔναντι τῶν ἄλλων ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἔχουν λάβει κατά τή χειροτονία τους, ὅπως καί οἱ πέντε πατριάρχες, τό «διδασκαλικόν ἀξίωμα», ὀφείλεται, κατά τόν Θεόδωρο Βαλσαμώνα, στό γεγονός, ὅτι «ἀπό τῶν θεί- Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 15

ων καί ἱερῶν κανόνων μόνοις τοῖς πατριάρχαις πεφιλοτίμηται τῆς Οἰκουμένης τά κλίματα, κἀνταῦθεν οὐδέ ἔχει τις ἕτερος ἰδίῳ δικαίῳ ἐνορίαν ἤ ἄλλο τι δίκαιον ἱερατικόν, ἀλλ ἐκεῖνο καί μόνον τό μέρος τῆς διοικήσεως ἐνεργεῖ, τό δοθέν αὐτῷ παρά τῆς πατριαρχικῆς θείας μεγαλειότητος» (Μελέτη. Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 551). Προφανῶς, ἡ ὑπεροχή τοῦ «διδασκαλικοῦ ἀξιώματος» τῶν πέντε πατριαρχῶν ἔναντι τῶν ἄλλων ἀρχιερέων συνδέεται πρός τό γεγονός ὅτι μόνο οἱ πέντε πατριάρχες ἀσκοῦν «ἰδίῳ δικαίῳ» στήν κανονική τους δικαιοδοσία ὅλα τά «ἱερατικά δίκαια», ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀρχιερεῖς ἀσκοῦν μόνον τά παραχωρηθέντα σέ αὐτούς δικαιώματα «παρά τῆς πατριαρχικῆς θείας μεγαλειότητος» καί πάντοτε κατ ἀναφορά πρός αὐτήν. Ἄλλωστε, τό «ἰδίῳ δικαίῳ»ἀσκούμενο «διδασκαλικόν ἀξίωμα» ἀπό τούς πέντε πατριάρχες στά πέντε πατριαρχικά «κλίματα» τῆς Οἰκουμένης ὑπερεῖχε τοῦ ἀντιστοίχου τῶν ἀρχιερέων, ἀφ ἑνός μέν γιατί πήγαζε ἀπό τό ἐξαιρετικό τους προνόμιο νά ἔχουν λάβει «τήν τοῦ ἁγίου χρίσματος δύναμιν», ἀφοῦ, «ὡς οἱ βασιλεῖς, καί οἱ πέντε πατριάρχαι μεγαλύνονται μέν καί διδασκαλικοῖς ἀξιώμασι, διά τήν τοῦ ἁγίου χρίσματος δύναμιν», ἀφ ἑτέρου δέ γιατί, «κατά τόν οὐράνιον γίγαντα ( ἥλιο), τό κέντρον καταφωτίζουσι τῆς Ὀρθοδοξίας τοῖς ἀμαρύγμασι, καί ἡ ἔξοδος αὐτῶν ( πατριαρχῶν) ἀπ ἄκρου λάμπει τοῦ οὐρανοῦ, καί τό κατάντημα αὐτῶν ἕως ἄκρου φθάνει τοῦ οὐρανοῦ, καί οὐκ ἔστιν ὅς τῆς θέρμης αὐτῶν ἀποκρύπτεται» (Μελέτη. Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 544-545). Ὑπό τήν ἔννοια αὐτή, ὁ κανονολόγος πατριάρχης Ἀντιοχείας ἀναφέρεται μέ ἰδιαίτερη ἔμφαση στό ὑπεροχικό «χρῖσμα τῆς ἀρχιερωσύνης» τῶν πατριαρχῶν, ἤτοι τῆς μυστηριακῆς χειροτονίας, γι αὐτό τονίζει ὅτι «τούς ἁγιωτάτους πέντε πατριάρχας μίαν οἴδαμεν κεφαλήν τοῦ σώματος πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ, καί, πιστεύοντες τελειωθῆναι τούτους τῆς ἀρχιερωσύνης τῷ χρίσματι, χριστούς Κυρίου καί ἁγιωτάτους κατονομάζομεν καί, στηλογραφοῦντες μετά τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν καί σχετικῶς ἀσπαζόμενοι, πληροφορούμεθα διά τούτων ἡμῖν τάς θύρας τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν ἀποκλείεσθαι καί ἀνοίγεσθαι, καί διά τῶν χειλέων αὐτῶν τόν Θεόν ἀποστοματίζειν τά μέλλοντα»(μελέτη. Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 547). Εἶναι λοιπόν εὔλογη ἡ παραβολή τῆς ἀλληλέγγυας ἐνέργειας τῶν πέντε πατριαρχῶν στή λειτουργία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος πρός τήν ἀλληλέγγυα λειτουργία τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, ἀφοῦ «ὁ δημιουργός τῶν ὅλων Θεός, κατ οἰκείαν εἰκόνα πλαστουργήσας τόν ἄνθρωπον, οὐχ ἧττον μεγαλύνεται, ὅτι τήν ζωήν τῶν ἀνθρώπων εὐδόκησε διά πέντε αἰσθήσεων διεξάγεσθαι, σφετεριζομένων τήν ἰδικότητα καί μή ἀπαρνουμένων τήν ἀνακοίνωσιν. Κἄν γάρ ἡ ὄψις τυχόν ἐνεργῇ καί μονομερῶς τό ἀποκληρωθέν ταύτῃ λειτούργημα παρά Θεοῦ, ἀλλά τῆς κοινωνίας αὐτῶν οὐ χωρίζεται Ὡς γοῦν ἑκάστης τῶν αἰσθήσεων πληρούσης τήν οἰκείαν ἐνέργειαν, τῶν λοιπῶν τό χρήσιμον οὐκ ἀποναινόμεθα, οὕτω καί τῶν πατριαρχῶν ἡ πεντάς δικαίως καί ἀσφαλῶς οἰκονομηθήσεται, ἕκαστος γάρ τούτων τήν μέν ἀπονεμηθεῖσαν αὐτῷ διοίκησιν ἐνεργήσει μονοειδῶς, ἵνα μή συγχέωνται τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν τά προνόμια, τῆς δέ τιμῆς τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνέκαθεν δεδομένων δικαίων τῇ τῶν πατριαρχῶν θείᾳ μεγαλειότητι οὐδείς ἀποξενωθήσεται. Εἰ γάρ τοιοῦτόν τι γένηται καί τόν Ἀλεξανδρείας τυχόν τῶν πατριαρχικῶν προνομίων ἀποξενώσει τις, ἀχρειώσει τήν κεφαλήν ὡς κωφεύουσαν ἤ ἀβλεπτοῦσαν, καί ὑπό τεττάρων ἤ καί τριῶν διεξαγομένην αἰσθήσεων» (Μελέτη. Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 549-550). Ἡ τυπολογική ἀναλογία τοῦ ρόλου τῶν πέντε πατριαρχῶν στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας πρός τόν ρόλο τῶν πέντε αἰσθήσεων στό ἀνθρώπινο σῶμα ἀναφέρεται στήν ἀπόλυτη ἀναγκαιότητα καί στήν ἀλληλέγγυα ἐνέργειά τους γιά τήν ὑποστήριξη τῆς ὑγιοῦς καί 16 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o

ἁρμονικῆς λειτουργίας τῶν οἰκείων σωμάτων, ἡ ὁποία ἔχει ὡς κοινή πηγή τόν χορηγούμενο μέ τό ἅγιο μύρο τοῦ χρίσματος πλοῦτο τῶν χαρισμάτων τοῦ ἁγίου Πνεύματος γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς τους.ἔτσι, οἱ πέντε πατριάρχες λαμβάνουν μέ τό χρῖσμα τῆς ἀρχιερωσύνης κατά τήν χειροτονία τους τή δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος γιά τήν ἐκπλήρωση τῆς μεγάλης ἀποστολῆς τους στήν ὑγιῆ λειτουργία τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἐνῶ οἱ βαπτιζόμενοι λαμβάνουν τά χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος κατά τή χρίση τους μέ τό ἅγιο μύρο στό μυστήριο τοῦ χρίσματος. Ὁ τρόπος ὅμως χρίσεως τῶν βαπτιζομένων μέ τό ἅγιο μύρο («αἰσθητήρια ὄργανα») ἐξηγεῖ ὄχι μόνο τήν ἀποκλειστική ἁρμοδιότητα τῶν φορέων τῆς ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας γιά τήν παρασκευή, τόν καθαγιασμό καί τή μετάδοση τοῦ ἁγίου μύρου στό μυστήριο τοῦ χρίσματος, ἀλλά καί τό ἐκκλησιολογικό βάθος τῆς ἰδιαίτερης σημασίας τοῦ ἁγίου μύρου γιά τήν ἀποστολή τῶν πέντε πατριαρχῶν στή λειτουργία τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ὁ τρόπος χρίσεως τῶν βαπτιζομένων μέ τό καθαγιασμένο μύρο συνδεόταν ἤδη ἀπό τόν Β αἰώνα μέ τή χρίση ἀπό τόν ἐπίσκοπο κυρίως «τῶν αἰσθητηρίων» ὀργάνων τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, τήν παράδοση δέ αὐτοῦ προέβαλε, ὅπως εἴδαμε, καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεοροσολύμων στίς Μυσταγωγικές Κατηχήσεις του (PG 33, 1092). Τό αὐτό ἴσχυε καί γιά τούς λαβόντας ἀτελές Βάπτισμα ἐκτός τῶν κόλπων τῆς Ἐκκλησίας αἱρετικούς ἤ σχισματικούς, οἱ ὁποῖοι κατά τήν ἐπιστροφή τους στήν Ἐκκλησία ἔπρεπε, κατά τόν κανόνα 7 τῆς Β Οἰκουμενικῆς συνόδου (381), νά χρισθοῦν «πρῶτον τῷ ἁγίῳ μύρῳ, τό τε μέτωπον καί τούς ὀφθαλμούς καί τά ρίνας καί τό στόμα καί τά ὦτα», ἤτοι ὅλα τά ὄργανα τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος, γιά νά καταστοῦν ὀργανικά μέλη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος (Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., ΙΙ, 187-191). 3. Εἶναι λοιπόν εὐνόητον ὅτι οἱ πέντε πατριάρχες, ὡς ἰδίῳ δικαίῳ κύριοι τοῦ «διδασκαλικοῦ ἀξιώματος» καί «τῆς τοῦ ἁγίου χρίσματος δυνάμεως» (Μελέτη, Γ. Ράλλη-Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα, IV, 544), ἦσαν οἱ κατ ἐξοχήν ἐγγυητές τῆς ἑνότητας τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος στήν ὀρθοδοξία τῆς πίστεως καί στήν κανονική τάξη, γι αὐτό καθιέρωσαν τήν τέλεση στήν ἕδρα τους τῆς τελετῆς παρασκευῆς, καθαγιασμοῦ, μεταδόσεως καί διανομῆς τοῦ ἁγίου μύρου στά ὅρια τῆς κανονικῆς τους δικαιοδοσίας. Εἶναι πολύ χαρακτηριστικό ὅτι στή Δύση, κατά τήν παλαιά παράδοση τῆς ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, ἡ ἀνάμειξη τῶν στοιχείων τοῦ ἁγίου μύρου (ἐλαίου καί βαλσάμου) γινόταν ἀπό τόν πάπα σέ εἰδική τελετή γιά τήν παρασκευή καί τόν καθαγιασμό του πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς θ. λειτουργίας. Προφανῶς, ἡ καθοριστική σημασία τοῦ ἁγίου μύρου τοῦ χρίσματος τόσο γιά τή συγκρότηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ὅσο καί γιά τή συνεχῆ βεβαίωση τῆς ἑνότητάς του, σέ τοπική ἤ καί σέ οἰκουμενική προοπτική, ἐξηγεῖ καί τήν προβολή τῶν πέντε πατριαρχῶν ὡς τῶν αἰσθητηρίων ὀργάνων τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀφοῦ ἐγγυῶνται μέ τήν ὑγιῆ λειτουργία τους τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στήν κοινωνία τῆς παραδεδομένης πίστεως καί στόν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης ὄχι μόνο στά ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς τους δικαιοδοσίας, ἀλλά καί τῆς ὅλης ἀνά τήν Οἰκουμένη Ἐκκλησίας. Ἐν τούτοις, ἡ κατά τόν ΙΒ αἰώνα ἐπιβολή ἀπό τούς Σταυροφόρους λατίνων πατριαρχῶν καί ἀρχιερέων στά πατριαρχεῖα Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων συνδυάσθηκε μέ τήν ἐκδίωξη τῶν ὀρθοδόξων πατριαρχῶν, οἱ ὁποῖοι διέμεναν στήν Κπόλη μέχρι τά μέσα τοῦ ΙΓ αἰώνα, γι αὐτό, ἀφοῦ δέν μποροῦσαν νά τελέσουν στήν ἕδρα τους τήν εἰδική τελετή παρασκευῆς καί καθαγιασμοῦ τοῦ ἁγίου μύρου, ἐλάμβαναν καί ἀπέστελλαν στόν κλῆρο τῶν πατριαρχείων τους τό καθαγιασμένο ἀπό τόν Οἰκουμενικό πατριάρχη μύρο γιά τήν κάλυψη τῶν ἀναγκῶν του. Ἡ ἀλληλεγγύη αὐτή μεταξύ τῶν πέντε πατριαρχῶν ἦταν μία αὐτονόητη κοινή ὑποχρέωση, ἀλλ ὄχι καί ἀποκλειστικό δικαίωμα ἑνός Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o 17

τῶν πέντε πατριαρχῶν, γι αὐτό δέν μείωνε τά προνόμια τοῦ δεχομένου καί δέν αὔξανε τά προνόμια τοῦ προσφέροντος τήν ἀλληλεγγύη πατριαρχικοῦ θρόνου, ὅπως καί στίς πέντε αἰσθήσεις, κάθε μία «ἐνεργεῖ μονομερῶς τό ἀποκληρωθέν ταύτῃ λειτούργημα παρά Θεοῦ, ἀλλά τῆς κοινωνίας αὐτῶν οὐ χωρίζεται, θέλει δέ μᾶλλον καί ταύτας μετέχειν τῶν ἀξιωμάτων αὐτῆς»(μελέτη. Γ. Ράλλη- Μ. Ποτλῆ, Σύνταγμα., IV, 549). Τό καθιερωμένο αὐτό προνόμιο τῶν πέντε πατριαρχῶν γιά τήν τελετή τῆς παρασκευῆς, τοῦ καθαγιασμοῦ καί τῆς διανομῆς τοῦ ἁγίου μύρου στήν ἕδρα τους, ὅπως ἐπίσης καί τό προνόμιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου νά ἀποστέλλη τό ἅγιο μύρο στούς ἄλλους πατριαρχικούς θρόνους τῆς Ἀνατολῆς καί στίς «αὐτοκέφαλες» Ἐκκλησίες, εἶχαν ἤδη ἀναγνωρισθῆ πρίν ἀπό τά μέσα τοῦ ΙΔ αἰώνα ὡς μία παλαιά παράδοση. Βεβαίως, ὁ θρόνος τῆς Κπόλεως, ὡς ὁ «πρῶτος θρόνος» μεταξύ τῶν πατριαρχικῶν θρόνων τῆς Ἀνατολῆς, εἶχε κατοχυρωμένα ἀπό τήν ἐκκλησιαστική καί τήν πολιτική νομοθεσία τά ἐξαιρετικά προνόμια νά δέχεται τό ἔκκλητον, νά ἱδρύη ὑπερόρια σταυροπήγια καί νά μεριμνᾶ γιά τά σοβαρά ζητήματα τῶν ἄλλων πατριαρχικῶν θρόνων, γι αὐτό ἡ λήψη τοῦ ἁγίου μύρου ἀπό τόν Οἰκουμενικό θρόνο, ἡ ὁποία προσδιόριζε μία σχέση κοινωνίας καί ὄχι βεβαίως ὁποιαδήποτε μορφῆς ἐξάρτηση, βεβαίωνε τήν ὁμοφροσύνη τῶν ὀρθοδόξων πατριαρχῶν καί ὄχι τήν ὑπεροχική αὐθεντία τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου. Ὡστόσο, τό πατριαρχικό αὐτό προνόμιο δέν μποροῦσαν νά διεκδικήσουν οἱ «αὐτοκέφαλες» Ἐκκλησίες, ἔστω καί ἄν εἶχαν τιμηθῆ ἤ εἶχαν αὐθαιρέτως σφετερισθῆ τόν ψιλό τίτλο τοῦ πατριάρχη, ἤτοι οἱ ἀρχιεπισκοπές Ἀχρίδος, Πεκίου καί Τυρνόβου, ὅπως συνάγεται ἀπό τήν περίφημη σχετική «Παραίνεσιν» τοῦ ἡσυχαστή Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη Καλλίστου Α (1350-1353, 1354-1363) καί τῆς Ἐνδημούσας συνόδου πρός τούς κληρικούς καί μοναχούς τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Τυρνόβου, ὁ ἀρχιεπίσκοπος τῆς ὁποίας εἶχε τιμηθῆ «συγκαταβάσεως λόγῳ» μέ τόν ψιλό τίτλο τοῦ πατριάρχη (1235), «οὐ μέντοι εἶναι καί συναρίθμιον τοῖς λοιποῖς ἁγιωτάτοις πατριάρχαις καί διά τοῦτο μή μνημονεύεσθαι ἐν ταῖς ἱεροῖς διπτύχοις» (Miklosich- M ller, Acta., I, 436-442). Προφανῶς, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Τυρνόβου ἀξίωνε τήν ἀναγνώριση τῆς πλήρους πατριαρχικῆς τιμῆς καί ἀξίας, γι αὐτό διέκοψε ὄχι μόνο τό μνημόσυνον τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχη καί τῶν ἄλλων ὀρθόδοξων πατριαρχῶν, ἐπειδή δέν μνημονευόταν καί αὐτός ἀπό τούς πατριάρχες, ἀλλά καί τή λήψη τοῦ ἁγίου μύρου ἀπό τόν Οἰκουμενικό θρόνο, ἤτοι δύο καθιερωμένων κανονικῶν τρόπων βεβαιώσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μεταξύ τους καί μέ τό Οἰκουμενικό πατριαρχεῖο. Ἔτσι, ὁ ἡσυχαστής πατριάρχης ὡς πρός τό ζήτημα τοῦ «μνημοσύνου» παρατήρησε ὀρθῶς «ὅτι τό παρά μέν τῆς ἡμῶν μετριότητος γινόμενον εἰς τοῦτον (ἀρχιεπίσκοπο Τυρνόβου) ἔχει τόν προσήκοντα καί δίκαιον λόγον, τό δέ τελούμενον παρ αὐτοῦ, ἤγουν τό μή μεμνῆσθαι τῆς ἡμῶν μετριότητος ἐν ταῖς ἱεραῖς τελεταῖς, ἐστι πάμπαν παραλογώτατον καί ἀδικώτατον, ἅμα μέν δι ἥν ὤφειλεν ἔχειν ὑποταγήν εἰς τήν καθ ἡμᾶς ἁγιωτάτην τοῦ Θεοῦ μεγάλην Ἐκκλησίαν, παρ ἧς εἴληφε καί τό εἶναι καί τό ὀνομάζεσθαι πατριάρχης, ἅμα δέ καί διά τό περιποιεῖσθαι ἑαυτῷ τιμήν καί κοινωνίαν τῆς ἡμῶν μετριότητος καί τῶν ἄλλων πατριαρχῶν». Συνεπῶς, ὁ Οἰκουμενικός πατριάρχης ὑπέμνησε στόν ἀρχιεπίσκοπο Τυρνόβου ὅτι ὤφειλε ὁ Οἰκουμενικός πατριάρχης «ἀνακρῖναι τά κατ αὐτόν καί ἐξετάσαι ταῦτα εἰς τήν καθ ἡμᾶς ἱεράν καί μεγάλην Σύνοδον, καί ἤ λαβεῖν τοῦτον διόρθωσιν ἤ κανονικῶς εὐθῦναι, ὡς ἀθετοῦντα τήν Ἐκκλησίαν προδήλως, ἤ τό γε δεύτερον ἀποστερῆσαι τοῦτον τοῦ τοιούτου ὀνόματος» (ἔνθ ἀν., Ι, 437-439). Ὡς πρός τό ζήτημα τοῦ «ἁγίου μύρου» καταδίκασε τήν αὐθαίρετη ἐνέργεια τοῦ ἀρχιεπισκόπου Τυρνόβου νά διακόψη τή λήψη τοῦ ἁγίου μύρου ἀπό τόν Οἰκουμενικό θρόνο καί τήν 18 Πνευματική Διακονία, τεῦχος 13o