ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015 Όνομα/Επίθετο: Διδαγμένο Κείμενο: Λυσία «Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία», 12-13 Α. ΚΕΙΜΕΝΟ Ἔτι δ ὦ βουλή οὐδεὶς ἂν ἀποδεῖξαι περὶ ἐμοῦ δύναιτο οὔτε δίκην αἰσχρὰν οὔτε γραφὴν οὔτε εἰσαγγελίαν γεγενημένην καίτοι ἑτέρους ὁρᾶτε πολλάκις εἰς τοιούτους ἀγῶνας καθεστηκότας. Πρὸς τοίνυν τὰς στρατείας καὶ τοὺς κινδύνους τοὺς πρὸς τοὺς πολεμίους σκέψασθε οἷον ἐμαυτὸν παρέχω τῇ πόλει. Πρῶτον μὲν γάρ ὅτε τὴν συμμαχίαν ἐποιήσασθε πρὸς [τοὺς] Βοιωτοὺς καὶ εἰς Ἁλίαρτον ἔδει βοηθεῖν ὑπὸ Ὀρθοβούλου κατειλεγμένος ἱππεύειν, ἐπειδὴ πάντας ἑώρων τοῖς μὲν ἱππεύουσιν ἀσφάλειαν εἶναι δεῖν νομίζοντας τοῖς δ ὁπλίταις κίνδυνον ἡγουμένους ἑτέρων ἀναβάντων ἐπὶ τοὺς ἵππους ἀδοκιμάστων παρὰ τὸν νόμον ἐγὼ προσελθὼν ἔφην τῷ Ὀρθοβούλῳ ἐξαλεῖψαί με ἐκ τοῦ καταλόγου ἡγούμενος αἰσχρὸν εἶναι τοῦ πλήθους μέλλοντος κινδυνεύειν ἄδειαν ἐμαυτῷ παρασκευάσαντα στρατεύεσθαι. Καί μοι ἀνάβηθι Ὀρθόβουλε. Β. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 1. Να μεταφραστεί το τμήμα: «Ἔτι δ ὦ βουλή οὐδεὶς κίνδυνον ἡγουμένους». 1 10 Μονάδες 2. Τί γνωρίζετε για τους επιδεικτικούς ή πανηγυρικούς λόγους (περιεχόμενο, σκοπός ρήτορα, βασικός εκπρόσωπος); 10 Μονάδες
3. Πώς διαγράφεται το ήθος των συμπολεμιστών του Μαντιθέου από τον ίδιο και για ποιο λόγο; 10 Μονάδες 4. γραφή - εἰσαγγελία: Ποιο είναι το περιεχόμενο των όρων; 10 Μονάδες 5. α) ἀποδεῖξαι, δύναιτο, ὁρᾶτε, καθεστηκότας, σκέψασθε: Να γράψετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό, απλό ή σύνθετο, της αρχαίας ή της νέας ελληνικής γλώσσας για καθεμία από τις παραπάνω λέξεις του κειμένου. β) Να απαντήσετε στα παρακάτω ζητούμενα: ἱππεύειν: να σχηματίσετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με την κατάληξη -ις. δίκη: να σχηματίσετε ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. πολέμιος: να γράψετε μία αντώνυμη λέξη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. φημί: να γράψετε ένα συνώνυμο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. κατειλεγμένος: να αναλύσετε τη σύνθετη λέξη στα συνθετικά της. 2
Αδίδακτο κείμενο Οἱ δὲ ἀκούοντες τῷ Θεμιστοκλεῖ ἐπείθοντο διὰ φιλίαν αὐτοῦ, τῶν δὲ ἄλλων ἀφικνουμένων καὶ σαφῶς κατηγορούντων ὅτι τειχίζεταί τε καὶ ἤδη ὕψος λαμβάνει, οὐκ εἶχον ὅπως χρὴ ἀπιστῆσαι. Γνοὺς δὲ ἐκεῖνος κελεύει αὐτοὺς μὴ λόγοις μᾶλλον παράγεσθαι ἢ πέμψαι σφῶν αὐτῶν ἄνδρας οἵτινες χρηστοὶ (εἰσὶ) καὶ πιστῶς ἀναγγελοῦσι σκεψάμενοι. Ἀποστέλλουσιν οὖν, καὶ περὶ αὐτῶν ὁ Θεμιστοκλῆς τοῖς Ἀθηναίοις κρύφα πέμπει κελεύων ὡς ἥκιστα ἐπιφανῶς κατασχεῖν καὶ μὴ ἀφεῖναι πρὶν ἂν αὐτοὶ πάλιν κομισθῶσιν (ἤδη γὰρ καὶ ἧκον αὐτῷ οἱ ξυμπρέσβεις, Ἀβρώνιχός τε ὁ Λυσικλέους καὶ Ἀριστείδης ὁ Λυσιμάχου, ἀγγέλλοντες ἔχειν ἱκανῶς τὸ τεῖχος) ἐφοβεῖτο γὰρ μὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι σφᾶς, ὁπότε σαφῶς ἀκούσειαν, οὐκέτι ἀφῶσιν. Λεξιλόγιο Θουκυδίδου, Ἱστορίαι, Α, 91 σαφῶς: κατηγορηματικά, κατηγορέω, -ῶ: βεβαιώνω, τειχίζεται: χτίζεται το τείχος, παράγομαι: παραπλανιέμαι, παρασύρομαι, πιστῶς: αξιόπιστα, πιστῶς ἀναγγέλλω: φέρνω σίγουρες πληροφορίες, κρύφα πέμπει: στέλνει κρυφά παραγγελία, κελεύω: (εδώ) υποδεικνύω, ὡς ἥκιστα: όσο το δυνατό λιγότερο, ἐπιφανῶς: φανερά, κατέχω: κρατώ, πάλιν κομίζομαι: γυρίζω πίσω, τὸ τεῖχος ἔχει ἱκανῶς: το τείχος βρίσκεται σε αρκετό ύψος, οὐκέτι: όχι πια Παρατηρήσεις Α. Να αποδώσετε στη νέα ελληνική το απόσπασμα. Β. Να γράψετε το ζητούμενο τύπο για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις. α. Θεμιστοκλεῖ: τη γενική ενικού αριθμού σαφῶς: τον ίδιο τύπο στον υπερθετικό βαθμό ὕψος: τη δοτική ενικού αριθμού μᾶλλον: τον ίδιο τύπο στον θετικό βαθμό οἵτινες: τον ίδιο τύπο στο θηλυκό γένος 20 Μονάδες 3
β. ἀφικνουμένων: το β ενικό πρόσωπο οριστικής παρατατικού λαμβάνει: το γ ενικό πρόσωπο οριστικής μέλλοντα στην ίδια φωνή παράγεσθαι: το β ενικό πρόσωπο προστακτικής αορίστου β ενεργητικής φωνής πέμψαι: το γ πληθυντικό πρόσωπο οριστικής παρακειμένου ενεργητικής φωνής ἀκούσειαν: το β πληθυντικό πρόσωπο οριστικής παρατατικού μέσης φωνής Γ. α. Να αναγνωρίσετε συντακτικώς τους παρακάτω όρους, οι οποίοι είναι υπογραμμισμένοι και στο κείμενο: τῷ Θεμιστοκλεῖ, ἄνδρας, σκεψάμενοι, Ἀβρώνιχος, ὁ Λυσιμάχου. β. Να γράψετε τις δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις των παρακάτω περιόδων και να τις αναγνωρίσετε συντακτικώς (είδος, συντακτική θέση, εισαγωγή, εκφορά): 1. «Οἱ δὲ ἀκούοντες τῷ Θεμιστοκλεῖ ἐπείθοντο διὰ φιλίαν αὐτοῦ, τῶν δὲ ἄλλων ἀφικνουμένων καὶ σαφῶς κατηγορούντων ὅτι τειχίζεταί τε καὶ ἤδη ὕψος λαμβάνει, οὐκ εἶχον ὅπως χρὴ ἀπιστῆσαι». 2. «ἐφοβεῖτο γὰρ μὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι σφᾶς, ὁπότε σαφῶς ἀκούσειαν, οὐκέτι ἀφῶσιν». 4
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Διδαγμένο κείμενο 1. Επιπλέον, κύριοι βουλευτές, κανείς δεν μπορεί να αποδείξει ότι έχει γίνει για μένα ούτε επονείδιστη ιδιωτική δίκη ούτε έγγραφη καταγγελία ή μήνυση για δημόσιο αδίκημα κι όμως βλέπετε ότι άλλοι πολλές φορές έχουν εμπλακεί σε τέτοιου είδους δίκες. Λοιπόν, ως προς τις εκστρατείες και τους κινδύνους που αφορούν τους εχθρούς, εξετάστε πως συμπεριφέρομαι στην πόλη. Δηλαδή, πρώτα πρώτα, όταν συνάψατε συμμαχία με τους Βοιωτούς και έπρεπε να (τους) βοηθήσετε στην Αλίαρτο, μολονότι είχα καταγραφεί από τον Ορθόβουλο (στον κατάλογο) να υπηρετήσω στο ιππικό, επειδή έβλεπα πως όλοι νόμιζαν ότι έπρεπε να υπάρχει ασφάλεια στους ιππείς, ενώ θεωρούσαν ότι έπρεπε να υπάρχει κίνδυνος στους οπλίτες... 2. Επιδεικτικοί ή πανηγυρικοί λόγοι, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι επιτάφιοι, ήσαν οι εκφωνούμενοι σε διάφορες εορτές και συγκεντρώσεις. Με τους λόγους αυτούς εγκωμιάζονται ή επικρίνονται πράξεις και πρόσωπα του παρόντος με συχνές αναδρομές στο παρελθόν και προβλέψεις του μέλλοντος. Ο ρήτορας ζητεί συγχρόνως να επιδείξει τη ρητορική του δεινότητα και να προκαλέσει τις επευφημίες των ακροατών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπηρετεί και συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες. Οι επιδεικτικοί λόγοι είναι εξάλλου, κατά τον Αριστοτέλη, συγγενείς με τους συμβουλευτικούς. Ο Ισοκράτης κρίνεται ως ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του επιδεικτικού γένους. 3. Ο Μαντίθεος κρίνει αναγκαίο να συμπληρώσει τη δημόσια εικόνα του με αναφορές στη δράση του κατά τις εκστρατείες και τους πολεμικούς κινδύνους. Έτσι, υπενθυμίζει στους κριτές του τι έκανε τις παραμονές της μάχης στην Αλίαρτο, όταν ο φύλαρχός του Ορθόβουλος τον κατέταξε στο ιππικό. Τότε οι ιππείς των Βοιωτών και των Αθηναίων, καθώς ήταν πολλοί και ικανοί, δεν θα κινδύνευαν ιδιαίτερα από το ιππικό των Λακεδαιμονίων. Αντίθετα, οι πεζοί θα διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο, επειδή θα αντιμετώπιζαν τη φάλαγγα των εχθρών. Γι αυτό κάποιοι Αθηναίοι οπλίτες από φόβο εγκατέλειψαν τη θέση τους και εντάχτηκαν στους ιππείς, αν και η πράξη τους αυτή ήταν παράνομη, αφού δεν είχαν υποστεί προηγουμένως τη σχετική δοκιμασία. Ωστόσο, αδιαφόρησαν για τις πολιτικές συνέπειες της λιποταξίας τους και 5
ενδιαφέρθηκαν μόνο για την επιβίωσή τους θέτοντας το προσωπικο τους συμφέρον πάνω από το συλλογικό. Σκοπός του Μαντιθέου με την παρουσίαση αυτή των λιγόψυχων συμπολεμιστών του είναι η ανάδειξη του δικού του πατριωτικού φρονήματος. Ο ίδιος αρνήθηκε την ασφάλεια που του παρείχε η ιδιότητα του ως ιππέα. Παρουσιάστηκε στον Ορθόβουλο και του ζήτησε να τον διαγράψει από τον κατάλογο των ιππέων και να τον μετατάξει εθελοντή στους οπλίτες καθώς θεωρούσε ηθικά ανεπίτρεπτο το να διακινδυνεύσουν οι περισσότεροι συμπολίτες του ως οπλίτες για χάρη της πατρίδας τους, ενώ εκείνος να αγωνιστεί εκ του ασφαλούς ως ιππέας. Προβάλλεται με τον τρόπο αυτόν το ηρωικό του φρόνημα και φυσικά προδιαθέτει ευμενώς στο πρόσωπό του τους βουλευτές. 4. γραφή: ήταν ο πιο συνηθισμένος τύπος δημόσιας δίκης. Ονομαζόταν έτσι διότι, όπως φαίνεται, αρχικά ήταν ο μόνος τύπος υπόθεσης, όπου η καταγγελία έπρεπε να υποβληθεί εγγράφως. Οι δημόσιες δίκες αφορούσαν αδικήματα τα οποία έθιγαν το σύνολο της κοινότητας, όπως π.χ. η προδοσία, η λιποταξία ή η κατάχρηση δημοσίου χρήματος. εἰσαγγελία: η εισαγγελία στην Αθήνα ήταν δημόσια κατηγορία ή καταγγελία για σοβαρότατα δημόσια αδικήματα που αφορούσαν την ασφάλεια του κράτους (προδοσία, συνωμοσία κ.λπ.). Εισαγόταν πρώτα στη Βουλή των πεντακοσίων, η οποία επέβαλλε στον ένοχο πρόστιμο μέχρι 500 δρχ. Για αυστηρότερη ποινή παρέπεμπε την υπόθεση για εκδίκαση στην Εκκλησία του δήμου ή στην Ηλιαία. Η Εκκλησία έκρινε μόνον τις πολιτικές υποθέσεις. Τον 4ο π.χ. αιώνα η χρήση της εισαγγελίας γενικεύθηκε και για υποθέσεις ήσσονος σημασίας. 5. α) ἀποδεῖξαι: ένδειξη, δύναιτο: ενδυνάμωση, ὁρᾶτε: ενόραση, καθεστηκότας: στάση, σκέψασθε: σκοπός β) ἱππεύειν: να σχηματίσετε ένα ομόρριζο ουσιαστικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας με την κατάληξη ις - ἵππευσις δίκη: να σχηματίσετε ένα ομόρριζο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας - δικάζω 6
πολέμιος: να γράψετε μία αντώνυμη λέξη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας φίλος φημί: να γράψετε ένα συνώνυμο ρήμα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας - λέγω κατειλεγμένος: να αναλύσετε τη σύνθετη λέξη στα συνθετικά της κατά + λέγομαι Αδίδακτο κείμενο Α. Και αυτοί, ακούγοντας (αυτά), έδειχναν εμπιστοσύνη στο Θεμιστικλή από τη φιλία τους προς αυτόν, καθώς όμως οι άλλοι έφταναν (στη Σπάρτη) και κατηγορηματικά βεβαίωναν ότι και χτίζεται το τείχος και παίρνει πια (μεγάλο) ύψος, δεν ήξεραν πώς πρέπει να δείξουν δυσπιστία (: πώς να μην το πιστέψουν). Όταν το κατάλαβε εκείνος, προτρέπει αυτούς να μην παρασύρονται περισσότερο από λόγια παρά να στείλουν άνδρες από τους ίδιους (: από τους συμπολίτες τους), όποιοι είναι έντιμοι και θα φέρουν σίγουρες πληροφορίες αφού εξετάσουν (το θέμα). Στέλνουν, λοιπόν, (άντρες), και ο Θεμιστοκλής στέλνει κρυφά παραγγελία στους Αθηναίους σχετικά με αυτούς υποδεικνύοντας να τους κρατήσουν (στην Αθήνα) όσο το δυνατόν λιγότερο φανερά και να μην (τους) αφήσουν πριν οι ίδιοι γυρίσουν πίσω (γιατί ήδη είχαν έρθει σε αυτόν και οι συμπρέσβεις, δηλαδή και ο Αβρώνιχος ο γιος του Λυσικλή και ο Αριστείδης ο γιος του Λυσίμαχου, αναγγέλλοντας ότι το τείχος βρισκόταν σε αρκετό ύψος) γιατί φοβόταν μήπως οι Λακεδαιμόνιοι, όταν πληροφορηθούν με σαφήνεια την κατάσταση, δεν τους αφήσουν πια (να αποχωρήσουν). Β. α. Θεμιστοκλεῖ: Θεμιστοκλέους σαφῶς: σαφέστατα ὕψος: ὕψει μᾶλλον: μάλα οἵτινες: αἵτινες 7
β. ἀφικνουμένων: ἀφικνοῦ λαμβάνει: λήψεται παράγεσθαι: παράγαγε πέμψαι: πεπόμφασι(ν) ἀκούσειαν: ἠκούεσθε Γ. α. β. 1. τῷ Θεμιστοκλεῖ: αντικείμενο στο ρήμα «ἐπείθοντο» ἄνδρας: αντικείμενο στο απαρέμφατο «πέμψαι» σκεψάμενοι: επιρρηματική χρονική μετοχή, συνημμένη στο υποκείμενο του ρήματος, «οἵτινες»: υποκείμενο της μετοχής Ἀβρώνιχος: ομοιόπτωτος προσδιορισμός, επεξήγηση στο «ξυμπρέσβεις» ὁ Λυσιμάχου: ομοιόπτωτος προσδιορισμός, παράθεση στο «Ἀριστείδης» «ὅτι τειχίζεταί τε»: δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση ως αντικείμενο στη μετοχή «κατηγορούντων». Εισάγεται με τον ειδικό σύνδεσμο «ὅτι», γιατί δηλώνει αντικειμενική πραγματική κρίση και εκφέρεται με οριστική («τειχίζεται»), γιατί δηλώνει πραγματικό, βέβαιο γεγονός. «καὶ ἤδη ὕψος λαμβάνει»: δευτερεύουσα ονοματική ειδική πρόταση ως αντικείμενο στη μετοχή «κατηγορούντων». Εισάγεται με τον εννοούμενο ειδικό σύνδεσμο «ὅτι», γιατί δηλώνει αντικειμενική πραγματική κρίση και εκφέρεται με οριστική («λαμβάνει»), γιατί δηλώνει πραγματικό, βέβαιο γεγονός. Συνδέεται παρατακτικά συμπλεκτικά με την προηγούμενη ειδική πρόταση μέσω των συνδέσμων «τε καί». «ὅπως χρὴ ἀπιστῆσαι»: δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση μερικής άγνοιας ως αντικείμενο στο ρήμα «οὐκ εἶχον». Εισάγεται με το αναφορικό επίρρημα «ὅπως» και εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει το πραγματικό. 2. «μὴ οἱ Λακεδαιμόνιοι σφᾶς οὐκέτι ἀφῶσιν»: δευτερεύουσα ονοματική ενδοιαστική πρόταση ως αντικείμενο στο ρήμα «ἐφοβεῖτο». Εισάγεται με τον ενδοιαστικό σύνδεσμο «μή», γιατί δηλώνει φόβο μήπως συμβεί κάτι ανεπιθύμητο και εκφέρεται με υποτακτική, γιατί δηλώνει προσδοκώμενο φόβο, δηλαδή φόβο που αναφέρεται στο μέλλον. 8
9