Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σχετικά έγγραφα
L 351/40 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/0197(COD)

ιµερείς συµφωνίες µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών σχετικά µε τις αποφάσεις σε θέµατα γάµου, γονικής ευθύνης και υποχρεώσεων διατροφής *

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0361/ Συμφωνία Σταθεροποίησης και Σύνδεσης ΕΕ-Kοσσυφοπεδίου: διαδικασίες για την εφαρμογή της

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

P7_TA-PROV(2011)0032 Μηχανισμός χρηματοδότησης της αναπτυξιακής ***II

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. περί κοινού καθεστώτος εξαγωγών (κωδικοποίηση)

Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

PE-CONS 56/1/16 REV 1 EL

C /12 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, COM(2012) 172 final 2012/0085 (COD) Πρόταση

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

11917/1/12 REV 1 ADD 1 ΓΓ/γπ 1 DQPG

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της [ ]

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0047/2015

PE-CONS 42/16 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Στρασβούργο, 26 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) PE-CONS 42/ /0226 (COD) LEX 1679 STATIS 73 TRANS 381 CODEC 1412

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

P7_TA(2014)0226 Στατιστικές του εξωτερικού εμπορίου με τρίτες χώρες (ανάθεση κατ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων) ***I

PE-CONS 16/1/15 REV 1 EL

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

P7_TA(2010)0380 Χρηματοδοτικό μέσο για την προαγωγή της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου παγκοσμίως ***I

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2017/0134(COD)

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τον οριστικό χαρακτήρα του διακανονισµού και τη σύσταση ασφαλειών

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0145/2015

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

L 181/74 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

PE-CONS 17/1/15 REV 1 EL

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0238(COD) της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ. Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

10432/19 ΕΜ/γομ 1 TREE.2.A

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 53/51

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ιασυνοριακή µεταφορά της καταστατικής έδρας των εταιρειών

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

10425/19 ΕΜ/μκρ 1 TREE.2.A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 666 final.

L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Transcript:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 7.7.2010 COM(2010)344 τελικό 2010/0197 (COD) C7-0172/10 Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση µεταβατικών ρυθµίσεων στο πλαίσιο διµερών επενδυτικών συµφωνιών µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών EL EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Η συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. ορίζει την αποκλειστική αρµοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τοµέα των άµεσων ξένων επενδύσεων, στο πλαίσιο της κοινής εµπορικής πολιτικής [άρθρο 207 παράγραφος 1 και άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε)]. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 1 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µόνο η Ένωση µπορεί να νοµοθετεί και να εκδίδει νοµικά δεσµευτικές πράξεις σε τοµείς στους οποίους η Ένωση έχει την αποκλειστική αρµοδιότητα. Πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη µέλη σύναψαν πάνω από 1.000 διµερείς επενδυτικές συµφωνίες µε τρίτες χώρες, οι οποίες σχετίζονται µερικώς ή εξ ολοκλήρου µε άµεσες ξένες επενδύσεις. Τέτοιες συµφωνίες περιλαµβάνουν διµερείς επενδυτικές συµφωνίες που προβλέπουν, µεταξύ άλλων, εγγυήσεις για τους όρους των επενδύσεων στα κράτη µέλη και σε τρίτες χώρες, µε τη µορφή ειδικής ανάληψης υποχρεώσεων που είναι δεσµευτικές βάσει του διεθνούς δικαίου. Αν και οι συµφωνίες εξακολουθούν να είναι δεσµευτικές για τα κράτη µέλη βάσει του δηµόσιου διεθνούς δικαίου, υπό το φως της έναρξης ισχύος της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ύπαρξη επενδυτικών συµφωνιών που έχουν συνάψει τα κράτη µέλη και οι δεσµεύσεις που έχουν αναλάβει σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εξετάζονται υπό το πρίσµα της αποκλειστικής αρµοδιότητας της ΕΕ για τις άµεσες ξένες επενδύσεις. Επειδή δεν υπάρχει ρητό µεταβατικό σύστηµα στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αποσαφήνιση του καθεστώτος των συµφωνιών των κρατών µελών, η παρούσα πρόταση κανονισµού του Συµβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα επιτρέψει να συνεχίσουν να υπάρχουν όλες οι επενδυτικές συµφωνίες που ισχύουν σήµερα µεταξύ των κρατών µελών και τρίτων χωρών. Η παρούσα πρόταση αυτή καθεαυτή προβλέπει ρητή εγγύηση ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τους όρους κάτω από τους οποίους δραστηριοποιούνται οι επενδυτές. Η προσέγγιση αυτή, η οποία απηχεί έναν εξελικτικό χειρισµό της έναρξης ισχύος της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έγινε και µε την εισαγωγή της κοινής εµπορικής πολιτικής τη δεκαετία του 1960 1, επιτρέπει τη σταδιακή διατύπωση και εκπόνηση µιας πολιτικής επενδύσεων της ΕΕ, η οποία να εξυπηρετεί εξίσου όλους τους επενδυτές και τις επενδύσεις. εδοµένου ότι τα κράτη µέλη µπορεί να οφείλουν ή να θεωρούν αναγκαίο να τροποποιούν επενδυτικές συµφωνίες, ιδίως ώστε να είναι σύµφωνες µε τις υποχρεώσεις της Συνθήκης, η παρούσα πρόταση ορίζει επίσης ένα πλαίσιο και τους όρους για να εξουσιοδοτούνται τα κράτη µέλη να αρχίζουν διαπραγµατεύσεις µε τρίτη χώρα προκειµένου να τροποποιήσουν µια υπάρχουσα διµερή επενδυτική συµφωνία. Αυτό το πλαίσιο επιτρέπει, επίσης, στα κράτη µέλη να διαπραγµατεύονται και να συνάπτουν, µε τους όρους που ορίζονται στην παρούσα πρόταση, νέα διµερή επενδυτική συµφωνία µε τρίτες χώρες. εδοµένου ότι η Ένωση είναι 1 Απόφαση της 9ης Οκτωβρίου 1961 του Συµβουλίου περί τυποποίησης της διάρκειας των εµπορικών συµφωνιών µε τρίτες χώρες και απόφαση της 16ης εκεµβρίου 1969 του Συµβουλίου περί της προοδευτικής ενοποιήσεως των συµφωνιών που αφορούν εµπορικές σχέσεις µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών και περί της διαπραγµατεύσεως των κοινοτικών συµφωνιών. EL 2 EL

αποκλειστικά αρµόδια για τις άµεσες ξένες επενδύσεις και ότι θα αναπτυχθεί σταδιακά η επενδυτική πολιτική της ΕΕ, η διαδικασία που ορίζεται στην παρούσα πρόταση πρέπει να θεωρείται ως έκτακτο µεταβατικό. Ο παρών κανονισµός εξετάζει µόνο τις µεταβατικές πτυχές της διαχείρισης της νέας αρµοδιότητας της ΕΕ για τις επενδύσεις. Οι στόχοι, τα κριτήρια και το περιεχόµενο της νέας επενδυτικής πολιτικής της ΕΕ που αναπτύσσεται βάσει της νεοαποκτηθείσας αποκλειστικής αρµοδιότητας για τις άµεσες ξένες επενδύσεις, δεν περιλαµβάνονται στον παρόντα κανονισµό αλλά σε ξεχωριστή ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συµβούλιο που θα εγκριθεί ταυτόχρονα µε την παρούσα πρόταση κανονισµού. 2. ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΝ ΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ Συνεκτιµώντας τον ιδιάζοντα χαρακτήρα του συγκεκριµένου θέµατος, η Επιτροπή αξιολόγησε ένα φάσµα διαφορετικών επιλογών για την επίτευξη του προαναφερόµενου στόχου, χωρίς ωστόσο να προβεί σε επίσηµη εκτίµηση του αντικτύπου. Πραγµατοποιήθηκε συνεδρίαση µε εµπειρογνώµονες από τα κράτη µέλη στις Βρυξέλλες στις 25 Ιανουαρίου 2010 για να συζητηθεί το καθεστώς των διµερών επενδυτικών συµφωνιών που συνάφθηκαν µεταξύ των κρατών µελών και των τρίτων χωρών. Ο βαθµός στον οποίο οι επενδυτικές συµφωνίες των κρατών µελών είναι ασύµβατες µε τη νοµοθεσία της ΕΕ µπορεί να αποτελέσει θέµα των συζητήσεων. Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι πρέπει να αποφεύγεται κάθε ανασφάλεια δικαίου για το καθεστώς και την εγκυρότητα αυτών των συµφωνιών, που θα µπορούσε να βλάψει τις επενδυτικές δραστηριότητες και τους επενδυτές στο εξωτερικό ή τις ξένες επενδύσεις και τους επενδυτές στα κράτη µέλη. Πράγµατι, η ανασφάλεια αντιβαίνει στη βασική λογική της προστασίας των επενδύσεων, δηλαδή στην παροχή ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τη συµπεριφορά των χωρών υποδοχής. Λόγω της κατάστασης που έχει προκύψει από την έναρξη ισχύος της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι προτιµότερη η γρήγορη και αποφασιστική δράση από την αδράνεια ή την καθυστερηµένη αντίδραση. Επειδή οι µη δεσµευτικές πράξεις, όπως µια δήλωση ή ανακοίνωση των υπηρεσιών της Επιτροπής ή των Επιτρόπων για το καθεστώς και την εγκυρότητα των διµερών επενδυτικών συµφωνιών δεν θα ήταν δυνατό να εδραιώσει την ασφάλεια δικαίου που απαιτείται για την εγγύηση των συµφωνιών αυτών, προτιµάται η επιλογή της δεσµευτικής νοµικής πράξης. Η παρούσα πρόταση αυτή διατηρεί την υπάρχουσα κατάσταση ως έχει και προσφέρει µια µεταβατική λύση γιατί επιτρέπει να συνεχίσουν να ισχύουν οι διµερείς επενδυτικές συµφωνίες που έχουν συναφθεί µεταξύ των κρατών µελών και τρίτων χωρών. Ο βασικός αντίκτυπος της πρότασης αυτής είναι να αποφευχθεί ένα πολύ αρνητικό αποτέλεσµα δηλαδή η ενδεχόµενη αποδυνάµωση των δικαιωµάτων και των παροχών που απολαµβάνουν οι επενδυτές και οι επενδύσεις βάσει διεθνών επενδυτικών συµφωνιών. Σε αυτό το πλαίσιο, ο αντίκτυπος της αδράνειας θεωρείται πολύ µεγαλύτερος από τον αντίκτυπο αυτής της δράσης που είναι ουδέτερος δεδοµένου ότι διατηρεί την κατάσταση ως έχει. Η έγκριση που προβλέπεται στην παρούσα πρόταση ούτε προδικάζει το πλαίσιο µιας µελλοντικής πολιτικής επενδύσεων ούτε επιτρέπει στις καλυπτόµενες συµφωνίες να υπονοµεύσουν την άσκηση της αρµοδιότητας της Ένωσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η έγκριση που χορηγείται βάσει της παρούσας πρότασης µπορεί να ανακληθεί σύµφωνα µε τις διαδικασίες EL 3 EL

που ορίζονται στην πρόταση. Η διαδικασία αυτή συνεκτιµά, επίσης, την υποχρέωση των κρατών µελών να εξαλείψουν διατάξεις που δεν είναι συµβατές µε τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαµβάνονται ενδεχοµένως στις υπάρχουσες συµφωνίες, όπως ορίζει το ικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 3. ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ Ο στόχος της παρούσας πρότασης είναι να επιτραπεί η συνέχιση της ισχύος των διεθνών επενδυτικών συµφωνιών που έχουν συναφθεί µεταξύ των κρατών µελών και τρίτων χωρών και να καθορίζονται οι όροι και ένα πλαίσιο διαδικασίας για τη διαπραγµάτευση και τη σύναψη τέτοιων συµφωνιών από τα κράτη µέλη. Στο κεφάλαιο 1 καθορίζεται το αντικείµενο και το πεδίο του κανονισµού. Στο άρθρο 1 προβλέπεται ότι ο κανονισµός καλύπτει επενδυτικές συµφωνίες µεταξύ των κρατών µελών και τρίτων χωρών. Στο κεφάλαιο ΙΙ προβλέπεται η έγκριση της διατήρησης της ισχύος των υφιστάµενων διµερών συµφωνιών που έχουν συνάψει τα κράτη µέλη µε τρίτες χώρες. Το άρθρο 2 απαιτεί τα κράτη µέλη να κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις συµφωνίες που επιθυµούν να διατηρήσουν βάσει των όρων και των προϋποθέσεων του κανονισµού. Συµφωνίες που έχουν συναφθεί αλλά δεν έχουν αρχίσει να ισχύουν εµπίπτουν επίσης στο άρθρο 2. Το άρθρο 3 εγκρίνει τη διατήρηση σε ισχύ όλων των υπαρχουσών επενδυτικών συµφωνιών µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών, που έχουν κοινοποιηθεί από τα κράτη µέλη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού. Η έγκριση ισχύει µε την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών µελών βάσει της ενωσιακής νοµοθεσίας 2. Το άρθρο 4 προβλέπει την ετήσια δηµοσίευση όλων των κοινοποιούµενων συµφωνιών στην Επίσηµη Εφηµερίδα, ώστε να εξασφαλίζεται ότι όλα τα ενδιαφερόµενα µέρη γνωρίζουν το ακριβές πεδίο της νοµικής κάλυψης που προβλέπεται στον κανονισµό. Το άρθρο 5 προβλέπει την επανεξέταση των κοινοποιηθεισών συµφωνιών. Η επανεξέταση θα προσδιορίζει τις ποσοτικές και ποιοτικές πτυχές των ισχυουσών συµφωνιών, καθώς και τα πιθανά εµπόδια που θα µπορούσαν να προκαλέσουν οι συµφωνίες στην εφαρµογή της κοινής εµπορικής πολιτικής. Ειδικότερα, η Επιτροπή θα αξιολογήσει αν τα επιχειρήµατα ή οι διατάξεις αντιβαίνουν στη νοµοθεσία της Ένωσης, υπονοµεύουν τις διαπραγµατεύσεις ή τις συµφωνίες που σχετίζονται µε τις επενδύσεις µεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών, ή υπονοµεύουν τις πολιτικές της Ένωσης για τις επενδύσεις, και ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική. Το αργότερο πέντε χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση µε βάση την επανεξέταση των συµφωνιών και τυχόν 2 Για πρόσφατη νοµολογία, βλέπε τις αποφάσεις C-205/06 και C-249/06 της 3ης Μαρτίου 2009 και την απόφαση C-118/07 της 19ης Νοεµβρίου 2009, όπου το ικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπίστωσε ότι οι ειδικές διατάξεις των διµερών επενδυτικών συµφωνιών που σύναψαν η Αυστρία, η Σουηδία και η Φινλανδία ήταν ασύµβατες µε τη συνθήκη ΕΚ και ότι τα οικεία κράτη µέλη δεν είχαν λάβει τα κατάλληλα µέτρα για την άρση αυτού του ασυµβίβαστου. Οι ίδιες ή παρόµοιες ρήτρες υπάρχουν σε άλλες συµφωνίες που συνάφθηκαν είτε πριν είτε µετά την προσχώρηση στην Ένωση. Στις αποφάσεις του, το ικαστήριο κάλεσε την Επιτροπή να αναλάβει ρόλο ρυθµιστή για αυτά τα ζητήµατα. EL 4 EL

συστάσεις για τη διακοπή της εφαρµογής των διατάξεων του κεφαλαίου ΙΙ ή για την τροποποίηση αυτών των διατάξεων. Στο άρθρο 6 αναφέρεται λεπτοµερώς η πιθανή ανάκληση της έγκρισης που χορηγείται βάσει του παρόντος κεφαλαίου. Η ανάκληση της έγκρισης ενδέχεται να είναι αναγκαία για µία ή περισσότερες συµφωνίες µε συγκεκριµένη τρίτη χώρα όταν οι συµφωνίες αυτές αντιβαίνουν στη νοµοθεσία της Ένωσης. Επίσης, η έγκριση θα µπορούσε να ανακληθεί όταν µια συµφωνία επικαλύπτει, εν µέρει ή εξ ολοκλήρου, ισχύουσα συµφωνία της Ένωσης µε την εν λόγω τρίτη χώρα και αυτή η συγκεκριµένη επικάλυψη δεν ρυθµίζεται στην τελευταία συµφωνία. Για παράδειγµα, γίνεται αναφορά σε σενάριο σύµφωνα µε το οποίο η Ένωση συνάπτει συµφωνία ελευθέρων συναλλαγών µε τρίτη χώρα µε παρόµοιες επενδυτικές διατάξεις και έξι κράτη µέλη είναι συµβαλλόµενα µέρη σε ισχύουσα επενδυτική συµφωνία µε παρόµοιες διατάξεις. Αν η συµφωνία µεταξύ της ΕΕ και τρίτης χώρας δεν προβλέπει την αντικατάσταση των έξι συµφωνιών των κρατών µελών µε την τρίτη χώρα, τότε εφαρµόζεται το άρθρο 6. Η Επιτροπή έχει καθορίσει, σε ανακοίνωση που ενέκρινε παράλληλα µε την παρούσα πρόταση, τις απόψεις της για τη διεθνή πολιτική επενδύσεων που προτίθεται να ακολουθήσει, περιλαµβάνοντας τις χώρες µε τις οποίες σκοπεύει, σε ένα αρχικό στάδιο, να διαπραγµατευτεί επενδυτικές συµφωνίες. Τέλος, η έγκριση µιας ή περισσότερων συµφωνιών µπορεί να ανακληθεί όταν η συµφωνία υπονοµεύει τις πολιτικές της Ένωσης όσον αφορά τις επενδύσεις, περιλαµβάνοντας ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική (π.χ. όταν η ύπαρξη συµφωνιών υπονοµεύει την επιθυµία µιας τρίτης χώρας να διαπραγµατευτεί µε την Ένωση), ή όταν το Συµβούλιο δεν έχει λάβει απόφαση για την έγκριση έναρξης διαπραγµατεύσεων για επενδύσεις µέσα σε ένα χρόνο από την υποβολή σύστασης της Επιτροπής σύµφωνα µε το άρθρο 218 παράγραφος 3 της Συνθήκης. Το άρθρο 6 προβλέπει διαβούλευση µεταξύ της Επιτροπής και του οικείου κράτους µέλους/των οικείων κρατών µελών κατά την οποία εξετάζονται οι ανησυχίες που µπορεί να οδηγήσουν σε πιθανή ανάκληση της έγκρισης. Το κεφάλαιο ΙΙΙ προβλέπει την τροποποίηση των υπαρχουσών συµφωνιών και τη σύναψη νέων. Το πλαίσιο της προτεινόµενης διαδικασίας βασίζεται στο µηχανισµό εξουσιοδότησης που θεσπίζεται από τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 662/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγµάτευση και σύναψη συµφωνιών µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών για ιδιαίτερα θέµατα που αφορούν το εφαρµοστέο δίκαιο σε συµβατικές και εξωσυµβατικές ενοχές και τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 664/2009 του Συµβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση διαδικασίας για τη διαπραγµάτευση και σύναψη συµφωνιών ανάµεσα σε κράτη µέλη και τρίτες χώρες σχετικά µε τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση δικαστικών και άλλων αποφάσεων σε υποθέσεις γαµικών διαφορών, ζητήµατα γονικής µέριµνας και ζητήµατα που συνδέονται προς υποχρεώσεις διατροφής, καθώς και το εφαρµοστέο δίκαιο σε υποθέσεις υποχρεώσεων διατροφής 3. Το άρθρο 7 προβλέπει το γενικό πλαίσιο βάσει του οποίου τα κράτη µέλη µπορούν να συνάπτουν ή να τροποποιούν διµερείς επενδυτικές συµφωνίες. Το άρθρο 8 απαιτεί να κοινοποιείται στην Επιτροπή η πρόθεση ενός κράτους µέλους να τροποποιήσει µια υπάρχουσα ή να συνάψει νέα διµερή συµφωνία µε τρίτη χώρα. Τα κράτη µέλη οφείλουν να προσκοµίζουν κάθε σχετική τεκµηρίωση που αφορά την επαναδιαπραγµάτευση ή τη διαπραγµάτευση µιας συµφωνίας, η οποία µπορεί να τίθεται στη 3 ΕΕ L 200/52 της 31ης Ιουλίου 2009, σ. 25 και σ. 46. EL 5 EL

διάθεση άλλων κρατών µελών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εφόσον τηρούνται οι απαιτήσεις εµπιστευτικότητας. Στο άρθρο 9 αναφέρονται λεπτοµερώς οι ουσιαστικοί λόγοι βάσει των οποίων η Επιτροπή δεν εγκρίνει την έναρξη επίσηµων διαπραγµατεύσεων των κρατών µελών ένας από τους οποίους είναι ότι η πρωτοβουλία ενός κράτους µέλους θα µπορούσε να υπονοµεύσει τους στόχους των διαπραγµατεύσεων της ΕΕ ή την πολιτική της ΕΕ. Η Επιτροπή µπορεί να απαιτήσει ένα κράτος µέλος να περιλάβει σε διαπραγµάτευση κατάλληλες ρήτρες, για παράδειγµα, όσον αφορά α) την καταγγελία της συµφωνίας στην περίπτωση σύναψης µεταγενέστερης συµφωνίας µεταξύ της Ένωσης ή της Ένωσης και των κρατών µελών της, αφενός και της ίδιας τρίτης χώρας αφετέρου (βλέπε για παράδειγµα τις ρήτρες καταγγελίας ή αντικατάστασης που ορίζονται στον κανονισµό 662/2009 άρθρο 5, β) τις διατάξεις µεταφοράς ή γ) τη µεταχείριση του πλέον ευνοούµενου έθνους προκειµένου να εξασφαλίζεται η ίση µεταχείριση όλων των επενδυτών της ΕΕ στην οικεία τρίτη χώρα. Το άρθρο 10 απαιτεί τα κράτη µέλη να ενηµερώνουν την Επιτροπή για διαπραγµατεύσεις ή επαναδιαπραγµατεύσεις που έχουν εγκρίνει. Επιπλέον, η Επιτροπή δύναται να συµµετάσχει ως παρατηρητής στις διαπραγµατεύσεις για επενδύσεις που διεξάγονται µεταξύ κράτους µέλους και τρίτης χώρας µε σκοπό τη διασφάλιση απόλυτης διαφάνειας και τη συνέπεια µε τις ενωσιακές πολιτικές για τις επενδύσεις. Το άρθρο 11 αφορά το τέλος της διαπραγµατευτικής διαδικασίας και προβλέπει τη διαδικασία και τους όρους κάτω από τους οποίους µπορεί να επιτραπεί στα κράτη µέλη να υπογράφουν και να συνάπτουν συµφωνίες. Μετά την κοινοποίηση της συµφωνίας, η οποία υποβάλλεται στην Επιτροπή πριν από την υπογραφή της, η Επιτροπή αξιολογεί αν η συµφωνία υπονοµεύει επικείµενες ή εν εξελίξει διαπραγµατεύσεις για ενωσιακές επενδύσεις ή αντιβαίνει στις υποχρεώσεις της ενωσιακής νοµοθεσίας, περιλαµβανοµένων των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο µέρος τρίτο κεφάλαιο 4 του τίτλου V της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το άρθρο 12 προβλέπει την επανεξέταση των εγκρίσεων που γίνονται βάσει του κεφαλαίου ΙΙΙ του παρόντος κανονισµού. Κατά την επανεξέταση των ποσοτικών και ποιοτικών πτυχών των διαπραγµατεύσεων και των συµφωνιών που εγκρίθηκαν, η Επιτροπή θα αξιολογήσει αν είναι σκόπιµο να συνεχιστεί η εφαρµογή των διατάξεων του κεφαλαίου ΙΙΙ. Η έκθεση και τυχόν συστάσεις για τη διακοπή της εφαρµογής των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου ή για την τροποποίησή τους θα υποβληθούν το αργότερο πέντε χρόνια µετά την έναρξη ισχύος του κανονισµού. Στο κεφάλαιο IV ορίζονται ορισµένες απαιτήσεις όσον αφορά τη συµπεριφορά των κρατών µελών για συµφωνίες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισµό. Το άρθρο 13 απαιτεί τα κράτη µέλη να υποβάλλουν τις πληροφορίες για συνεδριάσεις που πραγµατοποιούνται για τις συµφωνίες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισµό. Επιπλέον, τα κράτη µέλη οφείλουν να ενηµερώνουν την Επιτροπή για κάθε αίτηση επίλυσης διαφορών που υποβάλλεται βάσει της συµφωνίας, αµέσως µόλις λάβουν γνώση για την αίτηση και να συνεργάζονται µε την Επιτροπή όσον αφορά την ενεργοποίηση του µηχανισµού επίλυσης διαφορών που επιτρέπεται να ενεργοποιήσουν κατά τρίτης χώρας που είναι συµβαλλόµενο µέρος της συµφωνίας ή τους µηχανισµούς διαβούλευσης βάσει συµφωνίας. EL 6 EL

Το άρθρο 14 προβλέπει ότι τα κράτη µέλη µπορούν να αναφέρουν εάν περιλαµβάνονται πληροφορίες, σύµφωνα µε τα άρθρα 8 και 11, οι οποίες πρέπει να θεωρούνται εµπιστευτικές και εάν αυτές µπορούν να τεθούν στη διάθεση άλλων κρατών µελών. Το άρθρο 15 προβλέπει τη δηµιουργία νέας επιτροπής η οποία θα επικουρεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη διαχείριση του κανονισµού και ορίζει τις διαδικασίες λειτουργίας της επιτροπής. Αυτή η διάταξη µπορεί να επανεξεταστεί για να είναι σύµφωνη µε τον µελλοντικό κανονισµό που θα εκδοθεί βάσει του άρθρου 291 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τον έλεγχο άσκησης των εκτελεστικών αρµοδιοτήτων από την Επιτροπή 4. Στην περίπτωση που εγκριθεί η παρούσα πρόταση πριν την έναρξη ισχύος του κανονισµού για τον έλεγχο άσκησης των εκτελεστικών αρµοδιοτήτων από την Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει την αυτόµατη επικαιροποίησή της για να παραπέµπει στον κανονισµό που εκδόθηκε βάσει του άρθρου 291, κατ εφαρµογή της προαναφερόµενης πρότασης 5. Το άρθρο 16 προβλέπει ότι ο παρών κανονισµός αρχίζει να ισχύει 20 ηµέρες µετά τη δηµοσίευσή του, γεγονός που σηµαίνει ότι το κεφάλαιο ΙΙ εφαρµόζεται σε συµφωνίες που ίσχυαν πριν από αυτή την ηµεροµηνία. 4. ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Η πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισµό της ΕΕ. 4 5 Βλέπε πρόταση κανονισµού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου για τη θέσπιση των κανόνων και των γενικών αρχών σχετικά µε τους µηχανισµούς ελέγχου από τα κράτη µέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρµοδιοτήτων από την Επιτροπή, COM(2010) 83 τελικό της 9ης Μαρτίου 2010. Βλέπε άρθρο 10 της προαναφερόµενης πρότασης της Επιτροπής. EL 7 EL

2010/0197 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για τη θέσπιση µεταβατικών ρυθµίσεων στο πλαίσιο διµερών επενδυτικών συµφωνιών µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 2, την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νοµοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, Αποφασίζοντας σύµφωνα µε τη συνήθη νοµοθετική διαδικασία, Εκτιµώντας τα ακόλουθα: (1) Μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, οι άµεσες ξένες επενδύσεις περιλαµβάνονται στον κατάλογο των θεµάτων που εµπίπτουν στην κοινή εµπορική πολιτική. Σύµφωνα µε το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής «η Συνθήκη»), η Ένωση έχει αποκλειστική αρµοδιότητα στον τοµέα της κοινής εµπορικής πολιτικής. Συνεπώς, µόνο η Ένωση µπορεί να νοµοθετεί και να εκδίδει νοµικά δεσµευτικές πράξεις σε αυτόν τον τοµέα. Τα κράτη µέλη έχουν την εν λόγω δυνατότητα µόνο εάν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την Ένωση σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 1 της Συνθήκης. (2) Επιπλέον, στο µέρος τρίτο κεφάλαιο 4 του τίτλου IV της Συνθήκης ορίζονται οι κοινοί κανόνες για την κίνηση κεφαλαίων µεταξύ των κρατών µελών και τρίτων χωρών, περιλαµβάνοντας τις κινήσεις κεφαλαίων που αφορούν επενδύσεις. Οι διεθνείς συµφωνίες που αφορούν ξένες επενδύσεις οι οποίες συνάπτονται από τα κράτη µέλη µπορούν να έχουν επίπτωση στους εν λόγω κανόνες. (3) Κατά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, τα κράτη µέλη της Ένωσης διατήρησαν έναν σηµαντικό αριθµό διµερών επενδυτικών συµφωνιών µε τρίτες χώρες. Η Συνθήκη δεν περιέχει ρητές µεταβατικές διατάξεις για τέτοιου είδους συµφωνίες που έχουν πλέον περιέλθει στην αποκλειστική αρµοδιότητα της Ένωσης. Επιπλέον, ορισµένες από αυτές τις συµφωνίες µπορεί να περιλαµβάνουν διατάξεις που αφορούν τους κοινούς κανόνες για τις κινήσεις κεφαλαίων, οι οποίοι ορίζονται στο µέρος τρίτο κεφάλαιο 4 του τίτλου IV της Συνθήκης. EL 8 EL

(4) Αν και οι διµερείς συµφωνίες παραµένουν δεσµευτικές για τα κράτη µέλη βάσει του δηµόσιου διεθνούς δικαίου και θα αντικατασταθούν προοδευτικά από µελλοντικές συµφωνίες της Ένωσης µε το ίδιο θέµα, οι όροι για τη διατήρηση της ισχύος του και η σχέση τους µε τις πολιτικές της Ένωσης για τις επενδύσεις, και ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική, απαιτούν κατάλληλη διαχείριση. Αυτή η σχέση θα αναπτυχθεί περαιτέρω ενόσω η Ένωση θα ασκεί την αρµοδιότητά της. (5) Προς όφελος των επενδυτών της ΕΕ και των επενδύσεών τους σε τρίτες χώρες και των κρατών µελών που υποδέχονται ξένους επενδυτές και επενδύσεις, πρέπει να παραµένουν σε ισχύ οι διµερείς συµφωνίες που προσδιορίζουν και εγγυώνται τους όρους των επενδύσεων. (6) Ο παρών κανονισµός ορίζει τους όρους βάσει των οποίων τα κράτη µέλη πρέπει να µπορούν να διατηρούν σε ισχύ τις διεθνείς επενδυτικές συµφωνίες ή να επιτρέπουν την έναρξη ισχύος τους. (7) Ο παρών κανονισµός ορίζει τους όρους κάτω από τους οποίους τα κράτη µέλη εξουσιοδοτούνται να τροποποιούν ή να συνάπτουν διεθνείς επενδυτικές συµφωνίες. (8) Εφόσον η έγκριση για τη διατήρηση, την τροποποίηση ή τη σύναψη συµφωνιών που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισµό χορηγείται σε έναν τοµέα αποκλειστικής αρµοδιότητας της Ένωσης, πρέπει να θεωρείται έκτακτο µέτρο. Η έγκριση χορηγείται µε την επιφύλαξη της εφαρµογής του άρθρου 258 της Συνθήκης όσον αφορά την παράλειψη των κρατών µελών να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις που έχουν βάσει των Συνθηκών εκτός από τις υποχρεώσεις που αφορούν τα ασυµβίβαστα που προκύπτουν από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της. (9) Τα κράτη µέλη απαιτείται 6 να λαµβάνουν τα αναγκαία µέτρα για την άρση των τυχόν ασυµβίβαστων που υφίστανται µεταξύ του κοινοτικού κεκτηµένου και διµερών επενδυτικών συνθηκών που συνάπτονται µεταξύ κρατών µελών και τρίτων χωρών. (10) Η Επιτροπή πρέπει να µπορεί να ανακαλεί την έγκριση όταν µια συµφωνία αντιβαίνει στη νοµοθεσία της Ένωσης εκτός από το ασυµβίβαστο που προκύπτει από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της. Η έγκριση µπορεί επίσης να ανακληθεί αν µια ισχύουσα συµφωνία της Ένωσης µε τρίτη χώρα περιέχει επενδυτικές διατάξεις παρόµοιες µε τις διατάξεις της συµφωνίας του κράτους µέλους. Για να διασφαλιστεί ότι οι συµφωνίες αυτές των κρατών µελών δεν υπονοµεύουν την ανάπτυξη και εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης όσον αφορά τις επενδύσεις, συµπεριλαµβανοµένων ιδίως των αυτόνοµων µέτρων της κοινής εµπορικής πολιτικής, η έγκριση µπορεί να ανακαλείται. Τέλος, σε περίπτωση που το Συµβούλιο λάβει απόφαση για την έγκριση έναρξης διαπραγµατεύσεων για τις επενδύσεις µέσα σε ένα χρόνο από την υποβολή της σύστασης από την Επιτροπή σύµφωνα µε το άρθρο 218 παράγραφος 3 της Συνθήκης, υπάρχει η δυνατότητα ανάκλησης της έγκρισης. (11) Η έγκριση για την τροποποίηση ή τη σύναψη συµφωνιών που προβλέπονται βάσει του παρόντος κανονισµού επιτρέπει κυρίως στα κράτη µέλη να αντιµετωπίσουν τυχόν 6 Για πρόσφατη νοµολογία βλέπε αποφάσεις του ικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις υποθέσεις C-205/06, Επιτροπή κατά Αυστρίας, C-249/06, Επιτροπή κατά Σουηδίας και C-118/07, Επιτροπή κατά Φινλανδίας EL 9 EL

ασυµβίβαστα µεταξύ των διεθνών επενδυτικών συµφωνιών και της νοµοθεσίας της Ένωσης, εκτός από τα ασυµβίβαστα που προκύπτουν από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της που εξετάζει ο παρών κανονισµός. (12) Το αργότερο πέντε χρόνια µετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συµβούλιο έκθεση για την εφαρµογή των κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος κανονισµού. Η έκθεση αυτή, µεταξύ άλλων επανεξετάζει την ανάγκη για τη συνέχιση της εφαρµογής αυτών των κεφαλαίων. Εάν η έκθεση συστήνει τη διακοπή της εφαρµογής των διατάξεων αυτών των κεφαλαίων ή αν προτείνει την τροποποίηση αυτών των διατάξεων, πρέπει να συνοδεύεται από κατάλληλη νοµοθετική πρόταση. Αν δεν αντικατασταθούν από επενδυτική συµφωνία της Ένωσης ή δεν καταγγλθούν µε άλλο τρόπο, οι διµερείς συµφωνίες που συνάπτονται από τα κράτη µέλη µε τρίτες χώρες εξακολουθούν να είναι δεσµευτικές για τα συµβαλλόµενα µέρη βάσει του δηµόσιου διεθνούς δικαίου. (13) Οι συµφωνίες που εγκρίνονται βάσει του παρόντος κανονισµού ή οι εγκρίσεις για την έναρξη διαπραγµατεύσεων για την τροποποίηση υπάρχουσας ή για τη σύναψη νέας διµερούς συµφωνίας µε τρίτη χώρα δεν πρέπει σε καµία περίπτωση να αποτελέσουν εµπόδιο στην εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης στον τοµέα των επενδύσεων, ιδίως της κοινής εµπορικής πολιτικής. (14) Tο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συµβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε πληροφορία χαρακτηρίζεται εµπιστευτική υφίσταται την ανάλογη µεταχείριση σύµφωνα µε τον κανονισµό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 30ής Μαΐου 2001 όσον αφορά την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συµβουλίου και της Επιτροπής 7. (15) Οι επενδυτικές συµφωνίες µεταξύ των κρατών µελών δεν πρέπει να καλύπτονται από τον παρόντα κανονισµό. (16) Είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ορισµένες ρυθµίσεις για να εξασφαλιστεί ότι οι συµφωνίες που διατηρούνται σύµφωνα µε τον παρόντα κανονισµό παραµένουν λειτουργικές συµπεριλαµβανοµένης της επίλυσης διαφορών, ενώ παράλληλα τηρείται η αποκλειστική αρµοδιότητα της Ένωσης. (17) Τα αναγκαία για την εφαρµογή του παρόντος κανονισµού µέτρα πρέπει να θεσπίζονται σύµφωνα µε την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συµβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισµό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρµοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή 8. ΕΞΕ ΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ I Πεδίο εφαρµογής 7 8 ΕΕ L 145 της 31.05.2001, σ. 43. ΕΕ L 184 της 17.07.1999, σ. 23. EL 10 EL

Άρθρο 1 Αντικείµενο και πεδίο εφαρµογής Ο παρών κανονισµός ορίζει τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία βάσει της οποίας τα κράτη µέλη λαµβάνουν την έγκριση να διατηρήσουν σε ισχύ, να τροποποιήσουν ή να συνάψουν διµερείς επενδυτικές συµφωνίες µε τρίτες χώρες. ΚΕΦΑΛΑΙΟ II Έγκριση για τη διατήρηση διατηρηθούν σε ισχύ των συµφωνιών Άρθρο 2 Κοινοποίηση στην Επιτροπή Μέσα σε τριάντα ηµέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού, τα κράτη µέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις διµερείς επενδυτικές συµφωνίες που έχουν συνάψει µε τρίτες χώρες πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού τις οποίες είτε επιθυµούν να διατηρήσουν σε ισχύ είτε να θέσουν σε ισχύ, σύµφωνα µε αυτό το κεφάλαιο. Η κοινοποίηση περιλαµβάνει αντίγραφο αυτών των διµερών συµφωνιών. Άρθρο 3 Έγκριση της διατήρησης σε ισχύ των συµφωνιών Με την επιφύλαξη των αρµοδιοτήτων της Ένωσης όσον αφορά τις επενδύσεις και των λοιπών υποχρεώσεων των κρατών µελών βάσει της νοµοθεσίας της Ένωσης, τα κράτη µέλη λαµβάνουν την έγκριση, σύµφωνα µε το άρθρο 2 παράγραφος 1 της Συνθήκης, να διατηρήσουν σε ισχύ διµερείς επενδυτικές συµφωνίες που έχουν κοινοποιηθεί σύµφωνα µε το άρθρο 2 του παρόντος κανονισµού. Άρθρο 4 ηµοσίευση 1. Κάθε δώδεκα µήνες η Επιτροπή δηµοσιεύει στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατάλογο των συµφωνιών που κοινοποιούνται βάσει του άρθρου 2 ή του άρθρου 11 παράγραφος 7. 2. Ο κατάλογος των συµφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δηµοσιεύεται για πρώτη φορά το αργότερο τρεις µήνες µετά τη λήξη της προθεσµίας για τις κοινοποιήσεις βάσει του άρθρου 2. Άρθρο 5 Επανεξέταση 1. Η Επιτροπή επανεξετάζει τις συµφωνίες που κοινοποιούνται βάσει του άρθρου 2 και αξιολογεί, ειδικότερα, αν οι συµφωνίες: EL 11 EL

α) αντιβαίνουν στη νοµοθεσία της Ένωσης εκτός από το ασυµβίβαστο που προκύπτει από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της, ή β) επικαλύπτουν, εν µέρει ή εξ ολοκλήρου, ισχύουσα συµφωνία της Ένωσης µε την εν λόγω τρίτη χώρα και αυτή η συγκεκριµένη επικάλυψη δεν ρυθµίζεται στην τελευταία συµφωνία, ή γ) αποτελούν εµπόδιο στην ανάπτυξη και εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης όσον αφορά τις επενδύσεις, περιλαµβάνοντας ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική. 2. Ενδέχεται να πραγµατοποιηθεί διαβούλευση µεταξύ της Επιτροπής και του κοινοποιούντος κράτους µέλους, είτε κατόπιν αίτησης του κράτους µέλους είτε µε πρωτοβουλία της Επιτροπής για να διευκολυνθεί η επανεξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. 3. Το αργότερο πέντε χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συµβούλιο έκθεση για την εφαρµογή του παρόντος κεφαλαίου προκειµένου να επανεξεταστεί αν υπάρχει ανάγκη να συνεχιστεί να εφαρµόζεται το κεφάλαιο αυτό, µε βάση την έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. 4. Σε περίπτωση που η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 συστήνει τη διακοπή της εφαρµογής των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου ή την τροποποίησή τους, συνοδεύεται από κατάλληλη νοµοθετική πρόταση. Άρθρο 6 Ανάκληση της έγκρισης 1. Η έγκριση που προβλέπεται στο άρθρο 3 µπορεί να ανακληθεί όταν µια συµφωνία: α) αντιβαίνει στη νοµοθεσία της Ένωσης εκτός από το ασυµβίβαστο που προκύπτει από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της, ή β) επικαλύπτει, εν µέρει ή εξ ολοκλήρου, ισχύουσα συµφωνία της Ένωσης µε την εν λόγω τρίτη χώρα και αυτή η συγκεκριµένη επικάλυψη δεν ρυθµίζεται στην τελευταία συµφωνία, ή γ) αποτελεί εµπόδιο στην ανάπτυξη και εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης για τις επενδύσεις, ιδίως της κοινής εµπορικής πολιτικής, ή δ) το Συµβούλιο δεν έχει λάβει απόφαση για την έγκριση έναρξης διαπραγµατεύσεων για συµφωνία που επικαλύπτει, µερικώς ή εξ ολοκλήρου, τη συµφωνία που κοινοποιείται βάσει του άρθρου 2, µέσα σε ένα χρόνο από την υποβολή σύστασης της Επιτροπής βάσει του άρθρου 218 παράγραφος 3 της Συνθήκης. 2. Όταν η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχουν λόγοι να ανακληθεί η έγκριση που προβλέπεται στο άρθρο 3, εγκρίνει αιτιολογηµένη γνώµη στο οικείο κράτος µέλος EL 12 EL

για τα απαραίτητα µέτρα που πρέπει να λάβει για να συµµορφωθεί µε τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Πραγµατοποιούνται διαβουλεύσεις µεταξύ της Επιτροπής και των οικείων κρατών µελών. 3. Όταν οι διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν τελεσφορήσουν, η Επιτροπή ανακαλεί την έγκριση για την εν λόγω συµφωνία. Η Επιτροπή αποφασίζει την ανάκληση της έγκρισης σύµφωνα µε τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2. Περιλαµβάνει απαίτηση το κράτος µέλος να λάβει τα κατάλληλα µέτρα και, κατά περίπτωση να καταγγείλει την οικεία συµφωνία. 4. Όταν ανακαλείται µια έγκριση, η Επιτροπή διαγράφει τη συµφωνία από τον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 4. ΚΕΦΑΛΑΙΟ III Έγκριση για την τροποποίηση ή τη σύναψη συµφωνιών Άρθρο 7 Έγκριση για την τροποποίηση ή τη σύναψη συµφωνιών Με την επιφύλαξη των όρων που ορίζονται στα άρθρα 8 έως 12, ένα κράτος µέλος λαµβάνει έγκριση να αρχίσει διαπραγµατεύσεις για την τροποποίηση υπάρχουσας ή για τη σύναψη νέας επενδυτικής συµφωνίας µε τρίτη χώρα. Άρθρο 8 Κοινοποίηση στην Επιτροπή 1. Όταν ένα κράτος µέλος σκοπεύει να διεξαγάγει διαπραγµατεύσεις µε τρίτη χώρα µε σκοπό την τροποποίηση υφιστάµενης ή τη σύναψη νέας συµφωνίας, κοινοποιεί εγγράφως την πρόθεσή του στην Επιτροπή. 2. Στην κοινοποίηση περιλαµβάνεται σχετική τεκµηρίωση και αναφορά των διατάξεων που πρόκειται να συζητηθούν στις διαπραγµατεύσεις, οι στόχοι των διαπραγµατεύσεων καθώς και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές πληροφορίες. Στην περίπτωση τροποποιήσεων της υπάρχουσας συµφωνίας, η κοινοποίηση αναφέρει τις διατάξεις που θα επαναδιαπραγµατευτούν. 3. Η Επιτροπή θέτει την κοινοποίηση και, κατόπιν αιτήσεως, τα συνοδευτικά έγγραφα στη διάθεση άλλων κρατών µελών, εφόσον τηρούνται οι απαιτήσεις για εµπιστευτικότητα που ορίζονται στο άρθρο 14. 4. Η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διαβιβάζεται τουλάχιστον πέντε ηµερολογιακές µέρες πριν από την έναρξη επίσηµων διαπραγµατεύσεων µε την τρίτη χώρα. 5. Όταν οι πληροφορίες που διαβιβάζονται από τα κράτη µέλη δεν είναι επαρκείς για τους σκοπούς της έγκρισης της έναρξης επίσηµων διαπραγµατεύσεων σύµφωνα µε το άρθρο 9, η Επιτροπή µπορεί να ζητήσει συµπληρωµατικές πληροφορίες. EL 13 EL

Άρθρο 9 Έγκριση για την έναρξη επίσηµων διαπραγµατεύσεων 1. Η Επιτροπή εγκρίνει την έναρξη επίσηµων διαπραγµατεύσεων, εκτός αν καταλήξει ότι η έναρξη διαπραγµατεύσεων: α) αντιβαίνει στη νοµοθεσία της Ένωσης εκτός από το ασυµβίβαστο που προκύπτει από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της, ή β) υπονοµεύει τους στόχους των διαπραγµατεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη ή επίκεινται µεταξύ της Ένωσης και της ενδιαφερόµενης τρίτης χώρας, ή γ) αποτελεί εµπόδιο στην ανάπτυξη και εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης για τις επενδύσεις, και ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική. 2. Στο πλαίσιο της έγκρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή µπορεί να ζητήσει από το κράτος µέλος να περιλάβει στη διαπραγµάτευση κατάλληλες ρήτρες. 3. Οι αποφάσεις για την έγκριση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 λαµβάνονται σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Η Επιτροπή εκδίδει την απόφασή της µέσα σε 90 ηµέρες από την κοινοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 8. Όταν χρειάζονται συµπληρωµατικές πληροφορίες για τη λήψη της απόφασης, η προθεσµία των 90 ηµερών αρχίζει να υπολογίζεται από την ηµεροµηνία παραλαβής των συµπληρωµατικών πληροφοριών. Άρθρο 10 Συµµετοχή της Επιτροπής στις διαπραγµατεύσεις Η Επιτροπή ενηµερώνεται για την πρόοδο και τα αποτελέσµατα σε όλα τα διάφορα στάδια των διαπραγµατεύσεων και µπορεί να ζητήσει να συµµετάσχει στις διαπραγµατεύσεις για τις επενδύσεις που διεξάγονται µεταξύ του κράτους µέλους και της τρίτης χώρας. Άρθρο 11 Έγκριση για την υπογραφή και σύναψη συµφωνίας 1. Πριν από την υπογραφή της συµφωνίας, το οικείο κράτος µέλος ενηµερώνει την Επιτροπή για την έκβαση των διαπραγµατεύσεων και της διαβιβάζει το κείµενο της συµφωνίας. 2. Η υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 περιλαµβάνει συµφωνίες για τις οποίες έχουν γίνει διαπραγµατεύσεις πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού αλλά δεν συνάφθηκαν και, εποµένως, δεν υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 2. 3. Μόλις λάβει µια κοινοποίηση, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον η συµφωνία που προέκυψε από τις διαπραγµατεύσεις: EL 14 EL

α) αντιβαίνει στη νοµοθεσία της Ένωσης µε εξαίρεση το ασυµβίβαστο που προκύπτει από την κατανοµή αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ένωσης και των κρατών µελών της, ή β) υπονοµεύει τους στόχους των διαπραγµατεύσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη ή επίκεινται µεταξύ της Ένωσης και της ενδιαφερόµενης τρίτης χώρας, ή γ) αποτελεί εµπόδιο στην ανάπτυξη και εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης για τις επενδύσεις, και ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική, ή δ) είναι αντίθετη µε την απαίτηση του άρθρου 9 παράγραφος 2, κατά περίπτωση. 4. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συµπέρασµα ότι η συµφωνία που προέκυψε από τις διαπραγµατεύσεις δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, δεν επιτρέπεται στο κράτος µέλος να υπογράψει και να συνάψει τη συµφωνία. 5. Αν η Επιτροπή καταλήξει στο συµπέρασµα ότι η συµφωνία που προέκυψε από τις διαπραγµατεύσεις ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, επιτρέπεται στο κράτος µέλος να υπογράψει και να συνάψει τη συµφωνία. 6. Οι αποφάσεις που βασίζονται στις παραγράφους 4 και 5 θεσπίζονται σύµφωνα µε τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2. Η Επιτροπή εκδίδει την απόφασή της µέσα σε 90 ηµέρες από την κοινοποίηση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2. Όταν χρειάζονται συµπληρωµατικές πληροφορίες για τη λήψη της απόφασης, η προθεσµία των 90 ηµερών αρχίζει να υπολογίζεται από την ηµεροµηνία παραλαβής των συµπληρωµατικών πληροφοριών. 7. Όταν έχει χορηγηθεί έγκριση σύµφωνα µε την παράγραφο 5, το ενδιαφερόµενο κράτος µέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τη σύναψη και την έναρξη ισχύος της συµφωνίας. Άρθρο 12 Επανεξέταση 1. Το αργότερο πέντε χρόνια από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισµού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συµβούλιο έκθεση για την εφαρµογή του παρόντος κεφαλαίου προκειµένου να επανεξεταστεί αν συντρέχει λόγος για τη συνέχιση της εφαρµογής του. 2. Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαµβάνει επισκόπηση των εγκρίσεων που ζητούνται και χορηγούνται βάσει του παρόντος κεφαλαίου. 3. Όταν η έκθεση που αναφέρεται στη παράγραφο 1 συστήνει διακοπή της εφαρµογής του παρόντος κεφαλαίου ή τροποποίηση των διατάξεών του, τότε συνοδεύεται από κατάλληλη νοµοθετική πρόταση. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV Τελικές διατάξεις EL 15 EL

Άρθρο 13 Συµπεριφορά των κρατών µελών όσον αφορά τις συµφωνίες µε τρίτη χώρα 1. Για όλες τις συµφωνίες που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος κανονισµού, το οικείο κράτος µέλος ενηµερώνει την Επιτροπή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για όλες τις συνεδριάσεις που πραγµατοποιούνται βάσει των διατάξεων της συµφωνίας. Η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της την ηµερήσια διάταξη και όλες τις σχετικές πληροφορίες που της επιτρέπουν να κατανοήσει τα ζητήµατα προς συζήτηση. Η Επιτροπή µπορεί να ζητά επιπλέον πληροφορίες από τα κράτη µέλη. Όταν ένα ζήτηµα προς συζήτηση µπορεί να επηρεάσει την εφαρµογή των πολιτικών της Ένωσης σχετικά µε τις επενδύσεις, και ιδίως την κοινή εµπορική πολιτική, η Επιτροπή µπορεί να απαιτήσει το οικείο κράτος µέλος να λάβει µια συγκεκριµένη θέση. 2. Για όλες τις συµφωνίες που εµπίπτουν στο πεδίο εφαρµογής του παρόντος κανονισµού, το οικείο κράτος µέλος ενηµερώνει την Επιτροπή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για τυχόν ισχυρισµούς ότι ένα συγκεκριµένο µέτρο δεν συνάδει µε τη συµφωνία. Το κράτος µέλος ενηµερώνει επίσης αµέσως την Επιτροπή για κάθε αίτηση για επίλυση διαφορών που υποβάλλεται βάσει της συµφωνίας, αµέσως µόλις το κράτος µέλος λάβει γνώση για την αίτηση. Το κράτος µέλος και η Επιτροπή συνεργάζονται πλήρως και λαµβάνουν όλα τα αναγκαία µέτρα για να εξασφαλίσουν αποτελεσµατική άµυνα, η οποία µπορεί να περιλαµβάνει, κατά περίπτωση, τη συµµετοχή της Επιτροπής στη διαδικασία. 3. Για όλες τις συµφωνίες που εµπίπτουν στο πεδίο του παρόντος κανονισµού, το οικείο κράτος µέλος επιδιώκει τη συµφωνία της Επιτροπής πριν ενεργοποιήσει τους σχετικούς µηχανισµούς επίλυσης διαφορών που περιλαµβάνονται στη συµφωνία και ενεργοποιεί αυτούς τους µηχανισµούς, κατόπιν αίτησης της Επιτροπής. Οι εν λόγω µηχανισµοί περιλαµβάνουν διαβουλεύσεις µε το αντισυµβαλλόµενο µέρος και επίλυση διαφορών όταν προβλέπεται στη συµφωνία. Το κράτος µέλος και η Επιτροπή συνεργάζονται πλήρως όσον αφορά την εκτέλεση των διαδικασιών στο πλαίσιο σχετικών µηχανισµών, οι οποίοι µπορεί να περιλαµβάνουν, κατά περίπτωση, τη συµµετοχή της Επιτροπής στις σχετικές διαδικασίες. Άρθρο 14 Εµπιστευτικότητα Κατά την κοινοποίηση των διαπραγµατεύσεων και του αποτέλεσµατός τους προς την Επιτροπή, όπως προβλέπεται στα άρθρα 8 και 11, τα κράτη µέλη αναφέρουν εάν περιλαµβάνονται πληροφορίες οι οποίες πρέπει να θεωρούνται εµπιστευτικές και εάν αυτές µπορούν να τεθούν στη διάθεση άλλων κρατών µελών. Άρθρο 15 Επιτροπή 1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από τη συµβουλευτική επιτροπή για τη διαχείριση µεταβατικών ρυθµίσεων στον τοµέα των διεθνών επενδυτικών συµφωνιών. EL 16 EL

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται µνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρµόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Άρθρο 16 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισµός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ηµέρα από τη δηµοσίευσή του στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισµός είναι δεσµευτικός ως προς όλα τα µέρη του και ισχύει άµεσα σε κάθε κράτος µέλος. Βρυξέλλες, [ ] Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ο Πρόεδρος Για το Συµβούλιο Ο Πρόεδρος EL 17 EL