ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗΣ

Σχετικά έγγραφα
ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Διδαγμένο κείμενο. Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Α1,1/Γ1,2/Γ1,3-4/6/12)

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Β1. Ποια είναι η δομή του συλλογισμού, με τον οποίο ο Αριστοτέλης ορίζει την πόλη ως την τελειότερη μορφή κοινωνίας;

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 27 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Κοινότητα και κοινωνία

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

Γ Λυκείου Αρχαία θεωρητικής κατεύθυνσης. Αριστοτέλης

συμφέρον του συνόλου των πολιτών. Αντίθετα, οι άλλες μορφές κοινωνίας επιδιώκουν ένα επιμέρους αγαθό για το συμφέρον των μελών τους.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ AΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Η Αριστοτελική Φρόνηση

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

323 Α) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ (Γ1, 1-2)/ ΠΛΑΤΩΝΑΣ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (322 Α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Ηθική ανά τους λαούς

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Απολυτήριες εξετάσεις Γ Τάξης Ημερήσιου Γενικού Λυκείου Αρχαία Ελληνικά 27/5/2013

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

Πανελλαδικού Μαθητικού Διαγωνισμού Φιλοσοφίας 2011/12

Απολυτήριες εξετάσεις Γ Τάξης Ημερήσιου Γενικού Λυκείου Αρχαία Ελληνικά 27/5/2013

Δευτέρα, 27 Μαΐου 2013 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑ 27 ΜΑΪΟΥ 2013

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ Ο Μ Η Ρ Ο Σ

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ. ΤΟΥ 46 ου ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Β ΤΑΞΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΜΑ: «ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΓΝΩΣΗ»

ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2013 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Ενότητα 11. Λεξιλογικός πίνακας : ἡ πόλις. Αγγελική Κατσούγκρη Γυμνάσιο Ατσιποπούλου

Αρχαία Θεωρητικής Κατεύθυνσης

Α1. ΕΝΟΤΗΤΑ 11 ΚΕΙΜΕΝΟ (ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ)

Φ 619 Προβλήματα Βιοηθικής

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Κεφάλαιο 5 ο Η πρακτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

α) «άτοµα» β) «απεικάσµατα» γ) «επιθυµητικό». Μονάδες 12

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 27 ΜΑΪΟΥ 2013 ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 9: Η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Φύλλο εργασίας E ομάδας

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Α1. Επειδή βλέπουμε ότι κάθε πόλη είναι ένα είδος κοινότητας και κάθε

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 4: Η έννοια της δικαιοσύνης. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης / Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ

Το Δίκαιο, η Νομική Επιστήμη και η σημασία τους για τις Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές. Αναλυτικό διάγραμμα του μαθήματος της Δευτέρας 5/10/2015

Αριστοτέλη "Ηθικά Νικομάχεια" μετάφραση ενοτήτων 1-10 Κυριακή, 09 Δεκέμβριος :23 - Τελευταία Ενημέρωση Δευτέρα, 16 Σεπτέμβριος :21

4. Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ

ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

1.1 Άνθρωπος: κοινωνικό,

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Ηθική & Τεχνολογία Μάθημα 3 ο Iron Man vs Αριστοτέλη

3. Η θεωρία του Αριστοτέλη για τη µεσότητα

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

Μπορεί η θεωρία της μεσότητας να οδηγήσει στο ευ ζην; Περίληψη

ΑΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑΣ -- ΤΗΛ , ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

στις οποίες διαμορφώθηκαν οι ιστορικοί και οι πολιτισμικοί όροι για τη δημοκρατική ισότητα: στη δυτική αντίληψη της ανθρώπινης οντότητας, το παιδί

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ. ΤΡΙΤΗ 30 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2013 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

Αρχαϊκή εποχή. Πότε; Π.Χ ΔΕΜΟΙΡΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑ

Επιτρέπεται να αρθρώνει η Εκκλησία πολιτικό λόγο;

Ενότητα 5: Ισχύς του δικαίου: πότε και πώς ισχύει ο νόμος

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

A. Από το κείµενο που σας δίνεται να µεταφράσετε στο τετράδιό σας το απόσπασµα: «Oœty dü pñr ïpistgl m... ja ökkeixir ja t lósom». Μονάδες 10 B.

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 1. Το Σύνταγμα ως αντικείμενο των πολιτειακών επιστημών

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Π.Μ.Σ. ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗΣ Καθηγητής: Πλάγγεσης Γιάννης Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2013

«Ο άνθρωπος, όταν τελειοποιείται, είναι το καλύτερο των ζώων. Όταν, όμως, αποχωρίζεται από το νόμο και τη δικαιοσύνη, είναι το χειρότερο όλων.» «Ο καλός πολίτης πρέπει να ξέρει και να κυβερνιέται και να κυβερνάει.» «Ο καλός ο νομοθέτης, καθώς κι ο αληθινός πολιτικός, δεν πρέπει να ξεχνούν πως όχι το απόλυτα άριστο, αλλά εκείνο που από τα πράγματα αποδείχνεται σχετικά καλύτερο, πρέπει να προτιμείται σε κάθε δοσμένη περίπτωση.» «Οι κατώτεροι επαναστατούν για να γίνουν ίσοι με όλους, και οι ίσοι για να γίνουν ανώτεροι. Αυτή είναι η νοοτροπία που δημιουργεί τις επαναστάσεις.» 1

Περιεχόμενα Εισαγωγή 2 Η έννοια του Πολιτεύματος, της Πολιτικής και της Πολιτικής Φιλοσοφίας στην Αριστοτελική σκέψη 4 Η έννοια της πόλης 10 Η τυπολογία των πολιτευμάτων 25 Η Μεταβολή και οι Τρόποι Διατήρησης των πολιτευμάτων 44 Το ζήτημα της εξουσίας και η «ιδανική πολιτεία» 57 Επίλογος 70 Βιβλιογραφία 72 2

Εισαγωγή Αν θελήσουμε να ασχοληθούμε με την έννοια της πολιτικής, θα πρέπει αναπόφευκτα να μελετήσουμε πρώτα, την ιδιότυπη αυτή οργάνωση συμβίωσης, που οι αρχαίοι ονόμαζαν «πόλις». Ολόκληρη η πολιτική θεωρία του Αριστοτέλη επηρεάζεται από αυτήν και την κατάσταση της. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης, στις αναλύσεις του για τα πολιτεύματα, λαμβάνει υπόψη του τις «συναγωγές των νόμων και των πολιτειών» (Ηθικά Νικομάχεια, Κ, 10, 1181 b 10-30), δείγμα των οποίων είναι και η Αθηναίων Πολιτεία. 1 Οι όροι «πόλις» και πολιτεία δεν είναι όμως ταυτόσημοι. Ο Αριστοτέλης δίνει τον ορισμό της πολιτείας ως πολιτεύματος και μολονότι δηλώνει κατηγορηματικά ότι η πολιτεία είναι «η ψυχή της πόλεως», πράγμα που δείχνει τη σημασία του σωστού πολιτεύματος για την υπόσταση της πόλεως, παραδέχεται ότι υποχρεωτικά η «πόλις» προϋποτίθεται. Ωστόσο, ο Αριστοτέλης δεν αναλύει μόνο το καλύτερο και το πιο επιθυμητό πολίτευμα, αντίθετα, συνειδητοποιεί πως τα πολιτεύματα πρέπει να ρυθμίζονται ανάλογα με το χαρακτήρα και τις ανάγκες του λαού και πως για διαφορετικές συνθήκες διαφορετικό είναι και το σωστό πολίτευμα. Δέχεται μάλιστα πως το ατελέστατο πολίτευμα μπορεί να είναι το καλύτερο στο οποίο είναι δυνατό να φτάσει κανείς κάτω από ορισμένες συνθήκες. 2 Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του, αλλά και στην πολιτική φιλοσοφία του γενικότερα, θα σταθεί σε δύο κύριους τύπους ερωτημάτων: Πώς είναι τα της πόλεως και πώς θα έπρεπε να είναι. Παράλληλα υπάρχουν και δύο δυνατοί τύποι μεθοδικής πορείας: η «θεωρητική» και η «θετική» μέθοδος. Η πρώτη είναι η κλασική αντίληψη που υπάρχει για τον τρόπο εργασίας της φιλοσοφίας. Θέτοντας δηλαδή πρώτα κάποια γενικά ερωτήματα για την πόλη και αναλύοντας τα θεωρητικά διακρίνουμε τα θεμελιώδη στοιχεία του πολιτικού βίου, ώσπου να αναχθούμε στην κύρια αρχή που τον διέπει. Η μεθοδική αυτή πορεία χαρακτηρίζεται από λογική αυστηρότητα, εννοιολογικό πλούτο και συστηματικότητα. Κατά τη δεύτερη μέθοδο, τη «θετική» ξεκινάμε από πραγματικότητες που διαπιστώνουμε εμπειρικά και επιδιδόμαστε στη μελέτη των μεταξύ τους σχέσεων, χωρίς να προβαίνουμε σε κρίσεις ή υποθέσεις που βρίσκονται έξω από τα δεδομένα της εξεταζόμενης περιοχής της πραγματικότητας. Η πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη είναι και «θεωρητική» και «θετική» και έχει διπλό χρέος: Να περιγράφει και να προδιαγράφει. Αν οι δύο αυτές 1 Α. Μπαγιόνας, «Η εξέλιξη των πολιτευμάτων στα Πολιτικά του Αριστοτέλη», Αριστοτελικά, εκδ. ΑΠΘ, Θεσ\νίκη, 1980, σελ 89 2 Τσέλερ Ε. & Νέστλε Β., Ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας, μτφ. Χ. Θεοδωρίδης. Αθήνα, Εστία, 1997, σελ. 248 3

προθέσεις συνδυαστούν με καθεμιά από τις παραπάνω μεθοδικές πορείες, υπάρχουν τέσσερα τυπικά προγράμματα για την πολιτική φιλοσοφία, που μπορούμε να τα διακρίνουμε στα Πολιτικά του Αριστοτέλη: Είναι δυνατόν να συνδυάζονται ερωτήματα για τις θεμελιακές αρχές της πολιτικής είτε με προθέσεις απλώς περιγραφής (όταν π.χ. διερωτόμαστε τι είναι ως προς την ουσία της η «πόλις») είτε με προθέσεις προδιαγραφής (όταν π.χ. διερωτόμαστε για την απόλυτη μορφή μιας ιδανικής πόλης). Είναι δυνατόν επίσης να στεκόμαστε στη θετική πλευρά των δεδομένων της πολιτικής εμπειρίας είτε με προθέσεις περιγραφής (όταν π.χ. διερωτόμαστε ποιοι είναι οι τύποι των διαφόρων πολιτευμάτων) είτε με προθέσεις προδιαγραφής (όταν π.χ διερωτόμαστε τι χρειάζεται για να προστατευθεί κάθε σύστημα υπαρκτό από την καταστροφή). Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσαμε να προβούμε σε μια συνοπτική παρουσίαση του περιεχομένου των Πολιτικών, η οποία θα μας δώσει μια καλύτερη εικόνα και της πολυμορφίας τους, αλλά και να κατανείμουμε τα οκτώ βιβλία των Πολιτικών ως εξής: Τα βιβλία IV, V και VI μπορούμε να πούμε ότι συγκροτούν το λεγόμενο «πραγματολογικό (ρεαλιστικό) στρώμα» του έργου. Τα βιβλία I, ΙΙΙ αποτελούν ένα είδος εισαγωγής στην αριστοτελική πολιτική θεωρία και στα προβλήματα της πολιτικής φιλοσοφίας γενικότερα. Το βιβλίο I ασχολείται με τις ποικίλες μορφές κοινωνικής ζωής, ενώ το βιβλίο ΙΙΙ με τους διάφορους τύπους πολιτευμάτων. Στο βιβλίο IV, όπου υπάρχει η περιγραφική θεώρηση και η θετική μέθοδος, εξετάζονται θέματα που θα τα χαρακτηρίζαμε σήμερα κοινωνιολογικά. Στα βιβλία V και VI παρουσιάζονται οι λόγοι και οι τρόποι μεταβολής των πολιτευμάτων αλλά και τα αίτια των στάσεων και οι τρόποι αποφυγής τους. Τέλος, τα βιβλία ΙΙ, VII, VIII αντιπροσωπεύουν τα πιο «ιδεοκρατικά» (ιδεαλιστικά) μέρη των Πολιτικών, καθώς ασχολούνται με την αναζήτηση της τέλειας πολιτείας και του άριστου πολιτεύματος. Αυτό που παρατηρούμε είναι ότι το έργο του Αριστοτέλη, αποτελεί αφετηρία πολλών επιστημών, όπως της φιλοσοφίας, της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνιολογίας, της ιστορίας, της οικονομικής επιστήμης, της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Τα Πολιτικά αποτελούν επίσης τις πηγές από όπου άντλησαν ο Montesquieu, ο Rousseau, ο Marx, ο Machiavelli, ο Max Weber. Εμείς ωστόσο, στην παρούσα εργασία, θα προσπαθήσουμε να εστιάσουμε στην πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη και να παρουσιάσουμε την θεωρία του για τα πολιτεύματα, την εναλλαγή και την φθορά τους, αλλά και το αν υπάρχει και πιο είναι το ιδανικό πολίτευμα. 4

Η έννοια του Πολιτεύματος, της Πολιτικής και της Πολιτικής Φιλοσοφίας στην Αριστοτελική σκέψη Οι έννοιες της πολιτικής, του πολίτη, της πολιτείας, του πολιτεύματος είναι σαφέστατα κληρονομημένες από τη Αρχαία Ελλάδα. Όλες προέρχονται από την αρχαία ελληνική έννοια της πόλεως, που τότε δεν σήμαινε απλά το σύνολο μεγάλου αριθμού οικιών, τον εκτεταμένο οικισμό μαζί με το σύνολο των κατοίκων του όπως σήμερα. 3 Στην αρχαία ελληνική η λέξη «πόλις» μπορούσε να σημαίνει τον οικισμό (αντίθετο της υπαίθρου), ή και τον πολιτισμένο βίο (σε αντίθεση με την ζωή στην άγρια κατάσταση ή με το βίο των διαφόρων βαρβαρικών φυλών). Μπορούσε ακόμα να σημαίνει, μια συμβιωτική κοινότητα μερικών εκατοντάδων ανθρώπων, οι οποίοι έχουν συνείδηση ότι ανήκουν σ αυτή και την αναγνωρίζουν ως πατρίδα τους, όπως για παράδειγμα οι Σπαρτιάτες, οι Αθηναίοι, οι Κορίνθιοι και άλλοι. Κάθε πολιτεία αυτοπροστατεύεται χάρη στο δικό της κυρίαρχο πολίτευμα. Τα μέλη μιας πολιτείας κατάγονται από διάφορες φυλές. Αυτές οι φυλετικές ιδιαιτερότητες γρήγορα, ωστόσο, συγχωνεύτηκαν. Ο καθένας έχει το αίσθημα ότι ανήκει στην πόλη του. 4 Η έννοια πολιτική, στην αρχαιότητα δεν ήταν τόσο ευρεία έννοια όσο είναι για μας σήμερα. Η πολιτική αφορούσε τα θέματα της πόλης, όπως την περιγράψαμε παραπάνω. Το να ζει ο Έλληνας του 5 ου π.χ. αιώνα σε πόλη, ήταν ταυτόσημο του να ζει και να σκέφτεται πολιτικά. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι τα μεγάλα έργα πολιτικού στοχασμού των Ελλήνων, μαζί και τα Πολιτικά του Αριστοτέλη, ανήκουν σε μια εποχή που ακόμα η «πόλις» ζει. Όταν οι Έλληνες γίνονται αργότερα υπήκοοι μιας τεράστιας αυτοκρατορίας και μιλάμε για την αλεξανδρινή εποχή αλλά και αργότερα, δεν θα ασκούν πια πολιτική, τουλάχιστον με την παραπάνω έννοια. Ωστόσο θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς ότι η πολιτική αφορά μόνο την αρχαιότητα ή ότι συνδέεται αποκλειστικά με το στοχασμό γύρω από την αρχαία πόλη. Για τους αρχαίους Έλληνες η πολιτική σχετιζόταν με τις δημόσιες εκδηλώσεις της ζωής τους, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν τόσο η θρησκεία και η εκπαίδευση, όσο και η ηθική. Η πολιτική αφορούσε, δηλαδή, τα κοινά και όχι τις ιδιωτικές υποθέσεις. Η ιδιωτική ζωή του αρχαίου Έλληνα θα πρέπει πάντως να έχουμε υπόψη μας ότι ήταν πολύ πιο περιορισμένη από τη δική μας. 5 Η αντίληψη που επικρατούσε ήταν, ότι στην πολική ζωή πρέπει όλοι να συμμετέχουν και ότι δεν μπορεί αλλά και δεν πρέπει να αποτελεί αυτή 3 Μείζον Ελληνικό Λεξικό, Τεγόπουλος Φυτράκης 4 Francis Wolff, Ο Αριστοτέλης και η πολιτική, Αθήνα, 1995, σελ. 11-12 5 Francis Wolff, ό.π., σελ. 14-15 5

προνόμιο κανενός. Η άσκηση της πολιτικής, το «πράτειν τα πολιτικά», το «πολιτεύεσθαι», ήταν η κατεξοχήν ευγενική ενασχόληση για την οποία θα άξιζε ακόμα και τη ζωή του να θυσιάσει κανείς. Ο Αριστοτέλης ταυτίζει την πολιτική με την πρακτική φιλοσοφία γενικά, που αντιστοιχεί στην πρακτική λειτουργία του νου, την ενασχόληση με την ανθρώπινη πράξη. Η πράξη αφορά τόσο την ηθική όσο και την πολιτική. Για τον Αριστοτέλη θα ήταν αδιανόητη η διάκριση μεταξύ πολιτικής και ηθικής, μεταξύ δημόσιας και ατομικής ηθικής. 6 Η ηθική έχει ως αντικείμενο το ανθρώπινο αγαθό και στοχεύει στην ευδαιμονία του ανθρώπου. 7 Τον ίδιο στόχο έχει και η πολιτική, αυτή τη φορά όμως, για όλους τους πολίτες σαν σύνολο και όχι μεμονωμένα και ατομικά για τον καθένα. Για τον Αριστοτέλη ο άνθρωπος μπορεί να ολοκληρωθεί μόνο μέσα στην πόλη. Έτσι, η ευδαιμονία νοείται ως τελείωση του πνεύματος και του ήθους του ανθρώπου, ο οποίος με τη σειρά του θα προβαίνει σε πράξεις που θα καθιστούν την πόλη αυτάρκη και κατ επέκταση ολοκληρωμένη. Ήδη από την αρχή των Πολιτικών ο Αριστοτέλης διατυπώνει την άποψη ότι κάθε «πόλις» αποτελεί εκούσια ένωση ανθρώπων, η οποία συστήθηκε προς επιδίωξη ενός αγαθού. 8 Η πολιτική φαίνεται εδώ, να θεμελιώνεται στην ηθική, ως αναζήτηση του αγαθού, που είναι και ο τελικός σκοπός της πόλης. Η πολιτική όμως ασχολείται και με την αναζήτηση της φύσης αυτού του αγαθού και καθορίζει ποιες επιστήμες είναι απαραίτητες στην πόλη. 9 Το υπέρτατο αγαθό που επιθυμεί να εξασφαλίσει η πολιτική, είναι η ευδαιμονία, την οποία ενώ ο Αριστοτέλης τη θεμελιώνει στη λογική φύση του ανθρώπου, οι κοινοί, καθημερινοί άνθρωποι, τη συνδέουν με τις προσωπικές τους βλέψεις και επιθυμίες. 10 Όπως είπαμε και παραπάνω ο σκοπός δημιουργίας της πόλης είναι η ευδαιμονία των πολιτών της. 11 Αν και διαφορετικοί πολλές φορές μεταξύ τους, όλοι οι πολίτες έχουν καθήκον και ταυτόχρονα αντικειμενικό συμφέρον να διατηρούν την πόλη. 12 Κι αυτό γιατί αν αποκοπούν από αυτήν, χάνουν την αυτάρκεια τους. Όποιος όμως δεν έχει την ανάγκη κανενός είναι «ή θηρίο ή θεός». 13 Είναι χαρακτηριστικό, λοιπόν, το γεγονός ότι στα πλαίσια της αρχαιοελληνικής πολιτικής κοινωνίας ο ορθός βίος προϋποθέτει τη συμμετοχή 6 Ingemar During, Ο Αριστοτέλης, παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, Β τόμος, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994, σελ. 206 7 Γιώργος Μανιάτης, Πολιτική και Ηθική, Αθήνα 1995, σελ. 37 8 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 a 9 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1094 a 10 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1095 a 11 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1280 b 12 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1276 b 13 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 a 6

του ανθρώπου στα κοινά. Η συμμετοχή βέβαια στα κοινά νοούνταν όχι ως μια τυπική διαδικασία, αλλά ως ενεργητική στάση. Δεν είναι τυχαίο το ότι αυτός που δεν συμμετέχει στα κοινά, ο ιδιώτης, κατέληξε να σημαίνει τον ηλίθιο. 14 Η σχέση του πολίτη με την πόλη δεν ήταν τυπική αλλά ουσιαστική και η δέσμευση του απέναντι σ αυτήν, δεν ήταν τόσο νομική, όσο ηθική. Ο Σταγειρίτης πρώτος θα θέσει το ερώτημα ποιος τρόπος ζωής είναι ο καλύτερος. Κι από αυτό το ερώτημα ορμώμενος θα αρχίσει στη συνέχεια την έρευνα του άριστου πολιτεύματος. 15 Ο ίδιος στα Ηθικά Νικομάχεια διακρίνει τρία είδη τρόπου ζωής: τον «απολαυστικό βίο», τον «πολιτικό» και τον «θεωρητικό». 16 Είναι γεγονός όμως ότι οι αρχαίοι Έλληνες αδιαμφισβήτητα περιφρονούσαν τον άνθρωπο που φροντίζει μόνο για την προσωπική του ευημερία και το ατομικό του συμφέρον, αντί δηλαδή να πολιτεύεται, «πραγματεύεται». Μπορεί ο Αριστοτέλης να μην έχει γράψει κανένα έργο ειδικό με θέμα την έννοια της πολιτικής, υπάρχουν ωστόσο διάσπαρτες σε διάφορα έργα του εκφράσεις ή και αναπτύξεις γι αυτήν. Πολλές από αυτές είναι δυσερμήνευτες εξαιτίας και του πυκνότατου ύφους του Αριστοτέλη, όλες όμως είναι σημαντικότατες. Από το πρώτο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων συνάγεται ότι η πολιτική αναφέρεται σε όλες τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται στην πόλη. 17 Σ αυτές τις δραστηριότητες δεν συμπεριλαμβάνονται ωστόσο οι χειρωνακτικές εργασίες που ήταν κατά κύριο λόγο ευθύνη των δούλων. 18 «Η πολιτική αναφέρεται σε διανοητικές ή πρακτικές δραστηριότητες ελεύθερων πολιτών και στην επικοινωνία μεταξύ τους», αναφέρει πολύ εύστοχα ο Α. Μπαγιόνας. 19 Ο δούλος μπορεί μόνο να αντιλαμβάνεται τις διαταγές του κυρίου και να υπακούει. Ο δούλος δε ζει κατά βούληση (προαίρεσιν), γι' αυτό και δε μετέχει στην ευδαιμονία της πόλης, στην ανώτερη ποιοτικά ζωή, στην ηθική τελείωση. 20 Η ευδαίμων ζωή είναι η ενάρετη ζωή κι όχι οι απολαύσεις και οι ηδονές που αρμόζουν σε δούλους. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, πολίτης είναι μόνο αυτός που μετέχει της ευδαιμονίας, ενώ πόλη το σύνολο τέτοιων πολιτών. Ο δούλος δε μετέχει της ευδαιμονίας, γιατί δεν μπορεί να ζει ως ελεύθερος και να ασκεί την αρετή του. Συμπερασματικά λοιπόν στην πολιτική μετέχουν μόνο οι ελεύθεροι πολίτες στους οποίους «ο νους άρχει επί της ορέξεως» και που οι 14 Γιώργος Μανιάτης, Πολιτική και Ηθική, Αθήνα 1995, σελ. 43 15 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1323 a 16 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1095 b 17 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1094 a κ.εξ. 18 Με χειρωνακτικές εργασίες ασχολούνταν επίσης οι φτωχοί αγρότες που δεν είχαν δούλους ή είχαν πολύ λίγους καθώς και κάθε λογής φτωχοί εργάτες. 19 Α. Μπαγιόνας, «Η θεμελίωση της πολιτικής στην ηθική κατά τον Αριστοτέλη», στο Πολιτική Φιλοσοφία και οι Επιδράσεις της, Εταιρεία Αριστοτελικών Μελετών «το Λύκειον», Αθήνα 1999, σελ. 274 20 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ9, 1280a 32-34 7

δραστηριότητές τους είναι εκούσιες και δεν πηγάζουν από την βία και τον καταναγκασμό, όπως οι χειρωνακτικές δραστηριότητες των δούλων. Σύμφωνα με τα Ηθικά Νικομάχεια η πολιτική είναι «αρχιτεκτονική» επιστήμη η οποία καθορίζει τους σκοπούς όλων των δραστηριοτήτων των ελεύθερων πολιτών. Ο Αριστοτέλης αναφέρει: «κάθε τέχνη και μέθοδος, όμοια κάθε πράξη και απόφαση οδηγεί σε κάτι καλό», 21 όμως, «ο σκοπός της πολιτικής περιέχει τους σκοπούς των άλλων» 22, άρα καταλήγουμε ότι: κάθε τέχνη και μέθοδος, όμοια και κάθε πράξη και απόφαση είναι πολιτική. 23 Σε άλλα αριστοτελικά κείμενα 24 το αντικείμενο της πολιτικής είναι πιο περιορισμένο. Εδώ η πολιτική έχει να κάνει με τους πολίτες και τα πολιτεύματα. Με το ποιος δηλαδή θα ασκεί την εξουσία στην πόλη Η στενότερη αυτή έννοια της πολιτικής, είναι εκ πρώτης όψεως ασυμβίβαστη με το χαρακτηρισμό «αρχιτεκτονική επιστήμη» που συναντάμε στα Ηθικά Νικομάχεια. Όσον αφορά αυτό το ζήτημα ο Α. Μπαγιόνας λέει: «Δεν πρέπει να παραβλέψουμε το γεγονός ότι η «πολιτεία» ή αλλιώς το πολίτευμα, αποτελούν σύμφωνα με τον Αριστοτέλη τον «βίον της πόλεως». 25 Ακόμα κι αν η πολιτική, κατά το μέτρο που ασχολείται με «το κύριον της πόλεως» και το «πολίτευμα» δεν μπορεί να θεωρηθεί αρχιτεκτονική επιστήμη, ασχολείται με το πιο ουσιαστικό και έλλογο στοιχείο της πόλης. Η πρόταση ότι το πολίτευμα καθιερώνει την «τάξιν» (όχι μόνο με την ηθικοκοινωνική αλλά και με τη λογική έννοια του όρου) στις πόλεις, σε συνδυασμό με την πρόταση ότι το πολίτευμα είναι ο «βίος της πόλεως» μπορεί να ερμηνευτεί ως εξής: η σχέση πόλης και πολιτεύματος είναι ανάλογη με τη σχέση «δυνάμει» και «ενεργεία», ύλης και είδους. 26» Πως διαπλέκονται όμως η πολιτική ζωή και η πολιτική φιλοσοφία στην αρχαιότητα; Αν θελήσουμε να μελετήσουμε κάτι τέτοιο, θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει μια λογική σχέση δεσμού μεταξύ πολιτικής ζωής και πολιτικής φιλοσοφίας και οποιοσδήποτε διαχωρισμός θα ήταν αυθαίρετος. Μέσα στο έργο του ο Αριστοτέλης αναφέρεται πότε στην «πολιτικήν διάνοιαν και θεωρίαν», πότε στην «φιλοσοφίαν περί πολιτείας» ή την «μέθοδον περί πολιτείας», πότε στην «πολιτικήν επιστήμην» και «πολιτικήν φιλοσοφίαν». 27 21 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1094α 5 22 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, 1094 a 25 1094 b 6 23 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια 1094α 1-2 24 π.χ. Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1289 a κ.εξ. 25 Αριστοτέλης, Πολιτικά,1295 b 26 Α. Μπαγιόνας, ό.π. σελ. 276 27 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Β1 1260 b, Γ5 1279 b, Γ7 1282 b, Δ1 1288 b, Η12 1332 a 8

Όπως είπαμε στα Ηθικά Νικομάχεια γίνεται λόγος για την «πολιτικήν», η οποία περιλαμβάνεται στις «επιστήμες» ή «δυνάμεις» και έχει ως αντικείμενο την πόλη. 28 Τέλος η φιλοσοφία ορίζεται ως «επιστήμην της αληθείας» 29 και αποβλέπει στην αληθινή γνώση ενός αντικειμένου. Σύμφωνα λοιπόν, με τον Αριστοτέλη η πολιτική φιλοσοφία αποβλέπει στην αληθινή γνώση των πολιτειακών φαινομένων και γενικότερα των μορφών πράξης που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της πόλης. 30 Γι αυτό και η πολιτική ονομάζεται και «θεωρία» για την «πολιτεία» και την πόλη. Η πολιτική μάλιστα, ως φιλοσοφική επιστήμη, προϋποθέτει λογικά την πρακτική πολιτική. Δεν θα υπήρχε καν αν δεν είχαν σχηματιστεί τα πολιτεύματα που εξετάζει. Η πολιτική φιλοσοφία διακρίνεται από τους άλλους φιλοσοφικούς κλάδους ως προς το αντικείμενο της, το οποίο είναι κατά κύριο λόγο η «πολιτεία», το πολίτευμα. 31 Δεν περιορίζεται όμως όπως θα νόμιζε κανείς, σε μια θεωρία για το κράτος. Για τον Αριστοτέλη το πολίτευμα δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από την πόλη, όπως είπαμε, και γι αυτό η πολιτική φιλοσοφία εξετάζει την πόλη στο σύνολό της. 32 Εξετάζει το ήθος, τον τρόπο ζωής δηλαδή, του εκάστοτε «κυρίου της πόλεως» και γενικότερα των ελεύθερων πολιτών. Έργο της είναι να καθορίσει αν το ήθος που έχει διαμορφωθεί σε μια πόλη ενισχύει ή υπονομεύει το πολίτευμα της. 33 Το ήθος με τη σειρά του καθορίζεται από το «έθος» και γενικότερα από την παιδεία, από όλες δηλαδή τις επιδράσεις που δέχεται το άτομο από την πόλη. 34 Η σχέση ήθους και έθους καθώς και η παιδεία που την πραγματώνει, είναι αντικείμενο της πολιτικής φιλοσοφίας. Από την άποψη αυτή εξηγείται η τάση του Αριστοτέλη να εξαρτά την ηθική από την πολιτική φιλοσοφία. Η άποψη αυτή για το αντικείμενο της πολιτικής φιλοσοφίας επιβεβαιώνεται και από την έννοια της πολιτικής, όπως ο Αριστοτέλης τη δίνει στο πρώτο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων και τη συζητήσαμε αναλυτικά παραπάνω. Ο Μπαγιόνας αναφέρει σχετικά: «Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, λοιπόν, στην περιοχή της πολιτικής ανήκει καθετί που αφορά την πόλη, δηλαδή μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από κοινότητα σκοπών, θεσμών και διέπεται από μια ενιαία πολιτική εξουσία. Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι κάθε πολιτεία είναι και κοινωνικοπολιτικό σύστημα και ότι δεν πρέπει να κρίνεται από μία μόνο 28 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Α, Ι 29 Αριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά, Α, Ι, 993 b 30 Αριστοτέλης, Πολιτικά,1279 b 31 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ5 1279 a 32 Πλάγγεσης Ι., Αρχαία Ελληνική Πολιτική & Κοινωνική Φιλοσοφία, εκδ. Βάνιας, Θεσ\νίκη, 2010, σελ. 239 33 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ10 1286 b, Δ5 1292 b, Ε7 1309 a, Θ1 1337 a 34 Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, B2 1103 a 9

εκδήλωση της, π.χ τις αποφάσεις της κρατικής εξουσίας σε σχέση με μεμονωμένα άτομα.» 35 Ο Αριστοτέλης όταν αξιολογεί μια «πολιτεία» μελετά σε βάθος τις κοινωνικές τάξεις που την αποτελούν, τις σχέσεις εξουσίας και υποτέλειας μεταξύ τους, την οικονομική της βάση, το ηθικό θεσμικό ιδεολογικό εποικοδόμημα, την παιδεία που παρέχει αλλά και την δυνατότητα της κάθε τάξης να συμμετέχει στην άσκηση της εξουσίας και σε πιο βαθμό. Όπως έχει ήδη παρατηρηθεί, o Αριστοτέλης θεωρεί την πολιτική φιλοσοφία, επιστήμη που έχει ξεχωριστό αντικείμενο και μέθοδο. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η πολιτική φιλοσοφία μπορεί να διακρίνει τις αληθινές από τις ψευδείς προτάσεις σε σχέση με τα πολιτεύματα. 36 Μπορεί να διακρίνει τις κανονικές πολιτειακές καταστάσεις, όπως είναι η αριστοκρατία ή η «πολιτεία», από τις παρεκβάσεις τους, όπως η ολιγαρχία ή η δημοκρατία. Στο βαθμό που η πολιτική φιλοσοφία μπορεί να κάνει τέτοιου είδους διακρίσεις έχει εξίσου επιστημονικό χαρακτήρα με τις υπόλοιπες επιστήμες. Επιπρόσθετα, ο επιστημονικός χαρακτήρας της πολιτικής φιλοσοφίας επιβεβαιώνεται εκτός των άλλων και από το γεγονός ότι είναι σε θέση να εξηγήσει ένα πολίτευμα και τους τρόπους που το καθορίζουν. (τελικό αίτιο, υλικό αίτιο, ποιητικό αίτιο, ειδολογικό αίτιο). 37 35 Α. Μπαγιόνας, Η εξέλιξη των πολιτευμάτων στα Πολιτικά του Αριστοτέλη, Αριστοτελικά, εκδ. ΑΠΘ, Θεσ\νίκη, 1980, σελ 95 36 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ5 1279 b 37 Α. Μπαγιόνας, ό.π., σελ 96-97 10

Η έννοια της πόλης Ο Αριστοτέλης δεν υπήρξε απλώς θεωρητικός μελετητής του πολιτικού φαινομένου. Παρακολούθησε από κοντά την προσπάθεια του Πλάτωνα να επιδράσει μέσω των τυράννων της Σικελίας στη διαμόρφωση της πολιτικής ζωής. Ο ίδιος απέκτησε πολιτική πείρα συνδεόμενος με τον Ερμία, τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο. Κατά τη διαμονή του στην Αθήνα, όταν είχε συστήσει το Λύκειο, φαίνεται ότι είχε στενές σχέσεις με τον πολιτικό Λυκούργο. Ο Αριστοτέλης, συμμεριζόμενος ως ένα βαθμό τις αντιλήψεις του Πλάτωνα, αντιτίθεται στην άποψη ότι η πόλη αποτελεί κάτι το συμβατικό, ένα είδος συμμαχίας όπως υποστήριζε ο Λυκόφρων, αλλά θεωρεί την πολιτική κοινότητα οντολογική πραγματικότητα. Η αντίληψη του Αριστοτέλη για την πόλη αποτελεί απάντηση τόσο στην κριτική των σοφιστών όσο και στις συνέπειες που είχε για τις Ελληνικές πόλεις ο Πελοποννησιακός πόλεμος. 38 Σύμφωνα με τον Λυκόφρονα, από την πόλη, την πολιτική ζωή επωφελούνται τόσο οι άρχοντες όσο και οι αρχόμενοι. Η πόλη αποτελεί ένα είδος συμμαχίας μεταξύ αρχόντων και αρχομένων. Η συμμαχία αυτή εκφράζεται με ένα είδος συμβολαίου ή συμφωνίας μεταξύ τους. Αυτό το είδος «συμφωνίας», σφραγίζεται από την ύπαρξη των νόμων που διασφαλίζουν ότι κανείς από τους συμβαλλόμενους δεν πρόκειται να αδικηθεί. Γι αυτό η πόλη είναι νόμω και όχι φύσει. 39 Ό Αριστοτέλης διαφωνεί με την άποψη αυτή για την πόλη. Αντίθετα, πιστεύει ότι η πόλη είναι «φύσει». Κάθε ελεύθερος άνθρωπος από τη φύση του ανήκει στην πόλη και χαρακτηρίζεται ως «πολιτικόν ζώον» ενώ όποιος δεν ανήκει από τη φύση του στην πόλη είναι ή θηρίο ή θεός. 40 Αυτό συμβαίνει γιατί σκοπός της πόλης είναι το «ευ ζην», δηλαδή ο τρόπος ζωής που ταιριάζει στην ανθρώπινη φύση όταν πραγματώνει όλες τις δυνατότητες της. 41 Το πρώτο βιβλίο αρχίζει με έναν ορισμό της πόλης: «Επειδή βλέπουμε ότι κάθε πόλη αποτελεί μια μορφή κοινωνίας και ότι κάθε κοινωνία έχει συσταθεί αποσκοπώντας σε κάποιο αγαθό (διότι όλοι οι άνθρωποι ότι κάνουν το κάνουν για να κατακτήσουν αυτό που τους φαίνεται αγαθό), είναι φανερό ότι όλες οι κοινωνίες αποσκοπούν βεβαίως σε κάποιο αγαθό, η κοινωνία όμως που είναι η πιο σημαντική απ όλες και που εμπεριέχει όλες τις άλλες είναι 38 Πλάγγεσης Ι., Αρχαία Ελληνική Πολιτική & Κοινωνική Φιλοσοφία, εκδ. Βάνιας, Θεσ\νίκη, 2010, σελ. 241 39 Α. Μπαγιόνας, Η εξέλιξη των πολιτευμάτων στα Πολιτικά του Αριστοτέλη, Αριστοτελικά, εκδ. ΑΠΘ, Θεσ\νίκη, 1980, σελ. 90 40 Αριστοτέλης, Πολιτικά, A, I, 1252 b, 1253 a 41 Αριστοτέλης, Πολιτικά, A, I, 1252 b, Ηθικά Νικομάχεια, Α7 1098 a, A10 1101 a 11

αυτή που κατεξοχήν επιδιώκει το αγαθό και μάλιστα το πιο σημαντικό. Και αυτή είναι η καλούμενη πόλη και πολιτική κοινωνία.» 42 Η πόλη λοιπόν, είναι μια κοινωνία που δημιουργήθηκε για να πραγματώσει ένα αγαθό και επειδή αυτή υπερέχει και περιέχει τα άλλα είδη κοινωνιών, είναι δηλαδή η ύψιστη μορφή ανθρώπινης κοινότητας, επιδιώκει και το ύψιστο, το υπέρτατο αγαθό. 43 Ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει την πόλη, κοινωνία. Το ουσιαστικό κοινωνία προέρχεται από το επίθετο «κοινός» που δηλώνει κάθε τι που μοιράζεται μεταξύ των ανθρώπων, καθετί που υπάρχει σ αυτούς από κοινού. 44 Επιπλέον η πόλη αποσκοπεί στο υπέρτατο αγαθό, έχει λοιπόν κάποιο στόχο, κάποιο σκοπό («τέλος»). Αυτή η τελεολογική αντίληψη, άλλωστε χαρακτηρίζει ολόκληρο το σύστημα της σκέψης του Αριστοτέλη. Σύμφωνα με τον Ross, για τον Αριστοτέλη καθετί στον κόσμο, είτε είναι ένα έμβιο ον είτε ένα άψυχο εργαλείο, υπάρχει για κάποιο σκοπό: στα έμβια όντα, όπως και στις κοινωνίες ο σκοπός είναι ενυπάρχων και πηγάζει εκ των έσω, ενώ για κάποιο εργαλείο, ο σκοπός του καθορίζεται από τον χρήστη. Για τον Αριστοτέλη, «η ερμηνεία των όντων... πρέπει να αναζητηθεί στην τελική τους μορφή - η φύση τους προκύπτει από τον προορισμό και όχι από την προέλευση τους». 45 Η πόλη, αναφέρει ο Αριστοτέλης, είναι η σπουδαιότερη των άλλων κοινωνιών, και μάλιστα, είναι και περιέχουσα των άλλων κοινωνιών. 46 Η πόλη χαρακτηρίζεται ως η πολιτειακώς οργανωμένη κοινωνία, κάτι που δεν απέχει πολύ από την σημερινή έννοια του «κράτους». Στην πόλη-κράτος, επομένως, θα συναντήσουμε την ύπαρξη κάποιου πολιτεύματος, ως ρυθμιστή της κοινωνίας. Τι σημαίνει όμως ότι η πόλη «περιέχει» τις άλλες κοινωνίες; Δεν σημαίνει μόνο ότι η πόλη έχει τον έλεγχο των άλλων κοινωνιών, αλλά ότι η πόλη περικλείει τις άλλες κοινωνίες, ότι αυτές αποτελούν μέρη της πόλης. Αυτό σημαίνει ότι ο Αριστοτέλης θεωρεί την πολιτική πλευρά της πόλης κράτους ως την σημαντικότερη και αυτή που ελέγχει και ρυθμίζει όλα τα άλλα μέρη της. 47 Όμως, το τι ακριβώς είναι τελικά η «πόλις» και τα μέρη της, καθώς και διευκρινήσεις περί του αγαθού στο οποίο αποσκοπεί, θα δοθούν στο δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου. Ωστόσο ο Αριστοτέλης κλείνει το πρώτο 42 Αριστοτέλης, Πολιτικά Ι-ΙΙ, A, I, 1252 a,1-7, μτφρ. Δ.Παπάδης, εκδ. Ζήτρος, Θεσ/νίκη, 2006 43 W.D. Ross, Αριστοτέλης, μτφρ. Μαριλίζα Μήτσου, Β έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1993, σελ. 335 44 R.G. Mulgan, Aristotle s Political Theory, Clarendon Press Oxford, 1977, σελ. 13 45 W.D. Ross, ό.π., σελ. 335-336 46 Αριστοτέλης, Πολιτικά, A, I, 1252 a,1-7 47 R.G. Mulgan, ό.π., σελ, 16-17. Ο Mulgan αναφέρεται και στα Ηθικά Νικομάχεια για να τεκμηριώσει την άποψη του Αριστοτέλη ότι οι άλλες κοινωνίες αποτελούν μέρη της πολιτικής κοινωνίας ή πόλης. Ηθικά Νικομάχεια, Η9 1160 a 12

κεφάλαιο, παραθέτοντας τη μέθοδο που χρησιμοποιεί για να εκθέσει τις απόψεις του για τα παραπάνω: «Κι αυτό θα το αποδείξουμε εξετάζοντας το θέμα σύμφωνα με τη μέθοδο που ακολουθούμε. Όπως δηλαδή και σε άλλους τομείς της σκέψης είναι αναγκαίο να διαιρούμε το σύνθετο ως τα πιο απλά του στοιχεία (με άλλα λόγια στα ελάχιστα μόρια του συνόλου), με τον ίδιο τρόπο, εξετάζοντας τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται η πόλη, θα διακρίνουμε καλύτερα κατά τι διαφέρουν το ένα από το άλλο, κι αν είναι δυνατό να εξαγάγουμε για το καθένα κάποια επιστημονικά συμπεράσματα.» 48 Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, η πόλη θα αναλυθεί στα συστατικά μέρη της, μέχρι να φτάσουμε στην ελάχιστη μορφή κοινωνίας, ώστε να δοθεί η απάντηση στο ερώτημα «τι είναι η πόλις;». Πρόκειται λοιπόν για την αναλυτική ή επαγωγική μέθοδο του Αριστοτέλη, η οποία ξεκινά από τα μέρη για να φθάσει στο όλον και αναλύει τα μέρη τόσο, ώσπου να μην επιδέχονται καμία άλλη διαίρεση. Στόχος της μεθόδου αυτής είναι η γνώση της φύσης του όλου και του τέλους (σκοπού) του όλου και των μερών του. Φαίνεται πως η παραπάνω μέθοδος έχει τις βάσεις της στην ατομική θεωρία του Λεύκιππου και του Δημόκριτου. 49 Ο Αριστοτέλης συνεχίζει με την άμεση εφαρμογή της αναλυτικής μεθόδου του που περιέγραψε παραπάνω. Θα αναλύσει, δηλαδή, την πόλη στα συστατικά της ή αλλιώς θα δείξει πως γεννιέται η πόλη (γενετική μέθοδος). 50 Αναζητά τα πρωταρχικά-πρωτογενή ένστικτα που κάνουν τους ανθρώπους να συνδέονται μεταξύ τους. Τα ένστικτα αυτά για τον Αριστοτέλη είναι δύο: Το ένστικτο της αναπαραγωγής, που ενώνει τον άνδρα με τη γυναίκα και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, που συνδέει τον κύριο με το δούλο. 51 Πρόκειται για δύο είδη κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα στην οικογένεια (η οποία αποτελεί και το πρωταρχικό στοιχείο της πόλης). Σύμφωνα πάντα με τον Αριστοτέλη η ένωση του άνδρα με τη γυναίκα - η πρωταρχική αυτή «κοινωνία» - είναι φυσική, δεδομένου ότι είναι αναγκαία, υπηρετεί την αναπαραγωγή, υποκινείται από ένα ένστικτο (είναι δηλαδή αυθόρμητη) και, τέλος, είναι και καθολικά διαδεδομένη στα υπόλοιπα ζώα και φυτά. 52 Όσον αφορά στη σχέση κυρίου-δούλου, αυτή αποβλέπει στην αμοιβαία βοήθεια, καθώς ο «προνοητικός νους» (κύριος), χρειάζεται το «ρωμαλέο 48 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 a 18-20 49 Αριστοτέλης, Πολιτικά Ι-ΙΙΙ, εισαγωγή, μτφρ. Π. Λεκατσάς, εκδ. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, σελ. 73 50 Francis Wolff, Ο Αριστοτέλης και η πολιτική, Αθήνα 1995, σελ. 54-56 51 W.D. Ross, ό.π., σελ. 337 52 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 a 24-30 13

σώμα» του δούλου. Ο κύριος είναι αυτός που καταστρώνει σχέδια με το μυαλό του, ο δούλος αυτός που εκτελεί τις εντολές του κυρίου-«εξουσιαστή» διαθέτοντας σωματική δύναμη. Πρόκειται για μια σχέση στην οποία κανείς δεν είναι αυτάρκης, αν δεν υπάρχει ο άλλος. Τελικά όμως, ίσως μάλιστα και για τον παραπάνω ακριβώς λόγο, η σχέση αυτή λειτουργεί προς το συμφέρον και των δύο. 53 Η έλλειψη φυσικής πληρότητας είναι πάντως κάτι που λείπει τόσο από τον άνδρα και τη γυναίκα, όσο και από το ζεύγος κυρίου - δούλου. Το κάθε μέλος των δύο ζευγαριών όντας ατελές από μόνο του αναζητάει το άλλο, ώστε να ικανοποιήσει τους στόχους του (ικανοποίηση των άμεσων αναγκών στην περίπτωση της «δεσποτικής» σχέσης, αναπαραγωγή στην περίπτωση της «συζυγικής» σχέσης). Παρόλη τη διαφορά που παρουσιάζουν τα δύο παραπάνω είδη σχέσεων (δεσποτική - συζυγική), τουλάχιστον σε ότι αφορά τους στόχους τους, δηλαδή το «τέλος» τους - για να μιλήσουμε με όρους της αριστοτελικής φιλοσοφίας - γεγονός παραμένει το ότι οι πρώτες αυτές «κοινωνίες» αποσκοπούν στην ικανοποίηση των στοιχειωδών - καθημερινών βιοτικών αναγκών και σχηματίζουν έτσι τη μικρότερη δυνατή κοινωνία, τον «οίκο» (οικογένεια). Το επόμενο στάδιο είναι η κώμη, που απαρτίζεται από περισσότερες οικογένειες και αποβλέπει στην ικανοποίηση αναγκών που υπερβαίνουν τις καθημερινές. Η ένωση δηλαδή πολλών οίκων σχηματίζει την «κώμη», η οποία επιτρέπει ένα μεγαλύτερο καταμερισμό εργασίας και εξασφαλίζει πληρέστερη προστασία από τυχόν επιθέσεις άλλων ανθρώπων ή ζώων. 54 Η κώμη σχηματίζεται από την ένωση οικογενειών με κοινή καταγωγή. 55 Η συνένωση πολλών κωμών οδηγεί στο σχηματισμό μιας κοινωνίας που δεν είναι άλλη από την πόλη: «...που φθάνει στο σημείο, κατά κάποιο τρόπο, να έχει πλήρη αυτάρκεια, και ενώ σχηματίσθηκε για να εξασφαλίσει ευκολότερα τα απαραίτητα για την ζωή, διατηρείται επειδή επιτρέπει την καλοζωία των κατοίκων της. Γι αυτό, κάθε πόλη υπάρχει από τη φύση της, όπως και οι πρώτες κοινωνίες. Γιατί η τελειοποίηση εκείνων είναι η πόλη, η δε φύση τελειοποίηση του παντός. 53 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 a 31-34 54 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 b 15-16. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι οι κώμες σχηματίζονται για την ικανοποίηση των αναγκών που υπερβαίνουν τις καθημερινές. Ο W.D. Ross, ό.π., σελ. 337, υποθέτει ότι η κώμη επιτρέπει μεγαλύτερο καταμερισμό εργασίας και επομένως την ικανοποίηση περισσοτέρων αναγκών καθώς και πληρέστερη προστασία από επιθέσεις ανθρώπων ή ζώων. 55 Ο Αριστοτέλης αναφέρει τη λέξη ὁμογάλακτας 14

Οποιοδήποτε δηλαδή ον φτάσει εξελικτικά στην τέλεια ανάπτυξή του, λέμε, ότι αυτό είναι η φύση του...». 56 Πρόκειται λοιπόν, για μια ολοκληρωμένη κοινωνία (τα βασικά χαρακτηριστικά της οποίας έχουν ήδη ειπωθεί) αρκετά μεγάλη, ώστε να είναι αυτάρκης, που σχηματίζεται για τη διασφάλιση του στοιχειώδους βίου, αλλά υπάρχει για χάρη της ευζωίας. Αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά της «πόλης» από τις άλλες, τις πρωταρχικές μορφές κοινωνίας, αυτή που καθιστά την πόλη ως την τελειότερη μορφή κοινωνίας. Αυτό που παρατηρούμε κατά την εξέλιξη είναι πως κάθε στάδιο της προετοιμάζει το επόμενο, προκειμένου ο άνθρωπος να ικανοποιήσει πλήρως τις ανάγκες του και να εκπληρώσει το «τέλος «του, την τελείωση δηλαδή της φύσης του. Και το τέλος του ο άνθρωπος, κατά τον Αριστοτέλη μόνο μέσα στην πόλη θα μπορέσει να το εκπληρώσει, καθώς μόνο αυτή του προσφέρει «αυτάρκεια» και «ευδαιμονία». 57 Άλλωστε το πραγματικό «τέλος» του ανθρώπου δεν είναι μόνο το «ζην» αλλά και το «εύ ζην». 58 Η ευδαιμονία βέβαια περιλαμβάνει δύο πράγματα: Την ηθική και την πνευματική δραστηριότητα. Έτσι, μέσα στα πλαίσια της πόλης το άτομο μπορεί να αναπτύξει ηθικές δραστηριότητες, αλλά και γενικότερα ένα πλουσιότερο πλέγμα σχέσεων, που του επιτρέπει την άσκηση των αρετών του. Επίσης, μέσα στην πόλη ευνοούνται οι διανοητικές δραστηριότητες, καθώς επιτρέπεται πληρέστερος καταμερισμός της διανοητικής εργασίας. Ο Αριστοτέλης έδειξε πως η «πόλις» είναι «φύσει» στηρίζοντας το στο ότι και οι πρώτες μορφές κοινωνίας είναι φυσικές. Το ίδιο λοιπόν θα πρέπει, σύμφωνα πάντα με τον Αριστοτέλη, να υποθέσουμε και για την «πόλη», αφού αυτή είναι ο σκοπός των προγενέστερων κοινωνιών (οίκος, κώμη) και δεδομένου ότι φύση κάθε πράγματος είναι ο σκοπός του. 59 Φύση κάθε πράγματος ονομάζουμε αυτό που είναι το πράγμα, όταν ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η «πόλις» είναι δημιούργημα της φύσης και ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του «πολιτικό ζώο». 60 Αυτό σημαίνει πως είναι στη φύση του ανθρώπου να ζει σε κοινωνίες, κάτι που οφείλεται όπως είδαμε και στο ότι πρόκειται για ον «ελλειπτικό». Για να ικανοποιήσει δηλαδή τις ανάγκες του, για να νιώσει αυτάρκης, για να τελειωθεί η ύπαρξη του 56 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 b 29-34 57 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 b 30-31 (ἔχουσα πέρας τῆς αὐταρκείας... γενομένη μέν οὖν τοῦ ζῆν ἕνεκεν, οὖσα δε τοῦ εὖ ζῆν) 58 A.C. Bradly, Aristotle s Conception of the State, Blackwell, 1991, σελ. 24-25 59 Ο Αριστοτέλης γράφει «Η δε φύσις τέλος εστίν» 60 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1252 b 15

χρειάζεται την παρουσία, τη βοήθεια κάποιου άλλου (άνδρας γυναίκα, κύριος - δούλος). 61 Κι αν κάποιος άνθρωπος από τη φύση του είναι «άπολις»; Ο Αριστοτέλης είναι κατηγορηματικός: είτε αυτός θα είναι υπάνθρωπος, είτε υπεράνθρωπος. Με λίγα λόγια ο Αριστοτέλης αποκλείει την περίπτωση να υπάρχει άνθρωπος από την φύση του άπολις. Αν κάποιος άνθρωπος, είναι έξω από την πόλη, το επίπεδο ζωής του θα βρίσκεται τόσο χαμηλά όσο εκείνο του κατώτερου ζώου, ενώ αν κάποιος είναι per se- απόλυτα αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη να εξαρτηθεί από πόλη, τότε μόνο θεός μπορεί να είναι. 62 Γιατί όμως ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό πολύ περισσότερο κι από τις μέλισσες ή από οποιοδήποτε άλλο αγελαίο ζώο; Ο Αριστοτέλης απαντά, ότι αυτό που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα ζώα είναι ο λόγος και εξάλλου η φύση τίποτε δεν κάνει μάταια (τελεολογικός χαρακτήρας της φύσης). Γι αυτό και έχει δώσει στον άνθρωπο το λόγο για να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα αγελαία ζώα. Θα υποστήριζε όμως κανείς ότι μερικά ζώα επικοινωνούν μεταξύ τους, μέσω της ικανότητας τους να παράγουν φωνές. Ο Αριστοτέλης διαχωρίζει τη φωνή από το λόγο, λέγοντας πως με τις φωνές τα ζώα εκφράζουν συναισθήματα ενώ ο άνθρωπος με το λόγο εκφράζει «το συμφέρον και το επιζήμιο και επομένως και το δίκαιο και το άδικο». 63 Ο άνθρωπος επομένως έχει αντίληψη των κοινωνικών αξιών, όπως η δικαιοσύνη ή η αδικία. Επομένως «λόγος» για τον άνθρωπο δεν είναι μόνο η γλώσσα ως μέσο επικοινωνίας αλλά και η λογική λειτουργία. 64 Ωστόσο η πόλη προηγείται των μερών της, δηλαδή του οίκου, της κώμης, του ανθρώπου. 65 Η γενετική αναλυτική μέθοδος απέδειξε ότι η πόλη μετά την ανάλυση της στα συστατικά της, αποτελεί την αρτιότερη μορφή κοινωνίας. Η πόλη όμως, όπως και κάθε τι, φέρει (δυνητικά) μέσα της την φύση της και εξελίσσεται ώσπου η φύση να φτάσει στην τελείωση, στην ολοκλήρωση. Επομένως, η πόλη προηγείται των μερών της, όπως ακριβώς ένα σώμα που όταν πια νεκρωθεί τα μέλη του δεν έχουν πια καμία αξία μόνα τους: ένα σώμα μπορεί να υπάρξει χωρίς το χέρι, αλλά όχι ένα χέρι χωρίς το σώμα. 66 Κλείνοντας το δεύτερο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου ο Αριστοτέλης σχολιάζει πως το γεγονός ότι υπάρχουν πόλεις έχει μία και μόνο αιτία: Τη φύση του 61 Francis Wolff, ό.π., σελ. 88-91 62 Μπορούμε εδώ να θεωρήσουμε κι έναν άριστο άνδρα σαν «θεό εν ανθρώποις». Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ13 1284 a 63 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 a 15-16 64 Francis Wolff, ό.π., σελ. 91-93 65 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 a 18-30 66 R.G. Mulgan, ό.π., σελ, 28-32 16

ανθρώπου, το ότι δηλαδή πρόκειται για ον πολιτικό. 67 Αν βέβαια ο άνθρωπος αποκοπεί από την πόλη γίνεται χειρότερος και από τα χειρότερα θηρία. Αυτό συμβαίνει, γιατί, παρόλο που η φύση τον προίκισε με το «λόγο», αν τον χρησιμοποιήσει χωρίς φρόνηση και αρετή, θα αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν άγριο θηρίο. Η δικαιοσύνη, λοιπόν, θα καταλήξει ο σταγειρίτης φιλόσοφος, είναι πολιτική αρετή, δεδομένου ότι με τη συνδρομή της υπάρχει η ευρυθμία στην πόλη και μπορεί να επικρατήσει το δίκαιο. Αυτό συμβαίνει, γιατί με το «λόγο» ο άνθρωπος μπορεί να διακρίνει το συμφέρον από το βλαβερό και το δίκαιο από το άδικο. Είναι φανερό, ότι ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η τελειότερη μορφή κοινωνίας είναι η πόλη. Γιατί όμως ο Αριστοτέλης επιλέγει την πόλη, ως την αρτιότερη κοινωνική μορφή, μέσα από την οποία θα αναλύσει την θεωρία των πολιτευμάτων του, και όχι κάποια άλλη μορφή κοινωνίας; Ίσως είναι παράξενο ο Αριστοτέλης να μιλά για την πόλη-κράτος, αφού έζησε προς το τέλος της χρυσής εποχής της πόλης-κράτους. Ωστόσο για τον Αριστοτέλη, η ανώτερη δυνατή μορφή πολιτικής ζωής είναι η «πόλις» και όχι η αυτοκρατορία, αν και είχε στενούς δεσμούς με τον Φίλιππο και κυρίως με το γιο του, Αλέξανδρο. Για τον Αριστοτέλη κάθε μεγαλύτερη κρατική μονάδα αποτελεί είτε φυλή είτε χαλαρό άθροισμα ατόμων. Δεν φαίνεται να τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα η προοπτική μιας αυτοκρατορίας ή ενός εθνικού κράτους. 68 Εκτός από την αυτοκρατορία των Μακεδόνων, δεν αναφέρει καθόλου στα Πολιτικά, τις αυτοκρατορίες (δηλαδή τις συμπολιτείες) της Σπάρτης και των Αθηνών. Παρά το γεγονός ότι οι πόλεις παρακμάζουν (αυτό ζει ο Αριστοτέλης), επιμένει να είναι υποστηρικτής της πόλης-κράτους. Υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος μπορεί να ζήσει ολοκληρωμένα στα πλαίσια της πόλης (μιας μικρής, δηλαδή, κοινότητας), όπου οι κάτοικοι της γνωρίζονται μεταξύ τους και συμμετέχουν στη διαδικασία όχι μόνο του «άρχεσθαι» αλλά και του «άρχειν» Έχοντας καταδείξει τα στοιχεία από τα οποία αποτελείται η πόλη, ο Αριστοτέλης στη συνέχεια αναφέρεται σε τρία είδη εξουσιών που σχετίζονται με τρία είδη πολιτευμάτων. Ξεκινώντας από τα ελάχιστα μέρη του «οίκου» μιλάει για τη σχέση κυρίου-δούλου (δεσποτική σχέση) για τη σχέση ανάμεσα σε συζύγους (γαμήλιος σχέση), για τη σχέση πατέρων - τέκνων (τεκνοποιητική σχέση). Σχετικά με τους δούλους αρχικά υποστηρίζει ότι υπάρχει ένα είδος 67 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 a 30-39 68 Σύμφωνα και με τον Ross, δεν υπάρχει παρά μόνο ένας υπαινιγμός για τις θετικές συνέπειες μιας πιθανής ένωσης των ελληνικών πόλεων, στο χωρίο 1327 b 32. 17

πολιτικής-«φυσικής» εξουσίας που ασκείται από τους ανώτερους στους κατώτερους (δηλαδή τους δούλους). Ενώ όμως δέχεται ότι η δουλεία είναι «φύσει», ταυτόχρονα προσπαθεί να εξηγήσει τι συμβαίνει με τους δούλους που προέρχονται από αιχμαλωσία, προβληματίζεται πάνω στη φιλία κυρίου - δούλου, η οποία αναμφισβήτητα υπάρχει για τον Αριστοτέλη, θεωρεί πως το παιδί ενός «φύσει» δούλου δεν είναι πάντοτε «φύσει» δούλος. Επομένως ο Αριστοτέλης δέχεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η διάκριση σε δούλους και ελεύθερους δεν είναι «φύσει», άρα είναι παράνομη. 69 Προσπαθώντας ο Αριστοτέλης να εξηγήσει τη φύση του δούλου δέχεται πως αυτός είναι «ένα όργανο προς εξυπηρέτηση της ζωής» 70, «ένα έμψυχο κτήμα». 71 Ο Αριστοτέλης συνεξετάζει τη δεσποτική σχέση κυρίου-δούλου και τη συζυγική σχέση άρρενος-θήλεος. Έτσι, δέχεται ότι «το θήλυ και το δούλον διακρίνονται φύσει». Έχουν, λοιπόν, διακριτούς ρόλους τουλάχιστον σε κοινωνίες προηγμένες, όπως η ελληνική. Αντίθετα, σε κοινωνίες που δεν έχουν αναπτύξει όλες τις ανθρώπινες δυνατότητες η μεταχείριση της γυναίκας είναι ίδια με του δούλου. Το ίδιο συμβαίνει όχι μόνο σε λαούς των φύσει δούλων, αλλά και σε πόλεις ανάξιες αυτού του ονόματος. Για τον Αριστοτέλη, λοιπόν, υπάρχουν δύο μορφές φυσικής κοινότητας: η κοινότητα άνδρα-γυναίκας, που εξίσου τους συμφέρει η επίτευξη του κοινού στόχου τους, δηλαδή η αναπαραγωγή και η κοινότητα δεσπότη-δούλου, που επίσης τους συμφέρει η επίτευξη ενός κοινού στόχου: η ικανοποίηση άμεσων αναγκών τους. Στα κεφάλαια δώδεκα και δεκατρία του πρώτου βιβλίου των Πολιτικών ο Αριστοτέλης ανακεφαλαιώνει τις τρεις πλέον κοινοτικές σχέσεις που συνθέτουν την οικογένεια: α)την οριζόντια σχέση άνδρα-γυναίκας (συζυγική σχέση), β)την κάθετη σχέση κυρίου-δούλου, που αφορά τις οικονομικές λειτουργίες ή κοινωνικές θέσεις (δεσποτική σχέση), γ)την κάθετη σχέση πατέρα-τέκνων (γονική σχέση). Οι τρεις αυτές σχέσεις συνιστούν τον οίκο στηρίζοντας ισάριθμους τομείς διαχείρισης του και ορίζοντας ταυτόχρονα τρεις μορφές εξουσίας, τρεις αρχές: α)την αρχή που ασκείται επί ελεύθερων και ισότιμων όντων, δηλαδή την εξουσία του άνδρα επί της γυναίκας: αρχή πολιτική, 72 β)την αρχή που ασκείται επί ελεύθερων, αλλά όχι ισότιμων όντων, δηλαδή την εξουσία του πατέρα επί του τέκνου: αρχή βασιλική. γ)την αρχή 69 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 b 15-22 70 Ο Αριστοτέλης πολύ σωστά ορίζει τους δούλους σαν τη βασική παραγωγική δύναμη της εποχής του. 71 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253 b 31-33 72 Αν και ο Αριστοτέλη ονομάζει την εξουσία του άνδρα επί της γυναίκας πολιτική, ωστόσο δέχεται ότι αυτή διαφέρει από την πολιτική εξουσία που ασκούν ορισμένοι πολίτες πάνω σε άλλους στα πλαίσια της πόλης. Στην τελευταία περίπτωση η διακυβέρνηση των πολιτών μεταξύ τους έχει παροδικό χαρακτήρα (τα ίδια πρόσωπα άλλοτε άρχουν και άλλοτε άρχονται), ενώ στην περίπτωση της πολιτικής εξουσίας του άνδρα επί της γυναίκας η αρχή έχει διάρκεια, αφού «το άρρεν γενικά είναι «φύσει» ικανότερον από το θήλυ σε ηγεμονικά λειτουργήματα» 18

που ασκείται επί όντων μη ελεύθερων, δηλαδή την εξουσία του αφέντη επί του δούλου: αρχή δεσποτική. Οι τρεις τομείς του οίκου που εντοπίζει ο Αριστοτέλης ορίζουν, λοιπόν, τρεις τύπους εξουσιαστικών σχέσεων καθώς και τρία ενδεχόμενα μοντέλα διακυβέρνησης της πόλης: το βασιλικό, το δεσποτικό και το πολιτικό. 73 Εξετάζοντας ο Αριστοτέλης τις μορφές εξουσίας στα πλαίσια πάντοτε του οίκου παρατηρεί τα εξής: Ο δούλος δεν έχει ικανότητα σκέψης. Οι γυναίκες διαθέτουν αυτή την ικανότητα, ωστόσο δεν έχουν κανένα κύρος. Όσο αφορά στα παιδιά αυτά έχουν ικανότητα σκέψης, ωστόσο αυτή είναι ανώριμη. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η εξουσία που ασκεί ο κύριος πάνω στο δούλο πρέπει να είναι δεσποτική, η εξουσία του συζύγου πάνω στη σύζυγο πολιτική, του πατέρα πάνω στα παιδιά βασιλική. Ο λόγος για τον οποίο ο Αριστοτέλης ασχολείται με τις σχέσεις εξουσίας στα πλαίσια του οίκου είναι ότι αυτός αποτελεί κατά κάποιο τρόπο το προείκασμα των μορφών διακυβέρνησης. 74 Ήδη από όσα έχουμε παραθέσει μέχρι στιγμής φάνηκαν, μέσα από τις σχέσεις που διέπουν τον οίκο, τρία πιθανά σχήματα διακυβέρνησης (δεσποτικό, πολιτικό, βασιλικό). Ενώ λοιπόν, αρχικά ο Αριστοτέλης καταγίνεται με τα θεμελιώδη ζητήματα του πολιτικού βίου, σχετικά με τη γενική φύση της πόλεως και τη σχέση της με άλλα είδη κοινωνιών και ειδικά με τον οίκο που αποτελεί και τμήμα της, αναζητά την ουσία και τις ειδικές διαφορές των ποικίλων μορφών πολιτικού βίου. 75 «Όποιος θελήσει να μελετήσει τα πολιτεύματα, ποια είναι η φύση κι ο χαρακτήρας του καθενός, πρέπει πρώτα πρώτα να εξετάσει τι άραγε να σημαίνει η λέξη πόλη» όπως διατυπώνεται το ζήτημα στο τρίτο βιβλίο των Πολιτικών. Ο Αριστοτέλης ξεκινά λοιπόν, εξετάζοντας τη φύση της «πόλεως» αλλά αυτή τη φορά από μια άλλη σκοπιά: «Επειδή όμως η πόλη ανήκει στα σύνθετα πράγματα, όπως ακριβώς και κάθε άλλο πράγμα που είναι μια ολότητα αποτελούμενη από πολλά μέρη, γίνεται φανερό ότι προηγείται η έρευνα για τον πολίτη, γιατί η πόλη αποτελείται από ένα πλήθος πολιτών.» 76 Ο Αριστοτέλης θέτει λοιπόν το ερώτημα ποιος και τι ακριβώς είναι ένας «πολίτης», δεδομένου ότι ένα κράτος απαρτίζεται από πολίτες. Από τη στιγμή όμως που σε έναν τόπο μπορεί να συναντήσει κανείς όχι μόνο πολίτες αλλά και μέτοικους ή δούλους, η διαμονή σε έναν τόπο δεν μπορεί για τον Αριστοτέλη 73 Francis Wolff, ό.π., σελ. 70-72 74 W.D. Ross, ό.π., σελ. 346 75 R.G. Mulgan, Aristotle s Political Theory, Clarendon Press Oxford, 1977, σελ.53 76 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ1, 1274 b 38-41 19

να αποτελέσει κριτήριο καθορισμού ενός πολίτη. Επιπλέον, επειδή σε ορισμένες περιπτώσεις το δικαίωμα του ενάγειν και ενάγεσθαι παραχωρούνταν βάσει συνθηκών και στους μετοίκους, ούτε αυτό μπορεί να αποτελέσει κριτήριο. Επιπρόσθετα, πολίτης δεν μπορεί να θεωρηθεί κάποιος ακόμα και αν κατάγεται από γονείς πολίτες, αφού εύλογα τότε προκύπτει το ερώτημα για την απόκτηση της δικής τους ιδιότητας. Αντίθετα αυτό που κάνει έναν πολίτη να είναι πολίτης, είναι η συμμετοχή του στη δικαστική και βουλευτική αρχή. 77 Βέβαια, όπως οι πολιτείες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το είδος, 78 έτσι και η έννοια του πολίτη διαφέρει ανάλογα με τη μορφή του πολιτεύματος. Ο ορισμός του πολίτη που προτείνει ο Αριστοτέλης ταιριάζει περισσότερο στο δημοκρατικό πολίτευμα. Αντίθετα, σε κράτη όπως η Σπάρτη, η Κρήτη ή η Καρχηδόνα μόνο οι κάτοχοι συγκεκριμένων αξιωμάτων και όχι όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να νομοθετούν και να απονέμουν δικαιοσύνη. 79 Πάντως, αυτό που ουσιαστικά ξεχωρίζει έναν πολίτη είναι το δικαίωμα της συμμετοχής στην πολιτική και δικαστική αρχή και όχι η κατοχή ή μη κάποιου αξιώματος. Ο Αριστοτέλης διατυπώνει ακόμα την αμφιβολία του σχετικά με το αν μπορούν να θεωρηθούν πολίτες όσοι πήραν την ιδιότητα αυτή κατόπιν μεταβολής του πολιτεύματος, κάτι που συνέβη στην Αθήνα την εποχή του Κλεισθένη. Χάρη στον Κλεισθένη, εγγράφηκαν ως Αθηναίοι στους καταλόγους πολλοί μέτοικοι και δούλοι, κάτι βέβαια που αργότερα δημιούργησε σοβαρό πρόβλημα, όταν το 451 π.χ. ο Περικλής θέλησε να διαγράψει τα άτομα αυτά, αποκλείοντας τους από την ιδιότητα του πολίτη. Εύλογα λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα αν είναι δίκαιο ή όχι να θεωρούνται αυτοί πολίτες. Αν κάποιος δεν είναι δίκαια πολίτης, δεν είναι και πολίτης, αφού οι όροι «άδικο» και «ψευδές» είναι ισοδύναμοι. Αφού όμως οι άνθρωποι αυτοί, είτε δίκαια είτε όχι, μετέχουν στην πολιτική και δικαστική αρχή, είναι πολίτες. 80 Μέσα από τον ορισμό του πολίτη, ορίζεται και το κράτος ως σώμα πολιτών που ικανοποιεί τις ανάγκες της ζωής. 81 Ο Αριστοτέλης, ορμώμενος από τον ορισμό αυτό αναζητά την ταυτότητα του κράτους, διερωτώμενος τι είναι και τι όχι πράξη του κράτους. 82 Ωστόσο, την ταυτότητα ενός κράτους δεν την διαμορφώνουν μόνο ο τόπος και οι κάτοικοι, ούτε το κράτος αποτελεί έναν τόπο περιτριγυρισμένο από τείχος. Αντίθετα, η ταυτότητα της πόλης κράτους 77 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ1, 1257 a 22-23 78 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ1, 1257 b, 1-2 79 W.D. Ross, Αριστοτέλης, μτφρ. Μαριλίζα Μήτσου, Β έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1993, σελ. 350-351 80 R.G. Mulgan, ό.π., σελ. 54-55 81 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ1, 1275 b 17-21 82 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ3 20

διατηρείται ή μεταβάλλεται ανάλογα με το πολίτευμα, αφού οι εξουσίες που ασκούν οι πολίτες κάθε κράτους, καθορίζονται κάθε φορά από το πολίτευμα. Ο Αριστοτέλης παρομοιάζει την πόλη με χορό που τη μια φορά παίρνει μέρος σε τραγωδία, την άλλη σε κωμωδία, όμως τα μέλη του είναι πάντοτε τα ίδια. Στη συνέχεια εξετάζεται το αν η αρετή του άριστου άνδρα και του άριστου πολίτη συμπίπτουν. Μπορεί η αξία τους να διαφέρει, μιας και επιτελούν διαφορετικούς ρόλους μέσα στην πόλη κράτος, αλλά συνδέονται με έναν κοινό στόχο που είναι η ασφάλεια του κράτους. 83 Συνεπώς, η αρετή του πολίτη σχετίζεται με το κράτος και το πολίτευμα και άρα αλλάζει, όταν και το πολίτευμα μεταβάλλεται. Η αρετή του άριστου πολίτη είναι σχετική (αφού διαφέρει ανάλογα με το πολίτευμα), ενώ του άριστου άνδρα είναι απόλυτη. Οι δύο αρετές όμως ταυτίζονται, αν το πολίτευμα είναι άριστο. Στο σημείο αυτό ο Αριστοτέλης θέλει να τονίσει ότι διαφορετικά πολιτεύματα επιβάλλουν διαφορετικές αρετές καθώς και ότι οι αρετές ενός συγκεκριμένου πολιτεύματος δεν είναι απαραίτητα άριστες. 84 Πάντως θα ήταν λάθος να υποθέσει κανείς ότι η αρετή του άρχοντα και του αρχόμενου (πολίτη) είναι τόσο διαφορετικές, ώστε να μην χρειάζεται να έχει ο άρχοντας τις αρετές του πολίτη. Άλλωστε, η γνώση του πως ένας ελεύθερος άνθρωπος πρέπει να κυβερνά ελεύθερους ανθρώπους μπορεί να αποκτηθεί μόνο αν μάθει κανείς να υπακούει, ως ελεύθερος άνθρωπος, άλλους ελεύθερους ανθρώπους, όπως ακριβώς τη στρατιωτική διοίκηση μπορεί να τη μάθει κανείς μόνο με τη στρατιωτική υπακοή. Άρα, οι άρχοντες δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους πολίτες παρά μόνο στη διευθυντική ικανότητα. 85 Τελικά, σύμφωνα πάντα με τον Αριστοτέλη, τέλειος πολίτης είναι αυτός που γνωρίζει και να άρχει και να άρχεται. Συνεχίζοντας με τις ιδιότητες του πολίτη, ο Αριστοτέλης περιορίζει κατά κάποιο τρόπο το σώμα των πολιτών. 86 Ο εργάτης μπορεί ίσως να θεωρείται ικανός να εκλέγει τους άρχοντες, όχι όμως και να εκλέγεται ο ίδιος: «η αρετή του πολίτη δεν πρέπει να περιλάβει κάθε πολίτη, ούτε όσους είναι ελεύθεροι, αλλά μονάχα εκείνους που είναι απαλλαγμένοι από τη φροντίδα της απόκτησης των αναγκαίων για τη ζωή.» 87 Και πάλι όμως, σε κάποια πολιτεύματα (όπως για παράδειγμα στο ολιγαρχικό πολίτευμα, όπου προϋπόθεση για να μετέχει κανείς στη διοίκηση είναι το 83 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ4 84 R.G. Mulgan, ό.π., σελ. 54-55 85 W.D. Ross, ό.π., σελ.353 86 Αριστοτέλης, Πολιτικά, Γ5 87 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1278 a 9-11 21

υψηλό εισόδημα) ο χειρωνάκτης μπορεί να θεωρηθεί πολίτης. Βέβαια, σύμφωνα με τον Ross, ο αποκλεισμός ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, ίσως θέτει σε κίνδυνο την σταθερότητα του κράτους. 88 Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι η ζωή ενός τεχνίτη δε συμβιβάζεται με την άσκηση της αρετής 89 κι αυτό λόγω έλλειψης χρόνου (πράγμα, που παύει να ισχύει με την εισαγωγή του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος) ή για το λόγο ότι η χειρωνακτική εργασία υποδουλώνει την ψυχή. Σύμφωνα με τον Ross, η άποψη αυτή του Αριστοτέλη μας υπενθυμίζει τις κοινωνικές ανισότητες που υπήρχαν στην Αρχαία Ελλάδα. Δύσκολα βέβαια μπορεί κανείς σήμερα να κατηγορήσει τον Αριστοτέλη, δεδομένου ότι η σκέψη του πρέπει να μελετηθεί στα πλαίσια της εποχής του. Στο δεύτερο βιβλίο των Πολιτικών ο Αριστοτέλης προχωρά σε μια κριτική μελέτη ορισμένων ουτοπικών σχεδιασμάτων για το κράτος καθώς και σε μια συζήτηση για τα πιο αξιόλογα πολιτεύματα που αναφέρει η ιστορία. Σκοπός του δεν είναι άλλος από το να αναδείξει ότι καλύτερο έχει προταθεί σ αυτό το πεδίο. Αρχικά επιχειρείται μια κριτική της ιδανικής πολιτείας του Πλάτωνα. Η βασική αντίρρηση του Αριστοτέλη είναι πως ο στόχος του Πλάτωνα να οργανώσει το κράτος όπως ένα πατριαρχικό νοικοκυριό είναι εξωπραγματικός. Ακόμα όμως και αν αυτό ήταν δυνατό, τα μέσα τα οποία προτείνει ο Πλάτωνας είναι απορριπτέα. Αυτή τουλάχιστον είναι η κριτική την οποία ασκεί ο Αριστοτέλης στηριζόμενος σε δύο βασικά επιχειρήματα: α) Η πλατωνική αρχή «όσο μεγαλύτερη είναι η ενότητα του κράτους τόσο το καλύτερο» είναι λαθεμένη. Άλλωστε, σ ένα κράτος ούτως ή άλλως υπάρχουν διαφορετικές λειτουργίες, γι αυτό και άλλοι κυβερνούν και άλλοι κυβερνώνται. Βέβαια εδώ ο Αριστοτέλης αγνοεί τις «ασφαλιστικές δικλείδες» - ρυθμίσεις του Πλάτωνα, ο οποίος έχοντας συνείδηση των διαφορετικών, πολλαπλών λειτουργιών στο πλαίσιο ενός κράτους προβλέπει τρείς διακρινόμενες μεταξύ τους τάξεις. Μόνο σε δύο από τις τάξεις αυτές ορίζει την κοινοκτημοσύνη γυναικών και παιδιών (στην τάξη των αρχόντων και στην τάξη των φυλάκων). Επομένως, μόνο σε σχέση μ αυτές τις τάξεις δικαιολογείται η κατηγορία του Αριστοτέλη ότι ο Πλάτων προσβλέπει υπερβολικά στην ενότητα. β) Ακόμα κι αν η ενότητα ήταν το ορθό για το κράτος, δεν μπορεί αυτή να επιτευχθεί με τις ρυθμίσεις του Πλάτωνα. Η άποψη του τελευταίου ότι η ενότητα θα διαφυλαχθεί μέσω της κοινοκτημοσύνης κρίνεται από τον Αριστοτέλη ανεδαφική, αφού γι αυτόν καθετί που αφορά τους πάντες τελικά δεν αφορά κανέναν. 88 W.D. Ross, Αριστοτέλης, ό.π., σελ. 352-355 89 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1278 a 20 22