ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα 24 Ιανουαρίου 1994 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Αρ. Πρωτ. 1148944/10713-13/0016 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΠΟΛ 1021 ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 16η (Είσ. Δημ. Εσόδων) ΤΜΗΜΑ Α Ταχ. Δ/νση : Κ. Σερβίας 10 Ταχ.Κωδ. : 10184 ΑΘΗΝΑ Πληροφορίες : Τηλέφωνο : 3635439-480 ΘΕΜΑ : Κοινοποίηση της γνωμοδότησης αριθμ. 641/1993 του Ν. Σ. Κ. Σας κοινοποιούμε, ως έχει, την γνωμοδότηση αριθμ. 641/1993 του Δ τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που έγινε δεκτή απο τον Υφυπουργό Οικονομικών. Με την γνωμοδότηση αυτή έγινε δεκτό οτι, εφόσον διαταχθεί αναστολή εκτελέσεως καταλογιστικής πράξης, με απόφαση αρμοδίου δικαστηρίου, η πράξη αυτή δεν λειτουργεί, για οσο διάστημα διαρκεί η αναστολή, ως νόμιμος τίτλος για την βεβαίωση, με την στενή του όρου έννοια του σχετικού ποσού, ως εισπρακτέου κατά ΚΕΔΕ εσόδου, και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει λόγος για προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής επι ποσού αυτού, έστω και αν έχει στο μεταξύ, προηγηθεί η βεβαίωσή του με την στενή έννοια και τούτο ανεξάρτητα απο τα οριζόμενα στην παράγραφο 8, του άρθρου 5 του Ν. Δ. 356/74 (ΚΕΔΕ). Ακριβές αντίγραφο Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας Με Εντολή Υπουργού Ο Προϊστάμενος της Δ/νσης Γεώργιος Παπαδόπουλος 1
ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΩΣ : 641 Αριθμός Πρωτοκόλλου : 6644 ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Δ ΤΜΗΜΑ Συνεδρίαση της 22. 10. 1993 Σύνθεση : Προεδρεύων : Δημήτριος Διαμαντόπουλος, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ Νομικοί Σύμβουλοι : Α. Κομισόπουλος, Θ. Αμπλιανίτης, Δ. Γριμάνης, Ε. Βολάνης, Γ. Κρόμπας, Α. Τζεφεράκος. Πάρεδροι (Γνώμες άνευ ψήφου) : Θ. Θεοφανόπουλος, Κ. Καποτάς, Δ. Παπαδόπουλος, Α. Φυτράκης, Μ. Απέσσος, Ι. Διονυσόπουλος, Β. Δούσκα. Εισηγητής : Μιχαήλ Απέσσος. Αριθμός ερωτήματος : 1065516/3873-13/0016/8.5.1993 Υπ. Οικονομικών Γεν. Δ/νσεως Φορολογίας και Δ. Π. - 16η Δ/νσεως - Τμ. Α Περίληψη ερωτήματος : Συνέπεια εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως περί αναστολής εκτελέσεως καταλογιστικής υπέρ του Δημοσίου πράξεως (νομίμου τίτλου), ως προς τον υπολογισμό προσαύξήσεων επι του βεβαιωθέντος χρέους. -------------------- Ι. Με το υπ'αριθμ. πρωτ. 1065516/3873-13/0016/8.5.1993 έγγραφο του Υπ. Οικ/κών - Γεν. Δ/νσεως Φορολογίας και Δ. Π. - 16ης Δ/νσεως - Τμ. Α ερωτάται, αν η διάταξη της παρ. 8 του άρθρου 6 του Ν. Δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) εφαρμόζεται και στην περίπτωση εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως (πολιτικού η διοικητικού δικαστηρίου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου) περί αναστολής εκτελέσεως του νομίμου τίτλου εισπράξεως, οταν αυτός συνίσταται ειδικώς σε καταλογιστική υπέρ του Δημοσίου πράξη, μέχρις εκδόσεως οριστικής αποφάσεως επι του ασκηθέντος κατ'αυτού ενδίκου μέσου και ειδικότερα αν η εν λόγω απόφαση περί αναστολής πρέπει να οδηγεί σε διαγραφή της οφειλής και επαναβεβαίωση της μετά την έκδοση οριστικής αποφάσεως ή απλώς σε διακοπή του υπολογισμού προσαυξήσεων κατά τον ενδιάμεσο χρόνο Ι Ι. Στο άρθρο 52 του Π. Δ. 774/1980 "Οργανισμός Ελεγκτικού Συνεδρίου" ορίζεται οτι : "Η ενώπιον του συνεδρίου έφεσις δεν αναστέλλει την εκτέλεσιν της 2
πράξεως ή αποφάσεως, εκτός εαν κατόπιν αιτήσεως του εκκαλούντος ή του Γενικού Επιτρόπου διαταχθή αύτη δι'αποφάσεως του Ελεγκτικού Συνεδρίου πριν ή τούτο αποφανθή επι της ουσίας ή υπο του σχετικού Νόμου ορίζεται οτι η έφεσις αύτη αναστέλλει την εκτέλεσιν της καθ'ης στρέφεται πράξεως ή αποφάσεως". Επίσης στο άρθρο 73 παρ. 3 του Ν. Δ. 356/1974 (ΚΕΔΕ) ορίζεται οτι : "Η ασκηθείσα ανακοπή εν ουδεμία περίπτωση αναστέλλει την εκτέλεσιν. Ασκηθείσης όμως ανακοπής κατά της διοικητικής εκτελέσεως ο οφειλέτης δύναται δι'αιτήσεως του απευθυνομένης ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου και εκδικαζομένης κατά την διαδικασίαν των ασφαλιστικών μέτρων να αιτήσηται την αναστολήν της εκτελέσεως". Εξ άλλου, στο μεν άρθρο 5 του ιδίου Ν. Δ. ορίζεται οτι : "Τα εις τα δημόσια Ταμεία και Τελωνεία του Κράτους βεβαιούμενα πάσης φύσεως χρέη προς το Δημόσιον καθίστανται ληξιπρόθεσμα ως κατωτέρω..." στο δε άρθρο 6 ορίζεται οτι : "1. Απο της επομένης της ημέρας, αφ'ης κατά το προηγούμενον άρθρον καθίστανται ληξιπρόθεσμα τα χρέη προς το Δημόσιον, επιβάλλονται επ'αυτών προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής...2...3...4...5...6...7...8 Αναστολαί καταβολής χρεών προς το δημόσιον και των μετά τούτων συνεισπραττομένων,αναστολαί λήψεως αναγκαστικών μέτρων, ως και διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής παρεχόμεναι υπο των αρμοδίων κατά νόμον οργάνων ή δικαστηρίων, δεν απαλλάσσουν τα χρέη εκ των προσαυξήσεων εκπροθέσμου καταβολής, καθ'ον χρόνον διαρκεί η παρασχεθείσα αναστολή ή η διευκόλυνσις". Ι Ι Ι. Εκ των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει οτι, η μεν πρώτη τούτων (του Π. Δ. 774/1980) αναφέρεται στην αναστολή εκτελέσεως (προσβεβλημένης) κατ'αρχήν πράξεως ή αποφάσεως. οι δε άλλες αυτονόητο είναι οτι αναφέρονται στην αναστολή πράξεων που τείνουν στην είσπραξη (βεβαιωμένου) δημοσίου εσόδου. δηλαδή πράξεων της διοικητικής εκτελέσεως. Εκ τούτου αβιάστως προκύπτει, περαιτέρω, οτι η πρώτη εκ των διατάξεων αυτών αναφέρεται σαφώς στην αναστολή εκτελέσεως της πράξεως ή αποφάσεως, η οποία κατά τις κείμενες διατάξεις αποτελεί και τον τίτλο δυνάμει του οποίου μπορεί να προχωρήσει (μετά την οριστικοποίησή του) η διαδικασία βεβαιώσεως με την στενή έννοια του εκ του τίτλου αυτού τυχόν προκύπτοντος δημοσίου εσόδου, ενω οι υπόλοιπες ως ανω διατάξεις ρυθμίζουν την αναγκαστική (διοικητική ) εκτέλεση κατά χρόνο. Πρέπει δε ακόμη να γίνει δεκτόν οτι λέγοντες αναστολή εκτελέσεως μιας πράξεως ή μιας αποφάσεως, κατά το στάδιο της εκκρεμότητας ενδίκου 3
μέσου ή βοηθήματος κατ'αυτής ή προ της παρόδου της νομίμου προθεσμίας για την άσκηση τούτου, εννοούμε αναμφιβόλως την παρεμπόδιση δημιουργίας εκ της πράξεως ή αποφάσεως τίτλου δυναμένου να παράγει τα δι' αυτού προβλεπόμενα αποτελέσματα, κυρίως με την έννοια δημιουργίας υποχρεώσεως περί της οποίας αυτός προβλέπει ή η οποία κατά τον νόμο επέρχεται δυνάμει αυτού. Είναι αυτονόητο οτι αυτή η αναστολή εκτελέσεως συνιστά πράγματι παρεμπόδιση ολοκληρώσεως ενός νομίμου τίτλου ή εν πάσει περιπτώσει ενος απο τα στοιχεία και μάλιστα του βασικού που συνθέτουν τον νόμιμο τίτλο, δυνάμει του οποίου να μπορεί να προχωρήσει, κατά ΚΕΔΕ, βεβαίωση με στενή έννοια, δηλαδή, ως εισπρακτέου δημοσίου εσόδου του προκύπτοντος εκ του τίτλου αυτού ποσού οποιασδήποτε απαιτήσεως του Δημοσίου. I V. Δεν καταλείπεται επομένως αμφιβολία οτι, στην περίπτωση κατά την οποία, με απόφαση αρμοδίου δικαστηρίου, διατάσσεται η αναστολή εκτελέσεως μιας καταλογιστικής πράξεως υπερ του Δημοσίου ορισμένου χρηματικού ποσού, η καταλογιστική αυτή πράξη, η οποία αποτελεί ενα είδος τίτλου επι του οποίου θεμελιώνεται ορισμένη απαίτηση του Δημοσίου, δεν μπορεί ν'αποτελέσει την νόμιμη αιτία ή τον νόμιμο τίτλο, δυνάμει του οποίου να βεβαιωθεί στην αρμόδια Δ. Ο. Υ. προς είσπραξη, ως δημόσιο έσοδο, το δι'αυτής καταλογιζόμενο χρηματικό ποσό : Τούτο δε διότι, όπως ελέχθη, ως εκτέλεση της καταλογιστικής πράξεως νοείται η, εκ του νόμου, δύναμη της ν'αποτελέσει την αιτία βεβαιώσεως ως εισπρακτέου εσόδου του Δημοσίου του δι'άυτής καταλογιζομένου χρηματικού ποσού, πριν απο την οποία βεβαίωση και την πάροδο απ'αυτής ορισμένης, κατά τον ΚΕΔΕ, προθεσμίας δεν νοούνται προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής επι δημοσίων εσόδων. V Αλλά και αν τυχόν επισπευσθεί η βεβαίωση απο την Δ. Ο. Υ. ως εισπρακτέου εσόδου του ποσού απο μια καταλογιστική πράξη και εν συνέχεια τυχόν διαταχθεί, απο το αρμόδιο να κρίνει την νομιμότητα της καταλογιστικής αυτής πράξεως δικαστήριο, η αναστολή εκτελέσεως αυτής της πράξεως,και πάλι, αναμφιβόλως, αναδρομικά αδρανοποιείται η καταλογιστική αυτή πράξη ούτως ώστε να μην μπορεί ν'αποτελέσει ισχυρό τίτλο ενεργοποιήσεως της διαδικασίας εν γένει εισπράξεως του οικείου δημοσίου εσόδου, μέχρις ότου αρθεί η αναστολή αρμοδίως, είτε δι'επικυρώσεως δικαστικώς της καταλογιστικής πράξεως (εν ολω ή εν μέρει) είτε κατ'άλλο νόμιμο τρόπο. Μετά την άρση της αναστολής και αν η καταλογιστική πράξη εξέλθει της δικαστικής δοκιμασίας ως νομικά άψογη (εν ολω ή εν μέρει), τότε και μόνο, αφου θα έχει εκλείψει ο λόγος ο οποίος παρεμπόδιζε την ανάπτυξη της νομικής δυνάμεως της προς την κατεύθυνση παραγωγής στον εξωτερικό κόσμο των 4
επιδιωκομένων μ'αυτήν αποτελεσμάτων, θα αποτελέσει αυτή το μοναδικό ή ενα εκ των τυχόν περισσοτέρων στοιχείων νομίμου τίτλου, που θα επιτρέπει την βεβαίωση ως εισπρακτέου εσόδου του καταλογιζομένου ποσού, η καθυστέρηση καταβολής του οποίου θα συνεπάγεται και τις προσαύξησεις εκπροθέσμου καταβολής. Η περίπτωση δηλαδή της εξεταζομένης αναστολής δεν εμπίπτει στο άρθρο 6 παρ. 8 του Ν. Δ. 356/1974, γιατί, η διάταξη αυτή αφορά αναστολή της διοικητικής εκτελέσεως για την είσπραξη βεβαιωμένης απαιτήσεως του Δημοσίου. Η διάταξη αυτή θα εφαρμοσθεί μετά την άρση της αναστολής εκτελέσεως της καταλογιστικής πράξεως, την βάσει αυτής βεβαίωση και την καθυστέρηση καταβολής του βεβαιωμένου ποσού. V I Κατόπιν τούτου, η απάντηση στο τιθέμενο ερώτημα είναι οτι, αν διαταχθεί αναστολή εκτελέσεως καταλογιστικής πράξεως, με απόφαση αρμοδίου δικαστηρίου, η πράξη αυτή δεν λειτουργεί προσωρινά ως νόμιμος τίτλος βεβαιώσεως του εις αυτήν εσόδου ως εισπρακτέου κατά ΚΕΔΕ και βέβαια δεν μπορεί να γίνει λόγος για οφειλή προσαυξήσεων εκπροθέσμου καταβολής του σχετικού ποσού, εστω και αν η ως ανω αναστολή εκτελέσεως διαταχθεί μετά την (πρόωρη ή μη νόμιμη η οπωσδήποτε) γενόμενη βεβαίωση με στενή έννοια του σχετικού χρηματικού ποσού. Μετά την άρση της παραπάνω αναστολής, επιτρέπεται, για πρώτη φορά και μόνο τότε, βεβαίωση με στενή έννοια και επιδίωξη εισπράξεως κατά ΚΕΔΕ του δυνάμει του τίτλου τούτου (καταλογιστικής πράξεως) προβλεπομένου ποσού απαιτήσεως του Δημοσίου μαζί με τις μέλλουσες να προκύψουν, βάσει της βεβαιώσεως αυτής, προσαυξήσεις εκπροθέσμου καταβολής. Εθεωρήθη Ο Εισηγητής Αθήνα 11 Νοεμβρίου 1993 Τ. Σ. Ο Προεδρεύων Μιχαήλ Α. Απέσσος Δημήτριος Διαμαντόπουλος Πάρεδρος Ν. Σ. Κ. Αντιπρόεδρος Ν. Σ. Κ Αθήνα 31/12/1993 Ακριβές φωτοαντίγραφο Δεκτή Ο Προϊστάμενος της Γραμματείας Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ 5