1 ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α1. Ούτε επομένως οι ηθικές αρετές γεννιούνται μέσα μας εκ φύσεως ούτε αντίθετα στη φύση, αλλά γεννιούνται σε μας που έχουμε από τη φύση την ιδιότητα να τις δεχτούμε και τελειοποιούμαστε (σ αυτές ) με τη συνήθεια. Ακόμα, σχετικά με όσα υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, πρώτα αποκτούμε τις δυνατότητες γι αυτά και ύστερα προσχωρούμε στις αντίστοιχες ενέργειες (αυτό είναι φανερό στις αισθήσεις πράγματι δεν αποκτήσαμε τις αισθήσεις με το να έχουμε δει πολλές φορές ή με το να έχουμε ακούσει πολλές φορές αλλά αντίθετα έχοντας τες κάναμε χρήση τους, δεν τις αποκτήσαμε έχοντας κάνει και ξανακάνει χρήση τους) τις ηθικές αρετές τις αποκτούμε, αφού πρώτα προχωρήσουμε στις αντίστοιχες ενέργειες, όπως ακριβώς γίνεται και με τις άλλες τέχνες όσα δηλαδή πρέπει να κάνουμε, αφού τα μάθουμε, αυτά τα μαθαίνουμε κάνοντας τα για παράδειγμα οι άνθρωποι γίνονται οικοδόμοι χτίζοντας σπίτια και κιθαριστές παίζοντας κιθάρα έτσι λοιπόν και εμείς γινόμαστε δίκαιοι πράττοντας δίκαιες πράξεις, σώφρονες πράττοντας σώφρονες πράξεις, ανδρείοι πράττοντας ανδρείες πράξεις. Β1. Τα δύο είδη των αρετών σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι: «Διττῆς δὴ τῆς ἀρετῆς οὔσης, τῆς μὲν διανοητικῆς τῆς δὲ ἠθικῆς» Α. Διανοητικές αρετές
2 Οι διανοητικές αρετές έχουν σχέση με το μέρος της ψυχής που ο Αριστοτέλης ονομάζει το «κυρίως λόγον ἒχον». Τέτοιες είναι η σοφία, η σύνεση και η σωφροσύνη Χαρακτηριστικά των διανοητικών αρετών «ἡ μὲν διανοητικὴ τὸ πλεῖον ἐκ διδασκαλίας ἔχει καὶ τὴν γένεσιν καὶ τὴν αὔξησιν,» Η διαμόρφωση τους, όσο και η καλλιέργεια, η ανάπτυξη τους, επιτυγχάνεται κυρίως με τη διδασκαλία. Με τον τρόπο αυτό, ο Αριστοτέλης αποκλείει την παλιά αριστοκρατική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η αρετή υπάρχει εκ φύσεως στους αρίστους και διατυπώνει την άποψη ότι οι διανοητικές αρετές (σοφία, σύνεση) αποκτιούνται από τους ανθρώπους μέσω της διδακτικής διαδικασίας. Επομένως, σημαντικός κρίνεται ο ρόλος του διδασκάλου. Αυτός με την ικανότητα του, το ζήλο, τη μεταδοτικότητα του, θα γίνει ο βασικός παράγοντας που θα εμφυσήσει και στη συνέχεια θα αυξήσει τις διανοητικές αρετές του νέου ανθρώπου. Προσοχή, όμως, χρειάζεται στη λέξη «το πλεῖον», η οποία φανερώνει ότι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην καλλιέργεια της διανοητικής αρετής. Μπορούμε να αναφέρουμε τη δεκτικότητα του μαθητή, την ικανότητα του, τη συνέπεια του ως προς την παρακολούθηση της διδασκαλίας. «διόπερ ἐμπειρίας δεῖται καὶ χρόνου» Η απόκτηση, επίσης, των διανοητικών αρετών απαιτεί χρόνο και μια εμπειρική διαδικασία. Πρόκειται για λογικές ανάγκες, εφόσον ο τρόπος ανάπτυξης τους είναι η διδασκαλία. Για να καλλιεργηθεί η διάνοια, η σοφία και η σύνεση, πρέπει να ακολουθηθεί μια μακροχρόνια διδακτική διαδικασία. Αυτή θα εξοπλίζει διαρκώς με εμπειρίες, με γνώσεις και με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλει στην ανάπτυξη των πνευματικών δυνάμεων, δηλαδή στην αύξηση των διανοητικών αρετών. Β. Ηθικές αρετές
3 Οι ηθικές αρετές είναι αυτές που σχετίζονται με το «έλλογον» μέρος της ψυχής και σε αυτές ανήκουν η ανδρεία, η δικαιοσύνη, η γενναιότητα κ.λ.π. Χαρακτηριστικά των ηθικών αρετών «ἡ δ ἠθικὴ ἐξ ἔθους περιγίγνεται» Οι ηθικές αρετές γίνονται κτήμα του ανθρώπου με τη συνήθεια. Όσο δηλαδή ένας άνθρωπος συνηθίζει να ενεργεί με κάποιον τρόπο, τόσο περισσότερο αποκτά στο χαρακτήρα του την ιδιότητα αυτής της πράξης του. Δηλαδή, με το να εθίζεται ένας άνθρωπος σε δίκαιες, γενναίες πράξεις, γίνεται δίκαιος, γενναίος κ.λ.π. Στις ηθικές αρετές σε αντίθεση με τις διανοητικές, όπου ο διδάσκαλος έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, αυτός που έχει την κύρια ευθύνη για την απόκτηση και την καλλιέργεια τους είναι ο άνθρωπος που προσπαθεί να τις αποκτήσει. Με το ζήλο και τη βούληση να γίνει ένα ηθικό και ενάρετο ον, καταφέρνει, μετά από συνειδητή επανάληψη και συνειδητή απόκτηση της συνήθειας να αποκτήσει πλέον την ηθική αρετή. Β2. Ο Αριστοτέλης με ένα καινούριο επιχείρημα στην προσπάθεια του να αποδείξει ότι η ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως αναφέρει: σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας εκ φύσεως: υπάρχει εκ των προτέρων η δυνατότητα να πραγματωθούν και ύστερα (χρονικά) πραγματώνονται, άμεσα, χωρίς να χρειάζεται ο εθισμός με την επανάληψη. Παράδειγμα, οι αισθήσεις: η δυνατότητα της όρασης και της ακοής υπάρχει εκ φύσεως και μετά πραγματώνεται. Είναι πλήρως ανεπτυγμένες, δεν τις αποκτούμε εκ των υστέρων με τη συχνή χρήση τους, βλέποντας ή ακούοντας ξανά και ξανά. Προηγείται δηλαδή η ύπαρξη και ακολουθεί η ενέργεια, η χρησιμοποίηση τους, η πραγμάτωση, οι οπτικές ή ακουστικές
4 εμπειρίες. Με άλλα λόγια: πρώτα έχουμε την ικανότητα για κάτι (π.χ. όραση) και ύστερα τη χρησιμοποιούμε όμως δε συμβαίνει το αντίθετο: να ασκηθούμε δηλαδή πρώτα πολλές φορές στο να βλέπουμε και με αυτή την άσκηση να αποκτήσουμε την ικανότητα της όρασης. Σχετικά με την ηθική αρετή: έχουμε από τη φύση μόνο την ιδιότητα να τη δεχτούμε, όμως στη συνέχεια η ηθική αρετή διαφοροποιείται από εκείνα που έχουμε εκ φύσεως εδώ δηλαδή συμβαίνει το αντίθετο: προηγείται η ενέργεια (οι εμπειρίες, οι επαναλήψεις, η άσκηση ) και ακολουθεί η κατάκτηση της ηθικής αρετής. Με άλλα λόγια: ασκούμαστε πρώτα σε μιαν αρετή και ύστερα την αποκτούμε (π.χ. ενεργώντας συνεχώς με δίκαιο τρόπο γινόμαστε δίκαιοι). Με αυτή τη διαφοροποίηση ενισχύεται η άποψη ότι οὐδεμία τῶν ἠθικῶν ἀρετῶν φύσει ἡμῖν ἐγγίνεται. Παρατηρούμε στο αρχαίο κείμενο ότι ο Αριστοτέλης, όταν αναφέρει σε όσα είναι εκ φύσεως, χρησιμοποιεί για τις δυνάμεις τους (που προϋπάρχουν) το επίρρημα πρότερον (ή απαρέμφατα και μετοχές αορίστου, που δηλώνουν το προτερόχρονο), ενώ για τις ενέργειες το ὕστερον. Το ίδιο γίνεται και όταν αναφέρεται στις ηθικές αρετές, εκεί όμως οι ενέργειες προηγούνται (τάς ἀρετάς λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον: προτερόχρονο) ή συμπίπτουν χρονικά με τις δυνάμεις (ποιοῦντες μανθάνομεν πράττοντες γινόμεθα: σύγχρονο). Το επίρρημα πολλάκις μας δείχνει ότι η απόκτηση της αρετής ως αποτέλεσμα συνήθειας, είναι αποτέλεσμα ενεργειών που επαναλαμβάνονται πολλές φορές και απαιτείται για το σκοπό αυτό πολύς χρόνος και κόπος. Δεν αρκεί να γνωρίσει κάποιος τι είναι σωστό, καλό, δίκαιο κ.λ.π. αλλά πρέπει να ασκηθεί στις αρετές μέχρι να γίνουν συνήθεια, έξις.
5 Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί πολύ συχνά τους όρους «δυνάμει» «ἐνεργείᾳ», πιστεύοντας ότι κάθε ον αποτελείται από δύο στοιχεία αξεχώριστα: την ύλη και τη μορφή. Η ύλη περιέχει μέσα της τη μορφή στην αρχή «δυνάμει» και αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, θα την αποκτήσει και «ενεργεία». Για παράδειγμα το μάρμαρο είναι «δυνάμει» άγαλμα αν όμως δουλέψει ο κατάλληλος τεχνίτης, μπορεί να γίνει άγαλμα, οπότε θα είναι άγαλμα «ενεργεία» Είναι θεμελιώδης στη φιλοσοφία του Αριστοτέλη η διάκριση συχνά αντιθετική- των εννοιών δύναμις και ενέργεια. Δύναμις είναι η δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι. Ενέργεια είναι η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας. Γενικά ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η δεύτερη έχει μεγαλύτερη αξία από την πρώτη. Εδώ συνδέει τας δυνάμεις με το πρότερον και τας ενεργείας με τον ύστερον, εννοώντας ότι αι δυνάμεις έχουν χρονική μόνο προτεραιότητα έναντι των ενεργειών. Β3. Σχολικό βιβλίο 152-153: «Πριν από όλα όμως ο Αριστοτέλης χρειαζόταν να κάνει μια σημαντικότατη διάκριση. Ας παρακολουθήσουμε πώς οδηγήθηκε στη διάκριση αυτή. σε ηθικές και διανοητικές» Β4. Οὒσης: περιουσία, οντολογικός Ἒσχηκε: παροχή, σχετικός Πεφυκότων: φύση, φυσιολογικός Χρησάμενοι: κατάχρηση, χρήσιμος
6 Μανθάνομεν: μάθηση, μαθητικός Γ1. Νομίζω ότι εσείς δεν αγνοείτε πως πολλές πράξεις τέτοιου είδους ήδη έχουν συμβεί οι οποίες στην αρχή όλοι πίστευαν ότι είναι συμφορές και συμπονούσαν τους παθόντες, έπειτα όμως κατάλαβαν αυτές οι ίδιες ότι έχουν γίνει αιτίες των πιο μεγάλων αγαθών. Και για ποιο λόγο πρέπει να μακρηγορήσω; Αλλά και σήμερα θα βρίσκαμε ότι οι πόλεις οι πρώτες, εννοώ την Αθήνα και την Θήβα, έφτασαν σε μεγάλη ακμή όχι από την ειρήνη αλλά αφού πρώτα δυστύχησαν από αυτά που έγιναν στον πόλεμο, ύστερα επανήλθαν, από αυτές η μεν πρώτη έγινε ηγέτιδα των Ελλήνων, η δε δεύτερη έχει γίνει τόσο μεγάλη σήμερα όσο ποτέ μέχρι τώρα κανείς δεν περίμενε να γίνει. Γιατί οι φήμες και οι δόξες συνήθως δεν αποκτώνται από τον εφησυχασμό αλλά από τους αγώνες. Γ2. Ὑμᾶς: ἕ Πόρρω: πορρωτάτω Ἀγαθῶν: εὖ Αὐτάς: ὑμῶν αὐτῶν Ἡγεμόνα: ἡγεμόσι Οἶμαι: ᾢετο Ὑπέλαβον: ὑπειλῆφθαι Τοῖς παθοῦσι: πεισομένοις
7 Ἔγνωσαν: γνοίη Καταστᾶσαν: κατάστηθι Γ3Α. Ὑμᾶς: υποκείμενο στο ἀγνοεῖν, ετεροπροσωπία Συμφοράς: Κατηγορούμενο στο ἅς (εἶναι) Τοῖς παθοῦσι: αντικείμενο στο συνηχθέσθησαν, επιθετική μετοχή Τί: αιτιατική της αιτίας στο δεῖ Λαβούσας: κατηγορηματική μετοχή από το εὓροιμεν ἂν και αναφέρεται στο αντικείμενο του ρήματος τάς πόλεις Ἡγεμόνα: κατηγορούμενο στο τήν μέν Γ3β. Ὁ ῥήτωρ εἶπεν τάς γάρ ἐπιφανείας καί λαμπρότητας οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλεῖν (ειδικό απαρέμφατο). Ὁ ῥήτωρ εἶπεν ὃτι αἱ γάρ ἐπιφάνειαι καί λαμπρότητες οὐκ ἐκ τῆς ἡσυχίας ἀλλ ἐκ τῶν ἀγώνων γίγνεσθαι φιλοῖεν (ειδική πρόταση) Επιμέλεια απαντήσεων Μαρία Χαρτοματζίδου- Κατερίνα Τσιρέκα- Άννα Λαζαρίδου-Τέλια Καρατζέτζου