Μήδεια του Ευριπίδη Η Μήδεια, αφού έσωσε και ακολούθησε τον Ιάσονα παντού, βλέπει ότι αυτός την προδίνει για την κόρη του βασιλιά, ενώ η ίδια δυστυχεί. Στην αρχή έχουμε έναν επεξηγηματικό πρόλογο της παραμάνας. Ακολουθεί σκηνή με τα παιδιά της Μήδειας, όταν από το εσωτερικό ακούγονται τα άγρια ξεφωνητά και οι κατάρες της εγκαταλειμμένης. Εμφανίζεται συγκρατημένη στον χορό (Κορίνθιες γυναίκες) και μιλάει για τη θέση της γυναίκας και την προσωπική της τύχη. Είναι αποφασισμένη να εκδικηθεί, αλλά δεν ξέρει τον τρόπο. Εξασφαλίζει όμως τη σιωπή του χορού. Στην επόμενη σκηνή ο Κρέοντας δίνει στη Μήδεια μια μέρα άδεια αναβολής της εξορίας. Ακολουθεί σκηνή ανάμεσα στους δυο συζύγους, όπου ο Ιάσονας προσπαθεί την προδοσία του να τη χρυσώσει με γλυκά λόγια. Στην επόμενη σκηνή εμφανίζεται σαν κομήτης ο βασιλιάς Αιγέας που επιστρέφει απ' το μαντείο και υπόσχεται καταφύγιο στη Μήδεια. Τώρα η Μήδεια αποφασίζει το δρόμο της. "θα στείλει με τα παιδιά της δώρα στη νεόνυμφη, που θα την καταστρέψουν και ύστερα θα σκοτώσει τα παιδιά της". Μετά από μια ψεύτικη συμφιλίωση ο Ιάσονας ησυχάζει, ενώ τα μοιραία δώρα παίρνουν το δρόμο προς την Κρέουσα. Τα παιδιά επιστρέφουν. Τώρα πια δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής. Ταλαντεύεται ανάμεσα στην αγάπη για τα παιδιά και τον πόνο. Τελικά το πάθος υπερισχύει, όταν αγγελιαφόρος αναγγέλλει το θάνατο του Κρέοντα και της Κρέουσας μέσα σε φρικτούς πόνους. Η Μήδεια δίνει τα θανάσιμα χτυπήματα που ξέρει ότι χτυπούν την καρδιά της. Πολύ αργά φτάνει ο Ιάσονας, αλλά συναντά την καταφρόνια, που θριαμβεύει πάνω στο θρήνο του...
Μήδεια του Ζαν Ανουίγ Η «Μήδεια» αποτελεί την ενσάρκωση ενός γυναικείου συμβόλου που τόλμησε να διεκδικήσει το απόλυτο, με άμεσο αποτέλεσμα την ολοκληρωτική συντριβή της. Η «Μήδεια» που έπλασε ο Ανούιγ αρνείται να γεράσει, να συμβιβαστεί και να προσχωρήσει πλήρως στον κόσμο των ενηλίκων. Και όταν ο Ιάσονας προβάλλει την ανθρώπινη πλευρά του, προσπαθώντας να συμβιβαστεί και να σβήσει το ερωτικό παρελθόν του, η Μήδεια εξεγείρεται και επιζητά την εκδίκηση. Σκοτώνει τα παιδιά της, καίει τα πάντα, αυτοκτονεί μπροστά στα μάτια του Ιάσονα, θέλοντας να «μην αφήσει τίποτα πίσω της, παρά μια μαύρη κηλίδα».
Στέλλα Βιολάντη του Ξενόπουλου Ο Χρηστάκης Ζαμανός δουλεύει ως υπάλληλος αγγλικού τυπογραφείου στη Ζάκυνθο. Εκεί γνωρίζει και ερωτεύεται την κόρη ενός πλούσιου μεγαλέμπορου, τη Στέλλα Βιολάντη. Έτσι, αποφασίζει να της στείλει ένα γράμμα για να της εκμυστηρευτεί τα συναισθήματά του. Αυτή απαντά θετικά με τον ίδιο τρόπο. Όταν όμως μαθαίνει ο πατέρας της τι έγινε, εξαγριώνεται κι οργίζεται, διότι του φαίνεται αδιανόητο η κόρη του να παντρευτεί κάποιον κατώτερης κοινωνικής και οικονομικής τάξης. Αποφασίζει να κλειδώσει τη Στέλλα, αφού πρώτα την δείρει. Στη συνέχεια, ενώ ο Χρηστάκης παντρεύεται κάποια άλλη γυναίκα, η Στέλλα αρρωσταίνει. Τελικά, πεθαίνει χωρίς να μάθει για την υποκρισία και τη ψεύτικη αγάπη του. Στη «Στέλλα Βιολάντη» αποτυπώνονται οι σχέσεις των δύο φύλων μέσα σε μια ζακυνθινή αστική οικογένεια, όπου «εξουσιάζει» η δεσποτική μορφή του πατέρα και δεν έχουν λόγο ή δεν θα έπρεπε να έχουν- οι γυναίκες της οικογένειας. Τα κοινωνικά στερεότυπα της εποχής εκείνης (β μισό του 19ου αι. και αρχές του 20ού αι.) δεν επιτρέπουν καμιά ελευθερία στις γυναίκες και στερούν από αυτές κάθε δικαίωμα προσωπικής βούλησης και επιλογής. Βέβαια, η ηρωίδα του κειμένου αντιστέκεται και διεκδικεί τον «αγαπημένο» της με μεγάλη επιμονή και ψυχικό σθένος, φτάνοντας μέχρι την πλήρη εξάντληση και το θάνατο.
Παναγιώτης Βιολάντης: άνθρωπος δεσποτικός και αυταρχικός που θέλει να επιβάλλει την άποψή του σε όλους. οι αρχές του στηρίζονται στην τυφλή υπακοή, στην απόλυτη πειθαρχία των μελών της οικογένειας του. Η πεισματική του συμπεριφορά καθορίζεται από τον πληγωμένο του εγωισμό και από το φόβο μήπως χάσει την κοινωνική του υπόληψη. Μόνη του έγνοια το κύρος και το γόητρό που πηγάζει από τη λαμπρότητα του πλούτου του και από το προσωπείο του αξιοσέβαστου πατριάρχη της μεγαλοαστικής οικογένειας, το κερδισμένο με το φόβο των δικών του, φόβος που έξωθεν παρουσιάζεται ως σεβασμός και αγάπη. Στέλλα Βιολάντη: Είναι ο ελεύθερος άνθρωπος,ο ηθικός, ο αληθινός, ο προοδευτικός που ορίζει απόλυτα τον εαυτό της.έχει ισχυρή προσωπικότητα και το ήθος της διακρίνεται από ευγένεια, ευαισθησία, αποφασιστικότητα και ακεραιότητα. Αν και ξέρει ότι όλοι έχουν ευθυγραμμιστεί με τις εντολές του πατέρα,εμμένει στις αρχές της,δεν προδίδει την αγάπη της και τις αξίες της. Έχει υπερηφάνεια,αξιοπρέπεια και πείσμα που υπαγορεύεται όμως από ψυχικό μεγαλείο, από ένα όραμα για μια αγνή, πιο ανθρώπινη και πιο αληθινή ζωή. Δε συμβιβάζεται με τις παλιές πουριτανικές αρχές των δικών της, έχει έντονη ιδιοσυγκρασία, υψώνει το ηθικό της ανάστημα βαδίζοντας στο δρόμο της ηθικής ακεραιότητας αλλά και της θυσίας. Με σοβαρότητα και αξιοπρέπεια απορρίπτει και περιφρονεί, περιμένοντας να αγαπηθεί αληθινά, να αγαπήσει αληθινότερα και με την ευχή του πατέρα της να ζήσει ευτυχισμένη. Ὄχι δὲν εἶπα πὼς θέλω νὰ πάρω τὸ Χρηστάκη χωρὶς τὴ θέλησή σας. Ποτὲ δὲν εἶπα τέτοιο λόγο. Μὰ δὲ θὰ πάρω καὶ κανένα, ποὺ δὲν θὰ τὸν θέλω κ ἐγώ. Εἶναι δικαίωμά μου. Μητέρα: Άβουλο ον, χωρίς δική της προσωπικότητα,συμβιβασμένη, απόλυτα υποταγμένη στη θέληση του άνδρα της. Δέχεται αγόγγυστα την αυταρχική συμπεριφορά του Βιολάντη και υιοθετεί το πατριαρχικό πρότυπο που ορίζει την ύπαρξη τη δική της αλλά και όλης της οικογένειας.αν και αγαπάει τη Στέλλα δε μπορεί να συνειδητοποιήσει τον ποιοτικά ανώτερο κόσμο της, το ψυχικό και ηθικό της μεγαλείο και να πιστέψει ότι μια γυναίκα μπορεί να αντιταχθεί στο ανδροκρατούμενο πνεύμα της εποχής.
Νόρα του Ε. Ίψεν Υπάρχουν δύο είδη συνείδησης: η ατομικιστική ηθική της Νόρας και η κοινωνική του Χέλμερ. Η Νόρα ανακαλύπτει τον ξένο στον δικό της άνδρα. Ειδικά στην ερμηνεία της πράξης της πλαστογραφίας: ασυγχώρητη εγκληματική πράξη, δικαιολογημένη από τις περιστάσεις πράξη αγάπης προς τον σύζυγο (εν αγνοία του) πράξη ανεξαρτησίας σ ένα περιβάλλον οριοθετημένο, που κάνει τη Νόρα περήφανη, επειδή, πέρα από αλτρουϊστική έκφραση, προσφέρει και μια μορφή ισορροπίας στο ζευγάρι. Οι καταστάσεις που αφορούν τους υπόλοιπους χαρακτήρες οργανώνονται με σκοπό να εικονογραφήσουν τη δεινή θέση της Νόρας. Νόρα Λίντε: Πρόκειται για παράλληλες φιγούρες που κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις. Ζητούν βοήθεια η μια από την άλλη, καθώς χάνουν και κερδίζουν μια οικογένεια. Η Λίντε πρωτοπαρουσιάζεται με ταξιδιωτικά ρούχα, η Νόρα φεύγει με ρούχα εξόδου. Όπως και να έχει υπογραμμίζεται το θέμα της αποξένωσης και διαφαίνεται ένα ειρωνικό πνεύμα: η ζωή επαναλαμβάνεται και οι μοίρες των ανθρώπων μοιάζουν με συναλλαγματικές. Φαίνεται σαν η Χριστίνα Λίντε να έχει εμφυσήσει στη Νόρα τη δύναμη της θέλησης, έχοντας η ίδια γνώση τι σημαίνει να παραμένεις σ ένα δυστυχισμένο γάμο. Η σχέση της Νόρας με τον πατέρα της παρουσιάζεται υπό την οπτική γωνία του Χέλμερ: έφεση προς τη σπατάλη (γενναιόδωρο φιλοδώρημα). άγνοια της αποταμιευτικής πρακτικής, κληρονομιά του οικονομικού εγκλήματος (συγκάλυψη από τη Νόρα του σφάλματος του πατέρα της). Ο Κρόγκσταδ και ο Χέλμερ, αν και αντιτιθέμενοι, εμφανίζονται ανταγωνιστές της Νόρας: ο αρσενικός ορθολογισμός ενάντια στη θηλυκή διαίσθηση.
Το "Κουκλόσπιτο" είναι ένα έργο που ανατάραξε την εποχή του- και την ανατάραξε, γιατί είχε για θέμα του τον έλεγχο ενός θεσμού. Πρόκειται για τον ακρογωνιαίο λίθο του κοινωνικού οικοδομήματος, όπως τον έχει θεμελιώσει η ηγετική τάξη του καιρού του: τον γάμο. Αλλά το γνώρισμα ακριβώς αυτό, που έδωσε στο δράμα του Ίψεν την εκρηκτική του ένταση την εποχή εκείνη, έγινε και η αιτία να θεωρούν αργότερα το "Κουκλοσπιτο" δράμα ξεπερασμένο. Άλλες οι αντιλήψεις για τον γάμο σήμερα, λένε, αλλά η θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία, άλλες οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Πραγματικά, το "Κουκλοσπιτο" θα ήταν ένα έργο αναφερόμενο σε καταστάσεις που πια δεν υπάρχουν, αν περιοριζόταν σε μια κριτική του θεσμού του γάμου ή στη διεκδίκηση του δικαιώματος για τη γυναίκα να αποκηρύσσει έμπρακτα μια ψεύτικη κατάσταση, ένα συμβατικό δεσμό. Αλλά και πολύ μικρός ποιητής θα ήταν εκείνος που θα περιοριζόταν να γράψει έναν δραματοποιημένο σχολιασμό κοινωνικού θεσμού. Προσθέτουν βέβαια πως αυτό που δίνει ουσιαστικό περιεχόμενο και διάρκεια στα κοινωνικά έργα του Ίψεν είναι η ποιητική σύλληψη των προσώπων. Αναμφισβήτητα. Η Νόρα, ειδικότερα, είναι το πιο χαριτωμένο και αξιαγάπητο -όχι μόνον εξωτερικάπρόσωπο του νεότερου θεάτρου.