,, ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΗΩΡΠΦΫΛΠΗΗ M ΠΠΠ Ε ΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟΟ )ΚΗΣ ΕΕΕΕΕΕΕΕΕ ΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣ ΓΡΑΦΕΙΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ 175 THA.8676.401 ΑΘ Η Ν Α Ammo: «ιε-ιε, ιταε ἹΠΞ, τεγχοε 1122 ΓΙ E P I Ε Χ ()Ἇ4 Ε Ν Α Στὴν Ἐμμαοὺς... 232 0 νόμος καὶ ἡ τάξη στὴ σύγχρονη κοινωνία, κ, Γρηγορίου Κασιμάτη, Ἀκαδημαϊκοῦ... 234 ΤΣΙΑΝΟΣ, τὰ Πάθη καὶ ἡ Ἀνάσταση, κ. Ἄγγ. Πετρουλάκη... 238 T ἄσπρα κεριά, κ. Π. Χάρη, Ἀκαδημαϊκοῦ... 246 Ο Ἀσπροὐδας, mm. Δόξα Λογοτέχνου 248 T1 εἷναι ἄσεμνος κ. Π. Καίσαρη, Ἀντισαγγελἑως Πρωτοδικῶν.... 250 Η μάστιγα τῆς χαρτοπαιξίας, κ. X. Φορλίγκα, Ἀντισυνταγματάρχου Χωροφυλακἦς... 252 Παράδοση καὶ ἀρχιτεκτονικὴ, κ. Σ. Κυδωνιάτη, Ἀκαδημαϊκοῦ... 255 Η προστασία τοῦ Δάσους καὶ τοῦ φυgum?) περιβάλλοντος κ. E. Κατσενίου, ασοπόνου... 260 Η Ἀθήνα ἀναπνέει τὸν ἀέρα τῆς ἐλευθερίας κ. Φ. Τερζἣ, Συνταγματάρχου χωροφυλακῆς... 264 Τὸ Μεσολόγγι καὶ οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες, κ. Λ. φίλη, Δρος Θεολογίας... 267 Ἔκθεση Τροχαίας στὴ Θεσσαλονίκη 272 Τὸ πιὸ πολύνεκρο τροχαῖο ἀτύχημα.. 274 Γιὰ τοὺς μικροὺς μας φίλους... 276 Ἐμεῖς καὶ οἱ ἀναγνῶστες μας... 278 Αίτωλοακαρνανία, κ. Κ. Τριανταφυλλίδη, Λυκειάρχη... 280 Γεγονότα καὶ Συμβάντα 286 Ἀθλητικὴ Ἐπιθεώρηση... 290 Εὶδήσεις, σχόλια, ἐπικαιρότητες.. 292 ἹιΙμερήσιες Διαταγὲς γιὰ τὴν 25η Μαρυ... ἓ-ξιγμιότυπα ἀπὸ τὴν παρέλαση... 296 E Ξ Ω Φ Υ Λ Λ Ο Χριστὸς Ἀνέστη ἀνάμεσα ἐ ὁυὸ φίavg. Τὴ μικρούλα [Ρῒ Ago ΛΟΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΤΑἩ Ὗ * Πάσχα, τῶν Ἐλλήνων Πάσχα. Πάσχα τῆς Ἀγάπης.Πάσχα ποῦ ὁ μιουργετ 2 καρδιά του Ἕλληνα σα στ ὀλ νθιστο ξε άντωμα τῆς Ξλληνικ ς ἄνοιξης, flog συνθέτει μιά ἐν τητα ψυχικῆς ἀγαλλίασες καί πνευματικῆς ὀμορ ια. Κι-ἀν ~ μεσα ἀπό τά γλυκά ψιἕυρίσματα του ἀγεριοϋ, ποῦ φέρνει στά φτερά του τήν εὐωδιά τῆς πασχαλιᾶς, φουντώνει τό αἰώνιο μήνυμα τῆς Ἀνάστα- σης- * Εἶναι τό μήνυμα τῆςἄγάπης, εἶναι τό Δοξαστικό του Κυρίου. Καί ιά τοῦς Ἐλληνες,ἑπιπλέον, τό ἀθάνατο φτερούγισμα τῆς ἒνἒυξατικῆςἇτουἒ λευθεριὰ. ἓεχει nip: tfizteanp#q.mzgtzgltaeeeggug καίφουστανέλλα.θυμίζει πόθους καί καϋμούς ποῦ κράταγαν ψηλά τήν ἑλπίδα του Γένους, σέ μαῦρα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς,γιά λῦτρωση. * Ο Ἕλλην ισμός,θρεμμένος μέ τά νάματα του Χριστιανισμοῦ ἔβλεπε μέσα στήν Ἀνάσταση του Χριστοῦ,τή δική του Ἀνάσταση. Κι ἀργότερα, λεύτερος πιά, ψάλλοντα τό υχριστός Ἀνέστ ", θυμόταν τό θἓγἕἒἶ σᾒἕἶἓωμἓἇθζακαἶἦ-ξἵἑἓξαἒἶἵ συγκλονιστικό ξαναζωντάνεμα τοῦ Γένους μέσα ἀπό τά ἴδια του τά " κόκκαλα τά ἱερά ". ἧς Πάσχαμε τῶν Ἑλλήνων Πάσχα. Στίς Ἐκκλησιές του τό Γένος ἀναβαπτίζεται,θυμαται τίς ρίζες του κι άντρειὥνεταιζανάβει τά λιανοκέρια,τσουγκρίζει ταγά καί τραγουδάει τήν ὀμορφιά τῆς ψυχ ς του. Ἑνώνει τή λαλιά του μέ τ ν ἀνάσα τοῦ ἀγεριοῦ καί ιτμέ χίλια στόματα ἔχεται "XPONIA HOAAA". L "H ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΕΤΗΣΙΕΣ ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ,ΞἸ Ἀξιωματικοὶ - Ἀνθυπασπιστὲς Δρ. 200 ὙΗιαξιωμΕΠ-ικειἱ - χωροφύλακες,. 17D Πολιτ. =Υπἁλλπλοι - Ἰδιῶτες τι Ξῦῦ Σὺλλαγοι-Σωμαγεῖα- οργανισμοἱ " 25C) ΤΙΜΗ ΤΕΥΧΟΥΣ ΔΡΧ. Ο
ΜΕΤΑ τὴ διδαχή, μετὰ τὸ θετο ἀγῶνα, μετὰ τὴν πορεία ποὺ ἀνέτειλε στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀγάπη καὶ στὶς ψυχὲς τους τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴν λύτρωση, ἦρθε ἡ πορεία ἀνάμεσα στὰ ραπίσματα, στοὺς χλευασμοὺς, στὰ «ἆρον - ἆρον». Κί θστερα, ἡ πορεία γιὰ τὸ Γολγοθᾶ. Ἀνάμεσα ἀπ τοὺς πόνους τοῦ Ἀκάνθινου Στεφάνου, κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ, πάνω σ ἕνα κακοτράχαλο μονοπάτι ποὺ ποτίζονταν ἀπ τὸν ἱδρῶτα τοῦ Ἀθώου κί ἀγκάλιαζε ἀπελπιστικὰ τὰχνάρια τῶν βημάτων Του. Ἦρθε καὶ ἡ Σταύρωση. Ἀνάμεσα σ ἕναν οὐρανὸ κατασχισμένο ἀπ τὶς βροντὲς καὶ τὶς ἀστρᾳπές. Κάτω δμως, τὸ πιὸ σημαντικό. "Eva φανέρωμα ποὺ θύμιζ τὶς παλιότερες πορεῖες ἀνάμεσα στ ἀνθισμένα χωράφια, τῆς Γῆς τῆς Ἐπαγγελίας, ἀνάμεσα στοὺς λιόφυτους λόφους τῆς Ἱερουσαλήμ καὶ στὶς ἀμμουδερὲς ἀκτὲς τῆς Θάλασσας τῆς Γαλιλαίας. Μὲ τὴ διδασκαλία τῶν αἰώνιων ἀληθειῶν ποὺ λάλησαν οἱ Προφῆτες. ΗΤΑΝ ἢ «μιᾷ τῶν σαββάτων». Οἱ πρῶτες Γυναῖκες ποὺ εἶχαν σπεύσει στὸ Τάφο, εἶχαν δεχτεῖ τὸ μυροβόλο ἄγγελμα τῶν ἀγγέλων, ὅτι «οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ ἠγέρθη» καὶ ὁ Πέτρος εἶχε δεῖ τὰ «ὀθόνια κείμενα μόνα» τὰ σάβανα, ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὸ βουβὸ κλάμα τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀγαπημένων. Ἀπὸ τὴν κρίση τῆς συνειδήσεως αὐτῶν ποὺ οὐρλιαζαν πρὶν λίγο «ἆρον-ἆρον». Γιὰ νὰ σφραγίσει τὸ «νίπτω τὰς χεῖρας μου» τῶν ἄβουλων ἡγετῶν τῶν παραπατούντων ἐπίγειων θεῶν. Γιὰ νὰ σφραγίσει τὴν πορείαν πρὸς τὴ Δόξα. Η πορεία γιὰ τὴ λύτρωση ὅσων παράπαιαν στὸ σκοτάδι, σφραγίζεται μὲ τὸ «ἠλί ἠλί, λιμᾷ σαβαχθανί;)), Ὅμως αὐτὸ δὲν ἦταν τὸ τέλος, παρὰ μόνο ἡ ἀρχή του. Μιὰ ἀρχὴ ποὺ ἀνάμεσα στὴν ἀπόγνωση τῆς τραγικῆς ἀχαριστίας, προμήνυσε τὴ συγκλονιστικὴ Ἀνάσταση. Μιὰ Ἀνάσταση ποὺ πηγάζει ἀπ τὸ δάκρυ τῆς ἠθελημένης θυσίας καὶ τὸ δρόμο ποὺ ἀνοίγει ἡ τιτάνια σύγκρουση τοῦ ἠθικοῦ νόμου μὲ τὸ ἄδικο. Μιὰ Ἀνάσταση ποὺ σαλπίζει τὴ δικαίωση τοῦ λυτρωτικοῦ ἀγῶνα καὶ τὴν ἐξαγίσοι τῶν ραπισμάτων. Τὰ διαμοιρασθέντα ἱμάτια τοῦ ἄνομου κλήρου, αὐτὰ ποὺ λίγο πρὶν εἶχαν ποτιστεῖ μὲ τὸ σἀγιο αἷμα, μὲ τὸν Ἅγιο ἱδρῶτα καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ ἀπέραντο Θυσιαζόμενου, γίνονται ἡ λευκὴ καὶ οὐράνια χλαμύδα τῆς Δόξας καὶ τυλίγουν τὸ ἄχραντο σῶμα τοῦ αἰώνιου Ἥλιου ποὺ ἀνεβαίνει στὸ θρόνο Του. Ἠπίαν τὸ μεσουράνημα τῆς ἀλήθειας. Τῆς ἀλἢ θειας ποὺ τινάζεται στὰ ὕψη μετὰ ἀπὸ κάβε ποδοπάτημα. Η δικαίωση τοῦ κάθε ἀγῶνα μετὰ ἀπὸ τὸ γκρέμισμα τῶν ἀγωνιστῶν στὸ πεδίο τῆς τιμῆς καὶ τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Ἦταν ἡ Ἀνάσταση κάθε παραξηγημένης ἠθικῆς πορείας καὶ ἡ ἀξεπέραστη διδαχὴ τῆς ἀγάπης. Καὶ τὸ τέλος τῆς ξεκάθαρης ἀποκάλυψης τῆς ἄφθαστης δύναμης τῆς ἀγάπης καὶ τῆς θείας δικαιοσύνης χαϊδεύει παρηγορητικὰ τὰ μάτια τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀγαπημένων, λίγο μετὰ τὴν Ἀνάσταση. Καὶ μένει, στὴν κατοπινὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου, τὸ περίφημο: «Μὴ μοῦ ἅπτου», νὰ συμβολίζει τὴν δύναμη καὶ τὸ ἀσύλληπτο του πνεύματος. «Μὴ μοῦ ἅπτου» λοιπόν. Ἐντολὴ Αὐτοῦ ποὺ γύρισε ἀπὸ τὸ θάνατο γιὰ νὰ χαρίσει τὴ ζωή. «Μὴ μοῦ ἅπτου», γιὰ νὰ χαθεῖ ἔτσι κάθε ἀμφιβολία καὶ νὰ προετοιμάσει τὸ δρόμο πρὸς Ἐμμαούς. Ἕνα δρόμο τὸ ἴδιο πνευματικὸ μὲ τὴ συνάντηση τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς. Ἦταν ἀπὸ τὰ πρῶτα φανερώματα. Τὸ πιὸ μεγάλο τυλίξει τὸ ἄχραντο σῶμα Του, ἄδεια, μόνα. Καὶ ὅλοι, θαυμάζοντες μετέφεραν τὴν εἴδηση στὴν πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ ποὺ οἱ μαθητὲς περίμεναν μέσα στὸν ἄφθαστα πόνο τοῦ χαμοῦ τοῦ Μεγάλου Δασκάλου. Καὶ οἱ μαθητὲς θορυβήθηκαν. Μέσα στὴν ἀπέραντη ἀνθρώπινη ἀπόγνωση τὰ λόγια τῆς ἐλπίδας, τοῦ λυτρωμοῦ, τῆς σωτηρίας, τῆς δικαιοσύνης, τὸ κήρυγμα τῆς ἀγάπης, ὅλες οϊ διδαχές, εἶχαν ξεθωριάσει. Στὴν καρδιά τους καὶ στὰ μάτια τους εἶχε καρφωθεῖ τὸ δραμα τοῦ Σταυρωμένου, τὸ κέντισμα τῶν πλευρῶν Του, ὁ σπόγγος μὲ τὸ ξύδι καὶ τὴ χολὴ, τὰ κατασχισμένα πέπλα τοῦ οὐρανοῦ. Μέσα στὴ φοβισμένη ψυχή τους φώλιαζε τὸ αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς. Μιᾶς ἀπέραντης μοναξιᾶς ποὺ ὅσο περνοῦσαν οἱ ὧρες κορυφῴνονταν, παγιὠνονταν. Κί αὐτὸ τὸ αἴσθημα τῆς μοναξιᾶς, ποὺ φώλιασε σὰ φίδι στὶς καριές τους, σκόρπιζε τὴν ἀνησυχία στὰ μάτια τους καὶ κράταγε τὸ λογισμὸ τους μακρυὰ ἀπὸ τὸ θάρρος ποὺ χάριζε ἡ παρουσία Ἐκείνου. Ἴδια αἰσθήματα μὲ κεῖνα τῶν γενναίων στρατιωτῶν ποὺ χάνουν στὴ μάχη τὸ στρατηγὸ τους καὶ λησμονοῦν πὼς καὶ γί αὐτὲς ὑπάρχει ἡ ἀνάταση τῆς θυσίας. Ἴδια αἰσθήματα μὲ κεῖνα τῶν ἁγνῶν παιδιῶν ποὺ χάνουν ἔξαφνα τὸν πατέρα τους καὶ μένουν κατάμονα στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς. ἘὌμως ἐκεῖνοι δὲν ἔπρεπε νὰ ξεχάσουν. Ο Μεγάλος Δάσκαλος, λίγο πρὶν δεχτεῖ τὸ φιλὶ τοῦ Ἰούδα, εἶχε μιλήσει γιὰ ὅλα. Εἶχε γαλουχήσει καὶ προετοιμάσει τὶς καρδιὲς τους. Αὐτὸς θ ἀνέβαινε στὸ Γολγοθᾶ. "Eran ἔπρεπε νὰ γίνει. Τὰ μεγάλα ἔργα, θέλουν μεγάλες ἀποφάσεις, ἀξεπέραστες θυσίες. Κί ἐκεῖνοι ἔπρεπε νᾆχαν χαλυβδωθεῖ ἀπ τὴ θυσία. Ἐκεῖνος εἶχε μιλήσει γιὰ ὅλα. Μετὰ τὴν πτώση τοῦ στρατηγοῦ ἔπρεπε ν ἀντρειωθοῦν οἱ στρατιῶτες καὶ νὰ παλαιοῦν γιὰ νὰ πλησιάσουν τὴ θυσία Του. Μετὰ τὸ θάνατο Ἐκείνου, ἔπρεπε ἀλύγιστοι κί αὐτοὶ νὰ συνεχίσουν τὸ δρόμο Του. Μὲ βαθειὰ πίστη στὸ δικό Του βλέμμα ποὺ ἀπὸ ψηλὰ παράστεκε γιὰ νὰ καθοδηγεῖ. Ὂχι δὲν ἦταν μόνοι. Ὑπῆρχε δίπλα τους ὁ ἴδιος ὁ θεάνθρωπος. Τὸ ἀόρατο χέρι τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔδειχνε τοὺς δρόμους τῆς ἀγάπης. «Ομως ἐκεῖνοι ἦταν ἄνθρωποι. Ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἀκο-
λούθησαν. Αὐτοὶ ποὺ συνόδευαν τὸ ἀνέβασμα κί ὅχι αὐτοὶ ποὺ ἀνέβαιναν μόνοι καὶ πρῶτοι. Κί αὐτοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν ἐκείνους ποὺ πρωτοχάραξαν τοὺς δρόμους τῆς ἀλήθειας, εἶναι ἀστέρια ἑτερόφωτα. Εἶναι λιγότερο δυνατοί. Καὶ στὴν πρώτη μπόρα κοντοστέκονται. Κοιτοῦν γύρω τους τρομαγμένοι κί ἀναλογίζονται «τώρα τὶ γίνεται;» Διστάζουν νὰ ποῦν «ὅπως ἐκεῖνος, κί ἐμεῖς». Γιατὶ εἶναι ἄνθρωποι καὶ γιατὶ μέσα τους δὲν ἔχει Θεριέψει τὸ θάρρος τῆς θυσίας. Λείπει ἡ πίστη, ἡ φλεγόμενη πίστη στὰ ψηλὰ ἰδανικά, ἡ μόνη ποὺ μπορεῖ νὰ ὁδηγήσει στὴ θυσία. Κί 6 δρόμος πρὸς Ἐμμαούς θ ἀποκαλύψει αὐτὴ τὴν ἔλλειψη τῆς πίστης. Παράλληλα θὰ προσφέρει στὸ ἀνθρώπινο γένος τὴ μεγάλη διδαχὴ τῆς θεϊκῆς παρουσίας σὲ κάθε του βῆμα καὶ τὴ λυτρωτικὴ δικαίωση κάθε ἁγνοῦ ἀγωνιστῆ. ΗΤΑΝ λοιπόν, ἡ ἴδιὴ μέρα ποὺ ἡ Μαγδαληνὴ Μαρία καὶ ὁ Πέτρος μίλησαν γιὰ τὸ πρωτάκουστο θαῦμα. Κί οἱ δυὸ μαθητὲς - ὁ Κλεόπας ὁ ἕνας κί ἴσως ὁ Λουκᾶς 6 Εὐαγγελιστὴς, 6 ἄλλος-βάδιζαν πρὸς Ἐμμαούς, «κώμην ἀπέχουσαν σταδίους ἑξήκοντα ἀπὸ Ἱερουσαλήμ». Περίλυποι γιὰ τὸ συμβάν, μόνοι σὲ μιὰ ἀπέραντη ἀπόγνωση. Συζητώντας γιὰ ὅσα εἶχαν δεῖ καὶ εἶχαν ἀκούσει. Μὲ βῆμα ἀβέβαιο ἔπαιρναν τὸ δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Στὰ λόγια τους τρεμόπαιζε ἡ ἀγωνία τοῦ αθριο. Τὶ θὰ γίνονταν αθριο χωρὶς τὴ δική του παρουσία;. Ἐκεῖνος τοὺς πλησίασε. ιορατὸς ὅπως πάντα, ἀλλ ἄγνωστος. Τοὺς μίλησε ὅπως παλιά. Η πατρικὴ φωνὴ ἀντήχησε δμὼς στ Ἀφτιὰ τους μὲ ἄλλο χρῶμα καὶ δὲν Τὸν γνώρισαν. Καὶ μιλοῦσε γιὰ πράγματα ποὺ 6 ἴδιος εἶχε ξαναμιλήσει. Οἱ διδαχές Του ἦταν καὶ πάλι τὸ τραγούδι ποὺ γαλήνευε ὅπως παληὰ τὴ ψυχή τους καὶ χάριζε τὴ σιγουριά. Οὶ διδαχές Του δὲν εἶχαν ἀλλάξει. Μόνο ποὺ τώρα ξεπηδοῦσαν ἀπὸ χείλη Κριτῆ. Ἥταν μαζί, ἡ παρηγοριὰ καὶ 6 ἔλεγχος. Τὸ μαστίγωμα τῆς συνείδησης καὶ τὸ νέο κάλεσμα γιὰ τὴ συνέχιση τοῦ ἀνηφόρου ποὺ ὁδηγεῖ στὴ θυσία. Η φωτιὰ ποὺ ζέστανε πάλι τὴν καρδιὰ τους κί ἄνοιξε διάπλατα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους. Κάηκε ἡ καρδιά τους ἀπὸ τοὺς λόγους Του κι ἂς μὴ Τὸν ἔβλεπαν σὲ κεῖνο τὸ σῶμα ποὺ βάδιζε δίπλα τους. Ἀναπτερώθηκε ὁ ἠθικός τους κόσμος καὶ ἡ θύμηση γαλήνεψε τὶς σκέψεις καὶ τοὺς λογισμοὺς τους. Εἶπαν τὸ «μεῖνε». Τὴ λέξη ποὺ ψιθυρίζουν ὅσοι πρωταντικρύζουν αὐτοὺς ποὺ φέρνουν τὰ μεγάλα μηνύματα. Κι Ἐκεῖνος ἔφερνε μεγάλα μηνύματα κι ἀλήθειες ποὺ χάρισαν τὴ ζεστασιὰ τοῦ ἀνθρωπισμοῦ πάνω στὴ γῆ. Κι ἔμεινε. χρειάστηκε νὰ φτάσουν εἰς Ἐμμαούς, γιὰ νὰ γίνει ἡ ἀποκάλυψη. χρειάστηκε νὰ δειπνήσουν γιὰ νὰ φανερωθεῖ ἡ δόξα Του. Χρειάστηκε νὰ πιάσει στὰ χέρια Του τὸ ψωμὶ καὶ νὰ τὸ κόψει ὅπως ἐκείνη τὴ βράδυὰ στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ γιὰ νὰ θεριέψει πάλι ἡ πίστη τους. Η Ἐμμαοὺς γίνεται ὁ τόπος τῆς συγκλονιστικῆς ἀποκάλυψης. Οἱ δυὸ μαθητὲς βλέπουν τὰ χέρια τοῦ συνοδοιπόρου τους νὰ σπάζουν τὸ ψωμί, ὅπως τ Ἁγια χέρια τοῦ Δασκάλου κι- ἀνοίγουν διάπλατα τὰ μάτια τῆς ψυχῆς τους νὰ δεχτοῦν τὸ μήνυμά Του. Ἀντικρύζουν κατάγυμνη πιὰ τὴν μεγάλη ἀλήθεια τῆς ἀθάνατης δικαιοσύνης καὶ σπεύδουν νὰ κοινωνιολογήσουν τὸ θαῦμα. Οἱ μάρτυρες τῆς ἀποκάλυψης, ἀναπτερωμένοι, γίνονται ὁδηγοὶ κι ἀγγελιαφόροι τῆς χαρμόσυνης εῖδησης. ὡδηγοῦ στὸ δρόμο ποὺ χαράζει ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν συνάνθρωπο, στὸ δρόμο ποὺ χάραξε μὲ τὴ θυσία Του 6 Χριστός. ΣΤΗΝ Ἐμμαοὺς δοξάζεται πάλι 6 Θεὸς καὶ γκρεμίζονται τὰ τείχη τῆς μοναξιᾶς καὶ τῆς ἀπόγνωσης ποὺ χτίζει γύρω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο 6 φόβος. Νιώθει τὴ μικρότητά του μπροστὰ στὸ ἄπειρο κι ἀποφασίζει νὰ παλέψει γιὰ τὴν κατάκτηση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Κι αὐτὴ ἡ πάλη φέρνει τὴν καταξίωση. Τὸ πλασμένο κατ εἰκόνα καὶ καθ ὁμοίωση λογικὸ πλᾶσμα, νιώθει τὸν προορισμό του πάνω στὴ γῆ καὶ συνειδητοποιεῖ τὸ χρέος του ἀπέναντι σ ὅσους βαδίζουν δίπλα του. Γίνεται, λοιπόν, ἡἐμμαοὺς, ὁ ἄχρονος τόπος τῆς δεδομένης στιγμῆς, τῆς στιγμῆς ποὺ εἶναι σταθμὸς ζωῆς, ποὺ 6 ἄνθρωπος συγκλονισμένος ἀπὸ τὴ γνώση τοῦ ποιὸς εἶναι, ἀποφασίζει νὰ ὑψωθεῖ μέχρι τὶς σφαῖρες ὅπου ἡ καρδιὰ ἑνώνεται μὲ τὴ φύση καὶ ἡ ἕνωση αὐτὴ προσφέρει τὴ λύτρωση ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὸ ἄγχος. Γιὰ ὅλους ὑπάρχει ἡ στιγμὴ τῆς Ἐμμαοὺς. Στιγμὴ ἀποκαλυπτικὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος στέκεται μετὰ ἀπὸ αὐστηρὸ,αὐτοέλεγχο τοῦ τὶ ἔχει κάνει καὶ τοῦ τὶ εἶναι, ἀπέναντι στὴν ἴδια τὴ συνείδησή του, ἀπέναντι στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτὸ γιὰ νὰ διαλέξει ἀπὸ τοὺς δρόμους ποὺ ἀνοίγονται μπροστά του, τὸ δικό του. Ο αὐστηρὸς αὐτοέλεγχος ἔχει προσφέρει τὴν αὐτογνωσία, Δὲν μένει παρὰ ἡ ἀπόφαση. Ἀπὸ τὴ μιὰ τὸ Χρέος, 6 Ἄνθρωπος, ὁ Ἠθικὸς Νόμος, ἡ πορεία γιὰ τὴν σωτηρία κί ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ φόβος, 6 δισταγμὸς, τὸ παραπάτημα, ἡ προσκαιρότητα, ἡ μυρωδιὰ τῆς γῆς καὶ ἡ λήθη τοῦ προορισμοῦ, ἡ ἄγνοια τοῦ Χρέους καὶ ἡ πορεία μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ ἄγνωστου δρόμου, Μένει ἡ ἀπόφαση γιὰ τὴ διαλογή. Μεγάλη στιγμὴ ἠθικῆς κρίσεως ποὺ ὁδηγεῖ στὴ θυσία ἢ στὴν ἀνυπαρξία. Ο δρόμος τῆς θυσίας εἶναι δύσκολος. Κάθε του στροφὴ κι ἀγκάθια, κάθε του ξέφωτο καὶ δοκιμασία. Νὰ ραπίζεσαι καὶ ν ἀνεβαίνεις. Νὰ ματώνεις καὶ νὰ προχωρεῖς. Νὰ μαστιγώνεσαι καὶ νὰ μένεις ὀρθός. Νὰ πίνεις τὸ ξύδι καὶ τὴ χολὴ καὶ νὰ ἐλπίζεις. Νὰ ἐλπίζεις καὶ νὰ ξαναρχίζεις ἀπ τὴν ἀρχή. Νὰ μένει τὸ αἷμα σου πάνω στὶς πέτρες καὶ τὸ βλέμμα σου καρφωμένο ψηλὰ στὴν κορφή τοῦ ἀνήφορου. Καὶ μέσα στὸ κοντολαχάνιασμα, μέσα στὶς σιωπηλὲς κραυγὲς τοῦ πόνου, νὰ τραγουδᾶς τὰ ἰδανικὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἥ πορεία πρὸς Ἐμμαούς νὰ σοῦ δείχνει δρόμους ἀντίθετους ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ χαράζει ἡ ἀνθρώπινη ἀπελπισία, δρόμους κάτω ἀπ τὴ γλυκειὰ προστασία τοῦ Θεοῦ. Γύρω ἀπ τὴν ἀνθρώπινη παρουσία, ἁπλώνεται. ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ. Τὸ βλέμμα Του καρφωμένο στ ἀνθρώπινα μάτια ἐλέγχει τὴν πορεία τοῦ γήινου προδἒἑἶξἷἵιῢἐ ξἕξἷπτἒἓὲῒθἕἕἷζἒθἀᾞἔἒἇἲαἒἀᾃἷζᾎᾮσβιἲἶι Η «ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣΞ»
V,,,,. -.--; υ.- Εῄ..,-..-< a"? ['Kéaa δικαίωμα, ι εἶναι ἡ ὀπίσθια ὅ- ψπ Κάποιου κοδῄκοντος. Δὲν γενντιδᾑκαμε μόνο μὲ δικαιῶματσ. Γεννπδῄκσμε ὅλοι πρὸ Πάντων μὲ κσδᾑ- ι κοντσ.η κοινωνικίι ζωὴ εἷνσιὀρμα- Ἐ δὸς καδπκ6ντων καὶδχι παράδεισος, δικαιωμάτων». Τοῦ κ. Γρηγορίου Κασιμάτη, Ομ. καθηγητοῦ Παν. Ἀθηνῶν, Ἀκαδηματκοῦ. ὶ ἐννοοῦμε ὅταν λέμε Νόμο Τ καὶ τὶ θέλουμε νὰ ποῦμε ὅταν χαρακτηρίζουμε μιὰ κατάσταση σὰν Τἀξη. Καὶ γιὰ μὲν τὸ δεύτερο θέμα, τὸ θέμα τῆς τάξεως ὑπάρχει μιὰ κοινὰ παραδεκ-ιὴ ἀπὸ Τὴν λαϊκὴ ἐκτίμηση. Τάξη εἶναι ὅταν δὲν γίνονται ἀνωμαλίες στὴν καθημερινὴ ζωή, ὅταν δὲν ὑπάρχουν ταραχὲς, ὅταν ἀκόμα δὲν παρατηροῦνται δημόσιοι καυγάδες ἢ δὲν γίνονται ἐγκλήματα ποὺ κάνουν δύσκολη τὴν ὁμαλὴ ἐξέλιξη τῆς ζωῆς. Ὅλα αὐτά, ὅταν συμβαίνουν, ὑποτίθεται πὼς δὲν εἶναι κανονικὰ πράγματα πὼς δὲν εἷναι ὁ κανόνας, πὼς δὲν εἶναι τὸ κατ ἀρχήν Συμβαῖνον. Ὅταν δμὼς δὲν φαίνεται πὼς αὐτὸ εἶναι τὸ συνήθως συμβαῖνον, τότε πρέπει νὰ ἑξεἱ-άσουμε γιατὶ γίνεται ὅ,τι γίνεται καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκατασταθοῦν τὰ πράγματα. 234 Αὐτὸ τὸ πῶς εἶναι τὸ πιὸ δύσκολο. Γιατὶ ἡ ἀποκατάσταση ὅταν μὲν πρόκειται γιὰ ἀσήμαντες ἀνωμαλίες ὅπως π.χ. εἶναι μιὰ ἀνώμαλη στάθμευση αὐτοκινήτου, εἷναι ἀρκετὸ τὸ κῦρος ἑνὸς ὀργάνου τῆς ἐξουσίας γιὰ νὰ διορθωθοῦν τὰ πράγματα. Καὶ πάλι, δμὼς οἱ καυγάδες καὶ οὶ ἀντιρρήσεις ἐκείνων ποὺ θεωροῦν πὼς θίγονται τὰ συμφέροντά τους ἢ καὶ τὸ φιλότιμό τους καὶ τὸ φιλότιμο εἶναι συνήθως πιὸ σημαντικὸ ἀπὸ τὰ συμφέροντα- ἀρχίζει νὰ δημιουργεῖται μιὰ ἀντιδικία ποὺ κάθε ἄλλο παρὰ διάλογος εἶναι καὶ ποὺ πολλὲς φορὲς ὀξύνει-αι τόσο πολὺ ὥστε νὰ ὁδηγεῖ σὲ ἀπίθανα πράγματα. Γί αὐτὸ καὶ στὶς πιὸ ἀσήμαντες περιπτώσεις εἷναι ἀπαραίτητο νὰ μὴ ὑπάρχουν ὅσο μποροῦν τὰ ἑλληνικὰ μέτρα καὶ τὸ ἑλληνικὸ φιλότιμο ποὺ είναι σὲ ὅλους μας ἀλοίμονο τὸ ἴδιο γιατὶ δὲν εἴμαστε Ayγλοι ποὺ οἱ ἀστυνομικοὶ κάθε κατηγορίας διατηροῦν τὸ φλέγμα τους, καὶ οἱ πολίτες δέχονται ἐκ προνομίουτὴν ἐξουσία τοῦ ἀστυνομικοῦ καὶ δὲν τονίζουν ἀμέσως τὸ γνωστὸ ἐκεῖνο ποὺτὸ κάνουμε δυστυχῶς ὅλοι ἂνδχι ὅλοι, πολλοὶ καὶ μάλιστα ἀρκετοὶ μὲ κάποια δικαιολογία τὸ περιλάλητο «ξέρεις ποιὸς είμαι ἐγώ», ἢ «σὲ ποιὸν μιλᾶς ἔτσι» ἢ «τὶ νομίζεις πῶς εἶσαι» καὶ νὰ ἀρχίζουμε ἔτσι ἕνα ὑβρεολόγιο συνηθισμένα στὸ χαρακτῆρα μας ποὺ ἔχει πολλὲς φορὲς καὶ ἔμμεση ἀνταπόκριση ἕως ὅτου καταλήξη στὴν ἀνεκδιήγητη, μὰ καὶ τόσο εὔκολη ἐξύβριση τῆς ἐξουσίας καὶ ᾝἳτᾝἳᾭρᾇαᾓᾛἳᾞἳἳ, λεύεται σοβαρώτερα. Καὶ τότε ἡ τᾝᾜᾟζἆᾟἒἱἒἵᾞἶᾝᾞᾛἇἒξἒἵ
.n., A ὶὴ/ὶ, δὲν συγκεντρωθεῖ ἡ ὑποσυνείδητη ἀντιπάθεια τῶν πολλῶν κατὰ τῆς ἐξουσίας, γίνεται ὀχλαγωγία ποὺ χάνει τὸ σκυλὶ τὸν ἀφέντη του καὶ ξεχνάει κανεὶς καὶ τοὺς νόμους καὶ τὴν τάξη καὶ ὁδηγεῖται στὴν ταραχή. Πρώτη ἀρχή τῆς ἐξουσίας εἶναι νὰ δίνει τόπο στὴν ὀργή, ὅχι δμὼς καὶ τόσο τόπο ὥστε νὰ παύει νὰ -εἷναι ἐξουσία. Δυστυχῶς ἐδῶ δὲν χωρᾶνε κανόνες. Κάποτε ὅταν ἔγιναν τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1973, στὰ χρόνια τῆς δικτατορίας οἱ σκηνὲς τῆς Νομικῆς Σχολῆς καὶ ἔπεσε ἄφθονα ξυλοκόπημα, ἀμφοτέρωθεν δὲ ἴσως χωρὶς καμμιὰ σοβαρὴ ἀφορμὴ, ἐδήλωσα μεταξὺ ἄλλων στὶς ἐφημερίδες κάτι ποὺ δὲν ἦταν ἀπόλυτα σωστὸ μὰ ποὺ ἔπρεπε, ἴσως, τὴ εἇἕᾒῂηᾞᾝἀἑᾞζὲᾙ ὑἰέ ἳὶ-ἷἷἔἳἕἒἱ, E1i? : flpé m: δὲν ἔχουν τὸν προορισμὸ νὰ δέρνουν, μὰ πρέπει νὰ καταλάβουν ὅτι μπορεῖ καὶ νὰ δέρνωνται». Εὐτυχῶς οἱ δηλώσεις μου δὲν εἶχαν καμμιὰ ἀπήχηση γιατὶ καμμιὰ ἐφημερίδα καὶ ἰδίως οἱ κατόπιν ἐπικεφαλής τῆς ἀντιστασιακῆς δημαγωγίας δὲν ἐτόλμησαν νὰ τὶς δημοσιεύσουν. Καὶ δμὼς ἔτσι εἶναι. Καὶ αὐτὸ πρέπει ὅπως καὶ στὴ Γαλλία, νὰ τὸ δέχεται 6 Ἀστυνομικὸς χωρὶς μὲ αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι δὲν δικαιοῦται νὰ ἀντιδρᾶ. Ὑπάρχει δμὼς μιὰ βασικὴ διαφορά. Ο ὄχλος κτυπᾶ μὲ στόχο τὴν ἐξουσία, ἐνῶ ὁ Ἀστυνομικὸς δὲν μπορεῖ νὰ κτυπᾷ παρὰ μἐ στόχο τὴν τάξη, δηλαδὴ τὴν ἀποκατάσταση τῆς τάξεως καὶ ὄχι ἀπὸ ἐκδίκηση ὅτε ἀπὸ διάθεση τιμωρίας γιατὶ τότε ὅχι μόνο δὲν πετυχαίνει τίποτα μὰ εἶναι καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν ρόλο του, παραβαίνοντας τὴν ἀποστολή του. Ὅτι γίνεται στὴ ζωὴ στηρίζεται στὴν ἀμερόληπτη πίστη τῆς κοινωνικῆς συνειδήσεως. Καὶ αὐτὴ ἡ κοινωνικὴ συνείδηση ἀγαπᾶ τοὺς Ἀστυνομικοὺς ἀλλὰ εἶναι καὶ ἔτοιμη νὰ τοὺς κρίνει ὅπως κρίνει καὶ τοὺς ταραξίας ποὺ δημιουργοῦν τὰ ἐπεισόδια. Βέβαια σαὐτὴ τὴ διαγωγὴ πρέπει νὰ ἔχουν οί Ἀστυνομικοὶ βοηθοὺς καὶ τοὺς ἄλλους παράγοντες τῆς ἐξουσίας καὶ ἰδίως τοὺς Δικαστικοὺς ποῦ πολλὲς φορὲς φεύγουν - γιὰ πολλοὺς λόγους καὶ ἰδίως ἀπὸ ἐκβια- ἶἒἓἵἑἳἦἒτἲἔᾏᾟἕἵᾕἕἳωᾙἕθξᾝ μο.μὰ ὁ ἀναμάρτητος πρῶτος τὸν λίθον βαλἐτω. Η συγκρά-ι-ηση τῶν νεύρων πρέπει νὰ παρακολουθεῖται ἀπὸ ἀπέραντη ὑπομονὴ καὶ βαθειὰ συνείδηση τῆς ἀποστολῆς τοῦ καθενὸς ἐφ ᾧ ἐτάχθη. As πάψουμε ὅλοι νὰ μιλᾶμε γιὰ δικαιώματα. Πρὶν ἀπὸ τὰ δικαιώματα ποὺ ἔγινε ἡ καραμέλλα τῆς μόδας, ἃς σκεφθοῦμε ὅτι κάθε δικαίωμα εῖναι ἡ ὀπισθία ὄψη κάποιου καθήκοντος. Δὲν γεννηθήκαμε μόνο μὲ δικαιώματα. Γεννηθήκαμε ὅλοι πρὸ πάντων μὲ καθήκοντα καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ Τὸ καταλάβουμε ὅλοι. Γιατὶ ἡ κοινωνικὴ ζωὴ εἶναι ὁρμαθὸς καθηκόντων καὶ ὄχι παράδεισος δικαιωμάτων. ΑΣ ΕΡΘΟΥΜΕ τώρα στὸ νόμο ποὺ εἶναι τὸ ἄλλο σκέλος τοῦ θέματος. Καὶ τὸ δυσχερέστερο καὶ στὴν τοποθέτηση καὶ στὴν οὐσία του. Ὄλοι μας μιλᾶμε, μὲ μεγάλη εὐκολία, γιὰ δίκαιο καὶ γιὰ νόμο. Καὶ πολλές φορές, τὶς συνηθέσ-ιερες- ἰδίως ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν γιὰ δου- - λειὰ τους τὰ νομικὰ-ταὐτίζουμε τὶς δυὸ αὐτὲς ἔννοιες. Δίκαιο εἶναι ὁ νόμος. Εἶναι τάχα ἀλήθεια; Ἂς δοῦμε βαθύτερα τὰ πράγματα. Τὸ 1806, δεκαπέντε χρόνια πρὶν γίνει ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση ἐκυκλοφόρησε μυστικὰ μὰ σὲ ἀρκετὰ μεγάλη κλίμακα ἔνα βιβλιαράκι τυπωμένα στὴν Ἰταλία μὲ τὸν τίτλο «Ἑλληνικὴ Νομαρχία» γραμμένο, ὅπως ἔγραφε, ὑπὸ «Ἀνωνύμου τοῦ Ἕλληνος», Αὐτὸς ὁ ἀνώνυμος Ἕλλην ἐφρόντισε νὰ κρυφτεῖ ἐπιμελῶς καὶ νὰ μὴ γνωσθῆ ποιὸς ἦταν. Η Δὶς δμὼς Μαντοὺβαλου, ποὺ εἶναι σπουδαία ἐρευνήτρια τῆς Νεοελληνικῆς Ἱστορίας, πιθανολογεῖ μὲ τελευταία μελέτη της πὼς εἶναι ὁ Ἀδαμάντιος Κοραῆς. Καὶ τὸ πρᾶγμα εἶναι πολὺ πιθανὸν γιατὶ οἱ ἰδέες ποὺ γράφει τὸ βιβλίο 235
(Γι γ. Η <Ἰ Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΙ Η ΤΑἩ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ εἷναι μεγαλόπνοες, ἄξιες τοῦ Κορα- ῆ καὶ γιατὶ ἡ κατευθυντήρια γραμμή, ποὺ πολὺ λίγο οί νεώτεροι ἐτονίσαμε εἷναι πὼς γιὰ νὰ ἐλευθερωθοῦν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὴν τουρκικὴ τυραννία ὅπως, ἂς προσθέσουμε σήμερα, ἀπὸ κάθε τυραννία, πρέπει πρὶν ἀπ ὅλα νὰ ἀποκτήσουν παιδεία. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο καὶ σήμερα ὕστερα ἀπὸ 170 καὶ πλέον χρόνια τὸ θεωροῦμε δευτερεῦον καὶ ἐπουσιῶδες. Καὶ ὅλοι νομίζουμε πὼς ἡ παιδεία εἶναι τὸ ἕνα ὁποιοδήποτε δίπλωμα ποὺ μὲ χίλια παρακάλια ἀποσποῦμε καὶ ποῦ μὲ αὐτὸ σταδιοδρομοῦμε χωρὶς νὰ ἔχουμε τὴν ἀληθινὴ ἀξία τῆς μορφώσεως, τῆς παιδείας. Στὴν «Ἑλληνικὴ Νομαρχία», λοιπόν, ὁ ἀνώνυμος Κοραῆς δὲν δίνει τὴν ἔννοια ποὺ δίνουμε σήμερα στὸν δρο Νομαρχία, δὲν ἐννοεῖ δηλαδὴ κανένα Νομάρχη τοῦ Νομοῦ Παρακαμπυλίων ἢ Ἀθήνας οἷὸ ἴδιο κάνει-μὰ ἐννοεῖ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ νόμου ποὺ θὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐλευθερίας ποὺ θὰ ἀποκτήσουν οἱ Ἕλληνες ἀπαλλασσόμενοι ἀπὸ τὴν τυραννία τῶν Τούρκων. Καὶ 6 νόμος αὐτὸς θὰ ὁρίζεται ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες καὶ ὄχι ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐλευθερίας εἶναι στὸ βάθος τὸ σάλπισμα τῆς «Νομαρχίας». Πῶς δμὼς τὸ σάλπισμα αὐτὸ θὰ γίνῃ πραγματικότης; Αὐτὸ δὲν τὸ λέει γιατὶ ἄλλα προβλήματα κουρταλοῦν τότε, τὴν ἐποχή τῆς σκλαβιᾶς, τὸν Κοραῆ. Καὶ τὶ μὲν εἶναι Δίκαιο ὅτε oi ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅτε οἱ Ρωματοι, ποὺ ὑπῆρξαν οἱ ὀργανωτικώτεροι μεθοδευτεῖςτοῦ νόμου μπόρεσαν νὰ τὸ καθορίσουν. Δὲν ὥρισαν μὲ ἀπόλυτη ἀσφάλεια τὴν ἔννοια τοῦ δικαίου. Ὄλοι ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο ὁρισμὸ πὼς τὸ δίκαιο εἷναι«αβ5 ΒΟΝΙ ΕΤ EQUI», δηλαδὴ ἡ τέχνη τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ ἴσου, ώς τοῦς σύγχρονους νομικοὺς ποὺ ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸν γραφειοδιφικὸ θετικισμὸ ὁρίζουν τὸ δίκαιο σὰν «τὸ σύνολο τῶν κανόνων ποὺ καθορίζουν ἐξουσιαστικὰ τὴ συμβίωση τῶν ἀνθρώπων» δηλαδὴ ταυτίζουν τὸ δίκαιο μὲ τὴ βούληση τῆς Πολιτείας ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὸ γραπτὸ νόμο. Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ στηριχθοῦμε στὸ «φυσικό» ἢ τὸ «θετο» δίκαιο γιὰ νὰ καταλάβουμε πὼς ὁ ἐντοπισμὸς αὐτὸς τοῦ δικαίου εἶναι στενὸς καὶ τὸ λιγώτερο ξεπερασμένος. Πέρα ἀπὸ τὸ γραπτὸ νόμο, ὑπάρχει ἕνα ἄλλο θεμέλιο ποὺ δημιουργεῖ τὸ δίκαιο. Τὸ θεμέλιο αὐτὸ εἶναι ἡ κοινωνικὴ συνείδηση ποὺ αὐτὴ καθορίζει ὄχι μόνο μὲ τὴ μορφὴ τοῦ ἐθίμου μὰ καὶ μὲ τὴ μορφὴ τῆς καθολικῆς ἀναγνωρίσεως, εὶς πεῖσμα δὲ πολλὲς φορὲς τοῦ γραπτοῦ νόμου, τὸ δίκαιο. Αὐτὴ ἡ κοινωνικὴ συνείδηση δὲν εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τὴν κοινὴ γνώμη. Η κοινὴ γνώμη εἷναι ὲκδήλωση μονάχα ὡρισμένων αἰσθημάτων ποὺ δημιουργοῦνται στὴν πλειοψηφία ἢ καὶ στὴν ὁλοψηφία τοῦ πληθυσμοῦ ποὺ ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὰ καθημερινὰ γεγονότα ὅπως εἶναι π.χ. μιὰ ἐκλογική ψῆφο ποὺ μπορεῖ σὲ λίγο νὰ ἐξελιχθῆ ἢ νὰ μεταβληθῆ. Ἐνῶ ἡ κοινωνικὴ συνείδηση εἶναι καρπὸς μακρόχρονης κριτικῆς διεργασίας τοῦ συνόλου τοῦ πληθυσμοῦ ποὺ καταλήγει σὲ ὡρισμένα πάγια βασικὰ συμπεράσματα ποὺ δὲν μεταβάλλονται εὔκολα καὶ πολλὲς φορὲς ἀντιδροῦν καὶ σὲ γενικώτερες ἐξελίξεις κατὰ περίεργο τρόπο. Η ἔννοια τοῦ γάμου π.χ. εἶναι καταστάλαγμα τῆς κοινωνικῆς συνειδήσεως, ἐνῶ ὁ a' ἢ βἰ λόγος διαζυγίου μπορεῖ νὰ εἶναι μονάχα διακύμανση τῆς κοινῆς γνώμης καὶ γί αὐτὸ μεταβάλλεται συχνά, ὅπως π.χ. σήμερα. Ὄχι λοιπὸν ἡ κοινὴ γνώμη ποὺ σήμερα εἶναι μὲ τὸ ἕνα κόμμα καὶ αθριο μὲ τὸ ἄλλο, μὲ βάση ὡρισμένα κριτήρια γιὰ τὶς ἰδέες ἢ γιὰ τὴν ἐπιτυχία του στὴν οἰκονομικὴ ἢ τὴν ἐξωτερική του πολιτική, ἂν καὶ ὅταν ἕχει ἀπὸ δαύτες, μὰ ἡ κοινωνικὴ συνείδηση ποὺ πάνω ἀπὸ τὴν εὐμετάβολη γνώμη της γιὰ τὰ κόμματα πιστεύει στὴν ἔννοια τοῦ Ἔθνους καὶ τῆς ἐλευθερίας του, εἶναι ἐκείνη ποὺ θεμελιώνει τὸ δίκαιο. Ὅπως ὁ Κοραῆς στὴν «Ἑλληνι- Κὴ Νομαρχία» εἶχε ύπ ὄψιν του Τὸ νόμο σὰν θεμέλιο τῆς ἐλευθερίας ἢ ὅπως θὰ προσθέταμε σήμερα τῆς οὐσιαστικῆς Δημοκρατίας, ἔτσι καὶ τώρα ποὺ εἴμαστε ἐλεύθερο Κράτος ἀναζητᾶμε τὴν ἔννοια τοῦ δικαίου στὴν κοινωνικὴ συνείδηση τοῦ Λαοῦ μας. Καὶ ἔχουμε σήμερα τὴν ἐλπίδα πὼς τὸ δίκαιο αὐτὸ ἐκδηλώνεται διὰ τῆς κοινωνικῆς συνειδήσεως στὸ νόμο ποὺ ψηφίζει ἡ Ἐθνικὴ Ἀντιπροσωπεία, δηλαδὴ ἡ Βουλή.. Τὸ ζήτημα δμὼς ἀρχίζει νὰ πε-. ριπλέκεται ὅταν διὰ λόγους ποὺ πολλὲς φορὲς εἷναι γνωστοὶ καὶ ἔχουν σχέση μὲ τὸν εὐέξαπτο καὶ ὑστερόβουλο χαρακτῆρα μας ἡ Ἐθνική μας Ἀντιπροσωπεία δὲν εἶναι σύμφωνη μὲ τὴν κοινωνικὴ συνείδηση τοῦ Λαοῦ μας, δὲν εἶναι σύμφωνη μὲ ὅ,τι ἡ κοινωνικὴ συνείδηση στὸ σύνολό της ἢ ἕνα μεγάλο κομμάτι της, πιστεύει ὅτι εἶναι τὸ δίκαιο. Καὶ αὐτὸ εἶναι μιὰ ἀπὸ τὶς ἀνωμαλίες ποὺ προκαλεῖ ἡ σύνθετη σημερινὴ κοινωνία μὲ τὶς διάφορες ταξικὲς ἢ ἰδεολογικὲς διαφοροποιήσεις. Τὸ θέμα δμὼς εἶναι ὅτι καὶ ὅταν 6 νόμος δὲν ἐκδηλώνει τὸ πραγματικὸ δίκαιο, δὲν εἶναι δυνατὸν ν ἀμφισβητηθεῖ παρὰ μόνο ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ Βουλὴ ἢ τὴν έξουσιοδοτημένη ἀπὸ αὐτὴ ἀρχὴ καὶ πρέπει συνεπῶς νὰ γίνῃ σεβαστὸς ἰδίως ἀπὸ ὄργανα ποὺ ἔχουν τὴν ἀποστολὴ νὰ ἐφαρμόζουν τοὺς νόμους, ὅσο καὶ ἂν οἱ ἴδιοι βλέπουν πὼς εἶναι ἀντίθετης γνώμης ἡ κοινωνικὴ συνείδηση.. Δυστυχῶς τὰ προβλήματα δὲν τελειώνουν μονάχα μὲ τὴν ἐξέλιξη τῆς ἀσταθοῦς ἰσορροπίας μεταξὺ δικαίου, κοινωνικῆς συνειδήσεως καὶ νόμου. Ὅτε μὲ τὴν ἀνάγκη τῆς ὑποταγῆς στὸ νόμο, ὁποιοσδήποτε καὶ ἀν εἶναι. Ὑπάρχουν σήμερα καὶ ἄλλα γενικώτερα πολιτιστικὰ προβλήματα ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε ὺπ ὄψιν μας. Οἱ μεγάλες τεχνολογικοεπιστημονικὲς ἀνακαλύψεις τῶν χρόνων μας, ποὺ δμοι- ές τους δὲν ἔχει ξαναδεῖ ἡ ἀνθρωπότητα νὰ λαμβάνουν χώρα σὲ τόσο μικρὸ διάστημα, εἶχαν σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ρίξουν τὰ τείχη τοῦ ἀπομονωτισμοῦ ποὺ χώριζαν διάφορα ἔθνη ἢ διάφορες κοινωνίες καὶ πολιτισμοὺς καὶ νὰ φέρουν τὸν ἕνα κοντὰ στὸν ἄλλο. Ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα σήμερα ἕχει γίνει ἕνα μεγάλο χωριό, ὅπως λέγει ὁ Ἀμερικανοκαναδὸς ὲπικοινωνιολόγος MACLUHAN, γιατὶ ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς οἰκουμένης μποροῦν συγχρόνως νὰ παρακολουθοῦν ἕνα συμβὰν ὅπως π.χ. τὴν κατάκτηση τῆς σελήνης ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἢ τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὸ παγκόσμια κύπελλο τοῦ ποδοσφαίρου στὴν Ἀργεντινή.
H "f " ' Αὐτὴ δμὼς ἡ εὐρύτερη ἐπικοινωνία καὶ γνωριμία τῶν ἀνθρώπων, μολονότι γιὰ νὰ ἐπιτευχθῇ ἀπαιτεῖ τὴν ὑποχώρηση ἢ τὴν ἐξαφάνιση μερικῶν τοπικῶν πολιτιστικῶν στοιχείων σὲ κάθε χώρα γιὰ τὴν προβολὴ τῶν κοινῶν πολιτιστικῶν στοιχείων τῆς ἀνθρωπότητας, εἶχε μιὰ ἀπρόβλεπτη συνέπεια- τὴν προσπάθεια δηλαδή, ὅλων τῶν ἐθνῶν καὶ τῶν ἐθνικῶν ὁμάδων, ἰδίως τῶν μικρῶν χωρῶν νὰ ἀποφύγουν τὴν ἀπώλεια τῆς ἐθνικῆς τους προσωπικότητας, προστατεύοντας τόσο τὴν πολιτιστική τους κληρονομιὰ ὅσο καὶ τὴν πολιτιστική τους ταὐτότητα. Η πολιτιστική ταύτότητα εἶναι τὸ σύνολο τῶν πολιτιστικῶν καὶ κοινωνικῶν ἰδιαιτεροτήτων ἐνὸς ἔθνους, μιᾶς μικρῆς ἐθνικῆς ἢ κοινωνικῆς ὁμάδας ποὺ βοηθοῦν νὰ ξεχωρίσει ἔνα ἔθνος ἀπὸ ἕνα ἄλλο, μιὰ ὁμάδα ἀπὸ μιὰ ἄλλη κ.λπ. Πολιτιστικὴ ταύτότητα εἶναι ἐκεῖνο τὸ σύμπλεγμα τῶν στοιχείων ποὺ ἐπιτρέπει στὰ μέλη μιᾶς μικρῆς ἡ μεγάλης ὁμάδας νὰ ἀναπτύξουν τὸ «ἐμεῖς» ἀντιδιαστέλλοντας τοὺς ἑαυτούς τους πρὸς τὰ μέλη τῶν ἄλλων ὁμάδων, πρὸς τοὺς «ἄλλους». Αὐτὴ ἡ καλλιέργεια τοῦ αἰσθήματος τῆς τοπικῆς (ἐθνικῆς) ταὐτότητας τῆς ἐννοίας τοῦ «ἐμεῖς» μᾶς ἐκπλήττει γιατὶ εἷναι ἀντίθετη α) πρὸς τὸ πνεῦμα τῆς οἰκονομικἦς ἑνοποιήσεως τῶν διαφόρων περιοχῶν μιᾶς χώρας καὶ διαφόρων χωρῶν μεταξύ τους β) πρὸς τὴν βιομηχανοποιημένη μαζική, μόρφωση καὶ συνείδηση ἢ μὲ τὴν λέξη τῆς μόδας «κουλτούρα» ποὺ ἔχει ὑπερεθνικὸ χαρακτῆρα, γ) πρὸς τὸ πνεῦμα μιᾶς διεθνοῦς πολιτισμικῆς ὁμοιομορφίας ποὺ προάγει τὴν παγκόσμια ἐπικοινωνία καὶ κοπανόηση. Εἶναι δμὼς μιὰ ἀντίδραση ὅλων τῶν ὁμάδων νὰ διαφυλάξουν τὸν ἐθνικὸ ἢ τοπικό τους πολιτισμὸ ἐναντίον τῆς ἰσοπεδωτικῆς ἐπιδράσεως τῶν συγ WM? κοινωνίας. Αὐτὴ ἡ ἀντίδραση ποὺ γίνεται συνεχῶς καὶ περισσότερο ἔντονη ἐκφράζεται πολλὲς φορὲς καὶ μὲ ἔνοπλες ἐξεγέρσεις ποὺ ἔχουν τὸν χαρακτῆρα πολιτικῶν ἢ ἀπελευθερωτικῶν κινημάτων. παράδειγμα τρανὸ εἶναι ἡ «ἰσλαμικὴ Δημοκρατία» τοῦ Ἀγιατολλὰχ χομέϊνι. Καὶ γενικώτερα τὰ παραδείγματα ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμο ἀφθονοῦν, ἀρκεῖ νὰ ἀναφέρουμε τοὺς Βάσκους στὴν Ἱσπανία, τοὺς Κορσικανοὺς στὴν Γαλλία, τοὺς Μαύρους, Πορτορικανοὺς κλπ. στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες, τοὺς Ἀρμενίους, Γεωργιανοὺς καὶ Μωαμεθανοὺς στὴ Ρωσία τόσο αὐτοὶ μποροῦν νὰ ἀντισταθοῦν στοὺς Ρώσους κ.τ.λ. Σ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις οἱ ἐθνικὲς ὁμάδες ζητοῦν νὰ διατηρήσουν τὸ δικό τους πολιτισμικὸ σύστημα, τὴ δική τους κουλτούρα, δηλαδὴ τοὺς δικούς τους τρόπους κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς μιὰ καὶ ἡ συμπεριφορά τῶν μελῶν μιᾶς ὁμάδας ἐπηρεάζεται ἀπὸ τὸ ἰδιαίτερο πολιτισμικὸ σύστημα. Τὸ πολιτισμικὸ σύστημα καθορίζει τοὺς κανόνες συμπεριφορᾶς τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὸ δίνει τὸ πλαίσιο τῶν νόμων, γραπτῶν ἢ ἀγράφων ποὺ ὀφείλουν τὰ μέλη τῆς ὁμάδας νὰ ὑπακούουν καὶ νὰ προσαρμόζουν τὴ συμπεριφορά τους. Ἔτσι οὶ ἀντιδράσεις αὐτὲς ποὺ ἀναφέραμε εἶναι ἐναντίον ἑνὸς ἄλλου πολιτισμικοῦ συστήματος, ἐ- ναντίον ἄλλων κανόνων συμπεριφορᾶς. Καὶ οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ἀλλάζουν εὔκολα συνήθειες ἰδίως ὅταν αὐτὲς εἴναι πατροπαράδοτες καὶ θεωροῦνται καθολικὰ ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ συνείδηση σὰν οἱ μόνες σωστές. Γιατὶ κάθε ὁμάδα θεωρεῖ ὅτι οἱ δικοί της τρόποι ζωῆς, οϊ δικοί της κανόνες εἶναι οἱ ὀρθοὶ καὶ τῶν ἄλλων ὁμάδων οὶ κανόνες συμπεριφορᾶς εἶναι ἐσφαλμένοι. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι μένουν οἱ ἄνθρωποι σταθεροὶ στὴν κοινωνική τους συμπεριφορά. Σὰν ζωντανὲς ὑπάρξεις ποὺ μετακινοῦνται κοινωνικὰ καὶ γεωγραφικὰ καὶ μεταβάλλονται βιολογικὰ ἀλλάζουν τὴν προσωπικὴ κοινωνική τους ταύτότητα καὶ τὴν πολιτισμικὴ ταύτότητα τῆς ὁμάδας τους, γιατὶ συνεχῶς ἀλλάζει καὶ τὸ πολιτισμικὸ σύστημά της. Ο βαθμὸς ἀλλαγῆς ἀπὸ ἄτομο σὲ ἄτομο καὶ ἀπὸ ὁμάδα σὲ ὁμάδα εἶναι διαφορετικὸς καὶ ἐξαρτᾶται ἀπὸ πολλοὺς παράγοντες, Μέσα δμὼς ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ διατηροῦνται ὡρισμένα χαρακτηριστικὰ ποὺ συνεχίζουν νὰ προσδιορίζουν τὴν πολιτισμικὴ ταὐτότητα τῆς ὁμάδας. Η τελευταία κινδυνεύει ὅταν ἡ ἀλλαγὴ εἷναι μεγάλη, ὅταν τὸ πολιτισμικὸ σύστημα (κουλτοὐρα) μιᾶς ὁμάδας κινδυνεύει νὰ ἀφομοιωθεἵ ἀπὸ ἕνα ἄλλο, γί αὐτὸ καὶ ἡ ἀντίδραση εἶναι πολλὲς φορὲς ἐντονη, Αὐτὴ ἡ περίοδος τῶν ἀλλαγῶν καὶ τῶν ἀντιδράσεων στὶς ἀλλαγὲς εἶναι δύσκολη καὶ γιὰ τοὺς κοινοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ γί αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἐπιφορτισμένοι μὲ τὴν τήρηση τῶν κανόνων τῆς κοινωνικῆς συμ- Ξἑἳἓἷθἰἵἕ "Si- 55: ζέεὶ ξὰ ἄτομα ὅσο καὶ οἱ ὁμάδες δὲν γνωρίζουν ἂν πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦν παλιὰ ἡ νέα πρότυπα κοινω- WKIUIS; <ΞὶύἼῬ-ὶ-Ὗὸεριὲςόθὴθρἲὶἶἆιραπαίουν καὶ ἀνάλογα μὲ τὸ βαθμὸ προσαρμογῆς τῶν νόμων μπορεῖ oi πράξεις τους, ἡ κοινωνική τους συμπε- ἀπσἓξυπἀἳἓκλἑ... μένως νὰ εἶναι τιμωρητέα ἢ μή. Ἐτελειώσαμε ἔτσι τὴ σύντομη αὐτὴ περιπλάνηση στὰ σημερινὰ προβλήματα τοῦ πολιτισμοῦ μας. Γιατὶ καὶ τὸ θέμα τοῦ νόμου καὶ τὸ πρόβλημα τῆς τάξεως καὶ τὰ καθήκοντα καὶ τὰ δικαιώματα ὅλων μας καὶ ὄχι μόνο τῆς χωροφυλακῆς εἶναι ἀπόλυτα ἐξαρτημένα ἀπὸ τὸν πολιτισμό μας. Καὶ ὅταν μιλᾶμε γιὰ σημερινὴ κοινωνία, αὐτὸ Τὸν πολιτισμὸ πρέπει νὰ σκεπτόμαστε καὶ μὲ αὐτὸν νὰ συναρ-ιοῦμε ὅλα τὰ προβλήματα ποὺ μᾶς βάζει ἡ καθημερινὴ ζωή. Γιὰ μᾶς δμὼς τοὺς Ἕλληνες ὑπάρχει καὶ μιὰ συνθετότερη ὑποχρέωση. Πρέπει ζῶντες στὴ χώρα ποὺ γεννήθηκε καὶ διαμορφώθηκε μιὰ μορφὴ πολιτισμοῦ ποὺ θεωρεῖται δίκαια ἢ ἄδικα-καὶ ἂς ἐλπίσουμε μᾶλλον δίκαια-πὼς εἷναι ἡ μήτρα τοῦ σημερινοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, νὰ ρωτοῦμε κάθε φορὰ τοὺς ἑαυτούς μας ἂν σὲ κάθε θέμα εἴμαστε ἄξιοι ὄχι νὰ συναγωνιστοῦμε μὰ νὰ μοιάσουμε ἔστω καὶ ἀπὸ μακρυά, ἔστω καὶ ἰδεατὰ μὲ τὸν βασικὸ καὶ παλιὸ Ἑλληνικὸ πολιτισμό. Καὶ νὰ εἴμαστε ὑπερήφανοι ὅτι μποροῦμε νὰ ἀνθέξουμε σάὺτὸ τὸ μοιάσιμο. Μὰ καὶ νὰ ἀγωνιζόμαστε διαρκῶς νὰ μποροῦμε κάθε μέρα καὶ σὲ κάθε θέμα νὰ μοιάζουμε μὲ τοὺς ἀρχαίους. E1; πεῖσμα τῆς ἀρχαίας σπουδῆς ἂς μὴν εἴμαστε «πολλῶ κάρρωνες», ἂς εἴμαστε δμὼς ἐφάμιλλοι. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ἀπὸ διάλεξη ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Ἀκαδημαϊκὸκαὶ τ. Ὑπουργὸ κ. Γρ. ΚΑΣΙΜΑΤΗστὴ SAX. τὴν 9 2-79.
πιπιθᾙ Μπ [ΗἸ MMMZH Τοῦ κ. ΑΓΓΕΛΟΥ ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗ Ἀνάμεσα στὰ 1488 καὶ 1490 γεννιέται στὸ Πιέβε _ Δ ντὶ Καντόρε τῆς Ἰταλίας ὁ Τιτσιάνο Βετσέλλιο, ἡ μορφὴ ποὺ ἔμεινε στὸν κόσμο τῆς Τέχνης ἀξεπέραστη < γιὰ τὴν χρωματικὴ ἀλχημεία ποὺ πρόσφερε στὴ Ζωγραφική, δίνοντας ἔτσι βαθεῖς λυρικοὺς τόνους στὸ τραγούδι τοῦ χρωστήρα. Τὸ πέρασμά του μέσα ἀπὸ τὰ μονοπάτια τῆς ζωγραφικῆς ἀναζήτησης, εἶναι τὸ ξημέρωμα ποὺ ἀπελευθέρωσε τὸ φῶς καὶ πρόσφερε στοὺς μεταγενέστερους τὴ δυνατότητα νὰ ἐκφράζουν τὸν κόσμο τους μὲ μιὰ δυσκολοπρόσιτη, μέχρι τότε, ἀλήθεια. Ξέχωρη θέση στὸ ἔργο του παίρνουν, οἱ πίνακες ποὺ ἐμπνεύστηκε ἀπὸ τὰ Πάθη καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ μεγάλου Δάσκαλου. Σήμερα, 403 ὁλόκληρα χρόνια μετὰ τὸ θάνατό του, ἡ ματιὰ σταματάει εὐλαβικὰ στὰ ψυχικὰ προσκηνύματα ἐκείνης τῆς μορφῆς, προσπαθῶντας νὰ προσφέρει στὴ ψυχὴ ἕνα νέο φτερούγισμα γιὰ τὸ ἄγγιγμα τοῦ Θείου Δράματος καὶ τῆς θείας Δόξας. Πνευματικὸ ἄγγιγμα μέσα ἀπὸ τὰ χρώματα, τοὺς τόνους καὶ τὴν ποίηση τοῦ χρωστῆρα τοῦ μεγάλου Ἰταλοῦ ζωγράφου. γ ΠΟΡΕΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΩΣ Τὸ παιχνίδισμα τοῦ ἥλιου μὲ τὸ μελανό χρῶμα τοῦ συννεφιασμένου οὐρανοῦ, ἡ προσπάθεια τῶν ἀκτίνων του νὰ σχίσουν αὐτὸ τὸ σκιερὸ πέπλο καὶ ἡ διαθλάσῃ τοῦ ὁρίζοντα στὶς γλυκιὲς ἀποχρώσεις τοῦ κἲ τρινου καὶ τοῦ κόκκινον, πρέπει νὰ κρα- - 4, τοῦσαν αἰχμάλωτη τὴ ψυχὴ τοῦ Τισιανοῦ, '6 ἀπὸ τότε ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ ἁπλώθηκε,, ἀπὸ αὐτὴ τὴν μυσταγωγία τῆς φύσης, πὐ- ἒνθ νω στὰ βουνὰ τοῦ Καντόρε. Μόνο ἔτσι μπο v ρεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ αὐτὸ τὸ πάλεψα τοῦ Τισιανοῦ μὲ τὸ χρῶμα, αὐτὴἡδύναμηποὑπροσφερε στὸ φῶς, καθὼς καὶ ἡ πλήρης ἐναρμόνιση τοῦ «τί θέλει νὰ πεῖ» καὶ τοῦ «τὶ λέει», μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ψυχῆς. Εἶναι παράξενη ἡ γλῶσσα τῆς ψυχῆς Ἦ» καὶ μάλιστα τῆς ψυχῆς τοῦ ζωγράφου. Παράξενη γιατὶ δονεῖται ἀπὸ μιὰ σιωπηλὴ Ξ>ἳί δραματικότητα ποὺ δένεται στενὰ μὲ τὴν ευγλωττηπροσπάθεια ἐξωτερίκευσης ἑνὸς. βιώματος. Κί ὅταν πρόκειται γιὰ ἕνα βίωμα ἢ ἕνα συναίσθημα ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὰ μέτρα τῆς καθημερινότητας ἢ γιὲᾂἄἑἶπρὄσἇ E1f πάθεια ἀποκαλύψεως τοῦ ςὶἰ Ὑπερἅνθρωπου, τοῦ Ἀσαρκου, μέσα ἀπὸ τὸ σχῆμα τοῦ ἀνθρώπου, τότε αὐτὴ ἡ γλῶσ-
σα, ἡ γλῶσσα τῆς ψυχῆς τοῦ ζωγράφου, γίνεται δραματική, ὁρμάει μὲ φοβερὲς διακυμάνσεις ἀπὸ τὸ ψηλότερο στὸ χαμηλότερο, κλείνει κραυγὲς ἀλλὰ καὶ ψιθυρίσματα, χαρίζοντας στὸν κοινωνὸ τὴ λύτρωση τοῦ συγκλονιστικοῦ. Κί αὐτὴ τὴ λύτρωση τοῦ συγκλονιστικοῦ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ νιώσει αὐτὸς ποὺ θὰ σταθεῖ ἀπέναντι στοὺς πίνακες τοῦ Τισιανοῦ, στὸ ἔργα μὲ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. 'Av φυσικὰ μπορέσει κί ἀφήσει τὴ ψυχή του ἐλεύθερη κί ἀνοιχτὴ v ἀγκαλιάσει τὶς παλλόμενες πινελιὲς ὅχι σὰν πινελιὲς, ἀλλὰ σὰν λέξεις κί ὅχι μὲ τὸ μάτι τὸ ψυχρὰ τοῦ κριτικοῦ, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγωνία τῆς μέθεξης τοῦ κοινωνου. Ἀλλωστε, 6 μόνος τρόπος γιὰ νὰ μιλήσει ἕνα ἔργο τέχνης, μιὰ καλλιτεχνικὴ πνευματικὴ δημιουργία καὶ ν ἀποκαλύψει τὸν κόσμο ποὺ κλείνει, εἶναι τὸ πλησίασα ἀγάπης, 6 ἀπόλυτος σεβασμὸς τοῦ πόνου τοῦ δημιουργοῦ ἀπὸ τὸν τρίτο, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ θελήσει νὰ μάθει τὶ ἐκφράζει τὸ δημιούργημα ἢ τὶ θέλει νὰ ἐκφράσει. Κί αὐτὸ ἰσχύει τόσο γιὰ τὰ μεγάλα ἔργα, ὅσο καὶ γιὰ τὰ ταπεινά. Τόσο γιὰ τοὺς ἀναγνωρισμένους εἰδικοὺς, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους, τοὺς πολλοὺς. Τὸ ἀντίθετα σημαίνει ἱεροσυλία. Σημαίνει ἀσέβεια. Ο πόνος τοῦ δημιουργοῦ Ἱναι τὸ ἴδιο μεγάλος, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς πνευματικότητας τοῦ δημιουργήματος. Ὄσο κί ἂν προέχει τὸ ἀποτέλεσμα, ἄλλο τόσο προέχει καὶ ἡ πρόθεση. Ο ἀγῶνας τοῦ Τισιανοῦ, ὅπως σήμερα ἀποκαλύπτεται, γιὰ νἆναι τὸ ἀποτέλεσμα ἡ δικαίωση τῆς πρόθεσης, σημαδεύτηκε ἀπὸ μιὰ δραματικὴ ὲξέλιξη, ἀλλὰ καὶ πρωτοπόρα, ποὺ λίγο-πολὺ ἔκανε τὴ στάση :2": ᾚέἒῒἆᾦἒυ ΞΞἒἾἰἇᾌήἐΞΐἲΞΞῆἳ Ρώμης. Μιὰ στάση ποὺ τὴν ἔκανε ἀκόμα πιὸ ἀρνητική, ἡ δυσμενὴς ἀντιμετώπιση τῶν χρωματικῶν τρόπων τοῦ Τσιάνου ἀπὸ τὸν ἄλλο μεγάλο ζωγράφο τῆς Ἀναγεννήσης στὴν Ἰταλία, τὸν Μιχαὴλ Awe/10, μαρτυρία ποὺ ἄφησε στοὺς αἰῶνες 6 Βαζάρι (1512 1574), 6 ἐγκυρότερος Ἰταλὸς βιογράφος τῆς ἐποχῆς. 'H δραματικὴ ἐξέλιξη τῆς τέχνης τοῦ Τσιάνου ἀρχίζει ἀπὸ τὴν μαθητεία του δίπλα στὸν Τζεντίλε Μπελλίνι καὶ τὸν Τζιοβάννι Μπελλίνι. Πιὸ μπροστὰ εἶχε μαθητεύσει κοντὰ στὸν Σεμπαστιάνο Τσουκκάτο, ἀλλὰ τίποτε ἀπὸ τὸ ἔργο του δὲν δείχνει πὼς ἡ ἀρχικὴ αὐτὴ μαθητεία ὑπῆρξε καὶ σταθμὸς γιὰ τὴν τέχνη τοῦ Τισιανοῦ. Ἀντίθετα, 6 Τζιοβάννι Μπελλίνι (1430-1616), μὲ τὰ καθαρὰ περιγράμματα, τὰ θεληματικὰ πλούσια σχήματα καὶ τὴν φωτεινῇ γλυκύτητα τῶν τόνων, ποὺ εὶναι καὶ 6 Ἱδρυτὴς τῆς Βενετικῆς Σχολῆς καθὼς καὶ 6 ἀδελφὸς του Τζεντίλε Μπελλίνι (1429-1507) μὲ τὸ χρυσαφένιο χρῶμα, δμοιο μὲ τὸ βενετσιάνικο φῶς, ποὺ ντύνει τὶς λιτανεῖες καὶ τὰ μυθολογικὰ θέματά του, γίνονται οὶ δάσκαλοι-σταθμοὶ τοῦ μικροῦ τότε Τισιανοῦ. Ο Τζιοβάννι Μπελλίνι, ποὺ διδάσκει τότε στὴ Σχολὴ τῆς Βενετίας, μὲ πάθος, τὰ κέρδη τοῦ ζωγράφου ἀπὸ τοὺς πιὸ ζωηροὺς τόνους, κίτρινους κυρίως, τῶν ἀνταυγειῶν καὶ τῶν παιχνιδιῶν τοῦ φωτισμοῦ, περνάει τὸν Τισίαν ἀπὸ τὴν στατικότητα καὶ τὰ σκληρὰ περιγράμματα τοῦ Μαντένια (1431-1506) στὸν ποιητικὸ ίστρο τοῦ Τζιορτζιόνε (1478-1510). 0 ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ 'H συνάντηση τοῦ Τασιάνου μὲ τὸν Τζιορτζιόνε εἶναι 6 δεύτερος μεγάλος του σταθμὸς. Ο σταθμὸς ποὺ χάραξε τὴν μετέπειτα πορεία του,,μιὰ γιἀ πάντα. Ἀλλὰ 6 Τζιορτζιόνε ἂν καὶ ἦταν τὸ πρότυπο του Τισιανοῦ, δὲν ἔκανε περιττὴ τὴν ἔλευση τοῦ μαθητή του, ποὺ προχώρησε πέρα ἀπ αυτόν, ἀφοῦ ἀφομοίωσε τὶς φόρμες ποὺ διδάχτηκε καὶ δημιούργησε αὐτὴ τὴ γέννηση τῶν χρωμάτων μέσα ἀπὸ τὸ φῶς. Αὐτὴ ἡ γέννηση τῶν χρωμάτων μέσα ἀπὸ τὸ φῶς, εὶναι τὸ χαρακτηριστικὸ στοιχεῖο τοῦ Τισιανοῦ. Ἦτον ἡ ἐποχὴ τοῦ ζωηροῦ κίτρινου χρώματος, ποὺ οἱ δυνατότητὲς του εἴχαν κερδίσει τοὺς ταπητουργοὺς καὶ τοὺς ύαλουργοὺς τοῦ Βορρᾶ, ποὺ πλάι στό ya: λάζιο ἢ τὶς καπνισμένες ἀποχρώσεις του 14ου καὶ 16ου αίώνα, παρουσιάζουν μια ἐκλεκτὴ χρυσαφιὰ κλίμακα ποὺ λάμπει στὸ μαλλὶ ἢ στὰ Βιτὼ καὶ χαρακτηρίζει τὶς ζωγραφικὲς ἀναζητήσεις τοῦ Ἰθου αἰώνα. Εἶναι ἡ κλίμακα ποὺ θὰ ἐκφράσει περισσότεροἳἔντονα τὴν ἀγάπη τῶν δημφὅθἔἕᾧἕέᾝἕἰἔἷἕἕἕςἷἷἇἵἒἇἳἷγἱῒἆἳἑιᾂι τὸ νεαρὸ Τισιανό. Ἔτσι μόνο μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ τὸ ἄνοιγμα του σὲ πιὸ δύσκολες ἀναζητήσεις. Η ἀλληγορία τοῦ πρώτου καὶ ἡ προσπάθειά του ν ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸ στατικὸ περίγραμμα τῶν θεμάτων ἐπηρεάζουν τὸν ψυχικὸ κόσμο τοῦ δεύτερου, ποὺ ἀφήνεται ἀχαλίνωτος σὲ λυρικὰ ξεσπάσματα, ύἒερπηδώντας τὸ νατουραλισμὸ τοῦ Τζιορτ ιόνε. Μιλῶντας 6 Τζιόρτζιο Βαζάρι γιὰ αὐτὸ τὸ νατουραλισμὸ τοῦ Τζιορτζιόνε, ἀποκαλύπτει τὴν προσπάθεια τοῦ ζωγράφου νὰ πειραματιστεῖ μὲ τὴν μαγεία καὶ τὴν ἀκίνητη πνοὴ τῶν τοπίων. Σ αὐτὴ τὴ μαγεία, σάὐτὴ τὴν ἀκινησία πνοῆς ἲἔἕὶφἕξἇἲςἓἔἳῖἔἕθηἄῖἲἕᾜ βᾩἐἓἴέἑ μέσα στὴν ποίηση τῆς καθημερινότητας κι ἀγκάλιαζε μὲ πάθος τὴ ζωή, αὐτὸς πάλευε ἀνάμεσα στὴν ἀνθρώπινη ἀλήθεια καὶ an) φθορὰ τοῦ χρόνου, δημιουργώντας ἕνα ἔργο ἐντελῶς ἀποδεσμευμένο ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ του, μετέωρα ἀνάμεσα ἀπὸ τοὺς λυρισμοὺς τῆς ψυχῆς. Πολλὰ ἔχουν εἰπωθεῖ γιὰ τοὺς δυὸ μεγάλους αὐτοὺς ζωγράφους. Πολλὰ ποὺ στηρίζονται στὴ συνεργασία τους γιὰ τὴ τοιχογράφηση τῆς Ἀποθήκης τῶν Γερμανῶν, στὸ Ριάλτο τῆς Βενετίας τὸ 1508. Ὅμως καὶ τοὺς δυὸ τοὺς χαρακτηρίζων ἀλάθητα στοιχεῖα, ποὺ διαφοροποιοῦν τὴν τέχνη τους, στοιχεῖα ποὺ διαμορφὠθηκαν ἀνάμεσα στὸ 1508 καὶ 1510 καὶ ποὺ ξεκαθάρισαν μετὰ τὸ θάνατπ τοῦ Τζιορτζιόνε. Ἀναμφίβολα 6 ἕνας ζωγράφος ἐπηρέασε τὸν ἄλλο, ἀλλὰ 6 καθένας δημιούργησε τὸν δικό του δρόμο ποὺ φαίνεται καθαρὰ ὅταν 6 Τουλανὸς συμπλήρωσε τὴν Ἀφροδίτη, ποὺ βρίσκεται σήμερα στὴν Πινακοθήκη τῆς Δρέσδης. Τὸ πάθος τοῦ Τζιορτζιόνε γιὰ τὴ φύση καὶ 6 ἀγῶνας του γιὰ τὴν πνευματοποίηση τῆς μορφῆς, ἀφήνει νὰ ξεχωρίζει διάφανο τὸ παιχνίδι τῶν λυρικῶν χρωματισμῶν τοῦ Τισιανοῦ, σ ἕνα φόντο χωρὶς σταθερὲς γραμμές, διαθλώμενο ἀπὸ τὸ διάχυτο φῶς. «ΜΗ ΜΟΥ ΔΠΤΟΥ» Θᾶκον σωστότερο νὰ μιλήσουμε γιὰ τὰ Πάθη, πρὶν μιλήσουμε γιὰ τὴν Ἀνάσταση, ἂν 6 λόγος δὲν Ἱχε σχέση μὲ τὸ τραγούδι τοῦ χρωστῆρα ἑνὸς ζωγράφου. Τοῦτο γιατὶ 6 ψυχισμὸς τοῦ ζωγραφου ὅσο καὶ νὰ μένει ἀναλλοίωτος ἀπὸ τὸ πέρασμα τῶν χρόνων, δὲν ἐκφράζεται σήμερα μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἐκφράστηκε X,ΞἘ ἔκφραση τοῦ ζωγράφου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ στάδιο ποὺ διανύει ἡ ἀναζήτηση του, ἀπὸ τὴ σπονδή του πάνω σὲ φόρμες ποὺ διαφοροποιεῖ 6 ἴδιος, προσπαθῶντας νὰ φτάσει στὸ ἐπιθυμητὸ σημειο ποὺ ὁραματίζεται, ἢ στὸ σημεῖο που ἀντανακλᾶ μὲ περισσότερη ἀλήθεια τὸ τὶ αἰσθάνεται καὶ τὸ τὶ θέλει νὰ πεῖ. ἱεῖσι Δάτον ἀστοχο νὰ μιλήσει κανεὶς για ἕνα ἔργο, παραβλέποντας τὸν χρόνο που δημιουργήθηκε αὐτὸ τὸ ἔργο. Μπορεῖ ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς δημιουργίας 6 ρόλος ἰθύ χρόνου νὰ ἕκμηδενισθεῖ, νὰ μένει ανεγγιχτο δηλαδὴ τὸ δημιούργημα ἀπὸ τὴν φθορά, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἐκμηδενιστει, ὅσα χρόνια καὶ νὰ περάσουν, ἡ δεδομένη στιγμὴ ποὺ τὸ δημιούργημα πέρασε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὸ ὑπαρκτό, ἀπὸ τὴν φυχὴ δηλαδή, στὸ μουσαμᾶ ἢ στὸ τοῖχο. Ὅλες αὐτὲς οἱ στιγμές, ἡ μιὰ δίπλα στὴν ἄλλη, ἀποτελοῦν τὸν δρόμο που δείχνει τὴ διαμόρφωση τοῦ ὅλου ιἔργου καὶ εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένες με τὴν προσωπικότητα τοῦ καλλιτέχνη., Ἔτσι δὲν ἀποτελεῖ ἀνακολουθία ἂν πρῶτα γευτοῦμε μὲ τὰ λεπτὰ αἰσθητήρια - τῆς ψυχῆς μας, τὸ «MH ΜΟΥ ΑΠΤΟΥ» τοῦ Τσιάνου κι ἀργότερα τὸν «ΕΝΤΑ- ΦΙΑΣΜΟ». Καὶ πάλι 6 λόγος θὰ κυμανθεῖ γιὰ, λίγο ἀνάμεσα στοὺς δυὸ μεγάλους ζωγράφους τῆς Βενετίας τοῦ 16ου αὶώνα, τὸν Τζιορτζιόνε καὶ τὸν Τισιανό, Τοῦτο γιατὶ αυτὸς 6 Πίνακας, ποὺ σήμερα βρίσκεται στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη τοῦ Λονδινου, ξεσήκωσε διαμάχες γύρω ἀπὸ τὸν δημιουργό του. Δικαιολογημένα ισως, γιατὶ συνδέεται τονικὰ μὲ τὴν Ἀγροτικὴ Συμφωνία τοῦ Τζιορτζιόνε, ποὺ μισοτελειωμένη, ἀπὸ τὸν ξαφνικὸ του θανατο, συμπληρώθηκε ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ Τισιανοῦ. Τόμος καὶ ἡ προσπάθεια του Τσιάνου νὰ δέσει ἄρρηκτα τὶς μορφες μὲ τὴ φύση, τὴ ψυχὴ μὲ τὴν πνοή, ἔκανε τοὺς παλιότερους μελετητὲς να συμπἐ ράνουν ὅτι εἶναι ἔργο τοῦ δασκάλου του. Ο ι δμως. εὐπορεῖ 6 πίνακας νὰ χαρακτηρίζεται γιὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ ἀπηχοῦν τὴν τέχνη τοῦ Τζιορτζιόνε, ἀλλὰ πέρα ἀπ αυτα ὑπάρχει ἐκείνη ἡ χρωματικὴ ἀναγέννηση τοῦ βάθους, τὸ παιχνίδισμα τοῦ γαλάζιου μὲ τοῦ κίτ ινου στὰ σύννεφα, παιχνίδισμα ποὺ ἀποκ ύπτει ἕνα οὐρανὸ ὅλο ποίηση. Η νοητὴ γραμμὴ ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὰ ἀχνὰ as: ριγράμματα=γνώρισμα τῆς τέχνης του Τισιανοῦ-βυθίζεται σ ἕνα ἁπαλὸ καὶ διάφανο γαλάζιο, ἕνα γαλάζιο ποὺ ἀποκαλύπτει μιὰ ὑπέροχη ἠρεμία τοῦ πνεύματος, μιὰ ἀνάταση γαλήνης καὶ διαλαλεῖ τὸ ἐλπιδοφόρο μήνυμα τῆς Ἀνάστας. σηὁ μεγάλος Δάσκαλος εἶναι Πνεῦμα. Η γῆ ἔχει κρατήσει στὴν ἀγκαλιά της τὸ πάναγνο σῶμα Του. Αὐτὸ τὸ πνεῦμα ὑψώνεται ἀπὸ τὴν γλυκειὰ ἔκφραση τοῦ εἶπε τἳῒἆἱὴωπωἒἒἔἔἔἆἑᾝσἇἰῒ σταματήσει σ αὐτὴ τὴν πνευματικὴ ἀνάταση τοῦ θεάνθρωπον, ἀλλὰ καὶ στὸ βλέμμα τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς- Τὰ μαλλιά της ξεφεύγουν γαλήνια ἀπὸ τὸ κεφάλι πρὸς τοὺς ὤμους, ὅπου ἀχνὰ ἑνώνονται μὲ τὸ φόρεμα ποὺ δοσμένομὲ 239
γλυκειὲς κόκκινες ἀποχρώσεις, πάεινὰ ξεφύγει παρασέρνοντας μαζίτου τὸ σῶμα, στὴ γῆ καὶ ἀποδεσμεύοντας τὸν πνευματικό της κόσμο ἀπὸ κάθε γήϊνο. Κι ἐκεῖ ποὺ πλησιάζουν οἱ πτυχὲς τοῦφορέματος στὸ χῶμα, φωτισμένες μὲ τὸ γνώριμο χρυσάφι φῶς τοῦ Τισιανοῦ, δείχνουντὴ γῆ νά πασχίζει νὰ κρατήσει ὅ,τι τῆς ἀνήκει. Σ ἀντίθεση τὸ σῶμα τοῦ θεανθρώπου τείνει ν ἀπελευθερωθεῖ ἀπὸ τὴ φύση ποὺ τὸ περιβάλλει. Αὐτὴ ἡ ἀπελευθέρωση προβάλλεται ἔντονα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ ζωγράφου, τόσο ἔντονα ποὺ ἀγγίζει τὰ δρια τοῦ μεταφυσικοῦ κί ἀποτελεῖ τὴν κραυγαλέα ἀντίθεση τῶν δυὸ κόσμων ποὺ συνταιριάζει. Τοῦ κόσμου τοῦ Θείου Πνεύματος καὶ τῆς Φύσης. Μιὰ ἀντίθεση τονισμένη καὶ ἀπὸ ἕνα ἄλλο, τὸ ὢιο σημαντικό, στοιχετο, Αὐτὸ τὸ στοιχεῖα εἶναι τὸ δέντρο, ποὺ χωρίζει σὲ δυὸ μέρη τὸν πίνακα. Ξεκινάει ἀκριβῶς πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τῆς Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς καὶ ὑψώνεται διαγράφοντας μιὰ καμπύλη πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ Χριστοῦ, στὴν ἀπέναντι γωνία. Ἐδῶ τὰ χρώματα μιλοῦν εὔγλωττα καὶ ἀποκαλύπτουν τὸ μεγαλεῖα τοῦ Τισιανοῦ. Τὸ φῶς δὲν ἀκινητοποιεῖται ἀπὸ τὰ φυλ-. λώματα τῶν δένδρων. Ξεφεύγει, ἔστω ἀμυδρά, καὶ λούζει μὲ χρυσοπράσινες καὶ πορτοκαλιὲς ἀνταύγειες τὸ σκοῦρο τῶν φύλλων, λιγοστεύοντας τὴν ἀντίθεση ποὺ προετοιμάζει τὸ φόντο τοῦ οὐρανοῦ. Διαθλᾶται τὸ φῶς ἀνάμεσα ἀπὸ τὶς μαῖὲς ἀποχρώσεις τοῦ βάθους καὶ γλυκά σκορπάει τὴ δική του λαμπερότητα, ποὺ προχωράει σὲ ἐπίπεδα πλάνα πάνω ἀπὸ τὸν ὁρίζοντα τῆς θάλασσας, ἔντονα θαλασσιἀς, μέχρι τὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ πίνακα καὶ κάτω ἀπὸ τὴν γαλήνια ἀνάταση τοῦ Πνεύματος, ποὺ παρ ὅλα αὐτά μένει ἀνέγγιχτο, ἀπὸ τὸ τόσο γήινο χρῶμα, σὰν νὰ ἐπαναλαμβάνει τὸ «ΜΗ ΜΟΥ AHTOY». ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΝΙΚΗ 'H δεκαετία 1510-1520 εἶναι ἕνα σημαντικὸ κομμάτι τῆς ζωῆς τοῦ Τισιανοῦ, ποὺ δουλεύοντας πιὰ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ Τζιορτζιόνε, ἀνοίγει πέρα γιὰ πέρα ἕνα δικό του δρόμο. Προάγγελος τῆς νέας του δημιουργίας εἶναι ἡ σύνδεση τριῶν ἐπάλληλων ἐπιπέδων μὲ τὴν βοήθεια ἄγνωστων μέχρι τότε φωτιστικῶν τρόπων. Ἔτσι μὲ μιὰ καταπληκτικὴ ἄνεση κάνει τὴν ἐμφάνισή της μιὰ σειρὰ ἐκφραστικῶν δυνατοτήτων, ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ζωηρὴ παρουσία τοῦ βάθους, ποὺ πιὰ πρωτοστατεῖ καὶ δημιουργεῖ μιὰ ἀπαραίτητη ἑνότητα. Προάγγελος τῆς νέας αὐτῆς δημιουργίας τοῦ Τσιάνου εἶναι ἡ «Ἀνάληφη τῆς Θεοτόκου», ποὺ δουλεύει ἀπὸ τὸ 1516 ὡς τὸ 1518, στὴν ἐκκλησία τῶν Φραγκισκανῶν κί ἀποκορύφωμα τὸ πολύπτυχο ποὺ ζωγράφισε στὴν ἐκκλησία τῶν ᾫΑγίων Ναζαρίου καὶ Κέλσου τῆς Μπρέσσια, μέ κυριαρχοῦσα,στὸ κεντρικὸ τμῆμα, τὴν παράσταση τῆς «Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ, ἕνα ἔργο κορυφὴ γιὰ τὴν Ζωγραφική. H Ἀνάσταση τοῦ θεάνθρωπου εἶναι τὸ μεγάλο μήνυμα τῆς ἀνθρώπινης σωτηρίας, ἡ γλυκειὰ παρηγοριὰ τοῦ μεγάλου ταξειδιοῦ, ποὺ πάντα γέμιζε μὲ φόβο τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Η ἔλευσή ου στὴν γῆ προετοίμασε τὴν μεγάλη Του Νίκη καὶ τὸ ἀνέβασμα τοῦ ἀνθρώπινου γένους πάνω ἀπὸ τὶς σφαῖρες τοῦ πόνου καὶ τὴν πίκρα τοῦ προσωρινοῦ. Κί αὐτὴ ἡ Νίκη, ποὺ ἦρθε σὰν ἕνα ὑπέ- 240 ροχο ἐκτυφλωτικὸ φῶς γιὰ νὰ σκορπίσει τὴν θανατογόνα πνευματικὴ νύχτα, τὸ πυκνὸ σκοτάδι τῆς ἄγνοιας καὶ τοῦ μίσους, συγκλόνισε τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶδε στὰ ἔκπληκτα μάτια του ν ἁπλώνεται μιὰ διέξοδος, μιὰ ἀχτίδα ἐλπίδας, ἕνα τραγούδι λυτρωμοῦ. Τοῦτες τὶς συγκλονιστικὲς ἀντιθέσεις τῆς νύκτας, τῆς βουβῆς καὶ ἀποπνιχτικῆς νύχτας καὶ τοῦ λυτρωτικοῦ φωτεινοῦ μηνύματος τῆς σωτηρίας, τοῦ ἀδιέξοδου καὶ τοῦ πνευματικοῦ δρόμου, πάλεψε καὶ πέτυχε νὰ δώσει μὲ τὸν χρωστῆρα του ὁ Τιτσιάνο Βετσέλλιο, ὅταν σπάζοντας τὴν ἀλληλουχία τῶν μορφῶν στὸ πολύπτυχο τῆς ἐκκλησίας τῆς Μπρέσσια, τῶν Ἁγίων Ναζαρίου καὶ Κέλσου, ἄφησε ἐλεύθερη τὴν πνευματικότητά του καὶ δημιούργησε τρία ἀλληλοεξαρτώμενα πλάνα, τρεῖς ὁλοκληρωμένεςἔννοιες. Πρῶτα τὸ σκοτάδι, τὴ νύχτα, φυσικὴ καὶ πνευματικὴ μὲ τὰ ἀδιόρατα σχεδὸν περιγράμματα τῶν ἔκπληκτων φρουρῶν τοῦ τάφου. Μέσα σ αὐτὸ τὸ σκοτεινὸ πλάνο κυριαρχεῖ ἡ μορφὴ τοῦ ὄρθιου σκοποῦ, ποὺ ἡ ραματικὴ ἀκινητοποιήσή του στὸ ἀντίκρυσμα τῆς λύτρωσης, ἐντατικοποιεῖται ἀπὸ τὸ ἀριστερὸ χέρι ποὺ τείνει σχεδὸν ἔνστικτωδῶς, ὁ δεύτερος-πεσμένος στὸ ἔδαφος-φρουρὸς καὶ ποὺ θυμίζει περισ- ἶόἒερο, τρομαγμένη κίνηση γιὰ προφύα η. Τὸ δεύτερο ἐπίπεδο ἔρχεται ὁρμητικὸ ἀπὸ τὸ βάθος τοῦ πίνακα, νὰ διαλύσει μὲ τὴ φωτεινότητά του τὸ σκοτάδι καὶ νὰ χωρίσει τὸ πνεῦμα ἀπὸ τὴν θλη. Εἶναι ἡ ἀνατολὴ τῆς ἐπερχόμενης ἐλπίδας γιὰ τὸ ξημέρωμα τῆς ζωῆς ποὺ δὲν ἔχει τέλος. Εἶναι οῖ ἐπάλληλες φωτεινὲς κατακτήσεις τοῦ Τσιάνου ποὺ πηγάζουν ἀπὸ κάποιο ὁρισμένο σημεῖο τοῦ ὁρίζοντα καὶ λούζουν μὲ μοναδικοὺς καὶ ἄφθαστους λυρικοὺς χρωματισμοὺς τὴν ὁρατὴ ἐλπίδα. Πάνω σ αὐτὸ τὸ χείμαρρο τῶν χρωμάτων μὲ τὶς τὸσο ἀντιθετικὲς τονικὲς φωτοσκιάσεις ἀκουμπάει, ἢ μᾶλλον τοποθετεῖται μετέωρα, ἕνα μελανόχρωμο σύννεφο, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὴν ἀρχὴ καὶ τοῦ τρίτου ἐπιπέδου. Τὸ δέσιμό του γίνεται στὸ βάθος τοῦ πίνακα μἐ τρόπο παράξενο, ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὰ λογικὰ μέτρα καὶ δίνει σταθερὰ τήν συγκλονιστικὴ παρουσία τοῦ ὑπέρλογου, τοῦ ὺπερπνευματικοῦ. 'H ματιὰ καρφώνεται εὔκολα σ αὐτό τὸ ἀχνὸ μολυβὶ σύννεφο καὶ ἀποξεχνάει τὰ δυὸ ἐπάλληλα ἐπίπεδα τοῦ κάτω μέρους τοῦ πίνακα. Κί ὅσο ἐπίμονα καρφώνεται πάνω του, μελετῶντας τὸ περίγραμμα τοῦ δεξιοῦ πέλματος τοῦ Ἀναστηθέντα Δάσκαλου, τόσο αὐτὸ τὸ σύννεφο γίνεται σταθερὸ καὶ παίρνει θέση βατῆρσ, ποὺ πάνω του πέφτει ὅλο τὸ βάρος τοῦ «Αγιου Σώματος. Πατῶντας σταθερά, λοιπόν, ὁ Χριστός, δὲν μοιάζει νὰ ἀνέρχεται στοὺς οὐρανοὺς γαλήνια, ἀλλὰ νὰ ἕκτινάσσεται. Ἀνάμεσα στὸ ἄνοιγμα τῶν ποδιῶν Του, ἀκριβῶς στὸ ὕψος τῶν γονάτων, μιὰ σκουρόχρωμη μολυβιὰ πινελιὰ ξεφτίζει σ ἕνα κυκλικὸ περίγραμμα ἀπὸ μιὰ διαθλάσῃ τοῦ κίτρινου, ποὺ στὴν προσπάθειά του νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὴ σταθερὴ φόρμα, τὴ μετατρέπει σὲ ἥλιο κρυμμένο πίσω ἀπὸ τὰ σύννεφα, ἥλιο ποὺ πασχίζει νὰ διαπεράσει τὰ πέπλα ποὺ τὸν τυλίγουν. Τούτη ἡ προσπάθεια γίνεται πιότερο ξεκάθαρη στὸ ὕφος τῶν μηρῶν, ὅπου τὸ φωτεινὸ χρῶμα νικάει τὶς σκουρόχρωμες ἐπιφάνειες καὶ θυμίζει τὶς ἀντανακλάσεις τοῦ ἦλιου καὶ τὶς ἀνταύγειες τοῦ φωτός, σ ἕνα ματώ μένο ἡλιοβασίλεμα τῆς Μεσογείου. 'O Χριστὸς ἐκτινάσσεται μὲ αὐτόβουλη προσπάθεια-τὸ δείχνει αὐτὸ ἔντονα ὁ σχηματισμὸς τῶν μυῶν-ἀπὸ τὴ γῆ, τὸν κόσμο τῆς ῦλης, στὸν οὐρανό, τὸν κόσμο τοῦ πνεύματος. Ο πίνακας ἀποτελεῖ ἔργο ἶἒἕεἵἒᾁἷῢέΰηᾟἕἒ. ικεύθὺ συἰαί π καὶ α τοῦ Λαοκόοντα, ποὺ βρέθηκε τιὸ Εἳθἱὸ, ὅπως στάθηκε ὁδηγὸς καὶ δημιουργικὴ ἀποκάaward τὸν ἄλλο μεγάλο ζωγράφο τῆς [ταλιας ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τὸν Μιχαὴλ Ἄγγελο Μπουοναρρότι (1475 1564), στέκεται ὁδηγὸς-σὲ ἄλλες διαστάσεις δμως-καὶ γιὰ τὸν Τισιανό, ποὺ ἀφομοιωνει τὴν κινητικὴ καὶ ὑψώνει ἕνα Χριστὸ ὄχι μὲ Θεϊκὰ γνωρίσματα, ἀλλὰ μὲ Ὑπεράνθρωπα, αὺτἀ δηλαδὴ ποὺ μένουν πιὸ ἁπτὰ στὸ ψυχισμό τοῦ ζωγράφου-ποιηητη. Τὸ προτεταμένο στῆθος ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὸ φτερούγισμα τῶν χεριῶν,σ ἕνα τέλειο σχηματικὸ ἄνοιγμα ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ μιὰ ἔντονη προσπάθεια γιὰ πεταγμα. Τούτη ἡ Ἀνάσταση εἶναι μιὰ τέλεια ἀπεικόνιση τῆς Νίκης τῆς Αἰώνιας Ζωῆς καὶ τοῦ Θεϊκοῦ Φωτὸς ἐπὶ τοῦ πρόσκαιρου καὶ τοῦ συμβατικοῦ ὑλικοῦ κόσμου. > Τοὺς ἀντιθετικοὺς συνδυασμοὺς τῶν χρωμάτων τὶς διακρίνει ἡ συνεχόμενη κίνηση κάθε πτυχῆς, γεγονὸς ποὺ ἀποδὶδει περισσότερο ἔντονα τὸν πτητικὸ στοχασμὸ τοῦ ζωγράφου, ποὺ δονεῖται ἀπὸ τὰ συγκινησιακὰ στοιχεῖα τοῦ θαύματος κι ἀπὸ τὸ δέος τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν εἶναι, παρἀ μιὰ ταπείνωση τοῦ ((εἰναι))του, μπροστἀ στὸ αἰώνιο Ἄνθος, ἡ προσπάθεια γιὰ τὴν παρουσίαση τῆς πιὸ συγκλονιστικῆς στιγμῆς τοῦ ἀνθρώπου, προσπάθεια ποὺ ἀποκαλύπτεται κί ἀπὸ τὸ ἀνέμισμα τοῦ χιτώνα καὶ τῆς σημαίας, τοῦ χιτῶνα ποὺ τείνει νὰ μείνει στὸ ἔδαφος, ἀφήνοντας, πέρα γιὰ πέρα, ἄϋλη τούτη τὴ στιγμή, καὶ τῆς σημαίας ποὺ ὑψώνεται ἀναριγώμενη πρὸς τὴν αἰώνια Δόξα. Μένει τελευταῖο τὸ βλέμμα τοῦ Χριστοῦ. Τελευταῖο γιατὶ ἀποτελεῖ τὸ ὑπέροχο κάλεσμα γιὰ τὴν συνέχιση τοῦ δρόμου ποὺ Ἐκεῖνος χάραξε. "Eva βλέμμα ὑπέρκοσμο, ποὺ χύνεται ἁπαλὸ στὸν γήινο κόσμο τυλίγοντσς τον μὲ μιὰ ἀνείπωτη ζεστασιά. Δὲν ἔχει τίποτα τὸ παθητικὰ μέσα του. Τίποτα τὸ φυσικό, τὸ κοσμικὸ. "O1a μὲ τὴ σφραγίδα τοῦ ὑπὲρ τὴν πίστη τοῦ αθριο. Ἄλλωστε αὐτὸ τὸ αθριο μένει ἡ μόνη ἰδιοκτησία τοῦ ζωγράφου στὸν ἀτελείωτο χορὸ τῶν αἰώνων ποὺ τὸν περιμένει. Η Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ τῆς Μπρέσσια εἶναι τὸ κορύφωμα μιᾶς δραματικῆς ἔντασης νὰ ξεφύγει Τουλανὸς ἀπὸ τὶς φόρμες ποὺ μέχρι τότε ἐπικρατοῦσαν καὶ ὑπερπηδώντας τὴν ἔλλειψη τῆς προοπτικῆς ἑνότητας, νὰ δώσει μορφὲς λυγισμένες κάτω ἀπὸ.τὸν ἠθικὸ πλοῦτο καὶ τυλιγμένες σὲ ὑπέροχα φυσικὰ ξεσπάσματα καὶ σὲ ζεστό Μεσογειακὸ φῶς. Κί ὅλα αὐτά δημιουργοῦν ἕναν πλαστικὸ χῶρο πρωτοφανέρωτο, μὲ προεκτάσεις μυστικισμοῦ. Συνέχεια στὴν σελίδα 244 Ο ((ΑΚΑΝΘΙΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ» (λεπτομέρεια). Πίνακας ποὺ φυλάσσεται στὴν παλαιὰ Πινακοθήκη, στὸ Μόναχο τῆς Δυτ. Γερμανίας (σελ. 241). H ((ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ» ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀντιπροσωπευτικοὺς πίνακες τοῦ Τσιάνου ποὺ σώζεται στὸ Μουσετο τοῦ Λούβρου στὸ Παρίσι (σελίδες 242, 243).
»ἭῬἘΞΞἘΠ.-«Ἰγ 241
Συνέχεια ἀπὸ τὴν σελίδα 240 ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΣ - Η ΣΥΝΤΔΝΤΗΣΗ ΤΩΝ, ΜΕΓΑΛΩΝ Τὸ πολύπτυχο τῆς Μπρέσσια ἀκολουθεῖται ἀπὸ ἕνα νέο ξέσπασμα λυρισμοῦ. Τὸ 1625-κατὰ τὸν Γκοντσάγκα-ὁ Τουλανὸς εἰσβάλλει κυριολεκτικὰ στὸ χῶρο τοῦ Ραφαήλ γιὰ νὰ γίνει ἡ συνάντηση τῶν τριῶν μεγάλων, Τισιανοῦ,,Ραφαήλ καὶ Μιχαὴλ,Αγγελού Μιὰ συνάντηση ποὺ γίνεται μὲ τὴ δημιουργία τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σήμερα βρίσκεται στὸ Μουσεῖο τοῦ Λούβρου, στὸ Παρίσι. Τὸ 1507, 18 χρόνια δηλαδὴ πιὸ μπροστὰ, ὁ Ραφαήλ ἔχει δώσει τὴ δική του Ταφὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ σήμερα φιλοξενεῖται στὴν Πινακοθήκη τοῦ Μποργκέζε τῆς Ρώμης, ἐνῶ ἄλλοτε τὴ θαύμαζαν τὰ πλήθη τῶν πιστῶν στὸν Ἄγιο Φραγκίσκο τῆς Περούτζια. Λίγα χρόνια νωρίτερα, ἀνάμεσα στὸ 1498 1499, ὁ Μιχαὴλ Ἄγγελος ἔχει δώσει ἕνα ἀριστού- ΞἴᾇἳίῖξςἳἶἳἕθγᾚἶἇἴἬέἷἕἕυἷἲἶἒαβἳσᾜἔῒὀ τῆς Ρώμης. Ο Ραφαὴλ, λοιπὸν, ποὺ ἀντιμετωπίζει τὴν Ἱστορίᾳ σὰν τὴν ἀπαρασάλευτη τάζῃ τοῦ Σύμπαντος καὶ παλεύει νὰ δώσει στὰ πρόσωπα τὴν ἰδιαίτερη ψυχικὴ τους ύ- πόσταση, διασταυρώνει ἕνα σύνολο κινήσεων μὲ μιὰ κρυστάλλωση τῶν χρωμάτων, ποὺ τυλίγονται σὲ μιὰ ἀκίνητη λάμψη, τὸ ἴδιο ἀκίνητη ποὺ δίνει ὁ ἥλιος στὰ πρόσωπα τῆς Πιέτὰ τοῦ Μιχαὴλ Ἄγγελου καὶ δίνει τὴν ἀξεπέραστη σὲ γλυκύτητα ἀλλὰ καὶ πόνο Ταφὴ τοῦ Χριστοῦ. Η πλαστικὴ δύναμη τοῦ ἔργου, παρὰ τὸ πλησίασα μιᾶς μορφῆς του (τῆς ἅγιας γυναίκας ποὺ γονατιστὴ δεξιὰ προσπαθεῖ νὰ στηρίξει τὴν Παναγία) μὲ τὴν Ἁγία οἰκογένεια τοῦ Μιχαὴλ Ἀγγελου, ζωγραφισμένη τὸ 1504, ποὺ βρίσκεται στὴν Πινακοθήκη ούφφίτσι τῆς Φλωρεντίας καὶ εἶναι γνωστὴ καὶ ὡς Τόντο Ντόνι-σημετο ποὺ συναντιῶνται οἱ δυὸ μεγάλοι μύστες τῆς Τέχνης-μὲ τὸ ἀνάγλυφο ἀγγιγμα τῆς Πιετά, ἀποτελεῖ ἔργο, ἐκτὸς ἀπὸ προσωπικό, πρωτοπόρο, ποὺ συγκλονίζει τὸν Τισιανό, ἕναν Τισίαν περισσότερο ἀνθρώπινο ἐδῶ. Η ψυχή του κυριευμένη ἀπὸ τὸ Θετὸ Δράμα, ματωμένη ἀπὸ τὸν ἦχο τῶν καρφιῶν ποὺ βυθίστηκαν στὸ Ἄχραντο Σῶμα τοῦ θεάνθρωπου, ἀλλὰ καὶ σκλαβωμένη ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο δράμα, ποὺ ἐκτυλίσσεται στὴν ἐποχή του, ὅπως καὶ σὲ κάθε ἐποχή, ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὸ χρόνο καὶ κοινωνεῖ μὲ τὸ ἀχρονο, ὁδηγίίγντας μὲ καταπληκτικὸ τρόπο τοὺς χρωστῆρες, ποὺ χάνοντας τὴν ἐπαφὴ μὲ κάθε στατικό, δένουν ἕνα σύνολο καταρρακωμένων ἀπὸ τὸν πόνο προσώπων, μὲ τὴν ἀβάστακτη πίκρα τοῦ ὑποβλητικοῦ βάθους τοῦ οὐρανοῦ. Δὲν ὑπάρχουν στὴ Ταφὴ τοῦ Χριστοῦ τοῦ Τσιάνου τὰ ροδόχρωμα χέρια καὶ οἱ γλυκιὲς ξανθὲς πλεξοῦδες τῶν προσώπων τοῦ Ραφαὴλ, ὅτε ξεκάθαρα περιγράμματα καὶ ἀνάγλυφες ἀκινητοποιήσεις κινήσεων. Δὲν ὑπάρχουν ἀκόμα τὰ ζωηρὰ χρώματα τῶν ρούχων καὶ τὰ πρότυπα τῆς γυναικείας καὶ ἀντρικῆς ὀμορφιᾶς. Ο Τουλανὸς ἀνεβάζει σὲ πιὸ ψηλὰ ἐπίπεδα τὸν πόνο καὶ 244 τὴν ἀνθρώπινη φτώχεια, τὸ φῶς τὸ ἐκμαιεύει ἀπὸ τὰ πρόσωπα καὶ τὸ κινεῖ μὲ ἀβέβαιο βῆμα πρὸς τὰ ἔξω. Τὸ σύμπλεγμα τῆς πιὸ πικρῆς στιγμῆς τοῦ ἀνθρώπινου γένους κινεῖται ἀπὸ κάτω πρὸς τὰ πάνω, ὄχι ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς τὰ δεξιὰ ὅπως τοῦ Ραφαήλ, καὶ μὲ μιὰ δραματικὴέναλλαγὴ ἐκφραστικῶν τόνων τὰ πρόσωπα συγκλίνουν πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. 'H δύση τοῦ ἥλιου διαθλᾶ τὰ συναισθήματα καὶ ὑποβάλλει μ ἕνα ἀβάσταχτο κλάμμα-μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς-τόσο τὰ σύννεφα τοῦ ὁρίζοντα, ὅσο καὶ τὰ φυλλώματα τῶν δέντρων, ποὺ καλύπτουν τὸ δεύτερο ἐπίπεδο τοῦ πίνακα καταργῶντας τοὺς νόμους τοῦ φόντου. Η ἀλχημεία τῶν χρωμάτων ξεπηδάει ἀτίθαση καὶ κυριεύει τὶς μορφὲς ποὺ μ ἔντονα χαραγμένη τὴν ἀπόγνωση στὰ πρόσωπά τους ἀφήνουν νὰ διαφαίνεται καθαρὰ ἡ ἀλήθεια τῆς πικρῆς στιγμης. Τὸ πρόσωπο τοῦ θεανθρώπου κυριαρχεῖ, παρ ὅλο ποὺ δίνεται μὲ μιὰ καθαρὴ τάση γιὰ ἀφαίρεση καὶ βυθίζεται ἐκεῖ ὅπου ὁ φωτισμὸς πνίγεται ἀπὸ ἀντιθετικὲς φωτοσκιάσεις, περισσότερο ἀπὸ τ ἄλλα πρόσωπα, θυμίζοντας τὸ πόσο πικρὸ εἶναι τὸ ποτήρι τῆς θεληματικῆς θυσίας. Ἀκόμα καὶ ἡ διάλυση τοῦ χρώματος ἀπὸ τὸ φῶς, ποὺ παρουσιάζεται ἐδῶ λιγότερο ἔντονο ἀπὸ τὰ προηγούμενα ἔργα του, προετοιμάζει τὸ ἔδαφος γιὰ μιὰ ἀκόμα βαθύτερη πνευματικότητα, ποὺ θὰ δοθεῖ ἀργότερα στὶς δυὸ παραλλαγὲς τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ τοῦ Πράντο, μὲ συγκλονιστικὲς δονήσεις ἀπελπισίας ποὺ θὰ δημιουργήσουν γιὰ τὴν μετέπειτα ζωγραφικὴ τὶς προϋποθέσεις τοῦ τραγικοῦ ποιητικοῦ χώρου, μακρυὰ ἀπὸ τὸν λυρισμό, ἀνάμεσα σὲ ἀχνὲς πινελιὲς, πραγματικὰ ἀνατομικὰ νυστέρια τῶν ψυχικῶν καταστάσεων. ΠΟΡΕΙΑ ΔΝΔΜΕΣΔ ΣΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ '0 Τιτσιάνο Βέτσέλλιο μὲ φορτωμένους τοὺς ὤμους ἀπὸ ἐμπειρίες μιᾶς ζωῆς μισοῦ περίπου αἰῶνα, μεστὸς πιὰ σὲ γνώσεις καὶ κοινωνὸς ὅλων τῶν σύγχρονων τεχνοτροπιῶν, δοκιμασμένος προσωπογράφος τῶν ἡγεμόνων τῆς ἐποχῆς του, βαδίζει τὸν δρόμο ποὺ ἔχει χαράξει μὲ μιὰ βαθειὰ ἐπίγνωση τῆς τέχνης του, ἀλλὰ καὶ τῆς εὐθύνης του ἀπέναντι στὸν πνευματικὸ χῶρο τῶν παραστάσεων ποὺ δημιουργεῖ. Μὲ τὸν Ἀκάνθινο Στέφανο τοῦ Λούβρου εἰσβάλλει στὸ χῶρο τοῦ τραγικοῦ, χῶρο ποὺ κατακτᾶ τὸ 1559 μὲ τὴν Ταφὴ τοῦ Χριστοῦ τοῦ Πράντο, τὸ 1669 πάλι μὲ μιὰ παραλλαγὴ τῆς Ταφῆς καὶ τὸ 1570 μὲ ἄλλη παραλλαγὴ τοῦ Ἀκάνθινου Στέφανου, ποὺ φιλοξενεῖται πιὰ σήμερα στὴν Παλαιὰ Πινακοθήκη τοῦ Μόναχου. Τὰ τρία πρῶτα του ἔργα προετοιμάζουν μὲ τὴν σταδιακὴ ἀφαίρεση κάθε περιττοῦ καὶ τὴν πλήρη ἐξαφάνιση καὶ τοῦ παραμικροῦ στολιδιοῦ, ἐνῶ παράλληλα ἀ- ποκαλύπτουν μιὰ νέα κατάσταση δημιουργίας ποὺ ἐγκυμονεῖ τὸ πνεῦμα του, πλαισιωμένη μὲ τὴν ἀγωνία τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Τώρα πιὰ οἱ μορφὲς ἐζαϋλώνονται, γίνονται ἕνα μὲ τὴν φύση, ποὺ δὲν ἐκφράζει δμὼς τὸ ζωντανὸ περιβάλλον, ἀλλὰ τὸ σύμπλεγμα τῆς δονούμενης ψυχῆς καὶ τοῦ ύπέρλογου πνεύματος. Μὲ καθαρὰ μανιεριστικὴ ἔμπνευση σκλαβώνει τὸ θέμα τοῦ τέταρτου ἔργου (Ἀκάνθινος Στέφανος), τόσο, ποὺ τὸ σχῆμα τῆς πρώτης παραλλαγῆς οἱοῦ Λούβρου-χάνει τὴν ὀντότητά του, μιὰ ὀντότητα ποὺ τὴν διαδέχονται δυνατὲς ἀνακρούσεις φωτός, πύρινα συμπλέγματα μὲ ἀπελπιστικὲς εἰσβολὲς λάμφης, καὶ μ ὅλα αὐτὰ δουλεύει ἕνα πλέγμα συναρπαστικῆς ἀφήγησης. Ο Ἀκάνθινος Στέφανος τοῦ Μόναχου εἷναι ἔργο ποὺ κλείνει μέσα του ἕνα μεστὸ κόσμο ὀγδόντα ὁλοκλήρων χρόνων, ἕνα κόσμο ποὺ δὲν ἔπαψε νἆναι τραχὺς ὅπως τὰ μονοπάτια τῶν πνευματικῶν κατακτήσεων, ἀλλὰ ποὺ παρουσιάζει ὅλο ζωντάνια καὶ πάθος γιὰ περισσότερη αὐτανάλυση καὶ μέθεξη. Τὸ τραγικὸ στοιχεῖο τοῦ Ἀκάνθινου Στέφανου τῆς Παλαιᾶς Πινακοθήκης τοῦ Μόναχου, ἔχει τὴ δύναμη ν ἀποσβολώσει ἀκόμα καὶ τὸν πιὸ μακρινὰ πιστὸ τῆς Τέχνης. Ἐδῶ δὲν ὑπάρχουν λυρικὰ παιχνιδίσματα φωτοσκιάσεων. Η μίξη τῶν χρωμάτων δημιουργεῖ μιὰ σκληρὴ ἀφαίρεση στὸ συναίσθημα, ποὺ μένει μετέωρη κραυγὴ νὰ σημαδεύει στοὺς αἰῶνες τὴν ἀνθρώπινη ἀχαριστία καὶ ἀγνοια, καθὼς καὶ τὸ δίδαγμα τῆς ἀλληλουχίας πόνου καὶπροσφορᾶς. Ἔνας ἀκινητοποιημένος πόνος συγκεντρώνει τὸ βάρος τῆς ματιᾶς στὸ στόμα τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ δέχεται τὸ μῖσος τῶν ἀνθρώπων, ἔντονο μῖσος θεριεμένο ἀπ τὴν κατακραυγὴ τοῦ ὄχλου. Ο Τουλανὸς ἔχει χαράξει πιὰ τὸν δρόμο του μέσα στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου πνεύματος. Στερνὸ του ἔργο,ἡ Πιέτὰ στὸ παρεκκλήσι τῆς Σταύρωσης τῶν Φράρι, ποὺ μένει ἀτελείωτο γιὰ νὰ συμπληρωθεῖ, μετὰ τὸν θάνατό του, ἀπὸ τὸν Πάλμα τὸν Νεώτερο. Τὸ τελευταῖο αὐτὸ τραγούδι τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν αἰσθήσεων τοῦ Τσιάνου κλείνει ἕναν δρόμο ἀνάμεσα στὸ φῶς-φῶς τῆς ψυχῆς οἶαὶ στὴ τιτανικὴ ἀνθρώπινη προσπάθεια γιὰ τὸ πλησίασα τοῦ τέλειον. Ὅμως αὐτὸς ὁ δρόμος ἔμελλε νἆναι ὁδηγὸς γιὰ τοὺς μετέπειτα δημιουργούς, ὅπως τὸν Ρενουάρ, τὸν Μποννάρ, τὸν Τάρνερ καὶ ἄλλους, διδάσκοντας τὴν ἰσορροπία τοῦ κάθε τι ποὺ ἔχει σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν φύση, καὶ πάνω ἀπ ὅλα τὸ διάχυτο φῶς μιᾶς ἀστείρευτης ἐλπίδας, τῆς ἴδιας ἐλπίδας ποὺ κρατάει στὴ ζωὴ τὸν ἄνθρωπο καὶ κλείνει σὰν βάλσαμο τὶς πληγὲς ποὺ ἀνοίγει τὸ ἀνέβασμα τοῦ καθημερινοῦ Γολγοθᾶ. Εἶναι ἡ ἐλπίδα ποὺ χαράξει ἡ ἐνατένιση τῆς Ἀνάστασης. «MH ΜΟΥ ΑΠTOY» ἕνας ἀπὸ τοὺς ὡραιότερους πίνακες τοῦ Τσιάνου ποὺ φυλάσσεται στὴν Ἐθνικὴ Πινακοθήκη τοῦ Λονδίνου. Τὰ ἄμορφα χρώματα, οἱ χαρακτηριστικὲς ἐκφράσεις τῶν προσώπων καὶ οἱ λεπτομέρειες τοῦ περιβάλλοντος μαρτυροῦν τὴ λεπτὴ ψυχὴ καὶ τὴ θρησκευτικότητα τοῦ καλλιτέχνη.