Πρακτικά της Βουλής των Αντιπροσώπων Ζ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ - ΣΥΝΟΔΟΣ Γ Συνεδρίαση 3ης Ιουνίου 1999 ( Ωρα έναρξης: 4.23 μ.μ.) (Αρ. 32) ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (ΣΠ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ): Κηρύσσω την έναρξη των εργασιών της σημερινής συνεδρίας της Βουλής και παρακαλώ τους γραμματείς να διαπιστώσουν αν υπάρχει απαρτία. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: (ΣΤ. ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ) Υπάρχει απαρτία, έντιμε κύριε Πρόεδρε. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεδομένου ότι στάλθηκε για κατάθεση σήμερα ένα νομοσχέδιο περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως και επειδή υπάρχει εισήγηση να κηρυχθεί επείγον για να παραπεμφθεί στην επιτροπή Οικονομικών, θα αρχίσουμε από το Κεφάλαιο Β, την κατάθεση νομοσχεδίων και εγγράφων. Ο κ. Ματσάκης. Μ. ΜΑΤΣΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεδομένου ότι τα καπνικά προϊόντα πιστεύεται ότι είναι υπεύθυνα για το θάνατο χιλίων Κυπρίων το χρόνο, θα ήθελα να δηλώσω ότι ναι μεν είναι ευπρόσδεκτη αυτή η αύξηση, αλλά θα ήθελα να εισηγηθώ αυτή η αύξηση να είναι περισσότερη.
-2- ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ να ακολουθήσουμε τη διαδικασία. Ο κ. Χρίστου. Α. ΧΡΙΣΤΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, εμείς δε θα συμφωνήσουμε με το επείγον αυτού του νομοσχεδίου, γιατί πιστεύουμε ότι έπρεπε να αποτελέσει ένα συστατικό μέρος μιας κυβερνητικής πρότασης, εφόσον έχει προηγηθεί μια ανταλλαγή απόψεων, μία διαβούλευση που κράτησε δύο μήνες. Πιστεύω ότι δεν έπρεπε αποσπασματικά αυτό το θέμα να κατατεθεί, αλλά να αποτελέσει μέρος της συνολικής πρότασης τόσο των φορολογικών μέτρων όσο και των κοινωνικών αντιπαροχών. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Άλλος ομιλητής; Κατόπιν της παρατηρήσεως του κ. Χρίστου, μάλλον της διαφωνίας, είμαι υποχρεωμένος να το θέσω σε ψηφοφορία, κατά πόσο πρέπει να κηρυχθεί επείγον ή όχι. Πόσοι είναι υπέρ τού να κηρυχθεί επείγον; ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Είκοσι δύο. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσοι είναι εναντίον; ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Δεκαπέντε, κύριε Πρόεδρε. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αποχές; ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ: Μία. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κηρύσσεται επείγον. Παρακαλώ την επιτροπή Οικονομικών να συνέλθει, για να μελετήσει το νομοσχέδιο και να υποβάλει την έκθεσή της στο σώμα το ταχύτερο δυνατόν και αν είναι δυνατόν εντός της ημέρας.
-3- Η κατάθεση νομοσχεδίων και εγγράφων είναι όπως αυτή έχει ήδη διανεμηθεί στους βουλευτές και θεωρείται αναγνωσθείσα. Τίτλος νομοσχεδίων, κανονισμών και εγγράφων Κατατέθηκε/αν από το υπουργείο Παραπέμπεται/ονται στην επιτροπή 1) Ο περί Συμπληρωματικού Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού Νόμος 4) του 1999. (Αρ. Προϋπολογισμού 2) Ο περί Ειδικεύσεως Συμπληρωματικής Πιστώσεως (Ταμείο Αναπτύξεως) Νόμος (Αρ. 1) του 1999. Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού 3) Ο περί Ειδικεύσεως Συμπληρωματικής Πιστώσεως (Ταμείο Ανακουφίσεως Εκτοπισθέντων και Παθόντων) Νόμος (Αρ. 1) του 1999. Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού 4) Ο περί του Διεθνούς Συμφώνου για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Δεύτερο Προαιρετικό Πρωτόκολλο) (Κυρωτικός) Νόμος του 1999. Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως Εξωτερικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων 6) Ο περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Καταναλώσεως (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού
-4- του 1999. 7) Ο περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1999. Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού 8) Ο περί της Διαδικασίας Πρόσληψης Εκτάκτων Υπαλλήλων στη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόμος του 1999. Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού 9) Οι περί Ορων και Διαδικασίας Πρόσληψης Ειδικών Αστυφυλάκων Κανονισμοί του 1999. Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως Νομικών 10) Εγγραφα (Αρ. Θ. 15/99 και Θ. 16/99) που αφορούν την εξαίρεση από την αναστολή πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού στη δημόσια υπηρεσία σύμφωνα με τον περί Αναστολής Πλήρωσης Θέσεων Πρώτου Διορισμού στη Δημόσια Υπηρεσία (Προσωρινές Διατάξεις) Νόμο αρ. 4(1) του Οικονομικών Οικονομικών και Προϋπολογισμού
-5-1999. Προτάσεις νόμου: Ο περί Οικογενειακών Δικαστηρίων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1999. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κατατέθηκε από Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών Παραπέμπεται στην επιτροπή Νομικών Επανερχόμαστε στο Κεφάλαιο Α. Το πρώτο θέμα είναι «Ο περί Προστασίας της Τιμής, του Ελέγχου και του Κολασμού Αξιωματούχων του Κράτους και Πολιτικών Προσώπων Νόμος του 1993». Για το θέμα αυτό υπάρχει και συμπληρωματική έκθεση. Παρακαλώ τον πρόεδρο της επιτροπής Νομικών να διαβάσει και τις δύο εκθέσεις. Είναι το περίφημο «πόθεν έσχες». Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Κύριε Πρόεδρε, αντιλαμβάνομαι θα αναγνωσθεί και η κυρίως έκθεση και η συμπληρωματική. Έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί της Προστασίας της Τιμής, του Ελέγχου και του Κολασμού Αξιωματούχων του Κράτους και Πολιτικών Προσώπων Νόμος του 1993" Παρόντες: Παναγιώτης Δημητρίου, πρόεδρος Καίτη Κληρίδου Ρίκκος Ερωτοκρίτου Σοφοκλής Χατζηγιάννης Γιαννάκης Αγαπίου Αριστοφάνης Γεωργίου Γιαννάκης Θωμά Μάρκος Κυπριανού Στάθης Κιττής Τάσσος Παπαδόπουλος Ηλίας Μυριάνθους Δημήτρης Ηλιάδης
-6- Χριστόδουλος Βενιαμίν Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών της παρούσας βουλευτικής περιόδου μελέτησε το πιο πάνω νομοσχέδιο σε πολύ μεγάλο αριθμό συνεδριών της, που πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα μεταξύ Ιανουαρίου 1997 και Απριλίου 1999. Στο στάδιο της μελέτης του υπό αναφορά νομοσχεδίου κλήθηκαν στην επιτροπή και εξέφρασαν τις απόψεις τους ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας, εκπρόσωποι των Υπουργείων Οικονομικών και Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως και εκπρόσωποι της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. Σκοπός του νόμου που προτείνεται, όπως αυτός αρχικά είχε κατατεθεί στη Βουλή και όπως σχετικά αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση που τον συνοδεύει, είναι η προστασία της τιμής των αξιωματούχων του κράτους και των πολιτικών προσώπων, καθώς και η εξυγίανση του δημόσιου βίου με τον έλεγχο και τον αυστηρό κολασμό των παρανομούντων σε όλες τις περιπτώσεις κατάχρησης εξουσίας και αθέμιτου πλουτισμού. Οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, το οποίο κατέθεσε το υπό αναφορά νομοσχέδιο, δήλωσαν ότι αυτό εξυπηρετεί διπλό σκοπό, αφού ο προβλεπόμενος σε αυτό μηχανισμός ελέγχου δεν επιδιώκει μόνο τον κολασμό των παρανομούντων, αλλά ταυτόχρονα λειτουργεί και σαν ασπίδα της τιμής των αξιωματούχων και των πολιτικών προσώπων σε αόριστες, αστήρικτες και γενικά αιωρούμενες εναντίον τους κατηγορίες. Όπως είναι γνωστό, για το όλο θέμα, που είναι ευρύτερα γνωστό ως "πόθεν έσχες", ισχύει νομοθεσία από το 1965 (Νόμος 65 του 1965), η οποία όμως βρίσκεται ουσιαστικά σε αχρησία εξαιτίας του ότι δεν υπήρξε ποτέ οποιαδήποτε καταγγελία, αλλά και γιατί δε διαλαμβάνεται σε αυτή οποιοσδήποτε μηχανισμός ελέγχου, με αποτέλεσμα αυτή να μην έχει πρακτική εφαρμογή. Πρέπει επίσης να λεχθεί ότι και στο παρελθόν η Βουλή είχε μελετήσει το ίδιο θέμα με την ευκαιρία της κατάθεσης ενώπιον του Σώματος δύο σχετικών προτάσεων
-7- νόμου από τον πρώην βουλευτή εκλογικής περιφέρειας Λάρνακας κ. Γεώργιο Γεωργίου για την κοινοβουλευτική ομάδα του Δημοκρατικού Συναγερμού στις 14 Ιανουαρίου 1982 και από την κοινοβουλευτική ομάδα ΑΚΕΛ-Αριστερά στις 21 Ιανουαρίου 1982. Οι δύο προτάσεις νόμου, οι οποίες τελικά δεν προωθήθηκαν στην ολομέλεια του Σώματος για διάφορους λόγους, αποσκοπούσαν, σύμφωνα με τις αιτιολογικές τους εκθέσεις, στην ψήφιση νόμου για την καθιέρωση μηχανισμού για την πλήρη διερεύνηση και την παροχή πληροφοριών σχετικά με το εισόδημα και τα περιουσιακά στοιχεία αξιωματούχων της πολιτείας και άλλων δημόσιων προσώπων. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις κύριο αιτιολογικό των προτεινόμενων νομοθετημάτων ήταν η ενίσχυση του περί δικαίου αισθήματος του λαού και η ικανοποίηση της κοινής γνώμης με την καθιέρωση ενός αποτελεσματικού μηχανισμού αποκάλυψης των περιπτώσεων διασπάθισης και κατάχρησης δημόσιου χρήματος, καθώς και των περιπτώσεων αθέμιτου πλουτισμού ή χρηματισμού αξιωματούχων και άλλων δημόσιων προσώπων. Περαιτέρω πρέπει να αναφερθεί ότι και προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν καταθέσει στη Βουλή νομοσχέδια για το «πόθεν έσχες». Συγκεκριμένα, στις 30 Μαρτίου 1989 είχε κατατεθεί νομοσχέδιο, το οποίο είχε εξεταστεί σε βάθος από την τότε αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και το οποίο τελικά αποσύρθηκε στις 21 Οκτωβρίου 1993, για να κατατεθεί στη θέση του το παρόν νομοσχέδιο. Για το υπό αναφορά νομοσχέδιο η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών της προηγούμενης βουλευτικής περιόδου είχε επίσης πραγματοποιήσει μεγάλο αριθμό συνεδριών στις οποίες είχε καλέσει και ακούσει, εκτός από τις απόψεις των κυβερνητικών αρμοδίων, και τις απόψεις διάφορων άλλων επηρεαζόμενων αξιωματούχων και δημόσιων προσώπων. Και πάλι όμως δεν είχε καταστεί δυνατό αυτό να προωθηθεί στην ολομέλεια του Σώματος, για να ψηφιστεί. Το ίδιο νομοσχέδιο, το οποίο εκκρεμεί ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της παρούσας βουλευτικής περιόδου και το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο
-8- μελέτης της που πραγματοποιήθηκε σε πολύ μεγάλο αριθμό συνεδριών της, διαλαμβάνει τις ακόλουθες κύριες πρόνοιες: 1) Υπόχρεοι προς υποβολή δήλωσης σχετικά με την περιουσιακή τους κατάσταση είναι, σύμφωνα με την προβλεπόμενη διαδικασία, όλοι οι ρητά καθοριζόμενοι σε αυτό αξιωματούχοι του κράτους ή άλλα πολιτικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι υπουργοί, ο Πρόεδρος της Βουλής και οι βουλευτές, ο Πρόεδρος και τα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο Γενικός Ελεγκτής και ο Βοηθός Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, ο Πρόεδρος και τα μέλη των Επιτροπών Δημόσιας και Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κ.ά. Στον κύκλο των ελεγχομένων δεν περιλαμβάνονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι υπόκεινται σε διαδικασίες έλεγχου με βάση τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο. 2) Όλα τα ελεγχόμενα πρόσωπα είναι υποχρεωμένα να υποβάλλουν στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας μέσα σε τρεις μήνες από την ορκωμοσία τους ή την ανάληψη των καθηκόντων τους ή το διορισμό τους δήλωση περιουσιακής κατάστασης στην οποία να αναφέρουν την περιουσιακή κατάσταση των ιδίων, των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους. 3) Ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας έχει την υποχρέωση, ύστερα από αίτηση πολίτη της Δημοκρατίας η οποία υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη της ισχύος του υπό ψήφιση νόμου, να καλέσει οποιονδήποτε από τους υπόχρεους προς δήλωση περιουσιακών καταστάσεων αξιωματούχους του κράτους, εξαιρουμένων των πολιτικών προσώπων, ο οποίος κατείχε το αξίωμά του από της εγκαθιδρύσεως της Δημοκρατίας και εφεξής, να υποβάλει σχετική δήλωση. 4) Η δήλωση της περιουσιακής κατάστασης πρέπει να είναι ένορκη και, μεταξύ άλλων, να αναφέρει λεπτομερώς το χρόνο και τον τρόπο κτήσης και διάθεσης
-9- ακινήτων, εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, πάσης φύσεως θαλάσσια, εναέρια και χερσαία μεταφορικά μέσα, οποιαδήποτε συμμετοχή σε κάθε είδους επιχείρηση, κάθε είδους χρεόγραφα, μετοχές και καταθέσεις σε τράπεζες, ιδιαίτερης αξίας κοσμήματα, και πολύτιμους λίθους, καθώς και τα εισοδήματα του προηγούμενου οικονομικού έτους. 5) Η δήλωση, σύμφωνα με τα πιο πάνω, πρέπει να επαναλαμβάνεται το Μάρτιο κάθε χρόνου για όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία ο υπόχρεος κατέχει το αξίωμα ή τη θέση του, καθώς και για τρία συνεχή έτη μετά την απώλειά της, ενώ η δημοσίευση της υποβαλλόμενης δήλωσης συνιστά αδίκημα. 6) Η κτήση περιουσιακού οφέλους με ανάρμοστη άσκηση του αξιώματος ή του λειτουργήματος του υποχρέου ή κατά κατάχρηση ή εκμετάλλευση της ιδιότητάς του συνιστά αθέμιτο πλουτισμό, άσχετα αν προσπορίζετε το όφελος ο ίδιος ή συγγενικό του πρόσωπο. Αθέμιτο πλουτισμό συνιστά επίσης η κτήση περιουσιακού οφέλους με μέσα των οποίων η προέλευση δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Σε περίπτωση καταδίκης για αθέμιτο πλουτισμό, το αρμόδιο δικαστήριο διατάζει τη δήμευση κάθε περιουσιακού οφέλους που αποκτήθηκε αθέμιτα. 7) Κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να υποβάλει στο Γενικό Εισαγγελέα καταγγελία εναντίον αξιωματούχου για αθέμιτο πλουτισμό ή για παράλειψη υποβολής δήλωσης ή για υποβολή ανακριβούς δήλωσης, αλλά ανώνυμη ή αστήρικτη καταγγελία δε γίνεται δεκτή. 8) Καθιδρύεται τριμελές Συμβούλιο Ελέγχου Αξιωματούχων του Κράτους και Πολιτικών Προσώπων, που απαρτίζεται από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας και από δύο νομικούς, που διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Το Συμβούλιο αυτό έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να ελέγχει τις υποβαλλόμενες δηλώσεις, ενώ έχει επίσης τις εξουσίες που παραχωρούνται σε ερευνητική επιτροπή σύμφωνα με τον
-10- περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμο. Το πόρισμα του Συμβουλίου, σε περίπτωση διεξαγωγής έρευνας, διαβιβάζεται στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και ποινική δίωξη χωρεί μόνο με τη γραπτή συγκατάθεσή του. 9) Αίρεται το τραπεζικό, το φορολογικό ή οποιοδήποτε άλλο διασφαλιζόμενο με νόμο απόρρητο, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διερεύνησης καταγγελιών και εκδίκασης των σχετικών ποινικών αδικημάτων. Κατά τη συζήτηση του όλου θέματος ενώπιον της επιτροπής, όλες οι πλευρές τάχθηκαν ανεπιφύλακτα ως θέμα αρχής υπέρ της ψήφισης ενός αποτελεσματικού νόμου που να διασφαλίζει τη λειτουργία ενός ευέλικτου μηχανισμού ελέγχου όλων των προσώπων που κατέχουν αιρετά ή άλλα ύπατα πολιτειακά αξιώματα, αλλά που ταυτόχρονα να παρέχει στους ελεγχόμενους προστασία από διάφορες κακόβουλες ενέργειες, όπως η διάδοση πληροφοριών για προσπορισμό από αυτούς αθέμιτου πλουτισμού, με μόνο στόχο να πληγεί η τιμή και η υπόληψή τους. Υπό το φως των πιο πάνω, η επιτροπή προχώρησε στην κατ άρθρο μελέτη του υπό αναφορά νομοσχεδίου, η οποία κατέδειξε ότι αυτό πάσχει σοβαρά από νομοτεχνικής πλευράς, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει μεγάλα κενά και άλλες σημαντικές ουσιαστικές αδυναμίες που χρήζουν περαιτέρω επεξεργασίας και ενδελεχούς μελέτης. Ιδιαίτερο αντικείμενο της μελέτης της επιτροπής υπήρξαν τα ακόλουθα σημεία του υπό συζήτηση νομοσχεδίου: 1) Το γεγονός ότι ο έλεγχος των υποβαλλόμενων δηλώσεων λόγω του όγκου εργασίας που θα προκύψει για το Συμβούλιο Ελέγχου εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι καθολικός αλλά δειγματοληπτικός. Ένας τέτοιος τρόπος ελέγχου δε θεωρείται από τα μέλη της επιτροπής αποδεκτός, γιατί δε συμβαδίζει με τη συνταγματική επιταγή για ισότιμη μεταχείριση όλων των πολιτών. 2) Η πρόνοια για την πλήρη απαγόρευση της δημοσίευσης του περιεχομένου των υποβαλλόμενων δηλώσεων σε αντιδιαστολή με την άποψη των μελών της επιτροπής ότι η υπό όρους δημοσίευση θα συμβάλει στη δικαίωση του αισθήματος
-11- του λαού, σύμφωνα με το οποίο οι αξιωματούχοι του κράτους και όλα τα πολιτικά πρόσωπα που υπόκεινται σε έλεγχο δεν πρέπει μόνο να φαίνονται έντιμα, αλλά και να αποδεικνύεται η εντιμότητά τους έμπρακτα. Η δημοσίευση επομένως του περιεχομένου των δηλώσεων ικανοποιεί την ανάγκη αυτή. 3) Η αναδρομικότητα που πρέπει να έχει ένας νόμος για το «πόθεν έσχες», ώστε επίσης να ικανοποιείται το λαϊκό αίσθημα ότι κανένας αξιωματούχος ή άλλο ελεγχόμενο πρόσωπο δεν καλύπτεται πίσω από την απαγόρευση της αναδρομικής διερεύνησης των περιουσιακών του στοιχείων. 4) Η δυνατότητα για άρση του τραπεζικού απορρήτου. Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, η χωρίς προηγούμενο δικαστικό ένταλμα άρση του τραπεζικού απορρήτου θα πλήξει τη Δημοκρατία ως ευυπόληπτο χρηματοπιστωτικό κέντρο αλλά και την εμπιστοσύνη που τώρα διέπει τις συμβατικές σχέσεις των τραπεζών και των πελατών τους. 5) Η δυνατότητα για αποκάλυψη των περιπτώσεων αθέμιτου πλουτισμού, αφού είναι γενικά παραδεκτό ότι η απόδειξη του αδικήματος του αθέμιτου πλουτισμού είναι δύσκολη, αν όχι αδύνατη. 6) Η αναγκαιότητα συμπερίληψης στις πρόνοιες του εν λόγω νομοσχεδίου και άλλων κατηγοριών ελεγχόμενων προσώπων, όπως είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, τα μέλη της αστυνομίας, οι ιδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών καναλιών, οι επαρχιακοί δικαστές κ.ά. 7) Η συμπερίληψη στο υπό συζήτηση σχέδιο νόμου διατάξεων τέτοιων που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των ελεγχόμενων προσώπων από κακόβουλες καταγγελίες, αστήρικτες πληροφορίες και λασπολογία εναντίον τους. 8) Η σύνθεση του Συμβουλίου Ελέγχου, έτσι που να διασφαλίζεται ότι λόγω της φύσης του εν λόγω Συμβουλίου να ελέγχει τα περιουσιακά στοιχεία όλων ανεξαίρετα των κρατικών αξιωματούχων αυτό θα απαρτίζεται από προσωπικότητες άμεμπτης ηθικής και υψηλού επαγγελματικού επιπέδου.
-12- Υπό το φως των πιο πάνω διαπιστώσεων και επισημάνσεών της η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, αναγνωρίζοντας ταυτόχρονα την αναγκαιότητα θέσπισης μιας αποτελεσματικής νομοθεσίας για το «πόθεν έσχες» των αξιωματούχων του κράτους και άλλων προσώπων που κατέχουν δημόσια αξιώματα, έτσι που να ικανοποιηθεί απόλυτα η λαϊκή επιταγή για κατάθεση και έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων των εν λόγω προσώπων, αποφάσισε ότι η ψήφιση του κυβερνητικού νομοσχεδίου σε νόμο δεν εξυπηρετεί τον επιδιωκόμενο με αυτό σκοπό και ότι σε τέτοια περίπτωση ο νόμος που θα προκύψει λόγω των αδυναμιών που παρουσιάζει θα αποτελέσει γράμμα κενό, θα καταστεί τελικά ανενεργός και χωρίς κανένα ουσιαστικό εκτόπισμα. Με βάση την ομόφωνη αυτή διαπίστωσή της, η επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει αυτεπάγγελτα σε σύνταξη εξ υπαρχής νέου κειμένου σχεδίου νόμου. Με το εν λόγω νέο σχέδιο νόμου το οποίο προέκυψε ύστερα από μακρόχρονη ουσιαστική μελέτη, κατά τη διάρκεια της οποίας συζητήθηκαν επισταμένα όλες οι διαμφισβητούμενες πτυχές και τα σημεία τα οποία έχουν εκτεθεί πιο πάνω και ανταλλάχτηκε μεταξύ των μελών της επιτροπής πληθώρα απόψεων, η επιτροπή πιστεύει ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει παρακάμψει τις ουσιαστικές και νομοτυπικές αδυναμίες του αρχικού κειμένου. Το νέο υπό αναφορά σχέδιο νόμου βασίζεται στην καθολικά εκ μέρους της επιτροπής αποδοχή της θέσης ότι το ποινικό αδίκημα του αθέμιτου πλουτισμού είναι πρακτικά αναπόδεικτο και για το λόγο αυτό είναι αναγκαία η καθιέρωση απλοποιημένης διαδικασίας ελέγχου των περιουσιακών στοιχείων όλων των υπόχρεων προσώπων στη βάση της αρχής της υποβολής εκ μέρους όλων των ελεγχομένων δήλωσης περιουσιακών στοιχείων άμα τη ανάληψη του συγκεκριμένου αξιώματος ή θέσης και κατά την αποχώρηση απ αυτό και ενδιάμεσης δήλωσης ανά τριετία. Το νέο κείμενο σχεδίου νόμου το οποίο έχει προκύψει, υπό το φως της διεξαχθείσας συζήτησης, διαλαμβάνει τα ακόλουθα κύρια σημεία:
-13- - Διευρυμένο κατάλογο ελεγχόμενων αξιωματούχων και άλλων προσώπων υπόχρεων προς υποβολή δήλωσης περιουσιακών στοιχείων στον οποίο έχουν, μεταξύ άλλων, συμπεριληφθεί οι επαρχιακοί δικαστές, ο Έφορος Συνεργατικών Εταιρειών και Συνεργατικής Ανάπτυξης και ο πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου. - Όλοι οι ελεγχόμενοι έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν ανά τριετία δήλωση στο Συμβούλιο Ελέγχου για όσο καιρό κατέχουν τη συγκεκριμένη θέση ή αξίωμα. - Επιπρόσθετα όλοι οι ελεγχόμενοι, αιρετοί ή διορισμένοι, έχουν υποχρέωση να υποβάλλουν δήλωση περιουσιακών στοιχείων μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία ανάληψης του αξιώματός τους ή από το διορισμό τους στη συγκεκριμένη θέση και μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία λήξης της θητείας τους ή της παραιτήσεως από το αξίωμα ή τη συγκεκριμένη θέση ή της αφυπηρετήσεώς τους. - Η δήλωση πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα περιουσιακά στοιχεία κινητά και ακίνητα του ελεγχομένου, του/της συζύγου και των ανήλικων τέκνων του τόσο εντός όσο και εκτός της Δημοκρατίας. - Επιπρόσθετα, στην εν λόγω δήλωση πρέπει να περιλαμβάνεται οποιαδήποτε επελθούσα διαφοροποίηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου, του/της συζύγου του ή των ανήλικων τέκνων του η οποία έχει μεσολαβήσει μεταξύ δύο δηλώσεων και επαρκής αιτιολόγηση της διαφοροποίησης αυτής. - Οι δηλώσεις των ελεγχομένων ελέγχονται από πενταμελές Συμβούλιο Ελέγχου, του οποίου η θητεία είναι εξαετής και το οποίο απαρτίζεται από προσωπικότητες ανώτατου επαγγελματικού και ηθικού επιπέδου που διορίζονται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ύστερα από διαβουλεύσεις του με τα κόμματα που αντιπροσωπεύονται στη Βουλή. - Το Συμβούλιο Ελέγχου έχει διπλή αρμοδιότητα η οποία έγκειται αφενός στον έλεγχο του κατά πόσο υπήρξε συμμόρφωση προς την υποχρέωση υποβολής δήλωσης, της
-14- ακρίβειας και πληρότητας του περιεχομένου της δήλωσης και αφετέρου στη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με το περιεχόμενο των δηλώσεων, εφόσον συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις. - Η εν λόγω έρευνα αρχίζει όταν υπάρχει ενώπιον του Συμβουλίου Ελέγχου γραπτή ένορκη καταγγελία ότι ελεγχόμενος έχει αποκτήσει περιουσιακό όφελος που δεν έχει περιληφθεί στη δήλωσή του ή ότι αυτός έχει προσποριστεί όφελος με αθέμιτα μέσα ή όταν από τη δήλωση εμφαίνονται αναληθή στοιχεία ή αύξηση της περιουσίας του ελεγχομένου, του/της συζύγου ή των ανήλικων τέκνων του, χωρίς ταυτόχρονα να υπάρχει επαρκής αιτιολόγηση της συγκεκριμένης αύξησης. - Το πόρισμα της οποιασδήποτε διεξαχθείσας έρευνας από το Συμβούλιο Ελέγχου διαβιβάζεται στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. - Οι δηλώσεις των ελεγχομένων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, αλλά η δημοσιοποίηση δήλωσης που δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα ή η αναδημοσίευση τμήματος μόνο του περιεχομένου της δήλωσης ή η επιλεκτική αναδημοσίευση δηλώσεων, αποτελεί αδίκημα. - Η παράλειψη υποβολής δήλωσης ή η υποβολή ψευδούς δήλωσης από ελεγχόμενο συνιστά επίσης αδίκημα. - Οποιοσδήποτε πολίτης της Δημοκρατίας έχει το δικαίωμα να υποβάλλει στο Συμβούλιο Ελέγχου γραπτή ένορκη καταγγελία κατά οποιουδήποτε ελεγχομένου για προσπορισμό περιουσιακού οφέλους με αθέμιτα μέσα ή για υποβολή ανακριβούς ή ψευδούς δήλωσης. Καταγγελία εναντίον ελεγχομένου που γίνεται δόλια, κακόβουλα ή χωρίς την προσήκουσα επιμέλεια αποτελεί αδίκημα. - Παρέχεται στο Συμβούλιο Ελέγχου η δυνατότητα να ζητά από το αρμόδιο δικαστήριο την έκδοση διατάγματος για άρση του τραπεζικού ή φορολογικού απορρήτου σχετικά με ελεγχόμενο για τον οποίο διεξάγει έρευνα. - Με σκοπό την προστασία των ελεγχομένων από κακόβουλες καταγγελίες εναντίον τους οι οποίες δυνατόν να γίνονται σκόπιμα παραμονές εκλογών, προβλέπεται η
-15- απαγόρευση αποδοχής εκ μέρους του Συμβουλίου Ελέγχου οποιασδήποτε καταγγελίας οκτώ μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών για αξίωμα για το οποίο είναι δυνατόν συγκεκριμένος ελεγχόμενος να υποβάλει υποψηφιότητα. - Περαιτέρω, έρευνα η οποία έχει αρχίσει και δεν έχει συμπληρωθεί σταματά και κανένα πόρισμα έρευνας δεν εξάγεται, τέσσερις μήνες πριν από τη διεξαγωγή εκλογών για αξίωμα για το οποίο υπάρχει εκ μέρους του Συμβουλίου Ελέγχου η πεποίθηση ότι δυνατόν να υποβάλει υποψηφιότητα καταγγελθείς ελεγχόμενος ή αν ο ίδιος ο καταγγελθείς έχει ειδοποιήσει το Συμβούλιο Ελέγχου σχετικά. - Παρέχεται η δυνατότητα στο Συμβούλιο Ελέγχου, όταν διαπιστώνει ότι υπάρχει προσπορισμός περιουσιακού οφέλους με αθέμιτα μέσα από ελεγχόμενο που συντελέστηκε σε χρόνο προγενέστερο της ενάρξεως της ισχύος του υπό ψήφιση νόμου και η εν λόγω πράξη συνιστούσε όντως αδίκημα με βάση τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου σχετικού νόμου, να επιλαμβάνεται της περίπτωσης αυτής με βάση τη διαδικασία διερεύνησης που προβλέπεται σχετικά στο υπό αναφορά σχέδιο νόμου. - Τέλος υποχρεούνται όλοι οι ελεγχόμενοι που βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του υπό ψήφιση νόμου να υποβάλουν δήλωση περιουσιακών στοιχείων μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη της λειτουργίας του Συμβουλίου Ελέγχου και αφού κληθούν σχετικά από αυτό. Μέσα στα πλαίσια διαμόρφωσης του τελικού σχεδίου νόμο, σύμφωνα με τα πιο πάνω, την επιτροπή απασχόλησε ιδιαίτερα η αναγκαιότητα ελέγχου των περιουσιακών στοιχείων και άλλων κατηγοριών προσώπων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, τα μέλη της αστυνομίας και οι ιδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών καναλιών και άλλων μέσων μαζικής ενημέρωσης. Προχωρώντας στη διαμόρφωση του τελικού κειμένου, η επιτροπή αποφάσισε ότι οπωσδήποτε επιβάλλεται η καθιέρωση ανάλογων μηχανισμών ελέγχου και για τις πιο
-16- πάνω κατηγορίες προσώπων, αλλά έκρινε ότι το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου αφορά αποκλειστικά τους αξιωματούχους του κράτους και ορισμένα άλλα πρόσωπα που λόγω της φύσεως της θέσης που κατέχουν κρίνεται ότι είναι πρόσφορο να υπαχθούν κάτω από τις διατάξεις του. Για τους δημόσιους υπαλλήλους υπάρχει ήδη μηχανισμός ελέγχου με βάση τον περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμο και για τις υπόλοιπες κατηγορίες προσώπων κρίθηκε ότι πρέπει να καθιερωθούν ανάλογοι μηχανισμοί ελέγχου με βάση τις ειδικές νομοθεσίες που τις διέπουν. Η επιτροπή προτίθεται να προχωρήσει σε διευθέτηση του θέματος του ελέγχου και των υπόλοιπων κατηγοριών προσώπων αμέσως μετά την ψήφιση του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου. Καταθέτοντας ενώπιον της ολομέλειας του Σώματος το πιο πάνω νέο κείμενο σχεδίου νόμου, η επιτροπή δηλώνει ότι δε θεωρεί ότι τούτο είναι δυνατόν να αποτελέσει πανάκεια για οποιαδήποτε περίπτωση αθέμιτου πλουτισμού από αξιωματούχους ή από οποιαδήποτε άλλα πολιτικά πρόσωπα. Καταβλήθηκε εκ μέρους της επιτροπής κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε η προτεινόμενη νομοθεσία να καθιερώνει επαρκείς διαδικασίες άσκησης ελέγχου και διερεύνησης των πιθανών περιπτώσεων κτήσεως περιουσιακού οφέλους με αθέμιτα μέσα από ελεγχόμενα πρόσωπα μέσα σε συνθήκες τέτοιου βαθμού διαφάνειας, έτσι που να διασφαλίζεται ότι οι προβλεπόμενες επεμβάσεις στο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής των ελεγχόμενων προσώπων δεν υπερβαίνουν το αναγκαίο μέτρο. Ταυτόχρονα έχει καταβληθεί προσπάθεια, ώστε ο προτεινόμενος νόμος να περιέχει ισοζυγισμένες διατάξεις που να παρέχουν αφενός τη δυνατότητα στον πολίτη να καταγγέλλει αξιωματούχους για τους οποίους έχει στοιχεία ότι έχουν παράνομα αποκτήσει περιουσιακά οφέλη και αφετέρου τα εχέγγυα ότι οποιαδήποτε εκ μέρους πολίτη καταγγελία εναντίον αξιωματούχου είναι σοβαρή και τεκμηριωμένη. Η επιτροπή στο σημείο αυτό θέλει επιπρόσθετα να δηλώσει ότι για την τελική διαμόρφωση του υπό αναφορά σχεδίου νόμου για το «πόθεν έσχες» όλα τα μέλη της
-17- επιτροπής έχουν εργαστεί επίπονα, πάνω και πέρα από τα στενά πολιτικά και κομματικά πλαίσια. Τα οποιαδήποτε κατά καιρούς σχόλια, αιχμές και υπονοούμενα εναντίον της επιτροπής που έγιναν από πολλούς και διάφορους κύκλους για κωλυσιεργία στη διαμόρφωση τελικής εισήγησής της προς την ολομέλεια του Σώματος για το «πόθεν έσχες», η επιτροπή τα αντιπαρέρχεται και θεωρεί ότι το λιγότερο μόνον άγνοια υποδηλώνουν για την όλη προσπάθεια της επιτροπής να ολοκληρώσει το έργο της. Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, επισυνάπτοντας το νέο κείμενο σχεδίου νόμου σύμφωνα με τα πιο πάνω, εισηγείται στην ολομέλεια του Σώματος την ψήφισή του σε νόμο υπό τον τίτλο «Ο περί Αξιωματούχων του Κράτους και Άλλων Προσώπων (Δήλωση και Έλεγχος Περιουσίας) Νόμος του 1999». Ταυτόχρονα, η επιτροπή δηλώνει ότι πολλά μέλη της έχουν επιφυλαχθεί να υποβάλουν τροπολογίες πάνω σε επί μέρους σημεία του σχεδίου νόμου για τα οποία διατηρούν επιφυλάξεις, κατά τη συζήτηση του θέματος στην ολομέλεια. Ο πρόεδρος της επιτροπής κ. Παναγιώτης Δημητρίου εκφράζει επίσης σοβαρές επιφυλάξεις ως προς τη σκοπιμότητα διεύρυνσης του κύκλου των ελεγχόμενων προσώπων. Κατά την άποψή του, ο κατάλογος των ελεγχομένων, όπως τελικά έχει διαμορφωθεί, είναι τόσο ευρύς που αναπόφευκτα θα δυσχεράνει σημαντικά το έργο του Συμβουλίου Ελέγχου και σε τελευταία ανάλυση θα αποδυναμώσει αναπόφευκτα το σκοπό για τον οποίο τούτο συστήνεται, εμπλέκοντάς το σε δαιδαλώδεις και άλλες γραφειοκρατικές διαδικασίες εξέτασης ενός απεριόριστου αριθμού προσώπων. Τέλος η βουλευτής - μέλος της επιτροπής κ. Καίτη Κληρίδου τάσσεται εναντίον της ψήφισης του υπό αναφορά νομοσχεδίου σε νόμο, για τους λόγους που θα εκθέσει κατά τη συζήτηση του θέματος στην ολομέλεια του Σώματος. Όπως ήταν η εντολή της Ολομέλειας της Βουλής στην προηγούμενη συνεδρία, κ. Πρόεδρε, η επιτροπή Νομικών συνήλθε για να εξετάσει τροπολογίες οι οποίες είχαν
-18- κατατεθεί από διάφορα μέλη του Σώματος ή και κοινοβουλευτικών ομάδων. Η επιτροπή εξέτασε αυτές τις τροπολογίες και έχε ετοιμάσει μια συμπληρωματική έκθεση. Συμπληρωματική έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών για το νομοσχέδιο που τιτλοφορείται «Ο περί της Προστασίας της Τιμής, του Ελέγχου και του Κολασμού Αξιωματούχων του Κράτους και Πολιτικών Προσώπων Νόμος του 1993» Παρόντες: Παναγιώτης Δημητρίου, πρόεδρος Καίτη Κληρίδου Ρίκκος Ερωτοκρίτου Μάρκος Κυπριανού Στάθης Κιττής Δημήτρης Ηλιάδης Γιαννάκης Αγαπίου Αριστοφάνης Γεωργίου Μη μέλη της επιτροπής: Μάριος Ματσάκης Οπως είναι γνωστό, για το πιο πάνω νομοσχέδιο έχει ήδη κυκλοφορήσει στην ολομέλεια από τις 22 Απριλίου 1999 η σχετική έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών καθώς και το τελικά διαμορφωμένο κείμενο με βάση τις θέσεις της πλειοψηφίας της. Στο στάδιο που το όλο θέμα τέθηκε για συζήτηση ενώπιον της ολομέλειας κατατέθηκε από διάφορες πλευρές του Σώματος μεγάλος αριθμός τροπολογιών υπό το φως των οποίων η Βουλή έκρινε σκόπιμο, για λόγους διευκόλυνσης της όλης συζήτησης του θέματος ενώπιόν της, να παραπέμψει όλες τις τροπολογίες στην επιτροπή για μελέτη. Με βάση τους όρους εντολής που η επιτροπή είχε από την ολομέλεια πραγματοποίησε δύο νέες συνεδρίες της στις 14 και την 21η Μαΐου 1999, στα πλαίσια των οποίων διεξήλθε όλες τις τροπολογίες που παραπέμφθηκαν ενώπιόν της για μελέτη.
-19- Οσες από τις τροπολογίες αυτές υιοθετήθηκαν κατά πλειοψηφία από την επιτροπή, είτε στη μορφή που κατατέθηκαν είτε διαφοροποιημένες, καθώς και ορισμένες άλλες τροπολογίες που κρίθηκαν σκόπιμες ή συνεπακόλουθες, ενσωματώθηκαν στο κείμενο του νομοσχεδίου και αναφέρονται για ενημέρωση του Σώματος στον Πρώτο Πίνακα της παρούσας έκθεσης. Οι υπόλοιπες τροπολογίες για τις οποίες δεν κατέστη δυνατόν να εξασφαλιστεί ομοφωνία ή πλειοψηφία από μέρους της επιτροπής, ώστε να υιοθετηθούν, αναφέρονται στο Δεύτερο Πίνακα της παρούσας έκθεσης. Να σημειωθεί ότι οι τροπολογίες που ενσωματώθηκαν σύμφωνα με τα πιο πάνω στο κείμενο του νομοσχεδίου υιοθετήθηκαν από τον πρόεδρο και τα μέλη της επιτροπής βουλευτές των κοινοβουλευτικών ομάδων του Δημοκρατικού Συναγερμού, ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και του Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ. Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Κόμματος δήλωσαν στην επιτροπή ότι για όλες τις τροπολογίες, τόσο για αυτές που υιοθετήθηκαν όσο και για τις υπόλοιπες, θα εκφράσουν τη θέση της κοινοβουλευτικής τους ομάδας κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου ενώπιον της ολομέλειας. Υπό το φως των πιο πάνω και χωρίς να διαφοροποιούνται οι θέσεις/επιφυλάξεις που εκφράσθηκαν από μέλη της επιτροπής, οι οποίες διατυπώνονται στην πρώτη έκθεσή της, γίνεται εισήγηση για την ψήφιση σε νόμο του πιο πάνω νομοσχεδίου, όπως αυτό έχει τελικά διαμορφωθεί με βάση τις τροπολογίες που υιοθετήθηκαν. ΠΡΩΤΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΥΙΟΘΕΤΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΟΜΙΚΩΝ 1) Αρθρο 3 Εγινε εισήγηση στο τέλος του άρθρου 3 να απαλειφθεί το σημείο της τελείας και να προστεθούν οι ακόλουθες λέξεις: «ή έχει μεταβιβαστεί σε συγγενικό του πρόσωπο».
-20- (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σοσιαλιστικού Κόμματος ΕΔΕΚ.) Σημείωση: Υπό το φως της αποδοχής της πιο πάνω τροπολογίας και για σκοπούς καλύτερης νομοτεχνικής διατύπωσης οι τελευταίες πέντε γραμμές του εν λόγω άρθρου διαμορφώνονται ως ακολούθως: «3...., νοουμένου ότι εξακολουθεί να βρίσκεται στην κατοχή ή την κυριότητα του ελεγχομένου ή συγγενικού του προσώπου μέχρι τρίτου βαθμού συγγένειας ή αποδεδειγμένα βρίσκεται στην κατοχή ή την κυριότητα άλλου φυσικού ή νομικού προσώπου για λογαριασμό ή προς όφελος του ελεγχομένου.». 2) Αρθρο 4 Εγινε εισήγηση στο τέλος του άρθρου 4 να απαλειφθεί το σημείο της τελείας και προστεθεί το ακόλουθο κείμενο: «οι γενικοί διευθυντές των υπουργείων και οι τμηματάρχες των υπηρεσιών και τμημάτων τους, ο πρόεδρος και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων, καθώς και οι γενικοί διευθυντές των ημικρατικών οργανισμών, ο Διοικητής της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας, οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων και οι διευθυντές μέσων μαζικής επικοινωνίας, όπως ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, εφημερίδων και περιοδικών, οι κύριοι μέτοχοι εταιρειών που το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους είναι τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, όπως ορίζεται πιο πάνω, και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου όσα πρόσωπα κατείχαν παρόμοια αξιώματα ή θέσεις πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου από την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και εντεύθεν, τα οποία έπαυσαν να κατέχουν.».
-21- (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.) Σημείωση: 1) Από τον πιο πάνω προτεινόμενο νέο αριθμό ελεγχομένων, έχει υιοθετηθεί και συμπεριληφθεί στον κατάλογο ελεγχομένων ο Διοικητής της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας. 2) Η ακόλουθη κατηγορία ελεγχομένων διαμορφώνεται ως ακολούθως: «οι πρόεδροι και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων και οι διευθυντές νομικών προσώπων και οργανισμών δημοσίου δικαίου». 3) Αρθρο 5 Εγινε εισήγηση για τη διαγραφή της επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού. (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.) Σημείωση: Η εισήγηση αυτή έχει υιοθετηθεί και η εν λόγω επιφύλαξη διαγράφεται. Ταυτόχρονα, για σκοπούς καλύτερης νομοτεχνικής διατύπωσης το εδάφιο (2) του άρθρου 5 διαμορφώνεται ως ακολούθως:
-22-5. (2) Επιπρόσθετα από την πιο πάνω υποχρέωση, όλοι οι ελεγχόμενοι, αιρετοί ή διορισμένοι, υποχρεούνται, εφόσον καλούνται από το Συμβούλιο Ελέγχου, να υποβάλλουν δήλωση μέσα σε περίοδο τριών μηνών από την ημερομηνία της ανάληψης του πολιτειακού τους αξιώματος ή του διορισμού τους στη συγκεκριμένη θέση και μέσα σε περίοδο τριών μηνών από την ημερομηνία της λήξης της θητείας τους ή της παραιτήσεώς τους από το αξίωμα ή τη θέση τους ή της αφυπηρετήσεώς τους από αυτό ή της για οποιοδήποτε άλλο λόγο απώλειας της ιδιότητας ή του αξιώματός τους.». 4) Αρθρο 6 Εγινε εισήγηση για την προσθήκη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1)αυτού αμέσως μετά τις λέξεις «μεταφορικά μέσα» (πρώτη γραμμή) της λέξης «συνολικής». (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.) Σημείωση: Αντί της πιο πάνω τροπολογίας, η οποία στη φιλοσοφία της έγινε δεκτή, υιοθετήθηκε η άποψη για τη διαγραφή από το τέλος της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6 της φράσης «αξίας πέραν των 10.000 έκαστο.». 5) Aρθρο 8 Εγινε εισήγηση για τη διαγραφή του εδαφίου (5) του άρθρου αυτού. (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.) Σημείωση: Υιοθετήθηκε μόνο η διαγραφή της υποπαραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου αυτού.
-23-6) Αρθρο 13 Εγινε εισήγηση για την προσθήκη στο τέλος του άρθρου αυτού του ακόλουθου νέου εδαφίου: «(3) Καταγγελία η οποία γίνεται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), δε δημοσιοποιείται με οποιοδήποτε τρόπο, προτού λήξει η έρευνα η οποία έχει αρχίσει σε σχέση με αυτή και προτού το πόρισμα της έρευνας διαβιβαστεί από το Συμβούλιο Ελέγχου στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το άρθρο 10(2).». Εισήγηση του βουλευτή κ. Μάρκου Κυπριανού.) Σημείωση: Η πιο πάνω τροπολογία έχει υιοθετηθεί, αλλά για σκοπούς καλύτερης νομοτεχνικής διατύπωσης αυτή διαμορφώνεται ως ακολούθως: «(3) Απαγορεύεται η με οποιοδήποτε τρόπο δημοσιοποίηση καταγγελίας η οποία έγινε σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), προτού ολοκληρωθεί η έρευνα η οποία έχει αρχίσει σε σχέση με αυτή και προτού το πόρισμα της έρευνας διαβιβαστεί από το Συμβούλιο Ελέγχου στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το άρθρο 10(2). (4) Σε περίπτωση που το πόρισμα της έρευνας είναι αθωωτικό για τον καταγγελθέντα, τότε η καταγγελία δε δημοσιοποιείται.». 7) Αρθρο 16 α) Εγινε εισήγηση για την προσθήκη στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού αμέσως μετά τις λέξεις «για αξίωμα» (τέταρτη γραμμή) των λέξεων «το οποίο είτε κατέχει ο καταγγελθείς ελεγχόμενος είτε». (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.)
-24- Σημείωση: Η τροπολογία αυτή υιοθετείται, αλλά με την ευκαιρία αυτή, για σκοπούς καλύτερης νομοτεχνικής διατύπωσης και ουσιαστικής εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως, αυτή διαμορφώνεται ως ακολούθως: «16 (1) Καμιά καταγγελία δε γίνεται αποδεκτή από το Συμβούλιο Ελέγχου εναντίον ελεγχομένου δώδεκα μήνες πριν από την αναμενόμενη ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών, όπως το σύνταγμα και οι οικείοι νόμοι προβλέπουν, για αξίωμα το οποίο κατέχει καταγγελθείς ελεγχόμενος ή για το οποίο ευλόγως εικάζεται ότι αυτός θα υποβάλει υποψηφιότητα.». β) Εγινε εισήγηση για τη διαγραφή της επιφύλαξης του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού. (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και Σ. Κ. ΕΔΕΚ.) Σημείωση: Η τροπολογία υιοθετείται, αλλά για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής του εδαφίου (2) αυτό διαμορφώνεται ως ακολούθως: «(2) Ερευνα η οποία έχει αρχίσει δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν έχει συμπληρωθεί παύει και κάθε καταγγελία εναντίον ελεγχομένου διαγράφεται τέσσερις μήνες πριν από τη διεξαγωγή εκλογών για αξίωμα το οποίο κατέχει ο καταγγελθείς ελεγχόμενος ή από την ημέρα εξαγγελίας της ημερομηνίας εκλογών, εφόσον το Συμβούλιο Ελέγχου έχει την πεποίθηση ότι αυτός δυνατό να υποβάλει υποψηφιότητα ή εφόσον ο ίδιος έχει ενημερώσει το Συμβούλιο Ελέγχου για την πρόθεσή του αυτή:
-25- Νοείται ότι, εφόσον ο καταγγελθείς ελεγχόμενος το ζητήσει, η έρευνα η οποία έχει αρχίσει, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, συνεχίζεται και ολοκληρώνεται πριν από την καθορισθείσα ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών.». 8) Αρθρο 19 Σημείωση: Δεν υποβλήθηκε οποιαδήποτε εισήγηση για τροποποίηση του άρθρου αυτού. Με την ευκαιρία όμως της επανεξέτασης του όλου θέματος, υιοθετήθηκε η εισήγηση για την αντικατάσταση στο άρθρο αυτό της λέξης «λειτουργία» (έκτη γραμμή) με τη λέξη «σύστασης». ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΥΙΟΘΕΤΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΟΜΙΚΩΝ 1) Αρθρο 4 α) Γίνεται εισήγηση όπως στο τέλος του άρθρου 4 απαλειφθεί το σημείο της τελείας και προστεθεί το ακόλουθο κείμενο:
-26- «οι γενικοί διευθυντές των υπουργείων και οι τμηματάρχες των υπηρεσιών και τμημάτων τους, ο πρόεδρος και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των ημικρατικών οργανισμών και οι γενικοί διευθυντές τους, οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων μέσων μαζικής ενημέρωσης, όπως ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί, εφημερίδες, περιοδικά και οι διευθυντές τους, οι μέτοχοι που κατέχουν έκαστος τουλάχιστον το δέκα τοις εκατόν του συνόλου των μετοχών εταιρειών που έχουν αντικείμενο της δραστηριότητάς τους μέσα μαζικής ενημέρωσης, όπως ορίζεται πιο πάνω, και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου όσα πρόσωπα κατείχαν παρόμοια αξιώματα ή θέσεις πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου από της εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και έπαυσαν να τα κατέχουν.». (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και του Σ.Κ. ΕΔΕΚ) Σημείωση: Μέρος της εν λόγω τροπολογίας που υιοθετήθηκε όπως εμφαίνεται στον Πρώτο Πίνακα δε συμπεριλαμβάνεται στην τροπολογία αυτή. β) Γίνεται εισήγηση για προσθήκη στο τέλος του άρθρου 4 των ακόλουθων κατηγοριών ελεγχομένων: «Οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων, οι μέτοχοι και οι γενικοί διευθυντές των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών και οι αρχισυντάκτες και εκδότες εφημερίδων και περιοδικών.». (Εισήγηση των βουλευτών κ. Α. Γαλανού, Πρ. Προδρόμου, Χρ. Ρότσα και Μ. Ματσάκη) γ) Γίνεται εισήγηση για εξαίρεση από τον κατάλογο των ελεγχομένων που προβλέπεται στο άρθρο 4 των ακόλουθων προσώπων:
-27- - «ο πρόεδρος και τα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου,». - «οι πρόεδροι και οι δικαστές των επαρχιακών δικαστηρίων, ο πρόεδρος και τα μέλη του Οικογενειακού Δικαστηρίου, ο πρόεδρος και τα μέλη του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών, οι πρόεδροι του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων και ο πρόεδρος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου,». (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΔΗΣΥ και του Σ.Κ. ΕΔΕΚ) 2) Αρθρο 5 α) Γίνεται εισήγηση για προσθήκη στο τέλος του άρθρου 5 της ακόλουθης νέας επιφύλαξης: Νοείται περαιτέρω ότι όλοι οι ελεγχόμενοι, σύμφωνα με το άρθρο 4, οι οποίοι κατείχαν αξιώματα ή θέσεις που τους προσδίδουν την ιδιότητα του ελεγχομένου, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και οι οποίοι είναι εν ενεργεία ελεγχόμενοι κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου έχουν επιπρόσθετη υποχρέωση να δηλώνουν όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 6(1), τα οποία βρίσκονταν υπό την κυριότητα και/ή την κατοχή τους δέκα χρόνια πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και η υποχρέωση αυτή αφορά ολόκληρη τη διανυθείσα μέχρι της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου περίοδο.». (Εισήγηση των βουλευτών κ. Α. Γαλανού, Πρ. Προδρόμου, Χρ. Ρότσα και Μ. Ματσάκη) β) Γίνεται εισήγηση για προσθήκη στο τέλος του άρθρου 5 της ακόλουθης νέας επιφύλαξης:
-28- «Νοείται περαιτέρω ότι πρόσωπα τα οποία κατείχαν το αξίωμα του υπουργού ή του βουλευτή και οι οποίοι κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου έχουν παύσει να είναι εν ενεργεία αξιωματούχοι έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης στο Συμβούλιο Ελέγχου, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος Νόμου, των περιουσιακών στοιχείων τα οποία είχαν υπό την κυριότητα και/ή κατοχή τους κατά το χρόνο της αρχικής αναλήψεως του συγκεκριμένου αξιώματός τους και κατά το χρόνο αποχώρησής τους από αυτό.». (Εισήγηση του βουλευτή κ. Σ. Χατζηγιάννη) 3) Αρθρο 6 Γίνεται εισήγηση για την προσθήκη στο τέλος του εδαφίου (1) της ακόλουθης νέας παραγράφου: (ζ) τα τιμαλφή, πολύτιμοι λίθοι και μέταλλα, ζωγραφικοί πίνακες και αντίκες συνολικής αξίας πέραν των 20.000 (είκοσι χιλιάδων λιρών.)». (Εισήγηση της κοινοβουλευτικής ομάδας ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις) 4) Aρθρο 8 α) Γίνεται εισήγηση για αντικατάσταση από το εδάφιο (2) αυτού της φράσης ύστερα από διαβουλεύσεις του με τα κόμματα που αντιπροσωπεύονται στη Βουλή (τρεις τελευταίες γραμμές) με τη φράση ύστερα από έγκριση της Βουλής.. (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και του Σ.Κ.ΕΔΕΚ) β) Γίνεται εισήγηση για την προσθήκη στο τέλος του εδαφίου (2) αυτού της φράσης «και με προηγούμενη Απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων.». (Εισήγηση του βουλευτή κ. Μ. Κυπριανού) 5) Αρθρο 14
-29- Γίνεται εισήγηση για τη διαγραφή από το άρθρο αυτό της φράσης χχωρίς την επίδειξη της προσήκουσας επιμέλειας» (δεύτερη και τρίτη γραμμή). Εισήγηση του βουλευτή κ. Σ. Χατζηγιάννη) 6) Άρθρο 15 Γίνεται εισήγηση για την προσθήκη στο τέλος του άρθρου αυτού της ακόλουθης επιφύλαξης: «Νοείται ότι για τη διενέργεια έρευνας σχετικά με περιουσιακά στοιχεία ελεγχομένου τα οποία δυνατόν να βρίσκονται κατατεθειμένα σε τράπεζες του εξωτερικού το Συμβούλιο Ελέγχου απαιτεί, προτού προχωρήσει στη σχετική διερεύνηση, την παροχή γραπτής συγκατάθεσης εκ μέρους του ελεγχομένου για τον οποίο διενεργείται έρευνα.». (Εισήγηση του βουλευτή κ. Σ. Χατζηγιάννη) 7) Αρθρο 17 Γίνεται εισήγηση για αρίθμηση του υφιστάμενου κειμένου ως εδαφίου (1) και προσθήκη του ακόλουθου νέου εδαφίου (2): «(2) Σε περίπτωση που η κτήση περιουσιακού οφέλους με αθέμιτα μέσα συντελέστηκε σε χρόνο προγενέστερο της έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου από πρόσωπο που κατείχε παρόμοιο αξίωμα ή θέση με ελεγχόμενο πρόσωπο, από της εγκαθιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας και εντεύθεν, και το οποίο έπαυσε να κατέχει τέτοιο αξίωμα ή θέση, το πρόσωπο αυτό υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου όσον αφορά τη διαδικασία διερεύνησης της εν λόγω πράξης, νοουμένου πως εντός έξι μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου θα υποβληθεί εναντίον του ένορκη καταγγελία στο Συμβούλιο Ελέγχου από πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας:
-30- Νοείται ότι, αν η καταγγελία που γίνεται δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι κακόβουλη ή χωρίς την επίδειξη της προσήκουσας επιμέλειας από μέρους του καταγγέλλοντος, αυτή αποτελεί αδίκημα και τιμωρείται με την ίδια ποινή που προβλέπεται στο άρθρο 14 του παρόντος Νόμου.». (Εισήγηση των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και του Σ.Κ. ΕΔΕΚ) ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Αγαπίου. Γ. ΑΓΑΠΙΟΥ: Θέμα διαδικασίας θα εγείρω, κύριε Πρόεδρε, για τον τρόπο της συζήτησης που θα επακολουθήσει. Το νομοσχέδιο αυτό θα μπορούσε να έχει δύο πτυχές: 1) γενικές απόψεις για το νομοσχέδιο και 2) υποστήριξη των τροπολογιών οι οποίες δεν είναι ομόφωνες. Εάν όλοι όσοι πήραν μέρος στη συζήτηση αλλά και οι υπόλοιποι συνάδελφοι πάρουν το λόγο, για να πουν γενικές απόψεις επί του νομοσχεδίου και μετά ο κάθε ένας να υποστηρίξει τις δικές τους απόψεις για τις τροπολογίες που δεν είναι ομόφωνες, νομίζω πως θα χρειαστούμε τρεις έως τέσσερις συνεδρίες της Βουλής, για να τελειώσει αυτό το νομοσχέδιο. Η έκθεση περιλαμβάνει τις γενικές απόψεις σχεδόν όλων μας. Εισηγούμαι να προχωρήσουμε στις τροπολογίες και κατά τη διάρκεια των τροπολογιών, για τα θέματα στα οποία διαφωνούμε, ο καθένας να λέει τις απόψεις του. Θα προχωρούσα να πω πως για κάθε τροπολογία που θα συζητείται να μιλά ένας βουλευτής από κάθε κόμμα, για να δώσουμε ένα τέλος σ αυτό το νομοθέτημα. Πρέπει κατά τη γνώμη μου να διευθετηθεί η διαδικασία συζήτησης και του όλου νομοσχεδίου και των τροπολογιών από τώρα, για να μην πελαγοδρομήσουμε. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Δημητρίου. Π. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ:
-31- Κύριε Πρόεδρε, είναι πρακτικές οι εισηγήσεις του κ. Αγαπίου, αλλά αντιλαμβάνομαι ότι θα εξαρτηθεί από τα μέλη της Βουλής κατά πόσο θα ακολουθηθούν ή όχι. Είναι μια έκκληση παρά κανόνας. Αν υπάρχουν μέλη τα οποία θέλουν να εκφραστούν γενικά, δεν μπορούμε να τους εμποδίσουμε. Θα ήθελα ως πρόεδρος της επιτροπής, μετά που θα τελειώσουν οποιεσδήποτε παρεμβάσεις διαδικαστικές, να πω λίγα λόγια σχετικά με το πώς βλέπω το πνεύμα μέσα στο οποίο θα γίνει η συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα έχουν προηγηθεί στην επιτροπή αυτή κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παπαδόπουλος. Τ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ: Και εγώ για τη διαδικασία. Συμφωνώ με την εισήγηση του κ. Αγαπίου. Θα μας απαλλάξει από πολλές ομιλίες, για να πούμε το αυταπόδεικτο, ότι κάθε ένας από εμάς εδώ υποστηρίζει την ταχύτατη έγκριση ενός τέτοιου νομοσχεδίου και αν δε γίνει αποδεκτή η εισήγηση του κ. Αγαπίου, απλώς θα συναγωνιζόμαστε ποιος είναι πιο έντονα ταγμένος υπέρ της ψήφισής του, ποιος είναι ο μεγαλύτερος ζηλωτής, όπως τους λέω εγώ, αυτού του νομοσχεδίου, έστω κι αν δεν παρουσιάστηκε στην επιτροπή, έστω και μια φορά, για να ενδιαφερθεί για την πρόοδο του νομοσχεδίου. Έχω μια τροποποιητική πρόταση στην εισήγηση του κ. Αγαπίου. Αυτός ο νόμος προνοεί ότι μετά το διορισμό των μελών της επιτροπής Ελέγχου - και δεν ξέρω πόσο σύντομα θα ολοκληρωθεί αυτό το έργο μετά την ψήφιση του νόμου, ιδιαίτερα αφού το νομοσχέδιο έχει πρόνοια μέσα «σε συνεννόηση με τη Βουλή» είτε «με έγκριση της Βουλής» και αφήνω κατά μέρους τα συνταγματικά που μπορεί να εγείρονται - τρεις μήνες μετά έχουν υποχρέωση να υποβάλουν τις εκθέσεις τους και τρεις μήνες μετά θα αρχίσει η εξέταση καταγγελιών πάνω στις εκθέσεις. Άρα, υπό τους καλύτερους οιωνούς, κι αν εγκριθεί σήμερα το νομοσχέδιο, η καλύτερη περίπτωση εξέτασης θα είναι το συντομότερο τον επόμενο χρόνο. αρχές του 2000. Και είναι εισήγησή μου, κύριε Πρόεδρε, να εγκριθεί το
-32- νομοσχέδιο, όπως έχει διαμορφωθεί, στο οποίο, όπως μας είπε ο πρόεδρος της επιτροπής Νομικών, έχουν ενσωματωθεί οι τροποποιήσεις που εν τω μεταξύ έχουν συμφωνηθεί στην επιτροπή. Άρα, παραμένουν οι εισηγήσεις στους δύο Πίνακες που επισυνάπτονται και που είναι έντονες οι διαφωνίες και είναι θέματα που κατά τη γνώμη μου δεν επηρεάζουν τη λειτουργία του νόμου. Εισήγησή μου είναι αυτές οι τροπολογίες, για τις οποίες δεν υπήρξε ομοφωνία στην επιτροπή, που δεν επηρεάζουν λειτουργικά το νόμο να παραμείνουν και να εξεταστούν από την επιτροπή με την ησυχία τους, μέχρι το Σεπτέμβριο που θα ανοίξει ξανά η Βουλή. Να εγκριθεί σήμερα το «πόθεν έσχες» όπως έχει και το υπόλοιπο να εξεταστεί το Σεπτέμβρη. Δε θα υπάρξει καμιά καθυστέρηση, αφού ο χρόνος από τώρα μέχρι το Δεκέμβρη τουλάχιστον είναι νεκρός από πλευράς έρευνας. Για ποιο λόγο, σήμερα, αυτή η Βουλή να αρχίσει να συζητά π.χ. αν θα περιληφθούν μέσα οι ιδιοκτήτες μέσων μαζικής ενημέρωσης ή όχι; Έχει επιχειρήματα υπέρ, έχει επιχειρήματα εναντίον, είναι δυνατό να εγκριθεί με κάποια σχηματική πλειοψηφία κάποια πρόνοια που να είναι αντισυνταγματική και η αντισυνταγματικότητα της πρόνοιας είναι όλο το νόμο που θα ακυρώσει. όχι ειδικά την πρόνοια εκείνη. Για παράδειγμα, τυχόν αντισυνταγματικότητα όσον αφορά την αναδρομικότητα, όταν εγώ κληθώ σε τρεις μήνες να υποβάλω - λέω εγώ, λείπει ο κ. Κατσουρίδης για να πει ότι κάνω εκβιασμό, ως παράδειγμα χρησιμοποιώ τον εαυτό μου - να γεμίσω τη φόρμα, δε θα το κάνω, επικαλούμενος ότι είναι αντισυνταγματική αυτή η πρόνοια, θα δικαστεί από το δικαστήριο και στο μεταξύ, αν κριθεί ότι έχω δίκαιο, όλος ο νόμος θα πάει περίπατο. Άρα θα κάνουμε αυτή τη συζήτηση με όλο τον κίνδυνο της ακύρωσης του νόμου, γιατί κάποιες τροπολογίες θα εγκριθούν ίσως κατά πλειοψηφία, για παράδειγμα στη δική μας την ομάδα ο καθένας θα ψηφίσει όπως θέλει πάνω σε οποιαδήποτε τροποποίηση. Επομένως, θα σχηματίζονται πλειοψηφίες όχι αναγκαστικά οι οποίες έχουν μελετηθεί από κάθε άποψη, αλλά ουσιαστικά για να εγκρίνουμε ένα νόμο που θα κινδυνεύει να ακυρωθεί. Επαναλαμβάνω την εισήγησή μου: Να μη γίνουν τοποθετήσεις, εκτός αν θέλουν σύντομες οι εκπρόσωποι των κομμάτων, για να πουν
-33- με πόσο ζήλο επιθυμούν την έγκριση αυτού του νομοσχεδίου, και μετά να εγκριθεί όπως έχει. οι συμφωνημένες πρόνοιες. Εκεί που δεν είναι ομόφωνες οι πρόνοιες, να παραπεμφθούν στην επιτροπή με τακτή προθεσμία. Τουλάχιστο θα έχουμε την ευκαιρία μέχρι τότε να μελετηθούν οι προτάσεις οι οποίες κρίνονται ότι πλήττουν τη συνταγματικότητα του νόμου. ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Χατζηγιάννης. Σ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, αρχικά είχα πρόθεση να μιλήσω επί της ουσίας και επί των τροπολογιών, αλλά, όπως ξεκίνησε τώρα το θέμα της διαδικασίας, θα κάνω μια διαφοροποιημένη προσέγγιση πάνω στη διαδικασία. Σίγουρα απορρίπτω την προσέγγιση του κ. Παπαδόπουλου, ότι μπορεί σήμερα να ψηφιστεί μία άλφα νομοθεσία, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις προτεινόμενες τροπολογίες, που κατά την άποψή μου είναι πολύ σημαντικές, απλώς για να στείλουμε κάποιο μήνυμα ότι ψηφίσαμε ένα νόμο. Κατά τη δική μου εκτίμηση χωρίς τις τροπολογίες, που θα δικαιολογήσω την υιοθέτησή τους, είναι ένα άχρηστο νομοθέτημα, δεν επιτελείται ο σκοπός. Εισηγούμαι για να μη γίνει το άλλο το οποίο φοβούμαστε όλοι, ότι θα ξεκινήσουμε επί της ουσίας και θα μιλάμε για μέρες, δε θα έβλαφτε λέω εγώ, κάτι το καλό θα έβγαινε από τη συζήτηση. Τουλάχιστο θα στέλλονταν κάποια μηνύματα, ότι υπάρχει ευαισθησία να ψηφιστεί αυτή η νομοθεσία. Κατά την άποψή μου απλώς ψηφίζεται και δε θα εφαρμοστεί ποτέ. Άρα λοιπόν, εισηγούμαι να επιτραπεί σ αυτούς που κατέθεσαν τις τροπολογίες, με περιορισμένο χρόνο αν θέλετε, να παρουσιαστούν και να υπάρξει τοποθέτηση. Δε βλέπω το λόγο γιατί να μην τοποθετηθούμε πάνω στις τροπολογίες. Αν θέλουμε λοιπόν να περισώσουμε το χρόνο, παρά το γεγονός ότι εδώ και χρόνια περίμενα να δώσω απόψεις πάνω στην ουσία του νομοσχεδίου, είμαι έτοιμος να μη μιλήσω πάνω στην ουσία, αλλά τουλάχιστο στις τροπολογίες είμαι αρνητικός στο να ψηφίσω οτιδήποτε άλλο. Η δική μου τροπολογία, που αφορά τα απόρρητα των