ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΣΤΡΟΚΩΣΤΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ Η ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΝΥΜΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ (Ν. 2190/1920) ΙΩΑΝΝΑ ΧΡ. ΤΖΑΝΕΡΡΙΚΟΥ Α.Μ. 2188/2013 Κομοτηνή, Δεκέμβριος 2016
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 6 ΜΕΡΟΣ Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 8 Ι. Γενικές Παρατηρήσεις... 8 ΙΙ. Ιστορική Εξέλιξη... 10 ΙΙΙ. Έννοια και Περιεχόμενο της εκκαθάρισης... 14 ΙV. Ο σκοπός και οι ανάγκες της εκκαθάρισης... 17 V. Η αναγκαιότητα της εκκαθάρισης... 18 VI. Έννοια πράξεων εκκαθάρισης... 20 VII. Συνέπειες της εκκαθάρισης... 21 1. Στην εσωτερική διάρθρωση της ανώνυμης εταιρείας... 21 2. Στην ικανότητα δικαίου... 21 3. Στη νομική προσωπικότητα... 22 4. Στην πτωχευτική ικανότητα... 24 5. Στην επωνυμία και τα διακριτικά γνωρίσματα... 24 6. Στις εξωτερικές σχέσεις της ανώνυμης εταιρείας... 25 ΜΕΡΟΣ B ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ.. 28 Ι. Η Γενική Συνέλευση... 28 ΙΙ. Το Διοικητικό Συμβούλιο... 29 1
ΙΙΙ. Υποδεέστερα Όργανα... 30 ΙV. Οι Ελεγκτές... 30 V. Οι Μέτοχοι... 31 VI. Οι Εκκαθαριστές... 32 1. Έννοια... 32 2. Διορισμός των Εκκαθαριστών... 36 α. Το Διοικητικό Συμβούλιο ως εκ του νόμου εκκαθαριστής... 36 β. Διορισμός των εκκαθαριστών από την Γενική Συνέλευση... 37 γ. Διορισμός των εκκαθαριστών από το Δικαστήριο... 39 3. Ανάκληση Αντικατάσταση Παραίτηση... 42 4. Εξουσίες των εκκαθαριστών... 44 α. Διαχειριστική Εξουσία... 44 β. Εκπροσωπευτική Εξουσία... 45 5. Τρόπος λήψης αποφάσεων... 47 6. Αμοιβή... 49 7. Ευθύνη των εκκαθαριστών... 50 α. Έναντι της εταιρείας και των μετόχων της... 50 β. Έναντι των τρίτων... 51 γ. Έναντι του Δημοσίου... 52 ΜΕΡΟΣ Γ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ... 55 2
Ι. Υποχρέωση των εκκαθαριστών για απογραφή και σύνταξη ισολογισμού κατά την έναρξη της εκκαθάρισης... 55 ΙΙ. Σύνταξη ετησίων οικονομικών καταστάσεων... 60 ΙΙΙ. Ενημέρωση για την πορεία της εκκαθάρισης... 61 ΙV. Οι τυπολογικές πράξεις εκκαθάρισης... 61 1. Περάτωση των εκκρεμών υποθέσεων... 61 2. Ενέργεια νέων πράξεων... 63 3. Χρονική αναστολή εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας... 64 4. Ρευστοποίηση της εταιρικής περιουσίας... 67 α. Πώληση της εταιρικής επιχείρησης ως συνόλου... 67 β. Εισφορά της εταιρικής επιχείρησης... 68 αα. Συγχώνευση της υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρείας... 68 ββ. Διάσπαση της υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρείας... 69 5. Εξόφληση χρεών... 70 6. Είσπραξη απαιτήσεων... 72 7. Απόδοση των εισφορών στους μετόχους... 74 8. Διανομή του προϊόντος εκκαθάρισης... 75 ΜΕΡΟΣ Δ Η ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣΒΑΣΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 1913 επ. Α.Κ.... 78 Ι. Γενικές Παρατηρήσεις... 78 ΙΙ. Η διαδικασία διενέργειας της εκκαθάρισης βάσει των άρθρων 1913 επ. Α.Κ.... 80 3
ΜΕΡΟΣ Ε ΧΡΟΝΙΚΟΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ... 86 Ι. Το προϊσχύον καθεστώς... 86 ΙΙ. Το ισχύον καθεστώς... 90 1. Ανάγκη ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης και τα χρονικά όρια αυτής... 90 2. Έγκριση του σχεδίου επιτάχυνσης από την Γενική Συνέλευση... 91 3. Έγκριση του σχεδίου επιτάχυνσης από το Δικαστήριο... 92 ΜΕΡΟΣ ΣΤ Η ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΛΥΘΕΙΣΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ... 95 ΜΕΡΟΣ Ζ ΠΕΡΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ... 99 Ι. Γενικές Παρατηρήσεις... 99 ΙΙ. Σύνταξη των τελικών οικονομικών καταστάσεων... 99 ΙΙ. Η διαγραφή της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ.... 101 ΙΙΙ. Υποχρέωση φύλαξης των Βιβλίων και Στοιχείων της εταιρείας... 105 ΜΕΡΟΣ Η ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΑΤΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ... 107 Ι. Διαγραφή της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ.... 107 ΙΙ. Παύση της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας... 110 ΙΙΙ. Απόσβεση του δικαιώματος επί των διακριτικών γνωρισμάτων... 110 1. Επί του σήματος... 110 4
2. Επί της εταιρικής επωνυμίας και του διακριτικού τίτλου... 112 ΙV. Απόσβεση λοιπών σχέσεων... 112 ΜΕΡΟΣ Θ ΕΠΑΝΑΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ - ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ... 114 ΜΕΡΟΣ Ι ΤΕΛΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ... 119 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 122 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ... 126 ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ... 127 ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ... 128 5
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Α.Ε. Α.Κ. Α.N. ΑΠ άρθρ. Αρμ. ΑρχΝ ΑχΝομ Β.Δ. Βλ. Γ.Ε.ΜΗ. ΓνμδΝΣΚ ΔιΔικ ΔΕΕ ΔΕφΑθ ΔικΑΕ Δ.Ο.Υ. ΔΠρΘεσ ΔΠρΚαβ ΔΠρΠειρ ΔΦΝ εδ. ΕΔΚΑ ΕΕΔ ΕΕΝ ΕΕμπΔ ΕιρΑθ ΕισΝΑΚ ΕλλΔ/νη ΕμπΝ ΕΟΚ επ. Ε.Π.Ε. επιμ. ΕπισκΕΔ ΕφΑΔ ΕφΑθ ΕφΔωδ ΕφΘεσ ΕφΘρ Ανώνυμη Εταιρεία Αστικός Κώδικας Αναγκαστικός Νόμος Άρειος Πάγος άρθρο Αρμενόπουλος (περιοδικό) Αρχείο Νομολογίας (περιοδικό) Αχαϊκή Νομολογία (περιοδικό) Βασιλικό Διάταγμα Βλέπε Γενικό Εμπορικό Μητρώο Γνωμοδότηση Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Διοικητική Δίκη (περιοδικό) Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιρειών (περιοδικό) Διοικητικό Εφετείο Αθηνών Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρείας Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Διοικητικό Πρωτοδικείο Καβάλας Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιώς Δελτίο Φορολογικής Νομολογίας (περιοδικό) εδάφιο Επιθεώρηση Δικαίου Κοινωνικών Ασφαλίσεων (περιοδικό) Επιθεώρηση Εργατικού Δικαίου (περιοδικό) Εφημερίς των Ελλήνων Νομικών (περιοδικό) Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου (περιοδικό) Ειρηνοδικείο Αθηνών Εισαγωγικός Νόμος Αστικού Κώδικα Ελληνική Δικαιοσύνη (περιοδικό) Εμπορικός Νόμος Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα Επόμενα Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης Επιμέλεια Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου (περιοδικό) Εφαρμογές Αστικού Δικαίου (περιοδικό) Εφετείο Αθηνών Εφετείο Δωδεκανήσων Εφετείο Θεσσαλονίκης Εφετείο Θράκης 6
ΕφΛαρ Εφετείο Λάρισας ΕφΠατρ Εφετείο Πατρών ΕφΠειρ Εφετείο Πειραιώς κ.α. και άλλα Κ.Β.Σ. Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων Κ.Δ.Δ. Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας κ.λ.π. και λοιπά Κ.Ν. Κωδικοποιημένος Νόμος Κ.Πολ.Δ. Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Κ.Φ.Δ. Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας ΛΟΓ. Λογιστής (περιοδικό) Μ.Α.Ε. Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών ΜΠρΑθ Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ΜΠρΒολ Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου ΜΠρΖακ Μονομελές Πρωτοδικείο Ζακύνθου ΜΠρΗρακλ Μονομελές Πρωτοδικείο Ηρακλείου ΜΠρΘεσ Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης ΜΠρΙωανν Μονομελές Πρωτοδικείο Ιωαννίνων ΜΠρΚαβ Μονομελές Πρωτοδικείο Καβάλας ΜΠρΚατ Μονομελές Πρωτοδικείο Κατερίνης ΜΠρΠειρ Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς ΜΠρΡοδ Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου ΜΠρΣυρ Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου Ν. Νόμος Ν.Δ. Νομοθετικό Διάταγμα ΝοΒ Νομικό Βήμα (περιοδικό) ΝΟΜΟΣ Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΣΚ Νομικό Συμβούλιο του Κράτους π.χ. παραδείγματος χάριν παραγρ. παράγραφος Π.Δ. Προεδρικό Διάταγμα ΠΠρΑθ Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών ΠΠρΚαβ Πολυμελές Πρωτοδικείο Καβάλας ΠΠρΠειρ Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς ΠτΚ Πτωχευτικός Κώδικας ΣΑΤ Σύστημα Άυλων Τίτλων σελ. σελίδα ΣτΕ Συμβούλιο της Επικρατείας στοιχ. στοιχείο Συντ. Σύνταγμα Τ.Α.Ε.-Ε.Π.Ε. Τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης Τ.Ν.Π. Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Φ.Ε.Κ. Φύλλο Εφημερίδος Κυβερνήσεως ΦΠΑ Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ΧρΙΔ Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου (περιοδικό) 7
ΜΕΡΟΣ Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ι. Γενικές Παρατηρήσεις Οι σύγχρονες ανάγκες της οικονομίας επιβάλλουν την δημιουργία μεγάλων επιχειρήσεων με σημαντικά κεφάλαια στη διάθεσή τους και με μακρόχρονη προοπτική. Η ανώνυμη εταιρεία φαίνεται ότι μπορεί να καλύψει αυτές τις ανάγκες λόγω των πολλαπλών πλεονεκτημάτων, που συγκεντρώνει. Η ανώνυμη εταιρεία αποτελεί το στήριγμα του συστήματος της ελεύθερης οικονομίας. Η ανώνυμη εταιρεία είναι μια εμπορική εταιρεία με νομική προσωπικότητα, η οποία ανήκει στις κεφαλαιουχικές εταιρείες. Κάθε πρόσωπο, το οποίο καταβάλει ένα χρηματικό ποσό, που αντιστοιχεί σε ένα τουλάχιστον από τα ίσα τμήματα ίσης αξίας, στα οποία διαιρείται, νοητά, το κεφάλαιο της εταιρείας, αποκτά την εταιρική ιδιότητα, δηλαδή γίνεται μέτοχος. Η εταιρική ιδιότητα ενσωματώνεται σε έγγραφα, τα οποία ονομάζονται μετοχές και είναι συνήθως μεταβιβαστά. Δικαιούχοι των εγγράφων αυτών είναι οι μέτοχοι. Όταν πρόκειται για ανώνυμες εταιρείες, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η εταιρική ιδιότητα δεν ενσωματώνεται σε έγγραφο, αλλά οι μετοχές λαμβάνουν άυλη μορφή και καταχωρούνται σε ηλεκτρονικά αρχεία, τα οποία συγκροτούν το Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ). Τα πρόσωπα των μετόχων μεταβάλλονται διαρκώς, λόγω της ευχερούς μεταβίβασης των μετοχών σε άλλους δικαιούχους. Τέλος, οι μέτοχοι δεν έχουν ευθύνη για τα χρέη της εταιρείας, διότι γι αυτά ευθύνεται μόνον η ίδια η εταιρεία με την περιουσία της. Όπως για κάθε εμπορική εταιρεία με νομική προσωπικότητα, έτσι και για τις ανώνυμες εταιρείες, για ορισμένους λόγους, που προβλέπονται από το νόμο, λύση συνιστά, η οριστική παύση της δραστηριότητας της εταιρείας προς επιδίωξη του εταιρικού της σκοπού και η μετάπτωσή της στο στάδιο εκκαθάρισης, μετά το πέρας του οποίου περατώνεται και η εταιρεία ως νομικό πρόσωπο. Οι λόγοι λύσης της ανώνυμης εταιρείας ανταποκρίνονται στον κεφαλαιουχικό της χαρακτήρα και τη σωματειακή της δομή. Για τον λόγο αυτό τα γεγονότα που 8
επέρχονται στο πρόσωπο των μετόχων 1 ή η μονομερής δήλωση μετόχου για λύση της εταιρείας με καταγγελία δεν αποτελούν λόγο λύσης. Ειδικότερα, οι λόγοι λύσεως της ανώνυμης εταιρείας, που προβλέπονται, αποκλειστικά, στο άρθρο 47α παραγρ. 1 του Κ.Ν. 2190/1920, είναι οι ακόλουθοι : 1. Η πάροδος του χρόνου διάρκειας της εταιρείας, όπως αυτή ορίζεται στο καταστατικό της. Με τη συμπλήρωση του χρόνου διάρκειας και χωρίς την τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας, η εταιρεία λύεται αυτομάτως, αποκλειόμενης της δυνατότητας σιωπηρής παρατάσεως (άρθρο 47α παραγρ. 1α). 2. Η περί προώρου λύσεως της εταιρείας απόφαση της καταστατικής Γενικής Συνέλευσης, η οποία συνιστά τροποποίηση του καταστατικού 2 (άρθρο 47α παραγρ. 1β). 3. Η κήρυξη της πτώχευσης της ανώνυμης εταιρείας 3 (άρθρο 47α παραγρ. 1γ). 4. Υπό το προϊσχύον καθεστώς, τα άρθρα 18 και 48α Κ.Ν. 2190/1920 αριθμούσαν τις περιπτώσεις που η εποπτεύουσα αρχή είχε δικαίωμα να ανακαλέσει την άδεια συστάσεως της ανώνυμης εταιρείας. Μετά την αντικατάστασή τους από τα άρθρα 56 και 57 του Ν. 3604/2007, το δικαίωμα της ανακλήσεως καταργήθηκε. Τα νέα άρθρα 48 και 48α καθιερώνουν, πλέον, τη λύση της ανώνυμης εταιρείας με δικαστική απόφαση, ύστερα από αίτηση είτε του έχοντος έννομο συμφέρον (άρθρο 48) είτε των μετόχων (άρθρο 48α). Ανάμεσα δε σ αυτούς που έχουν έννομο συμφέρον να ζητήσουν από το δικαστήριο τη λύση της ανώνυμης εταιρείας είναι και η εποπτεύουσα αρχή, δηλαδή ο Υπουργός Ανάπτυξης ή ο Νομάρχης. 5. Το άρθρο 47 Κ.Ν. 2190/1920 προβλέπει επίσης, την υποχρεωτική σύγκληση, εντός έξι (6) μηνών, της Γενικής Συνέλευσης από το Διοικητικό Συμβούλιο, η οποία μπορεί να αποφασίσει την διάλυση της εταιρείας, σε περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της γίνει κατώτερο από το μισό (1/2) του μετοχικού κεφαλαίου. Διευκρινίζεται ότι η συγκέντρωση όλων των μετοχών της ανώνυμης εταιρείας σε ένα πρόσωπο, είτε φυσικό είτε νομικό, δηλαδή εάν η εταιρεία καταστεί μονοπρόσωπη, δεν αποτελεί λόγο λύσεως αυτής. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 Κ.Ν. 2190/1920, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 Ν. 3604/2007, ορίζει ότι η ανώνυμη εταιρεία μπορεί να ιδρυθεί και από ένα μόνο πρόσωπο ή να καταστεί 1 Όπως για παράδειγμα ο θάνατος ή η πτώχευση του μετόχου. 2 Άρθρο 29 παραγρ. 3 και 34 παραγρ. 1 εδ. ε Κ.Ν. 2190/1920. 3 Βλέπε άρθρο 96ΠτΚ. 9
μονοπρόσωπη εκ των υστέρων με τη συγκέντρωση όλων των μετοχών σε ένα μόνο πρόσωπο (φυσικό ή νομικό). Η επέλευση, όμως, ενός από τους ως άνω λόγους λύσης δεν έχει ως συνέπεια την άμεση εξαφάνιση τη ανώνυμης εταιρείας από το νομικό κόσμο. Η ανώνυμη εταιρεία μετά τη λύση της εισέρχεται στο στάδιο της εκκαθάρισης (άρθρο 47α παραγρ. 3 εδ. 1 Κ.Ν. 2190/1920), κατά την διάρκεια του οποίου και μέχρι την περάτωσή του εξακολουθεί να υφίσταται ως νομικό πρόσωπο. 4 Η μόνη μεταβολή που επέρχεται με τη λύση είναι η αλλαγή του σκοπού της εταιρείας. 5 Από τη λύση, δηλαδή, παύει η εταιρεία να λειτουργεί για την επίτευξη του σκοπού που ορίζεται στο καταστατικό της και υφίσταται μόνο για τους σκοπούς της εκκαθάρισης. Το νομικό πλαίσιο που ρυθμίζει το δίκαιο της εκκαθάρισης της ανώνυμης εταιρείας είναι ανεπαρκές, όπως θα αναλυθεί κατωτέρω, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται αρκετά ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου. ΙΙ. Ιστορική Εξέλιξη Στη χώρα μας η ανώνυμη εταιρεία εισήχθη, για πρώτη φορά, με τον γαλλικό εμπορικό κώδικα (άρθρα 29-37, 40, 45 ΕμπΝ), σε υποτυπώδη μορφή. Το βασικό νομοθέτημα, που αργότερα ρύθμισε την ανώνυμη εταιρεία, είναι ο Κ.Ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», ο οποίος αποτελεί και σήμερα την κύρια πηγή του δικαίου της ανώνυμης εταιρείας. Ο νόμος αυτός υπέστη κατά καιρούς διάφορες τροποποιήσεις και συμπληρώθηκε αρκετές φορές. Τις σημαντικότερες τροποποιήσεις επέφερε ο Ν. 1644/1951 «περί κυρώσεως, τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 1527/1950 περί μετατροπής των ανωνύμων μετοχών των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών εις ονομαστικάς», ο οποίος καθιέρωσε την ονομαστικοποίηση των μετοχών. Στη συνέχεια όμως, με το Ν.Δ. 3350/1955 «περί καταργήσεως της ονομαστικοποιήσεως των μετοχών», η ρύθμιση του Ν. 1644/1951 καταργήθηκε. Ακολούθησαν το Ν.Δ. 3562/1956 «περί υπαγωγής των ανωνύμων εταιρειών υπό την διοίκησιν και μεταχείρισιν των πιστωτών και θέσεως αυτών υπό ειδικήν εκκαθάρισιν» και το Ν.Δ. 4237/1962 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του 4 Άρθρο 72 Α.Κ. 5 ΕφΑθ 3614/1988, ΕΕμπΔ 1989, σελ. 428. 10
Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών και άλλων τινών διατάξεων». Έπειτα ακολούθησε το Π.Δ. 532/1970, με το οποίο η αρμοδιότητα για την εποπτεία των κοινών ανωνύμων εταιρειών μεταφέρθηκε από τον Υπουργό Εμπορίου στους κατά τόπον αρμόδιους νομάρχες. Με το Π.Δ. 409/1986 επήλθαν νέες σοβαρές τροποποιήσεις στον Κ.Ν. 2190/1920, αυτή την φορά όμως, προς την κατεύθυνση εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας για τις ανώνυμες εταιρείες με το κοινοτικό δίκαιο και συγκεκριμένα, με τις : πρώτη (68/151/ΕΟΚ), δεύτερη (77/91/ΕΟΚ), τέταρτη (78/660/ΕΟΚ) και εν μέρει την έβδομη (83/349/ΕΟΚ) εταιρική Οδηγία. Η πρώτη Οδηγία αφορά την δημοσιότητα, την δέσμευση της εταιρείας από τις ενέργειες των οργάνων της και τους λόγους ακυρότητας της ανώνυμης εταιρείας, η δεύτερη, τη σύσταση, την διατήρηση και τις μεταβολές του μετοχικού κεφαλαίου, η τέταρτη, τους ετήσιους λογαριασμούς και η έβδομη, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις των συνδεδεμένων επιχειρήσεων. Το Π.Δ. 498/1987 προχώρησε σε περαιτέρω εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου προς το κοινοτικό, καθώς με αυτό αναπροσαρμόστηκεμε την τρίτη εταιρική Οδηγία για τις συγχωνεύσεις ανωνύμων εταιρειών (82/891/ΕΟΚ) και την έβδομη, για τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, καθώς εισήγαγε και εν μέρει νέες προσαρμογές με την πρώτη, τη δεύτερη και την τέταρτη εταιρική Οδηγία. Στη συνέχεια, ο Κ.Ν. 2190/1920 τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 15/1989, το οποίο εναρμόνισε το ελληνικό δίκαιο με την όγδοη εταιρική Οδηγία (84/253/ΕΟΚ), η οποία αφορά τη χορήγηση άδειας στα πρόσωπα, που αναλαμβάνουν το νόμιμο έλεγχο των λογιστικών καταστάσεων της εταιρείας. Στη συνέχεια, το Π.Δ. 56/1991 προσάρμοσε τη νομοθεσία προς το άρθρο 15 παραγρ. 4 της δεύτερης εταιρικής Οδηγίας. Ο Ν. 2065/1992 για την αναμόρφωση της άμεσης φορολογίας και άλλες διατάξεις, με το άρθρο 38 είχε καθορίσει ως κατώτερο όριο του μετοχικού κεφαλαίου των ανωνύμων εταιρειών οι 10.000.000 δραχμές. Με τα Π.Δ. 325/1994 και 326/1994 η ελληνική νομοθεσία προσαρμόστηκε με τις Οδηγίες 90/604/ΕΟΚ και 90/605/ΕΟΚ για τους ετήσιους λογαριασμούς και ενοποιημένους λογαριασμούς,αντίστοιχα,και τροποποιήθηκαν τα άρθρα 42α, 43α, 43β και 103, όπως επίσης και τα άρθρα 90 επ. Κ.Ν. 2190/1920. Με το Π.Δ. 382/1994 ο Κ.Ν. 2190/1920 προσαρμόστηκε με τις διατάξεις της Οδηγίας 89/117/ΕΟΚ για τις υποχρεώσεις δημοσίευσης των λογιστικών καταστάσεων των εγκατεστημένων σε ένα κράτος μέλος υποκαταστημάτων των 11
πιστωτικών ιδρυμάτων, που έχουν την έδρα τους εκτός αυτού του κράτους μέλους (άρθρα 50γ, 50δ, 50ε). Επίσης, τροποποιήσεις στον Κ.Ν. 2190/1920, επέφεραν ο Ν. 2286/1995 «Προμήθειες του δημόσιου τομέα και ρυθμίσεις συναφών θεμάτων» σχετικά με τον τρόπο αποτίμησης των συμμετοχών και χρεογράφων, ο Ν. 2339/1995 «Τροποποίηση και συμπλήρωση του Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών, όπως κωδικοποιήθηκε σε ενιαίο κείμενο με το Β.Δ. 174/1963 (ΦΕΚ 37 Α /30-03-1963) και προσαρμόστηκε προς το Κοινοτικό Δίκαιο με τα Π.Δ. 409/1986, 498/1987 και όπως ισχύει σήμερα, και άλλες διατάξεις», ο οποίος επέφερε σημαντικές και εκτεταμένες τροποποιήσεις σε ένα ευρύ φάσμα διατάξεων του Κ.Ν. 2190/1920, ο Ν. 2386/1996 «Ρυθμίσεις θεμάτων εθνικών κληροδοτημάτων, δημοσίων και ανταλλάξιμων κτημάτων και άλλες διατάξεις», σχετικά και πάλι με τον τρόπο αποτίμησης συμμετοχών και χρεογράφων και ο Ν. 2579/1998 «Φορολογικές διαρρυθμίσεις και άλλες διατάξεις», με τον οποίο αναπροσαρμόστηκε το κατώτερο όριο του μετοχικού κεφαλαίου των ανωνύμων εταιρειών στις 20.000.000 δραχμές. Στη συνέχεια, ο Ν. 2837/2000 «Ρύθμιση θεμάτων Ανταγωνισμού Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, Τουρισμού και άλλες διατάξεις» τροποποίησε μεταξύ άλλων το άρθρο 9 του Κ.Ν. 2190/1920, ενώ με το Ν. 2842/2000 «Λήψη συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή των Κανονισμών (ΕΚ) 1103/97/974198 και 2866198 του Συμβουλίου, όπως ισχύουν σχετικά με την εισαγωγή του ευρώ» μετατράπηκαν τα χρηματικά ποσά που αναφέρονται στην ανώνυμη εταιρεία από δραχμές σε ευρώ και ρυθμίστηκε η μετάβαση στο νέο καθεστώς. Περαιτέρω, το Π.Δ. 60/2001 με τον τίτλο «Προσαρμογή του Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών, όπως ισχύει, προς τις διατάξεις της Οδηγίας του Συμβουλίου 92/101/ΕΟΚ της 23 ης Νοεμβρίου 1992 για την τροποποίηση της Οδηγίας 77/91/ΕΟΚ αναφορικά μετη σύσταση της ανώνυμης εταιρείας και στη διατήρηση και τις μεταβολές του κεφαλαίου της», επέφερε μεταβολές σε θέματα ανάληψης και κατοχής μετοχών της ανώνυμης εταιρείας. Μεταβολές σε διάφορες διατάξεις του Κ.Ν. 2190/1920 επέφεραν επίσης, ο Ν. 2892/2001 «Ελαφρύνσεις στη φορολογία κεφαλαίου και άλλες διατάξεις», ο Ν. 2919/2001 «Σύνδεση έρευνας και τεχνολογίας με την παραγωγή και άλλες διατάξεις», ο Ν. 2941/2001 «Απλοποίηση διαδικασιών ίδρυσης εταιρειών, αδειοδότησης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,. Άλλες διατάξεις», ο Ν. 2992/2002 «Μέτρα για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και την ανάπτυξη της 12
επιχειρηματικότητας και άλλες διατάξεις», ο Ν. 3156/2003 «Ομολογιακά δάνεια, τιτλοποίηση απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα και άλλες διατάξεις». Ωστόσο πιο σημαντικός είναι ο πρόσφατος Ν. 3604/2007 «Αναμόρφωση και τροποποίηση του Κ.Ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών και άλλες διατάξεις», ο οποίος τροποποίησε ένα ευρύ φάσμα ρυθμίσεων του Κ.Ν. 2190/1920 και επιχείρησε να καταστήσει το δίκαιο της ανώνυμης εταιρείας περισσότερο ενδοτικό και ευέλικτο. Όσον αφορά την εκκαθάριση, με εξαίρεση τις τροποποιήσεις του Ν.2339/1995 και Ν.3604/2007, δεν έτυχε ποτέ ιδιαίτερα λεπτομερειακής νομοθετικής ρύθμισης, ούτε εκτεταμένης νομολογιακής αντιμετώπισης, σε αντίθεση με άλλα ζητήματα, που αφορούν κυρίως την ίδρυση και τη λειτουργία της ανώνυμης εταιρείας, για τα οποία, είτε έχουν δοθεί νομοθετικές λύσεις, είτε έχουν διατυπωθεί συμπεράσματα από νομολογία και θεωρία ομοφώνως αποδεκτά 6. Ειδικότερα, η εκκαθάριση στην ανώνυμη εταιρεία ρυθμίζεται από το άρθρο 49 Κ.Ν. 2190/1920, καθώς και τα άρθρα 47α επ. Κ.Ν. 2190/1920, στα οποία έγιναν σημαντικές τροποποιήσεις, τόσο με το Ν. 2339/1995, όσο και με το Ν. 3604/2007. Το Π.Δ. 409/1986 δεν επέφερε καμία μεταβολή στην διάταξη αυτή. Η διάταξη αυτή ήταν και η μόνη που ρύθμιζε, έστω και ατελώς, την διαδικασία εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας και επέβαλε στους εκκαθαριστές υποχρεώσεις για απογραφή της εταιρικής περιουσίας και σύνταξη ισολογισμών κατά την έναρξη, διάρκεια και λήξη της εκκαθάρισης. Δηλαδή, η διάταξη αυτή ρύθμιζε σχεδόν αποκλειστικά τη λογιστική παρακολούθηση της εκκαθάρισης και όχι την κύρια διεξαγωγή της εκκαθάρισης. Πιο συγκεκριμένα, με το άρθρο 14 του Ν. 2339/1995 αντικαταστάθηκαν οι παραγρ. 4 και 5 του άρθρου 49 και προστέθηκαν νέες παραγρ. 6 και 7. Η νέα αυτή νομοθετική ρύθμιση, η οποία αναμφισβήτητα επηρεάστηκε από τη ρύθμιση του άρθρου 49 παραγρ. 2 Ν. 3190/1955, ήταν αναγκαία, διότι το προϊσχύον νομικό καθεστώς είχε προκαλέσει αρκετές αμφισβητήσεις στην θεωρία και νομολογία σχετικά με την αναζήτηση εκείνων των διατάξεων που ανταποκρίνονται στην πλήρωση του δικαίου της εκκαθάρισης της ανώνυμης εταιρείας. Ειδικότερα, λόγω της γενικής αδυναμίας και της ατέλειας του προϊσχύοντος καθεστώτος να 6 Αυγητίδης Δ., Η λύση της Ανώνυμης Εταιρίας σε «Ζητήματα από το νέο δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρίας (επιμ. Μ. Μαρίνου)», Αθήνα 2009, σελ. 456, Παπαγιάννης Ι., Δίκαιο Ανωνύμων Εταιριών: Κατ άρθρο ερμηνεία κώδικα νόμων 2190/1920 περί Ανωνύμων Εταιριών, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 636. 13
ικανοποιήσει όχι μόνο την περάτωση των εκκρεμών σχέσεων, αλλά και την επίλυση βασικών θεμάτων οργάνωσης και διαδικασίας εκκαθάρισης, κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται αφενός μεν, στη θεσμοθετημένη δομή του εταιρικού τύπου της ανώνυμης εταιρείας και αφετέρου, να συμβιβάζεται με τη μετενέργεια που επιφέρει η λύση στη μεταβολή του εταιρικού σκοπού. Για την πλήρωση, λοιπόν, των κενών του δικαίου της εκκαθάρισης, κατά μία άποψη υποστηριζόταν η αναλογική εφαρμογή των άρθρων 777 επ. Α.Κ., ενώ κατ άλλη, άποψη υποστηριζόταν η αναλογική εφαρμογή των άρθρων 72-76 Α.Κ. σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1913 επ. Α.Κ. περί δικαστικής εκκαθάρισης της κληρονομίας. Κατά τρίτη άποψη, η οποία θεωρείτο πιο συμβατή με την δομή του εταιρικού τύπου της ανώνυμης εταιρείας και την εκκαθάριση, υποστηριζόταν η αναλογική εφαρμογή των άρθρων 46 επ. Ν. 3190/1955. Στη συνέχεια με την εισαγωγή του Ν. 3604/2007 ελήφθησαν μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος της καθυστέρησης ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης. Σύμφωνα με τη νέα παραγρ. 6 του άρθρου 49 Κ.Ν. 2190/1920, ο εκκαθαριστής υποχρεούται,ύστερα από την παρέλευση πενταετίας από την έναρξη της εκκαθάρισης, να υποβάλει στην Γενική Συνέλευση σχέδιο επιτάχυνσης και περάτωσης της εκκαθάρισης. Αν η Γενική Συνέλευση εγκρίνει το σχέδιο, η εκκαθάριση ολοκληρώνεται σύμφωνα με αυτό, χωρίς να τίθεται ζήτημα ευθύνης των εκκαθαριστών, διαφορετικά μπορεί να υποβληθεί το σχέδιο στην κρίση του δικαστηρίου. Το χρονικό διάστημα μετά το 2007 και μέχρι σήμερα, έχει να επιδείξει και αυτό νομοθετική παραγωγή. Όπως και στο παρελθόν, τα νέα νομοθετήματα είτε παρεμβαίνουν ευθέως στο κείμενο του Κ.Ν. 2190/1920, είτε διαμορφώνουν ένα νέο νομοθετικό περιβάλλον εκτός του νόμου αυτού, που επηρεάζει και την ανώνυμη εταιρεία. Όμως, οι διατάξεις που ρυθμίζουν την διαδικασία της εκκαθάρισης των ανωνύμων εταιρειών δεν υπέστησαν καμία τροποποίηση μετά το Ν. 3604/2007. ΙΙΙ. Έννοια και Περιεχόμενο της εκκαθάρισης Η εκκαθάριση είναι το τελευταίο στάδιο του βίου της ανώνυμης εταιρείας 7, στο οποίο εισέρχεται αυτοδικαίως μετά τη λύση της, όπως ρητά ορίζεται στο άρθρο 47α 7 Παμπούκης Κ., Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρίας, Τεύχος Α, Γ έκδοση, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 227. 14
παραγρ. 3 Κ.Ν. 2190/1920, εκτός αν η λύση της οφείλεται σε πτώχευση 8, οπότε και εφαρμόζεται η πτωχευτική διαδικασία 9. Ως εκκαθάριση, λοιπόν, ορίζεται το καθεστώς, στο οποίο βρίσκεται η ανώνυμη εταιρεία μετά τη λύση της 10, στην περίπτωση φυσικά που με αυτή δεν περατώνεται αμέσως. Από το νόμο δεν προκύπτει σαφής ορισμός του περιεχομένου της εκκαθάρισης και για τον λόγο αυτό αποτέλεσε αντικείμενο επεξεργασίας και διαμόρφωσης από την θεωρία. Σε κάθε εταιρεία, εκτός από την εσωτερική και την εξωτερική λειτουργία της, διακρίνουμε ακόμη δύο, την παραγωγική λειτουργία και την εκκαθάριση. Η παραγωγική λειτουργία, που προηγείται της εκκαθάρισης, κατευθύνεται προς την επιδίωξη του εταιρικού σκοπού, όπως ορίζεται στο καταστατικό της. Η δεύτερη που ακολουθεί, δηλαδή η εκκαθάριση, τείνει να περατώσει τις σχέσεις που δημιουργήθηκαν κατά την παραγωγική λειτουργία, να απαλλάξει την εταιρεία από αυτές και να της επιτρέψει να φτάσει στο τέλος της και να πάψει να υπάρχει. Οι δύο αυτές λειτουργίες αποτελούν για την εταιρεία τους μόνους δυνατούς και εναλλακτικούς τρόπους ύπαρξης. Η εκκαθάριση, λοιπόν, είναι τρόπος ύπαρξης της εταιρείας, όπως ακριβώς και η παραγωγική λειτουργία. Για το λόγο αυτό συντελείται και η εκκαθάριση αποκλειστικά με βάση το εταιρικό δίκαιο. Είναι μια λειτουργία με έννοια καθαρά τεχνική, η οποία περιέχει μια σειρά από πράξεις. Συνεπώς, ως εκκαθάριση, νοείται αφενός μεν το νομικό καθεστώς στο οποίο περιέρχεται η εταιρεία μετά τη λύση της, ανεξάρτητα από το λόγο που την προκάλεσε και αφετέρου περιλαμβάνει το σύνολο των νομικών και υλικών πράξεων, με τις οποίες επιδιώκονται η απόσβεση κάθε εκκρεμούς νομικής σχέσης της ανώνυμης εταιρείας, η αποσύνθεση του εταιρικού δεσμού των μετόχων, αλλά και η εξαφάνιση της ανώνυμης εταιρείας από τη νομική και συναλλακτική ζωή 11.Σύμφωνα, 8 Σύμφωνα με τον Πασσιά Ι., Το Δίκαιον της ανωνύμου εταιρείας, Τόμος Β, Αθήνα 1969 σελ. 1016, και η πτώχευση αποσκοπεί στην «εκκαθάριση» της περιουσίας του πτωχεύσαντος και μέσω αυτής στην ικανοποίηση των δανειστών του, ωστόσο δεν περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας ούτε τη διανομή. 9 ΣτΕ 2791/1994 Δ/ΔΙΚΗ 1995, σελ. 686, ΑΠ 186/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 146/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 994/2010 ΔΕΕ 2010, σελ. 790, ΕφΑθ 660/2007 ΕλλΔ/νη 2007, σελ. 895, ΕφΑθ 5806/2004 ΔΕΕ 2005, σελ. 178, ΕφΑθ 4414/2000 ΕλλΔ/νη 2002, σελ. 1479. 10 Ρούσσος Κ., Δίκαιο Νομικών Προσώπων, Αθήνα 2010, σελ. 365, Σκούρας Θ. σε ΔικΑΕ(2005), άρθρο 49, αριθμ. 5, σελ. 95. 11 Kotsiris L., Greek Company Law, Αθήνα Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 163, Αλεξανδρίδου Ε., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών : Προσωπικές & Κεφαλαιουχικές Εταιρίες, Αθήνα 2012, σελ. 553, Βενιέρης Ι. σε ΔικΑΕ, Τόμος Β (άρθρα 36-143 Ν.2190/1920), Γ έκδοση, Αθήνα 2010, άρθρο 49, αριθμ. 1, σελ. 1891, Δέλλιος Γ. σε Γεωργιάδη Α., Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα (άρθρα 1-946), Αθήνα 2010, σελ. 15
μάλιστα,με τον ορισμό του Τσιριντάνη, η εκκαθάριση αποτελεί την οικονομική αποσύνθεση της ανώνυμης εταιρείας, καθώς αφορά την εταιρική περιουσία, σε αντίθεση με τη λύση, που αφορά τον δεσμό μεταξύ των εταίρων 12. Οι νομικές και υλικές πράξεις, με τις οποίες επιδιώκονται η απόσβεση κάθε εκκρεμούς νομικής σχέσης της ανώνυμης εταιρείας, διακρίνονται σε κύριες και βοηθητικές. Κύριες πράξεις είναι η περάτωση των εργασιών που εκκρεμούν, η είσπραξη των απαιτήσεων, η εκπλήρωση των υποχρεώσεων και η διανομή του προϊόντος εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας. Ενώ, αντίστοιχα, βοηθητικές πράξεις είναι όλες εκείνες που διευκολύνουν ή προάγουν τις κύριες, όπως για παράδειγμα η επιχείρηση νέων εργασιών προκειμένου να περατωθούν οι εκκρεμείς σχέσεις, αλλά και η μετατροπή του ενεργητικού της εταιρείας σε χρήμα. Όσον αφορά το περιεχόμενο της εκκαθάρισης, υπάρχει διάσταση απόψεων 13. Κατά μια άποψη, η εκκαθάριση δεν περιλαμβάνει την διανομή του προϊόντος της εταιρικής περιουσίας, αλλά μόνο τις άλλες πράξεις που προηγούνται της διανομής και την προετοιμάζουν. Η διανομή, συνακόλουθα δεν περιλαμβάνεται ούτε στα καθήκοντα των εκκαθαριστών, του οργάνου, δηλαδή, που είναι επιφορτισμένο με την εκκαθάριση, αλλά παραμένει υπόθεση, για την οποία πρέπει να μεριμνήσουν οι εταίροι χωριστά. Πάντως, η γνώμη αυτή φαίνεται να τυγχάνει εφαρμογής κυρίως στις προσωπικές εταιρείες. Κατ άλλη άποψη, η διανομή δεν διαχωρίζεται από τις άλλες πράξεις της εκκαθάρισης. Οι πράξεις αυτές υπηρετούν και τα συμφέροντα των εταιρικών δανειστών, ενώ η διανομή υπηρετεί τα συμφέροντα μόνο των εταίρων. Και μόνον όταν τα συμφέροντα αυτά το απαιτούν ή το επιτρέπουν, τις διακρίνουμε για να τις υποβάλουμε σε διαφορετική μεταχείριση. Έπειτα, οι άλλες πράξεις της εκκαθάρισης προηγούνται λογικά και προετοιμάζουν την διανομή. Όμως αυτό δεν τις εμποδίζει να 182,Λεβαντής, Περί Ανωνύμων Εταιριών, Αθήνα 1978, σελ. 1385, Μπασαγιάννης Ν./Θεοδωροπούλου-Δένδια Β., Δίκαιο των Εμπορικών Εταιριών, Αθήνα 2013, σελ. 154, Σκούρας Θ. σε ΔικΑΕ (2005), άρθρο 49, αριθμ. 5, σελ. 95, Τσιριντάνης Α., Μελέται Εμπορικού Δικαίου, Αθήνα 1949, σελ. 82, Ψυχομάνης Σ., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών: ΟΕ, ΕΕ, ΕΕκμ, Αφανούς, Κοινοπραξίας, ΕΟΟΣ, ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, μετά το Ν. 4072/2012, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 374, ΕφΑθ 6071/2002 ΔΕΕ 2003, σελ. 173, ΕλλΔ/νη 2003, σελ. 198, ΓνμδΝΣΚ 188/2005 ΔΕΕ 2005, σελ. 621, ΓνμδΝΣΚ 296/1996 ΝΟΜΟΣ. 12 Τσιριντάνης Α., Μελέται Εμπορικού Δικαίου, Αθήνα 1949, σελ. 82, Ψυχομάνης Σ., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών: ΟΕ, ΕΕ, ΕΕκμ, Αφανούς, Κοινοπραξίας, ΕΟΟΣ, ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, μετά το Ν. 4072/2012, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 74. 13 Παμπούκης Κ., Δίκαιο ανώνυμης εταιρίας, Τεύχος Α, Γ έκδοση, 1991, σελ. 228-230. 16
εναλλάσσονται 14 και καμιά φορά να αλλάζουν θέση. Για το λόγο αυτό, ο νόμος δεν τις διαχωρίζει ως εταιρικές λειτουργίες. Συνεπώς, ο όρος εκκαθάριση, με πλατιά έννοια, περιλαμβάνει και την διανομή. Η διάκριση, λοιπόν, ανάμεσα στην εκκαθάριση με στενή έννοια και την διανομή, έχει περιορισμένη αξία. Ξεχωρίζει απλώς δύο μέρη της ίδιας λειτουργίας, ήτοι της εκκαθάρισης με πλατιά έννοια, η οποία περιλαμβάνει την εκκαθάριση με στενή έννοια και την διανομή. Συνεπώς, δεν μπορούμε να διακρίνουμε τα δύο αυτά μέρη σε διαφορετικές λειτουργίες και μάλιστα σε λειτουργίες που τις ασκούν διαφορετικά όργανα. ΙV. Ο σκοπός και οι ανάγκες της εκκαθάρισης Ο σκοπός της εκκαθάρισης, όπως και ο εταιρικός σκοπός κατά το παραγωγικό στάδιο, αποτελεί ουσιώδες και καθοριστικό στοιχείο της εταιρείας, διότι στην πραγματοποίηση του σκοπού αυτού επικεντρώνεται η αναγκαιότητα συνέχισης της εταιρείας και για τη μετά τη λύση της περίοδο και δικαιολογείται η υπόστασή της ως υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Ως εννοιολογικό στοιχείο, ο σκοπός της εκκαθάρισης δεν διαφοροποιείται στα βασικά του στοιχεία ανάλογα με τον εταιρικό τύπο. Ο σκοπός της εταιρείας μετά τη λύση της είναι προσανατολισμένος στην λήξη και την εξαφάνιση της ανώνυμης εταιρείας από τη νομική ζωή και γι αυτό χαρακτηρίζεται ως το σύνολο των πράξεων,με την ενέργεια των οποίων καταλύεται η εταιρεία ως νομική σχέση και εξαφανίζεται ως νομικό μόρφωμα από τη συναλλακτική ζωή. Ο όρος ανάγκες υποδηλώνει, κατά τις νομοθετικές ρυθμίσεις στις οποίες αναφέρεται, την αναγκαιότητα υπόστασης και λειτουργίας της εταιρείας κατά το στάδιο της εκκαθάρισης, λειτουργία, δηλαδή, την οποία επιτελεί και ο σκοπός της εκκαθάρισης. Συνεπώς, οι ανάγκες της εκκαθάρισης δεν αποτελούν έννοια ευρύτερη του σκοπού της εκκαθάρισης, ούτε διαφοροποιούνται κατά περιεχόμενο, αλλά η πλήρωση των αναγκών της εκκαθάρισης σημαίνει ταυτόχρονα και εκπλήρωση του σκοπού της εκκαθάρισης, και αντίστροφα. 14 Άρθρο 47α παραγρ. 4 εδ. 2 Κ.Ν. 2190/1920, για έναρξη της διανομής. 17
V. Η αναγκαιότητα της εκκαθάρισης Η ανώνυμη εταιρεία, όπως άλλωστε όλα τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, μετά τη λύση της και την είσοδό της στο στάδιο της εκκαθάρισης, θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ότι υφίσταται μέχρις ότου επιτευχθεί ο σκοπός της εκκαθάρισης των εκκρεμών σχέσεών της και η διανομή του τυχόν καθαρού ενεργητικού στους μετόχους της 15. Η βασική διαφορά μεταξύ του σκοπού της εκκαθάρισης των κεφαλαιουχικών και των προσωπικών εταιρειών είναι ότι οι διατάξεις για την εκκαθάριση της ανώνυμης εταιρείας αποβλέπουν κατά κύριο λόγο στην προστασία των εταιρικών δανειστών και κατά δεύτερο λόγο στην διανομή του προϊόντος της εκκαθάρισης στους μετόχους, λόγω της έλλειψης προσωπικής ευθύνης των μετόχων, και ως μόνη εξασφάλιση των εταιρικών δανειστών απομένει η εταιρική περιουσία, η οποία δεν πρέπει να διανεμηθεί στους μετόχους πριν από την ικανοποίηση των εταιρικών δανειστών. Αντίθετα, στις προσωπικές εταιρείες είναι δυνατός, κατόπιν σχετικής συμφωνίας, ο αποκλεισμός της εκκαθάρισης, καθώς στις προσωπικές εταιρείες, λόγω της προσωπικής ευθύνης των εταίρων δεν βλάπτονται οι εταιρικοί δανειστές από μια τέτοιου είδους συμφωνία 16. Για τους λόγους αυτούς, οι διατάξεις για την εκκαθάριση της ανώνυμης εταιρείας είναι αναγκαστικού δικαίου, δεν επιτρέπεται δηλαδή αποκλεισμός του σταδίου της εκκαθάρισης ή καθορισμός άλλου τρόπου διακανονισμού των εκκρεμοτήτων. Όλως εξαιρετικώς, επιτρέπεται η απόκλιση από την διαδικασία που εισάγει ο νόμος, μόνο στην περίπτωση που δεν θίγονται τα συμφέροντα των εταιρικών δανειστών, αφού οι ρυθμίσεις περί εκκαθάρισης εισάγονταιγια την προστασία τους. Υποστηρίζεται, πάντως, από μερίδα της θεωρίας 17 αλλά και της νομολογίας 18, ότι στην περίπτωση παντελούς ανυπαρξίας 15 Η αναγκαιότητα συνέχισης της εταιρείας, ανεξάρτητα από τη νομική της μορφή και για τη μετά τη λύση της περίοδο, εφόσον το απαιτεί ο σκοπός της εκκαθάρισης, βρίσκει νομοθετικό έρεισμα στην διάταξη του άρθρου 777 Α.Κ., αλλά και με την ίδια τελεολογία και στις διατάξεις 72, 74, 784 εδ. 2 Α.Κ. και 46 εδ. 1 και 2 του Ν. 3190/1955. 16 Παμπούκης Κ., Η εκκαθάριση της Ομορρύθμου Εταιρείας, ΔΕΕ 2013, σελ. 453. 17 Αντωνόπουλος Β., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών (Προσωπικές εταιρίες-α.ε.-ε.π.ε.) Μετά το Ν. 4072/2012, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 767, Γεωργακόπουλος Λ., Το Δίκαιον των Εταιρειών, Τόμος Γ, Αθήνα, 2004, σελ. 517,527, ο οποίος αναφέρει πως ακόμη και στην περίπτωση που υπάρχει μόνο παθητικό και όχι ενεργητικό, κρίνεται αναγκαία η διενέργεια εκκαθάρισης, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα των τρίτων που έχουν τη δυνατότητα να στραφούν δικαστικά εναντίον της εταιρείας για την απόκτηση εκτελεστού τίτλου ή την κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση. 18 ΔΠρΚαβ 135/2002 ΕπισκΕμπΔ 2004, σελ. 245, η οποία έκρινε ότι δεν υπάρχει ευθύνη του εκκαθαριστή σε περίπτωση που δεν προβεί σε ενέργειες εκκαθάρισης (π.χ. ρευστοποίηση, εξόφληση), λόγω μη ύπαρξης αντικειμένου. 18
εταιρικής περιουσίας, η διαδικασία της εκκαθάρισης δεν είναι απαραίτητη. Μάλλον ορθότερο, όμως, είναι ο μη αποκλεισμός της εν ευρεία εννοία διαδικασίας της εκκαθάρισης σε μια τέτοια περίπτωση, καθώς πρέπει να διενεργηθούν, τουλάχιστον, η διαπίστωση της παντελούς απουσίας της εταιρικής περιουσίας, μέσω της απογραφής αλλά και οι τελευταίες πράξεις περάτωσης, ήτοι ο ισολογισμός περάτωσης και η διαγραφή της εταιρείας από το μητρώο των εμπορικών εταιρειών (Γ.Ε.ΜΗ.). Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, η εκκαθάριση, καθώς και η διανομή, δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε με ρήτρα στο καταστατικό ούτε με ομόφωνη απόφαση των μετόχων. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, στις έννομες σχέσεις,οι οποίες κατά την διάρκεια της εκκαθάρισης τακτοποιούνται με στόχο την εξάλειψή τους, ανήκουν οι σχέσεις μεταξύ της εταιρείας και των τρίτων, οι σχέσεις από την εταιρική σύμβαση μεταξύ των εταίρων και της εταιρείας καθώς και οι σχέσεις των εταίρων ως προς το καθαρό προϊόν της εκκαθάρισης, δηλαδή την εταιρική περιούσια που απομένει μετά την εκπλήρωση των εταιρικών υποχρεώσεων 19. Συνεπώς, με την διαδικασία της εκκαθάρισης παρέχεται η τελευταία ευκαιρία στους μετόχους να αποεπενδύσουν και στους εταιρικούς δανειστές να ικανοποιηθούν, ενώ η όλη διαδικασία διεξάγεται με κύριο σκοπό την προστασία όλων αυτών. Η ανάγκη εκκαθάρισης οφείλεται στο γεγονός ότι η ανώνυμη εταιρεία, παρά τη λύση της, διατηρεί τις νομικές και οικονομικές της εκκρεμότητες. Παράλληλα, δεν είναι δυνατή η αυτούσια διανομή των περιουσιακών στοιχείων στους μετόχους και στους τρίτους 20. Η εκκαθάριση, με λίγα λόγια, αποσκοπεί αρχικά στην επίλυση κάθε νομικής και οικονομικής εκκρεμότητας που έχει η εταιρεία έναντι τρίτων προσώπων, προκειμένου στη συνέχεια να διευθετηθεί οριστικά και η εσωτερική σχέση των μετόχων με την επιστροφή των εισφορών τους 21. Η αναγκαιότητα, λοιπόν, της εκκαθάρισης είναι συνέπεια της νομικής προσωπικότητας. Ως νομικό πρόσωπο, η εταιρεία είναι μια νοητή οντότητα, που την δημιούργησε το δίκαιο για ναέχει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Όσο έχει, λοιπόν,η 19 ΑΠ 736/2006 ΔΕΕ 2006, σελ. 1027, ΕφΑθ 199/2008 ΕπισκΕΔ 2008, σελ. 589. 20 ΓνμδΝΣΚ 188/2005 ΔΕΕ 2005, σελ. 621, ΕγκΥπΟικ 1014070/241/Α0012 Πολ. 1067/21-04-2005, Επιχείρηση 2005, σελ. 302. 21 ΑΠ 489/1989 ΕΕΝ 1990, σελ. 148, ΕφΑθ 3969/2006 ΔΕΕ 2006, σελ. 1277, ΕφΑθ 4414/2000 ΕλλΔ/νη 2002, σελ. 1480, ΓνμδΝΣΚ 188/2005 ΔΕΕ 2005, σελ. 621. 19
ανώνυμη εταιρεία δικαιώματα και υποχρεώσεις, πρέπει να υπάρχει για να είναι φορέας τους. Για όσο χρονικό διάστημα η ανώνυμη εταιρεία υπάρχει, μετά τη λύση της, βρίσκεται σε εκκαθάριση, καθόσον η λύση δεν της επιτρέπει πια να λειτουργεί παραγωγικά. Επιβάλλεται να περάσει από το στάδιο της εκκαθάρισης, για να αποξενωθεί από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της, με τελικό στόχο να πάψει να υπάρχει. VI. Έννοια πράξεων εκκαθάρισης Ως πράξη εκκαθάρισης νοείται κάθε πράξη που διενεργείται από τους εκκαθαριστές, η οποία αντικειμενικά εξυπηρετεί αμέσως ή εμμέσως τον σκοπό της εκκαθάρισης κατά τον οικονομικά σκοπιμότερο τρόπο, ανεξάρτητα από το νομικό της χαρακτήρα. Η σημασία του εννοιολογικού προσδιορισμού του σκοπού της εκκαθάρισης αποδεικνύει και την αξία του εννοιολογικού προσδιορισμού των πράξεων εκκαθάρισης, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο του σκοπού αυτού. Οι τυπολογικές πράξεις, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 49 Κ.Ν. 2190/1920, πληρούν τα τυπολογικά στοιχεία των πράξεων εκκαθάρισης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι οι πράξεις, οι οποίες δεν καλύπτονται από τη ρύθμιση αυτή δεν έχουν τον χαρακτήρα των πράξεων εκκαθάρισης με τις εντεύθεν συνέπειες. Η επιβαλλόμενη περάτωση των εκκρεμών σχέσεων κατά τρόπο συμβατό με τη φυσιολογική εξέλιξη και κατά τρόπο που να εξυπηρετείται το συμφέρον της εταιρείας, καθιστά αναγκαία την ενέργεια πράξεων, οι οποίες, μολονότι δεν έχουν εκκαθαριστικό χαρακτήρα, προάγουν το συμφέρον της εταιρείας, όπως και οι λεγόμενες νέες πράξεις, την ενέργεια των οποίων επιτρέπει σε ευρεία κλίμακα η ρύθμιση της παραγράφου 4 του άρθρου 49 Κ.Ν. 2190/1920. Για παράδειγμα, η διοίκηση της εταιρικής περιουσίας δεν αναφέρεται ρητά στο νόμο, αλλά ανήκει στα ουσιαστικά καθήκοντα των εκκαθαριστών, που είναι η διαφύλαξη και η προστασία της περιουσίας της επιχείρησης. Κάθε πράξη in abstracto δύναται να χαρακτηριστεί ως πράξη εκκαθάρισης. Η στενή ή η ευρεία ερμηνεία των πράξεων εκκαθάρισης, προσδιορίζει αντίστοιχα και τη διαχειριστική εξουσία των εκκαθαριστών. Ο νομοθέτης με το να επιτρέψει την διενέργεια νέων πράξεων κατά το στάδιο της εκκαθάρισης σε ευρύτερη κλίμακα, με 20
κριτήριο την εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εταιρείας, σηματοδότησε και την ερμηνευτική κατεύθυνση των πράξεων εκκαθάρισης όχι με καθαρά τυπολογικά στοιχεία, αλλά με ευρύτερη και ουσιαστική έννοια. VII. Συνέπειες της εκκαθάρισης 1. Στην εσωτερική διάρθρωση της ανώνυμης εταιρείας Η λύση της εταιρείας επάγεται μεταβολή μόνο στο σκοπό της εταιρείας και επιφέρει μια εκ του νόμου τροποποίηση του καταστατικού της. Η εταιρεία, ως λειτουργική σχέση μεταβάλλεται σε σχέση εκκαθάρισης, χωρίς καμία μεταβολή στη δομή της. Η λειτουργία της εταιρείας κατά την εκκαθάριση αποτελεί λειτουργία υφισταμένης και όχι αποσβεσθείσας έννομης σχέσης. Από την φύση της εκκαθάρισης προκύπτει ότι κατά το στάδιο αυτό εφαρμόζονται τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά, στο μέτρο πάντοτε της εκκαθάρισης, οι διατάξεις που ισχύουν και κατά το παραγωγικό στάδιο. 2. Στην ικανότητα δικαίου Κατά την κρατούσα άποψη στην θεωρία 22 και τη νομολογία 23, ο σκοπός της εκκαθάρισης δεν θέτει κανέναν περιορισμό στην ικανότητα δικαίου της εταιρείας κατά το στάδιο της εκκαθάρισης 24. Η αντίθετη άποψη, οδηγεί στην ακυρότητα εκείνων των πράξεων που δεν καλύπτονται από το σκοπό της εκκαθάρισης. Αυτός ο εκ του νόμου περιορισμός της ικανότητας δικαίου της εταιρείας δεν συμβιβάζεται ούτε με τη διάταξη του άρθρου 22 παραγρ. 2 Κ.Ν. 2190/1920, από την οποία καθορίζεται για λόγους ασφαλείας των συναλλαγών το απεριόριστο και μη περιορίσιμο της εκπροσωπευτικής εξουσίας του Διοικητικού Συμβουλίου και κατά συνέπεια των εκκαθαριστών, ούτε με τη δυνατότητα ενέργειας νέων πράξεων κατά το στάδιο της εκκαθάρισης σύμφωνα με την παραγρ. 4 του άρθρου 49 του Κ.Ν. 2190/1920 25, ούτε με τη δυνατότητα αναβίωσης της εταιρείας κατά το άρθρο 47α παραγρ. 4 Κ.Ν. 2190/1920, αλλά ούτε και με τη διεξαγωγή της εκκαθάρισης κατά τον 22 Βελέντζας Γ., Ανώνυμη Εταιρία Εταιρικό Δίκαιο & Δίκαιο Κεφαλαιαγοράς, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 871. 23 ΕφΑθ 6489/2011 ΔΕΕ 2012, σελ. 681, ΕφΑθ 3614/1988 ΕΕμπΔ 1989, σελ. 428. 24 Σκούρας Θ. σε ΔικΑΕ (2005), άρθρο 49, αριθμ. 15, σελ. 99. 25 Παμπούκης Κ., Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρίας, τεύχος Α, Γ έκδοση, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 234. 21
πιο συμφέροντα τρόπο, όπως αυτός επιβάλλεται από την παραγρ. 4 του άρθρου 49 Κ.Ν. 2190/1920 και γενικότερα θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των συναλλαγών. Ο σκοπός της εκκαθάρισης θέτει περιορισμό μόνο στην διαχειριστική και όχι στην εκπροσωπευτική εξουσία των εκκαθαριστών. 3. Στη νομική προσωπικότητα Σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητείται η συνέχιση της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας και κατά το στάδιο της εκκαθάρισης. Το νομικό πρόσωπο της εταιρείας εξακολουθεί να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων με τις εντεύθεν συνέπειες,το οποίο πλέον διοικείται και εκπροσωπείται από τους εκκαθαριστές, μέχρις ότου περατωθεί και το στάδιο της εκκαθάρισης 26. Η εταιρεία διατηρεί, επίσης, την ικανότητά της να είναι διάδικος και να παρίσταται στο Δικαστήριο στο όνομά της. Σύμφωνα μάλιστα με την παραγρ. 2 του άρθρου 64 Κ.Πολ.Δ, η οποία ορίζει ότι τα νομικά πρόσωπα παρίστανται στο δικαστήριο με όποιον τα εκπροσωπεί, η υπό εκκαθάριση ανώνυμη εταιρεία που διατηρεί τη νομική της προσωπικότητα, εκπροσωπείται στα δικαστήρια από τους εκκαθαριστές της. Συνεπώς, όπως έχει ήδη 26 Αλεξανδρίδου Ε., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών: Προσωπικές & Κεφαλαιουχικές Εταιρίες, Αθήνα 2012, σελ. 554, Αντωνόπουλος Β., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών (Προσωπικές εταιρίες-α.ε.-ε.π.ε.) Μετά το Ν. 4072/2012, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2012, σελ. 768, Αντωνόπουλος Β., Δίκαιο ΑΕ και ΕΠΕ σύμφωνα με το Ν. 3604/2007 «Αναμόρφωση-Μορφοποίηση Ν. 2190/1920 περί ΑΕ» και το Ν. 3661/2008, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 502, Αντωνόπουλος Β., Η έννοια της «συλλογικής δράσης» του διοικητικού οργάνου της Ανώνυμης Εταιρίας, Αρμενόπουλος 1987, σελ. 827, Βαρελά Μ., σε Εφαρμογές Εμπορικού Δικαίου (επιμ. Γ. Τριανταφυλλάκη), Αθήνα 2007,σελ. 386, Βενιέρης Ι., σε ΔικΑΕ, Τόμος Β (άρθρα 36-143 Ν.2190/1920), Γ έκδοση, Αθήνα 2010, άρθρο 49, αριθμ. 5, σελ.1892, Βούτσης Κ., Εταιρίαι Εμπορικού Δικαίου, Αθήνα 2004, σελ. 218, Γεωργακόπουλος Λ., Το Δίκαιον των Εταιρειών, Τόμος Γ, Αθήνα 2004, σελ. 526, Ηλιόκαυτος Δ., Πρακτικός Οδηγός Ανωνύμων Εταιρειών, Αθήνα 2007, σελ. 1056,Παμπούκης Κ., Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρίας, Τεύχος Α, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 233-234, Πασσίας Ι., Το Δίκαιον της ανωνύμου Εταιρίας Τόμος Β, Αθήνα 1969, σελ. 1019, Ρόκας Ν., Εμπορικές Εταιρίες, Αθήνα 2012, σελ. 576, Σκούρας Θ. σε ΔικΑΕ (2005), άρθρο 49, αριθμ. 16, σελ. 100, Ψυχομάνης Σ., Δίκαιο Εμπορικών Εταιριών: ΟΕ, ΕΕ, ΕΕκμ, Αφανούς, Κοινοπραξίας, ΕΟΟΣ, ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, μετά το Ν. 4072/2012, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2013,σελ. 375, ΑΠ 1345/2013 ΧρΙΔ 2014, σελ. 134, ΑΠ 30/2011 ΧρΙΔ 2011, σελ. 607, ΑΠ 30/2010 ΧρΙΔ 2010, σελ. 717, ΑΠ 718/2006 ΧρΙΔ 2006, σελ. 729, ΕφΑθ 6489/2011 ΔΕΕ 2012, σελ. 681, ΕφΠειρ 357/2011 ΔΕΕ 2011, σελ. 1242, ΕφΑθ 994/2010 ΔΕΕ 2010, σελ. 790, ΕφΑθ 5005/2009 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 7082/2006 Δ/ΝΗ 2007, σελ. 1128, ΕφΑθ 3969/2006 ΔΕΕ 2006, σελ. 1277, ΕφΘεσ 1028/2002 Αρμ. 2003, σελ. 689, ΕφΑθ 4414/2000 ΔΕΕ 2002, σελ. 1479, ΕφΠειρ 621/1995 ΕΕμπΔ 1995, σελ. 423, ΕφΔωδ 28/1994 ΕΕμπΔ 1996, σελ. 83. 22
κριθεί από τη νομολογία 27, σε περίπτωση που διενεργηθούν στο όνομα της υπό εκκαθάριση εταιρείας διαδικαστικές πράξεις από άλλα πρόσωπα, εκτός των εκκαθαριστών, αυτές πάσχουν από ακυρότητα. Ειδικότερα, έχει κριθεί από πολλές δικαστικές αποφάσεις, ότι δεν είναι νόμιμη η εκπροσώπηση της υπό εκκαθάριση ανώνυμης εταιρείας στο δικαστήριο από το τέως Διοικητικό Συμβούλιο και όχι από τους διορισμένους εκκαθαριστές της 28. Παράλληλα, έχουν αποφανθεί τα δικαστήρια ότι σε περίπτωση άσκησης έφεσης πριν τη λύση της ανώνυμης εταιρείας από τον τότε νόμιμο εκπρόσωπό της, δεν θα πρέπει η έφεση αυτή ν απορριφθεί ως απαράδεκτη, εφόσον η εταιρεία λυθεί και τεθεί σε εκκαθάριση πριν τη συζήτησή της, αλλά θα πρέπει να κηρυχθούν απαράδεκτες μόνον οι τυχόν διαδικαστικές πράξεις από τον τέως νόμιμο εκπρόσωπο, οι οποίες διενεργήθηκαν μετά τη λύση της εταιρείας, όπως για παράδειγμα η κλήση για συζήτηση ή η συζήτηση της έφεσης 29. Τέλος, έχει γίνει δεκτό 30 ότι εάν στο όνομα της υπό εκκαθάριση εταιρείας συναφθεί σύμβαση μισθώσεως, είτε αστική είτε εμπορική από άλλο πρόσωπο, μη εκκαθαριστή, η εταιρεία δεν δεσμεύεται από την δικαιοπραξία αυτή απέναντι σε τρίτα πρόσωπα, αφού ο φερόμενος ως αντιπρόσωπός της δεν είναι καλόπιστος παρά την καλή πίστη των τρίτων. Κατά συνέπεια, η σύμβαση μισθώσεως είναι άκυρη, βάσει των άρθρων 222, 224, 225 Α.Κ., λόγω ελλείψεως πληρεξουσιότητας και ελλείψεως εξουσίας διαθέσεως του φερόμενου ως αντιπροσώπου. Η ακυρότητα αυτή συμπαρασύρει και τις τυχόν υπομισθώσεις λόγω του παρεπόμενου χαρακτήρα της υπομίσθωσης. Περαιτέρω, εφόσον η υπό εκκαθάριση εταιρεία διατηρεί τη νομική της προσωπικότητα, σχετικά με το ζήτημα των επιδόσεων προς αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 124 παραγρ. 2, 126 παραγρ. 1δ, 128, 129 και 139 Κ.Πολ.Δ., σύμφωνα με τις οποίες για να είναι έγκυρη μια επίδοση εγγράφου σε νομικό πρόσωπο θα πρέπει αυτό να παραδοθεί στον κατά το νόμο ή το καταστατικό εκπρόσωπό του, είτε στην κατοικία του, είτε στο κατάστημα, γραφείο ή εργαστήριο του νομικού προσώπου. Συνεπώς, σε περίπτωση επίδοσης σε υπό εκκαθάριση ανώνυμη εταιρεία, που διατηρεί, όπως προαναφέρθηκε, τη νομική της προσωπικότητα, οι επιδόσεις 27 ΑΠ 1007/2013 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 6489/2011 ΔΕΕ 2012, σελ. 681, ΕφΑθ 994/2010 ΔΕΕ 2010, σελ. 790, ΕφΠειρ 384/2007 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 3969/2006 ΔΕΕ 2006, σελ. 1277, ΕφΘεσ 1028/2002 ΔΕΕ 2002, σελ. 714. 28 ΑΠ 609/1985 ΕΕμπΔ 1985, σελ. 490. 29 ΕφΘεσ 1028/2002 ΔΕΕ 2002, σελ. 714. 30 ΑΠ 1192/2013 ΝΟΜΟΣ. 23
πρέπει να γίνονται στον εκκαθαριστή 31, ο οποίος είναι ο κατά το νόμο και το καταστατικό εκπρόσωπος της εταιρείας, στο γραφείο ή στο κατάστημα της εταιρείας, στο οποίο ενεργείται η εκκαθάριση από τον εκκαθαριστή, ενώ αν δεν υπάρχει γραφείο ή κατάστημα, θα πρέπει να γίνει στην οικία του εκκαθαριστή. Σε κάθε περίπτωση, έχει κριθεί από τη νομολογία ότι είναι άκυρη η τυχόν επίδοση σε μέλος του τέως Διοικητικού Συμβουλίου της υπό εκκαθάριση εταιρείας, ενώ η γνώση ή η άγνοια των μετόχων της, λόγω και του κεφαλαιουχικού της χαρακτήρα, είναι άσχετη με το κύρος της επίδοσης, το οποίο ερευνάται μόνο σε σχέση με τον εκπρόσωπο της - εκκαθαριστή 32. Τέλος, η νομολογία έχει κρίνει ότι για να είναι νόμιμη η επίδοση, αυτή θα πρέπει να γίνει προς τον εκκαθαριστή της ανώνυμης εταιρείας ανεξάρτητα από τυχόν αντιρρήσεις του αντιδίκου της ως προς το ζήτημα της δημοσιότητας του διορισμού του εκκαθαριστή 33. 4. Στην πτωχευτική ικανότητα Η πτωχευτική ικανότητα της εταιρείας διατηρείται και κατά το στάδιο της εκκαθάρισης, διότι συντρέχουν και οι δύο προϋποθέσεις που συγκροτούν την πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή η νομική προσωπικότητα και η εμπορική ιδιότητα 34. 5. Στην επωνυμία και τα διακριτικά γνωρίσματα Η επωνυμία και όλα τα διακριτικά γνωρίσματα, όπως το σήμα και ο διακριτικός τίτλος, διατηρούνται και κατά το στάδιο της εκκαθάρισης και μέχρι την περάτωσή του. Η συνηθισμένη από τις συναλλαγές προσθήκη στην επωνυμία της εταιρείας της φράσης «υπό εκκαθάριση», δεν κρίνεται κατά τη νομολογία υποχρεωτική 35. Το ίδιο ισχύει και μετά την προσθήκη ότι η εταιρεία βρίσκεται σε εκκαθάριση, σύμφωνα με 31 Σε περίπτωση πολλών συνεκκαθαριστών, για να είναι νόμιμη η επίδοση, αρκεί να γίνει σ έναν απ αυτούς, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 126 Κ.Πολ.Δ. 32 ΑΠ 1663/2011 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 13/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011, σελ. 645, ΕφΑθ 6489/2011 ΔΕΕ 2012, σελ. 681. 33 ΑΠ 13/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011, σελ. 645, σύμφωνα με την οποία ο διαθέτης που όφειλε να επιδώσει στον εκκαθαριστή της ανώνυμης εταιρείας δεν είχε δικαίωμα ν αρνηθεί αυτή την επίδοση επικαλούμενος λόγους που αφορούσαν τη μη δημοσίευση της πράξης διορισμού του εκκαθαριστή, η οποία δεν έχει συστατικό αλλά δηλωτικό χαρακτήρα. 34 Αντίθετα, ο Δελούκας, Αντικείμενα και Υποκείμενα των Εμπορικών Συναλλαγών, Αθήνα 1957, σελ. 192, υποστηρίζει την παύση της πτωχευτικής ικανότητας της εταιρείας κατά το στάδιο της εκκαθάρισης, επειδή οι πράξεις εκκαθάρισης δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα και δεν προσδίδουν την εμπορική ιδιότητα στην εταιρεία. 35 ΜΠρΠειρ 31/2002, ΔΕΕ 2002, σελ. 837 «δεν είναι απαραίτητο στην αγωγή να αναφέρεται ότι η εταιρεία τελεί υπό εκκαθάριση». 24
το άρθρο 7γ Κ.Ν. 2190/1920, στο οποίο ορίζεται ότι μεταξύ των απαραίτητων στοιχείων που πρέπει να περιλαμβάνει κάθε έγγραφο της εταιρείας είναι και το γεγονός ότι η εταιρεία βρίσκεται σε εκκαθάριση. Πάντως, η προσθήκη αυτή δεν αποτελεί συνδετικό τμήμα της εταιρικής επωνυμίας και κατά συνέπεια δεν επέρχεται καμία μετατροπή της. Η προσθήκη αυτή, η οποία επιβάλλεται νομοθετικά και ως προς την ανώνυμη εταιρεία, αποσκοπεί στην προστασία των συναλλασσομένων με την εταιρεία κατά το στάδιο της εκκαθάρισης 36. Η λύση της εταιρείας που εξυπηρετεί και το σκοπό αυτό υπόκειται σε δημοσιότητα κατά το άρθρο 7α υπό στοιχ. θ Κ.Ν. 2190/1920, μολονότι η παράλειψη της προσθήκης αυτής δεν ασκεί οποιαδήποτε επιρροή και δεν δημιουργεί ακυρότητα των πράξεων που ενήργησαν οι εκκαθαριστές. Εν τούτοις μια τέτοια προσθήκη, για λόγους προστασίας των συναλλασσομένων, δεν θα κρινόταν υπό το πρίσμα της καλής πίστης πλεονεκτική. 6. Στις εξωτερικές σχέσεις της ανώνυμης εταιρείας Όσον αφορά τις εκκρεμείς υποθέσεις της εταιρείας, αυτές δεν επηρεάζονται ως προς τη φυσιολογική εξέλιξη και τη λύση τους, κατά τη λειτουργία της εταιρείας στο στάδιο της εκκαθάρισης. Η επιβαλλόμενη στους εκκαθαριστές υποχρέωση περάτωσης των εκκρεμών υποθέσεων προϋποθέτει ότι οι κάθε μορφής σχέσεις της εταιρείας που έχουν δημιουργηθεί εξακολουθούν και μετά τη λύση της να είναι ενεργές. Η λύση της εταιρείας καθεαυτή δεν αποτελεί σπουδαίο λόγο για την καταγγελία των διαρκών σχέσεων. Η διάταξη του άρθρου 268 Κ.Πολ.Δ. δεν περιέλαβε μεταξύ των λόγων που επιφέρουν βιαία διακοπή της δίκης και τη λύση της εταιρείας. Γίνεται ομόφωνα δεκτό, λοιπόν, από τη θεωρία αλλά και τη νομολογία, ότι η λύση της εταιρείας ανεξάρτητα από τον εταιρικό της τύπο, δεν επιφέρει βιαία διακοπή της δίκης. Ούτε η εναλλαγή της διαχειριστικής και εκπροσωπευτικής εξουσίας από τους εκκαθαριστές επιφέρει βιαία διακοπή της δίκης. Όσον αφορά τις φορολογικές υποχρεώσεις της ανώνυμης εταιρείας, δεν επέρχεται καμία μεταβολή λόγω της εισόδου της στο στάδιο της εκκαθάρισης 37, διατηρούνται 36 Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η τυχόν παράλειψη της προσθήκης αυτής στην επωνυμία, προκαλεί αδικοπρακτική ευθύνη, βάσει των άρθρων 71 και 914 Α.Κ., Αντωνόπουλος Β., Δίκαιο Εμπορικών Εταιρειών, σελ. 768 επ., Παμπούκης Κ., Δίκαιο Ανώνυμης Εταιρείας, σελ. 233. 37 Αληφαντής Γ., Λύση και Εκκαθάριση Ανώνυμης Εταιρείας, ΛΟΓ. 2009, σελ. 200 επ. 25
όλες οι φορολογικές υποχρεώσεις της εταιρείας. Για παράδειγμα, η υπό εκκαθάριση εταιρεία υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος για το εισόδημα που προκύπτει μεταξύ της περιόδου που τέθηκε σε εκκαθάριση και του χρόνου λήξης της εκκαθάρισης, σύμφωνα με το άρθρο 68 Ν.4172/2013. Πιο συγκεκριμένα, το εν λόγω άρθρο ορίζει ότι για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες που έχουν τεθεί υπό εκκαθάριση, η δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη της εκκαθάρισης για τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν κατά την περίοδο αυτή, ενώ σε περίπτωση παράτασης της εκκαθάρισης πέραν του έτους υποβάλλεται προσωρινή δήλωση για τα εισοδήματα κάθε έτους, μέσα σε ένα (1) μήνα από τη λήξη του, επιφυλασσομένης της υποβολής οριστικής δήλωσης συγχρόνως με τη λήξη της εκκαθάρισης. Επίσης, σύμφωνα και με την υπ αριθμ. 550/2008 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η ανώνυμη εταιρεία εξακολουθεί και αφού τεθεί σε εκκαθάριση, να υπέχει την υποχρέωση τήρησης βιβλίων καθ όλη την διάρκεια αυτής, με αποτέλεσμα σε περίπτωση παραβίασης της συγκεκριμένης υποχρέωσης να της επιβάλλονται και τα αντίστοιχα πρόστιμα. Ακόμη ένα παράδειγμα της διατήρησης των φορολογικών υποχρεώσεων της υπό εκκαθάριση εταιρείας προκύπτει από την υπ αριθμ. 191/2012 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους 38, που δέχθηκε ότι δεν εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής του προβλεπόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 15 Ν.3091/2002, ειδικού φόρου ακινήτων, εκ μόνου του λόγου ότι λύθηκαν και έχουν τεθεί σε εκκαθάριση, ανώνυμες εταιρείες, οι οποίες ενέπιπταν στις εξαιρέσεις του εν λόγω νόμου και απαλλάσσονταν από τον ειδικό φόρο επί των ακινήτων, καθώς μετά τη θέση τους υπό εκκαθάριση, δεν αποκτούν έσοδα από την εμπορική τους δραστηριότητα, διότι προϋπόθεση για την εξαίρεση είναι η απόκτηση από εμπορική δραστηριότητα μεγαλύτερων εσόδων από τα έσοδα από τα ακίνητα, και δεν προέβησαν στην ιδιοχρησιμοποίηση των ακινήτων εντός της τασσόμενης από το νόμο προθεσμίας λόγω της θέσης τους σε εκκαθάριση. Τέλος, επειδή κατά τον χρόνο που τίθεται μια ανώνυμη εταιρεία σε εκκαθάριση υφίστανται ήδη κάποιες έννομες σχέσεις, ανακύπτει το ζήτημα ως προς το ποια πρόκειται να είναι η εξέλιξή τους κατά την διάρκεια της εκκαθάρισης και αν η 38 ΓνμδΝΣΚ 191/2012 ΝΟΜΟΣ. 26