ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΠΟΛΙΤΕΣ ΕΥΤΕΡΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ Η µνησικακία του βαθέος κράτους Ακόµα και σήµερα, το ελληνικό ηµόσιο αρνείται να αποκαταστήσει την αδικία εις βάρος των θρησκευτικών αντιρρησιών συνείδησης Υπάρχει µια κατηγορία Ελλήνων πολιτών, τους οποίους ακόµα και σήµερα το επίσηµο κράτος αντιµετωπίζει ως εχθρούς, εξαιτίας της θρησκευτικής τους πίστης και µόνο. Ο λόγος για τους θρησκευτικούς αντιρρησίες συνείδησης, τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι επί χρόνια υπέστησαν στη χώρα µας κάθε λογής διώξεις, επειδή η συνείδησή τους δεν επιτρέπει να υπηρετούν στον στρατό. Επί δεκαετίες οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιµετώπισαν πολυετείς φυλακίσεις, εξορίες, βασανιστήρια, ακόµα και εκτελέσεις. Και ενώ εδώ και λίγα χρόνια η ελληνική έννοµη τάξη έχει δώσει µια λύση στο πρόβληµα, ακολουθώντας το ευρωπαϊκό υπόδειγµα, αναγνωρίζοντας δηλαδή το δικαίωµα στην εναλλακτική κοινωνική θητεία, ακόµα και σήµερα η κυβέρνηση δυσκολεύεται να πράξει το αυτονόητο: να αποκαταστήσει έµπρακτα την τεράστια αδικία που έχουν υποστεί όσοι Μάρτυρες διώχτηκαν και φυλακίστηκαν πριν από την εφαρµογή του νέου νόµου. Αυτό που ζητούν δεν είναι τίποτα άλλο από το να αναγνωριστούν ως συντάξιµα τα χρόνια της φυλάκισής τους. Το αίτηµά τους δεν είναι µόνο δίκαιο, αλλά βασίζεται και στον ήδη ισχύοντα νόµο. Μόνο που αλλιώς τον ερµηνεύουν τα αρµόδια υπουργεία. Πρόκειται, βλέπετε, για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, τους οποίους αν υποστηρίξει κάποιος πολιτικός, κινδυνεύει να στεναχωρήσει τους τοπικούς εκκλησιαστικούς παράγοντες της περιφέρειάς του. Μια ζωή µάρτυρες Από το τέλος της δεκαετίας του 1940 οι αντιρρησίες συνείδησης διώκονταν στη χώρα µας επειδή αρνούνταν να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους θητεία και συγκεκριµένα για ανυπακοή, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 70 του στρατιωτικού ποινικού κώδικα του 1941 (α.ν. 2803/1941). Ετσι καταδικάζονταν σε ποινές πολυετούς κάθειρξης, ενώ µετά την έκτιση της ποινής τους καλούνταν και πάλι υπό τα όπλα και ξανακαταδικάζονταν για ανυπακοή, εφόσον αρνούνταν και πάλι να υπηρετήσουν. Αποτέλεσµα των διαδοχικών αυτών καταδικών ήταν αρκετοί αντιρρησίες συνείδησης να παραµείνουν στη φυλακή και πέραν της δεκαετίας (βλ. Αιτιολογική Πρόταση στην Προσθήκη Τροπολογία που συνέταξε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος για να προστεθεί στον ν. 3232/2004 περί «θεµάτων κοινωνικής ασφάλισης»). Φυσικά η περίοδος του εµφυλίου ήταν η σκληρότερη για τους Μάρτυρες. Αντιγράφουµε από εφηµερίδα της εποχής: «Λάρισα, 10. Κατ ανακοίνωσιν του Βασιλικού Επιτρόπου του Εκτάκτου Στρατοδικείου, εξετελέσθη ενταύθα ο στρατιώτης Ι. Τσούκαρης εκ Καρύτσης. Ούτος είχε καταδικασθή εις θάνατον υπό του Στρατοδικείου επί ανυπακοή. Συγκεκριµένως ο Τσούκαρης, ισχυριζόµενος ότι ανήκεν εις την αίρεσιν των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ηρνείτο να παραλάβη όπλον, λέγων ότι τούτο αντίκειται εις την θείαν επιταγήν» («Το Βήµα», 11.2.1949). Λίγες µέρες αργότερα (2.3.1949) την ίδια τύχη είχε και ο Γιώργος Ορφανίδης στο Ναύπλιο. Μη βιαστεί πάντως κανείς να φανταστεί ότι η αντιµετώπιση αυτή εξηγείται από την εµπόλεµη κατάσταση της περιόδου. Το 1961 η «ταρίφα» ήταν στα 20 χρόνια φυλάκισης, ενώ αποφάσεις στρατοδικείων για εκτέλεση Μαρτύρων µε την ίδια αιτιολογία συναντάµε και στο κατά τα άλλα
ειρηνικό 1966. Μόνο εξαιτίας του παγκόσµιου σάλου που προκλήθηκε, η θανατική καταδίκη του Χρ. Καζάνα τον Αύγουστο του 1966 µετατράπηκε σε πολυετή φυλάκιση. Την περίοδο της δικτατορίας (1967-1974) οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ταυτίστηκαν από τις αρχές µε τους κύριους «εχθρούς του έθνους», τους κοµµουνιστές. Τι κι αν αυτούς τους δεύτερους τους κατηγορούσαν για «ένοπλη ανταρσία», ενώ τους πρώτους για άρνηση παραλαβής όπλου; Κατά τις συζητήσεις για το σχέδιο Συντάγµατος του 1968 ο δικτάτορας Παπαδόπουλος θα υποστηρίξει ότι «κατά µίαν άποψιν, η κατηγορία αυτή των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι µία κατεύθυνσις διαβρώσεως της αστικής κοινωνίας εκ µέρους των κοµµουνιστών». Ο υπουργός Παιδείας και πρώην µαρξιστής Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, ο οποίος κάτι γνώριζε παραπάνω περί κοµµουνισµού, τόλµησε τότε να παρατηρήσει ότι οι κοµµουνιστές «εντός της χώρας των τους διώκουν». Για να πάρει την ακόλουθη απάντηση σε άψογο παπαδοπούλειο λόγο: «Εις άλλας χώρας χρησιµοποιούν και κατευθύνουν την θεωρίαν αυτήν επί τω σκοπώ, όπως εκµεταλλευθούν ακριβώς αυτό το σηµείον της λατρείας, ίνα διασπάσουν εν συνεχεία την προς άµυναν θέσιν και αντίληψιν των κοινωνιών και επιτύχουν, κατ αυτόν τον τρόπον, την εξάρθρωσιν των αντιπάλων» («Εστενογραφηµένα Πρακτικά του Νέου Συντάγµατος 1968», Σεπτέµβριος 1969, σ. 782-783). Αλλά και οι κυβερνήσεις της µεταπολίτευσης εµφανίστηκαν εξαιρετικά διστακτικές απέναντι στο ζήτηµα. Σε χρονογραφήµατά του της εποχής ο Βασίλης Βασιλικός εξιστορεί τη χαρακτηριστική περίπτωση ενός µάρτυρα που φυλακίστηκε τόσο από τη δικτατορία όσο και από το µεταπολιτευτικό καθεστώς. Πρόκειται για τον Βασίλη εδότση, ο οποίος τον Αύγουστο του 1975 κατέθεσε ως µάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των βασανιστών της ΕΣΑ, εφόσον είχε ζήσει από πρώτο χέρι τις συνθήκες κράτησης στις Στρατιωτικές Φυλακές στο Μπογιάτι. Τις µέρες εκείνες καθόταν ο ίδιος ο εδότσης και πάλι στο εδώλιο του στρατοδικείου για να λάβει την τρίτη κατά σειρά τετράχρονη ποινή φυλάκισης («Ελευθεροτυπία», 25 και 26.8.1975). Πάλι καλά, γιατί ο επίτροπος του στρατοδικείου της µεταπολίτευσης είχε προτείνει και γι αυτόν την ποινή του θανάτου. Ενα πρώτο δειλό βήµα έγινε µε τον ν. 731/1977, τον οποίο εισηγήθηκε ο Ευάγγελος Αβέρωφ. Με τη ρύθµιση αυτή αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά στους αντιρρησίες συνείδησης το δικαίωµα να εκπληρώνουν άοπλη θητεία (διπλάσιας διάρκειας από την κανονική) και απάλλαξε από τη στρατιωτική υποχρέωση όσους εξέτισαν ποινή κάθειρξης ή φυλάκισης διπλάσιας τουλάχιστον διάρκειας από τη διάρκεια της θητείας που είχαν υποχρέωση να υπηρετήσουν. Οπως παρατηρεί στο κείµενο που αναφέραµε ο κ. Αλιβιζάτος, «στον βαθµό που η αντίρρηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά αφορούσε τη θητεία στο στρατό και όχι µόνο τον ένοπλο ή άοπλο χαρακτήρα της, το ζήτηµα λύθηκε µόνο εν µέρει: οι αντιρρησίες συνείδησης εξακολουθούσαν να καταδικάζονται για ανυπακοή επειδή αρνούνταν να ενταχθούν στο στράτευµα, η συνολική όµως διάρκεια της παραµονής τους στη φυλακή µειώθηκε αισθητά». Επρεπε να περάσουν άλλα 20 χρόνια, µέχρις ότου να ρυθµιστεί για πρώτη φορά ικανοποιητικά το ζήτηµα, σύµφωνα µε το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις διεθνείς συµβάσεις ανθρωπίνων δικαιωµάτων. Ο ν. 2510/1997 πρόβλεψε για πρώτη φορά ότι οι αντιρρησίες συνείδησης µπορούν να υπηρετούν εναλλακτική κοινωνική θητεία µακρότερης διάρκειας από την κανονική. Η σχετική ρύθµιση περιλήφθηκε και στο Σύνταγµα κατά την αναθεώρηση του 2001. Στο άρθρο 4, παρ. 6. που προβλέπει ότι «κάθε Ελληνας που µπορεί να φέρει όπλα είναι υποχρεωµένος να συντελεί στην άµυνα της Πατρίδας, σύµφωνα µε τους ορισµούς των νόµων» έχει από τότε προστεθεί η ακόλουθη ερµηνευτική δήλωση: «Η διάταξη της παραγράφου 6 δεν αποκλείει να προβλέπεται µε νόµο η υποχρεωτική προσφορά άλλων υπηρεσιών, εντός ή εκτός των ενόπλων δυνάµεων (εναλλακτική θητεία), από όσους έχουν τεκµηριωµένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας».
Λύθηκε µ αυτό τον τρόπο το νοµικό ζήτηµα και επιβεβαιώθηκε από τον συνταγµατικό νοµοθέτη η ισχύς του ν. 2510/1997. Αλλά το πολιτικό και κυρίως το ανθρωπιστικό ζήτηµα δεν ήταν τόσο εύκολο να λυθεί. Ελπίδα για µια λύση Αυτό που έµεινε χωρίς λύση ήταν η αδικία την οποία είχαν υποστεί µέχρι τότε οι αντιρρησίες συνείδησης. Οι περισσότεροι απ αυτούς φυλακίστηκαν σε ηλικία 19 ετών και αποφυλακίστηκαν µετά από 8ετή παραµονή στις φυλακές. Στερήθηκαν έτσι τη δυνατότητα σπουδών και επαγγελµατικής αποκατάστασης. Και αν τα χρόνια αυτά που τους άρπαξε τόσο άδικα το κράτος δεν υπήρχε τρόπος να τα πάρουν πίσω, τουλάχιστον θα µπορούσαν να µετρήσουν ως συντάξιµα, έτσι ώστε να ελπίζουν αυτοί οι άνθρωποι ότι δεν θα χρειάζεται να «τιµωρούνται» µέχρι την τελευταία τους πνοή. Την αδικία αναγνώρισε ουσιαστικά ο ν. 2915/2001, µε τον οποίο διαγράφτηκαν από τα ποινικά µητρώα οι ποινές που είχαν επιβληθεί σε αντιρρησίες συνείδησης µέχρι το 1997, εφόσον οι στρατεύσιµοι που είχαν αρνηθεί να εκπληρώσουν τη στρατιωτική τους θητεία επικαλούµενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις εξέτισαν µε οποιονδήποτε τρόπο την ποινή που τους επιβλήθηκε. Η ελπίδα αυτή ενισχύθηκε µε τη θέσπιση του ν. 3232/2004, ο οποίος µεταξύ άλλων πρόβλεπε ότι οι ασφαλισµένοι «µπορούν να αναγνωρίσουν ως συντάξιµο τον χρόνο φυλάκισής τους για τα κοινωνικά τους φρονήµατα µε αποφάσεις στρατοδικείου». Απαντώντας σε σχετικό αίτηµα Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη Ανδρέας Τάκης συµφωνούσε ότι πρέπει να επεκταθεί αυτή η ρύθµιση και σε όσους έχουν εκτίσει ποινές στερητικές της ελευθερίας εξαιτίας των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. «Η προτεινόµενη ρύθµιση», γράφει ο κ. Τάκης, «αποτελεί αποκατάσταση κραυγαλέας ανισότητας: οι ποινικές καταδίκες λόγω πολιτικών ή κοινωνικών φρονηµάτων απέδιδαν νοµοθετικές και δικαστικές επιλογές συγκεκριµένης ιστορικής συγκυρίας και σαν τέτοιες αποδοκιµάσθηκαν εµπράκτως από τον δηµοκρατικό νοµοθέτη, ο οποίος συνεκτίµησε τις συνέπειες εκείνων των καταδικών στην επαγγελµατική σταδιοδροµία των πολιτών. Αντίστοιχα δεδοµένα απέδιδε και η ποινική αντιµετώπιση της αντίρρησης συνείδησης ως στρατιωτικής ανυπακοής, η οποία, επί πλέον, εν όψει της ηλικίας των καταδικασθέντων, απέβη µοιραία για τον επαγγελµατικό τους βίο: παρά ταύτα, ο ν. 2510/97 ρύθµισε καταρχήν µόνο το µέλλον, χωρίς να αιτιολογείται ως ηθεληµένη και συγκροτηµένη επιλογή η παράλειψη πλήρους και αναδροµικής αποκατάστασης. Ανάλογη υπήρξε, άλλωστε, και η εξέλιξη στο ζήτηµα των συνεπειών από τις εγγραφές στο ποινικό µητρώο: ο ν. 2510/1997 δεν διαλάµβανε σχετική µεταβατική ή αναδροµική ρύθµιση, πλην όµως το Ευρωπαϊκό ικαστήριο ικαιωµάτων του Ανθρώπου, µε την απόφαση Θλιµµένος κατά Ελλάδος, έκρινε ότι η διαιώνιση επιπτώσεων της αρχικής καταδίκης στην οικονοµική ζωή του αντιρρησία συνείδησης λειτουργεί ως αυτοτελής κύρωση και µάλιστα δυσανάλογης βαρύτητας» (Συνήγορος του Πολίτη, αρ.πρ. 17380.08.2.1, 16.12.2008). Η υπόθεση έφτασε και στη Βουλή στις 26.1.2009, µε ερώτηση του Φώτη Κουβέλη, βουλευτή τότε του Συνασπισµού. Στην απάντησή της η υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας Φάνη Πάλλη-Πετραλιά εµφανίζεται να δέχεται ότι «στο πλαίσιο της αποκατάστασης των κοινωνικών αδικιών του παρελθόντος ανέκυψε και το θέµα της αναγνώρισης ως συντάξιµου του χρόνου φυλάκισης της εν λόγω κατηγορίας πολιτών», αλλά ταυτόχρονα ζητάει πίστωση χρόνου, «λαµβανοµένου υπόψη ότι το σχετικό αίτηµα υποβλήθηκε για πρώτη φορά στο υπουργείο» και «είναι αναγκαία η επεξεργασία και η ενδελεχής µελέτη του». Αυτή η «ενδελεχής µελέτη», όπως θα διαπιστώσουµε παρακάτω, δεν έχει ακόµα ολοκληρωθεί.
Αντίρρηση δικαιοσύνης Κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Εργασίας ο Ανδρέας Λοβέρδος προώθησε µια νοµοθετική ρύθµιση για την αναγνώριση πλασµατικών χρόνων σύνταξης µε εξαγορά. Με τη συνεργασία του Φώτη Κουβέλη οι εκπρόσωποι των Μαρτύρων του Ιεχωβά επιχείρησαν να συµπεριληφθούν στη ρύθµιση. Τελικά ψηφίστηκε ο ν. 3863/2010, ο οποίος δίνει το δικαίωµα σε ορισµένες κατηγορίες πολιτών να αναγνωρίσουν συντάξιµο χρόνο µε εξαγορά πλασµατικών χρόνων. Οι αντιρρησίες δεν περιλήφθηκαν σ αυτούς. Αυτή η παράλειψη φάνηκε να καλύπτεται από τον ν. 3996/2011, ο οποίος συντάχθηκε από την επόµενη ηγεσία του υπουργείου Εργασίας (Κατσέλη- Κουτρουµάνης). Στο άρθρο 40 ο νέος νόµος προβλέπει επιτέλους ότι αναγνωρίζεται ως χρόνος ασφάλισης «ο χρόνος προσωρινής κράτησης ή φυλάκισης που εκτίθηκε µέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 2510/1997 για το στρατιωτικό αδίκηµα της ανυπακοής ή της ανυποταξίας του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, στο οποίο υπέπεσαν στρατεύσιµοι που αρνήθηκαν στην εκπλήρωση της στρατιωτικής υπηρεσίας επικαλούµενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις». Μέσω της ρύθµισης αυτής φάνηκε ότι µπορούσαν να συνταξιοδοτηθούν άµεσα, έστω και µε εξαγορά, 130 περίπου αντιρρησίες συνείδησης επειδή έχουν υπερβεί το 65ο έτος της ηλικίας τους. Λίγες εβδοµάδες µετά την ψήφιση του νόµου αναρτήθηκε και η ερµηνευτική εγκύκλιος του ΙΚΑ, µε την οποία ο µεγαλύτερος ασφαλιστικός οργανισµός αναφερόταν στην «αναγνώριση χρόνου προσωρινής κράτησης ή φυλάκισης για το αδίκηµα της ανυπακοής ή της ανυποταξίας, στο οποίο υπέπεσαν στρατεύσιµοι επικαλούµενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις» (εγκ. 17, 22.2.2012). Ολοι οι ενδιαφερόµενοι θεώρησαν ότι το ζήτηµα είχε πλέον οριστικά ρυθµιστεί. Λογάριαζαν όµως χωρίς τον ξενοδόχο, δηλαδή την πραγµατική βούληση του ελληνικού ηµοσίου, το οποίο δεν ήταν καθόλου διατεθειµένο να αποκαταστήσει τις αδικίες που επέφερε η βαρβαρότητα του παρελθόντος σ αυτή την κατηγορία του πληθυσµού. Στις 8.2.2012 υπέβαλε αίτηση στο υποκατάστηµα του ΙΚΑ Αχαρνών να του αναγνωριστεί ως συντάξιµος ο χρόνος προσωρινής κράτησης και φυλάκισης ο πρώτος αντιρρησίας συνείδησης. υο µήνες αργότερα (24.4.2012) ήρθε η απορριπτική απάντηση: «Σε απάντηση της αίτησής σας, µε την οποία ζητάτε την αναγνώριση του χρόνου προσωρινής κράτησης ή φυλάκισης που εκτίθηκε για το στρατιωτικό αδίκηµα της ανυπακοής ή της ανυποταξίας του στρατιωτικού ποινικού κώδικα, σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 40 του ν. 3996/2011 σας γνωρίζουµε ότι δεν είναι δυνατή η αναγνώριση του παραπάνω χρόνου, δεδοµένου ότι δεν εµπίπτετε στις διατάξεις του παραπάνω νόµου». Η απάντηση του ΙΚΑ εξηγεί τους λόγους της απόρριψης: «Συγκεκριµένα, µε τις διατάξεις του παραπάνω νόµου, δικαίωµα αναγνώρισης του χρόνου προσωρινής κράτησης ή φυλάκισης που εκτίθηκε για το στρατιωτικό αδίκηµα της ανυπακοής ή της ανυποταξίας του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα στο οποίο υπέπεσαν στρατεύσιµοι που αρνήθηκαν την εκπλήρωση της στρατιωτικής υπηρεσίας επικαλούµενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις, έχουν µόνο αυτοί που θεµελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωµα από 1.1.2011 και εξής µε προϋποθέσεις που διαµορφώνονται και ισχύουν από αυτήν την ηµεροµηνία και µετά, µε βάση τις διατάξεις του άρ. 10 του ν. 3863/2010. Αντίθετα, για όσους θεµελιώνουν ή κατοχυρώνουν δικαίωµα συνταξιοδότησης µέχρι 31.12.2010, καθώς και για όσους θεµελιώνουν από 1.1.2011 και εξής µε βάση προϋποθέσεις που δεν τροποποιούνται από το άρ. 10 του ν. 3863/2010, εξακολουθούν να ισχύουν οι παλιές διατάξεις και ως εκ τούτου δεν έχουν τη δυνατότητα να υπαχθούν στις αναγνωρίσεις του άρθρου 40 του ν. 3996/2011. Εσείς, σύµφωνα µε το µε αριθ. 41167/2012 έγγραφο του υποκαταστήµατος Συντάξεων, θεµελιώνετε συνταξιοδοτικό δικαίωµα µε διατάξεις οι οποίες δεν µεταβάλλονται µε τον ν. 3863/2010 και ως εκ τούτου δεν πληροίτε τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση του παραπάνω χρόνου».
ιαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι η περίφηµη διάταξη τελικά είναι ανεφάρµοστη για εκείνη την κατηγορία των πολιτών για την οποία υποτίθεται ότι θεσπίστηκε. Γιατί δεν απορρίφθηκε µόνο η πρώτη αίτηση. Οπως πληροφορήθηκαν και άλλοι ενδιαφερόµενοι, την ίδια τύχη επρόκειτο να έχουν όλες οι αιτήσεις συνταξιοδότησης των αντιρρησιών. Μετά απ αυτή την εξέλιξη υποχρεώθηκαν και πάλι να καταφύγουν στον Συνήγορο του Πολίτη. Σε σχετική επιστολή του, ο πρώτος που έλαβε την αρνητική απάντηση σηµειώνει: «Ειλικρινά δεν γνωρίζω και ασφαλώς δεν κατανοώ πώς οι αρµόδιες υπηρεσίες του ΙΚΑ ερµηνεύουν τον νέο νόµο. Απλά αναρωτιέµαι, ποιους τελικά περιλαµβάνει το άρθρο 40 του ν. 3996/2011; Και σε τελική ανάλυση, εφόσον ο κ. Κουτρουµάνης προώθησε στη Βουλή συγκεκριµένη διάταξη, ειδικά για τους αντιρρησίες που φυλακίστηκαν, ποιος ήταν ο σκοπός του νοµοθέτη, αν ήταν να µην εφαρµοστεί ποτέ αυτός ο νόµος;» (11.6.2012). Ενα χρόνο αργότερα, ο Συνήγορος του Πολίτη απέστειλε προς τις κρατικές υπηρεσίες και τα ασφαλιστικά ταµεία έγγραφο, στο οποίο αναλύεται εκτενώς το πρόβληµα και προτείνονται συγκεκριµένες λύσεις (2.5.2013). Στο κείµενο, το οποίο υπογράφει ο Βοηθός Συνήγορος Χρήστος Ιωάννου επισηµαίνεται ότι «µε τη ρύθµιση του ν. 3996/2011 αντιµετωπίζονται άνισα ίδιες ακριβώς περιπτώσεις, αφού διαφορετικά αντιµετωπίζονται όσοι έχουν παράσχει εναλλακτική υπηρεσία λόγω συνείδησης, µε όσους για τον ίδιο λόγο εξέτισαν ποινή φυλάκισης, αλλά και οι τελευταίοι πάλι διαχωρίζονται, χωρίς τουλάχιστον εµφανή λόγο, ανάλογα µε το πότε και υπό ποιο νοµοθετικό καθεστώς θεµελίωσαν συνταξιοδοτικό δικαίωµα» και «έτι περαιτέρω σαφής ανισότητα υφίσταται και µεταξύ των ασφαλισµένων του ιδιωτικού τοµέα µε αυτούς του δηµοσίου, αφού οι τελευταίοι εξαιρούνται εντελώς της ρύθµισης, όχι για κάποιο ουσιαστικό λόγο, αλλά επειδή δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόµενη για την ψήφιση του νόµου διαδικασία». Κατά τον Συνήγορο «η µόνη δυνατή λύση προς εξάλειψη οιασδήποτε διάκρισης µε επιπτώσεις στην ασφαλιστική και συνταξιοδοτική κατάσταση των φυλακισθέντων για λόγους θρησκευτικής συνείδησης, θα ήταν µια νέα νοµοθετική ρύθµιση» Στο έγγραφο του Συνηγόρου του Πολίτη απάντησε ο αρµόδιος υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας Ιωάννης Βρούτσης, ο οποίος αρκείται να καταγράψει τη χρονική διαδοχή των νοµοθετικών ρυθµίσεων, µε τις οποίες παραµένει άλυτο το πρόβληµα της συνταξιοδότησης των αντιρρησιών συνείδησης. Η κατακλείδα του κειµένου είναι ενδεικτική: «Κατόπιν των ανωτέρω, το υπουργείο δεν εξετάζει προς το παρόν επανεξέταση του προαναφερθέντος νοµοθετικού πλαισίου». Ξαναγυρίζουµε λοιπόν εκεί από όπου ξεκινήσαµε. Ενα αίτηµα που όλοι αναγνωρίζουν ότι είναι δίκαιο και µια αποκατάσταση πολύχρονων διώξεων και αδικιών σκοντάφτουν εκεί όπου σκόνταφτε τόσα χρόνια η αποδοχή του δικαιώµατος άρνησης στράτευσης για λόγους συνείδησης: στις εµµονές του «βαθέος κράτους» και στην οργανωµένη δαιµονοποίηση των «διαφορετικών». Τελικά η υπόθεση συνδέεται µε το επίπεδο της σηµερινής ελληνικής δηµοκρατίας. Μια αδικία δεκαετιών Σύµφωνα µε έγγραφο που απέστειλε στον Συνήγορο του Πολίτη στις 25.5.2012 ο Βασίλης εδότσης υπάρχουν τέσσερις κατηγορίες αντιρρησιών, για τους οποίους ζητείται η αναγνώριση του χρόνου φυλάκισης ως συντάξιµου χρόνου: 1. Κρατηθέντες στις φυλακές πριν από το 1967 (περίοδος 1960 1966). Αυτή η κατηγορία περιλαµβάνει 100-120 άτοµα, ηλικίας σήµερα 66-70 ετών. Τονίζουµε ότι η πλειονότητα από αυτά τα άτοµα έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί και µόνο 30 περίπου άτοµα δεν έχουν συγκεντρώσει τα προβλεπόµενα ένσηµα. Απλά αν αναγνωριστεί ο χρόνος φυλάκισης, δίνεται αµέσως η ευκαιρία και σε αυτά τα 30 άτοµα να βγουν στη σύνταξη. Και για όσους έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί, η σύνταξή τους
θα αυξηθεί κατά 100-120 περίπου ευρώ τον µήνα. ( εν αναφέρονται οι αντιρρησίες που φυλακίστηκαν πριν το 1960, γιατί οι περισσότεροι από αυτούς έχουν πεθάνει.) 2. Κρατηθέντες στις φυλακές στη διάρκεια της δικτατορίας (1967-1974). Αυτή η κατηγορία περιλαµβάνει 135-140 άτοµα, τα οποία σήµερα είναι ηλικίας 62-66 ετών, και τα οποία θα συνταξιοδοτηθούν µετά από 4-5 χρόνια, επειδή δεν έχουν τα προβλεπόµενα ένσηµα. Ας σηµειωθεί ότι αυτή η κατηγορία αντιρρησιών ήταν η πιο άτυχη από όλες τις κατηγορίες, αφού ο κάθε αντιρρησίας εξέτισε κατά µέσο όρο 7-9 χρόνια στη φυλακή. Εκτός όµως από την πολύχρονη φυλάκιση, αρκετοί αντιρρησίες βασανίστηκαν απάνθρωπα από το καθεστώς της χούντας, µε αποκορύφωµα την περίπτωση του Θανάση Κόγιου που «έσβησαν» στο στήθος του 40 τσιγάρα στις φυλακές Ιωαννίνων και την άγρια δολοφονία διά ξυλοδαρµού του Βασίλη Καραφάτσα, στις φυλακές Λάρισας. 3. Κρατηθέντες στις φυλακές από το 1975-1977. Αυτή η κατηγορία περιλαµβάνει 50-60 περίπου άτοµα, τα οποία σήµερα είναι ηλικίας 56-58 ετών και τα οποία θα συνταξιοδοτηθούν µετά από 8-10 χρόνια, αν δεν αναγνωριστεί ο χρόνος φυλάκισης. Τονίζουµε ότι το 1977 ψηφίστηκε ο Νόµος 731, βάσει του οποίου σταµάτησαν οι αλυσίδες ποινών και έκτοτε οι αντιρρησίες δικάζονταν µία φορά σε 4 χρόνια φυλάκιση. 4. Κρατηθέντες από το 1978-1997. Αυτή η περίοδος περιλαµβάνει τον µεγαλύτερο αριθµό αντιρρησιών, περίπου 1.150-1.200 άτοµα. Αυτά τα άτοµα εξέτισαν ποινή φυλάκισης από 3-4 χρόνια και θα συνταξιοδοτηθούν µετά από 13-16 χρόνια. Υπενθυµίζεται ότι από 1.1.1998 τέθηκε σε ισχύ ο νόµος περί κοινωνικής υπηρεσίας. Σύµφωνα λοιπόν µε τα παραπάνω στοιχεία, ο συνολικός αριθµός αντιρρησιών για τους οποίους ζητείται αναγνώριση του χρόνου φυλάκισης ανέρχεται στους 1.500-1.550 περίπου. ios@efsyn.gr ιαβάστε Καλλιόπη Λυκοβαρδή «Η άρνηση συνείδησης στη στρατιωτική θητεία: από τις ποινικές καταδίκες στη νοµική ανοχή» (στο Μ. Τσαπόγας,. Χριστόπουλος [επιµ.] «Τα ικαιώµατα του Ανθρώπου στην Ελλάδα 1953-2003») (Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2003) Η εξέλιξη της αντιµετώπισης των θρησκευτικών αντιρρησιών συνείδησης, από την περίοδο των εκτελέσεων µέχρι τη δειλή ανοχή και τελικά την αποδοχή του δικαιώµατος άρνησης στράτευσης. Εντοπίζονται τα νοµοθετικά και πολιτικά κενά των σχετικών ρυθµίσεων. ηµήτρης Χριστόπουλος (επιµ.) «Νοµικά ζητήµατα θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα» (Κέντρο Ερευνών Μειονοτικών Οµάδων, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1999) Οι δυσκολίες προσαρµογής της ελληνικής έννοµης τάξης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, εξαιτίας του ειδικού βάρους του εκκλησιαστικού µηχανισµού. Ειδικές αναφορές στην ευρωπαϊκή προστασία της θρησκευτικής ετερότητας και στο ιστορικό των προσφυγών στο Ευρωπαϊκό ικαστήριο Ανθρωπίνων ικαιωµάτων. Συνδεθείτε Ιός «Θητεία χωρίς χακί», 17.12.1995. Οι διώξεις των αρνητών στράτευσης πριν υιοθετηθεί ο νόµος του 1997, ο οποίος για πρώτη φορά επέτρεψε την εναλλακτική θητεία για τους αντιρρησίες συνείδησης. http://www.iospress.gr/ios1995/ios19951217a.htm «Εναλλακτικά καταναγκαστικά έργα», 13.3.1999. Ο σκληρός τρόπος που εφαρµόστηκε ο ν. 2510/1997 αποδεικνύει τη διαιώνιση της τιµωρητικής διάθεσης της πολιτείας απέναντι στους θρησκευτικούς αντιρρησίες συνείδησης. http://www.iospress.gr/mikro1999/mikro19990313.htm