ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΟΙΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ



Σχετικά έγγραφα
Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ όσον αφορά τη φαρμακοεπαγρύπνηση

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθηµα τεκµηρίωσης και δεν δεσµεύει τα κοινοτικά όργανα

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - C(2016) 3966 final.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14796/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0078 (NLE) SOC 818 ME 8 COWEB 155

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 145/25

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Σεπτεμβρίου 2012 (OR. en) 2011/0902 (COD) PE-CONS 29/12 COUR 27 INST 375 JUR 304 CODE 1490 OC 269

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2012 (OR. en) 14798/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0076 (NLE) SOC 820 NT 29

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. της 4ης Μαρτίου 2004.

1) Σε ολόκληρο το κείμενο, ο όρος «η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών ( 1 ) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2012 (δεν έχει

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση Ο ΗΓIΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ * στην πρόταση της Επιτροπής για

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

5455/02 ZAC/as DG H II EL

Γνωμοδότηση της Κοινής Εποπτικής Αρχής της Ευρωπόλ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

14797/12 IKS/nm DG B4

A8-0359/19. Τροπολογία 19 Anneleen Van Bossuyt εξ ονόματος της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση EKTEΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ικαιώματα των ασθενών όσον αφορά τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη: ερωτήσεις και απαντήσεις

P7_TA(2010)0160 Ευρωπαϊκό ταμείο για τους πρόσφυγες για την περίοδο (τροποποίηση της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ του Συμβουλίου) ***I

L 181/74 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/2080(INI)

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. της ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ (ΕΕ).../... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

ΙΙΙ. (Προπαρασκευαστικές πράξεις) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της XXX

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Γνώµη αριθ. 02/2007 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3758, 3/10/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ (ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΡΙΤΟΥ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2000 ΚΑΙ 2003

Ο ΗΓΙΑ 2001/115/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(ΕΕ L 328 της , σ. 16 έως 49) Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

C /12 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, COM(2012) 172 final 2012/0085 (COD) Πρόταση

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 1ης Δεκεμβρίου 2009 για τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού (2009/882/ΕΕ)

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά µε τη θέσπιση εκτελεστικών µέτρων για το σύστηµα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Απαλλαγή Πληρωμής Ασφαλίστρων λόγω Ανικανότητας

Κ..Π. 564 /2003 Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥ ΡΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ ιάταγµα δυνάµει του άρθρου 19

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

III ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΠΡΟΣΘΗΚΗ στο ΣΧΕ ΙΟ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ * της 2168ης συνόδου του Συµβουλίου (Γενικές Υποθέσεις) που έγινε στις Βρυξέλλες, στις Μαρτίου 1999

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΖΩΗΣ & ΑΝΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Εγκύκλιος Ε.Φ.Κ.Α. αρ. 4/2018 Προσωρινή σύνταξη. Εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 του Ν. 4499/2017

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΩΤΗΜΑΤΩΝ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ 5/2018 (Α/Α ΕΣΗΔΗΣ 56629,1)

Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ.../..τησ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της [ ]

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 79/7

L 176/16 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 10ης Οκτωβρίου 2005

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 17ης Ιουνίου 2004

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ, ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΔΑΠΑΝΕΣ ΤΑΞΙΔΙΟΥ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Transcript:

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 7.4.2004 SEC(2004) 414/2 Πρόταση ΚΟΙΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ σχετικά µε την ασφάλιση των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά των κινδύνων ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας (υποβληθείσα από την Επιτροπή) EL EL

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Tροποποιήσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του νέου Κανονισµού Υπηρεσιακής Κατάστασης Η τροποποίηση του ΚΥΚ που θα τεθεί σε ισχύ την 01.05.2004 καθιστά αναγκαίες έναν ορισµένο αριθµό αλλαγών: 1.1. Αντικατάσταση του όρου «µόνιµος υπάλληλος» από τον όρο «ασφαλισµένος», για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ο νέος ΚΥΚ προβλέπει, δυνάµει των άρθρων 28 και 93 του ΚΛΠ, εφαρµογή του άρθρου 73, τόσο για τον έκτακτο υπάλληλο όσο και για τον συµβασιούχο υπάλληλο. 1.2. Τροποποίηση του άρθρου 5, πρώτο εδάφιο, αποσκοπώντας στη συµµόρφωση µε τη νέα διατύπωση του άρθρου 40 του ΚΥΚ και του άρθρου 17 του ΚΛΠ. 1.3. Απάλειψη του άρθρου 8 παρ εδάφια 1 και 2, ως συνέπεια της έγκρισης του άρθρου 85 α) του ΚΥΚ. 1.4. Απάλειψη του άρθρου 9 το οποίο ακυρώνεται ως συνέπεια του άρθρου 85 α) του ΚΥΚ. 1.5. Τροποποίηση του άρθρου 27, ούτως ώστε ο καθορισµός των πληρωµών των αποζηµιώσεων να εκφράζεται σε ευρώ. 1.6. Το άρθρο 30 που αφορά την κατάργηση της επί του παρόντος ισχύουσας ρύθµισης, προστίθεται και διευκρινίζει, στο δεύτερο εδάφιό το, τους κανόνες εφαρµογής αυτής της ρύθµισης όσον αφορά την ηµεροµηνία κοινοποίησης του σχεδίου απόφασης, σε περίπτωση που αυτή προηγείται της ηµεροµηνίας εφαρµογής. Η επιλογή του κριτηρίου της ηµεροµηνίας κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 επιτρέπει, αναµφισβήτητα, να περιοριστεί η µεταβατική περίοδος κατά την οποία εξακολουθούν να εφαρµόζονται οι προηγούµενες διατάξεις. Η νέα ρύθµιση θα εφαρµόζεται, κατά συνέπεια, για κάθε φάκελο που αφορά ατύχηµα ή επαγγελµατική ασθένεια, σχετικά µε τον οποίο εγκρίθηκε ένα σχέδιο απόφασης µετά από την ηµεροµηνία εφαρµογής, συµπεριλαµβανοµένων των περιπτώσεων επανεξέτασης του φακέλου. 2. Προσαρµογές αναγκαίες λόγω της νοµολογίας του ικαστηρίου Και άλλες αλλαγές έχουν καταστεί αναγκαίες ως συνέπεια της νοµολογίας του ικαστηρίου των τελευταίων ετών. 2.1. Απάλειψη του άρθρου 4 παράγραφος 1 σηµείο β) δεύτερο εδάφιο, η οποία πρέπει να ανταποκρίνεται στη γενική αρχή της νοµικής ασφάλειας που καθιερώθηκε µε την απόφαση της 20ής Σεπτεµβρίου 2001, Spruyt/Επιτροπή Υπόθεση T-171/00. εδοµένης, ιδίως, της αδυνατότητας να καθοριστεί κατάλογος επικίνδυνων αθληµάτων επί τη βάσει κριτηρίων αντικειµενικού κινδύνου, και λαµβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι αυτή η εξαίρεση δεν υφίσταται πλέον εφεξής, έχει απαλειφθεί στα περισσότερα ασφαλιστήρια συµβόλαια κατά των ατυχηµάτων η εξαίρεση των αθλητικών δραστηριοτήτων που φηµίζονται ότι είναι επικίνδυνες. Κατ αναλογία, τα σηµεία γ) και δ) απαλείφθηκαν επίσης. 2

2.2. Το άρθρο 20 (πρώην άρθρο 21) υποδιαιρείται σε παραγράφους και ορίζει ότι η αίτηση υποβολής της υπόθεσης στην κρίση της ιατρικής επιτροπής πρέπει να διευκρινίζει το όνοµα του ιατρού ο οποίος εκπροσωπεί τον ασφαλισµένο και ότι ο ιατρός αυτός οφείλει να διευκρινίσει στον ιατρό του θεσµικού οργάνου τα υπό αµφισβήτηση ιατρικά ζητήµατα. Σκοπός αυτής της τροποποίησης είναι η σαφέστερη περιγραφή της διαδικασίας µε σεβασµό της νοµολογίας (βλ. απόφαση της 15ης Ιουλίου 1997, R/Επιτροπή Υπόθεση T-187/95, Συλλογή FP σ. II-729) και του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, σχετικά µε την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισµούς της Κοινότητας. 2.3. Στο άρθρο 22 (πρώην άρθρο 23) παράγραφος 1, προβλέπεται η ανάγκη διορισµού εµπειρογνώµονα ως τρίτου ιατρού όσον αφορά την αξιολόγηση και την αποκατάσταση της σωµατικής βλάβης, για να υφίσταται εγγύηση αντικειµενικής, συνεκτικής και επαρκώς τεκµηριωµένης αξιολόγησης των περιπτώσεων, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ότι η εµπειρογνωµοσύνη πραγµατοποιείται µε σεβασµό της κάλυψης της ασφάλισης έναντι των ατυχηµάτων και των επαγγελµατικών ασθενειών του άρθρου 73 του ΚΥΚ, καθώς επίσης και για να υφίσταται εγγύηση της συνοχής µεταξύ της έκθεσης της ιατρικής επιτροπής και των πορισµάτων, όπως διευκρινίζεται από µια επιβεβαιωµένη νοµολογία (βλ. απόφαση της 15ης εκεµβρίου 1999, Latino/Επιτροπή Υπόθεση T-300/97, Συλλογή FP σ.. II-1263, καθώς επίσης και απόφαση της 15ης εκεµβρίου 1999, Nardone/Επιτροπή Υπόθεση T-27/98, Συλλογή FP σ. II-1293). 3. Απλούστευση και εκσυγχρονισµός του µηχανισµού κάλυψης Η τρίτη δέσµη αλλαγών αποσκοπεί στην απλούστευση και τον εκσυγχρονισµό του µηχανισµού κάλυψης. Μεταξύ αυτών των αλλαγών, επισηµαίνουµε τα εξής: 3.1. Οι διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 διευκρινίζουν περισσότερο τον ορισµό του ατυχήµατος και τους τρεις όρους κάλυψης της ασφάλισης. 3.2. Η κάλυψη των αυτοκτονιών προστίθεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, αντικαθιστώντας την έννοια της «µη ενσυνείδητης αυτοκτονίας» η οποία ήδη καλύπτεται από το άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο. Πράγµατι, αυτό το ίδιο το άρθρο 7, στη σηµερινή του διατύπωση, καλύπτει τη µη ενσυνείδητη αυτοκτονία και την απόπειρα µη ενσυνείδητης αυτοκτονίας η οποία διαπράττεται κατά τη διάρκεια ή επ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων, ή κατά τη µετάβαση στον τόπο της εργασίας, ή κατόπιν ή ως συνέπεια ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας που καλύπτονται ήδη από το άρθρο 73 του ΚΥΚ. Το γεγονός ότι δεν υφίσταται, ούτε στο νοµικό ούτε στο ιατρικό επίπεδο, επακριβής ορισµός της µη ενσυνείδητης αυτοκτονίας και το ότι η έννοια της αυτοκτονίας η οποία διαπράττεται κατά την άσκηση ή επ ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων ή κατά τη µετάβαση στον τόπο της εργασίας, η οποία δεν διαφέρει από την αυτοκτονία που διαπράττεται αλλού, οδηγεί στον ορισµό της κάλυψης αυτού του ατυχήµατος δυνάµει του άρθρου 73 του ΚΥΚ. Αυτό δικαιολογείται επίσης από το γεγονός ότι η αυτοκτονία µπορεί να είναι συνέπεια, στις ακραίες περιπτώσεις, αρνητικού στρες το οποίο συνδέεται µε ψυχική οδύνη η οποία είναι συνέπεια ηθικής παρενόχλησης και/ή εκπατρισµού. εδοµένου ότι η κατανόηση των λόγων δεν είναι προφανής στο ιατρικό επίπεδο, η κάλυψη της αυτοκτονίας αποµένει ως η µοναδική οδός για την ασφάλιση των διαφόρων αιτιών. 3

3.3. Ο επακριβέστερος ορισµός των ψύξεων, κρυοπαγηµάτων, ηλιάσεων και όλων των άλλων συνεπειών της θερµοκρασίας δυνάµει της κάλυψης από το άρθρο 73 του ΚΥΚ. 3.4. Η αντικατάσταση, στο άρθρο 4 παράγραφος 1, της έννοιας της µέθης, της οποίας η εφαρµογή είναι ασαφής, από συγκεκριµένες αναφορές στο επίπεδο αλκοολαιµίας, σύµφωνα µε τη σύσταση της Επιτροπής της 17ης Ιανουαρίου 2001 σχετικά µε το µέγιστο επίπεδο αλκοόλης στο αίµα που επιτρέπεται για τους οδηγούς οχηµάτων µε κινητήρα [C(2000)4397]. Για τα υπόλοιπα ατυχήµατα, το µέγιστο επίπεδο αλκοόλης για την κάλυψη είναι 1,4 mg/ml. Πράγµατι, το επίπεδο αυτό συνεπάγεται κίνδυνο ατυχήµατος περίπου διπλάσιο από τον κίνδυνο που αντιµετωπίζει ένας οδηγός του οποίου το επίπεδο αλκοόλης στο αίµα είναι µηδενικό. 3.5. Στο άρθρο 4 προστίθεται η παράγραφος 2, για να διευκρινιστεί ότι οι περιπτώσεις αποκλεισµού πρέπει να συνδέονται άµεσα µε την επιδείνωση του κινδύνου ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας. Η διάταξη αυτή βασίζεται στις διατάξεις ερµηνείας που εγκρίθηκαν κατά τη διάρκεια της 82ης συνεδρίασης της επιτροπής του ΚΥΚ, η οποία πραγµατοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 28 Σεπτεµβρίου 1984. 3.6. Το άρθρο 7 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο απαλείφεται, ως συνέπεια της κάλυψης της αυτοκτονίας από τη νέα διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος 2 και ως συνέπεια του σκεπτικού σύµφωνα µε το οποίο οι ακούσιοι ακρωτηριασµοί ή τραυµατισµοί που αναφέρονται στο κείµενο είναι ατυχήµατα τα οποία εµπίπτουν στον ορισµό του άρθρου 2. 3.7. Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, (πρώην άρθρο 11) η διατύπωση του κειµένου αναθεωρήθηκε προς αποφυγήν οποιασδήποτε αµφισηµίας σχετικά µε το χρηµατικό κεφάλαιο που πρέπει να καταβάλλεται σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισµένου ως συνέπεια ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας που είχε ήδη κατά το παρελθόν ως συνέπεια την καταβολή ενός κεφαλαίου. Πράγµατι, το κεφάλαιο που καταβάλλεται σε περίπτωση θανάτου πρέπει να καταβάλλεται για τη διαφορά του κεφαλαίου που έχει ήδη καταβληθεί δυνάµει µερικής αναπηρίας. Οποιαδήποτε άλλη ερµηνεία θα οδηγούσε σε άνιση µεταχείριση µεταξύ ασφαλισµένων. 3.8. Το άρθρο 11 τροποποιεί επί της ουσίας το πρώην άρθρο 12 µε την απάλειψη του πίνακα ποσοστών στο παράρτηµα της ρύθµισης. Η απάλειψη αυτή είναι απαραίτητη ως συνέπεια της εξέλιξης της ιατρικής επιστήµης και της απαίτησης να υπάρχει ένας ενιαίος πίνακας ποσοστών αναφοράς αντί των δύο όπως συµβαίνει επί του παρόντος (πίνακας ποσοστών των οριστικών µερικών αναπηριών που επισυνάπτεται ως παράρτηµα στη ρύθµιση και βελγικός επίσηµος πίνακας ποσοστών των αναπηριών - Barème Officiel Belge des Invalidités/BOBI αναφοράς, σύµφωνα µε την παράγραφο 3 αυτού του παραρτήµατος). Επιπλέον, η σκοπιµότητα αυτής της άσκησης συνδέεται µε το γεγονός ότι οι ιατροί οι οποίοι δεν είναι Βέλγοι δεν έχουν γνώση του BOBI (που υφίσταται µόνο στα γαλλικά), καθώς επίσης και στην έλλειψη συνοχής για ορισµένες παθήσεις µεταξύ των δύο πινάκων. Εξάλλου, ο πεπαλαιωµένος χαρακτήρας του BOBI συνεπάγεται προβλήµατα χρησιµοποίησης και ερµηνείας για τους ιατρούς, πράγµα που µπορεί να οδηγήσει σε διαφορετικές αποφάσεις µεταξύ δύο ιατρών Αρµόδιας για τους ιορισµούς Αρχής για παρόµοιες καταστάσεις. 4

Ο νέος πίνακας ποσοστών που προτείνεται είναι ο «οδηγός του ευρωπαϊκού πίνακα ποσοστών αξιολόγησης των προσβολών της σωµατικής και ψυχικής ακεραιότητας» που επισυνάπτεται ως παράρτηµα της πρότασης σύστασης του Συµβουλίου η οποία αναµένεται ότι θα εγκριθεί σύντοµα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πρόκειται για σύγχρονο πίνακα ποσοστών, ο οποίος είναι καρπός των εργασιών, επί τρία έτη και πλέον, µιας οµάδας νοµοµαθών και ιατρών από τα διάφορα κράτη µέλη, εντεταλµένης από την νοµική επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Στο παράρτηµα Β, οι πρακτικές λεπτοµέρειες χρήσης έχουν συνταχθεί για να εξασφαλίζεται η συνοχή της εφαρµογής του πίνακα ποσοστών στα πλαίσια της αξιολόγησης της µη οικονοµικής ζηµίας σε συµβατικό ασφαλιστικό σύστηµα. Κατά γενική αρχή, το επίπεδο των παροχών της κάλυψης δεν θα µεταβληθεί, ακόµα και αν η πιο συνεκτική και οργανική οργάνωση του πίνακα ποσοστών περιλαµβάνει ορισµένες προσαρµογές των ποσοστών εκτίµησης της αναπηρίας σε σχέση µε το επί του παρόντος ισχύον σύστηµα. Αυτές οι προσαρµογές χαρακτηρίζονται ως επί το πλείστον από ισορροπία και αποτελούν συνέπεια της ανάγκης η εκτίµηση να λαµβάνει υπόψη την εξέλιξη της ιατρικής και τις απαιτήσεις λειτουργικότητας των συγχρόνων δραστηριοτήτων. Κατά συνέπεια, η παράγραφος 1 διευκρινίζει ότι η οριστική αναπηρία καθορίζεται επί τη βάσει της προσβολής της σωµατικής και ψυχικής ακεραιότητας (ΠΣΨΑ) όπως αυτή προβλέπεται στον ευρωπαϊκό πίνακα ποσοστών αξιολόγησης των προσβολών της σωµατικής και ψυχικής ακεραιότητας, µε εξαίρεση του προοιµίου του. Το άρθρο αυτό τροποποιείται στο σύνολό του, µε παραποµπές στον νέο πίνακα ποσοστών, ενώ η προσθήκη των παραγράφων 4, 5 και 6 περιλαµβάνει διατάξεις του επί του παρόντος ισχύοντος παραρτήµατος. Σηµειωτέον ότι έχει αναθεωρηθεί η διάταξη του παραρτήµατος της σηµερινής ρύθµισης που περιλαµβάνεται στην παράγραφο 5, αποσκοπώντας σε βελτίωση της σαφήνειας και της ακρίβειας. Η επέκταση της κάλυψης στην πλήρη ή µερική απώλεια της λειτουργίας σε περίπτωση µελών ή οργάνων τα οποία λειτουργούν σε συνέργια προβλέφθηκε κατ αναλογία µε την κάλυψη του κινδύνου εργατικού ατυχήµατος στα κράτη µέλη. 3.9. Το άρθρο 12 (πρώην άρθρο 13) προβλέπει ένδειξη του τρόπου πληρωµής της παροχής. Πρόκειται για το αποτέλεσµα της επί του παρόντος ισχύουσας διοικητικής πρακτικής σύµφωνα µε την οποία υπολογίζονται οι δεδουλευµένοι τόκοι µετά από την ετήσια πληρωµή. 3.10. Η εφαρµογή του άρθρου 13 (πρώην άρθρο 14) διευκρινίζει ότι πρόκειται για τους «ιατρούς οι οποίοι διορίζονται από το θεσµικό όργανο» σε αντικατάσταση της διατύπωσης «ιατροί-σύµβουλοι», αποσκοπώντας στη συνοχή του κειµένου και στην πρόληψη συγχύσεων µε τους ιατρούς του ΚΣΥΑ. Επιπλέον, στον τύπο υπολογισµού που χρησιµοποιείται για τη συµπληρωµατική αποζηµίωση περιλαµβάνονται οι βλάβες για τις οποίες ο νέος ευρωπαϊκός πίνακας ποσοστών προβλέπει τη δυνατότητα ξεχωριστής αξιολόγησης. Κατά συνέπεια, ο νέος ορισµός είναι ευρύτερος, εφόσον προβλέπει και άλλες βλάβες εκτός από τις σωµατικό-ψυχικές, και χαρακτηρίζεται από συνοχή ως προς τον πίνακα ποσοστών που αναφέρεται στο άρθρο 11. Σκοπός του άρθρου 13 είναι η αναγνώριση αναπηρίας για αισθητική βλάβη, σεξουαλική βλάβη (εξαιρουµένης της αναπαραγωγικής λειτουργίας), για οξείς πόνους οι οποίοι δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθούν αντικειµενικά αλλά είναι 5

ιατρικώς βάσιµοι, και για παρεµπόδιση της άσκησης συγκεκριµένων δραστηριοτήτων τις οποίες ο ασφαλισµένος ανέπτυσσε κατά τον ελεύθερο χρόνο του. Η εν λόγω αποζηµίωση προσδιορίζεται επί τη βάσει του ειδικού πίνακα που παρατίθεται στο παράρτηµα Γ της ρύθµισης. Πρόκειται για κλίµακα από 1 έως 7, µε ποσοστά από 0,5 ως 7%. Με την τροποποίηση αυτή καταργείται η αναλογία µε τους πίνακες ποσοστών εκτίµησης της αναπηρίας του άρθρου 11 (πρώην άρθρο 12) του οποίου η εφαρµογή είναι ανέφικτη στο ιατρικό επίπεδο. 3.11. Στο άρθρο 15 (πρώην άρθρο 16), διευκρινίζεται η υποχρέωση του ασφαλισµένου να προσκοµίσει αποδεικτικά στοιχεία σχετικά µε το ατύχηµα. Πράγµατι, η καθυστερηµένη δήλωση είναι δυνατόν να είναι αποδεκτή σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή ένεκα οποιουδήποτε άλλου νόµιµου λόγου, υπό τον όρο ότι αυτό τεκµηριώνεται από ιατρική βεβαίωση ή από αδιάψευστα στοιχεία του ατυχήµατος. 3.12. Στο άρθρο 16 (πρώην άρθρο 17) διευκρινίζεται η ηµεροµηνία η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη για τον υπολογισµό των βασικών µισθών κατ εφαρµογή του άρθρου 73 για τις επαγγελµατικές ασθένειες. Πράγµατι, σε αντίθεση µε τα ατυχήµατα για τα οποία προσδιορίζεται σαφώς η ηµεροµηνία του ατυχήµατος, ο καθορισµός αυτής της ηµεροµηνίας για τις επαγγελµατικές ασθένειες εξαρτάται από ιατρική εκτίµηση (απόφαση της 4ης Ιανουαρίου 1993, F/Επιτροπή t-88/91, Συλλογή σ. II-13 σηµεία 35-39). Εντούτοις, σε περίπτωση απουσίας µιας τέτοιας µιας τέτοιας ιατρικής γνώµης, λαµβάνεται υπόψη ως αναφορά για τον υπολογισµό του βασικού µισθού η ηµεροµηνία της δήλωσης. 3.13. Στο άρθρο 17 (πρώην άρθρο 18), διευκρινίζεται ότι, εκτός από τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας ή ένεκα οποιουδήποτε άλλου νόµιµου λόγου, η µη προσέλευση του ασφαλισµένου στην κλήση του διορισµένου ιατρού συνεπάγεται αρχειοθέτηση του φακέλου, µε τήρηση των κανόνων αναλογικότητας και λαµβανοµένης υπόψη της δυνατότητας να ξανανοίξει ο φάκελος δυνάµει του άρθρου 21 (πρώην άρθρο 22). Πρόκειται για συµπληρωµατική διευκρίνιση η οποία απαντά στη µέριµνα της χρηστής διοικητικής διαχείρισης. 3.14. Το άρθρο 19 (πρώην άρθρο 20) υποδιαιρείται σε παραγράφους, και περιλαµβάνει προσθήκη διευκρινίσεων σχετικά µε τη διαδικασία της σταθεροποίησης των βλαβών, ιδίως σχετικά µε την υποχρέωση του ασφαλισµένου να ενηµερώνει τη διοίκηση για την εξέλιξη της κατάστασης της υγείας του. Η αρχειοθέτηση του φακέλου σε περίπτωση µη τήρησης αυτής της υποχρέωσης ενηµέρωσης επί χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο των έξι µηνών, αντιπροσωπεύει µια επιπλέον διευκρίνιση όσον αφορά τη µέριµνα της χρηστής διοικητικής διαχείρισης, λαµβανοµένης µάλιστα υπόψη της δυνατότητας να ξανανοίξει ο φάκελος δυνάµει του άρθρου 21 (πρώην άρθρο 22). Στην παράγραφο 3 εισάγεται ορισµός της σταθεροποίησης των βλαβών, βασιζόµενος στις διατάξεις ερµηνείας που εγκρίθηκαν κατά τη διάρκεια της 82 ης συνεδρίασης της Επιτροπής του ΚΥΚ που πραγµατοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 28 Σεπτεµβρίου 1984. ιευκρινίζεται η δυνατότητα του διορισµένου από το θεσµικό όργανο ιατρού να λαµβάνει θέση σχετικά µε αυτή τη σταθεροποίηση, ούτως ώστε να ανταποκρίνεται στις ιατρικές απαιτήσεις. 6

Στην παράγραφο 4 προβλέπεται η δυνατότητα µερικής προκαταβολής αναπηρίας σε περίπτωση επαγγελµατικής ασθένειας εφόσον δεν είναι εφαρµοστέα η έννοια της σταθεροποίησης. Στην παράγραφο 5 περιλαµβάνεται, για τις αποφάσεις που αφορούν ατυχήµατα, η διάταξη η οποία προβλεπόταν ήδη στο πρώην άρθρο 20 για την πληρωµή µερικής προκαταβολής σε περίπτωση που ο βαθµός αναπηρίας ανέρχεται τουλάχιστον στο 20%. 3.15. Στο άρθρο 22 (πρώην άρθρο 23) παράγραφος 1, αντιστρέφεται η σειρά του διορισµού των ιατρών, προς αποφυγήν οποιασδήποτε παρεξήγησης σχετικά µε το γεγονός ότι το θεσµικό όργανο διορίζει τον ιατρό του µετά από τον διορισµό του µονίµου υπαλλήλου ο οποίος ζητά να υποβληθεί η υπόθεσή του στην κρίση της ιατρικής επιτροπής. Σ αυτό το ίδιο άρθρο προβλέπεται, στο πλαίσιο της χρηστής διοικητικής διαχείρισης και προς αποφυγήν υπερβολικών αµοιβών των ιατρών, ότι θα τους ζητείται λεπτοµερής εκτίµησή τους πριν από τον διορισµό τους. Η νέα παράγραφος 2 αφορά την εντολή της ιατρικής επιτροπής, για να λαµβάνονται υπόψη τα ζητήµατα ιατρικής φύσης τα οποία προβάλλονται από τον ιατρό του ασφαλισµένου, µε σεβασµό της νοµολογίας (βλ. απόφαση της 15ης Ιουλίου 1997, R/Επιτροπή Υπόθεση T-187/95). Επιπλέον, µε αυτή την παράγραφο εισάγεται ο έλεγχος των υπερβολικών αµοιβών των ιατρών της Α Α. Αυτό είναι απαραίτητο, δεδοµένων των αµοιβών τις οποίες ζητούν οι ιατροί και οι οποίες είναι όλο και περισσότερο απρόβλεπτες (µέχρι 18.000 ευρώ για µια συνεδρίαση ιατρικής επιτροπής). Στην παράγραφο 3, προβλέπεται η σαφέστερη περιγραφή της διεξαγωγής της διαδικασίας και της οργάνωσης των εργασιών της ιατρικής επιτροπής, καθώς επίσης και η περιγραφή των καθηκόντων του τρίτου ιατρού, µε σεβασµό της νοµολογίας του ικαστηρίου (βλ. απόφαση της 15 ης εκεµβρίου 1999 Nardone/Επιτροπή υπόθεση T-27/98, ΣυλλογήFP σ. II-1293 σηµεία 68-69). Η διαβίβαση της έκθεσης της ιατρικής επιτροπής στον µόνιµο υπάλληλο καταργείται επειδή η διαδικασία αυτή είναι αντιφατική ως προς το άρθρο 20 της ίδιας ρύθµισης (πρώην άρθρο 21). Με τη διαβίβαση της έκθεσης της ιατρικής επιτροπής κατόπιν σχετικού αιτήµατος του µονίµου υπαλλήλου ή των δικαιούµενων µελών της οικογένειάς του ολοκληρώνεται η διαδικασία διαβίβασης εκ µέρους της ιατρικής επιτροπής, µε τήρηση των διατάξεων του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισµούς της Κοινότητας. Στην παράγραφο 4 προβλέπεται απλούστευση του κειµένου και βελτίωση της συνολικής του συνοχής. Κατ αναλογία µε το άρθρο 23 (πρώην άρθρο 24), τα έξοδα της ιατρικής επιτροπής επιστρέφονται επί τη βάσει ενοποιηµένης διαδικασίας ανεξαρτήτως του είδους του ατυχήµατος (εργατικού ή εκτός υπηρεσίας) και χωρίς τη διάκριση στην οποία αποσκοπεί το εν ισχύ κείµενο µεταξύ εργατικού ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας. 3.16. Εισαγωγή του άρθρου 24 όσον αφορά το ιατρικό απόρρητο. Κατ αναλογία µε την κοινή ρύθµιση "ασφάλιση ασθένειας" είναι αναγκαία η θέσπιση του ιατρικού απορρήτου για το προσωπικό το οποίο ασκεί καθήκοντα διαχείρισης της ρύθµισης ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας. 7

Πρόταση ΚΟΙΝΗ ΡΥΘΜΙΣΗ σχετικά µε την ασφάλιση των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά των κινδύνων ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας ΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ 1, Έχοντας υπόψη: τον κανονισµό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρµόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, όπως καθορίζονται στον κανονισµό (ΕΟΚ, Ευρατόµ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 2 και τροποποιήθηκαν τελευταία µε τον κανονισµό (ΕΟΚ, Ευρατόµ) αριθ. ΧΧΧΧ/ΧΧ (3), ιδίως δε το άρθρο 73 του εν λόγω κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης και το άρθρο 28 του εν λόγω καθεστώτος, την κοινή ρύθµιση σχετικά µε την ασφάλιση των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά των κινδύνων ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας, όπως τροποποιήθηκε τελευταία στις 18 Ιουλίου 1997, τη γνώµη της επιτροπής κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης, την κοινή συµφωνία µεταξύ των θεσµικών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4), Εκτιµώντας ότι εναπόκειται στα θεσµικά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων να θεσπίσουν, µε κοινή συµφωνία, ρύθµιση σχετικά µε την ασφάλιση των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά των κινδύνων ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας, 1 2 (3) (4) Αναφέρεται το όργανο των Κοινοτήτων που εφαρµόζει την παρούσα κοινή ρύθµιση: Συµβούλιο: 22 Νοεµβρίου 1976 Ευρωπαϊκή Οικονοµική και Κοινωνική Επιτροπή: 5 Οκτωβρίου 1976 Κοινοβούλιο: 27 Ιανουαρίου 1977 Επιτροπή: 18 Απριλίου 1975 ικαστήριο: 9 Ιουλίου 1975. ΕΕ αριθ. L 56 της 4.03.1968, σελ. 1. ΕΕ αριθ. L ΧΧΧ της ΧΧΧΧ.2004, σελ. ΧΧ. Η παρούσα ρύθµιση θεσπίστηκε από όλα τα θεσµικά όργανα των οποίων η κοινή συµφωνία διαπιστώθηκε από τον πρόεδρο του ικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις ΧΧΧΧ 2004. 8

ΕΞΕ ΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΡΥΘΜΙΣΗ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Σκοπός Στην παρούσα ρύθµιση καθορίζονται, κατ εφαρµογή του άρθρου 73 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι όροι που διέπουν την ασφάλιση σε ολόκληρο τον κόσµο του εκάστοτε ασφαλισµένου κατά των κινδύνων ατυχήµατος και επαγγελµατικής ασθένειας. Σύµφωνα µε την παρούσα ρύθµιση, στην έννοια του «ασφαλισµένου» εµπίπτουν οι ακόλουθες κατηγορίες εργαζοµένων: οι µόνιµοι υπάλληλοι οι έκτακτοι υπάλληλοι οι συµβασιούχοι υπάλληλοι. Άρθρο 2 Ατύχηµα 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 7, µε τον όρο «ατύχηµα» νοείται κάθε αιφνίδιο γεγονός το οποίο έχει προσβάλει τη σωµατική ή ψυχική ακεραιότητα του ασφαλισµένου και του οποίου το αίτιο ή ένα από τα αίτια είναι εξωγενές σε σχέση µε τον οργανισµό του θύµατος. 2. Ως ατυχήµατα λογίζονται µεταξύ άλλων: η δηλητηρίαση οι λοιµώξεις, οι ασθένειες και οι τραυµατισµοί, καθώς και οποιαδήποτε άλλη συνέπεια προκληθείσα από δήγµα ζώου ή τσίµπηµα εντόµου τα διαστρέµµατα, οι διαρρήξεις και οι θλάσεις µυός ή τένοντα που προκύπτουν από προσπάθεια η ανεξήγητη εξαφάνιση του ασφαλισµένου εφόσον, µετά την παρέλευση ενός έτους και την εξέταση των περιστάσεων της εξαφάνισης, τεκµαίρεται ο θάνατος του ασφαλισµένου, εκτός εάν είναι δυνατό να θεωρηθεί, κατά τεκµήριο, ότι ο θάνατός του δεν οφείλεται σε ατύχηµα. 9

Άρθρο 3 Επαγγελµατικές ασθένειες 1. Ως επαγγελµατικές ασθένειες θεωρούνται οι ασθένειες που περιλαµβάνονται στον «ευρωπαϊκό πίνακα των επαγγελµατικών ασθενειών, που προσαρτάται στη σύσταση της Επιτροπής της 19 ης Σεπτεµβρίου 2003 (5) και στις τυχόν συµπληρωµατικές της πράξεις, εφόσον ο ασφαλισµένος, κατά την επαγγελµατική του δραστηριότητα στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, διέτρεξε τον κίνδυνο να προσβληθεί από τις εν λόγω ασθένειες. 2. Ως επαγγελµατική ασθένεια θεωρείται επίσης κάθε ασθένεια ή επιδείνωση προϋπάρχουσας ασθένειας που δεν περιλαµβάνεται στον πίνακα ο οποίος µνηµονεύεται στην παράγραφο 1, όταν αποδεικνύεται επαρκώς ότι έχει προκληθεί από την άσκηση ή επ ευκαιρίαν της άσκησης καθηκόντων στην υπηρεσία των Κοινοτήτων. Άρθρο 4 Αποκλεισµός της κάλυψης 1. εν καλύπτονται από το άρθρο 73 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης τα ατυχήµατα που προκύπτουν: (α) (β) (γ) (δ) (ε) από την εθελοντική συµµετοχή του ασφαλισµένου σε συµπλοκές, µε την επιφύλαξη της παραγράφου 3 από προδήλως παράτολµες πράξεις του ασφαλισµένου ή από τη συµµετοχή του, µε τη χρήση µηχανοκίνητων οχηµάτων, σε αθλητικούς αγώνες, αθλητικές δοκιµασίες ταχύτητας και επίσηµες δοκιµές από βαθµό αλκοολαιµίας, στον ασφαλισµένο που είναι θύµα του ατυχήµατος, άνω του 0,5 mg/ml για τα ατυχήµατα που οφείλονται στην οδήγηση παντός µηχανοκίνητου οχήµατος και από βαθµό αλκοολαιµίας άνω του 1,4 mg/ml για οποιοδήποτε άλλο ατύχηµα από τη χρήση ναρκωτικών χωρίς ιατρική συνταγή από τον ασφαλισµένο, εκτός αν πρόκειται για λάθος από τον ενσυνείδητο χειρισµό πολεµικών µηχανών ή πυροµαχικών από τον ασφαλισµένο, εξαιρουµένης της κατάστασης ανάγκης. 2. Οι περιπτώσεις αποκλεισµού που προβλέπονται στην παράγραφο 1 πρέπει να έχουν άµεση συνάφεια µε την επαύξηση του κινδύνου ή των κινδύνων που συνεπάγονται. 3. Τα ατυχήµατα που απαριθµούνται στην παράγραφο 1 σηµείο α) καλύπτονται υπό την προϋπόθεση ότι επήλθαν κατά την άσκηση ή επ ευκαιρίαν της άσκησης των καθηκόντων του ασφαλισµένου ή καθοδόν προς και από τον τόπο εργασίας του, εκτός αν συντρέχει βαριά αµέλεια του ασφαλισµένου. (5) Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. L 238 της 25/09/2003, σελ. 0028. 10

Άρθρο 5 Αναστολή της κάλυψης Η κάλυψη των κινδύνων που καθορίζονται στο άρθρο 73 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης αναστέλλεται στις περιπτώσεις οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 40 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης και στο άρθρο 17 του καθεστώτος που εφαρµόζεται στο λοιπό προσωπικό. Άρθρο 6 Μείωση των παροχών Σε περίπτωση ατυχήµατος που συνέβη ή ασθένειας που προσέβαλε τον ασφαλισµένο κατά τη διάρκεια περιόδου κατά την οποία ο ασφαλισµένος ήταν σε διαθεσιµότητα ή σε άδεια για την εκπλήρωση στρατιωτικής θητείας, κατ εφαρµογή των άρθρων 41 και 42 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης, οι ανάλογες παροχές που καταβάλλονται από άλλη πηγή αφαιρούνται από εκείνες που οφείλονται βάσει της παρούσας ρύθµισης. Άρθρο 7 Αποκλεισµός των παροχών 1. Οι παροχές που προβλέπονται στο άρθρο 73 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης δεν οφείλονται όταν το ατύχηµα ή η ασθένεια έχει προκληθεί εσκεµµένα από τον ασφαλισµένο. Καµία παροχή δεν οφείλεται σε έλκοντα δικαιώµατα ο οποίος προκαλεί εσκεµµένα τον θάνατο του ασφαλισµένου. 2. Θεωρούνται ωστόσο ατυχήµατα κατά την έννοια της παρούσας ρύθµισης: οι αυτοκτονίες οι σωµατικές ή ψυχικές βλάβες που προκλήθηκαν σε κατάσταση ανάγκης ή νόµιµης άµυνας ή σε περίπτωση διάσωσης ανθρώπων ή αγαθών οι συνέπειες βιαιοπραγίας ή επιθέσεων κατά του προσώπου του ασφαλισµένου, ακόµη και κατά τη διάρκεια απεργιών ή εξεγέρσεων, εκτός αν αποδεικνύεται ότι ο ασφαλισµένος πήρε µε τη θέλησή του µέρος στις βίαιες ενέργειες των οποίων υπήρξε θύµα, εξαιρουµένης της περίπτωσης της νόµιµης άµυνας. Άρθρο 8 Υποκατάσταση Ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα οφείλουν να υποβάλουν στο όργανο στο οποίο υπάγεται ο ασφαλισµένος τις πληροφορίες και αποδείξεις που διαθέτουν, ώστε να µπορέσει αυτό, ενδεχοµένως, να προσφύγει νοµικώς κατά του τρίτου υπευθύνου, και να του παράσχουν κάθε αναγκαία βοήθεια για τον σκοπό αυτό. O ασφαλισµένος και οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα οφείλουν να λάβουν τη συναίνεση του οργάνου στο οποίο υπάγεται ο ασφαλισµένος εάν σκοπεύουν να συνάψουν φιλικό διακανονισµό των αξιώσεών τους και να συµβιβαστούν µε τον τρίτο. 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΑΡΟΧΕΣ Άρθρο 9 Επιστροφή εξόδων 1. Ο ασφαλισµένος που είναι θύµα ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας έχει δικαίωµα επιστροφής όλων των εξόδων που απαιτούνται για την όσο το δυνατόν πληρέστερη αποκατάσταση της σωµατικής και ψυχικής του ακεραιότητας, καθώς και για κάθε φροντίδα και θεραπεία που απαιτούν οι συνέπειες των βλαβών και οι τρόποι εκδηλώσεώς τους. Το ίδιο ισχύει, αν υπάρχει ανάγκη, και για τα έξοδα που απαιτούνται για τη λειτουργική και επαγγελµατική επαναπροσαρµογή του θύµατος. Ωστόσο, αν η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή του οργάνου στο οποίο υπάγεται o ασφαλισµένος θεωρεί ορισµένα έξοδα υπερβολικά ή µη αναγκαία, δύναται, µετά από γνωµοδότηση του ιατρού που ορίζει η ίδια, να τα µειώσει σε ένα ποσό που κρίνει εύλογο ή, ενδεχοµένως, να αρνηθεί την επιστροφή. Τα έξοδα που αναφέρονται στα προηγούµενα εδάφια επιστρέφονται στον ασφαλισµένο, βάσει της παρούσας ρύθµισης, από την αρµόδια για τους διορισµούς αρχή του οργάνου στο οποίο υπάγεται ο υπάλληλος, µετά την ανάληψη, από το καθεστώς ασφάλισης ασθένειας που προβλέπεται στο άρθρο 72 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης, του µέρους που αντιστοιχεί στο εν λόγω καθεστώς βάσει των εκεί προβλεπόµενων προϋποθέσεων. 2. Η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή του οικείου οργάνου δύναται να χορηγήσει στον ασφαλισµένο, µε αίτησή του και µετά από γνωµοδότηση του ιατρού που ορίζει η ίδια, την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου, εφόσον κρίνεται απαραίτητο να υποβληθεί ο ασφαλισµένος σε θεραπεία ή να διέλθει περίοδο ανάρρωσης ή να αποθεραπευθεί στη χώρα καταγωγής του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η κατάσταση της υγείας του ασφαλισµένου το απαιτεί, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή του οικείου οργάνου δύναται να του χορηγήσει, µετά από γνωµοδότηση του ιατρού που ορίζει η ίδια, την επιστροφή των εξόδων ταξιδίου για να µπορέσει ο ασφαλισµένος να υποβληθεί σε θεραπεία υπαγορευόµενη από την κατάσταση της υγείας του σε χώρα άλλη από τη χώρα καταγωγής του. Τα εν λόγω έξοδα ταξιδίου επιστρέφονται σύµφωνα µε το άρθρο 12 του παραρτήµατος VII του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης. Άρθρο 10 Καταβολή του κεφαλαίου 1. Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισµένου συνεπεία ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας, το όργανο στο οποίο υπαγόταν ο ασφαλισµένος καταβάλλει το κεφάλαιο που προβλέπεται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης στους έλκοντες δικαιώµατα οι οποίοι ορίζονται στη συγκεκριµένη διάταξη. 12

Εάν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 τελευταία περίπτωση, µετά την καταβολή του συνόλου ή µέρους αυτού του κεφαλαίου στους έλκοντες δικαιώµατα αποδειχθεί ότι ο ασφαλισµένος ζει, όλα τα καταβληθέντα ποσά πρέπει να επιστραφούν από τους έλκοντες δικαιώµατα. Επιτρέπεται να παρασχεθούν ευκολίες για την επιστροφή των χρηµάτων. 2. Σε περίπτωση που, µετά την καταβολή του κεφαλαίου που προβλέπεται στο άρθρο 11, ο ασφαλισµένος αποβιώσει εξαιτίας του ίδιου ατυχήµατος ή της ίδιας επαγγελµατικής ασθένειας, το κεφάλαιο που αναφέρεται στο παρόν άρθρο οφείλεται µόνο κατά το µέτρο που υπερβαίνει το κεφάλαιο που καταβάλλεται δυνάµει του άρθρου 11. Άρθρο 11 Μόνιµη αναπηρία 1. Η ολική ή µερική µόνιµη αναπηρία εκτιµάται µε κριτήριο τη βλάβη που έχει προκληθεί στη σωµατική/ψυχική ακεραιότητα («ΒΣΨΑ»), η οποία καθορίζεται µε βάση τον ευρωπαϊκό πίνακα των ποσοστών αναπηρίας για την εκτίµηση των βλαβών που προκαλούνται στη σωµατική και ψυχική ακεραιότητα, που παρατίθεται στο παράρτηµα Α της παρούσας ρύθµισης. Είναι εφαρµοστέες οι πρακτικές λεπτοµέρειες εφαρµογής του εν λόγω πίνακα, οι οποίες παρατίθενται στο παράρτηµα B. Η σύσταση του Συµβουλίου σχετικά µε τη θέσπιση ευρωπαϊκού πίνακα για την εκτίµηση των βλαβών που προκαλούνται στη σωµατική και ψυχική ακεραιότητα και οι τυχόν πράξεις που τη συµπληρώνουν, µε εξαίρεση το προοίµιο της σύστασης, αντικαθιστούν το παράρτηµα A της παρούσας ρύθµισης από την ηµέρα της δηµοσίευσής της στην Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2. Σε περίπτωση ολικής µόνιµης αναπηρίας του ασφαλισµένου συνεπεία ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας, γίνεται δεκτό ότι η βλάβη της σωµατικής/ψυχικής ακεραιότητας ισοδυναµεί µε 100%, οπότε καταβάλλεται στον ασφαλισµένο το κεφάλαιο που προβλέπεται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης. 3. Σε περίπτωση µερικής µόνιµης αναπηρίας του ασφαλισµένου συνεπεία ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας, καταβάλλεται στον ασφαλισµένο το κεφάλαιο που προβλέπεται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης και προσδιορίζεται µε βάση τα ποσοστά που προβλέπονται στον πίνακα που µνηµονεύεται στην παράγραφο 1. 4. Η βλάβη που έχει προκληθεί σε ήδη πάσχοντα µέλη ή όργανα του σώµατος αποζηµιώνεται µόνο κατά το µέτρο της διαφοράς της κατάστασής τους πριν και µετά το ατύχηµα. 5. Η εκτίµηση βλαβών που έχουν προκληθεί από ατύχηµα σε υγιή µέλη ή όργανα του σώµατος πραγµατοποιείται υποχρεωτικά λαµβανοµένης υπόψη της αναπηρίας άλλων µελών ή οργάνων που δεν υπέστησαν βλάβη από το ατύχηµα, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω µέλη ή όργανα λειτουργούν σε συνέργεια µε εκείνα που υπέστησαν 13

βλάβη από το ατύχηµα. Στην περίπτωση αυτή, η αποζηµίωση αφορά την ολική ή µερική απώλεια της λειτουργίας. 6. Η συνολική αποζηµίωση που καταβάλλεται για περισσότερες αναπηρίες προκληθείσες από το ίδιο ατύχηµα προσδιορίζεται µε πρόσθεση, χωρίς να επιτρέπεται υπέρβαση ούτε του συνολικού ασφαλισµένου κεφάλαιου για ολική µόνιµη αναπηρία ούτε του µερικού ασφαλισµένου ποσού για ολική απώλεια ή πλήρη απώλεια της χρήσης του προσβληθέντος µέλους ή οργάνου. Άρθρο 12 Ισόβια πρόσοδος Με αίτηση του ασφαλισµένου ή των εξ αυτού ελκόντων δικαιώµατα, τα ποσά που καταβάλλονται δυνάµει των άρθρων 10 και 11 είναι δυνατό να αντικατασταθούν από ισόβια πρόσοδο. Η αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός τριµήνου από την κοινοποίηση της απόφασης που προβλέπεται στο άρθρο 18. Η µετατροπή σε ισόβια πρόσοδο, µε άµεση ή µελλοντική έναρξη ισχύος, γίνεται βάσει των πινάκων που προβλέπονται στο άρθρο 8 του παραρτήµατος VIII του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης, σχετικά µε τις συντάξεις. Η πρόσοδος καταβάλλεται ετησίως και κατά τη λήξη του έτους. Άρθρο 13 Συµπληρωµατική αποζηµίωση Ύστερα από γνωµάτευση ιατρών που ορίζονται από τα θεσµικά όργανα ή της ιατρικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 22, χορηγείται στον ασφαλισµένο, επιπλέον της αποζηµίωσης µερικής µόνιµης αναπηρίας, συµπληρωµατική αποζηµίωση για αισθητική βλάβη, σεξουαλική βλάβη (εξαιρουµένης της αναπαραγωγικής λειτουργίας), οξείς πόνους οι οποίοι δεν είναι δυνατό να διαπιστωθούν αντικειµενικά αλλά είναι ιατρικώς βάσιµοι ή για παρεµπόδιση της άσκησης συγκεκριµένων δραστηριοτήτων που ο ασφαλισµένος ανέπτυσσε κατά τον ελεύθερο χρόνο του. Η εν λόγω αποζηµίωση προσδιορίζεται µε βάση τον πίνακα εκτίµησης των επιµέρους βλαβών ειδικού τύπου, που παρατίθεται στο παράρτηµα Γ. Άρθρο 14 Κατ αποκοπή αποζηµίωση Όταν ύστερα από ατύχηµα ή επαγγελµατική ασθένεια ο ασφαλισµένος βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση ανικανότητας που να καθιστά απαραίτητη τη διαρκή βοήθεια άλλου προσώπου, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή του οικείου οργάνου δύναται να του χορηγήσει, ύστερα από γνωµάτευση ιατρού που ορίζεται από το όργανο ή της ιατρικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 22, µηνιαία κατ αποκοπήν αποζηµίωση, ίση µε τις σχετικές δικαιολογηµένες δαπάνες, το ύψος της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 150% του κατώτατου ορίου διαβίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 6 του παραρτήµατος VIII του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης, λαµβανοµένου υπόψη του διορθωτικού συντελεστή που προβλέπεται στο άρθρο 64 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης. 14

Η εν λόγω κατ αποκοπή αποζηµίωση καταβάλλεται µόνο συµπληρωµατικά και αφού εξαντληθούν οι καταβολές των τυχόν οφειλόµενων ποσών, σύµφωνα µε το άρθρο 72 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης. Εντός προθεσµίας που καθορίζει το οικείο όργανο και πάντως οπωσδήποτε ανά τρία έτη, η απόφαση χορήγησης της κατ αποκοπή αποζηµίωσης επανεξετάζεται. ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ Άρθρο 15 ήλωση ατυχήµατος 1. Ο ασφαλισµένος που έχει πέσει θύµα ατυχήµατος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα υποχρεούνται να δηλώσουν το ατύχηµα στη διοίκηση του οργάνου στο οποίο υπάγεται ο ασφαλισµένος. Σε περίπτωση θανατηφόρου ατυχήµατος, καθώς και σε οποιαδήποτε περίπτωση αδυναµίας του ασφαλισµένου ή των εξ αυτού ελκόντων δικαιώµατα να δηλώσουν το ατύχηµα, η δήλωση µπορεί να γίνει από οποιοδήποτε µέλος της οικογενείας του ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έλαβε γνώση. Η δήλωση ατυχήµατος πρέπει να αναφέρει λεπτοµερώς την ηµέρα και την ώρα, τα αίτια και τις περιστάσεις του ατυχήµατος, καθώς και τα ονόµατα των τυχόν µαρτύρων ή του τρίτου υπευθύνου. Επισυνάπτεται ιατρική βεβαίωση, όπου διευκρινίζονται η φύση των βλαβών και οι πιθανές συνέπειες του ατυχήµατος. 2. Η δήλωση πρέπει να υποβληθεί εντός δέκα εργάσιµων ηµερών από την ηµεροµηνία του ατυχήµατος. Εντούτοις, είναι δυνατή η υπέρβαση της προθεσµίας αυτής σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή ένεκα οποιουδήποτε άλλου νόµιµου λόγου, υπό τον όρο ότι ο ασφαλισµένος αποδεικνύει την επέλευση του ατυχήµατος και τεκµηριώνει την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας µεταξύ του ατυχήµατος αυτού και των βλαβών που έχουν προκληθεί στη σωµατική και ψυχική του ακεραιότητα. 3. Η διοίκηση του οργάνου δύναται να διενεργήσει έρευνα. Άρθρο 16 ήλωση επαγγελµατικής ασθένειας 1. Ο ασφαλισµένος που ζητά την εφαρµογή της παρούσας ρύθµισης για λόγους επαγγελµατικής ασθένειας οφείλει να υποβάλει δήλωση στη διοίκηση του οργάνου στο οποίο υπάγεται εντός εύλογης προθεσµίας από την εκδήλωση της ασθένειας ή από την ηµεροµηνία της πρώτης ιατρικής της διαπίστωσης. Η δήλωση µπορεί να υποβληθεί από τον ασφαλισµένο ή τον πρώην ασφαλισµένο εάν η ασθένεια που εικάζεται ότι έχει επαγγελµατική αιτία εκδηλωθεί ύστερα από την ηµεροµηνία οριστικής αποχώρησης του ενδιαφεροµένου από την υπηρεσία του. Μπορεί επίσης να υποβληθεί από τους έλκοντες δικαιώµατα, εφόσον ο ασφαλισµένος έχει αποβιώσει ύστερα από ασθένεια που εικάζεται ότι έχει επαγγελµατική αιτία. 15

Στη δήλωση πρέπει να προσδιορίζεται η φύση της πάθησης και να επισυνάπτονται ιατρικές βεβαιώσεις και κάθε άλλο δικαιολογητικό. Εάν πρόκειται για αναγνωρισµένη επαγγελµατική ασθένεια, οι παροχές που προβλέπονται στο άρθρο 73 παράγραφος 2 υπολογίζονται µε βάση τις µηνιαίες αποδοχές που έχουν καταβληθεί κατά το δωδεκάµηνο που προηγείται της ηµεροµηνίας της πρώτης διάγνωσης της ασθένειας ή, ελλείψει αυτής, της ηµεροµηνίας της πρώτης ανικανότητας προς εργασία συνεπεία της ασθένειας ή, ελλείψει και αυτής, της ηµεροµηνίας υποβολής της δήλωσης. 2. Η διοίκηση διενεργεί έρευνα προκειµένου να συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία που θα της επιτρέψουν να εξακριβώσει τη φύση της πάθησης, την επαγγελµατική της αιτιολογία και τις περιστάσεις υπό τις οποίες προέκυψε. Είναι δυνατό να κινηθεί αυτεπάγγελτη έρευνα οσάκις ένας ασφαλισµένος έχει προσβληθεί από ασθένεια ή υποστεί βλάβες επειδή, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εξετέθη στην επίδραση βλαβερών παραγόντων ή σε ασυνήθη νοσηρά αίτια. Με βάση την έκθεση για τα πορίσµατα της έρευνας, ο ιατρός ή οι ιατροί που έχουν ορίσει τα όργανα διατυπώνουν τα συµπεράσµατα που προβλέπονται στο άρθρο 18. Άρθρο 17 Ιατρική πραγµατογνωµοσύνη Για την εφαρµογή της παρούσας ρύθµισης, η διοίκηση δύναται να ζητήσει οποιαδήποτε ιατρική πραγµατογνωµοσύνη είναι απαραίτητη. Η µη προσέλευση στον ιατρό που έχει ορισθεί από το οικείο όργανο συνεπάγεται τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο, εκτός αν συντρέχει ανωτέρα βία ή οποιοσδήποτε άλλος νόµιµος λόγος και µε την επιφύλαξη της εφαρµογής του άρθρου 21. Άρθρο 18 Αποφάσεις Οι αποφάσεις σχετικά µε την αναγνώριση του κατά πόσον ένα γεγονός οφείλεται σε ατύχηµα, συµπεριλαµβανοµένης και της απόδοσής του στους κινδύνους που απορρέουν είτε από την εργασία είτε από τον ιδιωτικό βίο, καθώς επίσης και οι αποφάσεις σχετικά µε την αναγνώριση της επαγγελµατικής αιτιολογίας ασθένειας και τον καθορισµό του ποσοστού µόνιµης αναπηρίας λαµβάνονται από την αρµόδια για τους διορισµούς αρχή, σύµφωνα µε τη διαδικασία του άρθρου 20, ως εξής: µε βάση τα συµπεράσµατα του ιατρού ή των ιατρού που έχουν ορίσει τα όργανα και µε αίτηση του ασφαλισµένου, µετά από γνωµάτευση της ιατρικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 22. 16

Άρθρο 19 Σταθεροποίηση των βλαβών 1. Ο ασφαλισµένος υποχρεούται να ενηµερώνει αυθορµήτως τη διοίκηση για την εξέλιξη της κατάστασης της υγείας του, δια της υποβολής ιατρικών βεβαιώσεων. 2. Εάν ο ασφαλισµένος δεν παράσχει καµία πληροφορία κατ εφαρµογή της πρώτης παραγράφου επί χρονικό διάστηµα µεγαλύτερο του εξαµήνου, τεκµαίρεται ότι έχει θεραπευθεί και η υπόθεσή του τίθεται στο αρχείο, µε την επιφύλαξη της εφαρµογής του άρθρου 21. 3. Η απόφαση για τον καθορισµό του βαθµού αναπηρίας λαµβάνεται αφού σταθεροποιηθούν οι βλάβες που έχει υποστεί ο ασφαλισµένος. Γίνεται δεκτό ότι οι συνέπειες ενός ατυχήµατος ή επαγγελµατικής ασθένειας έχουν σταθεροποιηθεί εφόσον τα εν λόγω επακόλουθα έχουν παγιωθεί και εκτιµάται ότι η όποια χειροτέρευσή τους θα είναι πολύ αργή και πολύ περιορισµένη. Για τον σκοπό αυτό, ο ασφαλισµένος είναι υποχρεωµένος να διαβιβάσει ιατρική έκθεση που να διαπιστώνει τη σταθεροποίηση της κατάστασής του και να διευκρινίζει τη φύση των βλαβών. Παρόλα αυτά, ο ιατρός ή οι ιατροί που έχει ορίσει το οικείο όργανο ή η ιατρική επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 22 δύναται να αποφανθούν για τη σταθεροποίηση ακόµη και αν δεν έχει προσκοµισθεί σχετική ιατρική έκθεση. Εάν, µετά την παύση της ιατρικής αγωγής, δεν είναι ακόµη δυνατός ο οριστικός καθορισµός του ποσοστού αναπηρίας, η γνώµη του ιατρού ή των ιατρών που µνηµονεύονται στο άρθρο 18 ή ενδεχοµένως η έκθεση της ιατρικής επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 22 πρέπει να προσδιορίζει την ηµεροµηνία κατά την οποία πρέπει το αργότερο να επανεξετασθεί η υπόθεση του ασφαλισµένου. 4. Εάν πρόκειται για αναγνωρισµένη επαγγελµατική ασθένεια, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή χορηγεί προσωρινή αποζηµίωση, η οποία αντιστοιχεί στο µη διαφιλονικούµενο τµήµα του ποσοστού µόνιµης αναπηρίας. Η αποζηµίωση αυτή καταλογίζεται στις οριστικές παροχές. 5. Η διάταξη που προβλέπεται στην παράγραφο 4 είναι εφαρµοστέα για τις αποφάσεις περί ατυχηµάτων, εφόσον το ποσοστό αναπηρίας ανέρχεται τουλάχιστον στο 20%. Άρθρο 20 Σχέδιο απόφασης και προσφυγή στην ιατρική επιτροπή 1. Πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση δυνάµει του άρθρου 18, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή κοινοποιεί στον ασφαλισµένο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα σχέδιο της απόφασης, επισυνάπτοντας τα συµπεράσµατα του ή των ιατρών που έχει ορίσει το όργανο. Ο ασφαλισµένος και οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα δύνανται να ζητήσουν να σταλεί η πλήρης ιατρική έκθεση σε ιατρό της επιλογής τους ή να διαβιβαστεί στους ιδίους. 2. Ο ασφαλισµένος και οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα δύνανται, εντός εξήντα ηµερών, να ζητήσουν να γνωµατεύσει η ιατρική επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 22. Στην αίτηση για γνωµάτευση της ιατρικής επιτροπής πρέπει να διευκρινίζεται το ονοµατεπώνυµο του ιατρού που εκπροσωπεί τον ασφαλισµένο ή τους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα και να επισυνάπτεται έκθεση του συγκεκριµένου 17

ιατρού στην οποία να επισηµαίνονται τα αµφισβητούµενα ιατρικά ζητήµατα στον ιατρό ή τους ιατρούς που έχει ορίσει το οικείο όργανο για τις ανάγκες της εφαρµογής των διατάξεων της παρούσας ρύθµισης. 3. Εάν, κατά τη λήξη της ανωτέρω προθεσµίας, δεν έχει υποβληθεί αίτηση για γνωµάτευση της ιατρικής επιτροπής, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή λαµβάνει απόφαση ίδια µε το κοινοποιηθέν σχέδιο. Άρθρο 21 Εκ νέου άνοιγµα της υπόθεσης Ο ασφαλισµένος δύναται ανά πάσα στιγµή να υποβάλει δήλωση επιδείνωσης των βλαβών που έχει υποστεί ή της αναπηρίας, συνοδευόµενη από έκθεση του θεράποντος ιατρού. Το ίδιο ισχύει για τις περιπτώσεις κλεισίµατος της υπόθεσης κατ εφαρµογή του άρθρου 17 δεύτερη περίπτωση και του άρθρου 19 παράγραφος 2. Εάν ο ιατρός που έχει ορίσει η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή αναγνωρίσει ότι υπάρχει επιδείνωση, η εν λόγω αρχή αποφασίζει µε τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 18 και 20. Άρθρο 22 Ιατρική επιτροπή 1. Η ιατρική επιτροπή απαρτίζεται από τρεις ιατρούς, οι οποίοι ορίζονται ως εξής: ο πρώτος από τον ασφαλισµένο ή από τους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα ο δεύτερος από την αρµόδια για τους διορισµούς αρχή ο τρίτος µε κοινή συµφωνία του πρώτου και του δεύτερου ιατρού. Εάν δεν επιτευχθεί συµφωνία για τον διορισµό του τρίτου ιατρού εντός διµήνου από την ηµεροµηνία διορισµού του δεύτερου ιατρού, ο τρίτος ιατρός ορίζεται αυτεπαγγέλτως από τον πρόεδρο του ικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων µε πρωτοβουλία ενός από τα µέρη. Ανεξαρτήτως του τρόπου διορισµού του, ο τρίτος ιατρός πρέπει να διαθέτει εγνωσµένη εµπειρογνωµοσύνη σε θέµατα εκτίµησης και αποκατάστασης σωµατικών βλαβών. 2. Το όργανο αναθέτει εντολή στην ιατρική επιτροπή. Η εντολή καλύπτει τα ζητήµατα ιατρικής φύσεως τα οποία εγείρονται στην έκθεση του ιατρού που εκπροσωπεί τον ασφαλισµένο ή τους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, καθώς και άλλες συναφείς ιατρικές εκθέσεις που έχουν διαβιβασθεί κατ εφαρµογή του άρθρου 20 παράγραφος 2. Πριν από την έναρξη των εργασιών και εντός 15 εργάσιµων ηµερών από την ηµεροµηνία ανάθεσης της εντολής της ιατρικής επιτροπής, ο ιατρός που έχει ορισθεί από τον ασφαλισµένο και ο τρίτος ιατρός οφείλουν να υποβάλουν στο θεσµικό όργανο προϋπολογισµό για την αµοιβή και τα έξοδά τους. Η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή πρέπει να εγκρίνει τις εν λόγω αµοιβές και τα έξοδα. Το όργανο 18

δύναται να καθορίσει εν προκειµένω ανώτατα όρια κυµαινόµενου ύψους, ανάλογα µε την περιπλοκότητα της εντολής. Η αµοιβή και τα έξοδα του τρίτου ιατρού τα οποία ενδεχοµένως δεν έχουν εγκριθεί από το θεσµικό όργανο γνωστοποιούνται στον ασφαλισµένο που υπέβαλε το αίτηµα για την ιατρική επιτροπή ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, προκειµένου να δώσουν τη συγκατάθεσή τους. Σε περίπτωση που η αµοιβή και τα έξοδα του τρίτου ιατρού δεν γίνουν αποδεκτά ούτε από τον ασφαλισµένο ή από τους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, πραγµατοποιείται υποχρεωτικά νέος διορισµός κατ εφαρµογή της παραγράφου 1. Εάν ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα αποδεχθούν την αµοιβή και τα έξοδα, επιβεβαιώνεται η εντολή στον ιατρό. Πριν από την επιβεβαίωση της εντολής στους ιατρούς, το θεσµικό όργανο ενηµερώνει τον ασφαλισµένο ή τους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα για τις αµοιβές και τα έξοδα που αυτοί ενδέχεται να κληθούν τελικώς να καταβάλουν κατ εφαρµογή της παραγράφου 4. Σε καµία περίπτωση δεν δύνανται ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα να απορρίψουν τον τρίτο ιατρό εξαιτίας του ποσού της αµοιβής και των εξόδων που αυτός έχει ζητήσει. Ωστόσο, ο ασφαλισµένος έχει ανά πάσα στιγµή την ευχέρεια να δηλώσει ότι παραιτείται από τη διαδικασία προσφυγής στην ιατρική επιτροπή. Στην περίπτωση αυτή, η αµοιβή και τα παρεπόµενα έξοδα του ιατρού που έχει επιλέξει ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, καθώς και το ήµισυ της αµοιβής και των παρεπόµενων εξόδων του τρίτου ιατρού εξακολουθούν να τους βαρύνουν κατά το τµήµα των εργασιών που έχουν ολοκληρωθεί. Ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα παραµένουν υπόχρεοι έναντι του ιατρού του για τα ποσά που έχουν συµφωνηθεί µε αυτόν, ανεξαρτήτως του ποσού που δέχεται να καταβάλει το όργανο. 3. Η ιατρική επιτροπή εξετάζει συλλογικά το σύνολο των εγγράφων τα οποία είναι διαθέσιµα και τα οποία ενδέχεται να της χρησιµεύσουν για την εξαγωγή των συµπερασµάτων της. Όλες οι αποφάσεις λαµβάνονται κατά πλειοψηφία. Ο κανονισµός λειτουργίας της ιατρικής επιτροπής και οι διαδικασίες που αυτή θα εφαρµόζει θεσπίζονται από την ίδια. Ο τρίτος ιατρός εκτελεί καθήκοντα γραµµατέα και συντάσσει την έκθεση. Η ιατρική επιτροπή δύναται να ζητήσει τη διενέργεια συµπληρωµατικών εξετάσεων, καθώς επίσης και να διαβουλευθεί µε εµπειρογνώµονες προκειµένου να συµπληρώσει τον φάκελο ή να καταγράψει απόψεις χρήσιµες για την εκπλήρωση της αποστολής της. Η ιατρική επιτροπή δύναται να εκδίδει ιατρικές γνωµατεύσεις µόνο για τα πραγµατικά δεδοµένα τα οποία έχει κληθεί να διερευνήσει ή τα οποία της καθίστανται γνωστά. Σε περίπτωση που η ιατρική επιτροπή, η αποστολή της οποίας περιορίζεται στις αµιγώς ιατρικές παραµέτρους της εκάστοτε υπόθεσης, θεωρεί ότι η υπόθεση αφορά αµφισβήτηση νοµικής φύσεως, κηρύσσει εαυτήν αναρµόδια. Κατά τη λήξη των εργασιών της, η ιατρική επιτροπή διατυπώνει τα συµπεράσµατά της σε έκθεση που απευθύνει στην αρµόδια για τους διορισµούς αρχή. Βάσει της έκθεσης αυτής, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή κοινοποιεί την απόφασή της στον ασφαλισµένο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, επισυνάπτοντας τα συµπεράσµατα της ιατρικής επιτροπής. Ο ασφαλισµένος και οι εξ 19

αυτού έλκοντες δικαιώµατα δύνανται να ζητήσουν να σταλεί η πλήρης έκθεση της επιτροπής στον ιατρό της επιλογής τους ή να διαβιβαστεί στους ιδίους. 4. Τα έξοδα των εργασιών της ιατρικής επιτροπής καταβάλλονται από το όργανο στο οποίο υπάγεται ο ασφαλισµένος. Εντούτοις, σε περίπτωση που η γνώµη της ιατρικής επιτροπής είναι σύµφωνη µε το σχέδιο απόφασης της αρµόδιας για τους διορισµούς αρχής, ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα είναι υποχρεωµένοι να καταβάλουν την αµοιβή και τα παρεπόµενα έξοδα του ιατρού που επέλεξαν, καθώς και το ήµισυ της αµοιβής και των παρεπόµενων εξόδων του τρίτου ιατρού, ενώ το υπόλοιπο µέρος καταβάλλεται από το όργανο. 5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και µε απόφαση της αρµόδιας για τους διορισµούς αρχής η οποία λαµβάνεται µετά από γνωµοδότηση του ιατρού που η ίδια έχει ορίσει, είναι δυνατό να καταβληθούν από το όργανο όλα τα έξοδα που αναφέρονται στα προηγούµενα εδάφια. Άρθρο 23 Γνωµοδότηση άλλου ιατρού 1. Σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις περιπτώσεις που µνηµονεύονται στο άρθρο 18, όταν πρέπει να ληφθεί απόφαση έπειτα από γνωµοδότηση του ιατρού που έχει ορισθεί από την αρµόδια για τους διορισµούς αρχή, η εν λόγω αρχή, προτού λάβει την απόφαση, κοινοποιεί σχέδιο της απόφασης στον ασφαλισµένο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα, επισυνάπτοντας τα συµπεράσµατα του ιατρού. Ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα δύνανται, εντός τριάντα ηµερών, να ζητήσουν γνωµοδότηση κάποιου άλλου ιατρού, που επιλέγεται µε κοινή συµφωνία από τον ιατρό που έχει η ορίσει η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή και από τον ιατρό που έχει ορίσει ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα. Εάν, κατά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσµίας, δεν έχει υποβληθεί αίτηση για γνωµοδότηση άλλου ιατρού, η αρµόδια για τους διορισµούς αρχή λαµβάνει απόφαση ίδια µε το κοινοποιηθέν σχέδιο. Η γνώµη που εκδίδει ο ιατρός για τον οποίον γίνεται λόγος στο πρώτο εδάφιο διαβιβάζεται από την αρχή στον ασφαλισµένο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα. 2. Τα έξοδα γνωµοδότησης του ιατρού που επιλέγεται µε κοινή συµφωνία καταβάλλονται από το όργανο στο οποίο υπάγεται ο ασφαλισµένος. Εντούτοις, σε περίπτωση που η γνώµη του εν λόγω ιατρού είναι σύµφωνη µε το σχέδιο απόφασης της αρµόδιας για τους διορισµούς αρχής, ο ασφαλισµένος ή οι εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα καταβάλλουν την αµοιβή και τα παρεπόµενα έξοδα που έχουν προκύψει από τη γνωµοδότηση. 20

Άρθρο 24 Ιατρικό απόρρητο Το προσωπικό που ασχολείται µε την εφαρµογή της παρούσας ρύθµισης υποχρεούται σε τήρηση του ιατρικού απορρήτου όσον αφορά τα δικαιολογητικά ή/και τα έξοδα που περιέρχονται σε γνώση του κατά την άσκηση των σχετικών καθηκόντων. Το προσωπικό αυτό εξακολουθεί να υπόκειται στην υποχρέωση τήρησης του ιατρικού απορρήτου και µετά την τυχόν παύση της άσκησης καθηκόντων σχετικών µε την εφαρµογή της παρούσας ρύθµισης. Άρθρο 25 Αυτοτέλεια σε σχέση µε το άρθρο 73 Η αναγνώριση ολικής ή µερικής µόνιµης αναπηρίας κατ εφαρµογή του άρθρου 73 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης και της παρούσας ρύθµισης δεν προδικάζει επουδενί την εφαρµογή του άρθρου 78 του κανονισµού υπηρεσιακής κατάστασης και αντιστρόφως. ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ Άρθρο 26 Εκκαθάριση των δικαιωµάτων Η εκκαθάριση των δικαιωµάτων που ενδεχοµένως απορρέουν από την παρούσα ρύθµιση υπέρ ασφαλισµένου ο οποίος έχει υποστεί ατύχηµα ή επαγγελµατική ασθένεια ή υπέρ των εξ αυτού ελκόντων δικαιώµατα είναι έργο του οργάνου στο οποίο υπαγόταν ο ασφαλισµένος κατά τον χρόνο επέλευσης του ατυχήµατος ή της επαγγελµατικής ασθένειας. Αναλυτικός λογαριασµός για την εκκαθάριση αυτή κοινοποιείται στον ασφαλισµένο ή στους εξ αυτού έλκοντες δικαιώµατα και στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που είναι επιφορτισµένη µε την εξασφάλιση της καταβολής των παροχών τις οποίες προβλέπει η παρούσα ρύθµιση. Άρθρο 27 Καταβολή των παροχών Τα χρηµατικά ποσά που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11, καθώς και η ετήσια πρόσοδος που προβλέπεται στο άρθρο 12 καταβάλλονται σε ευρώ. 21