κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή τη μείωση της ποινής ή τη

Σχετικά έγγραφα
Αριθ. 1384/2000 Τμ. Στ

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υγιεινή και ασφάλεια εργασίας.

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Χρυσούλα Παρασκευά, Αντιπρόεδρο του Αρείου. Πάγου, Μαρία Γαλάνη - Λεοναρδοπούλου - Εισηγήτρια, Δημήτριο Χονδρογιάννη,

Αρείου Πάγου 1486/2009 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) NOD4SMH0L3OT8&apof=1486_2009

εφημερίδα, δεν αποτελεί αναφορά του κατηγορουμένου προς την αρχή.

ΑΡΙΘΜΟΣ 569/2011 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Υπόχρεος επί Α.Ε ο Διευθύνων Σύμβουλος (ΑΠ 404/2008). Πτώχευση εταιρίας...

Αριθμός 4/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

859/2010 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

ΑΠ 1528/2005. Περίληψη

Θέμα. Αιτιολογίας επάρκεια, Καθυστέρηση αποδοχών εργαζομένου, Δόλος. Περίληψη:

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Published on TaxExperts (

Αριθμός 994/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. ΣΤ` Ποινικό Τμήμα

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 12η Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αρείου Πάγου 2440/2008 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: WPyfb8Gf6LeV&apof=2440_2008

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

Published on TaxExperts (

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2313-1/

670/2012 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Ο

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Τσαμαδό, Αντιπρόεδρο, Δημήτριο Βούρβαχη και Χρήστο Μαυρογένη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

Αριθμός 1146/2009 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ -----

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

Αριθμός απόφασης : 153/2019

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

ΣτΕ 1865/2002. του... ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Κ. Μπουρνόζο (Α.Μ. 151), που τον διόρισε στο ακροατήριο,

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

1 of 6 18/4/2017 2:30 μμ

Αρείου Πάγου 1660/2010 (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: H86H84FCY9BXR&apof=1660_2010

Αριθμός 231/2015 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Άρειος Πάγος Ανακριβής Δήλωση Περιουσιακής Καταστάσ. πρόθεση (άρθρο 27 παρ. 3 του Ν. 2429/1996).

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Α του ΚΠοινΔ λόγος αναίρεσης. Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως του Α. Π. του Ε. κατά της υπ' αριθμ.

Αρείου Πάγου 302/2010 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: 8SCXOBEZZ2A7&apof=302_2010

Άρειος Πάγος Τακτική Ολομέλεια Αριθμός 23/2007 (Δημοσίευση ΝοΒ 2007 σελ. 1852)

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Η θέση της πολιτικής αγωγής στην ποινική δίκη. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Νομιμοποίηση του πολιτικώς ενάγοντος

Άρειος Πάγος Α1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 249/2009

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 310/2011

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

Newsletter 01-02/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ποινικό [ 2 ]

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Αριθμός 665/2015 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ Α Π Ο Φ Α Σ Η 335/

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

ΤΜΗΜΑ VII. ακόλουθη σύνθεση: Γεωργία Μαραγκού, Αντιπρόεδρος, Γεώργιος Βοΐλης και

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Αρείου Πάγου 2073/2009 (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: 5PGYCYHPW792&apof=2073_2009

Α Π Ο Φ Α Σ Η 42/2012

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές: Στυλιανό Μοσχολέα Αντιπρόεδρο, Θεόδωρο Μπάκα και Γεώργιο Σαραντινό - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

ΑΠΟΦΑΣΗ 945 / 2009 (Αριθ. καταθ. κλήσεως 1381/ ). (Αριθ. καταθ. αιτήσεως 701/ ). ΤΟ ΝΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Αυτόματη μετάφραση Automatic translation (Google translate) << Επιστροφή. Αριθμός 272/2017 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ.

Άρειος Πάγος /06/ Σύμβαση μελέτης. προϋπολογισμού δαπανών έργου. Καθορισμός του ύψους του προϋπολογισμού.

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

*ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 5

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Αρθρα ΑΚΑΛΥΠΤ Η ΕΠΙΤ ΑΓΗ : ΔΙΚΑΣΤ ΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΧΕΤ ΙΚΕΣ ΜΕ Τ ΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΑΚΑΛΥΠΤ ΩΝ ΕΠΙΤ ΑΓΩΝ

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αρείου Πάγου 1914/2008 (Α, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: ZJh9qcqtFcGW&apof=1914_2008

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 873/2009

Αριθμός 178/2013 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Στ

Άρειος Πάγος 175/2013 Εργασία και έκτη ημέρα την εβδομάδα σε επιχειρήσεις με καθεστώς πενθήμερης εργασίας

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αρείου Πάγου 535/2009 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Πηγή: AL3mpqVnjW&apof=535_2009

Περίληψη ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Της αναιρεσείουσας:..., κατοίκου..., την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μανώλης Φραντζεσκάκης.

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2420/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 43 / 2013

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΣτΕ 2294/1991 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ'

καθώς επιλαμβάνεστε των καθηκόντων σας, θεωρώ αναγκαίο να θέσω υπόψη σας τα εξής:

Απόφαση 1381 / 2009 (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ) Θέμα Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Προσωπικού χαρακτήρα δεδομένα, Πλάνη νομική.

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Transcript:

ΑΠ 4/2003 Περίληψη Κηρυξη της αθωότητας της αναιρεσείουσας από τον ίδιο τον Άρειο Πάγο σε περίπτωση όπου κατ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου το δικαστηριο της ουσίας την καταδίκασε για απίστία (: άρθρο 390 ΠΚ), δεδομένου ότι από τις παραδοχές του Δικαστηρίου της ουσίας συνάγεται ότι δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της απιστίας ως προς το στοιχείο της βλάβης της περιουσίας του φερομένου ως παθόντος ιδρύματος, αφού από τις λεπτομερώς περιγραφόμενες ενέργειες και παραλείψεις της αναιρεσείουσας (: ομολογία αγωγής αναγνώρισης ακυρότητας, παράλειψη προβολής καταλυτικών ισχυρισμών, μη άσκηση έφεσης κ.λπ.) δεν επήλθε ζημία στην περιουσία του ιδρύματος κατά την αξία του επίδικου ακινήτου. Αριθμός 4/2003 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Συγκροτήθηκε από τους δικαστές : Κωνσταντίνο Τσαμαδό, Αντιπρόεδρο, Δημήτριο Βούρβαχη-Eισηγητή, Στυλιανό Μοσχολέα, Ανδρέα Μοσχανδρέου και Χρήστο Μαυρογένη, Αρεοπαγίτες.- Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Δεκεμβρίου 2002, με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Άγγελου Βασιλόπουλου (κωλυομένου του Εισαγγελέα) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας-κατηγορουμένης: Α.Β. του Ι., κατοίκου Θεσσαλονίκης, που εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Χριστόφορο Αργυρόπουλο και Γεώργιο Γούλα, για αναίρεση της 2886/2001 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.- Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σε αυτήν, και η αναιρεσείουσα-κατηγορούμενη ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29 Οκτωβρίου 2001, αίτησή της αναιρέσεως, που καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2602/2001.- Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους της αναιρεσείουσας, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.- ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Η απαιτούμενη από τα άρ. 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως, κατά το άρ. 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, υπάρχει, όταν περιέχονται σ' αυτή τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις οι οποίες τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έχουν υπαχθεί τα περιστατικά, που αποδείχθηκαν, στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε. Η αιτιολογία αυτή πρέπει να επεκτείνεται και στους προβαλλόμενους αυτοτελείς ισχυρισμούς και ως τέτοιοι θεωρούνται όσοι προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον

κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή τη μείωση της ποινής ή τη μείωση ή εξάλειψη του αξιοποίνου. Εξάλλου, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διάταξης, ως λόγος αναίρεσης κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ, υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που έχει στην πραγματικότητα, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει, όταν δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής, που εμπίπτει στον ίδιο αναιρετικό λόγο υπάρχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, δηλαδή όταν στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 390 του Π.Κ. (όπως αντικαταστάθηκε με το αρ. 36 παρ. 2 του ν. 2172/1993) "όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη) τιμωρείται με φυλάκιση". Από τη διάταξη αυτή, που προβλέπει το έγκλημα της απιστίας, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εν λόγω εγκλήματος απαιτείται αντικειμενικώς μεν η επέλευση βλάβης στην περιουσία τρίτου προσώπου της οποίας ο δράστης έχει τη διαχείριση ή επιμέλεια, με βάση τον νόμο ή τη δικαιοπραξία, υποκειμενικώς δε δόλος και δη άμεσος, δηλαδή γνώση του δράστη ότι με την πράξη του επιφέρει ζημία στην περιουσία τρίτου προσώπου. Ως περιουσία νοείται το σύνολο των εχόντων χρηματική αξία οικονομικών αγαθών του προσώπου που μπορεί να διατίθενται νομίμως, δηλαδή αγαθών κάθε είδους, κινητών (μεταξύ των οποίων και το χρήμα), ακινήτων, απαιτήσεων, δικαιωμάτων, εμπραγμάτων ή ενοχικών, καθώς επίσης η νομή η σταθερή πελατεία, η με σταθερότητα περιβαλλόμενη προσδοκία κτήσης τέτοιων γενικώς οικονομικών αγαθών και οι ελπίδες ακόμη, όχι οι γενικές, απλές και ακαθάριστες, αλλά οι στηριζόμενες σε ορισμένες πιθανότητες. Βλάβη δε της περιουσίας είναι η μείωσή της που επέρχεται με τη μεταβίβαση πράγματος ή παροχής ή με την πληρωμή σε χρήμα, δηλαδή η επί έλαττον διαφορά μεταξύ της χρηματικής αξίας του συνόλου της περιουσίας προ της διαθέσεως αυτής και της αξίας της περιουσίας που απομένει μετά τη διάθεσή της από το δράστη. Επίσης βλάβη της περιουσίας είναι και το με βεβαιότητα αναμενόμενο, αλλά διαφυγόν, κέρδος (αρ. 298 Α.Κ.). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 108, 109, 110 και 113 του Α.Κ. προκύπτει ότι το ίδρυμα που αποτελεί σύνολο περιουσίας η οποία έχει ταχθεί για την εξυπηρέτηση ορισμένου διαρκούς, συνήθως κοινωφελούς, συνιστάται με την αφιέρωση της περιουσίας στην εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού, είτε με χαριστική εν ζωή δικαιοπραξία που καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, είτε με διάταξη τελευταίας βουλήσεως και δια της εγκρίσεως της ιδρυτικής πράξης με Προεδρικό Διάταγμα, από και δια της δημοσιεύσεως του οποίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα και καθίσταται υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (βλ. Ολ.ΑΠ 1/1994). Πριν από τη δημοσίευση αυτή το ίδρυμα στερείται νομικής προσωπικότητας και ως εκ τούτου δεν μπορεί να προβεί σε έγκυρη δήλωση βούλησης για κατάρτιση δικαιοπραξίας (άρ. 130 ΑΚ), η δε τυχόν καταρτισθείσα δικαιοπραξία ενόσω το ίδρυμα δεν είχε αποκτήσει νομική

προσωπικότητα είναι, σύμφωνα με το άρ. 180 Α.Κ. απολύτως άκυρη. Η ακυρότητα αυτή επέρχεται αυτομάτως και μόνο προς βεβαίωση και όχι προς κήρυξη της ακυρότητας μπορεί να ασκηθεί αναγνωριστική αγωγή (άρθρο 70 ΚΠολΔ). Αυτό σημαίνει ότι η ακυρότητα αυτή που επέρχεται αυτομάτως παραμένει έκτοτε οριστική και αθεράπευτη και κατά συνέπεια η ευδοκίμηση οποιουδήποτε καταλυτικού της αναγνωριστικής αγωγής ισχυρισμού, όπως είναι και η από το άρθρο 281 Α.Κ. ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος, θα οδηγούσε μόνον στην απόρριψη της ως άνω αγωγής, όχι όμως και στην ίαση της ακυρότητας της δικαιοπραξίας.- Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης που, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, έκρινε ένοχο την αναιρεσείουσα για την πράξη της απιστίας (αρ. 390 Π.Κ.), αφού έλαβε υπόψη τα αποδεικτικά μέσα που κατ' είδος προσδιορίζει, δέχτηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, ότι αποδείχθηκαν τα εξής: Με την [...]/5-6-1986 πράξη της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Σ.Φ. η αναιρεσείουσα συνέστησε ίδρυμα με την επωνυμία "Ι.Ι.ΚΑΙ Α.Β." και τίτλο "Β.Ι.". Σκοπός του ιδρύματος αυτού, μεταξύ άλλων, ήταν και η προσφορά στον κοινωνικό τομέα με την ίδρυση στην πόλη της Θεσσαλονίκης σύγχρονου καρδιοχειρουργικού και μαστολογικού κέντρου. Στη συνέχεια με την από 27-6-1986 αίτησή της προς την αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών ζήτησε να προχωρήσει η διαδικασία έκδοσης του οικείου Προεδρικού Διατάγματος. Το Υπουργείο όμως με το π 5734/1160/7-10-1986 έγγραφό του γνωστοποίησε στην αναιρεσείουσα ότι πριν από την έκδοση του Π.Δ/τος, έπρεπε να διατεθεί και η ανάλογη περιουσία από τα έσοδα της οποίας θα πραγματοποιούνται οι σκοποί του ιδρύματος. Γι' αυτό ζήτησε την υποβολή νέας τροποποιητικής πράξης, στην οποία να ορίζεται ρητώς η περιουσία του υπό σύσταση ιδρύματος. Σε εκτέλεση του εγγράφου αυτού του Υπουργείου Οικονομικών, η αναιρεσείουσα με το [...]/2-10-1989 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Σ.Φ., που νόμιμα μεταγράφηκε, μεταβίβασε στο υπό σύσταση ίδρυμα ένα ακίνητο, εμβαδού 12.000 τ.μ., που βρίσκεται στην περιοχή Θέρμης Θεσσαλονίκης, το οποίο περιήλθε σ' αυτή δυνάμει του [...]/1986 πωλητηρίου συμβολαίου, νόμιμα μεταγεγραμμένου, του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Γ.Κ. Α. η [...]/4-10-1989 πράξη της ανωτέρω συμβολαιογράφου Σ.Φ., με την οποία τροποποιήθηκε η [...]/1986 ιδρυτική πράξη και συγκεκριμένα το άρθρο 12 αυτής, στο οποίο πλέον ορίστηκε ότι στην περιουσία του ιδρύματος περιλαμβάνεται το προαναφερόμενο ακίνητο. Το Υπουργείο Οικονομικών όμως και πάλι αρνήθηκε να προκαλέσει την έκδοση του σχετικού Π.Δ/τος και με έγγραφό του γνωστοποίησε στην αναιρεσείουσα ότι η μεταβίβαση στο υπό σύσταση ίδρυμα του ανωτέρω ακινήτου δεν ήταν έγκυρη, αφού το ίδρυμα δεν είχε αποκτήσει ακόμη νομική προσωπικότητα και υποδείκνυε σ' αυτήν να προβεί σε νέα τροποποιητική πράξη και το περιεχόμενό της. Κατόπιν τούτου, συντάχθηκε η [...]/4-12-1989 συμπληρωματική συστατική πράξη της άνω συμβολαιογράφου Σ.Φ., με την οποία τροποποιήθηκε η [...]/1986 ιδρυτική πράξη και στο άρθρο 3 του καταστατικού ορίστηκε ότι περιουσία του ιδρύματος αποτελούν το προαναφερόμενο ακίνητο και το χρηματικό ποσό των 60.000.000 δραχμών. Με τη νέα αυτή συστατική ιδρυτική πράξη, το Υπουργείο Οικονομικών ενέκρινε τη σύσταση του ιδρύματος και προέβη στις δέουσες ενέργειες για την έκδοση του σχετικού Π.Δ/τος. Πράγματι εκδόθηκε το από 22-3-1990 Προεδρικό Διάταγμα, με το οποίο εγκρίθηκε η σύσταση του ανωτέρω ιδρύματος, κυρώθηκε ο οργανισμός διοίκησης και διαχείρισής του και άρχισε η

λειτουργία του. Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου αυτού, το οποίο ήταν πενταμελές, ορίστηκε η αναιρεσείουσα. Μεταξύ των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της ήταν η εκπροσώπηση του ιδρύματος στα Δικαστήρια και τις λοιπές αρχές, καθώς και τις σχέσεις του με κάθε τρίτο αυτοπροσώπως ή με πρόσωπο που ορίζεται από αυτήν και εγκρίνεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου. Στην πραγματικότητα όμως μόνη αυτή διοικούσε και διαχειριζόταν το ίδρυμα, ενώ τα υπόλοιπα τέσσαρα μέλη του Δ.Σ. (Ι.Χ., Κ.Λ., Μ.Κ. και Α.Δ.) είχαν μόνο διακοσμητικό ρόλο, χωρίς καμία συμμετοχή στις αποφάσεις. Και ενώ, όπως προαναφέρθηκε, άρχισε να λειτουργεί το ίδρυμα, αναπτύσσοντας διάφορες δραστηριότητες, η αναιρεσείουσα δεν προέβαινε στη σύνταξη νέου συμβολαίου, με το οποίο θα μεταβίβαζε στο Ίδρυμα, που είχε συσταθεί και είχε αποκτήσει νομική προσωπικότητα, το προαναφερόμενο ακίνητο, εκπληρώνοντας έτσι την ενοχική υποχρέωση με την [...]/4-12-1989 τροποποιητική ιδρυτική πράξη. Αντί να εκπληρώσει την ανωτέρω ενοχική της υποχρέωση προς το Ίδρυμα η αναιρεσείουσα, όταν κατά το τέλος του 1994 άρχισε η οικονομική κατάρρευση της εκδοτικής επιχείρησης "Δ Ο Β Ε Α.Ε.", που διηύθυνε, εκμεταλλεύτηκε την ύπαρξη της εκκρεμότητας αυτής και κατέθεσε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης την 17502/28-4-1995 αγωγή εναντίον του Ιδρύματος, που η ίδια διοικούσε, ζητώντας να αναγνωριστεί ότι η γενόμενη με το [...]/1989 συμβόλαιο μεταβίβαση από αυτήν προς το Ίδρυμα της κυριότητας του πιο πάνω ακινήτου είναι άκυρη και συνεπώς θεωρείται ότι ουδέποτε έγινε, αφού κατά το χρόνο της σύνταξης τούτου, το ίδρυμα δεν είχε αποκτήσει νομική προσωπικότητα και ως εκ τούτου δεν είχε ικανότητα δικαίου. Κατά τη συζήτηση της αγωγής, που έλαβε χώρα στις 22-9-1995, η αναιρεσείουσα από το ένα μέρος ήταν ενάγουσα, εκπροσωπούμενη από τον δικηγόρο Γ.Β. και από το άλλο μέρος νόμιμος εκπρόσωπος του εναγομένου Ιδρύματος, το οποίο παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Γ.Ν. Ο τελευταίος με τις από 21-9-95 προτάσεις που κατέθεσε για λογαριασμό του ιδρύματος, του οποίου ήταν πληρεξούσιος, ομολόγησε στο σύνολό της την ιστορική βάση της αγωγής. Στην ενέργεια αυτή, της ομολογίας δηλαδή της ιστορικής βάσης της αγωγής προέβη ο ανωτέρω δικηγόρος, ύστερα από έγγραφη εξουσιοδότηση της αναιρεσείουσας, ως προέδρου του εναγομένου ιδρύματος. Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης με την 33276/1995 απόφασή του, στηριζόμενο στην ομολογία του εναγομένου και μη έχοντας να εξετάσει κάποιο ισχυρισμό καταλυτικό της αγωγής, δέχτηκε την αγωγή και αναγνώρισε ότι το.../1989 συμβόλαιο, με το οποίο μεταβιβαζόταν το άνω ακίνητο στο ίδρυμα, που ακόμη δεν είχε αποκτήσει νομική προσωπικότητα, ήταν άκυρο, αφού επρόκειτο για μεταβίβαση σε ανύπαρκτο πρόσωπο. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.2 του Οργανισμού του Ιδρύματος, ενόψει ότι στο πρόσωπο της αναιρεσείουσας συνέπιπταν η ιδιότητα της ενάγουσας και αυτή της νομίμου εκπροσώπου του εναγομένου ιδρύματος, υπήρχε προφανέστατο κώλυμα να εκπροσωπήσει τούτου στο Δικαστήριο και να προστατεύσει την περιουσία του, της οποίας είχε την επιμέλεια και τη διαχείριση. Αντί όμως η αναιρεσείουσα να ζητήσει να εκπροσωπηθεί το εναγόμενο ίδρυμα από τον νόμιμο αναπληρωτή της και συγκεκριμένα από άλλο μέλος του διοικητικού συμβουλίου, που θα οριζόταν με απόφασή του, εντούτοις το εκπροσώπησε η ίδια, συγκεντρώνοντας έτσι στο πρόσωπό της και τις δύο ανωτέρω ιδιότητες, ενώ γνώριζε πολύ καλά τα συγκρουόμενα συμφέροντά τους. Μάλιστα, ως νόμιμη εκπρόσωπος, έδωσε γραπτή εντολή στον δικηγόρο τούτου να

ομολογήσει την ιστορική βάση της αγωγής, χωρίς προς τούτο να συγκαλέσει το Δ.Σ., τα μέλη του οποίου είχαν παντελή άγνοια των ενεργειών της. Αν αντιθέτως (συνεχίζει το Εφετείο) ενεργούσε σύμφωνα με τα συμφέροντα του ιδρύματος, δεν θα το εκπροσωπούσε αυτή στο Δικαστήριο, αφού αυτό είχε αντιτιθέμενα με τα δικά της ατομικά συμφέροντα, αλλά θα φρόντιζε την εκπροσώπηση να αναλάβει άλλο μέλος του Δ.Σ., το οποίο είναι βέβαιο ότι δεν θα έδινε εντολή στο δικηγόρο τούτου να ομολογήσει την ιστορική βάση της αγωγής της αναιρεσείουσας, όπως αυτή έπραξε, αλλά θα επιδίωκε να προβάλλει επιτυχώς ενστάσεις ικανές να οδηγήσουν στην απόρριψη της αγωγής, όπως λ.χ. την ένσταση της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος της αναιρεσείουσας και τότε ενάγουσας να ζητήσει να αναγνωριστεί η ακυρότητα του ανωτέρω συμβολαίου, ενόψει των όσων είχαν προηγηθεί από το έτος 1986 και μετά και του ενοχικού δικαιώματος του ιδρύματος να απαιτήσει την παράδοση σ' αυτό της νομής του ακινήτου. Περαιτέρω, θα μεριμνούσε να ασκήσει έφεση κατά της μη ευνοϊκής για τα συμφέροντα του ιδρύματος απόφασης, ενέργεια στην οποία δεν προέβη η αναιρεσείουσα. Αντί γιαυτά η αναιρεσείουσα με το [...]/1986 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ι.Μ-Χ., που νόμιμα μεταγράφηκε, μεταβίβασε το ανωτέρω ακίνητο σε τρίτους, αντί ποσού 72.000.000 δρχ. ποσό κατά το οποίο ζημίωσε με τη συμπεριφορά της το ίδρυμα. Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο κήρυξε την αναιρεσείουσα ένοχη απιστίας και της επέβαλε ποινή φυλάκισης δύο ετών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική ποινή προς 3.000 δρχ. ημερησίως.- Έτσι που έκρινε το Εφετείο εσφαλμένα εφάρμοσε την ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 390 του Π.Κ., διότι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, από τις παραπάνω παραδοχές του Δικαστηρίου της ουσίας συνάγεται ότι δεν στοιχειοθετείται αντικειμενικώς το έγκλημα της απιστίας ως προς το στοιχείο της βλάβης της περιουσίας του φερομένου ως παθόντος ως άνω ιδρύματος, αφού από τις λεπτομερώς περιγραφόμενες ενέργειες και παραλείψεις της αναιρεσείουσας (ομολογία αγωγής αναγνώρισης ακυρότητας, παράλειψη προβολής καταλυτικών ισχυρισμών, μη άσκηση έφεσης κ.λ.π.) δεν επήλθε ζημία στην περιουσία του ιδρύματος κατά την αξία του επίδικου ακινήτου, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις ως άνω παραδοχές, το ακίνητο αυτό ουδέποτε περιήλθε κατά κυριότητα, νομή και κατοχή στο ίδρυμα, ώστε τούτο να αποτελέσει περιουσία αυτού που ακολούθως μειώθηκε εξαιτίας των ενεργειών της αναιρεσείουσας, η δε ενοχική αξίωση του τελευταίου για τη μεταβίβασή του προς αυτό, η οποία στηρίζεται στην προαναφερθείσα ιδρυτική πράξη, εξακολουθεί να υπάρχει παραμένοντας αμείωτη ως περιουσιακό στοιχείο αυτού. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο πρώτος λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να κηρυχθεί αθώα η αναιρεσείουσα κατ' άρθρο 518 παρ. 1 ΚΠΔ του πιο πάνω εγκλήματος, διότι δεν συντρέχει περίπτωση παραπομπής της υποθέσεως, αφού δεν υπάρχει αξιόποινη πράξη που να τελέστηκε σε βάρος του ιδρύματος με την επωνυμία "ΊΔΡΥΜΑ. Ι. και Α.Β".- ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Αναιρεί την υπ' αριθμ. 2886/2001 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.- Κηρύσσει την κατηγορουμένη Α.Β. του Ι., κάτοικο Θεσσαλονίκης, αθώα του ότι, στη Θεσσαλονίκη, κατά το παρακάτω αναφερόμενο χρονικό διάστημα εν

γνώσει της ζημίωσε την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου είχε την επιμέλεια και διαχείριση. Συγκεκριμένα με την υπ' αριθ. [...]/5-6-1996 πράξη της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Σ.Φ. προέβη σε εκπλήρωση της επιθυμίας των γονέων της Ι. και Ά.Β., αλλά και της δικής της, στην ίδρυση ενός ιδρύματος με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ Ι. ΚΑΙ Α.Β." και τίτλο "Β.Ι." διεπόμενο από τους αναφερομένους στην άνω πράξη όρους, με σκοπό μεταξύ άλλων και την προσφορά στον κοινωνικό τομέα, δια της ιδρύσεως συγχρόνου καρδιοχειρουργικού και μαστολογικού κέντρου στην πόλη της Θεσσαλονίκης, για την εξυπηρέτηση των αναγκών αυτής και της Βόρειας Ελλάδας γενικότερα. Ακολούθως, με την από 27-6-1986 αίτησή της προς την αρμόδια 14η Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών, ζήτησε να προχωρήσει η διαδικασία εκδόσεως Προεδρικού Διατάγματος για την έγκριση της συστάσεως του ως άνω ιδρύματος, πλην όμως η ως άνω Διεύθυνση με το υπ' αριθ. [...]/7-10-86 έγγραφό της γνωστοποίησε στην κατηγορουμένη ότι για να προχωρήσει η έκδοση προεδρικού Διατάγματος έπρεπε να διατεθεί και η ανάλογη περιουσία, από τα έσοδα της οποίας θα εκτελούνται οι σκοποί του ιδρύματος, ζητούσε δε να υποβάλει τροποποιητική-συμπληρωματική πράξη, με ρητή αναφορά της περιουσίας του υπό σύσταση ιδρύματος. Με το υπ' αριθμ. [...]/2-12-86 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Γ.Κ., περιήλθε στην κυριότητα της κατηγορουμένης από αγορά ένα αγροτεμάχιο, εμβαδού 12.000 τετραγωνικών μέτρων, που βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του συνοικισμού Θέρμης Θεσσαλονίκης, αντί τιμήματος 14.800.000 δραχμών. Έκτοτε όμως για διάστημα τριών και πλέον ετών δεν προέβη στις υποδειχθείσες από το Υπουργείο Οικονομικών ενέργειες προκειμένου να εγκριθεί νομοτύπως η άνω ιδρυτική πράξη του ιδρύματος, ώστε να αποκτήσει αυτό νομική προσωπικότητα και να έχει ικανότητα δικαίου. Τελικά στις 2-10- 89 με το υπ' αριθμ. [...]/89 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Σ.Φ., μεταβίβασε το ανωτέρω ακίνητο κατά πλήρη κυριότητα στο προαναφερθέν ίδρυμα. Ακολούθως με την υπ' αριθμ. [...]/4-10-89 πράξη της ιδίας συμβολαιογράφου προέβη στην τροποποίηση της υπ' αριθμ. [...]/86 ιδρυτικής πράξεως του Ιδρύματος και συγκεκριμένα τροποποίησε το άρθρο 12 το οποίο ρητώς πλέον αναφερόταν ότι περιουσία του ιδρύματος, αποτελεί και το παραπάνω ακίνητο. Όμως το Υπουργείο Οικονομικών αρνήθηκε και πάλι να προχωρήσει στη διαδικασία εκδόσεως του οικείου Προεδρικού Διατάγματος και με το υπ' αριθμ. [...]/13-10-89 έγγραφό του γνωστοποίησε στην κατηγορουμένη ότι δεν είναι δυνατή η έγκριση συστάσεως του ιδρύματος επειδή εξακολουθούσε αυτό να μην έχει περιουσία, δεδομένου ότι η πώληση του ακινήτου που έγινε σ' αυτό δεν ήταν έγκυρη, αφού το ίδρυμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Κατόπιν αυτών με την υπ' αριθμ. [...]/4-12-89 συμπληρωματική συστατική πράξη και προκειμένου να εγκριθεί ο οργανισμός του ιδρύματος, τροποποίησε τις ανωτέρω πράξεις (αρχική και τροποποιητική) και τον οργανισμό γενικά του ιδρύματος, στον οποίο, και συγκεκριμένα στο άρθρο 3, ορίσθηκε και πάλι ρητώς ότι περιουσία του ιδρύματος αποτελεί το άνω αγροτεμάχιο, καθώς και μετρητά 60.000 δραχμών. Με τη νέα αυτή τροποποιητική πράξη εξεδήλωσε σαφώς τη βούλησή της για την περιέλευση του αγροτεμαχίου στο ίδρυμα και την αποξένωσή της από αυτό, αφού γνώριζε πλέον την ακυρότητα του πιο πάνω μεταβιβαστικού συμβολαίου. Κατόπιν και της νέας αυτής τροποποιητικής πράξεως εξεδόθη το από 22-3-1990 Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ Β' 204/28-3-90) με το οποίο εγκρίθηκε η σύσταση του ανωτέρω κοινωφελούς ιδρύματος. Με το Προεδρικό

αυτό ΔΙάταγμα ορίσθηκε και το Πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, στο οποίο μετείχε και η κατηγορουμένη, στη συνέχεια δε με πράξη του εν λόγω Διοικητικού Συμβουλίου ορίσθηκε εκείνη ως Πρόεδρος αυτού. Έκτοτε άρχισε να λειτουργεί το ίδρυμα, τόσο στον τομέα υγείας, όσο και στον πολιτιστικό τομέα, να λαμβάνει κρατικές επιχορηγήσεις κλπ. και ενώ έτσι είχαν τα πράγματα, από τα τέλη του έτους 1994 άρχισε η οικονομική κατάρρευση της εκδοτικής επιχειρήσεως "Δ. ΑΕ" που διηύθυνε και η οποία παρέσυρε τις λοιπές δραστηριότητές της, μεταξύ δε αυτών και την λειτουργία του ιδρύματος, το οποίο, λόγω ελλείψεως επαρκών πόρων, οδηγείτο με βεβαιότητα σε διάλυση, αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν η περιέλευση του προαναφερθέντος ακινήτου στο Δημόσιο, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Οργανισμού του Ιδρύματος. Για το λόγο αυτό η κατηγορουμένη εκμεταλλευόμενη την ύπαρξη της εκκρεμότητας, ως προς την εγκυρότητα της μεταβιβάσεως του ανωτέρω ακινήτου προς το ίδρυμα, κατέθεσε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης την υπ' αριθμ. 17502/28-4-1995 αγωγή εναντίον του ιδρύματος ζητώντας να αναγνωριστεί ότι η γενόμενη με το υπ' αριθμ. [...]/2-10-89 συμβόλαιο μεταβίβαση από αυτήν προς το ίδρυμα της κυριότητας του προαναφερθέντος ακινήτου είναι απολύτως άκυρη, με το αιτιολογικό ότι κατά τον χρόνο καταρτίσεως του εν λόγω συμβολαίου το εναγόμενο ίδρυμα δεν είχε ακόμη αποκτήσει νομική προσωπικότητα και κατ' επέκταση ικανότητα δικαίου, δεδομένου ότι δεν είχε εγκριθεί ακόμη η σύστασή του, ενώ περαιτέρω, δεν επακολούθησε επικύρωση με νέα σύμβαση της πιο πάνω απολύτως άκυρης δικαιοπραξίας. Κατά τη συζήτηση της αγωγής στην ορισθείσα δικάσιμο της 22-9-1995 παρέστη αφενός μεν ως ενάγουσα, αφετέρου δε ως νόμιμος εκπρόσωπος (εφόσον ήταν Πρόεδρος) του εναγομένου ιδρύματος. Με την τελευταία αυτή ιδιότητά της έδωσε εντολή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του ιδρύματος να ομολογήσει τα πραγματικά περιστατικά που στήριζαν την αγωγή. Κατόπιν αυτού εξεδόθη η υπ' αριθμ. 33276/1995 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή, στη συνέχεια δε, με την ίδια πάλι ιδιότητα, δεν έδωσε εντολή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του εναγομένου ιδρύματος να ασκήσει έφεση κατά της προαναφερόμενης αποφάσεως. Ειδικότερα, αναφορικά με την παράσταση και εκπροσώπηση του εναγομένου ιδρύματος, ενώ γνώριζε ότι δεν μπορούσε να το εκπροσωπεί αυτή ως Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου ενώπιον του δικαστηρίου, λόγω της ιδιότητάς της ως ενάγουσας, ταυτόχρονα στη δίκη αυτή και ότι περαιτέρω ούτε καν είχε συγκαλέσει ως όφειλε το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος, ώστε να λάβει αυτό απόφαση για τον διορισμό άλλου εκπροσώπου και ακόμη για την αντίκρουση της αγωγής, καθώς και τον διορισμό πληρεξουσίου δικηγόρου, παρά ταύτα όλως παρανόμως διόρισε μόνη ως πληρεξούσιο δικηγόρο του ιδρύματος τον Γ.Ν., στον οποίο μάλιστα έδωσε εντολή να συνομολογήσει την εναντίον του ιδρύματος αγωγή. Περαιτέρω το διοικητικό συμβούλιο (πλην αυτής) αγνοούσε πλήρως την όλη υπόθεση και ποτέ δεν είχε συνεδριάσει και λάβει απόφαση περί συνομολογήσεως της αγωγής. Σε περίπτωση δε που ελάμβανε γνώση των προαναφερθεισών ενεργειών της και διόριζε με απόφασή του άλλον εκπρόσωπο του ιδρύματος, είναι βέβαιο ότι ο τελευταίος θα αποφάσιζε την αντίκρουση της αγωγής προβάλλοντας όλους τους νομικούς και πραγματικούς ισχυρισμούς που θα οδηγούσαν στην απόρριψή της. Τέλος μετά την έκδοση της παραπάνω αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης με το υπ' αριθμ..../1996 οριστικό συμβόλαιο της

συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ι. Μ-Χ., μεταβίβασε, λόγω πωλήσεως, το ανωτέρω ακίνητο στους Α.Α. και Α.Χ., εισπράττοντας ως τίμημα το ποσό των 72.000.000 δραχμών και ζημιώνοντας έτσι εν γνώσει της κατά το ποσό αυτό την περιουσία του ιδρύματος της οποίας, βάσει του προαναφερθέντος Προεδρικού Διατάγματος και της σχετικής αποφάσεως του διοικητικού συμβουλίου περί διορισμού της ως Προέδρου του, είχε την επιμέλεια και διαχείριση.- Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 7 Ιανουαρίου 2003.- Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο στις 10 Ιανουαρίου 2003