Το παραμύθι του Οδυσσέα Από την Τροία στο νησί της Καλυψώς ΚΙΚΟΝΕΣ



Σχετικά έγγραφα
Πηγή πληροφόρησης: e-selides.gr

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Εργασία στην Οδύσσεια 2017 ΕΥΑ ΓΚΙΟΛΑ Α 1

Γ) Ο Πλάτωνας 7) Ο Όµηρος ίσως έγραψε τα έπη ή ίσως τα συνέθεσε προφορικά; Α) ίσως τα έγραψε Β) ίσως τα συνέθεσε προφορικά 8) Τι κάνουν οι ραψωδοί; Α)

Τα παραμύθια της τάξης μας!

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Κείμενα - Εικονογράφηση. Διονύσης Καραβίας ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΘΗΝΑ

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

Η ΑΡΧΗ ΕΝΟΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ

Το ημερολόγιο του Πολύφημου

ΤΟ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΜΙΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

ΠΟΥ ΠΑΣ ΚΑΡΑΒΑΚΙ. Νηπιαγωγείο Ζεφυρίου - 10 ο Νηπιαγωγείο Αγίων Αναργύρων -3o Νηπιαγωγείο Αμαλιάδας

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Το παραμύθι της αγάπης

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

Μικροί Παραμυθάδες Γ1

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Αγαπητό ημερολόγιο, Τον τελευταίο καιρό μου λείπει πολύ η πατρίδα μου, η γυναίκα μου και το παιδί μου. Θέλω απεγνωσμένα να επιστρέψω στον λαό μου και

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΜΕ ΕΝΑ ΚΟΥΒΑΡΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΑΡΑΒΙ ΑΠ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΩΣ ΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ!!

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Εθνικό δασικό πάρκο Πέτρας του Ρωμιού

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΟΙ ΑΘΛΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ Η ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΙΠΠΟΛΥΤΗΣ


Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Μύθοι του Αισώπου σε μορφή κόμικς. Εργασία από τα παιδιά της Ε τάξης

Παίζονταςμετουςτίτλουςτωνβιβλίων! Τα βιβλία που μας «δάνεισαν» τους τίτλους τους:

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Δείτε έξω έχει λιακάδα!


THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

1ο Γυµνάσιο Γαλατσίου. Σχολικό Έτος: : Μάθηµα: Αρχαία Ελληνική Γραµµατεία Τάξη: Α Γυµνασίου Τµήµατα: Α 1 και Α 2 Υπεύθυνη: Λήδα ουλή

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΜΥΡΜΙΔΟΝΩΝ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Ονοματεπώνυμα:

ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μακρινό χωριό, στη Νανοχώρα, ζούσε ένας νάνος, ο Μαξ, με τον παπαγάλο του τον Σκάλι. Ο Μαξ ήταν πολύ λυπημένος, γιατί

ΓΙΟΡΤΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΤΡΑΓΟΥ ΙΑ

14. Ο Οδυσσέας σκοτώνει τους μνηστήρες (α)

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Τα ταξίδια του Οδύ σσεα


ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του


ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Οδύσσεια Τα απίθανα... τριτάκια! Tετάρτη τάξη

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

Η πολύ λαίμαργη μπουλτόζα που έφαγε τον Ακάμα

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ. Δεύτερος μύθος: Πίστευαν πως ο θεός Ποσειδώνας χτυπώντας την τρίαινά του στη γη

Η ιστορία του δάσους

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

«Η νίκη... πλησιάζει»

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

29 Μαΐου 1453: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!

The best of A2 A3 A4. ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ, α Από το Α συμβούλιο των θεών με την Αθηνά στην Ιθάκη. ως τη μεταστροφή του Τηλέμαχου.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

Κείμενα - Εικονογράφηση. Διονύσης Καραβίας ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΘΗΝΑ

Ένα μήλο στην πλάτη ενός σκαντζόχοιρου

Ο ον Κιχώτης και οι ανεµόµυλοι Μιγκέλ ντε Θερβάντες

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

Άξαφνα κατάλαβα τι συνέβαινε. Ήμουν καταμεσής ενός τεράστιου κάμπου Στον κάμπο υπήρχε πλήθος μεγάλο Οι πίσω σειρές του χάνονταν και δεν φαίνονταν.

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

ΝΗΦΟΣ: Ένα λεπτό µόνο, να ξεµουδιάσω. Χαίροµαι που σε βλέπω. Μέρες τώρα θέλω κάτι να σου πω.

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Transcript:

ΚΙΚΟΝΕΣ Όλα άρχισαν στο τέλος του πολέμου. Η Τροία κάηκε, οι Αχαιοί πήραν τις γυναίκες της σκλάβες πήραν και τα πλούτη της. Αμέσως ο Οδυσσέας και οι άντρες του μπήκαν στα δώδεκα πλοία τους. Πολεμούσαν εκεί έξω από το κάστρο της Τροίας δέκα ολόκληρα χρόνια, τώρα πια είχε έρθει ο καιρός να γυρίσουν στην πατρίδα τους, την Ιθάκη. Αρμένιζαν λοιπόν χωρίς να αφήνουν τη στεριά από τα μάτια τους. Μέρες ταξίδευε ο Οδυσσέας και το πλήρωμά του όταν τον είδε ο Δίας, με δυνατό αέρα τον έβγαλε από το δρόμο του και τον παρέσυρε στη Θράκη. Εκεί ζούσαν οι Κίκονες. Ήταν άγριοι και μεγαλόσωμοι. Ο Οδυσσέας και οι άντρες του πολέμησαν τους Κίκονες, πήραν από αυτούς φαγητό και γλυκό κρασί. Θα γύριζαν στα καράβια αλλά μερικοί από τους συντρόφους είπαν στον 1

Οδυσσέα να μείνουν για να φάνε και να γλεντήσουνε. Όσο οι άντρες γλεντούσαν οι Κίκονες ετοιμαζόντουσαν για επίθεση κι έφεραν κι άλλους. Έγινε άγρια μάχη. Έξι Αχαιοί σκοτώθηκαν από κάθε καράβι. Όλοι οι άλλοι μπήκαν στο καράβι και έφυγαν φωνάζοντας τρεις φορές τα ονόματα των συντρόφων τους που είχαν πεθάνει. Ο Δίας σήκωσε μεγάλο αέρα και με μεγάλα σύννεφα σκέπασε τη Γη και τη Θάλασσα. Τα πλοία πάλευαν μες στα κύματα, ο άνεμος έσκιζε τα πανιά τους 2

ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ Για εννιά μερόνυκτα ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αντιμετώπιζαν το αγριεμένο πέλαγος παραδομένοι σε αντίθετους ανέμους. Τη δέκατη μέρα είδαν μπροστά τους έναν όμορφο τόπο, ηλιόλουστο και φωτεινό. Τόσο ήταν το φως, που όλα γύρω έμοιαζαν να ξεθωριάζουν. Ξεθωριασμένο το χώμα, ξεθωριασμένες οι πέτρες, ξεθωριασμένα ακόμα και τα δέντρα φάνηκαν στα κουρασμένα μάτια του Οδυσσέα και των συντρόφων του. Ήταν το νησί των Λωτοφάγων. 3

Οι Λωτοφάγοι ήταν άνθρωποι καλοσυνάτοι και φιλόξενοι και το φαγητό τους ήταν ένα μοναδικό φρούτο, ο λωτός. Γι αυτό τους λέγανε έτσι. Το φρούτο αυτό, λέει, ο λωτός, ήταν τόσο γλυκό και τραγανό, τόσο δροσιστικό και χορταστικό που ο άνθρωπος με την πρώτη μπουκιά ξεχνούσε όσα είχε στην καρδιά και στο μυαλό του. Ο Οδυσσέας προειδοποίησε τους συντρόφους να μη φάνε το φρούτο που θα τους δώσουν οι ντόπιοι. Όμως εκείνοι δεν τον άκουσαν. Κι όταν οι κάτοικοι του νησιού τους υποδέχθηκαν ευγενικά και τους πρόσφεραν λωτό, οι σύντροφοι πεινασμένοι καθώς ήταν, τον δοκίμασαν. Και τότε, ξέχασαν. Κι είχαν πολλά να ξεχάσουν, τον πόλεμο, τους σκοτωμούς, τους φίλους που χάθηκαν, βάσανα και μαρτύρια πολλά. Ξέχασαν όμως κι αυτά που θέλαν κι αγαπούσαν, τη γυναίκα τους, τα παιδιά τους, τους γονιούς, την πατρίδα τους. Και ζητούσαν να μείνουν πια εκεί, στο νησί του λωτού, στο νησί της λησμονιάς. Ο Οδυσσέας όμως ήταν ο μόνος που κρατήθηκε και δε δάγκωσε το φρούτο. Έβαλε τότε τις φωνές και χωρίς να ακούει τα παράπονά τους, τους ανάγκασε με το ζόρι να μπουν στα καράβια για να φύγουν. Φεύγοντας η ομίχλη τους παρέσυρε κοντά στο νησί των Κυκλώπων. 4

ΚΥΚΛΩΠΑΣ Νύκτα ήταν πια όταν ένας δυνατός άνεμος τους έριξε σε ένα νησί απέναντι από το νησί των Κυκλώπων. Οι Κύκλωπες είχαν ένα μόνο μάτι καταμεσής στο κούτελο. Ο καθένας ζούσε μονάχος τον, στη σπηλιά του. Το νησί τους ήταν μεγάλο και πλούσιο. Στις δασωμένες πλαγιές του, ζούσαν γίδια και σγουρόμαλλα πρόβατα. Στις κοιλάδες και στους κάμπους, τα δέντρα έδιναν καρπό τρεις και τέσσερις φορές το χρόνο. 5

Τον τόπο αυτό λοιπόν θέλησε να γνωρίσει ο Οδυσσέας και έτσι πήρε το δικό του καράβι και τους άντρες του και ξεκίνησε για εκεί. Άραξαν και αυτός μόνο, με δώδεκα συντρόφους του, μπήκαν σε μια θεόρατη σπηλιά, τη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου, του γιου του Ποσειδώνα. Και αυτός ο Πολύφημος ήταν ψηλός σα δέντρο και κακότροπος, άγριος και μουρτζούφλης και όλη την ώρα μουτρωμένος. 6

Μέσα στη σπηλιά βλέπουν πρόβατα και κατσίκια και δοχεία γεμάτα γάλα και τυρί. Λένε οι σύντροφοι στον Οδυσσέα να πάρουν πράγματα και να γυρίσουν στο πλοίο, μα ο Οδυσσέας δεν άκουγε κανένα. Άναψαν λοιπόν φωτιά και καρτερούσαν ως το σούρουπο το νοικοκύρη να γυρίσει. Μόλις όμως έφτασε, όπως τον είδαν, σωστό θεριό, τρόμαξαν για τα καλά. Μπάζει ο Κύκλωπας τα πρόβατα μέσα στη σπηλιά, παίρνει ένα βράχο ασήκωτο και κλείνει την πόρτα. Ζάρωσαν οι σύντροφοι φοβισμένοι σε μια γωνιά μα ο Πολύφημος τους είδε. Παίρνει τότε δύο συντρόφους και τους τρώει. Και κάθε μέρα που γυρνούσε στη σπηλιά έτρωγε κι από δύο. Μηχανεύεται ο Οδυσσέας να του δώσει γλυκό κρασί για να τον μεθύσει. Και του λέει ψέματα πως τον λένε Κανένα. Ήπιε το γλυκό κρασί ο Κύκλωπας και μέθυσε. Και τότε ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι πήραν ένα κορμό δέντρου, τον έκαναν στην άκρη μυτερό, και του βγάζανε το μάτι. Σπαράζει ο Κύκλωπας 7

από τον πόνο που πήρε, μαζεύονται έξω από τη σπηλιά οι άλλοι Κύκλωπες να δούνε τι συμβαίνει, και τον ακούνε να φωνάζει πως τον τύφλωσε ο Κανένας. Έτσι φεύγουν. Λέει τότε αγριεμένος ο Πολύφημος στους συντρόφους πως δε θα γλυτώσουν κι ότι θα τους φάει όλους. Και τους έχει κλεισμένους μέσα. Ανοίγει μόνο για μια στιγμή την πόρτα της σπηλιάς να βγει το κοπάδι να βοσκήσει. Σκέφτεται τότε ο Οδυσσέας ο πολύτροπος και λέει στους συντρόφους, «θα σας δέσω στην κοιλιά των προβάτων κι έτσι θα βγούμε». Την άλλη μέρα, έναν έναν, δένει τους συντρόφους του και στο τέλος, πιάνεται κι αυτός από το πιο μεγάλο κριάρι. Μεριάζει το βράχο ο Κύκλωπας να βγουν πάλι τα πρόβατα, βγαίνουν κι αυτοί μαζί χωρίς να τους πάρει είδηση. Τρέξαν γρήγορα στο καράβι και βάλθηκαν να κάνουν κουπί για να ξεφύγουν. Και τότε φωνάζει ο Οδυσσέας δυνατά το όνομά του «είμαι εγώ, ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη, πατρίδα μου η Ιθάκη» και καυχιέται στον Κύκλωπα που τον τύφλωσε. Τον ακούει ο Πολύφημος και αρχίζει να πετάει μεγάλους βράχους να βουλιάξει το καράβι, μα δεν το πέτυχε. Φωνάζει τότε στον πατέρα του,τον Ποσειδώνα, για βοήθεια. Και πια από κει και πέρα, μπήκε ο Ποσειδώνας εμπόδιο μεγάλο στο ταξίδι του Οδυσσέα για την πατρίδα. ΑΙΟΛΟΣ Μέρες ατελείωτες ταξίδευε ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του. Ώσπου ξαφνικά είδαν ένα νησί πλεούμενο, πανέμορφο, με ψηλά τείχη και μουσική να παίζει όλη μέρα. Ήταν το νησί του Αιόλου, του θεού των ανέμων. 8

Ο Αίολος υποδέχθηκε με χαρά το θρυλικό Οδυσσέα και τους συντρόφους του. Τους φιλοξένησε για έναν ολόκληρο μήνα. Του άρεσε να ακούει ιστορίες και ρωτούσε τα πάντα για την Τροία, τους Αχαιούς και για το νόστο. Ο Οδυσσέας του έλεγε τις θρυλικές και ατελείωτες μάχες των Αχαιών και των Τρώων, το κόλπο του με το ξύλινο άλογο για να πάρουν την πόλη που αλλιώς δε μπορούσαν να την πάρουν. Του είπε και για τους Λωτοφάγους, του είπε και για τους Κύκλωπες. Έλεγε, έλεγε ο Οδυσσέας να τον ευχαριστήσει, μέσα του βαθιά όμως ήθελε να γυρίσει στην πατρίδα. Τον κατάλαβε ο Αίολος και τον βοήθησε. Έκλεισε τους δυνατούς ανέμους μέσα σε ένα σακί φτιαγμένο από βόδι, το έσφιξε με ασημένια κλωστή και του το έδωσε. Άφησε μόνο το Ζέφυρο να τους φουσκώνει τα πανιά. 9

Ξεκίνησαν άλλο ένα ταξίδι με την ελπίδα να γυρίσουν στην πατρίδα που τόσο πολύ ποθούσαν.και πράγματι πλησίαζαν στην Ιθάκη. Όμως οι σύντροφοι είδαν το σάκο, ζήλεψαν, γιατί νόμιζαν πως ήταν θησαυρός που ο Οδυσσέας τον ήθελε μόνο για τον εαυτό του και αποφάσισαν να τον μοιραστούν. Άνοιξαν το σακί, βγήκαν οι ανέμοι, ξύπνησε κι ο Οδυσσέας που είχε αποκοιμηθεί και τότε κατάλαβαν τι τρομερό λάθος έκαναν. 10

Ο ουρανός σκοτείνιασε, πετάχτηκαν έξω τρικυμίες και θύελλες. Κύματα βουνά σκέπασαν τα πλοία και πολλοί σύντροφοι πνίγονταν. Πόσοι θα επιζήσουν και πού θα καταλήξουν; Με τα πολλά, σπρωγμένοι από τους ανέμους βγήκανε πάλι στο νησί του Αιόλου. Εκείνος όμως αυτή τη φορά αρνήθηκε να τους βοηθήσει. Κατάλαβε πως οι θεοί ήταν εναντίον τους. 11

- Φύγε, είπε στον Οδυσσέα, είσαι καταραμένος Οι θεοί του Ολύμπου σας μισούν. Κι εγώ δε βοηθάω ανθρώπους που οι θεοί καταριούνται! Τα λόγια του τους πάγωσαν. Σκέφτηκαν τι συμφορές θα τους περίμεναν. Και δεν ήξεραν ακόμα, ότι θα ζύγωναν σε νησί ανθρωποφάγων. ΛΑΙΣΤΡΥΓΟΝΕΣ 12

Έτσι λοιπόν, με βάρος στη ψυχή, ο Οδυσσέας με τους άντρες άφησαν πίσω τους τον Αίολο κι βγήκαν ξανά στο πέλαγος. Έξι μερόνυκτα ταξίδευαν στην ανοικτή θάλασσα και την έβδομη μέρα τα δώδεκα καράβια φτάνουν στο νησί των Λαιστρυγόνων. Το τοπίο ήταν πανέμορφο, τα δέντρα πράσινα, ο ουρανός γαλάζιος, το χώμα σκούρο κόκκινο και καφέ, το λιμάνι ακύμαντο. Όλα κανονικά. Ή μήπως όχι; Τα καράβια που ήταν δεμένα στο λιμάνι ήταν πελώρια, τα δέντρα ήταν πράσινα αλλά πανύψηλα, τα βράχια θεόρατα. 13

Ο Οδυσσέας μαθημένος στα παράξενα και στα θαύματα του κόσμου, έδεσε το καράβι του σε ένα βράχο και παρατήρησε κάπου μακριά καπνό να κατευθύνεται ψηλά. Έτσι έστειλε τρεις συντρόφους του να μάθουν γι αυτούς που ζούσαν στο νησί. Για καλή τους τύχη (;) συνάντησαν μια κόρη που κουβαλούσε νερό. Ήταν πανύψηλη, δυο κεφάλια πάνω από αυτούς. Ήταν η κόρη του βασιλιά Αντιφάντη. Πρόθυμα τους οδήγησε στο παλάτι του. Όταν όμως μπήκαν μέσα αντίκρισαν τη βασίλισσα, ψηλή σα βουνοκορφή κι αγριεμένη. Φωνάζει αυτή τον άντρα της το βασιλιά. 14

Έρχεται ο βασιλιάς, ψηλός κι αυτός σα βουνό, αρπάζει τον έναν και τον τρώει. Τρομαγμένοι οι άλλοι δύο τρέχουν πίσω στο καράβι για να ειδοποιήσουν. Τότε ο Αντιφάντης φωνάζει τους άλλους Λαιστρυγόνες και σα γίγαντες που ήταν, αρχίζουν να πετροβολούν τα καράβια. Σκότωναν τους άντρες και τους έτρωγαν. Ο Οδυσσέας, γενναίος, έκοψε με το σπαθί του τα σχοινιά του καραβιού του και οι σύντροφοι κωπηλατούσαν ώστε να ξεφύγουν το θάνατο. Όμως τα άλλα έντεκα καράβια βούλιαξαν και οι ναύτες του Οδυσσέα θρήνησαν για το χαμό των νεκρών συντρόφων τους. Τέλος γύρισαν να φύγουν, άνοιξαν τα πανιά και ως μόνοι που είχαν απομείνει συνέχισαν το ταξίδι τους με προορισμό το νησί της Κίρκης. ΚΙΡΚΗ 15

στην Αία. Λυπημένοι ανοίχτηκαν στη θάλασσα κι έφτασαν Καταπράσινα δάση σκέπαζαν το μέρος και μέσα σ αυτά τριγύριζαν λύκοι και λιοντάρια. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του άραξαν το πλοίο στην ακτή και χωρίστηκαν σε δύο ομάδες για να εξερευνήσουν τον άγνωστο τόπο. Η πρώτη ομάδα είχε αρχηγό τον Οδυσσέα και η δεύτερη τον Ευρύλοχο. Η ομάδα του Ευρύλοχου ξεκίνησε πρώτη. Καθώς βάδιζαν στο δάσος, είδαν ένα λαμπρό 16

παλάτι. Άνοιξαν την πόρτα και βλέπουν μια πανέμορφη θεά να τραγουδά με γλυκιά φωνή μπροστά στον αργαλειό της. Ήταν η κόρη του Ήλιου και της Πέρσης, ήτανε η ΚΙΡΚΗ, μια πανούργα μάγισσα. Οι σύντροφοι μπήκανε μέσα όλοι, εκτός από τον Ευρύλοχο. Η Κίρκη τους καλοδέχτηκε, τους έβαλε να καθίσουνε και τους πρόσφερε ένα ποτό μαγικό. Οι σύντροφοι το ήπιαν και τότε η Κίρκη με το μαγικό ραβδί της τους μεταμόρφωσε σε γουρούνια. Ο Ευρύλοχος που παραφύλαγε απ έξω τα είδε όλα και έφυγε γρήγορα για το καράβι. 17

Με κλάματα είπε στον Οδυσσέα τι είχε συμβεί. Στη στιγμή, ο Οδυσσέας πήρε το σπαθί και τα βέλη του και ξεκίνησε για το παλάτι. Στο δρόμο του παρουσιάστηκε ο Ερμής και του δωσε ένα βοτάνι μαγικό, το «μώλυ». Του είπε για τη μάγισσα, πως θα τον βάλει να καθίσει στο θρόνο και θα τον κεράσει ένα πηχτό σιρόπι. Του είπε να τρίψει το λουλούδι πριν πιει και έτσι δε θα πιάσουν τα μάγια. Του είπε να την απειλήσει με το σπαθί του. 18

Πηγαίνει ο Οδυσσέας στο παλάτι της Κίρκης. Τον βλέπει η Κίρκη, τον βάζει να καθίσει και τον κερνά σε μια ασημένια κούπα το μαγικό της φίλτρο. Εκείνος ήπιε αλλά δε μαγεύτηκε : ο Οδυσσέας, έμεινε Οδυσσέας. Η Κίρκη τα χασε, σηκώνει το ραβδί της να τον χτυπήσει, αλλά αυτός τραβά αμέσως το σπαθί του. Η Κίρκη τότε κατάλαβε πως ήταν ο Οδυσσέας ο πολυτάξιδος. Του είπε πως ήξερε ότι μια μέρα θα ερχόταν και του είπε να λουστεί, να φάει και να πιει. Ο Οδυσσέας όμως ζήτησε να κάνει τους συντρόφους του ξανά 19

ανθρώπους. Έτσι και έγινε, οι σύντροφοι έγιναν όπως πριν κι ακόμα καλύτεροι. Ύστερα έμειναν όλοι εκεί, στο παλάτι της Κίρκης, για έναν χρόνο έτρωγαν κι έπιναν. Ο Οδυσσέας όμως είπε πια να ξεκινήσει και να φύγει για την πατρίδα. Η Κίρκη του έδωσε οδηγίες για το ταξίδι Του είπε ότι πρέπει πρώτα να κατέβει στον Άδη, στο βασίλειο του Πλούτωνα και της Περσεφόνης, για να δει τον Τειρεσία τον ξακουστό τυφλό μάντη. Αυτός θα του πει πώς θα είναι το ταξίδι τους. Φεύγοντας από κει θα φτάσει στις Σειρήνες. Οι Σειρήνες με το μαγικό τραγούδι τους πλανεύουν όλους τους θνητούς που ζυγώνουν στο νησί τους. Του είπε πώς θα γλιτώσει από αυτές. Του είπε για το στενό της Σκύλλας και της Χάρυβδης. Του είπε ότι θα φτάσουν στο νησί του Ήλιου και εκεί θα δουν πλήθος αρνιών και βοδιών. Του είπε «αν τα πειράξετε, θα χαθείτε κι εσείς και το καράβι». Αυτά τους είπε η Κίρκη και αφού τους έδωσε πολλά ζώα και τρόφιμα, έφυγαν από την Αία. 20

ΑΔΗΣ Κίνησε λοιπόν ο Οδυσσέας με το καράβι του για του Ωκεανού την άκρη, το σύνορο του Άδη. Πυκνή ομίχλη σκέπαζε τα πάντα και σε λίγο μαύρισε ο κόσμος, ο αέρας και το νερό. Παντού σκοτάδι μαύρο, μαύρο σαν φόβος και αγωνία. Ύστερα το μαύρο έγινε γκρι. Είχαν φτάσει στο βασίλειο του Κάτω Κόσμου, ζωντανοί αυτοί στον τόπο που μόνο οι ψυχές των πεθαμένων γνωρίζουν. Γύρω τους μαύρα βράχια και μαύρα λιβάδια. Ο Οδυσσέας δεν ξέχασε τις οδηγίες της Κίρκης. Προχώρησε μόνος, έσκαψε με το μαχαίρι του ένα λάκκο και έχυσε μέσα μέλι, γάλα και κρασί, προσφορά για τις ψυχές των πεθαμένων. Μετά θυσίασε ένα ζώο κι άφησε το αίμα να κυλήσει. Μαζεύονται τότε γύρω του οι ψυχές σαν γκρίζες σκιές. 21

Να πάρουν θέλαν από το αίμα για να βρουν για λίγο τη μιλιά τους. Ήρθε και ο Τειρεσίας, ο μάντης και μάντεψε στον Οδυσσέα όλα τα μελλούμενα. Τις περιπέτειες που θα τους βρουν στον πάνω κόσμο, τι σφάλματα δεν πρέπει να κάνουν για να σωθούν. Και του φανέρωσε πως θα γυρίσει στην πατρίδα, αλλά μόνος, χωρίς συντρόφους. Τα είπε αυτά και γλίστρησε στα σκοτάδια. Είδε μετά ο Οδυσσέας την ψυχή της μάνας του. Πήγε να την αγκαλιάσει, μα εκείνη, χάθηκε σαν ίσκιος. Και ύστερα είδε τις παραπονεμένες ψυχές των νεκρών συμπολεμιστών του, του Αγαμέμνονα, του Πάτροκλου, του Αχιλλέα. Και είδε και τους αιώνια καταδικασμένους,τον Τάνταλο να διψά και να μην μπορεί να πιει, να πεινά και να μην μπορεί να φάει και το Σίσυφο με το ατέλειωτο μαρτύριό του. Τον είδε να σπρώχνει το βράχο του ψηλά και αυτός πάντα να κατρακυλά και πάλι να τον ανεβάζει στη κορφή και πάλι κάτω εκείνος να κυλά. Δε βάσταξε η καρδιά του Οδυσσέα τον πόνο των ψυχών. Γύρισε γρήγορα στο καράβι και φύγανε. 22

ΣΕΙΡΗΝΕΣ Άφησαν πίσω τους το μαύρο κι άραχλο κόσμο του Άδη. Για μέρες έπλεαν στην απέραντη θάλασσα ώσπου άρχισαν να βλέπουν στο βάθος, αχνά, κάποιες γκριζογάλαζες φιγούρες. Ένας ήχος απόκοσμος ξεκίνησε να ακούγεται, ένας ήχος που όμοιό του δεν είχε ακούσει ποτέ άνθρωπος. Αλίμονο, οι Σειρήνες! Οι Σειρήνες, πλάσματα δαιμονικά της θάλασσας, ήταν όμορφες. Μισές γυναίκες, μισές πουλιά. Καθισμένες στους βράχους του νησιού τους, μάγευαν τους ναυτικούς με το γλυκό τους τραγούδι και κείνοι παρασυρμένοι από τη γοητεία του, έπεφταν στη θάλασσα και χάνονταν για πάντα. 23

Θυμήθηκε τότε ο Οδυσσέας όσα που του είχε πει η Κίρκη και είπε στους συντρόφους του να κλείσουν τα αυτιά τους με κερί. Τους είπε να τον δέσουν στο κατάρτι και τους διέταξε ό,τι και να κάνει να μην τον λύσουν. Οι ναύτες έκαναν κουπί και το καράβι έφτασε κοντά. Οι φωνές των Σειρήνων ακούγονταν πια καθαρά. Το τραγούδι τους αλλόκοτο, τραγούδι χωρίς τραγούδι, μελωδία γλυκιά, ανήκουστη, καλούσε σε όνειρο από το οποίο ποτέ κανείς δεν ξυπνά. 24

Άκουγε ο Οδυσσέας δεμένος στο κατάρτι του. Άκουγε μαγεμένος τις Σειρήνες. Άκουγε και ήθελε να δοθεί σε αυτές, πάλευε να λυθεί, φώναζε στους συντρόφους να τον λύσουν. Εκείνοι όμως δεν τον άκουγαν. Κωπηλατούσαν, κωπηλατούσαν, κωπηλατούσαν, μέχρις που το τραγούδι των Σειρήνων έσβησε. 25

Έτσι έφυγαν από κει και γλίτωσαν. ΣΚΥΛΛΑ ΚΑΙ ΧΑΡΥΒΔΗ 26

Όταν πια πέρασαν από τις Σειρήνες ο Οδυσσέας με τους συντρόφους του πλησίασαν στο φοβερό στενά της Σκύλλας και της Χάρυβδης που παραμόνευαν τα πλοία πάνω σε δυο πελώριους βράχους. Η Σκύλλα λεγόταν πως ήταν μια όμορφη κοπέλα, κόρη ενός θαλάσσιου θεού, που την ερωτεύτηκε ο Ποσειδώνας. Τη ζήλεψε όμως η γυναίκα του η Αμφιτρίτη και τη μεταμόρφωσε σε τέρας. Έτσι λοιπόν τώρα ζούσε στη σπηλιά που ήταν στη μέση του ενός θαλασσόβραχου. Είχε δώδεκα πόδια, έξι ψηλούς λαιμούς και έξι άγρια τρομαχτικά κεφάλια. Το μισό της κορμί κρυβόταν στη σπηλιά κι έβγαζε έξω τα κεφάλια να αρπάξει για να φάει. 27

Στον άλλο βράχο ήταν η Χάρυβδη στη ρίζα μιας αγριοσυκιάς. Η Χάρυβδη μια αναρουφούσε τα κύματα, και τότε άνοιγε βαθιά ρουφήχτρα και φαινόταν κάτω ο πάτος της θάλασσας, και μια ξερνούσε το νερό σηκώνοντας τρικυμία φοβερή. Καθώς έφταναν στη Χάρυβδη, ο Οδυσσέας έδινε θάρρος στους συντρόφους του και είπε στον τιμονιέρη «κράτα μας μακριά από το κύμα την ώρα που το ρουφάει και οδήγα προς το βράχο της». Τους είπε «περιμένετε να το ξεβγάλει». Κι όταν το ξέβγαλε σηκώθηκαν κύματα μεγάλα αλλά το καράβι κόντευε να βγει από το Στενό. Ήρθε όμως κοντά στο βράχο της Σκύλλας Πετάγεται αυτή και αρπάζει έξι γενναίους άντρες που ήταν με τα όπλα τους και ήθελαν να τη σκοτώσουν. Δεν πρόλαβε να πιάσει άλλους γιατί το κύμα τους έφερε έξω πια από το Στενό. Μετά, όταν τελείωσαν όλα, ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι παράτησαν τα κουπιά κι άρχισαν να κλαίνε πικρά για το χαμό των συντρόφων. 28

ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ Μετά τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του ταξίδευαν αδιάκοπα χωρίς να βρίσκουν στεριά και με λίγο φαγητό. Μακριά διέκριναν ένα νησί, τη Θρινακία, το νησί του Ήλιου. Εκεί η Φαεθούσα και η Λαμπετώ πρόσεχαν τα βόδια του. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του άραξαν στο λιμάνι της Θρινακίας. Ο Οδυσσέας έχοντας στο νου του τις συμβουλές της Κίρκης και του Τειρεσία, τους είπε «μην αγγίξετε τα βόδια του 29

Ήλιου γιατί δε θα γυρίσουμε ποτέ στην Ιθάκη». Οι σύντροφοι κατέβηκαν στο νησί για να βρουν καρπούς να φάνε. Πέρασε όμως καιρός και έμειναν χωρίς τροφή και νερό. Κι έτσι μια μέρα από την πείνα τους σκότωσαν τα βόδια. Όταν πια έφευγαν από το νησί ο Ήλιος το κατάλαβε και τους καταράστηκε. Μαύρα σύννεφα ξαφνικά τους κύκλωσαν και κύματα θεόρατα τους χτυπούσαν από παντού. Το καράβι έγινε συντρίμμια και όλοι πνίγηκαν. Όλοι, εκτός από τον Οδυσσέα που αρπάχτηκε από το σπασμένο κατάρτι και τώρα έπλεε στη θάλασσα πάνω σ αυτό. Πλησίαζε τη Χάρυβδη για μια ακόμα φορά, χωρίς όμως πια τους συντρόφους. Η Χάρυβδη ρούφηξε το νερό, μα ο Οδυσσέας πιάστηκε από την αγριοσυκιά στο βράχο και σώθηκε. Όταν απομακρύνθηκε ήταν πια μόνος, καταμεσής στο πέλαγος. Παράδερνε ναυαγός στην αγριεμένη θάλασσα εννιά μέρες. Τη δέκατη τα κύματα τον έριξαν σε ένα άγνωστο ακρογιάλι. Βρισκόταν πια στην Ωγυγία, το νησί της Καλυψώς. 30

Τις ιστορίες έγραψαν : «ΚΙΚΟΝΕΣ» Χαραλαμπίδου «ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ» «ΚΥΚΛΩΠΑΣ» Τρίγκας «ΑΙΟΛΟΣ» Χατζηιωάννου «ΛΑΙΣΤΡΥΓΟΝΕΣ» «ΚΙΡΚΗ» η Σοφία Χάψα «ΑΔΗΣ» Φελέκης «ΣΕΙΡΗΝΕΣ» η Γαλήνη Τριανταφυλλίδου και η Μαρία ο Μανόλης Συμεωνίδης και ο Μπάμπης Τσούλφας η Λαμπρινή Σωτηριάδου και ο Δημήτρης η Δέλια Σφαντού και ο Παναγιώτης ο Αργύρης Συρανίδης και ο Παντελής Φθενός η Μαριάννα Στιβαχτή, η Ελένη Τζεβελέκου και ο Γεράσιμος Ταυλαράκης και ο Γιώργος η Πηνελόπη Τσάκη και η Ηρώ Τσέλου «ΣΚΥΛΛΑ ΚΑΙ ΧΑΡΥΒΔΗ» ο Δημήτρης Τσολερίδης και ο Λεωνίδας Φιφλής «ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ» Χωριανόπουλος ο Γιώργος Χωριανόπουλος και ο Γιάννης Την εικονογράφηση έκαναν : η Γαλήνη Τριανταφυλλίδου σελ. 1 2 ο Μανόλης Συμεωνίδης σελ. 3 και 28 ο Γιάννης Χωριανόπουλος σελ 4 και 6 ο Δημήτρης Τρίγκας σελ. 5 η Λαμπρινή Σωτηριάδου σελ. 7 και 26 η Δέλια Σφαντού και ο Παναγιώτης Χατζηιωάννου σελ. 8-11 ο Αργύρης Συρανίδης σελ. 12-14 ο Γιώργος Φελέκης σελ 15, 19 και 20 η Ελένη Τζεβελέκου σελ. 16-18 η Μαριάννα Στιβαχτή σελ. 21 και 27 η Ηρώ Τσέλου σελ. 22 και 24 η Πηνελόπη Τσάκη σελ. 23 ο Δημήτρης Τσολερίδης σελ 25 31

Υπεύθυνες καθηγήτριες : Α. ΠΑΣΧΑΚΗ (φιλόλογος) Μ. ΚΑΡΑΝΤΟΥΜΑΝΗ (εικαστικά) 32