ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α ΕΠΙΠΕΔΟ ΜΑΘΗΜΑ: Ουσιαστικό Ποινικό Δίκαιο ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: «Τα εγκλήματα δωροληψίας και δωροδοκίας ημεδαπών υπαλλήλων και δικαστικών λειτουργών (αρ. 235-237 ΠΚ, μετά το Ν. 4254/2014)» Πρεβέντης Στέργιος (Α.Μ.600694) Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Μαρία Καϊάφα- Γκμπάντι Θεσσαλονίκη Δεκέμβριος 2014
Συντομογραφίες ΑΕ ΑΚ ΑΝ ΑΠ Αρμ Βλ. ΕΔΔΑ ΕΕ ΕΕΔΑ ΕΚ Επ. ΕΣΔΑ Εφ Κ-Μ ΚΝΝ ΚΠΔ ΜΟΔ Ν ΝΔ ΝΠ ΝΠΔΔ ΝΠΙΔ ΠΚ ΠοινΔικ ΠοινΧρον Σ Ανώνυμη Εταιρεία Αστικός Κώδικας Αναγκαστικός Νόμος Άρειος Πάγος Αρμενόπουλος Περιοδικό Βλέπε Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων Ανθρώπου Ευρωπαϊκή Ένωση Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Ευρωπαϊκές Κοινότητες Επόμενα Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Εφετείο Κράτη- Μέλη Κώδικας Νόμων για τα Ναρκωτικά, Ν.3459/2006 Κώδικας Ποινικής Δικονομίας Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Νόμος Νομοθετικό Διάταγμα Νομικό Πρόσωπο Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου Ποινικός Κώδικας Ποινική Δικαιοσύνη Ποινικά Χρονικά Σύνταγμα 2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ, σελ.6 Β. ΜΕΡΟΣ Α : ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΔΩΡΟΔΟΚΙΑΣ (άρθρα 235-237 ΠΚ),σελ.10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η φύση των εγκλημάτων δωροδοκίας, η ένταξη τους στο Ειδικό Μέρος του ΠΚ και κατάταξή τους στα εγκλήματα διαφθοράς 1.1 Η τυποποίηση της δωροδοκίας στον ΠΚ και η ένταξη των εγκλημάτων δωροδοκίας στο Δωδέκατο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους, σελ. 10 1.2 Η διαφθορά, οι διεθνείς και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την καταπολέμησή της και τα επακόλουθα αυτών στη δομή και τα στοιχεία των εγκλημάτων δωροδοκίας,σελ.14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Το προστατευόμενο έννομο αγαθό, η έννοια του υπαλλήλου και τα κοινά στοιχεία στη νομοτυπική μορφή των εγκλημάτων δωροδοκίας 2.1 Προσδιορισμός του εννόμου αγαθού των εγκλημάτων δωροδοκίας, σελ.34 2.2 Η έννοια του υπαλλήλου κατ αρ. 13 α και 263 Α ΠΚ, σελ. 56 2.3 Τα κοινά στοιχεία στις νομοτυπικές μορφές των εγκλημάτων δωροδοκίας, σελ. 77 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Τα εγκλήματα δωροληψίας και δωροδοκίας του υπαλλήλου (αρ. 235-236 ΠΚ) 3.1. Δωροληψία υπαλλήλου αρ. 235 ΠΚ,σελ.105 3.1.1. Τα εγκλήματα της δωροληψίας υπαλλήλου χάριν νομίμων (αρ. 235 1 ΠΚ) και χάριν παράνομων υπηρεσιακών ενεργειών (αρ. 235 2 ΠΚ),σελ.105 3.1.2 Τα εγκλήματα δωροληψίας για την καλλιέργεια κλίματος (αρ. 235 3 ΠΚ) και παράλειψης του προϊσταμένου δημόσιας επιχείρησης (αρ. 235 4 ΠΚ),σελ.137 3.1.2.1. Το έγκλημα της δωροληψίας για την καλλιέργεια κλίματος (αρ. 235 3 ΠΚ),σελ.137 3.1.2.2. Το έγκλημα της παράλειψης του προϊσταμένου δημόσιας επιχείρησης (αρ. 235 4 ΠΚ),σελ.144 3.2 Τα εγκλήματα δωροδοκίας του αρ. 236 ΠΚ, σελ.152 3.2.1 Δωροδοκία υπαλλήλου αρ.236 ΠΚ, σελ. 152 3.2.2. Ευθύνη διευθυντών επιχείρησης αρ. 236 3 και 237 3 ΠΚ, σελ.159 3.2.3 Ζητήματα δικαιοδοσίας,σελ.163 3
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Τα εγκλήματα δωροληψίας και δωροδοκίας δικαστικών λειτουργών αρ. 237 ΠΚ 4.1 Δωροληψία δικαστικού λειτουργού αρ. 237 1 ΠΚ, σελ.165 4.2 Δωροδοκία δικαστικού λειτουργού αρ. 237 2 ΠΚ, σελ. 173 Γ. ΜΕΡΟΣ Β : Η «αποτελεσματική αντιμετώπιση» των εγκλημάτων δωροδοκίας των αρ 235-237 ΠΚ: παρεπόμενες ποινές και διευκόλυνση της δίωξης, σελ. 177 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : Η δήμευση των δώρων και η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων 1.1 Η δήμευση των δώρων αρ. 238 ΠΚ, σελ. 177 1.2 Η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων αρ. 263 ΠΚ, σελ. 185 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Το δικονομικό πλαίσιο για την καταγγελία και δίωξη των εγκλημάτων δωροδοκίας 2.1 Τα μέτρα επιείκειας του αρ. 263 Β ΠΚ και οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος αρ. 45 Β ΚΠΔ, σελ. 189 2.2 Οι ανακριτικές πράξεις του αρ. 253 Β ΚΠΔ επί εγκλημάτων διαφθοράς, σελ. 207 Δ. ΕΠΙΛΟΓΟΣ,σελ.214 Ε.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ,σελ.215 ΣΤ. ΣΥΝΑΦΗ, ΔΙΕΘΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ, ΚΕΙΜΕΝΑ, σελ.225 Ζ. ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ, σελ.225 4
Στην αδερφή μου Δήμητρα, που είναι πάντα εκεί και με βοηθά να πάρω τη σωστή απόφαση 5
Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ισχύον Σύνταγμα 1 στο ΣΤ Τμήμα του, που αφορά τη Διοίκηση, και στο Δεύτερο Κεφάλαιο αυτού που καθορίζει την οργάνωσή της προβλέπει στο αρ. 103 1 εδάφιο α ότι «οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι εκτελεστές της θέλησης του Κράτους και υπηρετούν το Λαό οφείλουν πίστη στο Σύνταγμα και αφοσίωση στην Πατρίδα». Καθορίζει δηλαδή την αποστολή και το έργο των δημοσίων υπαλλήλων πριν κατοχυρώσει στο ίδιο άρθρο τη διαδικασία επιλογής τους. Η διάταξη αυτή αναμφίβολα αποτελεί και διασφάλιση των ιδίων των δημοσίων υπαλλήλων καθώς τους βοηθά να προσδιορίσουν τις βασικές αρχές και υποχρεώσεις της υπηρεσιακής τους δράσης. Χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Κυριακόπουλος 2 ότι «ο καθιστάμενος δημόσιος υπάλληλος αποδύεται εις το έργον της εξυπηρετήσεως ολοψύχως του κράτους δια της ευσυνείδητου εκπληρώσεώς της εκ της υπηρεσίας αυτού υπαγορευμένης αποστολής. Ούτω δε αναλαμβάνει την υποχρέωσιν να καταστεί υπηρέτης του συνόλου υπηρετεί τον λαόν διαγορεύει το άρθρον 100 1 του Συντάγματος, διο και ο δημόσιος υπάλληλος οφείλει να αποβλέπει εις την εξυπηρέτησιν της ολότητος και ουχί ορισμένης τάξεως ή κόμματος. Κατά συνείδησιν και αντικειμενικώς ενεργών, εξασφαλίζει υπερ αυτού ου μόνον την εκτίμησιν των προϊσταμένων και την υπόληψιν των υφισταμένων του, αλλά και αυτόν τον σεβασμόν των πολιτών, οι οποίοι εν τω προσώπω του υπαλλήλου διαβλέπουσιν αυτό τούτο το κράτος». Κατ εξουσιοδότηση του προαναφερθέντος άρθρου του Συντάγματος αφήνονται ζητήματα που αφορούν στην πρόσληψη και τις εγγυήσεις που απολαμβάνει το προσωπικό αυτό να ρυθμιστούν με νόμο. Η κατάσταση των δημοσίων πολιτικών διοικητικών υπαλλήλων και υπαλλήλων ΝΠΔΔ ρυθμίζεται από τον αντίστοιχο και ομότιτλο Κώδικα 3 ενώ με χωριστό Νόμο καθορίζεται το πειθαρχικό δίκαιο αυτών 4. Ο Ποινικός Κώδικας περιλαμβάνει στο Ειδικό του Μέρος ξεχωριστό Κεφάλαιο για τα εγκλήματα τα σχετικά με την Υπηρεσία, πρόκειται για το Δωδέκατο Κεφάλαιο (αρ. 235-263 Β), ενώ το Γενικό Μέρος έχει ήδη ορίσει στο αρ. 13 α την έννοια του υπαλλήλου. Επιβεβαιώνεται συνεπώς από τα παραπάνω η εύστοχη διαπίστωση ότι 1 Σύνταγμα 1975/1986/2001/2008, όπως αναθεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 27 ης Μαΐου 2008 της Η Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων και είναι αναρτημένο στην ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων, βλ. http://www.hellenicparliament.gr/userfiles/f3c70a23-7696-49db-9148- f24dce6a27c8/syntagma1_1.pdf 2 Κυριακόπουλος Η., Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον, τόμος Γ, 4 Η Έκδοση 1962,σελ. 205 3 Ν.3528/2007( Α 26), όπως ισχύει 4 Ν.4057/2012 (Α 54) 6
όσοι στελεχώνουν τον κρατικό μηχανισμό υπάγονται σε ένα καθεστώς ειδικήςαυξημένης ευθύνης σε σχέση με όσους απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα και ειδικά από τη σκοπιά του Ποινικού Δικαίου 5. Το Δωδέκατο Κεφάλαιο του ΠΚ, το οποίο αποτελεί το μεγαλύτερο από άποψη αριθμού άρθρων Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους (31 άρθρα), μαζί με αυστηρές διατάξεις Ειδικών Νόμων όπως ο Ν.1608/1950 θεωρείται ότι αποκαλύπτει το στίγμα μιας πολιτείας που επιχειρεί να αποδείξει ότι προσπαθεί να απαλλαγεί από μια παθογένεια η οποία μαστίζει το δημόσιο βίο από συστάσεως του ελληνικού κράτους 6. Όχι μόνο ο όγκος και το περιεχόμενο των σχετικών διατάξεων αλλά και η συχνότητα νομοθετικών παρεμβάσεων αποκαλύπτουν μια αγωνία και βούληση του νομοθέτη για την υπηρεσιακή εγκληματικότητα, είναι χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία πέντε χρόνια μπορεί να απαριθμήσει κανείς επτά νόμους που αφορούσαν την εγκληματικότητα αυτή, υπό την έννοια ότι επέφεραν μεταβολές που αφορούσαν τα εγκλήματα του Κεφαλαίου αυτού του ΠΚ (Ν.3849/2010,3943/2011, 4022/2011,4055/2012,4139/2013,4198/2013 και 4254/2014) 7. Το κρίσιμο ζήτημα είναι επομένως αν οι αλλαγές αυτές κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση και αν συμβάλλουν στη διαχείριση του φαινομένου αυτού ή πρόκειται για αλλαγές για το φαίνεσθαι προσπαθώντας με συμβολισμούς δια του Ποινικού Δικαίου να αποδείξει η πολιτική τάξη της χώρας ότι καταπολεμά το φαινόμενο και συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των εταίρων ή διεθνών οργανισμών στους οποίους μετέχει η χώρα. Φαίνεται να προέχει για το νομοθέτη η συμμόρφωση προς τις διεθνείς υποχρεώσεις ενώ αντίθετα για την κατάσταση που επικρατεί στον τομέα αυτό και τις απόψεις των πολιτών (χωρίς να σημαίνει ότι αυτό μπορεί να αποτελεί κριτήριο για την τυποποίηση εγκλημάτων) δε φαίνεται να έχει εικόνα. Χαρακτηριστικά πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα σύμφωνα με Ειδικό Ευρωβαρόμετρο του 2013 θεωρείται ότι περιλαμβάνεται μεταξύ των χωρών στις οποίες θεωρείται ότι η διαφθορά είναι διαδεδομένη στους 5 Παπακυριάκου Θ., Το καθεστώς ειδικής-αυξημένης ευθύνης των δημοσίων υπαλλήλων στο ισχύον ελληνικό ποινικό δίκαιο, Βασικά χαρακτηριστικά και κριτική αποτίμηση, ΠοινΔικ10/ 2009, σελ. 1126-1140 6 Μπιτζιλέκη Ν., Η σύγχρονη διαμόρφωση των εγκλημάτων δωροδοκίας κατά τον Ποινικό Κώδικα, Ένα παράδειγμα μετανεωτερικού δικαίου, ΠοινΧρον ΞΓ(2013), σελ.321-328 και σε : Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ.155-177(155) 7 Κατά τη διάρκεια της συγγραφής της παρούσας ψηφίστηκε και τέθηκε σε ισχύ ο Ν.4287/2014 (Α 198) με το πρώτο άρθρο του οποίου κυρώθηκε από τη χώρα Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για 7
υπαλλήλους που συμμετέχουν στις αναθέσεις δημοσίων συμβάσεων (σε ποσοστό 55%) 8 Η έκταση του Δωδέκατου Κεφαλαίου και η μη αποσαφήνιση εννοιολογικά του όρου «διαφθορά» που στις μέρες μας χρησιμοποιείται καθιστούν αδύνατη την εξέταση όλων των συναφών εγκλημάτων στην παρούσα. Το αντικείμενο της θα περιοριστεί στα εγκλήματα δωροδοκίας του δημόσιου τομέα και συγκεκριμένα στη δωροδοκία υπαλλήλου (αρ. 235-236 ΠΚ) και δικαστή (237 ΠΚ).Η ανάλυση επιχειρεί να καταγράψει τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των εγκλημάτων αυτών από την αρχική ένταξή τους στον ΠΚ μέχρι την κατάταξη τους στην έννοια της διαφθοράς και τις διεθνείς και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση αυτή και για το λόγο αυτό θα εστιαστεί στην ισχύουσα μορφή των άρθρων αυτών του ΠΚ μετά το Ν.4254/2014. Ο Νόμος αυτός, όπως η Αιτιολογική του Έκθεση επισημαίνει, επιδιώκει την «αναμόρφωση των βασικών ποινικών διατάξεων κατά της «διαφθοράς» του Ποινικού Κώδικα και τη βελτίωση της προστασίας των προσώπων που καταγγέλλουν αντίστοιχες πράξεις, προκειμένου να αντιμετωπισθεί η κριτική που έχει δεχθεί η χώρα μας σε διεθνές επίπεδο για την ανεπαρκή και αναποτελεσματική εφαρμογή μιας σειράς δεσμευτικών συμβατικών κειμένων». Δεν επιδιώκει με άλλα λόγια την αντιμετώπιση αξιόποινων συμπεριφορών που δεν ενέπιπταν στην προϊσχύουσα μορφή των διατάξεων του ΠΚ, ενώ νομοτεχνικά πρέπει να παρατηρηθεί ότι αντιμετωπίζει όλα τα θέματα αυτά εισάγοντάς τα ως υποπαραγράφο στο πρώτο άρθρο ενός νόμου με κύριο αντικείμενο (όπως προκύπτει από τον τίτλο του) «μέτρα στήριξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του Ν.4046/2012 και άλλες διατάξεις». Αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα νομοθέτησης στη χώρα μας σε περίοδο της οικονομικής κρίσης και πρόκειται για μια καλή ευκαιρία να εξετάσει κανείς τις επιλογές του ποινικού νομοθέτη σε ένα προνομιακό πεδίο παρεμβάσεών του, αυτό της υπηρεσιακής εγκληματικότητας, και μάλιστα βασικών μορφών αυτής. Οι δικονομικές διατάξεις που εισήχθησαν και αφορούν και τα εγκλήματα αυτά δε θα μπορούσαν να μην αποτελέσουν αντικείμενο της παρούσας προσπάθειας καθότι την ίδρυση Διεθνούς Ακαδημίας Διαφθοράς ως διεθνούς οργανισμού στην Αυστρία η οποία θα έχει κατ αρ. 1 3 περ. γ ακόμα και τη νομική ικανότητα να εγείρει και να απαντά σε ένδικα μέσα. 8 Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Έκθεση της ΕΕ για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, COM ( 2014) 38, 3-2-2014, σελ. 30 http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/e-library/documents/policies/organized-crime-and-humantrafficking/corruption/docs/acr_2014_el.pdf 8
συμπληρώνουν την ποινική καταστολή. Το σύντομο διάστημα ισχύος του Ν.4254/2014 δεν επιτρέπει την παράθεση νομολογίας υπό την ισχύ του, όμως τα χαρακτηριστικότερα δείγματα και η πάγια νομολογία για τα ζητήματα που αναφύονται στα άρθρα αυτά δε θα μπορούσε να παραληφθεί καθώς συνέβαλαν αναμφίβολα στη μέχρι τώρα μεταβολή των σχετικών διατάξεων διαπιστώνοντας προβλήματα κατά την εφαρμογή τους. Η αναφορά στην έννοια της διαφθοράς θα περιοριστεί στο αναγκαίο μέτρο, καθώς το αντικείμενο της παρούσας είναι η δωροδοκία η οποία συγκαταλέγεται στα παραδοσιακά εγκλήματα διαφθοράς. 9
Β. ΜΕΡΟΣ Α : ΤΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΔΩΡΟΔΟΚΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η φύση των εγκλημάτων δωροδοκίας, η ένταξη τους στο Ειδικό Μέρος του ΠΚ και κατάταξή τους στα εγκλήματα διαφθοράς 1.1 Η τυποποίηση της δωροδοκίας στον ΠΚ και η ένταξη των εγκλημάτων δωροδοκίας στο Δωδέκατο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους Στον ισχύοντα ΠΚ τα εγκλήματα δωροδοκίας δεν εντάσσονται όλα στο ίδιο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους του ΠΚ, ενώ τα εγκλήματα δωροδοκίας υπαλλήλου και δικαστή εντάσσονται στο Δωδέκατο Κεφάλαιο («εγκλήματα σχετικά με την υπηρεσία») και στα αρ. 235-237 αυτού η δωροδοκία Βουλευτή, μελών δημοτικών ή νομαρχιακών ή κοινοτικών ή συμβουλίων τοπικής αυτοδιοίκησης ή επιτροπής κάποιου από αυτά, ώστε να μην λάβουν μέρος στην εκλογή ή στην ψηφοφορία ή για να ψηφίσουν με συγκεκριμένο τρόπο προβλέπονται στο αρ. 159 ΠΚ το οποίο εντάσσεται στο Τέταρτο Κεφάλαιο του Ειδικού Μέρους που αφορά τα εγκλήματα κατά της ελεύθερης άσκησης των πολιτικών δικαιωμάτων και στο πρώτο μέρος αυτού που αφορά τα εγκλήματα κατά πολιτικών σωμάτων και της Κυβέρνησης. Παρά τη διαφορετική τοποθέτησή τους ωστόσο από τις νομοτυπικές μορφές των εγκλημάτων αυτών προκύπτει ότι ο ΠΚ δεν θεωρεί την ενεργητική δωροδοκία (ή απλώς δωροδοκία μετά το Ν.4254/2014) ως συμμετοχή στην παθητική δωροδοκία (ή δωροληψία, μετά Ν.4254/2014) υπαλλήλου αλλά την αντιμετωπίζει ως αυτοτελές έγκλημα τελούμενο από οποιονδήποτε 9. Το ίδιο ισχύει και για τη δωροδοκία και δωροληψία βουλευτή ή μέλους συμβουλίου της τοπικής αυτοδιοίκησης (δωροδοκία πολιτικών αξιωματούχων, μετά Ν.4254/2014) και για τη δωροδοκία δικαστή (ή δωροδοκία και δωροληψία δικαστικού λειτουργού μετά Ν.4254/2014) όπως προέκυπτε από το αρ. 159 1 και 237 3 ΠΚ συγκρινόμενα με το αρ. 159 2 και 237 1 ΠΚ. Η κατάσταση αποσαφηνίζεται ακόμη περισσότερο με τις τροποποιήσεις και τις προσθήκες που ο Ν.4254/2014 10 επέφερε καθώς για το έγκλημα της δωροδοκίας πολιτικών αξιωματούχων τροποποίησε το αρ. 159 το οποίο αφορά πλέον μόνο τη δωροληψία αυτών και προσθέτει νέο αυτοτελές άρθρο 159 Α για τη δωροδοκία τους, η δωροληψία και η δωροδοκία δικαστικών λειτουργών μπορεί να 9 Γάφου Ηλ., Το έγκλημα της δωροδοκίας ( 1 Γενικές Παρατηρήσεις), ΠοινΧρ Ι / 1960, σελ. 225-236 (225) 10 Άρθρο πρώτο, παράγραφος Ι, υποπαράγραφοι ΙΕ 4 και 5 10
μην τυποποιούνται σε αυτοτελή άρθρα αλλά στο ίδιο αρ. 237 ΠΚ 11 τίτλο του πλέον αναφέρει και τις δυο. το οποίο στον Αναμφίβολα τα εγκλήματα αυτά δεν εισήχθησαν με τον ΠΚ αλλά προϋπήρχαν και στον προϊσχύοντα Ποινικό Νόμο, αυτό επισημαίνεται και στην ίδια την Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου ΠΚ (αρ.246-248 Σχεδίου) 12. Ξεκάθαρα αναγνωρίζεται στην ίδια Έκθεση η αυτοτέλεια του εγκλήματος της ενεργητικής δωροδοκίας (δεκασμός κατά τον χρησιμοποιούμενο τότε όρο) από την παθητική δωροδοκία ή δωροληψία και μάλιστα επισημαίνεται η μικρότερη απαξία της πρώτης έναντι της δεύτερης η οποία δικαιολογεί και την ελαφρότερη τιμώρησή της. Η μειωμένη απαξία της δωροδοκίας έγκειται στο ότι ο δωροδοκών ή άλλως δεκάζων παραβιάζει μόνο το καθήκον που έχει ως πολίτης, ενώ αντίθετα ο δωρολήπτης παραβιάζει και τα υπηρεσιακά του καθήκοντα,αν και προβάλλεται και το αντεπιχείρημα ότι ο δεκάζων ή δωροδοκών είναι αυτός που θέτει σε πειρασμό το δωροδοκούμενο υπάλληλο και ότι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπάλληλος είναι θύμα οικτρών αναγκών τις οποίες εκμεταλλεύεται ο δωροδοκών 13. Μια άλλη διάκριση η οποία οδηγούσε και σε διαφορετική ποινική μεταχείριση- τιμώρηση ήταν αν η παθητική δωροδοκία αφορούσε πράξεις νόμιμες και πράξεις παράνομες, στην πρώτη περίπτωση τιμωρούνταν με ποινή φυλάκισης μέχρι έξι μήνες ή χρηματική ποινή ενώ στη δεύτερη με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών 14. Για την ενεργητική δωροδοκία ίσχυε επίσης αυτή η διάκριση και οι απειλούμενες ποινές ήταν αντίστοιχα ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή. Το άρθρο πρώτο του Ν.Δ.1234/1972 (Α 162) αντικατέστησε την απειλούμενη ποινή και προέβλεψε ενιαία ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός έτους τόσο για νόμιμες όσο και για παράνομες υπηρεσιακές ενέργειες, ενώ την ίδια ποινή προέβλεψε και για την ενεργητική δωροδοκία. Την επιλογή αυτή δυστυχώς διατήρησε και ο νομοθέτης μεταγενέστερα με το Ν.2802/2000 (Α 47), τον οποίο θα εξετάσουμε παρακάτω, με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι της ΕΚ ή Κ-Μ της ΕΕ. Η εξίσωση της ποινικής μεταχείρισης των δυο αυτών ειδών δωροδοκίας παρότι η δωροδοκία συνίσταται στην παράνομη συναλλαγή δωροδοκούντος- δωροδοκούμενου ή δωρολήπτη- δωροδότη επικρίνεται με το 11 Άρθρο πρώτο, παράγραφος Ι, υποπαράγραφοι ΙΕ 8 12 Αιτιολογική Έκθεσις του σχεδίου ελληνικού Ποινικού Κώδικος του καταρτισθέντος υπό της οικείας Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπείας, Εθνικό Τυπογραφείο 1933, σελ. 422 13 Αιτιολογική Έκθεσις του σχεδίου ελληνικού Ποινικού Κώδικος, ό.π., σελ. 423 14 Η σχετική βαρύτητα της δεύτερης περίπτωσης είναι πρόδηλη, επεσήμαινε η Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου ΠΚ, ό.π., σελ. 422 11
επιχείρημα ότι η απαξία των συναλλαγών αυτών έχει διαφορετικό χαρακτήρα καθώς όταν γίνεται χάριν παράνομων πράξεων δεν είναι μόνο ο τρόπος αλλά και τα συμφέροντα παράνομα και η υπηρεσία εξωθείται σε λειτουργίες έξω από το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους, όταν δηλαδή ο υπάλληλος οδηγείται να πράξει κατά τρόπο που αντίκειται στα καθήκοντά του 15. Η κριτική αυτή εστιάζεται στη μη εκτενή αλλά ξεκάθαρη αιτιολόγηση της διακρίσεως στην Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου ΠΚ αλλά κυρίως στην Εισηγητική Έκθεση του Ν.Δ.1234/1972 η οποία υποστηρίζει ότι η διάκριση αυτή δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα στην πράξη και ότι υπάρχουν νόμιμες κατ επίφαση πράξεις οι οποίες προσκρούουν στον ηθικό νόμο ή τους κανόνες της χρηστής διοίκησης και δεν συντρέχει λόγος επιεικέστερης μεταχείρισης του δράστη. Εύστοχα έτσι επισημαίνεται ότι ούτε οι ερμηνευτικές δυσχέρειες ούτε ο ανήθικος χαρακτήρα αρκούν ώστε να παραγνωρίζονται οι διαφορές ορισμένων μεγεθών. Η επιλογή αυτή του νομοθέτη φαίνεται να μην έλαβε καθόλου υπόψη απόψεις εκφρασθείσες στη γερμανική θεωρία 16 οι οποίες στην προσπάθεια να εντοπίσουν το προστατευόμενο έννομο αγαθό στα εγκλήματα δωροδοκίας χαρακτήρισαν τη δωροδοκία χάριν παράνομων πράξεων ως κεντρική νομοτυπική μορφή των πράξεων δωροδοκίας (καθόσον εξαιτίας αυτού η πράξη της ενεργητικής δωροδοκίας μπορεί να οδηγήσει στην τέλεση της παράνομης πράξης του υπαλλήλου και συνεπώς σε αυτή εκδηλώνεται εντονότερα η συναλλαγή do ut des δηλαδή η επ αμοιβή νόθευση της πολιτειακής βούλησης). Μάλιστα σχετικές θεωρήσεις υποστήριξαν ότι η δωροδοκία χάριν νομίμων και μελλοντικών πράξεων αποτελεί την προβαθμίδα για τη δωροδοκία χάριν παράνομων πράξεων, κατ αυτή την επιλογή του νομοθέτη τιμωρούνται με τον ίδιο τρόπο δυο διαφορετικά επίπεδα προσβολής. Μια ακόμη διάκριση που αφορά την υπηρεσιακή ενέργεια ή παράλειψη είναι αν αυτή αφορά τελειωμένες ή μελλοντικές ενέργειες. Ο ΠΚ υιοθέτησε τη διάκριση αυτή που ακολουθώντας τη θεωρία και λαμβάνοντας ακόμη υπόψη πρακτικές συνέπειες όπως ότι το ατιμώρητο της δωροδοκίας για τελειωμένες πράξεις (εκ των υστέρων 15 Μπιτζιλέκη Ν., Υπηρεσιακά Εγκλήματα, Άρθρα 235-263 α ΠΚ, β έκδοση, Σάκκουλας 2001, σελ. 217-218 16 Πρόκειται για την άποψη του Bibding, Βλ. για αυτή και κριτική επ αυτής Φιλιππίδη Τ.: Δωροδοκία χάριν Νομίμων Πράξεων σε Τιμητικός Τόμος υπέρ Ηλία Γ.Κυριακόπουλου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Επιστημονική Επετηρίς εκδιδόμενη υπό της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών, Τόμος ΙΓ -Β, Θεσσαλονίκη 1966-1969, σελ. 903-938(910-911) 12
δωροδοκία κατά τη διατύπωση της Αιτιολογικής Εκθέσεως επί του Σχεδίου ΠΚ) θα συντελούσε στη διαφθορά των υπαλλήλων οι οποίοι θα ενεργούσαν με την προσδοκία για μελλοντικά κέρδη και εφόσον οι προσδοκίες αυτές ικανοποιούνταν αργά ή γρήγορά λόγω των περιστάσεων η κατάσταση θα μπορούσε να εξελιχθεί λόγω ανομολόγητων και προσδοκώμενων αμοιβών σε πλήρη διαφθορά των υπηρεσιών 17. Ο ΠΚ, όπως διευκρινίζει η Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου, αναγνωρίζει ακόμη το πότε η υπόσχεση δώρων ή άλλων ανταλλαγμάτων γίνεται για υπηρεσιακή ενέργεια μελλοντική ή τελειωμένη ή για λόγους άσχετους από αυτή π.χ. φιλία, κοινωνική αβρότητα είναι ζήτημα πραγματικό. Δεν αποδέχεται όμως την πρόβλεψη του προϊσχύοντος αρ. 457 ΠοινΝ σύμφωνα με την οποία το ωφέλημα ταιριάζει στον υπάλληλο στην περίπτωση που αποδοχή αυτού επετράπη από την αρμόδια αρχή (ρύθμιση αντίστοιχη της 15 Abs 2 του Γερμανικού Reichsbeamtengeestz του 1873) διότι αυτό δεν ταιριάζει να εισαχθεί στον ΠΚ αλλά σε οργανικό νόμο για τους υπαλλήλους. Ωστόσο η αναφορά αυτή του ΠΚ σε συνδυασμό με την πρόβλεψη του αρ. 132 1 εδάφ. ε Ν.1811/1951 περί Κώδικος καταστάσεως Δημοσίων Διοικητικών Υπαλλήλων 18 αποδεικνύουν σαφώς την πρόθεση του Νομοθέτη του οργανικού Νόμου για τους υπαλλήλους να αποκλειστεί η δυνατότητα χορήγησης έγκρισης προς αποδοχή δώρων ή ωφελημάτων από τον υπάλληλο και δεν μπορεί να αναγνωριστεί η έγκριση αυτή ως λόγος άρσης του αδίκου χαρακτήρα της πράξης επί δωροδοκίας χάριν νομίμων πράξεων 19. Τα ανωτέρω συνεχίζουν να απασχολούν ακόμη τον ερμηνευτή και εφαρμοστή των διατάξεων όπου τυποποιούνται τα εγκλήματα δωροδοκίας αλλά η αναφορά τους ήταν αναγκαία ώστε να καταδειχθεί η αντίληψη του νομοθέτη του ΠΚ, η οποία αναμφίβολα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την εξέταση της κάθε νομοτυπικής μορφής στην οποία τυποποιείται ένα έγκλημα δωροδοκίας. 17 Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου ΠΚ, ό.π., σελ. 422 18 Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή συνιστά πειθαρχικό αδίκημα «η αποδοχή υπό του υπαλλήλου οιασδήποτε υλικής εύνοιας μη συνιστώσης δωροληψίαν, αλλά προερχόμενης από πρόσωπα των οποίων τας υποθέσεις διαχειρίζεται ή πρόκειται να διαχειρισθή». 19 Φιλιππίδη Τ.: Δωροδοκία χάριν Νομίμων Πράξεων σε Τιμητικός Τόμος υπέρ Ηλία Γ.Κυριακόπουλου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Επιστημονική Επετηρίς εκδιδόμενη υπό της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών, Τόμος ΙΓ -Β, Θεσσαλονίκη 1966-1969, σελ. 903-938 (930-931) 13
1.2 Η διαφθορά, οι διεθνείς και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την καταπολέμησή της και τα επακόλουθα αυτών στη δομή και τα στοιχεία των εγκλημάτων δωροδοκίας Όπως προαναφέρθηκε και στην εισαγωγή ο πρόσφατος Ν.4254/2014 που επέφερε αλλαγές στα εγκλήματα δωροδοκίας των αρ. 235-237 ΠΚ επιδιώκει την «αναμόρφωση των βασικών ποινικών διατάξεων κατά της διαφθοράς του Ποινικού Κώδικα». Ο όρος διαφθορά συναντάται στην Αιτιολογική Έκθεση του Σχεδίου ΠΚ χωρίς για όμως να εντοπίζεται στις νομοτυπικές μορφές των εγκλημάτων που εδώ εξετάζουμε 20. Το μόνο δε σημείο που εντοπίζεται ο όρος αυτός είναι ο τίτλος του αρ. 263 Β ΠΚ ο οποίος αφορά τα «μέτρα προστασίας και επιείκειας για όσους συμβάλλουν στην αποκάλυψη πράξεων διαφθοράς». Το άρθρο αυτό όμως προστέθηκε με το αρ. 15 1 Ν.3849/2010 και εύλογα αναφύεται η απορία ποιος ήταν ο δικαιολογητικός λόγος της χρήσης του όρου αυτού στον ΠΚ τόσα χρόνια μετά, και μάλιστα μολονότι στο μεσοδιάστημα αυτό δεν χρησιμοποιείται ο συγκεκριμένος όρος από άλλα νομοθετήματα. Η διαφθορά ως όρος δεν είναι άγνωστος για το νομοθέτη. Μάλιστα ως φαινόμενο το οποίο κρίθηκε ότι πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί οδήγησε σε νομική υπερπαραγωγή, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Θα πρέπει όμως να διευκρινιστεί ότι η γενεσιουργός αιτία της νομοθετικής πρωτοβουλίας δεν αναγόταν στον εθνικό νομοθέτη αλλά σε διεθνείς και ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. Η διαφθορά μπορεί ως έννοια να είναι γνωστή από την αρχαιότητα, δεν έχει όμως αντιμετωπιστεί ως νομική έννοια. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει τυποποιημένο έγκλημα διαφθοράς στις εθνικές νομοθεσίες, αντίθετα έχουν ποινικοποιηθεί από το παρελθόν διάφορες πλευρές του φαινομένου που αποτελούν ατομικές του εκδηλώσεις και ως τέτοιες θεωρούνται η δωροδοκία, η δωροληψία, η απιστία κ.α 21. Η επιλογή αυτή, σύμφωνα με την ίδια άποψη οφείλεται σε δυο παράγοντες: πρώτον, την φιλελεύθερη (ατομοκεντρική) παράδοση του Ποινικού Δικαίου σύμφωνα με την οποία τιμωρούνται πράξεις και όχι φαινόμενα, οι οποίες καταλογίζονται σε συγκεκριμένους φορείς συγκεκριμένης 20 Στην ίδια διαπίστωση καταλήγει και ο Μπιτζιλέκης Ν, ό.π., σε : Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ.155-177(156, υποσημ. 2) ο οποίος εύστοχα επίσης τη χαρακτηρίζει ως πολυσημικό όρο. 21 Δημόπουλου Χ., Η Διαφθορά, Νομική Βιβλιοθήκη 2005, σελ. 172 14
εγκληματικής δράσης. Η εγγενής αοριστία και η πολυπλοκότητα της έννοιας της διαφθοράς δεν άφηναν περιθώρια παραδεκτής ποινικοποίησης καθώς δεν είναι ευχερής η αποσαφήνιση του προσβαλλόμενου εννόμου αγαθού από την πράξη ή τις πράξεις διαφθοράς. Δεύτερον, η αντεγκληματική πολιτική διάνοιξε το δρόμο για την ποινικοποίηση της διαφθοράς με στόχο όμως την εξάρθρωση των εγκληματικών οργανώσεων που χρησιμοποιούν τη διαφθορά ως μέσο ή όπλο για την επίτευξη των εγκληματικών τους στόχων οι οποίοι συνδέονται πάντοτε με τον παράνομο πορισμό κερδών και άλλων ωφελημάτων και τα οποία δια της νομιμοποιήσεως απολήγουν σε νόμιμες επενδύσεις. Η διαφθορά ταυτίστηκε συνεπώς με διάφορες εκφάνσεις ως φαινόμενο που μπορούσε να εκδηλωθεί υπό ατομικές μορφές, μια εκ των οποίων, και μάλιστα η βασικότερη, θεωρήθηκε η δωροδοκία. Ποιος ο λόγος όμως αυτής της ταύτισης ; Έχοντας ως αφετηρία τον όρο διαφθορά αν ανατρέξει κανείς στη σημασία του θα διαπιστώσει ότι σημαίνει την καταστροφή, τον αφανισμό, το χάλασμα. Με μια ειδικότερη σημασία στον τομέα της σεξουαλικής ζωής (όρος μη χρησιμοποιούμενος ακόμη στον ΠΚ) σημαίνει τον ανήθικο τρόπο ζωής, την έκλυση ηθών. Μια ακόμη ειδική έννοια της σχετιζόμενη με τους νόμους και τους κανόνες σημαίνει τη συστηματική παραβίαση όλων των ηθικών και νομικών κανόνων κατά την άσκηση των καθηκόντων ενός υπαλλήλου, συνήθως με τη μορφή της δωροδοκίας 22. Η τελευταία αυτή ειδική έννοια αποδίδει τον εκφαυλισμό των λειτουργών και υπαλλήλων συνήθως μέσω της δωροδοκίας, ώστε να παραβιάζουν τους νομικούς και ηθικούς κανόνες κατά την άσκηση των καθηκόντων τους επ ωφελεία κάποιου και σε βάρος άλλων ή του κοινωνικού συνόλου (αυτό που ονομάζουμε δεκασμό) 23. Η αντίληψη αυτή της ταύτισης της δωροδοκίας με τη διαφθορά δεν περιορίστηκε στην εθνική έννομη τάξη. Αν ανατρέξει κανείς στις πρώτες προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο για την καταπολέμησή της καταλήγει στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα. Η χώρα μας με το Ν.2656/1998 (Α 265) κύρωσε τη Σύμβαση του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (Ο.Ο.Σ.Α.) για την καταπολέμηση της δωροδοκίας αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών στις διεθνείς επιχειρηματικές 22 Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης http://www.greek-language.gr/greeklang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/ 23 Όρος χρησιμοποιούμενος και από την Αιτιολογική Έκθεση του ΠΚ, Βλ. Μανωλεδάκη Ι. Η καταπολέμηση της διαφθοράς στο δημόσιο τομέα σε: Μελέτες για Εμβάθυνση στο Ποινικό Δίκαιο (1978-2005), Ζ Έκδοση, Σάκκουλας 2005, σελ. 300-314 και σε Αφιέρωμα στο Λάμπρο Κοτσίρη, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης 2004,σελ. 579 επ. 15
συναλλαγές, η οποία υπεγράφη στις 17-12-1997. Με τη Σύμβαση αυτή θεωρώντας ότι η δωροδοκία είναι ένα ευρέως διαδεδομένο φαινόμενο στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται το εμπόριο και οι επενδύσεις, το οποίο δημιουργεί σοβαρές ηθικές και πολιτικές ανησυχίες και υπονομεύει την καλή διακυβέρνηση και την οικονομική ανάπτυξη και διαστρέφει τις διεθνείς ανταγωνιστικές συνθήκες 24, τα Συμβαλλόμενα Μέρη δεσμεύτηκαν να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη θεμελίωση ως αξιόποινης πράξης της ενεργητικής δωροδοκίας στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές (αρ. 1 1 και 2 της Συμβάσεως). Με το δεύτερο άρθρο του κυρωτικού της Συμβάσεως αυτής Νόμου θεσπίστηκε ως αυτοτελές έγκλημα η δωροδοκία αλλοδαπών υπαλλήλων στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές (και μόνο η ενεργητική δωροδοκία και όχι η παθητική, και για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται στο σημείο αυτό ο όρος δωροδοκία) και όπως επισημαίνεται ξεπεράστηκε η παλιά εθνοκεντρική αντίληψη κατά την οποία αντικείμενο προστασίας είναι η εθνική κρατική λειτουργία και άρα υπάλληλος μόνο ο εθνικός υπάλληλος 25. Στα μειονεκτήματα της ρυθμίσεως αυτής θα μπορούσαν να καταγραφούν ο περιορισμός στην ενεργητική δωροδοκία και μάλιστα όταν αυτή συνδέεται με τις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές και οι δυσκολίες σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής των διατάξεων ενόψει της έλλειψης ενός συστήματος συμπαγούς δικαστικής συνεργασίας που θα έπρεπε δυνητικά να ανοίγεται σε όλα τα κράτη του κόσμου. Τα μειονεκτήματα αυτά οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι το άνοιγμα αυτό του αξιοποίνου στην ενεργητική δωροδοκία στον αλλοδαπό δημόσιο τομέα διεπόταν από σχετικότητα και το πρώτο ουσιαστικό άνοιγμα στην κατεύθυνση αυτή θα έρθει στην εθνική μας έννομη τάξη με την κύρωση της Σύμβασης της δωροδοκίας κοινοτικών υπαλλήλων και υπαλλήλων Κ-Μ 26. Υπάρχουν και απόψεις που επισημαίνουν ότι η επιλογή της Συμβάσεως να καταλαμβάνει μόνο την ενεργητική δωροδοκία αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού στις διεθνείς επιχειρηματικές αλλαγές γίνεται λόγω της απροθυμίας παρέμβασης της 24 Σύμφωνα με το Προοίμιο της Συμβάσεως 25 Μπιτζιλέκη Ν., Η διαφθορά ως νομικό και πολιτικό πρόβλημα, ΠοινΧρον 2009, σελ. 97 επ. (100) 26 Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Η ποινική αντιμετώπιση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επίδρασή της στην εθνική μας έννομη τάξη: σημεία αιχμής των σύγχρονων ενωσιακών επιλογών και δικαιοκρατικές προκλήσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, σε: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 12-90(32) 16
Συμβάσεως του ΟΟΣΑ στις εσωτερικές δικαιικές αξιολογήσεις του Κράτους για λογαριασμό του οποίου ασκεί καθήκοντα ο αλλοδαπός δημόσιος λειτουργός. Ως αντίλογος σε αυτές υποστηρίζεται ότι ο βαθμός παρεμβατικότητας στην περίπτωση τιμώρησης ως αξιόποινης της παθητικής δωροδοκίας αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού που πραγματοποιήθηκε στην επικράτεια τρίτου κράτους δεν διαφέρει από τον αντίστοιχο για την ενεργητική δωροδοκία, ενώ ακόμη προστίθεται ως επιχείρημα ότι με την τιμώρηση ως αξιόποινης παθητικής δωροδοκίας από δημόσιο υπάλληλο θα συνέρεε τυχόν παθητική δωροδοκία αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού είναι εν μέρει ορθή παραδοχή καθώς δεν προστατεύουν το ίδιο μέγεθος αφού η πρώτη αποτελεί έγκλημα περί την υπηρεσία και η δεύτερη έγκλημα αθέμιτου ανταγωνισμού 27. Το αρ. 1 4 α της Συμβάσεως δίνοντας τον ορισμό του αλλοδαπού δημόσιου λειτουργού εντάσσει σε αυτόν οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει ένα νομοθετικό, διοικητικό ή δικαστικό αξίωμα μιας ξένης χώρας είτε είναι διορισμένο, είτε εκλεγμένο, οποιοδήποτε πρόσωπο που ασκεί ένα δημόσιο λειτούργημα για μια ξένη χώρα, περιλαμβανομένης μιας δημόσιας υπηρεσίας ή δημόσιας επιχείρησης και οποιοσδήποτε λειτουργός ή αντιπρόσωπος ενός δημοσίου διεθνούς οργανισμού. Αυτό σημαίνει ότι για την περίπτωση της αξιόποινης ενεργητικής δωροδοκίας στην οποία ο δράστης επιδιώκει την απόκτηση πλεονεκτήματος στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές αν δράστης είναι ενωσιακός υπάλληλος ή υπάλληλος Κ-Μ υπάγεται παράλληλα και στη διάταξη του άρθρου δεύτερου του Ν.2656/1998 28. Λόγω δε του ειδικού χαρακτήρα της διατάξεως αυτής η οποία μπορεί να θεωρηθεί ότι συμπροστατεύει το διεθνή οικονομικό ανταγωνισμό, θα πρέπει ακόμη και για την περίπτωση του ενωσιακού ή υπαλλήλου Κ-Μ να υπερισχύει με αποτέλεσμα την ηπιότερη αυτού μεταχείριση λόγω της προβλεπόμενης σε αυτή απειλούμενης ποινής έναντι ακόμη και των ποινών των αρ. 236 και 237 3 ΠΚ. 27 Αργυροηλιόπουλου Η.,Η Ιδιωτική και η Δημόσια Διαφθορά ως έγκλημα αθέμιτου ανταγωνισμού, Μια προσέγγιση υπό το πρίσμα των επιχειρηματικών συναλλαγών, Νομική Βιβλιοθήκη 2006, σελ. 147-151 με περαιτέρω παραπομπές σε ξενόγλωσση βιβλιογραφία 28 Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Η ποινική αντιμετώπιση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επίδρασή της στην εθνική μας έννομη τάξη: σημεία αιχμής των σύγχρονων ενωσιακών επιλογών και δικαιοκρατικές προκλήσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, σε: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 12-90(43) 17
Η Σύμβαση αυτή του ΟΟΣΑ θεωρήθηκε ως δεύτερη προσπάθεια για την ποινικοποίηση της δωροδοκίας στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλαγές με πρωτεργάτη τις Η.Π.Α. οι οποίες αισθάνονταν ότι με την Foreign Corrupt Practices Act (FCPA) του 1977 είχαν περιέλθει σε μειονεκτικότερη θέση λόγω της μονομερούς ποινικοποίησης από μέρους τους της δωροδοκίας δημοσίων υπαλλήλων και αξιωματούχων στις αγορές του εξωτερικού. Ωστόσο η ρύθμιση αυτή δεν αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της «Παγκοσμιοποίησης της Αμερικανοποίησης» καθώς δεν επιβλήθηκε εκ των άνω στις εθνικές δικαιικές τάξεις όπως οι ρυθμίσεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ούτε κατέληξε σε μια απλή εισαγωγή ξένου και συστημικού ασύμβατου δικαίου αλλά επηρεάστηκε από εξωτερικούς παράγοντες όπως σκάνδαλα και πρωτοβουλίες της «Κοινωνίας των Πολιτών» και προκάλεσε ειδικά στην Ευρώπη μια γενικότερη τάση σύγκλισης (έστω και επί το αυστηρότερον) των εθνικών ποινικών διατάξεων κατά της διαφθοράς 29. Οι σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις, απόρροια διεθνών και ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών, επήλθαν στα εγκλήματα δωροδοκίας μετά το 2000 εξαιτίας της διεθνοποίησής τους 30. Η επιλογή αυτή οφείλεται στην τάση, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Αλεξιάδης 31, κατά την οποία το διεθνές ενδιαφέρον επικεντρώνεται σε μια σειρά μορφών εγκληματικής δραστηριότητας όπως τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, το οργανωμένο έγκλημα, το οικονομικό έγκλημα, τα εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, το έγκλημα της διαφθοράς, το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος τα οποία έχουν ορισμένα κοινά βασικά χαρακτηριστικά. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι: Μέχρι τώρα ήταν γνωστές ως εγκληματικές δραστηριότητες γένους οι οποίες ως τέτοιες δεν προβλεπόταν σε κανένα ποινικό νόμο, δεν ήταν τυπικά νομικά εγκλήματα. 29 Ανδρουλάκη Ι., Η διαφθορά στον οικονομικό τομέα με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάθεση έργων και προμηθειών, ΠοινΛογ 4/2006, σελ. 2082-2099(2095-2096) 30 Μπιτζιλέκης Ν, ό.π., σε : Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, σε: Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ.155-177(157) 31 Αλεξιάδη Σ.,Προς μια νέα γενιά «Κοινώς Επικίνδυνων Εγκλημάτων»; Το παράδειγμα της διαφθοράς, ΠοινΔικ 10/2000, σελ. 1021-1025(1021) και Η διαφθορά ως κοινώς επικίνδυνο έγκλημα σε: Οι Ποινικές Επιστήμες στον 21 ο Αιώνα, Τιμητικός Τόμος για τον Καθηγητή Διονύσιο Σπινέλλη., τ.α, 2001, σελ. 37-51 18
Οι εγκληματικές αυτές δραστηριότητες γένους εκδηλώνονται στην πράξη με κατ ιδίαν δραστηριότητες οι οποίες συνιστούν εγκλήματα όπως η διαφθορά με τη δωροδοκία, την εκβίαση, την παράβαση καθήκοντος κ.α., το οργανωμένο έγκλημα με το εμπόριο ναρκωτικών, τα παράνομα παίγνια, τη σωματεμπορία κ.α. Το ενδιαφέρον για την ιδιαίτερη αντιμετώπισή τους ξεκίνησε από τη διαπίστωση ότι η άυξησή τους σε αριθμούς και επικράτειες κατά τα τελευταία χρόνια γεννά μεγάλο κίνδυνο οποίος χαρακτηρίζεται ως απειλή, ως ανησυχία, ως αυξανόμενο διεθνές πρόβλημα και απειλεί σημαντικής αξίας αγαθά κοινά ή συλλογικά, ουσιώδη για τη διατήρηση των κοινωνιών της εποχής μας όπως το πολίτευμα της δημοκρατίας και οι δημοκρατικοί θεσμοί. Τόσο οι διεθνείς οργανισμοί σε κείμενά τους που αφορούν στις πιο πάνω εγκληματικές δραστηριότητες όσο και στα εθνικά κείμενα ή πορίσματα επιστημονικών συνεδρίων συνιστούν την εγκληματοποίηση ή την ποινικοποίηση τους χωρίς να αποσαφηνίζουν πάντοτε τι εννοείται ποινικοποίηση, σε πόση έκταση πρέπει να γίνει και ποια μορφή θα πρέπει να δοθεί σε αυτή ώστε η σχετική ποινική ρύθμιση να είναι νομοτεχνικά άρτια και αποτελεσματική. Η άποψη αυτή καταγράφοντας τα απαραίτητα στοιχεία προτείνει τη θέσπιση εγκλημάτων διαφθοράς υπό τη μορφή των εγκλημάτων διακινδύνευσης. Αναφορικά με την πράξη (ως πρώτο στοιχείο) επισημαίνει ότι οι περισσότερες κατ ιδίαν πράξεις με τις οποίες εκδηλώνεται η εγκληματική συμπεριφορά της διαφθοράς οι οποίες είναι ήδη αξιόποινες, άλλες κινούνται μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας και άλλες είναι αδιάφορες για το Ποινικό Δίκαιο με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει σε περίπτωση νομοθετικής αντιμετώπισης απαρίθμηση των πράξεων. Αντίθετα πρέπει με συνοπτική διατύπωση να αποδίδεται το βασικό χαρακτηριστικό αυτό της προέλευσης από υποκείμενο που κατέχει ή ισχυρίζεται ότι κατέχει θέση- κλειδί η οποία του δίνει τη δυνατότητα απόφασης θετικής ή αρνητικής για την έκβαση μιας υπόθεσης. Ως προς το προστατευόμενο έννομο αγαθό (δεύτερο στοιχείο) επισημαίνεται ότι δεν μπορεί να είναι ένα και φυσικά όχι αυτό του βασικού εγκλήματος αλλά σίγουρα πρόκειται για άυλα αγαθά με φορέα πάντοτε κοινωνική ομάδα. Επίσης ως προς τη μορφή της προσβολής γίνεται επίκληση των ρημάτων που τα συναφή διεθνή κείμενα χρησιμοποιούν και επισημαίνεται ότι αυτά αφορούν όχι βλάβη αλλά διακινδύνευση των εννόμων 19
αγαθών και κρίνεται ότι αυτό συμβαδίζει και με τη ρύθμιση του ΠΚ κατά τον οποίο κοινό χαρακτηριστικό των κοινώς επικίνδυνων εγκλημάτων είναι ο «ιδιαιτέρως επικίνδυνος χαρακτήρας» τους 32. Η παράθεση της παραπάνω απόψεως στο σημείο αυτό επιδιώκει να προσδιορίσει την εικόνα και την αντίληψη των διεθνών και όχι μόνο πρωτοβουλιών για τα εγκλήματα διαφθοράς και τα εγκλήματα δωροδοκίας οι οποίες ανά κυρωτικό νομοθέτημα εισήχθησαν στην εθνική έννομη τάξη. Κατ αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η κατανόηση των επιλογών των κειμένων αυτών και δεν αποσκοπεί η ανάλυση στην εξέταση της φύσης των εγκλημάτων διαφθοράς, ως εγκλήματα βλάβης ή διακινδύνευσης, καθώς αυτή προσήκει σε επόμενο σημείο της παρούσας. Α) Η μεταφορά των ευρωπαϊκών και διεθνών πρωτοβουλιών στην εθνική έννομη τάξη Με το Ν.2802/2000 (Α 47) κυρώθηκε η Σύμβαση που υπογράφτηκε στις 26-5- 1997 για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των ΕΚ ή Κ-Μ της ΕΕ. Η προαναφερθείσα Σύμβαση του ΟΟΣΑ έναντι των κυρωθέντων με το συγκεκριμένο νόμο ενωσιακών νομικών κειμένων αλλά και με το Ν.2803/2000 έχει επικουρικό χαρακτήρα 33.Στα άρθρα 2 και 3 της Συμβάσεως αυτής προβλέπονταν αντίστοιχα η παθητική και η ενεργητική δωροδοκία χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε σύζευξη με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ΕΚ 34. Αναγόταν κατ αυτόν τον τρόπο σε προστατευόμενο από 32 Αλεξιάδη Σ., ό.π., ΠοινΔικ 10/2000, σελ. 1021-1025(1024-1025) 33 Όπως η Εισηγητική Έκθεση του Ν.2656/1998 επισημαίνει, βλ. Κώδικα ΝοΒ τομ. 46/1998, σελ. 2306, για τη σχέση του Ν.2656/1998 με το Ν.2802/2000 βλ. κριτική Σάμιου Θ., Σημείωση στο Ν 2802/2000, ΠοινΧρ Ν/2000,σελ. 189-191 34 Σε αντίθεση με τις αντίστοιχες προβλέψεις των άρθρων 2 και 3 του Πρώτου Πρωτοκόλλου για τη δωροδοκία κοινοτικών υπαλλήλων της προγενέστερα (26-7-1995) υπογραφείσας Συμβάσεως για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ΕΚ (σύμβαση PIF) που απαιτούσαν ρητά «να ζημιώσει ή να μπορεί να ζημιώσει τα συμφέροντα των ΕΚ», η οποία μαζί με το συγκεκριμένο πρωτόκολλο κυρώθηκε μεταγενέστερα από τη χώρα μας με το Ν.2803/2000 (Α 48).Η επιλογή της μεταγενέστερης αυτής κύρωσης είχε ως αποτέλεσμα να μην έχει σημασία η κύρωσή του για τη χώρα μας καθώς οι ίδιες συμπεριφορές καλύπτονται από την ευρύτερης διατύπωσης Σύμβαση του 1997, Βλ. Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Η ποινική αντιμετώπιση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επίδρασή της στην εθνική μας έννομη τάξη: σημεία αιχμής των σύγχρονων ενωσιακών επιλογών και δικαιοκρατικές προκλήσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, σε: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 12-90(32, υποσημ.45) 20
την ελληνική έννομη τάξη έννομο αγαθό τόσο η δημόσια περιουσία των Κ-Μ που αποτελεί έννομο αγαθό όσο και η δημόσια περιουσία της Ένωσης η οποία αποτελεί λόγω του υπερκρατικού χαρακτήρα της ΕΕ όχι αλλοδαπό αλλά μιας ενδιάμεσης κατηγορίας έννομο αγαθό 35 αυτής των ενωσιακών. Με το άρθρο δεύτερο του ιδίου νόμου αντικαταστάθηκαν τα αρ. 235 και 236 ΠΚ και καταλάμβαναν και τις νόμιμες πράξεις του υπαλλήλου, παρότι τα αντίστοιχα άρθρα της Σύμβασης αναφέρουν ως απαραίτητο τον όρο «κατά παράβαση των επίσημων καθηκόντων του». Η διάταξη του έκτου άρθρου του ιδίου νόμου που αφορά τη δικαιοδοσία επέκτεινε τη δικαιοδοσία και συνδυαζόμενες οι δυο διατάξεις αποδείκνυαν ότι η εθνική έννομη τάξη παρείχε στο έννομο αγαθό της ενωσιακής υπηρεσίας ευρύτερη προστασία από αυτή που η ίδια η Σύμβαση της Ε.Ε. προβλέπει. Με το Ν. 2803/2000 η χώρα μας κύρωσε την από 26-7-1995 υπογραφείσα Σύμβαση για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ΕΚ (σύμβαση PIF) και το Πρώτο Πρωτόκολλο, υπογραφέν στις 27-9-1996, επ αυτής για τη δωροδοκία κοινοτικών υπαλλήλων. Το Πρωτόκολλο αυτό προστέθηκε στη συγκεκριμένη Σύμβαση για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των ΕΚ. Τα σχετικά άρθρα του Πρωτοκόλλου που αναφέρονταν στην παθητική και την ενεργητική δωροδοκία απαιτούσαν ρητά η πράξη «να ζημιώσει ή να μπορεί να ζημιώσει τα συμφέροντα των ΕΚ», ενώ δεν θέσπιζαν ρητά ως ποινικά αδικήματα αλλά πρόβλεπαν τη λήψη των αναγκαίων μέτρων από κάθε Κ-Μ για να εξασφαλίσει ότι συγκεκριμένες συμπεριφορές συνιστούν ποινικά αδικήματα ( 2 των αρ. 2 και 3 του Πρωτοκόλλου). Η σύνδεση αυτή με τη δυνατότητα ζημίας ή τη ζημία επί των οικονομικών συμφερόντων των ΕΚ περιόριζε το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου αυτού, ενώ παράλληλα εξειδίκευε το χαρακτήρα της υπηρεσιακής ενέργειας του υπαλλήλου καθιστώντας τη δωροδοκία με περιουσιακό χαρακτήρα 36. 35 Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Η ποινική αντιμετώπιση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επίδρασή της στην εθνική μας έννομη τάξη: σημεία αιχμής των σύγχρονων ενωσιακών επιλογών και δικαιοκρατικές προκλήσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδοσε: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 12-90(33) 36 Μπιτζιλέκη Ν., Υπηρεσιακά Εγκλήματα, Άρθρα 235-263 α ΠΚ, β έκδοση, Σάκκουλας 2001, σελ. 154 21
Δεδομένου ότι με το Νόμο αυτό εισήχθησαν ειδικές διατάξεις για την τιμώρηση της δωροδοκίας κοινοτικών υπαλλήλων ή υπαλλήλων άλλων Κ-Μ (και όχι όπως ο Ν.2802/2000 που αντικατέστησε τα αρ. 235-237 ΠΚ για τη δωροδοκία, έδωσε τον ορισμό του κοινοτικού, του εθνικού υπαλλήλου και του υπαλλήλου Κ-Μ ώστε να εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΠΚ) για την τιμώρηση των σχετικών συμπεριφορών θα υπερισχύουν ως ειδικότερες οι διατάξεις του Ν.2803/2000. Αυτό όμως, μετά την αλλαγή των ποινών με μεταγενέστερους νόμους όπως θα δούμε παρακάτω των αρ. 235-236 ΠΚ, επέφερε ηπιότερη ποινική μεταχείριση λόγω των προβλεπόμενων στο άρθρο τρίτο του Ν.2803/2000 ποινών (φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους) οι οποίες είναι ηπιότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες των διατάξεων του ΠΚ. Προκρίθηκε έτσι ως ορθή λύση η κατάργηση της διατάξεως του άρθρου τρίτου και η εφαρμογή των γενικών διατάξεων του ΠΚ 37, διότι το προηγούμενο προαναφερθέν νομικό καθεστώς προέβη σε μια άστοχη επιλογή τόσο λόγω της ιδιαίτερης τυποποίησης για την τιμώρηση της δωροδοκίας κοινοτικών υπαλλήλων ή υπαλλήλων άλλων Κ-Μ όσο και λόγω της παραπομπής για την τιμωρούμενη συμπεριφορά στο πρωτόκολλο 38. Καταργήθηκε ορθά από το Ν.4254/2014, ο οποίος επέκτεινε την έννοια του υπαλλήλου και στους ενωσιακούς και εθνικούς υπαλλήλους κατ αρ. 263 Α ΠΚ και θα εφαρμόζονται πλέον για οι διατάξεις των αρ. 235 επ. ΠΚ. Με το Ν.2957/2001 (Α 260) η χώρα μας κύρωσε τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για θέματα Αστικού Δικαίου περί Διαφθοράς η οποία υπογράφτηκε στις 4-11-1999.Στο Προοίμιο αυτής δίνεται και άλλη διάσταση για τις συνέπειες που η διαφθορά μπορεί να έχει, καθώς επισημαίνεται ότι «αποτελεί σοβαρή απειλή κατά του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αμεροληψίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, παρεμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και θέτει σε κίνδυνο την ορθή και νόμιμη λειτουργία των οικονομιών της 37 Καϊάφα Γκμπάντι Μ.: Η ποινική αντιμετώπιση της διαφθοράς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η επίδρασή της στην εθνική μας έννομη τάξη: σημεία αιχμής των σύγχρονων ενωσιακών επιλογών και δικαιοκρατικές προκλήσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, σε: Η ποινική διαχείριση της δωροδοκίας, Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων Δυνατότητες και όρια, 6 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΝΩΣΗΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΛΟΓΩΝ, 31 Μαΐου -1 Ιουνίου 2013, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Αίθουσα «Αριστοτέλης Ωνάσης» Νομική Βιβλιοθήκη 2013, σελ. 12-90(39-40) 38 Καϊάφα- Γκμπάντι Μ., Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά στο δημόσιο τομέα, Δίκαιο & Οικονομία, 1 Αξιολόγηση του Ισχύοντος Θεσμικού Πλαισίου, Π.Ν. Σάκκουλας 2014, (Επιστημονική Εποπτεία), σελ. 530 22
αγοράς». Στο άρθρο 2 αυτής δίνεται ο ορισμός της διαφθοράς και ως τέτοια νοείται «η απαίτηση, προσφορά, παροχή ή αποδοχή, αμέσως ή εμμέσως, δώρου ή οποιουδήποτε άλλου μη προσήκοντος ωφελήματος ή υπόσχεσης ενός τέτοιου ωφελήματος, που επηρεάζει την ορθή εκτέλεση καθήκοντος ή την απαιτούμενη συμπεριφορά του λήπτη του δώρου ή του μη προσήκοντος ωφελήματος ή της υπόσχεσης ενός τέτοιου ωφελήματος». Με το δεύτερο άρθρο αυτού του Νόμου προβλέπεται η υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας και ικανοποίησης της ηθικής βλάβης κατά τις διατάξεις για τις αδικοπραξίες για όποιον ζημιώσει άλλον διότι διέπραξε ή παρέλειψε να λάβει εύλογα μέτρα για την αποτροπή πράξεων διαφθοράς όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της Συμβάσεως. Το τρίτο άρθρο καθιερώνει υποχρέωση του Δημοσίου για αποζημίωση για τέτοιες πράξεις, ακόμη και για την περίπτωση που γίνει δεκτή αγωγή κακοδικίας κατά δικαστικού λειτουργού για πράξη διαφθοράς. Επόμενος Νόμος με τον οποίο κυρώθηκε από τη χώρα μας μια υπερεθνικήδιεθνή πρωτοβουλία είναι ο Ν.3560/2007 (Α 103) με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση Ποινικού Δικαίου για τη Διαφθορά του Συμβουλίου της Ευρώπης που υπογράφτηκε από τη χώρα μας στις 15-5-2003. Το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα από την θέση σε ισχύ του Ν.2957/2001 μέχρι το Ν.3560/2007 δε χαρακτηρίζεται από απραγία του Έλληνα νομοθέτη στον τομέα των εγκλημάτων περί την υπηρεσία, τουναντίον λόγω του σκανδάλου του καλούμενου «παραδικαστικού κυκλώματος» παρενέβη με δική του πρωτοβουλία και μετέτρεψε τη δωροδοκία δικαστή (αρ. 237 ΠΚ) σε κακούργημα με απειλούμενη ποινή κάθειρξη μέχρι δέκα ετών τόσο για την παθητική όσο και για την ενεργητική δωροδοκία 39. Με το Ν.3560/2007 και την κύρωση της Σύμβασης καταγράφονται για ακόμη μια φορά οι συνέπειες της διαφθοράς και συγκεκριμένα ότι «η διαφθορά απειλεί την ευνομία, τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπονομεύει την καλή διακυβέρνηση, την ευθυδικία και τη κοινωνική δικαιοσύνη, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, εμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών και θεμελίων της κοινωνίας» 40. Με τη Σύμβαση αυτή καλούνται τα Κ-Μ να ποινικοποιήσουν μια σειρά συμπεριφορές 39 Ν.3327/2005 (Α 70), «Μέτρα ενίσχυσης του εσωτερικού ελέγχου και της διαφάνειας στη δικαιοσύνη» 40 Βλ. Αιτιολογική Έκθεση Ν.3560/2007, όπως είναι δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, η φράση αυτή είναι αντίστοιχη μιας φράσης του Προοιμίου της Συμβάσεως 23
ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας στο δημόσιο τομέα (αρ. 2 και 3), δωροδοκίας μελών εθνικών (αρ.4) και αλλοδαπών (αρ.5 και 6) κοινοβουλευτικών συνελεύσεων, δωροδοκίας λειτουργών διεθνών οργανισμών (αρ.9) και μελών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων αυτών (αρ.10),δωροδοκίας δικαστών και υπαλλήλων διεθνών δικαστηρίων (αρ.11). Πρώτη φορά εμφανίζεται όμως το αίτημα για ποινικοποίηση της ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (αρ. 7 και 8), αλλά και για ποινικοποίηση νέας συμπεριφοράς διαφθοράς πέραν της δωροδοκίας μόνο όμως στο δημόσιο τομέα όπως την εμπορευματοποίηση της επιρροής. Για όλες τις παραπάνω πράξεις επεκτείνει το αίτημα για ποινικοποίηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες σχετικές με τη διαφθορά( αρ.13), αλλά για λογιστικά αδικήματα που έχουν στόχο την τέλεση ή συγκάλυψη αδικημάτων διαφθοράς (αρ. 14) 41. Το σημαντικό είναι ότι δίνεται η δυνατότητα στα κράτη να δηλώσουν ότι δε θα ποινικοποιήσουν εν μέρει ή εν όλω συμπεριφορές όπως η δωροδοκία βουλευτών, μελών συνελεύσεων διεθνών οργανισμών, δωροληψία αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών, εμπορευματοποίηση επιρροής στο δημόσιο τομέα και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, παράλληλα δίνεται επίσης η δυνατότητα περιορισμού της δωροδοκίας αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών και λειτουργών διεθνών οργανισμών να περιοριστεί μόνο σε παράνομες πράξεις (αρ. 36,37). Οι επιφυλάξεις όμως μπορούν να είναι το μέγιστο πέντε (αρ. 37 4), ισχύουν δε για 3 μόνο χρόνια και σε περίπτωση που δεν ανανεωθούν παύει η ισχύς τους (αρ. 38). Τα ανωτέρω όπως επισημαίνεται καταδεικνύουν τις βασικές κατευθύνσεις της διεθνούς κοινότητας για την αντιμετώπιση της διαφθοράς. Η πρώτη είναι η τάση διεύρυνσης της ποινικοποίησης η οποία αποδεικνύεται από την υπέρβαση της ταύτισης της διαφθοράς με τη δωροδοκία 42. Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελούν οι 41 Καϊάφα Γκμπάντι Μ., Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα: το νομοθετικό πλαίσιο της Ε.Ε. στην ευρύτερη διεθνή σκηνή και το εθνικό μας δίκαιο, σε Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιά-Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων -ΚΔΕΟΔ, Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, Αθήνα 2010, σ. 139-187, καθώς και σε: Η σύγχρονη εγκληματικότητα, η αντιμετώπισή της και η Επιστήμη της Εγκληματολογίας, Τιμητικός Τόμος για τον Ι. Φαρσεδάκη, Επιμέλεια: Αθ.Χαλκιά, Νομική Βιβλιοθήκη 2011, Τομ. ΙΙ, σελ. 1097-1144 (1103-1104) και σε ΠοινΧρον 2010, σ. 3-22 42 Καϊάφα Γκμπάντι Μ., Ποινική καταστολή της διαφθοράς στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα: το νομοθετικό πλαίσιο της Ε.Ε. στην ευρύτερη διεθνή σκηνή και το εθνικό μας δίκαιο, σε Δικηγορικός Σύλλογος Πειραιά-Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων -ΚΔΕΟΔ, Σύγχρονες εξελίξεις του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Ποινικού Δικαίου, Αθήνα 2010, σ. 139-187, καθώς και σε: Η σύγχρονη εγκληματικότητα, η αντιμετώπισή της και η Επιστήμη της Εγκληματολογίας, Τιμητικός Τόμος για τον 24