Γεράσιμος Μηνάς. Με τη σκέψη σου. Επιλογή από ποίηση 1995-2008



Σχετικά έγγραφα
Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Το παραμύθι της αγάπης

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα. Εργασία Χριστίνας Λιγνού Α 1

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια

Μεγάλο βραβείο, μεγάλοι μπελάδες. Μάνος Κοντολέων. Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ Η ΑΓΑΠΗ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

ΑΝΔΡΟΓΥΝΟ: Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

4ο Δημοτικό Σχολείο Βέροιας ΣΧΟΛΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ. για ένα ευχάριστο και ασφαλές περιβάλλον

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.


ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Modern Greek Beginners

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

T: Έλενα Περικλέους

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

Προτεινόμενα κείμενα για προσκλητήρια

21 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΆ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΛΕΤΙΚΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ

Η. Διαδικασία διαμεσολάβησης

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Μάνος Κοντολέων : «Ζω γράφοντας και γράφω ζώντας» Πέμπτη, 23 Μάρτιος :11

Έτσι, αν το αγόρι σου κάνει τα παρακάτω, αυτό σημαίνει ότι είναι αρκετά ανασφαλής. #1 Αμφιβάλλει για τα κίνητρα σου

Περιεχόμενα. Πρόλογος Εισαγωγή Ευχαριστίες Το ξεκίνημα μιας σχέσης Βήμα πρώτο: Τι χρειάζομαι, τι επιθυμώ, πώς αντιδρώ;...

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Συγγραφέας: Πάνος Πλατρίτης Διαιτολόγος-Διατροφολόγος ΜΑΘΑΙΝΩ ΓΙΑ ΥΓΕΙΑ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

ΖΩΔΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΑΠΟ 6 12 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2017 ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΑΛΕΝΤΙΝΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ

2. Από προς Τι κάνουν ο Αλέξανδρος και ο Δημήτρης στα δωμάτιά τους; Εσύ τι κάνεις με τον υπολογιστή;

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Στέφανος Λίβος: «Η συγγραφή δεν είναι καθημερινή ανάγκη για μένα. Η έκφραση όμως είναι!»

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΙΧΩΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΩΝ ΜΕ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Συγγραφέας: Πάνος Πλατρίτης Διαιτολόγος-Διατροφολόγος ΜΑΘΑΙΝΩ ΓΙΑ ΥΓΕΙΑ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Το φυλλάδιο αναφέρεται σε προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζεις στο χώρο του σχολείου και προτείνει λύσεις που μπορούν να σε βοηθήσουν...

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Victoria is back! Της Μαριάννας Τ ιρά η

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Γιώργος Δ. Λεμπέσης: «Σαν να μεταφέρω νιτρογλυκερίνη σε βαγονέτο του 19ου αιώνα» Τα βιβλία του δεν διαβάζονται από επιβολή αλλά από αγάπη

Modern Greek Beginners

Του Τάκη Γιαννόπουλου

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Εργασία του Θοδωρή Μάρκου Α 3 Γυμνασίου. στο λογοτεχνικό ανάγνωσμα. «ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» της Μαρίας Παπαγιάννη

Παρουσίαση Αποτελεσμάτων Online Έρευνας για τα Χριστούγεννα

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΙΔΙΩΝ. Τραγούδι:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΡΑΤΙΚΑ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΑ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

«Tα 14 Πράγματα που Κάνουν οι Καταπληκτικοί Γονείς», από την ψυχολόγο-συγγραφέα Dr. Λίζα Βάρβογλη!

Διάλογος 4: Συνομιλία ανάμεσα σε φροντιστές

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Χ ρ ο ν ι κ έ ς π ρ ο τ ά σ ε ι ς. Υ π ο θ ε τ ι κ έ ς π ρ ο τ ά σ ε ι ς

Transcript:

1

2

3 Γεράσιμος Μηνάς Με τη σκέψη σου Επιλογή από ποίηση 1995-2008

4 Το πλυντήριο δουλεύει, Κάποια δόντια πονάνε πότε πότε, Με τη σκέψη σου, Χρυσή μου αγάπη. (Καλοκαίρι 2008)

5 Ελεύθερος άνθρωπος, Πατρίδα μου Μάχη Για δες! Κατάφερες και πάλι, τον χρόνο να φρενάρεις Τον νίκησες! Και τα οφείλω σ εσένα. Κλείνω τα μάτια. Ένα ποτάμι είναι από όνειρα -με παρασέρνει μαζί του. Μ οδηγεί κάπου Όπου αισθάνομαι ζωντανεμένος. Μέσω Ιταλίας, προς Γαλλία Καμπυλώνοντας, σε Αγγλία, Αμερική, παλλόμενος, σα χορδή, καταλήγοντας στα στενά περάσματα της Ανατολής. Ανακατεύοντας τα, φορές, παρέα μ ότι σε αγγίζει. Μείνε έτσι, λοιπόν και μην αλλάξεις ποτέ. Κι όταν, τα δευτερόλεπτα, τα λεπτά, Κυλήσουν στην βρύση του χρόνου Γνωρίζω, πως θα ναι για καλό. Θα υπάρχεις, για πάντα στα του βίου μου.

6 Χρυσομαλλούσα Πες μου ένα λόγο, να μην είμαι ευτυχισμένος Όταν δύναμαι, χρυσομαλλούσα μου να σε αγγίζω. Να χαϊδεύω με το βλέμμα μου την παρουσία σου, κάποτε απουσία. Για μένα, για σένα. Για στιγμές, Ενώ σ έψαχνα στα όνειρα μου Καθώς ο ήλιος, επιμένοντας, αργούσε ακόμη, να δύσει. Αγάπη μου. Σκαλίζω τον καλό μου εαυτό Να γυαλίσω, όμορφες φράσεις Μα, κι εκείνες, καθυστερούν, Ενόσω σε σκέφτομαι. Ενώ μετουσιώνομαι σε στοιχεία της αύρας σου Του προσωπικού σου μύθου. Του αστείρευτου πάθους σου για ζωή, δημιουργία Κάθε λεπτό. Επειδή κάθε λεπτό το οποίο διαβαίνει μ εμάς στο πλάι του, Νοιώθω να γεννιέται από την αρχή Ως κάτι καινούριο, αιώνιο ως το τέλος του σύμπαντος.. Αγάπη μου. Απλά, κοίτα με. Ανοιγοκλείνοντας ρυθμικά, τα βλέφαρα σου. Που μια, κρύβουν τα πανέμορφα μάτια σου, Μια, τα οδηγούν στην αντίπερα όχθη, ενός στενού, Εξαιρετικά, στενού μονοπατιού, αναμεταξύ μας, Ίσα να μας διευκολύνει να αναπνέουμε. Ζωή μου. Δύο καστανές ίριδες, μεθάνε. Βυθίζονται πιο βαθιά. Ακούραστες. Τίποτε άλλο δεν τις κάνει ευτυχισμένες. Πες μου ένα λόγο. Αν δεν σ έβρισκα Αν δεν με ανακάλυπτες, Χαμένος, σε εξερεύνηση εκείνου του καλού εαυτού όλων. Απορώ, πως ανέσυρα το κουράγιο. Να δεχτώ ότι αξίζω την αγάπη μιας γυναίκας. Ότι αξίζω να..φιλοδοξώ, αισθήματα Υπεράνω των δυνάμεων μου. Ευτυχώς, την καίρια στιγμή, βρέθηκες στο πλάι, χρυσομαλλούσα. Αστείρευτη πραγματικότητα Στο παραμύθι όπου κατοικείς, ανιχνεύοντας τόσα. Η φλόγα της ψυχής σου, προσθέτει νέα κομμάτια γης, Νέες εισόδους, Να ακολουθήσει συντομότερη διαδρομή, ο πρίγκιπας σου. Ώ, να μια, αγάπη μου. Λοιπόν; Σε ακούω.

Τώρα, σε κάποιο Νησί, κάποιο αντρικό χέρι, Αγκαλιάζει μια γυναικεία μέση, περπατώντας 7

( ) Ρώτησε κάποτε, ο ποιητής Αναγνωστάκης -σε παρουσίαση βιβλίου τουτο κοινό, Αν κάποιος ήθελε να τον ρωτήσει, κάτι. Κανείς; Τίποτα; Κανείς; Ντρέπεσαι τον ποιητή. Τούτο δηλώνει αγνότητα, Τι κρίμα, μόνο, Να πρέπει να γράφει, κανείς, Για να φέρεται, έτσι. Η λύπη που μπήγεται στα μάτια μου, Φίλε Αναγνωστάκη, Με κάθε χούφτα φούχτα χώμα, Στο τόπο, που αιώνια αναπάυεσαι, Εδώ, ανάμεσα μας. Στη γη που καθημερινά, το βάρος του σώματος μας, Απιθώνουμε, βαδίζοντας. Εδώ. Έγχρωμοι. Μ ένα μικρό παράπονο, Γιατί δεν πρόλαβα Δεν σε πρόλαβα, Μαζί με όσους άξιζαν, Ν αναφερθούν. Ευτυχώς δεν πρόλαβες να δεις, Να δικάζεται η ίδια η ποίηση, Αν και κάτι, θαρρώ, θα έχεις υπόψιν σου Δυό χρόνια, μόλις, πριν, που μπορώ να ρθώ, Στο ίδιο σημείο, Όποτε το επιθυμώ, Να σε συναντήσω, Ως κοινό, μόνο, Έτσι ήταν πάντοτε, όλη μου η ζωή. μεταξύ φίλων, Που δεν δημιουργούσα, Γιατί έτσι με έφτιαξαν, Πάντοτε, να φοβάμαι. Αν είμαι ικανός, Άξιος να σου μιλώ,, καθισμένος εκεί δίπλα, κάπου, Σα να ναι αίθουσα, όπου γίνεται αναφορά στη ζωή, Πως ανέπνεες, Από τι, μαγνητιζόσουν, Με τον αλαλαγμό των σκέψεων Καταγραμμένων ως ποιητικοί στίχοι, πλέον έγχρωμοι, Στην εποχή της εικόνας, όπου πολεμάται η ίδια η ποίηση, ο λόγος ο αυτόβουλος, Ο ειρμός της ζωής, Απέναντι στα ντουβάρια, Και τους κτίστες που ύψωσαν ανάστημα, σα να μας παρέδωσαν, το νόημα όλων, Μια κόπια μόνο, Παγκοσμιοποίησης. θα ρθεί, άραγε, κάποιος, Να χτυπήσει στη φυλακή, Κτύπο; Ρωτώντας τον ποιητή, Είσαι καλά;

Χρειάζεσαι κάτι; Τι να ψωνίσω, Να σε κάνω ευτυχισμένο; Μόνο αγάπη, Η νόηση, απαντά. Η ψυχή μιλά: τρέμω, Την αιώνια φυλακή. Η αιώνια φυλακή, ξεκίνησε εδώ και 18 χρόνια, Μη αποδοχής του μαστιγίου, των γύρω, Βαριές οι αλυσίδες τους. ΚΑΡΠΑΖΙΑ με βοή, αστραπής, σε φαράγγι, τέλη 1995. Κομμένο σύρριζα, το ώριμο δεντρίλιο, με θάρρος, για την τότε, αυριανή, διαβίωση. Χαστούκι το τάλαντο της γραφής, Το αχρησιμοποίητο 18 έτη. Παρηγοριά στον άρρωστο, Έχω ξαναπεί. Η αγωνία μου, τελευταία, να γράφω, όλο με γυροφέρνει, Μήπως και σωθεί το μελάνι της θέλησης αυτής. Όσοι δε δέχτηκαν αυτό, Δεν δέχονται εμένα, τον ίδιο. Κείνους τους αγνούς ανθρώπους, Με το χαμηλωμένο βλέμμα, Που οι γύρω αποκαλούν, βασανισμένους, Τεμπέληδες Νωχελικούς μόνο με τον εαυτό τους. Συ, φίλε Αναγνωστάκη, θεωρείς ποιητές, όσοι μεταφέρουν το σταυρό τους, Καθημερινά, Με κόπο και κούραση. Κουρεμένοι μέσα τους. προσγειωμένοι. Αναρωτιέμαι σε ποιο μηχάνημα, Να μετρήσω τα αισθήματα μου, σε αφύτευτο, όμως πάντα, δικό μου παρόν. Με πνιγμένο στο σκοτάδι των ευχών, Ένα αλλόκοτο τάλαντο Ούτε το ίδιο αποφασίζει, Αν θα εκπορνευτεί. Το γράψιμο, για όσους δεν έψαξαν μέσα μου. Στα ράφια κάποιας βιβλιοθήκης, Τα πονήματα, Παγιδευμένων στο χαρτί, Που πλέον δεν ανακυκλώνονται. Αν κι αρκετοί κτίστες, θα το επιθυμούσαν, Τυπώνοντας τις πορνοφυλλάδες τους, Κάθε είδους. Και πολιτικού περιεχομένου. Ευτυχώς, φίλε Αναγνωστάκη, Το αυθόρμητο και ειλικρινές, Με αληθινά συναισθήματα, Πασπαλισμένο, Πάντοτε εκτιμάται Από λαϊκούς, τίμιους, αγνούς πολίτες. Που ίσως δεν διαβάσουν ποτέ, Δε θα χρειαστεί, Τι λέει κάποιος, Που ποτέ δεν ήταν πλάι, ως φίλος, Ή συγγενής αγαπητός. Τρώγοντας με άγνοια, όλες τις λιχουδιές, τι περιέχουν -Γιατί άλλο, να πονοκεφαλιάζουμε (αν και θα πρεπε).

ορισμένοι ψάχνουμε, Καταγράφουμε, Την πρωινή υγρασία, Βγαίνοντας απ το σπίτι. Την αίσθηση του καυσαερίου, στα ρουθούνια. Η αύρα των εργαζόμενων ανθρώπων, Που θαρρείς, Μετακινούν όλη την πόλη, Σα ζωντανό οργανισμό. οι άνεργοι ντρέπονται. οι άστεγοι δικαιολογούνται. οι ναρκομανείς ανακατεύουν τα οργανωμένα. οι έμποροι του δικαιώματος στη ζωή, Εισπράττουν σε χρήμα και είδος, Τα ίδια τα όνειρα, Τις ταπεινές μας ελπίδες Παρόλ αυτά, φίλε μου, ανάξιος θα στεκόμουν απέναντι σου, όχι γιατί δεν σπούδασα, Ή δεν με αφομοίωσε ο ζωντανός τους, Οργανισμός, Απλά γιατί έτσι είμαι. Ένα κενό σε μια παρένθεση. Ένας αριθμός βιβλίων, Που το σύστημα, Πουλάει, Μόνο τα πολύφυλλα. Με παχιές, εφήμερες, εικόνες, Συνωστισμένες. Αγύμναστες πνευματικά, Σαν κάποιο σουξέ, Κινηματογραφική ταινία, Που έσπασε τα ταμεία. Τόσος θόρυβος, φίλε. Ανησυχία. Κανένα βήμα, εμπρός στο κελί του ποιητή. Χρειάζεσαι κάτι; Χυμό; Τσάι; Παρέα; Ρύζι με κόκκινη σάλτσα. Βόλτα ως τη παραλία, Εκεί που φύτρωσαν, επίσης, τα δέντρα, Ο πόθος των φυλλωμάτων, που ποτέ, δεν αγγίζουν το κύμα. Κει που οι πατούσες μου δε πάτησαν Στη ζωή, δε πάτησαν Την μη γυαλιστερή, Που αν το επιθυμείς, σε ξαφνιάζει. οι όμορφες σκέψεις, Που δεν παράγεις, Οι πασπαλισμένες με ονειρόσκονη, Ψηλαφίζοντας τα συναισθήματα. Μ όλα τα απλά πρόσωπα, Ευγενικά, στο τόπο παρουσίας τους. Πώς να εντυπωσιάσω, Να μου κτυπήσουν; Πιθανόν, αν δεν μιλούσα καθόλου. ο καθένας επέλεξε, κάτι, να είναι, στη ζωή. Ποιώ στο χαρτί, Άλλοι στη ζωή. Κείνοι που κινούν, Τον οργανισμό της πόλης. Αδειάζοντας το πορτοφόλι τους Καθημερινά, όπου βρεθούν ή δηλώσουν, πρακτικά, Μια επιθυμία. Η Αθήνα, εμένα, με καταθλίβει. Μόνο η πλάκα, με συγκινεί,

Λίγο ο Εθνικός κήπος, Λιγότερο το Αττικό ζωολογικό πάρκο. Η υγρασία της φύσης, πάντοτε με καλωσορίζει. Με φροντίζει σα γονείς, που δεν άφησαν ποτέ, Να μ αγαπήσουν. οι άνθρωποι, Που δεν έγιναν φίλοι μου, Όλοι τους. Αν ξεχώριζαν ορισμένοι, Πόσο άχρηστος είναι, κάθε πόλεμος. Να κτίζει, μόνο, ένας. Οι υπόλοιποι, να πληρώνουν ενοίκιο, Και στην ελπίδα. Στην απασχόληση με κάτι μη εφήμερο. Μια χούφτα άνθρωποι στις κερκίδες του σταδίου, Παρακολουθώντας αγωνίσματα, στίβου. Άλλων αγωνισμάτων. Σε μια σύγχρονη Κοινωνία, όπου δικαιούνται να μιλάνε για ποίηση, Μόνοι όσοι συμφώνησαν με τους εμετικούς Κτίστες. Τι αηδία να πρέπει Να τους αναφέρεις, σε ένα ποίημα σου. Επικοινωνώντας νοερά, Με συγγενικά πρόσωπα, Που απειθάρχησαν, Στην ενότητα. θαρραλέοι οι άνθρωποι, μόνο ως σεξουαλικά όντα, Που ως ένα σημείο, Βαίνει φυσιολογικό Ωσότου να θυμηθείς, Το αίμα, πίσω, στο ψυγείο. Το σ αγαπώ ακόμα, που φυλώ, σε μέρος Που δε μαζεύεται σκόνη. Στις αδελφικές αναμνήσεις, Αλλοτινών χρόνων Τότε που κάθε σπίτι Είχε ανθρώπους μέσα, ασπρόμαυρους, Με θυρωρό, στην είσοδο Χωρίς θυρωρό, Τα αυθόρμητα συναισθήματα. Τότε στην νεότητα Δεν σε απέτρεπε απ το να είσαι αληθινός, Χωρίς να χεις, κάτι, Να σε θυμώσει, -σήμερα, αρκετά. Εγώ δεν παρατάω την πατρίδα μου, Μόνο τους τυπωμένους στο χαρτί, Με ξένη σφραγίδα Χωρίς δικαίωμα. Ικανός που λέει ο λόγος, ακόμα, Να περιγράψω, Γιατί μια πέτρα, Παραλίγο να τουμπάρει το ποδήλατο. Γιατί θέλω τα πλούσια: Περιγράφω το περιστέρι, που πλησιάζει, μ ελάχιστο φόβο, τα πόδια, στο παγκάκι. Περιγράφω όσα θέλω να δω, Ενόσω η ζωή, δε με θυμώνει. Περιγράφω πόση ζέστη έκανε σήμερα, Χωρίς να πω, Τι ημερομηνία είναι,

Γιατί οι έμπειροι στη ζωή, Βαίνουν ανίκανοι, Να συγκρατήσουν τον αποτροπιασμό τους, Που έχεις δική σου προσωπικότητα. Όσοι γενικότερα φθονούν, Το αγαθό της σκέψης, Σαφώς γιατί μοιράζεται δωρεάν. όλοι όσοι, εντείνουν τις ταξικές διαφορές, Και ενδοοικογενειακά, Δήθεν πατρικοί, στοργικοί, -απομακρύνονται γρήγορα από τη γειτονιά, πεζοί, μη σας δουν μαζί, πατέρα με γιο. Α ρε ξεφτίλα πατέρα. Νοιάζονται κατά τ άλλα! Εκτός απ το να σ αφήσουν ελεύθερο, Απογαλακτισμένο (Βλέπεις, το ένα από τα δύο τέκνα, πρέπει να πράττει παντελώς, τα λεγόμενα του, Μιας και το πρωτότοκο δεν υπάκουε ποτέ, Στις διαταγές του αρχικελευστή της οικογένειας). Μπας και τη συνθλίψεις, επιτέλους. Συζητήσεις εσύ, με τη ζωή, Όπως μαζί σου, Αναγνωστάκη, Φίλε πιστέ, της ποίησης, Εχθρός μου η άνεση ορισμένων, Να τους έρχονται, άψυχα έστω, Όλα, στο πιάτο. Τα βάπτισαν εγκαίρως. Πλήρωσαν αδρά, Γι αυτά. Με θυμό τους αποφεύγω. Έχουν τα πάντα ορισμένοι. Κανένα πόλεμο από τον Θεό. Ας μείνουν προτιμότερο, Μακριά μου. Τα γράφω τώρα, Που είμαι ήρεμος. ΤΕΛΟΣ Ελεύθερος να παλέψω με τη μοναξιά μου,

Το δώρο της ζωής

Σινεμά ο Παράδεισος Καθετί γραφικό είναι κι αληθινό - η πλατεία είναι δική μου, φώναξε Ενώ η μαγεία στα πλατό, πλατάγιζε γρήγορα Ο θεατής, η ιστορία, ο χειριστής η απόλαυση Κάπως έτσι, ξέφυγες. Μα η φωτιά; -ισοπέδωσε προσωρινά το όνειρο. Ως να σταθεί ξανά το πανί Σύγκορμα όλα, να γίνουν ένα. Ακόμα μία έκπληξη, μια πλάκα σ όποιον αποκοιμήθηκε. Το δε μια, δυο φορές, πιθανόν και περισσότερες. Γνώστης των διαλόγων Το έργο τελειώνει. Η αγάπη. Μπομπίνα με προσωπικούς ρυθμούς Ξέγνοιαστη, νέα. Αυθόρμητη. Εκρηκτική. Περνάει στα θερινά, αναζωπυρώνει τις αισθήσεις. Από καταιγίδες, πετάγεται ξεσπά. Η βροχή, σιμωμένα ζευγάρια, χείλη, ενωμένα Ο χωρισμός, η θητεία. Ο Γυρισμός, κι έπειτα.. η συγκίνηση δεν συγκρατείται. Επέστρεψες στο πριν Τοτό και Αλφρέντο, ως συνέταιροι. Σινεμά ο Παράδεισος. Η παλιά μηχανή, τα φιλμ, η φιλία, τα απρόοπτα. Η επανασύνδεση με τις αναμνήσεις. Πρόσωπα οικεία, γραφικοί χαρακτήρες, ακόμα ζωντανοί. Το στόμα του λύκου γρύλισε για τετελεσμένη φορά.

ΛΙΒΑΣ Ανοιχτή πρόταση Από ημέρες, προσπαθώ να γράψω Στον Άγιο Βασίλειο της Φιλίας, τον άφτιαχτο, Τον προσφιλή μας, που ενδιαφέρεται για την γνήσια αποδοχή των μελών, που συγκλίνει η τροχιά, σε κάθε παρόμοια σχέση Για να του πω τα χρόνια πολλά κι εκτός εορτών- Ειδικότερα, προς τους αυθεντικούς δεσμούς Ευτυχώς. Ευτυχώς, υπάρχουν, σταθεροποιώντας την μυωπία της άγνοιας Η οποία σε έδιωχνε, διορθώνοντας τη, με την καθαριότητα στις συνειδήσεις. Πολλά δεν θα σου πω, για να τα συγκρατήσεις στις πρόχειρες τσέπες του νου μας Που ψάχνουμε, όταν, εν συνεχεία, τροφοδοτούμε, επαναλαμβάνοντας, Ενώ επικοινωνούμε, το φανάρι του ν ανοίγεσαι του εμπιστεύομαι. Μη σταθείς στην επιφάνεια εκείνου, που θα σου μεταδώσω. Ψάξε για τη σχισμή του λόγου αυτής μου της έκπληξης. Φιλία, σημαίνει αν ενδιαφέρεσαι από μόνος σου, να κάνεις ευτυχισμένο τον άλλο, όπως μπορείς. Δίχως να απαιτείται να στο υπενθυμίζει.

Κάπου η δροσιά δεν είναι τεχνητή, σημάνει ο χρόνος, στων δύο τις οντότητες, Παρηγορώντας το απαρηγόρητο, Να μη σε ξέρω τόσο καιρό, Που βρισκόσουνα, Να περιμένουμε μαζί, μες το δωμάτιο που σκοτεινιάζει, Πως χάνεται το φως.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Ομοδίκαιοι Άσε με στα μάτια να σε κοιτάξω, Να δω τι είναι ο άνθρωπος. Να σε καδράρω όχι ως λεπτά σε «φιλμ» Μια φωτογραφία, μεταβαλλόμενη Δικιά μου φωτογραφία. Συ κι εγώ, οργανισμοί ομοδίκαιοι. Μ ελάχιστα ζωτικά όργανα, διαφορετικά. Μας ομορφαίνουν, μάθαμε. Πράξε το με κατανόηση. Δεν πειράζει Οι ολυμπιακοί αγώνες εκφράζουν την προσπάθεια κάθε αθλούμενου να ισορροπήσει με τον εαυτό του. Ανάμεσα, του ψυχικού κόπου και της σωματικής καταπόνησης.

Προσωπικά, τους χαρίζω όποια εύσημα. Όμως, θα κλείσω εφέτος, τούτο το φανταχτερό κουτί, Αφού μου λείπουν χρήματα, Να παρίσταμαι ζωντανά. Όταν κοιτώ την πόλη, Παρατηρώ μόνο ένα βαθούλωμα, Δίχως ικανότητα αναπνοής ζωντανών όντων. Έπειτα από την έκρηξη, λίγο ψηλότερα. Χιλιάδων ήλιων.

Πότε Θα γίνουν Ολυμπιακοί αγώνες, ανθρωπιάς να στείλω μια απομίμηση λουλουδιού, γιατί θα πονέσω τα δικά μου, στην αυλή, αν τα κόψω. Θυμούμενος, Τέτοιες ήρεμες στιγμές, Χωρίς την υστερία, Των γύρω, Που προσπαθούν Λέει, Να ρουφήξουν τη ζωή. Ευτυχώς που υπάρχουν και τα καλαμάκια.

DNA Στην Κατερίνα Γώγου Τι σου κάνει το D.N.A. μερικές φορές. όλες αυτές οι σεξοβόμβες, μοντέλα, του πρωϊνάδικου: όμορφος κόσμος, στο MEGA, Που ολοένα ομορφαίνουν: Στενεύουν, σφίγγουν, στα δυό καίρια σημεία του σώματος τους, τα εσώρουχα, -εκεί που θέλω να αγγίζω. Πάραυτα, εγώ αυτόματα θυμάμαι, μια σκέψη Που ποτέ δεν ξεχνώ: Έχω μείνει ο μοναδικός άντρας, κάπου, κάπως, Μετά από χ ψ, κατάσταση. Με σιδηρά πυγμή, στη θέληση,

Ενόσω έπρεπε να επιλέξω Τη μοναδική, με την οποία θα κοιμόμουνα, Κι αυτόματα, οι υπόλοιπες θα πέθαιναν, Με φριχτό τρόπο, Γιατί η ατμόσφαιρα το όριζε. Εκείνες το γνωρίζανε -οι θεογκόμενες και οι απλές, καθημερινές κοπέλες- Που δεν θυμόντουσαν καν, πως θανατώνανε οι ίδιες, έναν άντρα, σε παλιά συναναστροφή, Με βλέμμα απαξιωτικό, Και με φρέσκια χυλόπιτα, ανά χείρας. Μα η δική μου προσφορά, δεν ομοιάζει καθόλου, στην κακότροπη τους, συμπεριφορά, Γιατί μισείς τις έξυπνες και ανεξάρτητες, φύσεις τους. Η δική μου επιλογή, Αδιαπραγμάτευτα με ένα βλέμμα, Με ποια θα το έκανα, Εξαρτιόταν από αυτή ακριβώς, την φορτισμένη στιγμή. Κάποιες ήρθανε με τα εσώρουχα τους. Άλλες με νεγκλιζέ. Μερικές φορούσαν ρούχα. Κι είχαν όλες, γύρω τους, Το θάνατο, Να τους γλύφει τις επιδερμίδες, ανά σημεία, Προετοιμάζοντας τις, για αιώνιο θάνατο. Αυτή η οποία, τώρα, Πρέπει ν αποδεχτεί, Πως δεν ξέρω να κάνω έρωτα. Να συγκρατώ το τελείωμα, ή να νοιώθω άνετα, μ ένα γυμνό, σώμα, πλάι, Χωρίς να θέλω να ορμήξω, Ή να το αποφύγω, Από φόβο, Για τις κομμένες μου, πλέον, αλυσίδες. Και το μαλακό μάγουλο, Που δεν χάδεψε, ποτέ,

Καμιά. Σαν τις αναμνήσεις μου. Ή τις γυναίκες, που εγώ θεωρώ, γοητευτικές, Και σε κάποιο ποσοστό, Σχετίζεται, με το σαρκικό. όσοι είναι να πουν, με ταπεινότητα: Είναι ξεχωριστό, πρόσωπο. Όπως καθετί, αληθινό, όπως η αγάπη, Είναι, Απλά, μονόπλευρο. Σα τις στιγμές, Που ούτε θες να φωτογραφήσεις, Να γράψεις γι αυτές ή να μοιραστείς με άλλους. Ενημερώνοντας τους. Καταστάσεις, Που οι χαφιεδοκάμερες, ακόμη, δεν συνέλαβαν. Για το δικό μας καλό Ο καθένας μας, Που είδε, εαυτό, να μεγαλώνει, στα χρόνια της ελευθερίας, ή, υπό κατοχή, μπότας, ξένης. Αν οσμίζεσαι να διαβάσεις τον άλλο, από το πρόσωπο. Μπορείς; Ποιος είναι πιο τρυφερή, φύση. Τ αρσενικό ή το θηλυκό. Η υποδοχές, ή ο..μπήχτης. Να είμαστε Ρεαλιστές. (το απαιτεί η εποχή) όσοι στέκονται ν ακούσουν, το ψίθυρο, μιας προσωπικότητας. Το ιμπρεσσιονιστικό βλέμμα, Των ευαίσθητων. Η φιλική αναμενόμενη αγκαλιά. Το ύφος.

ο σεβασμός, είναι, Να μιλάς τη γλώσσα του άλλου, Την πραότητα που δεν σκαμπάζεις. Αφημένη απλότητα. Όχι υποκριτικά, κακομοίρης. Μα ο θάνατος, ποθεί τώρα, Να αρπάξει Τις παρθένες από ανθρωπιά, Που θα απορρίψω. Όπως η ποίηση Του Νικηφόρου Βρεττάκου, Που επίτηδες, όλοι, κρύβουν. όπως η όμορφη γλώσσα του πολυτονικού. Εκείνο το: μούλεγε, το: τόχει, Η παλιά γραμματική, που ξέρω, τώρα, να αγαπώ. Να προσφέρεις τιμή, Στ αυλακωμένα μάτια, και τις ρυτίδες, Που κλείσανε τα μάτια τους, και πάνε. Πόσο εύκολο είναι, να φτιάξεις ένα χαμόγελο, μα ο θάνατος επιμένει. Όπως το ελεύθερο των γυναικών, να μας αγγίζουν, Ή να χαστουκίζουν. Ο θάνατος δεν είναι ποτέ, φιλόξενος. Αργεί το πρώτο βήμα, από έλεος. Ότι κρατώ για μένα, και δε μοιράζομαι. Η τελεία, το κόμμα, οι εποχές. Τα Κράτη. Η ειρήνη. Η ανθρωπιά, η λύπη, Το θέλω, το μπορώ, Το ύφος, τώρα. Ο ίδιος ο θάνατος, που μίλησε: Τώρα θα πάρω, τα παιδιά του Ναγκασάκι και της Χιροσίμα, Γιατί φαίνεται, Κανείς δεν μαθαίνει, ανθρωπιά, από τα μικρά παιδιά.

Πόσο εύκολα αγκαλιάζονται, Τα νηπιαγωγάκια. Αγαπιούνται, πράττουν, χαζομαρούλες, Παιχνίδια, ξέγνοιαστα, Ή κλαψουρίζουν. Γελούν. Αποκάμουν. Βαριούνται. Ξεσπούν. Κανείς δεν τους λέει: σ αγαπώ. Τα παιχνίδια των ενηλίκων, Καταλήγουν πάντα, Σε κάτι απαρηγόρητο, Που ούτως ή άλλως, Ξεφτίζει. Όλοι μας προσπαθούμε να προστατεύσουμε Τον εαυτό μας. Απ τ αυθόρμητο (ή τη μουσική που δύναται να είναι ένα αγαπημένο, από κοινού, τραγούδι, για μια ζωή). Απ ότι με αθωότητα, Αγκαλιάζει. Και γέρνει, Απλά, αφημένο, Νου και κεφάλι, Σα να μη σημαίνει τίποτε άλλο, το αγκάλιασμα, πέρα από την αλληλοξεκούραση. (Τι λες; Θα το αγκαλιάσεις σήμερα; Κείνο το μαξιλάρι). - Θα αλλάξει κάτι; Τ ανθρώπινα λόγια, Είναι για να αναιρούνται. Ενώ το γουργουρητό Ή η φωνή της σπιτικής ψιψίνας, που σε καλεί, Χειροπιαστή πραγματικότητα, Αποτελεί. Η τρυφερή λαλιά, Που δεν ανακλάται απλά, στους τοίχους. Πια. Μόνο η στιγμιαία ανάγκη, Έχει σημασία. Κοιτώ τις κοπέλες, εμπρός μου,

προσπαθώντας στιγμιαία, να συλλογιστώ, Ποια θα πηδούσα, Ξεπερνώντας τα ταμπού, Να χει γυναίκα, μυαλό. Η κουτή, χάρη. Η παχουλή, σεξουαλικότητα. Η ανορεξικιά, αποφασιστικότητα. Η πουτάνα, αγάπη για τον εαυτό της. Ανασύρω ένα προηγούμενο περιστατικό, Κοπέλας που της άρεσα, στο αστικό λεωφορείο, Την οποία επιθύμησα, Μόνο όταν στάθηκε όρθια, προτού κατεβεί, Θωρώντας τον στητό, Σαν αχλάδι ελκυστικό, Πισινό της. Σα να τον διαφήμιζε, Μου φάνηκε. Γιατί όλες, τούτο, επιθυμούνε (πάει εκείνη η γλυκιά σημασία: Θα του/της, αρέσω; Πρέπει. Όπως το τραγουδά η Μπάρμπαρα Στρέϊζαντ). (Πως πάει; Πλησιάζει η κοινή μελωδία;). Κοιτώ τις γυναικείες μορφές, τώρα, Επιθυμώντας να ανασύρω, δισταγμούς, Να μη τις κρίνω από το οπτικό, καλούπι. Μα έχω, χρόνια, Να μη φάω, για μια, δυο, μέρες, Μήπως και θυμηθεί Η αξιοπρέπεια, Να παρουσιαστεί αυτοπροσώπως. Όχι να στέλνει συστημένα, Κι εγώ να μην πηγαίνω, Να παραλάβω. Σα την ασχολία ορισμένων, Να δίνουν οδηγία στα τέκνα τους: Ενοχλήστε τον γείτονα. Γεμάτο που είναι το ψυγείο τους, Μα σκονισμένο το ράφι της ποιότητας. Αξία! που έχει η κατάκτηση Σώματος. Να που τώρα πρέπει να μαντέψω: πως είναι το γυμνό σώμα, ορισμένων από τις παρούσες,

Που παραμένουν ντυμένες, Σε σχέση με τις μη κομπλεξικές, Που στριφογυρίζουν, Διαφημίζοντας, οπές, Περιφέρειες, και μήκος χαίτης. Τι να κάμω ο καψερός. Πώς να επιλέξω. Τις υπόλοιπες Να καταδικάσω για πάντα. Μ αρέσει νάμαι τρελός, Και να οραματίζομαι: Πως με θεωρούν, τρομοκράτη, Ή ψυχολογικά, άρρωστο. Τα χουνε επιχειρήσει, αυτοί, Σε άλλους, Προηγούμενους, Λογοτέχνες. οπότε ας μην απορούμε: Ποιος θα προστατέψει την Κοινωνία, Από την Κοινωνία! Των ματάκηδων, κατά πάντα. Ο θάνατος, ενίσταται: Ικανοποίηση! Οι αληθινοί τρομοκράτες, Δεκέμβρη 2007, Με τριγυρίζουν, Μήπως και με προσηλυτίσουνε, Με το βλέμμα! Ά ρε μαλάκες. Ο θάνατος ουρλιάζει: - Διάλεξε!!! Είναι μία με στρογγυλά στήθια, και αβυσσαλέο ντεκολτέ, Με σχήμα κεφαλιού, Που δεν ταιριάζει με το υπόλοιπο σώμα. Είναι μια 43χρονη, ξανθιά, σχεδόν ελκυστική, με αέρα, Τηλεπαρουσιάστριας. Φορά ταγιέρ.. Κι είναι σα να φωνάζει η αύρα της: Εγώ θα ζήσω. Είναι μια, υποτίθεται, Νέα κοπέλα, Σαν αφημένη 38χρονη, με αρχή καράφλας. Φορά φουστάνι ως τα γόνατα, Με τζην από κάτω.

Είναι μια θαρρώ, Τραγουδίστρια της νύχτας, Νευρωτικιά, που δεν δέχεται την ηλικία της. Είναι μια με εσώρουχα, Και καταπληκτικό σχήμα, αιδοίου. Είναι μια παχουλή, Με μεσογειακό βλέμμα, Και ανάλογη ηθική. Μια άλλη, δείχνει αιώνια φοιτήτρια. Πετά σπίθες το μοντέρνα, λιτό, ντύσιμο, Μα παρουσιάζεται συνηθισμένη. Κάποια έχει πορσελάνινο πρόσωπο, Μα όχι, στήθος. Μια με καρφώνει με το Χαρωπό της, βλέμμα, Μα εγώ θέλω να κοιτώ, Ορισμένα, ολοστρόγγυλα, βυζά. Ξεχνώντας, Πως είναι, αδένας. (πάει, το απομυθοποίησαν κι αυτό) είναι μια άλλη, Που κάνει για φίλη. Και ποιος ξεβολεύεται, Σήμερα. Είναι επίσης, άλλη μια Που ακόμη δεν παντρεύτηκε, Προτιμώντας το θεατρικό σανίδι, Μα η πείρα των γυναικών, σέρνει αρρώστιες, διάφορες, Κι εγώ, τώρα, Κοιτώ, Το καταπληκτικό, σχήμα, αιδοίου. Είναι τέλος. μία, ολόκληρη, μάτια, Μα εγώ δεν παρατήρησα: Πως αποδέχτηκε αυτό που Αξιοπρεπώς, σημαίνει: γυναίκα. Μα γω σκεπτόμουνα, Την ασφάλεια, Μιας γυναίκας που δεν ξέρει τι θέλει, Γιατί της λείπει η θέση: Απαιτώ.

Ενώ. Εγώ τώρα Πρέπει να επιλέξω, Αυτή που δεν συζητά στο κρεβάτι. Ποια άραγε; Σηκώνει προϋπολογισμό, τούτο. Έχω κουραστεί, να ρίχνω χλωρίνη, Για να καθαρίζω τα εσώρουχα Ενόσω γύρω μου, αδιαφορούν, Αν είναι καθαρός ο άλλος, Που επιλέγουν, Προς πήδημα. Το χουμε στο D.N.A. μας. οι κοινωνικοί. Που υπολογίζουν: έχω αισθήματα. Μόνο αν πρέπει να παντρευτούν. Μετά τα 30 τόσα, εννοείται. Αν θεωρείς χιούμορ, το πήδημα, Και ποια από τις πάνω, Το διαθέτει. Σε σχέση με τις προδιαγραφές μου, Ποια με προκαλεί ήδη, Να τρέμω, Σε καρτερία για την πράξη. Ερεθισμένος. Έχοντας ήδη, πέσει, οι εχθροί μου, Όλοι. Από το δικό μου χέρι, Ή από τους αληθινούς τρομοκράτες: Τουλάχιστον εκείνοι, γαμάνε. οι ποιητές, με τα λόγια, Επειδή δεν, τους μάζεψαν, ακόμα, Οι χαφιέδες. Τούτη είναι η κοινωνία μας. Η λάβα των κλεφτών. Μα όλα τούτα, τελείωσαν. Πάνε. Τώρα γω αποφασίζω. Στ αλήθεια. Ποια θα πηδήξω, άραγε; Κείνη που συγχώρεσε τη μοίρα της; -να χάσει όποια δύναμη, διαθέτει. Όποια δείχνει, αδένες και ότι άλλο στητό, προς φάγωμα. Όποια κρατά για έκπληξη, Ζεστό και καθαρό, το σώμα της,

Γιατί κει μέσα κατοικεί, άνθρωπος. Απορρίπτεται η χοντρή. Θα θελα απλά να ξεσπάσω, μόνο, με την σεξοβόμβα, με τα στρογγυλά βυζά. - Αυνανίσου, την προτρέπω, Κι εκείνη, Πιστεύοντας, πως της δίνω, Ελπίδες, Πράττει το αυτονόητο. Μία κοιτά αηδιασμένη. Γιατί αυτή, ποτέ. Δεν αυτοϊκανοποιήθηκε. Μαθαίνω, την λένε, Μαρία. Εκείνη με τα πίσω, φοβερά, μήλα, Την στέλνω να κάνει παρέα, στην στρογγυλοβυζαρού. Αυτόματα αισθάνομαι Να γεμίζουν, Οι κάτω σακούλες μου. Αναποφάσιστη όπως όλες. Οι ιδίες τους. όσες παίζουν με τα μάτια, Περιμένοντας κάποιον, Να τοποθετήσει δεσμίδα ευρώ, στην παλάμη. Αυτή με το βλέμμα που μιλά, Την αφήνω να με κρίνει, ήδη. Τελικά διάλεξα, Εκείνη που δεν θα δεχόταν, ποτέ, να το κάνει έστω και τραγικά, τώρα- Ποτέ, μαζί μου. Πως έγινε η επιλογή; Ρώτησα ποια δεν μπορεί Να κάνει Παιδί. Οι μεγαλύτερες μου, απορρίπτονται, Επίσης εκείνη η αιώνια φοιτήτρια. Η μπάρμπι. Η φίλη που έτσι κι αλλιώς, θα δειλιάσει, Να το κάνουμε.

Το μόνο που παραπονιέται Είναι τώρα το στομάχι. Ανάβω το φως Σφίγγομαι στην τουαλέτα

Γιατί Σ αυτό τον κόσμο, Όπου κανείς δεν καταλαβαίνει, πόσο χαίρονται τα ζώα, Όταν τα αγκαλιάζουμε με τις πενταδάκτυλες, παλάμες μας, Ενόσω ορισμένοι καλοθελητές, Διατείνονται να μη προσπαθείς, Να εκφέρεις παγκόσμιο λόγο, Γιατί πρέπει να συμφωνείς, Να πεθαίνουν από την πείνα. Εσύ χρησιμοποίησε το ένστικτο σου, που σε σπρώχνει να μοιραστείς Μια ελαχιστότατη, προσωπική επίγνωση, Ενόσω αφήνεται η καταπίεση: Να ζεις με όσα εκείνοι, σου λένε να γνωρίζεις. Δεν θέλει πολύ, Να βάζεις τους πολίτες, Να μισεί ο ένας τον άλλο. Γιατί ανώτερος είναι αυτός που σε εχθρεύεται Αυτοί οι πισωγλέντηδες, Που αφήνουν ιούς Ως μηνύματα σε Blog -ποτέ δεν έρχεται κορεσμός, στο πρωκτομυαλό τους. Θαρρούν θα φοβηθείς, Να μη λες: ταπεινώνομαι, γιατί ο τάδε πεινά, ζητιανεύει, Καταλαβαίνεις, πως έχει μάτια ανθρώπινα, Με σκαμμένους λοβούς, Λόγω Κρατικής εγκατάλειψης. Μην έχεις προτιμήσεις. Μη ρωτάς τα γιατί. Μην αγωνίζεσαι -να είσαι ότι, ένας ελεύθερος άνθρωπος: υπαρκτός. -. - Ύστερα άκουσα τον Κύριο Βρεττάκο, να ευχαριστεί τον Θεό, για την ποίηση που του έδωσε. Εγώ άκουσα, έναν άνθρωπο, Να ευχαριστεί τον Θεό, Γιατί ως άνθρωπος, Μόνο από τα ίδια του τα λόγια, θα εννοούσε, Πως τα λόγια, Αγάπης, του Κυρίου, είναι ανώτερα, της πρόσκαιρης γνώμης των ανθρώπων. Γιατί η γύμνια δεν έχει ποτέ, χορτασμό. Η αδιαφορία. Το ανθρώπινο κρέας, σε κονσέρβες. Το ανώμαλο σε πόλεμο με τη φύση. όσοι και όσες, Είπαν να μιλήσουν, για τον κόσμο, που τους φέρανε, να τον αναπνεύσουν. Πως καταντήσαμε, Να δίνουμε το δικαίωμα, Να μας λένε: τι μπορούμε να κάνουμε. Να είμαστε. Εμείς οι ελαχιστότατοι, ειρηνιστές, σε κάθε τι. που συμφωνήσαμε, Να αφοπλίσουμε τον εαυτό μας, από αρνητική γόμωση. Μήπως η πλαταιά φύση, Ζητήσει τα χέρια, που δεν είχαν ιδέα, Πως της κάνεις, περιτομή.

Αυτά τα άκακα χέρια, που γερνώντας, Λειτουργούν ακόμα. Μες από μια ψυχική συμπαράσταση, Κι όχι, γιατί έλαβαν Καύσιμο: καφέ, νικοτίνη, Αναβολικά. όσοι ζούνε, λέγοντας: εγώ δεν ντροπιάζω τους γονείς μου, Παρακολουθώντας πολίτες, Σπέρνοντας ιούς διάφορους -έτσι όπως έγιναν τα μυαλά τους: Αλεσμένα. Όχι ακόμα, σε φέρετρα, αληθινού πολέμου, Μεταφερόμενα. πότε θα ποινικοποιήσουν, την ύπαρξη των στυλό. πότε θα εννοήσουν, οι πρωκτολόγοι, πως ξέρουμε για τον ιό, που συνδέει τον υπολογιστή, εν αγνοία μας, Με τα κέντρα των αλεσμένων μυαλών. (Γι αυτό αποσυνδέουμε και μια συγγενή θύρα). -. - Το να έχεις δική σου, προσωπικότητα, είναι ακατανόητο, Ακόμα και απ όσους σε εκτιμούν: Γιατί, του μη τιμημένου, σε κάποια εκδήλωση Τα λόγια, δεν είναι σοφά. Δεν είναι κοινωνικοποιημένα. Ύστερα, πάνε να κρύψουν τους κόπους τους, την ώρα που εσύ, μοιράζεις δωρεάν, Σε σύνολο, όλες αυτές τις ώρες, Που αρρώστησες, Ώρες, μήνες, χρόνια ολόκληρα, Να γεννήσει η κούτρα σου, Μια ιστορία Που χει ψήγματα επικαιρότητας. Γιατί το τώρα, αν δεν αναφερθεί, Το αύριο, Γίνεται απείρως, ύπουλο. Γιατί εγώ θα τα πω, Ακόμη κι αν αύριο, Δεν γεννήσω παιδιά, Έχοντας ο κόσμος καταστραφεί, από όμορφες εκρηξούλες. Προτού δω, χρώματα, στα μάτια των ανθρώπων. Εκστασιαστώ, έρθω σε ακουστικό οργασμό, Με ένα νέο, τραγούδι, που φώναξε το όνομα μου. Ενόσω οι παρακρατικοί, το συζητούσαν, σε κινητά, Στεκόμενες οι πουτανίτσες, με βαθμό, Μες τη μέση του δρόμου, Ενημερώνοντας τα αφεντικά. Γιατί υπάρχεις, ζεις. Πότε βγαίνεις, τι τρως, Αν κλάνεις ακόμα ακόμα, Να το ξέρουν αυτό, οι πρωκτολόγοι, Νόμιμοι, ρασοφόροι, λειτουργοί της εκκλησίας του κακού. Γιατί έρχεται η νύχτα, με τη μεγάλη διάρκεια, όπου ακόμη και οι φωτιές, πρέπει να έχουν, συγκεκριμένο, χρώμα. Ίσως ο κόσμος αυτός, Να είναι ένα πεδίο Matrix.

Μόνο που στο έργο εκείνο, Δεν μιλούσε κανείς, για ψυχές. Αν, Νικηφόρε, η σύντομη ζωή, Είναι πιο σπουδαία, Από την άλλη, ζωή, Όπου οι νόμοι των Κυβερνήσεων Δεν ενεργούν, Γιατί, ότι ήταν να πάθεις, Στο κάνανε ήδη: Με σκόνη που βρωμίζει το πόσιμο νερό. Αέριο που ποτίζει στρεβλά, το οξυγόνο. Μια πίεση, Να πάψεις να είσαι υπαρκτός. Γιατί, πια, Δεν έχουμε Pink Floyd, Να ταράζουν, σύνορα. Δεν έχουμε πια, μήτε Εθνική ταυτότητα. Λύσαμε όλα τα αινίγματα. Τι κρίμα: φύση, να μη Πληρώνεις, φόρο. Μόνο στα χρώματα, δεν βάλανε φόρο, ακόμη. Μόνο μια σβάστικα στη σημαία. Μια κρυάδα, Στα όνειρα -ιδίως αν δεν εργάζεσαι. (Άλλος ένας λόγος, να αισθάνονται ανώτεροι). Πάω κι εγώ, λοιπόν, Προς πνευματικό οργασμό, Έχοντας αποποιηθεί, τα γαμήσια, και τις ηλιθιότητες σας, Να ξοδεύετε, τις ορμόνες, Σα νερό στο καζανάκι. Να μην γνωρίζω, τα κλύσματα σας. Να μη με θυμώνετε. Πρωκτολόγοι. Που πιστεύετε, πως ο Θεός, Σας εξυπηρετεί, Ακόμη και τη στιγμή, Που χτυπάτε διαδηλωτές, Καταστρέφετε, Ότι, όπου και όταν. Γιατί ο άνθρωπος, Αναπνέει, Κάτι, στο οποίο, Δεν βάλατε, φόρο, ακόμη. Ο μολυσμένος, μολυσμένα, Δρα, Υπακούει, υπερεκτιμά, Πως θα γεράσει, Ατιμώρητος. -. - Γι αυτό θα γίνω η φωνή Όλων των αδικημένων. όσων το AIDS, Ή οι δυναμικές γυναίκες, Τους απαγόρεψαν, Να γαμήσουν κι αυτοί, Μήπως φυτρώσουν: ενήλικοι. Τούτο είναι ακατάλληλο, για μη επαγγελματίες. Ακατάλληλο, για μη αφοσιωμένους, ποιητές.

Έχω στο πλάι, τον Νικηφόρο, Τον Ρίτσο, Αναγνωστάκη, Τη σκέψη κάθε νέου μυαλού, Που καμε τη σάρκα της νόησης του, επιμελή λόγο. Γιατί ο σκοπός της ποίησης, Είναι να φωνάξει, Ως να βραχνιάσει. Μήπως πάει στον Θεό. Αφήνοντας πίσω, διάφορα θύματα. -. - Κάπου πρέπει να φανεί η αλήθεια. Να πυκνώσει, Γιατί τα μάτια, πολλάκις ποθήσανε, Αυτά που η φιλία, Εννοείται, δεν ασπάστηκε. Γιατί η ιδιωτική ζωή, Είναι για όσους ξενυχτούν, Να φυλάσσουν, Την αξιοπρέπεια της. Ίσως ακούνε τον κύβο των νερών, Που προστατεύει τους αιώνιους, Που ευτυχώς δεν έμαθαν, ποτέ, την αλφάβητο των ανθρώπων. -. - Γιατί ακόμη και όσοι, Σε εκτιμούν: θα απορήσουν: Πως είναι δυνατόν να σαι, εσύ, ανύπαντρος. Που ξεζουμίστηκες ολόκληρος, Να είναι όλα τα δισεκατομμύρια, Δευτερόλεπτα, που ζεις, από τέλη του 1995, Γράψιμο. Τίποτε άλλο. Απολύτως απόλυτα, απολύτως. Ενόσω εξαντλούμαι, πνευματικά, Σα να μπαίνουν τα μάγουλα, μέσα. Απ αγάπη για την ποίηση, άλλο αν ο Θεός, την έδωσε σε εμένα, Ώστε να κοροϊδεύω τον εαυτό μου: Πως είμαι καλός σε κάτι, Αφού η εξωτερική μου ομορφιά, Δεν βρήκε ανταπόκριση. Την έδωσε σ εμένα, ο Θεός, Για να θελήσω μόνος μου, να τη χάσω, Ώστε να γίνω ευτυχισμένος. Παράλληλα, Εκτός από ότι, Να παρηγοριέμαι, πως μαζεύω κάτι, Ενώ θα έπρεπε να με ξοδεύω, Σε αγνούς έρωτες. Την έδωσε σ εμένα, Για να ακούσει Ο ίδιος ο εγωιστής, Των παρόντων κειμένων, Το λάθος, Να μην έχει Τον Θεό στο πλάι. Ζητώντας, Μήπως και λάβει, Την αληθινή ευτυχία. Διαφορετικά, Κάτι κακό θα προκύψει: Ατύχημα στον δρόμο, Λόγω μοίρας κανονικής Ή στημένης.

Οι άνθρωποι είναι Αυτές οι αρχαίες κολόνες, που τμηματικά, σα κομμένες από κάποιο πριόνι, Ομοιάζουν μ εμάς, Που πρέπει να προσέχουμε, Τι, ευχόμαστε. Ποιον ακολουθούμε. Ζηλεύοντας, Τα πρόσωπα, που αναπνέουν το αιώνιο νερό, στον ασφαλή κύβο, της παρουσίας Του -αφότου πέθαναν. (Γιατί επίσης, στη δική σου κρίση: άξιζαν). Αυτό, Που λένε, οι χριστιανοί, Που αποφεύγουμε: Ποιον επικαλούμαστε, Για το καλό μας. Αποφεύγουμε, Όσους, Ενόσω εργαζόμαστε! Έχουμε οικογένεια! Κοινωνικές επαφές! Μας δείχνουν, Τον τρίτο καθρέφτη, του αχάριστου, εαυτού (εννοείται πως δεν είσαι, αν έχεις τα τρία προηγούμενα: Μη ξεχνιόμαστε ποιοι είναι οι ώριμοι). Η ζωή, Εξίσου και η ποίηση, Δεν επιτρέπεται, Να είναι, πάντα, ευγενική. Χειρισμός, στη γλώσσα, Που καταλαβαίνει ο άλλος. Ιδίως, όταν προσωπικά, Φουσκώνεις. Σα παγώνι, Που γνωρίζει, Μόνο τα δικά του χρώματα. Σα το συγγραφέα, Ενόσω καγχάζει: οι εμπνεύσεις, Είναι δικό μου, δημιούργημα. Δεν εννοεί, καν, Ποια Δύναμη, κατευθύνει, την ιστορία, Ώστε τα πρόσωπα, Που θα τα φέρει, στις νέες σελίδες, Ως αναγνώστες, Να τους γεννήσει, συνειρμούς. όπως ας πούμε: Εσύ, ν αφήνεις τη βρύση να τρέχει, Κι ένα συγγενικό σου, πρόσωπο, Στο τηλέφωνο, να το συμπεραίνει Ως γενικό αποτέλεσμα, Αδιάφορης στάσης, Προς το περιβάλλον. Η ποίηση Δεν είναι, Για να εκθειάζεις, Όσα αγαπάς. Τα απλά, εννοείται. Που θέλεις, στον ελεύθερο σου, χρόνο, Να καταγράψεις εδώ. Κι ας θυμώνεις, φορές, Έτσι για το θυμό, μόνο. όπως οι ανόητοι, Που δεν αγαπούν την ποίηση, Κοροϊδεύοντας παράλληλα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, Μουτζουρώνοντας τα πρόσωπα τους, Κάθε Ιούλη, μήνα,

σε συγκεκριμένη εφημερίδα. Η ποίηση, ναι, Μπορεί, να επιχειρεί, κατάληψη, στις πόλεις, που οι κάτοικοι της, φέρονται σαν επισκέπτες, Λερώνοντας ότι και όπου, βρεθούν, Σα να μην υπάρχει, Επόμενη ημέρα. Μένοντας πάραυτα, έκπληκτοι: Γιατί να αγαπάς, ένα ζώο. Γιατί να κουράζεις τη νόηση σου, Με παράπονα. Τέτοιες ταχύτητες, σε πράξεις και συμμαχίες. Θα ρθει, όμως η Αγάπη, λόγω Ενδιαφέροντος, Να σου δείξει: ποιον να επικαλείσαι. όπως θα αγάπαγες έναν γονιό, αν ήσουν ικανός. Κι όσοι αναρωτιούνται, γιατί έχω αρχίσει να βρίζω, σ ετούτα τα ποιήματα, Είναι γιατί, είναι η μόνη γλώσσα, Που εννοούν οι πισωγλέντηδες, Που ενόσω, τα χώνω στα κλειδιά της Κυβέρνησης, οι μαλάκες, Στέλνουν το ελικόπτερο, να πει: σε άκουσα. Ή το αεροπλάνο, Να ψεκάσει πιθανόν, θάνατο. -Αμερικάνοι κωλομπαράδες. ούφ, Τα είπα, και ξεθύμανα χωρίς λόγο. -. - όπως κάθε τι, που συμβαίνει, Χωρίς λόγο. Να ζεις ελεύθερος, δίχως να συμμετέχεις στα κοινά. Έστω με μια άποψη. (Τώρα γιατί, τούτο το μέρος του σώματος, θέλει τα δικά του, Η του σπαθιού, δήλωση, Να βγάζεις ρούχα, να χεις να πλένεις). -. - Αλήθεια, γιατί να λες: η ζωή ήταν καλή, μαζί μου, Αν η αγάπη, είναι η μοναδική παρηγοριά Η σιωπή της, που εκτιμά μια άδεια σκέψη. Να ανεβαίνει το επίπεδο. -ώρα είναι- Όπως όσοι στηρίζουν, Χωρίς να σου λένε: εδώ είμαι. Η αγάπη, είναι όπως το γυμνό σώμα, Που δίδεται σε ένα πρόσωπο -πάντα αντίθετου φύλουσε ένα δωμάτιο τρυφερό -χωρίς να διαφημίζεται. Το στίγμα του κελαϊδίσματος, στο κλαδί, Το κολύμπι του ψαριού, σε ενυδρείο. Να πληρώνεις, για τον κόπο του άλλου. Γιατί άνθρωποι είμαστε, Πρέπει να αμείβεται η προσπάθεια. Η αγάπη θέλει να προσπαθεί. Σα μικρό παιδί, Που απασχολείται μ ένα παιχνίδι, μόνο.

οι άνθρωποι που δημιουργούν, Μια απλουστευμένη καθημερινότητα (που καμία σχέση, δεν έχει, με τηλεόρασης, ξετσιπωσιές). όσοι είναι να τους ζηλεύεις: ευχαριστημένοι με τα άκρως απαραίτητα. Γιατί ανατροφή, σημαίνει, Να αγαπάς, όπως η ωραιότερη μπαλάντα, Που ακόμη δεν άκουσες.

ΑΝΟΙΞΗ (Μπορεί μια αγάπη σαν αυτή, Να εμπνεύσει ξανά, Εμένα; Μήπως έχει κάποια αξία). * TOSCA Πες μου σε ποιο κλαδί, Γιγάντιας σεκόγιας, Να σε ψάξω, Έτσι όπως ανέβηκες εκεί πάνω. Αν η αγάπη, Δικαιολογεί τέτοιου είδους ξεσπάσματα, Ανάλογα του πάθους Μίας γυναίκας Ονόματι TOSCA. Αυτόματα θυμήθηκα, Να με οδηγεί ο πατέρας, Στο σπίτι μιας συγχωριανής του, Κοντά στο πατρικό μας. Σ ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρο, Ενάμισι επί δύο μέτρα, Μ ένα κρεβάτι, μόνο, Όπου έστεκε κατάκοιτη Μια συγγένισα μας, γριά. Κάπως έτσι, Δεν είναι η αγάπη; Αγάπη ατομική, Υψηλά οδηγημένη. Αγάπη αποκλειστική. Αιώνια, ως ένα.

κατήφεια Τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα στην πόλη θυμίζουν Στάση στην παραλία Για μπάνιο. Γνωρίζουν από μόνα τους Την κατήφεια της πόλης. - είδα και κοπέλες, νέες, υπαλλήλους του δήμου να καθαρίζουν τα πεταμένα μας σκουπίδια. Πωλείται Ζούμε σε μια πολιτεία, όπου όλοι, Επιθυμούν, προσοχή μας. την Χρειάζονται, περισσότερο, τα χρήματα μας. περισσότερο, Απ όσο οι ίδιοι, τα προϊόντα τους. Βιώνω ένα κλίμα Ακόρεστής ανάγκης Ν ακουστεί η διδασκαλία, Απ όπου, Και αν προέρχεται. * Πόσο, γρήγορα, Διαθέτουν, Χρόνο και διάθεση. Μήπως και δεν πιστέψουμε, στον εαυτό τους!

2005 Να ταν το καινούριο σου κοστούμι για τις γιορτές, Μια σταθερή -σε βάσεις- Κατοικία. Που μια δεκαετία, μας πέταξε στο δρόμο, ο σεισμός. θύματα, συνέχεια, του θαύματος που αποκαλείται Κράτος. Είναι το κρύο, Προνόμιο των φτωχών, Να ταν, λες, Σε κάποια άλλη γειτονιά. Να μην συναντάς, νεκρούς, αστέγους. Που ούτε τα ζεστά χνώτα, των αδέσποτων, Δεν μπορούν να φέρουνε, Πίσω. Στη θέα του ουρανού, με τα εκατομμύρια χρώματα, Που ενδιαφέρεσαι να κοιτάς, Σαν δεν είσαι μόνος, Χωρίς χρόνο, Να μετράς χρήματα. Καλωσόρισμα Μόνο μια γάτα, ήξερα, Που δεχόταν, ανθρώπινο, χάδι. όπως το πρόσωπο, που μας πρόσεξε. Τόσο καθαρό, μέσα του, Όπως η πατάτα, - κάτω από τη φλούδα.

- - Μου λείπει. Να είναι το σπίτι, Ν αργεί, χειμώνα, Να ξημερώσει. Η πνοή Γεμάτο. Να μην απαντά, ο άλλος, Στ όνομα του. - Εκεί που σε είδα. Άραγε, - Ο κόπος. Τι μπορεί να πει κανείς, Η προσπάθεια. Η αναχαίτιση. όταν βρίσκονται, όλα, Να μην συναντάς τον πόνο. Τα λόγια, με λίπη, καμένα. * Στη θέση τους. Τοποθετήθηκαν, πάνω από το τσιμέντο. Πάνω από τη μέση, του κορμού,

Μα χωρίς, καθόλου, Πόδια. (Μα η ζωή, μαθαίνει και γεννιέται, Δίχως, καμία στήριξη). Από τη μοναξιά τους. Ενόσω, όλα, βρίσκονταν στην θέση τους. Την είδα στη γωνία, Ενόσω έστριβε, Την ακολούθησα, όσο μπορούσα. Με όση απόσταση της άφηνα, Μήπως κι εκείνη, Γυρίσει και κοιτάξει. Φόραγε κάτι, - από το καλούπι του καθενός.

Δωρεάν Η ζωή είναι, κείνη η όμορφη, αίσθηση-μυρουδιά, του αχνιστού, φρέσκου ψωμιού, από φούρνο. Η θέα του ηλιοβασιλέματος, που όμως απαιτεί κόπο, Μεταβαίνοντας στο κατάλληλο σημείο, θέασης. οι ταινίες αγάπης, Που λίγοι όμως, Προτιμούν να βλέπουν. Η ανάγκη να γράφεις ποιήματα, Μιας και κανείς δεν μπορεί να σου πουλήσει, από πριν, όσα πρόκειται να αισθανθείς, Καταγράφοντας τα.. Η ανάγκη να γευτείς κάθε τι, Την περίοδο ωριμότητας του. Κείνο το δωρεάν, μιας παρέας, Ικανής, Να αποδέχεται, το δικαίωμα καθενός, Να αναπνέει. Να χει καρδιά, Αισθήματα. Χιούμορ. Περιόδους απομόνωσης Ενόσω δεν θέλεις να βλέπεις κανένα. Αν και τότε, Αρνείσαι το φως της ημέρας Το ίδιο το οξυγόνο. Τα μαθήματα ανθρωπιάς. (Πότε ο ήλιος έξω, είναι αρκετά δυνατός, ενοχλώντας σε κάπου. Έπειτα από λίγο, ένα σύννεφο φέρνει την ισορροπία, Να αποδέχονται τα μάτια, του δωματίου τα διάφορα). Προκειμένου να θέλεις, να προσπαθείς Για κάτι. Το πιο απλό. Όπως η σκέψη. Η κάθε εμπειρία, ανά εποχή. όπως να θες να κάθεσαι κάτω από δέντρα, Καλοκαίρι. Δωρεάν δίδεται, η θέα όσων βλέπουν τα μάτια σου. Η όψη π.χ. μιας όμορφης Γυναικείας, σιλουέτας, Αν και δε τις προτιμάς, για το μυαλό τους. Είναι σαν συντριβάνια, στην έρημο μιας άσχημης πόλης. Που ποθεί το ωραίο, Εκτός από τα αληθινά συναισθήματα. Η δωρεάν ομορφιά,

της όψης, Ενός άντρα και μιας γυναίκας, Ενόσω κάθονται, κάπου, Μαζί. Η ανάγκη μου να τη δω, αδύναμη σωματικά, Γιατί είναι τόσο όμορφη, κι αγαπημένη, σ εμένα, Η γυναικεία παρουσία, -για να συμπεραίνουν ορισμένοι, Πως μόνο αγάπη, έχω, μέσα μου. Φορές, παραμένει απροσδιόριστη η περιγραφή, Από το κοκαλάκι της νυχτερίδας, Να δημιουργείς μια σχέση. Παράλληλα μ ένα συγκεκριμένο είδος, ανθρωπιάς, Να ξεχνάς τα πάντα που έζησες. Τούτο ποθεί η ίδια η σιωπή, Που αφήνεις μόνη, γι αρκετό διάστημα χρόνου -σαφώς γιατί όταν κοιμάσαι, Πάλι μόνη, μένει, Εκείνη. Παρομοίως η γυναίκα Που λες: αγαπώ, Αφήνοντας τη μόνη, Εκεί, στους δρόμους, Τα πάρκα. Τους χώρους σίτισης, Ξενοδοχείων. Μόνες να κοιτούν ένα άδειο τοπίο, από συντροφικότητα. Ίσως γιατί Το παιδέψαμε αρκετά, Να μην είμαστε μόνοι, Νοθεύοντας τις δωρεάν επιθυμίες, τις αγνές, της καρδιάς, Με προσμείξεις, θέλω, τρίτων, Που δεν θα αισθανθούν, ποτέ, όπως εμείς. Σε χαρά ή λύπη, Μιας και κάθε άνθρωπος, μοναδικός. όπως η κάθε γλώσσα, Η αύρα να χεις Πατρίδα, Συγκεκριμένο DNA, ελπίζοντας λίγο έστω, για το αύριο, Κείνο που θέλει, να πνίξει η Αποκάλυψη, γιατί σαφώς ο Θεός, δεν ήτανε ποτέ του, ελπίδα. Έπρεπε να τη βρούνε, μόνοι τους, οι άνθρωποι. Μες την ευτυχία, Να χεις το ταίρι σου, Μόνοι σας, στο δωμάτιο, Που σας φιλοξενεί. Ως δικαίωμα, Ελεύθερης, δωρεάν, έκφρασης. Δωρεάν χαρίζεται η καλοκαιρινή, απογευματινή, δροσιά, όπως η ανάγκη Να χεις τα χέρια, επάνω μου. Είναι δυνατόν να κρύβω κάτι αληθινό, που αισθάνομαι; Ρωτάς. Εκτός πιθανόν, από περιστατικά -γλυκιά μου άνοιξη- Στα οποία ντρεπόμαστε να αναφερθούμε, Επειδή δεν συνοδεύονταν από συγνώμη

Το στυλό αντικαθίσταται. Το μελάνι, αναφέρεται, πονά, θίγει -ενώ φορές δε θα πρεπεοικογενειακές κακουχίες. Τότε θα έπρεπε να πάψουμε Να είμαστε, άνθρωποι. Πόσο τυχεροί στ αλήθεια για τούτο το χάρισμα της ύπαρξης. Κωπηλατώντας στις καθημερινές αισθήσεις τα αρώματα -να που θυμάμαι το δικό σου. Γι αυτό είσαι γυναίκα. Δημιουργικό να υπάρχεις. Σα τα μικρά, τηλεοπτικά κανάλια, στα οποία ο λαός, φτάνει -πεζός ελεύθερα, επίσης, εισέρχεται, ως φίλοςή αποστέλλει τηλεφωνικά, την όποια γνώμη, Που είτε θίγει τον ίδιο, Ή απλά εκφράζει μια ειδική ή γενικότερη Κατακραυγή, Λόγω κοινωνικής αδικίας και ανέχειας. Αμφιβάλλω αν θα μπορούσα, Να χα στα ενδιαφέροντα μου, μόνο την κατάκτηση Μιας Α καριέρας, Συσσωρεύοντας χρήμα, Ή απλά ζώντας μόνο για να δουλεύω, σπαταλώντας κατόπιν, τον ιδρώτα μου -τα λιγοστά χρήματασε ποτά ή άλλα ξενύχτια. Αν δεν έγραφα, Προσωπικά, θα αισθανόμουν ένα τίποτα. Άχρηστος μες τις καταχρήσεις, που φυραίνουν το νου, όπου τίποτα δεν είναι δωρεάν. Μήτε τα έξοδα του γάμου. οι σταθεροί λογαριασμοί, η εφορία -γιατί έτσι..πρέπει.. Επειδή ο αριθμός φαίνεταιτων φορολογουμένων, Είναι μεγαλύτερος, απ όλα μαζί, τα κέρδη, Των μεγαλοεταιρειών που ρουφούν τον κόπο των χαμηλομισθωτών. Αυτοί ακριβώς, που πιστεύουμε, Πως επειδή ζούμε, ακόμη, οφείλεται στην ελεύθερη βούληση μας. Επειδή κάπου, Δεν μας έπνιξαν ακόμη, τα χρέη. ούτε η καταπόνηση του οργανισμού, απ τα ξενύχτια; Έχεις δεν έχεις, χρήματα. Γιατί υπάρχουν και κορόιδα, που πληρώνουν. Μα ποιος, σήμερα, Ζει για να δουλεύει, Επιστρέφοντας σπίτι, Μόνο και μόνο, για τις δουλειές του καλοκαιριού, Είτε είσαι άγαμος, Ή οικογενειάρχης, Απασχολούμενος αναγκαστικά, με την τάξη στο σπίτι, Αν μεγαλώνουν παιδιά. Διαβαίνοντας σε μια πόλη, όπου το μόνο δωρεάν, Είναι ορισμένα τοπικά λεωφορεία, η κίνηση ποδηλατών, σε λεωφορειολωρίδες. Να περπατάς όταν μπορείς.

Γιατί αν μιλάς κατά της αδικίας, σε μια πόλη με ταξικές ανισότητες, ο πρωθυπουργός δίνει εντολή, να παρακολουθείσαι, από ανόητους αστυνομικούς, ακόμη και δεκαπέντε από αυτούς, απασχολούμενοι αναίτια, σε πολίτη που απλά λέει τη γνώμη του, κι ύστερα πάει και κλείνεται σπίτι. Η ενημέρωση είναι δωρεάν. Το ξύλο από τα ΜΑΤ, κατά μανάδων, παππούδων, εργαζομένων, εξίσου δωρεάν. Δωρεάν και η νοητική αντίσταση, Κατά κάθε πούστη, Που είτε κυβερνά, Είτε κατέχει χώρους αναψυχής ή εταιρείες. Η έκφραση είναι δωρεάν. Η ποίηση δεν είναι απαραίτητα, ευγενική. Δεν έχουμε όλοι, χρήματα. Έχουμε όμως την ομιλία. Δεν γίναμε Πάσαρης, Επειδή απλά, η εξυπνάδα δεν απορροφήθηκε, δημιουργικά, Μα εγκληματικά. Το Κράτος φταίει, γιατί νέοι άνθρωποι Καταλήγουν στην παραβατικότητα. Αν ζουν, ανάμεσα σε προκλήσεις, π.χ. στο κάμπινγκ, Πατέρας ν ανέχεται, το μικρότερο παιδί, Ν ακούει από τη διπλανή σκηνή, Τους ήχους ορισμένων που πηδιούνται. Δεν αποκλείεται και ιδίου φύλου, μεταξύ τους. Εκεί καταντήσαμε ως Κοινωνία. Κάπως έτσι στη δίνει, Ξεκινώντας η παράνοια. Αφού δωρεάν είναι η σκέψη, οι αποφάσεις, Λιγότερο ο χρόνος, για να σκεφτείς λογικά, Έως του σημείου, Τι άλλο ακόμα, Πρέπει, να στερηθείς, Ώστε να φτάσουν τα χρήματα, Χάρη στο ψωρομισθό. (Κοίτα να δεις, που αγαπάς αυτή τη Πατρίδα, Δεν γνωρίζεις, επίσης, ξένη γλώσσα, Ώστε να μετοικήσεις, σε άλλη χώρα, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Που, άραγε; Με τι μέσα; Μια Ελλάδα, που μισεί τους πολίτες της. Φεύγοντας, θα συναντήσεις, ομογενείς;). Επειδή είναι γεμάτη η Ελλάδα, με ανθρώπους, στους δρόμους, που εύκολα καθυβρίζουν, Δίχως να φοβούνται, Μη πέσουν σε αντιδραστικό, ο οποίος, θα τους αφαιρέσει τη ζωή, με όποια πρόχειρα μέσα, διαθέτει. Θέλοντας και μη, δεν αντιδρώ. Δεν μπλέκω. Κάτι με βαστά απ το πέτο, Διαφορετικά θα λυσσομανούσε, το επί τόπου, καθυβρισμένο, τώρα, Χαράζοντας ζωές και αντικείμενα. Ευτυχώς είμαι ήρεμος, Υποταγμένος στο σταυρό μου, Τα χαμένα μου νειάτα, Σ όσους, μες την οικογένεια, με ανέχονται, Γιατί ξέρουν πως με έχουν ευνουχίσει, Ελέγχοντας με εσαεί. Επειδή ποτέ τους δεν διέκριναν πως η ελευθερία απαιτεί να ξοδέψεις σκέψη, Ν αφήσεις τον άλλο, δεν είναι δωρεάν. Σα πλησιάζει το κερασάκι στην τούρτα,

απλά αλλάζεις κι εσύ, Γιατί ναι δωρεάν, είπαμε η σκέψη, Ιδίως όταν γίνεται πράξη, Με αγώνα προς ανεξαρτησία. Η ζωή είναι όπως μια ταινία, που απαιτείς να σε κρατήσει, έως τέλους. Μας απασχολεί περισσότερο, τι καλό θα βρουν, οι άλλοι, σ εμάς, Παρά να πλάσουμε, δημιουργικά, μόνοι, το είναι μας. Άραγε πως. όντας ευνουχισμένοι. Ανολοκλήρωτοι. Ταπεινωμένοι. Δίχως χρήματα. Τις ανέσεις των άλλων, που σε πουλάνε και σ αγοράζουν, όπως αναφέρει ο λαός. Έχοντας αυτοί, το αποκλειστικό δικαίωμα, Στην λογική και την ωριμότητα, Στεγνοί από αισθήματα. Λαϊκή καταγωγή, Γήινη. όπου χαίρεσαι να είσαι ο εαυτός σου. Πότε αδύναμος, πότε χαρούμενος. Άλλοτε, Τα παρατάς. Άλλη φορά, το ξανασκέφτεσαι. Δωρεάν είπαμε, είναι, οι αποφάσεις. (άλλοτε ενοχλούν, σα τις σκνίπες, που περιέργως, τσιμπούν, φορές, πολύ δυνατά). Έτσι όπως ειδικά- μπλέξαμε -Βλέπε τα Άνω. Δωρεάν οι πόθοι. Η περηφάνεια στο ύφος. Το καυσαέριο, Κυρίως εκείνο της νόησης, Όπου η αυθάδεια αποτελεί, πλέον, προσόν, Μετά το να χεις περιουσία. Η λεγόμενη ασφάλεια των γυναικών. Με σπάνια δείγματα, ενήλικων θηλυκών, που ξέρουν να σέβονται, δίχως να βασανίζουν, Μια ευαίσθητη αντρική, ψυχή. (γλυκιά μου, πότε θα βάλεις τα χέρια σου, πάνω μου;) Δωρεάν να φέρεσαι με καλοσύνη, Από φυσικότητα. Όχι επειδή πρέπει. Ξεχνώντας ότι έχει συμβεί έως τώρα. Εγώ πάλι, γιατί σκέφτομαι συνέχεια, εσένα; Με μια παιδική αφέλεια, και συγκίνηση, Επειδή θέλεις κι εσύ, να κρατάς στα χέρια σου, Κάτι που αγαπάς. Έτσι είναι από τη φύση φτιαγμένο. Δύο φύλα (που περιμένουν το καθένα, σπίτι του, να επισκεφτεί η αγάπη, τα δωμάτια που είδαν, πόνο, χαρά. Τον ήλιο κάθε τόσο, να φωτίζει τις χαραμάδες στο παράθυρο, Επειδή τούτη έχει, υποχρέωση. Τα δωμάτια κι η διαρρύθμιση, Που μόνο η μουσική, φορές, Ομόρφυνε, αντικαθιστώντας το φύλο που έλειπε, στην απέναντι καρέκλα, στη δική, ασχολία). Το καθεστώς που επιφέρει η ενηλικίωση, Το πρέπει της συνουσίας. Άραγε τι χρώμα έχει τούτο το θέλω, αν είναι ευνουχισμένο; Δες το. Κάπου γυροφέρνει, Μες σε καπρίτσιο, Πως και καλά, Πρέπει να ευχαριστούμε που μας ελέγχει κάποιος. Δε φτάνει που μεγαλώνουμε λίγο ακόμη. Ποιος θα μας δώσει το χαμένο χρόνο, που θα πρεπε να κινητοποιηθούμε.

Σε κάθε γειτονιά, Που θα πρεπε να χει μία σημαία, Κείνη της συναδέλφωσης -όχι το αντίθετο. Θεωρούμε δεδομένο, Πως θα βρούμε κάποιο άτομο Να μας πει: η ζωή είναι ωραία. Κοίτα να δεις που χωρίς χρήματα, Τούτη η άποψη, κάπου, χωλαίνει. Σαφώς η διάκριση ορισμένων, Να παρατηρούν τις ευκαιρίες, στη ζωή, Πάντα, κάποιου άλλου. αισιόδοξοι πάντα, στη ζωή κάποιου άλλου. Πάντα κάποιος ν απολυμαίνει την πόλη -χωρίς να προσπαθεί ν ανακυκλώνει Ως σύγχρονος πολίτης που δεν τον κούρασε η ηλικία, Κρατώντας φυσικά, τις παλαιότερες αξίες, Να βγαίνουν τα παιδιά, να κοινωνικοποιούνται στις γειτονιές. Πλησιάζοντας στην ώρα του, Κάθε βράδυ. Άλλοι θα πάνε για ύπνο. Λιγότεροι θα κάνουν έρωτα -σα να κρατούν το πιο εύθραυστο λουλούδι, στα χέρια τους. Υπερτερούν εκείνοι, που ποθούν μια αγκαλιά, Λένε: είναι απαραίτητο. Μόνο κριτική δέχονται από τους άλλους, που όλα τα έχουν, Τυφλοί και κουφοί από τα μικρά πράγματα -ευτυχώς υπάρχει μεγάλη ποικιλία, ποιοτικής μουσικής, Να παρηγορεί το απόγευμα, Την ίδια την ποίηση. Βρίσκοντας φράσεις Να προσθέτεις στο χειρόγραφο, Καθαρογράφοντας τις, στις στρογγυλές σιδερένιες πλάκες, του σκληρού δίσκου, μες τον υπολογιστή. Που δε φοβήθηκε, ποτέ, την ενηλικίωση. Οι άνθρωποι μόνο, φοβούνται, Π.χ. να πουν: μου αρέσει όπως γράφεις. Ιδίως αν το πεις σε γυναίκα, Επειδή παρεξηγούνται εύκολα, μάτια μου, Οι άνθρωποι. Ευτυχώς, τους μένει εκείνη η ψίχα, της φυσιολογικής άμυνας, Να μη τους την πέφτει, ο πάσα ένας Που ναι σωστό, Τονίζοντας τη λέξη αξιοπρέπεια. Σα τις στιγμές Που μέσα σου αλλάζει κάτι, Λες: καλυτερεύει το τώρα, Μέσα μου το αισθάνομαι. Τι βγαίνει όμως, τελικά, από αυτό, Ή μένουν μόνο, τα λόγια; Κοιμάσαι φορές, Με την ανησυχία, Τι είναι η ζωή, Πέρα από το να κάνεις Δική σου οικογένεια. Για σένα. όχι γιατί πρέπει, να αγαπάς επειδή το θέλεις, όχι επειδή πρέπει Τόσο απλό μα ανεπίκαιρο, σα τα χαριτωμένα γράμματα, που ξεκινούν, όχι με κεφαλαίο, μια πρόταση, Λόγω δικής σου επιλογής, Να δείξεις, πως το απλό, είν το μικρό -όπως η ανάγκη επικοινωνίας. Τούτα τα λόγια ας πούμε, που συμφώνησαν να βρίσκονται μαζί, σε κάτι που ονομάστηκε, ποίημα,

Κοιτώντας τον εαυτό του όπως είναι. Συμπεραίνοντας πως τελικά, Δεν συμφωνούν τα χαρίσματα, Που πίστευες, μέσα σου, Πως κατείχες. Σα τις στιγμές που σκέφτεσαι, Παίρνοντας τη σκυτάλη ένα επόμενο μουσικό κομμάτι: Για δες, Δεν συμφωνεί με το γούστο μου. Θα θελα κάτι άλλο, Με παρόμοια αίσθηση, Σα κάθε ώρα, αναγκαστικά, Να αποπνέει κάθε τώρα, με οριστικό θέλω. Ας πούμε: κάθε πρωί, Ο καθένας πάει στη δουλειά του. Η εικόνα του περιπτερά, που τακτοποιεί τις εφημερίδες. Άνθρωποι στις στάσεις. Γιατί να πρέπει να αναφέρεις, κάθε τι, που από μόνο του, ως απλό, περιφέρεται σαν τον άνεμο ας πούμε. Ορισμένα όμως, πρέπει να τα λες, ή να αφήνεις το άλλο πρόσωπο, Αφότου σε εκτιμήσει, να θελήσει να πάτε ένα περίπατο. Ακόμη και η αγάπη είναι με όρους Εκεί καταντήσαμε. Κανείς δεν εξαιρείται. Είτε αρέσει είτε όχι. Εμένα κανείς δεν με ρώτησε, Γιατί πρέπει ας πούμε, Τα νειάτα να διαρκούν τόσο λίγο, Έπειτα να φθειρόμαστε, Θεωρώντας τα σαράντα, Το ξεκίνημα των γηρατειών. Είναι λεία η επιδερμίδα, Μιας 25χρονης; Ρωτώ εσάς, Που το ζήσατε. Οι διακριτικοί να απαντήσουν, Σα να χαν απέναντι τους, ένα φίλο. Αν είναι δε, καρδιακός, Να δω πως δεν θα τον πληγώσεις. Αν του δείξεις την αίσθηση, Να ναι κανείς, παντρεμένος. Αν αισθάνεσαι, όντως, ευτυχία. Σα κείνο το θέλω, να συναντάς ανθρώπους, Ως δικαίωμα τους, παρομοίως, Να περιφέρονται στην πόλη. Ίσως αν δεχτούμε Πως οι γονείς μας κουράστηκαν, Ν αποδεχτούμε και οι ίδιοι, τη ζωή όπως είναι. όλο καταστάσεις συμβαίνουν. Βιωματικό παρόν, του καθενός, Επαγγελμάτων που αγνοούμε τον κόπο, Ότι υπάρχουν, ακόμα ακόμα. Μόνο σε ορισμένα, παλιά, λαϊκά, τραγούδια, Αναφερθήκανε. Επειδή η ζωή είναι κάθε στιγμή, Όχι δυο τρεις, μήνες, Πριν τις εκλογές, Ενόσω ο πρωθυπουργός δίνει εντολή: Δείξτε ενδιαφέρον στους πολίτες. Εμείς οι πολίτες, Μεις μόνο, Γνωρίζουμε την ύπαρξη, του ήλιου στις χαραμάδες των παντζουριών. επιλέγουμε μικρά γράμματα, για να ξεκινήσουμε μία πρόταση. Αγαπάμε κάθε χιλιοστό της Πατρίδας, Παρατηρώντας σα σε μικροσκόπιο, Όλες τις ποικιλίες ζωής, μέσα στο χώμα.

Στα εσωτερικά μας θέλω, που αναφέρουμε στα ποιήματα, Βρίσκοντας τον εαυτό μας, τρυφερά, Μόνο όταν μιλούμε για αγνή αγάπη. Σαφώς όπως μιλά ο Νικηφόρος Βρεττάκος, για την κοσμογυρισμένη ποίηση, που αποτελεί όπως γράφει: η στολή της ψυχής. Αν είναι δυνατόν να το πεις πιο γλαφυρά. Σκέφτεσαι, συλλογίζεσαι, Αν πρέπει να μιλάς συνεχώς, τρυφερά, Να λυγίζουν οι ανθρώπινες ψυχές, Θεωρώντας κατόπιν, φυσικό, Να ναι ευγενικοί. Για το θέλω το δικό τους, μέσα. Μήπως δω τους ανθρώπους Να θέλουν να είναι, φίλοι, μεταξύ τους. Με φυσικότητα. Σα τη στιγμή, τώρα, της έλλειψης, Να μην έχω την αγκαλιά που χω ανάγκη. Αναρωτιέμαι τι αισθάνεται μια γυναίκα, όταν είναι μόνη. Σα να ναι κόσμος, τόπος, άλλος. Κάπου όπου πρέπει ν ανασηκώσεις το μαξιλάρι, αν σου δοθεί τούτο το δικαίωμα, Να βρεις το απαλό μυστικό Που πάντα είναι: να περιμένεις, αγάπη. Η αίσθηση που ζητά, Συ, Να χαμηλώσεις, να ακούσεις, Κάτι τόσο ποιοτικό. Φορές, αφήνεις το τραγούδι Να μιλήσει για σένα. Δεν έχεις κουράγιο να συνοδεύεις Τα λόγια που μιλούν από μόνα τους, για πόνο. Κι ο μοναχικός γνωρίζει την ομορφιά της θάλασσας. Είναι τόσο μουγκές οι ώρες, της μοναξιάς. Σα παλάμη στο πρόσωπο, που δεν αισθάνεσαι την ύπαρξη της. Περιμένοντας απ τον Θεό, Λίγη αγάπη. Μόνο τότε ομολογείς τα λάθη. Μόνο τότε λες όλη την αλήθεια. Έπειτα, ή κουρνιάζεις στο κρεβάτι, Η απλά συνεχίζεις. Μια ζωή απορίες που δεν εξηγήθηκαν. Ποιοτική μουσική που δεν άκουσες, Ως ταίρι άλλου προσώπου. Επειδή δεν είδα, φαίνεται, την αγάπη των δικών μου. η κάθε μέρα, όμως, είναι, όπως κάθε μέρα. Χωρίς τίτλους ή κύπελλα Ή ανάγκη να γίνεις διάσημος. Μήπως μάθουν τι έκανες τόσα χρόνια, Μόνος, Κει που ακουγόταν η ποιοτική μουσική, Κει που μόνο το σπίτι, Περίμενε καθαρότητα. η μουσική που προκαλεί ανατριχίλες, εσωτερική δηλαδή, συγκίνηση. Φορές, ξεσπά από μόνη της, Μήπως τότε, Σηκώσεις το κεφάλι. Δεις τη ζωή. Χαμογελάσεις. Όλα τα λόγια Που δεν στάλθηκαν στα πρόσωπα