ΑΓΑΘΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΚΛΗΡΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ



Σχετικά έγγραφα
Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

19 ος αιώνας Διάρκεια επανάστασης του 1821 : μετακινήσεις ελληνικών πληθυσμών προς την επαναστατημένη Ελλάδα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...9 Βραχυγραφίες...13 Εισαγωγή: Οι µουσουλµάνοι της Ελλάδας την περίοδο

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Κυριακή 6 Απριλίου 2014 ΟΜΑΔΑ Α

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ( )

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ 2015

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Ειδικότερα: Ο Εδαφικός Διακανονισμός της Συνθήκης της Λωζάννης και η Νομολογία Διεθνών Δικαιοδοτικών Οργάνων. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

Ένας «γυάλινος τοίχος» για τις Ευρωπαίες

ΙΕ Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Δοκιμίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» σχολικού έτους

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0122(NLE)

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

Μετανάστευση. Ορισμός Είδη Ιστορική αναδρομή

Υπογράφηκαν μετά από διαπραγματεύσεις και ρύθμιζαν τα επίμαχα θέματα στις σχέσεις Ελλάδας Τουρκίας Δεν εφαρμόστηκαν ποτέ: Ιούνιος 1925 Δεκέμβριος 1926

Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων

για τα 30 χρόνια από την ίδρυση της Ένωσης των Ευρωπαίων ικαστών για τη ηµοκρατία και Ελευθερίες [MEDEL].

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

Αλλοδαποί και παλιννοστούντες μαθητές στην ελληνική εκπαίδευση. Αθήνα 2003

Διακήρυξη της Μάλτας, από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, για τις εξωτερικές πτυχές της μετανάστευσης: το ζήτημα της διαδρομής της κεντρικής

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 2 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Ένοπλη αντιπαράθεση στις αρχές του 20ου αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια ( ) Ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς και περί το τέλος του

ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΑ.Λ. (ΟΜΑ Α Β ) 2012 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Διεθνής Οργανισμός είναι ένα σύνολο κρατών, που δημιουργείται με διεθνή συνθήκη, διαθέτει μόνιμα όργανα νομική προσωπικότητα διαφορετική από τα κράτη

PROJECT Β 1 ΓΕΛ. Θέμα: Μετανάστευση Καθηγήτρια: Στέλλα Τσιακμάκη

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. Κράτος μέλος: Ελλάδα. που συνοδεύει το έγγραφο

Η ιστορία του Μειονοτικού Δημοτικού Σχολείου Μάστανλη Κομοτηνής. Εργασία των μαθητών/τριών του Τμήματος ΣΤ 2

Κεφάλαιο 5. Η Θράκη, η Μικρά Ασία και ο Πόντος, ακµαία ελληνικά κέντρα (σελ )

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

«Ο λαός συμμετείχε.. παρατάξεων» «Οι ορεινοί πλοιοκτητών»

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET07: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΕΣ ΒΙ.ΠΕ. ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της επιτροπής καταπολέµησης της απάτης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ. Εργασία της μαθήτριας Έλλης Βελέντζα για το πρόγραμμα ΣινΕφηβοι

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET06: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΑ ΜΕΣΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Θέμα: Γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και καθολικών πριν τεθεί σε ισχύ ο Αστικός Κώδικας

Τοποθέτηση στο round table discussion. «Σεμινάριο για ζητήματα ιθαγένειας και ανιθαγένειας» ημερομ. 7/10/2015, Συνεδριακό Κέντρο Φιλοξενία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Γενικών Λυκείων

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET05: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET04: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

Συχνές Ερωτήσεις για τον Κώδικα Δεοντολογίας του ν.4224/2013

Προτεινόμενα Θέματα Ιστορία Γενικής Παιδείας

ΚΥΠΡΟΣ. ακόμα υπό κατοχή ακόμα διαιρεμένη

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET05: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET04: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET07: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΕΣ ΒΙ.ΠΕ. ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Β-4: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

Η Σύμβαση της Χάγης της 13 ης Ιανουαρίου 2000 σχετικά με τη διεθνή προστασία των ενηλίκων

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΟΥ ΥΠΑΤΟΥ ΑΡΜΟΣΤΗ ΤΟΥ ΟΗΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ. [ Απόφαση 428 (V) της Γενικής Συνέλευσης της ]

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-2: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΕΣ ΒΙ.ΠΕ. ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ

Αγαπητοί συνάδελφοι Δήμαρχοι, εταίροι στο πρόγραμμα

Aπαντήσεις Ιστορίας Θεωρητικής κατεύθυνσης

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET13: ΤΟΜΕΑΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ (ΑΠΑ)

1 Η Ελλάδα ζήτησε τη συνδρομή της Κοινωνίας των Εθνών, προκειμένου να αντιμετωπίσει ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (ΕΑΠ)

γ. (σσ ). Η επιστροφή των προσφύγων στη Μ. Ασία ξεκίνησε [ ] ελληνικής κυβέρνησης.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET06: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΑ ΜΕΣΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

PUBLIC Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 2. ΤοκράτοςδικαίουείναιμίααπότιςβασικέςαξίεςπάνωστιςοποίεςεδράζεταιηΈνωση.

Πανελλήνιες ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Ιστορία Γενικής Παιδείας. Σαβ ΟΜΑ Α Α. Θέµα Α2

«Ευθύνες Πρύτανη για την παρούσα κατάσταση στο ΕΚΠΑ»

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α Α

Σύμβαση για την ίση μεταχείριση ημεδαπών και αλλοδαπών στην κοινωνική ασφάλεια, 1962 Νο

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ Η Ε ΗΣΙ ΑΙ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕ ΙΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤ ΙΑ ΑΤΕ Θ ΝΣΗΣ ΠΑ ΑΣ Ε Η 29 ΑΪ 2015

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2016 Β ΦΑΣΗ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑ Α Α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ο H ΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ 6.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ανάμειξη των παιδιών σε ένοπλη σύρραξη

15206/14 AΣ/νικ 1 DG D 2C

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: 2018

Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία της Ευρωπαϊκής Κοινωνίας

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Transcript:

ΑΓΑΘΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΚΛΗΡΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ: ΟΙ ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ Η Κοινωνία των Εθνών Η ευρωπαϊκή ήπειρος µετά το τέλος του Α Παγκοσµίου πολέµου διέφερε σηµαντικά από εκείνη του 1914. Η πιο αξιοσηµείωτη µεταβολή στάθηκε αναµφίβολα η διάλυση των τριών µεγάλων πολυεθνικών αυτοκρατοριών, της Αυστροουγγαρίας, της Οθωµανικής αυτοκρατορίας και της τσαρικής Ρωσίας, και η µετεξέλιξή τους σε µία πληµµυρίδα από εθνικά κράτη. Η καταπίεση των µειονοτήτων στις αυτοκρατορίες αυτές και τα συνεπακόλουθα εθνικιστικά κινήµατα συµπεριλήφθηκαν ανάµεσα στις βασικότερες αιτίες για την έκρηξη του Μεγάλου Πολέµου. Αλλά το νέο εδαφικό status quo του ευρωπαϊκού χάρτη ελάχιστα είχε συµβάλει στην εξοµάλυνση των εθνοφυλετικών ανισοτήτων. Το δόγµα «κάθε έθνος το κράτος του» απείχε πολύ από την πραγµατικότητα. Οι µειονότητες εξακολουθούσαν και µετά το 1919 να αποτελούν τον µόνιµο πονοκέφαλο των διπλωµατών, διαιωνίζοντας τις αντιπαλότητες µεταξύ των κρατών. Η θέση των µειονοτήτων µέσα σε µία διαιρεµένη Ευρώπη και υπό ένα καθεστώς επισφαλούς ειρήνης, απασχόλησε ιδιαίτερα το στρατόπεδο των νικητών. Με τη δηµιουργία της Κοινωνίας των Εθνών θεσπίστηκε για πρώτη φορά ένα συλλογικό σύστηµα προστασίας των µειονοτήτων, όπου οι διµερείς ή πολυµερείς συνθήκες αντικαταστάθηκαν από την ανάληψη δεσµεύσεων έναντι του διεθνούς αυτού οργανισµού. Ο αριθµός των µειονοτικών πληθυσµών στη µεσοπολεµική Ευρώπη, στις αρχές της δεκαετίας του 1920, υπολογίζεται χονδρικά σε 35.000.000 άτοµα, από τα οποία τα 26.500.000 διαβιούσαν στην Ανατολική Ευρώπη και µόνο τα 8.500.000 ζούσαν στη Δυτική Ευρώπη. Σκιτσογραφική αναπαράσταση της συνύπαρξης των εθνοτικών

Ωστόσο, σύµφωνα µε τις αποφάσεις της Κ.τ.Ε., οι µειονότητες που έχριζαν προστασίας, εντοπίζονταν µόνο στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης. Αντίθετα για τη Δύση, παρά και τον εκεί παρατηρούµενο πολυκερµατισµό, δεν προβλεπόταν καµία ενέργεια. Οι ισχυροί, κυρίως οι Αγγλογάλλοι, είχαν επιτύχει και πάλι να επιβάλλουν τους όρους τους. Τα κράτη που υποχρεώθηκαν να υπογράψουν µε την Κ.τ.Ε. συνθήκη προστασίας των µειονοτήτων τους, ήταν αναµφίβολα όσα είχαν ηττηθεί στα µέτωπα του πολέµου, εκείνα που δηµιουργήθηκαν λόγω της διάλυσης των αυτοκρατοριών καθώς και όσα προσχώρησαν στο σύστηµα αργότερα. Η συνθήκη συγκεκριµένα που υπέγραψε η Πολωνία, στο έδαφος της οποίας κατοικούσαν εκατοµµύρια Γερµανοί και Εβραίοι, λειτούργησε ως πρότυπο και για τα υπόλοιπα κράτη. Σύµφωνα µε τις συνθήκες προστασίας των µειονοτήτων, κάθε κράτος ήταν υποχρεωµένο να παρέχει σε όλους τους µειονοτικούς πληθυσµούς που διαβιούσαν στα εδάφη του πολιτικά, θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και οικονοµικά δικαιώµατα. Παρά τις φιλελεύθερες διακηρύξεις όµως, που πήγαζαν από τις ριζοσπαστικές θεωρίες του Αµερικανού προέδρου Ουίλσον, το σύστηµα µειονοτικής προστασίας της Κ.τ.Ε. απείχε πολύ από το να θεωρείται αντικειµενικό. Έχει εύστοχα υποστηριχθεί ότι η δράση της Κ.τ.Ε. περιοριζόταν απλώς στη διασφάλιση ελάχιστων ατοµικών ελευθεριών για τις µειονότητες. Σε καµία περίπτωση δεν επρόκειτο να επιτραπεί η διασάλευση της ακεραιότητας ενός εθνικού κράτους εξαιτίας των απαιτήσεων µιας µειονότητας. Η Κ.τ.Ε. αρκούνταν στον ρόλο του µεσολαβητή, συνδράµοντας τις κυβερνήσεις να τηρούν τις νοµικές υποχρεώσεις τους. Άλλωστε, τα µέσα που είχε στη διάθεσή της, για να επιβάλλει τις θέσεις της, ήταν περιορισµένα. Σκοπός των µειονοτικών συνθηκών, παρατηρούσε ένας αξιωµατούχος το 1925, δεν ήταν η δηµιουργία των κατάλληλων συνθηκών για τον εξοβελισµό µιας µειονότητας αλλά η διαµόρφωση του πλαισίου για την επίτευξη πλήρους εθνικής ενότητας. Την τήρηση των µειονοτικών δεσµεύσεων επέβλεπε το Γραφείο Μειονοτήτων και ακολούθως το συµβούλιο της Κ.τ.Ε. Σπανιότατα µία υπόθεση µπορούσε να παραπεµφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Το Τµήµα Μειονοτήτων λειτουργούσε µεσολαβητικά ανάµεσα στις µειονότητες και τα κυρίαρχα κράτη. Σε αυτό µπορούσαν να προσφύγουν Η θέσπιση της Κοινωνίας των Εθνών απέβλεπε στην προστα-

Τα «14 Σηµεία» του προέδρου των ΗΠΑ Ουίλσον (1918) «1. Ανοιχτά Σύµφωνα Ειρήνης, στα οποία θα καταλήξουµε µε ανοιχτές διαδικασίες, µετά την υπογραφή των οποίων δεν θα υπάρχουν οποιεσδήποτε προσωπικές διεθνείς κατανοήσεις, αλλά η διπλωµατία θα προχωρεί πάντοτε µε ειλικρίνεια και θα είναι ανοικτή στη δηµόσια θέα. 2. Απόλυτη ελευθερία της ναυσιπλοΐας σε όλες τις θάλασσες, στα διεθνή ύδατα τόσο στον πόλεµο όσο και στην ειρήνη, εκτός κι αν οι θάλασσες είναι κλειστές ολικώς ή µερικώς λόγω διεθνούς πρωτοβουλίας για την εφαρµογή διεθνών συµφωνιών. 3. Η αποµάκρυνση, στο µέτρο του δυνατού, όλων των οικονοµικών εµποδίων και η εγκαθίδρυση ισότητας στο εµπόριο µεταξύ όλων των εθνών που συναινούν στην ειρήνη και συνασπίζονται για τη διατήρησή της. 4. Να δοθούν επαρκείς εγγυήσεις ότι οι εθνικοί εξοπλισµοί θα περιορισθούν στο κατώτερο σηµείο που θα εξασφαλίζει την εθνική ασφάλεια. 5. Μια ελεύθερη, ανοιχτόµυαλη και απόλυτα αµερόληπτη ρύθµιση όλων των αποικιακών διεκδικήσεων, βασισµένη σε αυστηρή τήρηση της αρχής ότι καθορίζοντας όλα τα σχετικά ζητήµατα κυριαρχίας, τα συµφέροντα των ενδιαφερόµενων πληθυσµών θα έχουν την ίδια βαρύτητα µε τις δίκαιες αξιώσεις των κυβερνήσεων, των οποίων ο τίτλος πρόκειται να καθορισθεί. 6. Η εκκένωση όλων των ρωσικών περιοχών και µια τέτοια διευθέτηση όλων των ζητη- µάτων που αφορούν στη Ρωσία για να διασφαλίσουν την καλύτερη συνεργασία των άλλων κρατών του κόσµου, µε σκοπό να της δώσουν µία ανεµπόδιστη και χωρίς δυσχέρειες δυνατότητα να καθορίσει ανεξάρτητη την πολιτική της ανάπτυξη και την εθνική της πολιτική καθώς και να τη διαβεβαιώσουν για το ειλικρινές καλωσόρισµά της στην κοινωνία των ελεύθερων εθνών µε θεσµούς της δικής της επιλογής. Και περισσότερο από το καλωσόρισµα, βοήθεια κάθε είδους που µπορεί να την έχει ανάγκη και να την επιθυµεί. Η µεταχείριση της Ρωσίας από τα αδελφά έθνη της στους επόµενους µήνες θα είναι ένα δυνατό τεστ των καλών προθέσεών τους, της συνειδητοποίησης των διαφορετικών αναγκών της καθώς και της έξυπνης και ανιδιοτελούς συµπάθειάς τους. 7. Όλος ο κόσµος θα συµφωνήσει ότι το Βέλγιο θα εκκενωθεί και θα αποκαταστα- Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τόµας Γούντροου Ουίλσον, συνέβαλε

θεί χωρίς καµία προσπάθεια να περιορισθεί η κυριαρχία του, την οποία απολαµβάνει από κοινού µε όλα τα άλλα ελεύθερα κράτη. Καµία άλλη µεµονωµένη ενέργεια δεν θα γίνει, καθώς αυτή στοχεύει στην αποκατάσταση της εµπιστοσύνης ανάµεσα στα έθνη µε νόµους που τα ίδια έχουν θέσει για τις µεταξύ τους σχέσεις. Χωρίς τη θεραπευτική αυτή δράση, η όλη δοµή και η αξία του διεθνούς δικαίου θα είναι για πάντα εξασθενηµένες. 8. Όλες οι γαλλικές περιοχές θα ελευθερωθούν και τα κατεχόµενα τµήµατα θα εκκενωθούν. Η αδικία που έγινε στη Ρωσία από την Πρωσία το 1871 στο ζήτηµα της Αλσατίας- Λωρένης, η οποία διέκοψε την ειρήνη στον κόσµο για περίπου 50 χρόνια, θα αποκατασταθεί, µε σκοπό η ειρήνη αυτή να διασφαλίσει τα συµφέροντα όλων. 9. Θα επαναρυθµιστούν τα σύνορα της Ιταλίας παίρνοντας υπόψη τις καθαρά αναγνωρίσιµες γραµµές της εθνικότητας. 10. Οι λαοί της Αυστροουγγαρίας, των οποίων η θέση ανάµεσα στα έθνη ευχόµαστε να διασφαλισθεί και να επιβεβαιωθεί, θα αποκτήσουν το καθαρό δικαίωµα της αυτόνοµης ανάπτυξης. 11. Η Ρουµανία, η Σερβία και το Μαυροβούνιο θα εκκενωθούν. Οι καταληφθείσες περιοχές θα αποκατασταθούν. Στη Σερβία θα διασφαλισθεί ελεύθερη και ασφαλής διέξοδος στη θάλασσα. Οι σχέσεις ανάµεσα στα διάφορα βαλκανικά κράτη θα ορισθούν από φιλικά συµβούλια µε βάση τις αρχές των συνειδήσεων και των εθνικοτήτων. Θα δοθούν επίσης διεθνείς εγγυήσεις για την πολιτική και οικονοµική ανεξαρτησία καθώς και την εδαφική ακεραιότητα των βαλκανικών κρατών. 12. Η τουρκική αναλογία της τωρινής Οθωµανικής αυτοκρατορίας θα επιβεβαιωθεί και θα διασφαλισθεί η κυριαρχία της. Ταυτόχρονα όµως στις άλλες εθνότητες που βρίσκονται τώρα υπό την οθωµανική εξουσία θα διασφαλισθεί το δικαίωµα της ζωής και της απόλυτα ανενόχλητης δυνατότητας για αυτόνοµη ανάπτυξη. Τα Δαρδανέλια θα είναι µόνιµα ανοιχτά σαν ένα ελεύθερο πέρασµα για τα πλοία και για το εµπόριο για όλα τα κράτη, κάτω από διεθνείς εγγυήσεις. 13. Ένα ανεξάρτητο Πολωνικό κράτος θα ιδρυθεί, το οποίο θα περιλαµβάνει όλες τις περιοχές που κατοικούνται από αδιαµφισβήτητους πολωνικούς πληθυσµούς. Θα του διασφαλισθεί ελεύθερη και ασφαλής διέξοδος στη θάλασσα. Επίσης, η πολιτική και οικονοµική του ανεξαρτησία καθώς και η εδαφική του ακεραιότητα θα διασφαλισθούν

από διεθνείς συµφωνίες. 14. Θα πρέπει να ιδρυθεί µία γενική ένωση κρατών µε βάση συγκεκριµένες συµφωνίες, µε σκοπό να παρέχει αµοιβαίες εγγυήσεις για την πολιτική ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα σε µικρά και µεγάλα κράτη ανεξαιρέτως». όσα µέλη µιας µειονότητας έκριναν ότι θίγονταν. Η γραµµατεία εξέταζε το περιεχό- µενο της διαµαρτυρίας, αξιολογώντας αρχικά αν θα την έκανε αποδεκτή. Η ανωνυµία, η βιαιότητα του λόγου και η επανάληψη παρόµοιων περιστατικών αποτελούσαν τις συνήθεις αιτίες απόρριψης µιας καταγγελίας. Σε περίπτωση αποδοχής της, το Γραφείο Μειονοτήτων κοινοποιούσε την καταγγελία στο ενδιαφερόµενο κράτος και ανέµενε την επίσηµη απάντησή του εντός δύο µηνών. Σε αυτό το χρονικό διάστηµα εξελισσόταν ένα διπλωµατικό παρασκήνιο, που περιελάµβανε πιέσεις, ανταλλάγµατα ακόµη και εκβιασµούς, και οδηγούσε συνήθως σε κάποια αµοιβαία αποδεκτή λύση. Σε όσες περιπτώσεις στάθηκε αδύνατη η εξεύρεση συµβιβαστικής λύσης, η υπόθεση παραπέµπονταν στο συµβούλιο της Κ.τ.Ε. Η συγκεκριµένη όµως διαδικασία αποτελούσε σαφή ένδειξη της µεροληπτικότητας της Κ.τ.Ε. έναντι των µειονοτήτων, αφού στο στάδιο αυτό διακόπτονταν κάθε επαφή µε την καταγγέλλουσα µειονότητα, ενώ η υιοθέτηση µιας απόφασης απαιτούσε οµοφωνία, χρειαζόταν δηλαδή η συναίνεση και του καταγγελλόµενου κράτους. Η εξόφθαλµη αυτή πριµοδότηση των εθνικών κρατών προκάλεσε τα δίκαια παράπονα των µειονοτικών πληθυσµών. Κατά τη διάρκεια του 4ου συνεδρίου των ευρωπαϊκών µειονοτήτων, που πραγµατοποιήθηκε στη Γενεύη το 1928, διατυπώθηκαν έντονες διαµαρτυρίες για την αδυναµία της Κ.τ.Ε. να τις προστατεύσει αποτελεσµατικά. Παράλληλα µε την εξασφάλιση µειονοτικών δικαιωµάτων, η Κ.τ.Ε. προωθούσε την πολιτική της ήπιας αφοµοίωσης των µειονοτήτων. Η ευαισθησία της απέναντι στην εδαφική κυριαρχία των εθνικών κρατών φανερώνεται επίσης και από το γεγονός ότι χρησιµοποίησε εναλλακτικά το σύστηµα της ανταλλαγής των πληθυσµών, προκειµένου να επιτευχθεί η πολυπόθητη εθνολογική οµοιογένεια των κρατών. Η περίπτωση της εθελοντικής ανταλλαγής των πληθυσµών µεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας (1919), και της υποχρεωτικής ανταλλαγής ανάµεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία Εβραϊκό παντοπωλείο στην αγορά της Θεσσαλονίκης, της

(1923) είναι ενδεικτικές των προθέσεων του διεθνούς Οργανισµού. Ο µηχανισµός της Κ.τ.Ε. πολύ γρήγορα αποκάλυψε τις εγγενείς αδυναµίες του. Τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, ιδίως η Πολωνία και γενικά όσα κράτη είχαν υποχρεωθεί να υπογράψουν συνθήκες µειονοτικής προστασίας, απαίτησαν τη γενίκευση των µέτρων απειλώντας σε διαφορετική περίπτωση µε αθέτηση των συµφωνηθέντων. Αυτό που κυρίως τα ενοχλούσε ήταν αναµφίβολα η µονοµέρεια του συστήµατος. Άλλωστε, η σιωπή της Κ.τ.Ε. απέναντι στις διώξεις της γερµανόφωνης µειονότητας στο νότιο Τυρόλο από τη φασιστική Ιταλία δικαιολογηµένα αποτελούσε µια πρόκληση. Ιδιαίτερα τα αναθεωρητικά κράτη χρησιµοποίησαν τις δυνατότητες που τους παρείχε η Κ.τ.Ε., επιχειρώντας να ανατρέψουν τα εδαφικά τετελεσµένα των Βερσαλλιών. Είναι ενδεικτικό ότι το Γραφείο Μειονοτήτων βοµβαρδιζόταν καθηµερινά από καταγγελίες των γερµανικών και των βουλγαρικών µειονοτήτων, ενώ και οι διαµαρτυρίες των Αλβανών δεν ήταν λίγες. Η καθολική σχεδόν δυσαρέσκεια σύντοµα οδήγησε στην παρακµή. Το 1935 η υποβολή καταγγελιών ήταν µηδαµινή, γεγονός που οδήγησε τέσσερα χρόνια αργότερα στη συγχώνευση του Γραφείου Μειονοτήτων µε το Τµήµα Γενικών Υποθέσεων της Κ.τ.Ε. Η έκρηξη του Β Παγκοσµίου πολέµου ήρθε απλώς να υπενθυµίσει πως οι µεγαλόστοµες διακηρύξεις του 1919 στις Βερσαλλίες αναφορικά µε το µέλλον των µειονοτήτων, εξακολουθούσαν να παραµένουν ουτοπικές. Οι µειονότητες βρέθηκαν εκ νέου στο µάτι του κυκλώνα. Στιγµιότυπο από την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, στις Το ελληνικό νοµοθετικό πλαίσιο Η Ελλάδα υπήρξε µία από τις πρώτες χώρες, στις οποίες εφαρµόστηκαν οι διακηρύξεις της Κ.τ.Ε. για τις µειονότητες. Καρπός της πολιτικής αυτής στάθηκε η συνθήκη των Σεβρών, στις 10 Αυγούστου 1920. Μέσα στο πλαίσιο της συνθήκης Ειρήνης, υπογράφηκε η Συνθήκη µεταξύ των Προεχουσών Συµµάχων και Συνησπισµένων Δυνάµεων και της Ελλάδος περί προστασίας των Εθνικών κλπ. Μειονοτήτων. Σύµφωνα µε τη σύµβαση αυτή, η Ελλάδα αναλάµβανε την υποχρέωση να αναγνωρίσει στους κατοίκους των περιοχών που είχε προσαρτήσει µετά το 1913, ισότητα δικαιωµάτων ανεξαρτήτως φυλής ή θρησκεύµατος και να υποσχεθεί διοίκηση σύµφωνα µε τις αρχές της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Στο άρθρο 8 της σύµβασης αναγραφόταν ότι «οι υπήκοοι Έλληνες οίτινες ανήκουσιν εις εθνικάς, θρησκευτικάς ή γλωσσικάς µειονότητας θα

απολαύωσι νοµικώς και πραγµατικώς της αυτής προστασίας και των αυτών εγγυήσεων, ων απολαύουσιν οι άλλοι υπήκοοι Έλληνες. Θα έχωσιν ιδίως ίσον δικαίωµα να συνιστώσι, διευθύνωσι και ελέγχωσιν ιδίαις δαπάναις, φιλανθρωπικά, θρησκευτικά ή κοινωφελή ιδρύµατα, σχολεία και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύµατα, µετά του δικαιώµατος να ποιώνται ελευθέρως χρήσιν της ιδίας αυτών γλώσσης και να τελώσιν ελευθέρως τα της θρησκείας των εν αυτοίς». Επίσης, στο άρθρο 9 αναφερόταν ότι «προκειµένου περί της δηµοσίας εκπαιδεύσεως, η Ελληνική Κυβέρνησις θα παραχωρήση εν ταις πόλεσι και ταις περιφερείαις ένθα υπάρχει σηµαντική αναλογία υπηκόων Ελλήνων οµιλούντων άλλην γλώσσαν ή την ελληνικήν, τας προσηκούσας ευκολίας όπως εν τοις σχολείοις της κατωτέρας εκπαιδεύσεως η διδασκαλία γίνεται εν τη γλώσσα των τέκνων των Ελλήνων τούτων υπηκόων. Η διάταξις αύτη δεν κωλύει την Ελληνικήν Κυβέρνησιν όπως καταστήση υποχρεωτικήν την διδασκαλίαν της ελληνικής γλώσσης εν τοις ειρηµένοις σχολείοις. Εν ταις πόλεσι και ταις περιφερείαις ένθα υπάρχει σηµαντική αναλογία υπηκόων Ελλήνων ανηκόντων εις εθνικάς, θρησκευτικάς ή γλωσσικάς µειονότητας, θέλει εξασφαλισθή εις τας µειονότητας ταύτας δικαία συµµετοχή εις την απόλαυσιν και την διάθεσιν των χρηµατικών ποσών, άτινα θα διετίθεντο διά του προϋπολογισµού του κράτους εκ του δηµοσίου ταµείου, ή διά δηµοτικών ή άλλων προϋπολογισµών, δι εκπαιδευτικούς, θρησκευτικούς ή φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρµοσθήσονται µόνον ως προς τα εδάφη τα περιελθόντα εις την Ελλάδα µετά την 1ην Ιανουαρίου 1913». Το πνεύµα της Συνθήκης περί Μειονοτήτων που υπέγραψε η Ελλάδα το 1920, η επίσηµη εφαρµογή της οποίας άρχισε µετά την κύρωσή της στη Λωζάννη, στις 24 Ιουλίου 1923, επρόκειτο να σφραγίσει τους ελληνικούς διπλωµατικούς χειρισµούς γύρω από το ζήτηµα των µειονοτήτων, τις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Η συνθήκη των Σεβρών έκανε ρητή αναφορά σε Βούλγαρους, Οθωµανούς, Αλβανούς και Ισραηλίτες υπηκόους, ενώ, σύµφωνα µε το άρθρο 12, παραχωρούσε αυτονοµία ως προς τα θρησκευτικά και σχολικά ζητήµατα στις βλάχικες κοινότητες της Πίνδου. Οι µειονότητες αυτές έµπαιναν έτσι υπό την προστασία της Κ.τ.Ε. και η Ελλάδα όφειλε να τις παραχωρήσει µια σειρά από προνόµια. Για την καλύτερη διαχείριση του µειονοτικού της ζητήµατος, η ελληνική πολιτεία συγκρότησε στο Υπουργείο Εξωτερικών µια ειδική υπηρεσία, µε αντικείµενο τις υποθέσεις που σχετίζονταν µε την Κ.τ.Ε. Η Η συνθήκη των Σεβρών αναφερόταν κυρίως στην παραχώ- Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου υπήρξε ένα από τα καθοριστι-

υπηρεσία αυτή στελεχώθηκε από έµπειρους διπλωµάτες και ειδικούς επιστήµονες, ανάµεσά τους ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ο διεθνολόγος Γ. Τενεκίδης και ο νεαρός τότε διπλωµάτης Γ. Πιπινέλης. Έκθεση Γ. Φεσσόπουλου, 3 Σεπτεµβρίου 1936 «Όλα τα κράτη του κόσµου καταβάλλουν εξαιρετικάς προσπαθείας και έχουν κατορθώσει εις µέγιστον βαθµόν ν απαλλάσσουν τας προς τα σύνορα επαρχίας των προ παντός δε ορισµένου βάθους παραµεθόριον ζώνην από την παρουσίαν όχι µόνον πληθυσµών αλλά και ατόµων ξένης προς αυτάς εθνικότητος. Ηµείς εν τη τακτική που µας διακρίνει της προχειρολογίας, της θυσίας των πάντων εις το κοµµατικόν συµφέρον, της µέχρι δουλικότητος υποκλίσεώς µας ενώπιον των ξένων, του µη παραδειγµατισµού µας από τους γείτονάς µας, τέλος της άνευ του ελαχίστου εθνικού σκοπού κατευθύνσεως των κρατικών υπηρεσιών µας εις τας νέας Χώρας, παρουσιάζοµεν από της εκτεθείσης απόψεως την πλέον περίεργον εικόνα του κόσµου. Αντί να µη χάσουν µερικάς ψήφους δύο βουλευταί της Δ. Μακεδονίας κατεκρατήθη τω 1922-26 περί τας 60.000 συµπαγής βουλγαρόφιλος πληθυσµός εις την εξαιρετικώς λεπτήν και επικίνδυνον εκείνην γωνίαν της ελληνικής Πατρίδος. Διά να είµεθα τυφλοί τα τε ώτα, τον τε νουν, τα τ όµµατα απέναντι της βουλγαρικής προπαγάνδας, αφήκαµε την αυτήν ως άνω εποχήν να παραµείνουν εγκατεστηµένοι εις την λοιπήν Μακεδονίαν, µερικαί ακόµη χιλιάδες βουλγαροφίλων. Διά να εξασφαλίσωµεν τον ελληνισµόν της Κωνσταντινουπόλεως παντοειδώς εκβιαζόµενον έκτοτε και εν συνεχεία προς εκπατρισµόν από τους φιλτάτους συµµάχους Τούρκους επετρέψαµε να παραµείνη εις Θράκην συµπαγής πληθυσµός 100.000 Οθωµανών. Διά να µην έχωµεν τίποτε θετικόν εις το µυαλό µας, δεν κατωρθώσαµεν κατά την σύµβασιν του 1926 ν αποµακρύνωµεν εκ της Μακεδονίας και Ηπείρου τους ελαχίστους αποµείναντας κουτσοβλάχους ρουµανίζοντας. Διά να µη δυσαρεστήσωµεν την αδελφήν Αλβανίαν έχοµεν εις την ράχιν µας εν Ηπείρω περί τας 16.000 αλβανοφώνους Μουσουλµάνους. Τέλος διά να είµεθα κλασσικώς ανίκανοι, εικοσαπενταετίαν ολόκληρον από της απελευθερώσεως της Β. Ελλάδος έχοµεν σήµερον εκεί µέγαν αριθµόν κατοίκων ρευστής συνειδήσεως, ενώ µε ελαχίστην προσπάθειαν προ παντός δε καλήν διοίκησιν θα τους είχοµεν από ετών ήδη κάµη πραγµατικούς Έλληνας».

Η αποτίµηση της ελληνικής πολιτικής έως τη µεταξική περίοδο καταδεικνύει πως σε γενικές γραµµές αυτή κινήθηκε στο κλίµα της συµµόρφωσης µε τις οδηγίες της Κ.τ.Ε., σεβόµενη τα δικαιώµατα των µειονοτήτων. Ωστόσο, σε πρακτικό επίπεδο, η εφαρ- µογή των οδηγιών της κεντρικής εξουσίας αποδείχθηκε µια πολύ επίπονη συχνά και αδύνατη διαδικασία. Ακατάλληλοι κρατικοί υπάλληλοι, ανεπαρκώς εκπαιδευµένοι, ανεξέλεγκτα κατώτερα αστυνοµικά και στρατιωτικά όργανα, εξοργισµένοι και απελπισµένοι Έλληνες πρόσφυγες εκµεταλλεύθηκαν σε αρκετές περιπτώσεις την αδυναµία της κεντρικής διοίκησης να επιβάλει τον έλεγχό της στις αποµακρυσµένες επαρχίες, δηµιουργώντας έτσι ένα εκρηκτικό σκηνικό. Πολυάριθµες εκθέσεις αξιωµατούχων της περιόδου, κυβερνητικών υπαλλήλων, εκπαιδευτικών, θρησκευτικών και αστυνοµικών αρχών αναδεικνύουν µε ενάργεια τα προβλήµατα που αντιµετώπισε η ελληνική πολιτεία στη διάρκεια του Μεσοπολέµου, προκειµένου να εφαρµόσει µία συνετή µειονοτική πολιτική, αποβλέποντας όµως ταυτόχρονα στην ειρηνική και ήπια αφοµοίωσή τους. Εθνικές και θρησκευτικές µειονότητες στην Ελλάδα, σύµφωνα µε τις απογραφές του 1928 και του 1940 Μειονότητες Γλώσσα Θρησκεία Τούρκοι Ποµάκοι Αλβανοί (Τσάµηδες) Σλαβόφωνοι Τουρκική Βουλγαρόφωνο ιδίωµα Μουσουλ- µάνοι Απογραφή 1928 % Απογραφή 1940 86.506 1,39 94.509 1,29 16.755 0,27 18.086 0,25 Αλβανική 18.598 0,30 49.629 0,68 Κουτσόβλαχοι Ιδίωµα βουλγαρικής Κουτσοβλαχική Ορθόδοξοι 81.844 1,32 94.509 1,29 19.679 0,32 57.263 0,78 %

Αρµένιοι Εβραίοι Σεφαρδίτες Εβραίοι Ρωµανιώτες Έλληνες Καθολικοί Αρµενική Ισπανοεβραϊκή Ορθόδοξοι Αρειανοί 31.038 0,50 26.796 0,36 Εβραίοι 63.000 1,02 52.706 0,72 Ελληνική Εβραίοι 9.090 0,15 - - Ελληνική Καθολικοί 27.747 0,45 - - Διάφοροι 30.685 0,49 41.244 0,56 Σύνολο 384.942 6,21 434.742 5,93 Σύνολο Πληθυσµού 6.204.684 100 7.344.860 100 Αριθµός σχολείων στη Βόρεια Ελλάδα Νοµός Ελληνικά Εβραϊκά Αρµενικά Μουσουλµανικά Βλάχικα ΔΥΤΙΚΗ ΘΡΑΚΗ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Έβρου 198 32 1 1 Ροδόπης 163 238 2 2 Δράµας 232 1 1 Καβάλας 152 1 1 Σερρών 312 1 2 1

Θεσσαλονίκης 523 12 5 3 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Κιλκίς 207 Κοζάνης 228 3 Πέλλας 355 5 Φλώρινας 412 1 6 Χαλκιδικής 99 Ιωαννίνων 371 1 1 ΗΠΕΙΡΟΣ Πρέβεζας 91 Θεσπρωτίας 231 Σύνολο 3.574 270 20 12 19 1. Στην Αλεξανδρούπολη λειτουργούσε ένα ιταλικό σχολείο καλογρεών µε 18 µαθητές. 2. Στην Καβάλα λειτουργούσαν δύο γαλλικά σχολεία, ένα αρένων από Λαζαρίτες µοναχούς µε 11 µαθητές και ένα θηλέων των Αδελφών του Ελέους µε 64 µαθήτριες. 3. Στην Πρέβεζα λειτουργούσε ένα ιταλικό σχολείο µε 10 µαθητές. Ο πίνακας βασίζεται στα στοιχεία της απογραφής του 1940. Πηγή: Αθ. Παπαευαγγέλου, «Βόρειος Ελλάς: Μειονότητες από στατιστικής απόψεως εν σχέσει µε τον πληθυσµόν και την εκπαίδευσιν», Θεσσαλονίκη, 1941). Τα επίσηµα στατιστικά στοιχεία εκτιµούσαν σε 6,2% τον αριθµό του συνόλου του µειονοτικού πληθυσµού στην Ελλάδα το 1928, ποσοστό που µειώθηκε ελαφρώς µία δεκαετία αργότερα. Τα παρακάτω στοιχεία παρέχουν αναλυτικές πληροφορίες για τη σύνθεση, το αριθµητικό µέγεθος και την εκπαίδευση των µειονοτήτων στην Ελλάδα την περίοδο του Μεσοπολέµου.

Ξένα Σχολεία στη Θεσσαλονίκη Αριθµός σχολείων Αριθµός διδασκόντων Αριθµός µαθητών Ξένοι Έλληνες Ξένοι Έλληνες Γαλλικά 4 33 52 208 912 Ιταλικά 3 35 11 280 223 Αµερικανικά 3 12 25 50 435 Γερµανικά 1 18 10 15 188 Ρουµανικά 1 16 10 12 220 Γιουγκοσλαβικά 1 3 1 47 - Σύνολο 13 117 109 612 1.978 Ο πίνακας βασίζεται στα στοιχεία της απογραφής του 1940. Πηγή: Αθ. Παπαευαγγέλου, «Βόρειος Ελλάς: Μειονότητες από στατιστικής απόψεως εν σχέσει µε τον πληθυσµόν και την εκπαίδευσιν», Θεσσαλονίκη, 1941. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 λειτουργούσαν συνολικά 321 µειονοτικά σχολεία, στη συντριπτική τους πλειοψηφία µουσουλµανικά. Ανταλλαγές πληθυσµών (1920-1930) Η παροχή µειονοτικών δικαιωµάτων υπήρξε η µία µόνο όψη της πολιτικής της Κ.τ.Ε. Παράλληλα, υιοθετήθηκε και το µέτρο της ανταλλαγής των πληθυσµών, σε µία προσπάθεια να ενισχυθεί η εθνική οµοιογένεια των εθνικών κρατών. Όσον αφορά την Ελλάδα, την περίοδο του Μεσοπολέµου πραγµατοποιήθηκαν υπό την εποπτεία της Κ.τ.Ε. δύο ανταλλαγές πληθυσµών. Η πρώτη, η οποία αποφασίστηκε µε τη συνθήκη Τουρκόφωνη Ελληνίδα από την Καππαδοκία, η οποία κατά την

του Νεϊγύ το 1919, ήταν εθελοντική και αφορούσε στην αµοιβαία µετανάστευση των «φυλετικών, θρησκευτικών ή γλωσσικών» µειονοτήτων ανάµεσα στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Η δεύτερη αποφασίστηκε στη Λωζάννη τον Ιανουάριο του 1923, ήταν υποχρεωτική και προέβλεπε την αµοιβαία µετανάστευση των ορθόδοξων χριστιανών της Τουρκίας και των µουσουλµάνων της Ελλάδας. Εξαιρούνταν οι χριστιανοί της Κωνσταντινούπολης, της Ίµβρου και της Τενέδου και οι µουσουλµάνοι της Δυτικής Θράκης. Η Κοινωνία των Εθνών συνέστησε δύο µεικτές επιτροπές Ελληνοβουλγαρικής και Ελληνοτουρκικής Μετανάστευσης αντίστοιχα για να επιβλέψουν τη διαδικασία της µετακίνησης των πληθυσµών. Περίπου 56.000 Βούλγαροι που ζούσαν στην Ελλάδα έναντι 30.000 Ελλήνων της Βουλγαρίας και 190.000 χριστιανοί από την Τουρκία έναντι 350.000 µουσουλµάνων της Ελλάδας, επωφελήθηκαν των σχετικών διατάξεων και µετανάστευσαν, εκποιώντας παράλληλα τις περιουσίες τους. Εκατοντάδες υπάλληλοι της Κ.τ.Ε., συνεπικουρούµενοι από ντόπιους αξιωµατούχους, διηύθυναν για µία ολόκληρη δεκαετία έναν δαιδαλώδη µηχανισµό µετανάστευσης. Το έργο τους υπήρξε αναµφίβολα κολοσσιαίο και εξαιρετικά δύσκολο, στέφθηκε όµως µε επιτυχία και χρεώθηκε στη θετική συνεισφορά της Κ.τ.Ε. Συνθήκη Νεϊγύ Παρότι η συνθήκη του Νεϊγύ για την αµοιβαία, εθελοντική µετανάστευση των µειονοτήτων της Ελλάδας και της Βουλγαρίας υπογράφηκε τον Νοέµβριο του 1919, η ουσιαστική εφαρµογή της άρχισε τρία χρόνια αργότερα, µόλις στα τέλη του 1922. Το χρονικό διάστηµα που µεσολάβησε, αναλώθηκε στις διαδικασίες για τη συγκρότηση της Μεικτής Επιτροπής και των τοπικών υποεπιτροπών καθώς και στη διεκπεραίωση διαδικαστικών θεµάτων. Η διαδικασία συλλογής αιτήσεων µετανάστευσης ξεκίνησε τον Νοέµβριο του 1922. Όµως η απήχησή της στους κόλπους των σλαβόφωνων κατοίκων της Μακεδονίας ήταν αρχικά µικρή. Έτσι, από τον Νοέµβριο του 1922 έως την 1η Ιουλίου 1923, υποβλήθηκαν συνολικά µόνο 166 αιτήσεις µετανάστευσης. Η κατάσταση όµως άλλαξε ριζικά από τα µέσα του 1923. Η Μικρασιατική καταστροφή και η συνακόλουθη συρροή χιλιάδων προσφύγων στην ηπειρωτική Ελλάδα, κυρίως Εγκαταστάσεις προσφύγων από την Αµελή Πόντου, στην περι- Τηλεγράφηµα του Ελευθέεριου Βενιζέλου της 18ης Αυγούστου

στη Μακεδονία και στη Θράκη, επέφερε θεαµατικές αλλαγές στη θέση των σλαβόφωνων. Έτσι, η αρχική απροθυµία για τη σκοπιµότητα και την αναγκαιότητα της συνθήκης του Νεϊγύ εξελίχθηκε γρήγορα σε αναγκαστική αποδοχή της, µε αποτέλεσµα µόνο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1923 να υποβληθούν 288 και 349 αιτήσεις µετανάστευσης αντίστοιχα. Κατά το δεύτερο εξάµηνο του 1923 και τους πρώτους µήνες του 1924, η επιθυµία της αποχώρησης εντάθηκε. Έτσι, έως τα τέλη Ιουνίου του 1924 υποβλήθηκαν 3.997 αιτή- Περιοχή Αιτήσεις Άτοµα Θεσσαλονίκη 926 2.206 Βέροια 25 99 Γιαννιτσά 1.865 5.275 Γουµένισσα 1.203 3.526 Κιλκίς 929 2.432 Έδεσσα 214 466 Φλώρινα Καστοριά 388 826 Σιδηρόκαστρο 1.723 5.025 Δράµα Καβάλα 821 2.200 Σέρρες 286 761 Σύνολο 8.380 22.816

σεις µετανάστευσης που αντιστοιχούσαν σε 10.756 άτοµα, από τα οποία 7.983 είχαν ήδη εγκαταλείψει την Ελλάδα. Έως τα τέλη Οκτωβρίου του ίδιου έτους, οι αιτήσεις µετανάστευσης είχαν υπερδιπλασιαστεί. Συγκεκριµένα, υποβλήθηκαν 9.013 αιτήσεις, που αφορούσαν 22.816 άτοµα (βλ. παρακάτω πίνακα). Από τη µελέτη του πίνακα σχετικά µε τις αιτήσεις µετανάστευσης, εξάγεται το συµπέρασµα πως οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της Κεντρικής και της Ανατολικής Μακεδονίας και ιδιαίτερα όσοι διέµεναν στις περιοχές Γιαννιτσών, Γουµένισσας και Σιδηροκάστρου, έδειξαν εξαρχής µεγαλύτερη προθυµία να µεταναστεύσουν σε σχέση µε όσους ζούσαν στη Δυτική Μακεδονία, οι οποίοι ίσως δέχονταν λιγότερες πιέσεις από τις ελληνικές αρχές, καθώς οι συγκεκριµένες περιοχές γειτνίαζαν µε τη σύµµαχο ακόµη τότε Γιουγκοσλαβία και όχι µε την αναθεωρητική Βουλγαρία. Η υπογραφή του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ, τον Σεπτέµβριο του 1924, προκάλεσε εντυπωσιακή µείωση του µεταναστευτικού ρεύµατος από την ελληνική Μακεδονία προς τη Βουλγαρία. Από τον Σεπτέµβριο του 1924 έως τον Φεβρουάριο του 1925, όταν το ελληνικό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να επικυρώσει τη σχετική συµφωνία, η υποβολή δηλώσεων µετανάστευσης κυµάνθηκε σε χαµηλά επίπεδα. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1925, εκδόθηκαν φύλλα πορείας µόνο για 160 άτοµα, τον Φεβρουάριο για 570 και τον Μάρτιο για 627 άτοµα. Η καταγγελία του πρωτοκόλλου καθώς και η διάψευση των προσδοκιών των σλαβόφωνων για παραµονή στην Ελλάδα υπό µειονοτικό καθεστώς έδωσαν νέα ώθηση στο µεταναστευτικό κύµα προς τη Βουλγαρία. Μόνο τον Απρίλιο του 1925 εκδόθηκαν φύλλα πορείας για 2.639 άτοµα, τον Μάιο για 5.637 και τον Ιούνιο για 936. Συνολικά, στα τέλη του 1925 περίπου 30.000 «Βούλγαροι» από τη Μακεδονία είχαν υποβάλει αιτήσεις µετανάστευσης και η συντριπτική πλειοψηφία τους είχε ήδη αποχωρήσει από την Ελλάδα. Αντίθετα, κατά τα επόµενα χρόνια η υποβολή δηλώσεων µειώθηκε σηµαντικά και σχεδόν εκµηδενίστηκε. Έτσι, ενώ έως τα τέλη Φεβρουαρίου του 1926, 33.674 άτοµα από τη Μακεδονία είχαν καταθέσει αιτήσεις µετανάστευσης και 32.620 από αυτά µάλιστα είχαν πάρει φύλλα πορείας αναχωρώντας για τη Βουλγαρία, τα µεγέθη δεν µεταβλήθηκαν σηµαντικά κατά τα επόµενα χρόνια. Κατά συνέπεια, στα τέλη του 1926 ο αριθµός των ατόµων που είχαν υποβάλει αιτήσεις µετανάστευσης ήταν 33.677 και 32.778 από αυτά είχαν εγκαταλείψει την Ελλάδα, ενώ στα τέλη Μαρτίου του 1927 οι Μειονοτικός πληθυσµός προσφύγων στην αγορά των Γιαν- Ανταλλάξιµοι πρόσφυγες, λίγο πριν εγκατασταθούν στο και-

αριθµοί ανέρχονταν σε 33.685 και 32.827 άτοµα αντίστοιχα. Συνολικά, περίπου 34.000 σλαβόφωνοι νέοι µετανάστες αποχώρησαν από τη Μακεδονία µετά την υπογραφή της συνθήκης του Νεϊγύ. Εκτός όµως από εκείνους που µετακινήθηκαν µετά τη συνθήκη του Νεϊγύ, δηλώσεις µετανάστευσης, όπως ήδη αναφέρθηκε, µπορούσαν να υποβάλουν και όσοι είχαν αναχωρήσει µετά την 18η Δεκεµβρίου 1900. Η Μεικτή Επιτροπή στην τελική έκθεσή της, η οποία δηµοσιεύθηκε το 1932, ανέφερε ότι συνολικά 66.126 άτοµα νέοι και παλαιοί µετανάστες από τη Μακεδονία είχαν καταθέσει σχετικές αιτήσεις. Η γεωγραφική κατανοµή των µεταναστών έχει ως εξής: Περιοχή Άτοµα Κιλκίς 5.000 Φλώρινα 1.290 Καστοριά 4.090 Πτολεµαΐδα 600 Έδεσσα 1.800 Νότια 106 Γιαννιτσά 6.670 Βέροια 30 Γουµένισσα 7.500 Θεσσαλονίκη 2.590 Σιδηρόκαστρο 9.640 Σέρρες 10.400 Ζίχνα 175 Ελευθερούπολη 20 Δράµα 16.050 Καβάλα Νέστος 165 Σύνολο 66.126

Συνθήκη Λωζάννης Με τη συνθήκη της Λωζάννης, που υπογράφηκε στις 30 Ιανουαρίου 1923, θεσπίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή των χριστιανικών πληθυσµών της Τουρκίας και των µουσουλ- µάνων της Ελλάδας. Εξαιρούνταν οι Έλληνες της Νοµαρχίας Κωνσταντινούπολης και οι µουσουλµάνοι της Δυτικής Θράκης. Σύµφωνα µε το άρθρο 8 της σύµβασης, οι ανταλλάξιµοι µπορούσαν να πάρουν µαζί τους όλη την κινητή τους περιουσία, ενώ ό,τι άφηναν πίσω θα περιέρχονταν στη δικαιοδοσία του κράτους. Δεν υπάρχει αµφιβολία πως οι χριστιανικοί πληθυσµοί βρίσκονταν σε εµφανώς δυσχερέστερη θέση, όσον αφορά τον τρόπο και τις προϋποθέσεις της µετανάστευσης. Από τους 1.221.849 πρόσφυγες, µόνο οι 139.000 µετανάστευσαν µετά την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης, κατορθώνοντας έτσι να επωφεληθούν από τις διατάξεις της και να επιτύχουν µία αξιοπρεπή αποχώρηση. Αντίθετα, η πλειοψηφία των Ελλήνων προσφύγων έφυγε αµέσως µετά τη Μικρασιατική καταστροφή και έφτασε στην Ελλάδα σε κατάσταση πλήρους ένδοιας και απελπισίας. Συνοψίζοντας τα χαρακτηριστικά των Ελλήνων προσφύγων ο Henry Morgenthau, πρόεδρος της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων, σηµειώνει: «Τα τραύµατά τους δεν ήταν απλώς φυσικά και δεν αφορούσαν µεµονωµένα άτοµα. Ήταν η διάλυση ενός πολιτισµένου λαού, η καταστροφή της οικογενειακής ζωής, η ερήµωση χωριών και πόλεων και η εκβολή των επιζώντων φίρδην-µίγδην σε νέους τόπους διαµονής. Οι τελευταίοι έχασαν όλα τα αγαθά τους, τις διοικούσες αρχές τους, τις παραδόσεις τους, τις οικογένειές τους και όλες εκείνες τις σχέσεις που αποτελούν τον κοινωνικό βίο». Από τη Μακεδονία επίσης αναχώρησαν µε την ανταλλαγή 329.098 µουσουλµάνοι, οι οποίοι πρέπει να προστεθούν σε άλλους 130.000 που αποχώρησαν νωρίτερα αλλά συµπεριλήφθηκαν στις διατάξεις της. Ωστόσο, παρότι µε σχετική απόφαση είχε καθοριστεί ως ηµεροµηνία έναρξης της ανταλλαγής η 1η Μαΐου 1924, περίπου 85.278 µουσουλµάνοι έφυγαν από την ελληνική επικράτεια πριν από την ηµεροµηνία αυτή. Η πλειοψηφία τους προερχόταν µάλιστα από την Ανατολική Μακεδονία. (βλ. πίνακα σχετικά µε τα στατιστικά στοιχεία που υπέβαλαν οι υποεπιτροπές µετανάστευσης). Η ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσµών και των προσφυγικών ρευµάτων την περίοδο 1912-1930, δηµιούργησε µία νέα εθνολογική εικόνα στη Μακεδονία. Σύµ- Τουρκόφωνη µεταξουργός από την Προύσα, που βρέθηκε στη Ανταλλάξιµα σπίτια µουσουλµάνων στη Βέροια.

Υποεπιτροπή 1923 1924 1925 Σύνολο Θεσσαλονίκης 18.044 91.533 109,577 Δράµας 69 75.978 76.047 Καβάλας 2.184 43.343 45.527 Κοζάνης 13 26.610 26.623 Καϊλαρίων 10 30.770 30.780 Κοζάνης & Καϊλαρίων 34.653 34.653 Σύνολο 20.320 302.887 323.207 Περιοχές προέλευσης Αριθµός προσφύγων Ποσοστό % επί του προσφυγικού πληθυσµού Μικρά Ασία 626.954 51,31 Ανατολική Θράκη 256.635 21,00 Πόντος 182.169 14,91 Βουλγαρία 49.027 4,01 Καύκασος 47.091 3,85 Κωνσταντινούπολη 38.458 3,15 Ρωσία 11.435 0,94 Σερβία 6.057 0,50 Αλβανία 2.498 0,20

Δωδεκάνησα 738 0,06 Ρουµανία 722 0,06 Κύπρος 57 0,01 Αίγυπτος 8 - Σύνολο 1.221.849 100 φωνα µε την απογραφή του 1928, ο αριθµός των προσφύγων που κατέφυγαν στην Ελλάδα τη συγκεκριµένη χρονική περίοδο ανήλθε σε 1.221.849 άτοµα (βλ. πίνακα σχετικά µε την κατανοµή των προσφύγων ανά περιοχή προέλευσης). Οι ανταλλαγές των πληθυσµών οδήγησαν σε µεγάλη εθνολογική οµογενοποίηση την ελληνική Μακεδονία. Με βάση τα στοιχεία της απογραφής του 1928, οι «Έλληνες» της Μακεδονίας ανέρχονταν σε 1.237.000 (ποσοστό 88,1%), ενώ οι «σλαβόφωνοι» περιορίστηκαν σε 80.789 (ποσοστό 5,8%) και οι «άλλοι» σε 93.000 άτοµα (ποσοστό 6,1%). (Βλ. πίνακα σχετικά µε την εθνολογική σύσταση της Μακεδονίας ανά επαρχία.) Οι µειονότητες στην Ελλάδα Οι σλαβόφωνοι «Πώς δύναται να αφοµοιωθή προς τον ελληνισµόν εκείνος ο άξεστος σλαυόφωνος δυτικοµακεδών, ο οποίος εκτός του ότι δεν ηυτύχησε να αντιληφθή µέχρι σήµερον ουδεµία στοργικότητα διοικητικήν, ακούει επί πλέον από στόµατος των οργάνων της εξουσίας ότι είναι Βούλγαρος ή βλέπει άλλους συµπολίτας του, περί της ελληνικότητος των οποίων ο ίδιος δεν αµφέβαλλε ποτέ, να κατηγορώνται υπό των αρχών ότι είναι βούλγαροι;». Το ζήτηµα των σλαβόφωνων της Μακεδονίας υπήρξε άµεσης προτεραιότητας για τις ελληνικές κυβερνήσεις την περίοδο του Μεσοπολέµου έως την περίοδο του Μεταξά. Οι κατευθυντήριες αρχές της ελληνικής πολιτικής υπαγορεύονταν σχεδόν πάντοτε από τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας έναντι κυρίως της Κ.τ.Ε., υποχρεώσεις που επέ- Αγρότισσες προσφυγοπούλες από τη Βουλγαρία, εγκατεστη-

βαλλαν την αναγνώριση και τον σεβασµό των µειονοτικών τους δικαιωµάτων. Κύριοι εκφραστές της πολιτικής αυτής υπήρξαν οι Έλληνες αντιπρόσωποι στη Μεικτή Επι- Επαρχία 1912 1928 Έλληνες % Άλλοι % Έλληνες % Άλλοι % Πιερία 80 20 100 - Κοζάνη 71 29 98 2 Καστοριά 56 44 78 22 Φλώρινα 32 68 61 39 Εορδαία 20 80 93 7 Ηµαθία 55 45 89 11 Πέλλα 56 44 96 4 Αλµωπία 18 82 74 26 Κιλκίς 2 98 97 3 Θεσσαλονίκη 33 67 90 10 Χαλκιδική 86 14 97 3 Σιντική 19 81 84 16 Σέρρες 47 53 94 6 Δράµα 15 85 97 3 Καβάλα 49 51 99 1

τροπή Ελληνοβουλγαρικής Μετανάστευσης, οι οποίοι µετέφεραν στο εσωτερικό της χώρας το κλίµα που επικρατούσε στους κόλπους της Κοινωνίας των Εθνών, καθώς και το Υπουργικό συµβούλιο, το οποίο ανέλαβε να ερµηνεύσει αυτά τα µηνύµατα και να χαράξει την κρατική στρατηγική. Η συνολική αποτίµηση της ελληνικής πολιτικής καταδεικνύει πως κινήθηκε προς δύο κατευθύνσεις: απέβλεπε από τη µια στην παραχώρηση µειονοτικών δικαιωµάτων στους σλαβόφωνους και από την άλλη εργάζονταν ταυτόχρονα για την αρµονική ενσωµάτωσή τους στον εθνικό κορµό. Τα πρώτα χρόνια µετά την υπογραφή της συνθήκης του Νεϊγύ, το ενδιαφέρον της Ελλάδας εστιάστηκε στη µετανάστευση των σλαβόφωνων από τη Μακεδονία και τη Δυτική Θράκη. Η µετανάστευση ήταν εθελοντική, γι αυτό κανείς δεν µπορούσε να γνωρίζει τον ακριβή αριθµό των σλαβόφωνων που θα ανταποκρίνονταν. Κατά συνέπεια, η Ελλάδα δεν προχώρησε, τη χρονική περίοδο 1920-22, στη λήψη κανενός είδους συγκεκριµένου µέτρου για τους σλαβόφωνους. Η κατάσταση άλλαξε ριζικά στα τέλη του 1922, υπό την πίεση περίπου 1.200.000 προσφύγων. Η επιτακτική ανάγκη για την εξεύρεση στέγης αλλά και τροφής κάποτε οδήγησε τους πρόσφυγες σε καθηµερινές συγκρούσεις µε τους ντόπιους, ιδίως δε µε τους σλαβόφωνους. Οι τελευταίοι περιήλθαν σε εξαιρετικά δεινή θέση. Το Αρχηγείο Στρατού, µε επείγον σήµα του προς το Υπουργείο των Στρατιωτικών, επεσήµανε τότε πως η πολιτική των πιέσεων έναντι των σλαβόφωνων κατοίκων εξέθετε τη χώρα στα µάτια της Κ.τ.Ε. Ήταν εµφανές ότι η διεθνής κοινότητα δεν θα έµενε απαθής σε οποιαδήποτε µορφή κακοµεταχείρισης των σλαβόφωνων. Η Ελλάδα έπρεπε, από την πλευρά της, να προβεί σε άµεσες ενέργειες για την ανακούφισή τους. Άλλωστε, δεν µπορούσε πλέον να επικαλεστεί το επιχείρηµα ότι η µετανάστευση βρισκόταν σε εξέλιξη, καθώς είχε γίνει αντιληπτό τη χρονική εκείνη στιγµή ότι η µεγάλη πλειοψηφία του σλαβόφωνου πληθυσµού, της Δυτικής Μακεδονίας κυρίως, δεν ήταν διατεθειµένη να εγκαταλείψει τις εστίες της. Εποµένως η Ελλάδα όφειλε να προσαρµοστεί στα νέα δεδοµένα και να εκπονήσει µία συνετή µειονοτική πολιτική. Παρ όλα αυτά, φαίνεται πως οι πιέσεις εναντίον των σλαβόφωνων εξακολούθησαν να ασκούνται, κυρίως για να εγκατασταθούν οι πρόσφυγες. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασµό µε τη διενέργεια εκτοπισµών στη Δυτική Θράκη, ανάγκασε τον Έλληνα υπουργό των Εξωτερικών Κωνσταντίνο Ρέντη να ζητήσει το καλοκαίρι του 1924 από τη Γενική Οι πιέσεις εναντίον σλαβόφωνων στη Δυτική Θράκη οδή-

Διοίκηση Μακεδονίας να ασκήσει την επιρροή της για την προστασία των σλαβόφωνων, πριν η χώρα εκτεθεί ενώπιον της Μεικτής Επιτροπής Ελληνοβουλγαρικής Μετανάστευσης. Ωστόσο, έως το 1925, οπότε ολοκληρώθηκε η ελληνοβουλγαρική µετανάστευση, η Ελλάδα φαίνεται πως δεν κατόρθωσε να διαµορφώσει συγκεκριµένη πολιτική αναφορικά µε τους παραµένοντες σλαβόφωνους. Στην καλύτερη περίπτωση, οι εν πολλοίς δίγλωσσοι αυτοί Έλληνες πολίτες αποτέλεσαν αντικείµενο διπλωµατικών διενέξεων της χώρας µε τη Βουλγαρία και τη Σερβία. Αποκορύφωµα της διπλωµατικής σύγχυσης, στην οποία είχε περιέλθει η Ελλάδα γύρω από το ζήτηµα της αντιµετώπισης των σλαβόφωνων κατοίκων που διέµεναν στα όριά της, αποτελεί η υπογραφή του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ, τον Σεπτέµβριο του 1924. Με βάση τους όρους του πρωτοκόλλου, η Ελλάδα αναγνώριζε ως «βουλγαρική» τη σλαβόφωνη µειονότητα και αναλάµβανε την υποχρέωση παραχώρησης σε αυτήν εκπαιδευτικών και θρησκευτικών δικαιωµάτων. Η υπογραφή του πρωτοκόλλου προκάλεσε έκπληξη και αγανάκτηση στην Ελλάδα. Οδήγησε µάλιστα και σε διπλωµατικό επεισόδιο µε τη Σερβία, η οποία αντιµετώπιζε παρόµοιο πρόβληµα µε τον σλαβόφωνο πληθυσµό στις νότιες επαρχίες της. Τελικά, το ελληνικό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να επικυρώσει τους όρους του πρωτοκόλλου, επιστρατεύοντας διάφορα νοµικά επιχειρήµατα. Η διπλωµατική γκάφα χρεώθηκε στον Νικόλαο Πολίτη, αλλά ο απόηχός της παρέµεινε. Πόσοι όµως ήταν σλαβόφωνοι που παρέµειναν στην Ελλάδα µετά την ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσµών, µετά δηλαδή το 1925; Παρά τα επίσηµα στατιστικά στοιχεία που έκαναν λόγο για περίπου 80.000 άτοµα, φαίνεται πως ο αριθµός τους ήταν πολύ µεγαλύτερος, σχεδόν διπλάσιος. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο αριθµός των περίπου 80.000 της απογραφής του 1928 περιλαµβάνει µόνο τους πρώην εξαρχικούς σλαβόφωνους. Οι πρώην πατριαρχικοί, οι «Γραικοµάνοι» των αρχών του αιώνα, φαίνεται ότι δεν προσµετρήθηκαν ξεχωριστά και ενσωµατώθηκαν στους υπόλοιπους Έλληνες. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορεί η απόρρητη στατιστική του πληθυσµού της Μακεδονίας, την οποία διενήργησε η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας στις αρχές του 1925, δηλαδή λίγο πριν ολοκληρωθεί η µετανάστευση των πληθυσµών µεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Η στατιστική αυτή αναφέρεται σε σλαβόφωνους «τέως πατριαρχικούς», τους οποίους υπολογίζει σε 76.098 και σε σλαβόφωνους «τέως εξαρχικούς», Η υπογραφή του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ για την

που τους εκτιµά σε 97.636 άτοµα, εκ των οποίων επρόκειτο να µεταναστεύσουν συνολικά 11.228 άτοµα. Έτσι, οι «τέως εξαρχικοί» θα περιορίζονταν τελικά σε 86.408. Βέβαια, η διάκριση σε «τέως πατριαρχικούς» και «τέως εξαρχικούς» σλαβόφωνους δεν σηµαίνει απαραιτήτως ότι οι πρώτοι είχαν ελληνική συνείδηση ενώ οι άλλοι όχι, καθώς οι ονοµασίες «πατριαρχικός» και «εξαρχικός» δεν ταυτίζονταν πάντοτε µε τους «Φίλτατε κ. Πολίτη, Η υπόθεσις του πρωτοκόλλου (Πολίτη-Καλφώφ) έλαβε µορφήν πολύ δυσάρεστον, την οποίαν θα εννοήσετε αναγιγνώσκων την έγκλειστον έκθεσιν του κ. Τσάµπερλαιν, ήτις µας εκοινοποιήθη εµπιστευτικώς. Εννοείται ότι ενώπιον της δηµιουργηθείσης ούτω καταστάσεως ήτις παρουσιάζει την Ελλάδα ως αθετούσαν νοµίµως ήδη ανειληµµένας υποχρεώσεις, ηναγκάσθην να παρουσιάσω τα πληρεξούσιά µου, ν αναλάβω δε την διαχείρισιν της υποθέσεως εκ µέρους της Ελλάδος και µε πολύ µεγάλην µου λύπην να δηλώσω ότι το πρωτόκολλον ουδαµώς εδέσµευε την Ελλάδα όχι µόνο διότι απεκρούσθη υπό της νοµοθετικής εξουσίας, αλλά διότι ούτε υπό του ανωτάτου άρχοντος εκυρώθη, επειδή δε τα επιχειρήµατα ταύτα τα τόσον στερεά δεν έκαναν εντύπωσιν ηναγκάσθην να προβάλω και το τελευταίον επιχείρηµα ότι αν κατά το λοιπόν µέρος του πρωτοκόλλου είχετε εξουσιοδοτηθή τηλεγραφικώς υπό του κ. Ρούσου να υπογράψητε, το τηλεγράφηµά σας δι ου εζητείτο η εξουσιοδότησις του κ. Ρούσου δεν εµνηµόνευε την τελευταίαν διάταξιν καθ ην τούτο θα ισχύση άµα τη κυρώσει του υπό του συµβουλίου και εποµένως ως προς την διάταξιν ταύτην δεν είχετε ούτε καν εξουσιοδότησιν του υπουργού, ως πράγµατι τούτο προκύπτει εκ του φακέλλου της σχετικής αλληλογραφίας, την οποίαν έφερε εξ Αθηνών ο κ. Ραφαήλ. Ο κ. Τσάµπερλαιν αρνείται µάλιστα να δεχθή την επιµόνως προβαλλοµένην γνώµην µου ότι το αρµόδιον τµήµα της γραµµατείας πταίη, µη ζητήσαν προ της υπογραφής το πληρεξούσιόν σας, ότι θα προελαµβάνετο η υπογραφή και η όλη δυσχέρεια διότι ούτω θα εφιστάτο και η ιδική σας προσοχή επί της ελλείψεως εξουσιοδοτήσεως. Αλλά του εδήλωσα ότι κατά την δηµόσιαν συνεδρίασιν είµαι υποχρεωµένος να τονίσω το λάθος τούτο της γραµµατείας εφ όσον εις υµάς δεν ειµπορεί ν αποδοθή δολία προαίρεσις όπως παρασύρετε το συµβούλιον, αφ ου διά του πρωτοκόλλου η Ελλάς αναλαµβάνει υποχρεώσεις, όχι το συµβούλιο». (Επιστολή Ελευθερίου Βενιζέλου στον Νικόλαο Πολίτη, Γενεύη, 13 Μαρτίου 1925).

όρους «ελληνόφρων» και «βουλγαρόφρων» αντίστοιχα. Το φρόνηµα των κατοίκων µπορούσε εύκολα να αλλάξει είτε από καιροσκοπισµό είτε λόγω πιέσεων. Το σπουδαιότερο πάντως είναι ότι η µεταπήδηση των σλαβόφωνων από τα θρησκευτικά στρατόπεδα των αρχών του αιώνα στα εθνικά κράτη του Μεσοπολέµου, δεν αποτελούσε καθόλου εύκολη υπόθεση. Περιοχή Σλαβόφωνοι Προσφυγική µειονότητα στο παζάρι Αχίλλη των Γρεβενών. Τέως πατριαρχικοί Τέως σχισµατικοί Υπό µετανάστευση Θεσσαλονίκη 6.916 1.661 3 Λαγκαδάς 11.464 0 0 Κιλκίς 368 231 20 Γουµένισσα 3.543 5.139 1.936 Κατερίνη 30 0 0 Πέλλα 6.109 8.739 21 Νότια 5.059 4.614 443 Γιαννιτσά 1.854 14.884 7.147 Βέροια 1.109 735 16 Φλώρινα 11.293 34.234 10 Καστοριά 7.339 14.607 10 Κοζάνη 0 0 0 Πτολεµαΐδα 4.494 3.443 6

Γρεβενά 0 0 0 Ανασελίτσα 0 0 0 Σέρρες 4.124 2.376 0 Νιγρίτα 617 0 0 Ζίχνα 1.865 606 0 Σιδηρόκαστρο 4.307 4.253 290 Χαλκιδική 0 0 0 Αρναία 0 0 0 Δράµα 5.207 780 44 Νευροκόπι 399 1.334 1.282 Καβάλα 0 0 0 Σύνολο 76.098 97.636 11.228 Πηγή: ΑΥΕ/1925/Β/40,2, Συνοπτική στατιστική του πληθυσµού της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας (αρχάς 1925) και Συνοπτική στατιστική του πληθυσµού Δυτ. Θράκης και Ανατ. Μακεδονίας 1925, Κοµοτηνή, 19 Νοεµβρίου 1925. Η περιπέτεια του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ και η προπαγανδιστική δράση των Σέρβων στη Δυτική και στην Κεντρική Μακεδονία άρχισαν να προβληµατίζουν έντονα την Ελλάδα. Η έως τότε πολιτική, αντί να επιλύει, όξυνε τα προβλήµατα. Η απόλυτη προσήλωση στις υποδείξεις της Κ.τ.Ε. για αναγνώριση των σλαβόφωνων ως εθνικής µειονότητας φαινόταν ακατάλληλη για τα δεδοµένα της Μακεδονίας, καθώς παρέσυρε τη χώρα σε διπλωµατική κρίση µε τους βόρειους γείτονές της. Ήταν εµφανές ότι

χρειαζόταν αλλαγή πλεύσης, µια διαφορετική πολιτική, εναρµονισµένη µε τις ιδιαιτερότητες της περιοχής. Τον Δεκέµβριο του 1924, ο υπουργός των Εσωτερικών Γεώργιος Κονδύλης πίστευε πως η µοναδική ουσιαστικά άµυνα της Ελλάδας έναντι των ξένων προπαγανδών ήταν η ευνοϊκή µεταχείριση των σλαβόφωνων. Οι συνθήκες φαίνεται ότι είχαν ωριµάσει και όλα συνηγορούσαν υπέρ της απεµπλοκής του ζητήµατος των σλαβόφωνων από το πλαίσιο των ελληνοβουλγαρικών και ελληνοσερβικών σχέσεων και τη µετατροπή του σε εσωτερικό ζήτηµα της Ελλάδας. Το 1925 αποτελεί σταθµό στη χάραξη της ελληνικής πολιτικής έναντι των σλαβόφωνων. Η ολοκλήρωση της ελληνοβουλγαρικής ανταλλαγής των πληθυσµών απάλλαξε την Ελλάδα από τη συντριπτική πλειοψηφία όσων σλαβόφωνων αµφισβητούσαν την ελληνική εξουσία. Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση γινόταν δέκτης πολλών µηνυµάτων που έφθαναν από τη Μακεδονία και σκιαγραφούσαν τη δεινή θέση των σλαβόφωνων χωρικών. Υπό την πίεση των γεγονότων αυτών, πρόβαλλε επιτακτική η ανάγκη της αναθεώρησης της ελληνικής πολιτικής και της διακριτικής µεταχείρισης των σλαβόφωνων. Η αλλαγή της ελληνικής πολιτικής εγκαινιάστηκε επίσηµα την άνοιξη του 1925 ενώπιον του συµβουλίου της Κ.τ.Ε. Μετά την απόρριψη του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ, ο γενικός γραµµατέας της Κ.τ.Ε., Έρικ Ντράµοντ, υπέβαλε στην ελληνική κυβέρνηση τρία ερωτήµατα αναφορικά µε τους σλαβόφωνους. Το πρώτο ερώτηµα ήταν το εξής: ποια ήταν τα µέτρα που είχε λάβει η Ελλάδα, µετά τις 29 Σεπτεµβρίου 1924, για να εφαρµόσει τη Συνθήκη περί Μειονοτήτων που είχε υπογράψει; Σύµφωνα µε το δεύτερο ερώτηµα, η Ελλάδα καλούνταν να δώσει πληροφορίες για τις µελλοντικές ενέργειές της, σε περίπτωση που θα αδυνατούσε να εφαρµόσει πλήρως τους όρους της συνθήκης. Το τρίτο ερώτηµα τέλος ζητούσε να διευκρινιστεί η άποψη της ελληνικής κυβέρνησης σχετικά µε τις ανάγκες των σλαβόφωνων στον τοµέα της εκπαίδευσης και της θρησκείας καθώς και ποια µέτρα σκόπευε να πάρει η Ελλάδα προς αυτή την κατεύθυνση. Δύο µήνες αργότερα, στις 29 Μαΐου 1925, ο επιτετραµµένος της Ελλάδας στην Κ.τ.Ε. Βασίλης Δενδραµής, απέστειλε στον γενικό γραµµατέα την ελληνική απάντηση. Σύµφωνα µε αυτήν, η ελληνική κυβέρνηση υποστήριξε πως δεν µπορούσε να λάβει κανένα µέτρο πριν ολοκληρωθεί η µεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας µετανάστευση.

Ωστόσο, δήλωσε πως θα σεβόταν τους όρους της συνθήκης των Σεβρών. Επίσης, αναφορικά µε το τρίτο ερώτηµα, η Ελλάδα είχε την πρόθεση να εξετάσει µε φιλικό πνεύµα κάθε πρόταση που θα αναφερόταν στην εκπαίδευση της σλαβόφωνης γλωσσικής µειονότητας. Δεν µπορούσε ωστόσο να δεχθεί την ύπαρξη θρησκευτικής µειονότητας, αλλά ήταν πρόθυµη να εξετάσει το ενδεχόµενο να τελείται η θεία λειτουργία στη γλώσσα τους. Ουσιαστικά, η απάντηση της ελληνικής κυβέρνησης στα ερωτήµατα της Κ.τ.Ε. αποτύπωνε ανάγλυφα τη νέα ελληνική αντίληψη περί σλαβόφωνων, ότι δηλαδή αποτελούσαν γλωσσική και όχι εθνική µειονότητα. Στα τέλη του 1925, ο πρωθυπουργός Θεόδωρος Πάγκαλος απέστειλε προς τα Υπουργεία Εσωτερικών, Προνοίας και Γεωργίας καθώς και προς τον γενικό διοικητή Μακεδονίας διαταγή µε την οποία, αφού καταδίκαζε τις αδικίες που σηµειώνονταν σε βάρος των σλαβόφωνων, ζητούσε τη δίκαιη µεταχείρισή τους, αφού «οι χωρικοί ασχέτως του εάν είναι Ελληνόφωνοι ή Σλαβόφωνοι, είναι άπαντες Έλληνες ανήκοντες ανεξαιρέτως όλοι εις την ελληνικήν Πατρίδα». Οι παρατηρήσεις του Έλληνα πρωθυπουργού αποτύπωναν πολύ περιεκτικά τα κυριότερα εµπόδια για την οµαλή ένταξη των σλαβόφωνων στο ελληνικό κράτος: η συµπεριφορά των κρατικών υπαλλήλων και των ανδρών της χωροφυλακής, η ένταση στις σχέσεις τους µε τους πρόσφυγες κυρίως λόγω κτηµατικών διαφορών και η αδυναµία στη λήψη αποφάσεων σε τοπικό επίπεδο. Η νέα ελληνική αντίληψη περί των σλαβόφωνων εφαρµόστηκε έως το 1930. Επρόκειτο για αναγνώριση γλωσσικής µειονότητας, στην οποία, σύµφωνα µε τους φιλελεύθερους ανέµους που έπνεαν στη µεσοπολεµική Ευρώπη µετά τα 14 σηµεία των διακηρύξεων του Αµερικανού προέδρου Ουίλσον, έπρεπε να παραχωρηθούν εκπαιδευτικά δικαιώ- µατα. Η Ελλάδα δεν µπορούσε να µείνει ουραγός στις εξελίξεις αυτές και οι πολιτικές προθέσεις της φάνηκαν πολύ σύντοµα, στα τέλη κιόλας του 1925. Η αναγνώριση γλωσσικής µειονότητας σήµαινε ότι η Ελλάδα αποδεχόταν πως στο έδαφός της κατοικούσαν πολίτες µε µητρική γλώσσα άλλη από την ελληνική και µε ξεχωριστά ήθη και έθιµα. Αρνείτο όµως ότι οι πολίτες αυτοί είχαν εθνική συνείδηση άλλη από την ελληνική. Το γεγονός αυτό επέτρεπε στην Ελλάδα να θεωρεί το ζήτηµα των σλαβόφωνων ως καθαρά εσωτερικό της ζήτηµα και να το απεγκλωβίσει από το πλαίσιο των σχέσεών της µε τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία. Το επιχείρηµα στο οποίο στηρίχθηκε η Ελλάδα για να αρνηθεί την ύπαρξη εθνικής µειονότητας στο έδαφός Σκηνή χορού Σλαβοµακεδόνων στη Φλώρινα, µε την ευκαιρία

της, αντλήθηκε από τη συνθήκη του Νεϊγύ. Οι Έλληνες αρµόδιοι υποστήριξαν πως οι σλαβόφωνοι της Μακεδονίας, που δεν εγκατέλειψαν τη χώρα εκµεταλλευόµενοι τους όρους της συνθήκης του Νεϊγύ που τους το επέτρεπε, αν θεωρούσαν εαυτούς Βουλγάρους, ήταν ελληνικής εθνικής συνείδησης ή τουλάχιστον δεν αµφισβητούσαν την ελληνική εξουσία. Είναι πάντως βέβαιο πως, παρά τη συνθήκη του Νεϊγύ, δεν φαίνεται να αποχώρησε από την Ελλάδα το σύνολο των σλαβόφωνων που αµφισβητούσαν την ελληνική κυριαρχία στη Μακεδονία. Ωστόσο οι πολίτες αυτοί παρέµειναν τη συγκεκρι- µένη χρονική περίοδο σιωπηλοί, είτε γιατί φοβούνταν αντίποινα είτε για λόγους τακτικής, και δεν διεκδίκησαν δικαιώµατα εθνικής µειονότητας. Το γεγονός αυτό επέτρεψε στις ελληνικές κυβερνήσεις να υποστηρίξουν ότι οι παραµείναντες σλαβόφωνοι µόνο γλωσσικά διαφοροποιούνταν από τους υπόλοιπους Έλληνες. Οι συνοµιλίες της ελληνικής Κυβέρνησης µε εκπροσώπους της Κ.τ.Ε., την κρίσιµη εκείνη άνοιξη του 1925, εµπεριείχαν σαφέστατη ελληνική δέσµευση ως αντάλλαγµα στην ανάκληση του πρωτοκόλλου Πολίτη-Καλφώφ, για παραχώρηση εκπαιδευτικών δικαιωµάτων στους σλαβόφωνους. Μάλιστα ο Δενδραµής δήλωσε στον Κόλµπαν ότι η ελληνική κυβέρνηση είχε την πρόθεση να υιοθετήσει µέτρα παρόµοια µε εκείνα που ίσχυαν στην Τσεχοσλοβακία ή την Πολωνία, όπου η ίδρυση µειονοτικών σχολείων απαιτούσε την αίτηση 40 τουλάχιστον µαθητών. Ο Κόλµπαν όµως διαφώνησε, τονίζοντας ότι η θέση των µειονοτήτων ήταν διαφορετική και ζήτησε να υιοθετηθούν για τους σλαβόφωνους τα ίδια µέτρα που ίσχυαν και για τους υπόλοιπους Έλληνες. Εφόσον δηλαδή ιδρύονταν σχολεία για λιγότερους από 40 ελληνοφώνους, το ίδιο θα έπρεπε να ισχύει και για τους σλαβόφωνους. Η ελληνική κυβέρνηση ανέθεσε σε τριµελή οµάδα ειδικών τη σύνταξη ενός Αλφαβηταρίου (Abecedar) προς χρήση των σλαβόφωνων µαθητών. Πολύ σύντοµα, στα τέλη του 1925, το Αλφαβητάριο ήταν έτοιµο. Το Abecedar ήταν γραµµένο στο τοπικό ιδίωµα µε λατινικούς όµως χαρακτήρες, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση κυρίως της Βουλγαρίας αλλά και της Γιουγκοσλαβίας. Παρά τις φιλότιµες ελληνικές προσπάθειες, ο βίος του Αλφαβηταρίου έληξε άδοξα. Η δοκιµαστική αποστολή του στα σχολεία της περιοχής Αµυνταίου συνάντησε την έντονη αντίδραση του ντόπιου ελληνόφωνου κυρίως στοιχείου, που το έριξε στην πυρά. Ήταν εµφανές ότι οι επιλογές της κεντρικής πολιτικής εξουσίας βρίσκονταν σε δυσαρµονία µε τις διαθέσεις µέρους του πληθυσµού, Το εξώφυλλο και η σελίδα τίτλου του «Abecedar», του αλφαβητα-

διαθέσεις έντονα αντιβουλγαρικές κυρίως αλλά και αντισερβικές, λόγω των πρόσφατων πολεµικών περιπετειών και των δεινών που είχαν υποστεί οι Έλληνες της περιοχής από τις δραστηριότητες των βορείων γειτόνων. Η πολιτική αυτή έναντι των σλαβόφωνων δοκιµάστηκε σοβαρά στη διάρκεια της δικτατορίας του Πάγκαλου, το καλοκαίρι του 1926. Η ανατροπή όµως του Πάγκαλου έθεσε τέρµα στα σχέδιά του, αν και οι αρνητικές εντυπώσεις παρέµεναν. Η ελληνική πολιτική επανήλθε εκ νέου στην κοίτη που είχε σχεδιασθτεί την άνοιξη του 1925 και οι σλαβόφωνοι θεωρήθηκαν και πάλι δίγλωσσοι Έλληνες, στους οποίους θα έπρεπε να παραχωρηθούν εκπαιδευτικά δικαιώµατα. Ωστόσο κάποιες ενέργειες της πολύ προσεκτικής ελληνικής κυβέρνησης δεν απέδωσαν. Στη διάρκεια του 1929 η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, στην προσπάθειά της να προχωρήσει σε διακανονισµό των διαφορών µε τους γείτονές της, αποπειράθηκε να ιδρύσει µειονοτικά σχολεία για τους σλαβόφωνους. Συνάντησε όµως την αντίδραση της Βουλγαρίας, που απαιτούσε τη χρήση στα σχολεία της βουλγαρικής αλλά και της Γιουγκοσλαβίας, που επέµενε ότι θα έπρεπε να χρησιµοποιείται η σερβοκροατική. Οι βόρειοι γείτονες της Ελλάδας δεν εννοούσαν να αποδεχθούν ότι η περίοδος των ενεργών αναµείξεών τους στα εσωτερικά θέµατα της Ελλάδας, µε αιχµή του δόρατός τους το ζήτηµα των σλαβόφωνων, είχε παρέλθει. Ο Βασίλης Δενδραµής, Έλληνας πρεσβευτής στη Σόφια, διεµήνυσε στον Βούλγαρο υπουργό Εξωτερικών Μπέρωφ πως στην Ελλάδα δεν υπήρχε βουλγαρική µειονότητα, αλλά µόνο σλαβόφωνη γλωσσική µειονότητα µε ελληνική εθνική συνείδηση. Το ζήτηµα επανήλθε τον Σεπτέµβριο του 1930 στη Γενεύη, όταν ο Βενιζέλος και ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, είχαν χωριστές συζητήσεις µε τον Μπέρωφ. Ο Βούλγαρος υπουργός Εξωτερικών ζήτησε από τον Έλληνα οµόλογό του να λειτουργήσουν σχολεία και εκκλησίες για τους σλαβόφωνους κατοίκους της Καστοριάς. Ο Μιχαλακόπουλος όµως αντέδρασε, λέγοντας πως οι πολίτες αυτοί της Ελλάδας δεν είχαν ζητήσει κάτι τέτοιο. Ταυτόχρονα, υπενθύµισε στον συνάδελφό του τις αντιδράσεις της Γιουγκοσλαβίας, σε περίπτωση που η Ελλάδα αναγνώριζε βουλγαρική µειονότητα στο έδαφός της. Προσέθεσε όµως ότι θα ήταν διατεθειµένος να εξετάσει το ζήτηµα της λειτουργίας των σχολείων και των εκκλησιών, αν η Βουλγαρία διακήρυττε επισήµως ότι αναγνώριζε το εδαφικό status quo στα Βαλκάνια και δεν έτρεφε διεκδικήσεις επί