ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΦΑΛΑΝΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2014-15 ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ Α2 ΘΕΜΑ: «Εις τον αφρό της θάλασσας» Η µακραίωνη ιστορία της ελληνικής ναυσιπλοίας Υπεύθυνη καθηγήτρια Βάσω Χατζή
Για αυτή την εργασία εργάστηκαν χωρισμένοι σε τέσσερεις ομάδες οι εξής μαθητές: Ομάδα Α Μόκα Δήμητρα Στεφανή Αθανασία Τσούκα Στελίνα Τσικαρλή Ευαγγελία Ομάδα Β Παπακωνσταντίνου Βασιλική Παπαθανασίου Δήμητρα Τσιακμάκη Γεωργία Χασιώτη Παρασκευή Ομάδα Γ Ντανίκας Γιάννης Νταούτης Χριστόδουλος Τσάνι Γκάζη Παπακωνσταντίνου Νίκος Ομάδα Δ Μπουφίκος Θωμάς Χλωρός Πάρης Φάτσης Βασίλης
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Έλληνας από αρχαιοτάτων χρόνων σύνδεσε τη ζωή του με τη θάλασσα. Η θάλασσα είναι κυρίαρχο στοιχείο στη μυθολογία και στην ιστορία του. Αυτό το αποδεικνύουν τα αρχαιολογικά ευρήματα και τα ιστορικά κείμενα. Η «Ιστορία» του Θουκυδίδη αναφέρει το Μίνωα σαν τον παλαιότερο, που γνωρίζουμε, που απόκτησε ναυτική δύναμη, κυριάρχησε στις ελληνικές θάλασσες, έγινε άρχοντας των Κυκλάδων και είχε εμπορικές σχέσεις με όλη τη Μεσόγειο. Στα Ανάκτορα της Κνωσού, τοιχογραφίες με δελφίνια και ψαράδες καθώς και στο Μουσείο Ηρακλείου κοσμήματα με θαλάσσιους οργανισμούς, μας αποδεικνύουν ότι οι Μινωίτες ήταν καλοί ναυτικοί και είχαν στενή σχέση με τη θάλασσα. Η Αργοναυτική Εκστρατεία και η πορεία των Αργοναυτών από την Ιωλκό στην Κολχίδα, ο μύθος του Φρίξου και της Έλλης η οποία σύνδεσε το όνομά της με τον Ελλήσποντο, ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος που έδωσε το όνομά του στην Ικαρία και στο Ικάριο Πέλαγος, ο θεός της θάλασσας Ποσειδώνας και η γυναίκα του Αμφιτρίτη με τις Νηρηίδες, ατράνταχτες αποδείξεις ότι η θάλασσα ήταν αναπόσπαστο μέρος της κοινωνικής, οικονομικής και θρησκευτικής ζωής του Έλληνα. Τεράστιος στόλος για την εποχή εκείνη υπό την ηγεσία του Αγαμέμνονα οργώνει το Αιγαίο και πολιορκεί την Τροία για τον εμπορικό και οικονομικό έλεγχο των στενών. Νησιά όπως η Ύδρα, οι Σπέτσες και τα Ψαρά σήκωσαν στους ώμους τους το βάρος του ναυτικού αγώνα στην Επανάσταση του 21. Άνδρος, Χίος, Αστυπάλαια, Ρόδος νησιά που γέννησαν
εφοπλιστές και τα υπόλοιπα που γέννησαν έμπειρους ναυτικούς που συμμετείχαν σε πολεμικές επιχειρήσεις στους Βαλκανικούς, στον Α και Β Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και που αποτέλεσαν και αποτελούν το δυναμικό στοιχείο του εμπορικού μας στόλου που πρωτεύει παγκοσμίως στη γενική κατάταξη. ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Δεδομένης, λοιπόν, αυτής της μακράς ιστορίας στόχος αυτής της εργασίας μας είναι να ερευνήσουμε και να γνωρίσουμε τις απαρχές της ελληνικής ναυσιπλοίας και πως αυτή διαμορφώθηκε μέσα από τις ανάγκες του λαού μας. Έτσι θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε το ρόλο που έπαιξε και συνεχίζει να διαδραματίζει αυτή στην εξέλιξη της ιστορίας και της οικονομίας του ελληνικού λαού. Τέλος, μέσα από τη γνωριμία με τη ναυσιπλοία ίσως θα μπορούσαμε να εμπνευστούμε και να διερευνήσουμε τις επαγγελματικές διεξόδους που μπορεί να προσφέρει στους νέους του σήμερα (εμπορικό πολεμικό ναυτικό).
Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΑΥΣΙΠΛΟΙΑΣ Τα πρώτα πλοία Η πρώτη επιστημονικά τεκμηριωμένη μαρτυρία που έχουμε για ταξίδι στην ελληνική ανοιχτή θάλασσα έχει καταγραφεί στις Κυκλάδες και ανάγεται στα 11.000 χρόνια πριν. Στο σπήλαιο Φράγχθι στην Ανατολική Αργολίδα βρέθηκε το ηφαιστιακό υλικό οψιδιανός που υπήρχε μόνο στο νησί Μήλος. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως το υλικό αυτό μεταφέρθηκε εκεί δια θαλάσσης με κάποιου είδους πλοίο καλύπτοντας μια απόσταση 150 ναυτικών μιλίων.
Η έρευνα έδειξε πως η μορφή πλοίου που χρησιμοποιήθηκε ήταν η «παπυρέλλα», ένα παπυρένιο σκάφος το οποίο με πειραματική μέθοδο υπολογίστηκε πως χρειαζόταν έξι κωπηλάτες και μία εβδομάδα ταξιδιού για να καλύψει την απόσταση από το πιο νότιο άκρο της Αττικής έως το νησί της Μήλου. Τα πλοία των Μινωιτών Με την εξάπλωση της χρήσης των χάλκινων εργαλείων βελτιώθηκε και η ποιότητα της κατασκευής των πλοίων φτάνοντας στο απόγειο με τα πλοία των Μινωιτών της Κρήτης.
Η πιο εμπεριστατωμένη μαρτυρία για τα πλοία των Μινωιτών προέρχεται από τις τοιχογραφίες που βρέθηκαν στο ακρωτήρι της Θήρας στη «Δυτική Οικία». Η σκηνή αυτή αποδεικνύει τις στενές επαφές που είχαν οι κάτοικοι του Αιγαίου μεταξύ τους λόγω της αναπτυγμένης ναυσιπλοίας στην περιοχή του Αιγαίου και όχι μόνο. Ευρύματα αποδεικνύουν πως οι Κρήτες διατηρούσαν εμπορικές επαφές με τους Αιγύπτιους και τους λαούς της Ανατολικής Μεσογείου. Μάλιστα, η μεγάλη εξάπλωση των Μινωιτών οδηγεί μελετητές ακόμη και σε πιο ακραίες θεωρίες όπως του Βρετανού συγγραφέα και αντιπλοίαρχου ΓΚΑΒΙΝ ΜΕΝΖΙΣ που ισχυρίζεται πως οι Μινωίτες ανακάλυψαν την Αμερική 3.700 χρόνια πριν από τον Κολόμβο. Μυκηναική εποχή Τρωικός πόλεμος Ο Τρωικός πόλεμος αποτελεί την πρώτη μεγάλη σύγκρουση των Αχαιών εκτός ελληνικού εδάφους και μια ένδειξη της ναυτικής δύναμης των Ελλήνων τη Μυκηναική εποχή. Η εκστρατεία στην Τροία, σύμφωνα με τον Όμηρο και τον Ηρόδοτο, έγινε τρεις γενιές μετά το θάνατο του Μίνωα δηλαδή πρώτα ήταν βασιλιάς ο Μίνωας, μετά ο γιος του Δευκαλίωνας και μετά ο εγγονός του ο Ιδομενέας που έλαβε μέρος στο πόλεμο. Σύμφωνα με το Πάριο
χρονικό, ο Τρωικός πόλεμος διήρκησε δέκα χρόνια και η άλωση της Τροίας έγινε το 954 πριν από το Διόγνητο, άρα το 1218 π.χ. Οι δυνάμεις των Αχαιών περιγράφονται με λεπτομέρεια στον κατάλογο των πλοίων (Νεών κατάλογος), στην β' Ραψωδία της Ιλιάδας. Αποτελούνταν από 28 περιοχές: στην Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία, Πελοπόννησο, Δωδεκάνησα, Κρήτη και ορισμένα νησιά του Ιονίου πελάγους, συγκεντρώνοντας στόλο από 1.178 πεντηκόντορους και 50 κωπήλατους. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο στόλος αποτελούνταν από 1.200 πλοία και συγκεκριμένα ο στόλος των Βοιωτών διέθετε 80 άτομα πλήρωμα σε κάθε σκάφος του, ενώ τα πλοία του Φιλοκτήτη διέθεταν μόνο 50 κωπηλάτες το καθένα. Προφανώς αυτοί οι αριθμοί αφορούσαν το μέγιστο και ελάχιστο δυνατό πλήρωμα που διέθετε ένα πλοίο. Αν συνυπολογιστούν όλα τα παραπάνω οι συνολικοί ένοπλη δύναμη των Ελλήνων ανέρχονταν από 70.000 ως 130.000 άντρες.
Άλλος κατάλογος πλοίων που μας διασώζει ο Απολλόδωρος διαφέρει ελαφρώς από αυτόν του Ομήρου όμως συμφωνεί για το σύνολο της εκστρατευτικής δύναμης. Ορισμένοι ερευνητές έχουν ισχυριστεί ότι ο κατάλογος του Ομήρου είναι αντίγραφο κάποιου παλαιότερου εγγράφου που ανάγονταν στην εποχή του Χαλκού (τότε δηλαδή που διαδραματίστηκε ο Τρωικός πόλεμος), πιθανόν κάποιου γενικού σχεδίου επιχειρήσεων του Αχαιού άνακτα ή γενικότερα του υπευθύνου της εκστρατείας. Ορισμένοι άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι απλώς είναι δημιούργημα του Ομήρου.
ΝΑΥΤΙΚΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ Όπως προκύπτει από τη μελέτη των επών του Ομήρου και τους μύθους ναυτικών ηρώων της αρχαιότητας (Ιάσωνας, Οδυσσέας) οι Αρχαίοι Έλληνες βασίστηκαν στη ναυσιπλοία για την εμπορική όσο και την αποικιακή εξάπλωσή τους τόσο προς την Ανατολή όσο και προς τη Δύση. Η περιπλάνηση του Οδυσσέα Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά τις περιπλανήσεις του Οδυσσέα θα παρατηρήσουμε ότι συμπίπτουν με την γεωγραφική εξάπλωση των Ελλήνων στη δυτική Μεσόγειο.
Ιάσωνας Αργοναυτική Εκστρατεία Η «Αργώ» και το ταξίδι της, που έγινε πριν τον Τρωικό πόλεμο, περιγράφεται από τον Όμηρο στην «Οδύσσεια» και τον Ευριπίδη στην «Μήδεια», ενώ υπάρχουν διάφορες εκδοχές του μύθου που έχουν διασωθεί από την αρχαιότητα. Έκτοτε μέχρι σήμερα οι ιστορικοί έχουν κατά καιρούς δώσει διάφορες εξηγήσεις για το τι μπορεί να συμβόλιζε το Χρυσόμαλλο Δέρας. Ο μύθος, πάντως, θεωρείται πως σχετίζεται με τα τολμηρά ναυτικά ταξίδια των Ελλήνων αυτής της περιόδου.
Η Αργοναυτική Εκστρατεία, που έγινε τον 13ο αιώνα π.χ. και πριν τον Τρωικό πόλεμο, αποτελεί μυθικό κατασκεύασμα του οποίου ο ιστορικός πυρήνας ανάγεται σε περιπέτειες εμπορικών Ελλαδικών πλοίων στον Εύξεινο Πόντο. Αρχικά, πρέπει να σημειωθεί ότι το εμπόριο μεταξύ πόλεων του Εύξεινου Πόντου και πόλεων Αιγαίου Πελάγους γινόταν, συνεχώς, ακόμη και την 3η (ίσως και την 4η) χιλιετηρίδα π.χ. Στο χάρτη αυτό η πορεία της Αργούς είναι περισσότερο σύμφωνη με τον μύθο. Φαίνεται η πορεία από την Θεσσαλία, στο Βόρειο Αιγαίο, στα Στενά (Ελλήσποντο και Βόσπορο), στην Βόρεια Μικρασιατική Παραλία και τέλος στην Κολχίδα. Μετά στην επιστροφή, η Αργώ μπαίνει στον Δούναβη, μετά αφού μεταφερθεί στα χέρια, βγαίνει στην Αδριατική Θάλασσα μετά μπαίνει στο Πάδο Ποταμό, βγαίνει στην Τυρρηνική Θάλασσα, διέρχεται το Στενό της Μεσσήνης, φθάνει στην Λιβύη, έρχεται στην Κρήτη και τελικά μέσω Κορίνθου και Αττικής επιστρέφει στην Ιωλκό. Αυτό όμως που άλλαξε κατά την 2η χιλιετηρίδα π.χ. ήταν η δημιουργία ορυχείων μετάλλων (κυρίως χαλκού και σιδήρου) αλλά και η κατεργασία τους που γινόταν στην βόρεια Μικρασιατική ακτή (κυρίως στα Ποντικά Όρη). (Ενδεικτικό της υπερ-παραγωγής αυτής ήταν η
ονομασία "Χάλυβες" που είχε αποκτήσει λαός της περιοχής κατά την Κλασσική Περίοδο). Ο πολύτιμος, αυτήν την εποχή, σίδηρος ήταν ισχυρό κίνητρο για τους Αχαιούς αλλά και Αιγαιώτες ναυτικούς της περιόδου εκείνης που αψηφούσαν κάθε κίνδυνο και διέσχιζαν τα Στενά του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου, για να προμηθευτούν τα πολύτιμα αυτά υλικά από τις βόρειες Μικρασιατικές ακτές.
ΠΕΡΣΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ - ΜΑΥΜΑΧΙΕΣ Εκτός από τον εμπορικό στόλο οι αρχαίοι Έλληνες διέθεταν και αξιόμαχο πολεμικό στόλο. Η συμβολή του ήταν αποφασιστική στην τελική νίκη των Ελλήνων επί των Περσών κατά τους Περσικούς πολέμους. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας Η μεγαλύτερη ναυμαχία της ελληνικής αρχαιότητας πραγματοποιήθηκε το 480π.Χ. στη Σαλαμίνα ανάμεσα στους Έλληνες και τους Πέρσες. Ο Ξέρξης πέρασε τον Ελλήσποντο με στόλο 1207 πολεμικών πλοίων και 3000 μεταγωγικών παραπλέοντας τα ελληνικά παράλια. Οι Αθηναίοι από την άλλη μεριά εξόπλισαν μόνοι τους 127 τριήρεις, οι οποίες μαζί με 144 πλοία άλλων πόλεων κατευθύνθηκαν προς το ακρωτήριο της Εύβοιας, το Αρτεμίσιο. Αυτό είχε ως συνέπεια, λόγω του στενού χώρου της Σαλαμίνας, να μην μπορεί να αναπτυχθεί όλος ο περσικός στόλος ελεύθερα και να αναγκάσει τον Ξέρξη να παρατάξει στο χώρο ελάχιστες δυνάμεις του. Επακολούθησε η περίφημη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.χ.), η οποία έληξε με νίκη των Ελλήνων και καταστροφή των Περσών.
Εκείνος που ήταν η αιτία να νικήσουν οι Έλληνες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, αλλά και έκανε την Αθήνα πρώτη ναυτική δύναμη, σύμφωνα με το Θουκυδίδη ήταν ο Θεμιστοκλής (525 460 π.χ). Η ναυμαχία της Μυκάλης Την ίδια μέρα με τη μάχη των Πλαταιών, ο ελληνικός στόλος νίκησε τον περσικό στη ναυμαχία της Μυκάλης το 479π.Χ. Η ναυμαχία αυτή ήταν καθοριστικής σημασίας διότι κατέστρεψε το στόλο των περσών και σήμανε το τέλος των περσικών πολέμων. Σύμφωνα με το Διόδωρο Σικελιώτη, οι Αιγινήτες και οι Μεγαρείς, κατά την περίοδο των Περσικών πολέμων ήταν οι πιο καλοί ναυτικοί μετά τους Αθηναίους. ΝΑΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Περίπου το 500 π.χ., η τριήρης, επινόηση των Κορινθίων, έγινε το βασικό σκάφος των ελληνικών, των φοινικικών, των ετρουσκικών, κ.α. μεσογειακών πολεμικών στόλων. Στην τριήρη στηρίχθηκαν μεγάλες ή μικρές «θαλασσοκρατορίες» όπως αυτές της Αθήνας, της Καρχηδόνας, της Κορίνθου, των Συρακουσών, κ.α. Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία και η κατάλυση του περσικού κράτους δημιούργησε μια νέα πολιτειακή κατάσταση για τον ελληνικό κόσμο. Τα νέα ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν στην Ανατολή ήταν πολύ μεγαλύτερα από τις παλαιές πόλεις-κράτη. Ο στόλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στην αρχή της εκστρατείας του, περιλάμβανε 150-160 πολεμικά πλοία και δεκάδες μεταγωγικά. Τα πληρώματα των πλοίων ήταν από τα διάφορα μέρη της Ελλάδα, όμως απαρτιζόταν και από Φοίνικες και Αιγυπτίους. Ο ναύαρχος Νέαρχος πραγματοποίησε μεγάλο ταξίδι από τις εκβολές του Ινδού ποταμού ως τον Περσικό κόλπο, το οποίο αποτέλεσε ένα μεγάλο, φοβερό κατόρθωμα.
Λέγεται ότι ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποίησε μία πρώτη μορφή υποβρυχίου, για να παρατηρήσει από κοντά τα παράξενα ψάρια στο βυθό του Ινδικού ωκεανού (332 π.χ.). Τα πλοία των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου Στη διάρκεια της Ελληνιστικής περιόδου και ανάμεσα στους διαδόχους, απογόνους και κυβερνήτες της τεράστιας αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου αναπτύχθηκε ένας ανταγωνισμός που αφορούσε την ναυπήγηση τεράστιων πλοίων μεγάλης χωρητικότητας, πλοίων κυρίως πολεμικών, αλλά και ψυχαγωγικών, για να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες. Η νέα κατάσταση είχε το αντίκτυπο της στην πολεμική τέχνη, τόσο στην ξηρά όσο και στην θάλασσα. Οι παλαιότεροι στόλοι των πόλεων-κρατών που είχαν ως βασικό μαχητικό πλοίο την τριήρη, αντικαταστάθηκαν από τους κολοσσιαίους στόλους των ελληνιστικών κρατών, στους οποίους τα κύρια πολεμικά ήταν μεγαλύτερες πολυήρεις, κυρίως πεντήρεις.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΝΑΥΤΙΚΟ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Από το 2ο αι. π.χ., οι Ρωμαίοι άρχισαν σιγά-σιγά να κατακτούν διάφορα Ελληνικά μέρη. Συνέπεια του γεγονότος αυτού ήταν να πάψουν οι Ελληνικές πόλεις να πρωτοστατούν στη Μεσόγειο όπως και το ναυτικό τους. Το θαλάσσιο εμπόριο βέβαια εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό παράγοντα της οικονομικής ζωής των Ελλήνων. Οι Έλληνες ναυτικοί συνεχίζουν το ρόλο τους στη θάλασσα και ταυτόχρονα γίνονται ποδηγέτες, εκπαιδευτές και πληρώματα του δημιουργούμενου αργότερα ισχυρού ναυτικού της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι Έλληνες ναυπηγοί, υπακούοντας στους Ρωμαίους αξιωματούχους, κατασκευάζουν υπερμεγέθη και βαριά καράβια, πάνω στα οποία τοποθετούνται πολεμικές πολιορκητικές μηχανές και κατασκευές που χρησιμοποιούνται στις επιχειρήσεις της ξηράς. Η διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε Ανατολική και Δυτική το 395μ.Χ. και η ανάδειξη της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, επανέφερε στο προσκήνιο το Αιγαίο Πέλαγος. Την περίοδο μεταξύ 4ου και 7ου μ.χ. στη λεκάνη της Μεσογείου η Βυζαντινή θαλασσοκρατία αναβαθμίζει και πάλι το Αιγαίο σε σταυροδρόμι εμπορίου. Το πλοίο που χαρακτηρίζει την Βυζαντινή περίοδο είναι ο Βυζαντινός Δρόμωνας.
Το 4 ο αιώνα, από το ίδιο το Μεγάλο Κωνσταντίνο, ιδρύονται τα λιμάνια της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης και από τον 5 ο αιώνα λειτουργεί ένα εκτεταμένο δίκτυο τεχνικών λιμανιών κατά μήκος του Κερατίου κόλπου και της Προποντίδας. Τα λιμάνια αυτά, που διαθέτουν άρτιες για την εποχή λιμενικές εγκαταστάσεις, παίζουν σπουδαίο ρόλο στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή του Βυζάντιο. Τα καράβια των Βυζαντινών, ελαφρά και ευέλικτα, ταξιδεύουν στα πέρατα του κόσμου. Προστατεύουν τα νησιά και τις ακτές από τους πειρατές αλλά μεταφέρουν εμπορεύματα, αλιεύματα και αγροτικά προϊόντα στην Κωνσταντινούπολη, που αποτελεί κέντρο μεγάλης εμπορικής δραστηριότητας και απορρόφησης αγαθών. Γενικά τα πλοία
των Βυζαντινών διακρίνονται σε «μακρά» και «στρογγυλά», αντίστοιχα πολεμικά και εμπορικά. Στα πρώτα πλοία ανήκαν οι Δρόμωνες ως κύριες πολεμικές μονάδες, και τα Χελάνδια και τα Πάμφυλα ως βοηθητικές μονάδες, δηλαδή ιππαγωγά, σιταγωγά και σκευοφόρα. Το μήκος των Δρομώνων ήταν 40-50 μέτρα και πλάτος 7 μέτρα. Οι διαστάσεις ποικίλουν αναλόγως της εποχής. Οι βαριοί Δρόμωνες φέρουν δύο σειρές κουπιά σε κάθε πλευρά από 25 σε κάθε μία συνολικώς εκατό, ενώ ο αριθμός των ερετών έφθανε τους διακόσιους τριάντα. Οι βαρύτεροι και μεγαλύτεροι δρόμωνες του 11 ου 12 ου αι. υπήρξαν οι πρόδρομοι της δυτικής γαλέρας και γενικότερα της σύγχρονης ευρωπαϊκής ναυπηγικής των «Ανακαλύψεων». Δηλαδή κατά την εποχή αυτή οι κωπηλάτες αντικαταστάθηκαν από αποτελεσματικότερα σχεδιασμένα πανιά και οι ιστιοφόροι πια δρόμωνες με τρία κατάρτια και τετράγωνα ιστία αλλά και τριγωνικά πανιά μεταξύ πυροβόλου και πρώτου καταρτιού, έγιναν πιο γνωστοί σαν «κορβέτες» και «γαλέρες» των ανακαλύψεων. Στα ακρόπωρα των δρομώνων κατέληγαν τα ακροσωλήνια μέσο του οποίου εκσφενδονιζόταν το υγρό πυρ. Η χρησιμοποίηση από τους Βυζαντινούς του «υγρού πυρός» συνετέλεσε αποφασιστικά στην αντιμετώπιση της αραβικής προέλασης και η αποτελεσματικότητά του είχε διεθνή απήχηση.
ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453 στις στις τουρκοκρατούμενες περιοχές του ελλαδικού χώρου η ναυτική δραστηριότητα των Ελλήνων συνεχίζεται και προετοιμάζει τους υπόδουλους για τη μεγάλη επανάσταση του 1821. Η υποχρεωτική θητεία των Ελλήνων στο τουρκικό ναυτικό (λεβέντες), η μεταφορά αγαθών από Έλληνες πλοιοκτήτες και οι συχνές συγκρούσεις τους με τους πειρατές του Αιγαίου όπως και η συμμετοχή των ελληνικών πλοίων σε μεγάλες ναυμαχίες όπως της Ναυπάκτου (1571) και του Τσεσμέ (1770) προσδίδουν στους Έλληνες ναυτικούς πολύτιμη εμπειρία και πολεμική ετοιμότητα. Η εκδήλωση της Ελληνικής επανάστασης το 1821 είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την οικονομική ανάπτυξη και την πνευματική αφύπνιση των υπόδουλων Ελλήνων κατά την διάρκεια του 18ου αιώνα. Η συσσώρευση πλούτου και η διάδοση των φιλελεύθερων και επαναστατικών μηνυμάτων της Γαλλίας στους Έλληνες, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην ανάπτυξη του εμπορίου και της εμπορικής ναυτιλίας και υλοποιήθηκε από την τάξη των πλουσίων Ελλήνων εμπόρων που δημιουργήθηκε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Η Ελληνική εμπορική ναυτιλία παρουσίασε μεγάλη ακμή κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Το τέλος του Ρώσο-Τουρκικού πολέμου (1768-1774) και η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, σύμφωνα με την οποία τα Ελληνικά πλοία μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την Ρωσική σημαία και να διαπλέουν ελεύθερα τα στενά του Ευξείνου Πόντου, είχαν ως αποτέλεσμα οι μεταφορές των Ρωσικών σιτηρών να περάσουν στα χέρια των Ελλήνων εμπόρων. Την παραμονή της επανάστασης, οι Έλληνες πλοιοκτήτες διέθεταν τον εντυπωσιακό αριθμό των 1.000 εμπορικών πλοίων, εκ των οποίων τα 200 περίπου τα χρησιμοποίησαν ως πολεμικά κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Τρία κυρίως νησιά, Ύδρα, Σπέτσες, Ψαρά, είχαν αναπτυχθεί σε υπολογίσιμα ναυτικά κέντρα και ήταν εκείνα που πρώτα διέθεσαν τα πλοία τους για τον αγώνα της ανεξαρτησίας. Το βασικότερο όπλο των Ελλήνων θαλασσομάχων ήταν το πυρπολικό, με το οποίο οι αγωνιστές προκαλούσαν σοβαρές ζημιές και κυριολεκτικά τρομοκρατούσαν τους αντιπάλους τους. Ο Ψαριανός Δημήτριος Παπανικολής ανατινάζει με το πυρπολικό του το Τουρκικό Δίκροτο στη Ερεσσό της Λέσβου, ο Κωνσταντίνος Κανάρης ανατινάζει την Τουρκική ναυαρχίδα στη Χίο και
ένα δίκροτο στην Τένεδο αναδεικνυώμενος τελικά στον θρυλικό μπουρλοτιέρη τον οποίο έτρεμε το Τουρκικό ναυτικό. Ο Υδραίος Αντώνιος Ραφαλιάς πυρπολεί δίκροτο στις ναυτικές επιχειρήσεις της Σάμου τον Ιούλιο του 1822. Οι Ελληνικές ναυτικές δυνάμεις με επικεφαλής τον Υδραίο ναύαρχο Ανδρέα Μιαούλη αντιμετωπίζουν με επιτυχία τον Τουρκικό στόλο, τρέποντάς τον σε φυγή σε πολλές ναυμαχίες.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ Το ελληνικό Κρατικό Πολεμικό Ναυτικό δημιουργήθηκε μετά την απόφαση του Ιωάννη Καποδίστρια, γεγονός που σηματοδοτεί την έναρξη της ιστορίας του νεότερου πολεμικού ναυτικού. Για το λόγο αυτό, αγοράστηκαν τα πρώτα ατμοκίνητα πλοία με δάνεια από την Αγγλία και την Αμερική. Στη συνέχεια, οι φιλέλληνες και οι αγωνιστές που διακρίθηκαν στον αγώνα της ανεξαρτησίας πραγματοποίησαν πολλές δωρεές πλοίων. Το ελληνικό ναυτικό την περίοδο των Βαλκανικών πολέμων αποτελούσε την κύρια ναυτική δύναμη της Συμμαχίας και συντέλεσε αποφασιστικά για την νίκη των συμμαχικών όπλων. Για παράδειγμα η μεγάλη συμβολή του ναυτικού φανερώνεται, όταν το τορπιλοβόλο με κυβερνήτη τον Βότση μπήκε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και με δύο τορπίλες βύθισε την τουρκική κορβέτα, στο τέλος του Α Βαλκανικού πολέμου. Αξιοσημείωτη είναι και η επίθεση του υποβρυχίου «Δελφίν» κατά του τουρκικού καταδρομικού «Μετζητιέ» που αποτέλεσε την πρώτη
τορπιλική επίθεση στον κόσμο. Οι λόγοι που οδήγησαν στην επιτυχία του ναυτικού είναι η μεγάλη υπεροχή και η ναυτική παράδοση καθώς και η άξια ηγεσία που το αποτελούσε. Δέκα χρόνια μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο το ελληνικό πολεμικό ναυτικό διέθετε ελάχιστη δύναμη απαρχαιωμένων τορπιλοβόλων και τριών γαλλικών θωρηκτών. Η ενίσχυση ενός αξιόμαχου στόλου έγινε με τον εφοδιασμό τεσσάρων καινούργιων αγγλικών και τεσσάρων γερμανικών αντιτορπιλικών. Η δόξα του πολεμικού ναυτικού επισφραγίστηκε με το καταδρομικό «Γ. Αβέρωφ». Το θωρηκτό καθελκύστηκε το 1910 και κατέπλευσε στο Φάληρο το 1911 όπου οι Έλληνες το δέχθηκαν με ενθουσιασμό. Ήταν από τα ενδοξότερα πλοία της νεότερης ελληνικής ναυτικής ιστορίας και συνδέθηκε άρρηκτα με τον ναύαρχο Κουντουριώτη και την πολιτική συμβολή του Βενιζέλου στην ναυτική ισχύ της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, το σημαντικότατο για τον ελληνικό στόλο καταδρομικό «ΕΛΛΗ» ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο τορπιλίστηκε από το Μουσολίνι, ο οποίος είχε ζητήσει προηγουμένως την παράδοση της Ελλάδας.
Όμως, ο ελληνικός στόλος με τα ηρωικά υποβρύχια διακρίνεται καθ όλη τη διάρκεια του πολέμου συμμετέχοντας σε καθοριστικές ναυτικές επιχειρήσεις, ακόμα και μετά από τα καίρια πλήγματα της γερμανικής εισβολής. Έπειτα από την επική μάχη της Κρήτης, το ελληνικό πολεμικό ναυτικό δεν παραδόθηκε στις δυνάμεις Άξονα αλλά όσος στόλος διασώθηκε από τις επιχειρήσεις έπλευσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Παράλληλα το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό όχι μόνο προστάτευε με πλήρη ασφάλεια τις νηοπομπές, αλλά πρόβαινε σε επικίνδυνες εξορμήσεις στην Αδριατική αντιμετωπίζοντας ένα εχθρικό στόλο δεκαπλάσιας ισχύος και δυνάμεως. Συνέπεια αυτών ήταν το Αιγαίο και το Ιόνιο να μείνουν απόρθητα ακόμα και από τα σχεδόν υπερσύγχρονα θωρηκτά του Ιταλικού στόλου. Άλλο ένα σημαντικό γεγονός κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου είναι ότι το Ελληνικό Εμπορικό Ναυτικό θρήνησε χιλιάδες άνδρες και πολλά ωκεανοπόρα, ατμοκίνητα πλοία και πετρελαιοκίνητα καΐκια. Οι ελληνικές απώλειες των εμπορικών πλοίων έφτασαν στο 14% του συνόλου των συμμαχικών απωλειών σε όλες τις θαλάσσιες επιχειρήσεις, ένα τεράστιο ποσοστό για μια μικρή χώρα. Εκτός, όμως από το πολεμικό ναυτικό και η Εμπορική Ναυτιλία αποτελεί για τη χώρα μας Εθνικό Κεφάλαιο και έχει καταξιωθεί σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία είναι πρώτη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ο Ελληνόκτητος στόλος κατέχει την πρώτη θέση στον κόσμο με 3.428 πλοία.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Σύμφωνα με τα παραπάνω, συνάγεται εύλογα το συμπέρασμα ότι η αξία και η προσφορά του ελληνικού ναυτικού στην Ελλάδα και τον κόσμο είναι ανεκτίμητη. Ένας λαός που διαθέτει θάλασσα είναι τυχερός, γιατί του δίνεται η δυνατότητα αφενός να πολλαπλασιάσει το γεωγραφικό του χώρο και αφετέρου να εκμεταλλευτεί οικονομικά το ζωικό βασίλειο της θάλασσας (ψάρια, σφουγγάρια, κοχύλια). Έπειτα αν ένας λαός διαθέτει ναυτικό, πολεμικό και εμπορικό έχει την δυνατότητα να αμυνθεί ή να επιτεθεί σε περίοδο πολέμου και να πλουτίσει από το εμπόριο σε περίοδο ειρήνης. Ούτως ή άλλως η ιστορία της Ελλάδας είναι άμεσα συνδεδεμένη με το ναυτικό επάγγελμα, αφού αποτελεί έναν σημαντικό τομέα απασχόλησης του ελληνικού εργατικού δυναμικού. Κυρίως όμως για τους Έλληνες το εμπορικό ναυτικό είναι άκρως αναγκαίο γιατί, συνδέει τα ελληνικά νησιά τόσο μεταξύ τους όσο και με την ηπειρωτική Ελλάδα καθώς και με τις υπόλοιπες χώρες που διαθέτουν θάλασσα και γίνεται φορέας πρωτοπόρων ιδεών. Στη ναυτική τους ιστορία οφείλουμε οι Έλληνες το αδάμαστο και καινοτόμο πνεύμα μας καθώς και την ικανότητα να αφομοιώνουμε νέες ιδέες που εξελίσσουν και σφυρηλατούν την μακραίωνη ιστορία μας. Την υπέρμετρη αξία του ναυτικού και της θάλασσας μαρτυρούν άλλωστε και αναφορές από ιστορικούς, ποιητές και πεζογράφους της Αρχαίας Ελλάδας. Πολλά γεγονότα που σχετίζονται με το ναυτικό και τη θάλασσα αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για πολλά έργα τέχνης ανεκτίμητα στους αιώνες.
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ 1. Προβολή ντοκυμαντέρ «Το μυθικό πειραματικό ταξίδι της Αργώ» 2. Προβολή ντοκυμαντέρ «Ψάχνοντας τους απογόνους των αρχαίων Ελλήνων» 3. Προβολή ντοκυμαντέρ «Ο Ιάσωνας και η Αργοναυτική Εκστρατεία. 4. Επίσκεψη στο εμπορικό λιμάνι του Βόλου και το ξύλινο αντίγραφο της Αργούς 5. Επίσκεψη στο Μουσείο Τοπάλη στη Μακρυνίτσα για την έκθεση θαλασσογραφίας Ν. Χριστόπουλου.
ΠΗΓΕΣ http://www.sailingschool.gr/arthra/16-etsi-gia-na-mhn-ksexname http://www.livepedia.gr/index.php/%ce%a0%ce%bb%ce%bf%ce%af% CE%BF http://el.wikipedia.org/wiki/%ce%a4%cf%81%cf%89%ce%b9%ce%ba %CF%8C%CF%82_%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%C F%82 http://taxidiafilologika.blogspot.gr/2012/12/blog-post_4.html http://ionnkorr.blogspot.gr/2011/02/13-2.html http://anekshghta.blogspot.gr/2014/11/blog-post_38.html https://astypalaia.wordpress. http://www.yen.gr/wide/yen.chtm?prnbr=25216 ΒΙΝΤΕΟ https://www.youtube.com/watch?v=-s_0bwc7hi8 https://www.youtube.com/watch?v=_7hk2dndrp0 https://www.youtube.com/watch?v=zo6efnvkses