Αριάδνη Νέα Κηφισιά, ώρα 23:30

Σχετικά έγγραφα
«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Βρισκόμαστε σε ένα μικρό νησί, που βρίσκεται εκεί που ο κόσμος, όχι όλος, πίστευε και θα πιστεύει ότι παλιά υπήρχε η Ατλαντίδα, δηλαδή για να σας

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Η πριγκίπισσα με τη χαρτοσακούλα

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

Το παραμύθι της αγάπης

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Ο Ray Mesterio είναι ένας εξαιρετικός παλαιστής που ξέρει πολλές τεχνικές. Φοράει συνέχεια μια χρωματιστή μάσκα κι έτσι δεν ξέρουμε πώς είναι το

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ. Για την ΗΜΕΡΑ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ και τη Δράση Saferinternet.gr

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Πόλεμος για το νερό. Συγγραφική ομάδα. Καραγκούνης Τριαντάφυλλος Κρουσταλάκη Μαρία Λαμπριανίδης Χάρης Μυστακίδου Βασιλική

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

2 ο ΒΡΑΒΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΛΕΝΗ ΚΟΤΣΙΡΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΖΑΝΝΕΙΟΥ ΣΧΟΛΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ Β ΤΑΞΗ ΤΙΤΛΟΣ: «ΕΠΙΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΑΙΡΗ»

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Πρώτη νύχτα με το θησαυρό

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕΤΑΞΑ. Μαύρα, σαν τον έβενο, μαλλιά

Πήγαν στην καφετέρια και κάθισαν σε ένα τραπέζι, παρήγγειλαν καφέ και η όµνα ήταν σιωπηλή. Ο Λέων σκέφτηκε ότι θα έχει µία ωραία ερωτική σύντροφο, βλέ

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΝΗΣΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ - ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΚΤΟΦΥΛΑΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΛΙΜΕΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ

9 απλοί τρόποι να κάνεις μία γυναίκα να μην μπορεί να σε βγάλει από το μυαλό της

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών


Κατανόηση προφορικού λόγου

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Κεφάλαιο 6 : Η μάχη της Ουάσιγκτον (Μέρος ΙΙI) Η μυστηριώδης γυναίκα! Το κόκκινο του θανάτου;

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

Transcript:

Αριάδνη Η Αριάδνη ήταν ένα κορίτσι λίγο διαφορετικό. Προσπαθούσε να μη συμβιβάζεται, να γίνονται όλα με τον δικό της τρόπο, να έχει το πάνω χέρι. Είχε μεγαλώσει μόνη της, οι γονείς της είχαν σκοτωθεί σε τροχαίο, ευτυχώς όμως με λίγα χρήματα βοηθούσε ένας μακρινός συγγενής της. Νέα Κηφισιά, ώρα 23:30 Η Αριάδνη έβγαινε από το μπάνιο. Λίγο πριν, έτρεχε πάνω στο διάδρομο για να διατηρήσει τις έντονες γραμμές που αρκετά χρόνια χορού είχαν χαρίσει στο σώμα της. Φόρεσε ένα λευκό μπουρνούζι και πήγε προς το κρεβάτι της. «Ακόμα ένα βράδυ», σκέφτηκε, «θα κοιμηθώ μόνη». Υπήρχε ένας νέος στη δουλειά για τον οποίο της είχαν πει πως ρωτούσε γι αυτήν, αλλά δεν ήταν σίγουρη αν την ενδιέφερε. Ίσως να τον τρόμαζε η συμπεριφορά της, ίσως απλά να ήταν αυτό που έλεγε μία συνάδελφος, πως πλέον δεν υπάρχουν πραγματικοί άντρες. Κάπως γλυκανάλατος για τα γούστα της. Με αυτές τις σκέψεις, ξεμπέρδευε τα μακριά μαλλιά της λίγο πριν τα στεγνώσει. Βαρετή ρουτίνα. Σκεφτόταν να τα κόψει πολύ κοντά για να τελειώνει. Αυτό όμως ίσως φόβιζε περισσότερο τους άντρες. Η Αριάδνη βάδισε για να κλείσει το παράθυρο που ήταν μισάνοικτο. Δεν θυμόταν πότε το είχε ανοίξει. Είχε παλιώσει, έτριζε, και ο αέρας περνούσε από τα κενά που άφηνε, όπως και 13

στην εξώπορτα. Μία, ίσως δύο νύκτες πριν την πανσέληνο. Το φως του φεγγαριού φώτιζε τον μικρό κήπο και τα λιγοστά του λουλούδια. «Μάλλον κοιμούνται κι αυτά», σκέφτηκε η Αριάδνη. Έκλεισε το παράθυρο και τρύπωσε παιχνιδιάρικα σαν μικρό κορίτσι κάτω από τα παπλώματα. Αναρωτήθηκε από πόσο μικρή είχε αυτή τη συνήθεια... Χαμογέλασε και έκλεισε τα μάτια της. Ανάμεσα στις μικτές μυρωδιές του δωματίου υπήρχε και μια διαφορετική, μάλλον ευχάριστη, αλλά δεν ήταν σίγουρη γιατί ήταν πολύ αμυδρή. Όπως τράβηξε το δεύτερο μαξιλάρι προς το μέρος της, ένιωσε κάτι στο χέρι της. Η Αριάδνη τραβήχτηκε πίσω και άνοιξε το φως. Ήταν απλά ένα πορφυρό ροδοπέταλο. «Αρχίζω να τα χάνω», σκέφτηκε. «Μάλλον το έφερε ο αέρας από το ανοικτό παράθυρο». Η Αριάδνη κοιμήθηκε προσπαθώντας να σκεφτεί ποιο κοντινό σπίτι είχε κήπο με τριαντάφυλλα. Επόμενη μέρα, Κέντρο, ώρα 17:30 Έπρεπε να δουλέψει υπερωρία. Ήταν τόσο εκνευριστικό να μη σχολάει στην ώρα της, μέσα σε ένα άχαρο γραφείο που και ο πιο άσχετος άντρας να το διακοσμούσε, πιο ζωντανό θα ήταν. Η ρουτίνα γινόταν από εκνευριστική έως καταθλιπτική. Ένας σωρός δεδομένα έπρεπε να περαστούν στον υπολογιστή, σε δύο καταστάσεις: μία για την εφορία, μειωμένα σύμφωνα με τις υποδείξεις, και μία για το αρχείο της εταιρείας, όπου όλα ήταν σωστά. Σκέφτηκε τον νέο που είδε το πρωί καθώς έμπαινε στην εταιρεία. Μόλις τον καλημέρισε, έχασε τη μιλιά του. Δεν είχαν ξαναμιλήσει, αλλά σίγουρα τον περίμενε πιο ζωηρό. Στο τέλος κάτι ψέλλισε κι αυτός, αλλά δεν τον άκουσε. «Μπράβο, τον τρόμαξες», σκέφτηκε. «Αν είχες μια μικρή ελπίδα, τώρα την έχασες κι αυτήν». Η Αριάδνη προσπάθησε να απομακρύνει κάθε σκέψη. Ένα μικρό λάθος θα σήμαινε μεγάλο πρόστιμο για την εταιρεία, καθώς και την απόλυσή της. Πλησίον ΗΣΑΠ Κηφισιάς, ώρα 20:17 Η δουλειά είχε τελειώσει και η Αριάδνη πλησίαζε στο αυτοκίνητό της. Κάποια στιγμή αναρωτήθηκε γιατί δεν είχε φως το στενό που 14

άφηνε το αυτοκίνητο. Διαπίστωσε πως η λάμπα της κολόνας ήταν σπασμένη. Βάδισε με γρήγορα βήματα προς το αυτοκίνητο, φοβούμενη πως το είχαν παραβιάσει. Με το φακό του κινητού είδε πως όλα ήταν εντάξει, μόνο που τρία ροδοπέταλα ήταν πεσμένα έξω από την πόρτα του οδηγού. «Περίεργη σύμπτωση», σκέφτηκε και ξεκλείδωσε το αυτοκίνητό της. Πάνω στο παρμπρίζ υπήρχε ένας μικρός φάκελος, λίγο μεγαλύτερος από μπιλιετάκι. Η Αριάδνη χαμογέλασε και τον πήρε στα χέρια της. Τον άνοιξε κι άρχισε να διαβάζει: «Δεν μπορώ να μένω άλλο μακριά σου. Δεν μπορώ να σε βλέπω μαριονέτα στα σχέδιά τους. Κάποια στιγμή θα καταλάβεις». Το γράμμα υπέγραφε «κάποιος από παλιά». «Αινιγματικό», σκέφτηκε η Αριάδνη. Μια σκιά κινήθηκε προς το μέρος της, και πριν προλάβει να γυρίσει να δει ποιος ήταν, ένα χέρι κάλυπτε το στόμα της. Με μια βίαιη κίνηση την κόλλησε πάνω του. Το πίσω μέρος του κεφαλιού της ακουμπούσε στο σκληρό στήθος του, και παρότι στιγμιαία είχε δει μπότες πλατφόρμες, ο άντρας που την κρατούσε ήταν έτσι κι αλλιώς πολύ ψηλός. «Αν δοκιμάσεις να κάνεις κάτι διαφορετικό από αυτά που σου λέω, η ζωή σου θα τερματιστεί πρόωρα», της είπε ο άντρας με επιβλητική φωνή. Στο άλλο του χέρι κρατούσε ένα μεγάλο πιστόλι, το οποίο προς το παρόν δεν ήταν στραμμένο πάνω της. Και τα δυο του χέρια ήταν καλυμμένα με γάντια, αλλά η φωνή του πρόδιδε ότι ήταν Έλληνας και σχετικά νέος. «Κάνε ό,τι σου πω, και αύριο θα είσαι πάλι σπίτι σου». Η Αριάδνη ήθελε να ξεφύγει αλλά φορούσε αρκετά ψηλά τακούνια, κι απ την άλλη ο άντρας έδειχνε σίγουρος για το τι έκανε, οπότε σκέφτηκε να μην το ρισκάρει ακόμα. Σίγουρα όμως κάτι θα σκεφτόταν στη συνέχεια. Επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητό της, αυτή στη θέση του οδηγού και αυτός ακριβώς πίσω της. Πήγε να ακουμπήσει τον καθρέφτη για να δει το πρόσωπό του, αλλά με μια γρήγορη κίνηση της κατέβασε το χέρι. «Είναι έξυπνος», σκέφτηκε και έβαλε μπροστά. Η μυρωδιά από το άρωμά του ήταν έντονη και της αποσπούσε την προσοχή, μα ακόμα πιο έντονη ήταν η βίαιη παρουσία του. Αν και το σώμα της έτρεμε, κατάφερνε να οδηγήσει επειδή οι οδηγίες στο δρόμο ήταν αυστηρές και ευκρινείς. Κάτι μέσα της έλεγε πως 15

δεν θα ξέμπλεκε εύκολα. Η Αριάδνη κοιτούσε στη διαδρομή μήπως υπήρχε κανένα περιπολικό στο δρόμο, η καρδιά της χτυπούσε γρήγορα, τα χέρια της κινούνταν άτσαλα. Τα περιπολικά δεν φαίνονταν πουθενά, η Αριάδνη θυμόταν πως τελευταία βρίσκονταν πάντα σταθμευμένα στο μεγάλο εμπορικό. Σε κάποιο σημείο την διέταξε να ακινητοποιήσει το όχημά της μέσα σ ένα πάρκο. Η Αριάδνη, φοβούμενη για τη ζωή της, υπάκουσε. Δεν ήξερε αν ήταν ο άντρας που είχε γράψει το γράμμα στο φάκελο. Εκεί της έδεσε τα χέρια κι έπειτα τα μάτια. Η Αριάδνη ένιωσε πολύ άσχημα. Δεν είχε νόημα να φωνάξει, δεν είχε νόημα να προσπαθήσει να τρέξει ή ν αντισταθεί σ εκείνο το ερημωμένο μέρος. Δεν ήξερε τι την περίμενε. Κύκλωμα trafficking; Εκβιαστές; Ληστές ανθρωπίνων οργάνων; Ο άντρας την βοήθησε να βγει από το αυτοκίνητό της και να μπει σε ένα άλλο. Από τις κινήσεις του κατάλαβε πως δεν ήταν κάποιος κοινός τραμπούκος, καθώς βοηθούσε το σώμα της με απαλές για τη ρώμη του κινήσεις. Σαν να βοηθούσε κάποιος έναν ασθενή. Ίσως ήταν αυτός που έστειλε το γράμμα, ίσως γλύτωνε από τα χειρότερα. Με το πίσω κυρτό μέρος του δείκτη του σκούπισε ένα δάκρυ της. «Σε λίγο θα σε λύσω, υπομονή», της είπε με πιο ευγενική φωνή. Η φωνή αυτή ακούστηκε τόσο οικεία και αγαπητή Κάτι της θύμιζε, μα δεν μπορούσε να πει τι. Για λίγο σχεδόν ξέχασε το φόβο της προσπαθώντας να καταλάβει ποιος ήταν. Κάποιος από παλιά... Η διαδρομή κράτησε λιγότερο από δέκα λεπτά και η Αριάδνη οδηγήθηκε μέσα σε ένα κτήριο. Το κατάλαβε από τα σκαλάκια που ανέβηκε και την πόρτα που έκλεισε πίσω της. Η μυρωδιά από τα λουλούδια ήταν έντονη. Το κτήριο ήταν ζεστό, ο ήχος από φωτιά ακουγόταν σιγανός. Μάλλον ήταν σε σπίτι, σε ένα σπίτι με τζάκι. Την ακούμπησε μπρούμυτα κάπου μαλακά. Ήταν ένας μεγάλος καναπές, κάτω από το απαλό σεντόνι μπορούσε να καταλάβει τα χωρίσματα από τα μαξιλάρια. Τα βήματα του άντρα προς στιγμήν απομακρύνθηκαν. Άκουσε έναν ήχο που δεν μπορούσε να προσδιορίσει. Λίγο αργότερα ένα μεταλλικό αντικείμενο χάιδευε το πόδι της, και καθώς ανέβαινε έκοβε το λεπτό παντελόνι της. Ήθελε να κλοτσήσει αλλά δεν ήξερε αν θα κοπεί, ούτε πού ήταν ο άντρας. Η 16

λεπίδα προχώρησε προς τα πάνω και ξανακατέβηκε από τη δεξιά μεριά. «Δεμένη, τυφλή ΚΑΙ χωρίς ρούχα», σκέφτηκε θυμωμένη. Ο άντρας τράβηξε μακριά τα κομματιασμένα ρούχα κι εσώρουχα. Τον ένιωθε να ακουμπάει πάνω της, να μυρίζει το δέρμα της. Ήταν τόσο κοντά, έσερνε απαλά τα χείλη του πάνω στην πλάτη της. Με τη λεπίδα ελευθέρωσε και τα χέρια. Η Αριάδνη πήγε να τραβήξει τα τρεμάμενα χέρια της, αλλά με τα δικά του τα κράτησε. Παρότι έβαλε όλη τη δύναμή της, δεν κατάφερε να κινηθεί καθόλου. Προσπάθησε να τινάξει το κορμί της για να τον απωθήσει από πάνω της, αλλά ο άντρας με έξυπνες κινήσεις που δεν προκαλούσαν πόνο την κρατούσε εκεί. «Μου έλειψες. Έψαχνα να σε βρω τόσον καιρό», της ψιθύρισε σιγανά. Η Αριάδνη εγκατέλειψε την προσπάθεια αντιλαμβανόμενη τη ματαιότητά της. Ήθελε ν αντισταθεί, αλλά πολύ περισσότερο ήθελε να δει το πρόσωπό του. Ο άντρας είδε πως στους καρπούς είχε μείνει σημάδι από το σκοινί. Άρχισε να κάνει απαλές μαλάξεις για να κυλήσει ομαλά το αίμα και να ξεμουδιάσουν τα χέρια. Σήκωσε μέρος του κορμιού του κι άνοιξε κάτι χωρίς να απομακρυνθεί. Μια στιγμιαία δροσιά από τα χέρια του που ξανακουμπούσαν πάνω στην καλλίγραμμη πλάτη της, και περισσότερες αργές κινήσεις. Η αίσθηση ήταν γνωστή, ο άντρας είχε βάλει κάποιο αρωματικό έλαιο μασάζ. Άρχισε να την ηρεμεί καθώς απαλλασσόταν από το στρες και την κούραση της δουλειάς. Οι αντίχειρές του εναλλάσσονταν πότε με τις παλάμες και πότε με τους πήχεις, σε μια αρμονική συμφωνία που κατακτούσε σιγά σιγά κάθε κομμάτι που ακουμπούσε στο σώμα της. Ενώ κάποιοι άντρες παθιάζονται με συγκεκριμένα σημεία του σώματος μιας γυναίκας, ο συγκεκριμένος ακόμα δεν τα είχε ακουμπήσει. Η Αριάδνη άρχισε να συνέρχεται. Έκανε μασάζ στο πίσω μέρος του σώματός της, αποφεύγοντας να αγγίξει τους γλουτούς της. Το αποκορύφωμα ήταν όταν από τα γόνατα έφτανε στους προσαγωγούς, υπερβολικά κοντά στη γυμνή θηλυκότητά της, αλλά χωρίς να αγγίζει τα χείλη. Στην αρχή η Αριάδνη φοβόταν πως θα την ακουμπούσε. Στην συνέχεια όμως ο φόβος έφυγε και αντικαταστάθηκε από πάθος. Το σώμα είχε παραδοθεί, και μερικές σπασμωδικές κινήσεις που δεν μπορούσε να ελέγξει το πρόδιδαν. Η καρδιά της χτυπούσε πιο 17

γρήγορα, μέχρι που σε κάποιο σημείο τίναξε το σώμα της πίσω για να τον απωθήσει. Ο άντρας σηκώθηκε, η Αριάδνη αναγνώρισε τον ήχο από τα ρούχα που έβγαζε. Έβαλε τα χέρια της να βγάλει το κάλυμμα των ματιών της, αλλά πριν προλάβει να το αφαιρέσει τα χέρια του άντρα κρατούσαν τα δικά της. Έκανε μια γρήγορη κίνηση να του δαγκώσει το χέρι, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να εισπράξει ένα δυνατό χαστούκι που στιγμιαία την ζάλισε. Η επιλογή της σωματικής αντίστασης είχε σβήσει. Το χτύπημα την πέταξε πάλι πάνω στον πολύ μεγάλο καναπέ. Ο άγνωστος σήκωσε στην αγκαλιά του την Αριάδνη και προχώρησε λίγα βήματα. Την ακούμπησε σ ένα κρεβάτι και στις δύο πλευρές του έδεσε τα χέρια της με δερμάτινες χειροπέδες. Σηκώθηκε, και λίγα δευτερόλεπτα μετά επέστρεψε. Είχε ξεκινήσει ν ακούγεται μουσική ( 1 ), και κρίνοντας από τον τρόπο με τον οποίο έδιωξε τα πεσμένα μαλλιά της από το πρόσωπό της, κάτι κρατούσε στο χέρι του. Το χάδι από το τριαντάφυλλο ήταν μια εμπειρία πρωτόγνωρη. Ξεκίνησε από το πλάι του προσώπου της φτάνοντας στα χείλη της και γλιστρώντας προς το πηγούνι της. Η τέχνη που έμοιαζε με ζωγραφική στο κορμί της την εκστασίαζε, καθώς το άλλο χέρι του άντρα σερνόταν αργά πάνω στα πόδια της. Ο άντρας έδινε πολύ μικρά φιλιά στο κορμί της, μερικές φορές δίνοντας την εντύπωση πως απλά τα χείλη του πρέπει να ακουμπήσουν το σώμα της. Από τον δεξιό ώμο, χαμηλώνοντας προς το πλάι του στήθους, πιο χαμηλά στην κοιλιακή χώρα... Δεν είχε νιώσει ποτέ τέτοιον συνδυασμό συναισθημάτων. Από τη μία το άγγιγμα του ρόδου και από την άλλη τα χείλη που έκαναν έρωτα στο κορμί. Τα χάδια έφταναν προς τα κάτω και ενστικτωδώς προσπαθούσε να κλείσει τα πόδια της. Οι δερμάτινες χειροπέδες δεν επέτρεψαν παρά ελάχιστα χιλιοστά κίνησης. Βλέποντας τις θηλυκές γραμμώσεις στα πόδια της να φανερώνονται έντονα, ο άντρας χαμογέλασε. Το κορμί της ήταν κάτι παραπάνω από αντικείμενο πάθους... Ήταν γι αυτόν ναός. Κάθε κίνηση τόσο αρμονική, σαν να περίμενε αιώνια για αυτήν τη στιγμή... 1 Him - Gone with the sin [acoustic], Diary of Dreams - End of flowers, Diary of Dreams - Touch. 18

Το χάδι από το τριαντάφυλλο είχε κυλήσει στο σώμα και έφτανε στην πιο ευαίσθητη περιοχή της. Ο άντρας είχε ξαπλώσει πιο χαμηλά, η Αριάδνη ένιωθε τη βαριά ανάσα του σ όλη την περιοχή της θηλυκότητας. Το τόσο απαλό τριαντάφυλλο ήταν πλέον μαρτύριο, και ένα δεύτερο που δεν είχε ανοίξει τα φύλλα του την χάιδευε γλιστρώντας ελάχιστα μέσα της. Αργά έξω και με τον ίδιο αργό ρυθμό προς τα μέσα, η Αριάδνη είχε αρχίσει να κλονίζεται... Δεν μπορούσε, έπρεπε να το δει αυτό, και κατεβάζοντας σκληρά το κεφάλι της πάνω στον δεξιό της ώμο κατάφερε να σηκώσει λίγο το ύφασμα... Όμως... Όμως το πρόσωπο που είδε... Κάτι την σόκαρε, κάτι που δεν καταλάβαινε, κάπου, ίσως από πολύ παλιά, γνώριζε αυτόν τον άντρα. Ήταν πολύ όμορφος, με πολύ κοντό στρατιωτικό κούρεμα, αρρενωπός, με στρογγυλούς γυμνασμένους ώμους, στον δεξιό ένα τατουάζ που δεν μπορούσε να καταλάβει τι έδειχνε, λόγω του σχεδόν ανύπαρκτου φωτισμού. Ο άντρας είχε αφαιρεθεί και δεν είχε δει την κίνησή της. Με την αντίθετη φορά ξαναέκρυψε το μάτι της, αποφασίζοντας πως δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή να σκεφτεί κάτι άλλο από αυτό που ζούσε... «Πήδα με». Η Αριάδνη προς στιγμήν αναρωτήθηκε γιατί του το ζητούσε, αλλά οι ορμόνες της είχαν βρεθεί στο κόκκινο. Δεν ήξερε αν θα ζούσε μετά από λίγο. Αποφάσισε να ζήσει αυτό που τόσον καιρό ήθελε και της παρουσιαζόταν τόσο απρόσμενα και απρόσκλητα. Ο άντρας δεν έδωσε σημασία, όμως όσο η μουσική σκλήραινε, άρχιζε να αλλάζει το χάδι από το τριαντάφυλλο, άρχιζε να το σέρνει με τα αγκάθια. Νιώθοντάς το στο στήθος της, η Αριάδνη έχανε τον έλεγχο από το σώμα της με μεγαλύτερους ρυθμούς. Οι σπασμοί της ήταν συνεχείς, ένιωθε πως θα τελείωνε. Έσφιγγε τις γροθιές της για να νιώσει τα νύχια της μέσα στο δέρμα της, τραβούσε τα άκρα της, όχι για να ελευθερωθεί αλλά γιατί το ζητούσε το σώμα της. Ο άντρας άφησε το ένα τριαντάφυλλο ανάμεσα στα στήθη της και το δεύτερο δίπλα του. Χάιδεψε τους κοιλιακούς της προς τα πόδια της και άρχισε να αγγίζει με το κάτω χείλος του τα πιο ευαίσθητα σημεία της. Κάποιες στιγμές τα ακουμπούσε με τα δύο χείλη και κάποιες στιγμές τη θέση τους έπαιρνε η γλώσσα. Η Αριάδνη 19

ένιωθε τα υγρά του σώματός της να κυλάνε σε μια ζαλισμένη στιγμή που ο πόθος πλέον είχε νέα δεδομένα για το τι σημαίνει κορύφωση. Τέντωνε το σώμα της και το σήκωνε αφήνοντάς το να πέσει στο κρεβάτι με μεγάλους σπασμούς. Πλέον ήταν αδύνατον για τον άντρα να συνεχίσει τη λεπτή περιποίηση. Η Αριάδνη παρατήρησε αλλαγή στη μουσική. ( 2 ) Ο άντρας ανέβασε το κορμί του προς τα πάνω. Η Αριάδνη τον ένιωσε να μπαίνει μέσα της. «Μπράβο, μπάσταρδε, και σ αυτό μ εκπλήσσεις», σκέφτηκε γεμάτη ικανοποίηση. Ο άντρας ξεκίνησε αργά μπαίνοντας βαθιά μέσα της. Είχε και ο ίδιος σπασμούς που δεν μπορούσε να κρύψει, αλλά τους οποίους δεν άφηνε να τον βγάλουν από το ρυθμό. Ο άντρας άλλαζε κινήσεις είτε κρατώντας σφιχτά τα μαλλιά της χωρίς να τα τραβάει, είτε κρατώντας το σώμα της. Η Αριάδνη μούγκριζε από ικανοποίηση και την ευχαριστούσε ιδιαίτερα που άκουγε την πολύ βαθιά ανάσα του άντρα, σχεδόν απόκοσμη. Τα στήθη του είχαν σκληρύνει και ένιωθε όσο ποτέ την επαφή του μεγαλόσωμου και γυμνασμένου άντρα πάνω στα δικά της. Στα μπράτσα του ξεχώριζαν μεγάλες φλέβες, τις ένιωθε στην επαφή πάνω της. Ο άντρας έπιασε τη μία αλυσίδα που είχε στο χέρι της και την τράβηξε απότομα. Η Αριάδνη άκουσε τους λεπτούς κρίκους να σπάνε. Χωρίς να χάσει στιγμή, αγκάλιασε με το χέρι της τη φαρδιά πλάτη του και άρχισε να την πληγώνει με τα νύχια της. Ο άντρας τράβηξε και τη δεύτερη. Τα χέρια της είχαν τυλιχτεί επάνω του καθώς άρχιζε να δαγκώνει τους στρογγυλούς ώμους του. Ο λεπτός λαιμός της ήταν το μεγαλύτερο αντικείμενο πάθους γι αυτόν. Τον ένιωθε σαν αρπακτικό καθώς έσερνε τα δόντια του ή την δάγκωνε σε μεγάλες επιφάνειες, ώστε το δάγκωμα να είναι και δυνατό και ευχάριστο. Η Αριάδνη ένιωθε μεγάλες ποσότητες υγρών να της φεύγουν, μία πρωτόγνωρη αίσθηση οργασμού. Δεν ήταν σίγουρη τι της συνέβη, αλλά ήταν μοναδικό! Προσπάθησε να συνεχίσει έτσι ώστε να ανταποδώσει, αλλά όλο το κορμί της έτρεμε και δεν μπορούσε να το ελέγξει. Ευτυχώς ο άντρας είχε την ικανότητα να κρατάει το κορμί της έτσι ώστε να το έχει σε πλήρη έλεγχο. Είχε βάλει τα χέρια του πίσω από την πλάτη της κρατώντας την από τους ώμους. Η Αριάδνη είχε τα χέρια της ακουμπισμένα στο 2 Laibach - WAT. 20

21

κεφάλι του. Αν δεν έτρεμαν, ίσως να μπορούσε να χαϊδέψει τα μαλλιά του. Ο ρυθμός του άντρα συνεχώς ανέβαινε για να φτάσει στο αποκορύφωμα. Ένιωθε τον ιδρώτα του να κυλάει πάνω της... Ένιωθε τους γρήγορους χτύπους της καρδιάς του... Ένιωθε τους σπασμούς που ξεκινούσαν στους κοιλιακούς του και τράνταζαν όλο το σώμα, και πάνω σε όλη την έξαψη ένιωθε πως θα τελείωνε μαζί του... Άγνωστο σημείο, ώρα 00:11 Η Αριάδνη προσπαθούσε να συνέλθει. Αν και ήταν λυμένη, δεν έκανε καμία προσπάθεια να βγάλει το ύφασμα που έδενε τα μάτια της. Η λίστα τραγουδιών είχε τελειώσει και μπορούσε ν ακούσει από δίπλα τον άντρα που έκανε ντους. Άκουσε ένα τηλέφωνο να χτυπάει, και αμέσως το ντους να κλείνει. Λίγα δευτερόλεπτα μετά ο άντρας το σήκωσε. Η Αριάδνη άκουσε μόνο τα δικά του λόγια: «Σ ακούω». «Τι βρήκατε σπίτι της;» «Θα είμαι σε λίγο εκεί». Η πόρτα του δωματίου της άνοιξε. Η Αριάδνη βρήκε κουράγιο να κάνει μία ερώτηση: «Ποιος είσαι;» Ο άντρας σταμάτησε για λίγο, τον άκουσε να την πλησιάζει. «Ο αδερφός σου», της απάντησε. Η απάντηση σόκαρε την Αριάδνη. Είχε αδερφό και δεν το ήξερε; Έλεγε ψέματα ο άντρας; Κι αν ήταν αδερφός της, γιατί το είχε κάνει αυτό; Μία άσχημη μυρωδιά από κάποιο σπρέι ήρθε πάνω της και άρχισε να ζαλίζεται. Λίγο αργότερα, έχασε τις αισθήσεις της. Νέα Κηφισιά, ώρα 10:32 Η Αριάδνη ξύπνησε, κοίταξε γύρω της... «Ήταν ένα όνειρο. Κωλοόνειρο», σκέφτηκε. Κοίταξε το ρολόι και πανικοβλήθηκε. Είχε αργήσει για τη δουλειά. Σηκώθηκε ακαριαία και πήγε προς το μπάνιο. Λίγο πριν φτάσει όμως, είδε στο μεγάλο ηλεκτρονικό ρολόι του τοίχου ότι ήταν Σάββατο. «Κωλοδουλειά, μου χεις φάει 22

την ψυχή...» Ηρέμησε και έψαξε τις παντόφλες της. Πλησίασε στο ψυγείο και έβγαλε το γάλα. Έβαλε σ ένα ποτήρι κι ήπιε μερικές γουλιές. Άναψε το θερμοσίφωνο και μπήκε στο μπάνιο για να βάλει νέες πετσέτες. Η Αριάδνη κοκάλωσε. Οι πετσέτες έπεσαν από το χέρι της. Ο φόβος την κυρίευσε. Ήθελε να ουρλιάξει. Ο καθρέφτης έδειχνε την αλήθεια. Ο λαιμός της και οι ώμοι της ήταν γεμάτοι σημάδια. Το δάγκωμα του μυστηριώδους άντρα είχε αφήσει μελανώματα. Όταν ξύπνησε ένιωθε λύπη που ήταν πίσω στη βαρετή πραγματικότητα. Όμως τώρα ένιωθε τρόμο που η πραγματικότητα ήταν διαφορετική... Κέντρο, ώρα 13:07 (προϊστάμενη) Αριάδνη, τα φαξ πρέπει να φύγουν πριν την Πέμπτη. (Αριάδνη) Μάλιστα, προϊσταμένη. Έχω ήδη ενημερωθεί από τον κύριο διευθυντή. (προϊστάμενη) Δεν σε βλέπω να τα ετοιμάζεις όμως. (Αριάδνη) Είναι ήδη έτοιμα, απλά περιμένω τον αποθηκάριο για να επιβεβαιώσω μία παραγγελία. (προϊστάμενη) Και ποιος σου είπε πως θα ακούς τι λέει ο αποθηκάριος; Μήπως είσαι πιο έξυπνη από τον κύριο διευθυντή; (Αριάδνη) Μου το ζήτησαν τα παιδιά της αποθήκης ευγενικά για να μην υπάρχει πρόβλημα, όπως την άλλη φορά που... (προϊστάμενη) Να τα στείλεις αμέσως. (Αριάδνη) Μάλιστα, προϊσταμένη. «Ανοργασμική σκύλα, αγάμητη», σκεφτόταν η Αριάδνη καθώς έστελνε το τελευταίο φαξ. Το τηλέφωνο χτύπησε: (Αριάδνη) Λυπάμαι, Δημήτρη, η προϊσταμένη με έβαλε να τα παραγγείλω, τ άκουσα κι από πάνω. Τώρα είναι μέσα η σκύλα, ευκαιρία έψαχνε... (Αριάδνη) Δεν ξέρω, ρε Δημήτρη, μίλα με το διευθυντή, εγώ ό,τι μπορώ κάνω. Σ αφήνω γιατί φτιάχνω ένα γράφημα... (Αριάδνη) Όχι, πες του δεν βγαίνω με παντρεμένους... (Αριάδνη) Να τον βάλει στον κώλο του, ο παπάρας, έχει δύο παιδιά και θέλει και αγαπητιλίκια. 23

Τα γέλια από την αποθήκη ακούγονταν ως την άλλη άκρη του τηλεφώνου. Ήξεραν πόσο ευέξαπτη ήταν και το διασκέδαζαν. (Αριάδνη) Σε κλείνω τώρα, μιλάμε άλλη στιγμή. Η προϊστάμενη μπήκε στο χώρο. (προϊστάμενη) Μιάμιση βδομάδα με το κασκόλ είσαι. Ακόμα να σου περάσει ο λαιμός; (Αριάδνη) Ο γιατρός είπε να προσέχω μέχρι να τελειώσει η αντιβίωση. (προϊστάμενη) Άντε να σου περάσει να το βγάλεις, θα μπει κάνας πελάτης και θα νομίζει πως σας κλείνουμε τα καλοριφέρ. «Γιατί, αυτό δεν κάνετε;» σκέφτηκε η Αριάδνη και συνέχισε να φτιάχνει το γράφημα. Το κουδούνι χτύπησε. Μπήκε ένας άντρας με καπελάκι ανθοπωλείου και μια ανθοδέσμη από κόκκινα τριαντάφυλλα. (υπάλληλος ανθοπωλείου) Είστε η δεσποινίς Αριάδνη; Η Αριάδνη κόλλησε στη θέα των λουλουδιών. Ίσως ήταν από κάποιον άλλον, ίσως ήταν από αυτόν. Μέσα της ήλπιζε να ήταν από αυτόν. Ήθελε να μάθει περισσότερα γι αυτόν, ήταν ένας γρίφος. (υπάλληλος ανθοπωλείου) Αυτός ο φάκελος είναι για εσάς. Ο κύριος που μας ζήτησε να σας φέρουμε τα λουλούδια, μας έδωσε κι αυτόν το φάκελο. Η Αριάδνη έδωσε φιλοδώρημα στον νεαρό και έβαλε το φάκελο στην τσάντα της. Δεν ήθελε να τον ανοίξει μπροστά στην προϊσταμένη που κοίταζε την ανθοδέσμη με φθόνο. Η Αριάδνη σαδιστικά απολάμβανε το γεγονός και προσπαθούσε να μη χαμογελάσει. Ήθελε να δώσει την εντύπωση «τέτοια μου συμβαίνουν κάθε πέντε λεπτά, σιγά μη δώσω πολλή προσοχή, οι θαυμαστές μου είναι εκατομμύρια». Η προϊσταμένη βγήκε θυμωμένη από το γραφείο. Η Αριάδνη γρήγορα έβγαλε το φάκελο και τον άνοιξε λαίμαργα. «Το φεγγάρι είναι κάτω από το μαξιλάρι σου, τον ήλιο κρύβω κάτω από τα κρυστάλλινα μάτια σου, τα αστέρια που αγγίζω σε προσέχουν». «Αυτό ήταν όλο;» σκέφτηκε η Αριάδνη. «Τι μαλακία είναι αυτή; Τουλάχιστον είναι ωραία η ανθοδέσμη!» 24

Νέα Κηφισιά, ώρα 20:44 Η Αριάδνη μπήκε στο σπίτι και πέταξε με δύναμη την τσάντα της στην πολυθρόνα. Πάλι την είχαν κρατήσει στη δουλειά... Αυτή τη φορά όμως χωρίς λόγο. Ήταν τόσο σπαστικό να μην ξέρει τι ώρα θα σχολάσει. Ήταν τόσο σπαστικό να γυρνάει βράδυ σπίτι μην έχοντας λίγο χρόνο για τον εαυτό της. Έβγαλε τα ρούχα της κι έβαλε φόρμα κι αθλητικό σουτιέν. Ανέβηκε στο διάδρομο για να τρέξει. Η ταχύτητα ήταν πολύ γρήγορη κι άρχισε να ζαλίζεται. Δεν σταμάτησε όμως, παρά μόνο όταν συμπλήρωσε τα χιλιόμετρα που είχε προγραμματίσει να κάνει. Πήγε στο μπάνιο παραπατώντας ιδρωμένη. Ευτυχώς δεν είχε φάει γιατί το στομάχι της δεν ήταν καλά. Τα γεύματά της πλέον δεν ήταν τις καθορισμένες ώρες, υποσιτιζόταν. Μετά το ζεστό μπάνιο πήγε να μαγειρέψει. Άρχισε να τρώει λίγα λαχανικά για ορεκτικό και κατέληξε τρώγοντας φαγητό για τρεις. «Μπράβο, κάνε τέτοια να χοντρύνεις», σκέφτηκε. Χασμουρήθηκε και πήγε προς το κρεβάτι. Έβαλε μουσική. ( 3 ) Κοιτώντας το κρεβάτι, παρατήρησε έναν τετράγωνο φάκελο και μερικά ροδοπέταλα. Μέσα είχε έναν ψηφιακό δίσκο ο οποίος στην πάνω μεριά είχε το σχέδιο της πανσελήνου. Τον έβαλε στο λάπτοπ της. Είχε μέσα μία φωτογραφία. Αναγνώρισε τον εαυτό της σε πολύ μικρή ηλικία. Δίπλα ήταν ένα πιο μεγάλο αγόρι και ένα αντρόγυνο. Η γυναίκα τής έμοιαζε πολύ. Στη φωτογραφία έγραφε: «Δεν είσαι αυτή που νομίζεις πως είσαι. Τόσες αποφάσεις που πήρες στη ζωή σου ήταν προμελετημένες, αλλά όχι από εσένα. Θα κόψω τα νήματά σου, μαριονέτα. Μου λείπεις. Κάψε το CD αφού το διαβάσεις. ΥΓ. Ωραία διακόσμηση έχεις στο σπίτι σου». Τα πρόσωπα της φαίνονταν οικεία... Άρχισε να την πονάει το κεφάλι της. Άναψε το γκαζάκι να φτιάξει ένα τσάι και έκαψε το CD. Πήρε την τσάντα της στο δωμάτιό της και έβαλε αφύπνιση στο κινητό. Κάθισε να χαλαρώσει και να πιει το τσάι. Αναρωτιόταν τι έκρυβε ακόμα ο γρίφος. «Το φεγγάρι είναι κάτω από το μαξιλάρι σου, τον ήλιο κρύβω κάτω από τα κρυστάλλινα μάτια σου, τα αστέρια που αγγίζω σε προσέχουν». 3 Tanghetto - Enjoy the silence. 25

Αφού ακούμπησε την άδεια κούπα στο κομοδίνο, έκλεισε τα μάτια της. Νέα Κηφισιά, ώρα 03:50 Το τηλέφωνό της χτύπησε και την ξύπνησε.«ποιος είναι τέτοια ώρα;» σκέφτηκε νευριασμένη. «Παρακαλώ;» «Κινδυνεύεις, φύγε από την πίσω πόρτα». Η κλήση είχε τερματιστεί. Ο αριθμός ήταν άγνωστος. Η Αριάδνη άκουγε θόρυβο από την πόρτα της. Έριξε μέσα στην τσάντα τα παπούτσια της, μαζί με ένα παντελόνι που είδε μπροστά της και το κινητό. Πέρασε από το σαλόνι για να βγει στην κουζίνα και να φύγει από την πίσω πόρτα. Η παλιά κλειδαριά έσπασε, η πόρτα άνοιξε και μέσα πετάχτηκε ένας άντρας. Η Αριάδνη φώναξε βοήθεια αλλά ο εισβολέας που μπήκε έπεσε πάνω της με ορμή. Έφαγε μια γροθιά στο πρόσωπο και ζαλισμένη έπεσε στους καναπέδες. Ο άντρας έπεσε πάνω της. Η Αριάδνη ενστικτωδώς τον χτύπησε με γροθιά στο λαιμό, ο άντρας έκανε λίγο πίσω. Η Αριάδνη αναγνώρισε τον παντρεμένο τύπο από τη δουλειά. Βρομούσε τσιγάρο και ουίσκι. Απλά άθλιος, η Αριάδνη τον σιχαινόταν, ούτε καλημέρα δεν του έλεγε. Η Αριάδνη τον χτύπησε με μια δεύτερη γροθιά που έκανε τον καρπό της να πονέσει, και γύρισε την πλάτη να φύγει. Ένιωσε το μαχαίρι που έμπαινε στα πλευρά της. Περπάτησε λίγα βήματα κρατώντας το τραύμα και ουρλιάζοντας από πόνο. Έκανε προσπάθεια να αντισταθεί αλλά είχε ρίξει το βάρος του πάνω της και δεν μπορούσε να ξεφύγει. Προσπαθούσε ο εισβολέας να γδυθεί αλλά η Αριάδνη πάλευε να ξεφύγει και δεν τα κατάφερνε. Είχε το ένα χέρι του στο στόμα της για να την εμποδίζει να φωνάξει. «Ρουφιάνα, θα κουραστείς και τότε θα σε ξεσκίσω». Η Αριάδνη ήταν σε κρίση πανικού κι αιμορραγούσε. Η αδρεναλίνη στο σώμα της είχε πολλαπλασιάσει τη δύναμή της. Χτυπιόταν προσπαθώντας ν αντισταθεί. Το μυαλό της δεν σκεφτόταν, ενεργούσε από ένστικτο. Ο εισβολέας είχε αρχίσει να κουράζεται. Με το μαχαίρι την ξαναχτύπησε, στην κοιλιακή χώρα αυτή τη φορά. Η Αριάδνη έπεσε 26

στο χαλί από τον πόνο. Ο άντρας σηκώθηκε και άρχισε να ξεντύνεται. Αφού ξεντύθηκε, έπιασε με μανία την επάνω πιτζάμα της και την τράβηξε. Η πιτζάμα πιάστηκε στο λαιμό της, την έπνιγε, αλλά ο σκοπός του ήταν να την γδύσει. Με το μαχαίρι έκοψε την πιτζάμα και το άλλο του χέρι τράβηξε δυνατά το λάστιχο του στηθόδεσμου. Το χέρι του πήγε να πιάσει το στήθος της αλλά η νεαρή κοπέλα τύλιξε τα χέρια της γύρω της για να το προστατέψει. Ακόμα πιο θυμωμένος, με μανία συνέχισε να σκίζει το λεπτό παντελόνι της πιτζάμας της και με το χέρι του τραβούσε επανειλημμένα το αθλητικό εσώρουχο, ώσπου σκισμένο το κρατούσε σαν τρόπαιο. Έριξε μια ακόμα γροθιά στο πρόσωπό της, μονάχα από μίσος. «Ήρθε η ώρα, βρόμα». Ένας πολύ δυνατός πυροβολισμός ακούστηκε. Ο εισβολέας έπεσε δίπλα στην Αριάδνη. Η Αριάδνη ένιωσε κάτι να τυλίγεται γύρω από τις πληγές της και να την σφίγγει. Ακούστηκαν σειρήνες. Έχασε τις αισθήσεις της. Κ.Α.Τ., ώρα 16:28 Η Αριάδνη άνοιγε τα μάτια της. Ήταν στο θάλαμο της εντατικής. Δίπλα της ήταν ένα ζευγάρι ηλικιωμένων γειτόνων της. (Γιάννης Κοραλίδης) Σ το πα, Μαρία, θα γίνει καλά! (Μαρία Κοραλίδη) Αχ, κόρη μου, είσαι καλά! Μάχη δώσανε οι γιατροί να σε σώσουν... Έχω φέρει την τσάντα σου. Την καθάρισα κιόλας με οινόπνευμα. Θα σε προσέχω... Ό,τι θελήσεις θα σ το φέρνω στο σπίτι. Εσύ μόνο να είσαι δυνατή και να το παλέψεις. Ο αδερφός σου έφυγε γρήγορα να μην τον βρει εκεί η αστυνομία. Αυτός μας έδωσε την τσάντα σου. Φορούσε κράνος και δεν είδα το πρόσωπό του. Καλά του έκανε του άλλου του αλήτη. (Γιάννης Κοραλίδης) Ήταν παλικάρι, Μαρία, δυο μέτρα άντρας! Ελπίζω να μην τον βρούνε. Εδώ δεν βρήκαν εμένα που έκρυβα το ευαγγέλιο του Μαρξ οι χωροφύλακες, τότε που μας έψαχναν συνέχεια. Αυτόν θα βρούνε; (ιατρός) Σας είπα, κύριε Κοραλίδη, μην μπαίνετε στο χειρουργείο. Τρίτη φορά που σας βγάζω. Η νεαρά χρειάζεται ξεκούραση. Σε δυο μέρες, αν όλα πάνε καλά, θα της βγάλουμε τη μάσκα οξυγόνου. 27

(Γιάννης Κοραλίδης) Δεν θέλω συμβουλές από σένα, γιακά. Εγώ σκότωνα Γερμανούς στην αντίσταση. Αν δεν ήμουν εγώ, εσύ θα ήσουν γιουσουφάκι της Μουρκ Eλ. Παρά τον πόνο, η Αριάδνη χαμογέλασε. Ο κύριος Γιάννης ήταν η μασκότ της γειτονιάς. Ειδικά όταν μάλωνε με τον κυρ-νικόλα, που ήταν συνταξιούχος αξιωματικός Πολεμικού Ναυτικού και φιλοβασιλικός. Την ίδια στιγμή, στα εγκληματολογικά εργαστήρια της Γ.Α.Δ.Α. «Διαμπερές τραύμα τρύπησε το κρανίο από πίσω και βγήκε από το μέτωπο. Ο εγκέφαλος νεκρώθηκε ακαριαία με ζημιά άνω του 40%. Το βλήμα συνέχισε την πορεία και τρύπησε τα μαξιλάρια και το ξύλο του καναπέ. Σφηνώθηκε στο ξύλινο πάτωμα. Σπέσιαλ, δέκα χιλιοστών». «Δέκα χιλιοστών σπέσιαλ; Τι είναι αυτό;» «Είναι πολύ σπάνιο, 10x25. Χρησιμοποιείται από σπεσιαλίστες μυστικών υπηρεσιών. Περισσότερη ζημιά από το εννιάρι, μεγαλύτερη διατρητικότητα από σαραντάρι και σαρανταπεντάρι». «Έχουμε ήδη βρει πολλά. Φτιάξε μου έναν δεύτερο φάκελο πριν μας πάρει γραμμή η αντιτρομοκρατική». Κ.Α.Τ., ώρα 17:40 Η Αριάδνη ήταν ακόμα με ορούς. Είχαν έρθει πολλοί από τη δουλειά να την δουν. Όλοι την στήριζαν και ήταν εγκάρδιοι, πλην των διευθυντών της. Κάτι έβλεπε πίσω από τα μάτια τους, κάποια φοβία. Υπήρχε και κάποια διαφωνία μεταξύ τους, κάποια ανησυχία... Η Αριάδνη, παρότι δεν μπορούσε να κινηθεί κανονικά, παρατηρούσε πλέον το καθετί γύρω της. Οι ελάχιστες αλλά πολύ έντονες στιγμές που έζησε πρόσφατα, την έκαναν ίσως... προσεκτική. Ο διευθυντής την διαβεβαίωσε πως θα παρέμενε στη θέση της και πως ήταν πολύ σημαντική για τη δουλειά. Έκλεισε τα μάτια της να ξεκουραστεί. Έβλεπε πως ήταν ένα μικρό κορίτσι, αμέριμνο, πως έπαιζε μαζί με μια φίλη της. Το όνειρο εξελίχθηκε σε εφιάλτη. Μία γυναίκα, που στο όνειρό της η Αριάδνη την αναγνώριζε ως μητέρα της, προσπαθούσε να τις βοηθήσει. Κάποιοι άνθρωποι όμως πήραν τη φίλη της μακριά και η μητέρα της Αριάδνης προσπαθούσε να 28

την παρηγορήσει. Της είπε πως θα βοηθήσει τη φίλη της όταν έρθει η ώρα. Κ.Α.Τ., ώρα 09:00 Η Αριάδνη μόλις άνοιγε τα μάτια της. Η νοσηλεύτρια έφερνε το πρωινό. Η Αριάδνη ένιωθε πολύ μεγάλη πείνα. Ευτυχώς το τραύμα από το μαχαίρι την είχε τρυπήσει πλάγια κι έκανε ζημιά μόνο στους κοιλιακούς μύες, οπότε παρότι πονούσε μπορούσε να φάει. Η νοσηλεύτρια άφησε το δίσκο δίπλα της στο κομοδίνο. Η Αριάδνη παρατήρησε κόκκινα ροδοπέταλα πάνω στο κομοδίνο. (Νοσηλεύτρια) Καλημέρα, δεσποινίς Αριάδνη. Τ όνομά μου είναι Ελένη, χθες ήμουν στο χειρουργείο. (Αριάδνη) Το πρόσωπό σου... Η μητέρα είπε θα σε βοηθήσει όταν έρθει η ώρα... (Νοσηλεύτρια) Λυπάμαι, δεν σας καταλαβαίνω. (Αριάδνη) Πονάει το κεφάλι μου, τι λέω; Είχα παραισθήσεις... (Νοσηλεύτρια) Δεσποινίς Αριάδνη, γνωρίζετε ποιος ήταν ο ψηλός ιατρός που βγήκε από το θάλαμό σας; Δεν τον έχω ξαναδεί. (Αριάδνη) Δεν ξέρω, δεν τον είδα. Ήταν στο χειρουργείο; (Νοσηλεύτρια) Όχι, απλά μόλις μπήκα βγήκε αυτός. Πολύ αρρενωπός, έντονο βλέμμα... Ελπίζω την επόμενη φορά να βρω θάρρος να του μιλήσω, να συστηθούμε. (Αριάδνη) Σίγουρα μπορώ να φάω; (Νοσηλεύτρια) Ε; Α, ναι, μια σούπα είναι, θα σας κάνει καλό. K.A.T., ώρα 12:03 Οι αστυνομικοί είχαν πάρει κατάθεση από την Αριάδνη. Ήξεραν ότι έψαχναν σύμφωνα με άλλες μαρτυρίες ένα μεγαλόσωμο άτομο που έφτασε στο σημείο του περιστατικού με μαύρη μηχανή μεγάλου κυβισμού, η οποία είχε κλαπεί προ δεκατριών μηνών. Ήξεραν ότι το άτομο γνώριζε από πρώτες βοήθειες και πως δεν είχε αφήσει αποτυπώματα. Δεν ταίριαζε με κανένα προφίλ κακοποιού ή ατόμου που έχει απασχολήσει τις αρχές. Ήταν ένα αίνιγμα. Είχαν καταλάβει πως η μάρτυρας γνώριζε κάτι παραπάνω, αλλά παρά τις έξυπνες ερωτήσεις δεν έπεφτε σε αντιφάσεις. Ήταν σαν να τον γνώριζε και να μην τον γνώριζε ταυτόχρονα. Λόγω 29

των τραυματισμών, ήταν πολύ δύσκολο να σκεφτεί και να μιλήσει. Απλά απαντούσε γρήγορα στις ερωτήσεις τους, χωρίς υπεκφυγές. Όμως η πείρα τους τούς έλεγε πως κάτι έκρυβε. Είχαν μπει στο αυτοκίνητό τους για να γυρίσουν στα κεντρικά της υπηρεσίας. (Γιώργος) Αναρωτιέμαι πού βρισκόταν το άτομο και πώς ειδοποιήθηκε. (Αντρέας) Θα τον πήρε τηλέφωνο και θα έφτασε. (Γιώργος) Ας κάνουμε άρση απορρήτου για να δούμε σε ποιον αριθμό κάλεσε. (Αντρέας) Έχω δώσει εντολή να γίνει ήδη. Περιμένουμε. Ελάχιστα λεπτά αργότερα, τηλεφωνική συνομιλία: (Μαρία) Έλα, Αντρέα, έχω βρει την κλήση, είναι πολύ μικρή. Κάποιος λέει στη γυναίκα να φύγει από το σπίτι της, ότι κινδυνεύει. (Αντρέας) Δηλαδή δεν τον ενημέρωσε αυτή; Τι διάολο; Πώς το γνώριζε αυτός; Πιθανόν να γνώριζε τις προθέσεις του βιαστή. Μαρία, μας μπέρδεψες χειρότερα. (Μαρία) Αντρέα, η ώρα συμπίπτει με την ώρα που ξεκίνησε να εξελίσσεται το περιστατικό. (Αντρέας) Περίμενε, Μαράκι, έχω δεύτερη γραμμή. Ποιος είναι; (αστυνομικός) Έλα, Αντρέα, δεν θα το πιστέψεις. Κοιτάζαμε τα ίχνη παραβίασης στην πόρτα και βρήκαμε μηχανισμό ειδοποίησης εισόδου στο οίκημα. Στη συνέχεια της έρευνας βρήκαμε είκοσι επτά μικρές κάμερες, πολύ έξυπνα τοποθετημένες. Δεν ξέρουμε αν υπάρχουν κι άλλες. Συνεχώς ψάχνουμε στα ίδια σημεία και συνεχώς βρίσκουμε και μία που δεν είχαμε βρει. (Αντρέας) ΟΚ, κλείνω. Ερχόμαστε από εκεί. (Αντρέας) Έλα, Μαρία, ξανανεβαίνω Κηφισιά. Βρες μου ποιος έκανε την κλήση. (Μαρία) Κοίταξα, αλλά η κλήση έγινε μέσω internet. Δεν βρίσκω IP, δεν βρίσκω τίποτα. Ο Αντρέας δεν το έβαζε ποτέ κάτω, είχε στοιχειοθετήσει πολλά περιστατικά, και όποτε το έβαζε πείσμα πάντα τα κατάφερνε. Κάτι όμως του έλεγε πως αυτή τη φορά το ψάρι ήταν πιο μεγάλο από τον ψαρά. Έφτασε στον τόπο του εγκλήματος και ενημερώθηκε πως οι μικροκάμερες εξέπεμπαν τις εικόνες σε μια άγνωστη συχνότητα. Κατόπιν έδωσε οδηγίες για να εντοπιστεί από πού προ- 30

μηθεύεται το υλικό αυτό. Αν έβρισκε τα μαγαζιά, θα έβρισκε και τους πελάτες. Βαρυμπόμπη, ώρα 18:12 Η Νικόλ πλησίασε τον Αλέξανδρο. Του πέταξε μια εφημερίδα που είχε φωτογραφία του σημείου που συνέβη το περιστατικό. Του είπε με ελεγχόμενο θυμό: (Νικόλ) Τραβάς πολλή προσοχή. Πάρα πολλή. Ο Αλέξανδρος δεν έδωσε σημασία ούτε στην εφημερίδα, ούτε στα λόγια της. Η Νικόλ συνέχισε: (Νικόλ) Κάποτε έδινες πολύ μεγάλη σημασία σε μας. Πάντα μάθαινες. Τώρα όλοι λένε πως έχεις δική σου ατζέντα. Ο Αλέξανδρος γύρισε και την κοίταξε στα μάτια ανέκφραστος. (Αλέξανδρος) Κάποτε ήμουν διαφορετικός. Τώρα έχω αλλάξει. Όμως ο σκοπός είναι ίδιος. Αν ήσουν πιο έξυπνη θα είχες καταλάβει πως αυτόν το ρόλο τον είχα προορίσει για εσένα. Γι αυτό σε έσωσα, γιατί βλέπω την επιρροή σου πάνω τους. (Νικόλ) Μόνο εσένα δεν μπορώ να φέρω κοντά μου, Αλέξανδρε. (Αλέξανδρος) Δεν χρειάζεται, εγώ δουλεύω καλύτερα μόνος. Έχει έρθει η στιγμή να πάρεις τη θέση μου. Η Νικόλ απάντησε αλλάζοντας τον τόνο της. (Νικόλ) Δεν εννοούσα αυτό. Εγώ σε ακολουθώ γιατί μ αρέσει να σε ακολουθώ. Γιατί μ αρέσει να σε ακούω, γιατί μ αρέσει να είμαι κοντά σου. (Αλέξανδρος) Πολλοί θα φθονούσαν τη θέση μου αν σε είχα κοντά μου. Ο Αλέξανδρος εξακολουθούσε να μιλάει χωρίς να δείχνει το παραμικρό συναίσθημα. (Αλέξανδρος) Είναι τέτοια η ανθρώπινη φύση. (Νικόλ) Είναι πολεμιστές, δεν θα ένιωθαν τέτοια αδύναμα συναισθήματα. Όλοι έχουν εκπαιδευτεί, έχουν μεγαλώσει χωρίς αυτά. Ξέρουν πως αυτά μας διαιρούν. (Αλέξανδρος) Ήμασταν παλαιότερα πολεμιστές, τώρα έχουμε εξελιχθεί σε κάτι άλλο. Το ότι μεγαλώσαμε χωρίς αυτά, έχοντας μάθει πόσο πιο εύκολα θα προκαλέσουμε το θάνατο ή άλλες ενέργει- 31

ες, χωρίς να γινόμαστε αντιληπτοί, έχοντας ζήσει μακριά από τις κοινωνικές συναθροίσεις, δεν σημαίνει πως δεν έχουμε ανθρώπινη φύση, και η φύση μας εκδηλώνεται. Εκδηλώνεται με πιο αργούς ρυθμούς αλλά υπάρχει μέσα μας, είναι πιο δυνατή και από εμάς. Έχω αρχίσει να βλέπω τις πρώτες ρωγμές εδώ και πολύ καιρό. Γι αυτό χρειάζομαι να μου δώσεις χρόνο, για να δω πώς θα συνεχίσουμε. (Νικόλ) Δεν νομίζω πως θες χρόνο για κάτι τέτοιο. Δεν ξέρω τι προσπαθείς, και περιέργως είναι το μόνο πράγμα που οι άλλοι δεν μου αποκαλύπτουν ακόμα. Όμως θα το μάθω, να είσαι σίγουρος γι αυτό. (Αλέξανδρος) Ίσως γιατί δεν είσαι έτοιμη για την αλήθεια, ίσως δεν είσαι έτοιμη για την πραγματικότητα. (Νικόλ) Έχουμε πάρει όρκο αλληλεγγύης, κι εσύ έχεις μυστικά από εμένα. Ο αγώνας μας είναι ένας, οι στόχοι μας είναι γνωστοί. Αυτά αρκούν για να συνεχίσουμε. Είναι γνωστός ο τρόπος που θα τιμωρηθούν πιθανοί αποστάτες. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν μας πρόδωσε. Εσύ δεν μας εμπιστεύεσαι πλέον. Εσύ δεν βασίζεσαι σε μας. Εσύ έχεις τάσεις αυτονομίας. Ελπίζω μόνο να μην είσαι εσύ ο πρώτος που θα μας εγκαταλείψει. (Αλέξανδρος) Μία ικανότητα που ποτέ δεν μας δόθηκε είναι να καταλάβουμε πως ενώ υπάρχει μαύρο και λευκό, υπάρχουν και πολλές αποχρώσεις του γκρίζου. Οι αντιδράσεις σου είναι ο πιο καθαρός αντικατοπτρισμός αυτής της εκπαίδευσης. Η Νικόλ γύρισε την πλάτη της και αποχώρησε με γρήγορα βήματα. Ο Αλέξανδρος δεν έδωσε σημασία, απλά συνέχισε να φτιάχνει κάποιον ηλεκτρονικό μηχανισμό που ετοίμαζε προηγουμένως. Νέα Κηφισιά, ώρα 10:03 Η Αριάδνη βρήκε το σπίτι της άνω-κάτω. Το μόνο καλό ήταν πως ο κυρ-γιάννης με τον κυρ-νικόλα είχαν πληρώσει έναν μάστορα, ο οποίος επιδιόρθωσε την πόρτα και έβαλε νέα κλειδαριά. «Μια φορά που αυτοί οι δύο συμφώνησαν», σκέφτηκε η Αριάδνη. Μέσα στο σπίτι υπήρχε και σημείωμα από την κυρία Μαρία: «Αγαπητή Αριάδνη, όλοι στη γειτονιά περιμένουμε να αναρρώσεις. Δυστυχώς είδαμε το σπίτι μετά την αποχώρηση της 32

αστυνομίας σε πολύ κακή κατάσταση. Αν θελήσεις τη βοήθειά μας να το συμμαζέψουμε, κάλεσέ με στο 210 81002345. Θα το είχαμε κάνει ήδη, αλλά δεν γνωρίζουμε αν επιθυμείς κάτι τέτοιο. Ίσως απλά να μη θες ξένους στο σπίτι, ή τα θες με τη δική σου σειρά. Όμως μην ντραπείς, εμείς θα χαρούμε να σε βοηθήσουμε». Η Αριάδνη προχώρησε από το σαλόνι στα άλλα δωμάτια. Παντού επικρατούσε το ίδιο. Έσκυψε να μαζέψει ένα παντελόνι από κάτω, αλλά ένας δυνατός πόνος στο σημείο των κοιλιακών που ήταν το τραύμα την απέτρεψε. Δάκρυσε και προχώρησε προς το σαλόνι που είχε αφήσει την τσάντα της. Έβγαλε το κινητό και κάλεσε την κυρία Μαρία. Η Αριάδνη γονάτισε και μάζεψε από κάτω το πεσμένο γούνινο αρκουδάκι της. Για μια στιγμή το κράτησε στην αγκαλιά της σαν παιδί. Έπειτα το έβαλε πάνω στο ράφι. Της φάνηκε πιο βαρύ απ ό,τι ήταν. Μάλλον η ακινησία του νοσοκομείου την είχε κάνει αδύναμη. Πρόσεξε μια λεπτομέρεια στο μάτι του μικρού αρκούδου, σαν γυαλί. Το ψηλάφισε από την πίσω μεριά και κατάλαβε πως υπήρχε κάτι εκεί μέσα. Πρόσεξε και μια ραφή που δεν υπήρχε πιο πριν. Το άνοιξε και είδε έναν μηχανισμό. Πάνω υπήρχε η μοναδική επιγραφή «star41». Κατάλαβε τι ήταν. Ένας μηχανισμός παρακολούθησης. «Ένα αστέρι που με παρακολουθεί», σκέφτηκε. Αναρωτήθηκε για λίγο τι της θύμιζε. Το έβαλε πίσω στο ράφι που το είχε, κοιτώντας ανάποδα. Οινόφυτα, ώρα 03:59 Η Νέμεσις προσπέρασε τους δύο πάνοπλους άντρες. Θα μπορούσε αν ήθελε να τους σκοτώσει. Αναρωτιόταν αν γνώριζαν τι φυλάνε. Έφτασε στο σημείο που ήταν ο αεραγωγός. Έβγαλε ένα όργανο μέτρησης ραδιενέργειας. Έδειξε πως ήταν καθαρό. Ήταν πολύ μικρόσωμη, πολύ ευέλικτη, η καλύτερη σ αυτό που έκανε. Ανέβηκε στην οροφή και έκανε πάλι την ίδια μέτρηση. Καθαρό. Γλίστρησε στον αεραγωγό και προχώρησε μέσα. Με έναν μικρό κόπτη μετάλλων αφαίρεσε τις γρίλιες από τη σχάρα του αεραγωγού. Έβγαζε φωτογραφίες, κάποιες τις κοίταζε σε μεγέθυνση για να εντοπίσει τυχόν κάμερες. Συνήθως έμπαινε σε ελάχιστα λεπτά σε τέτοιες 33

εγκαταστάσεις. Αυτή τη φορά όμως τα μέτρα ασφαλείας ήταν πολύ καλά μελετημένα. Από τους έξι της ομάδας, αποφάσισαν μόνο οι δύο να προχωρήσουν στα ενδότερα. Οι άλλοι ανέλαβαν να οργανώσουν αντιπερισπασμό. Έδωσε το ΟΚ στον Ιούλιο να μπει κι αυτός. Οι δυο τους δούλευαν δεκαπέντε χρόνια σαν ζευγάρι, ήταν αχώριστοι. Η Νέμεσις αισθάνθηκε μια άσχημη αύρα στο χώρο. Οι αισθήσεις της ήταν εξαιρετικά οξυμένες, καταλάβαινε πότε κάτι πολύ άσχημο είναι κοντά ή πρόκειται να συμβεί. Ένας θόλος ήταν μπροστά. Σύμφωνα με πληροφορίες εκεί υπήρχαν έγγραφα για βιολογικά όπλα, ίσως τα όπλα τα ίδια. Παρατήρησε κάποιες στολές με κράνη που όμοια δεν είχε ξαναδεί. Σίγουρα ήταν προστατευτικές, αλλά από τι; Συνέχισε να βγάζει φωτογραφίες. Μόλις ο Ιούλιος μπήκε στο χώρο του θόλου άκουσε ένα μουγκρητό. Σαν να το άκουγε μέσα στο μυαλό του. Πλησίασε τα τζάμια ενός δεύτερου πιο μικρού κλεισμένου θόλου. Το τζάμι ήταν τουλάχιστον είκοσι εκατοστά παχύ. Το τελευταίο πράγμα που είδε ήταν κάτι σαν παραμορφωμένο χέρι να χτυπάει στο θόλο με οργή, προκαλώντας μία μεγάλη ρωγμή. Η Νέμεσις είδε τον Ιούλιο να πέφτει κάτω ουρλιάζοντας από πόνο. Ήταν τέτοια η εκπαίδευσή τους που δεν ένιωθαν πόνο, αλλά ακόμα και όταν ένιωθαν, όσος κι αν ήταν αυτός, τον αγνοούσαν. Τον είδε να κρατάει το κεφάλι του, να τρέχει αίμα από τα ρουθούνια και από το στόμα του, είδε πληγές να ανοίγουν στο κορμί του χωρίς αιτία. Φόρεσε γρήγορα τη μία βαριά στολή και έτρεξε μέσα, έπιασε τον Ιούλιο και τον τράβηξε έξω. Ένιωσε οργισμένες φωνές στο μυαλό της, ένιωσε κάτι να προσπαθεί να μπει μέσα. Είδε πως οι πληγές στο σώμα του λιπόθυμου Ιούλιου ήταν αμέτρητες. Δεν θα ζούσε πάνω από μερικά δευτερόλεπτα. Η Νέμεσις άφησε το σώμα και σκαρφάλωσε να ξεφύγει. Τελευταία στιγμή, έβγαλε τις περόνες από δύο χειροβομβίδες λευκού φωσφόρου και τις έριξε πάνω στον νεκρό πλέον Ιούλιο. Ευελπιστούσε πως η φωτιά θα εξαφάνιζε τα ίχνη και θα νέκρωνε το πλάσμα που άκουγε να πλησιάζει. Δεν υπήρχε χρόνος να μείνει να το δει. Έτρεξε πίσω στους υπόλοιπους της ομάδας. Σκούπισε το αίμα του Ιούλιου από τα χέρια της. Αντιλήφθηκε πως στο αριστερό 34

της χέρι το αίμα δεν ήταν του Ιούλιου, αλλά δικό της. Το έδεσε γρήγορα με μια γάζα, αφού έριξε αντισηπτικό πάνω στην πληγή. Η ομάδα έφτασε πίσω στη βάση. Η Νέμεσις δεν μιλούσε σε κανέναν. Δεν είχαν δει κανέναν τους ποτέ τόσο σοκαρισμένο. Η Ελευθερία παρατήρησε δάκρυα στα μάτια της Νέμεσης. Δεν είχαν κυλήσει αλλά ήταν εκεί. Έσκυψε το κεφάλι της και προσευχήθηκε να μην έρθει ποτέ τέτοια στιγμή για την ίδια. Όταν ήταν πιο νέοι δεν ένιωθαν τέτοια αισθήματα. Όμως ο καιρός τούς είχε αλλάξει. Δεν ήταν μόνο συμπολεμιστές. Ήταν ο ένας κομμάτι της ζωής του άλλου. Κομμάτια σε ένα παζλ, κομμάτια αναντικατάστατα. Πλησίασε το δικό της ζευγάρι, τον Αντώνιο, και τον αγκάλιασε δυνατά. Ο Αντώνιος σάστισε. Δεν είχε κανένα ζευγάρι ερωτική επαφή, ήταν νόμος άγραφος. Όμως ένιωσε την ανάγκη της να τον αγκαλιάσει. Την αγκάλιασε κι αυτός και την φίλησε τρυφερά στο μέτωπο. Ένιωθε να φεύγει η μελαγχολία. Ένιωθε διαφορετικά... Μαραθώνας, ώρα 23:02 Η Αριάδνη είχε αρχίσει να αναρρώνει, να περπατάει χωρίς να πονάει. Είχε πάει μια βόλτα στο λιμάνι. Είχε καθίσει πάνω σε ένα τειχάκι και κοιτούσε τα βαρκάκια που έπλεαν στο νερό φωτισμένα. «Το καλοκαίρι αργεί», σκέφτηκε. Ένα χέρι κάλυψε τα μάτια της. Στην αρχή την ξάφνιασε, αλλά η μυρωδιά τής φάνηκε γνώριμη, όπως και η μυρωδιά του αρώματος του άντρα. Κάθισε δίπλα της. Η Αριάδνη ακούμπησε την πλάτη της πάνω του. Τράβηξε απαλά το χέρι του άντρα χαμηλότερα στα χείλη της και το φίλησε. Είχε κλειστά τα μάτια της. Ενώ τόσες ημέρες την απασχολούσαν τόσα ερωτήματα, τόσα πολλά που ήθελε να μάθει γι αυτόν, τώρα δεν την ένοιαζε να μάθει τίποτα ( 4 ). Με τα δυο της χέρια έβαλε το χέρι του άντρα πάνω στο στήθος της. Ένιωθε το μπράτσο του άντρα και τα σκληρά δάκτυλά του όσο με το άλλο του χέρι χάιδευε τα μαλλιά της. Η ώρα περνούσε, το χάδι δεν σταματούσε, ήταν τόσο μοναδικό. Πότε στα μαλλιά, πότε στο κορμί της. Η Αριάδνη αποκοιμήθηκε. Όταν άνοιξε τα μάτια της, ο ήλιος είχε 4 All My Faith Lost - Asrai, Nouvelle Vague - In a manner of speaking. 35

ξεκινήσει να βγαίνει. Ο άντρας ήταν μαζί της. Χάιδευε τα μαλλιά της. Η Αριάδνη τράβηξε και τα δύο του χέρια γύρω της. Την αγκάλιασε αλλά δεν την έσφιξε πολύ, γιατί οι πληγές της δεν είχαν γιατρευτεί ακόμη. Η Αριάδνη δεν είχε νιώσει έτσι ξανά... Δεν ήταν απλά ερωτευμένη. Τον αγαπούσε. Όποιος κι αν ήταν, ό,τι κι αν είχε κάνει στη ζωή του, απλά για τις λίγες πολύ όμορφες στιγμές που της είχε προσφέρει. Κρίμα που ήταν ακόμα τραυματισμένη, ήθελε πολύ να τον νιώσει στο κορμί της αυτή τη στιγμή. Ήθελε πολύ να πέσει μαζί του να κολυμπήσουν στο κρύο νερό, να τρέξουν στην παραλία... Τόσα πολλά πράγματα που ζητούσε η καρδιά της να κάνει μαζί του... Τράβηξε τα χέρια του που ήδη την αγκάλιαζαν, για να τα νιώσει πιο έντονα πάνω της. Ο άντρας την έσφιξε πιο δυνατά. (Αριάδνη) Το ξέρεις ότι σ αγαπώ; Ρώτησε η Αριάδνη, χωρίς να είναι ακριβώς ερώτηση. (άγνωστος) Δεν είμαι σίγουρος τι ακριβώς σημαίνει η λέξη. Την άκουσα και παλιά, αλλά δεν σήμαινε κάτι. Δεν ξέρω αν καταλαβαίνω. Η Αριάδνη παραξενεύτηκε με την απάντηση. Είδε πολλά σημάδια στα χέρια του, μικρές ουλές και μία αρκετά μεγαλύτερη. (Αριάδνη) Πού χτύπησες εδώ; Ο άντρας είχε τραυματιστεί από σφαίρα πολύ καιρό πριν. Όμως δεν ήθελε η Αριάδνη να μάθει τέτοια πράγματα γι αυτόν. Δεν είχε μάθει να λέει ψέματα, κι αν ήξερε δεν θα ήθελε να πει. (άγνωστος) Πρέπει να φύγω, με περιμένουν. Η Αριάδνη πόνεσε από την απάντηση. Τον ήθελε κοντά της. Ήταν τόσο αινιγματικός... (Αριάδνη) Θα σε ξαναδώ; (άγνωστος) Ελπίζω πως ναι. (Αριάδνη) Βρήκα και ένα αστέρι σου σε ένα κουκλάκι μου. Μου είχες πει πως τ αστέρια σου με προσέχουν, στην κάρτα με τα λουλούδια. Ψάχνω το τρίτο κομμάτι του γρίφου. (άγνωστος) Όταν το βρεις, θ αρχίσεις να βρίσκεις κι άλλα πράγματα από το παρελθόν σου. Θα μείνουν ερωτηματικά αναπάντητα, αλλά είναι καλύτερα κάποια πράγματα να μην τα γνωρίζεις. Η Αριάδνη ένιωσε τους κοιλιακούς του να σκληραίνουν πάνω 36

στην πλάτη της καθώς εκείνος σηκωνόταν για ν αποχωρήσει. Ο άντρας έπιασε ένα μαύρο κράνος που είχε δίπλα του και γύρισε για να φύγει. (Αριάδνη) Θα μου πεις τουλάχιστον το όνομά σου; Ο άντρας που ήταν γυρισμένος πλάτη πέτρωσε για λίγο... Έσκυψε το κεφάλι του. Τελικά απάντησε αρνητικά. Η Αριάδνη ένιωσε τη θλίψη στη φωνή του και τον κοιτούσε καθώς έφευγε. Αναρωτιόταν γιατί δεν της απάντησε. Αφού ήθελε να της πει. Τόσα ερωτηματικά... Θα μάθαινε ποτέ την αλήθεια; Ή τουλάχιστον, θα την άφηνε να βλέπει το πρόσωπό του; Ώρα 06:58 Ο άντρας πλησίασε τη μοτοσυκλέτα. Πρόσεξε τα βήματα πάνω στις πευκοβελόνες. Κάποιοι την είχαν πλησιάσει. Δεν την είχε βάλει τυχαία σ αυτό το σημείο. Όμως δεν φαινόταν ίχνος παραβίασης. Είδε πως είχε σκουπιστεί το σημείο στον κινητήρα όπου ήταν ο κωδικός της μοτοσυκλέτας. Ήταν ένας καλός τρόπος να βρουν οι αστυνομικοί μία κλεμμένη μοτοσυκλέτα. Αυτό σήμαινε πως κάποιος τον εντόπισε. Κοίταξε γύρω του. Κοίταξε τη μορφολογία της περιοχής... Πού θα κρυβόταν ο ίδιος; Είδε άντρες με τηλεφακό οι οποίοι πήγαν να προσποιηθούν τους αδιάφορους. Έβγαλε τ όπλο και πυροβόλησε δύο φορές. Έψαξε τους άντρες και βρήκε έναν πομπό, τηλέφωνα, όπλα, χρήματα και αστυνομικές ταυτότητες. Γύρισε γρήγορα στη μοτοσυκλέτα και άρχισε να την ψάχνει. Υπήρχε τουλάχιστον ένας πομπός. Εγκληματολογικό, ώρα 12:12 Ο Αντρέας έμαθε πως ταυτοποιήθηκε ο θάνατος των δύο αστυνομικών της υπηρεσίας του. Τους έστειλε εναντίον κάποιου που δεν γνώριζε και δεν μπορούσε να υπολογίσει τις ικανότητες. Και οι δύο άντρες είχαν πυροβοληθεί στο κεφάλι με το ίδιο όπλο που είχε γίνει και η προηγούμενη δολοφονία. Ο Αντρέας ορκίστηκε να εκδικηθεί, ήταν ζήτημα τιμής. Όμως τώρα έπρεπε να πάρει τηλέφωνο τις οικογένειές τους για να πει τα άσχημα νέα. Τους ήξερε χρόνια και γνώριζε και τις οικογένειές τους. Ο ένας από αυτούς είχε δύο παιδιά στο σχολείο, ενώ ο δεύτερος ένα βρέφος που δεν θα τον 37

γνώριζε ποτέ. Ήταν ένα τηλέφωνο που όλοι οι αξιωματικοί φοβούνται την ώρα που θα χρειαστεί να το κάνουν. Δεν υπάρχει βιβλίο που να δίνει συμβουλές γι αυτές τις καταστάσεις. Είναι κάτι που δεν μπορείς να αποφύγεις. Ένιωθε το χέρι του πολύ βαρύ. Άφησε πάλι κάτω το ακουστικό. Πήρε από το ράφι ένα μισογεμάτο μπουκάλι ουίσκι και άρχισε να πίνει. Αφού το άδειασε, σήκωσε το τηλέφωνο και πίεσε τα νούμερα. Την ίδια στιγμή στη Βαρυμπόμπη Η Νικόλ περίμενε την άφιξη του Αλέξανδρου. Κανείς δεν ήξερε τι είχε συμβεί, αλλά για να τους καλέσει να περιμένουν σε κρυφό σημείο, τότε ή είχε πρόβλημα η μοτοσυκλέτα ή κάτι πολύ άσχημο είχε συμβεί. Ο Αλέξανδρος μόνο αυτήν δεν ήθελε να δει. Ήξερε πόσο επικριτική θα ήταν. Δεν ήθελε να της δώσει αφορμή, αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα είχαν πάρει πολύ άσχημη τροπή. Έπρεπε να τους ενημερώσει. Έπρεπε να εξηγήσει. Δεν ήταν σίγουρος πως οι άλλοι θα καταλάβαιναν. Δεν περίμενε οίκτο. Δεν το είχε ζητήσει να μεγαλώσει έτσι. Δεν είχε ζητήσει να πάρει μέρος σ αυτόν τον πόλεμο που έδιναν. Δεν είχε ζητήσει να είναι ο αρχηγός τους. Όμως ήταν αυτός που πάντα τους παρότρυνε, αυτός που τους ενθάρρυνε, αυτός που έβλεπαν οι άλλοι και παραδειγματίζονταν. Αυτός που όταν υπήρχε μια δύσκολη απόφαση, όλοι περίμεναν να δουν τι θα πει. Ο Αλέξανδρος τους πλησίασε. Τόσα χρόνια ήταν μαζί, είχαν βγει όλοι από το ίδιο ορφανοτροφείο, ήταν όλοι μέρος του ίδιου πειράματος, ήταν όλοι στην ίδια εκπαίδευση, ήταν όλοι τους επαναστάτες, ήταν όλοι τους εκδικητές, ήταν όλοι άνθρωποι μιας μικρής κρυφής κοινωνίας. Όμως τώρα τους ένιωθε ξένους. Δεν ήθελε να μιλήσει με κανέναν. Όμως έπρεπε να δώσει εξηγήσεις. (Αλέξανδρος) Με εντόπισαν. Σ αυτήν την κάμερα υπάρχουν φωτογραφίες μου. Προσπάθησαν να με παγιδεύσουν με κοριούς. (Εύανδρος) Η Εταιρεία; (Αλέξανδρος) Όχι. Αστυνομικοί. Δύο νεκροί. 38

(Νικόλ) Και για ποιον λόγο ασχολήθηκαν με την παρακολούθησή σου; (Αλέξανδρος) Πιθανότατα παρακολουθούσαν την αδερφή μου. Είχα πάει να την συναντήσω. (Νικόλ) Δεν έχεις αδερφή. Μόνο εμείς είμαστε αδέρφια σου. Δεν σε ξέρει κανείς άλλος εκτός από εμάς. Κανείς άλλος δεν θέλει να σε ξέρει. (Αλέξανδρος) Τόσος καιρός απομόνωση. Τόσον καιρό κρυβόμαστε. Πιστεύουμε πως είμαστε ανώτεροι από τους άλλους. Κάθε φορά που κάτι ακούω όταν κοιμάμαι, ξυπνάω τρομαγμένος με τ όπλο στο χέρι μου. Κάθε φορά που κάποιος περνάει από πίσω μου, φυλάγομαι και νιώθω ευάλωτος. Κάθε φορά που ακούω έναν ήχο που δεν γνωρίζω, αγρυπνώ και φαντάζομαι τα χειρότερα. Κάθε φορά που βλέπω έναν άνθρωπο, ελέγχω το ρουχισμό του μήπως ξεχωρίσω την ύπαρξη κάποιου κρυμμένου όπλου. Κάθε φορά που βλέπω έναν άνθρωπο να με κοιτάζει, αναρωτιέμαι αν είναι εχθρός μου. Κάθε φορά που βλέπω στο δρόμο αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια να με πλησιάζει, αυξάνω ταχύτητα με τη μηχανή να απομακρυνθώ. Κάθε φορά που κάποιος κρατάει κινητό στραμμένο προς τα μένα, κρύβομαι μην τυχόν με παίρνει φωτογραφία. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ζουν ήρεμα, γαλήνια... Δεν φοβούνται. Σε τι είμαι καλύτερος από αυτούς; (Νικόλ) Και η άλλη γυναίκα θα σε αλλάξει; (Εύανδρος, αγνοώντας το δηλητηριώδες σχόλιο της Νικόλ) Ο αγώνας μας είναι πιο σημαντικός από το να περνάμε όμορφα την ώρα μας. Αν δεν ήταν τέτοιοι οι εχθροί μας, κι εμείς γαλήνια θα ζούσαμε. Δεν το ζητήσαμε να γίνουν πάνω μας τόσα άσχημα πράγματα, όμως αυτά έγιναν. Αλλά τα ξέρεις όλα αυτά. Το ερώτημα είναι τι βλέπεις που δεν βλέπουμε εμείς. Ίσως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, αλλά θα πρέπει κάποτε να μας δείξεις αυτό που εμείς αγνοούμε. (Νικόλ) Ή θα πρέπει να περιορίσεις τις βολτίτσες σου, για το καλό όλων μας. Ο Αλέξανδρος κλότσησε με χαμηλό λάκτισμα τη Νικόλ στο πόδι, τραυματίζοντάς την άσχημα και πετώντας την κάτω. Όλοι τους ήταν καλά εκπαιδευμένοι, αλλά όταν επρόκειτο για μάχη 39

σώμα με σώμα, ο Αλέξανδρος ήταν ο χειρότερος φονιάς. Τα χτυπήματά του τσάκιζαν κόκαλα. Όταν κάποιος έβγαινε από τη σειρά, ο Αλέξανδρος τον τιμωρούσε. Ο μόνος που ήταν πολύ κοντά στο επίπεδό του ήταν ο Εύανδρος. Ο Εύανδρος ήταν και ο μόνος ψηλότερος και πιο σωματώδης από τον Αλέξανδρο. Χαρισματικός και έξυπνος, αλλά χωρίς ικανότητες διοίκησης. Εκείνη τη στιγμή δεν μπήκε μπροστά. Ήξερε πως ο Αλέξανδρος είχε κάθε δικαίωμα να τιμωρεί τον οποιονδήποτε δικό τους. Πέραν τούτου, δεν συμφωνούσε ποτέ με επιθετικές συμπεριφορές. Ειδικά όταν αυτές οι συμπεριφορές στρέφονταν εναντίον του Αλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος δεν μπορούσε να θυμηθεί πότε ήταν η τελευταία φορά που είχε τιμωρήσει τη Νικόλ. Όταν αυτή δεν ζήλευε, ήταν αξιοζήλευτη η ίδια. Ήταν μια γυναίκα πολύ γυμνασμένη, με θηλυκές καμπύλες, ψηλή, πρόσωπο που θύμιζε γάτα και μεγάλα μάτια σε αποχρώσεις του πράσινου. Θα μπορούσε να κάνει εύκολα καριέρα μοντέλου στον έξω κόσμο. Μπορούσε να μιλήσει και να δώσει κουράγιο στους άλλους. Μπορούσε να ελιχθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να πάρει κάθε πληροφορία από τους άλλους αρσενικούς. Ήταν το νούμερο δύο. Κανείς δεν ήξερε γιατί ο Αλέξανδρος δεν ενδιαφερόταν γι αυτήν. Ο Αλέξανδρος έδωσε το χέρι του στη Νικόλ για να σηκωθεί. Η Νικόλ το αρνήθηκε και σηκώθηκε βάζοντας το βάρος της στο άλλο πόδι. Ο Αλέξανδρος την ξαναχτύπησε πάλι με δύναμη στο ίδιο σημείο στον τετρακέφαλο, πετώντας την κάτω. Την κοίταζε με αυστηρότητα στα μάτια ενώ πρότεινε το χέρι. Ο Εύανδρος έσφιξε τα χείλη. Ήξερε πως θα έκανε πάνω από βδομάδα η Νικόλ για να περπατήσει κανονικά. Δεν ήθελε να μπει στη μέση γιατί θα ήταν σαν να τον αμφισβητεί. Η Νικόλ, έχοντας κλείσει τα μάτια για να μην κοιτάζει τον Αλέξανδρο, πρότεινε το χέρι της. Ήξερε πως δεν επρόκειτο να σηκωθεί αν δεν υποτασσόταν στη θέλησή του. Ο Αλέξανδρος την σήκωσε πάνω. Η Νικόλ δοκίμασε να πατήσει το πόδι της, αλλά το πόδι δεν μπορούσε να αντέξει το βάρος του κορμιού. Έκανε νόημα στον Εύανδρο και στηρίχτηκε πάνω του για να φτάσει μέχρι το τζιπ τους. Οι τρεις τους ξεκίνησαν το δρόμο για την απομονωμένη βίλα κάτω από την οποία βρισκόταν το κρησφύγετό τους. 40