Τα σπίτια στα Ζαγόρια: Μορφή, διάταξη χωρών, κατασκευαστικά στοιχεία Περιεχόμενα Εικ. 14. Βίτσα. Πάνω Μαχαλάς. Αρχοντικό, χαρακτηριστικό για τον όγκο & την αυστηρότητα του. (Πηγή: Μέλισσα) 5.1. Γενικά Όλοι οι οικισμοί του Ζαγορίου χαρακτηρίζονται από την ομοιογένεια των κτισμάτων, την γεωμετρική καθαρότητα & τη δομική σαφήνεια τους. Πρόκειται για μορφές απλές, με σχήματα παρόμοια μεταξύ τους, απόλυτα ενταγμένα στο τοπίο πού τα περιβάλλει. Το ζαγορίσιο σπίτι χτίζεται με τρόπο πού να παρέχει προστασία από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες (βροχές, ανέμους, χιόνια), & τις φυσικές ή ανθρώπινες απειλές (τους σεισμούς & τις ληστρικές επιδρομές). Στα Ζαγοροχώρια τα τυπικά σπίτια χαρακτηρίζονται ως αρχοντικά: διώροφα, με μεγάλους, άνετους χώρους & υποδειγματική λειτουργικότητα, με υψηλή ποιότητα κατασκευής. Έχουν κάτοψη με ποικίλα σχήματα, ορθογωνική, τετράγωνη, παραλληλόγραμμη, Γάμα, Πι - σχήματα πού συχνά έχουν προκύψει από κατά καιρούς προσθήκες. Στην αυστηρή & απόλυτα κυβική εντύπωση πού προκαλεί συμβάλλει το γείσο της στέγης πού δεν προεξέχει πολύ, ενώ το ύψος της - όσο & να είναι - δε δημιουργεί ιδιαίτερη εντύπωση, καθώς οι πλάκες της επιστέγασης έχουν την ίδια υφή & χρώμα με τις πέτρες της τοιχοποιίας. Το τυπικό σπίτι είναι διώροφο ή τριώροφο -ανάλογα με την κλίση του εδάφους - με μορφή καθαρά αμυντική. Το σχήμα του είναι απλό, κανονικό πρίσμα. Χωρίς διακόσμηση στις εξωτερικές επιφάνειες, με ανοίγματα μόνο στον όροφο & πολεμίστρες στο ισόγειο επιβάλλεται με το βαρύ, συμπαγή κυβικό του όγκο & τις απλές, αδρές γραμμές του. Διακρίνεται για τη μοναδική επεξεργασία της πέτρας στην τοιχοποιία του, που είναι πάντα ανεπίχριστη. Η τυπολογία τους έχει σχέση άμεση με τη χρονολογική εξέλιξη: τύποι παλιών σπιτιών, σε 3 φάσεις, πού διαμορφώθηκαν μέχρι το 1850-60 & ο τελευταίος τύπος, πού διαμορφώθηκε μετά το 1870-80. Η διάκριση & κατάταξη των σπιτιών σύμφωνα με τη χρονολογική εξέλιξη μπορεί να γίνει από τον τρόπο της κατασκευής τους
(ξερολιθιά-τοιχοποιία με κονίαμα) & από επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά (παράθυρα, ανοικτό ή κλειστό «χαγιάτι», «κρεβάτα», κ.ά.). Εικ. 15. «Γιαγιά». Χαρακτηριστικά: Τοιχοποιία από ξερολιθιά, με εμφανείς ξυλοδεσιές, λίγα & μικρά παράθυρα χωρίς τζάμια, ξυλεία αποκλειστικά δρύινη, πάτωμα στρωμένο με χώμα(«λούτο»), απουσία ταβανιών, διαμόρφωση στέγης με «γρεντέδες», εσωτερικό επίχρισμα από «λούτο». 5.2. Τύποι σπιτιών στα Ζαγόρια. Στα Ζαγοροχώρια, οι τύποι των σπιτιών διακρίνονται στις έξης κατηγορίες: Τύπος Α Λέγεται «γιαγιά» (Εικ. 15.). Διαμορφώθηκε γύρω στα 1650. Είναι τύπος καθαρός & εύκολα αναγνωρίσιμος. Τα σπίτια είναι μικρά, ισόγεια (υπερυψωμένα). Έχουν σχήμα τετράγωνο ή ορθογώνιο, με 1 ή 2 δωμάτια «ανώγεια» & με ανάλογα «κατώγεια» (κελάρια). Η σκάλα είναι πάντα εξωτερική, πέτρινη με 6-10 σκαλοπάτια. Στον τύπο αυτό δεν υπάρχει τζάκι. Για θέρμανση & φωτισμό άναβαν φωτιά στη μέση ενός τοίχου & για να μη σκορπούν τα κάρβουνα στερέωναν στο χώμα όρθιες πέτρες, σχηματίζοντας ένα χώρο τετράγωνο, τη γωνιά. Ο καπνός κυκλοφορούσε ελεύθερα στο χώρο & έβγαινε από μια μικρή ορθογώνια τρύπα πού ήταν στη στέγη ακριβώς πάνω από τη γωνιά, & από όλα τα κενά πού άφηναν οι πλάκες. Σε ένα ή δύο σημεία στους τοίχους υπήρχαν εσοχές, οι «στρουάχες», πού χρησίμευαν σαν ντουλάπια. Κρεβάτια δεν υπήρχαν & η οικογένεια κοιμόταν σε στρώματα πού έστρωναν στη σειρά στο πάτωμα. Εικ. 16. «Μάνα». Χαρακτηριστικά: Ανοιχτή κρεβάτα με δρύινα κάγκελα, μεγαλύτερα παράθυρα με τζάμια & κιγκλιδώματα, μικρά χρήση ασβέστη εσωτερικά. Τύπος Β Λέγεται «μάνα» (Εικ. 16.). Μετά το 1700 ως το 1750 ξεφυτρώνει άλλος τύπος σπιτιών επηρεασμένος από τα ταξίδια των Ζαγορίσιων. Το σπίτι αποτελείται από 4 χώρους, πιο ψηλούς & πιο ευρύχωρους από πριν, έτσι ώστε να σχηματίζουν τετράγωνο. Κάθε χώρος απόκτησε συγκεκριμένο χαρακτήρα (λειτουργία): υπήρχε το μαγειρείο με το φούρνο & σε σχέση άμεση μαζί του ένας χώρος με πατημένο χώμα για δάπεδο & με φεγγίτες για ανοίγματα, πού ήταν κατάλληλος για τη χειμερινή διαμονή της οικογένειας επίσης, υπήρχε το παλιό δωμάτιο διαμονής & ύπνου (το μαντζάτο), πού συμπληρώθηκε από ένα άλλο καλύτερα τακτοποιημένο, για τους επισκέπτες ο «όντας». Η σκάλα αποκτά περισσότερα σκαλοπάτια & εντάσσεται σε δωμάτιο ημιυπαίθριο του ισογείου (το «χαγιάτι»). Αντίστοιχα, το πλατύσκαλο παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις, γίνεται δωμάτιο ανοιχτό από τη μια ή δυο πλευρές, αποκτά ξύλινο πάτωμα - όχι όμως & ταβάνι - & λέγεται «κρεβάτα».
Εικ. 17. «Θυγατέρα». Χαρακτηριστικά: Τοιχοποιία με ισόδομο σύστημα, καμάρες στο χαγιάτι, κλειστή κρεβάτα, ξυλεία από ρυτινοφόρα, χρήση ασβέστη, ξύλινη επένδυση σε ταβάνια, πατώματα, κλπ., ζωγραφική στους τοίχους. Τύπος Γ Λέγεται «θυγατέρα» (Εικ. 17.). Διαμορφώθηκε από τα τέλη του 18ου μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Το σπίτι γίνεται δηλωτικό του πλούτου του ιδιοκτήτη: γυρίζοντας ο κάθε ξενιτεμένος, πλούσιος πια, εγκαταλείπει το παλιό του σπίτι για να χτίσει καινούριο. Στη φάση αυτή ή σκάλα είναι ξύλινη με πέτρινα τα 4-5 πρώτα σκαλοπάτια. Η «κρεβάτα» κλείνεται από μία ή δύο πλευρές της με ξυλοκατασκευή με παράθυρα περιμετρικά & συχνά προεξέχει λίγο από το περίγραμμα της κάτοψης του ισογείου. Στο εσωτερικό του σπιτιού, απέναντι από το τζάκι διαμορφώθηκε η «μεσάντρα», μια σειρά ντουλάπια, με φύλλα ταμπλαδωτά, πού καλύπτουν όλο τον τοίχο. Προς την πλευρά του τζακιού στο «μαντζάτο», με υπερύψωση περίπου 30-40 εκ. του πατώματος, δημιουργήθηκε ο χώρος ύπνου, τα «μπάσια». Το τζάκι είναι καλοφτιαγμένο, με γύψινες διακοσμήσεις, ανάλογα με τις επιρροές πού δέχτηκε ο ιδιοκτήτης. Τελευταίος τύπος σπιτιού. Διαμορφώθηκε μετά το 1870 με 1880. Τα περισσότερα σπίτια πού σώζονται σήμερα είναι αυτής της περιόδου - φαίνεται & από τις λίθινες επιγραφές πού συναντούμε σε μεγάλη συχνότητα. Βασικό χαρακτηριστικό του είναι το κλειστό «χαγιάτι» & ή κλειστή «κρεβάτα». Δηλαδή, ο τύπος αυτός προήλθε από τον προηγούμενο, με το χτίσιμο των καμάρων & την αντικατάσταση του ξύλινου «κιπεγκιού» με πέτρα. Ανάλογη εξέλιξη υπάρχει στην κατασκευή της «αστρέχας», των παραθύρων & της καμινάδας. [Μέλισσα τόμος 6] Εικ. 18. Σπίτι Λώλη στο Μικρό Πάπιγκο. Πρόσοψη. 5.3. Λειτουργία ζαγορίσιου σπιτιού. Το ζαγορίσιο σπίτι αποτελεί συγκρότημα με: το κυρίως σπίτι (συνήθως με ισόγειο & ορόφους), βοηθητικά κτίσματα & αυλή που περιβάλλεται από ψηλό μαντρότοιχο. Ο προσανατολισμός του κτιρίου, κατά περίπτωση & όπου αυτό είναι δυνατό, εξασφαλίζει επαρκή ηλιασμο κατά τους χειμερινούς μήνες & σκιασμό κατά τους θερινούς. Αυτό επιτυγχάνεται με το να είναι ανοικτό το κτίριο προς το νότο ή νοτιοανατολικά για περισσότερο έντονο χειμερινό ηλιασμό.
Επίσης, ο προσανατολισμός του σπιτιού έχει σχέση με το δρόμο & τη θέα - εκθέτει τη μεγάλη πλευρά, με τους κύριους χώρους διαμονής προς το δρόμο & τη θέα. Εικ. 19. Σπίτι Λώλη στο Μικρό Πάπιγκο. Τομή. Το κτίριο κατασκευάζεται με μικρότερο βάθος σε σχέση με το μήκος του ώστε η χαμηλή χειμωνιάτικη ηλιακή ακτινοβολία να εισχωρεί σε όλο το βάθος του κτιρίου. Το κύριο σπίτι αποτελείται από το ισόγειο & τον ή τους ορόφους. Το ισόγειο αποτελεί το πέρασμα προς τον όροφο & περιλαμβάνει κατά κανόνα μόνο βοηθητικούς χώρους (κελάρια) οι χώροι διαμονής & κατοικίας βρίσκονται στον όροφο. Οι χώροι των υπνοδωματίων τοποθετούνται σε υψηλότερα επίπεδα έτσι ώστε να αξιοποιείται η παραγόμενη κατά τη διάρκεια της ημέρας θερμότητα με τη φυσική κυκλοφορία του αέρα.
5.4. Κατασκευαστική ανάλυση του ζαγορίσιου σπιτιού 5.4.1. Τύποι & Υλικά δόμηση. Η εμφανής πέτρα, ως βασικό δομικό υλικό, είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των οικισμών του Ζαγορίου. Είναι το υλικό πού υπάρχει άφθονο στην περιοχή, σε όλη της την έκταση. Η πέτρα ως υλικό κατασκευής έχει μεγάλη θερμοχωρητικότητα & βοήθα στην αποθήκευση θερμότητας. Με τον τρόπο αυτό η οροφή, οι τοίχοι & τα πατώματα γίνονται στοιχεία αποθήκευσης θερμότητας που παραλαμβάνουν τις έντονες αυξομειώσεις της εξωτερικής θερμοκρασίας. Εικ. 30. Σπίτι στο Μεγάλο Πάπιγκο. Ανακαινισμένο πρόσφατα, ξεχωρίζει για το ύψος του, την επιμελημένη λιθοδομή & την ελευθερία στην κάτοψη. (Πηγή: Προσωπικό αρχείο) Η θερμική αδράνεια των κτιρίων οφείλεται στα βαριά υλικά της κατασκευής που ως πρακτική βρίσκει πλήρη εφαρμογή στα σπίτια των Ζαγορίσιων οικισμών. Συναντιόνται 3 είδη πέτρας: α) ασβεστόλιθος λευκός ή γκρι ανοιχτό, για τοιχοποιίες, επιστεγάσεις, πλακοστρώσεις β) γρανιτοειδής με χρώμα σκούρο γκρι ή γαλαζωπό, για τις ίδιες χρήσεις γ) πορώδης ασβεστόλιθος, για θόλους, τρούλους εκκλησιών & φούρνους. Μεγαλύτερη αντοχή για την τοιχοποιία έχει ή άσπρη πέτρα & ή σιδερόπετρα (παραλλαγή του δεύτερου είδους). Για την επιστέγαση προτιμάται ή μαύρη πλάκα, πού είναι πιο ελαφριά & έχει μεγαλύτερη αντοχή στις θερμοκρασιακές διακυμάνσεις. Οι εξωτερικοί τοίχοι όλων των κτισμάτων καθώς & οι διάφορες κατασκευές - μαντρότοιχοι, αντιστηρίξεις, βρύσες, γέφυρες- είναι από πέτρα ανεπίχριστη (λευκή ή μαύρη) σε κανονικές στρώσεις (αράδες- ψευδισόδομο σύστημα), Εικ. 31. Σπίτι Στούρτζα στις Νεγάδες. Ξεχωρίζει για το ύψος του, το ξύλινο κιπέγκι στον όροφο & την κάποια ελευθερία στην κάτοψη. (Πηγή: Μέλισσα) επεξεργασμένη με μαντέμι (ημίξεστη, ορθογωνισμένη πέτρα), με μικρούς αρμούς & λίγο ή καθόλου συνδετικό κονίαμα. Κατά τους προηγούμενους αιώνες ως συνδετικό κονίαμα χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά το «κουρασάνι» (μείγμα ισχυρού ασβεστοκονιάματος με τρίματα θρυμματισμένων κεραμιδιών, τρίχες κατσίκας & ασπράδι αυγού ).
Η τοιχοποιία έχει πάχος 60-70 εκ. Χωρίζεται με οριζόντια διαζώματα από ξυλοδεσιές, σε απόσταση 70-100 εκ. Από λιθοδομή είναι όλες οι φέρουσες τοιχοποιίες του κτίσματος από τα θεμέλια μέχρι τη στέγη. Οι μη φέροντες τοίχοι (εσωτερικά χωρίσματα) κατασκευάζονται από ξύλινο σκελετό & σοβατίζονται (μπαγδατί). Σοβατισμένες είναι όλες οι εσωτερικές επιφάνειες των τοίχων. Η πιθανή υγρασία αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με καλό αρμολόγημα & επίχρισμα με ισχυρό κονίαμα. Η επίχριση της τοιχοποιίας γινόταν με τον «λούτο» που αποτελείται από ειδικά κατεργασμένο χώμα & διάφορες ρητίνες ή το παραδοσιακό «κουρασάνι», που προσφέρει παρά πολύ ικανοποιητική στεγανοποίηση. Χαρακτηριστική είναι η χρήση του στη στεγανοποίηση των αποστραγγιστικών χωρών βρόχινου νερού για τις περιόδους ξηρασίας ή έλλειψης νερού, των στερνών. Γενικά, η χρήση του ξύλου είναι σχετικά εκτεταμένη: ταβάνια, πατώματα, κουφώματα, εσωτερική διακόσμηση, ξυλοδεσιές. Στις περιοχές πού υπάρχουν δάση ή χρήση του ξύλου είναι πιο ευρεία, ακόμη & σε εξωτερικούς τοίχους. Η ξυλεία είναι τοπικής προέλευσης, από καρυδιά, οξιά, κέδρο, έλατο, πεύκο, δρυ, αγριοκαστανια. Εικ. 32. Σπίτι στο Μεγάλο Πάπιγκο. Ανακαινισμένο πρόσφατα. Ξεχωρίζει για το ύψος του, την επιμελημένη λιθοδομή & την ελευθερία στην κάτοψη. Η στέγη είναι από σχιστόπλακες & ακολουθεί το περίγραμμα της κάτοψης. (Πηγή: Προσωπικό αρχείο) 5.4.2. Η στέγη & τα πατώματα Η στέγη είναι τετράρριχτη. Ακολουθεί πιστά το περίγραμμα της κάτοψης. Έχει κλίση 30-40% & διαμορφώνεται με ξύλινα, απλά, ζευκτά. Στις στέγες συναντάμε έντονη κλίση, γιατί το νερό της βροχής πρέπει να απομακρύνεται σύντομα πριν διεισδύσει στην κατασκευή. Τα ζευκτά είναι δοκάρια πελεκητά δρύινα -οι γρεντέδες. Κατά αποστάσεις φέρουν «τεγίδες» & «πέταυρα» από λεπτούς κορμούς ή κλαδιά δέντρων. Οι πλάκες της επιστέγασης -άσπρες ή μαύρες -είναι τοποθετημένες κατευθείαν στα «πέταυρα», χωρίς να παρεμβάλλεται πέτσωμα. Στις ακμές της στέγης οι πλάκες είναι μεγαλύτερες, κομμένες πιο προσεκτικά, & λέγονται «κορφιάδες». Εικ. 33. Σπίτι στο Μεγάλο Πάπιγκο. Ανακαινισμένο πρόσφατα. Διακρίνονται οι «κορφιάδες» της στέγης.. (Πηγή: Προσωπικό αρχείο)
Άξιο σημείωσης είναι το γεγονός της προτίμησης των σχιστολιθικών πλακών επιστέγασης έναντι των κεραμιδιών. Πιθανότερος λόγος είναι οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην ευρύτερη περιοχή των Ζαγορίων. Οι ισχυροί άνεμοι κάνουν προβληματική τη χρήση του ελαφρού κεραμιδιού. Έτσι η κατασκευή της στέγης με πλάκες από τη γύρω περιοχή είναι προτιμότερη, παρά το γεγονός της φόρτισης της φέρουσας τοιχοποιίας με σημαντικά μεγαλύτερο βάρος Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα οικισμών όπου χρησιμοποιήθηκε κεραμοσκεπή έναντι της παραδοσιακής σχιστόπλακας, με αποτέλεσμα την φθορά της (απομάκρυνση κεραμιδιών από τον αέρα, κ.λ.π.). Τα πατώματα της ζαγορισία κατοικίας ήταν ξύλινα. Παρείχαν άριστη διαφραγματική λειτουργία στην κατοικία & σε συνδυασμό με τις περιδέσεις της τοιχοποιίας, ένα πολύ καλό αντισεισμικό σύνολο. Εικ. 34. Κατασκευαστική λεπτομέρεια τοιχοποιίας & πατώματος. Διακρίνονται οι γρεντέδες & οι ξυλοδεσιές στον τοίχο (Πηγή: Μέλισσα) Ο τρόπος κατασκευής τους, είναι αρκετά ενδιαφέρων (εικ. 34.). Οι γρεντέδες πάνω στους οποίους κατασκευαζόταν το πάτωμα, πακτώνονταν στην τοιχοποιία. Πάνω από αυτούς ταίριαζαν κάθετα προς τη διεύθυνση τους, μικρής διαμέτρου κορμούς δένδρων & πάνω από αυτούς, έστρωναν σχιστόπλακες. Τέλος, γινόταν επίστρωση των πλακών με ειδικά κατεργασμένο χώμα (τελικό αποτέλεσμα σκληρό σαν τσιμέντο). Το χώμα λειτουργούσε σαν μονωτικό τόσο για το κρύο όσο & για τις μυρωδιές των ζωών που συχνά βρίσκονταν σε στάβλους του ισογείου. Ακόμα λειτουργούσε σαν καλός αγωγός της θερμότητας που εξέπεμπαν τα ζώα.