Α Λ Κ Η Σ Τ Η Ε Υ Ρ Ι Π Ι Δ Η



Σχετικά έγγραφα
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: "ΕΛΕΝΗ" ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ: Β ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ στίχοι:

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Το παραμύθι της αγάπης

Απόψε μες στο καπηλειό :: Τσιτσάνης Β. - Καβουράκης Θ. :: Αριθμός δίσκου: Kal-301.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Αρχαίο Θέατρο και Δημοκρατία

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

w w w. s t i x o i. i n f o

The best of A2 A3 A4. ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ, α Από το Α συμβούλιο των θεών με την Αθηνά στην Ιθάκη. ως τη μεταστροφή του Τηλέμαχου.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ευλογημένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ημοτικού

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Β ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ (στ ) ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. ΚΡΕΩΝ: Σε σένα, σε σένα μιλώ, που σκύβεις το κεφάλι στο έδαφος,ομολογείς ή αρνείσαι ότι τα έκανες αυτά εδώ;

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

«Η νίκη... πλησιάζει»

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

ΣΟΦΟΚΛΈΟΥΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ. Μετάφραση ΔΉΜΗΤΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ 2017

Θα φύγω :: Παπαϊωάννου Ι. - Ευγενικός Α. :: Αριθμός δίσκου: GA

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ (από μετάφραση) Α : Κείμενο: Ευριπίδη Ελένη, Πρόλογος, 1 η Σκηνή (στ.26-58)

Εικόνες: Eύα Καραντινού

Βεδουΐνα :: Χιώτης Μ. - Λαζαρίδου Θ. :: Αριθμός δίσκου: B

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #16. «Η κόρη η μονάχη» (Καστοριά - Μακεδονία) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Δυο μάτια παιχνιδιάρικα :: Κάνουλας Κ. - Παγιουμτζής Σ. :: Αριθμός δίσκου: DT-142.

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΙΣΙΩΝ

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

...Μια αληθινή ιστορία...

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ


Playlist με τίτλο: Κώστας Κανούλας. Δημιουργήθηκε από georgina.levitikou στις 25 Ιανουαρίου 2016

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwω ψerβνtyuςiopasdρfghjklzx cvbn nmσγqwφertyuioσδφpγρa ηsόρ ωυdf ghjργklαzxcvbnβφδγωmζq wert

Σαράντα από τις φράσεις που αποθησαυρίστηκαν μέσα από το έργο του Καζαντζάκη επίκαιρες κάθε φορά που τις διαβάζουμε:

Βαλεντσιάνες :: Λαύκας Γ. - Χασκήλ Σ. :: Αριθμός δίσκου:

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΤΡΩΑΔΕΣ ΕΚΑΒΗ-ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ. 306 κεξ. Εκ. Όχι. Δεν είναι πυρκαγιά. Είναι η κόρη μου η Κασσάνδρα.

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 12. Οιδίποδας Επτά επί Θήβας

Απ' το Μαρόκο η Εσμέ :: Τούντας Π. - Περπινιάδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: AO

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

Πριν από πολλά χρόνια ζούσε στη Ναζαρέτ της Παλαιστίνης μια νεαρή κοπέλα, η Μαρία, ή Μαριάμ, όπως τη φώναζαν. Η Μαρία ήταν αρραβωνιασμένη μ έναν

ΣΚΗΝΙΚΑ. Η ιστορία διαδραματίζεται έξω από το σπίτι της Μήδειας στην Κόρινθο. Άρα σκηνικό θα είναι η πρόσοψη του σπιτιού.

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ

ΣΑΑΝΤΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ: «Ο ΚΗΠΟΣ ΜΕ ΤΑ ΡΟΔΑ» ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

( Ανεβαίνουν στη σκηνή μία-μία οι Σουλιώτισσες αναμαλλιασμένες, φτάνουν στο γκρεμό, τον βλέπουν απότομα κάνουν τρομαγμένες πίσω )

Άνοιξε και μετάνιωσα :: Χιώτης Μ. - Καζαντζίδης Σ. :: Αριθμός δίσκου: DG

Κεφάλαιο 5. Κωνσταντινούπολη, 29 Μαίου 1453, Τρίτη μαύρη και καταραμένη

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Η μάνα σου θα τα πληρώσει (Τί σου λέει η μάνα σου για 'μένα) :: Σκαρβέλης Κ. - Βέζος Σ. :: 1935

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Χ ρ ο ν ι κ έ ς π ρ ο τ ά σ ε ι ς. Υ π ο θ ε τ ι κ έ ς π ρ ο τ ά σ ε ι ς

Για μια χήρα παιχνιδιάρα :: Τούντας Π. - Ρούκουνας Κ. :: Αριθμός δίσκου: DG

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Προτεινόμενα κείμενα για προσκλητήρια

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Τραγικά Και Κωμικά Στοιχεία του Μενελάου στην Ελένη του Ευριπίδη. Γ

Άντον Τσέχωφ, Ο Βάνκας

Χρήστος Ιωάννου Τσαρούχης. Στάλες. Ποίηση

ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΠΟΟΥΠ ΩΔΗ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΞΙΑ

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

ΟΙ ΑΘΛΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ Η ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΙΠΠΟΛΥΤΗΣ

Γλυκοχαράζει ο Αυγερινός :: Τατασόπουλος Ι. - Νίνου Μ. :: Αριθμός δίσκου: Lib-210.

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (Ιω. 9, 1-38)

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Β Περίοδος

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Ξεκίνησα τεχνοκράτισσα... Να υπολογίζω νούμερα και αριθμούς... Τα πάντα να είναι λογική και υπολογισμοί... Αυτά συνήθως φέρνουν και απαισιοδοξία.

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

ΜΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ του Κάρολου Ντίκενς. Διασκευή - Διάλογοι: Αμάντα Ηλιοπούλου

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ. Σκηνή 1 η

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Transcript:

Α Λ Κ Η Σ Τ Η Ε Υ Ρ Ι Π Ι Δ Η ΠΡΑΞΗ Α'. ΣΚΗΝΗ Α'. ΑΠΟΛΛΩΝ, μόνος Ω! του Άδμητου παλάτι, όπου σα δούλος δέχτηκα να δουλέψω εγώ, κι ας ήμουν θεός. Αιτία ο Δίας μου χει θανατώσει το γιο μου Ασκληπιό οργισμένος για τούτο εγώ, τους Κύκλωπες σκοτώνω, Τότε ο πατέρας με τιμώρησε έτσι: Τον Άδμητο μ ανάγκασε θνητό να υπηρετήσω. βοσκούσα τα γελάδια κι ως τα τώρα προστάτευα το σπιτικό του. Σ αυτόν στάθηκα δίκιος και από το θάνατο τον έχω σώσει, Ξεγέλασα τις Μοίρες και αυτές δεχτήκανε ο Άδμητος το Χάρο να ξεφύγει και να δώσει αντάλλαγμα κάποιον άλλο νεκρό για τους θεούς του Άδη. Με τη σειρά ρωτώντας τους δικούς του, Τον πατέρα του και τη γριά του μάνα κανέναν άλλον, Εξόν απ τη γυναίκα του δε βρήκε Που να θελε για κείνον να πεθάνει Η Άλκηστη τώρα ψυχορραγε γιατί γραφτό της είναι αυτή τη μέρα να χάσει τη ζωή της. Εγώ φεύγω να μη με βρει το μίασμα μέσα στο παλάτι. Βλέπω το Θάνατο κοντά, τον ιερέα των πεθαμένων, που θα την αρπάξει στον Άδη ήρθε στην ώρα του, καρτερώντας τη μέρα αυτή που εκείνη θα πεθάνει. ΣΚΗΝΗ Β'. Α, α! Τι θες εσύ τριγύρω στα παλάτια; Γιατί εδώ πέρα, Φοίβε, τριγυρίζεις; Του Αδμήτου δε σου φτασε το θάνατο να πάψεις, με πανουργία τις Μοίρες ξεγελώντας; Τώρα παραφυλάς με το δοξάρι στο χέρι για την Άλκηστη, που δέχτηκε τον άντρα της να σώσει και για κείνον ν αφανιστεί. ΑΠΟΛΛΩΝ Θάρρος: δίκαια και σωστά θα σου μιλήσω. Πώς δίκαια; Τι κρατάς τότε το τόξο; 1

ΑΠΟΛΛΩΝ Να το βαστάω πάντα έχω συνήθεια. Τον δεύτερο νεκρό θες να μου πάρεις; ΑΠΟΛΛΩΝ Μα δε σου πήρα με τη βία τον Άδμητο. Τότε γιατί δεν είναι μες το χώμα; ΑΠΟΛΛΩΝ Γιατί έχει βάλει στη δική του θέση τη γυναίκα του, που έρχεσαι για κείνη. Κάτω απ τη γη, στον Άδη θα την πάω. ΑΠΟΛΛΩΝ Πάρ την δεν έχω τρόπο να σε πείσω. Τι θες και τι ποθείς, τώρα ;. ΑΠΟΛΛΩΝ Η Άλκηστη στα γηρατειά θα φτάσει; Όχι στοχάσου, τις τιμές τις αγαπάω. ΑΠΟΛΛΩΝ Δε θα θελες τη χάρη να μου κάνεις; Όχι καλά γνωρίζεις τις συνήθειές μου. ΑΠΟΛΛΩΝ Που τις εχθρεύονται θεοί κι ανθρώποι. Δεν μπορείς να χεις όλα όσα δεν πρέπει. ΑΠΟΛΛΩΝ Είσαι πολύ σκληρός, μα θα λυγίσεις Ένας άντρας θα ρθει σταλμένος απ τον Ευρυσθέα κι εδώ θα τον φιλέψουν στου Άδμητου το σπίτι θα σου αρπάξει με βία μέσ απ τα χέρια τη γυναίκα. Κι ούτε θα σου χρωστάω ευγνωμοσύνη, θα σε μισώ κι όσα ήθελα θα κάνεις. Και πιο πολλά να πεις, δε θα κερδίσεις περσότερα η γυναίκα θα κατέβει στον Άδη. Πάω γι αυτήν και τη θυσία με το σπαθί θ αρχίσω γιατί όποιου κόψω τα μαλλιά με το ξίφος, είναι κείνος ταγμένος στους θεούς του κάτω κόσμου. ΣΚΗΝΗ Γ'. Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Γιατί τέτοια ησυχία στο παλάτι; Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ Γιατί σωπαίνει του Άδμητου το σπίτι; 2

Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Κι ούτε κοντά κανένας φίλος, Που θα μας πει για τη βασίλισσά μας, αν πρέπει σα νεκρή να την πενθούμε ή ζωντανή βλέπει το φως ακόμη η θυγατέρα του Πελία, η Άλκηστη. Έχει όλες τις γυναίκες ξεπεράσει, στην αγάπη για τον άντρα της. Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ Όμως η μέρα σήμερα είναι Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Τι θες να πεις μ αυτό; Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ που πρέπει μες στον Άδη να κατέβει. Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Πλήγωσες την καρδιά και το μυαλό μου. Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ Σα χάνονται οι καλοί, έχεις χρέος να τους πενθείς, αν σε λογιάζουν απ τα παλιά για γνωστικό. Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Μα δεν υπάρχει χώρα που να στείλεις καράβι στη Λυκία ή το μαντείο το άνυδρο του Άμμωνα, της δύστυχης για να γλιτώσεις τη ζωή Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ Στους βωμούς των θεών έχουνε γίνει σωστά οι θυσίες δεν υπάρχει καμιά για το κακό πια θεραπεία. Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Μα να, απ το παλάτι έρχεται κάποια σκλάβα που κλαίει τι θ ακούσω; θα θέλαμε όμως να μάθουμε: ζει τάχα, έχει πεθάνει η βασίλισσά σου; ΣΚΗΝΗ Δ'. ΔΟΥΛΑ Νεκρή την πεις ή ζωντανή, το ίδιο. ΔΟΥΛΑ Ψυχομαχάει μπρούμυτα πεσμένη. Δόλιε ποιος είσαι, ποια γυναίκα χάνεις! Και δεν υπάρχει ελπίδα να γλιτώσει; ΔΟΥΛΑ Η μοιρόγραφτη μέρα την πιέζει. Δε γίνονται σ αυτήν όσα της πρέπουν; ΔΟΥΛΑ Όσα ταφούν μαζί της, έτοιμα όλα. Να ξέρει πως πεθαίνει δοξασμένη, πολύ πιο πάνω απ όσες ζουν στο κόσμο. 3

ΔΟΥΛΑ Πράγματι Τι παραπάνω η τέλεια γυναίκα πρέπει να κάνει; Πώς να δείξει τάχα πως προτιμά το θάνατο για χάρη του άντρα της; Τα ξέρει η πόλη ετούτα όσα έχει κάνει μέσα στο παλάτι, μόλις τα μάθεις, θα θαυμάσεις «Πάω, Θεά, στον κάτω κόσμο σου προσπέφτω και σου ζητώ μια τελευταία χάρη τα ορφανά προστάτεψε παιδιά μου. Να μη χαθούνε πρώιμα σαν και μένα, ολάκερη να ζήσουν τη ζωή τους στην πατρική τους γης ευτυχισμένα» Έπειτα πήγε στους βωμούς, προσευχήθηκε και με μυρτιάς τους στόλισε βλαστάρια, δίχως ν αναστενάζει και να κλαίει Θρηνούσαν τα τέκνα της κρατώντας τη απ τα ρούχα τα παιρνε αυτή στην αγκαλιά της, πότε φιλούσε το ένα πότε το άλλο. Κλαίγαν όλοι μες στο παλάτι οι δούλοι από τη θλίψη για την κυρά τους. Το δεξί της χέρι έδινε κείνη στον καθένα και κανένας δε βρέθη τόσο τιποτένιος που έτσι στο «έχε γεια»της να μην απαντήσει. Τέτοιες οι δυστυχίες μες στο παλάτι του Άδμητου., θα χει τόσο μέγα πόνο εκείνος, που θα του μείνει αξέχαστος για πάντα. Στενάζει αυτός για τόσες δυστυχίες, που την καλή γυναίκα του θα χάσει; ΔΟΥΛΑ Θρηνεί κρατώντας την αγαπημένη στην αγκαλιά του και την ικετεύει μονάχο του έτσι να μην τον αφήσει, εκείνη δίχως δύναμη πια ανασαίνει ακόμη, μα ποθεί να δει του ήλιου τώρα στερνή φορά, το λαμπρό φέγγος Πάω μέσα να του πω τον ερχομό σου. ΣΚΗΝΗ Ε Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Ω! Δία, για το βασιλιά μας ποια λύση θα ρθει στα δεινά του, τη δυστυχία του πώς θα ξεπεράσει; Β ΗΜΙΧΟΡΙΟ Αφέντη μου Παιάνα, βρες μας πώς οι συμφορές του Άδμητου θα γιατρευτούνε, πώς; Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ και σαν και πρώτα που βρήκες τρόπο, λύτρωσε τώρα από το θάνατο, εμπόδισε το φονικό. 4

Α ΗΜΙΧΟΡΙΟ Να, να, που βγαίνει απ το παλάτι κι είναι μαζί της ο άντρας της. ΣΚΗΝΗ ΣΤ Ήλιε και φως της ημέρας και στρόβιλοι νεφών που τρέχουν στα ουράνια. Μας βλέπει δυο δυστυχισμένους, που δεν βλάψαμε σε τίποτα τους θεούς και τώρα εσύ πεθαίνεις. Βλέπω τη βάρκα με τα δυο κουπιά, τη βλέπω μες στη μαύρη λίμνη και τον περαματάρη των νεκρών, το Χάροντα, που το κοντάρι βαστώντας μου φωνάζει κιόλας. «Τι αργείς; Έχεις αργήσει εσύ μ αργοπορείς». Και μ αναγκάζει μ αυτά ανυπόμονος να δείξω βιάση. Αχ, το πικρό ταξίδι σου μου είπες. Δύσμοιρη, τι δυστυχία μας χτύπησε! Με παίρνει, με τραβά, με σέρνει --δε βλέπεις -- στην αυλή των πεθαμένων, φτερωτός --ο Άδης. Άσε με τι θα κάνεις; Άσε με. Τι δρόμο παίρνω η δύστυχη! Πιο Πικρός για μένα και για τα παιδιά, συντρόφους μου στον πόνο. Αφήστε με, αχ! Αφήστε με. Ξαπλώστε με, τα πόδια μου δε με βαστούν κοντά μου ο Άδης. Νύχτα στα μάτια μου σκοτάδι απλώνει. Παιδιά, παιδιά μου, μάνα δεν έχετε, μακάρι ν αντικρίζετε πάντα χαρούμενα το φως ετούτο. Για τους θεούς μας, μη μ αφήσεις, στ όνομα των παιδιών μας που θα μένουν ορφανεμένα, ανασηκώσου, θάρρος άμα χαθείς, ζωή δεν έχω Άδμητε, βλέπεις στην κατάστασή μου πριν ξεψυχήσω, αυτά που χω στο νου μου θέλω ν ακούσεις. Τη ζωή μου δίνω τιμώντας σε, 5

για να χαίρεσαι του ήλιου το φέγγος. Σε πρόδωσαν όμως η μάνα και ο γονιός σου, ενώ μπορούσαν, μια κι είχαν την κατάλληλη ηλικία, να σώσουν το παιδί τους, δοξασμένα πεθαίνοντας. Μοναχογιός τους ήσουν Θα ζούσαμε κι οι δυο τα υπόλοιπά μας χρόνια κι εσύ δε θα χες απομείνει δίχως γυναίκα να θρηνείς και τέκνα δε θα χες ορφανά. Μα ετούτα κάποιος θεός τα έφερε έτσι. Τώρα θα σου ζητήσω μια χάρη που ως δίκαια θα την παραδεχτείς στα τέκνα τούτα που το ίδιο αγαπάμε, μητριά να μην τους βάλεις που σαν εμέ καλή δε θα ναι Μην κάνεις κάτι τέτοιο, στο ζητάω. Η μητριά είναι εχθρός στα ξένα τέκνα κι πιο σκληρή απ την όχεντρα. Έχετε γεια και να στε ευτυχισμένοι κι εσύ, άντρα μου, μπορείς να το καυχιέσαι πως είχες την καλύτερη γυναίκα, κι εσείς, παιδιά, την πιο καλή μητέρα. Θάρρος μιλάω εγώ γι αυτόν ετούτα θα πράξει, αν δε χαλάσει το μυαλό του. Αυτά θα γίνουν, ναι, και μη φοβάσαι γυναίκα μου ήσουν όσο ζούσες, θα σαι και όταν σβήσεις Πιο αρχοντική από σένα δε θα υπάρξει μήτε στην ομορφιά καλύτερή σου. Μου φτάνουν τούτα τα παιδιά που έχω κι εύχομαι στους θεούς να βοηθήσουν να τα χαρώ, γιατί εσένα διόλου δε χάρηκα το πένθος θα βαστάξω κι όχι για ένα χρόνο, μα για πάντα, μισώντας τη μάνα μου που μ έκανε και τον πατέρα μου γιατί μόνο στα λόγια μ αγαπούσαν. Εσύ όμως την ακριβή προσφέροντας ζωή σου μ έσωσες. Πήρες τη χαρά της ζωής μου. Στα όνειρά μου θα ρχεσαι να μ ευφραίνεις Αν ήταν στο χέρι μου στον Άδη θα κατέβαινα ευθύς για να σε πάρω. Εκεί περίμενέ με όταν πεθάνω κι ετοίμαζε το σπίτι μας, να μείνω μαζί σου. Και θα αφήσω στα παιδιά μας παραγγελία μαζί σου να με θάψουν πλάι στο σώμα σου για να μην είμαι χώρια και πεθαμένος από σε, ακριβή μου. Κι εγώ το πένθος θα κρατώ μαζί σου σα φίλος για το φίλο της αξίζει. 6

Παιδιά μου, τον πατέρα σας τον ίδιο τον ακούσατε να λέει πως δε θα πάρει άλλη γυναίκα να ναι μητριά σας μήτε ποτέ θα μ ατιμάσει. Και τώρα κι ως το τέλος θα το λέω. Τότε απ το χέρι μου πάρε τα τέκνα Αντί για μένα μάνα τους να γίνεις. Παιδιά μου, ενώ έπρεπε να ζω, πεθαίνω. Δίχως εσένα, αχ! Τι θα κάνω τώρα; θα σε γιατρέψει ο χρόνος. Μαζί σου πάρε με, μαζί σου κάτω. Φτάνει που εγώ για σε πεθαίνω. Ω! μοίρα, ποια γυναίκα εσύ μου παίρνεις. Τα μάτια μου βαραίνει το σκοτάδι. Αν θα μ αφήσεις, είμαι πια χαμένος. Παιδιά μου, έχετε γεια, σβήνω άθελά μου. Ρίξε τους ένα βλέμμα, κοίταξε τα. Πεθαίνω. Τι κάνεις; Τι μ αφήνεις; Χάθηκα ο δύσμοιρος. Πάει, πέθανε του Άδμητου η γυναίκα. ΠΑΙΔΙ Ω! δυστυχία μου. Πήγε στον Άδη η μάνα, δεν υπάρχει, πατέρα μου, στο φως του ήλιου. Εφυγε και μ ορφάνεψε το δόλιο. Κοίταξε, δες τα βλέφαρά της κλεισμένα και τα χέρια της νεκρά. Μητέρα μου, άκουσε με, αχ! Άκουσέ με, σε ικετεύω εγώ, μανούλα, εγώ το τρυφερό βλαστάρι σου, φιλώ το στόμα σου και σου μιλώ. Άδμητε, πρέπει αυτές τις συμφορές σου να υπομείνεις να ξέρεις πως κάποια μέρα θα πεθάνουμε όλοι. Τα ξέρω αυτά κι αιφνίδια δε με βρήκε 7

το κακό το ξερα από παλιά κι η θλίψη μ έτρωγε. Εδώ σταθείτε, την κηδεία θα κάνω της νεκρής και καρτεράτε στον αδυσώπητο θεό του Άδη ψάλλοντας ύμνους. Και της Θεσσαλίας προστάζω το λαό που εξουσιάζω τη γυναίκα να πενθήσει. Στην πόλη να μην ακουστεί ούτε λύρας αχός ούτε φλογέρας, ως να κλείσουν δώδεκα μήνες γιατί άλλο δε θα θάψω νεκρό για μένα πιο καλό κι αγαπημένο τέτοια τιμή μεγάλη της αξίζει που δωσε τη ζωή της να με σώσει. ΠΡΑΞΗ Β ΣΚΗΝΗ Α Φεραίοι, που κατοικείτε εδώ τριγύρω, τάχα θα βρω τον Άδμητο στο σπίτι; Ναι, Ηρακλή, μες στο παλάτι. Πες μου ωστόσο ποια ανάγκη σ έφερε στη Θεσσαλία και στων Φερών εδώ να ρθεις την πόλη; Κάποιο άθλο να εκτελέσω του Ευρυσθέα. Πού πας; Ποιο δρόμο πρέπει ν ακλουθήσεις; Για τ άλογα του Διομήδη πάω, στη Θράκη. Ποιο κέρδος θα χεις, όταν θα νικήσεις. Στον Ευρυσθέα τ άλογα θα φέρω. Εύκολα χαλινάρι δεν τους βάζεις. Βγάζουν φωτιές απ τα ρουθούνια; Με τα σαγόνια ανθρώπους κομματιάζουν. Αυτός ο αγώνας μες στη μοίρα μου είναι πάντα σκληρή, γεμάτη δυσκολίες που μ αναγκάζει με τους γιους του Άρη να πολεμώ. Μα κανείς δε θ αντικρίσει το γόνο της Αλκμήνης να φοβάται ποτέ του μπρος στου εχθρού το χέρι. Μα να τος, ο άρχοντας της χώρας ο ίδιος, ο Άδμητος, που βγαίνει απ το παλάτι. 8

ΣΚΗΝΗ Β'. Χαίρε,Ηρακλή, γιε του Δία. Αδμητε, χαίρε, βασιλιά της Θεσσαλίας. Μακάρι να χαιρόμουν. Γιατί ναι πένθιμο το κούρεμά σου; Έχω νεκρό να θάψω αυτή τη μέρα. Τέτοιο κακό μακριά από τα παιδιά σου. Τα τέκνα που χω κάνει ζουν στο σπίτι. Αν ο γονιός σου εχάθη, ήταν καιρός του. Αυτοί ζούνε, Ηρακλή, Μήπως η Άλκηστή σου έχει πεθάνει; Και ναι και όχι, αυτό με θλίβει. Μιλάς θολά, δε σε καταλαβαίνω. Ποια της έλαχε μοίρα δεν την ξέρεις; Ναι, δέχτηκε να πεθάνει αντί για σένα. Λοιπόν σα θα ρθει ή ώρα, να την κλάψεις. Νεκρός ο ζωντανός κι ο νεκρός ζει. Τι κλαις λοιπόν; Ποιος πέθανε δικός σου; Γυναίκα λέγαμε για γυναίκα τώρα. Συγγένισσά σου ή κάποια ξένη; Ξένη, μα με το σπίτι μου δεμένη. Αχ! Να μη σ έβρισκα, Άδμητε, σε πένθος. Γιατί το λες ετούτο, τι σκοπεύεις; Αλλού θα πάω να με φιλοξενήσουν. Οι πεθαμένοι πεθαμένοι, πέρνα μέσα. Ντροπή να τρώω εγώ κι άλλοι να κλαίνε. Σε χωριστό ξενώνα θα σε βάλω. 9

Καλύτερα να φύγω. Δε γίνεται να πας σ άλλου το σπίτι. Πήγαινε εσύ κι άνοιξε τους ξενώνες και πες στους επιστάτες να του στρώσουν τραπέζι πλούσιο κλείστε τις πόρτες της μεσαυλής καλά δεν πρέπει οι ξένοι ν ακούνε στεναγμούς και μοιρολόγια τη ώρα που δειπνούν και να λυπούνται. ΣΚΗΝΗ Γ. Τι κάνεις Άδμητε; Δέχεσαι ξένους με τέτοια δυστυχία; Μα είναι τρέλα. Θα μ επαινούσες πιο πολύ, αν τον ξένο τον έδιωχνα απ το σπίτι και την πόλη; Και βέβαια όχι, η συμφορά διόλου δε θα λιγόστευε έτσι κι από πάνω θα δειχνα κι αφιλόξενος. Πώς του έκρυψες λοιπόν τη συμφορά σου την τωρινή, αφού λες πως είναι φίλος; Δε θα θελε ποτέ να μπει στο σπίτι, αν είχε μάθει κάτι απ τα δεινά μου. Αμάθητο είναι το δικό μου σπίτι να διώχνει ξένους και να τους προσβάλλει. (Εισέρχεται εις τα ανάκτορα) Ω! σπίτι αρχοντικό και πάντα φιλόξενο, που δέχτηκε να μείνει σ εσένα ο Πύθιος Απόλλωνας, ο ασύγκριτος λυράρης, και τώρα ανοίγοντας το σπίτι του, ο Άδμητος με δακρυσμένα βλέφαρα, τον ξένο δέχτηκε, την αγαπημένη γυναίκα του θρηνώντας στους θαλάμους που λίγο πριν ξεψύχησε Τον θαυμάζω ριζώνει η ελπίδα στην ψυχή μου πως ο άντρας ο θεοφοβούμενος την ευτυχία θα γνωρίσει. Μα Άδμητε, βλέπω τον πατέρα σου με βήμα γέρικο να ζυγώνει, με τους ακόλουθούς του 10

ΣΚΗΝΗ Δ'. ΦΕΡΗΣ Ήρθα κι εγώ συμπάσχοντας, παιδί μου, για τα δεινά σου γιατί έχασες γυναίκα καλή και μυαλωμένη, δεν τα αρνιέται κανένας. Πρέπει να τα αντέξεις τούτα, κι ας είναι τόσο αβάσταχτα. Πρέπει να την τιμήσουμε, για σένα πέθανε, γιε μου, και εγώ, ο πατέρας σου, δεν στερήθηκα το παιδί μου με τη γενναία της πράξη ετούτη, δόξα μεγάλη έχει χαρίσει στις γυναίκες. Μήτε σε κάλεσα για την κηδεία μήτε μες στους δικούς μου σε λογιάζω. Όταν χανόμουν, συμπόνια έπρεπε τότε εσύ να δείξεις κι όχι ν αφήσεις άλλον να πεθάνει, γέρος εσύ, ένα νέο κι ήρθες τώρα να κλάψεις τούτη τη νεκρή; Στ αλήθεια μήπως δεν είσαι γνήσιος γονιός μου; Τόσο πολύ δειλός είσαι στ αλήθεια, που, ενώ έχεις φτάσει στης ζωής το τέρμα και γέρος πια, δε θέλησες, δεν είχες θάρρος να πεθάνεις για μένα, το παιδί σου, κι έχετε αφήσει αυτήν, ξένη γυναίκα, ν αφανιστεί; Θαρρώ πως της αξίζει πατέρα και μητέρα αυτήν να λέω. Αν πέθαινες εσύ στη θέση της θα ζούσαμε κι εγώ κι αυτή, και τώρα δε θα κλαιγα ορφανός τις συμφορές μου. Βιάσου όμως να κάνεις άλλα τέκνα να σε γηροκομήσουν κι ως πεθάνεις να σε νεκροστολίσουν, να σε θάψουν. Γιατί εγώ δε στέργω να σε θάψω για σένα είμαι νεκρός. Πάψτε μας φτάνει η άλλη δυστυχία Άδμητε, το γονιό σου μη εξοργίζεις. ΦΕΡΗΣ Γιε μου, σε ποιον μιλάς, σε κάποιο δούλο που έχεις αγοράσει; Με βρίζεις μα δε θα φύγεις έτσι. Σ έχω κάνει και σ έχω θρέψει αφέντη στο παλάτι, μα δε χρωστάω κιόλας να πεθάνω για σένα Ευτυχισμένος ή δυστυχισμένος γεννήθηκες για τον εαυτό σου όσα θα πρεπε να έχεις από μένα, τα χεις. Πολλούς εξουσιάζεις και χωράφια θα σου αφήσω απέραντα Πού σ έχω 11

αδικήσει λοιπόν και τι σου πήρα;. Χαίρεσαι που αντικρίζεις το φως εγώ δε χαίρομαι νομίζεις; Η ζωή είναι λιγοστή μα έχει γλύκα. Εσύ δίχως ντροπή ξεφεύγοντας τη μοίρα ζεις, όμως σκότωσες εκείνη κι έχεις να πεις για τη δικιά μου τη δειλία που μια γυναίκα σ έχει, τιποτένιε, νικήσει κι έχει δώσει, ομορφονιέ μου, για σένα τη ζωή της; κι ύστερα τους δικούς σου βρίζεις όσους δε θέλουνε, δειλέ, να πράξουν έτσι; Πάψε να στοχαστείς πως αγαπούνε, καθώς εσύ, κι οι άλλοι τη ζωή τους κι αν μου μιλήσεις άσχημα, θ ακούσεις πολλά κακά που ψέματα δεν είναι. Ανάρμοστα πολλά ακουστήκαν τώρα και πριν το γιο σου, γέρο, μην τον βρίζεις. Απάντησέ μου, αλήθεια, το ίδιο να χαθεί γέρος και νέος; ΦΕΡΗΣ Βρίζεις γονιούς που δε σου φταίξαν διόλου; Αχ! Να με χρειαζόσουνα μια μέρα! ΦΕΡΗΣ Παντρέψου εσύ πολλές, πολλές να θάβεις. Να πεθάνεις δεν ήθελες, ντροπή σου. ΦΕΡΗΣ Γλυκό το φως ετούτο, αγαπημένο. Άναντρο και δειλό το φρόνημά σου. ΦΕΡΗΣ Όταν πεθάνω, ας με κακολογούνε. Φύγε κι άφησε τη νεκρή μου να κηδέψω. ΦΕΡΗΣ Φεύγω κι εσύ ο φονιάς της θάψ την Στους συγγενείς της θα λογοδοτήσεις. Χάσου κι εσύ κι αυτή που ζει μαζί σου και να περάσεις τα γεράματά σου δίχως παιδιά, παρ όλο που χεις τέκνο, καθώς σου αξίζει φεύγω γιατί έχω τη γυναίκα μου να θρηνήσω. Αυλαία 12

ΠΡΑΞΙΣ Γ' ΣΚΗΝΉ Α Πολλούς έχω γνωρίσει ξένους που ήρθαν από ένα πλήθος χώρες στο παλάτι του Άδμητου και τους έστρωσα τραπέζι μα σαν κι αυτόν χειρότερο ποτέ μου δε φιλοξένησα σ αυτό το σπίτι. Ενώ είδε τον αφέντη να χει πένθος, τόλμησε να περάσει το κατώφλι και να ρθει μέσα Εγώ κάθομαι και υπηρετώ έναν ξένο όμως πήρανε την κυρά μου απ το παλάτι κι ούτε το ξόδι της ακλούθησα ούτε το χέρι μου της άπλωσα θρηνώντας που ήταν για μας όλους τους δούλους μάνα Δίκαια λοιπόν δε συμπαθώ τον ξένο που εδώ στις συμφορές μας έχει έρθει; Εσύ, γιατί το βλέμμα σου είναι τόσο βαρύ κι όλο έγνοια; Ο δούλος μπρος σε φίλους δεν πρέπει να ναι σκυθρωπός, μα πάντα χαρούμενος να δέχεται τους ξένους. Γιατί και γνοιάζεσαι τόσο πολύ για κάποιο ξένο πένθος. Για έλα δω, να σου διδάξω τρόπους. Άκουσε μένα. Των ανθρώπων είναι γραφτό τους να πεθάνουν και κανένας δεν ξέρει, αν αύριο θα ζήσει η τύχη είναι άγνωστο ποιο δρόμο θα τραβήξει να χαίρεσαι, να πίνεις, τη ζωή σου λογιάζοντας δική σου κάθε μέρα, στην τύχη τα υπόλοιπα άφησέ τα. Άφησε τ άλλα κι άκου τα λόγια μου. Ξέχνα την πίκρα σου και μαζί μου έλα να πιείς στεφανωμένος. Τώρα σε πνίγει η στενοχώρια κι είσαι κατσούφης, μα το ξέρω σε λιμάνι θ αράξεις άλλο, όταν στο ποτήρι θα πέφτει το κρασί με φόρα. Τα ξέρω αυτά, μα δεν ταιριάζει τώρα να χουμε ξεφαντώματα και γέλια. Μια ξένη πέθανε, μην πενθείς τόσο πολύ του παλατιού οι αφέντες ζούνε. Τι ζουν; Δεν ξέρεις του σπιτιού τα πάθη; Ξέρω όσα ο αφέντης σου μου είπε. 13

Είναι πολύ φιλόξενος εκείνος. Να μην περάσω εγώ καλά για έναν ξένο πεθαμένο; Δεν ήτανε και πάρα πολύ ξένος. Μήπως δε μου πε κάποια συμφορά του; Πήγαινε στο καλό εσύ η θλίψη του αφέντη είναι για μας. Αυτό που λες δεν είναι ξένο πένθος. Μα θα στενοχωριόμουν που γλεντούσες; Μήπως οι φίλοι μου μου κρύψαν την αλήθεια; Δεν ήρθες σπίτι στην κατάλληλη ώρα. Έχουμε πένθος βλέπεις τα μαλλιά μας κομμένα και παντού έχει μαύρα πέπλα. Ποιος πέθανε; Παιδί; Ο γονιός του; Του Άδμητου η γυναίκα, ξένε. Τι λες; Και μ έχετε φιλοξενήσει; Ντρεπόταν να σε διώξει απ το παλάτι. Το νιωσα μόλις είδα βουρκωμένα τα μάτια του, κομμένα τα μαλλιά τους, την όψη του θλιμμένη όμως μου είπε και μ έπεισε πως ήτανε κηδεία για κάποιον ξένο. Έτρωγα, έπινα με μαλλιά στεφανωμένα γλεντώντας. Και να μη μιλήσεις διόλου με τέτοια δυστυχία στο παλάτι; Πού θα τον συναντήσω; Πού τη θάβει; Στο δρόμο για τη Λάρισα, ένα μνήμα πελεκητό θα δεις, έξω απ την πόλη. Καρδιά πολύπαθη κι ω! χέρι, τώρα δείξτε τι γιο της Τίρυνθας η Αλκμήνη, έχει κάνει. Γιατί πρέπει την Άλκηστη να σώσω, και να την ξαναφέρω στο σπίτι της, πληρώνοντας τη χάρη στον Άδμητο. Στα χέρια να τη δώσω αυτού του φίλου που μ εδέχτη, δε μ έδιωξε, μα έκρυψε τη συμφορά που τον βρήκε. Στον τάφο της θα πάω, στο μαυροφόρο των νεκρών αφέντη, το Χάροντα, καρτέρι να του στήσω 14

Άμα τον πιάσω, κι έτσι στα μπράτσα μου τον σφίξω, τότε κανείς δε θα μπορεί τα πονεμένα πλευρά του από το σφίξιμο να σώσει, Στη Θεσσαλία και στην Ελλάδα ποιος υπάρχει τάχα περισσότερο φιλόξενος; Ποτέ του δε θα το πει πως έχει ευεργετήσει αυτός ο άνδρας ο καλός έναν αχάριστο. ΣΚΗΝΗ Β'. Κάνε κουράγιο: με τους θρήνους τους πεθαμένους δε θα ξαναφέρεις πάνω στο φως. Και των θεών ακόμη τα παιδιά, πεθαίνουν. Την αγαπούσαμε, όταν μαζί μας ζούσε, θα την αγαπούμε και τώρα που ναι πεθαμένη: την πιο γενναιόψυχη απ όλες πήρες γυναίκα σου. ΣΚΗΝΗ Γ'. Άδμητε, καθώς φαίνεται ζυγώνει στο σπίτι σου το τέκνο της Αλκμήνης. Πρέπει ο καθένας, Άδμητε, στο φίλο λεύτερα να μιλά κι όχι να κρύβει τα παράπονά του σωπαίνοντας. Κοντά στη συμφορά σου καθώς βρισκόμουν, ήθελα να δείξω πως είμαι φίλος σου: δε μου είπες όμως πως τη γυναίκα σου είχες πεθαμένη, και με φιλοξενούσες στο παλάτι, σα να λυπόσουνα για ξένο πένθος. Ωστόσο παραπονιέμαι, για ετούτα, όμως δε θέλω κι άλλη να φέρω λύπη στα δεινά σου. Μα θα σου πω το λόγο που έχω πάλι γυρίσει εδώ. Πάρε και φύλαξέ μου ετούτη τη γυναίκα, ως να γυρίσω από τη Θράκη. Σου τη δίνω δούλα στο σπιτικό σου να την έχεις. Μέγας ο μόχθος μου να την κερδίσω αγώνα γι αθλητές είχαν κηρύξει δημόσιο κάποιοι και βραβείο νίκης την πήρα αντάξιο και τη φέρνω Ωστόσο, όπως σου είπα, πρέπει να την γνοιαστείς εσύ, με τον καιρό μπορεί να μ επαινέσεις. 15

Σκοπό δεν είχα να μη δείξω σέβας μήτε να σε προσβάλω, που τη μαύρη της γυναικός μου σου κρυψα την τύχη θα πρόσθετα όμως κι άλλη θλίψη στη δυστυχία μου αν πήγαινες στο σπίτι κάποιου άλλου Μα τη γυναίκα, αν γίνεται, άρχοντά μου, σε ικετεύω, ζήτησε από κάποιον άλλονε Θεσσαλό να στη φυλάξει μη μου θυμίζεις βάσανα δε θα ταν μπορετό να τη βλέπω μες στο σπίτι και να μην κλαίω αρκετά δεινά με θλίβουν. Και πού να μείνει εδώ μέσα στο σπίτι μια νέα γυναίκα; Γιατί νέα τη δείχνουν φόρεμα και στολίδια. (Προς την γυναίκα) Κι εσύ γυναίκα, όποια και να σαι, μάθε πως μοιάζεις με την Άλκηστη στο σώμα και στη μορφή. Αχ! Αλίμονο, μα πάρτην ετούτη μπροστά απ τα μάτια μου Γιατί θαρρώ πως βλέπω τη δική μου α! ο δόλιος, πόσο πικρό το πένθος νιώθω τώρα. Δε θα επαινούσα εγώ την τύχη σου όμως, όποιος κι αν είσαι, πρέπει να υποφέρεις μ υπομονή ο θεός ό,τι κι αν στέλνει. Μακάρι να χα τόση δύναμη, ώστε να φέρω την γυναίκα σου απ τον Άδη στο φως και να σου κάνω αυτή τη χάρη. Ξέρω καλά, θα το θελες. Πώς όμως; Αδύνατο οι νεκροί στο φως να ρθούνε. Αν θες να κλαις για πάντα, ποιο το κέρδος; Το ξέρω, μα η καρδιά μου εκεί με σέρνει. Καλή έχασες γυναίκα ποιος τ αρνιέται; Καμιά χαρά δεν έχει πια η ζωή μου. Ο χρόνος το κακό θα μαλακώσει. Παρηγοριά θα βρεις σ άλλη γυναίκα. Σώπασε λόγο απρόσμενο μου είπες. Μα δε θα παντρευτείς; Θα μείνεις χήρος; Καμιά δε θα πλαγιάσει στο πλευρό μου. Τη νεκρή θαρρείς πως θα ωφελήσεις; 16

Να την τιμάω πρέπει όπου κι αν είναι. Ναι, σ επαινώ, μα είναι ανοησία. Κάλλιο να πέθαινα, παρά να την προδώσω. Δέξου λοιπόν αυτή στο σπιτικό σου. Όχι, στο Δία σ εξορκίζω, το γονιό σου. Αν δεν το κάνεις, θα χεις μέγα λάθος. Αν θα το κάνω, θα με πνίξει η θλίψη. Δέξου μπορεί να σ ωφελήσει η χάρη. Σωστά μιλάς μα η γυναίκα ας φύγει. Κάτι ξέρω κι εγώ για να το θέλω. Καλά με την καρδιά μου δεν το κάνω. Κάποτε θα μ ευχαριστήσεις, άκουσέ με. Στο σπίτι να την πάτε, αφού είναι ανάγκη. Εγώ στα χέρια σου θα σου τη δώσω. Δεν την αγγίζω στο παλάτι ας πάει. Στα χέρια σου έχω μόνο εμπιστοσύνη. Με βιάζεις να το κάνω αθέλητά μου. Τόλμα ν απλώσεις χέρι να την πιάσεις. Ορίστε, σα να σφάζω τη Γοργόνα. Την κρατάς; Ναι. Να τη φυλάξεις και θα πεις μια μέρα πως είμαι φίλος σου. Μα κοίταξε τη, μήπως μοιάζει με τη γυναίκα σου τη θλίψη τώρα ν αφήσεις και χαρά να νιώσεις. Θεοί, τι να πω; Ανέλπιστο είναι θαύμα την Άλκηστη αντικρίζω αλήθεια; Μήπως θεόσταλτη χαρά με ξεγελάει; Μα όχι, τη γυναίκα σου εδώ βλέπεις. Μα βλέπω τη γυναίκα που χω θάψει; 17

Σωστά δεν απορώ που εσύ δεν το πιστεύεις. Να της μιλώ σα ζωντανή, να την αγγίζω; Μίλα της έχεις μπρος σου ό,τι ποθούσες. Ω! της αγαπημένης μου γυναίκας πρόσωπο και κορμί, σας έχω τώρα κι ας μην το έλπιζα ποτέ μου ετούτο. Δεν πρέπει εσύ ν ακούσεις τη φωνή της, προτού την εξαγνίσεις με θυσίες στους χθόνιους θεούς και πριν η τρίτη προβάλει αυγή. Μέσα στο σπίτι παρ την κι ως είσαι δίκαιος, Άδμητε, στους ξένους πάντα να δείχνεις σέβας. Χαίρε πάω το άθλο να εκτελέσω. Μείνε σε μας, μαζί μας να γλεντήσεις. Άλλη φορά γι αυτό, τώρα πρέπει να φύγω. Τύχη να χεις καλή και να ρθεις πίσω. Το λαό μου προστάζω για την ευτυχία μου τούτη χορούς να στήσει και με βοδιών θυσίες ευχαριστήριες. Η ζωή μας τώρα έχει γίνει πιο καλή από πρώτα ευτυχισμένος είμαι, δεν τα αρνιέμαι. Τα θεϊκά πολλές μορφές αλλάζουν κι απρόσμενα οι θεοί πολλά τελειώνουν όσα προσμέναμε δε γίναν, όμως βρίσκει δρόμο για τ απροσδόκητο ο θεός. Έτσι τέλειωσε και τούτη η ιστορία. 18