4. OΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ δικαιο

Σχετικά έγγραφα
Αριθμός Απόφασης 3424/2018 Αριθμός κατάθεσης αίτησης: 25529/2627/2018 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Πότε έχουμε εγκατάλειψη του ενός συζύγου από τον άλλο, που οδηγεί στο διαζύγιο;

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3378-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 56 /2016

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Με την κρινόμενη αίτησή τους οι αιτούντες εκθέτουν ότι ο αναφερόμενος γιος τους, που έχει ήδη

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/610/

- Το ιατρικό πιστοποιητικό γέννησης (γιατρού ή μαίας). Ληξιαρχική πράξη γάμου

2 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΜΗΤΤΟΥ ΚΗΔΕΜΟΝΙΑ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1056/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Πέντε (5) απαντήσεις σε καίρια ερωτήματα για το διαζύγιο

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη

Α Π Ο Φ Α Σ Η 187/2014

Αριθμός απόφασης 4801/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 197/2013. (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Προς. 2. Κυρία *** *** Κοινοποίηση

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

811 Ν. 23/90. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Δικαστήρια Δικαστές Γραμματεία

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:


Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 12 Μαρτίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Αριθµός απόφασης 135/2013 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ Ε ΕΣΣΑΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

1843 Ν. 187/91. Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ιατάξεις: άρθρα 1393, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1510, 1513, 1514, 1518 ΑΚ

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4267/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 81/2011

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ (τόπος έδρας) (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010)

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

4. OΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ δικαιο

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :.90./2012 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΕΚΟΥΣΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Σελίδα 1 από 6 ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΠΡΥΤΑΝΕΙΑ

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Ληξιαρχείο Δήμο Λαρισαίων

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Τι προβλέπει ο νόμος για την Δικαστική συμπαράσταση (Μέρος Α )

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2581-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2017

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Διεύθυνση: Τερψιχόρης 51 & Αρτέμιδος ΤΗΛΕΦΩΝΑ: , , , ΦΑΞ:

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Άρθρο 1 Σύσταση. Άρθρο 2 Προϋποθέσεις

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

ΔΙΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΙΣΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΦΥΛΩΝ

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, που υπήχθησαν στην ασφάλισή του για πρώτη φορά πριν από την

Μονομελές Εφετείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 1437/2014

Ειδικό άρθρο: «Συνυπηρέτηση Συζύγων Στρατιωτικών»

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Κω την για να δικάσει την ακόλουθη υπόθεση μεταξύ:

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 59/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

του. λόγω κατάσχεσης εις χείρας τρίτου δυνάμει της ως άνω δικαστικής αποφάσεως. Επ αυτού εκθέτω τα ακόλουθα:

*ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 5

Θέματα Εξετάσεων Τμήμα: Νομική Αθηνών Μάθημα: Οικογενειακό Δίκαιο

Αριθμός απόφασης : 153/2019

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. γ. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1392/2019 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ

38η ιδακτική Ενότητα ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΣΧΕΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ ΣΤ Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Υποπαράγραφος ΣΤ.1.

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 63/2013 ΑσΜ 482/2012 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

1 0. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΣΤΕΓΗ - ΜΙΣΘΩΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ, ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΟ ΕΠΙΔΟΜΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 18 / 2015

ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΡΑΚΗΣ Αριθμός απόφασης 91/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Τέλος, είναι αναγκαία η προσκόμιση στο δικαστήριο τεστ dna του εραστή, της μητέρας και του τέκνου και (κατά περίπτωση) του τεκμαιρόμενου πατέρα

ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ-ΑΡΘΡΑ ΓΙΑ ΥΙΟΘΕΣΙΑ

Transcript:

252 4. OΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ δικαιο 69/2010 (Πρόεδρος: Ελένη Διονυσοπούλου, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Οικονόμου, Κωστούλα Πρίγγουρη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Δημήτριος Παπαγεωργίου, Λάζαρος Γρομιτσάρης). Γονική μέριμνα. Διαφωνία των γονέων. Η διαφορά λύεται από το δικαστήριο με βάση το συμφέρον του ανηλίκου. Ονοματοδοσία. Πώς και από ποιόν δίδεται το όνομα (άρθρο 15 ν.1438/1984). Ονοματοδοσία μόνο από τη μητέρα αν και η γονική μέριμνα ανήκει και στους δύο γονείς. Η ονοματοδοσία αυτή ακυρώνεται. Περιστατικά. Κατά το άρθρο 1510 παρ.1 ΑΚ η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του. Κατά δε τα άρθρα 1511 παρ.1 και 1512 του ίδιου Κώδικα αν οι γονείς διαφωνούν κατά την άσκηση της γονικής μέριμνας και το συμφέρον του τέκνου επιβάλλει να ληφθεί απόφαση, αποφασίζει το δικαστήριο, η απόφαση του οποίου πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου. Το συμφέρον αυτό, εφόσον δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός από το νόμο, λαμβάνεται υπόψη υπό ευρεία έννοια και για τη διαπίστωση της συνδρομής του εξετάζονται όλα τα επωφελή και πρόσφορα για το ανήλικο στοιχεία και περιστάσεις. Εξάλλου, κατά το άρθρο 1518 παρ.1 ΑΚ η επιμέλεια του προσώπου του τέκνου περιλαμβάνει ιδίως την ανατροφή, την επίβλεψη, τη μόρφωση και την εκπαίδευση του, καθώς και τον προσδιορισμό του τόπου της διαμονής του. Περαιτέρω με το άρθρο 15 του ν.1438/1984 που αντικατέστησε το άρθρο 25 του ν.344/1976 «Περί ληξιαρχικών πράξεων» ορίζονται τα εξής: «Το όνομα του νεογνού καταχωρίζεται στη ληξιαρχική πράξη γέννησης ύστερα από δήλωση των γονέων του που ασκούν τη γονική μέριμνα ή του ενός από αυτούς εφόσον έχει έγγραφη εξουσιοδότηση του άλλου, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής από δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή. Αν ο ένας από τους γονείς δεν υπάρχει ή δεν έχει τη γονική μέριμνα, η δήλωση του ονόματος γίνεται από τον άλλο γονέα. Αν και οι δύο γονείς δεν υπάρχουν ή δεν έχουν γονική μέριμνα, το όνομα καταχωρίζεται με δήλωση αυτού που έχει την επιτροπεία του προσώπου του τέκνου. Η γενόμενη σύμφωνα με τα ανωτέρω δήλωση ονοματοδοσίας δεν ανακαλείται». Από τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό και προς το ότι η ονοματοδοσία ανηλίκου τέκνου δεν είναι συστατικό στοιχείο του μυστηρίου βαπτίσματος που τελείται άπαξ (ΟλΑΠ 240/1975, 99/1985) προκύπτει ότι το δικαίωμα ονομοταδοσίας αποτελεί περιεχόμενο του ευρύτερου λειτουργικού δικαιώματος της γονικής μέριμνας, είναι όμως ανεξάρτητο από το επιμέρους δικαίωμα της επιμέλειας, που αποτε-

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ λεί επίσης περιεχόμενο της γονικής μέριμνας. Συνεπώς και αν ακόμη η επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου έχει ανατεθεί με δικαστική απόφαση στον ένα γονέα, είναι απαραίτητο, εφόσον η γονική μέριμνα ανήκει και στους δυο γονείς, να αποφασίσουν αυτοί από κοινού περί του ονόματος που πρέπει να δοθεί στο τέκνο, σε περίπτωση δε διαφωνίας αυτών αποφασίζει το δικαστήριο (ΑΠ 417/2005 Δνη 2005, 1068, ΑΠ 1700/2001 Δνη 2002, 1619, ΑΠ 744/1999 Δνη 2000, 52, ΕφΑθ 4287/2005 Δνη 2006, 204). Αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στις 17.2.2006. Από το γάμο τους απέκτησαν ένα άρρεν τέκνο που γεννήθηκε στο Αγρίνιο στις 2.12.2006. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων διασπάσθηκε οριστικά τον Ιούνιο του 2006. Πριν την άνω διάσπαση, οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει ότι το τέκνο τους θα ελάμβανε το όνομα «Θεόδωρος» αν ήταν αγόρι. Το όνομα αυτό αντιστοιχεί στο όνομα του πατέρα του εφεσιβλήτου και η συμφωνία τους αυτή συμπορεύεται με τις πάγιες παραδόσεις της Ελληνικής οικογένειας. Στη συνέχεια με την υπ αριθμ. 1198/2007 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αγρινίου ανατέθηκε στην εκκαλούσα προσωρινά η άσκηση της επιμέλειας του ανηλίκου τέκνου τους, ενώ η άσκηση της γονικής μέριμνας παρέμεινε και στους δύο γονείς προκειμένου να ασκηθεί από αυτούς από κοινού. Η εκκαλούσα όμως στις 22.8.2007 τέλεσε το μυστήριο της βαπτίσεως του ως άνω τέκνου τους στον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου Αγρινίου εν αγνοία του εφεσιβλήτου- πατρός του επιλέγοντας ως όνομα 253 του το «Κωνσταντίνος Θεόδωρος» χωρίς όμως να έχει το δικαίωμα αυτό, καθόσον η ονοματοδοσία ανηλίκου είναι δικαίωμα και των δύο γονέων του. Το όνομα δε αυτό σημειώθηκε στο περιθώριο της υπ αριθ. 9/Τ54ος/2007 ληξιαρχικής πράξης γέννησης του ληξιαρχείου Αγρινίου. Η εκκαλούσα προκειμένου να δικαιολογήσει την εν λόγω ονοματοδοσία του τέκνου τους ισχυρίζεται ότι με τον εφεσίβλητο-σύζυγο της είχαν συμφωνήσει να δοθεί στο τέκνο τους το όνομα «Κωνσταντίνος» σε εκπλήρωση του τάματος τους προς τον πολιούχο Άγιο Κωνσταντίνο του ομωνύμου δημοτικού διαμερίσματος όπου διέμενε. Πράγματι η εκκαλούσα αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα κατά την κύηση, τα οποία μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποβολή ή στην εξέλιξη της κύησης σε πρόωρο τοκετό. Πλην όμως η ύπαρξη τέτοιας συμφωνίας δεν αποδείχθηκε. Αντίθετα μάλιστα ο μάρτυρας-αδελφός της εκκαλούσας κατέθεσε ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου αρχικά ότι οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει να δώσουν στο τέκνο τους το όνομα του Αγίου Κωνσταντίνου ως «τάμα» για να γεννηθεί υγιές, αμέσως όμως μετά κατέθεσε ότι εάν οι σχέσεις των συζύγων μεταξύ τους ήταν αρμονικές, η εκκαλούσα θα έδινε στο ανήλικο το όνομα «Θεόδωρος» που ήταν το όνομα του πεθερού της, καθώς και ότι ο ενάγων γνώριζε ότι το τέκνο θα ελάμβανε το όνομα «Κωνσταντίνος» λόγω των μεταξύ τους προβλημάτων. Από τα ανωτέρω αποδυναμώνεται το επιχείρημα της περί θρησκευτικής υποχρέωσης, υποδηλώνεται δε όχι προσήλωση σε εκπλήρωση «τάματος» αλλά εμμονή στη μη ονομασία με το όνομα του πεθερού της Θεόδωρου, λόγω των τεταμένων σχέσεων που είχε με τον ενάγοντα. Η εκκαλούσα ισχυρίζεται επίσης, ότι

254 έδωσε στο τέκνο τους ως δεύτερο όνομα το όνομα «Θεόδωρος», προκειμένου να τηρήσει το πατροπαράδοτο έθιμο που ορίζει ότι το πρώτο άρρεν τέκνο της οικογένειας πρέπει να λαμβάνει το όνομα του παππού του από την πατρική γραμμή, πιστεύοντας ότι αυτή θα ήταν και η επιθυμία του εφεσιβλήτου. Ο ισχυρισμός όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος καθόσον εάν υπήρχε συμφωνία μεταξύ τους για εκπλήρωση του ως άνω «τάματος» θα είχαν συμφωνήσει και για την ύπαρξη ή μη δευτέρου ονόματος και δεν θα υπήρχε λόγος αντιδράσεως του εφεσιβλήτου με έγερση αγωγής για την αλλαγή αυτού. Εξάλλου ο ισχυρισμός της εκκαλούσας ότι με την απόφαση της να δοθεί στο τέκνο τους ως δεύτερο όνομα το Θεόδωρος έπραξε το καθήκον της και τίμησε την οικογένεια του συζύγου της, τηρώντας το σχετικό έθιμο πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος καθόσον για το ανήλικο το δεύτερο αυτό όνομα δεν θα υφίσταται λόγω του ότι στο μέλλον το συγγενικό περιβάλλον της εκκαλούσας-μητέρας του αλλά και το φιλικό και σχολικό θα το προσφωνεί με το όνομα Κωνσταντίνος σύμφωνα με την επιθυμία της μητέρας του. Περαιτέρω, η διπλή αυτή ονομασία την οποίαν επέλεξε η εκκαλούσα δεν είναι προς το συμφέρον του τέκνου καθότι ο καθένας από τους διαδίκους θα αποκαλεί το τέκνο τους με το όνομα της δικής του προτίμησης γεγονός που εγκυμονεί τον κίνδυνο της διάσπασης της προσωπικότητος του παιδιού ή τον κίνδυνο της μη ομαλής καθ όλα διαμόρφωσης του χαρακτήρα και της προσωπικότητος αυτού. Με βάση τα προεκτεθέντα το Δικαστήριο κρίνει ότι εφόσον υπάρχει ασυμφωνία των διαδίκων γονέων του τέκνου ως προς το όνομα που πρέπει να δοθεί σ αυτό το συμφέρον αυτού επιβάλλει να αρθεί η οριστική αυτή ασυμφωνία των διαδίκων ως προς το δοτέο όνομα με κριτήριο αποκλειστικά και μόνο το συμφέρον του τέκνου. Έτσι το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να δοθεί στο ανήλικο το όνομα «Θεόδωρος» ήτοι αυτό του πατέρα του εφεσιβλήτου, αυτό άλλωστε συμπορεύεται με τις πάγιες παραδόσεις της ελληνικής οικογένειας και ανταποκρίνεται και στην επιθυμία του εφεσιβλήτου ώστε με τον τρόπο αυτό να τιμηθούν οι ανιόντες της πατρικής γραμμής. Κίνδυνος δημιουργίας προβλημάτων στο ανήλικο από την αλλαγή του ονόματος δεν προκύπτει ότι θα εμφανισθούν ενόψει του ότι το μυστήριο του βαπτίσματος έχει τελεσθεί πριν από σύντομο χρονικό διάστημα, το δε τέκνο μόλις έχει συμπληρώσει το τρίτο έτος της ηλικίας του.η εκκαλουμένη απόφαση που δέχθηκε τα ίδια ως προς το δοτέο όνομα ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, τα δε αντίθετα υποστηριζόμενα με τους σχετικούς λόγους της εφέσεως πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι. 82/2010 (Πρόεδρος: Ελένη Διονυσοπούλου, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Αλεξόπουλος, Ελένη Κοτσομύτη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Γεράσιμος Μπετίνης, Θανάσης Βγενόπουλος). Διαζύγιο. Δύο αντίθετες αγωγές για λύση του γάμου. Δεκτές αμφότερες και λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό. Κανένας δεν έχει έννομο συμφέρον να ασκήσει έφεση. Αν ασκηθεί απορρίπτεται. Περιστατικά.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 255 Αντικείμενο της δίκης διαζυγίου είναι όχι η δικαστική διάγνωση του λόγου διαζυγίου που δικαιολογεί την απαγγελία του διαζυγίου αλλά το διαπλαστικό αποτέλεσμα της λύσης του γάμου. Κατά συνέπεια αν ασκηθούν δυο αντίθετες αγωγές διαζυγίου για ισχυρό κλονισμό από λόγo που αφορά στο πρόσωπο του άλλου συζύγου και το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε και τις δύο, τότε, ενόψει του κατά τα άνω αντικειμένου της δίκης περί διαζυγίου και του δικασμένου που παράγεται από την απόφαση αυτή, καθένας από τους συζύγους θεωρείται ότι νίκησε, διότι με την παραδοχή και των δύο αγωγών επήλθε η έννομη συνέπεια που αμφότεροι οι διάδικοι επιδίωκαν με το αίτημα των αγωγών τους. Το γεγονός ότι η απόφαση περιέχει δυσμενείς για τον καθένα αιτιολογίες, δέχεται δηλαδή ότι ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσης επήλθε εξαιτίας γεγονότων που αφορούν και το πρόσωπο του, δεν ασκεί καμία δυσμενή επιρροή στις έννομες σχέσεις του, αφού από τις αιτιολογίες αυτές, που δεν έχουν προσόντα διατακτικού, δεν ιδρύεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας, το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει κατά τα προεκτεθέντα σε άλλη δίκη. Επομένως, ουδείς από τους διαδίκους συζύγους έχει στην περίπτωση αυτή, αν και νίκησε, έννομο συμφέρον να ασκήσει έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης (βλ.απ 669/2005, ό.π.). Το έννομο συμφέρον, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68, 73 και 532 του ΚΠολΔ, αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης και η συνδρομή του ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ή έλλειψη του δε συνεπάγεται την απόρριψη του ένδικου μέσου ως απαραδέκτου. Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα με την από 28-5-2004 αγωγή της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ζακύνθου), κατά του εναγομένου συζύγου της, ζήτησε να λυθεί ο υφιστάμενος μεταξύ αυτής και του εναγομένου γάμος λόγω ισχυρού κλονισμού που επήλθε από γεγονότα που αναφέρονται στο πρόσωπο του εναγομένου. Με την αγωγή συνεκδικάσθηκε και η από 4-5-2005 αντίθετη αγωγή του τελευταίου με την οποία ζητούσε και αυτός την λύση του γάμου για ισχυρό κλονισμό από λόγο που αφορά στο πρόσωπο της ενάγουσας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκαμε δεκτές τις συνεκδικαζόμενες αντίθετες αγωγές και απάγγειλε την λύση του γάμου συνεπεία ισχυρού κλονισμού από λόγους που αφορούν και τους δύο συζύγους. Με την κρινόμενη έφεση της, η εκκαλούσα (ενάγουσα-αντεναγομένη) παραπονείται, διότι η εκκαλουμένη απόφαση, εκτιμώντας εσφαλμένα τις αποδείξεις, έκαμε δεκτή την αγωγή του αντιδίκου συζύγου της, ενώ έπρεπε να την απορρίψει ως ουσιαστικά αβάσιμη, αφού δεν αποδείχθηκε κανένα κλονιστικό περιστατικό του εγγάμου βίου τους αναγόμενο σε δική της υπαιτιότητα. Υπό τα εκτεθέντα περιστατικά η έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για έλλειψη έννομου συμφέροντος (άρθρ. 532 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί στην αρχή του σκεπτικού, καθόσον από τις δυσμενείς και εσφαλμένες κατά την εκκαλούσα αιτιολογίες της εκκαλουμένης αποφάσεως ότι ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσεως επήλθε εξ αιτίας γεγονότων που αφορούν και το πρόσωπο της, δεν ασκείται καμία δυσμενής επιρροή στις έννομες σχέσεις της, αφού από τις αιτιολογίες αυτής δεν ιδρύεται δεδικασμένο για ζητήματα υπαιτιότητας, που μπορεί κατά τα προεκτεθέντα να χρησιμεύσει σε άλλη δίκη.

256 107/2010 (Πρόεδρος: Ελένη Διονυσοπούλου, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Αλεξόπουλος, Σπυριδούλα Μοσχονά-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Νικόλαος Τρίγκας, Σωτήριος Κολλιόπουλος). Διαζύγιο. Ισχυρός κλονισμός. Απαραίτητα (216ΚΠολΔ) πρέπει ο ενάγων για το ορισμένο της αγωγής, να αναφέρει στο δικόγραφο τα κλονιστικά περιστατικά που αφορούν στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου ή και των δύο συζύγων, την επίκληση του ισχυρισμού κλονισμού, ως συνέπεια των περιστατικών αυτών, με την έννοια της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου, και το βάσιμα αφόρητο της εξακολούθησης της έγγαμης σχέσεως για τον ενάγοντα. Αν το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος δεν γεννιέται δικαίωμα, υπέρ αυτού, διάζευξης με βάση τη διάταξη του άρθρου 1439 ΑΚ. Ο ενάγων, για το ορισμένο της αγωγής διαζυγίου, λόγω ισχυρού κλονισμού της έγγαμης σχέσεως, πρέπει ν αναφέρει κατ άρθρο 216 Κ.ΠολΔ τα κλονιστικά περιστατικά που αφορούν στο πρόσωπο του εναγομένου συζύγου ή και των δύο συζύγων, την επίκληση του ισχυρού κλονισμού, ως συνέπεια των περιστατικών αυτών, υπό την έννοια της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου ανάμεσα στα αντικειμενικώς πρόσφορα κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα και στο πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο αυτών και το βάσιμα αφόρητο της εξακολούθησης της έγγαμης σχέσεως για τον ενάγοντα {ΑΠ 1865/2005 ΕλλΔνη 47,457]. Αν το κλονιστικό γεγονός αφορά και τους δύο συζύγους, το προς διάζευξη δικαίωμα γεννάται ανεξαρτήτως από τον πιο από τους δύο βαρύνει περισσότερο η ύπαρξή του και από το αν υπάρχει υπαιτιότητα στο πρόσωπο του ενός μόνον. Αν, όμως, το κλονιστικό γεγονός συνδέεται αποκλειστικά με το πρόσωπο του ενάγοντος, δεν γεννάται υπέρ αυτού δικαίωμα διαζεύξεως, με βάση την διάταξη του άνω άρθρου 1439 παρ.1 ΑΚ ακόμη και αν στην περίπτωση αυτή έχει κλονιστεί αντικειμενική η έγγαμη σχέση τους και ο γάμος τους έχει απονεκρωθεί και δεν υπάρχει στην ουσία [ΑΠ 670/2001 ΝοΒ 50.701, ΕΠ. 888/2006 προσκ.επ 46/2002 ΕλΔνη 44.1396]. Στην προκειμένη περίπτωση με βάση τα επικαλούμενα στην αγωγή περιστατικά, το δικόγραφο αυτής είναι πλήρως και επαρκώς ορισμένο, περιέχουσα τα αναγκαία, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες στην μείζονα σκέψεις διατάξεις των άρθρων 1439 παρ.1 ΑΚ και 216 του Κ.Πολ.Δ στοιχεία ήτοι τα κλονιστικά της έγγαμης σχέσεως περιστατικά, αναγόμενα στο πρόσωπο της εναγομένης, ότι εξ αιτίας αυτών αντικειμενικά έχει κλονιστεί η έγγαμη σχέση και ότι ο κλονισμός είναι τόσο ισχυρός, ώστε βάσιμη η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης να αποβαίνει αφόρητη για τον ενάγοντα.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 257 166/2010 (Πρόεδρος: Ελένη Διονυσοπούλου, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Οικονόμου-Εισηγητής, Ανδρέας Κακολύρης, Εφέτες). (Δικηγόροι: Διονύσιος Κότσιφας, Δημήτριος Γκουβίτσας). Αποκτήματα. Προς υπολογισμό της τελικής περιουσίας κρίσιμος χρόνος θεωρείται στην περίπτωση που ο γάμος λύθηκε ή ακυρώθηκε με δικαστική απόφαση, ο χρόνος που η απόφαση αυτή έγινε αμετάκλητη, ενώ στην περίπτωση της τριετούς διάστασης κρίσιμος χρόνος είναι ο χρόνος άσκησης της αγωγής αφού δεν ορίζεται στο νόμο συγκεκριμένη χρονική αφετηρία. Δίκη στο Εφετείο. Επίκληση εγγράφων της πρωτόδικης δίκης (240ΚΠολΔ). Περίπτωση μη νόμιμης επίκλησης. Από τη σύγκριση της αξίας αυτών, αναγομένης σε τιμές του χρόνου που γεννήθηκε η αξίωση, θα κριθεί να υπάρχει περιουσιακή αύξηση του ενός συζύγου, θα κριθεί να υπάρχει περιουσιακή αύξηση του ενός συζύγου που να δικαιολογεί την αξίωση του άλλου για συμμετοχή στα αποκτήματα. Προς υπολογισμό της τελικής περιουσίας, κρίσιμος χρόνος θεωρείται στην μεν περίπτωση που ο γάμος λύθηκε ή ακυρώθηκε με δικαστική απόφαση, ο χρόνος που η απόφαση αυτή έγινε αμετάκλητη, στην περίπτωση δε της τριετούς διαστάσεως (κατά την οποία προϋποτίθεται ότι ο γάμος δεν έχει ακόμα λυθεί ή ακυρωθεί), κρίσιμος είναι ο χρόνος ασκήσεως της αγωγής, αφού δεν ορίζεται στον νόμο συγκεκριμένη χρονική αφετηρία (ΑΠ 411/2004 Ελ. Δ/νη 45, 1355, ΑΠ 406/2003 Ελ. Δ/νη 44, 1571, ΑΠ 430/2002 Ελ. Δ/νη 43, 1624). Κατά την διάταξη του άρθρου 559 αριθμ. 11 περ. β ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται εάν το δικαστήριο παρά τον νόμο έλαβε υπόψη αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν. Κατά την αληθινή έννοια της διατάξεως αυτής, που προκύπτει από τον συνδυασμό της προς τις διατάξεις των άρθρων 106, 237 εδ. 1 στοιχ. β, 346 και 453 παρ. 1 ΚΠολΔ, η πρώτη από τις οποίες εισάγει το συζητητικό σύστημα στην διαγνωστική δίκη, δηλαδή της ενέργειας του δικαστηρίου κατόπιν πρωτοβουλίας των διαδίκων, ως αποδείξεις που δεν προσκομίσθηκαν νοούνται και εκείνες των οποίων δεν έγινε σαφής και ορισμένη επίκληση με τις προτάσεις του διαδίκου που τις προσκόμισε. Σαφής και ορισμένη είναι η επίκληση εγγράφου όταν είναι ειδική και από αυτήν προκύπτει η ταυτότητά του. Μπορεί δε η επίκληση αυτή να γίνει είτε με τις προτάσεις της συζητήσεως μετά την οποία εκδόθηκε η απόφαση είτε με αναφορά δια των προτάσεων αυτών σε συγκεκριμένο μέρος των προσκομιζόμενων προτάσεων προηγούμενης συζητήσεως, όπου γίνεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, κατ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 240 ΚΠολΔ. Η τελευταία αυτή διάταξη αναφέρεται βέβαια στον τρόπο επαναφοράς «ισχυρισμών», έχει όμως εφαρμογή και για την επίκληση αποδεικτικών μέσων λόγω της ταυτότητας του νομικού λόγου. Δεν είναι συνεπώς νόμιμη η κατ έφεση επίκληση εγγράφου, προς άμεση ή έμμεση απόδειξη, όταν στις προτάσεις ενώπιον του εφετείου περιέχεται γενική μόνο αναφορά σε όλα τα έγγραφα που ο διάδικος είχε επικαλεσθεί και προσαγάγει πρωτοδίκως, χωρίς παραπομπή σε συγκεκριμένα μέρη των επαναϋπο-

258 βαλλόμενων πρωτόδικων προτάσεων, που περιέχεται σαφής και ορισμένη επίκληση του εγγράφου, η με ενσωμάτωση των προτάσεων προηγούμενων συζητήσεων, στις οποίες γίνεται επίκληση των εγγράφων, στις προτάσεις της δευτεροβάθμιας δίκης (Ολ. ΑΠ 23/2008 Επ. Εργ. Δικ. 68, 834, Ολ. ΑΠ 14/2005, 9/2000, ΑΠ 42/2009 ΝΟΒ 57, 1145). Στην προκειμένη περίπτωση ο εκκαλών προσκομίζει στην κατ έφεση δίκη τα έγγραφα και τις φωτογραφίες που είχε προσκομίσει και επικαλεσθεί με τις προτάσεις του στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Όμως στο ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δικόγραφο των προτάσεών του, στο οποίο ενσωματώνεται εν μέρει με αντιγραφή και εν μέρει φωτοτυπημένο αντίγραφο των προτάσεών του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, διαλαμβάνεται μόνη η μη συνιστώσα κατά τα προεκτεθέντα νόμιμη επίκληση των εγγράφων και φωτογραφιών αυτών φράση «Προσάγω και επικαλούμαι στ) σχετικά πρωτοβαθμίου δίκης». Συνεπώς τα αναφερόμενα στις ενσωματωμένες ως άνω προτάσεις του εκκαλούντος της πρωτοβάθμιας δίκης έγγραφα και φωτογραφίες δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο τούτο λόγω της μη επικλήσεώς τους. 202/2010 (Πρόεδρος: Γεώργιος Σπηλιωτόπουλος, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Στεφανία Καρατζά, Βασίλειος Πέττας-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Ιωάννης Αποστολόπουλος, Αλέξανδρος Αρβανίτης). Διατροφή του ενήλικου τέκνου από τους γονείς. Πότε υποχρεούνται. Οι σπουδές του τέκνου συνεπάγονται συνήθως ότι αυτό δεν είναι σε θέση να ασκήσει παράλληλα οιονδήποτε επάγγελμα ή εργασία χωρίς βλάβη της υγείας του και της επιτυχούς αντιμετώπισης των σπουδών του. Σε αυτή την περίπτωση το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται όχι πλέον από την κοινωνική θέση του δικαιούχου αλλά με βάση τις ανάγκες του όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του. Η διατροφή του τέκνου βαρύνει αμφοτέρους τους γονείς όχι ισομερώς αλλά ανάλογα προς τις δυνάμεις εκάστου. Τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την αγωγή, πρέπει να έχουν συντελεσθεί μέχρι την πρώτη συζήτηση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και απαράδεκτα προτείνονται με τις προτάσεις. Αν γεννήθηκαν τα περιστατικά κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, μπορούν να αποτελέσουν βάση παρεμπίπτουσας ή αυτοτελούς μεταρρυθμιστικής αγωγής. Επειδή από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1485, 1486 εδ.β, 1489 εδ. β και 1493 ΑΚ, όπως ήδη ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους από τον ν. 1329/1983, με σαφήνεια συνάγεται ότι η υποχρέωση των γονέων για διατροφή του τέκνου τους δεν διαρκεί μόνο μέχρι την ενηλικίωση του, αλλά αυτοί υποχρεούνται να διατρέφουν και το ενήλικο τέκνο τους, εάν αυτό δεν μπορεί να διατρέφει τον εαυτό του από την περιουσία του ή από εργασία κατάλληλη για την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του και τις λοιπές βασικές του συνθήκες, ενόψει και των τυχόν αναγκών της εκπαιδεύσεως του (Εφ.Αθ. 4299/1993 ΕλλΔνη 35.451). Ειδικότερα, ανίκανο να διαθρέψει τον εαυτό του μετά την ενηλικίωση του θε-

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 259 ωρείται το τέκνο αν πάσχει από σωματική ή ψυχική ανικανότητα, εξαιτίας της οποίας δεν μπορεί να βρει εργασία κατάλληλη για την ηλικία του. Αν ο ενήλικας επιθυμεί να συνεχίσει τις σπουδές του στην τριτοβάθμια ή την επαγγελματική εκπαίδευση (συνήθως δε η ενηλικότητα συμπίπτει με το τέλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), τότε δικαιούται διατροφής από τα πρόσωπα που ορίζει το άρθρο 1485 ΑΚ, αν δεν έχει περιουσία, στην περίπτωση όμως αυτή συνεκτιμώνται οι μέχρι τώρα σπουδές του ενήλικου τέκνου σε σχέση με τη δυνατότητα του να εργασθεί. Η ιδιότητα του τέκνου ως σπουδαστού συνεπάγεται συνήθως ότι αυτό δεν είναι σε θέση να ασκήσει παραλλήλως οιονδήποτε επάγγελμα ή εργασία χωρίς βλάβη της υγείας του και τις επιτυχούς αντιμετωπίσεως των σπουδών του (ΕφΑΘ. 3689/1985 ΕλλΔνη 26.1169). Στην περίπτωση αυτή το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται όχι πλέον από την κοινωνική θέση του δικαιούχου, αλλά με βάση τις ανάγκες αυτού, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής του (ΑΠ 1838/1984 ΝοΒ 33.1139). Η διατροφή περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και για την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του, προκαταβάλλεται δε σε χρήμα κατά μήνα, εκτός αν το Δικαστήριο, εφόσον δεν συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, ορίσει την καταβολή κατ άλλον τρόπο (930 παρ.1 ΑΚ). Η διατροφή του τέκνου βαρύνει αμφότερους του γονείς, πάντως όχι ισομερώς αλλά αναλόγως προς τις δυνάμεις εκάστου (ΕφΘεσ. 2943/2005 Αρμ 2006, 401 Εφ.Θεσ. 2510/2000 Αρμ.2001, 48). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 1389,1390, 1391 επ., 1485 επ. του ΑΚ, 223, 224, 269 παρ.2, 334, 525, 526 και 527 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι οι προϋποθέσεις επιδίκασης διατροφής και ο καθορισμός της έκτακτης και του ύψους αυτής κρίνονται από το χρόνο έγερσης της αγωγής ή επί αιτήματος για την επιδίκαση από την υπερημερία, από το χρόνο επέλευση της, το σχετικό πάντως δικαίωμα πρέπει να γεννηθεί κατά την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (Ολ. ΑΠ 2/1994 ΑρχΝ 1994, 300, ΕλλΔνη 1994, 352, ΕΕΝ 1994, 379, ΑΠ 1626/2000 ΕλλΔνη 2001, 711). Επομένως τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την αγωγή, τα οποία πρέπει να έχουν συντελεσθεί μέχρι την πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, απαράδεκτα προτείνονται με τις πρωτόδικες προτάσεις, την έφεση ή τις προτάσεις που υποβάλλονται στο Εφετείο, σε περίπτωση δε που συνιστούν μεταβολή των προσδιοριστικών του ύψους της διατροφής στοιχείων που δικαιολογούν την αύξηση του ποσού της, αποτελούν νέα περιστατικά, που αν και γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση παρεμπίπτουσας ή αυτοτελούς μεταρρυθμιστικής αγωγής (βλ. Ολ.ΑΠ 2/1994 ό.π., ΑΠ 526/1982 ΝοΒ 31, 496 Εφ.Δωδ. 237/2005 α δημ. Νόμος).

260 244/2010 (Πρόεδρος: Γεώργιος Σπηλιωτόπουλος, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Οικονόμου, Παρασκευή Τσούμαρη-Εισηγήτρια, Εφέτες). (Δικηγόροι: Θωμάς Γεωργάκης, Νικόλαος Μαμαλούκας). Διατροφή μεταξύ συζύγων. Αποχώρηση του συζύγου από την οικογενειακή στέγη. Οφείλει διατροφή στη σύζυγο έστω και αν αναγκάστηκε να προβεί σε διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Αν αυτό το παράπτωμα αποτελεί λόγο διαζυγίου δικαιούται να ζητήσει από το δικαστήριο να πληρώνει ελαττωμένη διατροφή(τα απολύτως αναγκαία). Από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1391 και 1493 του ΑΚ προκύπτει ότι οι σύζυγοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση για διατροφή τους ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις τους ανεξαρτήτως του αν ο ένας απ αυτούς είναι εύπορος και ο άλλος άπορος, το μέτρο δε της διατροφής καθενός από αυτούς προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και εφόσον κάποιος από αυτούς διέκοψε την έγγαμη συμβίωση από εύλογη αιτία, η διατροφή που του οφείλεται από τον άλλον πληρώνεται σε χρήμα κάθε μήνα προκαταβολικώς και προσδιορίζεται, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της χωριστής διαβιώσεως (ΑΠ 1307/99, Δ/ νη, 44, 728, Εφ.Δωδ. 169/07, ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1392 εδ. β, 1495ΑΚ συνάγεται ότι ο σύζυγος που είναι υπόχρεος σε διατροφή, αν διακόψει με δική του, πρωτοβουλία την έγγαμη συμβίωση, πρέπει να εξακολουθήσει να καταβάλλει σε χρήμα την οφειλόμενη διατροφή, ακόμη και αν αναγκάστηκε να προβεί στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου. Εάν, όμως, το παράπτωμα συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα του δικαιούχου, ο υπόχρεος μπορεί να ζητήσει τον περιορισμό της έκτασης της οφειλόμενης διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρηση του (ελαττωμένη διατροφή) (Εφ.Θεσ. 3263/04, ΝΟΜΟΣ). Τέλος στο άρθρο 1390 εδ. α ΑΚ η διατροφή των συζύγων χαρακτηρίζεται ως αμοιβαία υποχρέωση. Τούτο, πλην άλλων, υποδηλοί ότι η συζυγική διατροφή δεν δύναται να αποκρουσθεί με την ένσταση διακινδυνεύσεως, πλην αν επιπλέον, κατά το άρθρον 1491 ΑΚ, προτείνεται ότι υπάρχει άλλος υπόχρεος προς διατροφήν, ως ένσταση παραπομπής (Εφ. Θεσ. 2248/1996, Αρμ. 1996.1101, Εφ.Αθ. 9741/91, ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 9612/1983 ΕλλΔνη 25.716, Δεληγιάννης, Οικογ. Δίκαιο ΙΙ, παρ. 231, σελ. 175). 364/2010 (Πρόεδρος: Γεώργιος Σπηλιοτόπουλος, Πρόεδρος Εφετών). (Δικαστές: Γεώργιος Οικονόμου, Αθανάσιος Τσουλός-Εισηγητής, Εφέτες). (Δικηγόροι: Νικόλαος Ζαφειρόπουλος, Πέτρος Ρηγάτος). Διατροφή τέκνων από τους γονείς. Ο εναγόμενος γονέας μπορεί να προτείνει στην πρώτη συζήτηση στο Πρωτοδικείο την ένσταση ότι υπάρχει και άλλος γονέας που έχει την

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ 261 οικονομική δυνατότητα, αν η συμβίωση εξακολουθούσε, να προσφέρει διατροφή για το τέκνο. Πρόκειται για ένσταση που προτείνεται κατά την έναρξη της συζήτησης στο πρωτόδικο δικαστήριο με σαφή και ορισμένη δήλωση του εναγομένου στα πρακτικά. Αν ο εναγόμενος έχει καταθέσει προτάσεις αρκεί η δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ότι αναφέρεται στις προτάσεις του. Αν πρόκειται να κατατεθούν οι προτάσεις μετά την άσκηση αρκεί η συνοπτική προβολή των σχετικών ενστάσεων στο ακροατήριο με καταχώριση στα πρακτικά και είναι επιτρεπτή η διεξοδικότερη ανάλυση τους στις προτάσεις. Αν με την αγωγή δε ζητηθεί ολόκληρο το ποσό που απαιτείται για τη διατροφή, αλλά μόνο τμήμα του συνόλου της διατροφής που βαραίνει τον εναγόμενο, τότε πρόκειται για άρνηση. Τότε ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως. Περιστατικά. Ένορκες βεβαιώσεις. Στις ειδικές διαδικασίες δεν υπάρχει αριθμητικός περιορισμός τους. Καθορισμός ύψους διατροφής. Πραγματικά περιστατικά που εκτιμήθηκαν από το Εφετείο. Απρόσοδη περιουσία. Λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό της συμμετοχής στη διατροφή του τέκνου. Περιστατικά αναλυτικά για τον καθορισμό της διατροφής κάθε γονέα. Από τις διατάξεις των αρθρ. 1389, 1390 και 1489 παρ. 2 ΑΚ προκύπτει ότι ο γονέας, που ενάγεται ως υπόχρεος χρηματικής διατροφής τέκνου, έχει τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, να προβάλει αμυνόμενος, για τη μερική κατάλυση της αγωγής, ότι υπάρχει και άλλος γονέας, ο οποίος έχει οικονομικές δυνάμεις με τις οποίες, σε αναλογία προς τις δυνάμεις του εναγομένου, αν η έγγαμη συμβίωση εξακολουθούσε, θα υπείχε και εκείνος υποχρέωση συνεισφοράς στη διατροφή του κοινού τέκνου, με συνέπεια τον αντίστοιχο περιορισμό της υποχρέωσης του εναγομένου (βλ. Σ. Ματθία, Η συμβολή των συζύγων στις οικογενειακές ανάγκες και η αξίωση διατροφής, ΝοΒ 31/1478, ΑΠ 804/94 ΕλλΔνη 37/97, ΑΠ 1268/84 ΝοΒ 33/807, ΕφΑθ 1504/95 ΕλλΔνη 37/1119). Η προβολή του ισχυρισμού αυτού λειτουργεί ως ένσταση και πρέπει να συντελεσθεί στο ακροατήριο, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, κατά την έναρξη της συζήτησης της υπόθεσης, με σχετική, σαφή και ορισμένη δήλωση που καταχωρείται στα πρακτικά. Εάν ο εναγόμενος έχει ήδη καταθέσει προτάσεις, αρκεί η δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου ότι αναφέρεται σε αυτές. Εάν η κατάθεση των προτάσεων (που, κατ αρχήν, δεν είναι υποχρεωτική στη διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων) πρόκειται να επακολουθήσει, αρκεί η συνοπτική προβολή του σχετικού ισχυρισμού στο ακροατήριο με καταχώριση στα πρακτικά και είναι επιτρεπτή η διεξοδικότερη ανάλυσή του στις προτάσεις (ΚΠολΔ 115 παρ. 3 και 4, 256 παρ. 1 περ. δ, 262 παρ. 1, 666 παρ. 1, 681 Β παρ. 1 περ.α, βλ. ΟλΑΠ 2/2005 ΕλλΔνη 2005.689, ΑΠ 620/1999 ΕλλΔνη 41.73, ΕφΔωδ 95/2006 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 620/99 ΕλλΔνη 41/73). Εφόσον όμως με την αγωγή δεν ζητείται το σύνολο του ποσού στο οποίο αποτιμώνται σι διατροφικές ανάγκες του δικαιούχου, αλλά μόνον το μέρος το οποίο κατά την άποψη του ενάγοντος πρέπει να βαρύνει τον εναγόμενο γονέα, σε αναλογία προς τις οικονομικές δυνάμεις αυτού και του άλλου γονέως, ο αμυντικός ισχυρισμός ότι η αναλογία αυτή είναι διαφορετική από εκείνη που αναφέρεται στην αγωγή, λειτουργεί ως άρνηση. Τότε, ο συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων των δύο γονέων πρέπει να γίνει από

262 το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα προς τα πραγματικά περιστατικά που αποδεικνύονται εκατέρωθεν και ανεξάρτητα από την πληρότητα της σχετικής καταχώρησης του ισχυρισμού στα πρακτικά ή τις προτάσεις του εναγομένου (Εφ Θεσ. 2944/2004 Αρμ. 2005/866). Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα (μητέρα), με την αγωγή της αναγνώριζε την προσωπική της συμβολή στη διατροφή των τέκνων δια των εισοδημάτων της και με την παροχή των καθημερινών οικιακών φροντίδων και επικαλούμενη τις (υπέρτερες) οικονομικές δυνάμεις του εναγομένου (πατέρα), ζητούσε από το Δικαστήριο να υποχρεώσει τον τελευταίο να πληρώνει, ανάλογα προς τις οικονομικές δυνάμεις αμφοτέρων των γονέων (μεγαλύτερο από την ίδια) μέρος των διατροφικών αναγκών των τέκνων και συγκεκριμένα για το πρώτο από αυτά (την Α.) 525 ευρώ μηνιαίως (της οποίας τις ανάγκες αποτιμά στο ποσό των 700 Ευρώ), για το δεύτερο από αυτά (την Μ., της οποίας τις ανάγκες αποτιμά στο ποσό επίσης των 700 Ευρώ) 525 ευρώ μηνιαίως και για το τρίτο από αυτά (τον Α., του οποίου τις ανάγκες αποτιμά στο ποσό των 500 ευρώ) 350 ευρώ μηνιαίως, συνεισφέροντας η ίδια το υπόλοιπο μέρος. Ο εναγόμενος απαντώντας στην αγωγή, αποδέχθηκε την υποχρέωσή του να πληρώνει διατροφή προς τα τέκνα, ισχυριζόμενος όμως ότι το ύψος της διατροφής αυτής πρέπει να καθοριστεί σε μικρότερο ποσό, ενόψει των πραγματικών οικονομικών του δυνάμεων και του συνυπολογισμού της βιοποριστικής ικανότητας της εναγόμενης, χάρη στην οποία μπορεί να συμμετέχει στις διατροφικές ανάγκες των κοινών τέκνων όχι μόνο με την παροχή των οικιακών φροντίδων αλλά και οικονομικώς. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφαση, αξιολογώντας τον σχετικό ισχυρισμό ως ένσταση, και αν και διέλαβε κρίση περί απόρριψης της ως απαράδεκτης διότι προβλήθηκε μόνο με τις προτάσεις, χωρίς να έχει προταθεί στο ακροατήριο και να καταχωρηθεί στα πρακτικά, στη συνέχεια προφανώς λόγω της γενικής άρνησης που προβλήθηκε από τον εναγόμενο στο ακροατήριο, δέχθηκε ότι η ενάγουσα μπορεί και πρέπει να συμμετέχει στις διατροφικές ανάγκες των κοινών τέκνων οικονομικώς, αλλά και με την παροχή των προσωπικών της φροντίδων προς τα τέκνα, και έτσι επιδίκασε σε βάρος του εναγομένου μέρος των διατροφικών αναγκών αυτών (και δη ποσά μικρότερα από τα αιτούμενα). Επομένως, οι λόγοι της εφέσεως, σύμφωνα με τους οποίους κακώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του τις οικονομικές δυνάμεις της ενάγουσας κατά τον υπολογισμό των διατροφικών υποχρεώσεων του εναγομένου, είναι αβάσιμοι, ως επί εσφαλμένης προϋποθέσεως ερειδόμενοι (εφόσον κατά τα προεκτεθέντα τούτο εν τέλει προέβη σε επιμερισμό της διατροφής των ανηλίκων ανάλογα προς τις οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων και δεν επιδίκασε εις βάρος του εναγομένου το σύνολο των απαιτούμενων προς διατροφή των ανηλίκων ποσό) και ως εκ τούτου απορριπτέοι. Περαιτέρω από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των εξετασθέντων στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου μαρτύρων, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, και των ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών Ε. Φ., που ελήφθησαν κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου πλευράς, σημειούμενου ότι στις ειδικές διαδικασίες δεν υφίσταται αριθμητικός περιορισμός